ἄλλων ψυχὰς τουτὶ παρὰ τοῦ θεοῦ ἔλαβον : διὸ καὶ ἐμφαντικώτατα εἴρηται , ὅτι τὸν ἐν ἡμῖν πρὸς ἀλήθειαν ἄνθρωπον
ἐκάλεσας καὶ πατέρα καὶ ἄνδρα τῆς παρθενίας σου ” ; ἐμφαντικώτατα παριστὰς ὅτι ὁ θεὸς καὶ οἶκός ἐστιν , ἀσωμάτων
6736868 φωτιζεται
παρεμποδίζεσθαι ἐντεῦθεν φωτίζειν τὴν σελήνην : ἐκ τοῦ ἡλίου γὰρ φωτίζεται ἡ σελήνη . κατὰ συμβεβηκὸς δὲ ἐπίσταταί τις ,
λίαν τὸ αἴτημα . τί οὖν τὸ φῶς καὶ πῶς φωτίζεται τὰ ὁρώμενα ; λέγομεν οὖν ἐνέργειάν τινα ἐκπέμπεσθαι ἀσώματον
6589670 μακροχρονιον
καὶ ὠκύμορον λαβὼν ἀγαθόν , εὐχόμενος τοὐναντίον , πολυήμερον καὶ μακροχρόνιον καὶ ἀκήρατον καὶ ἀθάνατον , ὡς δυνηθῆναι καὶ σπέρματα
, ἐμμελετῶντος ἀεὶ τοῖς νόμοις , ἆθλον εἶναί φησι τὴν μακροχρόνιον ἡγεμονίαν , οὐχ ἵνα πολυετῆ ζωὴν αὐτῷ χαρίσηται μετὰ
6508298 μαχα
τῶν Ἀργείων πάθη . καὶ ἁ τῶν Κενταύρων καὶ Λαπιθᾶν μάχα τοῖς μὲν Λαπίθαις ἀγαθόν , τοῖς δὲ Κενταύροις κακόν
ὑπὸ τοῦ ἀλείπτου ἀνερρώσθη παραθήξαντος αὐτόν . τράπε δὲ Κυκνέα μάχα : ἐτράπη δὲ καὶ ὑπεχώρησεν ἐν τῇ πρὸς τὸν
6462412 εὐλογημενον
πάντας τοὺς αἰῶνας , καὶ τὸ ὄνομά σου ἅγιον καὶ εὐλογημένον εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας . . αἰῶνας : καὶ
ζῶντα καὶ ἐσθίει ἄρτον εὐλογημένον ⌈ ζωῆς καὶ πίνει ποτήριον εὐλογημένον ἀθανασίας καὶ χρίεται χρίσματι εὐλογημένῳ ⌉ ἀφθαρσίας , φιλῆσαι
6452599 μακροθυμια
ἐλέη σου τὰ ἀρχαῖα , κύριε ; ποῦ σου ἡ μακροθυμία ; καὶ εἶπεν ὁ θεός : ὡς ἐποίησα νύκτα
. ” ὁ λόγος δηλοῖ , ὡς πολὺ κρείττων ἡ μακροθυμία τῆς ἀλογίστου σπουδῆς καὶ ταχυτῆτος . κόραξ ἀετὸν ἐθεάσατο
6438326 Ὁρᾳς
βελτίους ποιοῦντα ἴθι εἰπὲ καὶ μήνυσον αὐτοῖς τίς ἐστιν . Ὁρᾷς , ὦ Μέλητε , ὅτι σιγᾷς καὶ οὐκ ἔχεις
; Δῆλον δή , ὦ Σώκρατες , ὅτι διπλασία . Ὁρᾷς , ὦ Μένων , ὡς ἐγὼ τοῦτον οὐδὲν διδάσκω
6415644 θειως
δικαιοσύνη πάντα νοερῶς περιέχει : ἡ δὲ ἐν τοῖς θεοῖς θείως . Ἡ μὲν οὖν δικαιοσύνη τὸ ἑκάστῳ ἐπιβάλλον ὁρίζει
” θέσπιν θεῖον : “ θέσπιν ἀοιδόν . ” θεσπιδαές θείως δαιόμενον , ὅπερ ἐστὶ καιόμενον . θεσπέσιον . ὁ
6392707 ἀπαμειβετο
ἰδοίατο νοστήσαντα . ” τὸν δ ' αὖτ ' Ἀλκίνοος ἀπαμείβετο φώνησέν τε : “ ὦ Ὀδυσεῦ , τὸ μὲν
υἷα Ἥρη ἀκηχεμένη . Ὃ δ ' ἄρ ' οὐκ ἀπαμείβετο μύθῳ : ἅζετο γὰρ παράκοιτιν ἑοῦ πατρὸς ἀκαμάτοιο ,
6377370 τελεωτατον
τούτου λαχεῖν : καίτοι τό γε πρῶτον καὶ μέγιστον καὶ τελεώτατον τῶν θείων ἔργων ἐστὶν οὗτος . μήποτ ' οὖν
, μηδενὸς ἑτέρου ποτὲ ἔτι προσδεῖσθαι , τὸ δὲ ἱκανὸν τελεώτατον ἔχειν . οὐχ οὕτως ; Οὕτω μὲν οὖν .
6359609 πολυσχηματιστον
ἐὰν δὲ καὶ διήγημα ᾖ κατασκευαστικόν , τὴν λέξιν δεῖ πολυσχημάτιστον εἶναι παρενθήκαις , παραζητήσεσιν , ἀναδρομαῖς . παράδειγμα τούτου
χοριαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον ἐκ χοριάμβου καὶ ἀντισπάστου . Τὸ δʹ πολυσχημάτιστον τρίμετρον ἀκατάληκτον ἐκ χοριάμβου καὶ ἀντισπάστου καὶ ἰαμβικῆς συζυγίας
6351690 τυραννοκτονησας
ὁριστικῆς προφορᾶς , καὶ μάλιστα ἐπὶ παρῳχημένου χρόνου , ὁ τυραννοκτονήσας τετίμηταιΔεδείξεται . δὲ ὡς καὶ πλήθους ἔσθ ' ὅτε
μέλλοντος ἀοριστωδῶς νοεῖται καθ ' ἣν προεκτεθείμεθα τήρησιν , ὁ τυραννοκτονήσας τιμηθήσεται , πάνυ εὐλόγως , εἴγε τὰ γινόμενα καὶ
6347825 Μονον
κυμβαλίζοντες , ἢ τὰς χεῖρας εὐρύθμως κροτοῦντες , συνάγουσι . Μόνον δὲ τοῦτο τὸ ζῶον ἐπιζητεῖ ἡγεμόνα τὸν ἐπιμελησόμενον τῶν
δέ τινος , τίς αὐτῷ ὅρος εὐδαιμονίας εἶναι δοκεῖ , Μόνον εὐδαίμονα , ἔφη , τὸν ἐλεύθερον : ἐκείνου δὲ
6340976 ὁδιον
εἰμι εἰπεῖν τὸ συμβὰν αὐτοῖς σημεῖον ἐξιοῦσι . τὸ δὲ ὅδιον ἀντὶ τοῦ ἐνδοξότατον . ὅδιον ] τὸ ἐν τῆι
σημεῖον ἐξιοῦσι . τὸ δὲ ὅδιον ἀντὶ τοῦ ἐνδοξότατον . ὅδιον ] τὸ ἐν τῆι ὁδῶι ὀφθέν . ἔτι γὰρ
6334819 Σωτηρια
, ἐκ τούτων ὅτι τε εἰσὶ καταλαμβάνω καὶ αἰδοῦμαι . Σωτηρία βίου ἕκαστον δι ' ὅλου αὐτὸ τί ἐστιν ὁρᾶν
πολιτείας . Πολεμικὴ ἐμπειρία πολέμου . Συμμαχία κοινωνία πολέμου . Σωτηρία περιποίησις ἀβλαβής . Τύραννος ἄρχων πόλεως κατὰ τὴν ἑαυτοῦ
6333133 ἀρραγης
' ἐστὶ σύμβολον εὐτονίας , ἀφθαρσίας , αὐγοειδεστάτου φέγγους : ἀρραγής τε γὰρ ἡ ὀθόνη καὶ ἐξ οὐδενὸς τῶν ἀποθνῃσκόντων
τρόποι φρουροῦσι τὰς πόλεις , εὐμένειά τε θεοῦ καὶ περίβολος ἀρραγής : ὧν τὸ μὲν παρὰ σοῦ γέγονε , τὸ
6330715 φρονασις
ταὶ δὲ σύνθετοι ἐκ τούτων . ἁγεμονικαὶ μὲν οἷον ἁ φρόνασις : ἑπητικαὶ δὲ οἷον ἀνδρεία καὶ σωφροσύνα , σύνθετοι
δὲ ψυχᾶς νόος , τᾶς δὲ περὶ τὸν βίον εὐδαιμοσύνας φρόνασις : οὐθὲν γὰρ ἅτερόν ἐστι φρόνασις , εἰ μὴ
6320968 κρουνωμα
, τὴν δὲ γῆν τὸν Ἀιδωνέα , Νῆστιν δὲ καὶ κρούνωμα βρότειον οἱονεὶ τὸ σπέρμα καὶ τὸ ὕδωρ . Σωκράτης
ἠδ ' Ἀιδωνεύς Νῆστίς θ ' , ἣ δακρύοις τέγγει κρούνωμα βρότειον . ἐκ πέντε δὲ Ὄκκελος ὁ Λευκανὸς καὶ
6310702 περιτραχηλιος
ἀμνοφόρως : γράφεται καὶ μαννοφόρους . μάννος δέ ἐστιν ὁ περιτραχήλιος κόσμος : μανιάκια ἐχούσας , τουτέστι χρυσᾶ περιτραχήλια .
Ἀττικοὶ τὰ παρὰ τοῖς Ἕλλησι ψέλια . ὅρμος Ἀττικοί , περιτραχήλιος Ἕλληνες . ὀπήν Ἀττικοί , τρύπημα Ἕλληνες . ὄχλον
6305697 Ἀναγκη
πλευρίτιδές τε πολλαὶ , αἵ τε ὀξεῖαι νομιζόμεναι νοῦσοι . Ἀνάγκη δὲ ὧδε ἔχειν , ὁκόταν κοιλίαι σκληραὶ ἔωσιν :
αὐτὸ εὐθὺς γίγνεσθαι καὶ ὑπεξιέναι καὶ μηκέτι οὕτως ἔχειν ; Ἀνάγκη . Πῶς οὖν ἂν εἴη τὶ ἐκεῖνο ὃ μηδέποτε
6304639 σκοπουμαι
, φυλάσσου μή τις ἐν στίβωι βροτῶν . ὁρῶ , σκοποῦμαι δ ' ὄμμα πανταχῆι στρέφων . Πυλάδη , δοκεῖ
ν ? τέρψιν [ νῦν ? [ ! ] ! σκοποῦμαι ? χώ ! [ ὡς ἄσμενός ς ' ἐσεῖδον
6298450 κωνοειδης
Μάλιστα δ ' ἂν καὶ ἀπὸ τούτων ἐπιδειχθήσεται , ὅτι κωνοειδής ἐστιν ἡ τῆς γῆς σκιά . Εἰ γὰρ ἦν
ὁ κόσμος ὑποκείσθω σφαιροειδής : εἴτε γὰρ ἦν κυλινδροειδὴς ἢ κωνοειδής , οἱ ἐπὶ τῶν λοξῶν κύκλων καὶ τεμνόντων τὸν
6280479 συναλιφῃ
λαμπάς , νείφω νιφάς . . , : δεῖν : συναλιφῇ τοῦ δέον δεῖν , ὡς πλέον πλεῖν . .
, ὄνομα ῥηματικὸν τρεερός , ὡς τήκω τακερός , καὶ συναλιφῇ τῶν δύο εε εἰς η τρηρός , μετὰ τοῦ
6279310 ὑφειμενον
πρῶτον μὲν ἀόριστον τὸν παντελῶς ἀορισταίνοντα , δεύτερον δὲ τὸν ὑφειμένον : οὕτως ἔχει καὶ ἐπὶ τῶν μελλόντων , καὶ
ἐχρῆν , ταπεινὸν δὲ οὐδέν , οὔτε ἐπτηχός , οὔτε ὑφειμένον , ἀλλ ' ἐλεύθερόν τι καὶ ἄξιον φιλοσοφίας ;
6278636 εὐμαθες
χρὴ τὸ ἐκβησόμενον ἐκ τῆς ἐμπειρίης : ἔνδοξον γὰρ καὶ εὐμαθές . Ἐν δὲ τῇ εἰσόδῳ μεμνῆσθαι καὶ καθέδρης ,
εὐκόλως καταλαμβανόμενος . ὡς ἐνταῦθα καὶ παρὰ Σοφοκλεῖ : ὡς εὐμαθές μοι , κἂν ἄγνωστος ᾖς ὅμως , φώνημ '
6277384 ἐκφαινον
τὸ ἔργον ἐκ τέχνης μιᾶς πίστωσιν [ εἰς ] ἔργων ἐκφαῖνον κλέος θαυμαστικῶς ὡς ἐκστὰς οὐκ ἂν θαυμάσῃ καὶ τὴν
μακάριε . ἐντεῦθεν τὸ τρίτον τοῦ διαλόγου κεφάλαιον , τὸ ἐκφαῖνον τὴν οὐσίαν ἡμῶν καθ ' ἣν ὑφεστήκαμεν . παίζεις
6258882 καλλιστως
Ὅμηρος . * τοῦτο δ ' ἐν μὲν Ὁμήρῳ * καλλίστως ἀλληγορούμενον πέφυκε , νῦν δὲ παιδιῶδες κεῖται καὶ μυθικὸν
ὢν σοφίας ἐμπλησθεὶς καὶ πάλαι μὲν Σωκράταν ἔπειθες καὶ τὼς καλλίστως τῶν νέων καὶ εὐγενεστάτως παρὰ σὲ καθέζεσθαι , οἷον
6258210 Σον
εἶναί φημι : Πρὸς βραχὺ δὲ πίπτουσα αὖθις ἀνίσταται . Σὸν φίλον εἰ θέλεις δοκιμάσαι , ἢ μέθυσον ἢ ὕβρισον
βωμόν : ὁ δ ' ὡς ματέρι παῖς ἕπεται . Σὸν τόδε , Δάματερ , σὸν τὸ σθένος : ἵλαος
6242641 ὠπτημενον
' ἀνὴρ οὐδὲν ποιῶν . ἴσως πυρορραγὲς κακῶς τ ' ὠπτημένον . ἔδει παρέχειν ὅ τι τις εὔξαιτ ' ἐμβραχύ
, ” ὦ μάταιοι : οὐ γὰρ ἡδὺ τὸ θέαμα ὠπτημένον γέροντα ὁρᾶν κνίσης ἀναπιμπλαμένους πονηρᾶς . ἢ περιμένετε ἔστ
6241657 ἀκαταπονητον
μετοχήν . ἐπ ' ἄτρυτον : τὸν ἄτρυτον καὶ τὸν ἀκαταπόνητον : ἐκ δὲ τούτου τὸν ὑπερβεβλημένον ὡς δεινὸν ἐμφαίνει
ἀκατάβλητον ] τὸν μὴ καταβάλλοντά τι ἤτοι διδόντα , τὸν ἀκαταπόνητον . , τὸν ἀκαταγώνιστον , τὸν ἰσχυρόν . ἔξαρνος
6238906 παραφρονεις
πρᾶγμα ; θερμούς , ὦ τέκνον . ἀλλ ' ἦ παραφρονεῖς ; κριβανίτας , ὦ τέκνον , λευκοὺς δὲ πάνυ
ἔλαχε κληρουμένη , μὴ ' γώ ς ' ἀφήσω . παραφρονεῖς , ὦ γρᾴδιον . ληρεῖς : ἐγὼ δ '
6236200 σκιμποδα
ὅτι σκιμπάζειν ἐλέγετο παρὰ τοῖς παλαιοῖς τὸ χωλαίνειν . . σκίμποδα ] τὸ ὑποπόδιον . ἰδοὺ ] ἀρτίως : ἐπίρρημα
, ᾧ ἐνεκάθευδον οἱ περὶ τὸν Ἀπολλώνιον , καὶ τὸν σκίμποδα ἐπιψηλαφήσας προσεῖπέ τε τὸν ἄνδρα , καὶ ἤρετο αὐτόν
6234772 ἀλιβας
. ἔνθεν καὶ διερὸς βροτὸς , ὁ ζῶν . καὶ ἀλίβας ὁ νεκρὸς εἴρηται . Ἀσπασίως , σπῶ ἐστὶ τὸ
παράγραφος . 〛 καὶ πελεκᾶντι : Μήποτε πελέκας προενεκτέον ὡς ἀλίβας . ὁ δὲ πελεκῖνος τῷ πελεκᾶντι προσέρριπται . πελεκὰν
6228233 στιλβω
Ὁμήρῳ . παρὰ τὸ μάρπτω ἐσχημάτισται : μαρπνὸς , ὡς στίλβω στιλπνὸς , τροπῇ τοῦ α εἰς η , καὶ
καπύσω . καπνὸς οὖν ὁ ἀποπνέων τὸ πῦρ , ὡς στίλβω στιλπνός . ἔνθεν πολλάκις φησὶ πυρὸς ἀτμὸν τὸν καπνόν
6226781 ἀτυφον
Λακωνισμὸς ἡ πρὸς τοὺς Λάκωνας . , . . † ἄτυφον : ἐν Φαίδρῳ τὸ ἀβλαβές , ἐπὶ τὸ τῦφον
, ἔτι δὲ ὀλιγοδεΐαν , ἀφέλειαν , εὐκολίαν , τὸ ἄτυφον , τὸ νόμιμον , τὸ εὐσταθές , καὶ ὅσα
6221574 Ἁνθρωπος
. Ἀμέλει , ποήσεις τοῦτο : ταχὺ γὰρ ἔρχομαι . Ἅνθρωπος ἐπιτρίψει με διὰ τὰ στρώματα . Ἔπαιρε σαυτόν .
αὐτήν , ἀλλ ' ὁ τῆσδ ' ἔρως φανείς . Ἅνθρωπος , ὦ δέσποιν ' , ἀποστήτω . Τὸ γὰρ
6218415 ἐσς
μάλα γάρ ς ' ὁρόω καλόν τε μέγαν τε ἄλκιμος ἔσς ' , ἵνα τίς σε καὶ ὀψιγόνων εὖ εἴπῃ
κλέψε μάκηρα Ῥεία μεγάλαν ] τ ' [ ἀθανάτων ] ἔσς ] ἕλε τιμάν : τάδ ' ἔμελψεμ : μάκαρας
6216983 ἐπιζητω
' ἐγὼ τὰ χαμόθεν οὐκ ἀγαπῶ , ἀλλὰ τὸν ἄνωθεν ἐπιζητῶ χαρακτῆρα , κἀκεῖθεν ἐσπούδακα ἥκουσαν δειχθῆναι τὴν ψῆφον .
θνητὴν φύσιν χωρῆσαι | δυνατὸν ἦν ; ὃ γὰρ λοιπὸν ἐπιζητῶ μαθεῖν τε καὶ κτήσασθαι , τοῦτ ' ἐστίν ,
6214903 παλινδρομος
καὶ διαρκῆ ἔχω τὰ ἄλφιτα παρὰ τῆς δικέλλης . ὥστε παλίνδρομος ἄπιθι , ὦ Ἑρμῆ , τὸν Πλοῦτον ἀπαγαγὼν τῷ
κατά . Δαισάμενος : φαγών . παλίνορσος : ὀπισθόρμητος . παλίνδρομος : ὀπισθόδρομος . ἀνέδραμεν : ἀνεχώρησεν . Κυρτεύς :
6212011 ἀδικε
σύ : τῷ δικαίῳ φησίν . σύ τε ] ὦ ἄδικε . τῷ ἀδίκῳ . φοιτᾷ : ἀντὶ τοῦ ”
πρὸς τὸν ἄδικον λόγον : ἤγουν πρὸς τάδε , ὦ ἄδικε λόγε , ὁ κομψοπρεπῆ μοῦσαν ἔχων , δεῖ σε
6210804 ἐπλανησε
περὶ τοῦ ὀφθαλμοῦ ἔγραψε . φησὶ δὲ ὁ Φιλόξενος ὅτι ἐπλάνησε τὸν Ἡσίοδον τὸ τὸν ἕνα ὀφθαλμὸν τυφλωθέντα μηκέτι ὁρᾶν
γὰρ ἀνάψας καὶ λαμπάδας ποιήσας περὶ τὰ Κοῖλα τῆς Εὐβοίας ἐπλάνησε τοὺς Ἕλληνας καὶ διέφθειρεν αὐτοὺς καὶ τὰς ναῦς αὐτῶν
6206462 ὑποκινειται
ἀκλινεῖς , ἀλλὰ τρόμος αὐτοῖς ἔνεστι καὶ ἅμα τὸ βλέμμα ὑποκινεῖται , οὗτοι ἀνδρόγυνοι ὄντες ἄνδρες εἶναι βιάζονται . Ὀφθαλμοὶ
ἀλλὰ τρόμος αὐτοῖς ἔνεστι καὶ ὄμμα ἅμα καὶ τὸ βλέμμα ὑποκινεῖται , οὗτοι ἀνδρόγυνοι ὄντες ἄνδρες εἶναι βιάζονται . Ὀφθαλμοὶ
6203902 Ἑρμογενες
. ἐκ τούτου εἶπέ τις : Σὸν ἔργον , ὦ Ἑρμόγενες , λέγειν τε τοὺς φίλους οἵτινές εἰσι καὶ ἐπιδεικνύναι
' ἄλλου ὁτουοῦν . Ἴσως μέντοι τὶ λέγεις , ὦ Ἑρμόγενες : σκεψώμεθα δέ . ὃ ἂν φῂς καλῇ τις
6202372 Νικᾳ
Νὺξ μὲν ἀναπαύει , ἡμέρα δ ' ἔργον ποιεῖ . Νικᾷ παλαιὰς χάριτας ἡ νέα χάρις . Νόμιζε πάντα κοινὰ
βροτοῖσι περίοδον τ ' ἔχει Χρόνος διοικῶν ἀστέρων γνωρίσματα . Νικᾷ δὲ τούτων οὐθεὶς ἕτερον , ἀλλ ' ἀεί Ἥκει
6201541 Ἐρωτω
ἐρώτα ὁποῖον μόριον τῆς κολακείας φημὶ εἶναι τὴν ῥητορικήν . Ἐρωτῶ δή , καὶ ἀπόκριναι ὁποῖον μόριον . Ἆρ '
νῦν με , ὀψοποιία ἥτις μοι δοκεῖ τέχνη εἶναι . Ἐρωτῶ δή , τίς τέχνη ὀψοποιία ; Οὐδεμία , ὦ
6201491 ἠλεος
, εὐξάμενός τι ἔπος ἐρέω : οἶνος γὰρ ἀνώγει , ἠλεός , ὅς τ ' ἐφέηκε πολύφρονά περ μάλ '
, ὅταν συμμέτρως καὶ κεκραμένως πίνηται . οἶνος γὰρ ἀνώγει ἠλεός , ὅς τ ' ἐφέηκε πολύφρονά περ μάλ '
6200125 νησαιος
ὡς Σίφνιος . ἀλλὰ καὶ Πεφναῖος , ὡς τοῦ νῆσος νησαῖος , καὶ Πεφναία τὸ θηλυκόν . Πηγαί , παροικία
] ἐν [ δικτύωι ἕλκει ] γέρων ? ? ? νησαῖος ; ὡς ? ? [ ἀμήχανον × – ˘
6199387 λεγετον
. Ἔστι δὲ περὶ ὅτου Ὅμηρός τε καὶ Ἡσίοδος ταὐτὰ λέγετον ; Οἶμαι ἔγωγε καὶ πολλά . Πότερον οὖν περὶ
οὖν ; ὅσα τε ὁμοίως καὶ ὅσα διαφόρως περὶ μαντικῆς λέγετον τὼ ποιητὰ τούτω , πότερον σὺ κάλλιον ἂν ἐξη
6191087 εἰκασθηναι
αὕτη τοῖς ἄλλοις γίγνεσθαι τῶν εἰδῶν οὐκ ἄλλη τις ἢ εἰκασθῆναι αὐτοῖς . Εἰ οὖν τι , ἔφη , ἔοικεν
ἕκαστος προσετάχθη , καὶ ἐς τοὺς ἄλλους Ἕλληνας ἐπίδειξιν μᾶλλον εἰκασθῆναι τῆς δυνάμεως καὶ ἐξουσίας ἢ ἐπὶ πολεμίους παρασκευήν .
6182874 Ἀϊδωνευς
διὰ τὸν ἀναχωματισμόν . Ἀϊδωνεὺς δ ' ἀναπομπὸς : ὁ Ἀϊδωνεὺς δὲ ὁ ἀναπομπὸς τῶν νεκρῶν ἀνίει καὶ ἀναπέμψει καὶ
ἠὲ καὶ φεῦ : εἶτα διὰ μέσου ἐρεῖς τὸ ὁ Ἀϊδωνεὺς δέ , ὁ Ἀϊδωνεὺς εἴην ἂν ἀναπομπός , ἀντὶ
6180648 Ἁπαν
τοῦ κακοῦ προσέπτατο ; δήλωσον ἡμῖν τοῖς ξυναλγοῦσιν τύχας . Ἅπαν μαθήσῃ τοὔργον , ὡς κοινωνὸς ὤν . Κεῖνος γὰρ
γε φύσις καὶ τὸ τῶν ἠθῶν γενναῖον φιλοσοφίᾳ πρέποντα . Ἅπαν ἡμῶν τὸ γένος διὰ σοῦ καὶ κτᾶταί τι χρηστὸν
6179960 Δινδυμηνη
. καὶ τὴν θεὸν Δινδυμήνην . ὅτι καὶ Δινδυμηνός καὶ Δινδυμηνή καὶ Δινδύμιος καὶ Δινδυμία . ἐκ τόπου Δινδυμόθεν .
ὑπερκείμενον τῆς πόλεως τὸ Δίνδυμον , ἀφ ' οὗ ἡ Δινδυμηνή , καθάπερ ἀπὸ τῶν Κυβέλων ἡ Κυβέλη . πλησίον
6176476 ἐξαπλων
ἔθνει τις τοῦτο καὶ ἐν πόλεσι κατορθώσειεν , ἐπὶ πλεῖον ἐξαπλῶν τὴν μετάδοσιν τοῦ ἀγαθοῦ . μεταβαίνει δὲ νῦν ἐπὶ
σαφηνίζων . ἐξυπτιάζων ] ἐξαπλῶν καὶ διαιρῶν . ἐξυπτιάζων ] ἐξαπλῶν , ἐξευτελίζων . ἐξυπτιάζων ] διαλύων , ἀναπτύσσων .
6172052 ὑπισχομαι
οὔκω ἥνδανεν . ἔστι δὲ οὐκ ἀτρεκηίη πρηγμάτων οὐδ ' ὑπίσχομαι τἀληθὲς εἰδέναι : ἅσσα δ ' ἂν ἐπιλέγῃ θεολογέων
, βρωτῆρας αἰχμὰς σπερμάτων ἀνημέρους . ἐγὼ γὰρ ὑμῖν πανδίκως ὑπίσχομαι ἕδρας τε καὶ κευθμῶνας ἐνδίκου χθονὸς λιπαροθρόνοισιν ἡμένας ἐπ
6171831 διζημαι
τῆς στρατιῆς τῆς ἐμῆς ἀντάξιός ἐστι , σὲ δέ γε δίζημαι εἴκοσι εἶναι ἀντάξιον : καὶ οὕτω μὲν ὀρθοῖτ '
ἀνθρώπων φιλότητα πολλῶν ἡμιόνων τε καὶ ἵππων πρόσθεν ἑλοίμαν . δίζημαι δ ' ὅτινι θνατῶν κεχαρισμένος ἔλθω σὺν Μοίσαις :
6169842 Θεμιστειον
: ἐνταῦθα δὲ ὁ λόγος τὸ δεύτερον ἀπαιτεῖ . . Θεμιστεῖον ] τοῦτο ἡ μὲν ἀναλογία προπαροξύνει , ἡ συνήθεια
ἡ . . . . ἀφικνοῦμαι , τὸ ἔρχομαι . Θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει ] * Θεμιστεῖον σκᾶπτον : συνεκδοχικῶς τοῦτο
6169088 εἰρωνικον
αὐτοὺς ἔχῃς διὰ τὴν δωροδοκίαν . Θ . . . εἰρωνικὸν τοῦτο . Θ . . . φίλως : Προσφιλῶς
. Οὐκοῦν τὸν μὲν ἁπλοῦν μιμητήν τινα , τὸν δὲ εἰρωνικὸν μιμητὴν θήσομεν ; Εἰκὸς γοῦν . Τούτου δ '
6165874 ἐπιλεγε
δὲ οὔ . καὶ τοῦτο ἐφ ' ἑκάστου τῶν ἐμπιπτόντων ἐπίλεγε : εὑρήσεις γὰρ αὐτὸ ἄλλου τινὸς ἐμπόδιον , σὸν
ὅπου βούλει , ὕψωσον τὴν σεαυτοῦ φωνὴν πράως , καὶ ἐπίλεγε οὕτως : Καὶ ὑμεῖς , ὄρνεα καθαρὰ τοῦ θεοῦ
6165422 οὐτιδανοισιν
μιν ἐξείρυσσε πάρος δόλον ἐν φρεσὶ θέσθαι , πρὶν φόβον οὐτιδανοῖσιν ἐνιπλῆξαι μελανούροις . τοίην χειμερίην πανεπίκλοπον ἤνυσεν ἄγρην .
μετὰ ἠθικῆς ἐρωτήσεως , οἷον καὶ τὸ Ὁμηρικὸν “ ἐπεὶ οὐτιδανοῖσιν ἀνάσσεις : ἦ γὰρ ἂν Ἀτρεΐδη νῦν ὕστατα λωβήσαιο
6164861 Σαρα
, ὡς ἐπιδείξομεν . ” εἶπε ” γάρ φησι „ Σάρα πρὸς Ἀβραάμ : ἰδοὺ συνέκλεισέ με κύριος τοῦ μὴ
τῶν θνητῶν αἱ βελτιώσεις γίνονται πρὸς τὰ ἄφθαρτα . ” Σάρα δὲ ἡ γυνὴ Ἀβραὰμ οὐκ ἔτικτεν αὐτῷ . ἦν
6163811 ἀχρωματον
ἀσχημάτιστον , ἀνενδεές , ἀνελλιπές , ἀσώματον , ἀόρατον , ἀχρώματον , ἀεικίνητον , αὐτοκίνητον , ἀείζωον , αὔταρκες αὑτῷ
νοητὸν καὶ νῷ μόνῳ ληπτὸν , οὐδὲ τὸ ἀσχημάτιστον καὶ ἀχρώματον οὐδὲ τὸ ἀσώματον καὶ ἀναφές . ληʹ Ἐπεὶ ἐμέ
6160036 προνοει
ἀνδράσι κείμενον , κλήρῳ γὰρ ξυγχωροῦσι τὴν αἵρεσιν , ὃς προνοεῖ οὐδέν , καὶ γὰρ ἂν καὶ τῶν φαυλοτέρων τις
ὧν καλὸν ἐπιστήμην ἔχειν : πέμπτον δ ' ὅτι καὶ προνοεῖ τοῦ κόσμου ὁ θεός : ἐπιμελεῖσθαι γὰρ ἀεὶ τὸ
6154004 Ἀδυνατον
τίς τέχνη ὑπόδημα βέλτιον ποιεῖ , μὴ εἰδότες ὑπόδημα ; Ἀδύνατον . Οὐδέ γε τίς τέχνη δακτυλίους βελτίους ποιεῖ ,
γνωστόν τε καὶ δοξαστὸν τὸ αὐτό ; ἢ ἀδύνατον ; Ἀδύνατον , ἔφη , ἐκ τῶν ὡμολογημένων : εἴπερ ἐπ
6151255 νοοι
Δία οὐκ ἔγωγε . Τί οὖν ἄρτι ἤρου ὅτι μοι νοοῖ τὸ ῥῆμα ; Τί ἄλλο γε , ἦν δ
. ὡς δὲ ἤρετο Ἀλέξανδρος δι ' ἑρμηνέων ὅ τι νοοῖ αὐτοῖς τὸ ἔργον , τοὺς δὲ ὑποκρίνασθαι ὧδε :
6149210 ἐπλασεν
ἐπλάσατο καὶ ἐν τῇ τοῦ Ἔρωτος βάσει , ὃν αὐτὸς ἔπλασεν , ἐπέγραψε : Πραξιτέλης ὃν ἔπασχε διηκρίβωσεν Ἔρωτα ,
τῆς Πανδώρας , τὴν Ἀφροδίτην δὲ , ἐπεὶ γυναῖκα αὐτὴν ἔπλασεν : ἡ Ἀφροδίτη δὲ ἔφορος τῶν γυναικείων χαρίτων .
6143306 ἐμβαλοις
. καὶ μέντοι καὶ ἐς πηγὴν ὑπανατέλλουσαν εἰ τὸν αὐτὸν ἐμβάλοις ἰχθύν , ἕξεις ἢ πεπληρωμένην αὐτὴν ἢ κενὸν τὸν
ἐμβάλῃς ] ἐμβάλοις . ἐμβάλῃς ] ἐπιθήσῃς , ἐπιθῇς . ἐμβάλοις ] καταβάλοις . δᾷδ ' ] λαμπάδα . ἐνεγκάτω
6143185 Κυνθος
Νικάνωρ φησί . : Δῆλος . . . ἐκαλεῖτο δὲ Κύνθος ἀπὸ Κύνθου τοῦ Ὠκεανοῦ . . . καὶ Ἀστερία
καθ ' Ἡρακλέα . οἱ οἰκοῦντες Κύνητες καὶ Κυνήσιοι . Κύνθος , [ ὄρος Δήλου , ] παρ ' Ἀντιμάχῳ
6134760 δορξ
ὀξυδερκές . . . . . δόρξ , , : δόρξ : . . . παρὰ τὸ δέρκω δέρξω δὲρξ
λέξ : πρόξ : κρόξ : φλόξ : ξόρξ : δόρξ . Εἰς ηξ μονοσύλλαβον διὰ τοῦ η γραφόμενα τρία
6130375 Κρατος
θέαμα ὀδυνηρὸν καὶ ὀφθαλμοῖς οὐκ ἀνεκτὸν μεθεῖναι . τὸ δὲ Κράτος φησὶν , ὁρῶ τοῦτον τὸν Προμηθέα ἀπολαύοντα ὧν ἐστιν
τῆς Νίκης , νοουμένου τοῦ νείκους . ἐγέννησε δὲ τὸ Κράτος καὶ τὴν Βίαν , ὧν χωρὶς οὐδὲν ἱδρύεται .
6130188 γνωθ
φίλαι π ! [ ἀλακάταν ? ἐσορει ? ? [ γνωθ ' ὅτι τοικ [ αμφικσε ! ! ? !
φίλαι π ! [ ἀλακάταν ? ἐσορει ? ? [ γνωθ ' ὅτι τοικ [ αμφικσε ! ! ? !
6129313 ἱερωτατον
χέρσος θαλαττωθεῖσα μυριοφόροις ναυσὶν ἐμπλεῖται . ἦ τὴν περὶ τὸν ἱερώτατον Σικελικὸν πορθμὸν ᾀδομένην ἱστορίαν ἀγνοεῖτε ; τὸ μὲν παλαιὸν
' εἶναι ” τὸν δεδομένον δίδωμι ” , κατὰ τὸ ἱερώτατον Μωυσέως γράμμα τοῦτο : „ τὰ δῶρά μου ,
6128567 ἀψευδες
ἴδιόν τι πάντως ἑαυτοῦ δίδωσιν : εἰ δὲ τοῦτ ' ἀψευδές ἐστι , γένοιτ ' ἂν Ἰσαὰκ οὐχ ὁ ἄνθρωπος
. οὐδὲν ἐν σώματι ἀληθές , ἐν ἀσωμάτῳ τὸ πᾶν ἀψευδές . πᾶν τὸ γενόμενον μεταβλητόν , οὐ πᾶν τὸ
6128067 σαωσεις
, ἐν στήθεσσιν ἑοῖσι : σὺ δὲ φράσαι εἴ με σαώσεις . Τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς
ἐν στήθεσσιν ἑοῖσι . σὺ δὲ φράσαι , εἴ με σαώσεις . καὶ ἤδη ἔδειξεν , ὅτι Ἀγαμέμνων τούτων ἁπάντων
6127002 τιθεμεθα
ἐλθόντες δ ' ἐπὶ τὸ μυροπώλιον τὸ μὲν γραμματεῖον ? τιθέμεθα παρὰ Λυσικλεῖ Λευκονοεῖ : τὰς δὲ τετταράκοντα μνᾶς ἐγὼ
ἐν ἡμῖν λέγοντες τὸ ἐν ἡμῖν ἄριστον εἶναι χωριστὸν ὅμως τιθέμεθα αὐτὸ εἶναιμόνον ἐκεῖ ἔστω , οὗ ἡ ψυχὴ ἡ
6124453 Νηστιν
τούτων συγκαθαιρεῖται ἡ δύναμις καὶ οὐκ εἰς μακρὰν ὀλεθριῶσιν . Νῆστιν μὲν γὰρ ἡλκῶσθαι νομίζομεν , ἢν τὸ αἷμα τὸ
, ἀλλὰ ὑπὸ ἡλίου καὶ σελήνης καὶ ἄστρων καταλάμπεται , Νῆστιν δὲ καὶ κρούνωμα βρότειον τὸ σπέρμα καὶ τὸ ὕδωρ
6121978 γεννητικον
φυσικῆς γενέσεως , τὸ δὲ πῦρ , ὡς εἴρηται , γεννητικὸν μὲν αὑτοῦ , φθαρτικὸν δὲ ὡς ἐπὶ πᾶν τῶν
αὐτό φασι καταφέρεσθαι οἱ περὶ τὸν Σφαῖρον , πάντων γοῦν γεννητικὸν εἶναι τῶν τοῦ σώματος μερῶν . τὸ δὲ τῆς
6120282 Θεμι
† οἱ προστιθέντες ἐνταῦθα τὸ Θέμι καὶ λέγοντες ὦ πάντων Θέμι , οὐ καλῶς προστιθέασι : διὸ περισσὸν ὂν ἐξεβλήθη
. μὴ λίαν τάκου δυρομένα σὸν εὐνέταν . ὦ μεγάλα Θέμι καὶ πότνι ' Ἄρτεμι , λεύσσεθ ' ἃ πάσχω
6117709 Ὁπλον
τροφός . Ξένον προτίμα , καὶ φίλον κτήσῃ καλόν . Ὅπλον μέγιστον ἐν βροτοῖς τὰ χρήματα . Ὁ χρόνος ἐπιμελὴς
. Οὐκ ἔστιν , ὅστις τὴν τύχην οὐ μέμφεται . Ὅπλον μέγιστον ἐν βροτοῖς τὰ χρήματα . Ὁ χρόνος ἐπιμελὴς
6117656 ἀλαμπες
γὰρ εἴδωλον ἄφθογγον [ ἢ ἀστραπῆς ] ἢ κεραυνοῦ εἴκασμα ἀλαμπὲς ἐκ τῶν τῇδε ἐπιγείων μεταλλευμάτων ποῖον ἄν τι καὶ
σημαίνοντος τὸ λέγω . . . . ἀμαυρόν : τὸ ἀλαμπὲς μαρῶ , καὶ πλεονασμῷ τοῦ υ μαυρῶ καὶ ἐξ
6117166 τηνο
πόλεως πρὸς τῷ Ῥίῳ τῷ Ἀχαϊκῷ . αἰπύ τε σᾶμα τῆνο Λυκαονίδαο : . . . ὃ Αἰπύτου τάφον καλοῦσι
τῶ πρόσθ ' ἐόντος ἀποταμεῖν , ἔτι χ ' ὑπάρχοι τῆνο τὸ μέτρον ; Β . Οὐ γάρ . Α
6113647 καθυπερτερον
: οὐδέ τίς ἐστιν , ὃς φεύγει τὴν σὴν ὄψιν καθυπέρτερον οὖσαν , ἡνίκα τὸν γλυκὺν ὕπνον ἀπὸ βλεφάρων ἀποσείσηις
καὶ λύθροιο θεορρύτου ἐκγενόμεσθα Τιτήνων : οὐ γάρ τι πέλει καθυπέρτερον ἀνδρῶν νόσφι θεῶν : μούνοισι δ ' ὑπείξομεν ἀθανάτοισιν
6113331 φασκ
. δῶκε δὲ μήτηρ χρύσεον ἀμφιφορῆα : Διωνύσοιο δὲ δῶρον φάσκ ' ἔμεναι , ἔργον δὲ περικλυτοῦ Ἡφαίστοιο . ἐν
καὶ Ἀχιλέως καὶ Ἀντιλόχου κεῖνται ὀστᾶ . Διονύσοιο δὲ δῶρον φάσκ ' ἔμεν , ἔργον δὲ περικλυτοῦ Ἡφαίστοιο . ἡ
6112699 ἀγενητος
, ἱκανῶς εἴρηται διὰ βραχέων . ἐπεὶ δὲ ἀνώλεθρος καὶ ἀγένητος ὁ κόσμος καὶ οὔτε ἀρχὴν γενέσεως εἴληφεν οὔτε τελευτήν
εἰ ἔστι χρόνος , ἤτοι γενητός ἐστι καὶ φθαρτὸς ἢ ἀγένητος καὶ ἄφθαρτος . ἀγένητος μὲν οὖν καὶ ἄφθαρτος οὔκ
6112299 ἀναφαινει
, ἔχειν δὲ τὰ πτερὰ αὐτοῦ φασι στίγματα ὑπόλευκα . ἀναφαίνει τε δύο ἀπὸ τῶν ὀφρύων παρ ' ἑκάτερον τὸν
, προσέτι τε τὴν λαμπροτάτην πόλεων πασῶν ὁπόσας ὁ Ζεὺς ἀναφαίνει , τὰς Ἀθήνας λέγω . ἐπιλείποι δ ' ἄν
6110747 χειω
ἀφ ' οὗ καὶ δέος , [ καὶ χίω καὶ χείω . . . ] των μὲν χιών , ἀφ
γράφονται : οἷον , πνέω , πνείω : χέω , χείω : ζέω , ζείω . Τὰ διὰ τοῦ ιω
6107702 οὐσιωδους
: ὧν τὸ μὲν τοῦ ὑποκειμένου , τὸ δὲ τοῦ οὐσιώδους λόγου δηλωτικόν . φησὶν οὖν ὅτι καὶ τοῦτο ,
ἐλεγχθήσεται ὁ Πορφύριος ἁμαρτίᾳ τινὶ περιπεσών . διαφέρει τοίνυν οὐσία οὐσιώδους , ὅτι τὸ μὲν οὐσιῶδες καὶ ἐπὶ συμβεβηκότος λαμβάνεται
6107011 εἰδοτ
ἔστι , τέκνον Αἰγέως ; δίδασκέ με , ὡς μὴ εἰδότ ' αὐτὸν μηδὲν ὧν σὺ πυνθάνῃ . Φασίν τιν
καὶ ὄχεσφιν , ἀεικέα μερμηρίζων . τὸν δ ' οὐκ εἰδότ ' ὄλεθρον ἀνήγαγε καὶ κατέπεφνε δειπνίσσας , ὥς τίς
6104522 ὀρτος
ἐστὶ βαρύτονον ῥῆμα , ὄνομα ῥηματικὸν ὄρτος : τὸ δὲ ὄρτος ῥῆμα ποιεῖ ὀρτίζω , ὡς λόγος λογίζω , Ὅμηρος
. Ὄρθρος . ὄρω , μέλλων Αἰολικὸς ὄρσω , ὄνομα ὄρτος , καὶ μεταθέσει τοῦ τ εἰς θ , ὄρθρος
6103865 αὐταρκεστατον
δ ' ἡ τούτου συμφορὰ τοῖς μὴ τελέως δυσκαθάρτοις δίδαγμα αὐταρκέστατον τοῦ πειρᾶσθαι τὸν ἔνδον δικαστὴν ἔχειν εὐμενῆ : σχήσουσι
τιμῶντες τοὺς γονεῖς , ἐπεὶ καὶ ἕν τι τῶν εἰρημένων αὐταρκέστατον εἰς σεβασμὸν αὐτοὺς προκαλέσασθαι , ψόγου δὲ καὶ κατηγορίας
6101725 Εὐθυδημε
κελεύεις ; Ὅτι , ἦν δ ' ἐγώ , ὦ Εὐθύδημε , τὰ σοφὰ ταῦτα καὶ τὰ εὖ ἔχοντα οὐ
λέγει . Νὴ Δία , ἔφη ὁ Κτήσιππος , ὦ Εὐθύδημε : ἀλλὰ τὰ ὄντα μὲν τρόπον τινὰ λέγει ,
6101342 προσεφης
δαιτὶ θεοὶ ποίησαν ἑταίρην . ” τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφης , Εὔμαιε συβῶτα : “ ῥεῖ ' ἔγνως ,
σοὶ δὲ φρένας ἄφρονι πεῖθε . Τὸν δ ' ὀλιγοδρανέων προσέφης Πατρόκλεες ἱππεῦ : ἤδη νῦν Ἕκτορ μεγάλ ' εὔχεο
6099804 κλεπος
: Ῥεῦμα : παρὰ τὸ ῥέω ῥέος , ὡς κλέπτω κλέπος : οἴχεται τὸ κλέπος αὐτὸς ἔχων . : Ῥέος
παρὰ δὲ Πλάτωνι καὶ κλεμμάδια . Σόλων μέντοι τὸ κλέμμα κλέπος ἐν τοῖς νόμοις ὠνόμασεν . τὸν δὲ κλέπτην εἴποις
6097549 ταχυτατον
, ὅθεν καὶ ἵππους αὐτῷ ἀνετίθουν : ὁ γὰρ ἵππος ταχύτατον . μοί γε ] λέγε . , ὄμνυε .
, οὐδὲ δυνατώτερον : αὐτὸ δὲ πάντων καὶ ἀπεριόριστον καὶ ταχύτατον καὶ δυνατώτατον . καὶ οὕτω νόησον ἀπὸ σεαυτοῦ ,
6094397 Ἑσπερον
ἀχέων ξύσαντες ἀνάγκην πευκεδανοῦ βιότοιο παραπλώωσι κελεύθους . Καὶ βρέφος Ἕσπερον εἶδον , ὃς ἄγγελός ἐστιν ὁμίχλης ἠελίου δύνοντος ἐπὶ
γραφέντας ἀνατεθῆναι Πυθαγόραι . δοκεῖ πρῶτος πεφωρακέναι τὸν αὐτὸν εἶναι Ἕσπερον καὶ Φωσφόρον [ § ] . . . ,
6091122 Ἠκουσατε
: εἶναι δὲ τάδε ἀντίγραφα τῶν διαθηκῶν τῶν Πασίωνος . Ἠκούσατε μὲν τῆς μαρτυρίας , ὦ ἄνδρες δικασταί , νομίζω
' ἃ τοῖς Θασίοις καὶ Βυζαντίοις ἐγράφη . λέγε . Ἠκούσατε μὲν τῶν ψηφισμάτων , ὦ ἄνδρες δικασταί . τούτων
6090276 ὀρειτην
σιδηρίτην νημερτέα : τόν ῥα βροτοῖσιν ἥνδανεν ἄλλοισιν καλέειν ἔμψυχον ὀρείτην , γυρόν , ὑποτρηχύν , στιβαρόν , μελανόχροα ,
φῶτα κραταιὴ κάλλιπε νοῦσος . Τοῖον γαῖα βροτοῖσιν ἀρηγόνα τίκτεν ὀρείτην , ὅστε καὶ οὐταμένοις ἄκος ἡρώεσσι κομίζει καὶ στείρῃσι
6089106 ὁσιωτατον
, τότε μάλιστα κινδυνεύοντι τῷ Ὀκταουίῳ λιπαρῶς ἐνέκειτο μὴ ἔργον ὁσιώτατον καὶ χρησιμώτατον Ἰταλίᾳ πάσῃ συγχέαι μηδὲ σπουδὴν τοῦ δήμου
μὲν πάντων ἄριστον , ἐπὶ δὲ τῶν θείων ἀποφθεγμάτων καὶ ὁσιώτατον . τὰ τρία κανᾶ σύμβολον τριῶν ἡμερῶν ἐστιν :
6088868 τογε
ὀτλήσω , σὺ δέ κεν θυμηδέα νόστον ἕλοιο ; μὴ τόγε παμβασίλεια Διὸς τελέσειεν ἄκοιτις , ᾗ ἔπι κυδιάεις :
ἔχει περὶ τὸ ἕν , εἰσαῦθις : πολλῷ δὴ οὖν τόγε μηδὲ ἓν ἄγνωστόν ἐστι : καλῶς γὰρ καὶ ὁ
6086828 ἀφεγγες
μέρη σταθμῶν Ἰσότης ἔταξε κἀριθμὸν διώρισεν , νυκτός τ ' ἀφεγγὲς βλέφαρον ἡλίου τε φῶς ἴσον βαδίζει τὸν ἐνιαύσιον κύκλον
τέχνῃ καταγωνίσασθαι . Τὸ δὲ πῦρ αὐτοῖς τὸ καυστικὸν μὲν ἀφεγγὲς δέ , τὸ ἐκτὸς τοῦ κόσμου , ποῦ ἵδρυται
6086137 κραινω
. . . . ἀκράαντον : ἀτελείωτον , ἀπλήρωτον : κραίνω γὰρ τὸ ἐπιτελῶ , κρανῶ ὁ μέλλων , κέκρακα
παρὰ τὸ κρατῶ κράτωρ καὶ αὐτοκράτωρ . ἢ παρὰ τὸ κραίνω , τὸ τελειῶ , κράτωρ καὶ ἐν συνθέσει αὐτοκράτωρ
6086107 ἐπιγειος
τοῖς ἀργιλώδεσι . Πολυειδὴς δὲ ὁ κιττός : καὶ γὰρ ἐπίγειος , ὁ δὲ εἰς ὕψος αἰρόμενος : καὶ τῶν
ἐλάᾳ , ὁ δὲ μέλας οἷον ἡ μυρίκη σαρκῶδες : ἐπίγειος δὲ μᾶλλον ὁ λευκός : ἔστι δὲ ὀσμώδης ,

Back