τοῦ ζώου ληφθὲν σημαίνει τὸ μέγα , ὡς ἐν τῷ Βούπαλος καὶ βούλιμος † κύριον : παρὰ δὴ τὴν βου
ἑπτάκις ῥαπισθείη . τούτοισι θηπέων τοὺς Ἐρυθραίων παῖδας ὁ μητροκοίτης Βούπαλος σὺν Ἀρήτηι † καὶ ὑφέλξων τὸν δυσώνυμον † ἄρτον
5517576 ᾠκοδομησα
ὑποσπόνδους , καὶ ἀπεδώκαμεν αὐτοῖς πᾶσαν τὴν αἰχμαλωσίαν . Καὶ ᾠκοδόμησα ἐγὼ τὴν Θάμνα καὶ ὁ πατήρ μου τὴν Ῥαμβαήλ
γὰρ καὶ οἰκίζω [ ] ὁ ἐνεστώς [ ] . ᾠκοδόμησα σὺν τῷ ι , ὁμοίως καὶ ᾠκοδομήσατο καὶ ᾠκοδομημένος
5390612 διπουν
: ξύνεσιν δ ' ἔχον ? ? [ τέτραπον ἠδὲ δίπουν ] τι τρίπουν ? [ [ ] νῆ τρισὶ
ἄνθρωπος , τοῦτο καὶ δίπουν , οὐκ εἴ τι δὲ δίπουν , τοῦτο καὶ ἄνθρωπος . πάλιν εἴ τι φαλακρόν
5301340 ἀξυλον
. Κόμμι διαφέρει τὸ σκωληκοειδές , ὑελίζον , διαυγές , ἄξυλον , εἶτα τὸ λευκόν : τὸ δὲ ῥητινῶδες καὶ
κλάδουϲ τοὺϲ ἀπὸ μιᾶϲ ῥίζηϲ . Ἀμμωνιακὸν θυμίαμα ἐκλέγου τὸ ἄξυλον καὶ λιβανωτίζον τοῖϲ χόνδροιϲ καθαρὸν πυκνὸν μηδεμίαν ἔχον ῥυπαρίαν
5301228 πτηνον
τέτταρες , μία μὲν οὐράνιον θεῶν γένος , ἄλλη δὲ πτηνὸν καὶ ἀεροπόρον , τρίτη δὲ ἔνυδρον εἶδος , πεζὸν
τῇ χροιὰ μελανίζων . τούτου ὑπὸ τὸν αἰθέρα ἱπταμένου πᾶν πτηνὸν φρυάσσει . ἔχει δὲ μεγάλας πράξεις , ἃς λέγων
5197649 τεχνιτα
ὅμοιος , οἷα γεγονὼς ἐκ τᾶς αὐτᾶς ὕλας , ὑπὸ τεχνίτα δ ' εἰργασμένος λῴστω , ὃς ἐτεχνίτευσεν αὐτὸν ἀρχετύπῳ
[ Λύσιππε πλάστα [ Σικυώνιε , θαρσαλέη χείρ , δάϊε τεχνίτα [ , πῦρ τοι ὁ χαλκὸς ὁρῇ ὃν κατ
5190520 χωστρᾳ
καὶ θείου ἀπύρου μέρος αʹ , συνλείου καὶ ὄπτα ἐν χώστρᾳ ἢ ἐν ληκυθίῳ ἡμέραν γʹ , καὶ ἔχε .
εἶτα πῆξον εἰς ληκύνθη , καὶ ἀσφαλισάμενος , θὲς ἐν χώστρᾳ ὥρας Ϛʹ : καὶ πλύνας , βάλε εἰς θυείαν
5189634 ἐπιδεες
δ ' ἐναντίον τούτων κατάδηλον μέν , ὅμως δὲ μηδὲν ἐπιδεὲς ἔστω λόγου . τὰ γὰρ δὴ τῶν περὶ τὸ
ὀλιγοδεής , ἀθανάτου καὶ θνητῆς φύσεως μεθόριος , τὸ μὲν ἐπιδεὲς ἔχων διὰ σῶμα θνητόν , τὸ δὲ μὴ πολυδεὲς
5185388 ποιεον
λαὸς Ἀχαιῶν , τύμβον δ ' ἀμφ ' αὐτὴν ἕνα ποίεον ἐξαγαγόντες ἄκριτον ἐκ πεδίου , ποτὶ δ ' αὐτὸν
' ἀγλαὸν Ἀπόλλωνι ἄλσει ἐνὶ σκιερῷ τέμενος σκιόεντά τε βωμόν ποίεον , Αἰγλήτην μὲν ἐυσκόπου εἵνεκεν αἴγλης Φοῖβον κεκλόμενοι ,
5180250 δρωμενον
, Πελασγῶν ὥς φασιν ἔργον . καὶ τόδε δὲ ἄλλο δρώμενον ἐνταῦθα οἶδα : ἐπὶ θαλάσσῃ πόλισμα Ἕλος ἦν ,
τοῦτό τοι καὶ διαφθείρει αὐτοὺς πολλάκις , καὶ τό γε δρώμενον τοιοῦτόν ἐστιν . ὅτῳ μέλει θηρᾶσαι κολοιούς , τοιαῦτα
5139496 ζωον
τὴν ἰλύν : ἐξ αὐτῆς γὰρ ἔχει τὸ εἶναι . ζῶον , ἀπὸ τῆς ἐν ἡμῖν ζέσεως τοῦ θερμοῦ :
πᾶν ζῶον ἔμψυχον , πᾶν ἔμψυχον οὐσία , πᾶν ἄρα ζῶον οὐσία , συνάγει οὖν τὴν οὐσίαν κατὰ τοῦ ζώου
5117355 ἀναειρ
καὶ ὁ Ἅβρων οὐ δεόντως ἐγκεκλίσθαι τὸ ἤ μ ' ἀνάειρ ' ἢ ἐγὼ σέ , καθὸ διέξευκται ἡ ἀντωνυμία
, τὸ Ὁμηρικὸν ἐκεῖνο εἰώθει ἐπιλέγειν , ἤ μ ' ἀνάειρ ' ἢ ἐγὼ σέ . Τίνος ἕνεκα , ὦ
5112447 Λυκιδα
Θεόκριτος Μυρτοῦς ὄνομα . λαμβάνει δὲ ὁ Θεόκριτος λαγωβόλον παρὰ Λυκίδα , καὶ οὕτω χωρίζονται ἀπ ' ἀλλήλων . προλογίζει
εἰς ἔτος ἄλλο δακρῦσαι . Λῇς νύ τί μοι , Λυκίδα , Σικελὸν μέλος ἁδὺ λιγαίνειν , ἱμερόεν γλυκύθυμον ἐρωτικόν
5099847 ἐξαπλων
ἔθνει τις τοῦτο καὶ ἐν πόλεσι κατορθώσειεν , ἐπὶ πλεῖον ἐξαπλῶν τὴν μετάδοσιν τοῦ ἀγαθοῦ . μεταβαίνει δὲ νῦν ἐπὶ
σαφηνίζων . ἐξυπτιάζων ] ἐξαπλῶν καὶ διαιρῶν . ἐξυπτιάζων ] ἐξαπλῶν , ἐξευτελίζων . ἐξυπτιάζων ] διαλύων , ἀναπτύσσων .
5086511 Πραξιτελης
Δία καὶ Πολύκλειτος τὴν Ἥραν εἰργάσατο καὶ Μύρων ἐπῃνέθη καὶ Πραξιτέλης ἐθαυμάσθη . προσκυνοῦνται γοῦν οὗτοι μετὰ τῶν θεῶν .
ἀπ ' αὐτῆς Ἀπελλῆς τὴν Ἀναδυομένην Ἀφροδίτην ἀνεγράψατο . καὶ Πραξιτέλης δὲ ὁ ἀγαλματοποιὸς ἐρῶν αὐτῆς τὴν Κνιδίαν Ἀφροδίτην ἀπ
5054973 βουλιμος
ὄνομα ἐπὶ τοῦ μεγάλου λαμβάνεται : ἔνθεν καὶ βούπαις καὶ βούλιμος . . ὅ ἐστι δούλους ὄντας καὶ διακονοῦντας :
περὶ τῆς καθεκτικῆς δυνάμεως διὰ θερμὴν δυσκρασίαν παθούσης . Ὁ βούλιμος καλούμενος , ὡς καὶ τοὔνομα δηλοῖ , μέγας ἐστὶ
5046492 παντοδαπον
παλαιὰν συνήθειαν . φιλόσοφον δέ φησι τὸν Ὅμηρον διὰ τὸ παντοδαπὸν τῆς ὠφελείας τῆς ποιήσεως αὐτοῦ . . . .
μὲν ἐπιεικὲς πᾶν βιασθὲν δουλεύῃ , τὸ δὲ ἀνόητον καὶ παντοδαπὸν ἐπιχειρῇ ἄρχειν , ὑπὸ ἐξουσίας ἀδεοῦς θρασυνόμενον : ἀνάγκη
5041605 Ὁμηρειον
Τυρσηνῶν περιέχουσαι . ἁμαρτάνουσιν οὖν οἱ λέγοντες Ὁμηρικὸν ποίημα . Ὁμήρειον γὰρ δεῖ λέγειν , οὐ γὰρ περιέχει περὶ Ὁμήρου
Εὔρυτον ὅσς ' ” ἔπαθεν , καὶ ξανθὴν Ἰόλειαν : Ὁμήρειον δὲ καλεῦμαι „ γράμμα : Κρεωφύλῳ , Ζεῦ φίλε
5037928 νεφελῃσι
] ὅτι . Γ ] χρησμός : “ αἰετὸς ἐν νεφέλῃσι γενήσεται ἤματα πάντα ” . ἄκουε δὴ νῦν :
Ζεὺς δ ' ἔλαχ ' οὐρανὸν εὐρὺν ἐν αἰθέρι καὶ νεφέλῃσι : γαῖα δ ' ἔτι ξυνὴ πάντων καὶ μακρὸς
5030187 ἱερακι
, διὰ τὸ τῆς ποιητικῆς ᾠδικόν : τοὺς δὲ κριτὰς ἱέρακι , διὰ τὸ ἁρπακτικόν . Γνωστὸν δὲ τοῦτο πᾶσι
ὁ Ξέρξης , οὐδὲν ἄλλο ἐποίει ἢ μόνον παρεῖχε τῷ ἱέρακι τὸ σῶμα χρῆσθαι τούτῳ ὡς βούλεται . ἀετὸν οὖν
5015331 ἐμψυχον
, ἔστι τὸ ἀντικείμενον ὄνομα εἰπόντα λύειν : οἷον εἰ ἔμψυχον συμβαίνει λέγειν , ἀποφήσαντα μὴ εἶναι , δηλοῦν ὡς
. ἀποκτείνας γέ που : οὐκ ἔτι γάρ ἐστ ' ἔμψυχον . . . . . . . . .
5003695 φιλαλληλον
τὰ δόγματα αὐτοῦ ; ἥμερον , κοινωνικόν , ἀνεκτικόν , φιλάλληλον . φέρε , παραδέχομαι , ποιῶ πολίτην τοῦτον ,
. τοιαύτηι συζῶντες τῆι εἱμαρμένηι βίον ἁπλοῦν καὶ ἀπέριττον καὶ φιλάλληλον εἶχον δίχα πυρὸς ἐπιγνώσεως , οὐ βασιλεῖς , οὐκ
4968010 γλαφυρῳ
δὲ τῷ μεγαλοπρεπεῖ παρέκειτο ὁ ψυχρὸς χαρακτήρ , οὕτως τῷ γλαφυρῷ παράκειταί τις διημαρτημένος . ὀνομάζω δὲ αὐτὸν τῷ κοινῷ
ὄμοσάν τε τελεύτησάν τε τὸν ὅρκον , στήσαμεν ἐν λιμένι γλαφυρῷ εὐεργέα νῆα ἄγχ ' ὕδατος γλυκεροῖο καὶ ἐξαπέβησαν ἑταῖροι
4967308 κακοεργον
δέον εἰπεῖν ᾧτε κεράστης . * οὐλόμενον : ὀλέθριον * κακοεργόν : κακοποιόν * ἐνιχραύση : ἐπενέγκῃ ἐπιθήσῃ προσεγγίσῃ χραύσῃ
δέον εἰπεῖν ᾧτε κεράστης . * οὐλόμενον : ὀλέθριον * κακοεργόν : κακοποιόν * ἐνιχραύση : ἐπενέγκῃ ἐπιθήσῃ προσεγγίσῃ χραύσῃ
4963397 ποικιλον
βιοῦντος κατὰ φύσιν . οὐκ ἀπὸ σκοποῦ μέντοι καὶ χιτῶνα ποικίλον ἀναλαμβάνειν λέγεται : ποικίλον γὰρ πολιτεία καὶ πολύτροπον ,
ἀκολούθους ἐκθέσεις πεποίηται κατὰ διαφόρους ὑπομνήσεις διὰ τὸ πολύχουν καὶ ποικίλον τῶν συντάξεων , οἷον ἐπὶ τῶν ἀντικεῖσθαι πεπιστευμένων .
4948740 ἀπουν
λόγον ποιεῖσθαι τοῦ ἀνθρώπου , ἀλλὰ διαιρεῖν καὶ τοῦτο εἰς ἄπουν καὶ δίπουν καὶ πολύπουν : οὕτω γὰρ τὸ τέλειον
χυλὸν ὀργάσας πίε . καὶ ἐπὶ τοῦ κοχλίου : ζῷον ἄπουν ἀνάκανθον ἀνόστεον ὀστρακόνωτον ὄμματ ' ἐκκύπτοντα προμήκεα κεἰσκύπτοντα .
4947488 ἐμφαντικωτατα
ἄλλων ψυχὰς τουτὶ παρὰ τοῦ θεοῦ ἔλαβον : διὸ καὶ ἐμφαντικώτατα εἴρηται , ὅτι τὸν ἐν ἡμῖν πρὸς ἀλήθειαν ἄνθρωπον
ἐκάλεσας καὶ πατέρα καὶ ἄνδρα τῆς παρθενίας σου ” ; ἐμφαντικώτατα παριστὰς ὅτι ὁ θεὸς καὶ οἶκός ἐστιν , ἀσωμάτων
4939266 γλαυξ
ἑαυτοῦ μούσας αὐτὸν φιλοσοφεῖν οἱ σοφοὶ τούτων φασί . Ἡ γλαῦξ ἐπί τινα σπουδὴν ὡρμημένῳ ἀνδρὶ συνοῦσα καὶ ἐπιστᾶσα οὐκ
ἐστιν ὄρνις ; Οὐ γάρ ἐστι Σποργίλος ; Χαὐτηί γε γλαῦξ . Τί φῄς ; Τίς γλαῦκ ' Ἀθήναζ '
4923533 Φιληβῳ
χρόνῳ τοῦτο ποιοῦμεν . Συμφώνως δὲ καὶ ἐνταῦθα τοῖς ἐν Φιλήβῳ τὸ τέλος παρέλαβεν ἔκ τε θεωρίας καὶ εὐφροσύνης .
καὶ τὸ ἀπόρρητον , οὕτω δὲ καὶ Πλάτωνα λέγειν ἐν Φιλήβῳ , τὰς μὲν δύο ἀρχὰς πέρας τιθέντα καὶ ἄπειρον
4922778 ποει
ουτε ? [ ] ! ουϲ ϲαυτῶι ? ? ? πόει [ κατὰ ] χώραν λαβέ ] ον ἐπιτίθει ?
ἅπαντα μᾶλλον ” , εὐθὺς εἰπεῖν ἂν δοκῶ , “ πόει με πλὴν ἄνθρωπον : ἀδίκως εὐτυχεῖ κακῶς τε πράττει
4914163 ἀϋλον
τὸ μετέχον τῆς ὕλης ; πότερον ὕλη καὶ αὐτὸ ἢ ἄϋλον ; εἰ μὲν οὖν ὕλη , πῶς ἔνυλον καὶ
ὁ μὲν χρυσὸς ἡλιοειδὴς , διότι φῶς μόνον ὁ ἥλιος ἄϋλον : ὁ δὲ ἄργυρος σεληνιαῖος : διότι καὶ ἡ
4911635 ἐγγονον
ἔστι δήπου πολυχρονιώτατον ὡς ἐν ποδάγρᾳ τὸ τοῦ φλεγματικοῦ χυμοῦ ἔγγονον ῥεῦμα καὶ ὀδυνηρὸν μετρίως χαῖρόν τε τοῖς κατὰ δύναμιν
Ἀλκμαιωνίδην , τὸν ἀπὸ γένους πολίτην , τὸν τῶν τυραννοκτόνων ἔγγονον , τυραννίδος ἐπιθυμῆσαι , τὴν δὲ νεότητα καὶ τὸ
4910589 ἐξαπατησε
αὐτὸν λυπούμενον τὴν λύπην ἑαυτῷ ἐπισπᾶται 〛 . ὅττι μιν ἐξαπάτησε Προμηθεύς : 〚 ἐνταῦθα δὲ λέγει τὸν ἐπὶ τοῦ
Ἀσώπης † ἢ Κλυμένης ἢ Θέμιδος . ⌊ ὅττι μιν ἐξαπάτησε ⌋ Προμηθεύς : ἀπάτην οὖν ἐνταῦθα λέγει ὁ Ἡσίοδος
4892810 γνωστικον
γνωστῶν καὶ τῶν γνωστικῶν , ἐπὶ τῆς ψυχῆς εὐλόγως ὡς γνωστικὸν εἰρῆσθαι ἀκούει , καὶ διὰ τοῦτο τοὺς εἰπόντας τὴν
τοίνυν , ὅπερ ἔφην , καὶ τὸ γνωστὸν καὶ τὸ γνωστικὸν καὶ ἡ γνῶσις ἐν τῷ νῷ διεκρίθη ἀπ '
4882085 νοουμενος
ὁ λόγος φανείς , παρρησίᾳ λαλῶν , ὑπὸ ἀπίστων μὴ νοούμενος , μαθηταῖς δὲ διηγούμενος , οἳ πιστοὶ λογισθέντες ὑπ
χαυνωθεῖεν ἐκ περιουσίας . ἐνταῦθα ἀπορία ἐστί : πῶς οὖν νοούμενος εἰς τὸ πρῶτον ὁ Ζεὺς αἴτιον καὶ μᾶλλον βουλόμενος
4879705 ἀρχᾳ
ἀρχὰ μὲν ὄντως ἀληθινά , μία : κείνα γὰρ ἐν ἀρχᾷ τέ ἐστιν ἓν καὶ μόνον . Ἄργος ἄειδε ,
ἐπιγείους βούλεται εἶναι : λέγει δὲ τοὺς ζῶντας . Διὸς ἀρχᾷ : Διὸς ἀρχὴν τὴν ζωὴν καὶ τὴν ἄνω διαγωγήν
4876968 διαλελυμενον
θείας ἁγητῆρες ἐν ἀνθρώποις διχονοίας . Ἤκουσα δέ σου καὶ διαλελυμένον χρησμὸν περὶ τοῦ Φαλάριδος , ἐπαινοῦντα καὶ τιμῶντα ,
ἧσσον εἶναι λυπηρόν , ἐμοὶ δ ' οὐ δοκεῖ : διαλελυμένον γοῦν τὸ σῶμα προσδιαλύουσιν ἐν τοῖς ὕπνοις . τὰ
4874808 Ἐϲτι
. Καυκαλίϲ , ὃ ἔνιοι καὶ δαῦκον ἄγριον καλοῦϲιν . Ἐϲτὶ δ ' ὅμοιον αὐτῷ κατὰ τὴν γεῦϲιν καὶ κατὰ
δὲ καὶ ἡ ἐκ τῶν τιθυμάλλων τέφρα . Τίτανοϲ . Ἐϲτὶ δὲ καὶ ἡ τίτανοϲ εἶδοϲ τέφραϲ , λεπτομερεϲτέρα οὖϲα
4867315 ἐξευρωμεν
τοῦ λίθου , θάνατον δὲ αὐτῇ τὸν ἀλγεινότατον καὶ μακρότατον ἐξεύρωμεν καὶ ὅστις αὐτὴν χρόνῳ καὶ βασάνῳ φυλάξας ὕστερον ἀπολεῖ
] . [ [ Τίνα δή ποτε λύρας ἄτοπον ἦχον ἐξεύρωμεν ἐμβατήριον ὁμοῦ καὶ ἐκβατήριον ; . . . ]
4865890 ἀκατατακτον
ἀλλ ' ἐπειδὴ μέτεισιν ἀπὸ τοῦ κατατεταγμένου σχήματος ἐπὶ τὸ ἀκατάτακτον , καὶ ἀπὸ τοῦ μερικοῦ καὶ ἐνύλου ἐπὶ τὸ
Κορίσκον : ἐν δὲ τῇ ὁ ἄνθρωπος ἕτερος Κορίσκου τὸν ἀκατάτακτον αὐτὸν τὸν καθόλου . παρὰ τὸ συμβεβηκὸς ἄρα :
4864902 χαριεντι
εἶναι τὸν Ἀριστοφάνην . ΓΘ λάμποντι μετώπῳ ] ἱλαρῷ καὶ χαριέντι προσώπῳ , ἢ διὰ τὸ εἶναι φαλακρὸν τὸν ποιητήν
τοῦτο Δημητρίου τοῦ Ἁλικαρνασέως φασὶν εἶναι λέγοντος , Οἶνός τοι χαριέντι πέλει ταχὺς ἵππος ἀοιδῷ : ὕδωρ δὲ πίνων χρηστὸν
4861014 κερασφορον
γὰρ αὐτὴν προσειρήκασι , πλέον μετέχουσαν θηλύτητος , καὶ τὸν κερασφόρον αὐλὸν ἀνῆψαν αὐτῇ τῷ τε μηνοειδεῖ τοῦ σχήματος παραπλήσιον
. * δολόεντα : ἐπιβάλλοντα * κεράστην : διὰ τὸ κερασφόρον * μάθοις : ἔμαθες * ἠύτ ' : καθάπερ
4847421 κρινον
μακρότερα καὶ πλείω : καυλὸν δὲ λεπτόν , ὀρθὸν ὡσπερεὶ κρίνον , γέμοντα καρποῦ ἐρυθροῦ , στύφοντα τὴν γεῦσιν .
ἀγανόφρονες ἡδυλόγῳ σοφίᾳ βροτῶν περισσοκαλλεῖς . Ἁπαλὸν δὲ σισύμβριον ἢ κρίνον ἢ ῥόδον παρ ' οὖς ἐθάκει : παρὰ χερσὶ
4847048 Νεοττιδι
φορούμεναι εἴξασι πολιαῖς , ἀνάπλεῳ ψιμυθίου . Ἀναξίλας δὲ ἐν Νεοττίδι φησίν : ὅστις ἀνθρώπων ἑταίραν ἠγάπησε πώποτε , οὐ
τοὔνομα βλάπτουσι τοῖς τρόποις γὰρ ὄντως ὂν καλόν . Ἀναξίλας Νεοττίδι : ἐὰν δέ τις μέτρια καὶ λέγουσα . .
4835983 εὐκαμπες
' ἐπὶ χρυσείης γενεῆς ἐντύνεαι ἔργα γαῖαν ἐπὶ ζείδωρον ἄγων εὐκαμπὲς ἄροτρον , ἢ γύροις ἔνι κλῆμα Μεθυμναίου λελίησαι κατθέμεναι
ποικίλου ἀνδρός ἐστιν . ὁ δὲ ὀξὺ καὶ μαλακὸν καὶ εὐκαμπὲς φθεγγόμενος ἀνδρόγυνον ἐπισημαίνει . ὅσοι δὲ κοῖλον καὶ βαρὺ
4829353 ἀνεπιδεκτον
αἴτιον τῆς κινήσεως ἀίδιον εἶναι καὶ τῆς τοιαύτης ἄρα μεταβολῆς ἀνεπίδεκτον παντελῶς τὸ πρῶτον κινοῦν τῆς ὡς γενέσεως καὶ φθορᾶς
ψυχὴν ἀσώματον εἶναι : οὕτω γὰρ μάλιστα φθορᾶς καὶ πάθους ἀνεπίδεκτον ὑπάρχειν . τὰς δὲ ἰδέας ὑφίσταται , καθὰ καὶ
4825659 σιδηρεον
ὑπολειπομένῳ ἑωυτῶν τοῦ στόλου : πρὸς δὲ ταύτῃσι καὶ μύδρον σιδήρεον κατεπόντωσαν καὶ ὤμοσαν μὴ πρὶν ἐς Φώκαιαν ἥξειν πρὶν
, ἀπηνέες , ἀπροσόρατοι . Ἣ μὲν γὰρ δέμας ἔσχε σιδήρεον , ἣν καλέουσι Πανδώρην χθόνιοι : σὺν δ '
4815780 τρομεων
παντοδαποῖς , εἰς ἄπειρα δίκτυα Κύπριδος βάλλει : ἦ μὰν τρομέων ἵν ' ἐπερχόμενον ὥστε φερέζυγος ἵππος ἀεθλοφόρος ποτὶ γήραϊ
σφίσι δ ' ἄχνυται ἀνήρ , ἀμφότερον ποθέων τε πόνον τρομέων τ ' ἐπὶ βουσὶ μὴ δή που κατόπισθεν ἐπαΐσσοντος
4807520 φωναν
τε καὶ βίον ὅπερ ἁρμονία ποτ ' ἀκοάν τε καὶ φωνάν : ὅ τε γὰρ νόμος παιδεύει μὲν τὰν ψυχάν
ὃν λόγον γὰρ ἔχει ῥυθμὸς ποτὶ κίνασιν καὶ ἁρμονία ποτὶ φωνάν , τοῦτον ἔχει τὸν λόγον δικαιότας ποτὶ κοινωνίαν :
4807315 πολυμνηστον
δὲ σποδὸς προπέμπει πίονας πλούτου πνοάς . τούτων θεοῖσι χρὴ πολύμνηστον χάριν τίνειν , ἐπείπερ χἀρπαγὰς ὑπερκόπους ἐπραξάμεσθα καὶ γυναικὸς
ταυροβόαν , γένεσιν μακάρων θνητῶν τ ' ἀνθρώπων , σπέρμα πολύμνηστον , πολυόργιον , Ἠρικεπαῖον , ἄρρητον , κρύφιον ῥοιζήτορα
4786374 Αὐτοκρατης
οὗτος δὲ πάντ ' ἂν μᾶλλον διεπράττετο . μετὰ τοῦτο Αὐτοκράτης ἐμοῦ παρόντος Θρασυμάχῳ ἔλεγεν Εὐρυπτόλεμον αὐτῷ μέμφεσθαι , φάσκοντα
ἐν Ἀχαίᾳ Δημήτηρ ποτηριοφόρος κατὰ τὴν Ἀνθέων χῶραν , ὡς Αὐτοκράτης ἱστορεῖ ἐν βʹ Ἀχαικῶν . ἄξιον δὲ εἶναι νομίζω
4786348 τεκτων
ἀφίκετο δῖα γυναικῶν οὐδόν τε δρύϊνον προσεβήσετο , τόν ποτε τέκτων ξέσσεν ἐπισταμένως καὶ ἐπὶ στάθμην ἴθυνεν , ἐν δὲ
οὖν ψυχαὶ αὐτῶν εἰσι ; Ναί : ὥσπερ γὰρ ὁ τέκτων , ἐὰν λάβῃ ξύλον καὶ ποιῇ θρόνον ἢ δίφρον
4782069 θρισσα
βελόνη καὶ ἀβλενής , δύσπεπτος , ὑγρός , εὐκοίλιος . θρίσσα , χαλκίς , εὐανάδοτα . κεστρεύς ἐστι καὶ θαλάσσιος
καὶ φαγρώριος ὃν καὶ φάγρον καλοῦσιν , ἔτι σίλουρος κιθαρὸς θρίσσα κεστρεὺς λύχνος φῦσα βοῦς : ὀστρακίων δὲ κοχλίαι μεγάλοι
4779273 πολυκινητον
νόμου ἰσχυρὸν κατεῖχεν | : ἄνθρωπος δέ , ᾧ | πολυκίνητον φύσιν ἔδωκεν ὁ θεός , “ ἐπὶ τραφερήν |
, καθεστηκός , τὸ δὲ θάτερον ἀβέβαιον , εὐμετακίνητον μετακινούμενον πολυκίνητον , πολύφορον , μετατρεπόμενον , φερόμενον , πλανώμενον πλανητόν
4770575 συκοφαντικον
: λέγοιτ ' ἂν ὅτι ἐν παντὶ πράγματι ἔνεστι καὶ συκοφαντικόν τι . Ἐνδυμίωνος ὕπνος : ἐπὶ τῶν ἐπιπολὺ κοιμωμένων
ἐστι πολίτευμα ἐμόν „ φησιν , ἀντὶ τοῦ φιλαίτιον καὶ συκοφαντικόν . Αἰσχύλος ἐν Ἠδωνοῖς . ” ὅστις χιτῶνας βασσάρας
4769169 Πνευμα
προγέγραπται δὲ περὶ ταύτης ἀκριβέστατα ἐν τῷ Δευτέρῳ Λόγῳ . Πνεῦμα φυσῶδες ἀθροιζόμενον ἔν τινι τῶν μορίων τὰ ἐμφυσήματα γεννᾷ
. Πάλαι γὰρ ἂν τὰ μέγιστα τῶν πελαγῶν ἐξανάλωτο . Πνεῦμα τοίνυν τὸ θεῖόν φησιν , ᾧ [ δὴ ]
4768487 καλλιχορον
ἅμα ἔνιοι θαμὰ . [ καὶ δονάκων ] τοὶ παρὰ καλλιχόρον νάοισι ἄκυρον τὸ [ δονάκων : Εὐριπίδης ] δ
ἅμα ἔνιοι θαμὰ . [ καὶ δονάκων ] τοὶ παρὰ καλλιχόρον νάοισι ἄκυρον τὸ [ δονάκων : Εὐριπίδης ] δ
4762533 αὐτοανθρωπος
εἰ γὰρ ἄνθρωπος , φησίν , ἑκάτερός ἐστιν ὅ τε αὐτοάνθρωπος καὶ ὁ ἄνθρωπος , τὸν αὐτὸν λόγον ᾗ ἄνθρωπος
τῆς ἰδέας τοῦ αὐτοζῴου καὶ ἐκ τοῦ δίποδος γίνεται ὁ αὐτοάνθρωπος . ἀνάγκη οὖν κατηγορεῖσθαι τὸ ζῷον καὶ τὸ δίπουν
4750163 αἰσθητικος
οὔτε ἀναίσθητος , ὅτε καὶ νεύρου μετέσχεν , οὔτε οὕτως αἰσθητικὸς ὡς τὸ νεῦρον μόνον . ἀλλὰ κἀκ τοῦ φύεσθαι
ὁ δὲ παθὼν ἀὴρ τοῦτο ταχέως μὲν αἰσθητὸς γίνεται , αἰσθητικὸς δ ' οὔ : οὐ γὰρ ἐν τούτῳ ἑαυτοῦ
4741174 ἐρεξεν
καὶ οἷον „ καὶ ” ἀλλ ' οἷον τόδ ' ἔρεξεν ” , „ οἷον τὸν Τηλεφίδην „ . οὕτως
Διὸς μένος . Ἀλλὰ τὸ μέν που ἀθανάτων τάχ ' ἔρεξεν ἐὺς νόος ἠὲ καὶ οὐκί : Ἀργεῖοι δ '
4739595 ἀληθινον
καταλαμβάνειν ἀνυπαιτίως καὶ ὑγιεινῶς κατὰ θεὸν ἐξετάζηται : τὸ γὰρ ἀληθινὸν καὶ | δίκαιον μέτρον τοῦτ ' ἐστί , τὰ
τε ὑπεχώρει νοῦν ἔχων τῷ θεῷ καὶ ἡμεῖς ἐγνωρίζομεν τὸν ἀληθινὸν καὶ προσήκοντα ἡμῖν ἰατρὸν , καὶ ἐποιοῦμεν ἃ ἐπέταξε
4739332 ἁπαϲι
, ψυχρὸν τούτῳ δίδου τὸ ὀξύμελι , χειμῶνοϲ δὲ ὄντοϲ ἅπαϲι θερμόν . ἐναντιώτατα δὲ τούτοιϲ ἐϲτὶ τὰ βαλανεῖα καὶ
λεπτομερέϲτερον καὶ διὰ τοῦτο καὶ διαφορητικώτερον : ὑπάρχει δὲ τοῦτο ἅπαϲι τοῖϲ χρονίζουϲιν , ὅϲα γε μὴ φθάνῃ ϲαπῆναι .
4735696 εὐωδεϲ
καὶ τὸ διὰ μελιλώτου ϲκευαζόμενον καὶ τὸ Φιλαγριανὸν καὶ τὸ εὐῶδεϲ . τοῦ χλωροῦ ἰάϲπιδοϲ ὁρμαθὸϲ ἐξαρτώμενοϲ τοῦ τραχήλου ,
ϲυνήθη μύρα . ἐπιθέματα δὲ τό τε βαΐον καὶ τὸ εὐῶδεϲ καὶ τὰ παραπλήϲια : γυμνάϲιά τε καὶ τρῖψιϲ μάλιϲτα
4735544 αἰχμητην
πολεμιστήν . παντοίης ἀρετῆς μιμνήσκεο : νῦν σε μάλα χρὴ αἰχμητήν τ ' ἔμεναι καὶ θαρσαλέον πολεμιστήν . οὔ τοι
οὐκ εἰς φυγόξενον οὐδὲ καλῶν ἀπείρατον , καὶ ἀκρόσοφον καὶ αἰχμητήν . . Τοῦτο λέγει διὰ τοὺς Λοκροὺς ὡς φύσει
4734203 μαδωντα
μαδῶντα . καὶ μυδῶντα μὲν ἀντὶ τοῦ δυσώδη ἀποπέμποντα : μαδῶντα δὲ ἀντὶ τοῦ κόμην μὴ ἔχοντα . . ῥυπούμενον
μὴ ἔχοντα . ] μυδῶντα : Γράφεται καὶ μυδῶντα καὶ μαδῶντα . καὶ μυδῶντα μὲν ἀντὶ τοῦ δυσώδη ἀποπέμποντα :
4733600 χαριεν
Βατίς τε καὶ σμύραινα πρόσεστι . Νάρκη γὰρ ἑφθὴ βρῶμα χάριεν γίγνεται . Σὲ μέν , ὦ μοχθηρέ , παλινδορίαν
δεδοξασμένων ἀντιπαραβάλλοντα ἐκείνων τὰ ἔργα πρὸς τὰ τῶν ἐγκωμιαζομένων . χάριεν δέ ἐστιν ἐνίοτε ἀπὸ τῶν ὀνομάτων καὶ τῆς ὁμωνυμίας
4733563 ταλαρον
ταλάρους καὶ τυροκομεῖα : οὕτω δ ' ἂν καλοίης τὸν τάλαρον ᾧ ὁ χλωρὸς τυρὸς ἐμπήγνυται , ὥσπερ τὸ ξύλον
δὲ τάπητα φέρεν μαλακοῦ ἐρίοιο , Φυλὼ δ ' ἀργύρεον τάλαρον φέρε , τόν οἱ ἔδωκεν Ἀλκάνδρη , Πολύβοιο δάμαρ
4732415 ἀπεριεργον
ἕτερον δεῖπνον ἑτοιμάσω : σὺ δὲ πορευθεὶς κάλει μοι ἄνθρωπον ἀπερίεργον , ἵνα ὃ ἐὰν ἴδῃ ἢ ἀκούσῃ μὴ περιεργάσηται
ἠθῶν μάλιστα φροντίδα πεποιημένοι οἱ παλαιοί , τὸ σεμνὸν καὶ ἀπερίεργον τῆς ἀρχαίας μουσικῆς προετίμων . Ἀργείους μὲν γὰρ καὶ
4731531 ἀμφιβεβηκει
' αὐτὸ σεμνῶς λέγει ἦμος δ ' ἠέλιος μέσον οὐρανὸν ἀμφιβεβήκει . λέγοις δ ' ἂν καὶ κλίνοντος εἰς τὰ
πῖπτε δὲ λαός . ἦμος δ ' Ἠέλιος μέσον οὐρανὸν ἀμφιβεβήκει , καὶ τότε δὴ χρύσεια πατὴρ ἐτίταινε τάλαντα :
4730508 ἀστρονομικος
γεωμετρικός ; Πάντως δήπου , ὦ Σώκρατες . Ἦ καὶ ἀστρονομικὸς καὶ λογιστικός τε καὶ μουσικὸς καὶ ὅσα παιδείας ἔχεται
ὥστε ὁ αὐτὸς μὲν εἶναι γεωμετρικός , ὁ αὐτὸς δὲ ἀστρονομικὸς καὶ τεκτονικὸς καὶ εἴ τι τοιοῦτον , θεῷ δὲ
4730362 κορακι
ἐνδεχομένως , περιπατοῦν παντὶ κόρακι ἐνδεχομένως , καὶ λευκὸν οὐδενὶ κόρακι ἐξ ἀνάγκης . εἰ δὲ ἐξ ἀνάγκης τὸ πρῶτον
καὶ ἀπογίνεσθαι : τὸ γὰρ ἐν τῷ Αἰθίοπι ἢ τῷ κόρακι μέλαν ἀδύνατον ἀπογίνεσθαι χωρὶς τῆς τοῦ ὑποκειμένου φθορᾶς .
4729313 εὐγηρων
τὸ σοφόν καὶ τὸν σοφόν , τὸ εὔγηρων καὶ τὸν εὔγηρων , εἰ δὲ περισσοσυλλάβως τῇ κλητικῇ , τὸ ἄρσεν
ἀρσενικοῦ ὁμοφωνεῖ , οἷον τὸν σοφόν τὸ σοφόν , τὸν εὔγηρων τὸ εὔγηρων . οὕτως οὖν τὸν ἀξιόχρεων τὸν ἀνάπλεων
4726830 τερπεται
καὶ οὐχ ἕξει σύστασιν : ἡ γὰρ φύσις τὴν φύσιν τέρπεται , καὶ ἡ φύσις τὴν φύσιν νικᾷ . Αὐτῇ
ὕσω ὕεσθαι , ὅ ἐστι βρέχεσθαι : ἐπεὶ τοῖς ὕδασι τέρπεται , καὶ πλεονασμῷ τοῦ σ , ὡς σῖτος ,
4714153 κυκνος
χρυσὸς Δανάῃ συνεγένετο , ταῦρος δὲ τὴν Εὐρώπην ἥρπασε , κύκνος δὲ γενόμενος Λήδαν ἐπόρνευσεν . Περὶ δὲ τῶν πεντήκοντα
οὐκ ἄλλο ἢ τοῦτο καὶ ὁ κύκνος οὐκ ἄλλο ἢ κύκνος νομίζεται καὶ πρὸ τοῦ σώματος κακίας ἐμπίπλασθαι τὴν ψυχὴν
4713234 αἰκε
τόδε γάρ ] καί καὶ ἄρκιον : βοηθητικὸν καὶ ὠφελιμώτατον αἴκε ] ἐάν πίῃσθα ] πίῃς ἔνθ ' ] ἐνταῦθα
γνώσομαι , ὡς καὶ παρ ' Ὁμήρῳ “ εἴσομ ' αἴκε μ ' ὁ Τυδεΐδης ” . Γ εἴσομαι δ
4712934 ἰοχεαιραν
φησι διὰ τοὺς ἐπὶ τῇ γεννήσει ταύτης ἐγγινομένους κελάδους , ἰοχέαιράν τε διὰ τὰς ἐξ αὐτῆς ἀκτινοβολήσεις , κυνηγέτιδα δέ
φησι διὰ τοὺς ἐπὶ τῇ γεννήσει ταύτης ἐγγινομένους κελάδους , ἰοχέαιράν τε διὰ τὰς ἐξ αὐτῆς ἀκτινοβολήσεις , κυνηγέτιδα δέ
4708947 χηνα
παῖδα εἰς τὸ φρέαρ ἐμβαλὼν ἔφη πρὸς Κλεοπάτραν διώκοντα τὸν χῆνα ἐμπεσεῖν , ἢ μανίᾳ τινὶ παρελήρησεν ἐπὶ τῆς μύλης
κωμῳδιοποιὸς ἐν Βάκχαις φησίν : ἀλλ ' εἴ τις ὥσπερ χῆνα ἔτρεφέν μοι λαβὼν σιτευτόν . καὶ Ἀρχέστρατος ἐν τῷ
4707376 κρεσσον
ἀνέσει καὶ παρ ' οἶνον . . : κρύπτειν ἀμαθίην κρέσσον ἢ ἐς τὸ μέσον φέρειν . , . .
στόμα τοι καὶ ἐφίμερος , ὦ Δάφνι , φωνά : κρέσσον μελπομένω τευ ἀκουέμεν ἢ μέλι λείχειν . λάσδεο τὰς
4694935 πολυμορφον
φασὶν ἀντὶ τῆς ἐκτμηθείσης κεφαλῆς ἀναβλαστάνειν ἄλλην , αἰνιττόμενοι τὸ πολύμορφον καὶ πολύγονον τῆς ἀθανάτου κακίας δυσάλωτον γένος . μηδὲν
βίον ἕνα καὶ τὸν αὐτόν , τὸ δέ ἐστιν χρῆμα πολύμορφον καὶ παντοδαπόν , πολλαῖς μὲν τύχαις , πολλοῖς δὲ
4694765 ληρει
αὐχήσας ὁ μάγειρος εἰδέναι τὸ ἠγορασμένον ὄψον σκευάζειν μουσικῶς , ληρεῖ ὅτι πρὸ τῆς μαγειρικῆς τέχνης πρότερον μαθεῖν δεῖ ἑτέρας
δὲ προγεγονότος τινὸς ὑπόμνησις , ὥστε ὁ τούτοις ἐναλλὰξ χρώμενος ληρεῖ . μεταβαλεῖν τοῦ μεταμορφοῦσθαι καὶ ἀλλοιοῦσθαι καὶ ἑτεροιοῦσθαι διαφέρει
4692258 ἰητηρα
θαυμάζει τούτους μόνους , ὡς σοφούς , μάντιν , ἢ ἰητῆρα κακῶν , ἢ τέκτονα δούρων , καὶ θέσπιν ἀοιδόν
. Ἑρμείας δ ' οἰκεῖα τυχὼν κατὰ δώμαθ ' ἑαυτοῦ ἰητῆρα τίθησι βροτῶν , Παιώνιον ἄνδρα , εἴσεσθαι μάλα δεινὰ
4691987 Ἡρακλεη
εἰς α . Ἡράκλεες Ἡράκλεις καὶ Ἥρακλες καὶ ἀττικῶς ὦ Ἡρακλέη : ἰστέον ὅτι τὸ μὲν Ἡράκλεες ὥσπερ τὸ ὦ
καὶ Ἡρακλῆα ποιητικῶς : ἰστέον ὅτι εὐλόγως ἐγένετο Ἡρακλέα καὶ Ἡρακλέη διχῶς , ἐπειδὴ τοῦ ε φωνῆεν προηγεῖται ἐν τῷ
4688128 κατελεξας
μέν , ὦ Μνήσιππε , γενναῖα τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων ἃ κατέλεξας . τὸ γὰρ δύο ὄντας οὕτω μέγα τόλμημα τολμῆσαι
. νῦν δ ' , ἐπεὶ ἤδη σήματ ' ἀριφραδέα κατέλεξας εὐνῆς ἡμετέρης , τὴν οὐ βροτὸς ἄλλος ὀπώπει ,
4687796 τετραπουν
δὴ δεῖν τότε εὐθὺς τὸ πεζὸν τῷ δίποδι πρὸς τὸ τετράπουν γένος διανεῖμαι , κατιδόντα δὲ τἀνθρώπινον ἔτι μόνῳ τῷ
, ἵνα μὴ βλάβης γένωνται πρόξενα . Λύκος ζῷόν ἐστι τετράπουν , ἄγριον καὶ πονηρόν . Τοῦ οὖν αἵματος αὐτοῦ
4687186 διατονῳ
διεζευγμένων ἢ ἀπὸ προσλαμβανομένου ἐπὶ ὑπάτην μέσων . ἐν δὲ διατόνῳ πρῶτον μέν ἐστι σχῆμα , οὗ πρῶτον τὸ ἡμιτόνιον
τὴν ἐπὶ τὸ ὀξὺ τοῦ πυκνοῦ ἐκμελῆ εἶναι . Ἐν διατόνῳ δὲ τόνου ἐφ ' ἑκάτερα ἡμιτόνιον οὐ μελῳδεῖται .
4686206 εὐχαρι
νῦν δέ καί μοι τὸ σφόδρα αὐτῶν ἐπιδέξιόν τε καὶ εὔχαρι οἰχήσεσθαι ἄγον ὑμᾶς δοκεῖ , ὥστε ἡμῶν δὴ τῶν
οἰκείαν λέξιν καὶ σύνθεσιν , ἔχουσαν τὸ Ἀττικόν , τὸ εὔχαρι , τὸ ἀπέριττον , τὸ ἀνενδεές . εἰ δέ
4683456 πολυμαθη
καὶ ἐν τοῖς πρὸς Πραξιφάνην , πάνυ ἐπαινῶν αὐτὸν ὡς πολυμαθῆ καὶ ἄριστον ποιητήν . γέγονε δὲ ὁ Ἄρατος ζηλωτὴς
Πυθία ἔνθους ὁ Σύρος , πολυμαθὴς ὁ Φοίνιξ , Φοίνικα πολυμαθῆ λέγουσα τὸν Πορφύριον , ἔνθουν δὲ Σύρον τὸν Ἰάμβλιχον
4682711 ἀρσεν
Ὑψιπύλη ἐν Νεμέᾳ : ὡρισμένου παρὰ τῶν Λημνιάδων πᾶν τὸ ἄρσεν ἀναιρεθῆναι γένος , ἐκ πασῶν Ὑψιπύλη τὸν πατέρα Θόαντα
, εἰ δὲ περισσοσυλλάβως τῇ κλητικῇ , τὸ ἄρσεν ὦ ἄρσεν , τὸ σῶφρον ὦ σῶφρον : οὕτως οὖν ἔσται
4677881 κρουνωμα
, τὴν δὲ γῆν τὸν Ἀιδωνέα , Νῆστιν δὲ καὶ κρούνωμα βρότειον οἱονεὶ τὸ σπέρμα καὶ τὸ ὕδωρ . Σωκράτης
ἠδ ' Ἀιδωνεύς Νῆστίς θ ' , ἣ δακρύοις τέγγει κρούνωμα βρότειον . ἐκ πέντε δὲ Ὄκκελος ὁ Λευκανὸς καὶ
4672269 τοιονδ
Ἰαόνων γῆν οἴχεται πέρσαι θέλων : ἀλλ ' οὔτι πω τοιόνδ ' ἐναργὲς εἰδόμην ὡς τῆς πάροιθεν εὐφρόνης : λέξω
πέτρας Πληγάδας ἐξέπλωμεν , ὀίομαι οὐκ ἔτ ' ὀπίσσω ἔσσεσθαι τοιόνδ ' ἕτερον φόβον , εἰ ἐτεόν γε φραδμοσύνῃ Φινῆος
4664979 ἀεισαι
ἀγόρευε Μενάλκας : μυκητᾶν ἐπίουρε βοῶν Δάφνι , λῇς μοι ἀεῖσαι ; φαμί τυ νικασεῖν , ὅσσον θέλω αὐτὸς ἀείδων
! ! ! ! ! ! ] ν ἀθήλεα πῆχυν ἀεῖσαι [ ! ! ! ! ! ! ! !
4657515 πτερωτου
συμβαίνει τοῖς διαιρουμένοις τὸ μὲν ἄπτερον τὸ δὲ πτερωτόν , πτερωτοῦ δὲ τὸ μὲν ἥμερον τὸ δ ' ἄγριον ,
ἂν ἀποδοθῇ οἰκείως , καὶ ἀντιστρέφει , οἷον τὸ πτερὸν πτερωτοῦ πτερὸν καὶ τὸ πτερωτὸν πτερῷ πτερωτόν . ἐνίοτε δὲ
4657011 ἐτηρησα
νεκρῶν ἄνωθεν καὶ οὐχὶ τῶν ζώντων γίνεται . ἐγὼ δὲ ἐτήρησα τοὺς μὲν νοσοῦντας ἐπὶ τούτῳ τῷ ὀνείρῳ πάντοτε ἀποθανόντας
πραγμάτων τοὺς πλησίον εἶναί φαμεν , ὅταν γε ἀγνοῶνται . ἐτήρησα δὲ καὶ τὸ τοιοῦτο . ὅσα μὲν αὐτίκα ἀποβησόμενα
4653353 ἐχινος
ποιηταὶ καλεῖν φιλοῦσιν αὐτήν : πονηρὸν δὲ καὶ ὁ χερσαῖος ἐχῖνός ἐστι . καὶ ὃ μὲν ἑαυτὸν συνειλήσας κεῖται ,
ἀναίμου τε ὄντος καὶ τόσον γόνον ᾠοτοκοῦντος , ὡς ὁ ἐχῖνός τε ᾠὰ πέντε γεννᾷ , ἓν δὲ τὸ ὄστρεον
4652328 ἀχωριστον
καὶ ἄλλαι δύο : ἄλλο καὶ ἀλλοῖον , χωριστὸν καὶ ἀχώριστον . πᾶσαι δὲ ἕξ εἰσι , καὶ τούτων αἱ
χωριστόν , οἷον τὸ λογικὸν εἶδος , καὶ τὸ πάντη ἀχώριστον , οἷον ἡ ποιότης : ἐν μέσῳ δὲ ἡ
4649947 ἐπλασεν
ἐπλάσατο καὶ ἐν τῇ τοῦ Ἔρωτος βάσει , ὃν αὐτὸς ἔπλασεν , ἐπέγραψε : Πραξιτέλης ὃν ἔπασχε διηκρίβωσεν Ἔρωτα ,
τῆς Πανδώρας , τὴν Ἀφροδίτην δὲ , ἐπεὶ γυναῖκα αὐτὴν ἔπλασεν : ἡ Ἀφροδίτη δὲ ἔφορος τῶν γυναικείων χαρίτων .
4641240 ἐπαισα
κτητικῇ , κἂν δύο κτήσεις ἐνοοῦντο ἐν τῷ ἐμαυτοῦ δοῦλον ἔπαισα μία δέ ἐστι : μετάξαντες γοῦν εἰς τὴν ἐγκεκλιμένην
καὶ τὴν αὐτός εὐθεῖαν ἐγκεῖσθαι , ὅθεν καὶ τὸ ἐμαυτὸς ἔπαισα πλάγιον μὲν νοεῖσθαι ἐν τῇ ἀρχούσῃ κατὰ σύνθεσιν ,
4639446 ἁτερον
τὸ νῦν , ἄλλο καὶ ἄλλο γινόμενον , ἀριθμῷ μὲν ἅτερον , εἴδει δὲ τωυτόν . διαφέρει γε μὰν τῶν
δόξα τιμὰ πλοῦτος . παραπλησίως δὲ καὶ τὸ δι ' ἅτερον αἱρετόν : τὸ μὲν γάρ τι αὐτῶ τὰ ποιητικὰ
4634810 κροκωτῳ
; τίς ἡ τάραξις τοῦ βίου ; τί βάρβιτος λαλεῖ κροκωτῷ ; τί δὲ δορὰ κεκρυφάλῳ ; τί λήκυθος καὶ
. Ἐπειδὴ γαλῆ κατὰ πρόνοιαν Ἀφροδίτης γυνὴ γενομένη ἐν χιτῶνι κροκωτῷ οὖσα ἐπέδραμε μυί . Μέμνηται ταύτης Στράττις . Γραῦς
4632682 ταὐτωι
: δεῖ γὰρ ἄνδρ ' εἰθισμένον ἀκόλαστον ἦθος γαστρὸς ἐν ταὐτῶι μένειν . ἐκ παντὸς ἄν τις πράγματος δισσῶν λόγων
τύραννος ἱζόμην τὰς τῶν πλανήτων ὁδοὺς ἐναντίας τοῖς λοιποῖς φερομένας ταὐτῶι πάλιν Ἀτρεῖ περιτιθείς . ὁ δὲ Ἄρατος τὴν μὲν
4630715 μιχθεν
ῥοδίνου δραχμὰς ιʹ , ὠῶν δ ' τὸ λευκὸν τούτοις μιχθὲν ὑπαλειπτέον . Ἄλλο πρὸς ὀφθαλμὸν φλεγμαίνοντα : λιβανωτοῦ ,
μέλιτος ἐγχρίων . καὶ σηπίας δ ' ὄστρακον καυθὲν καὶ μιχθὲν ἁλσὶν ἀνορύκτοις ἀποτήκει τὰ κατὰ τοὺς ὀφθαλμοὺς πτερύγια .

Back