γὰρ παρὼν ᾤμωξα σόν , πάτερ , μόρον οὐδ ' ἐξέτεινα χεῖρ ' ἐπ ' ἐκφορᾷ νεκροῦ . . .
ἐξέτεινα χεῖρα ἐπ ' ἐκφορᾷ νεκροῦ : ἄλλως : οὐκ ἐξέτεινα , φησὶ , τὴν χεῖρα ἐν τῷ θρηνεῖν διὰ
4738932 χαρμονης
Δοκειανὸν κατησπάζετο : ὁ δὲ τῷ αἰφνιδίῳ κατεπέπληκτο καὶ πλήρης χαρμονῆς ἐγεγόνει καὶ τὸν κλεινὸν περιπλακεὶς Ἀλέξιον κατεφίλει χείλη καὶ
ἂν ἐν τῷ τοιούτῳ ἀνθρώπῳ μὴ οὐ πάντα εἶναι ἔμπλεα χαρμονῆς . οὕτω τὰ πρόθυρα αὐτοῦ τὸ φάρμακον τοῦτο σκιαγραφεῖ
4734095 φανε
. καὶ ἅμα φειδώ τέ τις ἐγίγνετο : ὡς ἂν φανε - ρᾶς οὔσης τῆς εὐπραγίας οὐκ ἐβούλετο ἀποκινδυνεύειν ,
τῶν ΜΚ ΚΛ διαπορεύεται , ἡ δὲ ΜΛ παραλλάσσει τὸ φανε - ρὸν ἐν ᾧ ἡ μὲν ΜΚ ἀνατέλλει ἡ
4552212 καταιθων
' ἐκπυθέσθαι τῆς ἐμῆς χρῄζεις φρενός , οὔτ ' ἂν καταίθων οὔτε κρατὸς ἐξ ἄκρου δεινοὺς καθιεὶς πρίονας εἰς ἄκρους
φθιτοὺς πεπαμένον κέλευθον , ἣν γωρυτὸς ἔκρυψε Σκύθης , ἦμος καταίθων θύσθλα Κωμύρῳ λέων σφῷ πατρὶ λάσκε τὰς ἐπηκόους λιτάς
4381799 Ἀμφιαραε
καὶ Ἀμφιάρεως : ἑκατέρως λέγουσιν : ” ὦ δέσποτ ' Ἀμφιάραε πολυτίμητ ' ἄναξ . ” ἀναβάλλεσθαι τὸ ἱμάτιον :
ἀνασχετάς καὶ παρ [ ἀμυντής , ἀλκηστής ὦ δέσποτ ' Ἀμφιάραε πολυτίμητ ' ἄναξ ἄψοφον ἔχειν στόμα ἀνίερος τύχη δημεχθὴς
4350536 θρ
. [ ] αιψ ? ? ? [ [ ] θρ [ [ ] επρ ? [ [ ] ενη
αὐταί , εἴγε ὧν ἐ . τὸ π . , θρ . οὐκ ἴσμ . , αἱ δὲ μηδὲν προσ
4340888 ἐπειδ
σχηματίζονται βούλεσθαι τελευτᾶν καί φασιν ἱκανῶς ἀπολαῦσαι τοῦ βίου , ἐπειδ δέ τις αὐτῶν νόσῳ περιπεσὼν αἴσθηται πλησίον οὖσαν τὴν
ἢ χαλκὸς ἀλειφόμενος , χρυσὸς ἢ ἄργυρος οὐ κρατεῖ , ἐπειδ ' ἂν δὲ στυφθῇ , τότε ἀλειφθῇ , τότε
4337963 μεινατω
τῶν νενικημένων ἀναστρέφων . παλαιὸν βασιλέων χειμάδιον ἡ πόλις . μεινάτω τοίνυν ὁ περὶ τὸν χειμῶνα νόμος . κάλλη μὲν
σημαίνει , καὶ ἀόριστον μόριον ἐν τῷ ὃς ἂν ἔλθῃ μεινάτω με , καὶ ἴσον τῷ οὗτος παρὰ Ἀττικοῖς ,
4314515 ἀκουην
ἵνα θᾶσσον ἵκηαι ἐς Πύλον ἠγαθέην μετ ' ἀγαυοῦ πατρὸς ἀκουήν . ” τὸν δ ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον
ὁδὸν κατὰ τήνδε βιάσθω , νωμᾶν ἄσκοπον ὄμμα καὶ ἠχήεσσαν ἀκουήν καὶ γλῶσσαν , κρῖναι δὲ λόγωι πολύδηριν ἔλεγχον ἐξ
4297725 φεροντ
ἐρασθέντα Σκύλλης ἐλθεῖν αὐτῆς εἰς τὸ ἄντρον ἢ κόγχου δώρημα φέροντ ' Ἐρυθραίης ἀπὸ πέτρης , ἢ τοὺς ἀλκυόνων παῖδας
ἆρ ' οἴσει τρία ; τὸν δ ' ἴσον ἴσῳ φέροντ ' : ἐγὼ δ ' ἐκτήκομαι . τὴν μὲν
4291308 ἐπηκουσα
ἐπιτάφιον ἑαυτοῦ πρὸ τελευτῆς διεξιόντι . Πλὴν τό γε τοσοῦτον ἐπήκουσα : ἔφη γὰρ βούλεσθαι χρυσῷ βίῳ χρυσῆν κορώνην ἐπιθεῖναι
τὰ ἄλλα προχειρότατος ὤν . μιᾷ δέ ποτε ἡμέρᾳ λαθὼν ἐπήκουσα τῆς ἐπῳδῆς , ἦν δὲ τρισύλλαβος σχεδόν , ἐν
4209411 ενο
! [ ] τον ? [ ] αυ [ ] ενο [ ] ! [ ] ! ! [ ]
] ο ? : ηστυ ! [ [ ] ! ενο ! ? [ . . . . . .
4167374 Δημητρ
ἄνδρα πρεσβύτην ὑπ ' ἀνδρὸς τοξότου κυκώμενον ὃς μὰ τὴν Δήμητρ ' , ἐκεῖνος ἡνίκ ' ἦν Θουκυδίδης , οὐδ
πολλοὶ γὰρ μίσει σφε κατακρώζουσι κολοιοί . Ταυτὶ μὰ τὴν Δήμητρ ' ἐγὼ οὐκ οἶδ ' ὅ τι λέγει .
4144397 ῥητορ
ὁ γείτων , ὦ γεῖτον : ὁ ῥήτωρ , ὦ ῥῆτορ . Τὸ ἄρθρον μικρὸν ἐν τῇ εὐθείᾳ : μέγα
ὁ γείτων , ὦ γεῖτον : ὁ ῥήτωρ , ὦ ῥῆτορ . Τὸ ἄρθρον μικρὸν ἐν τῇ εὐθείᾳ : μέγα
4109550 πανυστατην
βίου βαρυδαίμονος , τὸ χρεὼν ἐπιτεμόντες ἐλεύθεροι τὴν ἀναγκαίαν καὶ πανυστάτην ὁδὸν περαιώσεσθε . ” Πολυξένην δὲ ὁ τραγικὸς Εὐριπίδης
ἐπεγκαχάζων τοῦ δεδουπότος μόρῳ , ἀλλ ' ἀμφὶ πρύμναις τὴν πανυστάτην δραμὼν πεύκαις βίου βαλβῖδα συμφλεχθήσεται , καλῶν ἐπ '
4101643 ἐπιστευσα
ἔλαβόν ] τε αὐτὸν καὶ ἐκτησάμην ὡς ἴδιον κτῆμα . ἐπίστευσα δ ' αὐτὸν ἐμὸν ὑπάρχοντά τε καὶ ὄντα καὶ
! ! ! ! ! ! ! ! ! ! ἐπίστευσα ] [ ὡς ? ] ἐγὼ ? [ !
4091661 ἐχοντ
ποτέ Εὐριπίδην ἰδοῦσαν ἐν κήπῳ τινί πινακίδα καὶ γραφεῖον ἐξηρτημένον ἔχοντ ' , Ἀπόκριναί , φησιν , ὦ ποιητά μοι
πιθανὰ διὰ τὸ γελοῖον : ἀγρὸν ἔσχ ' ἐλάττω γῆν ἔχοντ ' ἐπιστολῆς Λακωνικῆς . καὶ γὰρ ὁ γέλως πάθος
4086577 ἠμερην
καί μευ ? οὔτε ? νυκτὸς οὔτ ' ἐπ ' ἠμέρην λείπει τὸ δῶμα ? , [ τέκνον ] ,
ταὔτ ' ἐμοὶ ? ? ζυγὸν τρίβεις : κἠγὼ ἐπιβρύχουσα ἠμέρην ? τε καὶ νύκτα κύων ὐλακτέω τῆις [ ]
4057117 αντι
δε βούλομαι κα ? ? [ ] ! [ ] αντι ? ? ? ! [ ] εν ? ?
] ονπερ αελ ? [ ! ! ! ] ! αντι κουϲορ [ ! ! ! ! ] μον ?
4045495 ζακοτον
συμφατριώτης τοῦ νικητοῦ : Ἔγχεος ζακότοιο . οὐκ ἐκ παραδρομῆς ζάκοτον εἶπε τὸ ἔγχος , ἀλλ ' ὅτι ἰδιαίτερον παρὰ
τις ἂν , ὡς τὸ [ Γ ] φαίης κε ζάκοτον καὶ [ Δ ] ἔνθ ' οὐκ ἂν βρίζοντα
4029078 θυρης
ὥσπερ ἵππον ὁπλίτην . ὑπ ' ἐμοῦ δὲ πρώτου τῆς θύρης ἀνοιχθείσης εἰσῆλθον ἄλλοι , καὶ σοφωτέρης μούσης γρίφοις ὁμοίας
γενέσθαι σεσήμαγκεν : τὸ αὐτὸ δὲ ποιεῖ καὶ ὑπὲρ δικλίδος θύρης ἀναγκάζειν . χρῆσθαι δὲ χρὴ ἀεὶ τούτοις , ἃ
4018564 χρυσοκομης
τῶν πολιτικῶν οὕτως ] Δὴ γὰρ ἀργυρότοξος ἄναξ ἑκάεργος Ἀπόλλων χρυσοκόμης ἔχρη πίονος ἐξ ἀδύτου , ἄρχειν μὲν βουλῆς θεοτιμήτους
ὦ Δεόνυσε , δέχεσθαι . σφαίρηι δηὖτέ με πορφυρῆι βάλλων χρυσοκόμης Ἔρως νήνι ποικιλοσαμβάλωι συμπαίζειν προκαλεῖται : ἡ δ '
4002984 ᾐνεσα
μηδὲν ἂν ἔξω τοῦ δικαίου φεροίμην : ἄλλως : ταύτην ᾔνεσα βιοτὴν , τὴν μὴ ἔξω δηλονότι τοῦ δικαίου :
τέκνα † σῴζουσιν αἱ συμβουλίαι ἐγὼ μὲν οὔποτ ' εὐγένειαν ᾔνεσα τὴν προστάταισι χρωμένην ἀναξίοις πολυσπερεῖ μέν , ὦ γέρον
3999264 ἐθελεσκε
γυῖα πεπαρμένος ἀμφ ' ὀδύνῃσι , μᾶλλον σφωϊτέρων κεν ἔχειν ἐθέλεσκέ μιν ἄστρων . Οὐδ ' ὅ γε κορσήεντα λίθον
τότε γυῖα πεπαρμένος ἀμφ ' ὀδύνῃσι μᾶλλον σφωϊτέρων κεν ἔχειν ἐθέλεσκέ μιν ἄστρων . Οὐδ ' ὅγε κορσήεντα λίθον κλύεν
3998771 Τειρεσιᾳ
ἐκκλησίᾳ . ἐγὼ δέ , οὗπερ ἀφίγμην ἕνεκα , τῷ Τειρεσίᾳ προσελθὼν ἱκέτευον αὐτὸν τὰ πάντα διηγησάμενος εἰπεῖν πρός με
ὅτι εἰς Δελφοὺς μὲν οὐκ ἦλθε μαντευσόμενος , τῷ δὲ Τειρεσίᾳ συμβαλὼν μεγάλα κακὰ ἀπέλαυσε τῆς ἐκείνου μαντικῆς διὰ τὴν
3954939 σχεθων
τινος , ἐκείνῳ λέγει ἤγουν χάριν ἐκείνου . Σύ τοι σχέθων νιν ἐπιδέξια ] * Σύ , φησίν , ὦ
, ἐπειδὴ τὰς περὶ πατέρων εὐσεβείας περιέχει . σύ τοι σχέθων νιν : ὁ νοῦς : σὺ τοίνυν , Θρασύβουλε
3952864 δετ
, , . : ημ [ θρέψεις μο [ μᾶλλον δετ ? [ τέχνην α ! [ κτῆμ ' ἐστι
ἄρα [ ] ς ἤθληται μάτην [ ] πας ? δετ [ ! ] ! Ἀχιλλέως ? [ [ ]
3931487 σχες
δός ἀπόδος , θές ἐπίθες . σεσημείωται τὸ προές , σχές ἐπίσχες , σπές ἐνίσπες , χρή ἀπόχρη . Τὰ
ὀδύνης σπασμός , κατὰ συγγένειαν τοῦ π εἰς φ : σχές , ἀπειρηκός : ἐπίσχες , ὡς ἄν μου τὸ
3893363 δωσῃ
ὄνου πλύνας εἰς αὐτὸ τὸ αἷμα , καὶ ἐξ αὐτοῦ δώσῃ λάθρα μετά τινος ἀρώματος ἐκ τοῦ χυλοῦ τῆς κόπρου
Λιβύης , ὅταν τὸν κρατῆρα παραγενομένῳ Ἕλληνι ἀνδρὶ Λίβυς τις δώσῃ , ὅπερ φοβούμενοι οἱ Λίβυες ὀρύξουσι καὶ κρύψουσιν αὐτόν
3883109 οἰηθειη
ὅτε πρὸς τὸ ποιὸν εἶναι τὸν ἐρωτῶντα ἢ ἀποκρινόμενον . οἰηθείη γὰρ ἄν τις τό τε μονοειδὲς πολύσημον καὶ τὸ
ταύτῃ τιθέμενον ὡς εἶδος ὄντα καὶ αἴτιον , ἵνα μήτις οἰηθείη ὅτι καὶ ἑτέρων ὄντων αἰτίων μόνος ἐκ τούτων ὁ
3872820 ἐστησα
ὑμῶν πεποίηκα : μελλόντων γὰρ Ἀθηναίων στρατεύειν ἐφ ' ὑμᾶς ἔστησα τῷ ψηφίσματι τὴν ὀργήν . ὁ δὲ ἐναντίος ἐκ
, πρὶν τὰς παρὰ τοῦ λύκου δίκας εἰσπράξασθαι . Πάγην ἔστησα ἐπὶ τὰς μιαρὰς ἀλώπεκας κρεᾴδιον τῆς σκανδάλης ἀπαρτήσας .
3863175 ἀδολεσχει
οὐ δυνατὸν εἰπεῖν ῥῖνα σιμήν , ἢ ὁ λέγων τοῦτο ἀδολεσχεῖ δὶς τὸ αὐτὸ λέγων ῥὶς ῥὶς κοίλη , καὶ
ἡμίσεος , ἢ ἕτερον , καὶ φήσαντος ταὐτὸν ἐλέγχειν : ἀδολεσχεῖ γάρ : διελόντος δὲ ὡς τὸ μὲν ἐνεργείᾳ τὸ
3862222 γραυν
κυμβία αἴρου τὰ μείζω , κεὐθὺ τοῦ καρχησίου ἄνελκε τὴν γραῦν , τὴν νέαν δ ' ἐπουρίσας πλήρωσον , εὐτρεπῆ
οὐκ ἐάσω . . τὴν μείρακα : Παίζει μείρακα τὴν γραῦν ὀνομάζων . Θ . τὴν γραῦν . . ὑπερφιλῶ
3857502 τρικυμιαν
ὡς θάλασσαν ἢ βυθόν : ἂν γὰρ βραδύνῃς , λαμβάνεις τρικυμίαν . } Ὡς τὰς γυναῖκας τοκετὸς ὀλολύξαι ποιεῖ ,
ἢ στρογγύλον . τρίχαλον ] κυρτόν . τρίχαλον : τὴν τρικυμίαν βούλεται εἰπεῖν τὴν ἐκ τριῶν μερῶν ποντίζουσαν τὴν ναῦν
3855791 τεμουσα
ὑπὸ σφετέρῃσι χαράσσει , πηδάλιόν τε νεός , τὴν ἀκροτάτῃσι τεμοῦσα Πηλίου ἐν κορυφαῖς Παλλὰς θέτ ' ἀν ' ἀστράσιν
ἔστιν : ἀλλὰ ταῦτα μὲν μέθες : σὺ δέ , τεμοῦσα κρατὸς βοστρύχων ἄκρας φόβας κἀμοῦ ταλαίνης , σμικρὰ μὲν
3854859 ἀσμενεστατα
ὦ δύναμις ἡδίστη , προσλάβωμεν , ὦ τέκνον , αὐτὴν ἀσμενέστατα : πῶς ἅμα τῷ παραγενέσθαι ἀπώσατο τὴν ἀκρασίαν ;
ἐμμελοῦς ἀναγνώσεως κρῖνε τὰ κείμενα καὶ εἴ τι παρεῖται δήλωσον ἀσμενέστατα : καὶ γὰρ κἀκεῖνο πληρώσομεν , ἐπεὶ οὐ θέμις
3850515 χης
Μενελάου ἀπεστραμμένου τὴν ἱκεσίαν αὐτὸς δυσφορῶν λέγει : δυστυ - χὴς ἐγὼ εἰς ἄπορον ἥκων κακῶν καὶ οὐκ ἔχων οὐδεμίαν
Μενελάου ἀπεστραμμένου τὴν ἱκεσίαν αὐτὸς δυσφορῶν λέγει : δυστυ - χὴς ἐγὼ εἰς ἄπορον ἥκων κακῶν καὶ οὐκ ἔχων οὐδεμίαν
3845838 θει
μὴ ἡττηθῆναι λαγώ , ὅτι καὶ ὁ λαγὼς τὰ ὄρθια θεῖ ἄμεινον , ἐκεῖναι δοκοῦσιν γενναιότεραι αἱ κύνες , ὅσαι
συγκεχώρηκεν καλῶς , σοφὸς παρ ' ἡμῖν , καὶ τὰ θεῖ ' ἐπίσταται . ἀλλ ' , ὦ Κρίτων ,
3844865 ζεται
ἔτους καὶ ὁ οἶκος . ! ! ! ! ] ζεται ! [ ! ! ! ] οντοϲ ? αι
βέλος ἥρπασεν : ἄλλος γὰρ ὁ ἁρπάσας , ἁρπά - ζεται γὰρ τὸ βέλος : τὸ κρέας ἔκλεψε , τὸ
3822294 ἐλα
, ὅπερ δηλοῖ τὸ τὸν ὄρρον φρίττειν . Αἰσχύλος : ἔλα δίωκε μή τι μαλκίων ποδί . . Ἱστορ .
ἀνελκέμεν : σύρειν . Μετά : εἰς . δέξατο : ἔλα , ἔβαλεν . Ἐλήλαται : κρέμαται , ἐκκρέμαται .
3822012 ποησας
ταἴτιον ; Ὅ τι ; εἰσέθηκε ποταμόν , ἐριοπωλικῶς ὑγρὸν ποήσας τοὔπος ὥσπερ τἄρια , σὺ δ ' εἰσέθηκας τοὔπος
: οὐκ ἂν διαγνοίην : Κλεόστρατος δέ τις ἐστὶν ὁ ποήσας , ὡς λέγει τὰ γράμματα . ἐπίδειξον ] .
3820990 ὀλοφυρμου
κατὰ τὴν φυγήν ἀνωλοφύρατο : ἤγουν τὰ ἑαυτοῦ πάθη μετὰ ὀλοφυρμοῦ διηγήσατο . καὶ οἱ ἐν τῇ Σάμῳ : ἤγουν
τοῦ τὸ μέρος πάθει χρησαμένων . . . : ἄξιον ὀλοφυρμοῦ τὸ κατὰ τοὺς Μυκαλησσίους ἐγένετο , οὐδενὸς ἄλλου πάθους
3819979 ἀχερδον
ἑτοιμάσατ ' ἢ παλιούρου ἢ βάτου ἢ ἀνέμῳ δεδονημένον αὖον ἄχερδον : καῖε δὲ τώδ ' ἀγρίαισιν ἐπὶ σχίζαισι δράκοντε
τις τύμβῳ τάδε : “ οὐ βότρυν , ἀλλ ' ἄχερδον ἐν τάφῳ φέρει , ” στύφοντα , πικραίνοντα πικρίᾳ
3814813 ξαν
καὶ πρὸς τούτοις κόπον καὶ ἡλιοκαΐαν καὶ ἄλλ ' ὅσα ξαν - θὴν μὲν ἐπισωρεύει λεπτὴν χολὴν τῷ σώματι ,
? ? [ [ ] πολλ ! [ [ ] ξαν [ [ ] νησω [ [ ] ! ·
3794841 σμιλην
κἀπειδὴ μόνον ἡ Ἄτροπος ἔνευσέ μοι , ἄσμενος ἀπορρίψας τὴν σμίλην καὶ τὸ κάττυμακρηπῖδα γάρ τινα ἐν ταῖν χεροῖν εἶχονἀναπηδήσας
αἵματος , εἰ μὴ μέχρι βάθους ἱκανοῦ καθείη τις τὴν σμίλην . αὐτὸ δὴ οὖν τοῦτο μόνον αὐτοῦ προσήκει τέμνειν
3793400 καρα
ἀντικρύ τὸ ἐξ ἐναντίας : παρὰ τὴν ἀντί καὶ τὸ κάρα ἀντίκαρα καὶ συγκοπῇ ἀντικρύ , τὸ κατέναντι . Μεθόδιος
Τὸν ἄνδρ ' ἔοικεν ὕπνος οὐ μακροῦ χρόνου ἕξειν : κάρα γὰρ ὑπτιάζεται τόδε , ἱδρώς γέ τοί νιν πᾶν
3792773 ἀθυμουντος
ἐσφάδᾳζον καὶ οὔτε μεθ ' ἡμέραν οὔτε νύκτωρ ἠρέμουν . ἀθυμοῦντος δέ μου καὶ τὴν ἀνίαν στέγοντοςοὐδὲ γὰρ ἀνενεγκεῖν ἀσφαλὲς
τέγους ὑπ ' αὐτοῦ θεραπευθῆναι . φησὶ δὲ οὕτως ” ἀθυμοῦντος δὲ τοῦ Δαμαιθοῦ τὸν Ποδαλείριον ἀφ ' ἑκατέρου τῶν
3786887 οντα
ποταμοῦ γείτονα πόλιν . ἐκεῖ πρὸς ἄνδρα πάλαι μεθοδεύ - οντα λόγους ἔτι μειράκιον ὢν ἀπεδύσατο ἄρτι πρῶτον ἐν Ἑρμοῦ
? μγω ? [ ! ! ] ? [ ] οντα τ ? [ τον αὐτᾶς ? γονοι ? [
3783997 μα
. ἡ γὰρ ἀναλογία βαρύνει , ὥς φησιν Ἀπολλώνιος . μὰ τὸν Δία : Τὸ μὰ τὸν Δία ἢ πρὸς
λέγειν . Οὐκ οἴει , ὦ Σώκρατες ; Οὐ μέντοι μὰ Δία . Ἦ οἴει οἷός τ ' ἂν εἶναι
3782033 Μοϲχιων
! ! ! πραττο ! ! ! ! [ τὸν Μοϲχίων ? ? ? ? ' ε ? [ πεοευρ
' ἄρα παρέϲται δαιτυμὼν οὐθεὶϲ ὅλωϲ ; ἥξει Φιλῖνοϲ , Μοϲχίων , Νικήρατοϲ , ὁ δεῖν ' , ὁ δεῖνα
3780057 εὐμουσιαν
ἐμοὶ πείθου , παῦσαι δὲ ἐλέγχων , πραγμάτων δ ' εὐμουσίαν ἄσκει , καὶ ἄσκει ὁπόθεν δόξεις φρονεῖν , ἄλλοις
ἐκκολάψαντες διὰ λίθου ἐπέθηκαν αὐτοῦ τῷ μνήματι , δηλοῦντες τὴν εὐμουσίαν τοῦ ἀνδρός . καὶ ταῦτα μὲν περὶ τοῦ θεσπεσίου
3752853 ἐμαυτου
μάλα : ἐγὼ δὲ τὸν ἐπιχώριον ὀμοῦμαί σοι ἐν τῷ ἐμαυτοῦ λόγῳ . Ἴστω τοίνυν ὁ Ζεὺς ὁ Φίλιος ,
τῆς ἐκείνων σοφίας ᾤμην προσήκειν ἐμοί , μέμνημαί τε τῶν ἐμαυτοῦ διδασκάλων καὶ περίειμι διδάσκων , ἃ ἐκείνων ἤκουσα ,
3742699 δυναιμην
χρηστοὺς καὶ τῆς παρ ' ἐμαυτοῦ βοηθείας , εἴ τι δυναίμην , οὐκ ἀποστερήσω . Μικρὰ πενθῆσαι λέγεται Εὐδόξιος τὸν
φιλοσοφοῦντι σιωπήν . Ὥρα οὖν μοι ἐκτίνειν , ὅπως ἂν δυναίμην , ἄνευ θωπείας καὶ κολακείας . ἄλλως γὰρ ποιοῦντι
3739865 ὀξειαν
ὡς ἅρπαγας . ] ὀξὺν ἱερακίσκον : Ἀντὶ τοῦ ἁρπαγὴν ὀξεῖαν . Δίδυμος , τάχος ὡς ἱέρακος , ἵνα ταχέως
ἀέρος ἐγκεφάλου καὶ αἵματος δι ' ὤτων μέχρι ψυχῆς : ὀξεῖαν δὲ καὶ βαρεῖαν τὴν ταχεῖαν καὶ βραδεῖαν : συμφωνεῖν
3738367 μεταβαλλων
ἄν τινι ἡμῶν , ὧι φαίνεται καὶ ἔστι κακά , μεταβάλλων ποιήσηι ἀγαθὰ φαίνεσθαί τε καὶ εἶναι . ἀλλ '
ἑλὼν Περικλύμενον κτείνει τὸν ἀλκιμώτατον τῶν Νηλέως παίδων , ὃς μεταβάλλων τὰς μορφὰς ἐμάχετο . τὸν δὲ Νηλέα καὶ τοὺς
3737018 Εἰληθυια
εἰς ὃ ἔξεστιν εἰσιέναι . Ἀριστοφάνης Λυσιστράτῃ ὦ πότνι ' Εἰλήθυια , ἐπίσχες τοῦ τόκου ἕως ἂν εἰς ὅσιον ἀπέλθω
γῆρας ἔτειρε μέλη . Ἀμφαρέτας κρήδεμνα καὶ ὑδατόεσσα καλύπτρα , Εἰλήθυια , τεᾶς κεῖται ὑπὲρ κεφαλᾶς , ὥς σε μετ
3732895 ἑξων
Φαναγόρειαν , ἕτερον ἐμπόριον ἐπὶ τοῦ στόματος , ὡς ἑκατέρωθεν ἕξων τὰς ἐσβολάς , ἔτι Πομπηίου περὶ Συρίαν ὄντος .
τῆς παρασκευῆς καὶ ὡς ὁρμητήριον ἀσφαλὲς ἐκ γῆς καὶ θαλάσσης ἕξων ἐπὶ ὅλην τὴν Ἰβηρίαν πόλιν ἀργυρεῖα καὶ χώραν εὐδαίμονα
3727359 εἰπηις
φαι † κήνοθεν ἔμμεναι . . . αἴ κ ' εἴπηις τὰ θέληις καί κεν ἀκούσαις τά κεν οὐ θέλοις
, ἤλυθον ἄγγελος ὡς μήποτέ τιν ' ἐς ἐμὲ μέμψιν εἴπηις . ἐς καιρὸν ἥκεις , καίπερ ἀγγέλλων φόβον :
3726692 Ἀκαδημειας
, θυγατριδοῦς τοῦ πρώτου : τέταρτος ὁ ἐκ τῆς νεωτέρας Ἀκαδημείας . Τοῦ δὴ Κυρηναϊκοῦ φιλοσόφου φέρεται βιβλία τρία μὲν
Διὸς ἐγκέφαλος . ἔπειτ ' ἀναστὰς εὔστοχος νεανίας τῶν ἐξ Ἀκαδημείας τις ὑπὸ Πλάτωνα καὶ Βρυσωνοθρασυμαχειοληψικερμάτων πληγεὶς ἀνάγκῃ , ληψιλογομίσθῳ
3726576 ἐτεμε
τυφλόστομον γινόμενον ἐκ τῆς προσ - χώσεως καὶ δυσείσβολον καινὴν ἔτεμε διώρυχα , καὶ ταύτῃ δεξάμενος τὸ πλέον τοῦ ποταμοῦ
ἡμέρων δένδρων οὐκ εὐγενὲς ὃ μὲν ὑπερεῖχε τῆς γῆς ἔρνος ἔτεμε , μικρὸν δ ' ὅσον πρὸς αὐταῖς ῥίζαις ἀνέχον
3717669 ἀποπτυουσιν
τούτων τῶν μορίων ὑγρὸν λεπτὸν μεθίεται ὀλίγιστον , καὶ τοῦτο ἀποπτύουσιν , οὐ μὴν ἐκ τῆς ὕλης , ἐπειδὴ ἐν
πολλοὶ ἐπιγίγνονται , βῆξαί τε θυμὸς ἐγγίγνεται αὐτέοισιν , καὶ ἀποπτύουσιν οὐδὲν ἄξιον λόγου , καὶ οἱ μὲν ὀφθαλμοὶ ἔγκοιλοι
3716364 μηροιϲ
' ἐγὼ ? ] υϲω ? παῖδαϲ ? ? ἐν μηροῖϲ ἔχε ? [ ] ! θέλοντοϲ εὐφλεβὲϲ ? κέραϲ
νεμόμεναι γὰρ αὐτὸν αἱ αἶγεϲ ἐν τοῖϲ πώγωϲι καὶ τοῖϲ μηροῖϲ αὐτῶν τὸ λιπαρώτερον καὶ ὀπῶδεϲ τῆϲ πόαϲ ἀφαιροῦνται ,
3707375 ἁλιεα
παρ ' Ἑρμοῦ τὴν ἄγραν ἐδιδάχθη , καὶ ὁποῖον δεῖ ἁλιέα εἶναι , καὶ ποῖος ὁ καιρὸς τῆς θήρας ,
συγκατασπάσας . Οὐ μόνον , ἀλλὰ καὶ αὐτόν σε τὸν ἁλιέα : ὥστε τὸ σόφισμα κατὰ σαυτοῦ συντέθεικας . Ἔοικα
3707166 ἐλευσῃ
πατέρα , τὸ ἀποκηρύξαι , καὶ ὅσα τοιαῦτα . Εἶτα ἐλεύσῃ ἐπὶ τὴν μετάληψιν , τιθεὶς αὐτὴν ἐξ ἀντιθέσεως ,
ἔχει τὴν ὑπόσχεσιν μένουσαν , καὶ ὅσα τοιαῦτα . Εἶτα ἐλεύσῃ ἐπὶ τὴν πραγματικὴν , ἥ τις συμπλέκεται τῇ ἀντινομίᾳ
3704562 ομεν
? [ ϲυμβολὰϲ ] ] δια ] ν ] ! ομεν ] ει ? ] ! ] ετω ] !
, τοτὲ δ ' ἄνθεσιν εἴσατο χαλκοῦ . [ ] ομεν ? ? [ ] [ ] μήλοισινοιδ ? [
3704507 ακα
! ! ! ! ! ! ! ] ? , ακα [ ! ! ! ! ! ! ! ]
! υν ? ? [ ! ! ! ] ! ακα [ ! ] ! ? [ } [ !
3700751 καμπτομενης
πόλεων ἡ μὲν Μεσσήνη τῆς Πελωριάδος ἐν κόλπῳ κεῖται , καμπτομένης ἐπὶ πολὺ πρὸς ἕω καὶ μασχάλην τινὰ ποιούσης :
τὰς ἀμέμπτους ὑμῶν ἀδελφὰς καὶ ταῦτα τῆς γυναικείας φύσεως εὐκόλως καμπτομένης ταῖς λύπαις φέρειν ἐγκρατῶς τὸ συμβάν , εἰ μή
3700053 τηλ
δεῖν ἔνια καὶ ἀκύρως προστιθέμενα δέχεσθαι , ὡς καὶ „ τῆλ ' ἐξ Ἀσκανίης ” καὶ ” Ἀρναῖος „ δ
. καὶ σύ , φίλος , μὴ δηθὰ δόμων ἀπὸ τῆλ ' ἀλάλησο . † ) οὗτος ὁ τόπος ἀνέπεισε
3695607 οτου
. [ ] του ? δουλ [ ? [ ] οτου [ . . . . . . ] ντο
] ος ἀπὸ [ ] εται ? καὶ [ ] οτου ? λ ! ! ! ! [ ] ἡ
3691066 κατεαγυιαν
ἐπιδεῖξαι Ἀλέξανδρος , ὥσπερ καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ τὴν κλεῖν κατεαγυῖαν καὶ πεπηρωμένον τὸ σκέλος , τὴν πίστιν δὲ πρὸς
δῆθεν ἐστὶν οἳ ἁμαρτάνουσιν . Σπουδὴ μὲν οὐ πολλὴ χεῖρα κατεαγυῖαν χειρίσαι , καὶ παντὸς δὲ ἰητροῦ , ὡς ἔπος
3690936 ἐγκατασκευον
τὸν αὐτὸν ὅνπερ ἐκείνοις διαλέγεσθαι τρόπον , ἀλλὰ δεῖ τὴν ἐγκατάσκευον καὶ περιττὴν καὶ ξένην διάλεκτον τούτοις προσφέρειν . εἰσὶ
καὶ αὐτὴ τοῦ ἀπατᾶσθαι : ἐχέτω γάρ τι ἡ κατάστασις ἐγκατάσκευον : εἶτα ὅτι πάλιν τῷ αὐτῷ τρόπῳ ἐζήτησεν ὁ
3690160 στεφ
! ! [ . . . ἔδοξε γαρ [ ἔχων στεφ ? ? [ ἱππυς ? ? ! κυν ?
[ × – ˘ – × – ˘ × ἔχων στεφ ? ? [ – × – ˘ – ×
3689440 φεροισα
αἴνησεν γάμον κρύβδαν πατρός , πρόσθεν ἀκειρεκόμαι μειχθεῖσα Φοίβωι καὶ φέροισα σπέρμα θεοῦ καθαρόν ] εἰ γὰρ ὁ πατὴρ αὐτὴν
[ ! ! ] ποτ ' εἶδεν ὑπὸ σπλάγχνοις [ φέροισα τόνδ ' ἀνέρ ' . ἔδοξε ? [ γάρ
3687701 ἐμην
λέγοντος . οὐ σχηματίζειν βούλομ ' : οὐ κατὰ τὴν ἐμὴν προαίρεσιν , φησίν , ἡ ὄρχησις γίνεται , ἀλλ
οὐκ αἰδῇ λέων ὢν ὁ τῶν ζῴων βασιλεὺς ἐπὶ τὴν ἐμὴν καλύβην ἰών , καὶ γυναικὸς δεόμενος ἵνα τραφῇς ,
3687692 σονα
? ημεθια ? ? ? ? [ ] [ ] σονα ? ? ? ? [ ] [ ] !
] τοῦ Ἀριστάρχου : Ὁμηρείης ] ἀπὸ βύβλου [ ] σονα τε ? ὃς ? ? πλάσατο [ ] νονι
3680400 ἀγγελιῃ
ἐν ὄρεσσι θηρὸς ἀνιχνεύει σκολιὴν βάσιν ἐξερεείνων ῥινὸς ὑπ ' ἀγγελίῃ νημερτέϊ καί τέ μιν ὦκα μάρψε καὶ οὐκ ἐμάτησεν
. γηθόσυνοι δἤπειτα δόμοις ἔνι πάντες ἑταῖροι αὐτός τ ' ἀγγελίῃ Φινεὺς πέλεν . ὦκα δὲ τόνγε Αἰσονίδης , περιπολλὸν
3680236 διαυλους
χ . τὸ χ πρὸς τὴν μεταφοράν . κυρίως γὰρ διαύλους δρόμους ἀπελθεῖν καὶ ἐλθεῖν . οἷον παλινδρομίαις πολλαῖς ἐν
οὗ πολλάκις κρείττων ἐγένου λωτοῦ , τοῦτον νῦν μετὰ πολλοὺς διαύλους ἐθαύμασας , καίτοι πάντα ἃ πείθειν πέφυκε σοφιστὴν τοὺς
3675222 χρῃζῃς
καὶ θαμὰ κινῶν ὕσσωπον παράθες τρίψας , κἂν ἄλλο τι χρῄζῃς , δριμὺ διεὶς ὄξος : κᾆτ ' ἔμβαπτ '
καὶ θαμὰ κινῶν ὕσσωπον παράθες τρίψας , κἂν ἄλλο τι χρῄζῃς . δριμὺ διεὶς ὄξος : κᾆτ ' ἔμβαπτε καὶ
3671814 πνεον
σκίμψατο καὶ βόας , οἳ φλόγ ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον καιομένοιο πυρός , χαλκέαις δ ' ὁπˈλαῖς ἀράσσεσκον χθόν
περὶ δ ' ἐμῷ κάρᾳ κατάγνυται τὸ τεῦχος οὐ μύρου πνέον . ἐδειματούμην δ ' οὐ φίλης ὀσμῆς ὕπο .
3668784 δαερ
κυρίως Αἰολικόν . Ἰστέον δὲ ὅτι τὸ ἄνερ πάτερ σῶτερ δᾶερ συστείλαντα τὸ η εἰς τὸ ε ἐν τῇ κλητικῇ
λιμήν , ὦ ἀστήρ , πλὴν τοῦ ἄνερ πάτερ σῶτερ δᾶερ . Δυϊκά . Τὼ Ἀλκμᾶνε , τοῖν Ἀλκμάνοιν ,
3665605 ὀξυστομους
Μάθε . ἄκουσον ] Αἴσθησιν ἀντ ' αἰσθήσεως . : ὀξυστόμους κτλ . . . ] Πρῶτος Ἡσίοδος ἐτερατεύσατο τοὺς
τριοτο τοτοβριξ : οἵ θ ' ἑλείας παρ ' αὐλῶνας ὀξυστόμους ἐμπίδας κάπτεθ ' , ὅσα τ ' εὐδρόσους γῆς
3664058 καθειμενον
δίδοτε ταῖς ὄψεσιν : διὰ βοστρύχων δὲ εἶπεν , ἐπειδὴ καθειμένον ἔχουσι τὸν πλόκαμον μέχρι τῶν παρειῶν ὡς ἂν παρθένοι
γῇ . ἐσκευασμένος δὲ ἦν ὁ Πέρσης , δέρμα ἔχων καθειμένον εἰς τύπον τοῦ τε πώγωνος καὶ τοῦ στόματος ὡς
3660474 Νη
Ὅτι τοι ἡμῖν ἐδόκει οἶκος ἀνδρὸς εἶναι ὅπερ κτῆσις . Νὴ Δί ' , ἔφη ὁ Κριτόβουλος , ὅ τι
Σώκρατες , ὅσα μήτε κενὸς μήτε ἄγαν πλήρης διημερεύειν . Νὴ τὴν Ἥραν , ἔφην ἐγώ , ὦ Ἰσχόμαχε ,
3659644 ἀσβολου
οὐδ ' ἂν ἡ μήτηρ σὺ ἡδέως φιλήσειας ὑπὸ τῆς ἀσβόλου κατῃθαλωμένον τὸ πρόσωπον . ἡδίω ταῦτα : οὐ γάρ
: τὰ πλεῖστα γὰρ ἀποπεπόνηκας . Φῦ , ἰοὺ τῆς ἀσβόλου . Αἰθὸς γεγένημαι πάντα τὰ περὶ τὴν τράμιν .
3656283 ἐπεμβας
ἐν εἰρήνῃ . πολυκήτεα : πολλὰ θηρία ἔχοντα . Νεῖλον ἐπεμβάς : περὶ τῆς τοῦ Νείλου κλήσεως ἐν ἑνί που
σκεύη , δειπνοῦντα δ ' εὐθὺς ἦλθε δεσπότην κύσων νώτοις ἐπεμβάς . Ἐσχάτου δὲ κινδύνου θεράποντες ἐν μέσῳ ὡς εἶδον
3653856 εισθαι
, τὸ δὴ τὴν μὲν οαν [ ! ] ! εῖσθαι ψ ! ! ! ν τὴν δὲ [ ]
κατηγορουμένων , καὶ τῷ διώκοντι μὴ συγχωρεῖν ἀμαρτύρους ποι - εῖσθαι τὰς κατηγορίας : πλατύνεται δὲ ὑπὸ τοῦ φεύγοντος τετράσι
3653311 ταραξω
Ἀλλ ' οὖν ἐγὼ μὲν πᾶσι Πελοποννησίοις ἀεὶ πολεμήσω καὶ ταράξω πανταχῇ , καὶ ναυσὶ καὶ πεζοῖσι , κατὰ τὸ
' : ἡ χάρις γὰρ οὐ μακρῶν λόγων δεῖται : ταράξω πέλαγος Αἰγαίας ἁλός . ἀκταὶ δὲ Μυκόνου Δήλιοί τε
3652908 προστιθειη
τὴν πᾶν καλὸν ἀγαθόν , ἔπειτα περὶ τοῦ καλοῦ τινα προστιθείη λέγων καὶ ἐπαινετὸν τῇ αὑτοῦ φύσει καὶ δι '
μεγάλου καὶ ἰσχυροῦ αἰνῶς ἀθανάτῃσι θεῇς εἰς ὦπα ἔοικε , προστιθείη δὲ καὶ τὰ περὶ τοῦ Ὀδυσσέως ῥηθέντα τεκμαιρόμενος ,
3647622 ἀποστησῃ
, ἐπιτρέχει τὴν ὁριστικὴν ἔγκλισιν , ἵνα τὴν ἐγκειμένην κατάφασιν ἀποστήσῃ , οὐ γράφει , οὐ περιπατεῖ : οὐ μὴν
: πολλὰ γὰρ δεῖ γενέσθαι δυστυχήματα καὶ ὑπερμεγέθη , ἵνα ἀποστήσῃ τῆς εὐδαιμονίας , οὕτω δὲ ὥστε κακοδαίμονα μὲν μηδέποτε
3644003 ἐθραξε
οὐκ ἄρα πολλὰ τὰ ὄντα . ἄγασθαι . θαυμάζεσθαι . ἔθραξε . ἐτάραξεν , ἠνώχλησεν , ἔνυξεν . τινα βυθόν
παραλελειμμένην ὁσιότητα . ἔστι γὰρ ἀφοσίωσις ὁσιότητος παραλελειμμένης ἀποπλήρωσις . ἔθραξε . ἐτάραξεν , ἠνώχλησεν , ἔνυξεν , ἐκίνησεν ,
3636655 ἑς
εἰς ες λήγοντα φάναι ῥήματα , σχές , σπές , ἕς , οἷς συνενεχθήσεται καὶ τὸ χθές , εἰ ἦν
ἔχοντες εἰς ς ὀξυτόνους τὰς μετοχάς , ἀλλὰ θές δός ἕς . Ἑνικά . Θήσω , θήσεις , θήσει :
3635537 ἀργυφεοιο
' ἐν πρώτωι Βοκχορηίδος αὐτὰρ ὅ γε σπείσας ἐκ κόνδυος ἀργυφέοιο / νέκταρ ἐπ ' ἀλλοδαπὴν οἶμον ἔβαινε πόδα πομπίλος
ἀεὶ ἀλέουσιν ὀδοῦσιν . αὐτὰρ ὅ γε σπείσας ἐκ κόνδυος ἀργυφέοιο νέκταρ ἐπ ' ἀλλοδαπὴν οἶμον ἔβαινε πόδα Ἐκ πυρὸς
3623530 ἀμφασιη
διασχόμενος παλάμῃσιν ἧκ ' ἐπὶ Μηδείῃ . τὴν δ ' ἀμφασίη λάβε θυμόν : αὐτὸς δ ' ὑψορόφοιο παλιμπετὲς ἐκ
. Τὴν μὲν ἄρα χροιὴν ἐξ αἵματος ἔσχεν ἐρυθρήν , ἀμφασίη δ ' ἥρωα λάβε θρασύν , ὡς ἐνόησεν ἐξαπίνης
3622833 παρεγενομην
τοιαῦτα : εἶθ ' ὅτι ἦλθον εἰς τὸν ἀγῶνα , παρεγενόμην προθύμως , ἀπεγραψάμην : εἶτα ἐν τῷ μεταξὺ ἐβάσκηνεν
: οὐκ εἰς τόδ ' ἦλθον : οὐκ ἐπὶ τοῦτο παρεγενόμην : νομίζω : κίνδυνον : ἠνύσθαι : σκυθρωπὸν ὄμμα
3620538 εὑρισκεν
, νομίζων ἐπ ' ὀλίγον κεκοιμῆσθαι . ὡς δὲ οὐχ εὕρισκεν , παρεγένετο εἰς τὸν ἀγρόν , καὶ μετεσκευασμένα πάντα
τῆς ψυχῆς ἅπαντας λογισμοὺς τὴν ἑκάστου γνώμην διηρεύνα καὶ πάντας εὕρισκεν ὁμογνωμονοῦντας περὶ τοῦ μηδὲν κινεῖν τῶν ἐξ ἀρχῆς καθωσιωμένων
3615303 καταβροχθισας
: ἐγὼ δέ γ ' ἤνυστρον βοὸς καὶ κοιλίαν ὑείαν καταβροχθίσας κἆτ ' ἐκπιὼν τὸν ζωμὸν ἀναπόνιπτος λαρυγγιῶ τοὺς ῥήτορας
τῶν παροψίδων ἠφάνιζε καὶ ἐπὶ τοῦ στόματος ἔφαινεν . εἶτα καταβροχθίσας τοὺς πλησίον ἑστῶτας ἄγων εἰς μέσον τὴν μὲν ἐκ
3614471 ἀποκρινομενῳ
, ὁμοίως ἔχον τῷ μηδ ' ὅντινα γαστέρι μήτηρ καὶ ἀποκρινομένῳ τὸ παράπαν οὐδὲ γρῦ , τὸ δὲ οὐθείς ἀπὸ
καὶ οὐχ οὕτως κατασκευάζειν δυνατούς : ἅμα γὰρ συμβαίνει τῷ ἀποκρινομένῳ ἢ πρὸς πλείω ἢ πρὸς τἀναντία ποιεῖσθαι τὴν φυλακήν
3613569 ναρκω
, περὶ ὧν προείρηται , πάντως περισπᾶται : κακῶ ἀρκῶ ναρκῶ σαρκῶ φαλκῶ δοκῶ . τὸ δὲ διώκω καὶ ἥκω
ἅψαο μαζῶν ; μᾶλα τεὰ πράτιστα τάδε χνοάοντα διδάξω . ναρκῶ , ναὶ τὸν Πᾶνα . τεὴν πάλιν ἔξελε χεῖρα
3610004 πυθοι
ἐν ἵπποις , ἤγουν κἀνταῦθα ἐνίκησαν ἅρματι . καὶ ἐν πυθοῖ καταβάντες ἐπὶ γυμνὸν στάδιον , ἤλεγξαν τὴν στρατιὰν τὴν
ἢ τῷ πατρὶ τοῦ θρασυδαίου τῷ πυθονίκῳ ἤτοι τῷ ἐν πυθοῖ νικήσαντι ἢ τῷ θρασυδαίῳ , ἤγουν ἐπεὶ μισθὸν εἴληφας
3609267 ἐντιθεις
γεωμετρικὰς καὶ τὰς ἀριθμητικὰς καὶ τὰς ἁρμονικὰς ὁ δημιουργικὸς νοῦς ἐντιθεὶς αὐτῇ κατὰ τὴν ψυχογονίαν ἐν Τιμαίῳ παραδέδοται . φήσομεν
ἂν δοκοίη εὐτυχής : τῷ τῶν κακῶν ζυγῷ τὸν αὐχένα ἐντιθεὶς ἀλγεῖ : δεινὸς χαρακτήρ : δυσχερές ἐστι , φησὶ
3605644 κατανευσω
οὐδ ' ἀπατηλὸν οὐδ ' ἀτελεύτητον , ὅτι κεν κεφαλῇ κατανεύσω . Αἰσθάνομαι τῶν Διὸς νευμάτων : διὰ τούτων γῆ
' ἀπατηλὸν οὐδ ' ἀτελεύτητον ὅ , τι κεν κεφαλῇ κατανεύσω [ Α ] : ἰσχύεις οὖν μεγάλα : Χάλυβες

Back