ἐν ἵπποις , ἤγουν κἀνταῦθα ἐνίκησαν ἅρματι . καὶ ἐν πυθοῖ καταβάντες ἐπὶ γυμνὸν στάδιον , ἤλεγξαν τὴν στρατιὰν τὴν
ἢ τῷ πατρὶ τοῦ θρασυδαίου τῷ πυθονίκῳ ἤτοι τῷ ἐν πυθοῖ νικήσαντι ἢ τῷ θρασυδαίῳ , ἤγουν ἐπεὶ μισθὸν εἴληφας
7087636 καταιθων
' ἐκπυθέσθαι τῆς ἐμῆς χρῄζεις φρενός , οὔτ ' ἂν καταίθων οὔτε κρατὸς ἐξ ἄκρου δεινοὺς καθιεὶς πρίονας εἰς ἄκρους
φθιτοὺς πεπαμένον κέλευθον , ἣν γωρυτὸς ἔκρυψε Σκύθης , ἦμος καταίθων θύσθλα Κωμύρῳ λέων σφῷ πατρὶ λάσκε τὰς ἐπηκόους λιτάς
6110684 δυναιμην
χρηστοὺς καὶ τῆς παρ ' ἐμαυτοῦ βοηθείας , εἴ τι δυναίμην , οὐκ ἀποστερήσω . Μικρὰ πενθῆσαι λέγεται Εὐδόξιος τὸν
φιλοσοφοῦντι σιωπήν . Ὥρα οὖν μοι ἐκτίνειν , ὅπως ἂν δυναίμην , ἄνευ θωπείας καὶ κολακείας . ἄλλως γὰρ ποιοῦντι
5784508 κοὐτ
ἐγείνατο , ἣ δούλι ' ἔργα καὶ δύην περιτρέπει : κοὔτ ' ἂν μύλης ψαύσειεν , οὔτε κόσκινον ἄρειεν ,
νυμφίων ἐξαίρετον , ἄλλοισι θρέψας ' ἐκ χερῶν ἀφηιρέθην : κοὔτ ' ἐξ ἐκείνων ἐλπὶς ὡς ὀφθήσομαι αὐτή τ '
5599180 ἐθελον
* . . + Ἄεθλον : ἀπὸ τοῦ ἐθέλω , ἐθέλον τι : ἔστι μετὰ τοῦ ἐπιτατικοῦ α ἀέθελον ,
' αὐτῆς τοιαῦτα πάντα . Τὸ μὲν οὖν μὴ γεννᾶν ἐθέλον μᾶλλον αὐταρκέστερον τῷ καλῷ , τὸ δὲ ἐφιέμενον ποιῆσαι
5562175 ἐχοις
αὐλητάς , βουλόμενος αὐλητὴς γενέσθαι , ἢ τοὺς κιθαριστάς ; ἔχοις ἂν αὐτῷ ὅτι χρῷο καὶ ὅποι πέμποις ἄλλοσε μὴ
τῷ αὑτᾶς ἀνδρί , ἀλλ ' οὐ τοῖς πλασίον . ἔχοις δ ' ἂν ἐπὶ τᾶς ὄψιος ἐρύθαμα μὲν σαμεῖον
5510471 ἰδοις
ῥεῦμα μιανθείη ποτε ἀδίκως ἀπολομένου σώματι , μήτε σὺ τοιοῦτον ἴδοις θέαμα , ἄνθρωπον οὐδὲν ἀδικήσαντα ἀπολλύμενον ἐπὶ τῆς σῆς
καὶ εὐθύτητες . οὐ μὴν τοῦτο κἀπὶ τῶν ἀρτίων οὕτως ἴδοις γινόμενον . τῷ γὰρ πρώτῳ τετραγώνῳ τῇ μονάδι ὁ
5431872 θελοιμ
ἐξεμόχθησαν δορὶ κτανεῖν ἐμοί νιν ἔδοσαν , εἴτε μὴ κτανὼν θέλοιμ ' ἄγεσθαι πάλιν ἐς Ἀργείαν χθόνα . ἐμοὶ δ
κακῶς φρονοῦντες : ὡς τρὶς ἂν παρ ' ἀσπίδα στῆναι θέλοιμ ' ἂν μᾶλλον ἢ τεκεῖν ἅπαξ . ἀλλ '
5322134 οὑνεχ
δείσητον , ἀλλὰ πάντ ' ἐπέξιτον , θεατῶν γ ' οὕνεχ ' , ὡς ὄντων σοφῶν . Καὶ μὴν ἐπ
σὺν ἔντεσι δούριος ἵππος . Θαύμαζον δὲ Σίνωνα περικλυτόν , οὕνεχ ' ὑπέτλη λώβην δυσμενέων πολυκηδέα : καί ῥά ἑ
5283640 σωσειεν
, ἂν μὴ γῆς λάβηται φερόμενος , οὔποτ ' ἂν σώσειεν αὑτόν , οὔτ ' ἀνὴρ πένης γεγὼς μὴ οὐ
, μῦθος ἐσώθη καὶ οὐκ ἀπώλετο , καὶ ἡμᾶς ἂν σώσειεν , ἂν πειθώμεθα αὐτῷ , καὶ τὸν τῆς Λήθης
5282975 ὀφρ
' ἐπιβαίην : ὑπέρβατόν ἐστι . τὸ δὲ ἑξῆς : ὄφρ ' ἐπιβαίην νηός , ἐπιβάντι δὲ τῆς νηὸς ἡ
μήδετο θυμός , εἰ μή σφεας κατέρυξε θεῶν νόος , ὄφρ ' Ἀχιλῆος ἔλθοι ἀπὸ Σκύροιο θοὸς πάις , ὅν
5267618 δυναιο
γυναικῶν : καίτοι σὺ θνητὸς ὢν θεοῦ πῶς μεῖζον ἂν δύναιο ; τί δ ' ἢν ῥαφανιδωθῇ πιθόμενός σοι τέφρᾳ
, εἰ καὶ μὴ ἔχοις θυσίας καὶ εἰ μὴ δεύτερον δύναιο : εὔχου μὴ ἅπαξ , ἀλλ ' ἐν παντὶ
5219343 γευσαιντο
παραδραμόντος ζῶντα αὖθις ἀνεμεῖν . τῆς δὲ τρίγλης οὐκ ἂν γεύσαιντο οἱ αὐτοὶ μύσται , οὐδὲ μὴν ἡ τῆς Ἥρας
χυλὸς δὲ ἐνστόμιος οὐκ ἂν ὄσφροιτο , οὐδ ' ἂν γεύσαιντο ῥῖνες , ὅ τ ' αὖ λόγος οὐδὲν ἂν
5206166 ἐργασαιατο
πόδες : Παρὰ τὴν παροιμίαν τί δῆτα χεῖρες οὐκ ἂν ἐργασαίατο ; ] καὶ νὴ Δί ' αἱ νῆτται :
οὐκέτ ' εἰμ ' ἐγώ τί δῆτα χεῖρες οὐκ ἂν ἐργασαίατο ; ὡς ἐγγὺς ἤδη δαίμονος πεδαρσίου δίνης πτερωτὸς φθόγγος
5149807 ἀγροτερη
παλάμῃσι . τὸν δὲ κασιγνήτη μάλα νείκεσε πότνια θηρῶν Ἄρτεμις ἀγροτέρη , καὶ ὀνείδειον φάτο μῦθον : φεύγεις δὴ ἑκάεργε
, ὅπερ ἐστὶ κραυγῆς , κυνηγεῖ . “ κελαδεινὴ Ἄρτεμις ἀγροτέρη . ” κεμάς . τῶν ἅπαξ εἰρημένων . οἱ
5137839 δεξαιμην
πόσῳ ἂν αὐτοῦ δέξαιο στέρεσθαι ; Οὐδὲ ζῆν ἂν ἐγὼ δεξαίμην δειλὸς ὤν . Ἔσχατον ἄρα κακῶν εἶναί σοι δοκεῖ
ταῦτα καὶ προσδοκῶ , καὶ τοὺς λόγους τούτους εἰρῆσθαί μοι δεξαίμην ἂν μᾶλλον ἢ τὰ πλεῖστα καὶ μέγιστα τῶν οἰκοδομημάτων
5118251 ἀπαι
στρατιῶται , μεμερτινοὶ ὀνομάσθησαν : οἱ ἴσα ἐργαζόμενοι Ἄρηϊ : ἄπαι δρυμοί : φάραγγες κοιλάδες : παρὰ τὸ πίω ῥῆμα
στρατιῶται , μεμερτινοὶ ὀνομάσθησαν : οἱ ἴσα ἐργαζόμενοι Ἄρηϊ : ἄπαι δρυμοί : φάραγγες κοιλάδες : παρὰ τὸ πίω ῥῆμα
5103151 ἐπειδ
σχηματίζονται βούλεσθαι τελευτᾶν καί φασιν ἱκανῶς ἀπολαῦσαι τοῦ βίου , ἐπειδ δέ τις αὐτῶν νόσῳ περιπεσὼν αἴσθηται πλησίον οὖσαν τὴν
ἢ χαλκὸς ἀλειφόμενος , χρυσὸς ἢ ἄργυρος οὐ κρατεῖ , ἐπειδ ' ἂν δὲ στυφθῇ , τότε ἀλειφθῇ , τότε
5102307 εὐτ
τοῖς μεγάλα φρονοῦσιν ἐπάγουσιν , ἀπροσδοκήτως καταβάλλοντες αὐτούς . . εὖτ ' ἂν ] ὁπηνίκα . . τέμενος ] τὸν
ἄλοχον Κρονίδαο Διὸς λάθον , ἀλλά οἱ Ἶρις πέφραδεν , εὖτ ' ἐνόησεν ἀπὸ μεγάροιο κιόντας : αὐτὴ γάρ μιν
5093368 ἐφικοιτο
Ἑλλήνων καὶ πανωλεθρίᾳ πράγματα ἀπολλύμενα οὐδ ' ἂν εἷς λέγων ἐφίκοιτο . εἶχον δὲ τὴν ἀρχὴν ἑκατέραν ἤδη Λακεδαιμόνιοι ,
ὥστ ' οὐκ , εἰ μὴ κατ ' ἀξίαν τις ἐφίκοιτο τῷ λόγῳ , νομίζειν δυστυχεῖν , ἀλλ ' ἢν
5090682 ἀλεγεινην
πάτρηνδε νέεσθαι : ἤδη γὰρ χρειὼ τῆς εἵνεκα τήνδ ' ἀλεγεινήν ναυτιλίην ἔτλημεν , ὀιζύι μοχθίζοντες , εὐπαλέως κούρης ὑπὸ
Νέστορος υἱὸς δάκρυα θερμὰ χέων , φάτο δ ' ἀγγελίην ἀλεγεινήν : ὤ μοι Πηλέος υἱὲ δαΐφρονος ἦ μάλα λυγρῆς
5065650 ἐλινυον
παρὰ τὸ Ὁμηρικόν : οὐ γάρ τις πρῆξις πέλεται . ἐλίνυον : παρέμενον . δαιμόνιοι : τεχνικῶς καὶ συνετῶς οὐχ
εὗρον σημαίνειν τὴν λέξιν τὸ στρατεύειν διατρίβοντας ἢ ἐγχρονίζοντας . ἐλίνυον : διέτριβον , ἀνεστρέφοντο , περιεφέροντο : ἀπὸ τοῦ
5063031 λαβοις
πεπερασμένων , ἐπεὶ καὶ ἀέρος ὄγκον , εἰ πολλῷ πλείονα λάβοις , πυρὸς δὲ ἐλάττω , ἥ γε δύναμις ἡ
ἀγένητον ἄφθαρτον , γενναίως μὲν καὶ ὁ Ἀριστοτέλης ἀπέδειξε , λάβοις δ ' ἂν αὐτοῦ συντόμως οὕτω τὴν ἀπόδειξιν :
5049089 πενιης
μορφὴν οὐ χαρίεσσαν ἔχων : εἰ δέ τις ἀχρήμων , πενίης δέ μιν ἔργα βιᾶται , κτήσασθαι πάντως χρήματα πολλὰ
γαστέρα μαργοσύνῃ . οὕτως μὲν Θήρωνα τὸ δεύτερον ἀμφεκάλυψεν οὐλομένης πενίης κῦμα παλιρρόθιον . Εὐκτήμων δ ' ἐδάκρυε τὸ δεύτερον
5029821 βλεφαροισι
Ὀδυσῆα , φίλον πόσιν , ὄφρα οἱ ὕπνον ἡδὺν ἐπὶ βλεφάροισι βάλε γλαυκῶπις Ἀθήνη . μνηστῆρες δ ' ὁμάδησαν ἀνὰ
' Ὀδυσῆα φίλον πόσιν , ὄφρα οἱ ὕπνον ἡδὺν ἐπὶ βλεφάροισι βάλε γλαυκῶπις Ἀθήνη . ἑσπέριος δ ' Ὀδυσῆϊ καὶ
5013387 κεινον
μάλ ' ἀμφὶ φόνῳ Πατρόκλου μερμηρίζων , ἢ ἤδη καὶ κεῖνον ἐνὶ κρατερῇ ὑσμίνῃ αὐτοῦ ἐπ ' ἀντιθέῳ Σαρπηδόνι φαίδιμος
ἂν ὑμᾶς ἔχειν μὴ φανερῶς αὐτῆς ἐνδούσης , ἢ ' κεῖνον λαβεῖν βούλεσθαι . οἶμαι μὲν οὖν οὐδὲ βοηθήσειν αὐτήν
5011138 ποθεοντες
, δύσμοροι , οἵ τ ' ἀγαθῶν μὲν ἀεὶ κτῆσιν ποθέοντες οὔτ ' ἐσορῶσι θεοῦ κοινὸν νόμον οὔτε κλύουσιν ,
ἐριαύχενες ἵπποι κείν ' ὄχεα κροτάλιζον ἀνὰ πτολέμοιο γεφύρας ἡνιόχους ποθέοντες ἀμύμονας : οἳ δ ' ἐπὶ γαίῃ κείατο ,
5006900 θαλεραν
μεγάλων ποινὰν λαχόντ ' ἐξαίρετον ὀλβίοις ἐν δώμασι , δεξάμενον θαλερὰν Ἥβαν ἄκοιτιν καὶ γάμον δαίσαντα πὰρ Δὶ Κρονίδᾳ ,
] ες εὐερισταει [ ! ! ! ! ! ] θαλερὰν φρένα ἐδρέψατο [ ] δρυσων ? ! ! [
4990207 φρασαιμ
οὖν , εἴ τις ἔροιτο , τὸ αἴτιον ; ἐγὼ φράσαιμ ' ἂν ὑμῖν τε καὶ Μούσαις : ἐβαρβαρώθην οὐ
Εὕρισκε νὴ Δί ' , εἴπερ ἀναδύσει πάλιν . Ἐκεῖ φράσαιμ ' ἄν , ἐνθαδὶ δ ' οὐ βούλομαι .
4971526 ἀκτεριστον
τάφον κρύψουσι κοίλης ἐν μυχοῖς διασφάγος . τοῖς δ ' ἀκτέριστον σῆμα Δαυνῖται νεκρῶν στήσουσι χωστῷ τροχμάλῳ κατηρεφές , χώραν
τῷ Διομήδει πῖον καὶ λιπαρὸν ἔδαφος . τοὶ δ ' ἀκτέριστον : οὐ γὰρ ἐκτερίσθησαν ἤτοι ἐτάφησαν ὡς νόμος θάπτεσθαι
4958622 δειματι
οὐκ ἐπιγράψαι τὸ ὄνομα τῶν πολεμίων σφᾶς τῷ ἀπὸ Λακεδαιμονίων δείματι , ἐπεὶ Οἰνιαδῶν γε καὶ Ἀκαρνάνων οὐδένα ἔχειν φόβον
τε φαεννότατον ξένοισι . κεῖνόν γε καὶ βαρύκομποι λέοντες περὶ δείματι φύγον , γλῶσσαν ἐπεί σφιν ἀπένεικεν ὑπερποντίαν : ὁ
4952574 σονα
? ημεθια ? ? ? ? [ ] [ ] σονα ? ? ? ? [ ] [ ] !
] τοῦ Ἀριστάρχου : Ὁμηρείης ] ἀπὸ βύβλου [ ] σονα τε ? ὃς ? ? πλάσατο [ ] νονι
4934270 καταστησομαι
, αὐτὸς ἐγὼ τὸν τάφον , αὐτὸς ἐπὶ τῶν χοῶν καταστήσομαι , αὐτὸς τὰ νομιζόμενα πληρώσω . ποῦ μοι πάντες
: ἔτι τε ἀμαθίᾳ τῆς ἀρχῆς , ὁποίαν τινὰ ἐγὼ καταστήσομαι . ἐπεὶ μαθὼν τάχ ' ἂν ἠνέσχου καθισταμένου ,
4929085 στυγεροιο
. Ὣς ἄρ ' ἔφη , πάσῃσι δ ' ἔρως στυγεροῖο μόθοιο ἔμπεσεν : ἐσσυμένως δὲ πρὸ τείχεος ὁρμαίνεσκον βήμεναι
ὄψεται : οὐ γάρ μιν πρόσθεν παύσεσθαι ὀΐω κλαυθμοῦ τε στυγεροῖο γόοιό τε δακρυόεντος , πρίν γ ' αὐτόν με
4924957 ἐσαντα
λύθρῳ ὑπ ' ἀργαλέῳ πεπαλαγμένον : οὐδέ τις ἡμέων κείνῳ ἐσάντα μολὼν ἔτ ' ἐσέδρακεν ἠριγένειαν . Νῦν δ '
τοι ἄνευ θεοῦ ἤλυθε δεξιὸς ὄρνις : ἔγνων γάρ μιν ἐσάντα ἰδὼν οἰωνὸν ἐόντα . ὑμετέρου δ ' οὐκ ἔστι
4905577 κοὐδεν
οὐ πείσεται . ἔκπεμπέ νυν γῆς τούσδε τοὺς Εὐρυσθέως , κοὐδὲν βιαίωι τῆιδε χρήσομαι χερί . ἄθεον ἱκεσίαν μεθεῖναι πόλει
' ἐστὶν ἡμῖν κόνεος ἢ τέφρας ποθέν . ἄνδρες πονηροὶ κοὐδὲν οἵδε σύμμαχοι . ὁτιὴ τὸ νῶτον τὴν ῥάχιν τ
4896849 νεοιτο
τι : ἵνα . ἀλευόμενον : φεῦγον , πλανώμενον . νέοιτο : ἐκφεύγοι . Βύσσαν : βυθόν . ἅλιον :
τεμένεσσι κρυπτόμενος : καὶ δ ' ἄν κεν ἑκὼν οἶκόνδε νέοιτο . εἰ δ ' ἄρα Τοξευτῆρα διοιχνεύοι κερόεσσα ,
4895544 θαμβος
: ναῦται δὲ τρομέουσιν , ἀείδελα δεσμὰ θαλάσσης δερκόμενοι καὶ θάμβος ἴσον λεύσσοντες ὀνείρῳ . ὡς δ ' ὅτ '
κοινὸν ὄλεθρον γοερὸν ἐκλαυθμύριζον . ἐξ οὗ δή μοι καὶ θάμβος ἐπέρχεται , ὅταν κατὰ νοῦν λάβω τὴν ποικίλην καὶ
4893982 πολυκηδεα
κεκορήμεθ ' ἀέθλων ἀμφοτέρω , σὺ μὲν ἐνθάδ ' ἐμὸν πολυκηδέα νόστον κλαίους ' : αὐτὰρ ἐμὲ Ζεὺς ἄλγεσι καὶ
γράμμα Πλάτωνος ἐμὴν ἐπέδησεν ἐρωήν , ἤδη λυγρὸν ἔλυσα βίου πολυκηδέα δεσμόν , τοῦτ ' ἔστιν εἰ μὴ ὠφελήθην ἐκ
4886432 μιμνε
κρύψας χθονὶ ἐλθὼν παλαιᾶς χοιράδος κοῖλον μυχὸν Σηπιάδος ἵζου : μίμνε δ ' ἔστ ' ἂν ἐξ ἁλὸς λαβοῦσα πεντήκοντα
νῆα κιὼν ἑτάροισιν ἐνίσπες μύθους ἡμετέρους , μηδ ' ἔκτοθι μίμνε πόληος . ” Ἴσκεν , ἀμαλδύνουσα φόνου τέλος οἷον
4885698 μενοι
κέντρον μένει κατὰ φύσιν , ἡ δὲ ἔξωθεν περιφέρεια εἰ μένοι , κέντρον ἔσται μέγα . Μᾶλλον οὖν ἔσται περὶ
γὰρ παίδοιν φίλοιν ὄντοιν , εἶτα ἀνδρωθέντοιν , ὁ μὲν μένοι παῖς τὴν διάνοιαν , ὁ δὲ οἷος κράτιστος ,
4865319 δμωας
τῶν ἐμῶν γονάτων : τὸν μὲν τῶν νεκρῶν : γράφεται δμῶας : τὸν δὲ Πολυνείκους νέκυν : φανερώσεται κηρυχθήσεται :
πορπάματα , Πυλάδην μὲν εἵλετ ' ἐν πόνοις ὑπηρέτην , δμῶας δ ' ἀπωθεῖ : καὶ λαβὼν μόσχου πόδα λευκὰς
4857932 ὀπωπην
σπέρμα λαβεῖν μαράθου , ὀξυτέρην τὸ τίθησιν ἐφ ' ἑρπηστῆρσιν ὀπωπήν πιαῖνον δειλοῖς ἄλγεα βουπελάταις . τῶν δ ' αὐτῶν
ἠμάλδυνε κέλευθα ἰχὼρ ἀχλυόεις , ἀνὰ δ ' ἔτραπε πᾶσαν ὀπωπήν : αἱ δὲ διὰ θολόεντος ἄφαρ φεύγουσι πόροιο ῥηϊδίως
4856483 αὐδησαντος
ἔνθεν ὀπός , οἷον ” οὐδέ πω Ἀτρεΐδεω ὀπὸς ἔκλυον αὐδήσαντος ” : ὀξυδερκὲς γὰρ τὸ ζῷον καὶ εὐόμματον .
μέγα λαῖτμα θαλάσσης . τοῦ δὲ Ποσειδάων μεγάλ ' ἔκλυεν αὐδήσαντος : αὐτίκ ' ἔπειτα τρίαιναν ἑλὼν χερσὶ στιβαρῇσιν ἤλασε
4826415 θεασαιτο
τὸ ἔμπροσθεν ἠρέμα , καθάπερ ἄν τις ἀρτιφαοῦς σελήνης κέρας θεάσαιτο , χῶρον ἱκανὸν ἐν κύκλῳ διαλαμβάνουσι . Τρεῖς δὲ
ἐντεῦθεν μηδενὸς κωλύοντος εἰς τὸ ἰδεῖν , ἆρ ' ἂν θεάσαιτο ὅ τι μὴ συμπαθὲς πρὸς ἐκεῖνο , εἰ τὸ
4823074 ταπερ
κακίης ἀμόλυντον ἔχων κατὰ πάντα λογισμὸν μήσομαι ἔρδειν κεῖνα , τάπερ σόον ἀνέρα θήσει , πορσύνων πάντεσσι φίλην βιόδωρον ὑγείην
τρία ἔτεα ἐν τῷ ἔργῳ ἐξεγένετο , ἐν τοῖσι ἀπέβαινε τάπερ ὁ Κομβάβος ὀρρώδεεν . ἡ Στρατονίκη γὰρ χρόνον ἐπὶ
4820388 πελα
! ! ! ! ! ! ! ] τος δόμοισι πελα ? [ τάλαινα ἄφρογ γύναι , ἀπο [ ἐγ
γεφύρας ἀντὶ τῆς προτέρας τούτῳ τῷ τρόπῳ ἐποίησεν . ναῦς πελα - γίας κατὰ ῥοῦν ἔστησαν καὶ ἐπλήρωσαν τὸ πέλαγος
4819689 λυγρην
: τὴν δ ' ἄτην οὐ πρόσθεν ἑῷ ἐγκάτθετο θυμῷ λυγρήν , ἐξ ἧς πρῶτα καὶ ἡμέας ἵκετο πένθος .
ἀπὸ νόσφι βαλόντες πῦρ ὀλοόν τε σίδηρον ἀκηδέες ἐντύνοντο δαῖτα λυγρήν : μάλα γὰρ τάχ ' ἐπήιεν ὑστατίη νύξ .
4815299 ἑλκεϊ
καταντίον ἀίσσοντα Νέστορος ὄβριμος υἱὸς ὑπὲρ γόνυ δούρατι τύψεν , ἕλκεϊ δ ' οὐλομένῳ στυγερὰς ὑπεδύσετ ' ἀνίας : χάσσατο
τοῦ ἄλγεοϲ θι - γεῖν , ἢ φάρμακον αὐτῷ τῷ ἕλκεϊ προϲβάλλειν . καίτοι καὶ εἰ ἐπίϲχοιτο ἡ αἱμορραγίη φαρμάκῳ
4805082 ἐγεγωνει
' ἐκέκαστο . Αἴας δ ' ἐν πρώτοισι μέγα στενάχων ἐγεγώνει , πατροκασιγνήτοιο φίλον ποθέων ἅμα παῖδα , βλήμενον ἐκ
πολλοὶ ὁμόκλεον ἐν μεγάροισι . Τηλέμαχος δ ' ἑτέρωθεν ἀπειλήσας ἐγεγώνει : “ ἄττα , πρόσω φέρε τόξα : τάχ
4803680 ἁμαξιαια
διατρίβουσιν . ἀμφήμερος πυρετός : ὃν ἀμφημερινὸν οἱ ἰατροί . ἁμαξιαῖα ῥήματα : μεγάλα , ἃ φέροι ἂν ἅμαξα ,
Θετταλῶν καὶ τὰ Θετταλικὰ μὲν πολὺ καπανικώτερα . οἷον τὰ ἁμαξιαῖα . Θετταλοὶ γὰρ τὰς ἀπήνας καπάνας ἔλεγον . Αἰγυπτίους
4800398 νεκυν
ἀκταὶ ὁμῶς ῥηγμῖσιν ἀπειρέσιον βοόωσι : τοῖος ἄρ ' ἀμφὶ νέκυν Δαναῶν στόνος αἰνὸς ὀρώρει μυρομένων ἄλληκτον ἀταρβέα Πηλείωνα .
τι καὶ σὲ διδάσκειν ἤθελε : φεῦ , κείνου καὶ νέκυν ἀντιάσαι . Πλοῦτον μὲν πλουτοῦντος ἔχεις , ψυχὴν δὲ
4799636 ἐγγυαλιξῃ
ἀντ ' εὐεργεσίης τετανυμμένης πάντοθεν οἰκτρῷ ὔμμι θεὸς πανεπόπτης διπλόον ἐγγυαλίξῃ μακροπόρευτον ἔχειν ἄλυπον βίον ἐκτὸς ἀνίης ἄφθονον αὐτοτέλεστον ἐπ
δόμους ὀλοῷ πυρὶ δῃώσειαν Αἰήτεω ὅτε μή σφιν ἑκὼν δέρος ἐγγυαλίξῃ . οἱ δὲ οὕτως : οὐ φυκτά οὐκ εὔπλοα
4798476 ἐχηις
χεῖρα . ἐροῦσι πολλοί : πολλὰ σαυτὸν ἀσπάζου , ἐπὴν ἔχηις τι : πάντα σοι φίλων πλήρη : πλουτοῦντα γάρ
, μὴ τὰ μαλακὰ μῶσο , μὴ τὰ σκλήρ ' ἔχηις . καὶ πιεῖν ὕδωρ διπλάσιον χλιαρόν , ἡμίνας δύο
4797278 Ἀγα
Ἀγαμέμνονα ὑπὲρ αὐτοῦ Κόων ἐστί : Φόβος δὲ ἐπὶ τοῦ Ἀγα - μέμνονος τῇ ἀσπίδι ἔπεστιν , ἔχων τὴν κεφαλὴν
: εἵλετο γὰρ ἂν Βορμίλκας ἐπ ' αὐτοφώρῳ γενόμενος συνεργεῖν Ἀγα - θοκλεῖ μᾶλλον ἢ τοῖς πολίταις δοῦναι τὴν ἐκ
4796531 γιγνετο
κούφοις , Τιτὰν δὲ κύκνῳ πυρόεντι βολᾷ σύμμαχος ἐφάνη : γίγνετο μὲν ὑγρόν πάλι ποταμὸς ὕδωρ : ἔπεσεν ὁ βούτας
μαίνηται βαθέης ἐν τάρφεσιν ὕλης : ἀφλοισμὸς δὲ περὶ στόμα γίγνετο , τὼ δέ οἱ ὄσσε λαμπέσθην βλοσυρῇσιν ὑπ '
4791117 σπευδουσι
διαλεκτικὸς πειραστικῶς λαμβάνει , ὁ δὲ ἀποδείκνυσιν . ἀμφότεραι δὲ σπεύδουσι γνῶσιν ἔχειν : κἀκεῖνος γὰρ πειρᾶται , εἴτε ἐπιστήμην
ἄρα ) οἱ ἐν ταῖς Ἀθήναις , φησί , δικάζοντες σπεύδουσι πολλοῖς ἐγγεγράφθαι γράμμασιν ἤτοι δικαστηρίοις . περὶ δὲ τῶν
4789795 χρῃζεις
τε καὶ φυλάξεται στίβος : σὺ δ ' εἴ τι χρῄζεις , φράζε δευτέρῳ λόγῳ . Ἀχιλλέως παῖ , δεῖ
ἂν εἴπῃς ἱστορούμενος βραχύ . Λέγ ' , εἴ τι χρῄζεις : καὶ γὰρ οὐ σιγηλὸς εἶ . Τὴν αἰχμάλωτον
4788912 ἀνεμωλια
τοῦ μετὰ τῶν ἀνέμων μολίσκειν , οἷον ἀνεμοφόρητα : “ ἀνεμώλια γάρ μοι ὀπήδει . ” ἀνεμορμύρεσκεν . τῶν πεποιημένων
ἐγὼ τάδε τόξα φαεινῷ ἐν πυρὶ θείην χερσὶ διακλάσσας : ἀνεμώλια γάρ μοι ὀπηδεῖ , τὸ μετὰ τοῦτο διαλυμήνασθαι πάσας
4782904 πειρηθηναι
αὐτὴν ἴδμων ἠερίην μάλα σημήνασθαι ἀϋτμήν . Καί τις ἐπακτήρων πειρηθῆναι σκυλακήων ἱμείρων , προπάροιθε πυλάων αἰπεινάων ἢ νέκυν ἢ
ἐέλδωρ ἐκτελέσωσιν . Ἀλλ ' ἤτοι τάδε μὲν καὶ ἐπαυτίκα πειρηθῆναι πάντα μάλ ' ὅσς ' ἀγόρευσα , παρέσσεται ,
4780946 ἀνερα
οὐδ ' ἀγαθοῦ , μᾶλλον δὲ κακῶν ῥεκτῆρα καὶ ὕβριν ἀνέρα τιμήσουσι : δίκη δ ' ἐν χερσί : καὶ
ἢ καὶ ἐπαρκές θάλπε βαλὼν χύτρῳ σκαμμώνιον . οἷσι κορέσκων ἀνέρα καὶ θανάτοιο πέλας βεβαῶτα σαώσεις . Ἤν γε μὲν
4771516 ἁσς
ἐνθάδε μετὰ φθορᾶς παραγενόμενος . . . . ἄξομαι , ἅσς ' ἔλαχόν γε : ἡ διπλῆ ὅτι παραπλησίως καὶ
Ἀγάθων “ μονοῦ γὰρ αὐτοῦ καὶ θεὸς στερίσκεται ἀγένητα ποιεῖν ἅσς ' ἂν ᾖ πεπραγμένα ” τραγικὸς ποιητὴς ὁ Ἀγάθων
4763666 θεουδεα
διὰ πλατέος τοῦδ ' ἔβαλεν ποταμοῦ . Μνήματι τῷδε Κράτητα θεουδέα καὶ Πολέμωνα ἔννεπε κρύπτεσθαι , ξεῖνε , παρερχόμενος ,
: τὸ καὶ σέο σῶμα δίφυιον . Μνήματι τῷδε Κράτητα θεουδέα καὶ Πολέμωνα ἔννεπε κρύπτεσθαι , ξεῖνε , παρερχόμενος ,
4762074 εὑροιμι
' ἀδικήσω τὴν τεκοῦσαν , ἀλλ ' ἵνα κατὰ σχολὴν εὕροιμι . νῦν δ ' εὕρηκα : σὲ ὁρῶ γάρ
ἐπιβάλοι καὶ ἐπιθήσει σκέπασμα ἐξ ἀρνακίδων , ὡς ἂν γνώμην εὕροιμι ἀποστερητικήν ; ὁ δὲ ⌈ παίξας [ παίζων ]
4761711 αἱμ
αὐτὰρ ἐπεὶ ἴδεν ἕλκος ὅθ ' ἔμπεσε πικρὸς ὀϊστός , αἷμ ' ἐκμυζήσας ἐπ ' ἄρ ' ἤπια φάρμακα εἰδὼς
αὖ τήνδ ' ἐς ἄρκυν ἤγαγες χρήσας , ἐπειδὴ πατρὸς αἷμ ' ἐτεισάμην μητέρα κατάκτας ; διαδοχαῖς δ ' Ἐρινύων
4756795 χαμαι
εἴδη τρία , ἰσόπλευρον , ἰσοσκελές , σκαληνόν . οὐ χαμαὶ πεσεῖται . παροιμία : οὐ μὴ χαμαὶ πέσῃ ,
παρ ' ὀμφαλόν , ἐκ δ ' ἄρα πᾶσαι χύντο χαμαὶ χολάδες : τὸν δὲ σκότος ὄσσε κάλυψεν ἀσθμαίνοντ '
4751989 λυσειεν
τὰ δὲ τοιαῦτα ὀλέθρια καὶ ἄλλως παιδίοισιν : καὶ αἷμα λύσειεν ἂν ῥαγὲν , μᾶλλον δὲ τοῖσι τελειοτέροισιν ἐπιφαίνεται .
δεσμωτηρίῳ ῥίνην ἀποκρύψειεν , ὅπως μηδεὶς τῶν δεσμωτῶν λαβὼν ἔπειτα λύσειεν ἑαυτόν . τοὺς οὖν φιλοτίμους καὶ φιλοπόνους μόλις μέν
4751019 δυσμενεας
ἐνὶ στέρνοισι κέαρ . Τάχα δ ' οἳ μὲν ἔναιρον δυσμενέας . . . . . . . . .
ἢ ξίφος ἢ δόρυ μακρὸν ἑῇς ἀνὰ χερσὶν ἀεῖραι , δυσμενέας δάμναντο καὶ ὧς βεβαρηότες οἴνῳ . Αἴγλη δ '
4750273 στρατηλατηι
: ἕπου δέ μοι πρὸς ναῦς , καλὸν νύμφευμα τῶι στρατηλάτηι . σὺ δ ' , ἡνίκ ' ἄν σε
ἄσμενός μ ' ἰδών . πόλλ ' ἀνδρὶ βασιλεῖ καὶ στρατηλάτηι μέλει . παρ ' ἐμοὶ γενοῦ νῦν , μὴ
4749341 ξηρ
ἀρχαῖον ἀπὸ τοῦ Θεοδοσιακοῦ Νικάνδρου μεταγεγραμμένον σκλήρ ' ] γράφεται ξῆρ ' , ξηρά : κατεσκληκότα περσείης ] δένδρον ἐστὶ
τριφθέντα , ῥαγέντα σκλήρ ' ἀπὸ περσείης : γράφεται καὶ ξῆρ ' ἀπὸ περσείης , ἐν τοῖς τῶν περσεῶν λέπεσιν
4745298 ἀιξας
ἐκ πόντοιο , τὰ δ ' ἔκποθεν ἄλλος ἀήτης ἀντίος ἀίξας μεγάλῃ περὶ λαίλαπι θύων ὦσεν ἀπ ' ἠιόνων Βορέου
. . . ε . η . σ . λικριφὶς ἀίξας . ὅτι δὶς κέχρηται τῇ λέξει , νῦν καὶ
4741202 καλοιντ
στοιχεῖα μὲν τὰ πρῶτα καὶ τῶν μετ ' αὐτὰ ἀρχαὶ καλοῖντ ' ἂν εἰκότως . ὧν οὐ πάνυ τοι προσήκων
ἀργόν , οὐχ ἱππῶδες , ὑγρόν . οἱ πρόσθεν πόδες καλοῖντ ' ἂν οἱ πρόσθιοι , οἱ ἔμπροσθεν , οἱ
4740582 θειην
ἀρχῆς τῆς παρ ' ἐκείνων εὐνοίας εὐεργέτημ ' ἂν ἔγωγε θείην . διακόπτει μὲν οὖν οὕτως κατ ' ἐπεμβολήν .
ἀνθρώποις οὐδ ' ἀθανάτοισι θεοῖσι , σπῆι ἔνι γλαφυρῷ , θείην κρατερόφρον ' Ἔχιδναν , ἥμισυ μὲν νύμφην ἑλικώπιδα καλλιπάρηον
4738635 θαρσαλεως
εἶναι καὶ ἐξαριθμείτω τὰ περιεστηκότα δεινά , ἀλλὰ τοῖς ἐναντίοις θαρσαλέως ἀντιταττέσθω , καταφρονήσας τοῦ περιεστηκότος κινδύνου : μᾶλλον γὰρ
Ὁκόταν δὲ μέλλῃ ἀποθνήσκειν , ὀξύτερά τε ὁρῇ καὶ φθέγγεται θαρσαλέως , καὶ πιέειν καὶ φαγέειν αἰτέει , καὶ ἢν
4732797 ἀπερυκει
ἀπὸ βιαίας ἀστραπῆς . Σίδηρος τοῖς πώμασι τῶν πίθων ἐπιτιθέμενος ἀπερύκει τὴν ἀπὸ τῶν βροντῶν καὶ ἀστραπῶν βλάβην . ἔνιοι
ἄρα μιν λήθαιον ἐφήμισαν , οὕνεκεν αἰεὶ μεμνῆσθαι κακότητος ὀϊζυρῆς ἀπερύκει θνητοὺς ἀθανάτους τε : νόον δ ' ἐριούνιον εἶναι
4730939 ταμον
ἔκοψαν , ὑπ ' εἰρεσίῃς δὲ θοῇσι πλεῖον ἐπειγόμενοι ποταμοῦ τάμον οὔτι κατευθύ πόντον ἐπ ' ἰχθυόεντα διὰ στόμα Φάσιδος
τιμῆς βασιληΐδος ἥμισυ πάσης : καὶ μέν οἱ Λύκιοι τέμενος τάμον ἔξοχον ἄλλων καλὸν φυταλιῆς καὶ ἀρούρης , ὄφρα νέμοιτο
4723283 τῳδ
ποτ ' εἴπω ; κεῖσαι δ ' ἀράχνης ἐν ὑφάσματι τῷδ ' ἀσεβεῖ θανάτῳ βίον ἐκπνέων , ὤμοι μοι ,
ποτ ' εἴπω ; κεῖσαι δ ' ἀράχνης ἐν ὑφάσματι τῷδ ' ἀσεβεῖ θανάτῳ βίον ἐκπνέων , ὤμοι μοι ,
4720647 ἐσσυται
δρίος : ἡ δ ' ἀΐουσα πόρδαλις ἰάνθη τε καὶ ἔσσυται , ἴχνος ἀϋτῆς μαιομένη : τάχα δ ' ἷξε
ἥν περ ὑπέστης , οἴκαδε πεμψέμεναι : θυμὸς δέ μοι ἔσσυται ἤδη ἠδ ' ἄλλων ἑτάρων , οἵ μευ φθινύθουσι
4718250 ἐστενον
ἄμπεχον ἀγκοίνῃσι : τὰ δ ' οὔ πω δούλιον ἦμαρ ἔστενον , οὐδὲ πάτρης ἐπὶ πήμασιν , ἀλλ ' ἐπὶ
βεβάκει ῥίμφα διὰ πυλᾶν ἄτλητα τλᾶσα : πολλὰ δ ' ἔστενον τόδ ' ἐννέποντες δόμων προφῆται : ἰὼ ἰὼ δῶμα
4716384 λελειμμενον
, καὶ παῖδα τόνδε , τῶν ἀπ ' Αἰακοῦ μόνον λελειμμένον δή . βασιλέα δ ' ἐκ τοῦδε χρὴ ἄλλον
εὐμενεῖς ] ἤγουν εὐμενῶς . δέχεσθαι ] ὥστε . τὸν λελειμμένον ] τὸν ὑπολειφθέντα τοῦ πολέμου . ἰὼ ] ὦ
4715488 παρειην
' ἑκάστοτ ' ἐν τἠκκλησίᾳ , αὐτὸν δὲ τὸν Πλοῦτον παρείην τῳ λαβεῖν . Καὶ μὴν ὁρῶ καὶ Βλεψίδημον τουτονὶ
τῆς θύρας . . ἐκκλησίᾳ : Τῇ συναγωγῇ . . παρείην : Καταλείψαιμι , παραχωρήσαιμί τινι . Θ . .
4710556 ἐοις
τοι θήσει λασίην ἐπὶ κράατι λάχνην , εἰ καὶ ψεδνοκάρηνος ἔοις : εἰ γάρ μιν ἐλαίῳ τριβόμενος χρίοις κροτάφους πάντ
τοι θήσει λασίην ἐπὶ κράατι λάχνην , εἰ καὶ ψεδνοκάρηνος ἔοις : εἰ γάρ μιν ἐλαίῳ τριβόμενον τρίβειν κροτάφους πάντ
4708213 μεμαασι
αἴσῃ ἔργ ' ἄδικ ' ἀνθρώποισιν , ἃ δὴ πολέες μεμάασι τετλάμεν ἐν βιοτῇ κέρδους ἕνεκεν σφετέροιο . Ἀλλά μοι
μεγάροις ' ἀλέγουσιν , οὐδ ' ὄπιδα τρομέουσι θεῶν : μεμάασι γὰρ ἤδη κτήματα δάσσασθαι δὴν οἰχομένοιο ἄνακτος . αὐτὰρ
4707079 μυθησομαι
μὴ ἴδωμαι ὅμοιον τῷ πληθὺν δ ' οὐκ ἂν ἐγὼ μυθήσομαι οὐδ ' ὀνομήνω . . . . . τηλόθεν
δή μοι ταῦτα κατὰ μοῖραν καταλέξῃς , αὐτίκα καὶ πᾶσιν μυθήσομαι ἀνθρώποισιν ὡς ἄρα τοι πρόφρων θεὸς ὤπασε θέσπιν ἀοιδήν
4704639 πισυνος
ταῖς ψυχαῖς πεσεῖν ἐνταῦθα καὶ αὐτὸς φυγὰς θεόθεν γενόμενος ἥκειν πίσυνος μαινομένωι Νείκει τοσοῦτον παρεγύμνου ὅσον καὶ Πυθαγόρας οἶμαι καὶ
ἐν πρώτοις ἀνόρουσα μαχέσσασθαι μενεαίνων κείνῳ , ὅτ ' ἠνορέῃ πίσυνος προκαλέσσατο πάντας . Νῦν δέ σευ ἀμφ ' Ἀχιλῆι
4704548 θεουσαν
: τὰ μίλια , τὰς ὁδοὺς , τὰ πελάγη . θέουσαν : διατρέχουσαν . Ἀμφιχανών : ἀνοίξας , καὶ μεγάλως
τῆς Ἀττικῆς , ἔνθα ἂν ἴδωσιν ἐπὶ τῆς γῆς τριήρη θέουσαν . γενομένοις δὲ αὐτοῖς κατὰ τὸ ποικίλον καλούμενον ὄρος
4703702 ἀμφιτιθει
καθαρὸν καὶ χεῖρες ἁπάντων καὶ κύλικες : πλεκτοὺς δ ' ἀμφιτιθεῖ στεφάνους , ἄλλος δ ' εὐῶδες μύρον ἐν φιάληι
καθαρὸν καὶ χεῖρες ἁπάντων καὶ κύλικες : πλεκτοὺς δ ' ἀμφιτιθεῖ στεφάνους , ἄλλος δ ' εὐῶδες μύρον ἐν φιάληι
4701287 οἰκαδ
. ἀλλ ' ὁπόταν καθύπερθεν ἐὼν ὑπένερθε γένηται , τουτάκις οἴκαδ ' ἴμεν παυσάμενοι πόσιος . Εὖ μὲν κείμενον ἄνδρα
εἴ τι φιλοῖεν τὰς λευκοτάτας . οἱ δ ' ἰχθύες οἴκαδ ' ἰόντες ἐξοπτῶντες σφᾶς αὐτοὺς ἂν παρέκειντ ' ἐπὶ
4697361 ἀτρεμας
“ δὲ διὰ τὴν τραχύτητα . ἀλλ ' ἔχ ' ἀτρέμας : μένε ἐφ ' ἡσυχίας . βαλλόμενος γὰρ ὁ
, χὤσπερ βροντὴ τὸ ζωμίδιον παταγεῖ καὶ δεινὰ κέκραγεν , ἀτρέμας πρῶτον , παππὰξ παππάξ , κἄπειτ ' ἐπάγει παπαπαππάξ
4694375 ἑλοιτο
ἐν δὲ ταῖς σιτοδείαις οὐκέτι : οὐ γὰρ ἄν τις ἕλοιτο ὀλίγον προέσθαι σῖτον πολλῶν νομισμάτων . ὅμως δὲ δι
, ὡς ἴδοι ἡμᾶς ἐν ἐκείνῃ τῇ νυκτί : οὔκουν ἕλοιτο παρὰ τῆς πόλεως χρήματα λαβεῖν μᾶλλον ἢ παρ '
4690356 εἰδες
, τὴν δὲ αἰτοῦμεν . ὅτι μὲν γὰρ ἡδέως τε εἶδες τουτονὶ Κυριακὸν καὶ πρὸς ἅπαντα συνέπραξας καὶ οὐδὲν ἀργῶς
τὴν Κυνίσκαν : οὐ φθεγξῇ , οὐ λαλήσεις . λύκον εἶδες , ὡς σοφὸς εἶπεν , ἤγουν ὡς ὁ παροιμιαστὴς
4688185 τουσδ
θεῷ : Τῷ Πλούτω . . ἀναθεῖναι : Ἀναθῆσαι . τούσδ ' οὓς ἔχω : Τούτους οὕστινας κρατῶ . .
ὦ Ζεῦ Νεμέας τῆσδ ' ἄλσος ἔχων , τίνος ἐμπορίαι τούσδ ' ἐγγὺς ὁρῶ πελάτας ξείνους Δωρίδι πέπλων ἐσθῆτι σαφεῖς
4686192 ἡμετερην
. οὐκ ἂν ἐγὼ κατ ' Ὄλυμπον ἐφιμείρω θεὸς εἶναι ἡμετέρην παράκοιτιν ἔχων ἐνὶ δώμασιν Ἡρώ . εἰ δέ μοι
ἐμεῦ πέρι , καί ς ' ἐκέλευσεν οἴχεσθαι προλιπόνθ ' ἡμετέρην φιλίην νεβρὸν ὑπὲξ ἐλάφοιο λέων ὣς ἀλκὶ πεποιθώς ποσσὶ
4685029 οὐποτ
τὸ θεῖον ὡς ἄελπτον ἔρχεται θνητοῖσιν , ἕλκει δ ' οὔποτ ' ἐκ ταὐτοῦ τύχας . ἄρρητος κόρη ἥκω δ
: εἰς δούλειον ἦμαρ πεσοῦσα ἀναξίως : χρὴ δ ' οὔποτ ' εἰπεῖν : τούτῳ συνᾴδει τὸ τέλος ὅρα μακροῦ
4684447 τουδ
ἀσύλητον γένος . οἶκον πρὸς ἄλλον νύν τιν ' ἀντὶ τοῦδ ' ἴθι . οὔκ , ἀλλ ' ἔσω πάρειμι
πρὸς ἧπαρ ὦσαι δίστομον ξίφος τόδε τύμβου ' πὶ νώτοις τοῦδ ' , ἵν ' αἵματος ῥοαὶ τάφου καταστάζωσι :
4682046 φαιης
μὴν ἀκμάζοντας καὶ θερμοτέρους τῇ κράσει τοιαῦτ ' οὖρα προβαλλομένους φαίης ἂν εἰκότως καὶ αὐτοὺς ἐπί τε παραπλησίαις διαίταις καὶ
αὐτῇσι γενύεσσι πέλας γένυν , ἠδὲ καρήνῳ ἐγχρίμπτων κεφαλήν : φαίης κέ μιν ἱμείροντα κῦσσαι καὶ στέρνοισι περιπτύξαι μενεαίνειν ἠΐθεον
4680208 ἑταρων
γενεὴν καί τ ' οὔνομ ' ἑκάστου σφωιτέρων μυθεῖθ ' ἑτάρων , Πελίαό τ ' ἐφετμάς : ἠδ ' ὡς
σύστημα κώλων εʹ , ἴυγγα ] ἡδονήν , χάριν . ἑτάρων ] φίλων . ἄλαστα ] ἀλάθητα . στυγνὰ ]
4676528 στειχοιμ
' ἐπ ' ἄλλοισιν τρέπε . Ὧδ ' ὡς ἔχω στείχοιμ ' ἄν : ἴτ ' , ἴτ ' ,
, τὰ δὲ παρ ' ἀνδράσιν τέλειά σοι φαίνεται . στείχοιμ ' ἄν : ἐλθὼν δ ' ἐς δόμους ἐφέστιος
4676062 ἀεκουσαν
τρηχύν : λυπηρὸν , ἀγανακτικὸν , ἐπίπονον , θανάσιμον . ἀέκουσαν : μὴ βουλομένην , μὴ θέλουσαν , οὐδὲ θέλουσαν
, δέος δ ' ὤχριε παρειάς , μή οἱ ἑλὼν ἀέκουσαν ἑὸν πέμψειε δόμονδε Φαιήκων βασιλεὺς , ἀνάπυστά τε ἔργα
4676026 περσαι
σφ ' Ἀχιλλεὺς οὔτ ' ἂν Αἴαντος δόρυ μὴ πάντα πέρσαι ναύσταθμ ' Ἀργείων σχέθοι , τείχη κατασκάψαντα καὶ πυλῶν
εἰ γὰρ τὰ τοῦδε τόξα μὴ ληφθήσεται , οὐκ ἔστι πέρσαι σοι τὸ Δαρδάνου πέδον . Ὡς δ ' ἔστ
4657571 τεκοι
ἐπιβουλὰς φεύγουσα . ἀμέλει γοῦν καὶ καταπιανθεῖσα οὐκ ἂν ἔτι τέκοι παρὰ τὰς ὁδούς : οἶδε γὰρ ὅτι δραμεῖν ἐστι
ἀποδρᾶναι δύνασθαι οὐκ ἀμφιβάλλει . καταπιανθεῖσα δὲ οὐκ ἂν ἔτι τέκοι παρὰ τὰς ὁδούς : οἶδε γὰρ ὅτι δραμεῖν ἐστι

Back