ὀλιγόγονον , ἡμίφωνον καὶ ἄφωνον , ἀγαθόν , ἀμετάβολον , ἐργαστικόν , ἀτελές , σημαῖνον περὶ θεμελίων , κτημάτων .
μόχθων τῶν δι ' ἀθλήσεως ἢ βασταγμάτων καὶ σκληρουργίας , ἐργαστικόν , δημόσιον : οἱ δὲ γεννώμενοι βάσκανοι καὶ μισοΐδιοι
6080827 διφυες
Ἀργώ , ἀγαθόν , πτερωτόν , εὐμετάβολον , δίσωμον , διφυές , αἰνιγματῶδες , ὀλιγόγονον , ἡμιτελές , ἡγεμονικόν ,
καὶ ἔχειν . Ὕαινα ζῷόν ἐστι τετράπουν , ἀνήμερον , διφυές . τὸ γὰρ ζῷον τοῦτο γεννᾶται θῆλυ καὶ μετ
5944449 ὀλιγογονον
ἰσημερινόν , ἀνωφερές , τετράπουν , χερσαῖον , βασιλικόν , ὀλιγόγονον , εὐμετάβολον , θυμικόν , πυρῶδες , κόσμου μεσουράνημα
ἀρρενικὸν , βασιλικὸν , ἀνωφερὲς , τετράπουν , χερσαῖον , ὀλιγόγονον , εὐμετάβλητον λίαν θυμικόν τε καὶ τροπικὸν , ἐαρινὸν
5840331 εὐλαβη
, κατὰ διαίρεσιν , κατὰ πεποιημένον . κατὰ μὲν ἐτυμολογίαν εὐλαβῆ λίθον τὸν εὔληπτον . κατὰ δὲ ἀναλογίαν , ὡς
αὐτάρκως μεγέθους ἔχοντες εὐσταθῆ φροντιστήν , πολυθεάμονα , εὐμαθῆ , εὐλαβῆ καὶ δειλὸν καὶ φειδόμενον δηλοῦσιν , οἱ δὲ ἀχλυώδεις
5802774 ὀργιλον
βαθεῖ , πήραν ἐξημμένον καὶ τριβώνιον ἀμπεχό - μενον , ὀργίλον , ἄμουσον , τραχύφωνον , λοίδορον , μηνύειν ἐπὶ
, περὶ ἀναιδείας καὶ βδελυρίας : ὁπότε δὲ ἀγνώμονα καὶ ὀργίλον , ἀγνωμοσύνης καὶ ὀργῆς ἀποτρέπειν . καὶ ἐπὶ τῶν
5801814 ἀρχικον
πυρῶδες , στερεὸν , ἀμετάτρεπτον , θυμικὸν καὶ ὀργίλον , ἀρχικὸν , δυσυπότακτον , ἀσελγὲς καὶ τετράπουν : κόσμου μὲν
, αὐτὴ δὲ ἡ γραμμὴ ἕλιξ καλεῖται . καὶ τὸ ἀρχικὸν αὐτῆς ἐστι σύμπτωμα τοιοῦτον . Ἥτις γὰρ ἂν διαχθῇ
5777542 εὐμεταβολον
ἀρχῆς ἐβουλεύσατο οὐδὲν αὐτῶν μετατιθείς ; ἀνθρώποις μὲν οὖν τὸ εὐμετάβολον ἢ διὰ τὴν ἐν αὐτοῖς ἢ διὰ τὴν ἐκτὸς
ἐκεῖνος τοὺς ἐφεδρεύοντας αὐτῷ τῶν πολιτῶν καὶ τὸ τῆς τύχης εὐμετάβολον ὑφορώμενος τοῖς παρὰ σοῦ λόγοις πείθεσθαι ἐσκήψα - το
5697757 ἀπεργαζομενον
περὶ τὸ μέροϲ τῶν τὸν ὄϲχεον διαπλεκόντων ϲωμάτων ὄγκον τε ἀπεργαζόμενον αἰϲθητὸν ταύτηϲ τῆϲ ὀνομαϲίαϲ τετύχηκεν . ϲυνίϲταται μὲν οὖν
πληρῶσαι τὴν χεῖρα , τιμὴν καὶ δόξαν ταῖς ἑπταπύλοις Θήβαις ἀπεργαζόμενον . ῥητῶς οὖν ἐπὶ τούτοις ἐπεσφράγισται , ὅτι Θηβαῖος
5676903 πρακτικης
. τὸ μὲν γὰρ κτήσασθαι φρόνησιν ποιητικῆς τινός ἐστι καὶ πρακτικῆς ἀρετῆς ἔργον , ἧς τέλος οὐ τὸ κατιδεῖν ἁπλῶς
προτέρας ἀφίκοιτο εἶδος ἕξεως . καὶ πρῶτά γε τὰ τῆς πρακτικῆς ἀρετῆς παρατίθεται παραγγέλματα . πρῶτον γὰρ δεῖ τάξαι τὴν
5442849 ἀθλησεως
καὶ τοὺς ἄνδρας σωματικὰς πράξεις τὰς διὰ χειρῶν ἐπάγειν ἢ ἀθλήσεως καὶ σωματικῆς κινήσεως καὶ τὰς γυναῖκας διὰ ἀγορασμῶν καὶ
τοιοῦτος μέντοι ὢν ἀθλίως ἐτελεύτησε , τῶν μὲν πόνων τῆς ἀθλήσεως ἐπὶ πλεῖστον ἐλθών , τῶν δὲ ἐν τῷ βίῳ
5417939 μελοκοπουμενον
ἀνωφερές , πολιτικόν , δημόσιον , στειρῶδες , τετράπουν , μελοκοπούμενον , ἀσελγές , ἐπαναφορὰ κόσμου , μονοτόκον , ἡγεμονικόν
ἀγαθόν , εὐμετάβολον , πολύγονον , συνουσιαστικόν , κάθυγρον , μελοκοπούμενον , λεπιδωτόν , ποικίλον , λεπρῶδες , ἀλφῶδες ,
5413879 φιλομαθη
ἀνειμένον , βλέφαρα κινούμενα δεικνύουσιν ἄνδρα φροντιστήν , φιλόλογον , φιλομαθῆ . τοῦτο μόνον πεπηγότων ὀφθαλμῶν σχῆμα βέλτιστον . Ὀφθαλμοὶ
λείου , εὐλαβῆ [ ἄνδρα σημαίνουσιν ] εὔβουλόν τε καὶ φιλομαθῆ γλυκύνουν τε καὶ ἐρωτικὸν ἄνδρα σημαίνουσιν . εἰ δὲ
5370952 διαγωγης
νικήσεις . Ἀκόλαστος : κυρίως ὁ ἀπαίδευτος , ὁ δίχα διαγωγῆς καὶ κολάσεως τετυχικώς τις ἐπιπαιδείαν . οὕτω Φίλων ἐν
νῦν ἐμνήσθην ἀγαθοῦ , βούλομαι βραχέα διελθεῖν περὶ τῆς Σκιπίωνος διαγωγῆς τοῦ Νομαντίαν ὕστερον κατασκάψαντος , ὅπως μὴ παράδοξός τισιν
5363291 εὐχαριστον
ἡμῖν ἐπιβάλλει μόνον ἐν τοῖς πρὸς τιμὴν θεοῦ , τὸ εὐχάριστον , τοῦτο ἀεὶ καὶ πανταχοῦ μελετῶμεν διὰ φωνῆς καὶ
εὐθὺς αἰνίττονται τὰς ἐξ ἐκείνων ἀνυπερβλήτους εὐεργεσίας καὶ τὴν αὑτῶν εὐχάριστον διάθεσιν . ἔτι νῦν συγγνώμης ἀξιούσθωσαν οἱ κατ '
5327379 εὐτακτον
ὡς εἴρηται , κατὰ δύο τρόπους γίνεται ἢ κατὰ τὴν εὔτακτον τῶν ἀρτίων ἐπ ' ἄπειρον προκοπὴν ἢ κατὰ τὸν
ἐξυγραινόμενον , ταχύχειρα ταχύπουν , εὐκέφαλον , εὔφορον ἰσόφορον , εὔτακτον : καὶ τὰ πράγματα κουφότητα , ἐλαφρότητα , πήδημα
5325591 ὁμοιωσεως
οὖν προσάξει ; τί ἱκανὸν ἀποστῆσαι ἡμᾶς τῆς πρὸς θεὸν ὁμοιώσεως καὶ φιλοσοφίας ; χρημάτων δόσις ἢ ἀφαίρεσις ; ἀλλὰ
ὄντως πατέρα ζητεῖν παρακελεύεται κἀκείνου ἔχεσθαι καὶ τῆς πρὸς ἐκεῖνον ὁμοιώσεως πλείστην ἐπιμέλειαν ποιεῖσθαι . καὶ οὕτως ἀμφότερα συμβαίνει ,
5312465 ἰδιοτροπιας
ἀξίας δὲ τῆς ἐσομένης εἶδος ἀπὸ τῆς τῶν δορυφορησάντων ἀστέρων ἰδιοτροπίας θεωρητέον , ἐπειδήπερ ὁ μὲν τοῦ Κρόνου τὴν κυρίαν
, καθ ' ὃ διὰ τῆς φυσικῆς τῶν σχηματισμῶν αὐτῶν ἰδιοτροπίας τὰς ἀποτελουμένας μεταβολὰς τῶν ἐμπεριεχομένων ἐπισκεπτόμεθα , τὸ μὲν
5307478 οἰκειοτατον
τὸν δύσελπιν οὐκ ἄνθρωπον ἀλλ ' ἀνθρωποειδὲς ἡγεῖται θηρίον τὸ οἰκειότατον ἀνθρωπίνης ψυχῆς , ἐλπίδα , ἀφῃρημένον . ὅθεν καὶ
„ ᾠκοδόμησεν εἰς γυναῖκα „ , διὰ τούτου παριστὰς ὅτι οἰκειότατον καὶ εὐθυβολώτατόν ἐστιν ὄνομα αἰσθήσεως γυνή : ὥσπερ γὰρ
5305287 Ῥινος
: ἀνερευνᾷ . ἐξερεείνων : ζητῶν , ἢ λέγων . Ῥινός : διά . Μάρψεν : ἔλαβεν . ἐμάτησεν :
: ἀνερευνᾷ . ἐξερεείνων : ζητῶν , ἢ λέγων . Ῥινός : διά . Μάρψεν : ἔλαβεν . ἐμάτησεν :
5298716 οἰκοδομικης
οὖν . Καὶ συμπάσης γε ὡς ἔπος εἰπεῖν ἔοικεν τῆς οἰκοδομικῆς πέρι τήν γε δὴ νέαν καὶ ἀοίκητον ἐν τῷ
τεχνῶν τῶν μὴ λογικῶν , οἷον τῆς τεκτονικῆς , τῆς οἰκοδομικῆς , τῆς λιθοξοϊκῆς καὶ τῶν τοιούτων : αὗται γὰρ
5273726 ἐκλειπτικον
ἡλίου καὶ σελήνης καὶ μάλιστα τὰς εὐαισθητοτέρας ἐπισκεψόμεθα τόν τε ἐκλειπτικὸν τοῦ ζῳδιακοῦ τόπον καὶ τὰς τῷ κατ ' αὐτὸν
ὑποβάλλει καὶ αἱ τῶν τὸ αἴτιον ἐμποιούντων ἀστέρων πρὸς τὸν ἐκλειπτικὸν τόπον σχέσεις : ἑσπέριοι μὲν γὰρ πρὸς τὰς ἡλιακάς
5216045 ὀχλικον
ἀλφῶδες , ἄφωνον , ἀμετάβλητον , ποικίλον καὶ λεπρῶδες , ὀχλικόν τε καὶ πτερωτὸν , καταφερὲς , ὑγρῶδες , κόσμου
λέγεται δὲ οἷον ἀνάβη τις οὖσα . | ἀγωνιστικόν : ὀχλικόν . καὶ γὰρ ὁ ἀγὼν ἀπὸ τῆς ὀχλήσεως .
5151742 πραοτητος
: τοῦτο δὲ οὐκ ἀναισθήτου . Μετὰ τὴν μεγαλοψυχίαν περὶ πραότητος διαλέγεται , ὡς καὶ αὐτῆς περὶ τιμὴν οὔσης .
λαμβάνειν γὰρ πάντες ἡσσῶνται βροτοί οὐκ ἔστιν ἐπιτήδευμα χρησιμώτερον τῆς πραότητος εἴθ ' ὤφελεν τὸ κάλλος ὅ με διώλεσεν κακῶς
5148063 ἐμφρονα
διατεταγμένα τί χρὴ δρᾶν ἢ διανοεῖσθαι καὶ τί μὴ τὸν ἔμφρονα ; ” Δῆλον δὴ τοῦτό γε : ὡς τῶν
τὰ μισητὰ καὶ φαῦλα . τὸν γὰρ ὡς ἀληθῶς καὶ ἔμφρονα καὶ ἀγαθὸν πάσας οἰόμεθα τὰς τύχας εὐ - σχημόνως
5138196 καταξιουνται
Οὕτως καὶ οἱ μετὰ ἀκριβείας καὶ συνέσεως μεμυσταγωγημένοι ἐπαίνου μὲν καταξιοῦνται , ἡδονὴν δὲ καὶ ὠφέλειαν ἑαυτοῖς περιποιοῦνται : οἱ
δὲ καὶ ὄχλων ἡγοῦν - ται καὶ πορφύρας καὶ χρυσοφορίας καταξιοῦνται κατὰ τὸ μέγεθος τῆς γενέσεως : γίνονται γὰρ καὶ
5127365 μισητον
λείπει ἔργον . λόγωι ] ἐν διηγήματι . κατάπτυστον ] μισητόν . ἤικασεν δέ τις ] εἰκονίσειέ τις . τὸ
ἐπιπονέστερον . στυγερὸν δὲ σημαίνει μὲν [ καὶ ] τὸ μισητόν , σημαίνει δὲ καὶ τὸ ἐπίφοβον : ἐνταῦθα δὲ
5103236 ἐξεικασμενον
. πυρφόρον ] φλογώδη . Ξ ἥξειν ] ἐλθεῖν . ἐξεικασμένον ] ὁμοιούμενον . ἐξεικασμένον ] ὡμοιωμένον . Ξ ἐξεικασμένον
. Ξ ἥξειν ] ἐλθεῖν . ἐξεικασμένον ] ὁμοιούμενον . ἐξεικασμένον ] ὡμοιωμένον . Ξ ἐξεικασμένον ] παρόμοιον . ἐξεικασμένον
5099106 πλεοναζουσης
δ ' ἥμερα ἐπιμελείαις συναύξειν , τὰ δ ' ὑπὸ πλεοναζούσης τροφῆς κεχυμένα τομαῖς στέλλειν , τὰ δ ' ἐσταλμένα
διχῶς , ἢ γὰρ διὰ τὸ ποσὸν τῆς ὑποκειμένης καὶ πλεοναζούσης ὕλης , ἢ διὰ τὸ ποιόν : τῶν γὰρ
5095490 ἐπιμονον
' : ὑπερβολὴν σπουδῆς ἐνέφηνε τὸ ἐλέγχουσα : τὴν γὰρ ἐπίμονον ἐρώτησιν ἔλεγχον ὠνόμασεν : ἐρωτῶσα ἐρευνῶσα ἀνακρίνουσα , ὅπερ
νοσήματα , ἢ διά τι περιστατικόν , τυχὸν διὰ λύπην ἐπίμονον καὶ συνεχῆ καὶ φροντίδα ὁμοίως ἐπίμονον , χρόνια γίνονται
5083845 γεωργικον
ἐλάττω τὰ ἐνδέοντα ᾖ . Καὶ ἴδοις ἂν τὸν μὲν γεωργικὸν μακαρίζοντα τοὺς ἀστικούς , ὡς συνόντας βίῳ χαρίεντι καὶ
: οὐδὲ ἀμείβειν ἐξ ἑτέρου γένεος εἰς ἕτερον , οἷον γεωργικὸν ἐκ νομέος γενέσθαι , ἢ νομέα ἐκ δημιουργικοῦ .
5073135 εἰρηνικον
εἴδη κατεστήσατο , τὸ μὲν πολεμικὸν πυρρίχην , τὸ δὲ εἰρηνικὸν ἐμμέλειαν , ἑκατέρῳ τὸ πρέπον τε καὶ ἁρμόττον ἐπιθεὶς
Ἀδρίαν θάλατταν . μετὰ δὲ ταῦτα δοὺς ἑαυτὸν εἰς βίον εἰρηνικὸν ἐξέλυσε μὲν τῶν στρατιωτῶν τὰς ἐν τοῖς πολεμικοῖς γυμνασίας
5045288 ξυμφωνον
χαίρει [ ] δ ' ἀλύων καί τι προσφων [ ξύμφωνον : ἐξαίρει [ ] γὰρ αὐτὸν αἰόλισμα τῆς λύρας
, χυμοὶ ἀλλότριοι ξυμφέροντες , χυμοὶ ἴδιοι ξυμφέροντες , τὸ ξύμφωνον διάφωνον , τὸ διάφωνον ξύμφωνον , γάλα ἀλλότριον ἀστεῖον
5028120 Μετωπου
ἐστιν ὑψηλόν : ἔχει ὕδωρ καὶ ὕφορμον . Ἀπὸ Κριοῦ Μετώπου περίπλους εἰς Βίεννον στάδιοι ιβʹ : λιμένα ἔχει καὶ
ὑπὲρ οὗ γράφει Μηνόδοτος . . . . . . Μετώπου Πυθαγορείου Μεταποντίνου ἐκ τοῦ Περὶ ἀρετῆς . Ἀρετά ἐντι
5020278 ἐμψυχιας
μὴ καὶ ταύτας τὰς ψυχὰς τῶν ζῴων ἀθανάτους δώσομεν ἃς ἐμψυχίας μόνας καὶ ἐντελεχείας εἰώθαμεν καλεῖν , οἷον σκώληκας καὶ
κατὰ πᾶσαν περιαγωγήν . , Ἀ . ὑπὸ θερμοῦ καὶ ἐμψυχίας συστῆναι τὸν κόσμον . , Ἀναξίμανδρος . . .
5002860 ἐλευθεριοτητος
λέγει , ἀλλ ' ὅτι οὔσης καὶ περὶ ταῦτα τῆς ἐλευθεριότητος , ἡ μεγαλοπρέπεια διοίσει αὐτῆς οὐκ ἐν τῷ εὐλόγως
λαμβάνειν τὸ εὖ πάσχειν : τὸ διδόναι ἄρα οἰκειότερον τῆς ἐλευθεριότητος . ἔτι τῆς ἀρετῆς τὸ καλὰ πράττειν μᾶλλον ἢ
4990782 συνουσιαστικον
ὁ : δ ' ὄνος χθόνιον ὡς Τυφῶνι φίλον καὶ συνουσιαστικόν : ἡ δὲ σελήνη μέση ἀμφοῖν , γῆς μὲν
, ἕτεροι ἀπ ' ἐκείνου πᾶνά φασι τὸν καταφερῆ καὶ συνουσιαστικόν , ὅθεν παρὰ Καλλιμάχῳ τὸ πᾶν τρύπανον αἰπολικόν .
4987685 φιλοκερδη
καὶ ὑψηλὰ νοοῦντες . ἀσθενὴς δὲ φωνὴ καὶ ἅμα ὑποκλαίουσα φιλοκερδῆ καὶ λυπηρὸν καὶ ἐν πᾶσιν ὑπονοούμενον σημαίνει . ὅσοι
συνετὸν καὶ κερδαλέον κέρδιστον λέγει . οἱ δὲ νεώτεροι τὸν φιλοκερδῆ ἐξεδέξαντο . . , . ἡ διπλῆ πρὸς τὴν
4982712 φρονιμον
, . καὶ μὴν οὐδ ' ὁ ἄφρων διδάξει τὸν φρόνιμον : οὐδὲ γὰρ ὁ τυφλὸς μηνυτικὸς γίνεται τῷ βλέποντι
ὅτι ἄνευ οἰκονομίας ἢ ἄνευ πολιτείας οὐ δυνατὸν εἰδέναι τὸν φρόνιμον τὸ ἑαυτοῦ ἀγαθόν . Πιστοῦται τὸ λεγόμενον καὶ ἀπὸ
4980661 ὑγραντικον
στυπτικώτερός ἐστι καὶ ψυχρότερος . Ἔλαιον τὸ ἐκ τῆς ἐλαίας ὑγραντικόν ἐστι καὶ συμμέτρως θερμόν , τὸ γλυκύτατον ἐκ δρυπεποῦς
εἶδος βοτάνης * αὕτως : ὁμοίως οὕτως καὶ ἀλθήεντα τὸν ὑγραντικόν , τὸν πρὸς ὑγείαν λαμβανόμενον , ὅ ἐστι θεραπευτικόν
4966434 ἀνδρειον
, κἂν συνᾴδοντά τις τῷ σχήματι φθέγξηται . οὔτε γὰρ ἀνδρεῖον ἡ λεοντῆ τὸν Ἀριστοφάνους ἐποίει Ξανθίαν οὔτε δειλὸν ἡ
: ναὶ δὴ τὸν μὴ τῷ λόγῳ μὲν ἱκανὸν , ἀνδρεῖον δὲ σῶμα μόνον ἔχοντα , μεγάλη λήθη ἐν τῇ
4965224 φυλακτικον
καὶ πᾶσαν κολακείαν ἐπ ' αὐτοῦ συσταλῆναι : καὶ τὸ φυλακτικὸν ἀεὶ τῶν ἀναγκαίων τῇ ἀρχῇ καὶ ταμιευτικὸν τῆς χορηγίας
. καθάπερ γάρ ἐστι φυλακτικὸν σώματος ὑγίεια , οὕτω ψυχῆς φυλακτικὸν καθέστηκε παιδεία . ταύτης γὰρ προηγουμένης οὐ πταίειν συμβήσεταί
4963356 ἁρπαγα
ζῶντας ἐξήλαυνεν ἀγερωχίας . ὁ κωμικὸς δέ πως γελῶν κωμῳδίαις ἅρπαγά τινα καὶ κακοῦργον καὶ φθόρον τὸ λοιπὸν ἡδραίωσεν εἰς
ζῶντας ἐξήλαυνεν ἀγερωχίας . ὁ κωμικὸς δέ πως γελῶν κωμῳδίαις ἅρπαγά τινα καὶ κακοῦργον καὶ φθόρον τὸ λοιπὸν ἡδραίωσεν εἰς
4955776 μεγαλοφροσυνη
ἀφ ' ὧν οὐ δεῖ † . τὰ δὲ πράγματα μεγαλοφροσύνη , μεγαλοψυχία , μεγαλογνωμοσύνη , ἐλευθερία . ῥήματα δ
. . . . . ἥ τε γὰρ τοῦ Αἰσχύλου μεγαλοφροσύνη καὶ τὸ ἀρχαῖον , ἔτι δὲ τὸ αὔθαδες τῆς
4945651 ἀνομοιοτητος
ἰσότητος . Ἐλέγομεν γὰρ οὖν . Καὶ μὴν καὶ ὅτι ἀνομοιότητός τε καὶ ἀνισότητος οὐ μετέχει , καὶ τοῦτο ἐλέγομεν
νῦν δὲ οὐκ ἔστιν ὁ διαλεκτικὸς περὶ γένος οὐ τῆς ἀνομοιότητός ἐστιν , ἀλλὰ μᾶλλον τῆς ὁμοιότητος : ἀόριστος γὰρ
4937348 μελῳδιας
μοι καὶ τὸ τοὺς θεοὺς μετὰ μούσης τινὸς ἐπικαλεῖσθαι καὶ μελῳδίας , οἷον ὕμνων τε καὶ αὐλῶν ἢ τῶν αἰγυπτιακῶν
παῖδες μήτε ἐπιθυμῶσιν ἄλλων μιμημάτων ἅπτεσθαι κατὰ ὀρχήσεις ἢ κατὰ μελῳδίας , μήτε τις αὐτοὺς πείσῃ προσάγων παντοίας ἡδονάς ;
4935105 λεπρωδες
τροπικόν , πλάγιον , χειμερινόν , ἀμφίβιον , γηθαλάσσιον , λεπρῶδες , ἀλφῶδες , φθοροποιόν , ἄγονον , κατωφερές ,
ἄγονον , κάθυγρον καὶ κυρτῶδες , ἡμιτελὲς , γεωργικὸν , λεπρῶδες , ἐψυγμένον , αἰνιγματῶδες , ἀσελγὲς , κατωφερὲς ,
4934913 ἐπιμελπειν
] κακόν : παρόσον ὁ παιὰν χαρᾶς αἴτιος . . ἐπιμέλπειν ] γρ . καὶ ἐπιμάπτειν . . δυσαδελφόταται ]
καὶ βοᾶν τὸν δυσκέλαδον καὶ κακόηχον ὕμνον τῆς Ἐρινύος , ἐπιμέλπειν καὶ λέγειν τὸν μισητὸν καὶ κάκιστον παιᾶνα καὶ ὕμνον
4924744 ψυχικης
καὶ ἑτέρωθεν εἰς ἕτερα ὑφιζάνουσαν τῆς σωματοειδοῦς , τῆς δὲ ψυχικῆς τὴν ἀφ ' ἑαυτῆς εἰς † ἀνέλιξιν καὶ εἰς
οἰκεῖα τῇ κακίᾳ . ὁμοίως δ ' ἔχει καὶ ἐπὶ ψυχικῆς λύπης . τὸ μὲν οὖν ὅλον ἐνέργεια τοῦ κατὰ
4915148 κριτικον
καλοῦ θεωρητικός ἐστι , τὸ δὲ αἰσθητικὸν πνεῦμα τῶν φαινομένων κριτικόν ἐστι . διῄρηται δὲ εἰς τὰς ὀργανικὰς αἰσθήσεις καὶ
κρίνοντος τὰ αἰσθητὰ εἰς ἑκάτερον κλίναντα . τὸ γὰρ μέσον κριτικόν : γίνεται γὰρ πρὸς ἑκάτερον αὐτῶν θάτερον τῶν ἄκρων
4911984 κακιας
κατὰ τρόπον , εἰ τὸν ἐν ἡμῖν νοῦν παρασκευάσαιμεν πάσης κακίας ὥσπερ τινὸς κηλῖδος καθαρόν . κοσμητέον ἱερὸν μὲν ἀναθήμασι
ὕδωρ : τὸ γὰρ εὐαλλοίωτον πρὸς ἀρετῆς μᾶλλόν ἐστιν ἢ κακίας , ὥστε , ὅταν ἔχῃ τὰ γνωρίσματα τῶν ἀρίστων
4909229 παντοδαπον
παλαιὰν συνήθειαν . φιλόσοφον δέ φησι τὸν Ὅμηρον διὰ τὸ παντοδαπὸν τῆς ὠφελείας τῆς ποιήσεως αὐτοῦ . . . .
μὲν ἐπιεικὲς πᾶν βιασθὲν δουλεύῃ , τὸ δὲ ἀνόητον καὶ παντοδαπὸν ἐπιχειρῇ ἄρχειν , ὑπὸ ἐξουσίας ἀδεοῦς θρασυνόμενον : ἀνάγκη
4904151 μελλητην
τιμῇ ἐστιν . ὅταν δὲ λέγῃ ἀργὸν αὐτὸν εἶναι καὶ μελλητήν , τῷ τοῦ ἀργοῦ ὀνόματι κέχρηται ἀντὶ τοῦ μὴ
μὴ ἐνταῦθα τὸ δεύτερον ἀποφέρωνται . καὶ ἀργὸν εἶναι καὶ μελλητήν , ἀντὶ τοῦ ὀξυκίνητον μὴ εἶναι μηδὲ πρὸς πᾶσαν
4896635 αἰσχους
, ἄλλο τι ὁ Ἔρως κάλλους ἂν εἴη ἔρως , αἴσχους δὲ οὔ ; Ὡμολόγει . Οὐκοῦν ὡμολόγηται , οὗ
καὶ τὸν σκηνητὴν οἰκουρόν : καὶ ἕκαστον ἐκ τοῦ πρόσθεν αἴσχους εἰς τὸ ἐναντίον κάλλος μεταμορφοῦν . Ἐγὼ δὲ εἰμὶ
4890895 ὀψαρτυται
οἰνοχόοι , τραπεζοκόμοι , τομεῖς , μάγειροι , ὀψοποιοί , ὀψαρτυταί . καὶ τὸ μὲν μαγειρεῖον ὀπτανεῖον , τὰ δ
ὅσα ἄλλα ὄψα | ἡδῦναι περιττοὶ τὴν ἐπιστήμην εἰσὶν εὐτρεπεῖς ὀψαρτυταί , μυρία χωρὶς ὧν ἤκουσαν ἢ εἶδον ἄλλ '
4884841 πρακτικον
νοῦν καὶ σύνεσιν ἔχειν καὶ γνώμην . νοῦν λέγω τὸν πρακτικόν : ὁ γὰρ νοῦς καθὼς εἴρηται καὶ θεωρητικός ἐστι
εἰκότως προεβάλετο τὸ θεωρητικόν , διὰ δὲ τὰς πρακτικὰς τὸ πρακτικόν . Τούτων οὕτως ἐχόντων εἴπωμεν τὴν ὑποδιαίρεσιν τοῦ θεωρητικοῦ
4865509 ὑπερθετικου
μᾶλλον κατέχουσιν : ἀντὶ τοῦ μάλιστα , συγκριτικὸν ἀντὶ τοῦ ὑπερθετικοῦ : τινὲς καὶ τούτους τῷ τέλει προσάπτουσι : [
χερειότερος καὶ ῥηΐτερος καὶ πλειότερος . ὣς δὲ καὶ τοῦ ὑπερθετικοῦ τὸ πρώτιστος : εἵλκυσαν εἰς τὸ πρώτιστον . Ὁμηρ
4863937 τριττης
τὸ αὐτὸ ὕψος εἰσὶν ἄμφω . ἰστέον δέ , ὅτι τριττῆς οὔσης τῆς τῶν θεωρημάτων ἀντιστροφῆς : ἢ γὰρ ὅλον
εὐθὺς δὲ λεπτοῦ καὶ πάχους συμμέτρως ἔχον . οὔσης δὲ τριττῆς τῆς τῶν θολερῶν οὔρων διαφορᾶς , ἢ γὰρ οὐρηθέντα
4863848 ἑδραιον
αὐτός , πρὸς γὰρ τῷ κεκριμένῳ τοῦ λόγου καὶ τὸ ἑδραῖον τοῦ ἤθους ἐντετύπωτο τοῖς γράμμασι , ῥητόρων δὲ ἄριστα
πάντες δ ' ἔνδον πεταχνοῦνται . ΠΛΗΜΟΧΟΗ σκεῦος κεραμεοῦν βεμβικῶδες ἑδραῖον ἡσυχῇ , ὃ κοτυλίσκον ἔνιοι προσαγορεύουσιν , ὥς φησι
4856922 συνετον
λόγους ἀεὶ τὰ σεμνὰ πάντα κέκτηται φθόνον ἅπαν τὸ λίαν συνετόν ἐστ ' ἐπίφθονον ἀδικώτατον πρᾶγμ ' ἐστὶ τῶν πάντων
ἐπὶ παραδειγμάτων ὅτι οὐκ εἰκὸς ἐθελῆσαι προδοῦναι Περικλέα , τὸν συνετόν , τὸν οὕτω λαμπρὸν καὶ μέγαν καὶ στρατηγὸν ἔνδοξον
4854713 παιδευμα
, ἀναγκάζεσθαι δὲ μηδὲν μηδὲ προστάττεσθαι πρᾶγμα ἱερὸν καὶ θεῶν παίδευμα καὶ ἀνθρώπων σοφῶν ἐπιτήδευμα , μηδ ' ὑπὸ δουλείαν
πάντα : τὸν δρόμον τὸν ἐπὶ τὸν Δόρκωνα , τὸ παίδευμα τὸ τῶν βοῶν , πῶς κελευσθείη συρίσαι , καὶ
4845242 ἀνειμενον
τὴν μεγίστην . , . . ῥᾳστώνη ῥᾳστώνῃ συζῶντας καὶ ἀνειμένον βίον ἀσπαζομένους . , . . ὑβρίζειν ὑπέλαβε πονηροὺς
μάχης ἀγών , τἄλλ ' ὄντες ἴστε μηδενὸς βελτίονες . ἀνειμένον τι χρῆμα πρεσβυτῶν γένος καὶ δυσφύλακτον ὀξυθυμίας ὕπο .
4845121 βωμολοχον
λείπει τὰ κρέα . Γ θυμέ ] ψυχή . Γ βωμολόχον ] πανοῦργον , λῃστρικόν . Γ ἔξευρέ τι ]
Φιλόχορος β Ἀτθίδος οὐ γὰρ , ὥσπερ ἔνιοι λέγουσιν , βωμολόχον τινὰ καὶ κόβαλον γίνεσθαι νομιστέον τὸν Διόνυσον . .
4843123 Καστοριον
καὶ σύντονος λυδιστί , ἣν Ἄνθιππος προσεξεῦρεν : μέλος δὲ Καστόριον μὲν τὸ Λακωνικὸν ἐν μάχαις , ὑπὸ τὸν ἐμβατήριον
: καὶ , ξυνεσταλμένων , ἐχώρει πρὸς καρδίην πνίγμα . Καστόριον , σέσελι πάντα ἔπαυσε , καὶ τὸ ἀπὸ τῆς
4839927 χρηματιστικον
τὸ δὲ γαμικόν , τὸ δὲ δεσποτικόν , τὸ δὲ χρηματιστικόν . Δεῖν γάρ , ὥσπερ στρατιᾷ μὲν παρασκευῆς ,
λόγου , καὶ ποιεῖ τὸν τρίτον βίον τὸν πολιτικὸν καὶ χρηματιστικόν : ἢ πάλιν περὶ τὴν φύσιν στρέφεται τοῦ λόγου
4837214 ἀρτιοτητα
, ἔφη τοῖς μὲν ὑγιεινῶς ἔχουσι τὸ πᾶν ἀνενδεὲς εἰς ἀρτιότητα τὸ σπέρμα καταβάλλεται , τοῖς δ ' εἴς τι
μὲν οὖν τὰ τοιαῦτα , ὑγίειαν , ἰσχύν , αἰσθητηρίων ἀρτιότητα , καὶ τὰ παραπλήσια τούτοις . Παρὰ φύσιν δὲ
4836338 τεκτονικης
μαντικῇ καὶ μουσικῇ τὸν σοφώτερον , τὴν αὐτὴν καὶ περὶ τεκτονικῆς καὶ πασῶν βαναύσων τιθέμενοι ψῆφον , ῥητορικὴν δὲ ἐπαινοῦσι
, αἱ δὲ ἠρέμα καὶ ἀκραδάντως κατ ' εἰκόνα τῆς τεκτονικῆς στάθμης . ἀνάπαλιν δὲ τῶν ἐμπνευστῶν αἱ μείζονες κοιλιώσεις
4834893 ἐκπνεομενον
θώρακος . ὑλικὸν δὲ αἴτιόν ἐστιν αὐτὸ τὸ εἰσπνεόμενον καὶ ἐκπνεόμενον πνεῦμα . τελικὸν δὲ αἴτιόν ἐστιν ἡ χρεία :
Ἡ δὲ ἐνέργειά ἐστι τοῦ γαργαρεῶνος τὸ δίκην πλήκτρου τὸ ἐκπνεόμενον πνεῦμα ἀπὸ θώρακος τυγχάνειν καὶ ἀποτελεῖν τὴν φωνήν .
4831718 νοερον
εἰς τὸν ὅλον κόσμον : οἷον εἰ τὸ μὲν εἴη νοερόν , τὸ δ ' ὅλον ἄψυχον ἢ φυσικόν ,
Ὁ μὲν οὖν παντεπόπτης Ἥλιος , πυρώδης ὑπάρχων καὶ φῶς νοερόν , ψυχικῆς αἰσθήσεως ὄργανον , σημαίνει μὲν ἐπὶ γενέσεως
4824310 Φαυλον
σημαίνει τὸ ἁπλοῦν καὶ ῥᾴδιον , καὶ τοῖς λοιποῖς . Φαῦλον , τὸ ἁπλοῦν . καὶ Εὐριπίδης ἐν τῷ Λικυμνίῳ
μὲν μέσον εἶπον εἶναι , τινὲς δ ' ἀστεῖον . Φαῦλον δὲ μηδένα προστάτην ἀγαθὸν οἴκου γίγνεσθαι , μηδὲ δύνασθαι
4823281 χαλκευτικης
λόγον σκέψις αὐτῇ γεγένηται , ὡς ἐπὶ τῆς τεκτονικῆς καὶ χαλκευτικῆς καὶ τῶν τοιούτων . εἰπὼν δὲ περὶ τῆς θεωρητικῆς
καὶ τῶν φυσικῶν λόγων , τὸ δὲ χειρουργικὸν ἔκ τε χαλκευτικῆς καὶ οἰκοδομικῆς καὶ τεκτονικῆς καὶ ζωγραφικῆς καὶ τῆς ἐν
4818177 φιλεργον
Ἀθηναϊκὸν εἶναι δίδαγμα καθὸ καὶ ἐν ἀλόγοις ζώοις ἔστι τὶ φιλεργὸν καὶ τεχνοειδές . Καί τις καὶ νοῦν διὰ ταῦτα
δέ : ἐν Παρθένῳ συνετὸν μηνύει , ἐν δὲ Ζυγῷ φιλεργὸν καὶ δίκαιον , ἐν δὲ Σκορπίῳ ἰσχυρόν , δολερόν
4816678 βαρυθυμον
ἐν δὲ Σκορπίῳ ἰσχυρόν , δολερόν τε τὰ ἤθη καὶ βαρύθυμον , ὁμοίως καὶ ἐν Τοξότῃ , ἐν δὲ Αἰγοκέρωτι
ἐν δὲ Σκορπίῳ ἰσχυρόν , δολερόν τε τὰ ἤθη καὶ βαρύθυμον , ὁμοίως καὶ ἐν Τοξότῃ , ἐν δὲ Αἰγοκέρωτι
4815813 ὀρθοβουλου
διανοίᾳ ἡ τοῦ ἀνθρώπου ἀνάπαυσις τῆς ] ἀποστροφὴ τὸ σχῆμα ὀρθοβούλου ] τῆς ὀρθὰ καὶ ἀληθῆ βουλευομένης αἰπυμῆτα ] μεγαλόβουλε
Δικαιοσύνης τῆς ὀρθὰ καὶ δίκαια βουλευομένης . . : τῆς ὀρθοβούλου Θέμιδος ] Ἀποστροφὴ πρὸς τὸν Προμηθέα . Θέμιδος δὲ
4811414 δουλικον
ἡ ἡμετέρα . δούλειον ] δουλικόν . δούλειον ] + δουλικόν , ἤγουν τὸ δουλωθῆναι τοῖς ἐχθροῖς . πέπτωκεν ]
ἀποδιώκειν . Ξ τῆσδε ] τῆς ἡμετέρας . δούλειον ] δουλικόν . Ξ πέμποιμ ' ] πέμπω . ἢ στικτέον
4794387 μορφης
καὶ τὸν κλύδωνα τῶν συμφορῶν καὶ τὴν ἀλλοίωσιν τῆς ἐμῆς μορφῆς , ὅθεν μοι ἐπῆλθεν . εἶτα ἀφηγεῖται τὴν πᾶσαν
Λάκωνας λόγος κατέχει , δεινὸν τοὺς ἀκούοντας δελεάσαι καὶ λαμπροτέρας μορφῆς ἔννοιαν αὐτοῖς παρασχεῖν ; εἰ μὲν γὰρ παρ '
4788374 φρονησεως
ὡς ἐν ταῖς πόλεσι καὶ ταῖς οἰκίαις χρὴ συμβουλῆς καὶ φρονήσεως , ἐν τοῖς ἐκτὸς δὲ ὑπὲρ τούτων ἀμύνεσθαι τοὺς
ὀρθός τίς ἐστι λόγος : ὁ δὲ ὀρθὸς λόγος ἀπὸ φρονήσεως γίνεται . Καὶ μὴν καὶ ἡ φρόνησις μετὰ ἀνδρίας
4786695 ὑπερφυους
ἔμοιγε εἶναι δοκεῖ . ὥστε , ὦ παῖδες μεγάλου καὶ ὑπερφυοῦς πατρός , φρονεῖτε μὲν ἄξια τοῦ τεκνώσαντος , πενθεῖτε
τῆς ἐλευθερίας ἀγωνίζεσθαι . ὦ μεγάλης μὲν τῆς ἐπινοίας καὶ ὑπερφυοῦς , θαυμαστῆς δὲ τῆς ῥώμης , ὅστις ταῦτα πρῶτος
4776836 ὑγειας
ἢ ἐν Ἀρκαδίᾳ . ἢ τὸν Θεσσαλικὸν οἶνον . τὸν ὑγείας καὶ ῥώμης παρασκευαστικόν . ἢ τὸν ἐξ ἀναδενδράδων [
ἐγκεκρυμμένων αὐτῷ ἐναντίων δυνάμεων εἰρήνευσίν τε καὶ συμβιβασμὸν δι ' ὑγείας καὶ τῆς εἰς ταύτην διαίτης καὶ σωφροσύνης κατὰ μίμησιν
4770691 ζηλουσι
τὸν αὐστηρὸν καὶ σκληροδίαιτον βίον , ἐγκράτειαν καὶ καρτερίαν , ζηλοῦσι σὺν εὐτελείᾳ καὶ ὀλιγοδεΐᾳ , δι ' ὧν τὸ
ἀπὸ τῶν πλουσίων δὴ καὶ μακαρίων δοκούντων , οὓς αὐτοὶ ζηλοῦσι καὶ σμικρὸν διαφέρειν οἴονται τῶν θεῶν εὐδαιμονίας ἕνεκεν :
4767268 συγκρισεως
τῷ πάθει ὑπεναντίον ἦν . ἔστι δὲ καὶ ἐκ τῆς συγκρίσεως τῶν ἐπιφερομένων συμπτωμάτων , ἀπό τε τοῦ πλήθους καὶ
, ἅτινα πρόδηλα γίνεται ἐκ τῆς καθολικῆς [ καὶ ] συγκρίσεως τῶν ἀστέρων . δεῖ οὖν καὶ κατὰ τὰς ἡλικίας
4759513 ποικιλον
βιοῦντος κατὰ φύσιν . οὐκ ἀπὸ σκοποῦ μέντοι καὶ χιτῶνα ποικίλον ἀναλαμβάνειν λέγεται : ποικίλον γὰρ πολιτεία καὶ πολύτροπον ,
ἀκολούθους ἐκθέσεις πεποίηται κατὰ διαφόρους ὑπομνήσεις διὰ τὸ πολύχουν καὶ ποικίλον τῶν συντάξεων , οἷον ἐπὶ τῶν ἀντικεῖσθαι πεπιστευμένων .
4752609 πλεονεκτην
δολερὸν καὶ ἀπατεῶνα καὶ κλέπτην καὶ ἅρπαγα καὶ ἐν παντὶ πλεονέκτην τῶν πολεμίων . καὶ ὁ Κῦρος ἐπιγελάσας εἶπεν :
ὥστε καὶ εἰ τοῦτό τις ἐποίησε † τὸ τὸν ἀδικοῦντα πλεονέκτην καὶ τοῦτο ἔχει , ἑκὼν ἄνισα νέμων . ὁ
4751530 σωματικον
γεγόνασιν ἀγχίσποροι θεοῦ . ἀποθάνοι μου ἡ ψυχὴ τὸν | σωματικὸν βίον , ἵν ' ἐν ψυχαῖς δικαίων καταριθμηθῇ ,
γράφεται : οἷον , Βάκχιος : Μούλιος , οὐ τὸ σωματικὸν μέρος , ἐκεῖνο γὰρ διὰ τῆς ει διφθόγγου :
4749782 εὐτρεπτον
, τοῦ δὲ περὶ τὸν μεταξὺ ἀέρα εὐδιάχυτον ὄντα καὶ εὔτρεπτον συνεκτεινομένου τῷ πυροειδεῖ τῆς ὄψεως . . . .
εὐχυμώτατον πρὸς τὰ δριμέα καὶ δάκνοντα ῥεύματα συμφορώτατόν ἐστιν , εὔτρεπτον ὄν , καὶ μάλιστα ὅταν τὸ περιέχον θερμὸν ᾖ
4743336 ὀξυκινητον
ἐμμανές , τὸ δὲ πράως ἐρυθρὸν εὐφυές , εὐμαθές , ὀξυκίνητον . ταῦτα μὲν περὶ παντὸς τοῦ σώματος : κατὰ
εἶναι , παχὺν τὸν ἰὸν ὄντα ἔπειτα δευόμενον τῷ ποτῷ ὀξυκίνητον γίγνεσθαι , ὑγρότερον ὡς τὸ εἰκὸς καθιστάμενον καὶ ἐπὶ
4736848 εὐπρεπειας
Πυθικοὶ καὶ ἄλλα πολλά , ὧν οὐκ ἄν τις ὡς εὐπρεπείας ἕνεκα συγκειμένων ὑπερίδοι . πολλὰ δὲ καὶ παρ '
τῆς ἐνρύθμου διέξειμι . περιέχεσθαι δεῖ οὐδὲν ἧττον καὶ τῆς εὐπρεπείας , ὥστε μὴ ἐκ τοῦ εὐθέος γυμνῶσαι τὰ αἰσχρά
4720341 κομμωτικης
συγκέχυται ῥητορικῆς καὶ σοφιστικῆς ἡ διάκρισις , ὀψοποιικῆς δὲ καὶ κομμωτικῆς φανεραί εἰσιν αἱ διακρίσεις . σὺ γάρ κτλ .
ἐκ Κορίνθου Χαρικλέα νεανίαν οὐκ ἄμορφον , ἔχοντά τι καὶ κομμωτικῆς ἀσκήσεως ἅτε οἶμαι γυναίοις ἐνωραϊζόμενον : ἅμα δ '
4719976 μεγαλοπρεπες
τὸ μὲν γὰρ ἰσχνὸν καὶ δεινόν , τὸ δὲ μῆκος μεγαλοπρεπές . ἀλλ ' οἷον ὀλίσθῳ τινὶ ἔοικεν τὰ κῶλα
μέντοι καὶ τὸ ψυχρὸν ἐν τρισίν , ὥσπερ καὶ τὸ μεγαλοπρεπές . ἢ γὰρ ἐν διανοίᾳ , καθάπερ ἐπὶ τοῦ
4718596 ἀπροσορατον
θεῶν , οἵτινες δίκαιοι ἦσαν ζῶντες . τοὶ δ ' ἀπροσόρατον : οἱ ἀσεβεῖς . ἀπροσόρατον δὲ , ἤτοι ὃν
ἀενάου βασιλῆα μέγιστον , Κύρβαντ ' ὀλβιόμοιρον , Ἀρήιον , ἀπροσόρατον , νυκτερινὸν Κουρῆτα , φόβων ἀποπαύστορα δεινῶν , φαντασιῶν
4714143 τελειοτατον
ἐπόγδοον λόγον , ὡς εἶναι πλήρωμα τῶν κατὰ μουσικὴν θεωρημάτων τελειότατον , ἀφ ' οὗ καὶ ὠνόμασται παντέλεια . .
τὸ πλῆθος εἰς δώδεκα φυλὰς διὰ τὸ τὸν ἀριθμὸν τοῦτον τελειότατον νομίζεσθαι καὶ σύμφωνον εἶναι τῷ πλήθει τῶν μηνῶν τῶν
4711603 φιλοδωρον
τὸν δόντα τι τῶν ἰδίων καὶ ποιήσαντα πρᾶγμα φιλάνθρωπον καὶ φιλόδωρον τῆς χάριτος μὲν ἀποστερεῖν , εἰς τοὺς συκοφάντας δ
φυλακτικόν τε καὶ κλέπτην , καὶ προετικὸν καὶ ἅρπαγα καὶ φιλόδωρον καὶ πλεονέκτην καὶ ἀσφαλῆ καὶ ἐπιθετικόν , καὶ ἄλλα
4711080 μακαριοτητος
- ] [ ] ἀφθαρσίας [ ] αὐτῶν καὶ παντελοῦς μακαριότητος [ ] : οὐδὲ γὰρ ἔτι τηρεῖται [ ]
τοὺς ἐπιθεμένους τῇ δεσποίνῃ ὀρφανευθείσῃ οὐκ ἐποίει Πλάτων δημιουργοὺς ἀνθρωπίνης μακαριότητος . Ὅπερ οὖν λέγω , τὸ μὲν ἀντεισενεγκεῖν σοί
4708691 τελεωτατον
τούτου λαχεῖν : καίτοι τό γε πρῶτον καὶ μέγιστον καὶ τελεώτατον τῶν θείων ἔργων ἐστὶν οὗτος . μήποτ ' οὖν
, μηδενὸς ἑτέρου ποτὲ ἔτι προσδεῖσθαι , τὸ δὲ ἱκανὸν τελεώτατον ἔχειν . οὐχ οὕτως ; Οὕτω μὲν οὖν .
4708113 μηλοτροφου
' ⌊ εὐώδεα ⌋ Θεσσαλίας ⌊ [ ] ⌋ ⌊ μηλοτρόφου ⌋ ἐν γυάλοις : ⌊ κεῖθεν καὶ Ἀριστοτέλης ⌋
Ἀρχίλοχος [ . ] ὁ δ ' Ἀσίης τε καρτερὸς μηλοτρόφου . φησὶν οὖν ὅτι τῷ λόγῳ μὲν προσποιεῖται ,
4707410 βεβαιοτητος
παντός . ἐν βίῳ γὰρ εἴρηκε τελείῳ , ὡς τῆς βεβαιότητός τινος οὔσης ποιότητος , ἢ τὸ ποιά τις προσέθηκε
παντός . ἐν βίῳ γὰρ εἴρηκε τελείῳ , ὡς τῆς βεβαιότητός τινος οὔσης ποιότητος , ἢ τὸ ποιά τις προσέθηκε
4703667 μεταδιδομεν
δυνατὸν ἄδικον μὲν ἦμεν , μεταδιδόμεν δὲ ἰσότατος , ἢ μεταδιδόμεν μὲν ἰσότατος , μὴ κοινωνικὸν δὲ ἦμεν . ἐγκρατέα
παράπαν ἀπέχεσθαι τῷ δύναμιν ἰσχυρὰν ἔχειν , ἢ καττὸ σπάνιον μεταδιδόμεν τᾷ κράσει δείελον γαλακτῶδες . τὰ δὲ λουτρὰ μὴ
4702192 ποιητικον
δή φημι πᾶσαν εἶναι λέξιν ἄμετρον , ἥτις ἐμφαίνει τὸ ποιητικὸν καὶ μελικόν : ᾗ δὴ καὶ τὸν Δημοσθένην κεχρῆσθαι
τις ἐθέλει , μῦθος ἀλληγορικός ἐστιν : ὃ πρῶτον τυγχάνει ποιητικὸν χαρακτήρισμα : τὴν γὰρ ἰδίαν γνῶσιν , καὶ οὐχ
4701812 φιλοξενον
ἀνέγˈνον , σπονδοφόροι Κρονίδα Ζηνὸς Ἀλεῖοι , παθόντες πού τι φιλόξενον ἔργον : ἁδυπνόῳ τέ νιν ἀσπάζοντο φωνᾷ χρυσέας ἐν
δ ' αὖ φησιν ὁ Σκαμβωνίδης εἶναι φιλοθύτην αὐτὸν ἢ φιλόξενον . μὰ τὸν κύν ' , ὦ Νικόστρατ '
4698966 ἐπιεικεστεροι
, εἰ μὴ τὸ σὸν κωλύει . ὅσῳ δὲ ἡμεῖς ἐπιεικέστεροι Ἡσιόδου μάθε , ἐπειδή γε ἀναγκάζεις . ὁ μὲν
ὡς σημείῳ τῆς εὐπαθείας χαίρουσι τῇ τιμῇ : οἱ δὲ ἐπιεικέστεροι καὶ ὑπὸ τῶν ἐπιεικῶν ὀρεγόμενοι τιμᾶσθαι διὰ τοῦτο διώκουσι
4694768 πολιτικον
πόλιν ὀλιγαρχίας γενομένης . ἤδη οὖν ἠξίουν τοὺς πεντακισχιλίους καθιστάναι πολιτικόν : ἤγουν δημοκρατικόν . αὐθημερόν : ἤγουν ἐν μιᾷ
, εὐμετάβολον , μετοπωρινόν , ὑπόγειον κόσμου , δημόσιον , πολιτικόν , αὐξομειωτικόν : οἶκος Ἀφροδίτης , ὕψωμα Κρόνου περὶ
4692484 ποριστικον
μὲν ζητητικὸν τἀληθοῦς , ὃ καλεῖται θεωρητικόν , τὸ δὲ ποριστικὸν τοῦ προταθέντος [ λέγειν ] , ὃ καλεῖται προβληματικόν
ἐκ τοιούτων : καὶ γὰρ ἕκαστον ἐφ ' ᾧ τέτακται ποριστικὸν ἐκείνου καὶ ἐφιέμενον ἐκείνου καὶ συγγενὲς καὶ ταύτῃ τῷ

Back