| ἐρασθέντα Σκύλλης ἐλθεῖν αὐτῆς εἰς τὸ ἄντρον ἢ κόγχου δώρημα φέροντ ' Ἐρυθραίης ἀπὸ πέτρης , ἢ τοὺς ἀλκυόνων παῖδας | ||
| ἆρ ' οἴσει τρία ; τὸν δ ' ἴσον ἴσῳ φέροντ ' : ἐγὼ δ ' ἐκτήκομαι . τὴν μὲν |
| ἔχον πόνον , ἀμφὶ δ ' ἀέθλῳ δῆριν ἔχον καὶ μόχθον : ἐυπλεκέων δ ' ἐπὶ δίφρων ἡνίοχοι βεβαῶτες ἐφίεσαν | ||
| ἔργωι δοῦλος ἦν , μάτην πονῶν . διαμεθεὶς δὲ τόνδε μόχθον , ὡς ἐμοῦ πεφευγότος ἵεται ξίφος κελαινὸν ἁρπάσας δόμων |
| ' ὅτε ζημίαις ἐνίσχονται . ἀρχὴ συμβουλίας . * τὸν φιλέοντα φιλεῖν : τούτους ὁ Πλούταρχος ἐκβάλλει τοὺς στίχους . | ||
| χαῖται , τὸ καλὸν θέρος ἁνίκα φρύγει , καὶ φεύγει φιλέοντα καὶ οὐ φιλέοντα διώκει , καὶ τὸν ἀπὸ γραμμᾶς |
| τλήμων ἐγώ . φίλων γ ' ἔρημοι : σὲ δὲ θανόντ ' ἠκούομεν . πόθεν δ ' ἐς ὑμᾶς ἥδ | ||
| ἂν μεῖζον τοῦδ ' ἔτι θνητοῖς πάθος ἐξεύροις ἢ τέκνα θανόντ ' ἐσιδέσθαι ; φέρω φέρω , τάλαινα μᾶτερ , |
| ὦ γεραιέ , μῦθον : οὐ γὰρ εὖ φρονεῖς . φασγάνωι λευκὴν φονεύων τῆς ταλαιπώρου δέρην . ὦ τάλαιν ' | ||
| , μὴ δόλος τις ἦι . ὡπλισμένος δὲ χεῖρα τῶιδε φασγάνωι τὰ πίστ ' ἐμαυτῶι τοῦ θράσους παρέξομαι . ὠή |
| ' Ἑρμῆ , μὴ λέγε , ἀλλ ' ἔα τὸν ἄνδρ ' ἐκεῖνον οὗπέρ ἐστ ' εἶναι κάτω : οὐ | ||
| τεμένεα νέμεται καὶ δαῖτας ἐΐσας δαίνυται , ἃς ἐπέοικε δικασπόλον ἄνδρ ' ἀλεγύνειν : πάντες γὰρ καλέουσι . πατὴρ δὲ |
| ἐπὶ νυμφείοις πώ μέ τις ὕμνος ὕμνησεν , ἀλλ ' Ἀχέροντι νυμφεύσω . Οὐκοῦν κλεινὴ καὶ ἔπαινον ἔχους ' ἐς | ||
| , ὥσπερ οἱ ἀγαθοὶ ὑμνούμενοι λάμπουσιν . κεῖνος ἀμφ ' Ἀχέροντι ναιετάων : ἐκεῖνος ὁ Καλλικλῆς , φησίν , εἰ |
| † βιον † ; θανοῦσα : τύμβωι δ ' ὄνομα σῶι κεκλήσεται . . . μορφῆς ἐπωιδὸν μή τι τῆς | ||
| εἰσήκουσά τ ' Ἀργείων πάρα , σπονδὰς ὅτ ' ἦλθον σῶι κασιγνήτωι φέρων ἐνθένδ ' ἐκεῖσε δεῦρό τ ' αὖ |
| σει καὶ ἀντιτάσει . εἰκὸς γὰρ οὕτω καὶ βραχύτερον τὸν παθόντα διαμεῖναι πόδα καὶ ἄλλα ἐπ ' ἄλλων ὀστᾶ τοῦ | ||
| πεποιηκέναι , ἢ δείκνυσιν ἕτερον , ἢ ἄξιον εἶναι τὸν παθόντα , ἢ συγγνωμονηκέναι καὶ ἐλεῆσαι . ψυχῆς γὰρ πάθος |
| τὴν εὐνήν : ὦ θεῖον εὐωδίας πνεῦμα : οἱ Ἀττικοὶ κυναγὸν τὸν κυνηγὸν λέγουσι : ἐννοῶ τὴν θεὰν , τίς | ||
| κακοῦ πρὸς ἀνδρὸς ᾧ τανῦν ξύνει . Ἐροῦ δὲ τὴν κυναγὸν Ἄρτεμιν τίνος ποινὰς τὰ πολλὰ πνεύματ ' ἔσχ ' |
| κάρα , φίλους νομίζους ' οὕσπερ ἂν πόσις σέθεν , δέξηι δὲ δῶρα καὶ παραιτήσηι πατρὸς φυγὰς ἀφεῖναι παισὶ τοῖσδ | ||
| κρατεῖ : ἔχω δὲ κἀγὼ πρὸς τάδ ' , εἰ δέξηι , λέγειν . ἔθρεψά ς ' εὔνους τ ' |
| εἰς τὸν Ἡρόδοτον ἐπαίνους . λέγοι δ ' ἂν ἀγάνορα κόμπον τὸν ἐκ τῶν ἀγαθῶν ἔπαινον τὸν ἐκ τῶν ποιημάτων | ||
| οὐκ ἀσπίδα κομπασμάτων πλήρη . θ κόμπον ] ἔπαρσιν . κόμπον ] ἤτοι σημεῖον ὑπερήφανον , δῆλον ἀσπίδα κομπασμάτων πλήρη |
| θρηνοῦσαν εἰσαγαγὼν τὸν Ἀστυάνακτα ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων ῥιφέντα φησί : δύστηνε , κρατὸς ὥς ς ' ἔκειρεν ἀθλίως τείχη πατρῷα | ||
| δ ' ἐᾶτε πλουσίῳ χαίρειν γένει . Ἰοὺ ἰού , δύστηνε : τοῦτο γάρ ς ' ἔχω μόνον προσειπεῖν , |
| ἂν καὶ νέας δούλας ἄρτι πρῶτον δυστυχήσασας εἰς τὴν αὐτῶν τλήμονα καὶ ἀθλίαν αἰχμάλωτον εὐνήν , ζώντων τῶν οἰκείων ἀνδρῶν | ||
| καὶ οὕτω μὲν εἴποις λαμβάνων τὴν εἰς ἔξωθεν εἰς τὸ τλήμονα εὐνήν . ἑτέρως δὲ οὕτω : γυναῖκες δὲ νέαι |
| Οὐρανίας καινὸς θεράπων : ἐθέλει δὲ γᾶρυν ἐκ στηθέων χέων αἰνεῖν Ἱέρωνα . Βαθὺν δ ' αἰθέρα ξουθαῖσι τάμνων ὑψοῦ | ||
| ὀλίγην ναῦν , ἀλλὰ μεγάλην παρασκευάζεσθαι : τὴν δὲ ὀλίγην αἰνεῖν οὕτω λέγει , ὡς εἰώθαμεν λέγειν χαίρειν ἐᾶν τὴν |
| . ὅτι σοφιστὴν καλεῖ Πλάτων καὶ τὸν Ἔρωτα καὶ τὸν Ἅιδην καὶ τὸν Δία , καὶ παγκάλην λέγει εἶναι τὴν | ||
| δ ' ὑγρὰν οὐσίαν Ποσειδῶνι προσέθηκε , τρίτον δ ' Ἅιδην τὸν ἀφώτιστον ἀέρα δηλοῖ , κοινὸν δὲ πάντων καὶ |
| εὐμενέοντες ἐπ ' εὐφήμοισι λόγοισι , βουκόλωι εὐάντητοι ἀεὶ κεχαρηότι θυμῶι . Παλλὰς μουνογενής , μεγάλου Διὸς ἔκγονε σεμνή , | ||
| ? ] [ ] τελεῖν , φρονέειν δ ' ἐπαρηρότα θυμῶι . ” [ ] ε καὶ ἴαχε ? λαὸς |
| κρήδεμνον τανύσσαι . † ) τὸ τανύσσαι ἀπαρέμφατον διὰ τὸ βαλέειν . . Ο . ἂψ ἀπολυσάμενος βαλέειν εἰς οἴνοπα | ||
| κε μὴ ἔλθῃσιν ἄναξ τεὸς ὡς ἀγορεύω , δμῶας ἐπισσεύας βαλέειν μεγάλης κατὰ πέτρης , ὄφρα καὶ ἄλλος πτωχὸς ἀλεύεται |
| ! ! ! ! ! ﹙ ! ﹚ στείβοισα ] ποδ [ ! ! ! ! ! ! ] α | ||
| ἀκριβολογίαν ποιησόμεθα . † παντὸς μέτρου καὶ τοῦ ὀνομαζομένου κανὼν ποδ . ἐπιπέδου λιθικοῦ πήχ . , ἐφ ' ᾧ |
| πλησίον τοῦ πατρός . πάρευνον ] συγκάτοικον . πάρευνον ] συγκοιμώμενον . πάρευνον ] οἰκεῖον . πάρευνον ] + σύνοικον | ||
| αἷμα . Ὠφελεῖ δὲ τοὺς τοιούτους πάντας καὶ παιδίον εὔσαρκον συγκοιμώμενον , ὡς ψαύειν ἀεὶ τῶν καθ ' ὑπογάστριον : |
| ἐνίκησαν Κορκυραῖοι παρὰ πολύ . . τὸν θεόν : Τὸν Πλοῦτόν φησι . . ἔρημον : Ἔρημος κυρίως ἡ μονωθεῖσα | ||
| τυφλὸς δ ' οὐκ αὐτὸς ὁ Πλοῦτος : τυφλὸν τὸν Πλοῦτόν φασιν , ἐπειδὴ τοὺς πλουτοῦντας ὁρῶμεν πηροῦσθαι τὴν διάνοιαν |
| βαλλέτω ὡς ἐθέλει : πάλιν Ἄρτεμις ἄμμιν ἀρήγει . οὐ φεύγεις τὸν Ἔρωτα , τὸν οὐ φύγε παρθένος ἄλλη . | ||
| δὴ σοί , ὦ Εὐθύφρων , τίς ἡ δίκη ; φεύγεις αὐτὴν ἢ διώκεις ; Διώκω . Τίνα ; Ὃν |
| προσδοκῶς ' ἐγρηγόρη τὴν νύκτα πᾶσαν . ἀλλὰ φέρε τὴν γείτονα τήνδ ' ἐκκαλέσωμαι θρυγανῶσα τὴν θύραν . δεῖ γὰρ | ||
| φυτεύειν οἶκον τ ' εὖ θέσθαι : ζηλοῖ δέ τε γείτονα γείτων εἰς ἄφενος σπεύδοντ ' : ἀγαθὴ δ ' |
| μένω μετ ' αὐτοῦ . “ καὶ εἰσελθοῦσα εἰς τὸν κοιτῶνα ἐπένθει . Τοῦ δὲ πότου προκόπτοντος ζητήματα πρὸς ἀλλήλους | ||
| . ἀπὸ δὲ τοῦ πότου αὐτὸν μὲν ἀπαλλάττεσθαι ἐθέλειν ἐπὶ κοιτῶνα εἰσὶν οἳ ἀνέγραψαν : Μήδιον δὲ αὐτῷ ἐντυχόντα , |
| ] περαίνοις [ ] ν ἀπὸ ? καὶ πατρός : ὑμ [ ν - ] ! ! ! ! ! | ||
| ] γαῖα ? κ [ [ ] ήγεθ ? ' ὑμ ? [ [ ] ονιασς ? [ [ ] |
| ἐπὶ παντί τῳ χρείας ἱσταμένῳ : πῶς ποτε , πῶς δύσμορος ἀντέχει ; Ὦ παλάμαι θνητῶν , ὦ δύστανα γένη | ||
| Πολλάκις Ἡράκλειτον ἐθαύμασα , πῶς ποτε τὸ ζῆν ὧδε διαντλήσας δύσμορος εἶτ ' ἔθανεν : σῶμα γὰρ ἀρδεύουσα κακὴ νόσος |
| – [ λοχαγέτ ] [ – [ ] ! ν ἅζεται φρε ? [ – [ ] τον ἐν βραχεῖ˘ | ||
| πόνῳ [ ] ε ? [ ] η θανὼν ? ἅζεται κατ [ οὐδαμῶς ] ? ἔχοιμ ' ἂν εἰπεῖν |
| ἐξείλετο θεσμὸν μέγαν . ” θέσπιν θεῖον : “ θέσπιν ἀοιδόν . ” θεσπιδαές θείως δαιόμενον , ὅπερ ἐστὶ καιόμενον | ||
| μαθημάτων αὐτοῦ , ἔφη : Πυθαγόρην πολέμων τε διάκτορον ἐσθλὸν ἀοιδόν . εἶτα μετ ' ὀλίγας ἡμέρας τοῦ παιδὸς ἀποθανόντος |
| ταχὺ τὸν εὐτυχῆ μετέβαλεν δαίμων , ταχὺ δὲ πρὸς πατρὸς τέκν ' ἐκπνεύσεται . ἰώ μοι μέλεος . ἰὼ Ζεῦ | ||
| τε σαοῖ , καὶ πότμον ἐπισπεῖ εὖτε δόλοις νήχοντα κακοφθόρα τέκν ' ἁλιήων οἰωνὸν χραίνωσιν , ὁ δ ' ἐς |
| : οὐ γὰρ ἐῴκει ἄμβροτον ἰὸν ὀλέσθαι ἀπ ' ἀθανάτοιο μολόντα . Δεξάμενος δ ' ὅ γε κραιπνὸς ἀφίκετο μακρὸν | ||
| Παιὰν δὲ μήποτε λείποι . ἀλλά ] μιν ποταμῷ σχεδὸν μολόντα φύρσει βαιοῖς σὺν ἔντεσιν ποτὶ πολὺν στρατόν : ἐν |
| τοὺς θεοὺς πάντας καὶ πάσας , ὅσοι τὴν χώ - ραν ἔχουσι τὴν Ἀττικήν , καὶ τὸν Ἀπόλλω τὸν Πύθιον | ||
| . . . [ ] σιν ? [ [ ] ραν ? [ [ ] ος : ᾱ [ [ |
| : Ζεὺς τάδ ' εἰδείη μέγας , ὡς οὐχ ἑκοῦσα τῶιδ ' ἐκοινώθην λέχει . ἀλλ ' οὔ σφε πείθω | ||
| ἔλουσα νεκρὸν κἀπένιψα τραύματα . ἀλλ ' εἶμ ' ὀρυκτὸν τῶιδ ' ἀναρρήξων τάφον , ὡς σύντομ ' ἡμῖν τἀπ |
| τοιαύτης δέομαι μαντικῆς , ᾗ πεισθεὶς βιώσομαι ἀσφαλῶς . Ποῖ πέμπεις τὸ τῶν ἀνθρώπων γένος ; τίνας ὁδούς ; ἐπὶ | ||
| προσπόλους φέρειν τάδε . τί δ ' οὐχὶ θυγατρὸς Ἑρμιόνης πέμπεις δέμας ; ἐς ὄχλον ἕρπειν παρθένοισιν οὐ καλόν . |
| τούτων δὲ ὁ σίδηρος εὕρηταικαιρὸν ἂν ἔχοι καὶ τοῦτον πόντιον ξεῖνον καλεῖσθαι . θ ξεῖνος ] φίλος . συθεὶς ] | ||
| . ἶσον δ ' ὅς θ ' ἱκέτην ὅς τε ξεῖνον κακὸν ἔρξῃ : ἶσον κακόν ἐστιν ὅστις τὸν αἰτοῦντα |
| ὦ ἄνδρες δικασταὶ ? ? τῷ τε πατρὶ [ τῶι ἐμῶι καὶ τοῖς ἄλλοις ἐπιτηδείοις ] ἔλεγεν [ , ὡς | ||
| ' ἄλλον ἄνδρα σωφρονέστερον ὄψεσθε , κεἰ μὴ ταῦτ ' ἐμῶι δοκεῖ πατρί . ἦ μέγα μοι τὰ θεῶν μελεδήμαθ |
| ? ? ἀετῶι ἐν [ τῆι ] θαλάσ - [ σηι γέγονεν ] ? λεγετε ? [ ! ! ! | ||
| * οιγεγρα * * / * * * / * σηι ? ? * / * εσ ? ? * |
| δόλιον ] κακόν : εἰς οἶστρον γάρ με φανεὶς ἐπαίρει κατθανόντα ] ἀποθανόντα κεύθει ] κρύπτει , ἀλλ ' ὡς | ||
| . δεινοὶ γὰρ ἀνδρὶ πάντες ἐσμὲν εὐκλεεῖ ζῶντι φθονῆσαι , κατθανόντα δ ' αἰνέσαι . ὦ Ζεῦ πολυτίμητ ' , |
| ἐν τῇ γενικῇ , οἷον . . ὁρᾷς τὸν Ἀκταίωνος ἄθλιον μόρον : παρώνυμόν ἐστι καὶ οὐκ ἀπὸ τῶν εἰς | ||
| καὶ ταλαιπωρίας . Ἔτι δὲ οὐδὲ δείλαιον γῆρας , ἤγουν ἄθλιον , ἐπῆν αὐτοῖς : ἀεὶ δὲ κατὰ τοὺς πόδας |
| ὡς ἔχω , τὸν ἄθλιον ; ὁρῶ : κατ ' ὄσσων δ ' οὐ θέμις βαλεῖν δάκρυ . οὐκ ἔστι | ||
| Ἠρικεπαῖον , ἄρρητον , κρύφιον ῥοιζήτορα , παμφαὲς ἔρνος , ὄσσων ὃς σκοτόεσσαν ἀπημαύρωσας ὁμίχλην πάντη δινηθεὶς πτερύγων ῥιπαῖς κατὰ |
| νικήσαντα ἐν τῇ τέχνῃ αὐτοῦ , ἤτοι τῇ αὐλητικῇ , νὶν καὶ αὐτὴν τὴν ἑλλάδα : ἥντινα τέχνην ἐφεῦρεν ἡ | ||
| νὶν καὶ τὸ γένειον ὅλον καὶ μέρος . τὸ μὲν νὶν ὅλον , τὸ δὲ γένειον μέρος : ὥσπερ ἐστὶ |
| Διὸς ἁδυεπὲς φάτι , τίς ποτε τᾶς πολυχρύσου Πυθῶνος ἀγλαὰς ἔβας Θήβας ; Ἐκτέταμαι φοβερὰν φρένα , δείματι πάλλων , | ||
| γυναικῶν [ ] ηρι φίλων ἦλθες , ἰὼ τάλαινα , ἔβας ἵνα τ ? [ ! αλταλιμενας ? ? [ |
| . Ἀλθαία δὲ λυπηθεῖσα ἐπὶ τῇ τῶν ἀδελφῶν ἀπωλείᾳ τὸν δαλὸν ἧψε , καὶ ὁ Μελέαγρος ἐξαίφνης ἀπέθανεν . οἱ | ||
| ἅλις ἐλᾳδίῳ διεὶς ἐσπαργάνωσα περιπάσας ὀρίγανον ἐνέκρυψά θ ' ὥσπερ δαλὸν εἰς πολλὴν τέφραν . ἀφύαν θ ' ἅμ ' |
| ἄνδρα αὐλὸν ἔχοντα , ὃς διὰ τοῦ στόματος τὸν αὐλὸν ἰθύνων ὀξὺν καὶ ἀπηνῆ φθόγγον προΐηται . οὕτως ἔμαθον οἱ | ||
| ἐκείνην τὴν ἐκτροπὴν κλίνει τῶν ὤτων τὸ ἕτερον , οἷον ἰθύνων ἑαυτῷ διὰ τούτου τὸν δρόμον . οὐ μὴν ἀναλίσκει |
| μέγαν μὴ παρφάμεν , ἀλλὰ Κˈρόνου σὺν παιδὶ νεῦσαι , φαεννὸν ἐς αἰθέρα μιν πεμφθεῖσαν ἑᾷ κεφαλᾷ ἐξοπίσω γέρας ἔσσεσθαι | ||
| ἦτορ , μηκέτ ' ἀελίου σκόπει ἄλλο θαλπνότερον ἐν ἁμέρᾳ φαεννὸν ἄστρον ἐρήμας δι ' αἰθέρος , μηδ ' Ὀλυμπίας |
| , ἀλλὰ χαἰ σοφαὶ γνῶμαι , Φιλοκτῆτ ' , ἐμποδίζονται θαμά . Φέρ ' εἰπὲ πρὸς θεῶν , ποῦ γὰρ | ||
| θειλόπεδον , οὖρος θοῦρος , κιδνάς σκιδνάς , ἅμα , θαμά , [ ὅρος θόρος ] , καὶ τὰ τοιαῦτα |
| χαμαίμηλον , καὶ μετὰ ταῦτα πάλιν εἰς τὸ πῦρ ἐπιθεὶς ἀνακίνει , ἕως ἂν καλῶς μιχθῇ , ἑνωθέντων δ ' | ||
| ἔμπασσε εἰς αὐτὸν τὴν σανδαράκην καὶ τὴν σάνδυκα λεῖα καὶ ἀνακίνει , ἕως ἂν καλῶς ἀναμιχθῇ , μετὰ ταῦτα δ |
| ' εἰς νόσον τὸν ἔχονθ ' ἑαυτὴν ἐθεράπευσεν ἐπιμελῶς , ἀτυχοῦντι συμπαρέμεινεν , ἀποθανόντα τε ἔθαψε , περιέστειλεν οἰκείως . | ||
| τιμωρεῖσθαι , τὸν δὲ ἀφειμένον ταύτης ἐμὲ ἴσως οὐ καλὸν ἀτυχοῦντι συνεπιθέσθαι φίλῳ . πάλαι δὲ ἀτυχεῖν ἤρξατο Διονύσιος , |
| εἰσορᾶις ἥκοντα σόν . σύ τ ' αὖ πρόσωπον πρὸς κασίγνητον στρέφε , Πολύνεικες : ἐς γὰρ ταὐτὸν ὄμμασιν βλέπων | ||
| ' ἐπόρουσε Κόωνι ἔχων ἀνεμοτρεφὲς ἔγχος . ἤτοι ὃ Ἰφιδάμαντα κασίγνητον καὶ ὄπατρον ἕλκε ποδὸς μεμαώς , καὶ ἀΰτει πάντας |
| μὴ δοκεῖν ὁρᾶν ; πόσους δὲ παισὶ πατέρας ἡμαρτηκόσιν συνεκκομίζειν Κύπριν ; ἐν σοφοῖσι γὰρ τόδ ' ἐστὶ θνητῶν , | ||
| τὸν Ἔρωτ ' ὔμμιν ἐφοπλίσομαι . “ αἱ Μοῦσαι ποτὶ Κύπριν : ” Ἄρει τὰ στωμύλα ταῦτα : ἡμῖν οὐ |
| κακόν : ἀλλά που οὕτω μέλλει δὴ φίλον εἶναι ὑπερμενέϊ Κρονίωνι νωνύμνους ἀπολέσθαι ἀπ ' Ἄργεος ἐνθάδ ' Ἀχαιούς . | ||
| κρατερόν τε , βίην Ἡρακληείην , τὸν μὲν ὑποδμηθεῖσα κελαινεφέι Κρονίωνι , αὐτὰρ Ἰφικλῆα δορυσσόῳ Ἀμφιτρύωνι : κεκριμένην γενεήν , |
| κἠμέρην πῖνε ? [ ] . ὄσην δὲ καὶ τὴν γλάσσαν , οὖτος , ἔσχηκας . Κύδιλλα , κοῦ ' | ||
| Λαμπρίσκε , τὰς φίλας Μούσας . ὄσσην δὲ καὶ τὴν γλάσσαν , οὖτος , ἔσχηκας : πρός σοι βαλέω τὸν |
| ἐν νηυσὶ γλαφυρῇσι φίλην ἐς πατρίδα γαῖαν . Ἠΰτε πῦρ ἀΐδηλον ἐπιφλέγει ἄσπετον ὕλην οὔρεος ἐν κορυφῇς , ἕκαθεν δέ | ||
| φασι γένος φράσσασθαι ὀνίσκου , ἀλλ ' ἔτι τοῦτ ' ἀΐδηλον ἐν ἀνθρώποισι τέτυκται . Εὖτ ' ἂν δ ' |
| σε ἀπὸ τῆς ἀδικίας , καὶ γενέσθαι αὐτῷ υἱὸν καὶ θεράποντα καὶ λειτουργὸν τοῦ προσώπου αὐτοῦ . Φῶς γνώσεως φωτεινὸν | ||
| ἐϋστεφάνου . * κρύπτω τὸν θεὸν ἄνδρα Λίνον , Μουσῶν θεράποντα τὸν πολυθρήνητον Λίνον Αἴλινον ἥδε πατρῴα Φοιβείοις βέλεσιν γῆ |
| . Εἶδαρ : βρῶμα . δήμητρι : ἄρτῳ . Πηκτοῖσι δώροισι : τυρῷ , τυροῖς , τῷ πεπηγμένῳ τυρῷ . | ||
| , τῶν τε θυραίων τῶν τ ' ἀγοραίων , βωμοὶ δώροισι φλέγονται : ἄλλη δ ' ἄλλοθεν οὐρανομήκης λαμπὰς ἀνίσχει |
| ἀνακρούων : ἀνασείων . γενύεσσι : στόμασιν . Ἀσχαλόωντα : λυπούμενον . ἀσπαίροντα : ψυχοῤῥαγοῦντα . Ἐνίπαπε : ἐνέπληξεν , | ||
| καὶ συνεχοῦς ἡμέραις τε καὶ νυξίν , ὁρῶν ἐπὶ τούτοις λυπούμενον βασιλέα ” μὴ λυποῦ “ φησίν , ” ὦ |
| ἀναμιχθῇ , μετὰ ταῦτα δ ' ἐμβαλὼν εἰς ὅλμον τὸ ξέσμα κόπτε εὖ μάλα , ὡς ἀναμιχθῆναι μετὰ τοῦ κηροῦ | ||
| ἤδη μέντοι καὶ κέρας ἐλάφου τις ξέσας , εἶτα τὸ ξέσμα εἰς πῦρ ἐνέβαλε , καὶ ὁ καπνὸς ἀνιῶν διώκει |
| ἔντερον ἔλλερον . τὸ μέντοι πτερόν δισύλλαβον , καὶ τὸ σαυρόν ἀττικῶς . Τὰ εἰς ΡΟΝ παραλήγοντα Ο ὀξύνεται : | ||
| ἔντερον ἔλλερον . τὸ μέντοι πτερόν δισύλλαβον , καὶ τὸ σαυρόν ἀττικῶς . Τὰ εἰς ΡΟΝ παραλήγοντα Ο ὀξύνεται : |
| παρεγίνετο δαιτί : “ κοῦροι , ἐπεὶ δὴ πάντες ἐτέρφθητε φρέν ' ἀέθλοις , ἔρχεσθε πρὸς δώμαθ ' , ἵν | ||
| σε μεῖζον ὀνομάσας τύχω ; μὴ ' νταῦθα τρέψηις σὴν φρέν ' , ἀλλ ' ἄκουέ μου : σαφῶς δ |
| : ὅτε γὰρ πλεῖν μέλλουσιν , ἀνάγουσι τὰς ἀγκύρας . ἁνίκ ' ἄγκυραν : τὸν Τρίτωνά φησιν αὐτοῖς συντετυχηκέναι ἀναγομένοις | ||
| δ ' ἐπί οἱ Κρονίων Ζεὺς πατὴρ ἔκˈλαγξε βροντάν , ἁνίκ ' ἄγκυραν ποτὶ χαλκόγενυν ναῒ κριμνάντων ἐπέτοσσε , θοᾶς |
| λόγους πικρῶς φέρουσι τῶν ἐλασσόνων ὕπο : ὅμως δ ' ἐμαυτὴν οὐ προδοῦς ' ἁλώσομαι . εἴπ ' , ὦ | ||
| δὲ ἔφη ‚ τό τε ἀπόρρητον ἐκφαίνουσα ἥκω καὶ παύσουσα ἐμαυτὴν ἱερωμένην ‚ . ταῦτα δὲ ἔλεγεν , ὅτι ἦν |
| , σκότος γὰρ γίγνεται , καὶ τὸν λυχνοῦχον ἔκφερ ' ἐνθεὶς τὸν λύχνον Κἀναψηφίσασθ ' ἀποδοῦναι πάλιν τὰ χρυσία . | ||
| μηδὲν προσενεγκὼν ἥδυσμ ' , ἀλλ ' ἐς ὕδωρ μόνον ἐνθεὶς καὶ θαμὰ κινῶν ὕσσωπον παράθες τρίψας , κἂν ἄλλο |
| ὑπομιμνῄσκει αὐτὸν παλαιᾶς πράξεως ⌈ τόλμαν [ τόλμην ] . ἵεις ] ἔπεμψας . ὅτε Νάξος ἑάλω : τὴν Νάξον | ||
| τοῦ ὦ καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν ἱῶ , ὁ παρατατικὸς ἵουν ἵεις ἵει καὶ ἐν συνθέσει ἀφίει , . . . |
| πὰν φόρτιον [ ] δ ! ! [ δ ' ὄττι μάλιστασάλ [ καὶ κύματι πλάγεισαν [ ὄμβρωι μάχεσθαι ! | ||
| δε [ καὶ ] σὺ τοῦτ ' , ἀλλ ' ὄττι τάχιστα [ παρθένοις ] ? [ ] ἄππεμπε [ |
| ] ! ν ] ] ] ] ! ν ] ηι [ κακη [ γραψ [ δετη ? [ δεϲφ | ||
| [ ] [ ! ] ας ? ! ! ! ηι [ ] υχ [ ] [ ] ! θ |
| ἔτι λαμπρότερον Πρὸς Ὀλυμπίου Διός σε χρυσέα κλυτόμαντι Πυθοῖ λίσσομαι Χαρίτεσσί τε καὶ σὺν Ἀφροδίτᾳ ἐν ζαθέῳ με δέξαι χώρῳ | ||
| [ χέων ῥαθάμιγγα [ ] ? ? πλ ? [ Χαρίτεσσί μοι ἄγχι θ [ γλυκὺν κατ ' αὐλὸν αἰθερ |
| μεν ? νέφος [ ] πορσύνεται [ ] ! αι θέρευς [ ] ! ν κα ! [ † ἐπ | ||
| , κυλινδομένου περὶ κύκλον χειμῶνος κρυεροῖο καὶ εἴαρος ἀνθεμόεντος ἠδὲ θέρευς ἐρατοῖο πολυσταφύλοιό τ ' ὀπώρης . Αἳ δ ' |
| , τοῦτο καὶ ἀνύει . τοῦτο δὲ γνωμολογεῖ διὰ τὸν Ἰξίονα , ἐπεὶ ὁ Ζεὺς τὴν νεφέλην τῇ Ἥρᾳ ἴσχυσεν | ||
| ἐγών , εἰ καί περ ἐς Ἄιδα ναυτίλληται λυσόμενος χαλκέων Ἰξίονα νειόθι δεσμῶν , ῥύσομαι ὅσσον ἐμοῖσιν ἐνὶ σθένος ἔπλετο |
| ἐστι σκεῦός τι ἐν κύκλῳ ἔχον κέρατα , ἔνδον δὲ λύχνον ἡμμένον , διὰ τῶν κεράτων τὸ φῶς πέμποντα . | ||
| τούτους λέγεις ; Προσκάλει μοι , ὦ Ἑρμῆ , τὸν λύχνον αὐτοῦ καὶ τὴν κλίνην : μαρτυρήσουσι γὰρ αὐτοὶ παρελθόντες |
| τε κοίτας καὶ πυρὸς φλέξον μένος , κρατῆρά τ ' αἴρου καὶ τὸν ἥδιστον κέρα . Οὔτ ' ἀλφίτοισι χαίρομεν | ||
| : οἱ δὲ διῄρουν . Κατάβαλλε τἀκάτια , καὶ κυλίκια αἴρου τὰ μείζω , κεὐθὺ τοῦ καρχησίου ἄνελκε τὴν γραῦν |
| † δύστλητον † Ἐτεοκλῆς ἄναξ ἤκουσε μητρός , κἀπιθεὶς ὑγρὰν χέρα φωνὴν μὲν οὐκ ἀφῆκεν , ὀμμάτων δ ' ἄπο | ||
| ] ! ιπργον [ ! ! ! ! ! ] χέρα [ ] οῦν ἐνδίκως ? κικλήσκεται ? [ ] |
| μεστὸς δ ' ἀνεκείμην . ὡς δὲ ἴδον ξανθόν , γλυκερόν , μέγαν ἔγκυκλον , ἄνδρες , Δήμητρος παῖδ ' | ||
| μεστὸς δ ' ἀνεκείμην . ὡς δὲ ἴδον ξανθόν , γλυκερόν , μέγαν , εὔκυκλον , ἁβρὸν Δήμητρος παῖδ ' |
| οὐδέ οἱ ἀθλητῆρι κονισσαμένῳ ἐν ἀγῶνι ἀντιβίην τινὰ θυμὸς ἐφορμήσει μενεαίνειν , οὐδ ' εἰ χάλκεα γυῖα καὶ ἄγναμπτον σθένος | ||
| ζαφελῶς : ὁ μὲν Ἀπίων μεγαλοκότως . ἐπιφέρει δὲ τὸ μενεαίνειν , δι ' οὗ σημαίνει τὸ ἐγκοτεῖν : ὅθεν |
| εὐσεβῶς διεπράξατο φονεύσας αὐτήν , ἔφη τὸ ἔθυσα : τὸν Αἴγισθον μὲν ἔκτεινα , ἐπὶ τούτῳ δὲ τὴν μητέρα ἔθυσα | ||
| πρὸς ἄνδρα νήπιον . στένω ] εὐγνωμόνως ἐλεοῦσι τοὺς περὶ Αἴγισθον . ἐπήκρισεν ] ἐπ ' ἄκρον ἦλθεν . διπλοῦς |
| κόρον ἀδυνατοῦντες φέρειν ἐξυβρίζουσι . χρὴ δὲ ὥσπερ αἰπόλον ἢ βουκόλον ἢ ποιμένα ἢ κοινῶς νομέα τὸν ἡμέτερον ἄρχειν νοῦν | ||
| , ὃς ὀρχάτου ἐγγύθι κεῖται : ἔνθα δὲ Τηλέμαχον καὶ βουκόλον ἠδὲ συβώτην προὔπεμψ ' , ὡς ἂν δεῖπνον ἐφοπλίσσωσι |
| : τὸν λιθοβόλον . Λυκόφρων : λευστῆρα πρῶτος οὕνεκεν ῥίψας πέτρον . Λευρόν : τὸ λεῖον καὶ πλατύ : ἀπὸ | ||
| ὡς ἀνδριὰς ὁ Διομήδης ; ἐκβαλὼν ἀπὸ τοῦ πλοίουαὐτοῦ δηλονότιτὸν πέτρον καὶ τὸν λίθον τὸν ἑρματίτην καὶ ἐξισωτὴν τοῦ πλοίου |
| ] ? ? ἀδικεῖς . καὶ οὐκ ἔχομεν ? ? γενέτην ἀγριώτατον : ἥμερα φρονεῖ . καὶ καλός ἐστιν ἔφηβος | ||
| ἡ δὲ Σελήνη τῆς μητρός . . . . καὶ γενέτην ὀλέκουσι παροίτερον ἠὲ τεκοῦσαν . ταῦτα μὲν ὁ Δωρόθεος |
| : ὀλοὴ γὰρ ἐπ ' αὐτῷ μοῖρα τέτυκται . μηδὲ δόμον ποιῶν ἀνεπίξεστον καταλείπειν , μή τοι ἐφεζομένη κρώξῃ λακέρυζα | ||
| . σὰ δ ' ἔριςοὐκ ἔρις ἀλλὰ φόνωι φόνος Οἰδιπόδα δόμον ὤλεσε κρανθεῖς ' αἵματι δεινῶι , αἵματι λυγρῶι . |
| δ ' αὖτ ' ἀναφαίνεται αἰπὺς ὄλεθρος . ἀλλ ' ἄγ ' ἀριστῆας Δαναῶν κάλει , ἤν τις ἀκούσῃ . | ||
| κατηγορήσειν , ἤν τις εἰσάγῃ γραφήν . ἴθι νυν , ἄγ ' αὐτὼ δεῦρο . ταῦτα χρὴ ποιεῖν . τουτὶ |
| ' ἔθεντο , αἰδοῦνται δ ' ἱκέτας Διός , ποίμναν τάνδ ' ἀμέγαρτον : οὐδὲ μετ ' ἀρσένων ψῆφον ἔθεντ | ||
| ' ἀσεβεῖ θανάτῳ βίον ἐκπνέων , ὤμοι μοι , κοίταν τάνδ ' ἀνελεύθερον δολίῳ μόρῳ δαμεὶς δάμαρτος ἐκ χερὸς ἀμφιτόμῳ |
| εἰς ΙΣ βαρύτονα καὶ ἐν τῇ συνθέσει βαρύνονται : μῆτις πολύμητις , ἴδρις ἄϊδρις , πόλις φιλόπολις , χάρις εὔχαρις | ||
| ἐέλδεται ἔμμεναι υἷα . ” τὴν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς : “ ναὶ δὴ ταῦτά γε πάντα , |
| δέ μιν βαρέουσαν : ὣς ἄρ ' ὑπ ' ἀτλήτῳ βεβαρημένον ἄλγεϊ φῶτα θαρσαλέοι ἥρωες ἐπικλινθέντα φέρεσκον Ἀργείων ἐς ὅμιλον | ||
| . νουσαχθέα : ἄῤῥωστον , ἀχθόμενον ὑπὸ τῆς νόσου , βεβαρημένον τῇ νόσῳ . κομίζων : ἐπιμελούμενος , ἐπιμελείας ἀξιῶν |
| , σεμνὸν θάλος Ἀλκαϊδᾶν , πατρί ἑορτάν τε κτίσῃ πλειστόμβροτον τεθˈμόν τε μέγιστον ἀέθˈλων , Ζηνὸς ἐπ ' ἀκˈροτάτῳ βωμῷ | ||
| ] σὺν πατˈρὶ Μναμοσύνᾳ [ ] τε τοῦτον ἔσχετε [ τεθˈμόν ] , κλῦτε νῦν : ἔραται [ ] δέ |
| ? ? τοῦτο κἀξεπίϲταμαι ? ? ? ? ? ? φρενὶ ? ? ] ! οορφανιμαλιϲνιων ? ! ! ! | ||
| δέ τ ' ἀκούει . ἀλλ ' ἀπάνευθε πόνοιο νόου φρενὶ πάντα κραδαίνει . αἰεὶ δ ' ἐν ταὐτῶι μίμνει |
| : ἀντὶ τοῦ ἐν Ἀθήναις : μὰ τοὺς παρ ' Ἅιδη νερτέρους : τοὺς καταχθονίους θεοὺς ἀλάστορας . ἀλάστορας δὲ | ||
| ! ! ! ! [ ἐς αἰθέρ ' ἐλθω [ Ἅιδη μ ' ὁδευυ ? ! [ ! ! ] |
| ἐν πτερόεντι τˈροχῷ παντᾷ κυλινδόμενον : τὸν εὐεργέταν ἀγαναῖς ἀμοιβαῖς ἐποιχομένους τίνεσθαι . ἔμαθε δὲ σαφές . εὐμενέσσι γὰρ παρὰ | ||
| * Αὕτη ἡ αἰτιατική , τὸ εὐεργέταν , πρὸς τὸ ἐποιχομένους συντάσσεται , οὕτως : Ἐπὶ τὸν εὐεργέτην οἰχομένους καὶ |
| μὲν ὡς φίλος , τοῦτο δὲ ὡς ἄρχων Τύρου . πέμπε δὴ πρὸς αὐτὸν ἐπιστολὴν ὑπὲρ τοῦ δόντος σοι τὴν | ||
| . ὅταν οὖν τὰ αὑτοῦ μετὰ σοῦ θῆται καλῶς , πέμπε ἡμῖν αὐτὸν γέμοντα τῶν παρ ' ἡμέραν σοὶ πραττομένων |
| ἰδίαις : * * ἐπὶ ταῖς σαῖς : δέον εἰπεῖν τεᾶς πρὸς τὸ χειρός , τεαῖς εἶπε πρὸς τὸ ἐργασίαις | ||
| ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως . ἴσθι νῦν , Ἀρχεστράτου παῖ , τεᾶς , Ἁγησίδαμε , πυγˈμαχίας ἕνεκεν κόσμον ἐπὶ στεφάνῳ χρυσέας |
| ἐν κνίδαισι καθεύδοις : εἴης δ ' Ἠδωνῶν μὲν ἐν ὤρεσι χείματι μέσσῳ Ἕβρον πὰρ ποταμὸν τετραμμένος ἐγγύθεν Ἄρκτω , | ||
| τὸν Ἄδωνιν : ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες . κεῖται καλὸς Ἄδωνις ἐν ὤρεσι μηρὸν ὀδόντι , λευκῷ λευκὸν ὀδόντι τυπείς , καὶ |
| α . . . . Αἰηνές : τὸ δεινὸν καὶ πολύστονον : Ἀρχίλοχος : προύθηκε παισὶ δεῖπνον αἰηνὲς φέρων . | ||
| κάλυμμα Νηρηΐδες . Τῶ σε , πολέμαρχε Κνωσίων , κέλομαι πολύστονον ἐρύκεν ὕβριν : οὐ γὰρ ἂν θέλοιμ ' ἀμβρότοι |
| ἑκόντες , ἕως αὐτῶν τοῦτ ' ἐν ταῖς ψυχαῖς τὸ δύστηνον ἐνοικεῖ πάθος : οἵ γε τελευτῶντες ὑπὸ τυράννῳ ποιήσασθαι | ||
| τέλος δέ οἱ ἔπλετ ' ὄλεθρος . ὃς καὶ τὸν δύστηνον ὑπήγαγε κόσσυφον ἄτῃ δμηθῆναι , χαλεπῆς δὲ γάμων ἤντησεν |
| ὀνείδειον φάτο μῦθον : ἀθετεῖται ὅτι περισσός . τὸν δὲ κασιγνήτη μάλα νείκεσε πότνια θηρῶν . τίς δὲ κυνηγετικὴ θεὸς | ||
| μ ' εἴργειν μέτα . Οἴμοι : φρόνησον , ὦ κασιγνήτη , πατὴρ ὡς νῷν ἀπεχθὴς δυσκλεής τ ' ἀπώλετο |
| μαι [ ] ! [ ] δαιμον δ [ ] οσε ? ? ] ευφρα ? [ ] καμ ? | ||
| ! ! ! [ [ ! ! ! ] ! οσε ? ? ? ! [ ! ] ! [ |
| Ἑστία , δίδου δ ' ἀμοιβὰς ἐξ ὁσίων πολὺν ἡμᾶς ὄλβον ἔχοντας ἀεὶ λιπαρόθρονον ἀμφὶ σὰν θυμέλαν χορεύειν . [ | ||
| ὁ ἐφέρ - πων , τουτέστιν ὁ ἐπερχόμενος , τὸν ὄλβον , ἤτοι τὴν εὐδαιμονίαν αὐτοῦ , δηλονότι τοῦ Ἱέρωνος |
| κἄπειτα σφάξας αὐτὸν τὸ μέρος μὲν ἐκεῖνο τὸν μηρὸν ἀποτεμὼν κόμιζε δεῦρο καὶ κατασκευάσας τῷ δεσπότῃ ἀπόδος καὶ τὸ ἄλλο | ||
| φησὶν ὁ Τηλέμαχος πρὸς τὴν Πηνελόπην , τὰ σαυτῆς ἔργα κόμιζε . ἀφ ' οὗ γίνεται τὸ κομιδή , ἡ |
| ' εἰδώλοιο φέρηται εὐδερκὴς κερόεσσα Σεληναίη κλυτόπωλος , ἔμπλην ἀργαλέων ὀδυνάων ὀξειάων , αἵτε κάρηνον ἔχουσιν ὀιζυροῖο βροτοῖο : αἵδε | ||
| ἐπιμάσσεται ἠδ ' ἐπιθήσει φάρμαχ ' ἅ κεν παύσῃσι μελαινάων ὀδυνάων . Ἦ καὶ Ταλθύβιον θεῖον κήρυκα προσηύδα : Ταλθύβι |
| μεγάλων ποινὰν λαχόντ ' ἐξαίρετον ὀλβίοις ἐν δώμασι , δεξάμενον θαλερὰν Ἥβαν ἄκοιτιν καὶ γάμον δαίσαντα πὰρ Δὶ Κρονίδᾳ , | ||
| ] ες εὐερισταει [ ! ! ! ! ! ] θαλερὰν φρένα ἐδρέψατο [ ] δρυσων ? ! ! [ |
| θεῷ δὲ δυνατὸν μελαίνας ἐκ νυκτὸς ἀμίαντον ὄρσαι φάος , κελαινεφέϊ δὲ σκότει καλύψαι σέλας καθαρόν ἁμέρας γλυκὺ δὲ πόλεμος | ||
| ἀνίπτοισιν Διὶ λείβειν αἴθοπα οἶνον ἅζομαι : οὐδέ πῃ ἔστι κελαινεφέϊ Κρονίωνι αἵματι καὶ λύθρῳ πεπαλαγμένον εὐχετάασθαι . ἀλλὰ σὺ |
| λέγων , ὅτι οἱ νικῶντες βασκαίνονται . πρὸς γὰρ τὸν ἔχονθ ' ὁ φθόνος ἕρπει , φησὶ Σοφοκλῆς . τὸ | ||
| ' ἔχοντα μυρίαν που τυγχάνει , καὶ πολλὰ ἕτερα οὕτως ἔχονθ ' εὑρήσομεν . ὥστε τούτῳ γε τῷ λόγῳ μὴ |
| ὑμῶν κρίσις ἡ λέγουσά μοι εὔξασθαι θεοῖς καὶ Δαρείῳ . πέλανον : πεπεμμένον πλακοῦντα . ἐπίσταμαι μέν ] οἶδα μὲν | ||
| σελήνας πελάνους εἴρηκεν Εὐριπίδης : καί μοι , πολὺν γὰρ πέλανον ἐκπέμπεις δόμων , φράσον σελήνας τάσδε πυρίνου χλόης . |
| ἤμβροτες , οὐδ ' ἄρα πώ τι θεοῖς ἐπιείκελ ' Ἀχιλλεῦ ἐκ Διὸς ἠείδης τὸν ἐμὸν μόρον , ἦ τοι | ||
| ἀμφιπένονται ἕλκε ' ἀκειόμενοι : σὺ δ ' ἀμήχανος ἔπλευ Ἀχιλλεῦ . μὴ ἐμέ γ ' οὖν οὗτός γε λάβοι |
| , παῖδες : ἐλθόντ ' εἰς νόσον τὸν ἔχοντα ταύτην ἐθεράπευσεν ἐπιμελῶς , ἀτυχοῦντι συμπαρέμεινεν , ἀποθανόντα τε ἔθαψε , | ||
| ἄλλοις κακοῖς πιεσθέντας εὐμένεια καὶ συνήθεια καὶ δεξιότης φίλων πολλάκις ἐθεράπευσεν , οὕτως οὐ πολλάκις ἀλλ ' ἀεὶ τὸ βαρύτατον |