: ἕπου δέ μοι πρὸς ναῦς , καλὸν νύμφευμα τῶι στρατηλάτηι . σὺ δ ' , ἡνίκ ' ἄν σε
ἄσμενός μ ' ἰδών . πόλλ ' ἀνδρὶ βασιλεῖ καὶ στρατηλάτηι μέλει . παρ ' ἐμοὶ γενοῦ νῦν , μὴ
6503312 μελει
περὶ τίνος ; ἀντιλέγομεν πρᾶγμά τι . τί οὖν ἐμοὶ μέλει ; κριτὴν τούτου τινὰ ζητοῦμεν ἴσον : εἰ δή
πόθεν ἐστὶ ταῦτα , πρὸς θεῶν ; τί δέ σοι μέλει ; οὐ γὰρ τὸ δρᾶμα , τὸν δὲ νοῦν
5487870 σθενει
εἰσὶ δέ τινες , οἳ τῶν μητρῴων ὑπερορῶντες περιέχονται παντὶ σθένει τῶν πατρῴων , οὓς καὶ τῆς μεγίστης τιμῆς ,
, μήτε ἐν λόγοις μήτε ἐν ἔργοις . ἃ παντὶ σθένει κατὰ τὸ παρεῖκον ὁ Μάκρων ἐθεράπευε , τὰς μὲν
5377923 ἱκτηρας
παῖδες , ὑμεῖς μὲν βάθρων ἵστασθε , τούσδ ' ἄραντες ἱκτῆρας κλάδους , ἄλλος δὲ Κάδμου λαὸν ὧδ ' ἀθροιζέτω
βορᾶι . † νηλὴς ὦ τλᾶμον ὅστις δωμάτων † ἐφεστίους ἱκτῆρας ἐκθύει δόμων , ἑφθά τε δαινύμενος μυσαροῖσί τ '
5376422 ποινας
, οὕτως , τίνος πταίσματος ὀλέκῃ καὶ μετὰ φθορᾶς δίδως ποινάς ; . ὀλέκῃ ] πάσχεις . σήμηνον ὅπη ]
, οὕτω : τίνος πταίσματος ὀλέκῃ καὶ μετὰ φθορᾶς δίδως ποινάς ἀμπλακίας ] ἁμαρτίας ποινὰς ὀλέκῃ ] τιμωρίας μετὰ φθορᾶς
5361415 οὑνεχ
δείσητον , ἀλλὰ πάντ ' ἐπέξιτον , θεατῶν γ ' οὕνεχ ' , ὡς ὄντων σοφῶν . Καὶ μὴν ἐπ
σὺν ἔντεσι δούριος ἵππος . Θαύμαζον δὲ Σίνωνα περικλυτόν , οὕνεχ ' ὑπέτλη λώβην δυσμενέων πολυκηδέα : καί ῥά ἑ
5358041 εὐμενεουσα
Αἰήτεω θέλξαι πόθῳ Αἰσονίδαο . εἰ γάρ οἱ κείνη συμφράσσεται εὐμενέουσα , ῥηιδίως μιν ἑλόντα δέρος χρύσειον ὀίω νοστήσειν ἐς
' ὡς Ἶρις ἐρύκακε τάσδε δαΐξαι , ὅρκιά τ ' εὐμενέουσα θεὰ πόρεν , αἱ δ ' ὑπέδυσαν δείματι Δικταίης
5271648 ἐραμαι
παρέρχεται λαμπρῶς , ἐνδόξως . Τοι : καί σοι . ἔραμαι : ἐπιθυμῶ . ἀεῖσαι : τραγῳδῆσαι . Καλλιόπη :
ὁ αὐτὸς λόγος καὶ ἐπὶ τοῦ ἄγαμαι , δύναμαι , ἔραμαι . . Ἔστιν ἃ καὶ διάθεσιν σημαίνει ἐνεργητικήν ,
5230138 πισυνος
ταῖς ψυχαῖς πεσεῖν ἐνταῦθα καὶ αὐτὸς φυγὰς θεόθεν γενόμενος ἥκειν πίσυνος μαινομένωι Νείκει τοσοῦτον παρεγύμνου ὅσον καὶ Πυθαγόρας οἶμαι καὶ
ἐν πρώτοις ἀνόρουσα μαχέσσασθαι μενεαίνων κείνῳ , ὅτ ' ἠνορέῃ πίσυνος προκαλέσσατο πάντας . Νῦν δέ σευ ἀμφ ' Ἀχιλῆι
5205765 παρεχω
πλήρεις δὲ αἱ κρῆναι ὕδατος ; οὐκ εὐνάς σοι τοσαύτας παρέχω ὁπόση γῆ ; καὶ στρωμνὰς φύλλα ; ἢ εὐφραίνεσθαι
τοῖν ποδοῖν ἦν ὁ πόνος . ὁρᾷς , ὅσας σοι παρέχω πρὸς ἡδονὴν ἀφορμάς . οὐ μὴν ἐκεῖνό γέ σε
5198852 δειλαιας
πέπρακται ; τί τῶν κολάσεων τούτων ἄξιον ; ὅσαι τὰς δειλαίας ἡμᾶς ἁμαρτίαι περιμένουσιν : ὅσα διὰ τὰ πονηρὰ τῶν
ἴδον , ὣς ἐμάνην , ὥς μοι πυρὶ θυμὸς ἰάφθη δειλαίας , τὸ δὲ κάλλος ἐτάκετο . οὐκέτι πομπᾶς τήνας
5189524 σωζων
λεχθῆναι . εἴρηκε γὰρ ἄνω : ” τόνδε γὰρ “ σώζων ἐγὼ δεσμοὺς ἀεικεῖς καὶ βίας ἐκφυγγάνω . ” .
καὶ ὅσα δὴ κατετραγῴδησέ μου . ἔστι δὲ οὐχ ὁ σώζων τοὺς συκοφαντηθέντας τύραννος , ἀλλ ' ὁ τοὺς μηδὲν
5182584 τησδ
, ὦ γέρον : ποῖ χρὴ φυγεῖν ; ἔσω πέτρας τῆσδ ' , οὗπερ ἂν λάθοιτέ γε . δεινὸν τόδ
εἵλου σὺν κακοῖς πράσσειν κακά . Τί γὰρ μόνῃ μοι τῆσδ ' ἄτερ βιώσιμον ; Ἀλλ ' ἥδε μέντοι μὴ
5178088 σῳ
' ἀκαμάτοισιν ἐτεκτήναντο Κύκλωπες , δώσω ἐελδομένῃ : σὺ δὲ σῷ κρατερόφρονι θυμῷ αὐτὴ χεῖμ ' ἀλεγεινὸν ἐπ ' Ἀργείοισιν
, ἀτὰρ δόρυ Μηριόνῃ ἥρωϊ πόρωμεν , εἰ σύ γε σῷ θυμῷ ἐθέλοις : κέλομαι γὰρ ἔγωγε . Ὣς ἔφατ
5130402 λογοισιν
ἱερὴν καλεομένην νοῦσον τοῦτο εἶναι τὸ παρεχόμενον : οἷσι δὲ λόγοισιν ἐμαυτὸν ἔπεισα , τούτοισιν αὐτέοισι καὶ τοὺς ἀκούοντας πείσειν
με φρουρῇ περιβαλὼν γυναικείῃ . τί δὴ ' πὶ σοὶ λόγοισιν εἶμι κοὐκ ἔργον ποιῶ βίαιον ; ” τῷ δὲ
5121068 πειθομενοι
ἀδοξία προσπεσοῦσα κωλύσει , πάντα ὑπομενοῦσι πράττειν λόγῳ καὶ παρακλήσει πειθόμενοι , ἀναγκαζόμενοι δ ' , ὥσπερ σὺ νῦν ἀξιοῖς
ἀποστάντας ἀπελθεῖν ὑποσπόνδους εἴασαν Τισαμενῷ καὶ τῷ ἐν Δελφοῖς χρηστηρίῳ πειθόμενοι : τελευταῖον δὲ ὁ Τισαμενὸς ἐμαντεύσατο ἐν Τανάγρᾳ σφίσι
5083440 Δηιφοβοιο
τοῖον ἔπος κατέλεξε περικλυτὸν ἄνδρα πιφαύσκων : Ὦ ἄνα , Δηιφόβοιο πέλει στρατὸς ἠδὲ καὶ αὐτός , . . .
ἀλέγιζον ἑοὺς ἐρύοντες ἄνακτας . τὼ δὲ γυναιμανέος ποτὶ δώματα Δηιφόβοιο στελλέσθην Ὀδυσεύς τε καὶ εὐχαίτης Μενέλαος καρχαλέοισι λύκοισιν ἐοικότες
5082391 ἐπισπερχουσιν
ὧδ ' ἐπέεσσιν : Ἐς πόλιν , εἰ μὴ πάμπαν ἐπισπέρχουσιν ἀνάγκαι ῥηϊδίως , ὦ ἑταῖρε , καὶ αὔριον ἔσσεθ
ἔξω εἶναι πάσης γλώσσης . ἐπισπεύδουσιν : γράφεται ἐπισπέρχουσιν . ἐπισπέρχουσιν : ἐπείγονται , ἐπιθυμοῦσιν . νέεσθαι : πορεύεσθαι ,
5082285 ἀγαθαν
παιδιᾶς ἄξια καὶ δὴ καὶ τόδε προσέλεγον : δέξαι τὰν ἀγαθὰν τύχαν , δέξαι τὰν ὑγίειαν , ἃν φέρομεν παρὰ
Πυθαγορείας ἐκ τοῦ Περὶ γυναικὸς σωφροσύνας . Τὸ μὲν ὅλον ἀγαθὰν δεῖ ἦμεν καὶ κοσμίαν : ἄνευ γὰρ ἀρετᾶς οὐδέποκα
5081685 λυγραι
τέκνων γυναικός τ ' . ὦ λυγραὶ φιλημάτων τέρψεις , λυγραὶ δὲ τῶνδ ' ὅπλων κοινωνίαι . ἀμηχανῶ γὰρ πότερ
αἳ δ ' ἀπάτερθεν ἄλλαι ὑποτρομέεσκον Ἀμαζόνες . Ἀμφὶ δὲ λυγραὶ Θρηικίην ἀνὰ γαῖαν ἔσαν Διομήδεος ἵπποι ἀνδροβόροι : καὶ
5078611 βαλεσθαι
ἐξ ἀρχῆς ἐκ πάνυ μικρῶν ἀρχῶν καὶ δυνάμεως εἰς νοῦν βαλέσθαι καθελεῖν τὴν Ῥωμαίων ἡγεμονίαν καὶ πᾶσαν ἐλπίσαι τὴν τῆς
ἑδριόωντο . τὼ δὲ Διὸς βουλῇσιν , ὁ μὲν Μυσοῖσι βαλέσθαι μέλλεν ἐπώνυμον ἄστυ πολισσάμενος ποταμοῖο Εἰλατίδης Πολύφημος , ὁ
5072833 κοὐδεις
, κἄφθημεν οὔπω τεύχεσιν πεφαργμένον Ἀργεῖον ἐσπεσόντες ἐξαίφνης στρατόν . κοὐδεὶς ὑπέστη , πεδία δ ' ἐξεπίμπλασαν φεύγοντες , ἔρρει
! [ [ ] ν ! [ * * * κοὐδεὶς παλαιῶν οὐδὲ τῶν νεωτέρων [ ἑκὼν ἄπεστι τῶνδε διστοίχων
5063411 κταμενους
ἐλπομένη καὶ ἔτ ' ἄλλα κακώτερα θηήσασθαι , παῖδας μὲν κταμένους , κεραϊζομένην δὲ πόληα καὶ πυρὶ δαιομένην Δαναῶν ὑπὸ
ἧς νύ μοι οὔ τι μέμβλεται ὡς ὑμέων , ὁπότε κταμένους ἐσίδωμαι ἐν πολέμῳ . Κείνη δ ' ἀλαπαδνοτάτῳ σὺν
5058064 χρηιζων
τλήμων ἀλῶμαι χρόνον ὅσονπερ Ἰλίου πύργους ἔπερσα , κἀς πάτραν χρήιζων μολεῖν οὐκ ἀξιοῦμαι τοῦδε πρὸς θεῶν τυχεῖν . Λιβύης
παθὼν ἀπ ' ἐμεῦ ἀγαθὸν μέγα μὴ χάριν οἶδας , χρήιζων ἡμετέρους αὖθις ἵκοιο δόμους . Ἔστε μὲν αὐτὸς ἔπινον
5051521 μηνυσαντι
καὶ τῷ φέροντι κόμιστρα , ὡς εὐεργέτῃ χαριστήρια καὶ τῷ μηνύσαντι μήνυτρα καὶ τροφεῖ θρέπτρα . λέγοις δ ' ἂν
. Οὐκοῦν ὅπερ ἀρχόμενος εἶπον τούτου τοῦ λόγου , τῷ μηνύσαντι τῆς ἡδονῆς πέρι τὸ γένεσιν μέν , οὐσίαν δὲ
5043985 πιτυλῳ
ἀρχαίας . στυγνὰς ] χαλεπάς . Ἀθάνας ] η . πιτύλῳ ] κτύπῳ , πτώσει . ἕ ἕ ἕ ]
εἶπε διὰ τὴν ἐν αὐταῖς συμβᾶσαν αὐτῷ συμφοράν . . πιτύλῳ ] κτύπῳ , πτώσει . . ἀσπαίρουσι ] ψυχορραγοῦσι
5042301 ἀλγιον
τε σώματος λαβεῖν : κακοῦ γὰρ τοῦτ ' ἔτ ' ἄλγιον κακόν . κἀν τῶιδ ' ἀγὼν μέγιστος , ἢ
τεύχεσι θωρηχθέντες στησόμεθ ' ἂμ πύργους : τῷ δ ' ἄλγιον , αἴ κ ' ἐθέλῃσιν ἐλθὼν ἐκ νηῶν περὶ
5038353 κακοφρων
παιών τε γενοῦ τῆσδε μερίμνης , ἣ νῦν τοτὲ μὲν κακόφρων τελέθει , τοτὲ δ ' ἐκ θυσιῶν ἀγάν '
χωρίς . σέβειν ] τιμᾶν , ἔχειν . δύσφρων ] κακόφρων . ἰὸς ] ἤγουν ὁ φθόνος . καρδίαν ]
5031719 ἀγαλμ
φρενῶν . ὦ τέκνον , ἔβας : οὐκέτι φίλον φίλας ἄγαλμ ' ὄψομαί σε ματρός . Ἄδραστε καὶ γυναῖκες Ἀργεῖαι
χρυσοῦ λακὼν Φοῖβός μ ' ἔπεμψε δεῦρο , διοπετὲς λαβεῖν ἄγαλμ ' Ἀθηνῶν τ ' ἐγκαθιδρῦσαι χθονί . ἀλλ '
5026480 ἐγκειμαι
μή . τὴν δ ' ἀθλίαν ἔμ ' , οἷσιν ἔγκειμαι κακοῖς , ῥῦσαι , πάρεργον δοῦσα τοῦτο τῆς δίκης
. πεντήκοντ ' ἀνδρῶν λίπε Κοίρανον ἵππιος Ποσειδέων . δύστηνος ἔγκειμαι πόθωι , ἄψυχος , χαλεπῆισι θεῶν ὀδύνηισιν ἕκητι πεπαρμένος
5015346 δορι
φυγεῖν ἐφθόνουν . οὐδ ' αὐτοί πω πόλιν οὐδεμίαν ὧν δορὶ ἐλάβομεν , τοιαῦτα διεθήκαμεν οὐδὲ ἑτέρους ἐπυθόμεθα διαθεῖναι ,
πατρός . Ὁ μὲν γὰρ αὐτὸν ἐννέπει : Τέκνον , δορὶ βούλου κρατεῖν μέν , σὺν θεῷ δ ' ἀεὶ
5011045 ἑκατι
τούσδ ' ἐν πύλαις ὁρῶ ξένους ; τίνος δ ' ἕκατι τάσδ ' ἐπ ' ἀγραύλους πύλας προσῆλθον ; ἦ
? ? ? ! ? [ × – ] ξίας ἕκατι ⋮ πρωτὸδ ? ! ! ! [ μηδ '
4983594 ἀγριως
ἢ ἐγέλασα ; Εὖ γε , τὸ μὴ χαλεπῶς μηδὲ ἀγρίως : συγγνωστὸς γάρ , εἰ καλόν σε οὕτως ὄντα
ὑπ ' ἀλλήλων οἱ ἀδελφοί . οὕτως ] ὠμῶς , ἀγρίως καὶ ἀπηνῶς : τὸ δὲ οὕτως αὐτὸ καθ '
4977493 ἀνηψατο
οὖν τὰ πρῶτα φαεινομένην ἴδεν ἠῶ παρθενική , ξανθὰς μὲν ἀνήψατο χερσὶν ἐθείρας , αἵ οἱ ἀτημελίῃ καταειμέναι ἠερέθοντο :
' ἐπ ' εὐρείται πλάταν ἔσχασε ποντοπόρον καὶ ναύδετ ' ἀνήψατο πρυμνᾶν καὶ χερὸς εὐστοχίαν ἐξεῖλε ναῶν , Λαομέδοντι φόνον
4965020 εὐχομενος
μέν , ὅτι μὴ νῦν δύναται διαλῦσαι τὸ χρέος , εὐχόμενος δὲ τοῖς θεοῖς ὡς τάχιστα δυνηθῆναι , μικρὰν δὲ
. Σχέτλιε , τίπτε σὺ Τρῶας ἀνηλεγέως ὀλέεσκες , πάντων εὐχόμενος πολὺ φέρτατος ἔμμεναι ἀνδρῶν μητρός τ ' ἀθανάτης Νηρηίδος
4955414 κομπασμασιν
. πρὶν ] ὅτε τὸ πῦρ κέκλοφας . αὐθαδίσμασιν ] κομπάσμασιν : ἔλεγ ' ὡς δικαίως κέκλοφε . . ἐς
ἔκρυψεν . ἀλλὰ βορεάσιν [ πνοαῖς ἐκεῖ διεσπαράχθη συμμέτρωι [ κομπάσμασιν πατὴρ ἁμαρτὼν εἰς θεοὺς [ τιμωρίαι . ἐγὼ δ
4937634 πεποιθως
ὁ μὲν κόλος ἐστίν , ὁ δ ' αὖ κεράεσσι πεποιθώς , ἄλλοτε μὲν πισύρεσσιν , ὅτ ' ἐν δοιοῖσι
τούτῳ δὲ ὅμοιόν ἐστι κἀκεῖνο : ὁ δ ' ἀγλαΐηφι πεποιθώς , ῥίμφα ἑ γοῦνα φέρει . καὶ ταῦτα δὲ
4933578 ὀπηδει
ἰξευτῆρι ἄγρη νόσφι πόνοιο : πόνῳ δ ' ἅμα τέρψις ὀπηδεῖ μούνη , καὶ φόνος οὔτις : ἀναίμακτοι δὲ πέλονται
δὲ γυναῖκας . ” καὶ παρθενοπίπας ὁ παρθένους περιβλεπόμενος . ὀπηδεῖ ἀκολουθεῖ . ὄπιδα ἐπιστροφὴν καὶ ἐντροπήν : “ οὐκ
4932173 πεμποι
δεόμενος αὐτοῦ πειρᾶσθαι ἄρχοντα ἐλθεῖν τῶν ἀνδρῶν , εἴ τινας πέμποι στρατιώτας τὸ Περσῶν κοινόν . ἤδη γὰρ καὶ ὁ
ἐπὶ τοῦ μετώπου ἔφερε , γιγνώσκειν τοῖς ἐντυγχάνουσιν , ὡς πέμποι τινὰ ὁ βασιλεὺς τῶν ἑαυτοῦ φίλων . προσιόντες δὲ
4928856 λοισθιον
ἠχώ : [ καὶ τίνα δὴ πρῶτον , τίνα ] λοίσθιον ὤλεσεν ἥρως [ , ] [ ὡς Βλεμύας φεύγοντας
ἀπὸ κοινοῦ τὸ ὁσιοῦν : ἀντὶ τοῦ ἐνέχεσθαι : τὸ λοίσθιον μίασμα : τὸ ἔσχατον , τὸ μὴ ἀφ '
4923346 ἀκτεριστον
τάφον κρύψουσι κοίλης ἐν μυχοῖς διασφάγος . τοῖς δ ' ἀκτέριστον σῆμα Δαυνῖται νεκρῶν στήσουσι χωστῷ τροχμάλῳ κατηρεφές , χώραν
τῷ Διομήδει πῖον καὶ λιπαρὸν ἔδαφος . τοὶ δ ' ἀκτέριστον : οὐ γὰρ ἐκτερίσθησαν ἤτοι ἐτάφησαν ὡς νόμος θάπτεσθαι
4922900 ἁπανταχου
ἐπὶ πάντας ὁμοῦ κινήσεται καὶ πάντας ὁμοῦ πληρώσει ἢ διασπασθήσεται ἁπανταχοῦ ; πῶς δὲ καὶ στήσεται κινηθὲν ἅπαξ ; πῶς
οὗτος καὶ τὸ νομίζεσθαι ἀπεστέρηται : καὶ ὅτι τὴν προαίρεσιν ἁπανταχοῦ τῶν πραττόντων τι σκοπεῖν δέον : εἰ μὲν γὰρ
4921034 ἐφεστηκας
παρὸν δὲ σχῆμα τοῦτο , καθ ' ὃ τοῖς ἄλλοις ἐφέστηκας ἑκόντων ὑπὸ σὲ τῶν βαρβάρων ἰόντων . ποίησον δὴ
χθονός . καί ς ' , εἴτε δούλη τοῖσδ ' ἐφέστηκας δόμοις εἴτ ' οὐχὶ δοῦλον σῶμ ' ἔχους '
4920200 σπευδωμεν
δοκοῦν Ἀχαιοῖς ἦλθες ; ὡς φίλ ' ἂν λέγοις . σπεύδωμεν , ἐγκονῶμεν : ἡγοῦ μοι , γέρον . σὴν
. ” οὔπω πᾶν εἴρητο ἔπος καὶ Χαιρέας ἀνεβόησε “ σπεύδωμεν , ἀπίωμεν . δίκας ἐν τῷ πολέμῳ λήψομαι παρὰ
4913313 Πυθωνοθεν
. Ὡς πολλὰ δὲ καταναλώσαντος Ἀρκεσιλάου , ταῦτα εἶπεν . Πυθωνόθεν ] Ἤγουν ἐκ τῶν Πυθίων . Πυθωνόθεν ] Ἤγουν
ταῦτα εἶπεν . Πυθωνόθεν ] Ἤγουν ἐκ τῶν Πυθίων . Πυθωνόθεν ] Ἤγουν διὰ τὴν ἐν Πυθοῖ νίκην . Λυτήριον
4911729 φυγοιμι
κρόμμυον λέποντα καὶ τρεῖς ἁλμάδας . Ὡς οὐκέτ ' ἄν φύγοιμι * * στιβάδος ἐξ ὅτου ' / φαγον .
οὐ δέονται , δείσας δὲ προδότου λαβεῖν αἰτίαν , εἰ φύγοιμι μὲν αὐτὸς τὴν ἀπολογίαν , ἀπόλοιντο δὲ οἱ δι
4907560 εὐμενους
ἅπαξ ἐκτέκωσιν εὐθὺς οἱ καρποὶ μαλακοῦ τινος ἀέρος δέονται καὶ εὐμενοῦς εἰς τὴν ἐκτροφὴν καὶ μάλιστ ' ἐν ταῖς ἀρχαῖς
παραλαβὼν ὁ περὶ τὴν μοῦσαν ἄρχων αἱρεθεὶς ἐπιμελείσθω μετὰ τύχης εὐμενοῦς , ἡμεῖς δὲ ὀρχήσεώς τε πέρι καὶ ὅλης τῆς
4906185 στυγερας
εἰπεῖν τηλόσε . ἔκποθεν ἄτης : ἔκ τινος βλάβης . στυγεράς : μισητάς . Ὀρχομενοῖο : καὶ Ἑλλάνικός φησι τὸν
εἰπεῖν τηλόσε . ἔκποθεν ἄτης : ἔκ τινος βλάβης . στυγεράς : μισητάς . Ὀρχομενοῖο : καὶ Ἑλλάνικός φησι τὸν
4905691 διδοις
καὶ τῆς ἀπὸ τοῦ φαρμάκου αὐτὸν ἐξείργειν συμφορᾶς , εἰ δίδοις ἔλαιον καθ ' ἑαυτὸ καὶ οἶνον εἰς κόρον ,
ἀπαλλαγήν . θ δίδου ] ἡμῖν . θ δίδου ] δίδοις καὶ παράσχοις . Ξ Ἄρης ] ὦ Ἀττικῶς .
4901732 τειχιῳ
ἐνέφραττον τοὺς στενωπούς , καὶ ταῖς ἐσχάταις οἰκίαις ἐχρῶντο καθάπερ τειχίῳ πολυτελῶς ᾠκοδομημένῳ . ὅθεν εἰς μείζονα δυσχέρειαν οἱ περὶ
, ὅτι φύσεως δεῖ πρῶτον χρηστῆς , ὥσπερ κρηπῖδος ἀνισταμένῳ τειχίῳ : καὶ μετὰ τοῦτο τροφῆς καὶ ἔθους πρὸς σωτηρίαν
4898926 μελησει
καὶ ἀμφιπόλοισι κέλευε ἔργον ἐποίχεσθαι : μῦθος δ ' ἄνδρεσσι μελήσει πᾶσι , μάλιστα δ ' ἐμοί : τοῦ γὰρ
ἐπιγελάσας εἶπεν : Ἀλλὰ περὶ μὲν τῶν ἐξ ἐναντίας ἡμῖν μελήσει , τοὺς δ ' ἐκ πλαγίου σὺ ἄλλοις πρόσταξον
4898404 Μηκετι
καιρὸς κατιέναι , σχολῇ καὶ βάδην μόγις ποτὲ κατέρχεται . Μηκέτι χαλέπαινε , ὦ Χάρων : πλησίον γὰρ αὐτὸς οὗτος
δέδωκα τῇ παιδὶ διδόναι αὐτῷ , καὶ εἶπον αὐτῷ ὅτι Μηκέτι προσδόκα φαγεῖν ἐκ τῶν ἐμῶν ἄρτων , ὅτι ἀπηλλοτρίωσαί
4897225 ὀρεξον
. Σπονδὴ σπονδή . Ἔγχει δὴ κἀμοὶ καὶ σπλάγχνων μοῖραν ὄρεξον . Ἀλλ ' οὔπω τοῦτ ' ἐστὶ φίλον μακάρεσσι
βουλόμενοι τὸ καρτερικὸν τῆς ψυχῆς ἐνδείξασθαι ἔλεγον ὦ Ζεῦ , ὄρεξον ἡμῖν περιστάσεις . ἐν οἷς σὺν θεῷ ἡ πρᾶξις
4891149 Ἑλλανων
αἰτία στεναγμῶν . καὶ τὰς εὐκτεάνους κατὰ κλῆρον Ἰαόνιον πολυάνδρους Ἑλλάνων ἐκράτυνε † σφετέραις φρεσίν . ἀκάματον δὲ παρῆν σθένος
ἁ νίκα , κάλλιστον δ ' , ὃ μήτις ἄλλος Ἑλλάνων , ἅρματι πρῶτα δραμεῖν καὶ δεύτερα καὶ τρίτατα ,
4883678 φυζα
. Ἀρίσταρχος σεσημείωται ὅτι συνήθως φόβος ἐπὶ τῆς φυγῆς , φύζα δὲ ἐπὶ τῆς μετὰ δειλίας φυγῆς . Φοῖβος ἐπίθετον
. ἐν ἑκάστῳ σέλαι , ἐν πυρὸς αὐγῇ Ι . φύζα φόβου κρυόεντος ἑταίρη : ἡ διπλῆ , ὅτι φύζα
4881263 πηματα
ἐν βλάβῃ . ὡς γὰρ ἄνθρωποι πάσχουσι καὶ τὰ αὐτῶν πήματα , οὐ θεῖά τινα , ἀλλ ' ἀνθρώπινα κέκληνται
καὶ γὰρ εἰδυίαισιν ἂν ὑμῖν λέγοιμι : τἀν βροτοῖς δὲ πήματα ἀκούσαθ ' , ὥς σφας νηπίους ὄντας τὸ πρὶν
4876711 πιθειν
δὲ τὰ διαμέσου ἀν . . . τὸ οὐκ ἠδυνήθην πιθεῖν , τὸ αἱμύλας δὲ μηχανὰς ἀτιμάσαντες καὶ τὰ ἑξῆς
τὰ λῷστα βουλεύων ] τὰ ὠφέλιμα , τὰ βέλτιστα συμβουλεύων πιθεῖν ] καταπεῖσαι Τιτᾶνας ] ἀντέστησαν γὰρ οὗτοι τῷ Διί
4875627 χαρισαι
τούτων ἕκαστα ποιοῦντας πονηροτέρους ἢ τοὺς ἑκόντας . σὺ οὖν χάρισαι καὶ μὴ φθονήσῃς ἰάσασθαι τὴν ψυχήν μου : πολὺ
τῷ κόσμῳ καὶ τοῦ βίου τὸ ἄγριον μύησον εἰρήνῃ : χάρισαι νόμους τῷ βίῳ , χάρισαι νυκτὶ χρησμούς : πλήρωσον
4875520 μελαθρα
, μαινάδες : ὁ γὰρ ἄναξ ἄνω κάτω τιθεὶς ἔπεισι μέλαθρα τάδε Διὸς γόνος . βάρβαροι γυναῖκες , οὕτως ἐκπεπληγμέναι
δ ' ὄμμα πανταχῆι στρέφων . Πυλάδη , δοκεῖ σοι μέλαθρα ταῦτ ' εἶναι θεᾶς , ἔνθ ' Ἀργόθεν ναῦν
4868992 ἀιστοι
Διὸς μακέλλῃ , τῇ κατείργασται πέδον . βωμοὶ δ ' ἄιστοι καὶ θεῶν ἱδρύματα , καὶ σπέρμα πάσης ἐξαπόλλυται χθονός
κόσμον . πορθεῖν καὶ ἀφανίζειν . πιμπρᾶν ] καίειν . ἄιστοι ] ἀφανεῖς . δαιμόνων ] τῶν θεῶν . θ
4867021 πυργωματα
πόσις στράτευμ ' ἀθροίσας τὰς ἐμὰς ἀναρπαγὰς θηρᾶι πορευθεὶς Ἰλίου πυργώματα . ψυχαὶ δὲ πολλαὶ δι ' ἔμ ' ἐπὶ
πλῆθος τῶν θεῶν . προδῷς ] + τοῖς ἐχθροῖς . πυργώματα ] τοὺς πύργους . πυργώματα ] τὴν πόλιν .
4865454 ὐμμι
σῴζοιτε Κλεώνυμον , ὃς τάδε καλὰ εἵσαθ ' ὑπαὶ πιτύων ὔμμι , θεαί , ξόανα . Ἷκτο μὲν ἐς Δωδῶνα
Χαίρετε , Λυγκῆος γενεὴ τηλεκλειτοῖο : νῦν δὴ Ζεὺς κράτος ὔμμι διδοῖ μακάρεσσιν ἀνάσσων Κύκνον τ ' ἐξεναρεῖν καὶ ἀπὸ
4865085 ἐρδειν
τοῖνδε παγκρατὴς φονεύς ; ἀλλ ' ἐπεὶ δοκεῖς τάδ ' ἔρδειν καὶ λέγειν , γνώσῃ τάχα : εἶα δή ,
πάμπαν ἔεργ ' ἀεσίφρονα θυμόν . Κὰδ δύναμιν δ ' ἔρδειν ἱέρ ' ἀθανάτοισι θεοῖσιν ἁγνῶς καὶ καθαρῶς , ἐπὶ
4863941 φθειρεσθω
νέα ὁρῶ πρὸς ὑπομονὴν τῶν πόνων : ἔρροι νύξ : φθειρέσθω ἡ νὺξ ἡ ἐμὲ νυμφεύουσα τοῖς πολεμίοις , ὁμοίως
δὲ συνεχομένη ἔκλαιεν ἐπ ' αὐτῷ λυπουμένη . ἐρρέτω : φθειρέσθω . ἦ μὲν ὄφελλεν : ἦ ὤφελεν χωρισθῆναι ἀπαθής
4863522 κἀπο
γῆ κλῄζεται , σχιστὴ δ ' ὁδὸς ἐς ταὐτὸ Δελφῶν κἀπὸ Δαυλίας ἄγει . Καὶ τίς χρόνος τοῖσδ ' ἐστὶν
. πόθεν Σικελίαν τήνδε ναυστολῶν πάρει ; ἐξ Ἰλίου γε κἀπὸ Τρωϊκῶν πόνων . πῶς ; πορθμὸν οὐκ ἤιδησθα πατρώιας
4860718 βασιληιδος
ἀλωὰς ] ἀφαιρήσασθαι [ ] . μὴ φόρον εὐσεβίης [ βασιληίδος ] ὄφλω ἐκείνοις . ὀξέα τόνδ ' ἐδίδου κακογείτοσιν
χρόνον ἄσπετον εἶναι . εἰ ὕπατον [ ] Κρονίδης ? βασιληίδος [ ] ? ἕζετο θῶκον , [ μᾶλλον ]
4860408 φονοισιν
ἀθανάτων ἔχραινον ἀπενθέας αἵματι βωμούς . οἰκτρότατοι δὲ γέροντες ἀτιμοτάτοισι φόνοισιν οὐδ ' ὀρθοὶ κτείνοντο , χαμαὶ δ ' ἱκετήσια
, καὶ ἀσεβεῖν ἔφασκον τοὺς ἀνθρώπους βωμὸν ἐρεύθοντας μακάρων θερμοῖσι φόνοισιν . καὶ Ἐμπεδοκλῆς πού φησιν οὐ παύσεσθε φόνοιο δυσηχέος
4858046 ὑποπτηξας
ἐμαυτοῦ ; μὴ λάβωσί ς ' ἄσμενοι . ἀλλ ' ὑποπτήξας σιωπῆι κατθάνω ; δειλὸν τόδε . πῶς ἂν οὖν
συγγενῆ , καταπλαγεὶς ἡσύχαζε , τὸ φοβερὸν τοῦ θεοῦ κράτος ὑποπτήξας . „ οὐ γὰρ γρύξει „ φησί ” κύων
4852407 ποντιῳ
ς πρῷραν φυγὼν πρύμνηθεν ηὗρε μηχανὴν σωτηρίας , νεὼς καμούσης ποντίῳ πρὸς κύματι ; ἀλλ ' ἐπὶ δαιμόνων πρόδρομος ἦλθον
. καμούσης ] καταβαλλομένης . καμούσης ] χειμασθείσης . θ ποντίῳ ] θαλασσίῳ . πρὸς ] ἀργόν . κύματι ]
4849383 κλυουσα
τι περιπίτνει κρύος . ἔτευξα τύμβῳ μέλος θυιὰς αἱματοσταγεῖς νεκροὺς κλύουσα δυσμόρως θανόντας : ἦ δύσορνις ἅδε ξυναυλία δορός .
, γύναι , ἥτις , τυράννων ἑστίαν ἠικισμένη , χαίρεις κλύουσα κοὐ φοβῆι τὰ τοιάδε ; ἔχω τι κἀγὼ τοῖσι
4846319 ἐμας
ἐν Θήβαις καὶ ἐγένοντο ἑπτὰ πυρκαϊαί : ποθέω στρατιᾶς ὀφθαλμὸν ἐμᾶς , καὶ τὰ ἑξῆς . νῦν ἁρμόδιος . ἀφ
, χορῶν ἱερῶν ἐπίβηθι καὶ ἔλθ ' ἐπὶ τέρψιν ἀοιδᾶς ἐμᾶς , τὸν πολὺν ὀψομένη λαῶν ὄχλον , οὗ σοφίαι
4845194 ἑλεσθε
: ἕλω , τὸ λαμβάνω , τὸ παθητικὸν ἕλομαι ἑλόμεθα ἕλεσθε καὶ ἀφέλεσθε ' . . . . ἄφενος :
ἔσται τῆς διχοστασίας φάρμακον ἐν τῷ παρόντι φράσω : δικτάτορα ἕλεσθε κατὰ τάχος , ὃς ἀνευθύνῳ χρώμενος ἐξουσίᾳ καὶ βουλὴν
4844047 λιπειν
κακοῖς ἐκοινώνησεν οὐκ ἐπαινέσω , τέκνοις ὄνειδος οὕνεχ ' ἡδονῆς λιπεῖν ] : τὸ δυστυχὲς γὰρ ηὑγένει ' ἀμύνεται τῆς
, τοῦ θανεῖν δ ' ἀπειρίᾳ πᾶς τις φοβεῖται φῶς λιπεῖν τόδ ' ἡλίου . σὺ δ ' , ὦ
4842966 προσεβα
ὠιδάς . ἔα ἔα : τίς ὅδ ' ὀρνίθων καινὸς προσέβα ; μῶν ὑπὸ θριγκοὺς εὐναίας καρφυρὰς θήσων τέκνοις ;
μηδὲν φοβηθῇς : φιλία γὰρ ἥδε τάξις πτερύγων θοαῖς ἁμίλλαις προσέβα τόνδε πάγον , πατρῴας μόγις παρειποῦσα φρένας , κραιπνοφόροι
4842136 δουλειον
θυάδος ἀντὶ τοῦ τῆς ἁρπαγείσης Ἑλένης μόνῃ τῇ Αἴθρᾳ ζυγὸν δούλειον ἀμφήρεισαν οἱ τῶν Ἀθηναίων πορθηταί . ὁ δὲ νοῦς
πέμπε τὸν ἱκανὸν ἀπείργειν ἀπὸ τῆς πόλεως τῆς ἡμετέρας τὸν δούλειον ζυγὸν , τουτέστι τὸν δυνάμενον μὴ ἐᾶσαι ἡμᾶς γενέσθαι
4841240 τλαμων
εὐδαίμων , πᾶσιν περίφαντος αἰεί . ἐγὼ δ ' ὁ τλάμων παλαιὸς ἀφ ' οὗ χρόνος Ἰδαῖα μίμνων λειμώνι '
ποτ ' ἦμεν . βέβακ ' ὄλβος , βέβακε Τροία τλάμων . ἐμῶν τ ' εὐγένεια παίδων . φεῦ φεῦ
4836985 δωσετε
αὐτοῖς τὰ ἔπεα τάδε ἃ καλέεται Κάμινος : εἰ μὲν δώσετε μισθὸν ἀείσω ὦ κεραμῆες : δεῦρ ' ἄγ '
εὖ καὶ κακῶς ποιεῖν . ἢν οὖν σωφρονῆτε , τούτῳ δώσετε ὅ τι ἄγετε : καὶ ἄμεινον ὑμῖν διακείσεται ἢ
4836379 κερδεος
μέμηλε δίκη . Οὐδείς , Κύρν ' , ἄτης καὶ κέρδεος αἴτιος αὐτός , ἀλλὰ θεοὶ τούτων δώτορες ἀμφοτέρων :
δειλία , ὅκκα δὲ ἁδονᾶς , ἀκολασία , ὅκκα δὲ κέρδεος , ἀδικία . ἁ δὲ κατ ' ὀρθὸν λόγον
4833273 τουσδ
θεῷ : Τῷ Πλούτω . . ἀναθεῖναι : Ἀναθῆσαι . τούσδ ' οὓς ἔχω : Τούτους οὕστινας κρατῶ . .
ὦ Ζεῦ Νεμέας τῆσδ ' ἄλσος ἔχων , τίνος ἐμπορίαι τούσδ ' ἐγγὺς ὁρῶ πελάτας ξείνους Δωρίδι πέπλων ἐσθῆτι σαφεῖς
4825970 ˘˘˘˘
παῦρος ὑπουργῶν ταῖς ψευδομέν ? [ – ˘˘ – – ˘˘˘˘ – – – ] αραπέμψει τὸν ἀπ ' ὀθνείας
˘˘˘˘ – – – ] ˘˘˘˘˘˘ – – ] άλλεται ˘˘˘˘ – – ] ν χρόνον ὀρνύει – – ˘
4815713 δειλαια
, ἰὼ δαῖμον . Θρῴσκει δ ' αὖ , θρῴσκει δειλαία διολοῦς ' ἡμᾶς ἀποτίβατος ἀγρία νόσος . Ὦ Παλλὰς
ἔτεκες , ὦ κυανεᾶν λιποῦσα Συμπληγάδων πετρᾶν ἀξενωτάταν ἐσβολάν . δειλαία , τί σοι φρενοβαρὴς χόλος προσπίτνει καὶ ζαμενὴς φόνου
4814832 γοου
Λαέρταο κλυτὸς πάις ἀντιθέοιο . Ἀλλ ' ὅτε δὴ κορέσαντο γόου καὶ πένθεος αἰνοῦ , δὴ τότε Νηλέος υἱὸς ἔτ
ἐν ἄντροις , ἀπόπαυσον , ἔασον Ἀχοῖ με σὺν φίλαισιν γόου κόρον λαβεῖν . συνάλγησον , ὡς ὁ κάμνων δακρύων
4813887 ἀνηνυτα
τὰ αἴλινα τὰ θρηνητικὰ [ ἐντεῦθεν ] γεγένηται διὰ τὸ ἀνήνυτά τινα εἶναι , παρὰ τὸ Ὁμηρικόν : οὐ γάρ
τὰ αἴλινα τὰ θρηνητικὰ [ ἐντεῦθεν ] γεγένηται διὰ τὸ ἀνήνυτά τινα εἶναι , παρὰ τὸ Ὁμηρικόν : οὐ γάρ
4812986 ἐγγυαλιξῃ
ἀντ ' εὐεργεσίης τετανυμμένης πάντοθεν οἰκτρῷ ὔμμι θεὸς πανεπόπτης διπλόον ἐγγυαλίξῃ μακροπόρευτον ἔχειν ἄλυπον βίον ἐκτὸς ἀνίης ἄφθονον αὐτοτέλεστον ἐπ
δόμους ὀλοῷ πυρὶ δῃώσειαν Αἰήτεω ὅτε μή σφιν ἑκὼν δέρος ἐγγυαλίξῃ . οἱ δὲ οὕτως : οὐ φυκτά οὐκ εὔπλοα
4811948 ἐρωτ
ὃν λέγω ἐν γειτόνων αὐτῷ κατοικούσης τινὸς ἰδὼν ἑταίρας εἰς ἔρωτ ' ἀφίκετο , ἀστῆς , ἐρήμου δ ' ἐπιτρόπου
ἐστί , δεῖ τυχεῖν . τὸ μὲν βραδύνειν γὰρ τὸν ἔρωτ ' αὔξει πολύ , ἐν τῶι ταχέως δ '
4810590 χαρμα
Μεσσηνίοις πολίτης εἴη , ἔχρησεν ἡ Πυθία : ὦ μέγα χάρμα βροτοῖς βλαστὼν Ἀσκληπιὲ πᾶσιν , ὃν Φλεγυηὶς ἔτικτεν ἐμοὶ
ἵκανεν , ἄλγος μὲν μνησθέντι ποδώκεος ἀμφ ' Ἀχιλῆος , χάρμα δ ' ἄρ ' , οὕνεκά οἱ κρατερὸν παῖδ
4808407 λοιβης
κελαινῆς νασμόν , ἔνθα Τερμιεὺς ὁρκωμότους ἔτευξεν ἀφθίτοις ἕδρας , λοιβῆς ἀφύσσων χρυσέαις πέλλαις γάνος , μέλλων Γίγαντας κἀπὶ Τιτῆνας
, οὐ παύσεσθε τούσδε τοὺς γάμους ἀνυμεναιοῦντες ; ὦ πρῷρα λοιβῆς Ἑστία , κλύεις τάδε ; × – μακέλλῃ Ζηνὸς
4808315 ἀρηγων
φέρον : ἀμφὶ δὲ νύκτα θοῦρος Ἄρης ἐκάλυψε μάχῃ Τρώεσσιν ἀρήγων πάντος ' ἐποιχόμενος : τοῦ δ ' ἐκραίαινεν ἐφετμὰς
, ἤτοι ὃ μὲν Τρώεσσιν , ὃ δ ' Ἀργείοισιν ἀρήγων . ἐκλύσθη δὲ θάλασσα ποτὶ κλισίας τε νέας τε
4804790 λυπρον
ἐστι μεγίστη . τῆς δὲ πρὸς ἀντολίην ὀρέων ἄπο παιπαλοέντων λυπρὸν ὀρεσκῴων παραφαίνεται οὖδας Ἐρέμβων , οἳ βίον ἐν πέτρῃσι
τε ὅλῳ σώματι καὶ τῇ ὑστέρᾳ . καθάπερ γὰρ οὐδὲ λυπρὸν χωρίον τελειοῖ σπέρματα καὶ φυτά , τῇ δὲ παρ
4804569 εὐγματων
, ἢ ποντίοις δάκεσι δὸς βοράν , μηδέ μοι φθονήσῃς εὐγμάτων , ἄναξ . ἄδην με πολύπλανοι πλάναι γεγυμνάκασιν ,
λόγων ἐπῃσθόμην πρὸς ἔξοδον στείχουσα , Παλλάδος θεᾶς ὅπως ἱκοίμην εὐγμάτων προσήγορος . Καὶ τυγχάνω τε κλῇθρ ' ἀνασπαστοῦ πύλης
4801661 διδως
ἑταίρων ὕστερον θοινάσομαι . καλόν γε τὸ γέρας τῶι ξένωι δίδως , Κύκλωψ . οὗτος , τί δρᾶις ; τὸν
ἢ κέγχρον ἢ ἄλητον ἢ χόνδρον : τούτων ὁκόσα μὲν δίδως ἐς διαχώρησιν , λεπτὰ διδόναι καὶ διεφθότερα , καὶ
4800669 καὐτῳ
, ὦ παῖ , πάντα : τὸ σπεύδειν δέ σοι καὐτῷ παραινῶ κεἴ τινος κήδῃ πέρι . Οἴμοι τάλας :
μᾶλλον φιλῶ ἀνέγγυοι γάμοι ἀνέξοδον βάσκανον † μέγιστον ψυχαγωγόν † καὐτῷ δ ' ἔπεισι νυκτὸς ἀμβλωπὸν σέλας ἀμβλῶπας αὐγὰς ὀμμάτων
4790292 τῳδ
ποτ ' εἴπω ; κεῖσαι δ ' ἀράχνης ἐν ὑφάσματι τῷδ ' ἀσεβεῖ θανάτῳ βίον ἐκπνέων , ὤμοι μοι ,
ποτ ' εἴπω ; κεῖσαι δ ' ἀράχνης ἐν ὑφάσματι τῷδ ' ἀσεβεῖ θανάτῳ βίον ἐκπνέων , ὤμοι μοι ,
4786998 ὁσιας
σύλλεκτρον , ἄνασσαν , ἣ Μούσας τέκνως ' ἱεράς , ὁσίας , λιγυφώνους , ἐκτὸς ἐοῦσα κακῆς λήθης βλαψίφρονος αἰεί
γὰρ τῆς τοῦ παιδὸς εὐδοξίας ἐπιμεμέλημαι καὶ σπουδὴν ὑπὲρ τῆς ὁσίας εἰςηνεγκάμην , καὶ τοῖς ἀρίστοις ἐνταφίοις κεκόσμηκα : εἶτα
4785938 θινι
πιστὸν θεράποντα : γράφεται τρόχιν . Χυτῇ δ ' ἐπὶ θινί : τῷ αἰγιαλῷ τῷ ἀμυδρῷ : ὁ γὰρ ἄμμος
πιστὸν θεράποντα : γράφεται τρόχιν . Χυτῇ δ ' ἐπὶ θινί : τῷ αἰγιαλῷ τῷ ἀμυδρῷ : ὁ γὰρ ἄμμος
4780022 κατηφειη
τελευταῖον α εἰς η : σοὶ γὰρ ἐγὼ καὶ ἔπειτα κατηφείη καὶ ὄνειδος : καὶ Ἀνακρέων : νεότης τε καὶ
ἐλάλησας , καὶ τὸ οὕτως ἔχον σοὶ μὲν δὴ Μενέλαε κατηφείη καὶ ὄνειδος ἔσσεται ἤματα πάντα . εἰ γὰρ τὸ
4774851 ἑσμος
ἕσταναι : ἑστία : ἕσπερα : ἔσχαρα : ἐσχατιά : ἑσμός : ἐσίταμον , δηλοῖ δὲ τὴν πρόσοδον : ἔσμιον
λόγῳ συνομαρτείτωσαν , ὡσαύτως δὲ καὶ ὁ τῶν φιλορνίθων νυμφῶν ἑσμός : βούλεται γὰρ ἀπ ' αὐτῶν ἐπιστρέφειν ἐπὶ τοὺς
4771809 μεμηλε
, ἀνδρὶ δὲ Ὧι λαοί τ ' ἐπιτετράφαται καὶ τόσσα μέμηλε , καὶ ᾧ πᾶσαν μὲν γῆν , πᾶσαν δὲ
. . . ἡ δ ' ἑτέρη χειμῶνι καὶ Αἰγοκερῆι μέμηλε : τέτρασι γὰρ μοίρῃσι βροτῶν διαμείβεται αἰὼν ἃς κεῖναι
4769462 θεληματι
τῶν πτερύγων οἰωνὸν ] τὸν γῦπα ᾧ ἐπωχεῖτο γνώμῃ ] θελήματι ἐμῷ στομίων ] χαλινῶν ἄτερ ] χωρίς εὐθύνων ]
, ὃ ζητῶ , βουλῇ τῇ σῇ ἀναπέπαυμαι . εἶδον θελήματι τῷ σῷ τὴν εὐλογίαν ταύτην λεγομένην . Ὦ πάτερ
4768327 τερπομενος
καὶ τοῦτ ' εἰς οἶκον κέρδος ἔχων ἀπίηις . Ἥβηι τερπόμενος παίζω : δηρὸν γὰρ ἔνερθεν γῆς ὀλέσας ψυχὴν κείσομαι
πείσαντας καὶ τοὺς πεπεισμένους . ἀλλὰ σύ γε δῆλος εἶ τερπόμενος οἷς ἔπραξας καὶ οὐδὲ παυσόμενος . οὕτω τις ἐκομίζετο
4766464 τοισιδ
δαίμονές τ ' ἀντήλιοι , εἴ που πάλαι , φαιδροῖσι τοισίδ ' ὄμμασι δέξασθε κόσμῳ βασιλέα πολλῷ χρόνῳ . ἥκει
: ἐμοὶ γὰρ τοῦτο πρόσκειται , ξένε , μηδένα πελάζειν τοισίδ ' Ἑλλήνων δόμοις . ἆ , μὴ πρόσειε χεῖρα

Back