| ἅπαξ ἐκτέκωσιν εὐθὺς οἱ καρποὶ μαλακοῦ τινος ἀέρος δέονται καὶ εὐμενοῦς εἰς τὴν ἐκτροφὴν καὶ μάλιστ ' ἐν ταῖς ἀρχαῖς | ||
| παραλαβὼν ὁ περὶ τὴν μοῦσαν ἄρχων αἱρεθεὶς ἐπιμελείσθω μετὰ τύχης εὐμενοῦς , ἡμεῖς δὲ ὀρχήσεώς τε πέρι καὶ ὅλης τῆς |
| , τοὺς δὲ ἐφορᾷ Θέμις . Καὶ μὴν καὶ τόδε δυστυχοῦς ἐν ἀσθενείᾳ τε καὶ ἀτιμίᾳ καὶ προπηλακισμῷ τῶν λόγων | ||
| τρυφᾶι δ ' ὁ δαίμων : πρός τε γὰρ τοῦ δυστυχοῦς , ὡς εὐτυχήσηι , τίμιος γεραίρεται , ὅ τ |
| Ἀνάλογον δὲ καὶ τῶν κακῶν τὰ μέν ἐστι ποιητικὰ τῆς κακοδαιμονίας , τὰ δὲ τελικά , τὰ δὲ ἀμφοτέρως ἔχοντα | ||
| καὶ καθάπερ ἐν φαρμακοπώλου πυξίδων ὄχλον , ἀγγεῖα μεστὰ πολλῆς κακοδαιμονίας , ἐν οἷς ὀδόντων σμηκτικαὶ δυνάμεις ἢ βλέφαρα μελαίνουσα |
| ἐκ τῶν ἀποτελεσμάτων ἐπιδεικνυμένη τὸ εὐχάριστον , ἀλλ ' ἐκ προσδοκίας τῶν μελλόντων : ἀρτηθεῖσα γὰρ καὶ ἐκκρεμασθεῖσα ἐλπίδος χρηστῆς | ||
| καὶ ἀπὸ τῆς ὑμετέρας Ἀσίας τῶν ἔργων λόγος βεβαιῶν τὰς προσδοκίας . οὐδὲν γὰρ οὕτω μέγα τῶν ἀγγελλομένων ὄντων ἁπάντων |
| ἐξενεχθήσεται , οἷον εὐφυής εὐφυοῦς , εὐσεβής εὐσεβοῦς , εὐκλεής εὐκλεοῦς : τοίνυν καὶ τὸ εὐμενής ὀξυτόνως ἐκφερόμενον παραπλησίως τούτοις | ||
| ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλεεῖ προσέθηκε λόγῳ : ὃς τὴν Αἴγιναν εὐκλεοῦς λόγου προσθήκην ἐποίησε λαβεῖν δι ' ἑαυτοῦ : καὶ |
| ? ? [ ] ? , ὁποῖα ? [ ] τἀπίχειρα ταῖς τυραννίσιν : ἐπεὶ ? [ ] δ ' | ||
| φλυάρου ; . ὑψηγόρου ] μεγαλαύχου καὶ σοβαροῦ . . τἀπίχειρα ] τὰ ἆθλα καὶ ἐπιτίμια . . οὐδέπω ταπεινός |
| , οὕτως , τίνος πταίσματος ὀλέκῃ καὶ μετὰ φθορᾶς δίδως ποινάς ; . ὀλέκῃ ] πάσχεις . σήμηνον ὅπη ] | ||
| , οὕτω : τίνος πταίσματος ὀλέκῃ καὶ μετὰ φθορᾶς δίδως ποινάς ἀμπλακίας ] ἁμαρτίας ποινὰς ὀλέκῃ ] τιμωρίας μετὰ φθορᾶς |
| σφίσι κατὰ τὸ ξυμμαχικὸν προσβοηθήσασιν αὐτοὶ τὸ δίκαιον μᾶλλον τῆς ξυνθήκης προθύμως παρέσχοντο . καὶ τοὺς μὲν Ἀθηναίους ταῦτα πλεονεκτεῖν | ||
| τὸν βίον καὶ τοῦτό πως ἂν ἴσως ῥυπαίνοι τὸν ὑπεράνω ξυνθήκης πάσης . ἀλλ ' ὅπερ ἔφην , ταῦτα μὲν |
| ἕως ἔτι κάρτος ἀέξεται , οὔ τιν ' ἐάσω ἐχθρὸν ἐμῆς κεφαλῆς , ἀλλ ' Ἄιδι πάντας ἰάψω , οὕνεκ | ||
| καὶ ξύλλογοι γυναικοπληθεῖς : οὐ γὰρ ἐξανέξομαι λεύσσων δάμαρτος τῆς ἐμῆς ὁμήλικας . ἐρεῖ δέ μ ' ὅστις ἐχθρὸς ὢν |
| καὶ ἀναστρόφως , ἵνα καὶ ἡ ἀκοὴ ὡς ὁρώ - σης ἀντιλάβηται τῆς ὄψεως , δεῖ πολὺ πρότερον αὐτὴν ὅρασιν | ||
| . καὶ οὔπω ἀπεικός . καὶ γὰρ ἐνίοτε ὀργώ - σης τῆς ἐκκριτικῆς δυνάμεως , ἐπὶ τῷ τοὺς λυποῦντας τῶν |
| νυκτὸς ἀοιδή , ὀρχείσθω τις : ἑκὼν δ ' ἄρχε φιλοφροσύνης . ὅντινα δ ' εὐειδὴς μίμνει θήλεια πάρευνος , | ||
| Ἴσιδος πάλιν τῆς ὁδοῦ λαβοῦσα καὶ μνησθεῖσα τῆς τοῦ Αἰσώπου φιλοφροσύνης , ἐπάρασα τὰς χεῖρας εἰς τὸν οὐρανὸν εἶπεν “ |
| , τέκνοισι καὶ ὑπὲρ τῶν τέκνων τῆς μητρὸς γῆς τῆς φιλτάτης τροφοῦ . ταῦτα δὲ κατ ' ἀντίπτωσιν . οἷον | ||
| , τέκνοισι καὶ ὑπὸ τῶν τέκνων τῆς μητρὸς γῆς τῆς φιλτάτης τροφοῦ . ταῦτα δὲ κατ ' ἀντίπτωσιν . . |
| ἡ ἀνάχυσις , ἡ εὐθυμία , τὸ χαρᾶς , τὸ εὐφροσύνης ἀμβρόσιον , ἵνα καὶ αὐτοὶ ποιητικοῖς ὀνόμασι χρησώμεθα , | ||
| διδασκάλου καὶ [ τῇ ] μητρὶ φέρει ταύτην μετ ' εὐφροσύνης . Ἡ δὲ λαμβάνει ταύτην σὺν χαρμοσύνῃ . Ἐν |
| γὰρ ἀφορμαὶ κινοῦσιν ἀνθρώπους εἰς θεῶν ἐπιμέλειαν , τιμωρίαι τε δυσσεβείας καὶ γνώμης εὐσεβοῦς ἀμοιβαί . ὧν ἀμφοτέρων ἐκεῖνος φαίνεται | ||
| . ἔσθ ' ὅπη δέους . ξύμμετρον ] σύντομον . δυσσεβείας ] ὕβριν γεννῶσα : οἱ γὰρ ἀρξάμενοι τοῦ θείου |
| σύλλεκτρον , ἄνασσαν , ἣ Μούσας τέκνως ' ἱεράς , ὁσίας , λιγυφώνους , ἐκτὸς ἐοῦσα κακῆς λήθης βλαψίφρονος αἰεί | ||
| γὰρ τῆς τοῦ παιδὸς εὐδοξίας ἐπιμεμέλημαι καὶ σπουδὴν ὑπὲρ τῆς ὁσίας εἰςηνεγκάμην , καὶ τοῖς ἀρίστοις ἐνταφίοις κεκόσμηκα : εἶτα |
| ἀκροάμασι προσπαίζων . καὶ δή ποτε προκοπτούσης ἐπὶ πολὺ τῆς ἑστιάσεως καὶ τῶν πλειόνων ἤδη κεχωρισμένων , ἧκεν ὑπὸ τῶν | ||
| οὗτος ἁρμόσειεν ἂν πρὸς ἐκείνους , οἳ τὰς φιλίας μέχρις ἑστιάσεως μόνον παρέχονται , περαιτέρω δὲ οὐδὲν τοὺς φίλους ὠφελοῦσιν |
| ἐν ἐμοί . τοιαύτη τίς ἐστιν ἡ τοῦ μοι δύναμις σήμηνον ] εἰπέ ἐν φάραγγι ] ἐν τῷ κρημνώδει τούτῳ | ||
| ἔοικας , ὦ γύναι . ἢ Ἀργείοις , φησὶ , σήμηνον , ἀντὶ τοῦ στρατηγοῖς , εἴργειν τὸν ὄχλον : |
| Βάκχαι , ἐπειδὴ αὗται ἐνθουσιῶσαι ὑπὸ τοῦ δεσπότου Διονύσου τοῦ ἐφόρου τῆς τελεστικῆς , κάτοχοι αὐτοῦ γίνονται καὶ εὔποροι [ | ||
| τοῦ ξενίου Διός ξενίοιο ] τοῦ φιλοξένου ξενίοιο ] τοῦ ἐφόρου τῶν ξένων Ἀείδω : τραγῳδῶ . ἐρίκυδες : ἔνδοξον |
| μέγεθος , ἴθι ἀμεταστρεπτὶ πρὸς τὰς δυνάμεις αὐτοῦ καὶ τούτων ἱκέτις γενοῦ , μέχρις ἂν ἀποδεξάμεναι τὸ συνεχὲς καὶ γνήσιον | ||
| προστίθημι τῆι φύσει . [ ] ὦ πρός σε γονάτων ἱκέτις Ἀμφιάρεω πίτνω καὶ πρὸς γενείου τῆς τ ' Ἀπόλλωνος |
| ξύμφωνον χρείαν καὶ ξύμμετρον ἀπενείματο . πλουτοδότι βασίλεια θεῶν , Ἑρμοῦθι ἄνασσα , παντοκράτειρα , τύχη Ἀγαθή , μεγαλώνυμε Ἶσι | ||
| σοῦ τε τρυφῆς . Σῶν ] δώρων κἀμοὶ μετάδος , Ἑρμοῦθι ἄνασσα , σῶι ἱκέτηι ὄλβον καὶ ἅμα εὐτεκνίην . |
| τούτῳ μὲν αὐτὸ τοῦτ ' ἀγαπητὸν ἦν , τὸ τῆς δεσποίνης ἀξιωθῆναι : τῷ πατρὶ δ ' οὐδὲ λαμβάνοντι τοσαῦτα | ||
| τὴν ἀναίρεσιν τῶν παίδων . Ἔδοξέ τις δοῦλος παρὰ τῆς δεσποίνης ᾠὸν λαβεῖν ἑφθὸν καὶ τὸ μὲν λεπύριον ἀπορρῖψαι , |
| στροφὴ κώλων δʹ . ἄνια ] ἀνίατα , λυπηρά . νεόκοτα ] † ἐκ νέας ὀργῆς δαίμονος ἐπελθόντα . δάϊ | ||
| καὶ ἀνιαρά . . ἄνια ] τὰ λυπηρά . . νεόκοτα ] νεωστὶ μηνυθέντα κακὰ ὑπό τινος τῶν δαιμόνων . |
| οὐ πλεύσεις καλῶς β ὁ συνεχόμενος ἀπολυθήσεται γ ἀπαλλαγήσῃ τῆς φίλης ὅτε οὐκ ἐλπίζεις δ γενήσῃ ἐπίσκοπος ὅτε οὐκ ἐλπίζεις | ||
| : ὅθεν μοι πρώτα φάτις : ὅθεν , ἐκ τῆς φίλης δηλονότι . ὅπου πρῶτον ἔμαθον τὴν Φαίδραν κακουμένην ἔσω |
| ἐλπίσιν . Ἀνάπαυσίς ἐστι τῶν κακῶν ἀπραξία . Ἅμ ' ἠλέηται καὶ τέθνηκεν ἡ χάρις . Ἀμελοῦντα τοῦ ζῆν οὐκ | ||
| ἀπῄτουν , οἱ δ ' ἀπηρνοῦντο σκάφας . Ἅμ ' ἠλέηται καὶ τέθνηκεν ἡ χάρις : ἐπὶ τῶν ἀχαρίστων . |
| ἀνταποδίδως ταύτην τὴν τιμωρίαν ; τίνος ἕνεκα τιμωρῇ ; . τλῆμον ] ἄθλιε διὰ τὰ παρόντα . τοῦ δίκην πάσχεις | ||
| πέσῃ . ἐπιξενοῦμαι ταῦτα δ ' ὡς θανουμένη . ὦ τλῆμον , οἰκτίρω σε θεσφάτου μόρου . ἅπαξ ἔτ ' |
| ὕμνον δὲ χαριστήριον τῷ Ποσειδῶνι , μάρτυρα τῆς τῶν δελφίνων φιλομουσίας , οἱονεὶ καὶ τούτοις ζωάγρια ἐκτίνων ὁ Ἀρίων ἔγραψε | ||
| ἀναθέμενος αὐτὸν ἐξενηξάμην ἔχων εἰς Ταίναρον . Ἐπαινῶ σε τῆς φιλομουσίας : ἄξιον γὰρ τὸν μισθὸν ἀπέδωκας αὐτῷ τῆς ἀκροάσεως |
| εἶναι διεφθαρμένους καὶ φαύλους . καὶ Δημήτριος δὲ ὁ Πολιορκητὴς φιλογέλως ἦν , ὡς ἱστορεῖ Φύλαρχος : περὶ οὗ καὶ | ||
| ἐκείνῳ Πηνελόπης ζῇ . καὶ Σύλας δὲ ὁ Ῥωμαίων στρατηγὸς φιλογέλως ἦν . Λεύκιος δὲ Ἀννίκιος Ῥωμαίων στρατηγήσας Ἰλλυριοὺς καταπολεμήσας |
| ἡ μερὶς αἶσα λέγεται , “ Ἴλιον ἐκπέρσαντα λαχόντα τε ληΐδος αἶσαν : ” καὶ γὰρ τὸ πεπρωμένον μεμέρισται ἐκείνῳ | ||
| δῖος Ὀδυσσεύς ” . ὁμωνυμίᾳ γὰρ ἠπάτηται , πολλάκις τῆς ληΐδος ἐπὶ τῆς λαφυραγωγίας τασσομένης : παρὸ καὶ τὴν Ἀθηνᾶν |
| . πότερον ] ποῖον . ἀπολολύξω ] παιανίσω . . ἀσινεῖ ] ἀβλαβεῖ : σωτηρίας τοῦτο γὰρ ἐπίθετον . . | ||
| ἤτοι τῆς Ἰφιγενείας φόνον ἀποδώσει . ἐπικρανεῖ ] τελέσει . ἀσινεῖ ] ἀπαθεῖ : ἐκτὸς γὰρ πάθους τὸ θεῖον . |
| ⌉ ὁ πατὴρ αὐτῆς τῇ χειρὶ αὐτοῦ τῇ δεξιᾷ τὴν χείραν τὴν δεξιὰν αὐτῆς καὶ εἶπεν αὐτῇ : τέκνον . | ||
| πολὺ εὐκέλαδον , εὖ ἠχοῦντα . ὠλεσίκαρπον : ὀλλύων τὴν χείραν . Παταγεῖ : ἠχεῖ . εὔθροα : εὔηχον . |
| ἔχει : τίς γὰρ ἐκεῖ χρεία μουσικῆς αὐτῶν τῶν ἀπὸ θοίνης τερπόντων : τείνουσι δὲ βοήν , ἀντὶ τοῦ ᾄδουσι | ||
| : τὸ εἰρηνικὸν καὶ εὔνομον τῆς διαίτης σημαίνει . ἄγευστος θοίνης καὶ τροφῆς καὶ τῶν ὁμοίων . κατὰ γενικὴν τίθεται |
| δὲ Μὴ παρέργως ποτ ' , ἔφη , ἀπὸ Γάλβα κατεσκεύασα , ὅτι προνοίᾳ ὁ κόσμος διοικεῖται ; Ἀνάγκη τὸν | ||
| εἶδόν σε , δέξαι καὶ ἅπερ ὑπὸ τῆς χαρᾶς σοι κατεσκεύασα . δέον δὲ εἰπεῖν , ὥσπερ γὰρ ῥίζης οὔσης |
| ] Τῷ μέλει καὶ τῇ ᾠδῇ . Κῆλα δὲ ] Ἤγουν : τὰ θελκτήρια γάρ . Δαιμόνων θέλγει ] Οὐ | ||
| δωρικῶς ἡ γῆ . Οὐδ ' ἀπίθησέ νιν ] * Ἤγουν εἰς ἀπείθειαν καὶ ἀνηκοΐαν ἐνέβαλεν αὐτόν , τὸν Εὔφημον |
| θῆρες δ ' εἰλυούς τε κατὰ ξυλόχους τε λιπόντες οὐρῇσιν σαίνοντες ἐπήλυθον . ἡ δὲ καὶ ἄλλο θῆκε τέρας , | ||
| καὶ οἰκείους καὶ τὰ πεπορισμένα κτήματα . ὅθεν ἐρρωμένοι καὶ σαίνοντες τοὺς δεσπότας ἀγαθὴν οἰκουρίαν καὶ περὶ τὴν γυναῖκα καὶ |
| ] τὰς πολλῆς φθορᾶς καὶ δυστυχίας προξένους τύχας ] τὰς δυστυχίας ἄθλων ] τῶν αὐτῆς πόνων σοῦ ] παρὰ σοῦ | ||
| δυστυχῶν ὑπὸ τῶν φίλων ἠμελεῖτο , γήμας δὲ καὶ τῆς δυστυχίας ἀπαλλαγεὶς , τότε πάλιν φίλους ἔσχε . πρὸ τοῦ |
| καὶ δάκνομαι τῷ ῥήματι τὴν ψυχὴν ἀναμνήσας τε ἐμαυτὸν τῆς ὑμετέρας ἐν τῷ πρόσθεν εὐνοίας οὕτω δὴ ἐπηγγειλάμην καὶ πρὸς | ||
| αὑτοῦ . εἶτ ' ἔχων τούτους ἦγ ' ἐπὶ τὰς ὑμετέρας οἰκίας , καὶ σύ , ὦ Τιμόκρατες , συνηκολούθεις |
| Τηλέφου ἐστὶν Εὐριπίδου : ἴθ ' ὅποι χρῄζεις : οὐκ ἀπολοῦμαι τῆς σῆς Ἑλένης οὕνεκα . ἥττων ] ἐμοῦ . | ||
| ἐκ τοῦ Τηλέφου Εὐριπίδου ἴθ ' ὅποι χρῄζεις : οὐκ ἀπολοῦμαι τῆς σῆς Ἑλένης οὕνεκα . ἴθι , πορεύου . |
| ἔπλησεν ἐμέ τε καὶ ναύτας ἐμοὺς πολλῶν . ἐπεὶ δὲ Ναυπλίας ψαύω χθονός [ ἤδη δάμαρτος ἐνθάδ ' ἐξορμωμένης ] | ||
| τῶν φυγόντων ἐπ ' αὐτούς : καὶ οἱ ἐκ τῆς Ναυπλίας ἐκεῖσε ἀνεχώρησαν . , : μεταξὺ δὲ Τροιζῆνος καὶ |
| ] λογισμοῦ . λήματος ] τοῦ κατὰ σὲ φρονήματος . λήματος ] θυμοῦ . λήματος ] τοῦ φρονήματος , ἀνδρείας | ||
| ἐκ τῆς Νεμέας καὶ ἐξ Ἐπιδαύρου καὶ ἀπὸ Μεγάρων . λήματος : φρονήματος . ἡ δὲ ἀπό κατὰ κοινοῦ : |
| καὶ ὀμφαὶ τρίποδος ἐκλέλειπται πάντα . λῃστεύει δὲ τῶν ἄλλων Φλεγυῶν ἀποτάξας ἑαυτόν : τὴν γὰρ δρῦν , ὦ παῖ | ||
| τὸ ταύτην πανάκειον . Ἐν γὰρ δὴ τῇ χώρᾳ τῇ Φλεγυῶν , πλησίον Μέλανος τοῦ ποταμοῦ καὶ παρὰ τὸ χεῖλος |
| τὸν τῆς Δήμητρος ὅρκον . ΓΘ ἐκφάγω ] καταναλώσω καὶ ἐκβάλω καὶ ἐκδιώξω . ἐκπίω : ἑξῆς πρὸς τὸ ὑπ | ||
| μή ς ' ἐκφάγω : ἐὰν μή σε καταναλώσω καὶ ἐκβάλω ἐκ ταύτης τῆς γῆς καὶ διώξω . τὸ δὲ |
| πέτρᾳ προσηλοῦσθαι τοῦτό φησιν χειμαζόμενον ] δαμαζόμενον , πάσχοντα Τίνος ἀμπλακίας : ἕνεκα τίνος κολάσεως , πταίσματος , ὀλέκῃ καὶ | ||
| μοι , ἰὼ τλήμων . τί δέ σοι παῖδες πατρὸς ἀμπλακίας μετέχουσι ; τί τούσδ ' ἔχθεις ; οἴμοι , |
| : ὦδε : ἀβάλε : τὸ οὐαί : παπαί : βαβαὶ , οὐχ οὕτως ἔχοντα , διὰ τῆς αι διφθόγγου | ||
| ἔχω . Δημοσθένους γε καὶ ταῦτα , ὦ Ἀρχία . βαβαὶ τῆς ἀηττήτου ψυχῆς καὶ μακαρίας , ὡς ἀνδρεῖον μὲν |
| καὶ εἰκῆ γίνηται , ἀλλὰ μετ ' αἰδοῦς τε καὶ συννοίας καὶ τάξεως ὀρθῆς , μήτε πάθος ἐγείρηται μηδὲν εἰκῆ | ||
| . εἰσελθὼν γὰρ εὗρε περὶ τὸν Σωκράτην κάτω νεύοντας ἐπὶ συννοίας . ἀτὰρ τί ποτ ' : συγκεκυφότες γὰρ ἦσαν |
| ἔξω τῶν τειχῶν διαφθερεῖ αὐτοὺς βαλὼν κεραυνῷ . . . τελεῖθ ' ] τέλος ἄγετε . . δορύπονα ] πολεμικά | ||
| τρέποντες . τελεῖθ ' ] εἰς τέλος ἄγετε ταύτας . τελεῖθ ' ] πληρεῖτε . τελεῖθ ' ] εἰς τέλος |
| συρομένῳ Ἄχνην : ῥοὴν αἵματος , ἀφρόν . Παφλάζων : ταρασσόμενος , καὶ ἠχῶν . ὑποβρύχιον : ὑποκάτω , μέγα | ||
| μεθ ' ἡμέραν , νυκτὸς διὰ τῶν ἐνυπνίων ἐκπηδῶν , ταρασσόμενος , πρὸς πᾶσαν ἀπαγγελίαν τρέμων , ἐξ ἐπιστολῶν ἀλλοτρίων |
| τὸν Καύκασον , ὥστ ' ἀνήκοος τῆς τούτων φιλανθρωπίας καὶ μεγαλοψυχίας εἶναι ; οἳ καὶ τὸ τῆς Σμύρνης ὄνομα οὐ | ||
| μεγαλοπρεπείας περὶ τὰ μεγάλα μόνον οὔσης ἀναλώματα , οὕτω τῆς μεγαλοψυχίας οὔσης περὶ τὰς μεγάλας τιμὰς ἔστι τις ἀρετὴ περὶ |
| ὑπολαβόντα φῆσαι τὸν Δημόκριτον , εἰ τριῶν ἀπενθήτων ὀνόματα τῶι τάφωι τῆς γυναικὸς ἐπιγράψειεν , εὐθὺς αὐτὴν ἀναβιώσεσθαι τῶι τῆς | ||
| δέμας ; δοῦναι κελεύσω πορθμίδ ' , ἧι καθήσομεν κόσμον τάφωι σῶι πελαγίους ἐς ἀγκάλας . ὡς εὖ τόδ ' |
| γυμνὸν φανέντα τῶν ἀριστείων ἄτερ , ὧν αὐτὸς ἔσχε στέφανον εὐκλείας μέγαν ; Οὐκ ἔστι τοὔργον τλητόν . Ἀλλὰ δῆτ | ||
| τε Ἄργει εὐκλεῆ ἀπαγγελίαν δοῦναι . ἢ ἀντὶ τοῦ : εὐκλείας λόγον καὶ φήμην καταλεῖψαι τῇ πατρίδι : στῆσαι τὸ |
| αὐθιγενὴς στεγανοὺς παρέχει Χαλύβῳ πελέκει τμηθεῖσα δοκοὺς καὶ ταυροδέτῳ κόλλῃ ζευχθεῖς ' ἀτρεκεῖς ἁρμούς . οὐκ εἶπεν ἀληθεῖς ἁρμοὺς , | ||
| αὐθιγενὴς στεγανοὺς παρέχει Χαλύβῳ πελέκει τμηθεῖσα δοκοὺς καὶ ταυροδέτῳ κόλλῃ ζευχθεῖς ' ἀτρεκεῖς ἁρμούς . οὐκ εἶπεν ἀληθεῖς ἁρμοὺς , |
| κοτύλαις ὀτο - „ βεῖ . „ καὶ πάλιν ” ψαλμὸς δ ' ἀλαλάζει : ταυρόφθογγοι „ δ ' ὑπομυκῶνται | ||
| ὁμοκλάν , ὁ δὲ χαλκοδέτοις κοτύλαις ὀτοβεῖ * * * ψαλμὸς δ ' ἀλαλάζει : ταυρόφθογγοι δ ' ὑπομυκῶνταί ποθεν |
| συναγαγεῖν , ἐάν μοι μὴ φιλονίκως , ἀλλ ' ἀνθρωπίνως δῶτε τὸ πρὸς τούτοις ἀσφαλῶς εἶναι . οὐ μὴν οὐδὲ | ||
| τῶν ἴσων μετέχειν ; οὐδενί . μὴ τοίνυν μηδὲ τούτῳ δῶτε νῦν , ἀλλὰ τιμωρήσασθε καὶ παράδειγμα ποιήσατε τοῖς ἄλλοις |
| δὲ χαριτήσιον μέγα , μάλιστα δὲ γυναιξί : πολλοὶ γὰρ ἐρασθήσονται αὐτῆς ἀπλανῶς τῇ δυνάμει . Ἀντιφάρμακον οὗτός ἐστι τοῖς | ||
| καὶ λαμπρὸν τὸν χρόνον ποιήσει , καὶ Μούσης τινὸς προθύμως ἐρασθήσονται . Ὁ Ἑρμῆς δὲ Κρόνῳ ἐπιμερίζων καὶ ὑπὸ τοῦ |
| μόρφνος ὁ ἀετὸς , ἐκ τοῦ πρᾷος καὶ εὐμενὴς ὁ πρευμενὴς , ἐκ τοῦ ἠλεὸν καὶ μάταιον ἠλέματον , ἐκ | ||
| ἀκραιφνὲς αἶμ ' ὅ σοι δωρούμεθα στρατός τε κἀγώ : πρευμενὴς δ ' ἡμῖν γενοῦ λῦσαί τε πρύμνας καὶ χαλινωτήρια |
| παῖ παῖ ” , Πολυξένη δηλονότι , “ ἔξελθ ' ἔξελθ ' οἴκων ” . παίζει ⌈ ὁ Ἀριστοφάνης ἐνταῦθα | ||
| νυν τὰ πλείον ' ἱστορεῖν , ἐκ τῆσδ ' ἕδρας ἔξελθ ' : ἔχεις γὰρ χῶρον οὐχ ἁγνὸν πατεῖν . |
| εἰπεῖν τηλόσε . ἔκποθεν ἄτης : ἔκ τινος βλάβης . στυγεράς : μισητάς . Ὀρχομενοῖο : καὶ Ἑλλάνικός φησι τὸν | ||
| εἰπεῖν τηλόσε . ἔκποθεν ἄτης : ἔκ τινος βλάβης . στυγεράς : μισητάς . Ὀρχομενοῖο : καὶ Ἑλλάνικός φησι τὸν |
| ἄλυρον ἀμφὶ μοῦσαν , ὀλομέναν γ ' Ἐρινύν , ἔφερες ἔφερες ἄχεα πατρίδι φόνια : φόνιος ἐκ θεῶν ὃς τάδ | ||
| καὶ τὴν τιμωρίαν , τὴν ἀπώλειαν , τοῖς ἀνθρώποις ἐμποιοῦσαν ἔφερες ἄχεα τῇ πατρίδι φόνου προξενητική : χαλαῖσί τ ' |
| ἄν τις αὐτοὺς καὶ ἁρμοστάς . τὰ δὲ ῥήματα καὶ διηλλάγησαν καὶ κατηλλάγησαν καὶ συνηλλάγησαν , καὶ συμβάσεις ἐποιήσαντο καὶ | ||
| . μετὰ δὲ τὴν παράταξιν οἱ Κυρηναῖοι πρὸς ἀλλήλους διαπρεσβευσάμενοι διηλλάγησαν , καὶ παραχρῆμα ὁρκωμοτήσαντες μὴ μνησικακήσειν , κοινῇ τὴν |
| οὔ νιν διώξω : κεινὸς εἴην . Ἐλατὴρ ὑπέρτατε βροντᾶς ἀκαμαντόποδος Ζεῦ : τεαὶ γὰρ Ὧραι ὑπὸ ποικιλοφόρμιγγος ἀοιδᾶς ἑλισσόμεναί | ||
| λόγος : ὑπέρτατε βροντᾶς ἐλατὴρ Ζεῦ : οἷον ἡνίοχε . ἀκαμαντόποδος δὲ , μὴ καμνούσης τοὺς πόδας . ἀκοπιάστου καὶ |
| ἀγαπητοῦ αὐτοῦ ἀποκτεῖναι αὐτόν , καὶ ὁ ἁμαρτωλὸς ἀπὸ τοῦ ἐντίμου , οὔτε ἀπὸ τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ : ἐξ ὄρθρων | ||
| Μωϋσέως , καὶ διὰ τοῦτο μὴ συγχωρεῖσθαι αὐτῷ τυχεῖν τῆς ἐντίμου ταφῆς . . . . . . . ναὶ |
| δυσθεράπευτον . καρπὸν ] τὸν πάντα ποιοῦντα κακῶς πράττειν . κοίμα ] κοίμιζε . μένος ] τὸν θυμόν . σεμνότιμος | ||
| κβάλῃς ἔπη χθονί καρπὸν φέροντα πάντα μὴ πράσσειν καλῶς . κοίμα κελαινοῦ κύματος πικρὸν μένος ὡς σεμνότιμος καὶ ξυνοικήτωρ ἐμοί |
| τίνος πταίσματος ὀλέκῃ καὶ μετὰ φθορᾶς δίδως ποινάς ; . ὀλέκῃ ] πάσχεις . σήμηνον ὅπη ] εἰπὲ ποῦ . | ||
| οὕτως , εἰ δὲ βαρύνεται , οὕτω : τίνος πταίσματος ὀλέκῃ καὶ μετὰ φθορᾶς δίδως ποινάς ἀμπλακίας ] ἁμαρτίας ποινὰς |
| γῆς ἀναδίδοσθαι . λιμοῦ οὖν κατειληφότος τὴν χώραν οἱ ταύτης ἔνοικοι βουλόμενοι ἀπιέναι πρὸς τὸ μαντεῖον καὶ παρ ' ἐκείνου | ||
| εἶναι καὶ ψεύστας καὶ δολίους ὥς φησι καὶ Εὐριπίδης Σπάρτης ἔνοικοι δόλια βουλευτήρια . οἰκείως δὲ ἀπέδωκεν τὸ μὲν ἀκοίτης |
| γάμος , ὦ γάμος , ὃς τάδε δώματα καὶ πόλιν ὤλεσας ὤλεσας ἁμάν . αἰαῖ , ἒ ἔ , ὦ | ||
| ἡ δὲ σύνταξις τοιαύτη : ὦ Ζεῦ βασιλεῦ , νῦν ὤλεσας τὴν στρατιὰν τῶν Περσῶν τῶν μεγαλαύχων καὶ πολυάνδρων . |
| κακοῖς προσπαλαιόντων . Ἀζανία γὰρ τόπος Ἀρκαδίας λεπτόγεως καὶ γεωργοῖς ἀσυντελής . Ἀηδόνες λέσχαις ἐγκαθήμεναι : πρὸς τοὺς ἀδολεσχοῦντας . | ||
| μοχθηρᾶς ἐπινοίας , ἵν ' ἐν μηδενὶ φανείη τῶν πεπραγμένων ἀσυντελής , ᾧ μὴ κέρδος ἑαυτῷ συμπορίσοιτο ! ἀκριβῶς γὰρ |
| τῆς Αἴτνης ἱππεῖς : οὗτοι γὰρ ἐν ἀρχῇ τῆς τυραννίδος ἐκπεπτωκότες ᾤκουν τοῦτο τὸ φρούριον . Διονύσιος δὲ καταπλαγεὶς τὴν | ||
| : ἀλλ ' ἐποιοῦντο διαβάσεις ἐκ τῶν φοινίκων οἳ ἦσαν ἐκπεπτωκότες , τοὺς δὲ καὶ ἐξέκοπτον . καὶ ἐνταῦθα ἦν |
| . Ἡμέραν ἡσύχιμον τὴν τοῦ θανάτου , ἐπεὶ ἐν ταύτῃ θανόντες ἡσυχάζομεν . . Ἡμέραν ἡσυχίας τὸν θάνατον λέγει , | ||
| φησι καὶ Θεόκριτος : Ἐλπίδες ἐν ζωοῖσιν , ἀνέλπιστοι δὲ θανόντες . . ΑΡΡΗΚΤΟΙΣΙ ΔΟΜΟΙΣΙ . Μεταφορικῶς εἶπεν , ἀντὶ |
| ἐν ταῖς μάχαις , ἡ πρὸ τῶν πυλῶν ζωγραφουμένη , ἐπιρρύου τὴν πόλιν τὴν ἑπτάπυλον : οὕτως συντακτέον . διόθεν | ||
| . ἐπιρρύου ] ἐλευθέρου . ἐπιρρύου ] φύλαττε . Ξ ἐπιρρύου ] + ἐλευθέρωσον τοῦ κινδύνου . στροφὴ ἑτέρα κώλων |
| ἡμᾶς καλῶς ἐκμήναντα θεόν , ὡς ἐγὼ καὶ βραχύ τι ἀποσπασθεῖσα σοῦ οὔτε ζήσομαι οὔτε τὸν ἥλιον ὄψομαι . Ταῦτα | ||
| φρένες . τίς νιν ἀνθρώπων τέκεν ; ποίας δ ' ἀποσπασθεῖσα φύτˈλας ὀρέων κευθμῶνας ἔχει σκιοέντων , γεύεται δ ' |
| γάρ σοι πάντα . καὶ μηκέτι μοι κόπους πάρεχε περὶ ἀποκαλύψεως : αἱ γὰρ ἀποκαλύψεις αὗται τέλος ἔχουσιν : πεπληρωμέναι | ||
| γὰρ αὐτῆς δῆθεν ὡς εὑρούσης τὸ βρῶμα τῆς γνώσεως ἐξ ἀποκαλύψεως τοῦ λαλήσαντος αὐτῇ ὄφεως σπορὰν ὑποτίθενται . . . |
| ὥστε ἀπαλλαγῆναι αὐτὸν τοῦ κακοῦ καὶ οὐδὲ τὴν φύσιν τῆς παιδοποιΐας εἰς αὐτὴν σῴζει ὁ πατὴρ τὴν ἀπαλλαγὴν ἀντὶ τῆς | ||
| σώφρων ἀνήρ . οἱ δι ' ἡδονὴν παιδοποιούμενοι ὑβρίζουσι τὰς παιδοποιΐας . λαγνεία κόρου περίσσευμα . προὶξ πολλὴ τέκνα βελτίονα |
| χαρίεντα καὶ ἀγλαὰ ἔργα πέλονται . τοῖσι δὲ μύθων ἦρχε Πολίτης , ὄρχαμος ἀνδρῶν , ὅς μοι κήδιστος ἑτάρων ἦν | ||
| αʹ , Κέφαλος αʹ , Κλεινόμαχος ἢ Λυσίας αʹ , Πολίτης αʹ , Περὶ ψυχῆς αʹ , Πρὸς Γρύλλον αʹ |
| τῆς φωνῆς ποινὴ , τουτέστιν ἀπόλυσις : ἐπεὶ ἡ ποινὴ ἀπολύσεως ἕνεκεν γίνεται . ποινὰ τίς : ἀμοιβὴ ἢ λύσις | ||
| ὑγρὸν καὶ οἷον ἀποπλύματα κρεῶν , ὅταν δὲ καιρὸς τῆς ἀπολύσεως ὑπάρχῃ , αἷμα καθαρόν , ἐπὶ τέλει δὲ θρόμβος |
| . τὸ γὰρ ᾔομεν ἀχνύμενοι καὶ τὸ ἤμβροτες οὐδ ' ἔτυχες καὶ σχεδὸν ὅλη ἡ χρῆσις τοῦ βίου , πλήρης | ||
| . . πικροῦ ] λυπηροῦ , ἀηδοῦς . ἔκυρσας ] ἔτυχες . . μνηστῆρος ] ἀνδρός . . σοὶ μηδέπω |
| νῦν αἰτεῖς ; ἐγὼ δὲ ἀναμνησθεὶς τῶν πτωχῶν τοῦ πάλιν εὐποιεῖν ᾐτησάμην λέγων Δότε μοι ἕκαστος ἀμνάδα μίαν εἰς ἔνδυσιν | ||
| τὸ “ ὁ βδελυρὸς ” τῷ Φιλοκλέωνι διδόασιν . Γ εὐποιεῖν ] κοινή . τις κτλ . ] καθὸ δικαστὴς |
| διὰ τὸ βαρβάρων καὶ Ἑλλήνων οἰκούντων τὰς Θήβας . . λαΐδος ] ληΐδος , λαοῦ . μιξοθρόου ] τῶν μεμιγμένων | ||
| ] τῶν πολιτῶν . λαΐδος ] τῆς λαφυραγωγίας . Ξ λαΐδος ] λαοῦ λαφυραγωγίας . θ ὀλλυμένας ] πορθουμένας . |
| ἀνατεινάμενοι τὰς μάστιγας ἐφώρμησαν , οἱ δὲ τὸ συνειδὸς τῆς δουλείας οὐ φέροντες αὐτίκα φεύγοντες ᾤχοντο . Πέρσαι περὶ Μυκάλην | ||
| κακὸν ὑπ ' αὐτῶν πάθωσιν . ἀλλὰ ταῦτα μὲν οἶμαι δουλείας ἔργα εἰκότως ἂν νομίζοιτο : αἱ δὲ τιμαὶ ἔμοιγε |
| δόμων ἐκ λύματ ' ἔνεικαν νηιάδες πρόπολοι , ταί οἱ πόρσυνον ἕκαστα : ἡ δ ' εἴσω πελανοὺς μείλικτρά τε | ||
| , τὸ προστακτικὸν ἀντὶ εὐκτικοῦ κατ ' αἰολικὴν συνήθειαν . πόρσυνον ἀντὶ [ τοῦ ] παράσχοις , εὐτρεπίσαις . ἀοιδῆς |
| μάλιστα τὸν σπλῆνα νοσεῖ , ἄνθρακας μυρικίνους εἰς ὕδωρ ἀποσβέσας παράσχε πιεῖν . καὶ ἀνθρώπους δὲ οἶνος ἀντὶ τοῦ ὕδατος | ||
| ἀνὴρ τῶν στρατηλατῶν οὐ δύναται πάντα θεωρῆσαι , ἀλλὰ βοηθοὺς παράσχε ἑκάστῳ : γράφεται καὶ θράσει : λείπει ἡ ἐν |
| . Σοφοκλῆς δέ φησι : . . . τὸ μεθύειν πημονῆς λυτήριον . οἱ δ ' ἄλλοι ποιηταί φασι τὸν | ||
| δαιμόνων βουλεύματα ? [ × – ˘ – λαβοῦσα ] πημονῆς τέλος [ ] ασας ? : πρὸς δὲ τοῖσδ |
| αὐτοῦ μνήματα , ἀφῆκεν αἰδεσθείς . ἐξαναλώθησαν δὲ τρυφαῖς εῖν φιλοτιμούμενοι πρὸς ἑαυτούς τε καὶ πρὸς τὰς ἄλλας ἁπάσας πόλεις | ||
| πατρὸς αὐτοῦ μνήματα , ἀφῆκεν αἰδεσθείς . 〚 ἐξαναλώθησαν δὲ φιλοτιμούμενοι πρὸς ἑαυτοὺς τρυφαῖς , καὶ ἡ πόλις δὲ πρὸς |
| πάσχεις . σήμηνον ὅπη ] εἰπὲ ποῦ . . ἡ μογερὰ ] ἡ ἀθλία . . ἂ ἄ , ἔα | ||
| τὰ κῶλα . βαρυδότειρα ] βαρέα καὶ δυστυχῆ διδοῦσα . μογερὰ ] ἀθλία . πότνια ] σεβασμία . πότνια ] |
| τἄρ ' ὀλοίμην ἀκλεὴς ἀνώνυμος [ ἄπολις ἄοικος , φυγὰς ἀλητεύων χθόνα , ] καὶ μήτε πόντος μήτε γῆ δέξαιτό | ||
| Ἅιδης ῥᾶιστος ἀνδρὶ δυστυχεῖ : ἀλλ ' ἐκ πατρώιας φυγὰς ἀλητεύων χθονὸς ξένην ἐπ ' αἶαν λυπρὸν ἀντλήσεις βίον . |
| μ ' ἐθρέψαθ ' ἡδέως . ὦ τῆς ἀώρου θύγατερ ἀθλία τύχης . χαῖρ ' , ὦ τεκοῦσα , χαῖρε | ||
| δηλονότι : καὶ μὴ λαχοῦσα : καὶ λαχοῦσα τὸ ζῆν ἀθλία εἰμὶ διὰ τὸ μέλλειν τὸν παῖδά μου φονεύεσθαι καὶ |
| τῇ κεκαυμένῃ , τῇ μελαίνῃ . μορμύσσεται : ἐκφοβεῖ . ὀπτήρια : τὰ ὑπὲρ τοῦ ἰδεῖν δῶρα . ὤλοψας : | ||
| δὲ κατόπτας , Ξενοφῶν δὲ ὀπτῆρας . εἴρηται δὲ καὶ ὀπτήρια τὰ δῶρα τὰ παρὰ τοῦ πρῶτον ἰδόντος τὴν νύμφην |
| τι περιπίτνει κρύος . ἔτευξα τύμβῳ μέλος θυιὰς αἱματοσταγεῖς νεκροὺς κλύουσα δυσμόρως θανόντας : ἦ δύσορνις ἅδε ξυναυλία δορός . | ||
| , γύναι , ἥτις , τυράννων ἑστίαν ἠικισμένη , χαίρεις κλύουσα κοὐ φοβῆι τὰ τοιάδε ; ἔχω τι κἀγὼ τοῖσι |
| ἐπαχλὺς ] λύπη , ἀθυμία . πεπόταται ] η . ἐπικρέμαται ἐφ ' ἡμῖν . νεολαία ] ἡ νεότης . | ||
| ὁμοίως πάντας ὑμᾶς τιμωρεῖται : ὁμοίως γὰρ πᾶσιν ὑμῖν θάνατος ἐπικρέμαται , ὃν ὑμεῖς φοβεῖσθε . καὶ πολλάκις εἶδον πτωχοὺς |
| δίψους ἀκμὴ ἐκ τοῦ καύματος μάλιστα λαμβάνουσα τὴν ἐπίτασιν : πελάσαντα γοῦν τῷ τόπῳ καὶ πλησθέντα τοῦ κράματος σκιρτῶσι πρῶτον | ||
| οἵ οἱ ἔασι δυσμενέες : τῶν ἤν τιν ' ἐσαθρήσῃ πελάσαντα , πάλλεται ὀρχηστῆρι πανείκελος , ὄφρα ἑ πόντου προπροκυλινδόμενον |
| ἄδηλον ὡς οἷς τε δεῖ πολλῆς ἐπικουρίας εἴσῃ καὶ δώσεις ὁπόσης δεῖ . Γυμνασίῳ πάντ ' ἂν ὑπῆρξε ῥᾳδίως καὶ | ||
| νόμον χάριν σωτηρίας τὸν τῶν ἀρχόντων νυκτερινὸν σύλλογον , παιδείας ὁπόσης διεληλύθαμεν κοινωνὸν γενόμενον : ἢ πῶς ποιῶμεν ; Ἀλλ |
| Ἡρακλεῆος . Ἄκραις δ ' ἀμφ ' ἱεραῖσι Διωνύσοιο ἄνακτος μίμνομεν ἑσπέριοι : δαιτὸς γὰρ ἐδεύετο θυμός . Τῆμος δ | ||
| παλαιᾶι ] ἤτοι τῶι γήραι . ἀρωγῆς ] βοηθείας . μίμνομεν ] μένομεν ἐνταῦθα . ἰσχὺν ] δύναμιν , ὑπηρεσίαν |
| μήτηρ Ῥέα ἡ ἔμπειρος τῆς πάλης ἐξέλυσε τὰς ὠδῖνας τῆς λαθραίας γονῆς τὴν πρόσθ ' ἄνασσαν Εὐρυνόμην ταρταρώσασα . τὸ | ||
| περὶ πίστεως ἢ ἀποβολῆς ἢ ἀπαιτήσεως , τὸ εʹ περὶ λαθραίας ἀποθέσεως ἢ θησαυροῦ ἢ παρακαταθηκῶν , τὸ Ϛʹ περὶ |
| ταρβῶ γὰρ καὶ φοβοῦμαι τὴν ἀστεργάνορα παρθενίαν τῆς Ἰοῦς , εἰσορῶσα αὐτὴν δαπτομένην καὶ δαμαζομένην ἐν τῷ γάμῳ τοῦ Διός | ||
| ἄλευ ' , ἆ δᾶ : φοβοῦμαι , τὸν μυριωπὸν εἰσορῶσα βούταν . ὁ δὲ πορεύεται δόλιον ὄμμ ' ἔχων |
| ῥήτρας πολίταις : λόγους ἐρεῖ τοῖς πολίταις τῆς χέρσου τῆς πατρικῆς ἤτοι τοῖς Εὐβοεῦσι . λόγους ποταπούς ; στρατοπλώτους καὶ | ||
| εἰ δυνατόν , εἰ δὲ μή , ἔκ γε τῆς πατρικῆς καὶ καθόλου ἐκ τῆς πρὸς τοὺς πρεσβυτέρους : ὡσαύτως |
| , καὶ τὰ ἐκφυόμενα τῆς βαλάνου χαλεπώτερα τῶν ἐκ τῆς πόσθης , καὶ τὰ ἐν τῇ ἕδρᾳ τὰ βαθύτερα τῶν | ||
| καὶ περισκυθισμῷ , ἐπὶ τῶν κατὰ τοῦ βρέγματος καὶ ἐπὶ πόσθης μελανθείσης . ἐκκοπῇ δὲ ἐπί τε τῶν κώλων μελαινομένων |
| ἐξ ἀπεψίας τροφῶν ἢ πολυοινίας ἢ ψυγμῶν ἢ βαλανείων ἢ ἐρωτικῆς τινος ἀφορμῆς ἢ ἀκαίρων δαπανῶν κακοπραγίας . Τῷ δὲ | ||
| περὶ τὸν Ἔρωτα καὶ πᾶν τὸ τῶν ἐρωτικῶν ἐπιστολῶν γένος ἐρωτικῆς τινος διὰ λόγου ποιήσεώς ἐστιν . τοσαῦτα τοῦ Μασουρίου |
| ἴοιμι , τοιῶνδέ που δεήσει λόγων : ἐμέ , ὦ Θεσπεσίων , Εὐφράτης πρὸς ὑμᾶς διέβαλεν , ἃ μὴ ἐμαυτῷ | ||
| τοῦτο . ” ” ἄριστα , „ εἶπεν „ ὦ Θεσπεσίων , καὶ ὡς ἐμοὶ ἥδιστα εἴρηκας : ἄκουε δὴ |
| κιόντας , ἐσσυμένως ὥρμηνεν ἐπ ' ἀμφοτέροισι τανύσσαι ἀλγινόεντα βέλεμνα χόλου μεμνημένος αἰνοῦ , οὕνεκά μιν τὸ πάροιθε μέγα στενάχοντα | ||
| , ἀνέρχονται , ἀναβλαστάνουσιν . Πικραί : γράφεται πυκναί . χόλου : ὀργῆς . πυρόεντος : καυστικοῦ , καυστικωτάτου . |
| Ἀχιλλέα , ὁ δὲ Τελαμὼν τὸν Αἴαντα . οἵτινες ἐκαλοῦντο Αἰακίδαι , τὴν ἀπὸ τοῦ πάππου τιμὴν ἐκ τούτου προσφερόμενοι | ||
| Αἰακίδαι : ὑμᾶς τε , ὦ τίμιοι κατὰ τὰ ἅρματα Αἰακίδαι , νόμιμον καὶ σύνηθες εἶναί μοι λέγω σαφέστατον καὶ |
| , καὶ χρησμῳδίας , ξυλλήβδην ἅπαντα , οὐκ ἂν εἴποις ἀντάξια εἶναι τῆς ἀρετῆς : εἶτα ἐκεῖνα μὲν ἡγῇ θείᾳ | ||
| ὥστ ' ἐμοὶ μὲν οὐδὲ σύμπαντα τὰ ἐξ ἀνθρώπων χρήματα ἀντάξια τῆς συνεχείας ταύ - της εἶναι δοκεῖ : πεποίηκε |
| σύγκειται ἡ λέξις : ἀντὶ τοῦ ἀλύπου , ἀπὸ τοῦ πράου καὶ εὐμενοῦς : τὰς ἀγκύρας : † δὸς δ | ||
| τῆς ψυχῆς ἡμᾶς ἀφαιρῶνταί τινες , ὧν ἐκεῖ κομιούμεθα τοῦ πράου καὶ φιλανθρώπου καὶ ἐπιεικοῦς βίου παρὰ τοῦ μεγάλου δικαστοῦ |
| τινα αἴσθῃ καταγέλαστον καὶ τοῦ παντὸς ἡμαρτηκότα , τούτῳ καὶ εὐμενὴς εἶ καὶ φιλάνθρωπος καὶ ἄγασθαι οὐκ ὀκνεῖς τὴν σοφίαν | ||
| προσέβαλλεν ὅσον ἀπὸ βοῆς ἕνεκεν , ὅπως μὴ δῆλος εἴη εὐμενὴς αὐτοῖς ὤν . ἐπεὶ δ ' οὐδὲν ἀπὸ τῆς |