εἰσφέρειν ἐν τῷ προστάττειν μὴ προχείρως αὐτοῖς εἰς ἀπέχθειαν καθίστασθαι ἁμαρτάδος εἵνεκα μικρῆς , τὰ ἔξω τῆς ψυχῆς πάντα μικρὰ
τὴν τοῦ ψευδόρκου , καὶ εἶναι τῆς ἐπὶ τῇ ἐπιορκίῃ ἁμαρτάδος τῆς τ ' ὀφειλομένης κατὰ τῶν καὶ ἔργῳ ἐπιορκησάντων
6545350 μικρης
τὴν χώρην , ἢ ἐκ τῶν πλαγίων , καὶ ἅμα μικρῆς ἐούσης τῆς ὑπερβάσιος , ἢν μεταστῇ τὸ ἄρθρον ,
συστοιχίας μηδεπώποτε αὐτοῖς διαφερομένους . τοῦτο γὰρ ἦν ἁμαρτάδος εἵνεκα μικρῆς εἰς ἀπέχθειαν καθίστασθαι τοῖς περὶ τὰ μέγιστα ἀγαθὰ φίλοις
4648711 σωτηριον
οὓς κοινῇ συνόντας ἠπόρει χειρώσασθαι . οὕτως ὁμόνοια τοῖς χρωμένοις σωτήριον . ταῦροι δύο μιᾶς ἡγεῖσθον ἀγέλης , ξυννόμω τε
γερόντων ἀρχὴν καὶ τὸν τῶν ἐφόρων δεσμὸν τῆς βασιλικῆς ἀρχῆς σωτήριον , ὥστε γενεὰς τοσαύτας ἤδη μετ ' εὐκλείας σῴζεσθαι
4534356 βλαβος
γίγνεσθαι διὰ βίου , καρπούμενον ἅπασαν τὴν αὑτοῦ κτῆσιν . βλάβος δέ , εἰ κατέβλαψεν τὸν τρωθέντα , ἐκτίνειν τῷ
ἄνωγα μιμνέμεν εἰν οἴκοισι φέρειν τ ' εὐήρεϊ θυμῷ φωρίδιον βλάβος αἰνόν , ἐπεὶ μετὰ ποσσὶ διώκων οὔ κε κίχοις
4520751 ἀφορον
, νόμος ἐστὶ σιγᾶν διὰ βίου : τὸν δὲ κατορθώσαντα ἄφορον καὶ ἀτελῆ κρίνουσι . . Δεύτερον δὲ μέρος εἶναι
ἐμποιεῖν . εἰδέναι δὲ χρή , ὅτι τὸ κίτριον ἐνοφθαλμιζόμενον ἄφορον ἔσται , διὸ τῷ διὰ σαρκὸς τρόπῳ ἐγκεντρίζεσθαι χρή
4413220 διδαγμα
ἐγχείρημα , λοιδόρημα , ἕρμα , μάντευμα , ἐπιτέλεσμα , δίδαγμα , φρύαγμα , καύχημα , αὔχημα , ἀλαζόνευμα ,
τὸ ἐκ τῆς παρακολουθούσης βλαβερὸν αἰσχύνης νομίζουσι . τοῦτο τὸ δίδαγμα Μωυσῆς ὁ ἱερώτατός πως ἔοικεν ἀναδιδάξαι : τοιοῦτον γάρ
4398563 ἀφοβον
, συννοίας καὶ κατηφείας ἀμέτοχος ὤν , ἄλυπόν τε καὶ ἄφοβον ζωὴν καρπούμενος , αὐστηροῦ καὶ αὐχμηροῦ βίου μηδ '
, καὶ ἐπιδεικνύτω τις τοῖς ἀρχομένοις ἑαυτὸν ἄξιον ἀρχῆς , ἄφοβον δεικνὺς καὶ σχῆμα καὶ πρόσωπον καὶ λόγους . Οἱ
4367352 ἐπιεικες
ἐπιβωσόμεθα ἀντὶ τοῦ ἐπιβοησόμεθα . ἐπιεικέα ἐγχωροῦντα , πρέποντα . ἐπιεικές ἐπεοικός , προσῆκον , ἐγχωροῦν . ἐπιειμένε ἐπημφιεσμένε .
ἀκριβῶς εἰδὼς ὅτι , εἰ καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους μὴ ἐπιεικές ἐστιν ταῖς διαίταις ἰσχυρίζεσθαι , πρός γε τοῦτον ἁπάντων
4274536 περιγιγνομενον
καὶ προανέχειν πάνυ σφόδρα ποιήσει φάρμακον τὸν ἀπὸ τῶν ἑρπετῶν περιγιγνόμενον τοῖς ἀνθρώποις ὄλεθρον , οὐ μήποτε συγχωροῦν εἰς ἔργον
διαφυγόντος ἔχεως τὸν ἐπὶ τῇ συνουσίᾳ παρὰ τῆς θηλείας αὐτῷ περιγιγνόμενον θάνατον , μὴ ἐν ὁδῷ ποτε ἢ ἐν ἄλλῳ
4212499 ἁμαρτωλον
με : ἀλλὰ ἀξίωσόν με , κἀμὲ τὴν ἀναξίαν καὶ ἁμαρτωλόν , ἐπὶ τὸ σῶμα αὐτοῦ συνταφῆναι . καθὼς καὶ
καὶ λέγει ὁ Χοιροβοσκὸς εἰς τὴν Ὀρθογραφίαν αὑτοῦ , τὸν ἁμαρτωλόν , καὶ διὰ τῆς ει διφθόγγου γράφεται : τὰ
4211914 γευσῃ
μία καὶ γυμνή , φανερωτέρα τοῦ περικειμένου σοι σώματος ; γεύσῃ ποτὲ ἆρα τῆς φιλητικῆς καὶ στερκτικῆς διαθέσεως ; ἔσῃ
ῥομφαίᾳ τῇ στρεφομένῃ φυλάττειν αὐτὸ διὰ σέ , ὅπως μὴ γεύσῃ δι ' αὐτοῦ καὶ ἀθάνατος ἔσῃ εἰς τὸν αἰῶνα
4206029 τεκνουσθαι
ταῦτα πολλά τε τὸ ἓν γίγνεσθαι καὶ τὸ μὴ ὂν τεκνοῦσθαι καὶ τὸ ὂν φθείρεσθαι ἀναγκάζεσθαι : ταῦτα δὲ ἀδύνατα
γεγονότα . φωτὸς ] ἀνδρός . ὄλβον ] πλοῦτον . τεκνοῦσθαι ] παιδοποιεῖν , συμφορὰν δηλονότι . θνήσκειν ] ἤγουν
4196976 ὀφειλεται
ἢ βροτοῖς χάριν φέρειν τὸν δρῶντα γάρ τι καὶ παθεῖν ὀφείλεται × – συνέλεγον τὰ ξύλ ' , ὡς ἐκκαυμάτων
σώματα χαριούμενοι τῇ πατρίδι . ἀποθανεῖν μὲν γὰρ ἅπασιν ἀνθρώποις ὀφείλεται , κακοῖς τε καὶ ἀγαθοῖς : καλῶς δὲ καὶ
4149793 ἑλομενον
τοίνυν ζῷον οὐκ ἄριστον , ἀλλὰ μέσην τάξιν ἔχον καὶ ἑλόμενον , ὅμως ἐν ᾧ κεῖται τόπῳ ὑπὸ προνοίας οὐκ
τὸ φίλον ἅμα καὶ ἡδὺ καὶ ἄριστόν τε καὶ κάλλιστον ἑλόμενον , ζῆν ὡς οἷόν τ ' ἐστὶν ἄνθρωπον μακαριώτατα
4143234 πονον
Κεκλομένων : καλουμένων . ἐνυάλιον : θαλάσσιον , πολέμιον . πόνον : διὰ πλοίων . Δέρκεσθαι : θεωρεῖν . ἵσταται
ἐντολαῖς Εὐρυσθέως . τὸν λοίσθιον δὲ τόνδ ' ἔτλην τάλας πόνον , παιδοκτονήσας δῶμα θριγκῶσαι κακοῖς . ἥκω δ '
4132372 δυσκολον
τὸ μήτε ἀρχὴν μήτε τελευτὴν ἔχον „ : τί δὲ δύσκολον εἴη τεθεαμένος , ” γέροντα [ ἔφη ] τύραννον
τὴν σάρκα ἀβληχρὸν ἔχει τὸν πόνον . Ἀδικοῦντα λαθεῖν μὲν δύσκολον , πίστιν δὲ λαβεῖν ὑπὲρ τοῦ λαθεῖν ἀδύνατον .
4128781 συνειδυια
δρόμου πεσὼν παρὰ τὴν ὁδὸν ἐκοιμᾶτο . ἡ δὲ χελώνη συνειδυῖα ἑαυτῇ βραδύτητα οὐ διέλιπε τρέχουσα καὶ οὕτω κοιμώμενον τὸν
τὴν αὑτῶν ἀδυναμίαν προστιθέντες πλεονάζουσιν . ἡ δ ' οἶμαι συνειδυῖα ἑαυτῇ κρείττων οὖσα τοῖς ὅλοις οὐδεπώποτ ' ἐμικρολογήσατο ,
4111603 κινδυνευοντα
| οὕτως ὀξὺς πρᾶξαι , τίς δὲ βραδὺς κολάσαι τὸν κινδυνεύοντα ] ; τίς μὲν οὕτω κρείττων χρυσίου , τίς
ἄρρενος , ἣ τὸν εὐδαίμονα κλῆρον τῆς πατρῴας ἡγεμονίας διαδέξεται κινδυνεύοντα ἐρημίᾳ θυγατριδῶν ἀλλοτριωθῆναι . κατηφοῦσαν δὲ ἀεὶ καὶ στένουσαν
4107946 ἐλευθερον
ζηλώσαντες καὶ τὸ εὔδαιμον τὸ ἐλεύθερον , τὸ δ ' ἐλεύθερον τὸ εὔψυχον κρίναντες μὴ περιορᾶσθε τοὺς πολεμικοὺς κινδύνους .
δυστυχέστατον ὑπάρχειν , αὐτὸ δὲ τοῦτο ὅτι , ἐστὶ τὸ ἐλεύθερον εἶναι ἢ ὅτι , τὸ δουλεύειν , οὐκ ἴσασιν
4106479 ἱκετευουσιν
ἱερὸν τοῦτο ἐκ παλαιοῦ Πελοποννησίοις πᾶσιν αἰδέσιμον καὶ τοῖς αὐτόθι ἱκετεύουσιν ἀσφάλειαν μάλιστα παρείχετο : ἐδήλωσαν δὲ οἵ τε Λακεδαιμόνιοι
: Ἀκοῦσον ἡμῖν , ὦ κύριε τοῦ δένδρου , γνώμην ἱκετεύουσιν τὴν σὴν καλλίστην : μὴ ἐκκόψῃς τὴν σεμνὴν κατοικεσίαν
4082772 ἀσυμφορον
πείρᾳ . ἔστι γὰρ ἀπάτη νικᾶν μέν , εἶναι δὲ ἀσύμφορον . ὅθεν τὴν ἀπὸ τῶν πραγμάτων ἀπόδειξιν εἰς συμμαχίαν
καὶ δανείζεσθαι καὶ εὔχεσθαι καὶ αἰτεῖσθαι ἀμοιβὰς καὶ χάριτας , ἀσύμφορον δὲ καὶ οὐκ ἐπ ' ἀγαθῷ κλέπτειν , ἁρπάζειν
4071491 θαρρουντως
ἀλλὰ καὶ τοῖς χαλκείοις ἂν αὐτὸν καὶ τοῖς ἄλλοις ἐργαστηρίοις θαρρούντως κελεύειν προσιέναι , οὗ τι μέλλουσι τοιοῦτον ἀκούσεσθαι ἢ
ἐπειδὴ δὲ ἀνεῖπεν οὗτος ὁ θεὸς φοιτᾶν παρ ' αὑτὸν θαρρούντως καὶ ἐπινέμεσθαι τὴν θάλατταν , καὶ τρόπον τε ὑπέδειξε
4062178 δοντα
ἀγῶνος κέκληνται , ἀλλ ' ἁμαξῶν καὶ ὑποζυγίων , ἃ δόντα σε βελτίω ποιήσει πρὸς ἀρχὴν ὁ Ζεὺς τιμώμενός τε
αἰδῶ ἀπορρίψαι ⌈ ἐκ τοῦ μὴ δοῦναι δάνειον [ μὴ δόντα δάνειον ] , ἐντραπῆναι , ἀποδιεντραπῆναι . , ἀποτροπιάσασθαι
4056138 κερδος
ἡδέως ὁρᾷ . Τῶν δυστυχούντων εὐτυχὴς οὐδεὶς φίλος . Τὸ κέρδος ἡγοῦ κέρδος ἂν δίκαιον ᾖ . Τὸ γὰρ θανεῖν
: ἱκανοὶ γὰρ οἱ ὑπάρχοντες ἐχθροὶ τῇ πόλει καὶ μέγα κέρδος νομίζοντες εἶναι τοὺς ἀδίκως ἐν ταῖς διαβολαῖς καθεστηκότας .
4045977 σον
ἀποκλῖναι ; Τὸν σόν τοι παράδειγμ ' ἔχων , τὸν σὸν δαίμονα , τὸν σόν , ὦ τλᾶμον Οἰδιπόδα ,
λυπεῖν τὸν Δία . στέλλου κομίζου : Πορεύου εἰς τὸν σὸν οἶκον , καὶ φύλαττε τὸν παρόντα νοῦν , ἤγουν
4043362 βελτιστον
ἅπαντα , ὅ τι ἂν δοκῇ ἐμοὶ καὶ σοὶ βουλευομένοις βέλτιστον εἶναι . ὥστε ὑπεραβέλτεροί εἰσιν αἱ προφάσεις καὶ αἰτίαι
ἐν αὐτοῖς ὥσπερ ἐν πόλει πολιτείαν καταστήσωμεν , καὶ τὸ βέλτιστον θεραπεύσαντες τῶν παρ ' ἡμῖν , τούτῳ ἀντικαταστήσωμεν φύλακα
4034203 ἐλπις
προκαρωθέντα : τὰ παρ ' οὖς , ἦρα ἐπὶ τούτοισιν ἐλπίς ; Ἐκ στροφωδέων ὑπόστασις ἰλυώδης , ὑποπέλιος , κακή
εὐτυχοῦντος ] κτωμένου . . ὑπερτέρου ] κρείττονος . . ἐλπίς ἐστι μολεῖν καὶ παραγενέσθαι νύκτερον τέλος : περιφραστικῶς νύκτα
4032127 ἐπεθηκας
γράφων ἐπιστολὴν σκώμμασί τε ἡμᾶς ἔτρωσας οὐκ ὀλίγοις καὶ τελευτῶν ἐπέθηκας ὡς κατασύραις ἡμᾶς ἐν τοῖς γράμμασι , καὶ ὅρκος
Ταντάλου τάλαντα : ἐπὶ τῶν σφόδρα πλουσίων . Τὸν Κολοφῶνα ἐπέθηκας : ἐπὶ μεγάλων πραγμάτων : καὶ ἐπὶ βεβαίου ψήφου
4031011 ἀγριδιον
ἀπὸ σαυτοῦ ἐμὲ καὶ τὸν Πειραιᾶ καὶ τὸν [ ] ἀγρίδιον καὶ τὴν Μουνυχίαν καὶ πάντα κατ ' ὀλίγον ὅπως
ἑώρα πολεμοῦντά τινα τῶν ἀγρογειτόνων πένητα καὶ βιαζόμενον ἑαυτῶι τὸ ἀγρίδιον πωλῆσαι , μέχρι μέν τινος ἐπιπλήττειν , τῆς δ
4022736 δουλειον
θυάδος ἀντὶ τοῦ τῆς ἁρπαγείσης Ἑλένης μόνῃ τῇ Αἴθρᾳ ζυγὸν δούλειον ἀμφήρεισαν οἱ τῶν Ἀθηναίων πορθηταί . ὁ δὲ νοῦς
πέμπε τὸν ἱκανὸν ἀπείργειν ἀπὸ τῆς πόλεως τῆς ἡμετέρας τὸν δούλειον ζυγὸν , τουτέστι τὸν δυνάμενον μὴ ἐᾶσαι ἡμᾶς γενέσθαι
3986258 φιλον
εἰς τὴν Ἀκράγαντα τὴν ἄκραν ἐτείχισε , πείσας τὸν δῆμον φίλον ὄντα συμμαχῆσαι Καρχηδονίων . ἐπανελθόντος δὲ αὐτοῦ εἰς τὴν
δέ ς ' οὔ τις ἐρύξει Φαιήκων : μὴ τοῦτο φίλον Διὶ πατρὶ γένοιτο . πομπὴν δ ' ἐς τόδ
3985926 ἀναφαιρετον
. . ἄνασσα : οὐκ ἀμφιέλισσα . . . . ἀναφαίρετον : ἀΐδιον : ἀπὸ τοῦ ἀφαιρῶ ἀφαίρετον καὶ ἀναφαίρετον
ἡμῖν ἀλλοτρίων ἀγαθῶν καὶ ταῦτα πεφρουρημένων κραταιᾷ χειρὶ πρὸς τὸ ἀναφαίρετον ; „ καὶ τοῖς δυσὶν ἐπιδραμόντες μικροῦ καταλεύουσιν αὐτοὺς
3972568 κρυπτεις
, τῷ τε νεόζυγι σῷ πώλῳ , τὸν ἐν αἰθέρι κρύπτεις σῶν γάμων γένναν : ἃ τὸν μέγαν τᾶσδε πόλεως
πού τι σεμνόν : Ὄντως σεβάσμιόν ἐστι καὶ μυστηριῶδες ὃ κρύπτεις ἐν ἑαυτῷ , καὶ οὐκ ἐμφαίνεις ἡμῖν . :
3962577 προκαλυμμα
ἐπεὶ δοκεῖ Κάδμος ἀπὸ Φοινίκης αὐτὰ κεκομικέναι . φορμός : προκάλυμμα ἢ πλεκτὸν ἀγγεῖον ἐκ φλοιοῦ , ἐν ᾧ εἰώθεσαν
καὶ πανταχοῦ προκέχυται ; νυνὶ δὲ καὶ ὃ μόνον εἶχε προκάλυμμα αἰδοῦς , ᾧ τὰ τῆς φύσεως ἀπόρρητα συνεσκίαζε ,
3920924 μειρακιωδης
ὡς ἡμεῖς φαμεν ἄριστος , ἀλλ ' ἀνόητός τε καὶ μειρακιώδης δόξα ἐμπεσοῦσα εὐδαιμονίας πέρι ὁρμήσει αὐτὸν διὰ δύναμιν ἐπὶ
δὲ πρεσβύτερα τῶν παίδων καὶ οἱ ἄνδρες , τουτέστιν ἡ μειρακιώδης καὶ ἀκμαστικὴ ἡλικία , τῷ ἐπὶ ξηρότητι σπασμῷ ὡς
3920367 φρονουντα
δὲ φαίη τις τῷ τυράννῳ ἐξεῖναι καὶ ἀποκτεῖναι τὸν εὖ φρονοῦντα , Τὸν δὲ ἀποκτείνοντα , ἔφη , τοὺς κρατίστους
καταγνοίη , τὸν δ ' ἐγκαταλιπόντα τὴν πατρίδα ὡς εὖ φρονοῦντα ἀθῷον ἀφείη ; ἐξουσίαν ἄρα δώσετε τῷ βουλομένῳ ,
3919420 συγκαταβηναι
κρίσεως τέλος : ἔτι τὸ μὲν Ἀθηνᾶς μέγεθος εἰς χελιδόνος συγκαταβῆναι ὄγκον , τὸ δὲ τοῦ Διὸς ἀξίωμα εἰς κύκνου
, εἰ δ ' ἀσθενεστέρᾳ χρῷτο τῇ δυνάμει , μηδὲ συγκαταβῆναι τὴν ἀρχὴν εἰς τὸν ἀγῶνα θαρρήσῃ : κακίαν μὲν
3917525 τεθραμμενον
, ὅταν τεκόντος αἰχμάλωτος ἐς χέρας ἡ πατρομήτωρ τὸν δνόφῳ τεθραμμένον βάλῃ νεογνὸν σκύμνον . ᾗ μόνῃ ζυγὸν δούλειον ἀμφήρεισαν
“ , ὡς ” τραφείς “ . ὥσπερ οὖν ” τεθραμμένον “ , οὕτω ” κεκλαμμένον “ ἔφη . φορμίδες
3916094 ἀκριτον
κολάσεως , ὃς οὐκ ἐᾷ τῶν πολιτῶν οὐθέν ' ἀποκτεῖναι ἄκριτον , συγχωρήσωμεν αὐτοῖς τὸ δίκαιον τοῦτο , καίπερ οὐδὲ
, τύμβον δ ' ἀμφ ' αὐτὴν ἕνα ποίεον ἐξαγαγόντες ἄκριτον ἐκ πεδίου , ποτὶ δ ' αὐτὸν τεῖχος ἔδειμαν
3910732 αἰκιζομενον
ἄνθρωπον , τὸ ἀνθρώπειον καὶ ἐπίκηρον πάθος , τύπτοντα καὶ αἰκιζόμενον τὸν ὁρῶντα , περιβλεψάμενος δὲ τὴν ὅλην ψυχὴν ὧδε
τῶν χειρῶν ἐμοὶ τῆς ὕβρεως ἀφορητότερον κατέστη : καὶ τὸν αἰκιζόμενον ἀτιμώρητον δια - φεύγοντα ἐπαναβαίνειν ὁσημέραι τῷ πένητι παρεκάλει
3896600 ὀφειλομενον
εἰπεῖν : Ἀγαθῇ τύχῃ . δεινὸς δὲ καὶ ἀπολαμβάνων ἀργύριον ὀφειλόμενον μάρτυρας παραλαβεῖν . καὶ χειμῶνος ὄντος μάχεσθαι τῷ παιδί
ἀργύριον δὲ ποτέρως ἂν πλέον ἀναλωθείη , εἰ τούτοις τὸ ὀφειλόμενον ἀποδοθείη , ἢ εἰ ταῦτά τε ὀφείλοιντο ἄλλους τε
3891165 δοκεοντα
λέγουσιν : οὐ γὰρ ὑπὸ μαντοσύνῃ ἀλλάσσεσθαι ὁκόσα τῇσι μοίρῃσι δοκέοντα ἐπέρχεται . Ἐγὼ δὲ πρὸς τάδε ἄμφω ἐκεῖνα ἔχω
' ἂν συμβουλευομένου τοῦ ἀστοῦ πολιήτης ἀνὴρ τὰ ἄριστά οἱ δοκέοντα εἶναι ὑποθέοιτο , εἰ μὴ πρόσω ἀρετῆς ἀνήκοι :
3890623 κρατιστον
καθελοῦντες ἀρχήν , εἰδότες , ὅτι πᾶν , ὅσον ἦν κράτιστον στρατιωτικὸν αὐτῶν , εἰς τὸν ἀγῶνα ἐκεῖνον ὥρμητο ,
νικήσαντες μὲν μικρὰ κερδαίνουσι Μέγαρα λαβόντες , νικηθέντες δὲ τὸ κράτιστον τῆς πόλεως ἀπολέσουσι . τὸ γὰρ μαχιμώτατον καὶ κράτιστον
3881745 κατθανειν
; Τίς δ ' οἶδεν εἰ τὸ ζῆν μέν ἐστι κατθανεῖν , τὸ πνεῖν δὲ δειπνεῖν , τὸ δὲ καθεύδειν
φησὶν τίς δ ' οἶδεν εἰ τὸ ζῆν μέν ἐστι κατθανεῖν , τὸ κατθανεῖν δὲ ζῆν κάτω νομίζεται ; καὶ
3881416 σωτηριην
ἡ ἕξις ἑκάστοισιν ἐκτεκνοῖ πάθεα καὶ εἴδεα παντοῖα : καίτοι σωτηρίην ἢ θάνατον φέρει γιγνωσκόμενα ἢ ἀγνοούμενα τὰ τοιαῦτα .
. Εὔπνοιαν δὲ χρὴ νομίζειν κάρτα μεγάλην δύναμιν ἔχειν ἐς σωτηρίην ἐν ἅπασι τοῖσιν ὀξέσι νουσήμασιν , ὅσα ξὺν πυρετοῖσίν
3876514 ἀλλασσουσα
σπαργάνων ἐρειπίοις θάλπουσα καὶ ψήχουσα καὶ πόνωι πόνον ἐκ νυκτὸς ἀλλάσσουσα τὸν καθ ' ἡμέραν . . . . :
χλανιδίων ἐρειπίοις θάλπουσα καὶ ψύχουσα καὶ πόνῳ πόνον ἐκ νυκτὸς ἀλλάσσουσα τὸν καθ ' ἡμέραν οἰκτρῶς θανεῖν μ ' ἄνωγε
3873290 ὀνειδος
καὶ τυραννικούς , Ἡσιόδου μὲν τὸ Ἔργον δ ' οὐδὲν ὄνειδος , ἀεργίη δέ τ ' ὄνειδος : τοῦτο δὴ
τὸν δὲ παράσιτον πλούσιος οὐδέποτε κοσμεῖ . ἄλλως τε οὐδὲ ὄνειδος αὐτῷ ἐστιν , ὡς σὺ φής , τὸ παρασιτεῖν
3872960 ἀκωλυτον
ἵνα τῇ τούτου λεπτότητι προοδεύῃ τοῦ αἵματος καὶ παρέχῃ αὐτῷ ἀκώλυτον τὴν δίοδον : ἐπὰν δὲ ἠθεισθῇ τὸ αὐτὸ περίττωμα
ἐξ αὐτῶν ἐπενεχθῆναι κακῶς . Τί οὖν ἐστι τὸ ποιοῦν ἀκώλυτον τὸν ἄνθρωπον καὶ αὐτεξούσιον ; πλοῦτος γὰρ οὐ ποιεῖ
3869990 ἰσοτιμον
τὸ διὰ μέσου ἐνθένδε ἐξῄρηται , τὸ ἰσήγορόν τε καὶ ἰσότιμον καὶ ξύννομον . Ὁ δὲ ἔρως οὐδενὶ οὕτως πολεμεῖ
τὰ Ἀργοναυτικά , . , . . . Ἀντάξιον : ἰσότιμον : ἄρσαντες κατὰ θυμόν , ὅπως ἀντάξιον ἔσται ,
3867760 ὑπουργειν
ταλαιπωρίας ἀφελεῖν . ὃ ποιήσας , ὅ τι δυναίμην ἂν ὑπουργεῖν , ἐπίταττε . καλὸν δὲ οἶμαι τῆς τῶν γραμμάτων
οὐχ ὑπακούοντος δὲ τοῦ Ἡρακλέους , Ζεὺς μὲν ἀπέστειλε διακελευόμενος ὑπουργεῖν Εὐρυσθεῖ , Ἡρακλῆς δὲ παρελθὼν εἰς Δελφοὺς καὶ περὶ
3863536 σωσεις
ἡμῖν , ἀρετῆς δὲ καὶ σοφίας ἐν ὀλίγοις , οὐ σώσεις μοι τὸν ἄνδρα καὶ βασιλικόν , φίλου καὶ βασιλέως
στρατηγὸς πρὸς τὸ στρατόπεδον μετὰ τὴν νίκην . Πανταχοῦ δὲ σώσεις τὸ οἰκεῖον πρέπον τοῖς ὑποκειμένοις προσώποις τε καὶ καιροῖς
3862443 συνερχομενη
ἢ ἀρρενομανής , εἰ δὲ γυνὴ ἔσται τριβὰς καὶ γυναικὶ συνερχομένη καὶ τὰ ἀνδρῶν ἔργα σχηματίζουσα . Τὸ δὲ μετὰ
συνερχόμενος , εἰ δὲ γυνὴ εἴη ἔσται τριβὰς καὶ γυναικὶ συνερχομένη καὶ ἀνδρῶν ἔργα ἐκτελεῖ . Τὸ δὲ τοῦ Ζυγοῦ
3857156 ἐντιμον
λέως εὐδαίμονος αὕτη ἡ τέχνη ἐπιδιδοῦσα , καὶ ἀνάγκη ἀρετὴν ἔντιμον εἶναι παρ ' οἷς φιλοσοφία σπουδῆς ἀξιοῦται , ἐν
ἅμα καὶ μὴ προθυμοῖτο τό γε αὑτοῦ μέρος , εἰς ἔντιμον χώραν καταφανεῖς ἄγων αὐτούς , ἑορτάς τε αὐτοῖς γίγνεσθαι
3847957 δρασαντα
ἀλλὰ τοῦ ἐξαμαρτόντος ἐστί , τό τε πάθος εἰς τὸν δράσαντα ἐλθὸν ἡμᾶς μὲν ἀπολύει τῆς αἰτίας , τὸν δὲ
μὴ ἐξεῖναι τρισαριστέα φονεύειν : ἐν δὲ μεταλήψει πρὸς τὸν δράσαντα μόνον ἀγωνίζεται , λέγων οὐ κατὰ τὸ δέον πεποιηκέναι
3846186 ἀζημιον
τοῖς οὖσι πολεμίοις καὶ αὐτὴν πολεμίαν ποιῆσαι φ ἀκέραιον : ἀζήμιον . τήν τε ξυνοίκισιν : τῆς Λέσβου εἰς τὴν
: εἰ δὲ ἀστρατήγητα ὑμῖν εἶναι τὰ κοινὰ διεγνώκατε , ἀζήμιον ἐκπέμψατε τοῦ δικαστηρίου : ἐκ δὲ τοῦ Καλλιξένου τοιοῦτος
3843446 καμνοντα
εἰϲ κρᾶϲιν αὐτοῦ β κοτύλαϲ τοῦ ὄξουϲ καὶ πότιζε τὸν κάμνοντα ἐν τῇ θερμῇ τοῦ βαλανείου ἐμβάϲει . τινὲϲ δὲ
δὲ τὸν καθ ' ὑποδορὰν τρόπον ἐκθήσομαι : σχηματίσαντες τὸν κάμνοντα λίνῳ πάχος ἔχοντι ἱκανὸν ἢ ῥάμματι εὐρώστῳ σφόδρα ,
3843437 ἀτυχημα
ἐνταῦθα ἀνθρώπους , καὶ ἐπειδὴ ἀνῳκίσθη αὐτοῖς ἡ πόλις , ἀτύχημα ἐκ Μακεδονίας δεύτερον σφᾶς ἔμελλεν ἐπιλήψεσθαι . πολιορκηθέντες γὰρ
δὴ συμβεβουλευκότος αὐτοῦ πόλεμον ἄρασθαι πρὸς Φίλιππον τὸ περὶ Χαιρώνειαν ἀτύχημα τῇ πόλει γέγονεν , ἀπὸ τῆς γνώμης αὐτὸ συνέστησεν
3836413 φαινοιτο
ἐὰν ἰϲχνὰ πάνυ καὶ οὐ ϲαρκώδη τὰ παρ ' ἑκάτερα φαίνοιτο ϲώματα , περιαιροῦμεν αὐτά . μετὰ δὲ τὴν χειρουργίαν
πεπανθέντος τοῦ καρποῦ , πέτεταί τε αὐτίκα καὶ ἐοικὸς κώνωπι φαίνοιτο ἄν : νῦν δὲ πρότερον , πρὶν ἢ τὸ
3835326 προσφερουσα
τοῖς πρώην ἡ τύχη , καθ ' ἕνα τῶν ἀγώνων προσφέρουσα , νῦν τι καινότερον ἐτεχνάσατο καθ ' ἡμῶν ,
κατεῖχε γὰρ αὐτὸν ἐπὶ τῆς ὑπατικῆς ἐξουσίας ἡ βουλὴ πολλὰς προσφέρουσα δεήσεις , ἐπεὶ τὸ τρίτον οἱ δήμαρχοι διεπράξαντο μὴ
3825264 τυραννικον
τῆς ἀντιλήψεως ἡ ἀντίθεσις χρώζει τὸ ὅλον τῆς ἀπολογίας τὸ τυραννικὸν συσκιάζουσα . β . Ἑτέρα μετάληψις . πᾶσα γὰρ
εἶναι τὸν μὲν οἰκοδεσποτοῦντα τὸν δὲ δεσπόζοντα τῆς γενέσεως , τυραννικὸν γίνεται τὸ σχῆμα : γίνονται γὰρ βασιλεῖς βασιλέων ἔνδοξοι
3819390 μακαριον
οἱ πλεῖστοι μεθ ' ἡδονῆς εἶναί φασι καὶ τὸν εὐδαίμονα μακάριον ὠνομάσθαι , οἷον ὡς ἂν εἴποις μάλα χαίροντα .
βίῳ γιγνόμενοι τὸν αὐτὸν λόγον φέρουσιν , ὡς οὐκ ἔσται μακάριον τὸ τῶν ἀνθρώπων γένος οὐδ ' εὔδαιμον . ἕπου
3815223 προπετες
〚 ! ! ! ! 〛 ὑπάρχουσαν : τὸ γὰρ προπετὲς [ ] τῆς ἀρνήσεως ἡ μεταμέλεια ! ! !
ἐγὼ μὲν ὢν μειράκιον : τοῦτό φησιν , ἵνα τὸ προπετὲς τῆς ῥήσεως ἐπὶ τὴν ἡλικίαν ἀνενέγκῃ καὶ ἐπὶ τὸ
3813949 ἀπολυθησεσθαι
γνώμης μηδὲ τοῖς βεβαίοις πιστεῦσαι τῶν τε δεινῶν μηδέποτε οἴεσθαι ἀπολυθήσεσθαι : καὶ μὴν καὶ ἄοκνοι πρὸς ὑμᾶς μελλητὰς καὶ
ἐπὶ τῆς πρώτης κλήσεως ὑπὸ τῶν ὀκτὼ καὶ ἐνενήκοντα λόχων ἀπολυθήσεσθαι τὸν ἄνδρα , εἰ δὲ μή γ ' ὑπὸ
3804560 κρεισσον
στρατηγῶν εὐκλεᾶ τ ' ἔχων φάτιν . ὀλίγον ἄλκιμον δόρυ κρεῖσσον στρατηγῶι μυρίου στρατεύματος . ὀλίγοι γὰρ ἐσθλοὶ κρείσσονες πολλῶν
τῇ ξυντυχίᾳ , προσένευσαν , ἡγησάμενοι ἐν τῷ αὐτίκα φόβῳ κρεῖσσον εἶναι σφίσιν ὑπὸ τῶν ἐν ταῖς ναυσίν , εἰ
3800791 ἐχθρον
παράγραφος . πιστεύω ἀπολεῖσθαι τὸν ἔχοντα ἐν τῷ σάκει τὸν ἐχθρὸν τοῦ Διὸς δαίμονα . πέποιθα ἀπολεῖσθαι τὸν ἔχοντα ἐν
ὑμνοῦσι Χρὴ δὲ πᾶν ἔρδοντ ' ἀμαυρῶσαι τὸν ἐχθρόν . ἐχθρὸν δέ που λέγει τὸν ἀντίπαλον . καὶ σχεδὸν ἔν
3799723 εὐχομενον
σύ γε τὸ τρίτον τοῦθ ' εὑρεῖν ἀπὸ τοῦ τὸν εὐχόμενον ἐμὲ κρύπτειν ὅπερ ηὐξάμην , καὶ δέδοικα δὴ μὴ
ἀνδρῶν ὀλλύντων τε καὶ ὀλλυμένων . τὸ γὰρ ὀλλύντων τὸ εὐχόμενον προσαποδέδοται , καὶ ἐλθόντων Ἀθηναίων καὶ Λακεδαιμονίων , Λακεδαιμονίων
3787573 ἀδοξιᾳ
: δόξα γὰρ τὸ ὅλον τοῦτο . δόξῃ δὲ καὶ ἀδοξίᾳ δουλεύειν , καὶ τοῦτ ' ἐν σκιαῖς , ὥς
οἱ ταῦτα λέγοντες ἀξιοῦσί μ ' ἔλθω , ἅμ ' ἀδοξίᾳ καὶ ἀπορίᾳ καὶ φόβῳ συνέξομαι . ὧν οὐδὲν ὑμεῖς
3786791 ἐπιφθονον
κρύφα βοηθούντων , ἐλπίσαντες τοὺς δυνατοὺς ἅπαντας αὐτίκα εἰς ἔγκλημα ἐπίφθονον ὑπάξεσθαι καὶ δικάσειν μὲν αὐτοί , γενομένων δ '
δ ' αὐτίκα . εὖ κεκόμψευσαι πονηρά : γλῶσς ' ἐπίφθονον σοφή . νοῦς δέ γ ' οὐ βέβαιος ἄδικον
3781754 ἀτιμον
γῆρας ὑπὲρ κεφαλῆς αὐτίχ ' ὑπερκρέμαται , ἐχθρὸν ὁμῶς καὶ ἄτιμον , ὅ τ ' ἄγνωστον τιθεῖ ἄνδρα , βλάπτει
τὰ Πέρσου γράμματα κατά τινας μὲν ἀνεῖλον κατά τινας δὲ ἄτιμον ἐποίησαν ὡς καὶ Ἄρθμιον τὸν Ζελείτην ἠτίμωσαν χρυσίον βαρβαρικὸν
3777721 χρεων
γὰρ αὐτὸν ἔτι νεανίαν ἐν ἀκμῇ τοῦ σώματος ὑπὸ τοῦ χρεὼν πρὸ μοίρας συνηρπασμένον . Ἦν δὲ παλαιὸν ἔθος τὰ
σὺν δίκῃ παραλάβοιεν ἐκ πατέρων , τούτων προορᾶσθαι καὶ ἐπιμελεῖσθαι χρεὼν ὑπηρεσίαν φιλοσοφίᾳ κτωμένους , αὐτοὺς δὲ πλοῦτον οὐκ ἐργαστέον
3763163 καλαμισκον
Πιττάλου ] οὗτος ἰατρὸς παρ ' Ἀθηναίοις . εἰς τὸν καλαμίσκον : τὸν χαλκοῦν ἢ ἀργυροῦν , οἵους ἔχουσιν οἱ
δακτύλοις , ἀνήθου σπέρματος δράκα , κόψας σήσας βάλε εἰς καλαμίσκον . ἐπὶ δὲ τῆς χρείας λαβὼν ἔλμιν ἢ γῆς
3761945 ποσει
δ ' ἐκεῖ σοι ζῶντί τ ' ἦ τῶι σῶι πόσει : καὶ νῦν φέρουσά σοι νέους ἥκω λόγους ,
τοῦ φαρμάκου . διὰ ταῦτα μὲν οὖν ἐπὶ τοῦ καθαρτικοῦ πόσει κελεύει τῆς πτισάνης ἐπιρροφεῖν : ἀρξαμένης δὲ γίνεσθαι τῆς
3757080 ἀμεμπτον
αὖ ἀφίστανται : αἰ δέ γε τὸν οἰκεῖόν τε καὶ ἄμεμπτον ἐκλελοιπυῖαι τόπον καὶ αὗται ἑπιδιαιροῦνται τῷ λόγῳ . Αἱ
ἀνδρείαν δέ , ἕξιν ἐν θαῤῥήσει καὶ φόβοις τοῖς μέσοις ἄμεμπτον : σωφροσύνην δέ , ἕξιν ἐν αἱρέσει καὶ φυγῇ
3751587 εὐνουν
οἰκουρὸν ἔσεσθαι τὴν γυναῖκα σημαίνει καὶ τῷ θεράπαιναν ὠνήσασθαι βουλομένῳ εὔνουν ἔσεσθαι τὴν θεράπαιναν προαγορεύει . ἀποδημεῖν δὲ κωλύει ἀποκλεισμοῦ
περὶ τῶν κατὰ μέρος ἀπολογησάμενος , ἅπασαν ἔσχε τὴν βουλὴν εὔνουν . οἱ δὲ περὶ τὸν Κριτίαν φοβούμενοι τὸν ἄνδρα
3750928 ἁμαρτημα
ἐρεῖς ἐν τῷ η : τὸ γὰρ ἐν τῷ ε ἁμάρτημα . καὶ γὰρ ὑποδήσασθαι λέγεται , οὐχ ὑποδέσασθαι .
ἔθετο , ἐπιστείλας τῇ συγκλήτῳ καὶ παραμυθησάμενος ἀσέβημά τε καὶ ἁμάρτημα τηλικοῦτον , φήσας ἀνθρώπινόν τι πεπονθέναι πάθος : ἔρωτι
3749589 αἱρησεσθε
' ἐν τοῖς ὅπλοις ἐστὶ τὸ διατηρῆσαι , συνεξελεῖν μᾶλλον αἱρήσεσθε ; οὐκ ἂν παρέλθοιμι τὸ τῶν Ἀργείων ἐκείνων ,
, ὥστε ἐκ περιττοῦ ᾑρήσεται . ἀλλὰ δὴ βελτίονα ἡμῶν αἱρήσεσθε . τῇ μὲν ἀληθείᾳ , ὡς ἐγᾦμαι , ἀδύνατον
3740531 συνοντα
ἄτεκνον , τὸν πλούσιον , ᾧ σε τὰ πολλὰ ᾔδειν συνόντα . Ἐκεῖνον αὐτὸν ἀεὶ ἐθεράπευον ὑπισχνούμενον ἐπ ' ἐμοὶ
καὶ παλίμβολον τὸ ἦθος , ἀλλ ' ἁπλῶς τῷ Ἀγαμέμνονι συνόντα καὶ τοῖς ἄλλοις ἅπασι καὶ εἰς τὸ στρατόπεδον ,
3737255 ἐφεστωτα
ἄνθρωποι βαδίζοντα μὲν αὐτὸν μέγα , κεχηνότα δὲ τοσοῦτον , ἐφεστῶτα δὲ ὀκρίβασιν οὕτως ὑψηλοῖς τερατώδη τε τὰ περὶ αὐτὸν
ἀγρῷ ἐπιτρόπου ἢ οἰκονόμου . μεʹ . ὅτι δεῖ τὸν ἐφεστῶτα ἐφημερίδα τῶν ἔργων ἔχειν καὶ πῶς αὐτὸν προσήκει τάξεις
3736251 ἐμοις
πέμψω σῆς νόσου πρὸς Ἴλιον : τὸ δεύτερον γὰρ τοῖς ἐμοῖς αὐτὴν χρεὼν τόξοις ἁλῶναι . Τοῦτο δ ' ἐννοεῖθ
, καὶ Κυρῖνε δαῖμον ἐπίτροπε Ῥωμαίων ἡγεμονίας , διδοίητε τοῖς ἐμοῖς παιδικοῖς ἐρᾶν μὲν Ῥώμης , ἀντερᾶσθαι δὲ ὑπὸ Ῥώμης
3736248 δοκιμασαντα
αὐτὸν ἐν τῷ ἀγῶνι καὶ παραλιπεῖν ἐν τῷ λόγῳ , δοκιμάσαντα ὡς περιττά . . . . ἀπογνῶναι ] οἷον
ἀλλ ' ἐν τοῖς καθημερινοῖς γυμνασίοις ἕκαστον τῶν σχημάτων πολλάκις δοκιμάσαντα καὶ τὸ εὐχερέστερον καὶ τὸ ὠφελιμώτερον γνόντα , τότε
3735091 ψογον
χρὴ δώματα ναίειν καὶ τόπος εὔφρων . πᾶς τις ἐπειπεῖν ψόγον ἀλλοθρόοις εὔτυκος : εἴη δὲ τὰ λῷστα . ξύν
πολλῶν ἐπαίνου , τῆς αὑτοῦ γνώμης ἡγούμενος κυριώτερον τὸν ἐκείνων ψόγον τε καὶ ἔπαινον , οὕτως ἕκαστα πράξει καὶ προθυμή
3730712 λυσιτελες
τινι κρείττονι χείρονα , ὅπου γε μὴν τῷ πλουσίῳ τοῦτο λυσιτελές ἐστιν , τὸ τρέφειν τὸν παράσιτον , ᾧ γε
' ἡμῶν . χρήσιμον μὲν οὖν ἐστι τὸ ἐκ περιουσίας λυσιτελές : ἀναγκαῖον δὲ δὲ ὅπερ ἐξ ἀνάγκης αἱρούμεθα :
3729235 ἐνδιαιτασθαι
ὑπὸ τῆς καθ ' ἑκάστην ἡμέραν ἀδιαστάτου θρύψεως ἀρετὴ πέφυκεν ἐνδιαιτᾶσθαι , κακουμένη δὲ μετανίσταται πρότερον ἀπόλειψιν χρηματίσασα πρὸς τὸν
, πάσης δὲ χέρσου καὶ πόλισμα καὶ δόμος ἕτοιμος ἡμῖν ἐνδιαιτᾶσθαι πάρα . Κράτης Κράτητα χρημάτων ἀποστερεῖ ἐλευθεροῖ Κράτητα Θηβαῖον
3728471 αἱρουμενον
ἂν ἑνὸς ἄρχοντος χρεία συμβαίνῃ , τὸν ταῦτα ἀμφότερα ἔχοντα αἱρούμενον ἐπιστάτην : οὗ δ ' ἂν πλειόνων , τούτων
ἢ παντάπασι παιδαρίου γνώμην ἔχει . δεῖ τὸν πολιτῶν προστατεῖν αἱρούμενον τὴν τοῦ λόγου μὲν δύναμιν οὐκ ἐπίφθονον , ἤθει
3726105 ὀρεγομενον
κινεῖ καὶ πᾶν θήραμα τοὺς θηρῶντας καὶ πᾶν ὀρεκτὸν τὸν ὀρεγόμενον , οὕτω καὶ τὴν ψυχὴν τὰ ἔξωθεν ἂν κινοῖεν
. κἂν φύσει δὲ βορὸν ᾖ τὸ νήπιον καὶ πλείονος ὀρεγόμενον τροφῆς ἧς δύναται κρατεῖν , ἀποπερισπᾶν τὴν διάνοιαν αὐτοῦ
3720252 καταπληξις
ἧκεν ἐπὶ τὴν ναῦν , τοῦ τριηράρχου δορυφοροῦντος αὐτήν , κατάπληξις εὐθὺς ἦν πάντων καὶ ταραχὴ διαθεόντων . εἶτά τις
Ὄκνος : αἰσχύνη : δεῖμα : δέος : ἔκπληξις : κατάπληξις : [ δειλία : ] ψοφοδέεια : ἀγωνία :
3714550 σωφρονειν
παθεῖν , ὥσπερ ἐστὶν προσῆκον φάσκοντάς γε μηδένων ἀπολείπεσθαι τῷ σωφρονεῖν , φυλάξησθε . Οὐχὶ τὸν αὐτὸν εἶναι καιρὸν ὑπείληφ
εἰσι μᾶλλον καὶ ἀνδρεῖοι , ἔστι δὲ καὶ δικαιοπραγεῖν καὶ σωφρονεῖν μᾶλλον καὶ ἧττον . εἰ δὲ ταῖς ἡδοναῖς ,
3712262 ἀδικουμενον
καὶ ἀνθρώπῳ ἐντυχόντα ἐκτρέπεσθαι αὐτόν : ὅταν δὲ ὑπὸ θηρίου ἀδικούμενον θεάσηται αὐτόν , ἐπαμύνει αὐτῷ . Ἐκ τοῦ Τιμοθέου
: ἕν ἐστι κέρδος τῷ τεθνηκότι , τὸ ἑαυτὸν ἐκδικῆσαι ἀδικούμενον καὶ χωρὶς αἰσχύνης καὶ μετ ' εὐκλείας θανεῖν :
3708970 σῃ
ἔργον ἐργασάμεναι οὐδ ' ἐλάττονος ἄξιον εὐφημίας τῶν ἐν τῇ σῇ πόλει τρεφομένων γυναικῶν , ἃς σὺ κελεύεις μετὰ τῶν
ὕπνῳ , ὥστε δόξει ἐμὲ ὁρέων σὲ εἶναι , τῇ σῇ ἐσθῆτι τεκμαιρόμενον . Εἰ δὲ ἐμὲ μὲν ἐν οὐδενὶ
3706480 ἀδεες
δὲ ἀτρεμοῦσα καὶ μάλα ἐγκρατῶς ἐντίθησίν οἱ τὸ κατὰ μικρὰ ἀδεές . προσελθόντος δὲ καὶ παραμένοντος ἀπαθοῦς καὶ οἱ μετέωροι
, καὶ τὸ θηλυκὸν [ ἀδεής ] καὶ τὸ οὐδέτερον ἀδεές , πλεονασμῷ ἑτέρου δ ἀδδεές , . , .
3700113 ἀδοξοις
τῷ δήμῳ μὴ προέσθαι τὴν ἐλευθερίαν ποτὲ , μηδὲ χαίρειν ἀδόξοις ἐπιτηδεύμασιν , ἀλλὰ φιλοτιμεῖσθαι τοῖς κατορθώμασιν : οὐ ταύτην
ἀδόξοις πρέπει τὰ ἄδοξα πράττειν : ἐπεὶ καὶ οἰκεῖον τοῖς ἀδόξοις τὸ ἄδοξον : καὶ ἐν τούτῳ γὰρ , ὅτι
3692167 θελοντι
σοὶ θέλεις παρακαταθῶμαι , ἀνθρώπῳ τὴν ἑαυτοῦ προαίρεσιν ἠτιμακότι , θέλοντι δὲ κερματίου τυχεῖν ἢ ἀρχῆς τινος ἢ προαγωγῆς ἐν
: φησὶ γὰρ δεῖν αὐτῷ ὀφθαλμῶν πολλῶν . ἀποδημεῖν δὲ θέλοντι πλάνην προδηλοῖ καὶ πλέοντι παλινδρομίαν διὰ τὸ περιέλκειν τοὺς
3684019 παραναλωμα
διὰ τοῦ πυρός . ἢ τὸν ἄξιον γενέσθαι ἔργον καὶ παρανάλωμα λάων , τουτέστι λίθων . . τὸν λεωργὸν ]
ἢ ζῶν οὐδέν εἰμι : τί γὰρ Ἀθηναίοις , εἰ παρανάλωμα Δημάδης ; δακρύσει δέ μου τὴν ἀπώλειαν οὐχ ὁ
3678440 ἀντιπραττουσης
προσέθηκε τῷ λόγῳ τὸ εἰς ὅσον ἐγχωρεῖ . δυνάμεως γὰρ ἀντιπραττούσης , οὐκ ἂν παραληφθείη οὐχ ὅτι λουτρὸν , ἀλλ
κατὰ τέχνην . Φύσεως χρεία διὰ τί ; ἐπειδὴ φύσεως ἀντιπραττούσης πάντα κενά . Τί δὲ εἰ φύσιν τις ἔχοι
3671815 προκαλουμενον
δὲ καὶ ἀρχῶν ὀρέξεις τὸ φίλαρχον τὸ ἐν ἡμῖν ἔχουσι προκαλούμενον . Καὶ αἱ μὲν γινόμεναι ὑπὲρ τοῦ μὴ παθεῖν
δ ' ἐπὶ τούτῳ κοινωνίας ὁμονοητικῆς συνδετικόν , δόσεις τε προκαλούμενον τὰς ἐκ θεῶν καταπεμπομένας πρὸ τοῦ λόγου , καὶ
3669041 ἀντισχοντα
μηδὲ τῇ ῥύμῃ τῆς ἐκείνου φορᾶς κατασυρῆναι , βιάσασθαι δὲ ἀντισχόντα κἄν , εἰ μὴ δύναιτο , ἀποδρᾶναι ; δευτέρα
. τότε δή φασι τὸν Καλλικρατίδαν λαμπρῶς ἀγωνισάμενον καὶ πολὺν ἀντισχόντα χρόνον , τὸ τελευταῖον ὑπὸ τοῦ πλήθους πανταχόθεν τιτρωσκόμενον
3668633 βλαβερον
ἀϲιτία γὰρ ἐπὶ τῶν τοιούτων κράϲεων πυρεττόντων μάλιϲτα οὐχ ἁπλῶϲ βλαβερόν , ἀλλ ' εἴπερ τι καὶ ἄλλο τῶν ἄλλων
ὄνομα μόνον ψιλὸν λέγωμεν , οἷον τὸ ὠφέλιμον ἢ καὶ βλαβερόν . ἑκάστῃ . ἐπιρρηματικῶς ἀκουστέον ἀντὶ τοῦ ἑκασταχοῦ .
3667815 οἰωνοις
καὶ τοὔνομα τῆς βασιλικῆς ἐξουσίας πάτριον ὑπάρχον ἡμῖν καὶ σὺν οἰωνοῖς αἰσίοις θεῶν ἐπικυρωσάντων παρεληλυθὸς εἰς τὴν πόλιν αὐτῆς ἕνεκα
λογισμόν , ὅτι καθέδρα μέν ἐστι καὶ στάσις ἀρίστη τῶν οἰωνοῖς μαντευομένων ἡ βλέπουσα πρὸς ἀνατολάς , ὅθεν ἡλίου τε
3665569 μηδε
τῶν βρωμάτων ἡδονῆς , ἀλλὰ κατὰ συμβεβηκός . φησὶ δὲ μηδὲ τοῖς ἄλλοις ζῴοις κατὰ ταύτας εἶναι τὰς αἰσθήσεις ἡδονήν
πολλὰ μὲν οὖν ἐβουλεύσατο τὸ μηδ ' ὅλως φωνὴν ἀφεῖναι μηδὲ κινεῖσθαι : τὸ γὰρ μέλλον οὐκ ἦν ἀπροόρατον αὐτῷ
3665545 ἡττασθαι
ἑτέρων ὁ Ἀννίβας τοῖς χορτολογοῦσιν αὐτῶν ἢ ξυλευομένοις ἐπιτιθέμενος ὑπεκρίνετο ἡττᾶσθαι καὶ περὶ ἐσχάτην ποτὲ φυλακὴν ἐκίνει τὸ πλῆθος ὡς
φημι καὶ ἀπειροκαλίας , φιλοφρονημάτων δὲ καὶ μικρῶν πάνυ ἔγωγε ἡττᾶσθαι ὁμολογῶ . Παρέχει δὲ ἡμῖν καὶ ἄλλα καλλίω ,
3663599 κρατουν
γὰρ ψυχὴ καὶ ἓν ἔργον . Τὸ γὰρ ἡγεμονοῦν ἓν κρατοῦν ἀεί , καὶ οὐχ ὁτὲ μὲν κρατοῦν , ὁτὲ
πῦρ δὲ παγκρατές : ὁ νοῦς : τὸ δὲ πάντων κρατοῦν πῦρ , ᾧ ἀπείκαζεν ἑαυτὴν ἡ Θέτις , καὶ

Back