τὸ Ψιλὸν στόμα τοῦ Ἴστρου ἐπ ' εὐθὺ πλέοντι ἀνέμῳ ἀπαρκτίᾳ ὡς τὸ πέλαγος νῆσος πρόκειται , ἥντινα οἱ μὲν
ὁ πλοῦς , ἀλλ ' ὁ μὲν Διογένης ἐξωσθῆναι μόνον ἀπαρκτίᾳ , ὁ δὲ Θεόφιλος ἀναχθῆναι μόνον νότῳ , τὸν
6506218 Νειλος
Αἴγυπτον , ὅπου εἰς τὸν καταβασμὸν τοῦ ὄρους ἐκπέμπει ὁ Νεῖλος γλυκὺ ῥεῦμα , τίμιον τοῖς ἐκεῖ , ἀπὸ τῶν
καθειστήκεισαν ἑκατοντάρουροι . Πληρούμενος δὲ ὁ ποταμός , καθὼς ὁ Νεῖλος , ἐν ταῖς πρὸς τὸν θερισμὸν ἡμέραις , πολλὴν
6289886 νοτος
ὁ λαμπρὸς τῆς Λύρας ἑσπέριος ἀνατέλλει . Αἰγυπτίοις λὶψ ἢ νότος , ὑετία . κθʹ . ὡρῶν ιδ : ὁ
ʹ : ὁ λαμπρὸς τοῦ Ὕδρου ἑῷος δύνει . Ἱππάρχῳ νότος ἢ βορέας , χειμάζει . κʹ . Αἰγυπτίοις χειμῶνος
6238925 δυομενος
τῆς πάσης γῆς , οὗ μετέβημεν , ἐκ τούτου ἡμῖν δυόμενος φαίνεται , οὐδὲ πολλὴν ἐνίοτε πάνυ γῆν μεταβεβηκόσιν [
Ἥλιος δυόμενος εἰς μὴ καθαρόν . Καὶ ὡς ἂν μερισθῇ δυόμενος οὕτως αἱ ἡμέραι ἐπιτελοῦνται . Οἷον εἰ τὸ τρίτον
6197824 ἀνατελλων
ἢ τὸν ἥλιον αὐτὸν οὐχ ὁρᾷς , ὅτι τἀναντία καὶ ἀνατέλλων καὶ δυόμενος ἐργάζεται ; ἐπειδὰν γὰρ ἀνίσχῃ , τὰ
, ἐπὶ δὲ τῶν χειμερινῶν ἐναντίως τοῖς προειρημένοις , ἐὰν ἀνατέλλων ἢ δυόμενος τὰς τροπὰς ποιήσηται . ιγʹ Ἐὰν πρὸ
6157969 χειμεριος
θαλίαις ἡ πόλις ἦν ὥσπερ εἰκός : καὶ πᾶς ὁ χειμέριος χρόνος ἀμφὶ ταῦτα ἐδαπανήθη . ἀρχομένου δ ' ἔαρος
. . Αἰγυπτίοις λὶψ ἢ νότος : Εὐδόξῳ καὶ Δοσιθέῳ χειμέριος ἀήρ . . . . . ἐν δὲ τῇ
6140560 βορεας
: ὁ λαμπρὸς τῆς βορείου Χηλῆς ἑῷος δύνει . Αἰγυπτίοις βορέας σφοδρός . Καλλίππῳ καὶ Εὐκτήμονι ἐπισημαίνει . βʹ .
κδ : . . . Αἰγυπτίοις χειμέριος περίστασις , Εὐδόξῳ βορέας ψυχρός . . . . . ἐν δὲ τῇ
6123467 Μαιανδρος
, ἑαυτὸν ἔβαλεν εἰς ποταμὸν , ὃς ἀπ ' αὐτοῦ Μαίανδρος προσωνομάσθη . Γεννᾶται δ ' ἐν αὐτῷ λίθος κατ
Μεγασθένης οὐδένα εἶναι τοῦ Μαιάνδρου ἀποδέοντα , ἵναπερ ναυσίπορος ὁ Μαίανδρος . εἶναι ὦν τὸ εὖρος τῷ Γάγγῃ , ἔνθαπερ
5977381 νοτῳ
' ἡ μέν ἐστι τῶν ἄρκτων , ἡ δὲ τῷ νότῳ κεκλήρωται . Ὠνομάσθαι δὲ τὴν χώραν ἐξ Εὐρώπης φασὶ
οὐχ ὑγιαίνειν μοι δοκῶ . κἀκεῖθεν εἰς τὴν Ἰταλίαν ἀνέμῳ νότῳ διεβάλομεν τὸ πέλαγος εἰς Μεσσαπίους , Ἄρτος δ '
5955616 Ὠριων
. Τοῦ Ἰουλίου τὴν πρώτην τε μέχρι καὶ τῆς τετάρτης Ὠρίων ἀνίσχει καὶ κρυπτὸν ἄστρον σὺν τῷ Στεφάνῳ , τὴν
φησιν : ἐκ τούτου οὖν Αἴλιοι χρηματίζουσιν . οὕτως [ Ὠρίων ] , . , . . Αἱμασιά : τὸ
5955097 Ἀετος
Ὕδρος , ἐφ ' ὧι κατηστέρισται Κρατήρ , Κόραξ Προκύων Ἀετὸς Δελφὶς Ὠρίων Ὀιστὸς Δελτωτὸν Ἀνδρομέδα Λαγωὸς Κῆτος Κύων ,
καὶ πρὸς τὸ οὖς σαλεύων θῇς , ἀκούσει κωδωνίζοντος . Ἀετὸς ἰχθύς ἐστιν ἀλέπιδος , θαλάσσιος παρόμοιος ἱέρακος , μελανώτερος
5899472 καικιας
δὲ ἄγει τὰ ὕδατα . Ὑγροὶ δὲ μάλιστα ὅ τε καικίας καὶ λίψ : χαλαζώδης δ ' ἀπαρκτίας καὶ θρακίας
τῶν ἀξίως ἁλισκομένων . Ἕλκων ἐφ ' ἑαυτὸν ὥσπερ ὁ καικίας νέφος , Ἔπειτα πλουτῶν οὐκέθ ' ἥδεται φακῆ ,
5891328 πλημμυρων
ἥλιον : Νεῖλος δ ' ἐδόκει μοι κατηφής , καίπερ πλημμυρῶν τοῖς ῥεύμασι : μικροῦ δὲ ἀντηλλαξάμην τὸν Κιμμερίων βίον
πάντα ἀλεαίνοντος , τάχα δὲ ἐπεὶ καὶ ταῖς θεριναῖς τροπαῖς πλημμυρῶν ὁ ποταμὸς προαναλίσκει τὰς νεφώσειςἄρχεται μὲν γὰρ ἐπιβαίνειν θέρους
5883932 πνει
λείπω λείπεις λείπει , ποιῶ ποιεῖς ποιεῖ . τὸ δὲ πνεῖ καὶ ῥεῖ καὶ πλεῖ οὐκ ἰσοσυλλαβεῖ . οὕτω καὶ
. ναῦς ὥς τις ἐκ μὲν γῆς ἀνήρτηται βρόχοις , πνεῖ δ ' οὖρος , ἡμῖν δ ' οὐ κρατεῖ
5872930 βροχῃ
παρεμφερής , ἀνέμῳ νεφέλῃ τε καὶ ἀστραπῇ , βροντῇ , βροχῇ . ὑπηρετεῖ δὲ αὐτῷ θάλασσα καὶ πέτραι , καὶ
πᾶς χρόνος ἀπὸ τοῦ πρώτου πρὸς τὸ ἔσχατον ἔσται τῇ βροχῇ τῶν ἐνόντων , ὥστε μηδὲν κωλύειν , ὅταν ἅπαν
5872226 βορρας
: οἶδε δὲ καὶ τοῦτο , ὅτι ἄρα ὁ μὲν βορρᾶς ἀρρενοποιός ἐστιν , ὁ δὲ νότος θηλυγόνος εἶναι πέφυκε
ψύχρωσις ἀνέμου , καὶ βροχίτζας , τὴν δὲ τρισκαιδεκάτην πνεῖ βορρᾶς ἐκ τῶν Ὑάδων , τεσσαρεισκαιδεκάτῃ τε αὖθις ἄστρον προσδύνει
5816955 θερινας
μοι προσωφελῆσαι κατὰ λόγον τὸ γενόμενον θέρος : τὰς γὰρ θερινὰς νούσους χειμὼν ἐπιγενόμενος λύει , καὶ τὰς χειμερινὰς θέρος
ἐναντίοις γίνεται . τοῦ χειμερινοῦ μὲν γὰρ ἀρχὴ μετὰ τροπὰς θερινὰς τοῦ Μεταγειτνιῶνος μηνός , ἐν ᾧ σπείρουσι ῥάφανον ῥαφανίδα
5803853 ἀρκτος
παρούσης ἴχνη ζητεῖς : ἐπὶ τῶν ἀδήλων ⋮ Ἡ γὰρ ἄρκτος χειμῶνος μὲν ἀποτίκτει , καὶ φωλεύει τεκοῦσα , καὶ
ὁ χερσαῖος πόδας μὲν ἔχει πενταδακτύλους , καθάπερ καὶ ἡ ἄρκτος , ῥύγχος ὑός , ὀδόντας οὓς μὲν προβάτου ,
5792867 ὠκεανος
' ἀπὸ τῶν ἄρκτων καὶ τῆς μεσημβρίας τὰ μὲν ὁ ὠκεανὸς περιείληφεν ἀρξάμενος ἀπὸ τῶν βορείων ἄκρων τῆς Πυρήνης μέχρι
βόρειος λέγεται , ἤδη δὲ αὐτοῦ τὸ μὲν ἀνατολικώτερον Σκυθικὸς ὠκεανὸς , τὸ δὲ δυτικώτερον Γερμανικός τε καὶ Βρεττανικὸς καλεῖται
5784346 καταδυεται
γὰρ ἀνθρώπου καὶ πολὺ ἔτι ἀπέχουσα , ὥς φασι , καταδύεται δὲ ἐς φάραγγας καὶ σπήλαια τὰ βαθύτατα . οἱ
Ἔλαφον διώκει λέων : ἡ δὲ φεύγουσα ὑπεξάγει , καὶ καταδύεται εἰς δρυμὸν βαθύν : ὁ δὲ λέων ἐπιστὰς τῷ
5774897 Ἰσσικος
νότον ὁ Τυρρηνικός : ζʹ ἀνατολικώτερος τούτου κυρτὸν ἐπιστρεφόμενος ὁ Ἰσσικός : ηʹ ὁ Κρητικός : θʹ ὁ Εὔξεινος πόντος
ἀγὼν συνέπεσεν Ἀλεξάνδρῳ καὶ Δαρείῳ : καὶ ὁ κόλπος εἴρηται Ἰσσικός : ἐν αὐτῷ δὲ πόλις Ῥωσὸς καὶ Μυρίανδρος πόλις
5772167 ζεφυρος
ἢ ἔπομβρος καὶ ἀνέμων ἀκρασία . Δοσιθέῳ εὐδία , ἐνίοτε ζέφυρος πνεῖ . ιβʹ . ὡρῶν ιδ : ὁ λαμπρὸς
καὶ τὸ λοιπὸν τῶν Πλειάδων ἀνίσχει , καὶ τὴν ὀγδόην ζέφυρος ὄρθρου ἄρχεται πνέειν , καὶ τὴν ἐννάτην ζάλη γὰρ
5759469 Αἰξ
μετίασι δυόμενοι : νότια . Ἐν δὲ τῇ ιθῃ Εὐκτήμονι Αἲξ δύνει . Ἐν δὲ τῇ καῃ Εὐδόξῳ Σκορπίος ἑῷος
ἐπιτέλλει : καὶ χειμαίνει . Ἐν δὲ τῇ κγῃ Εὐδόξῳ Αἲξ ἑῴα δύνει . Ἐν δὲ τῇ κϚῃ Εὐδόξῳ Ἀετὸς
5748856 ἀνεμος
τὴν ῥάβδον ἐκτείνει , κελεύσαντος τοῦ θεοῦ . κἄπειτ ' ἄνεμος καταράττει , νότος βιαιότατος , ὅλην τὴν ἡμέραν καὶ
ἐβουλήθησαν μὴ κατοκνῆσαι , ῥᾳδίως ἐγένετο , καὶ οὐκ ἂν ἄνεμος ἐκώλυσεν . βοηθήσαντες δὲ ἅμ ' ἡμέρᾳ πανδημεὶ οἱ
5734345 πελαγιος
δύσφθαρτος , μετρία πρὸς ἐκκρίσεις . διαφέρει δ ' ἡ πελάγιος τῆς πετραίας , διάπυρος οὖσα κινναβάρει καὶ χρυσώπῃ :
ἐν ταῖς χειμεριωτάταις ἡμέραις χαίρει τε πρόσγειος μᾶλλον ὢν ἢ πελάγιος . ζῇ δ ' οὐ πλέον δύο ἐτῶν .
5718964 γεφυρωσαι
, ὃν Βόσπορον Δαρεῖος ὁ Ξέρξου πατὴρ ἐγεφύρωσε πρὸ τοῦ γεφυρῶσαι Ξέρξην τὸν Ἑλλήσποντον . πέτραι Συμπληγάδες ἃς Ὅμηρος Πλακτὰς
ὄρυγμά τι ὀρύττειν ἔδει , σκάπτων πρῶτος , εἴτε ῥεῖθρον γεφυρῶσαι ἢ βάθος χῶσαι : πᾶν θ ' ὃ χειρῶν
5715994 Τιγρις
ἧστινος τὸ ἐνδότατον δύνων καὶ ὡς εἰς βάραθρον ἐμπεσὼν ὁ Τίγρις καταπολὺ ὑποκάτωθεν σύρεται : πάλιν δὲ ὑπόγειος ἐξ αὐτῆς
. τὸν δὲ μετ ' εἰς αὐγὰς ποταμῶν ὤκιστος ἁπάντων Τίγρις ἐϋρρείτης φέρεται ῥόον ἶσον ἐλαύνων , τόσσον ἄνευθεν ἐών
5695143 Μυσιος
. . . . νθ γοʹ μβ γοʹ καὶ ὁ Μύσιος Ὄλυμπος τὸ ὄρος νζ μα ∠ ʹ . Κατέχουσι
. , : ῥεῖ δ ' ἐκ τοῦ Τήμνου ποταμὸς Μύσιος , ἐμβάλλων εἰς τὸν Κάϊκον ὑπὸ ταῖς πηγαῖς αὐτοῦ
5680283 κατεδυ
τὸ ζῷον καὶ καταδῦνον εἰς τὰς ὀπὰς τῆς γῆς , κατέδυ δὲ καὶ ὁ Ἀμφιάραος , ὁ δὲ παῖς σημεῖον
οὗ . ἐπεὶ κατὰ γαῖ ' : κεραυνωθεὶς γὰρ Ἀμφιάραος κατέδυ μετὰ τοῦ ἅρματος ἐν τῷ Ὠρωπῷ τῆς Βοιωτίας καταποθεὶς
5675411 χειμαρρων
καὶ στρογγύλα λιθίδια , οἷα ἡμεῖς ἐπὶ ταῖς ὄχθαις τῶν χειμάρρων ἀνευρίσκομεν : ταῦτά ποτε μὲν ἓν κατὰ μίαν ἔσκεπε
καὶ πεδιάδα βρίθουσαν ζῴων καὶ φυτῶν καὶ ποταμῶν αὐθιγενῶν καὶ χειμάρρων φορὰς καὶ πελαγῶν ἀναχύσεις καὶ εὐκρασίας ἀέρος καὶ τῶν
5654938 γνοφος
. τὸ μέλαν . ἀπὸ τοῦ γνόφου καὶ δνόφου . γνόφος δὲ ὁ κενὸς φάους ἀήρ . κατὰ δὲ μετάθεσιν
κυκῶν τὴν θάλατταν ὑπὸ τῶν ἐπῶν , χειμὼν ἄφνω καὶ γνόφος ἐμπεσὼν ὀλίγου δεῖν περιέτρεψεν ἡμῖν τὴν ναῦν : ὅτε
5650915 πλους
ζητῆσαι , διὰ ποίαν αἰτίαν ὥσπερ ἀπὸ τοῦ πλόος γίνεται πλοῦς κατὰ κρᾶσιν τῶν δύο οο εἰς τὴν ου δίφθογγον
: δυσεπίβολος μὲν , ἐπιφορώτερος δὲ ἐκείνων καὶ συντομώτερος ὁ πλοῦς . Μετὰ δὲ τὸν Σίνθον ποταμὸν ἕτερός ἐστι κόλπος
5627009 ἰσοδρομος
μὲν τάχει παρέδραμε , Μωυσῇ δὲ ἠκουλούθησε , μήπω δυνηθεὶς ἰσόδρομος αὐτῷ γενέσθαι κεκραμένῳ καὶ μιγάδι ἀριθμῷ χρήσεται , τῷ
ἃ σὺ καταλέγεις , καὶ πλείονα ὧν καταλέγεις , δρόμος ἰσόδρομος σχεδὸν τῷ ἡλίῳ ἀπὸ Τίγρητος εἰς Ὠκεανόν , πόρος
5625472 πνευσαντος
γίνεται πάλιν ἐκ δευτέρου , καὶ ἀνέμου κατὰ πρόσωπον Βακτρίων πνεύσαντος , νικᾶι Ἀρτοξέρξης , καὶ προσχωρεῖ αὐτῶι πᾶσα Βακτρία
, τοῦτον ἀλεύασθαι καὶ παγάδας αἵ τ ' ἐπὶ γαῖαν πνεύσαντος Βορέαο δυσηλεγέες τελέθουσιν . προτρεψάμενος αὐτὸν τῷ χειμῶνι ἐργάζεσθαι
5612698 Φροντιν
ἐποιχόμενος κατέπεφνε , πηδάλιον μετὰ χερσὶ θεούσης νηὸς ἔχοντα , Φρόντιν Ὀνητορίδην , ὃς ἐκαίνυτο φῦλ ' ἀνθρώπων νῆα κυβερνῆσαι
Αἰήτου . καὶ οὗτος μέν φησιν αὐτοὺς δ , Ἄργον Φρόντιν Μέλανα Κυτίσωρον , Ἐπιμενίδης δὲ πέμπτον προστίθησι Πρέσβωνα .
5605467 κατερχεται
ὁ τοῖς ποσὶ μακρὰ βιβάς , σπουδῇ δὲ ἥκει καὶ κατέρχεται ; μῶν ἐπιφωνήσομεν αὐτῷ ; Καὶ μάλα . Κλεόλαε
. ] : ἐπεὶ Νεοπτόλεμος Ἑρμιόνην γαμεῖ τὴν Μενέλεω , κατέρχεται εἰς Δελφοὺς περὶ παίδων χρησόμενος : οὐ γὰρ αὐτῷ
5590892 ὑετος
οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἀστραπὴ διαΐξασα καὶ βροντὴ καταρραγεῖσα καὶ ὑετὸς ἢ χιὼν ἢ χάλαζα κατενεχθεῖσα καὶ ταῦτα δυσείκαστα πάντα
βορείου Χηλῆς κρύπτεται . Αἰγυπτίοις ὑετοί , χειμαίνει . Εὐδόξῳ ὑετὸς καὶ ἄνεμος μεταπίπτων . Δοσιθέῳ ἐπισημαίνει . ηʹ .
5588482 ἑῳον
, τοῦ ἄρα ἡλίου ἐπὶ τοῦ θʹ ὄντος τὸ εʹ ἑῷον δύνει . Πάλιν ἐπεὶ τοῦ ἡλίου ἐπὶ τοῦ λʹ
Αἰθίοπας τοὺς ἄνω Αἰγύπτου καὶ δι ' Ἀράβων ἐπὶ τὸν ἑῷον ὠκεανὸν ἡ ἀρχὴ διεξέρχεται , καὶ ὅρος ἐστὶν αὐτοῖς
5582620 ἀμπωτεσι
παλιρροίαις χρωμένων : εὐρεῖς γὰρ ἔστιν ὅτε κόλποι θαλάττης ὑποσυρείσης ἀμπώτεσι βαθὺς ἐξαίφνης αἰγιαλός εἰσι καὶ μικρὸν ὕστερον ἀναχυθείσης πελάγη
μὲν ἐν τῇσι πλημμυρίῃσιν , ὑπέμενε δὲ καὶ ἐν τῇσιν ἀμπώτεσι τὸ ὕδωρ μεμιγμένον τῷ ποταμῷ : Καύμανα δὲ οὔνομα
5582482 ἐξιησιν
ἐτησίας αἰτίαν παρέχειν , διὰ τοῦθ ' ὁ Νεῖλος οὐκ ἐξίησιν εἰς θάλατταν , ἀλλ ' ἐπ ' αὐτὰ τὰ
Γλαῦκος καὶ ὁ Ἵππος : πληρωθεὶς δὲ καὶ γενόμενος πλωτὸς ἐξίησιν εἰς τὸν Πόντον καὶ ἔχει πόλιν ὁμώνυμον ἐφ '
5582110 ἀπηλιωτης
ἥλιος εὐθέως ἀνατείλῃ . τέταρτός ἐστιν σχηματισμὸς ὁ καλούμενος μεσημβρινὸς ἀπηλιώτης , ὅταν τοῦ ἡλίου ἐπὶ τοῦ μεσημβρινοῦ ὄντος ὁ
Μένανδρος Θετταλῇ . . . εἶτ ' ἀπέδραν μόνος . ἀπηλιώτης : ἐν τῷ π καὶ ἀντήλιος καὶ πάντα τὰ
5573514 Βοωτην
] ! ! [ ! ! ] ! [ ! Βοώτην ] τὸν [ Πλόκαμον ] ? [ ] ?
γάρ μιν φορέουσι . Τῶν γὰρ Χηλῶν ἀρχομένων ἀνατέλλειν τὸν Βοώτην φησὶν ὅλον ἀνατεταλκέναι καὶ τὴν Ἀργώ , τοῦ δὲ
5557790 Ἰνδικος
Ἰνδῷ ποταμῷ οἱ νότιοι Σκύθαιοἱ καὶ Ἰνδοσκύθαι καλούμενοικατοικοῦσιν , ὅστις Ἰνδικὸς κατέναντι τῆς ἐρυθρᾶς θαλάσσης κατέρχεται ταχὺν ῥοῦν ἐπὶ τὸν
πολλῶν τῶν θηρίων τῆς μητρὸς συλλαβούσης τίκτεται . ὅτι ὁ Ἰνδικὸς πάνθηρ μύρου ὄζων διὰ τῆς εὐωδίας τὰ θηρία ἐφελκόμενος
5557095 Κανωβον
ἀναπαυόμενον κοιμώμενον ἀναπνέοντα , θνήσκοντα κυβερνητῆρα : ἡ αἱμορροῒς ἔδακε Κάνωβον , τὸν κυβερνήτην τοῦ Μενελάου , καθεύδοντα ἐν τῷ
τῆς Ἀραβίας ἀναγόμενοι εὐθύνουσι τὸν πλοῦν πρὸς μεσημβρίαν καὶ τὸν Κάνωβον ἀστέρα , ὅστις ἐκεῖ λέγεται Ἵππος καί ἐστι νοτιώτατος
5548646 Ἀρωματα
ἂν ξυνεψήσῃς : ἔπειτα ἐμβαλὼν ἐς ῥάκος , πυρία . Ἀρώματα ἐς τὸ ὕδωρ ἐμβαλλόμενα ἑψήσας ὅσον χοίνικα , καὶ
. . . οζ η ∠ ʹ Μετὰ δὲ τὰ Ἀρώματα νῆσοι αἵδε : Ἀμείκου ἢ Ἀμείβου νῆσος . .
5541245 ἐπιτελλων
δὲ τῷ χρόνῳ τούτῳ παρ ' οἷς μὲν ὁ Κύων ἐπιτέλλων τὸν καιρὸν μηνύει , παρ ' οἷς δὲ ἄλλο
διὰ νυκτὸς πνεύσαντα ἄνεμον καὶ ἔμπαλιν παννυχίου γενομένης νηνεμίας αὐτὸς ἐπιτέλλων λάβρον ἤγειρεν ἄνεμον . ἢ πρόδηλος ἡ λύσις ἐκ
5541201 ἀνισχει
τε , ἀλλά γε καὶ τῇ ἕκτῃ Ἀρκτοῦρος προσφερόμενος ἡμερινὸς ἀνίσχει καὶ τῇ ἑβδόμῃ δύεται Ἵππος ἀπὸ πρωίας , ὀγδόῃ
ὁ Καρκίνος „ ἀνατέλλῃ , τῶν μὲν πρὸς ἄρκτους οὐθὲν ἀνίσχει , ” τῶν δὲ πρὸς νότον ὁ Λαγωός ,
5537154 διεσχεν
ἤδη προσκειμένων σφίσι τῶν Μακεδόνων . καὶ ἐν τούτῳ ἵνα διέσχεν ἡ ἵππος ἡ Ἀλεξάνδρου ἐς φυγὴν πάντες ἐπεστράφησαν .
αὐταῖς πολλούς . ὡς δὲ ἐς πλάτος ἤδη ὁ ποταμὸς διέσχεν , ἐνταῦθα δὴ ὅ τε ῥοῦς οὐκέτι ὡσαύτως χαλεπὸς
5525200 στενος
θάτερον θατέρου κεχώρισται : κατασκεύαζε καὶ τοῖς ἄλλοις πράγμασι : στενὸς γὰρ ὁ ὅρος ἁπανταχοῦ : καλὸν ἔχει τὸ διὰ
ἦν ἀδελφιδοῦς Πώρου , λοχῶντος κατὰ τὴν ὁδὸν , ᾗ στενὸς ἦν αὐλὼν , μῆκος μὲν ἱκανῶς ἐκτεταμένος , πλάτος
5515705 Ἀρκτουρος
Ὠρίωνα Διδύμοις καὶ Ταύρῳ πλησιάζειν , τότε ἐπιτήδειον τρυγᾶνὁ δὲ Ἀρκτοῦρος ὁμοταγὴς τῇ Παρθένῳ : ἔστι δὲ ὁ Σκορπίος ὁμοταγὴς
: ἀστὴρ γάρ ἐστι ἐπὶ τῆς ζώνης τοῦ Ἀρκτοφύλακος ὁ Ἀρκτοῦρος . ἀκροκνέφαιος : κατὰ τὸ ἄκρον κνέφας τῆς ἑσπέρας
5515600 ἐτησιων
τὸ ῥεῦμα . Θαλῆς δὲ ὁ Μιλήσιός φησιν ὑπὸ τῶν ἐτησίων † συνελαυνόμενα τὰ νέφη κατὰ τὰ ὄρη τῆς Αἰθιοπίας
: ἵν ' ἐπιδείξηται ὅτι καὶ τῶν καιρῶν καὶ τῶν ἐτησίων ὡρῶν αἴτιος οὔτ ' οὐρανὸς οὔθ ' ἥλιος οὔθ
5514155 Λυρα
αὐτὸ , πρὸς δὲ τὴν τριακάδα Ὠρίων ὅλος κρύπτεται καὶ Λύρα προσανίσχει . Τὴν πρώτην Νοεμβρίου δὲ δύνουσιν αἱ Πλειάδαι
δ ' ἀνατέλλουν , καὶ τῇ ἑβδόμῃ τοῦ μηνὸς ἡ Λύρα ἐπιτέλλει , καὶ τῇ ὀγδόῃ ὁ Δελφὶν ἑσπέριος προσδύνει
5493575 κολπος
βαρύνεται οὔρεος ἄκρη Ἐρχομένῳ : τὼς κεῖνος ἑλίσσεται εἰν ἁλὶ κόλπος , Νήχυτος , ἔνθα καὶ ἔνθα βαρυνόμενος προχοῇσιν .
πόλις Χαλκηδὼν ἔξω * Θρᾴκης , μεθ ' ἣν ὁ κόλπος ὁ Ὀλβιανός . Παράπλους ἀπὸ Μαριανδύνων μέχρι τοῦ μυχοῦ
5488225 ἱναπερ
τὸ συνεστάναι τῷ Λαβδάλῳ : Λάβδαλον τόπος ἐν Σικελίᾳ . ἵναπερ καθεζόμενοι : ὅπου πολιορκοῦντες . τὸν κύκλον : ἤτοι
. ἀπὸ δὲ τῶν Ἀθηνῶν ὁρμηθέντες τὸν Πρύτανιν παρημείψαμεν , ἵναπερ καὶ τὰ Ἀγχιάλου βασίλειά ἐστιν . καὶ οὗτος ἀπέχει
5485029 δυοντα
Καλυψοῦς μνήμην ἔσχε : Πληιάδας τ ' ἐσορῶντα καὶ ὀψὲ δύοντα Βοώτην ἄρκτον θ ' , ἣν καὶ ἅμαξαν ἐπίκλησιν
σέθεν ἀστέρα λύχνον . καί μιν ὀπιπεύων , οὐκ ὀψὲ δύοντα Βοώτην , οὐ θρασὺν Ὠρίωνα καὶ ἄβροχον ὁλκὸν Ἁμάξης
5470813 ἀνετειλε
, ἐννύχιοι πνοιῇ ἀνέμοιο θέοντες . ἦρι δὲ νισσομένοισιν Ἄθω ἀνέτειλε κολώνη Θρηικίη , ἣ τόσσον ἀπόπροθι Λῆμνον ἐοῦσαν ὅσσον
. * . Ἄθως : † Ἥρη δὲ νισομένοισιν Ἄθω ἀνέτειλε κολώνη : ἀκρωτήριον Θρᾴκης . Σοφοκλῆς : † Ἄθω
5465287 ͵ε
διὰ κρύος : στάδιοι δ ' εἰσὶν οὗτοι δισμύριοι καὶ ͵ε καὶ σʹ : ἀοίκητα δέ ἐστι καὶ τὰ ἀπὸ
πεντακόσιοι καὶ χιλιάδες βʹ , κρεῶν δὲ δεκαδύο μυριάδες , ͵ε . . . κατὰ πάντα δὴ τοῦ Ὁμήρου ὑπερτεροῦντος
5450777 μηνη
νύκτα . σκιερῆς : σκοτεινῆς . κνέφας : σκότος . μήνη : ἡ σελήνη . Κελαινιόωσι : μελαίνουσι , μελαίνονται
ἃς οὔθ ' ἥλιος προσδέρκεται ἀκτῖσιν οὔθ ' ἡ νύκτερος μήνη ποτέ . πέλας δ ' ἀδελφαὶ τῶνδε τρεῖς κατάπτεροι
5449104 λιψ
ἕπεται νεφέλη . Περὶ γὰρ τοὺς τόπους τούτους ὅ τε λὶψ ἀμφότερα ταχέως ποιεῖ πνέων ἀπὸ τοιαύτης ἀρχῆς , ὅ
νὶψ νιβός : ἔστιν δὲ ὄνομα κρήνης . οὕτως καὶ λὶψ διὰ τοῦ Ι . ὁ δὲ ἄνεμος λέγεται καθὰ
5448832 παραμειβων
' ἐπαεξόμενον . Αἰάζω Πολύανθον , ὃν εὐνέτις , ὦ παραμείβων , νυμφίον ἐν τύμβῳ θῆκεν Ἀρισταγόρη δεξαμένη σποδιήν τε
τε καὶ Ἴστρος , ὃ μὲν Γερμανοὺς ὃ δὲ Παίονας παραμείβων : οἳ θέρους μὲν ναυσίπορον ἔχουσι τὸ ῥεῖθρον διὰ
5443579 ἐκυβερνα
ἐκείνην ἣν ἐποίησε Καλλικλῆς ὁ Καλύμνιος , Εὐφράνωρ δ ' ἐκυβέρνα Θούριος . Ὦ φιλτάτη γῆ μῆτερ , ὡς σεμνὸν
τελευτήσας ὁ Τῖφυς ἦν . μετὰ δὲ θάνατον αὐτοῦ Ἀγκαῖος ἐκυβέρνα τὴν Ἀργώ , ὃν ἔδει * εἰπεῖν * .
5431911 Ἡνιοχοιο
κεφαλαὶ Διδύμων φορέονται , ἐν δὲ τὰ γούνατα κεῖται ἀρηρότος Ἡνιόχοιο , λαιὴ δὲ κνήμη καὶ ἀριστερὸς ὦμος ἐπ '
καὶ πάλιν : δὲ κεράατος ἄκρον καὶ πόδα δεξιτερὸν παρακειμένου Ἡνιόχοιο εἷς ἀστὴρ ἐπέχει . Ἐπὶ δὲ τοῦ Κηφέως ὁ
5426458 ἐπιτελλει
: ἐν δὲ τῇ ια ἡμέρᾳ Εὐδόξῳ Ὠρίων ἑῷος ὅλος ἐπιτέλλει . [ . . . . . . Φεβρουάριος
δύνει . ὡρῶν ιε ∠ ʹ : ὁ καλούμενος Ἀντάρης ἐπιτέλλει . λʹ . ὡρῶν ιγ ∠ ʹ : ὁ
5424428 περαιουται
δὲ κόσμος κινεῖται ἐν τῷ αἰῶνι , ὁ δὲ χρόνος περαιοῦται ἐν τῷ κόσμῳ , ἡ δὲ γένεσις γίνεται ἐν
πολυτρόποις ἰδέαις πορισμῶν , ἐλπίδι δ ' ὁ ναύκληρος εὐπλοίας περαιοῦται τὰ μακρὰ πελάγη : ἐλπίδι δόξης καὶ ὁ φιλότιμος
5424037 ἐπιλαμβανει
τε ἐμπεσόντος ἐς τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῷ τοῦ κύματος καὶ αὐτίκα ἐπιλαμβάνει τὸ χρεὼν αὐτόν . θαλάσσης δὲ ἀναφαίνεσθαι κῦμα ἐν
ἑπταμήνῳ ἡ μὲν ἑκατέρου τῶν φώτων κατὰ μῆκος μέση πάροδος ἐπιλαμβάνει μοίρας σγ με , ἡ δ ' ἐν τῷ
5414640 Πληιαδας
καὶ Ὅμηρος ἐν Ὀδυσσέως ἀνάπλῳ παρὰ Καλυψοῦς μνήμην ἔσχε : Πληιάδας τ ' ἐσορῶντα καὶ ὀψὲ δύοντα Βοώτην ἄρκτον θ
Ὑάδας φασὶν εἰρῆσθαι , τὰς δὲ ἐπὶ τῆς ἡμιτόμου πλευρᾶς Πληιάδας καλεῖσθαι . Ἄτλαντος γὰρ τοῦ Ἰαπετοῦ καὶ Αἴθρας τῆς
5406442 βορειωι
κρατεῖ αὐτὴν ἀκίνητον ἔχων τὰ πέρατα ἐνηρεισμένα ἔν τε τῶι βορείωι πόλωι καὶ τῶι νοτίωι . ἔχει δὲ ζώνας εʹ
ἀντοικοῦσι χειμών ἐστι καὶ ἡμέρα , τότε τοῖς ἐν τῆι βορείωι οἰκοῦσι θέρος ἐστὶ καὶ νύξ . ὥστε καὶ νύκτας
5406187 Ἀδριας
οἵ εἰσιν Ἀθηναῖοι . Ὁ γὰρ αὐτὸς καὶ Ἰόνιος καὶ Ἀδρίας . Τοῦ δὲ Ἴωνος υἱὸς Ἀδρίας , ἀφ '
ἔνθα ὁ Τυρρηνὸς Ἀδρίᾳ συμβάλλων δεινὴν ἐργάζεται τὴν Χάρυβδιν . Ἀδρίας δὲ καὶ Σένων ὀνόματα ποταμῶν ῥεόντων εἰς τὸν Ἰόνιον
5404556 μεις
οἰκιστῇ καὶ δωματίτῃ , καθά φησι Πυθαίνετος . ἄλλως . μεὶς ἐπιχώριος ὁ Δελφίνιος μὴν καλούμενος , καθ ' ὃν
κατά θ ' εἵματα δεύσῃ : ἀλλ ' ὑπαλεύασθαι : μεὶς γὰρ χαλεπώτατος οὗτος , χειμέριος , χαλεπὸς προβάτοις ,
5398191 Ἠριδανον
Ἰταλίας ἔτι σφίσι συνεστώσης καὶ ἀπὸ τῆς ὁμόρου περὶ τὸν Ἠριδανὸν Γαλατίας , οὐδ ' ὁ Σύλλας ἠμέλει , περιπέμπων
τόθεν Ῥοδανοῖο βαθὺν ῥόον εἰσεπέρησαν , ὅς τ ' εἰς Ἠριδανὸν μετανίσσεται , ἄμμιγα δ ' ὕδωρ ἐν ξυνοχῇ βέβρυχε
5395377 πληρουμενος
Διὸς ὄμβρῳ : ” οὐχ ὡς Δημήτριος ὁ Πύκτης , πληρούμενος . ἐπὶ δὲ τοῦ προχειρισάμενος “ αὐτὰρ ἐγὼ κήρυκά
θέρει τὸν πάντα διαμένων χρόνον : χειμῶνι μὲν γὰρ αὔξεται πληρούμενος τοῖς γινομένοις ὄμβροισιν , ἐν δὲ τῷ θέρει ἀπὸ
5389280 Κυων
ʹ : ὁ καλούμενος Ἀντάρης ἐπιτέλλει . ὡρῶν ιε : Κύων ἑῷος δύνει . ὡρῶν ιε ∠ ʹ : ὁ
ἐπὶ πλέον ἄχρι παρ ' αὐτὸν Κρητῆρα , φθάμενος δὲ Κύων πόδας αἴνυται ἄλλους ἕλκων ἐξόπιθεν πρύμναν πολυτειρέος Ἀργοῦς :
5389091 Λευκοφρυν
. σώζονταί τε δὴ πρὸς τὴν νῆσον οἱ παῖδες τὴν Λεύκοφρυν καὶ ὄνομα ἡ νῆσος τὸ νῦν ἔσχεν ἀπὸ τοῦ
' ἀγκύλης λαμπούριδος λάμψῃ κακὸν φρύκτωρον αὐτανέψιος τοῖς εἰς στενὴν Λεύκοφρυν ἐκπεπλωκόσι καὶ παιδοβρῶτος Πορκέως νήσους διπλᾶς . Ἐγὼ δὲ
5386260 διεβιβασε
κατὰ σπουδὴν ἦγε τὴν δύναμιν καὶ τὸν Ἀράξην ποταμὸν ζεύξας διεβίβασε τοὺς στρατιώτας . προάγοντος δὲ τοῦ βασιλέως θέαμα παράδοξον
, ὡς μὲν ἐγὼ λέγω , κατὰ τὰς ἐούσας γεφύρας διεβίβασε τὸν στρατόν , ὡς δὲ ὁ πολλὸς λόγος Ἑλλήνων
5380557 Αὐσονιον
δὲ αὐτῷ ῥᾷστον ἐγένετο τὸ ἔργον . ὡς γὰρ εἶπεν Αὐσόνιον καὶ τὸν Λάκωνα προσέθηκε , τὸν συμφοιτητὴν ἔφην τὸν
τό τε Τυρρηνικὸν πέλαγος ἀρξάμενον ἀπὸ τοῦ Λιγυστικοῦ καὶ τὸ Αὐσόνιον καὶ ὁ Ἀδρίας . Μετὰ δὲ τὴν Ἰταλίαν καὶ
5369536 χειμων
' ἐνιαύσιοι ἑπτὰ : εἰσὶ δὲ αὗται : σποράτος : χειμὼν : φυταλίαι [ ] : ἔαρ : θέρος :
. οἷον , ὥς φησιν αὐτός , ἐὰν ὑπὸ κύνα χειμὼν γένηται καὶ πάγος , τοῦτο κατὰ συμβεβηκός φαμεν ,
5366914 Ἀζανιας
ἓξ καὶ μετ ' αὐτὸν κατὰ τὸ ἑξῆς οἱ τῆς Ἀζανίας δρόμοι , πρῶτον μὲν ὁ λεγόμενος Σαραπίωνος , εἶθ
τὴν γῆν τῷ τε Ῥαπτῷ ἀκρωτηρίῳ καὶ νοτίοις μέρεσι τῆς Ἀζανίας . Τῷ δὲ Κῶρυ ἀκρωτηρίῳ , τῷ τῆς Ἰνδικῆς
5364219 βροχη
Λύρα τε σὺν τῷ Καρκίνῳ δύνει καὶ πρὸς ἑσπέραν ἡ βροχὴ τῇ χθονὶ παρεμπίπτει , τῇ δὲ τριτάτῃ ὅμοια ὡς
κατ ' ὀλίγον ποιεῖται . Λυπεῖ δὲ αὐτῷ ψύχος καὶ βροχὴ καὶ νότου πνοή , διαλύουσα τὴν τῶν τόξων δύναμιν
5357353 διαρπασας
στόλου , καὶ τὴν τῶν Ἱστιαιέων πόλιν βίᾳ χειρωσάμενος καὶ διαρπάσας τὴν χώραν αὐτῶν ἐδῄωσεν . Ἅμα δὲ τούτοις πραττομένοις
ἄστεος οἰκίας καὶ πᾶσαν τὴν ἄλλην νῆσον καταδραμὼν καὶ κώμας διαρπάσας καὶ λείαν πλείστην ἐλάσας καὶ ταῖς ναυσὶν ἐνθέμενος ἐπανῄει
5356167 Αἰγαιον
καὶ τὰ πλοῖα διαρκῆ καὶ τὰ ἄλλα πάντα διαβάλωμεν τὸν Αἰγαῖον ἐς τὴν Ἰωνίαν , εἶτα ἐκεῖ τῇ Ἀρτέμιδι θύσαντες
ναυμαχίαις , τῇ μὲν περὶ Τένεδον τῇ δὲ κατὰ τὸν Αἰγαῖον , Λευκόλλου πολεμοῦντος , τοὺς Ποντικοὺς νενικῆσθαι , καὶ
5353714 δυεται
Σελήνη φαεσφοροῦσα τεύξεται , ἀλλ ' ὁτὲ μὲν ἑσπέρας φανεῖσα δύεται , ὁτὲ δὲ ἐπίμονος μέχρι τινὸς μέρους , ἔσθ
τῷ σχήματι κεχρημένης ἄλλοτε παρ ' ἄλλοις ἕκαστα αὐτῶν καὶ δύεται καὶ ἀνατέλλει καὶ τούτου ἕνεκα δεήσει ἅμα καὶ σβέννυσθαι
5353348 σκοπελος
Στράβων ἑβδόμῃ . οὕτως καὶ ἡ χώρα . Δουσαρή , σκόπελος καὶ κορυφὴ ὑψηλοτάτη Ἀραβίας . εἴρηται δὲ ἀπὸ τοῦ
ἔχει μέσος : τοία Στυγός σε μελανοκάρδιος πέτρα Ἀχερόντιός τε σκόπελος αἱματοσταγὴς φρουροῦσι , Κωκυτοῦ τε περίδρομοι κύνες , ἔχιδνά
5352000 ἀποτεμνεται
καὶ τὰ κρινόμενα δὲ τῶν νοσημάτων ἕνα καιρὸν τὴν παρακμὴν ἀποτέμνεται . αἱ γὰρ κρίσεις περὶ τὴν ἀκμὴν λύουσι τὰ
, καὶ μήπω κυρήσῃ τὸ σῶμα τεθνεὸς ταύτῃ , ἧ ἀποτέμνεται , κάρτα κίνδυνος ὑπὸ τῆς ὀδύνης λειποθυμῆσαι : αἱ
5344862 Μιδης
τὸν Γορδίεω , Φρυγίης βασιλέα . Ἀνέθηκε γὰρ δὴ καὶ Μίδης τὸν βασιλήιον θρόνον ἐς τὸν προκατίζων ἐδίκαζε , ἐόντα
τ ' ἐμπήξειας , ὅσον διπάλαιστα τελέσκων πρῶτα μὲν Ὠδονίηθε Μίδης ἅπερ Ἀσίδος ἀρχήν λείπων ἐν κλήροισιν ἀνέτρεφεν Ἠμαθίοισιν αἰὲν
5344634 Ἑλλησποντος
Ἰσαυρία , Παμφυλία , Λυκία , Καρία , Ἀσία , Ἑλλήσποντος , χώρα Φρυγία τῶν [ ἐν ] τῇ δευτέρᾳ
πάντων ἀρετῇ τε κράτιστοι ἐν Λιπάραις : πολλοὺς δὲ καὶ Ἑλλήσποντος ἀθροίζει . ἢν δέ ποτ ' εἰς Ἴασον Καρῶν
5338527 ἐπιπνεοντος
καταλίποιεν . Ἀλλ ' ὅ γε εὔστοχος θηρατὴς βορέου μὲν ἐπιπνέοντος ἐς νότον ἱστάτω τὰ θήρατρα : τούτου δ '
ζεφυρίας , ζεφύρων , ἀνέμου δεξιοῦ γενομένου , ἐπιγενομένου , ἐπιπνέοντος , προσπνέοντος , προπέμποντος , παραπέμποντος , συμπροπέμποντος ,
5337970 ἀκρονυχος
δὲ τῇ δ Δημοκρίτῳ . . . Εὐδόξῳ δὲ Ἀρκτοῦρος ἀκρόνυχος ἐπιτέλλει : καὶ ὑετὸς γίνεται . Καὶ χελιδὼν φαίνεται
. . . . ἐν δὲ τῇ ιζ Εὐδόξῳ Σκορπίος ἀκρόνυχος ὅλος δύνει . . [ Σκορπίος ἀκρώνυχος ] δύνει
5336719 Ἱππος
ἀπειρία κἀκεῖσε μᾶλλον , Ἔνθα κῦμα θαλάσσης τυραννεῖ σκάφος . Ἵππος εὐγενὴς οὐ λακτίζει . Ἑρμηνεία . Εὐγένειαν ὁ λαχὼν
ἢ εἰς τὰ πλάγια νεύουσιν οἱ ὀφθαλμοί . τμθʹ . Ἵππος ἐστὶ διάθεσις ἐκ γενετῆς καθ ' ἣν ἀστατοῦσι καὶ
5333679 ἀπλατος
λιθόλευστον Ἄρη ξυναλγεῖν μετὰ τοῦδε τυπείς , τὸν αἶς ' ἄπλατος ἴσχει . Οὐκέτι : λαμπρᾶς γὰρ ἄτερ στεροπᾶς ᾄξας
. ἐκ γὰρ τοῦ παντὸς αἰῶνος σεσώρευται τοῦ μνίου φόρτος ἄπλατος , ὄρει παρεμφερής : οὗτος ὑπὸ τῆς συνεχοῦς τοῦ
5329464 τριγληνα
ἀραρυίῃ , ἐν δ ' ἄρα ἕρματα ἧκεν ἐϋτρήτοισι λοβοῖσι τρίγληνα μορόεντα : χάρις δ ' ἀπελάμπετο πολλή . κρηδέμνῳ
ἠέλιον ὥς : ἕρματα δ ' Εὐρυδάμαντι δύω θεράποντες ἔνεικαν τρίγληνα μορόεντα , χάρις δ ' ἀπελάμπετο πολλή : ἐκ
5325492 ἰκτεριωδεες
ἔχουσαι μικρὰ κοπρώδεα μεθ ' ὑποχονδρίου ἀλγήματος καὶ πλευροῦ , ἰκτεριώδεες : ἦρά γε , ἐπιστάντων τούτων , ἐκχλοιοῦνται ;
οἶδα . Περὶ ἡλίου τροπὰς χειμερινὰς , βόρεια ἦν : ἰκτεριώδεες ἐγένοντο κατακορέως , καὶ οἱ μὲν φρικώδεες , οἱ
5317308 Λιβυκη
καὶ Κυπριακός , καὶ Κυπριεύς καὶ Κυπρίτης . ἔστι καὶ Λιβυκὴ Κύπρος . τὸ ἐθνικὸν Κυπρίτης . Κύραυνις , νῆσος
ὥρας : διχῶς τὸ σπέρμα δύναται νοεῖσθαι , καὶ ὅτι Λιβυκὴ ἡ βῶλος , καὶ ὅτι οἷον ἀρχὴ τῆς εἰς
5314709 παρεκτεινων
τῶν νῦν φαινομένων , ὅτι ὁρᾶται καὶ εἰς πλείονα ἔτη παρεκτείνων ὁ τεταρταῖος . ἀλλὰ πρῶτον μὲν αἰτίασαι τὸν χρόνον
πλεῖον ὑποχωρούσης , ἄλλος ἐκδέχεται βαθύτατος κόλπος , ἐπὶ πολὺ παρεκτείνων , ὁ λεγόμενος Σαχαλίτης , καὶ χώρα λιβα -
5312788 Ἀτλας
ἱστορίαν . ὑπείροχον ] μέγα . . Μῦθος παλαιὸς ὡς Ἄτλας νώτοις φέρει τὸν οὐρανὸν κάτωθεν ἐκ γῆς ἀνέχων .
αὐτῆς Ἀλκυόνην φέρουσι Ποσειδῶν καὶ Ζεύς . ἐπείργασται δὲ καὶ Ἄτλας καὶ Ἡρακλέους μονομαχία πρὸς Κύκνον καὶ ἡ παρὰ Φόλῳ
5299727 ἐπιπνεει
, καὶ τὴν ἐννάτην ταύτης Πλειάδες ὄρθρου φαίνονται καὶ νότος ἐπιπνέει , ἡ Αἲξ δὲ τὴν τριακοστήν . Ὀκτωβρίου δὲ
πρὸς ἑβδόμην τούτου , καὶ τῇ ὀγδόῃ ζέφυρος ἢ βορρᾶς ἐπιπνέει , ἐννάτῃ δὲ Ὑδροχοὸς , καὶ κρυπτὸν ἄστρον φαίνει
5298044 Θεοφιλος
ἀνθρώπων τούτων οὐθεὶς οὔτ ' ἂν ἴσως προσέλθοι . καὶ Θεόφιλος τοίνυν πολλὰ ἔχων καὶ μεγάλα ἔνδον ὤνια παρ '
ὀλίγον ὕστερον ἐκθήσομαι , πολλὰ ἔχον τῶν ζητουμένων ὀνομάτων . Θεόφιλος Παγκρατιαστῇ : ἑφθῶν μὲν σχεδὸν τρεῖς μνᾶς , λέγ
5294554 χαλαζα
: ” Ἥξει γὰρ ὀργὴ θεοῦ ὡς πῦρ καὶ ὡς χάλαζα συγκαταφερομένη βίᾳ καὶ ὡς ὕδωρ σῦρον ἐν φάραγγι .
τῇ σαρκὶ τοῦ ὀστρέου , ὥσπερ ἐν τοῖς συείοις ἡ χάλαζα , καί ἐστιν ἣ μὲν χρυσοειδὴς σφόδρα , ὥστε
5291634 Ἀραβιον
παρουσῶν ἥν * * θέλει φιλήσει . κιθαρῳδὸν ἐξηγείρατ ' Ἀράβιον χορόν . βαρύσταθμον βαυβήσομεν ἐλᾶν γυναῖκ ' Ἀθηναίαν καλήν
χορόν . καὶ πάλιν Μένανδρος ἐν Ἀνατιθεμένῃ ἢ Μεσσηνίᾳ : Ἀράβιον ἆρ ' ἐγὼ κεκίνηκ ' ἄγγελον ; Ἀργεία φορά
5281113 πνεοντος
δενδρίτιδες γενόμεναι . Τινὲς συμβουλεύουσιν ἔαρος ἀρχομένου , ζεφύρου μέντοι πνέοντος , τὰ κλήματα λαμβάνειν , καὶ παραχρῆμα φυτεύειν .
τῆς ἀσπίδος τὸν Τυφῶνα ἀφιέντα διὰ τοῦ στόματος τοῦ πῦρ πνέοντος καπνὸν μέλανα τὸν ἀδελφὸν τοῦ πυρός . αἰόλην δὲ
5272456 Ἡμερη
τε καὶ ἀκαμάτῃσι χέρεσσιν ἀστεμφέως , ὅθι Νύξ τε καὶ Ἡμέρη ἆσσον ἰοῦσαι ἀλλήλας προσέειπον ἀμειβόμεναι μέγαν οὐδὸν χάλκεον :
. ] Νυκτὸς δ ' αὖτ ' Αἰθήρ τε καὶ Ἡμέρη ἐξεγένοντο : ἄλλως : ὅντινα Τιθωνὸν ὁ τέθριππος ὄχος
5272255 χιων
ἐν τοῖς καλοῖς συμποσίοις , ἐν οἷς πολλὴ μὲν ἡ χιών , πολλὴ δὲ ὕβρις , αἰσχραὶ δὲ ἅμιλλαι ,
καὶ διὰ τί πῦρ ] καὶ διὰ τί ψύχει ἡ χιών . . . . . . Καὶ Θεόφραστος μέντοι

Back