πλησίον τοῦ πατρός . πάρευνον ] συγκάτοικον . πάρευνον ] συγκοιμώμενον . πάρευνον ] οἰκεῖον . πάρευνον ] + σύνοικον | ||
αἷμα . Ὠφελεῖ δὲ τοὺς τοιούτους πάντας καὶ παιδίον εὔσαρκον συγκοιμώμενον , ὡς ψαύειν ἀεὶ τῶν καθ ' ὑπογάστριον : |
κάρα , φίλους νομίζους ' οὕσπερ ἂν πόσις σέθεν , δέξηι δὲ δῶρα καὶ παραιτήσηι πατρὸς φυγὰς ἀφεῖναι παισὶ τοῖσδ | ||
κρατεῖ : ἔχω δὲ κἀγὼ πρὸς τάδ ' , εἰ δέξηι , λέγειν . ἔθρεψά ς ' εὔνους τ ' |
σε , φησίν , ” ἔθος πολύπειρον ὁδὸν κάτα τήνδε βιάσθω νωμᾶν ἄσκοπον ὄμμα καὶ ἠχήεσσαν ἀκουὴν καὶ γλῶσσαν , | ||
εἶργε νόημα μηδέ ς ' ἔθος πολύπειρον ὁδὸν κατὰ τήνδε βιάσθω , νωμᾶν ἄσκοπον ὄμμα καὶ ἠχήεσσαν ἀκουήν καὶ γλῶσσαν |
τλήμων ἐγώ . φίλων γ ' ἔρημοι : σὲ δὲ θανόντ ' ἠκούομεν . πόθεν δ ' ἐς ὑμᾶς ἥδ | ||
ἂν μεῖζον τοῦδ ' ἔτι θνητοῖς πάθος ἐξεύροις ἢ τέκνα θανόντ ' ἐσιδέσθαι ; φέρω φέρω , τάλαινα μᾶτερ , |
, ὁ δ ' ἄνευ τούτων δυσκάθαρτος ὢν ἀφιστάσθω : λήσεται γὰρ οὐδέποτε τὸν τὰ ἐν μυχοῖς τῆς διανοίας ὁρῶντα | ||
Οὐκοῦν δοκεῖ σοι πολλῆς προμηθείας γε προσδεῖσθαι , ὅπως μὴ λήσεται αὑτὸν εὐχόμενος μεγάλα κακά , δοκῶν δ ' ἀγαθά |
, ἄμεινον ἐκμαθεῖν τί δραστέον . Οὕτως ἄρ ' ἀνδρὸς ἀθλίου πεύσεσθ ' ὕπερ ; Καὶ γὰρ σὺ νῦν τἂν | ||
τοιοῦτον καὶ ἐκ τούτων εἰς ταῦτα μεταβάλλον . Ἅλις τοῦ ἀθλίου βίου καὶ γογγυσμοῦ καὶ πιθηκισμοῦ . τί ταράσσῃ ; |
ἐπὶ ῥιπὸς πλέοις . Ἰσότητα δ ' αἱροῦ καὶ πλεονεξίαν φύγε . Ἰδίας νόμιζε τῶν φίλων τὰς συμφοράς . Ἰατρὸς | ||
' ἀθάνατοι θεοὶ ἄλλοι . οὐδὲ γὰρ οὐδὲ βίη Ἡρακλῆος φύγε κῆρα , ὅς περ φίλτατος ἔσκε Διὶ Κρονίωνι ἄνακτι |
ταύτην ἐγὼ τοῖς νόμοις ἔχρησα τὴν φωνήν . τί οὖν θρασύνῃ κατὰ τοῦ δεδωκότος σοι τὴν ἐξουσίαν τοῦ λέγειν οὔτε | ||
ἀλλὰ δηλονότι ἂν ἐβόας . . εἰ τοσούτοις συνὼν κακοῖς θρασύνῃ , τί ποτ ' ἂν ἔδρασας εὐτυχῶν ; φορητὸς |
ὡς νεοζυγὴς πῶλος βιάζῃ καὶ πρὸς ἡνίας μάχῃ . ἀτὰρ σφοδρύνῃ γ ' ἀσθενεῖ σοφίσματι . αὐθαδία γὰρ τῷ φρονοῦντι | ||
ἡνίας ] ἤγουν τὴν ἰσχὺν τοῦ Διός ἀτὰρ ] δὲ σφοδρύνῃ ] θρασύνῃ , κομπάζεις ἀσθενεῖ ] ἀδυνάτῳ σοφίσματι ] |
φράσις καὶ τὸ σχῆμα ἀττικόν , ὡς τὸ “ μανίαν μαίνῃ ” . ἀττικὸν δέ ἐστι τὸ εἰπόντα τὸ πρᾶγμα | ||
τὸν μείζονα αὐτοῦ , ἐπικατεγέλων ἄν σοι καὶ ἔλεγον ὅτι μαίνῃ : ὅτι εἶπας , Ἠιχμαλωτεύθη ὁ λαὸς εἰς Βαβυλῶνα |
ἐρασθέντα Σκύλλης ἐλθεῖν αὐτῆς εἰς τὸ ἄντρον ἢ κόγχου δώρημα φέροντ ' Ἐρυθραίης ἀπὸ πέτρης , ἢ τοὺς ἀλκυόνων παῖδας | ||
ἆρ ' οἴσει τρία ; τὸν δ ' ἴσον ἴσῳ φέροντ ' : ἐγὼ δ ' ἐκτήκομαι . τὴν μὲν |
. ὄρνυται ] ὁρμᾶται . ὄρνυται ] ὁρμᾷ . θ τρέμω δ ' αἱματοφόρους : τρέμω δὲ ἰδέσθαι καὶ ἰδεῖν | ||
, ἤγουν ἀκούουσα τὸν Παρθενοπαῖον τοιαῦτα καθ ' ἡμῶν φρονοῦντα τρέμω καί μοι δέος εἰσέρχεται . θΞ διὰ στηθέων ] |
? ? τὴν ὀλίγην ἐκείνην κόμην . τί γὰρ ἔτι Σινωνίδος χρῄζεις ; ἔχεις κόρην κεκαρμένην ὡς ἐγώ , εὐτυχέστερον | ||
παρὰ δύναμιν ἁμιλλώμενος ὡς ὁρᾷ τὴν [ χλαῖναν ] τῆς Σινωνίδος πόρρωθεν βοᾷ : ” μεῖνον Σινωνί : Σόραιχος ἐγὼ |
καὶ τὸ διώκω , δίσω , δέδικα : ὁ μέσος δέδια : δεδιὼς ἡ μετοχὴ , καὶ δειδιὼς κατ ' | ||
' ἐλευθεροστομεῖς . ἐμὰς δὲ φρένας ἠρέθισε διάτορος φόβος : δέδια δ ' ἀμφὶ σαῖς τύχαις , πᾷ ποτε τῶνδε |
οὐκ ἐς γάμους σοὺς συμφορὰν κτήσηι γόοις . ἦ γὰρ γαμοῦμαι ζῶσα παιδὶ σῶι ποτε ; πολλή ς ' ἀνάγκη | ||
! ! ! μὰ τὴν ] Ἄρτεμιν , Ἀκοντίῳ [ γαμοῦμαι ! ! ! ! ! ! ! ! ] |
λόγους πικρῶς φέρουσι τῶν ἐλασσόνων ὕπο : ὅμως δ ' ἐμαυτὴν οὐ προδοῦς ' ἁλώσομαι . εἴπ ' , ὦ | ||
δὲ ἔφη ‚ τό τε ἀπόρρητον ἐκφαίνουσα ἥκω καὶ παύσουσα ἐμαυτὴν ἱερωμένην ‚ . ταῦτα δὲ ἔλεγεν , ὅτι ἦν |
τε μικρὸν ἐγχέαι , καὶ μὴ πολύν : ἔπειτ ' ἀφήσεις . τίνα τρόπον ; δεῦρο βλέπε . τοιοῦτον . | ||
οὐκ ἔνι οὐδὲν ὀφθαλμοῖσιν αἰδὼς τῶν παλαιῶν ἐμβάδων . οὐκ ἀφήσεις οὐδὲ νυνί μ ' , ὦ κάκιστον θηρίον , |
τὰ πράγματα , ἕως ἔτι καιρὸς καὶ κύριοι τῆς βουλῆς καθέστατε , ἐπίσχετε καὶ μὴ βούλεσθε δυοῖν ὁδοῖν τὴν μὲν | ||
μετάστασιν . Ἀναμνήσθητε δὲ ἐν οἵῳ κινδύνῳ τε καὶ ἀμηχανίᾳ καθέστατε , καὶ ὅτι οὕτως σφόδρα σφᾶς αὐτοὺς ἐπεφόβησθε , |
καταστήσας εἰς φόβον τοῦ παρέξειν πράγματα ἐπηρεάζει ῥᾳδίως . ΓΘ τρέμων τὰ πράγματα ] πολλοὶ γὰρ δι ' ἐπιείκειαν τρόπων | ||
φοβεῖσθαι αὐτὸν μὴ ἀποφύγω , ἀλλ ' ἀποθάνω πενθῶν καὶ τρέμων ; αὕτη γὰρ γένεσις πάθους θέλειν τι καὶ μὴ |
χαμαίμηλον , καὶ μετὰ ταῦτα πάλιν εἰς τὸ πῦρ ἐπιθεὶς ἀνακίνει , ἕως ἂν καλῶς μιχθῇ , ἑνωθέντων δ ' | ||
ἔμπασσε εἰς αὐτὸν τὴν σανδαράκην καὶ τὴν σάνδυκα λεῖα καὶ ἀνακίνει , ἕως ἂν καλῶς ἀναμιχθῇ , μετὰ ταῦτα δ |
τε φίλην † ὑπὸ σειραίοις ποσὶν † ἕλκουσαν τέκνα καὶ γεραιὸν πατέρ ' Ἡρακλέους . δύστηνος ἐγώ , δακρύων ὡς | ||
μᾶλλον δὲ μέρος τοῦ ἔπους οὔτε σχέτλιον καλεῖν ἀνεχόμενος οὔτε γεραιὸν προσειπεῖν καρτερῶν ὅνπερ εὐχόμην νέον ἰδεῖν . Ἥκει δὴ |
τὸ μέγεθος , πολλοῖς δὲ αὐτῶν καὶ δάκρυα ἐπελθεῖν φησιν οἴκτῳ τῆς ἀμφοῖν ἡλικίας , εὐφημίαις τε χρήσασθαι τοὺς Ἀχαιοὺς | ||
πολέμου πείθειν τοὺς πολεμίους φόβῳ , πλεονεξίᾳ , ἡδονῇ , οἴκτῳ , δικαίῳ , νομίμῳ , συμφέροντι , δυνατῷ . |
οἶμαιξὺν θεῷ δ ' εἰρήσεται ταύτης ἀπαλλάξειν σε τῆς ὀφθαλμίας βλέψαι ποήσας . Μηδαμῶς τοῦτ ' ἐργάσῃ : οὐ βούλομαι | ||
Πρόκλος : εἰ οὖν δυνατὸν τοὺς Λυγκέως ὀφθαλμοὺς ἔχοντά τινα βλέψαι διὰ βάθους τοῦ σώματος καὶ ἰδεῖν κόπρον καὶ πᾶσαν |
ἐρεῖ ψυχῆς πέρι . ἐγὼ σὸν οὔτ ' ἂν προσπεσεῖν τλαίην γόνυ οὔτ ' ἂν δακρῦσαι βλέφαρα : τὴν Τροίαν | ||
ὀβολὸν οὐδενί . οὐκ ἂν πιθοίμην : οὐ γὰρ ἂν τλαίην ἰδεῖν τοὺς ἱππέας τὸ χρῶμα διακεκναισμένος . οὐκ ἄρα |
τρίτη ἐμή τιϲεἴπερ , νὴ Δί ' , εἰϲελήλυθεν . ἀγωνιῶ γὰρ καὐτόϲ : εἰ δὲ ? μή , μόνοϲ | ||
ὑπερδισύλλαβα παραληγόμενα Ι βραχεῖ περισπᾶται : μειδιῶ κοπιῶ ἀξιῶ ἐρυθριῶ ἀγωνιῶ . τὸ δὲ ἐσθίω καὶ ἀΐω βαρύνονται . τὸ |
ὄσην δὲ καὶ τὴν γλάσσαν , οὖτος , ἔσχηκας . Κύδιλλα , κοῦ ' στι Πυρρίης , κάλει μ ' | ||
, κοὐκ ἄγεις αὐτόν ὄκου λέγω σοι ; θλῆ , Κύδιλλα , τὸ ρύγχος τοῦ παντοέρκτεω τοῦδε . καὶ σύ |
[ ] [ ] [ ] [ ] [ ] εχω ? [ ! ! ! ! ! ! ! | ||
] ω [ ] μοις [ ] αλιαν ? ? εχω ? [ ] παρθενων . . . . . |
δὴ λιποῦς ' ἱκάνω χρυσεοστόλμους δόμους καὶ τὸ Δαρείου τε κἀμὸν κοινὸν εὐνατήριον . καί με καρδίαν ἀμύσσει φροντίς : | ||
παῖς ἀκόλουθός ἐστιν ἀλλότριος τὰ πολλά , μικρὸν δέ τι κἀμὸν αὐτοῦ . ἱματίω δέ μοι δύ ' ἐστὸν χαρίεντε |
οὐ τὰς φρένας ἔχεις ὁμοίας ἀλλὰ διαφόρους πολύ . κακῶς ὄλοιτο μηδ ' ἐπ ' Εὐρώτα ῥοὰς ἔλθοι : σὺ | ||
. λιπὼν δὲ ναὸς ποῦ πάρεστιν ἔκβολα ; ὅπου κακῶς ὄλοιτο , Μενέλεως δὲ μή . ὄλωλ ' ἐκεῖνος . |
, ὅτε μὴ ἐν κλίσει ῥήματος , αὐλῶ ηὔλουν , αὐχῶ ηὔχουν . ἀναγκαία ἄρα ἡ διάστασις τοῦ ἠΰτε . | ||
ὑπὲρ σοῦ πρὸς αὐτόν ἀντισπάσῃς ] κωλύσῃς καὶ ἀποστήσῃς τούτου αὐχῶ ] θαρρῶ . ὃ γὰρ θαρρεῖ τις καὶ καυχᾶται |
. . . . . , . καὶ Δημοσθένης δὲ κωφὸν καὶ φαλακρόν που λέγει , ὡς τοῦτον ὄντως ἔγραψεν | ||
ἐποίησε τοὺς πολίτας καὶ ὀκτὼ μέρη τὴν πόλιν . παρὰ κωφὸν ἀποπέρδειν : παροιμία ἐπὶ ἀναισθήτων . παραλοῦμαι : παροιμιακῶς |
. τὸ δεινῶ περισπᾶται , ὅτι δεινός , καὶ τὸ πεινῶ , ὅτι πεῖνα . Τὰ εἰς ΝΩ δισύλλαβα παραληγόμενα | ||
, ἀλλὰ σύμφωνον τὸ Ψ καὶ τὸ Ν , οἷον πεινῶ καὶ διψῶ : οὐκ ἀντίκειται δὲ ἡμῖν , ἐπεὶ |
γωνία , ἴση ἔσται ἡ ὑπὸ ΒΗΖ γωνία τῇ ὑπὸ ΖΗΔ : ἴση ἄρα φαίνεται ἡ ΒΖ τῇ ΖΔ . | ||
τοῦ κύκλου ἐπίπεδον κάθετος ἡ ΕΖ , καὶ ἐπιζευχθεῖσα ἡ ΖΗΔ διήχθω ἐπὶ τὸ Γ , καὶ ἤχθω ἀπὸ τοῦ |
καὶ ἀληθῶς ἐρωτιῶν : πάντων γάρ σου κατήκουσα . οὐκ ἀγαπᾷς ὅτι σοι καὶ λαλῶ καὶ μεγάλην εὐτυχίαν δοκεῖς τὸν | ||
πάτερ , ἵνα τι πλέον παρρησιάζωμαι τοῦ συνήθους , ὅσον ἀγαπᾷς τε καὶ περιέπεις , τοσοῦτον οὐ δεῖ τὸν σεσωκότα |
– [ λοχαγέτ ] [ – [ ] ! ν ἅζεται φρε ? [ – [ ] τον ἐν βραχεῖ˘ | ||
πόνῳ [ ] ε ? [ ] η θανὼν ? ἅζεται κατ [ οὐδαμῶς ] ? ἔχοιμ ' ἂν εἰπεῖν |
καταμεμαθηκέναι : χρηστοῦ μέντοι πονηροὺς ἤδη εἶδον , οὐ μέντοι ἀζημίους γε . τὸν δὲ ἐπιμελητικοὺς βουλόμενον ποιήσασθαί τινας καὶ | ||
μὴ δι ' αὐτῶν τὰς διαβάσεις ποιεῖσθαι καὶ τοὺς ὑποτελεῖς ἀζημίους φυλάττειν . εἰ δὲ ἀνάγκη πάντως δι ' αὐτῶν |
σύ : πῶς γάρ ; ᾗ γε μηδὲ πρὸς θεοὺς ἔξεστ ' ἀκλαύτῳ τῆσδ ' ἀποστῆναι στέγης : ἄλλ ' | ||
† ἀπωλόμην παλίμπους τύχη ἐν γῆς φίλης ὄχθοισι κρυφθῆναι καλόν ἔξεστ ' ἐρωτᾶν πότνιά ς ' ἢ σιγὴν ἔχω ; |
κατιόντα ἀνθρώπῳ φιλέει ἐπανάγειν τὸν θυμόν : σὺ μέντοι ἀποδεξάμενος ὑβρίσματα ἐν τῷ λόγῳ οὔ με ἔπεισας ἀσχήμονα ἐν τῇ | ||
συγκεκομμένος , κατῃκισμένος . τὰ δὲ τοῦ πράγματος ὀνόματα ὕβρις ὑβρίσματα , ἀσέλγεια , παροινία , ὑπερηφανία , ὑπεροψία , |
ἑλισσόμενος . πηλὸς ἐφυράθην , οὐ ψεύσομαι . ἀλλ ' ἐφίλησα , ὦ ξεῖν ' , ὀστρακέων δύσμορον ἐργασίην . | ||
, ὡς ἂν διαδὺς κατεφίλησά σε : καὶ τὴν χεῖρα ἐφίλησα ἄν , εἰ μὴ τὸ στόμα ἤθελες . μήκων |
τοὺς ‖ [ ! ! ! ! ! ! ] ιτ [ ! ! ! ! ! ! ] [ | ||
! ουσαν ? [ [ ] ροχ [ [ ] ιτ ? ? [ [ ] ! ! ! αρρ |
χαλεπαίνεις ; μέχρι δ ' ἂν ταῦτα θαυμάζῃς , σεαυτῷ χαλέπαινε μᾶλλον ἢ ἐκείνοις . σκόπει γάρ : ἔχεις καλὰ | ||
ναιομένην ἀπένεικας νόσφι φίλων πάντων . ὃ δ ' ἐπεγρόμενος χαλέπαινε ῥιπτάζων κατὰ δῶμα θεούς , ἐμὲ δ ' ἔξοχα |
ὦ ἄνδρες δικασταὶ ? ? τῷ τε πατρὶ [ τῶι ἐμῶι καὶ τοῖς ἄλλοις ἐπιτηδείοις ] ἔλεγεν [ , ὡς | ||
' ἄλλον ἄνδρα σωφρονέστερον ὄψεσθε , κεἰ μὴ ταῦτ ' ἐμῶι δοκεῖ πατρί . ἦ μέγα μοι τὰ θεῶν μελεδήμαθ |
ὀξυτέρω τριβόλων ἀρυτήμενοι . . . ἀμμετέρων ἀχέων ἂπ πατέρων μάθος Ἄρευος στροτιωτέροις γᾶς γὰρ πέλεται σέος δέξαι με κωμάσδοντα | ||
ὡς γὰρ τὸ ῥέος καὶ τὸ βλέπος οὕτω καὶ τὸ μάθος καὶ ἔτι τὸ δίψος καὶ τὸ βλάβος καὶ τὸ |
ποσὶ καὶ παρέχων τὸ οὖς ἁπαλόν τε καὶ πρᾷον . Τοὐμὸν ἦθος ἑρμηνεύει σοι , ξένε , καὶ ὅτι πρὸς | ||
δίδασχ ' ἃ χρή με δρᾶν . Ὀκνοῦντ ' ἀνάγκη Τοὐμὸν οὐκ ὀκνεῖ κέαρ . Οὐκ οἶσθ ' ἀπειλάς Οἶδ |
ἀγνοῶν ἕκαστος τὸ τοῦ πλησίον κακὸν ἐπὶ τῷ ἑαυτοῦ μόνον ἔστενε , προελθὼν δὲ καὶ γνοὺς τὰ τῶν ἄλλων διπλοῦν | ||
κινυρομένη κενεῷ ἐπαΰτεε τύμβῳ ἐλπομένη τι καὶ ἄλλο κακώτερον : ἔστενε δ ' ἄτην ἀνέρος ἀφραδίῃ , μακάρων δ ' |
λειπόμενα κατὰ τὴν ποίησιν . τοῦ γὰρ κόσμου κατὰ μικρὸν ὑπορρέοντος εἰς τοῦτο ἔδει τὸ ἁμάρτημα κατενεχθῆναι καὶ δοκεῖν λαλεῖν | ||
. τὸ θηρίον τοῦτο τί ἐστιν , ὁ τόκος ; ὑπορρέοντος ] προβαίνοντος , ἀναλισκομένου . τί δῆτα τὴν θάλατταν |
γαίηι μὲν γάρ , φησί , γαῖαν . . . λυγρῶι . γαίηι μὲν γὰρ γαῖαν ὀπώπαμεν , ὕδατι δ | ||
ἀίδηλον , στοργὴν δὲ στοργῆι , νεῖκος δέ τε νείκεϊ λυγρῶι . . . δοκῆι δὲ ἐκεῖ φαίνεσθαι : οὐ |
πολυτελῆ νεκρόν : εἰς τὸν ἴσον ὄγκον τῶι σφόδρ ' ἔρχετ ' εὐτελεῖ . ὅς ' ἐστὶ μαλακὰ συλλαβὼν ἐκ | ||
ἐν ᾧ γὰρ ἂν τούτων τις ἀπολειφθεὶς τύχῃ , οὐκ ἔρχετ ' ἐπὶ τὸ τέρμα τοῦ προκειμένου . φύσις θέλησις |
αἰσχύνειν ; τί δ ' ἀχρωμάτους κατασκευάζειν παρθένους , ἃς ἐρυθριᾶν ἀναγκαῖον ; τί δὲ τὰς πρὸς τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους | ||
ὀμνύει πρὸς ὃν λαλεῖ . Ὃς δ ' οὔτ ' ἐρυθριᾶν οἶδεν οὔτε δεδιέναι , τὰ πρῶτα πάσης τῆς ἀναιδείας |
[ ] [ νεκρὸν ἰδοῦσα ] ἀχνυμένη , πᾶσαι δὲ γόῳ πλήμυρον ἀγυιαί [ ] [ , ] τοῖον ἐπεὶ | ||
ἀχεύων , πολλάκις ἐν μεγάροισι καθήμενος ἡμετέροισιν ἄλλοτε μέν τε γόῳ φρένα τέρπομαι , ἄλλοτε δ ' αὖτε παύομαι : |
τῆς πατρίδος αὐτῶν φερομένας . θ ἡμέτερον + εἰ μὲν πανδίκως γράψεις πρὸς τὸ κλύετε σύντασσε : τοῦτο γὰρ ἐν | ||
ξέν ' , εἰς Ἄργος κίεις , πρὸς τοὺς τεκόντας πανδίκως μεμνημένος τεθνεῶτ ' Ὀρέστην εἰπέ , μηδαμῶς λάθῃ . |
τε ἔτρεψε καὶ οὐκ ἐποιήσατο ὀργὴν οὐδεμίαν , ἀλλ ' ἠπίως αὐτὸν ἀπεπέμψατο . Τούτῳ δὲ ἐς λόγους ἐλθὼν Ξέρξης | ||
τὼς ὥστε νέβρ ? [ μαζῶν ] τε χερσὶν ? ἠπίως ἐφηψάμην ? ἧιπερ ] ? ἔφηνε ? νέον ἥβης |
β οὐ γενήσῃ τελείως βιοπράγος γ ἀγοράσεις ὃ ἐνθυμῇ καὶ χαρήσῃ δ βραδέως εὑρήσεις πωλῆσαι , καλῶς δέ ε οὐ | ||
. ἄλλο τι πρᾶττε γ εὑρήσεις τὸ ἀπολόμενον ταχέως καὶ χαρήσῃ δ ἀγορανομήσεις καὶ ὠφεληθήσῃ πολύ ε κληρονομήσεις τὸν φίλον |
παῖς , ἣ κατὰ Σπάρτην ποτ ' ἦν . πόθεν μολοῦσα ; τίνα τὸ πρᾶγμ ' ἔχει λόγον ; Λακεδαίμονος | ||
' οἶδεν : ἀλλ ' οὐκ οἶσθα σὺ ὁπόταν ἄφνω μολοῦσα διολέσῃ κακούς . μακάριος ὅστις νοῦν ἔχων τιμᾷ θεὸν |
, ἀπειλῶ , συμπάσχω , θαυμάζω , μικρολογῶ , μετριοπαθῶ διοικῶ , ῥυθμίζω , μοιχεύω , πειθαρχῶ , παρέλκω διατρίβω | ||
ἀντιόων ταύρων τε καὶ † αἰγῶν : ὅτε δὲ τὸ διοικῶ καὶ λαμβάνω αἰτιατικῇ : ἐμὸν λέχος ἀντιόωσαν : ὅτε |
ἔργῳ δηλώσῃς τὴν νόσον : εἰ τὸ μηδὲν ἄξιον φόβου φοβῇ , πάντα ἂν φοβηθεῖσαν γνῶθι σαυτήν : φοβοῦμαι μὴ | ||
' ὥς ς ' ἀπαλλάξω φόβου : μὴ κατὰ τοῦτο φοβῇ . καὶ γὰρ ἦλθον ἵνα σε ἀπαλλάξω φόβου . |
ἥβαν προλείπων . Φασὶν ἀδεισιβόαν Ἀμφιτρύωνος παῖδα μοῦνον δὴ τότε τέγξαι βλέφαρον , ταλαπενθέος πότμον οἰκτίροντα φωτός : καί νιν | ||
[ ] : λείπει ἡ εἰς . οὐ καρτερήσεις : τέγξαι χεῖρα φόνου : τὸ ἑξῆς : φόνου χεῖρα φονίαν |
, ἀλλ ' ὁ λίθος ἀπὸ στερρότητος εἰς κλῶνας χυθεὶς περιέθει τὴν κόμην εἰς συμβολὴν ἐπὶ τοὺς αὐχενίους τένοντας ἐκ | ||
γυμνῶν πολεμίων , ὥστε δείσας ὁ Σκιπίων μετὰ ἱππέων ἔξω περιέθει καὶ τοὺς οἰκείους , εἰ μὴ λήξαιεν τῆς φυγῆς |
† [ σὺν παρθένωι τε καὶ προθυμίαι ποδός ] . τετρωμένους δ ' ἰδοῦσα καιρίους σφαγὰς ὤιμωξεν : Ὦ τέκν | ||
, εὐθὺς λύειν μὲν ἐκέλευσε τοὺς δεδεμένους , τοὺς δὲ τετρωμένους ἰατροὺς καλέσας θεραπεύειν ἐκέλευσεν : ἔπειτα δὲ ἔλεξε τοῖς |
οὐδὲ τὰ ἀληθῆ λέγων εἰσακουσθῇ . καὶ παιδίον που πρόβατα νέμον λύκον ἐρχόμενον πρὸς διαφθορὰν ὁρῶν ἐπικαλούμενον τοὺς ἀγρότας ἔλεγε | ||
δὲ φαίνει αὐτὸ τὸ ζητούμενον θαῦμα πλέω τοῦ φωτὸς ἐκλάμψεις νέμον , θησαυρὸς ὥσπερ παμπόθητος , μαργάρων πλήρης , φέρων |
ἐρῶντος τόλμαν ἀφέλῃς οἴχεται , εἰς τοὺς ἰαλέμους τε τοῦτον ἔγγραφε . Ἄσιτος ἑπτὰ μῆνας , ὕδατος στράγγ ' ἔχων | ||
μὴ δοῦναι μισθὸν οὕτω καὶ δίκαιον καὶ σοὶ κεχαρισμένον . ἔγγραφε δὴ τὸν ἄνδρα τοῖς φίλοις , ἐπεὶ καὶ ἡμεῖς |
εἰς ἀγαθόν . εἰσὶν δ ' οἳ βουλῆι τ ' ἀγαθῆι καὶ δαίμονι δειλῶι μοχθίζουσι , τέλος δ ' ἔργμασιν | ||
ἡ δὲ τύχη νῦν ἐν εὐόπτωι κοίτηι , τουτέστιν ἐν ἀγαθῆι καταστάσει πρὸς τὸ ἰδεῖν τὰ νῦν γεγονότα καὶ ἑτέρων |
, τὴν μὴ ἔξω δηλονότι τοῦ δικαίου : καὶ ταύτην βαδίζω , ἤγουν κατὰ ταύτην ζῆν θέλω : μηδὲν δίκας | ||
τοῦ εμ [ γὰρ οὐκ ἐπίϲταμαι [ παρὰ τὸ πεζῆι βαδίζω [ νεῖν γὰρ οὐκ ἐπίϲταμαι [ οὐ παύϲει ῥαίνων |
στρατηλατῶν στείχει φίλος σοι σύμμαχός τε τῆιδε γῆι . ποίας πατρώιας γῆς ἐρημώσας πέδον ; Θρήικης : πατρὸς δὲ Στρυμόνος | ||
τί δῆτα Νείλου τούσδ ' ἐπιστρέφηι γύας ; ] φυγὰς πατρώιας ἐξελήλαμαι χθονός . τλήμων ἂν εἴης : τίς δέ |
τρία μόνον : δόκιμον γάρ ἐστι . [ Πρὸς τὸ μισῆσαι τὸν οἶνον , τοῦ μὴ μεθύσαι . ] Ἐγχέλυς | ||
τοῦ Κρόνου . καλέσαντα ] σὲ ἐκεῖνον . μνησικακῆσαι ] μισῆσαι . τὴν ἡλικίαν ] τοῦ πατρός . ἐνεοττοτροφήθης ] |
ἧδε γ ' ἀρηϊφίλων ὑπ ' Ἀχαιῶν Ἴλιον εἰσαναβῆναι ἀναλκείῃσι δαμέντας . ἀλλ ' ἔτι γάρ τίς φησι θεῶν ἐμοὶ | ||
δὲ θεῶν μεθ ' ὁμήγυριν ἄλλων ἡμετέρῃς ὑπὸ χερσὶν ἀναγκαίηφι δαμέντας . Ὣς ἄρα φωνήσας ἡγήσατο κυανοχαίτης τεῖχος ἐς ἀμφίχυτον |
εὐδαιμονοῦντες τὸν βίον διάξετε . εὖ γ ' ὦ γλυκυτάτη Πραξαγόρα καὶ δεξιῶς . πόθεν , ὦ τάλαινα , ταῦτ | ||
ἤν τί μοι δόξῃ λέγειν . δεῦρ ' ὦ γλυκυτάτη Πραξαγόρα , σκέψαι τάλαν ὡς καὶ καταγέλαστον τὸ πρᾶγμα φαίνεται |
: Ἀντὶ τοῦ ἐνεργεῖτε , ταχύνατε : πρόσιτε , κόνιν ἐγείρετε , ὅτι ὁ καιρὸς οὐχὶ βραδύνειν ἐστί . . | ||
μὴ τὸν εὔδι ' ἰαύονθ ' ὑπνώδεά τ ' εὐνᾶς ἐγείρετε . οἵμοι , φόνος ὅσος ὅδ ' ἆ ἆ |
κεν κεχολώσεται ὅν κεν ἵκωμαι , ” ἐπὶ δὲ τοῦ ἱκετεύω “ μή μιν ἐγὼ μὲν ἵκωμαι ἰών , ὁ | ||
δοῦσι τίνα λόγον ἐρῶ , Λάχης ; γενοῦ γάρ , ἱκετεύω [ ς ' ] ἐγώ ? ? οἴμοι , |
τήνδε γενναίως δόμων . μή , πρός σε τοῦ σπείραντος ἄντομαι Διός . καὶ μὴν ἁμαρτήσηι γε μὴ δράσας τάδε | ||
. μὴ δῆτα τοῦτό γ ' , ἀλλά ς ' ἄντομαι , Κρέον . ὄχλον παρέξεις , ὡς ἔοικας , |
ἐχθρὸν ἄλημα , τούς τε δισσάρχας ὀλέσσας βασιλῆς , τέλος θάνοιμι καὐτός ; Ὅταν κατεύχῃ ταῦθ ' , ὁμοῦ κἀμοὶ | ||
, ἀλλ ' ὅμως , καίπερ φιλῶν τὸ ζῆν , θάνοιμι πρὶν περιπεσεῖν αἰσχρᾷ τινι τύχῃ : δυστυχίᾳ : μετέωρον |
ἀπὸ τότε οὖσα παῦσον σου κάματον ἐν σώματι : μηκέτι κάμνε ὡς ἐπιζητεῖν τίς οὐρανὸς ἢ πόθεν ὕδωρ . εἰ | ||
, εἴπερ τι φιλεῖς ἀκοὰν ἁδεῖαν αἰεὶ κλύειν , μὴ κάμνε λίαν δαπάναις : ἐξίει δ ' ὥσπερ κυβερνάτας ἀνήρ |
κώπης ἐπὶ βῆμα : ἐπὶ τῶν ἀθρόως μεγίστοις ἐγχειρούντων . Αὑτὸν οὐ τρέφων κύνας τρέφεις : ἐπὶ τῶν ἀπορούντων μὲν | ||
Ἀϲπίϲ Ἀνεψιοί Ἁλιεύϲ Ἄπιϲτοϲ Αὑτὸν πενθῶν Ἀδελφοί α β Ἀνδρία Αὑτὸν τιμωρούμενοϲ Ἀχαιοὶ ἢ Πελοποννήϲιοι Ἁλαεῖϲ Αὐλητρίδεϲ ἢ Ἀρρηφόροϲ Βοιωτία |
τοὺς βαρβάρους Σόφακας λέγεσθαι . . . . . : Ἀπίωμεν δὲ πάλιν ἐπὶ τὸν Πολυΐστορα . Δημήτριός φησι τὸν | ||
γυναῖκ ' ἐμοὶ ἐκδοτέον ἐστίν . Οὐ διαλλαγῶν ἐρᾷς . Ἀπίωμεν οἴκαδ ' αὖθις . Ὀλίγον μοι μέλει . Μάγειρε |
παιδίον ἀπέθανεν . ἰδὼν οὖν πλῆθος λαοῦ συνελθὸν ἔλεγεν : Αἰσχύνομαι εἰς τοσοῦτον ὄχλον μικρὸν παιδίον προφέρειν . Σχολαστικὸς οἰκίαν | ||
δὲ μή , νενόηκ ' ἐγώ : μισῶμεν ἀλλήλους . Αἰσχύνομαι πλουτοῦντι δωρεῖσθαι φίλῳ , μή μ ' ἄφρονα κρίνῃ |
ς ' ἀνέμνησεν κακῶν ; ἢ τὰς Ὀρέστου τλήμονας φυγὰς στένεις καὶ πατέρα τὸν ἐμόν , ὅν ποτ ' ἐν | ||
θεοὺς ἐγὼ πυθέσθαι βούλομαι τί τὸ πρᾶγμα τουτί . Τί στένεις ; Τί δυσφορεῖς ; Οὐ χρῆν σε κρύπτειν ὄντα |
τῆς ψυχῆς [ καὶ ] τῆς ἐμῆς δέσποτα , μὴ προδῷς ἑαυτὸν μηδὲ εἰς ὀργὴν ἐμβάλῃς βαρβαρικήν , συγκατάθου δὲ | ||
] συνάθροισμα . ξυντέλεια ] τὸ πλῆθος τῶν θεῶν . προδῷς ] + τοῖς ἐχθροῖς . πυργώματα ] τοὺς πύργους |
σύμβουλος τοῦ φωτὸς , μὴ μεριμνήσῃς τὸ πῶς ἀποστείλῃς πρὸς Ἱερεμίαν : ἔρχεται γὰρ πρός σε ὤρᾳ τοῦ φωτὸς αὔριον | ||
ἀπὸ τοῦ βασιλέως τῶν Χαλδαίων , ἐλάλησεν ὁ θεὸς πρὸς Ἱερεμίαν λέγων : Ἱερεμία , ὁ ἐκλεκτός μου , ἀνάστα |
ταύτῃ Μοῖρά πω τελεσφόρος κρᾶναι πέπρωται , μυρίαις δὲ πημοναῖς δύαις τε καμφθεὶς ὧδε δεσμὰ φυγγάνω : τέχνη δ ' | ||
τελέσαι πέπρωται ] μεμοίρασται μυρίαις ] πολλαῖς πημοναῖς ] βλάβαις δύαις ] κακοπαθείαις καμφθεὶς ] κατεργασθείς , ταλαιπωρήσας ὧδε ] |
δ ' εὖ οἶδ ' ὅτι κρέσσονα τῆς πρεσβείης ἀντιφορτισάμενος ἀποίσεις θεραπείην τὸν ἐμὸν γέλωτα τῇ πατρίδι καὶ ἑωυτέῳ , | ||
, διαφέρουσι λαιμαργίᾳ , ὑπερνικῶσιν . Ἀποίσεαι : λάβῃς , ἀποίσεις , ἀγρεύσεις , ἀπενέγκῃς , ἀποκρεμήσῃς . Ῥηϊδίως : |
δ ' , ὦ γεραιὰ μῆτερ ἡ Ξέρξου φίλη , ἐλθοῦς ' ἐς οἴκους κόσμον ὅστις εὐπρεπὴς λαβοῦς ' ὑπαντίαζε | ||
φίλαι . Ἑκάβη , τί μέλλεις παῖδα σὴν κρύπτειν τάφωι ἐλθοῦς ' ἐφ ' οἷσπερ Ταλθύβιος ἤγγειλέ μοι μὴ θιγγάνειν |
μὴ εἴη κατ ' Αἰολίδα διάλεκτον , περισπᾶται : σκηνῶ θρηνῶ σφηνῶ φωνῶ ὠνῶ κοινωνῶ . τὸ πώνω βαρύνεται ὡς | ||
τυφθῆναί σε . Θ . οἰμώζειν : Οἰμώζω , τὸ θρηνῶ . ἀφ ' οὗ οἰμωγὴ , ὁ θρῆνος , |
πορεύσομαι δὴ εἰς τὸν ἀγρὸν τῆς κληρονομίας ἡμῶν , ἀλλὰ δέδοικεν ἡ ψυχή μου , ὅτι χωρίζῃ ἀπ ' ἐμοῦ | ||
νόμον βαίνειν ἐπιχειρεῖ καὶ παιδοσπορεῖν , καὶ ὕβρει προσομιλῶν οὐ δέδοικεν οὐδ ' αἰσχύνεται παρὰ φύσιν ἡδονὴν διώκων : ὁ |
αὐτοῦ . . τὸ πρᾶγμα ] τὸν ἡμέτερον ἀφανισμόν . ἐπισπέρχει θεὸς ] ἐπισπεύδει ἡ τύχη , ἢ ὁ Ἀπόλλων | ||
] τὸν ἡμέτερον ἀφανισμόν . θ ἐπισπέρχει ] σπουδάζει . ἐπισπέρχει ] κινεῖ . Ξ ἐπισπέρχει ] σπεύδει . ἐπισπέρχει |
κατεσθίειν . Αὐτόματα πάντ ' ἀγαθὰ τῷδέ γε πορίζεται . Οὐδέποτ ' ἐγὼ Πόλεμον οἴκαδ ' ὑποδέξομαι , οὐδὲ παρ | ||
' αὐθαίρετον . τί σαυτὸν ἀδικῶν τὴν τύχην καταιτιᾷ ; Οὐδέποτ ' ἀληθὲς οὐδὲν οὔθ ' υἱῷ πατήρ εἴωθ ' |
[ . ] ειν φθονων [ . ἀγαθοὶ ] ? ὀλίγ [ . ] ψε . [ Ἀντωνεῖνος : κύριε | ||
προσλαβὼν ἐξουσίαν καὶ τοὺς φρονεῖν δοκοῦντας ἀνοήτους ποιεῖ . Κρεῖττον ὀλίγ ' ἐστὶ χρήματ ' ἀνυπόπτως ἔχειν , ἢ πολλὰ |
ἐνεστῶτος [ ] γὰρ φήτ ἀργήλιος ἀπὸ τοῦ φη [ χρῄζω ] σὺν τῷ ι ἐπὶ τοῦ δεομένου [ ] | ||
' ἔρωμαι : δέδοικα δὲ μὴ , ὅπως ἔρωμαι ἃ χρῄζω , [ καὶ ] δάκω σοῦ τὴν φρένα : |
. . , : τάλας : παρὰ τὸ τάλλω καὶ τλῶ κατὰ συγκοπὴν ῥῆμα . . . . . . | ||
ὁμοίως πεποίηται . οὕτως Ἀπολλώνιος . Ὄτλος . παρὰ τὸ τλῶ τὸ κακοπαθῶ καὶ πλεονασμῷ τοῦ ο . ἢ παρὰ |
ἔγχαλκος ἀφόρητον κακόν . Μηδὲν πονηρὸν πραγματεύου συμποιεῖν . Μόνος βάδιζ ' ἢ δεύτερος , τρίτος δὲ μή . Μηδέποτε | ||
οὖν , ἐπειδὴ τοῦτο κεχάρηκας ποιῶν , ἐκεῖσε μὲν μηκέτι βάδιζ ' , ἀλλ ' ἐνθάδε αὐτοῦ μένων δίκαζε τοῖσιν |
ἀκοῦσαι τὰ παρὰ σοῦ λεχθησόμενα , εἴτε μενεῖς εἴτε οὐ μενεῖς : ἄλλως : σοφὸς ὁ πρῶτος ἐπινενοηκὼς τρόπον τινὰ | ||
, οὐκέτι γυῖα κινήσεις , ἀλύτῳ δ ' ὡς ἀδάμαντι μενεῖς , ἴχνια κολληθείς : τοῖον σέλας ὄμμασιν αἴθει κοῦρος |
εὐπραξίαν καὶ τοῦθ ' ὑπάρχειν , θεῶν ἀμεινόνων τυχεῖν : νικωμένη γὰρ Παλλὰς οὐκ ἀνέξεται . εἰ σὺ μέγ ' | ||
: ὡς καὶ ἂν ἑτέρα μαρτυρία χρηματίσῃ , οὐκ εὐτονήσει νικωμένη ὑπὸ τῆς πρώτης , καὶ μάλιστα ὅταν κατὰ διάμετρον |
Πηλείδης . Ἣ δ ' ὦκα μίγη κονίῃ καὶ ὀλέθρῳ εὐσταλέως ἐριποῦσα κατ ' οὔδεος : οὐδέ οἱ αἰδὼς ᾔσχυνεν | ||
διάστασιν δὲ , ἀγκώνων θέσει καὶ παραθέσει . Ἱμάτιον , εὐσταλέως , εὐκρινέως , ἴσως , ὁμοίως , ἀγκῶσιν , |
τῆς διακρίσεως καὶ τῶν κύκλῳ βοστρύχων , ὡς ἐκ πολλοῦ δυστυχοῦσα . ἡ δὲ κόρη νεαρὸν πρόσωπον , οἵα ἂν | ||
εὑρεῖν καὶ ἀπὸ τοῦ χρώματος : ἐπὶ γὰρ τῆς καθάρσεως δυστυχοῦσα ἡ φύσις , ὠχρότερον ποιεῖ τὸ χρῶμα : εἰ |
“ ἄνεχε , πάρεχε , φῶς φέρω , φλέγω , σέβω ” . ἄνεχε , πάρεχε : μετὰ λαμπάδων ἔρχεται | ||
ἔνθα κερδανεῖ . ἐχθρὸς μὲν ἁνήρ , ἀλλὰ τὴν δίκην σέβω . ὀλόμαν ὀλόμαν ἀποχηρωθείς λεπτοσπαθήτων χλανιδίων ἐρειπίοις θάλπουσα καὶ |
ἀνακωχὴ δὲ ἐϲ μακρὸν ᾖ νομῆϲ , ἄλλα ἐπ ' ἄλλοιϲι ἕλκεα γίγνεται , τῶν μὲν πρηϋνομένων , ἄλλων δὲ | ||
βοτάνηϲ καὶ ϲτρύχνῳ καὶ ϲέριδι καὶ φύλλοιϲι μήκωνοϲ καὶ τοῖϲι ἄλλοιϲι , ὅϲα νάρκην καὶ ψύξιαϲ ἐμποιέει . ἀτὰρ καταχρίειν |
καὶ ἴσως που καὶ τέθνηκεν : ἐγὼ δὲ καὶ ἐκείνων ἀμνημονῶ καὶ γαμοῦμαι δυστυχής , καὶ τὸν ὑμέναιον ᾄσει τις | ||
μέλει δ ' ὁ σός μοι πόλεμος , οὐδ ' ἀμνημονῶ τιμῆς , ἐπαινῶ δ ' εὖ παθοῦσα πρὸς σέθεν |
? ευατον ! ! ! ! ! ! ? ? δοκεῖϲ [ ] ! [ ! ] ! ! ! | ||
δὲ κλαύϲεται [ . τίνα περιβάλλειν καὶ φιλεῖν οὗτοϲ [ δοκεῖϲ ; οὑμὸϲ ] πατήρ γε ! ! ! [ |
κατατεθνήκασι : τῶν ὕπερ ἐνθάδ ' ἐγὼ γουνάζομαι οὐ παρεόντων ἑστάμεναι κρατερῶς , μὴ δὲ τρωπᾶσθε φόβον δέ . Ὣς | ||
ἄνακτα , τόξον μὲν πρὸς σταθμὸν ἐϋσταθέος μεγάροιο ἔκλιν ' ἑστάμεναι , πρὸς ἐνώπια παμφανόωντα , αὐτὸς δ ' ἀμφ |
ἐρίβωλον ἵκοιο , πρὸς Αἰσχίνην ἔφη , “ εἰς τρίτην ἀποθανοῦμαι . ” μέλλοντί τε αὐτῷ τὸ κώνειον πίεσθαι Ἀπολλόδωρος | ||
τε καὶ ἀηδέστερον ζῆν ; ἀλλὰ μὴν εἴ γε ἀδίκως ἀποθανοῦμαι , τοῖς μὲν ἀδίκως ἐμὲ ἀποκτείνασιν αἰσχρὸν ἂν εἴη |
σοι ἀπεκάλυψα . διὸ ? [ μὴ ] ἀνιῶ μηδὲ λυποῦ ? . ” πλεῖστα τοίνυν εἰσὶν ? [ ἅπερ | ||
σου ἐπὶ τὸ κρεῖττον ζ βλαβήσῃ ὀλίγον : ἀλλὰ μὴ λυποῦ η οὐ γαμήσεις ἄρτι . περίμενον : συμφέρει γάρ |
ᾤετο τὸν νεανίσκον ταὐτὸν ὑπολαμβάνειν στοργὴν καὶ φιλίαν . μὴ κάμῃς . ὡς πολλὰ ἐρωτήσας διεγείρων τὸν νεανίσκον προτρέπει μὴ | ||
πολλὰ ἠρώτησε : διὸ τὸν νέον διεγείρων λέγει : μὴ κάμῃς . ταλασιουργίας . τῆς ξαντικῆς . ταλασιουργία δὲ ἢ |