εἴδη ὑπὸ τὸ ποιὸν ἀνάγεσθαι . καὶ αὕτη ἐστὶν ἀκριβὴς ἐπίλυσις . ἄλλως τε δὲ οὐδὲν ἄτοπόν τινα τῶν ἀναφερομένων
διάθεσις . ἐπιλύεται δὲ τοῦτο διχῶς . Πρώτη τῆς ἀπορίας ἐπίλυσις αὕτη : φησὶ γὰρ τὰ μὲν γένη τῶν ποιοτήτων
4541467 ἀπαρκτιᾳ
τὸ Ψιλὸν στόμα τοῦ Ἴστρου ἐπ ' εὐθὺ πλέοντι ἀνέμῳ ἀπαρκτίᾳ ὡς τὸ πέλαγος νῆσος πρόκειται , ἥντινα οἱ μὲν
ὁ πλοῦς , ἀλλ ' ὁ μὲν Διογένης ἐξωσθῆναι μόνον ἀπαρκτίᾳ , ὁ δὲ Θεόφιλος ἀναχθῆναι μόνον νότῳ , τὸν
4501961 τηρησειν
ἄθυμοι , πολλὰ προσδοκῶντες , ἀλλήλοις διαλεγόμενοι , συνεχὲς ὀμνύοντες τηρήσειν τὰ συγκείμενα . Ἔρχονται δὴ πρὸς αὐτοὺς ὁ Κόρυμβος
σκήπτεται μέν τι , ὁ δὲ Περίλαος πείθεται καὶ ἐπόμνυται τηρήσειν αὐτὴν γάμων ἁγνὴν εἰς ὅσον ἂν ὁ χρόνος διέλθῃ
4428357 ἀμαρτυρος
. . . προαισθάνεσθαι ] πάνυ δεινῶς . ἐπειδὴ γὰρ ἀμάρτυρός ἐστιν ὁ ἀγών , διὰ τοῦτό φησι τὸ προαισθάνεσθαι
. . . προαισθάνεσθαι ] πάνυ δεινῶς . ἐπειδὴ γὰρ ἀμάρτυρός ἐστιν ὁ ἀγών , διὰ τοῦτό φησι τὸ προαισθάνεσθαι
4395688 κωλυσωσι
εἰς τὰς νέας ἐὰν μή τι σφόδρα πρώϊον ὅπως μὴ κωλύσωσι τὴν θερινὴν νέανσιν : ἀγαθὴν γὰρ οἴονται τὴν χιόνα
, μὴ φθάσαντες οἱ πολέμιοι καὶ καταστάντες ἐπὶ τῶν ἄκρων κωλύσωσι τὴν διεκβολὴν ποιεῖσθαι . τὸ δ ' αὐτὸ πεφροντίσθω
4393226 οἰκουμενα
τὰ λοιπὰ τῶν ὀρῶν ἄβατα ἐποίει : εἰς γὰρ τὰ οἰκούμενα κατιόντες οἱ ταῦροι ἔσινον τὰ δένδρα καὶ τοὺς καρποὺς
δαιμονίου , ἀλλ ' ἔστιν ἅπαντα τὰ περὶ τὴν πόλιν οἰκούμενα χωρία , πολλὰ ὄντα καὶ μεγάλα , γυμνὰ καὶ
4381425 Αἰπολος
καὶ ἄροσιν ἐπιτηδεία . Ἀγέρωχος : ὁ ἄγαν αὐχῶν . Αἰπόλος : παρὰ τὸ αἰγοπόλος , ἤγουν ὁ αἶγας βόσκων
τὸ αἶπος , ἀκρωτήριον τὸ σκληρόν . , , . Αἰπόλος : . , . . . Αἰπόλιον : .
4377831 ἀνελωσιν
ἄδικον θάνατον καὶ φοβηθείς , μή πως καὶ αὐτὸν δόλῳ ἀνέλωσιν , ἐμβὰς τῆς νεὼς ἐν ἀπροσφόρῳ καὶ χειμερίῳ καιρῷ
τὰ Θηβαίων , ἆρα ὁμοίως ἀδεᾶ , τοὺς Λακεδαιμονίους ἐὰν ἀνέλωσιν , ὥσπερ τὰ ἐκείνων , ἂν μὴ τοῦτο πάθωσιν
4367844 φιλητα
οἱ ἀγοραῖοι . ἔστι δὲ τὸ μὲν ἀγαθὸν καὶ ἡδὺ φιλητὰ ὡς τέλη , τὸ δὲ χρήσιμον ὡς εἰς τέλος
τὰ ἄλλα , καθὼς εἴρηται : καὶ κατὰ πάντα τὰ φιλητὰ γίνεται . καὶ ὅμοια ἐστὶν ἑκατέρῳ παρ ' ἑκατέρου
4342880 φθανοντα
σφόδρα ἀσθενεῖ δυνάμει , καταλύοντα αὐτὴν , θάνατον ἐπάγει , φθάνοντα τὴν λειποθυμίαν . εἰ δὲ ὁπωσοῦν ἡ δύναμις ἀντέχοι
μὴ μικρόν , ὑστερίζειν τὸ παράπαν , ἀλλ ' ὡσπερεὶ φθάνοντα προαπαντᾶν πρὸς τὰς | χρείας ἑκάστας . ψυχῆς ταῦτα
4312395 ἀποκλινει
ταῦτα τῶν τε ὁμωνύμων καὶ τῶν συνωνύμων , ἀλλὰ μᾶλλον ἀποκλίνει πρὸς τὰ συνώνυμα . δῆλον οὖν ὅτι καὶ τὰ
' ἀποβέβηκεν | [ ] οὔτ [ ] ' [ ἀποκλίνει - ] [ ] [ τὸ προσδοκώμενον ] [
4308763 Μιδας
, ὅροι , συνωρὶς κεῖος ἢ κῷος . ὁ μέντοι Μίδας καὶ τῶν μέσων βόλων ἦν . καὶ ἄλλοι δὲ
θνητήν . καὶ Μυλλίαν δὲ τὸν Κροτωνιάτην ὑπέμνησεν , ὅτι Μίδας ὁ Γορδίου ἐστὶν ὁ Φρύξ , καὶ τὸν ἀετὸν
4302556 εὐκριτον
λαμβανόντων ἡδονὴν ἐν τῷ διδόναι τοῖς ἀσθενεστέροις ἥδεσθαι . Οὐκ εὔκριτόν μοι δίαιταν ἐπέτρεψας : οὔτε γὰρ ἐπαινεῖν ἔχω τὰ
λαμβανόντων ἡδονὴν ἐν τῷ διδόναι τοῖς ἀσθενεστέροις ἥδεσθαι . Οὐκ εὔκριτόν μοι δίαιταν ἐπέτρεψας : οὔτε γὰρ ἐπαινεῖν ἔχω τὰ
4276611 ἡξοντα
ἀκατάλλακτον ἔχειν , ἀλλ ' οὕτω τὴν ἔχθραν ἀναλαμβάνειν ὡς ἥξοντα πάλιν εἰς σύλλυσιν καὶ φιλίαν : τὸν δὲ παρὰ
πλευσούμενον διὰ τοῦ Ἰσθμοῦ ὁρῶ οὔτε ἐς τέρμα τῆς ὀρυχῆς ἥξοντα , δοκεῖ δέ μοι καὶ φόβου μεστὸς ἀναχωρῆσαι τῆς
4237509 ἀνεκρινεν
ὁ γέρων τῶι βίωι τοῦ μειρακίου ] τὰ πράγματ ' ἀνέκρινεν , τίνα ἔστ ' , οὐχὶ παντάπασιν ἀγνοῶν ἴσως
πίπτει : ἀγάμενος δὲ τῆς ἀλκῆς αὐτὸν Ἀχιλλεὺς ἔτι ἔμπνουν ἀνέκρινεν , ὅστις τε ἦν καὶ ὁπόθεν : ἐπεὶ δὲ
4214818 ἐξεταζῃ
ἢ ἐλεύθερος ; λέγε μοι , ἐάν τίς σε ταῦτα ἐξετάζῃ , ὦ Καλλίκλεις , τί ἐρεῖς ; τίνα φήσεις
, ὅταν ὁ δῆμος ἕκαστον τῶν μελλόντων ἄρχειν ἢ δικάζειν ἐξετάζῃ εἰ ἄξιός ἐστι τοῦ πιστευθῆναι τὴν ἀρχὴν ἢ τὴν
4208801 ἐρωτησῃ
οὐδεὶς οὐδέποτε παρὰ τοῦ δήμου τοιαύτην χάριν ἀνείληφε . κἂν ἐρωτήσῃ τις ἡμῶν τὸν ἕτερον , σίτησιν εὑρήσει τὴν δωρεὰν
Τελέας σκωπτικὸς ἄνθρωπος . λέγει δὲ ὅτι , ἤν τις ἐρωτήσῃ περὶ τῶν πετομένων , τίς ὄρνις οὗτος , ὁ
4190709 περιφερεται
ἤ τι τοιοῦτον . εἶτ ' ὀξέως ἤδη δεδειπνηκόσιν ὕστερα περιφέρεται ταῦτα τὰ ἐπάικλα καλούμενα . συμφέρει δ ' ἕκαστος
περὶ γὰρ τὸν μένοντα πόλον ἕκαστον αὐτῶν τὸ ἴσον ἔχον περιφέρεται τῆι ἰδίαι διαστάσει : ὥστε κύκλον ἂν περιφέροιτο ἕκαστον
4186937 βαδιουμαι
καὶ ζηλωτὸν ἀποφανεῖ τὸν ἐπαινούμενον . οὐ μὴν ταύτην ἐγὼ βαδιοῦμαι , μὴ καὶ σοὶ δόξω ὑπ ' ἀπορίας αὐτὸ
τὸν μισθόν , τὴν πυάγραν Εὖ γε ὑπέμνησας : ὥστε βαδιοῦμαι ἀποληψόμενος αὐτήν , εἴ που ὡς φῂς εὑρεθείη ἐν
4186583 προεκαλεσατο
. πατρὸς παλαιστοῦ : Ἡρακλῆς ἐν Ὀλυμπίᾳ τὸν ἀγῶνα ἐπιτελῶν προεκαλέσατο εἰς πάλην τὸν βουλόμενον , οὐδενὸς δὲ τολμῶντος ὁ
ἐτόλμων διαβαίνειν ἀθρόοις στρατιώταις , ἕως ὅτου παράλογός τις αἰτία προεκαλέσατο αὐτοὺς εἰς τὸν ὁλοσχερῆ κίνδυνον . τῶν γὰρ Λιβύων
4175884 σιτουμενους
Ἀττικοί , πιοῦμαι πίε Ἕλληνες . παρασίτους τοὺς τὰ δημόσια σιτουμένους ἐν πρυτανείῳ Ἀττικοί , τοὺς κόλακας Ἕλληνες . πρόσωπα
ὑμῖν κατὰ τὸν Σωκρατικὸν Ἀντισθένην ἐξάγειν ἑαυτοὺς τοῦ βίου τοιαῦτα σιτουμένους . καὶ ὁ Καρνεῖος ἔφη : Εὐξίθεος ὁ Πυθαγορικός
4154289 ἀτιμασῃ
πατέρα τιμήσῃ τις ὡς πατέρα , ἢ τὸν ὄντως πατέρα ἀτιμάσῃ τις ἀγνοῶν ὡς μὴ πατέρα . ὁπόσα τε οἱ
αὐχμὸν πιέζειν μήτ ' ἄγαν ἐπομβρίαν . ἢν δ ' ἀτιμάσῃ τις ἡμᾶς θνητὸς ὢν οὔσας θεάς , προσεχέτω τὸν
4152459 Μαλιακον
ὠνόμασεν , δύο δὲ Παρμενίσκος Ἄλους ἱστορεῖ , τὸν μὲν Μαλιακὸν ὑπὸ Ἀχιλλεῖ , τὸν δὲ ὑπὸ Πρωτεσιλάῳ , λέγεται
ἐς τὸ στράτευμα ἀναχωροῦσι , Βρέννος δὲ τοῖς περὶ τὸν Μαλιακὸν κόλπον οἰκοῦσι ζευγνύναι τὸν Σπερχειὸν ἐπέτασσεν : οἱ δὲ
4148583 ΑΓΒΔ
ἑκάτερος ἄρα τῶν ΖΑΕΒ , ΖΔΕΓ ὀρθός ἐστι πρὸς τὸν ΑΓΒΔ κύκλον . ἐὰν δὲ δύο ἐπίπεδα ἐπιπέδῳ τινὶ πρὸς
καὶ ἔτι ἡ ΖΔ τῇ ΔΕ ἐστιν ἴση . ὁ ΑΓΒΔ ἄρα κύκλος δίχα τεμεῖ τὰ ἀπειλημμένα τμήματα τῶν κύκλων
4134707 ὑποχωρουντα
πρὸ τῆς τελείας πέψεως , τά τε ἐπιπολάζοντα καὶ δυσκόλως ὑποχωροῦντα καὶ ἐμπνευματοῦντα καὶ παρεμπλαστικὰ ἢ ἄλλως ἐγκαθίζοντα τοῖς σώμασιν
γῆν ἐν ἐρημίᾳ τοῦ κρείττονος φωτός ; τοῦτο δὲ ἄστρα ὑποχωροῦντα ἡλίῳ καὶ μηδὲν ἡγούμενα πάσχειν μηδὲ ἀπόλλυσθαι διὰ τὴν
4129941 ἐπεστρατευσατο
Γ ? , διὸ καλῶς τὸ “ ἐπεστρατεύσατο ” . ἐπεστρατεύσατο ] σφοδρῶς ἐπῆλθε τοῖς ἡμετέροις μαχεσόμενος σώμασιν . οὐ
Ἀθηναίοις . , Γ ? , διὸ καλῶς τὸ “ ἐπεστρατεύσατο ” . ἐπεστρατεύσατο ] σφοδρῶς ἐπῆλθε τοῖς ἡμετέροις μαχεσόμενος
4120635 ἐξεταζοντων
] γρ . ὑπακούσαιμεν . μετεωροσοφιστῶν ] τῶν τὰ μετέωρα ἐξεταζόντων , ὑψηλῶν , σοφῶν τῶν μετέωρα εἰδότων , μεγάλων
ἴσως ἄλλος μέν τις κἂν αἰτιάσαιτο τῶν οὐδὲν ὧν προσῆκεν ἐξεταζόντων : ἡμεῖς δὲ οὔτ ' ἀγνοοῦμεν τὰ αἴτια κἂν
4116223 προτρεψαμενος
ὁμόνοιαν [ ἐντολῶν ] ἠμέλησε , τοὐναντίον δ ' ἐκείνους προτρεψάμενος εἰς ἀλλοτριότητα συναπέστη , καὶ βασιλεὺς αὐτὸς ἡιρέθη .
, τοὺς μὲν ἡγεμόνας δωρεαῖς , τοὺς δὲ στρατιώτας ἐπαγγελίαις προτρεψάμενος , ἔπεισε συναγωνιστὰς γενέσθαι . τέλος δὲ καταληφθείσης ὑπὸ
4101282 οἰκτιρων
αὐτίκ ' ἀπὸ θρόνου ὦρτο , γέροντα δὲ χειρὸς ἀνίστη οἰκτίρων πολιόν τε κάρη πολιόν τε γένειον , καί μιν
πίπτει δ ' ἐμὸς παῖς , καὶ πατὴρ παρίσταται Δαρεῖος οἰκτίρων σφε : τὸν δ ' ὅπως ὁρᾷ Ξέρξης ,
4075650 ληϊα
γῆν χρυσῆν , καὶ τὰ δένδρα χρυσᾶ , καὶ τὰ λήϊα , καὶ τοὺς λειμῶνας , καὶ τὰ ἐν αὐτοῖς
ὡς ἀπαλοῖ δι ' αὐχένος . Λειμών . ἐστὶν ὅπου λήϊα καταβόσκεται . Λιρός . ὁ ἀναιδής . παρὰ τὸ
4073101 ἑωθινα
αἱ μὲν Κλεῖδες νησία δύο προσκείμενα τῇ Κύπρῳ κατὰ τὰ ἑωθινὰ μέρη τῆς νήσου , τὰ διέχοντα τοῦ Πυράμου σταδίους
τῶν προτέρων οὐδένας ἴσμεν τὸν παράπλουν τοῦτον πεποιημένους πρὸς τὰ ἑωθινὰ μέρη τὰ μέχρι τοῦ στόματος τῆς Κασπίας θαλάττης ,
4071410 βουβαλις
Τοιάδε καί : οὕτω καὶ ἡ στρουθοκάμηλος ποιεῖ ὡς ἡ βουβαλίς . Λιβύης πτερόεν βοτόν : τὸν στρουθοκάμηλον λέγει .
Τοιάδε καί : οὕτω καὶ ἡ στρουθοκάμηλος ποιεῖ ὡς ἡ βουβαλίς . Λιβύης πτερόεν βοτόν : τὸν στρουθοκάμηλον λέγει .
4029802 Λιπαραιων
εἰς Δελφούς . Λείπεται δ ' ἡμῖν περὶ τῆς τῶν Λιπαραίων πόλεως τὰς αἰτίας ἀποδοῦναι , δι ' ἃς ἐν
διαρκεῖν πολλαῖς πόλεσιν . ἔστι δὲ καὶ ἡ νῆσος τῶν Λιπαραίων μικρὰ μὲν τὸ μέγεθος , καρποφόρος δὲ ἱκανῶς καὶ
4023026 Ὀμανα
Ὀλύνθου τοῦ Ἡρακλέους . ὁ πολίτης Ὀλύνθιος καὶ Ὀλυνθία . Ὄμανα , πόλις τῆς εὐδαίμονος Ἀραβίας . Γλαῦκος δευτέρῳ Ἀραβικῆς
κόλπος ἐστὶ συναφὴς ἐπὶ βάθος ἐνδύνων εἰς τὴν ἤπειρον , Ὄμανα , σταδίους ἔχων ἑξακοσίους τὸ διαπέραμα , καὶ μετ
4021468 γους
γίνεται κατὰ κρᾶσιν τῶν δύο οο εἰς τὴν ου δίφθογγον γοῦς καὶ θοῦς . Καὶ περὶ μὲν τοῦ γόος ἔστιν
⌊ . [ νεκρῶν ] ? ! [ [ ] γοῦς ὑπ [ [ ] αφρόνω [ [ ] !
4019913 ἐνεδυσαν
ὑφείλοντο οἱ Κροτωνιᾶται , ἐκδύσαντες δὲ τὴν στολὴν τοῦ Πέρσου ἐνέδυσαν τὸν ὑπηρέτην τοῦ πρυτανεύοντος . ἐξ οὖ δὴ Περσικὴν
ἀφείλαντο οἱ Κροτωνιᾶται , ἐκδύσαντες δὲ τὴν στολὴν τοῦ Πέρσου ἐνέδυσαν τὸν ὑπηρέτην τοῦ πρυτανεύοντος . ἐξ οὗ δὴ Περσικὴν
4004714 ἀσκωματα
διὰ τὸ μὴ εἰσφέρεσθαι τὸ θαλάττιον ὕδωρ : Ἀριστοφάνης : ἀσκώματα καὶ λίνα καὶ πίτταν διαπέμπων εἰς Ἐπίδαυρον . καλοῦνται
. , , . , . * . Ἀσκώματα : ἀσκώματα καλοῦνται καὶ τὰ δέρματα τὰ ἐπιρραπτόμενα ταῖς κώπαις ἐν
3997513 γηϊνα
ἐπισπᾶται , ἀναγκάζει . , φέρει . αὐτὴν ] τὰ γήϊνα . τὴν ἰκμάδα ] τὴν λεπτότητα . , τὸ
ἐὰν σὺ πρὸς ἐκείνους βλέπῃς καὶ μὴ ῥέπῃς ἐπὶ τὰ γήϊνα καὶ ἐπίκηρα χρήματα . ” καὶ ὁ μὲν ταῦτα
3989274 Ἁλωα
τοὺς καρπούς . οὕτως Μεθόδιος , . , . . Ἅλωα : ἰστέον , ὅτι τὰ εἰς ως βαρύτονα τὰ
ἄλλην ὥραν ἔχει ἄλλος θεός , Παναθήναια , Σκειροφόρια , Ἅλωα , Ἀπατούρια . Ναυμαχοῦσιν ἐν θαλάττῃ , οἱ δὲ
3981531 Ἱππονους
χρυσοῦν ἄορ κρατῶν . Βελλεροφόντης δὲ ὁ Κορίνθιος ὁ καὶ Ἱππόνους καλούμενος ἀνὴρ ὑπάρχων Φρυγίας † ἄκων ἀνελών τινα Κορίνθιον
: ἐπὶ τῶν προξενούντων ἑαυτοῖς τι κακόν . Βελλεροφόντης πρότερον Ἱππόνους ἐκαλεῖτο : ἀνελὼν δὲ Βέλλερον τῶν Κορινθίων δυναστὴν Βελλεροφόντης
3978528 συλησας
ταὐτοῦ καὶ Γεννήτης ἔφη : ” τὴν τοῦ γεννήτου ψυχὴν συλήσας . ” Γεννούστης : οἷον γεννήτης , ἢ συγγενής
καὶ τῶν ἀξιολογωτάτων πόλεων τὰ τείχη περιελὼν τὰ μὲν ἱερὰ συλήσας ἤθροισεν ἀργύρου τε καὶ χρυσοῦ πλῆθος , ἀπήνεγκε δὲ
3960252 Λιμυρα
καὶ λιμήν : κατὰ ταῦτα νῆσός ἐστι Ῥοδίων Μεγίστη : Λίμυρα πόλις , εἰς ἣν ὁ ἀνάπλους κατὰ τὸν ποταμόν
. Καλλίμαχος ” Λιμναίῳ δὲ χοροστάδας ἦγον ἑορτάς „ . Λίμυρα , πόλις Λυκίας , ἀπὸ Λιμύρου ποταμοῦ . ὁ
3953454 νεανιευματα
τε καὶ θρυλοῦντος θαμὰ τὰ κομψὰ δὴ ταῦτα τῆς ποικίλης νεανιεύματα , ὅτι ὁ σοφὸς ὑπὸ τῆς τύχης ἀήττητός ἐστι
τινα ἢ ἐκεῖνα μὲν οἰήσεται ῥᾴδια εἶναι καὶ ἀσφαλῆ τὰ νεανιεύματα οὐδενὸς ἀνταιρομένου αὐτῷ , τὴν δὲ νίκην τηνικαῦτα κρίνεσθαι
3950878 Κλεαρχωι
γνώμηι τῆς Παρυσάτιδος . πεμπομένου δὲ καθ ' ἡμέραν τῶι Κλεάρχωι κωλῆνος ἐπὶ τοῖς σιτίοις , παρακαλεῖν αὐτόν , καὶ
. ὡς Κτησίας αὐτός , ἰατρὸς ὢν Παρυσάτιδος , πολλὰ Κλεάρχωι ἐν τῶι δεσμωτηρίωι ὄντι πρὸς ἡδονὴν καὶ θεραπείαν δι
3947974 περιειχεν
ἑβδομήκοντα . κατεσκεύασε δὲ καὶ τρίτον ἐνδοτέρω περίβολον , ὃς περιεῖχεν ἀκρόπολιν , ἧς ἡ μὲν περίμετρος ἦν σταδίων εἴκοσι
ῥίζαν χώματα : καὶ γὰρ ἐκεῖνα ὥσπερ σφηνῶν δίκην αὐτὴν περιεῖχεν , οἱ δὲ † τόνοι † προτόνων δίκην ἐπεῖχον
3944710 σεσιδηρωμενον
' αὐτοὺς φερομένων βελῶν , ὠσάμενοι τὸ μὲν πρῶτον τὸν σεσιδηρωμένον χάρακα διέσπασαν , τοῖς δὲ πλοίοις πολλὰς ἐμβολὰς δόντες
ἀγωνίσασθαι . προέταξαν δὲ τῆς στάσεως ταύτης τοὺς κομίζοντας χάρακα σεσιδηρωμένον καὶ δεδεμένον ἀλύσεσιν , ὃν παρεσκευάσαντο πρὸς τὴν τῶν
3944026 ὀξυδερκεστατος
Λευκοὺς λίθους ἔχοντες αὐχοῦσιν μέγα . Λυγκέως ὅμοιος : οὗτος ὀξυδερκέστατος γέγονεν , ὡς καὶ τὰ ὑπὸ γῆν ὁρᾶν .
πρὸς σκύλακος ἢ λαγωδαρίου ποδώκειαν ; ὁ μὲν γὰρ ἀνθρώπων ὀξυδερκέστατος πρὸς ἱεράκων ἢ ἀετῶν ὄψιν ἀμβλυωπέστατος . ἀκοαῖς γε
3938946 ἀπαγορευσῃ
μήτε σποραῖς μήτε φυτείαις βαρύνοντας , ἵνα μὴ καμάτοις ἐπαλλήλοις ἀπαγορεύσῃ , ἀμελήσαντες τουτωνὶ τῶν χρηστῶν παραινέσεων εἰς ἡμερότητα προκαλουμένων
ὁπόταν καταγωνίσηται τὸν ἀντίπαλον αὐτὸν καὶ κρατήσῃ ὁ δ ' ἀπαγορεύσῃ , ἄλλως δὲ οὔ ; μὴ τοίνυν μηδὲ Ἑρμότιμος
3933619 Μεναλκαν
Δάφνιν . . . γενόμενον , ὑφ ' οὗ νικηθῆναι Μενάλκαν ᾄδοντα Πανὸς κρίναντος , γαμηθῆναι δὲ αὐτῷ καὶ Νύμφην
, ὅπως ἀλλήλοις ἀντᾴσωσιν . οὐδὲν δὲ ἔχει πρὸς τὸν Μενάλκαν τοῦτον ὄντα Σικελὸν τὰ ὑπὲρ Μενάλκου Χαλκιδέως , ὅν
3927146 δασυτερα
ἐστὶν ἔχουσα φύλλα ὅμοια λαπάθῳ ἀγρίῳ , μελάντερά τε καὶ δασύτερα , στύφοντα ἐν τῇ γεύσει : καυλὸν δ '
τοῦ ἡλίου κλίσει , ἔχει τὰ φύλλα ὠκίμῳ παραπλήσια , δασύτερα δὲ καὶ μελάντερα καὶ μείζονα , κλωνία ἀπὸ τῆς
3924072 αἰτιασαμενον
ἀργύριον παρὰ Διονυσίου , Πλάτωνος ἄραντος βιβλίον , πρὸς τὸν αἰτιασάμενον , “ ἐγὼ μὲν γάρ , ” εἶπεν ,
. καὶ κυνός ποτ ' ἐπενεχθέντος διασοβηθέντα εἰπεῖν πρὸς τὸν αἰτιασάμενον , ὡς χαλεπὸν εἴη ὁλοσχερῶς ἐκδῦναι τὸν ἄνθρωπον :
3922276 Ἀλχασαιος
ἔφη δ ' αὖ πάλιν ὅτι εὗρεν τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ Ἀλχασαῖος πέπτοντας ἄρτους ὡς καὶ λαλῆσαι τὸν ἄρτον πρὸς τὸν
ἐργασίαν ? ὑμῶν ; ” [ ὁ δὲ ] ? Ἀλχασαῖος δεξάμενος χοῦν ἐκ τῆς γῆς ἐκείνης τῆς λαλησάσης πρὸς
3915320 σεμνοποιουντων
τε καὶ ἱερειῶν τὸν περὶ ταῦτα τῦφον ὡς ἔνι μάλιστα σεμνοποιούντων . οἷς ὁ τῶν ὅλων πατὴρ προαγορεύει λέγων :
. Δίδυμός φησιν ὅτι παροιμία ἐστὶν ἐπὶ τῶν ἁρμοζομένων καὶ σεμνοποιούντων ἑαυτοὺς πρὸς τὰ ἐναντία . Τοὺς χωρὶς οἰκοῦντας :
3896637 λους
στοιχείου λόγον ἔχων τοὐναντίον ἀπ ' ἀρχῆς μέχρι τέ - λους ἀμετάβολός ἐστιν . οἷον τοῦ μὲν ρα φθόγγου ἐν
? * | * χώραν ] επο * | * λους τῶν ? [ * | * Ἀγαθοκλῆς ] [
3894030 κατεφαγε
τῆς ἀγέλης . αὐτὸς οὖν ὁ Ἴδας τὴν ἰδίαν μερίδα κατέφαγε καὶ τὴν τοῦ ἀδελφοῦ καὶ τοὺς βόας ἤλασεν εἰς
, καὶ ἀναπεπτωκότες κάθησθε καὶ τὸ ἐκνενευρισμένοι καὶ τὸ κατεσθίων κατέφαγε καὶ τὸ διορωρυγμένοι κατὰ πόλεις καὶ τὸ περικόπτων καὶ
3888020 τριβου
καὶ γενέσθω Δὰν ὄφις ἐφ ' ὁδοῦ , ἐγκαθήμενος ἐπὶ τρίβου , δάκνων πτέρναν ἵππου , καὶ πεσεῖται ὁ ἱππεὺς
γ ' εἴσω τειχέων σαφῶς μάθω . νῦν οὖν ἔξω τρίβου τοῦδ ' ἴχνος ἀλλαξώμεθα . ἢ γάρ τις ἀροτὴρ
3882140 κωλυοντα
τις αὐτοὺς ἢ νεοχμοῦν ἐπι - χειροίη , σπουδῇ πάσῃ κωλύοντα καὶ πάντα τρόπον ἐναντιούμενον . οὐ γὰρ ἀγαθὸν ἐπιτήδευμα
πρῶτον καὶ δεύτερον πρόσωπον ἀκωλύτως λέγεται καὶ οὐκ ἔχει τὸν κωλύοντα : ἐπειδὴ τὸ ἐμαυτοῦ καὶ σαυτοῦ πρῶτον καὶ δεύτερον
3881884 σχολαιως
ἔγκυος οὖσα ἡ Τιμύχα τὸν δέκατον ἤδη μῆνα εἶχε καὶ σχολαίως διὰ τοῦτο ἐβάδιζε . Τούτους δὲ ζωγρήσαντες ἄσμενοι πρὸς
αὐτοῖς ὤφθη κατιὼν ἀπ ' ἄκρου τοῦ Καρμήλου λόφου , σχολαίως τε καὶ ἀνεπιστρεπτὶ βαίνων , οὔτε κρημνώδους τινὸς οὔτε
3881832 παρεβη
εἰ δὲ καὶ τὸν νόμον γινώσκων καὶ τὸ φυσικὸν δίκαιον παρέβη , καὶ ἀδίκως ἔκρινε , καὶ τὸ πλέον ἔνειμεν
αὐτοῦ τοῦ Ἐτεοκλέους καὶ Πολυνείκους . τὴν παλαιὰν παράβασιν : παρέβη γὰρ τὸν χρησμὸν τοῦ Ἀπόλλωνος . παλαιγενῆ ] παλαιάν
3879235 ὀρνεα
ἀντὶ δὲ περικεφαλαίας τὴν χύτραν , ἵνα μὴ ἐφιπτάμενα τὰ ὄρνεα τύπτῃ αὐτούς . τὰς δὲ μυρρίνας πρὸς τὸ ἀποσοβεῖν
πελίας καλεῖσθαι καὶ τοὺς γέροντας πελίους : καὶ ἴσως οὐκ ὄρνεα ἦσαν αἱ θρυλούμεναι πελειάδες , ἀλλὰ γυναῖκες γραῖαι τρεῖς
3877979 φυσηματα
δὲ βόθρον φασὶν εἶναι ἐν τῇ Θρᾴκῃ , ἐξ οὗ φυσήματα ἀνέμων γίνεσθαι , καὶ μυθευθῆναι οὕτω Θρᾴκην ἀνέμων οἰκητήριον
μὲν ὄμβρον καὶ χάλαζαν ἄσπετον πέμψει δνοφώδη τ ' αἰθέρος φυσήματα : ἐμοὶ δὲ δώσειν φησὶ πῦρ κεραύνιον , βάλλειν
3873774 ἀναγκαζετε
παιδείᾳ καὶ μουσικῇ τὰ λεγόμενά ἐστι τάδε ; τοὺς ποιητὰς ἀναγκάζετε λέγειν ὡς ὁ μὲν ἀγαθὸς ἀνὴρ σώφρων ὢν καὶ
, πρὸς τὰς ἐξωμοσίας τῶν προβαλλομένων στρατηγῶν , ἀλλ ' ἀναγκάζετε αὐτοὺς τῆς προστασίας ἔχεσθαι τῶν πραγμάτων , ἐκεῖνο προλέγοντες
3870529 πευκινα
οὐγγίας η . Τὴν κολοφωνίαν μετὰ τοῦ ἐλαίου ἕψε ὑποκαίων πεύκινα ξύλα καὶ κίνει δαδίνῃ σπάθῃ , ἕως σκληρότερον γένηται
μακρὰ πλοῖα ἐλάτινα ποιοῦσι διὰ κουφότητα , τὰ δὲ στρογγύλα πεύκινα διὰ τὸ ἀσαπές : ἔνιοι δὲ καὶ τὰς τριήρεις
3867941 μεριμνᾳ
καὶ πονέει , πονέουσα δὲ θερμαίνεται καὶ ξηραίνεται . Ὁκόσα μεριμνᾷ ἄνθρωπος , κινέεται ἡ ψυχὴ ὑπὸ τουτέων καὶ θερμαίνεται
γραμμὴν λορδὸς ὡς εἰς ἐμβολήν . Ὃς τὰ μὲν ἀφανῆ μεριμνᾷ , τὰ δὲ χαμᾶθεν ἐσθίει . Οὐχ ὅ τι
3866991 ἀντιβλεπειν
πρὸς τὸν ἥλιον καὶ ὅλως τὸ καθαρὸν οὐ δυνάμεθ ' ἀντιβλέπειν . ὥστε ὅσοις ἐνδεέστερον τὸ φῶς , ἧττον ἐχρῆν
τὸν οὐρανόν , καταβλέπειν δ ' εἰς τὴν γῆν , ἀντιβλέπειν δὲ τῷ ἡλίῳ καὶ ἀντωπεῖν . δυσωπεῖσθαι δὲ τὸ
3866452 προαρπαζειν
, ὥστε πῶς οὐ συγχωρήσουσιν ; ἀλλ ' εἰ δεῖ προαρπάζειν τὸν καιρὸν , ἐπὶ Λακεδαιμονίων ταυτὸν τοῦτο σκοπῶμεν .
πλύνειν , καὶ ἐναφῆναι τοῖς ἄγγεσιν ἀποκείμενα , καὶ μὴ προαρπάζειν ἀπὸ τῆς ταριχείας , καὶ ἔτι θερμὸν ἀποκενοῦν ,
3861131 κλειθρα
ὡς ἔστι τοῦτο τοῖς Εὐριπίδου λόγοις ” τὰ μὲν πυλωρῶν κλεῖθρά μ ' εἰσεδέξατο “ . κούρισμα δ ' ᾠδὴ
ὡς ἔστι τοῦτο τοῖς Εὐριπίδου λόγοις ” τὰ μὲν πυλωρῶν κλεῖθρά μ ' εἰσεδέξατο “ . κούρισμα δ ' ᾠδὴ
3860205 πολεμιστηρια
μελαινάων ] [ ] „ . ὅταν δὲ [ τὰ πολεμιστήρια ὅπλα : ” μῆτερ ] ἐμή , τὰ [
ἀρτίως παρα - τεθεῖσαν λέξιν τῆς προτέρας , ὅσῳ διαλλάττει πολεμιστήρια μὲν ὅπλα πομπευτηρίων , ἀληθιναὶ δὲ ὄψεις εἰδώλων ,
3855023 ἀπαραντος
ἢ τῆς θαλάττης αὐτοὺς ἀπέκλεισαν ξυνωμοσίαν : ἔνορκον ξυμμαχίαν . ἀπάραντος : ἀντὶ τοῦ ἀναπεισθέντος τοῦ δ ' ἐπιγιγνομένου θέρους
' αὐτῷ καὶ τὸν οἰκέτην . Καὶ ἅμα ὄρθρῳ Κύρου ἀπάραντος συνωδοιπόρει . Οὐ πολὺ δὲ προελθόντα ἐπεζήτει τὸν ἄνθρωπον
3851859 τρυπανα
κεραυνῷ , ἢ ὁ τερπόμενος . τέρεν ἁπαλόν . τέρετρα τρύπανα . τετύκοντο ἡτοιμάζοντο . τετραθέλυμνον τετράπτυχον , ἐκ τεσσάρων
τινα εἰσφερόμενοι εἰς τὰ πράγματα οὔτε τῶν θυσιῶν ἄξιοι καθάπερ τρύπανα ὡς ἀληθῶς ἢ σκέπαρνα ; καί μοι δοκεῖς εἰκότως
3840718 θαρρησειεν
. Τίς οὖν τὰ τοιάδε παίγνια κυνηγετικοῖς σπουδάσμασιν ἶσα ἂν θαρρήσειεν εἰπεῖν ; τίς δὲ τῷ βασιλεῖ λέοντι τῷ βλοσυρῷ
ἑαυτὰς οὐκ ἠδυνήθησαν κατασχεῖν ; οὔθ ' ἅρμα ἀναβαίνειν οἶμαι θαρρήσειεν ἄν τις τὸν κρημνὸν ὁρῶν , εἰδὼς ὡς οὐχ
3838628 Ἀρτοξερξην
δυναμένου βουλεύονται ἀναιρεῖν Ξέρξην : καὶ ἀναιροῦσι . καὶ πείθουσιν Ἀρτοξέρξην τὸν υἱόν , ὡς Δαρειαῖος αὐτὸν ὁ ἕτερος παῖς
ἀριθμὸν δὲ νεκρῶν ὁ Κτησίας ἐνακισχιλίους ἀνενεχθῆναί φησι πρὸς τὸν Ἀρτοξέρξην , αὐτῶι δὲ δισμυρίων οὐκ ἐλάττους φανῆναι τοὺς κειμένους
3837561 ἀφανιζων
εἰρήσθω γὰρ ἐν καιρῷ ἐμοὶ τόδε . κλέπτων ἄρα καὶ ἀφανίζων τὴν ὑπόνοιαν . τῆς ψυχῆς τὰ ἐλαττώματα κατηπίσταντο ,
πλέον τ . πόλεως ] οὕτω δεῖ συντάξαι : πλεῖον ἀφανίζων Ἀθηναίων ναυτικὸν οὗ εἶχον ὅτε τὴν ἐν Νάξῳ ναυμαχίαν
3835395 ἀποπεμπεται
σφαιροειδοῦς σφαιροειδές , ἐὰν μὲν ἴσα ᾖ ἀλλήλοις , κυλινδροειδὴς ἀποπέμπεται ἡ τοῦ φωτιζομένου σκιά , ὁπόταν δὲ μεῖζον ᾖ
, ὅτι ὁ γεωργὸς συνεχῶς τὴν γυναῖκα εἰς ἄστυ κατιοῦσαν ἀποπέμπεται , καὶ εἰ πειρώμεθα αὐτὸ ἀποδεικνύναι ὡς ἔγκλημα τὸ
3834727 Φοβερος
δὲ εὐοινεῖ : τημελεῖς ἐλαίαν , ἡ δὲ εὐανθεῖ . Φοβερὸς γεωργὸς οὐδενί , πολέμιος οὐδενί , φίλος πᾶσιν ,
σπεῖραν οὐκ ἔστι συνηγμένος , ἀλλὰ ἐφήπλωται διὰ παντός . Φοβερὸς δὲ δοκεῖ τοῖς ἄλλοις εἶναι πως καί ἐστιν ἑρπετοῖς
3830713 Θεογενην
μὴ ἀγαπᾶν εἰ ἔφασκον αὐτὴν ἀστὴν εἶναι , ἀλλὰ κατιδόντες Θεογένην Κοιρωνίδην λαχόντα βασιλέα , ἄνθρωπον εὐγενῆ μέν , πένητα
καὶ περὶ τῶν ἱερῶν πρόνοιαν ἐποιεῖτο , καὶ ἐζημίου τὸν Θεογένην ὅσα κυρία ἐστίν , ἐν ἀπορρήτῳ δὲ καὶ διὰ
3828230 Πολυνεικες
ἐπὶ τῷ τέλει παράγραφος . + ἤγουν ὦ Ἐτέοκλες καὶ Πολύνεικες . εὐφήμως εἶπε τὸ ἐπανθήσαντες : ἔδει γὰρ εἰπεῖν
. φιλικῶς γὰρ διέκειτο πρὸς αὐτόν . . παισθεὶς ] Πολύνεικες . . σὺ δ ' ἔθανες ] φησὶ πάλιν
3824524 δεδηλωμενα
γάρ . τεθμὸς δέ τις ἀθανάτων : ἔτι πρὸς τὰ δεδηλωμένα τείνει περὶ τῆς εἰς τοὺς ξένους αὐτῶν εὐεργεσίας :
πέρας τῆς σανίδος ἐξέκοψα τετραγώνοις ὑπομήκεσιν ἐκκοπεῦσιν , ἵνα τὰ δεδηλωμένα τῶν πλευρῶν πέρατα ἐναρμόζηται εἰς τὰς ἐκκοπάς : αὐτὰ
3823357 πολυχρονιωτερα
εἶναι βιωφελέστερα καὶ ἡδίω ψυχῇ καὶ σώματι τὰ γυμνάσματα καὶ πολυχρονιώτερα τῶν ἐν ἀθλήσεσι , μὴ συναφηβῶντα τῇ τοῦ σώματος
τοιαῦτα καὶ ἑαυτοῖς . Ὡς δ ' ἁπλῶς εἰπεῖν πάντα πολυχρονιώτερα διὰ τὸ περιέχον : ἐπεὶ καὶ τὸ γίγαρτον καὶ
3818931 ἑστηκοτα
γε ” εἶπεν ” ἐπὶ μηχανῆς τηλικαύτης καὶ θείας οὕτως ἑστηκότα περί τε τοῦ οὐρανοῦ σαφεστέρας ἤδη ἐκφέρειν δόξας περί
τιμῶν τὸν χαλκοῦν μὲν ἐν Ῥώμῃ , χαλκοῦν δὲ Ἀθήνησιν ἑστηκότα . τὸ δὲ αὐτὸ καὶ ἐμοί τινα τιμὴν οἴσει
3818833 εἰκαστικως
κατ ' ἀξίαν ἀγαθύνεται . Οὐκοῦν τὸ ἁπλῶς ἤδη καὶ εἰκαστικῶς ῥηθὲν ἐν οἷς προδιεληλύθαμεν νῦν λόγῳ ἀναγκαίως πεφώραται ;
τῷ μὲν περὶ τοῦ μάντεως θανάτῳ πιστεύει : λέγει δὲ εἰκαστικῶς ὡς , ἐπειδὴ μάντις ἐστίν , οἶδε καὶ τὴν
3818463 θηλυπρεπη
ἐν αὐτῇ γίνονται , οὐχ ὥσπερ ἐν τῇ νυκτὶ τὰ θηλυπρεπῆ καὶ ἀνέσιμα . οὕτω μὲν , ὡς ἔφην ,
οὔτοι αὐλητρίδας ἔχων καὶ αὐλητάςτί γὰρ γυναικὶ καὶ πολέμῳἀλλὰ ; θηλυπρεπῆ τε καὶ σύντονον αὔλησιν , ὅπως ἡ μὲν ἀκονήσειε
3814834 ἐνσπονδα
ἠξίου τῇ διὰ τῆς χώρας πάνθ ' ὑπισχνούμενος πράξειν τὰ ἔνσπονδα , μὴ τεμεῖν χωρίον , μὴ θρέμματα , μὴ
τὴν πρὸς ἀλλήλους φιλίαν μάλιστα ἰχθύων , καὶ ἔστιν ἀεὶ ἔνσπονδα αὐτοῖς , ἤτοι τῆς θεοῦ τὴν ὁμόνοιαν καταπνεούσης ,
3810191 Ἰαονων
χορὸς , τὸν ναυτικὸν ἡμῶν λαὸν τὸν ἡττηθέντα παρὰ τῶν Ἰαόνων λέγεις παθεῖν πῆμα ἄελπτον ; ὁ δέ φησι πρὸς
' : εὔδηλα γάρ : νέᾳ νέᾳ δύᾳ δύᾳ : Ἰαόνων ναυβατᾶν κύρσαντες οὐκ εὐτυχῶς . δυσπόλεμον δὴ γένος τὸ
3808111 παροδευων
. Μετὰ μέντοι γε τὴν χειμερινὴν τροπὴν οὐκέτι πρὸς μεσημβρίαν παροδεύων ὁ ἥλιος θεωρεῖται , ἀλλ ' ἐπὶ τὰ ἕτερα
. ὃ δὲ προπέμψας τινὰ παρασκευὴν πολιορκίας εἵπετο : καὶ παροδεύων ἐνέβαλλεν ἐς Ἰλυργίαν πόλιν , ἣ Ῥωμαίων μὲν ἦν
3805291 Ἡγησιανακτα
τὸν Καλλατιανὸν Δημήτριον Ἱερώνυμόν τε καὶ Ἀντίγονον καὶ Ἡρακλείδην καὶ Ἡγησιάνακτα καὶ ἄλλους μυρίους : ὧν ἁπάντων εἰ τὰ ὀνόματα
τρωικοῦ διακόσμου εὐφώνους φησὶ γίνεσθαι τοὺς μὴ σύκων ἐσθίοντας . Ἡγησιάνακτα γοῦν τὸν Ἀλεξανδρέα τὸν τὰς ἱστορίας γράψαντα κατ '
3801404 παρανομεις
εἶθ ' ὅτι δεῖξον , ὦ πάτερ , ὅτι οὐ παρανομεῖς : αἴτησον τὸν δῆμον τὴν δωρεὰν , ἄνελθε ἐπὶ
ταῦτα παρελθὼν ζητεῖς με ἀδίκως ἀπολέσαι . Ἃ δὲ σὺ παρανομεῖς , αὐτὰ ταῦτά μοι μέγιστα μαρτύριά ἐστιν : εὖ
3798903 καταβαινοντα
ἀτρεκέως καταλέξω . Ἐπείτε γὰρ τάχιστά σε ἐπυθόμην ἐπὶ θάλασσαν καταβαίνοντα τὴν Ἑλληνίδα , βουλόμενός τοι δοῦναι ἐς τὸν πόλεμον
συμβέβηκεν ἅπαντας ἐκ λεπτῶν νημάτων . ὁρᾷς καθάπερ ἀράχνιά τινα καταβαίνοντα ἐφ ' ἕκαστον ἀπὸ τῶν ἀτράκτων ; Ὁρῶ πάνυ
3798311 καιομενα
. στρέφουσι δὲ ἐξ αὐτοῦ καὶ ἐλλύχνια , καὶ ἔστιν καιόμενα λαμπρὰ καὶ ἀκατάκαυστα . τῶν δὲ ἐκμαγείων τῶν ῥυπαινομένων
δὲ χολὴ ἐγχριομένη ὀξυωπίαν παρέχει . τὰ δὲ ὀστᾶ αὐτοῦ καιόμενα ἐπὶ ἀμπελίνων ξύλων δαίμονας διώκουσιν . ἐσθιόμενος δὲ ὁ
3797410 ληρος
' ἐπίτασιν λαμβανομένου τοῦ ἵππου . κρόνιππος : ὁ μέγας λῆρος : κατ ' ἐπίτασιν γὰρ τὸ ἵππος λαμβάνεται .
' ἄγαν : ἀναιρείσθω γάρ , φησίν , ὁ ποιητικὸς λῆρος σὺν Καλλιμάχῳ τῷ λέγοντι : εἰ θεὸν οἶσθα ,
3790799 ἑψεις
μὴ αἰδεσθείη διὰ τῶν ὀφθαλμῶν , κάτω κύπτων ” λίθον ἕψεις “ ἔλεγεν . τὸ παροιμιῶδες . ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων
: καὶ Ἀριστοφάνης τὴν χύτραν ἐν ᾗ τὰ κρεάδι ' ἕψεις ἐζωμευμένα . τὸν δ ' ὀψοποιὸν καὶ μάγειρον λέγει
3790696 ἀπροσδιοριστος
: πᾶσιν γὰρ φανερὸν ὅτι ἡ μερικὴ κατάφασις καὶ ἡ ἀπροσδιόριστος τὴν αὐτὴν δύναμιν ἔχουσιν , οἷον ἄνθρωπος βαδίζει ,
ἀκέραιος ἔμεινεν . Οἷον τὸ ἐνδέχεται ὑπάρχειν . ὅτι ἡ ἀπροσδιόριστος κατάφασις τῇ ἀπροσδιορίστῳ ἀποφάσει ἀντιστρέφει , καὶ τὸ παντὶ
3789617 ὑπερουρανιου
διάνοια , καὶ τῶν ὄντων εἰδῶν νοῦς τόπος καὶ τοῦ ὑπερουρανίου , ὃν τόπον οἰκείως ἀκουσόμεθα ὡς τῶν θείων εἰδῶν
αὐτὸν ἐπαινεῖ . Τὸ τοιοῦτον οὖν φησιν καὶ ἐπὶ τοῦ ὑπερουρανίου τόπου . Τὸ δὲ ἄλλως τε καὶ περὶ ἀληθείας
3785950 ἑτοιμα
δὲ οὐδὲν πλέον ἀλλὰ καὶ μείονα τούτων κεκτημένους ἔχοντας εὐθὺς ἕτοιμα [ ὅταν ] ὧν ἂν δέωνται χρῆσθαι . Ἄλλο
: ψηκτρίζειν : γυμνάσω τὰ πρόσφορα : τὰ συνήθη καὶ ἕτοιμα . τὰ σύμφορα , τὰ ἐπιτήδεια , τὰ δέοντα
3781004 Κοννος
οἷον τὸ μηδέν . Γ Κόννος εὐτελής . Γ ⌈ Κόννος γὰρ Γ [ οὗτος ] τὰ πατρῷα κατέφαγε καὶ
δὲ ὡς περὶ πενήτων . Γ τραγαλίζοντα : ἐσθίοντα . Κόννος ? [ ] κιθαρῳδὸς ἦν πϚ * * .
3779663 ἰσαναφορα
παραγενόμενοι ἐπὶ τοὺς τόπους τὰς ἀναιρέσεις σημαίνουσιν ἢ εἰς τὰ ἰσανάφορα τοῦ ὡροσκόπου . Οἷον ἔστω Κρόνος Καρκίνου μοίρᾳ καʹ
Αἰγοκέρωτα πρὸς τοὺς Διδύμους : τὰ δὲ κατὰ γειτνίασιν ἑαυτῶν ἰσανάφορα ζῴδια , ὁμοίως τὴν ἴσην δύναμιν ἑαυτοῖς ἐφέξει καθάπερ
3777393 προσδοκωμενα
παρελθεῖν : ἐκράτει τὴν θέαν τὰ ὁρώμενα , εἷλκε τὰ προσδοκώμενα . περιάγων οὖν ἐμαυτὸν εἰς πάσας τὰς ἀγυιὰς καὶ
ἐπέκεινα τά τε ἤδη συμβεβηκότα ἡμῖν καὶ τὰ ἐς ὕστερον προσδοκώμενα . καὶ γὰρ ἔτυχες τότε καὶ αὐτὸς ἀλητεύων κατὰ
3776858 ἀτριβης
: οἷον , λήθω ἀληθής : πείθω ἀπειθής : τρίβω ἀτριβής : παιδοτρίβης : κλίνω ἀκλίνης : εἴκω ἐπιεικής :
, ἡγεμονία . ὁδὸς δ ' ἄπορος δύσπορος δυσπόρευτος , ἀτριβής , ἀπάνθρωπος , ἀγρία , σκολιά , ἀσαφής ,
3776648 ἀνεχηται
τὸ σιδήριον καθιέναι , καὶ πυκνὰ ἐξαιρέειν , ἵνα μᾶλλον ἀνέχηται θερμαινόμενος : καὶ οὔτε ἕλκος ἕξει ὑπὸ τῆς θερμασίης
Ἱμείρουσι : θέλουσιν οἱ ἁλιεῖς . ἱμείρωσι : ἐπιθυμῶσιν . ἀνέχηται : κατάξει : ἡ λῆξις τὸ πλῆθος δικτύου .
3774786 ἐπεφλεγεν
θράσει : σάλπιγξ δ ' ἀυτῇ πάντ ' ἐκεῖν ' ἐπέφλεγεν . εὐθὺς δὲ κώπης ῥοθιάδος ξυνεμβολῇ ἔπαισαν ἅλμην βρύχιον
σάλπιγξ δὲ ἐν ἀϋτῇ καὶ βοῇ καὶ ἠχῇ πάντα ἐκεῖνα ἐπέφλεγεν , ἤτοι τὰ τῶν Ἑλλήνων ἐξέκαιεν καὶ ἀνήγειρεν ἡ
3773866 Δαμι
, καὶ „ τί παθών „ , ἔφη ” ὦ Δάμι , διασπᾷς τὰ ἐρωτώμενα ; οὐ γὰρ ναυτιῶν γε
ἐπεὶ μηδὲ αὑτὸν ἔτι οἶδεν . ἐπισχὼν οὖν ” ὦ Δάμι , ” ἔφη „ λευκὸς ὁ κύων λάσιος προβατευτικὸς

Back