Λευκοὺς λίθους ἔχοντες αὐχοῦσιν μέγα . Λυγκέως ὅμοιος : οὗτος ὀξυδερκέστατος γέγονεν , ὡς καὶ τὰ ὑπὸ γῆν ὁρᾶν . | ||
πρὸς σκύλακος ἢ λαγωδαρίου ποδώκειαν ; ὁ μὲν γὰρ ἀνθρώπων ὀξυδερκέστατος πρὸς ἱεράκων ἢ ἀετῶν ὄψιν ἀμβλυωπέστατος . ἀκοαῖς γε |
. ΑΥΤΙΚΑ ΓΑΡ ΤΡΕΧΕΙ ὉΡΚΟΣ . Κατασκευάζων πῶς ἡ δικαιοσύνη ὑπερφέρει τῆς ὕβρεως , φησί . Σκολι - ῶν γὰρ | ||
ὑπάρχει βασιλέων καὶ ἀρχόντων , ὅτι καὶ ἡ ὅρασις αὐτοῦ ὑπερφέρει πάντας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων . ὁ δὲ Ἰσαὰκ |
θατέρῳ . Ἡ μὲν γὰρ τοῦ πάντα περιέχοντος οὐρανοῦ κίνησις ἀπλανὴς οὖσα μία τέ ἐστι καὶ τεταγμένη , ἡ μέντοι | ||
, αἱ δὲ πρὸς αὐτὸ τὸ ζῆν . τούτων γὰρ ἀπλανὴς θεωρία πᾶσαν αἵρεσιν καὶ φυγὴν ἐπανάγειν οἶδεν ἐπὶ τὴν |
αὑτοῦ λόγους , ὑφ ' ὧν σε ἀνασπᾷ δηλαδὴ καὶ ἀνακουφίζει πρὸς αὑτόν τε καὶ τὴν ἀρετὴν αὐτὸς πρὸ πολλοῦ | ||
Δωριεῖς τὰ πτερά , ἀνθρώπους δὲ οἶνος ἐπαίρει τε καὶ ἀνακουφίζει γνώμην οὐδέν τι ἧσσον ἢ ὄρνιθας πτερά . καὶ |
γίγνεται τὸ σῶμα , καὶ ὅλον ἀσθενές , καὶ κομιδῇ τρέμει , οἵ τε πόδες φέρειν σφαλλόμενοι τοῦτο ἥκιστα δύνανται | ||
καὶ ὁ ἄριστος . Ἀνάσσειν : βασιλεύειν . Πεφρίκει : τρέμει , φοβεῖτε . Πόσιν : ἄνδρα . Μυκήσαιντ ' |
τῇ φράσει : τὰ μὲν γὰρ τὴν πρώτην τοῦ λόγου κατέχει τάξιν , καὶ σπερματικωτέραις χρώμενα ταῖς ἐννοίαις τοῖς τε | ||
εἰϲβολὴν τῆϲ ϲυνήθουϲ ὥραϲ ὁ παροξυϲμόϲ , χρόνον δὲ ἐλάχιϲτον κατέχει τά τε ϲυμπτώματα ἐπιεικέϲτερα καὶ ἁπλούϲτερα γίνεται ἢ οὐδόλωϲ |
ὑπάρχει , ὃς οὔτε μεγέθους ἐστὶ λόγος οὔτε χρόνου , περιεκτικὸς δὲ τούτων ἁπάντων καὶ τῶν ἄλλων , ὅσοις ὑπάρχειν | ||
, ὑπ ' οὐδενὸς περιεχόμενος . Ὡς γὰρ ὁ τόπος περιεκτικὸς σωμάτων ἐστὶ καὶ καταφυγή , οὕτω καὶ ὁ θεῖος |
ἔστι δὲ ὁ μὲν ἄρρην στερεός , ὁ δὲ θῆλυς κοῖλος : διαιροῦσι γὰρ καὶ τοῦτον τῷ ἄρρενι καὶ θήλει | ||
ἐστι κατ ' ἐκεῖνα τὸ τῆς θαλάττης ἀγγεῖον καθαρόν , κοῖλος δὲ καὶ ψαμμώδης ὁ τόπος ὢν ἐκδέχεται τὸ πέλαγος |
τοὺς καλάμους . εὐρῶτι παλύνεται : εὐρὼς κυρίως ἡ πρασινώδης ὁμίχλη . ἐπάξα : τὸ βʹ πρόσωπον τοῦ μέσου ἀορίστου | ||
θαλάσσης πόρον ἀπέκλειον . ἐφέρετο δὲ πολλὴ μὲν ὑπὲρ αὐτῶν ὁμίχλη πολὺς δὲ πάταγος , ἦν δὲ ἀδύνατον καὶ τοῖς |
οὕτω φωτίζει , ὥστε καὶ τὰ τῶν ἄλλων χρώματα ποιεῖν ὁρατά , τὸν πόρρω δὲ οὕτως , ὥστε ἑαυτὸ μόνον | ||
ὅπῃ τύχοι φέρεται , καὶ ὀφθαλμοὶ πρὸς πάντα ἀναπεπταμένοι τὰ ὁρατά , καὶ ἃ μὴ θέμις ὁρᾶν , ἐξώκειλαν , |
Ἰνδῷ ποταμῷ οἱ νότιοι Σκύθαιοἱ καὶ Ἰνδοσκύθαι καλούμενοικατοικοῦσιν , ὅστις Ἰνδικὸς κατέναντι τῆς ἐρυθρᾶς θαλάσσης κατέρχεται ταχὺν ῥοῦν ἐπὶ τὸν | ||
πολλῶν τῶν θηρίων τῆς μητρὸς συλλαβούσης τίκτεται . ὅτι ὁ Ἰνδικὸς πάνθηρ μύρου ὄζων διὰ τῆς εὐωδίας τὰ θηρία ἐφελκόμενος |
. καθάπερ γὰρ τὰ ἐκθυμιώμενα τῶν ἀρωμάτων εὐωδίας τοὺς πλησιάζοντας ἀναπίμπλησι , τὸν αὐτὸν τρόπον ὅσοι γείτονες καὶ ὅμοροι σοφοῦ | ||
μὲν τὰ ἁμαρτήματα ἡ ἀρετή , φέγγους δὲ τὴν ὅλην ἀναπίμπλησι διάνοιαν . ἀλλὰ γὰρ ἔτι τῶν ἀδιαιρέτων καὶ ἀμερίστων |
ὕπνου φησίν . ἄλλως : ἀντὶ τοῦ ὕπνον , παρόσον ἀφεγγής ἐστι . κατέχευας , ὦ κιθάρα , ἁπαλὸν καὶ | ||
ἔα . τίς ἀχώ , τίς ὀδμὰ προσέπτα μ ' ἀφεγγής , θεόσυτος , ἢ βρότειος , ἢ κεκραμένη ; |
, προσδοκώμενος θάνατος , ἐγκύματος ὁδοιπόρος . Κυμάτων ὁδοιπόρος , θαλάσσιος βερεδάριος , ἀνέμων ἰχνευτής , ἀνέμων συνοδευτής , οἰκουμένης | ||
, ὃ καὶ ἀηδὼν καλεῖται ὑπὸ πάντων γινωσκόμενον . Ἐχῖνος θαλάσσιος ὑπὸ πάντων γινωσκόμενος . Εὔανθος λίθος ἐστὶ πάγχρυσος : |
μυκτῆρος ἐπισπέρχοντες ἀυτμῇ . Ναὶ μὴν καὶ νιφόεσσα φέρει δυσπαίπαλος Ὄθρυς φοινὰ δάκη , κοίλη τε φάραγξ καὶ τρηχέες ἀγμοί | ||
: χιονώδης χιονιζομένη , λευκή * δυσπαίπαλος : τραχυτάτη τραχεῖα Ὄθρυς : ὄνομα ὄρους Θεσσαλίας , ὅπου ὁ σὴψ νέμεται |
μὴ φέρουσα κέντρα . Γάμιαι πνέουσιν αὖραι , μέλος ὀργάνων δονεῖται , τάχα παστὸν Ἀφροδίτῃ Χαρίτων πλέκουσι κῶμοι . Ὁ | ||
τὸ στόμα ἐναπερείσῃ , προσίασι καὶ αἱ λοιπαί , καὶ δονεῖται τὰ ἄγκιστρα ὑπὸ τὸν αὐτὸν καιρὸν περιπαρέντα τοῖς ἰχθύσιν |
ὁμοίως δὲ οὐδὲ τῶν ἄλλων οὐθέν , οἷον εἰ ὁ οὐδὸς θέσει , οὐκ ἐκ τοῦ οὐδοῦ ἡ θέσις ἀλλὰ | ||
οἱ ὄφεις εἰς τὸ χωρῆσαι τὸ σῶμα ὥσπερ ἔλυτρον : οὐδὸς δ ' ἀμφοτέρους ὅδε χείσεται . . . πύργῳ |
διὰ τῆς σφετέρας γῆς . καὶ ἡ τοῦ Ἡρακλέους δὲ στολὴ ἡ τοιαύτη πολὺ νεωτέρα τῆς Τρωικῆς μνήμης ἐστί , | ||
! ? ? μην ! ! ἴση [ ? ? στολὴ ? ? ] [ ] ! ! ! ! |
διαχυθῆναι . θεοῦ ] τοῦ ἡλίου . . φλέγων γὰρ αὐγαῖς ] ὁ γὰρ λαμπρὸς κύκλος τοῦ ἡλίου , περιφραστικῶς | ||
' ἔθ ' ἅρματα λεύσσων ἀελίου τάδε σώματα νεκρῶν ὄμματος αὐγαῖς σαῖς ἐπενώμας ; τῶν μὲν ἐμῶν τεκέων φανερὸν κακόν |
τάφρον , χαλεπῶς δὲ καὶ βιαίως : κρύσταλλός τε γὰρ ἐπεπήγει οὐ βέβαιος ἐν αὐτῇ ὥστ ' ἐπελθεῖν , ἀλλ | ||
συνέπριε : τέλος δέ , ὥσπερ τὴν Νιόβην ἀκούομεν , ἐπεπήγει καὶ εἰς λίθον μετεβέβλητο . εἰ δὲ παράδοξα ἔπαθε |
γνωρίζουσιν . ἔστι δὲ τοιάδε : ὁ μελλήσας σφαγιάζεσθαι καλεῖται Χαλδαϊστὶ μὲν Ἰσαάκ , Ἑλληνιστὶ δὲ μεταληφθέντος τοῦ ὀνόματος „ | ||
θεραπευταῖς καὶ θεοφιλέσιν ὡς ἀληθῶς ἀναγραφέσθωσαν . τούτων ἐστὶν ὁ Χαλδαϊστὶ μὲν προσαγορευόμενος Ἰσραήλ , Ἑλληνιστὶ δὲ ὁρῶν θεόν , |
ἀφυσσόμενος χαμάδις χέε , δεῦε δὲ γαῖαν ψυχὴν κικλήσκων Πατροκλῆος δειλοῖο . ὡς δὲ πατὴρ οὗ παιδὸς ὀδύρεται ὀστέα καίων | ||
ὅτι ἀπ ' εὐθείας τῆς ὁ Πατροκλῆς . καὶ τὸ δειλοῖο δειλαίου . . θάπτε με ὅττι τάχιστα , πύλας |
γὰρ ἀνθρώπου καὶ πολὺ ἔτι ἀπέχουσα , ὥς φασι , καταδύεται δὲ ἐς φάραγγας καὶ σπήλαια τὰ βαθύτατα . οἱ | ||
Ἔλαφον διώκει λέων : ἡ δὲ φεύγουσα ὑπεξάγει , καὶ καταδύεται εἰς δρυμὸν βαθύν : ὁ δὲ λέων ἐπιστὰς τῷ |
δὲ συὸς βλοσυρῆς , ἣ δ ' ἵππου χαιτηέσσης . εὔφορος ἥδε , ταχεῖα , περίδρομος , εἶδος ἀρίστη : | ||
ψυχροῦ νάματος ἀτμίδων τε καὶ ἀέρων , ὧν Ἰταλία μόνη εὔφορος . ” τοιαῦτα δή τινα τῷ μειρακίῳ ὑποτυπούμενοι ἤγειρον |
ἡ ἐκ τῆς γῆς τροφὴ δαψιλὴς εἴη καὶ ὁ ἀὴρ εὐκραής . ἐπεὶ καὶ τὰ μὴ φυλλορροοῦντα παρά τισιν οἷον | ||
Ἤπιος : πρᾳῢς , ἥσυχος , εὐδιόων : εὐδιεινὸς , εὐκραής . μαλακὴν ἅλα : τὴν μὴ τραχεῖαν τῇ ἀνωφερείᾳ |
πανταχῆ βλέπεται καὶ βοᾶται ὁ Ὀλυμπιακὸς ἀγών . τὸ γὰρ δέδορκεν , ἀντὶ παθητικοῦ τοῦ βλέπεται . ἵνα ταχυτὰς ποδῶν | ||
ἀκταῖς Ἑλώρου , ἔνθ ' Ἀρείας πόρον ἄνθρωποι καλέοισι , δέδορκεν παιδὶ τοῦθ ' Ἁγησιδάμου φέγγος ἐν ἁλικίᾳ πρώτᾳ : |
. εἰ δὲ μὴ ἦν ὃ κενὸν καὶ χώραν καὶ ἀναφῆ φύσιν ὀνομάζομεν , οὐκ ἂν εἶχε τὰ σώματα ὅπου | ||
τὸν οὐρανόν , αὐτὴν δήπου τὴν ἀχρώματον καὶ ἀσχημάτιστον καὶ ἀναφῆ ὄντως οὖσαν οὐσίαν , ἣν δικαίως καὶ τῆς ἀληθείας |
καὶ πρὸς αὐτὸν συγκρινομένη τὸν ζέφυρον , ὃν οἱ πολλοὶ τίγριδος ἔφασαν γεννητῆρα μάτην διαφημίσαντες , ὡς οὐκ ἔστιν ἄρρεν | ||
καὶ ὀνύχων εἴσω ποιήσαιτο . Ῥητέον δέ τοι καὶ περὶ τίγριδος , ἣν ἡ φύσις ἐμοὶ δοκεῖν ἐν ζώοις ἐμόρφωσεν |
, ἑτοιμάζεται . εὐνῇ : κοίτῃ : οὐ γὰρ ταύταις ἐπέραστός ἐστιν ἡ τέρψις τοῦ γάμου , οἷα καὶ τοῖς | ||
, ἑτοιμάζεται . εὐνῇ : κοίτῃ : οὐ γὰρ ταύταις ἐπέραστός ἐστιν ἡ τέρψις τοῦ γάμου , οἷα καὶ τοῖς |
εἰ καὶ μακρὸς ὑπάρχει : ὁ δὲ παχὺς ἅμα καὶ εὐμήκης θυμικὸν ἄνδρα καὶ μεγάλαυχον καὶ αὐθάδη σημαίνει : ὁ | ||
δὴ Ζήνων διακήκοε Παρμενίδου καὶ γέγονεν αὐτοῦ παιδικά . καὶ εὐμήκης ἦν , καθά φησι Πλάτων ἐν τῷ Παρμενίδῃ , |
θαλίαις ἡ πόλις ἦν ὥσπερ εἰκός : καὶ πᾶς ὁ χειμέριος χρόνος ἀμφὶ ταῦτα ἐδαπανήθη . ἀρχομένου δ ' ἔαρος | ||
. . Αἰγυπτίοις λὶψ ἢ νότος : Εὐδόξῳ καὶ Δοσιθέῳ χειμέριος ἀήρ . . . . . ἐν δὲ τῇ |
; ἐκ τῆς εἰκόνος μανθάνειν αὐτήν τε αὐτὴν εἰ καλῶς εἴκασται , καὶ τὴν ἀλήθειαν ἧς ἦν εἰκών , ἢ | ||
αὐτή . χρόαν δὲ οὐκ ἔστι μέλαινα , κυανῷ δὲ εἴκασται τῷ βαθυτάτῳ , ἀναπνεῖ δὲ οὐ βραγχίοις , ἀλλὰ |
⌋ δέ , ἐν ὧι [ ἡ καταβολή ] , ἀμέτοχός ψυχροῦ , δῆλον [ ὅτι καὶ τὸ ] κατασκευαζόμενον | ||
καὶ ὁ τόπος δέ , ἐν ὧι ἡ καταβολή , ἀμέτοχός ἐστιν ψυχροῦ , δῆλον ὅτι καὶ τὸ κατασκευαζόμενον ζῶιον |
] τὸν πειθαρχοῦντα . κριθῶντα ] πίονα ταῖς κριθαῖς . ἐπόψεται ] ἴδηι . ἠνάριζες ] ἐφόνευες . σὺν ] | ||
περισσὴ καὶ ἀνόητός ἐστιν ἡ γραφή . καὶ πρόσχες : ἐπόψεται δὲ ὁ Μενέλαος τοὺς τόπους , ὅπου τάδε καὶ |
ψυχῆς ἦλθε δύναμις , ἀὴρ δὲ πᾶς καὶ αἰθὴρ καὶ οὐρανὸς σύμπας ψυχῆς ἄμοιρος , ἀλλ ' ἐκεῖ ψυχαὶ ἀγαθαὶ | ||
ὀρφναίοιο πόλου χρυσήνιος ἠὼς ἀντολίας ἤνοιγεν , ἐδέχνυτο δ ' οὐρανὸς ὄρθρον : καὶ τότ ' ἀριστῆες Μινύαι νέκυν εἰσενόησαν |
Στράβων ἑβδόμῃ . οὕτως καὶ ἡ χώρα . Δουσαρή , σκόπελος καὶ κορυφὴ ὑψηλοτάτη Ἀραβίας . εἴρηται δὲ ἀπὸ τοῦ | ||
ἔχει μέσος : τοία Στυγός σε μελανοκάρδιος πέτρα Ἀχερόντιός τε σκόπελος αἱματοσταγὴς φρουροῦσι , Κωκυτοῦ τε περίδρομοι κύνες , ἔχιδνά |
ἔχων ῥιζοῦτο καὶ ὤπασε μέτρον ἑκάστωι ἀενάων ἐτέων ἕλικα δρόμον ἡνιοχεύων , τηλεπόρωι σοφίηι κοσμήτορι πάντα φυλάσσων : καὶ μεθέπων | ||
θερμὰ λέπαδνα καὶ αἰθαλόεσσαν ἱμάσθλην , ὁππόσον ἱππεύων δύσιν ἔρχεται ἡνιοχεύων , τυτθὸν ὅσον κατὰ βαιὸν ἀέξεται ἐγγύθεν Εὔρου ὁλκὸν |
πῶς τὸ πλῆρες καὶ ναστὸν καὶ τῶν ὄντων βαρύτατον οὐ βρίθει ταλαντεῦον στερεοῦ μηδενὸς ἐπερείδοντος ; ἐξ οὗ φάσματι ἂν | ||
μαστεύοντες , ἄποροι ὄντες τοῦ τὸ θηρώμενον ἐλέγξοντος φθόγγου , βρίθει καὶ ἐπαφῇ ἄπιστον εἰκασίαν λαβόντες , περιπίπτοντες ἀλλήλοις καὶ |
ψεῦδος ὂν εἰ ἐσήμαινε καὶ ἡ ἀδιόριστος ἡ λέγουσα ὁ διανοητὸς Ἀριστομένης ἀεί ἐστι , ψευδὴς ἂν ἦν καὶ αὕτη | ||
μὲν τοῦ Α ἀεὶ εἶναι , ἐπὶ δὲ τοῦ Β διανοητὸς Ἀριστομένης , ἐπὶ δὲ τοῦ Γ Ἀριστομένης . κατηγορείσθω |
ἐπὶ στιβαροῖσι μέλεσσιν . . . . τὰ μὲν γὰρ ὥπλισται κέρασι καὶ ὀδοῦσι καὶ κέντροις , αὐτὰρ ἐχίνοις ὀξυβελεῖς | ||
νεανίαν , ἀμπελουργέ , καὶ ἄγαμαί σε τοῦ ἑταίρου . ὥπλισται δὲ ἢ τί ; Χλαμύδα ἐνῆπται , ξένε , |
ἐν τῇ ὕλῃ ὡς ἔχει : πολλὴ γάρ τις καὶ λάσιος ἐφαίνετο . δαίμων δέ τις , ὡς ἔοικεν , | ||
ἐκεῖνος ; εἶτα πῶς σύριγγα οὐκ ἔχεις οὐδὲ κέρατα οὐδὲ λάσιος εἶ τὰ σκέλη ; Μόνον γὰρ ἐκεῖνον ἡγῇ θεόν |
' ἐστὶ σύμβολον εὐτονίας , ἀφθαρσίας , αὐγοειδεστάτου φέγγους : ἀρραγής τε γὰρ ἡ ὀθόνη καὶ ἐξ οὐδενὸς τῶν ἀποθνῃσκόντων | ||
τρόποι φρουροῦσι τὰς πόλεις , εὐμένειά τε θεοῦ καὶ περίβολος ἀρραγής : ὧν τὸ μὲν παρὰ σοῦ γέγονε , τὸ |
ἤ τι τοιοῦτον . εἶτ ' ὀξέως ἤδη δεδειπνηκόσιν ὕστερα περιφέρεται ταῦτα τὰ ἐπάικλα καλούμενα . συμφέρει δ ' ἕκαστος | ||
περὶ γὰρ τὸν μένοντα πόλον ἕκαστον αὐτῶν τὸ ἴσον ἔχον περιφέρεται τῆι ἰδίαι διαστάσει : ὥστε κύκλον ἂν περιφέροιτο ἕκαστον |
, ὀξύνεται . βαρύνεται δὲ ταῦτα : τράμπις σάλπις πόλις κάλπις θέσπις πόρπις . ὀξύνεται δὲ ταῦτα μὴ πλη - | ||
ψιθυριζούσῃ πίτυι βουκολικὴν σύριγγα παραβάλλων . κομψότατον δὲ πάντων ἡ κάλπις ὕδατος , οἶμαι , ψυχροῦ : τὸ γὰρ ἔμπνουν |
μέρος , ὃ κυρίως εἰπεῖν ψυχὴ ψυχῆς ἐστι , καθάπερ ὀφθαλμὸς ὅ τε κύκλος σύμπας καὶ τὸ κυριώτατον μέρος τὸ | ||
δὲ κατὰ χρόαν ὧδε χρὴ διαιρεῖσθαι : γλαυκὸς μὲν ὁ ὀφθαλμὸς ἤτοι διὰ μέγεθος ἢ λαμπρότητα τοῦ κρυσταλλοειδοῦς ἢ προπετῆ |
ἀποπέμπεσθαι τὴν τῆς γῆς σκιάν : οὔτε δὲ κυλινδροειδὴς οὔτε καλαθοειδής ἐστι : κωνοειδὴς ἄρα : εἰ δὲ τοῦτο , | ||
φωτίζον , τὸν ἥλιον . Ὅτι δὲ μήτε κυλινδροειδὴς μήτε καλαθοειδής ἐστιν , ἀλλὰ κωνοειδὴς ἡ τῆς γῆς σκιά , |
ἑκάστοτε ἐν ὠδῖσίν ἐστιν , ὅτε χρημάτων ἐρᾷ , [ ὠδίνει , ] ὅτε δόξης , ὅτε ἡδονῆς , ὅτε | ||
βληχητά , ἃ δὴ καὶ μαρυκᾶσθαι λέγουσιν . Ὁ γαλεὸς ὠδίνει διὰ τοῦ στόματος ἐν τῇ θαλάττῃ , πάλιν τε |
κύριος „ . ἡ θεία σύνταξις αὕτη τὴν ὁρατικὴν ψυχὴν φωτίζει τε ὁμοῦ καὶ γλυκαίνει , φέγγος μὲν τὸ ἀληθείας | ||
ἔχοντα , οἷον ἀναγκαίως τὸ πῦρ θερμαίνει , ὁ ἥλιος φωτίζει , ἐνδεχόμενα δὲ τὰ δυνάμενα καὶ ἄλλως ἔχειν , |
γὰρ ἔοικε πάντας ἀεὶ πεπιθέσθαι , ἐπεὶ μάλα φέρτατός ἐστιν ἰφθίμων τε θεῶν ὀλιγοσθενέων τ ' ἀνθρώπων . Καὶ γὰρ | ||
ἠδ ' ὅσα Κύκλωψ ἕρξε , καὶ ὡς ἀπετείσατο ποινὴν ἰφθίμων ἑτάρων , οὓς ἤσθιεν οὐδ ' ἐλέαιρεν : ἠδ |
ἐπὶ Δήλῳ τῇ νήσῳ τὸν αὐτὸν νόμον . τὰ δὲ θυόμενα , ἤν τέ τις Ἐπιδαυρίων αὐτῶν ἤν τε ξένος | ||
πολλοὶ ἱερόθυτα καλοῦσι . Κρατῖνος . . τὰ τοῖς θεοῖς θυόμενα ἱερεῖα . θυμέλη : νῦν μὲν θυμέλην καλοῦμεν τὴν |
καὶ ἤδη μὲν τὸν ἕνα καιρὸν ἐπεράτωσεν , ἐν ᾧ ἐδημιούργησε τὸ βρέφος . νῦν δὲ βούλεται σημειώσασθαι , ἐν | ||
διὰ τί κάλλιστος ὁ κόσμος ; ὅτι ὁ θεὸς αὐτὸν ἐδημιούργησε . Γ ἐλάττων ὁ κόσμος , Β μέσος τὸ |
ἀγαθογνώμων , εὔσαρκος , εὐτραφής . ἐὰν δὲ ὁ Κρόνος δυσειδὴς ἔσται ὁ κλέπτης , μέλας , μυωπάζων τοὺς ὀφθαλμούς | ||
, εὐτραφής , δασυγένειος . ἐὰν δὲ ὁ τοῦ Κρόνου δυσειδὴς ἔσται ὁ κλέπτης , μέλας , μυωπάζων , μικρόφθαλμος |
ἐν τῷ θέρει , καθὼς τοὺς βόας ἐκκεντᾷ ὁ λεγόμενος βουτύπος , ἰδίως δ ' οἰστροκεντίον . θοήν : ὀξεῖαν | ||
τῶν ποδῶν , φησί , σταθεὶς καὶ ἐκτείνας ἑαυτὸν ὡς βουτύπος τὴν χεῖρα ἑαυτοῦ κατέφερεν : ἐπιόντος δὲ αὐτοῦ ὁ |
ἐπιπλοκῆς συμφώνου παροξύνεται , καὶ μακρὸν ἔχει τὸ Α : ὕδρα πέτρα ῥήτρα φαρέτρα γάστρα μήτρα . σεσημείωται τὸ Τάναγρα | ||
, ἢ τρίκρανος Σκύλλα , ποντία κύων , Σφίγξ , ὕδρα , λέαιν ' , ἔχιδνα , πτηνά θ ' |
– ] οὐριοστάτης [ ] ! ατ ? ' : εὔκερως δὲ ? βοῦς ? [ ] πρόσθιον γόνυ ? | ||
διὰ τοῦ Ω μεγάλου γράφονται οἷον μονόκερως , ὑψίκερως , εὔκερως : ὁμοίως καὶ τὰ ἐν τῷ μέσῳ ἔχοντα τὸ |
ἔμελλεν ἐκτελέειν : τῶ καί μιν ἐυφρονέοντ ' ἀνὰ θυμὸν εὐρὺς ἀγάσσατο λαός : ὃ δ ' ἐν μέσσοισιν ἔειπεν | ||
πάντες Ἀχαιοὶ ἄλλοι ὁμῶς ἄλλῃσιν ἐπάλξεσιν : ἔβραχε δ ' εὐρὺς αἰγιαλὸς καὶ νῆες , ἐπεστενάχοντο δὲ μακρὰ τείχεα βαλλομένων |
. . ἐναέριον κρέμασμα ὑπάρχων . . νῦν δ ' αἰθέριον κίνυγμ ' ] νῦν δὲ πέπονθα ὁ τάλας κίνυγμα | ||
ἄρτους ἐκ τοῦ οὐρανοῦ „ : τῷ γὰρ ὄντι τὴν αἰθέριον σοφίαν ὁ θεὸς ταῖς εὐφυέσι καὶ φιλοθεάμοσιν ἄνωθεν ἐπιψεκάζει |
Ἀμφιβρότης : βροτός καὶ ἀμφιβρότη , ἡ ἑκατέρωθεν τὸν βροτὸν σκέπουσα ἀσπίς , . * . . Ἀμφί : πρόθεσις | ||
ἐκεῖνα τολμῶν καὶ ἡ Μέδουσα τεμνομένη τὴν κεφαλὴν καὶ Ἀθηνᾶ σκέπουσα τὸν Περσέα : ὁ δὲ τὴν μὲν τόλμαν εἴργασται |
πρώτη μὲν αὐτῷ δεξιωσομένη προσῆλθεν ἡ μήτηρ πένθιμά τ ' ἠμφιεσμένη τρύχη καὶ τὰς ὁράσεις ἐκτετηκυῖα ὑπὸ τῶν δακρύων , | ||
χαίρω πρός γε τοῖς σοῖς παιδικοῖς . Γυνὴ μέλαιναν δέρριν ἠμφιεσμένη . Εἰ μὴ κόρη δεύσειε τὸ σταῖς ᾔθεος . |
ξυλόχοισιν : τόποις ξύλους ἔχουσιν . ὀρέστερος : ὀρείφοιτος , ὀρεινὸς , ὀρειφοίτης , ἐν ὄρει διάγων . ἀγροιώτης : | ||
„ . Ἀαρὼν δέ ἐστιν ὁ ἱερεύς , καὶ τοὔνομα ὀρεινὸς ἑρμηνεύεται , μετέωρα καὶ ὑψηλὰ φρονῶν λογισμός , οὐ |
καὶ τὸ συγκριτικὸν εὐτυχέστερος , εὐγενέστερος ἐμμελέστερος ὑγιέστερος σαφέστερος πληρέστερος εὐωδέστερος ἐμβριθέστερος προγενέστερος . Καλλίμαχος * * * „ ἠὲ | ||
: τῆς γῆς ὡς γλυκὺ ὄζει καπνός τ ' ἐξέρχεται εὐωδέστερος ; οἰκεῖ τις , ὡς ἔοικε , τῷ χάσματι |
φωτὸς οὔτε τὸ ὁρῶν ἐνεργήσειεν ἂν περὶ τὸ ὁρατόν . φωτοειδὲς γὰρ ὂν καὶ τὸ ὁρατικὸν ἡμῶν , ὡς περιφανῶς | ||
διὸ καὶ τοῦ ἔξωθεν δεῖται φωτὸς καὶ τὸ ὁρατικὸν ὡς φωτοειδὲς καὶ τὰ χρώματα ὡς φῶτά τινα ὄντα , ὡς |
' εἰδῇς διὰ πόσων ἀμαθὴς εἶ τῶν ἐλέγχων καὶ ὅσων ἀθέατος καὶ ἀνήκοος δεῦρο εἰσῆλθες ὥσπερ τις βέβηλος παντάπασιν . | ||
χρῆν ἢ ἐρυθριάσαντα εἰπεῖν , ἢ εἰπόντα ἐρυθριᾶν : οὕτως ἀθέατος καὶ ἀνήκοος καὶ ἄπειρος ἁπάντων τῶν αἰσχίστων διεβίω . |
οὐρὰς πλατέας φορέουσι καὶ ἐπὶ πῆχυν πλάτος . Ἀποκλινομένης δὲ μεσαμβρίης παρήκει πρὸς δύνοντα ἥλιον ἡ Αἰθιοπίη χώρη ἐσχάτη τῶν | ||
' ἀπώμοτον οὐδὲ θαυμάσιον , ἐπειδὴ Ζεὺς πατὴρ Ὀλυμπίων ἐκ μεσαμβρίης ἔθηκε νύκτ ' , ἀποκρύψας φάος ἡλίου † λάμποντος |
, ποταμοὶ ἐξαιρούμενοι τῆς γῆς καὶ θαλάττης ζεῦγμα καὶ ὁ Ἄθως ὡς ἐτμήθη . φασὶ δὲ καὶ ἀνδρῶνι ἐντυχεῖν , | ||
ὑπερτάτην ἄτην : ἐπὶ τῶν πασχόντων ἄξια ὧν ἔδρασαν . Ἄθως καλύπτει πλευρὰ Λημνίας βοός . Ἀπὸ κώπης ἐπὶ βῆμα |
τυραννικὸν ποιητικῷ , ποτέρῳ ἂν αὐτοῖν φανείη ἐνθεώτερος , καὶ οὐράνιος , καὶ ἄξιος Ἀφροδίτης ἐπονομάζεσθαι , καὶ ἔργον εἶναι | ||
γαῖαν , οἶκε θεῶν μακάρων , ῥόμβου δίναισιν ὁδεύων , οὐράνιος χθόνιός τε φύλαξ πάντων περιβληθείς , ἐν στέρνοισιν ἔχων |
γῆν χρυσῆν , καὶ τὰ δένδρα χρυσᾶ , καὶ τὰ λήϊα , καὶ τοὺς λειμῶνας , καὶ τὰ ἐν αὐτοῖς | ||
ὡς ἀπαλοῖ δι ' αὐχένος . Λειμών . ἐστὶν ὅπου λήϊα καταβόσκεται . Λιρός . ὁ ἀναιδής . παρὰ τὸ |
. ὄρφνη ἡ νὺξ ἡ ὀρφανὴ φωτὸς , ἢ καὶ ὀροφή τις οὖσα καὶ ἀποσκίασις . εἰδώλοισιν : ὁμοιώμασι , | ||
στατοὶ χιτῶνες , οἱ γὰρ συρόμενοι συρτοί . ὄροφος καὶ ὀροφή : ἡ στέγη . ὅσιον χωρίον : τὸ βέβηλον |
ἀγγρίζειν , τὸ ὀδυνᾶν . . . . , . ἀγέρωχος : ῥητορικὴ γερουχεῖν . οὕτως Ὠρίων . . . | ||
ἄλλων ἁπάντων ὁ τῶν ἐμῶν πώλων ἔξαρχος πῶλος ἱερὸς καὶ ἀγέρωχος , οἵους Ἡλίῳ θεῷ Νισαῖοι πώλους πωλεύουσι : τοῦτον |
μὴ διακλύζοιτο , διαλέγεσθαι οὐχ οἷός τε ἦν , καὶ πικρὴ λίην ἦν τὰ πολλά : ἔστι δ ' ὅτε | ||
ἀνθρώπων τερπωλῆς ἐπέβημεν ὅλῳ ποδί , σὺν δέ τις αἰεί πικρὴ παρμέμβλωκεν ἐυφροσύνῃσιν ἀνίη : τῶ καὶ τούς , γλυκερῇ |
ἀφθόνους τῶν ἐν χερσὶ περιουσίας , αἳ καθάπερ ἀπ ' ἀενάων πηγῶν τῶν τοῦ θεοῦ χαρίτων ῥέουσαι βαθὺν πλοῦτον ἰδίᾳ | ||
ὄμματος ἀτρέπτοιο βολὴν ἐπὶ γαῖαν ἐρείσας , ἄφνω δ ' ἀενάων ἐπέων ὠδῖνας ἀνοίξας δεινὸν ἀνεβρόντησε καὶ ἠερίης ἅτε πηγῆς |
καὶ ἐπὶ γενικῆς : δαφνών : παρθενών : ἀνδρών : λειμών : χειμών : ἀγών : αἰών : σεσημείωται τὸ | ||
] ! [ . . . θελουσ ! [ ! λειμών ? ? ? [ ! ] ! ! ! |
ἀέκων , οἳ δ ' ἄλκιμον ἦτορ ἔχοντες πρόσσω πᾶς πέτεται καὶ ἀμύνει οἷσι τέκεσσι . τῶν τότε Μυρμιδόνες κραδίην | ||
ἀδυνατοῦντα κατευθὺ χωρεῖν , μόνος δὲ ἱέραξ εἰς ὕψος κατευθὺ πέτεται : ταπείνωσιν δέ , ἐπεὶ τὰ ἕτερα ζῷα οὐ |
δὲ μεταξὺ τὰ μὲν μεσημβρινὰ ἡ Ἀμαθουσία , καὶ ὁ Ὄλυμπος τὸ ὄρος , τὰ δὲ ἀρκτικὰ ἡ Λαπηθία . | ||
: Ἥτε καθαλλομένη ἰοειδέα πόντον ὀρίνει ἐπάλμενος ὀξέϊ δουρί . Ὄλυμπος οὕτω ψιλοῦται , καὶ οὕτω λέγεται οὐρανός . Ὁμοίως |
ἡ εἰκών . καὶ γὰρ καὶ αὐτὸν ἐρῶσα ἐξεδέχετο παρθένος καταλαμπόμενον τῷ κάλλει . ἀνὰ στίβον : ἀνὰ τὴν ὁδόν | ||
ταῖς μεθημεριναῖς πυρσείαις , ἡνίκα τὸ πῦρ ὑπὸ τῶν ἡλιακῶν καταλαμπόμενον αὐγῶν ἐξαμαυροῦται , καπνῷ μηνύεται πολεμίων ἔφοδος . οἷός |
ὡς ἂν τὸ Δίρκης ὄνομ ' ἐπώνυμον λάβηι κρήνης [ ἀπόρρους ] ὃς δίεισιν ἄστεως πεδία τὰ [ Θήβης ] | ||
εἰς πόδας αὐτῷ διήκει τὸ κάλλος . τοὺς δ ' ἀπόρρους αὐτοῦ καὶ κόλπους οὔτε ὅσοι τὸ πλῆθος οὔτε οἷοι |
ἀφόρητος ὥσπερ ἀνθρώπων ὀπτωμένων , καὶ ὁ ἀὴρ ζοφερὸς καὶ ὁμιχλώδης , καὶ κατέσταζεν ἐξ αὐτοῦ δρόσος πιττίνη : ἠκούομεν | ||
πνιγετός . ιϚʹ . Αἰγυπτίοις ἀργεστὴς ἢ νότος , ἀὴρ ὁμιχλώδης . ιζʹ . Αἰγυπτίοις καῦμα μέγα καὶ πνιγετός . |
ὁ Αἰγύπτιος ἦν μὲν συνεῖναι δεινότατος , ἀγωνιστὴς δὲ οὐκ ἰσχυρὸς ὑπὲρ τῆς ἀληθείας , οὐδὲ τὰς ἔξω φερούσας ἀπὸ | ||
. Ὁ δὲ Ξιφίας τῷ τοῦ Ἑρμοῦ προσήκων φαίνεται δὲ ἰσχυρὸς καὶ χλωρότερος , παραμήκεις μᾶλλον ἀκτῖνας ἔχων περὶ αὑτόν |
εἶναι καὶ ἱστίον τῷ ἅρματι , ἀφ ' οὗ καὶ αὐγή τις ἐπὶ τὸ μέτωπον καὶ τὴν κεφαλὴν ἥκει οὔπω | ||
φαίνηται , ἀεξομένοιο διδάσκει μηνός : ὅτε πρώτη ἀποκίδναται αὐτόθεν αὐγή , ὅσσον ἐπισκιάειν , ἐπὶ τέτρατον ἦμαρ ἰοῦσα : |
ἴδμεν . Ἁλόντα γὰρ αὐτὸν ὑπὸ πολεμίων καὶ πωλεόμενον ὠνέεται Πανιώνιος , ἀνὴρ Χῖος , ὃς τὴν ζόην κατεστήσατο ἀπ | ||
ὠνείδισε , ἀχθέντων τῶν παίδων ἐς ὄψιν , ἠναγκάζετο ὁ Πανιώνιος τῶν ἑωυτοῦ παίδων , τεσσέρων ἐόντων , τὰ αἰδοῖα |
τὸν λέοντά φασι θῆρα , ὡς καὶ Καλλίμαχος : θηρὸς ἀερτάζων δέρμα κατωμάδιον . αἰθόμενος : καιόμενος τῷ λιμῷ . | ||
αἴγλην . Καὶ φλόγα κουφίζων κυρτούμενος ἵσταται Ἄτλας αὐξιβίους σπινθῆρας ἀερτάζων ἐπὶ κόρσηι , κρᾶτα παρακλίνων καὶ ἐς ἠέρα χεῖρας |
καὶ ῥῖγος καὶ ὀδύνη τὴν κεφαλὴν , καὶ τὰ σιαγόνια οἰδίσκεται , καὶ τὸ πτύαλον χαλεπῶς καταπίνει , ἀποπτύει δὲ | ||
καὶ ἀψυχίη , καὶ πυρετὸς λεπτὸς , καὶ περίψυξις : οἰδίσκεται δὲ μάλιστα τὰ σκέλεα . Ἡ δὲ νοῦσος λαμβάνει |
ἔρχεται . ἐπιπνεῖ ] ἐμπίπτει . ἐπιπνεῖ ] κινεῖται . ἐπιπνεῖ ] + ἐπὶ τὴν πόλιν . ἐπιπνεῖ ] ἐπέρχεται | ||
καὶ πόλεων πυρπολήσεις : ἐπιδεξίως οὖν τὸ πνεῖ ἔφη . ἐπιπνεῖ λαοδάμας ] ἐπέρχεται ὁ τὸν λαὸν δαμάζων Ἄρης . |
, καταβολή , ἐκβολή . βίαιος ὄμβρος , πολύς , ῥόθιος , ἐλαυνόμενος , ἐπειγόμενος , πυκνός , συνεχής , | ||
τοῖς ὀδοῦσιν , ἀνοίγων , ἀναρρηγνύς , ῥύμῃ ἐπιών , ῥόθιος συμπροσχωρῶν , βίαιος τὴν ὁρμήν , δυσνίκητος , δυσκαταγώνιστος |
καλός τε μέγας τε , ὅν ῥά τε καὶ σύνδεσμον ὑπουράνιον καλέουσιν . Ἀνδρομέδης δέ τοι ὦμος ἀριστερὸς Ἰχθύος ἔστω | ||
τοῦ ἑτέρου συνυφιστάμενον , ὡς ὁ οὐρανὸς ἔχει πρὸς τὸν ὑπουράνιον τόπον . Ἀεὶ γὰρ τὸ προϋφιστάμενον ἀπὸ τῆς χωριστῆς |
. ὢ πᾶσαν μὲν γῆν καὶ θάλατταν , ὅση μὲν βατή , τροπαίων , ὅση δὲ ἄβατος , δόξης καὶ | ||
γλυκύτατα ἰάματα . τοῦ αὐτοῦ . ἀνδρὶ σοφῶι πᾶσα γῆ βατή : ψυχῆς γὰρ ἀγαθῆς πατρὶς ὁ ξύμπας κόσμος . |
ἔοικέ τε κατὰ μέρος εὐητρίοις ὑφαῖς ἢ γραφαῖς συνεφθαρμένα τὰ φωτεινὰ τοῖς σκιεροῖς ἐχούσαις : εὔφωνά τε εἶναι βούλεται πάντα | ||
ἐπὶ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ : αἱ δὲ λαβοῦσαι εἶδον τὰ φωτεινὰ ἅρματα τὰ ἐλθόντα ἐπὶ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ , καὶ |
Ἡρακλῆν ἀπελιθώθη . καὶ διέμεινεν ἔτι καὶ νῦν ὁ λίθος ἀνθρωποειδής . Δελφὸς ἀνὴρ στέφανον μὲν ἔχει , δίψει δ | ||
Ἡρακλῆν ἀπελιθώθη . καὶ διέμεινεν ἔτι καὶ νῦν ὁ λίθος ἀνθρωποειδής . Δελφὸς ἀνὴρ στέφανον μὲν ἔχει , δίψει δ |
. ὁμοίως δὲ καὶ πάντα τὰ ἄστρα σείρια καλοῦσιν οἷον τείρεά τινα ὄντα καὶ σημεῖα τῶν πλοϊζομένων : οἱ μέντοι | ||
. ὁμοίως δὲ καὶ πάντα τὰ ἄστρα σείρια καλοῦσιν οἷον τείρεά τινα ὄντα καὶ σημεῖα τῶν πλοϊζομένων : οἱ μέντοι |
ἄλογα , ἀὴρ δὲ πετεινὰ ἤνεγκε , καὶ τὸ ὕδωρ νηκτά : διακεχώρισται δὲ ἀπ ' ἀλλήλων ἥ τε γῆ | ||
χῆνες μὴ ἐνιαυσιαῖοι , ἀλλὰ διετεῖς ἕως τετραετῶν . Τὰ νηκτά τινες καλοῦσι νήσσας . θρεπτέον δὲ ἐν περιβόλοις πεφυλαγμένοις |
ἐγκέφαλον , κεφαλήν , ὀφθαλμούς , μυκτῆρας , μασχάλας , γένεια : ἐν δὲ τῷ ἐννάτῳ ὅσα περὶ θώρακα , | ||
λιθίνῳ θώκῳ , ὠχριηκὼς πάνυ καὶ λειπόσαρκος , κουριῶν τὰ γένεια . Παρ ' αὐτὸν δ ' ἐπὶ δεξιῆς λεπτόῤῥυτον |
ἐδώδιμον . Πλοῦτος κεραμέως : ὁ μὴ βέβαιος , ἀλλὰ σαθρὸς καὶ διάκενος . Πολλὰ ψεύδονται ἀοιδοί : ἐπὶ τῶν | ||
ὕδασιν . * σαθρὸν νῦν τὸ σεσημμένον , κυρίως δὲ σαθρὸς ὁ ἀσθενής , ὁ σεσημμένα τὰ ἄρθρα ἔχων * |
οὐκ ἔαρ στιλπνὸν τοῖς ἄνθεσιν ; οὐ θέρος ἀκροδρύων χρώμασιν ἀστράπτον τε καὶ τὸ ἄστυ ταῖς ὀσμαῖς λειμῶνα ποιοῦν ; | ||
πορφυρίζοντι . Πυρῶδες μὲν αὐτὸ τὸ ὄμμα καὶ στιλβηδόνα μαρμαρύσσον ἀστράπτον τε : τὸ σῶμα δὲ καρτερόν τε καὶ εὔσαρκον |
τις τῶν ἀρχαίων , ἐκμαγεῖον , σκληρὰ μὲν οὖσα καὶ ἀντίτυπος ἀπωθεῖ καὶ ἀποσείεται τοὺς ἐπιφερομένους χαρακτῆρας καὶ ἀσχημάτιστος ἐξ | ||
εἰργασμένος εὔπλαστος μὲν καὶ εὐάγωγος καὶ μὴ σκληρὸς μηδ ' ἀντίτυπος μηδὲ ἀτέραμνος , μηδὲ αὖ μαλακός τε καὶ διαρρέων |
τῆς φωνῆς διὰ τοῦ στόματος τοῦ ταύρου , δόξῃ ὁ ταῦρος καιόμενος μυκηθμὸν ἀποτελεῖν . τούτου δὲ τὸ ἀπάνθρωπον θεασάμενος | ||
ἀπεδόμην . ” , . . Φάσμα ὁ δὲ ἕτερος ταῦρος ἐμυκήσατο , κακὸν φώνημα Γάρμῳ : καὶ ἔδοξε τράγος |
καὶ ὅταν ἤρχετο ὁ λέων , ἢ λύκος , ἢ πάρδαλις , ἢ ἄρκος , ἢ πᾶν θηρίον ἐπὶ τὴν | ||
ὑπὸ τοῖς ἵπποις καὶ θηρία ἄνω θέοντα , τῇ μὲν πάρδαλις , κατὰ δὲ τὸν Πολυδεύκην λέαινα . ἀνωτάτω δὲ |
γʹ λα : ἀπὸ δὲ ἀνατολῶν τοῦ ποταμοῦ Ἰορδάνου , Κόσμος . . . . . . . ξδ δʹ | ||
τὸ φθειρόμενον ὑπὸ χρόνου μεταβάλλεται καὶ γηρᾷ : ὁ δὲ Κόσμος ἐν τοσούτοις ἔτεσιν ἀμετάβλητος μένει . Τοσαῦτα καὶ πρὸς |
. τινὲς δὲ ἀποδεδώκασι σιδηρείῃ τῇ εὐτόνῳ , ὥσπερ καί σιδήρειος δ ' ὀρυμαγδὸς ὀρώρει . οὔπω κηρὶ κακῇ : | ||
, ἀνηλεής , καὶ τὰ Πλάτωνος ἀτεράμων , κερασβόλος , σιδήρειος , καὶ τὸ Ὁμηρικὸν ἀμείλικτοςσκληρότερον γὰρ ὁ ἀστεμφής εὐτελέστερον |
τοῦ “ βιοθρέμμονα ” δῆλον , ὅτι ἀήρ , οὐχὶ αἰθήρ . Αἰθέρα : τὸν ἀέρα : ὁ γὰρ αἰθὴρ | ||
οὐδὲν ἐμπόδιον , οὐ τοῦ ἡλίου πῦρ , οὐχ ὁ αἰθήρ , οὐχ ἡ δίνη , οὐχὶ τὰ τῶν ἄλλων |
ἢ οἱ βαρεῖς , εὐμήκης εὐπαγὴς ἀνεστηκώς , ἀπέριττος τὰ μυώδη μὴ κεκολασμένος . ἐχέτω καὶ τοῖν σκελοῖν μακρῶς μᾶλλον | ||
ἐν ταῖς σαρξί . σάρκας δὲ καλεῖ οὐ μόνον τὴν μυώδη οὐσίαν , ἀλλὰ πᾶσαν οὐσίαν ἁπαλὴν , ἀντιδιαιρούμενος χόνδρους |
ἔλυσε , λεχέων δ ' ἱμεροέντων ἐπέβας , Λατῶιε κόρε χρυσοκόμα . Σέβομαί σε : ἐν δὲ θυώδει τεμένει τέκετο | ||
, Δήλι ' ἄναξ , πανδερκὲς ἔχων φαεσίμβροτον ὄμμα , χρυσοκόμα , καθαρὰς φήμας χρησμούς τ ' ἀναφαίνων : κλῦθί |