γράφων ἐπιστολὴν σκώμμασί τε ἡμᾶς ἔτρωσας οὐκ ὀλίγοις καὶ τελευτῶν ἐπέθηκας ὡς κατασύραις ἡμᾶς ἐν τοῖς γράμμασι , καὶ ὅρκος
Ταντάλου τάλαντα : ἐπὶ τῶν σφόδρα πλουσίων . Τὸν Κολοφῶνα ἐπέθηκας : ἐπὶ μεγάλων πραγμάτων : καὶ ἐπὶ βεβαίου ψήφου
6179821 ὑψιστον
καὶ κλαυθμοῖσι φηλώσας πρόμον . ὃν Βομβυλείας κλιτὺς ἡ Τεμμικία ὕψιστον ἡμῖν πῆμ ' ἐτέκνωσέν ποτε , μόνος πρὸς οἴκους
, τὴν δύναμιν τοῦ θεοῦ παρατιθέμενος , οὐκ ὀκνεῖ καὶ ὕψιστον αὐτὸν προσαγορεύειν διὰ τούτων : . , § :
6152194 ἐμον
ὅλην ὑφαντικὴν ἐδήλωσε . καὶ ὅμηρος : ἱστὸν ἐποιχομένην καὶ ἐμὸν λέχος ἀντιόωσαν : Τοῦτο βούλεται εἰπεῖν , ὡς ,
Ἰνάχῳ Πλούτωνος δ ' ἐπείσοδος : καὶ πάλιν τοιόνδ ' ἐμὸν Πλούτων ' ἀμεμφίας χάριν . Ἄλλως . 〛 τὸν
6056030 σον
ἀποκλῖναι ; Τὸν σόν τοι παράδειγμ ' ἔχων , τὸν σὸν δαίμονα , τὸν σόν , ὦ τλᾶμον Οἰδιπόδα ,
λυπεῖν τὸν Δία . στέλλου κομίζου : Πορεύου εἰς τὸν σὸν οἶκον , καὶ φύλαττε τὸν παρόντα νοῦν , ἤγουν
6023238 ἀθλιον
ἐν τῇ γενικῇ , οἷον . . ὁρᾷς τὸν Ἀκταίωνος ἄθλιον μόρον : παρώνυμόν ἐστι καὶ οὐκ ἀπὸ τῶν εἰς
καὶ ταλαιπωρίας . Ἔτι δὲ οὐδὲ δείλαιον γῆρας , ἤγουν ἄθλιον , ἐπῆν αὐτοῖς : ἀεὶ δὲ κατὰ τοὺς πόδας
5938162 ἀνδρ
' Ἑρμῆ , μὴ λέγε , ἀλλ ' ἔα τὸν ἄνδρ ' ἐκεῖνον οὗπέρ ἐστ ' εἶναι κάτω : οὐ
τεμένεα νέμεται καὶ δαῖτας ἐΐσας δαίνυται , ἃς ἐπέοικε δικασπόλον ἄνδρ ' ἀλεγύνειν : πάντες γὰρ καλέουσι . πατὴρ δὲ
5919039 Ὀλυμπιονικαν
. ἐνίκησε δὲ οὗτος ἑβδομηκοστὴν τετάρτην Ὀλυμπιάδα . . Τὸν Ὀλυμπιονίκαν : ὁ λόγος πρὸς τὰς Μούσας , ἢ πρὸς
τε πρὸς τὸ κῶμον συναπτέον , ἵν ' ᾖ τὸ Ὀλυμπιονίκαν καὶ τὸ κῶμον ταὐτόν , οὕτω : δέξαι εὐμενῶς
5727104 δειξον
Ἐλάλησε δὲ Ἱερεμίας λέγων : Παρακαλῶ σε , κύριε , δεῖξόν μοι τὶ ποιήσω Ἀβιμέλεχ τῷ Αἰθίοπι , ὅτι πολλὰς
εἶναι , ἄρα πῶς προκόπτεις ; Σὺ οὖν ἐνταῦθά μοι δεῖξόν σου τὴν προκοπήν . καθάπερ εἰ ἀθλητῇ διελεγόμην δεῖξόν
5711772 τονδ
ἐνθάδε ναίων , Ἴακχ ' , ὦ Ἴακχε , ἐλθὲ τόνδ ' ἀνὰ λειμῶνα χορεύσων ὁσίους εἰς θιασώτας , πολύκαρπον
' ἐπιστήμην νοητοῦ ὡς ἔστιν θεὸς δογματίζων ὁρᾷς τὸν ὑψοῦ τόνδ ' ἄπειρον αἰθέρα καὶ γῆν πέριξ ἔχοντα ὑγραῖς ἐν
5708797 θανειν
, πρός τι χωρίον Λίβυσσαν καλούμενον τῇ κλήσει , δοκῶν θανεῖν εἰς Λίβυσσαν πατρίδα τὴν οἰκείαν . ἦν γὰρ Ἀννίβᾳ
μέγας γὰρ ἁγὼν καὶ βλέπω δύο ῥοπάς : ἢ γὰρ θανεῖν δεῖ μ ' , ἢν ἁλῶ τεχνωμένη , ἢ
5663867 ὠιμην
κατέλιπες καὶ τὴν ἐμὴν μητέρα παρ ' ἧι παιδεύεται . ὤιμην δὲ μακάριός τις εἶναι τῶι βίωι , ἐλθεῖν δ
Ἥλιον [ ] οσως ? Κλεόστρατος [ ] υν ? ὤιμην ἐγώ [ ] α ? ποῦ ' στιν ;
5655972 κἀμε
νικήσαντα δέ , εἰ μὲν ἐχθρὸς εἶ τῆς πατρίδος , κἀμὲ ἡγεῖσθαι πολέμιον , ἃ ἔδοξα συνοίσειν αὐτῇ , βουληθέντα
Παναίτιος : ὅς ῥ ' ἐτέλεσσε καὶ ψυχὴν θνητήν , κἀμὲ νόθον † τελέσαι . Θεωρίαν ἀπάξειν . θεωρίαν ἀπάξειν
5613574 δημιον
ληφθεὶς δέ ποτε ἐπ ' αὐτοφώρῳ καὶ περιαγκωνισθεὶς ἐπὶ τὸν δήμιον ἀπήγετο . τῆς δὲ μητρὸς ἐπακολουθούσης αὐτῷ καὶ στερνοκοπούσης
γύναι , τὸν φόνον , δεύτερον ἀγωνιστὴν τοῦ δράματος ἔχουσα δήμιον δοῦλον , σφαγέα δεσπότου , μαστιγίαν ἀνδρὸς ἀλιτήριον ,
5557026 παρεδωκας
Βαβυλῶνα ἤχθην , διὰ σὲ παρέστην δικαστηρίῳ . πόσοις με παρέδωκας ; λῃσταῖς , θαλάττῃ , τάφῳ , δουλείᾳ ,
ἀλλὰ πολὺ πρότερον τὴν ὄρεξιν : εἰ δὲ μή , παρέδωκας σαυτὸν δοῦλον , ὑπέθηκας τὸν τράχηλον , † ἂν
5556267 κριτην
δ ' ἐτίθεσαν τὰς ἰδίας σύριγγας . προσέτι δὲ τὸν κριτὴν ὁ Δάφνις εὖ μάλα ᾄσας προσηγάγετο μαθητεῦσαι ἑαυτῷ .
δὲ πρὸς αὐτὸν , ἔστω νοσεῖν με , κατὰ σὲ κριτὴν , εἰ νόσημά ἐστι καὶ παραφροσύνη καὶ μανία τὸ
5554259 ἡγῃ
εἰς ἀμετρίαν . Τί μήν ; Ἀλήθειαν δ ' ἀμετρίᾳ ἡγῇ συγγενῆ εἶναι ἢ ἐμμετρίᾳ ; Ἐμμετρίᾳ . Ἔμμετρον ἄρα
δὲ καὶ σὺ καὶ δύνασαι καὶ Προκόπιον ἕνα τῶν φίλων ἡγῇ καὶ φιλεῖν ὅλως οὐχ ἧττον ἢ ἄρχειν ἐπίστασαι .
5552263 ἑταιρον
πολλαῖς ἡμέραις μικρὸν ἀνύσῃ μέτρον . πέρασον οὖν ἡμῖν τὸν ἑταῖρον οὐ τὸν Δαιδάλου τρόπον , ἀλλ ' οἶσθα ὃ
καὶ γὰρ καὶ ταῦτα αὐτῷ ὑπάρχει . Ἑρέννιον τὸν ἐμὸν ἑταῖρον φθάνεις μὲν ἐπιστάμενος , οὔπω δὲ ἱκανῶς , ὅσον
5535607 πατερ
καὶ γράφων πρὸς τὸν πατέρα ἔλεγε : Σύγχαιρε ἡμῖν , πάτερ , ἤδη γὰρ ἡμᾶς τὰ βιβλία τρέφει . Σχολαστικὸς
δὲ καὶ παρ ' Ὁμήρῳ εὐχομένου Ἕλληνος ἀνδρός , Ζεῦ πάτερ , ἢ Αἴαντα λαχεῖν , ἢ Τυδέος υἱόν ,
5527735 ἀμον
ἐν ἐκθέσει δὲ στίχοι ἰαμβικοὶ τρίμετροι ἀκατάληκτοι ἕξ . τὸν ἀμόν νυν ἀντίπαλον ] ἀντισπαστικὰ κῶλα εʹ . τὰ δʹ
Μὴ τάσσε : χώρει δ ' ἔνθαπερ κατέκτανες πατέρα τὸν ἀμόν , ὡς ἂν ἐν ταὐτῷ θάνῃς . Ἦ πᾶς
5505912 ἐλευθερον
ζηλώσαντες καὶ τὸ εὔδαιμον τὸ ἐλεύθερον , τὸ δ ' ἐλεύθερον τὸ εὔψυχον κρίναντες μὴ περιορᾶσθε τοὺς πολεμικοὺς κινδύνους .
δυστυχέστατον ὑπάρχειν , αὐτὸ δὲ τοῦτο ὅτι , ἐστὶ τὸ ἐλεύθερον εἶναι ἢ ὅτι , τὸ δουλεύειν , οὐκ ἴσασιν
5471086 φιλον
εἰς τὴν Ἀκράγαντα τὴν ἄκραν ἐτείχισε , πείσας τὸν δῆμον φίλον ὄντα συμμαχῆσαι Καρχηδονίων . ἐπανελθόντος δὲ αὐτοῦ εἰς τὴν
δέ ς ' οὔ τις ἐρύξει Φαιήκων : μὴ τοῦτο φίλον Διὶ πατρὶ γένοιτο . πομπὴν δ ' ἐς τόδ
5461301 ἡγου
Τὸ μὴ δικαίως εὐσεβεῖν φέρει ψόγον . Τὴν ἐπιμέλειαν παντὸς ἡγοῦ κυρίαν . Τὸ μηδὲν ἀδικεῖν καὶ καλοὺς ἡμᾶς ποιεῖ
δ ' ἐς τυράννους ἐστί σοι λελεγμένα , πᾶν κέρδος ἡγοῦ ζημιουμένη φυγῆι . κἀγὼ μὲν αἰεὶ βασιλέων θυμουμένων ὀργὰς
5439449 συμβουλον
εἰς τὴν Ἀσίαν στρατηγός , ἐπιλεξάμενος τὸν ἄριστον τῶν φίλων σύμβουλον Κόιντον Ῥοτίλιον μετ ' αὐτοῦ συνήδρευε βουλευόμενος καὶ πάντα
μέχρι τούτου χρόνῳ διαφέρεσθαι ; ἐγὼ δ ' οὔτε τὸν σύμβουλον οὔτε τοὺς χρωμένους ἡγοῦμαι τοῦτο δεῖν σκοπεῖν , τὸν
5433603 Φαμι
ἀγαθός . . . . . . Ἐν ταὐτῷ . Φαμὶ δὴ τὸν ἀγαθὸν ἄνδρα τοῦτον εἶμεν , τὸν πράγμασι
. . . Ἱπποδάμου Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ πολιτείας . Φαμὶ δ ' ἐγὼ ἐς μοίρας τρεῖς διεστάσθαι τὴν σύμπασαν
5424139 εἰργασω
ὁθούνεκ ' αὐτὸς αὐτὸν οὔτε νῦν καλὰ δρᾷς οὔτε πρόσθεν εἰργάσω βίᾳ φίλων , ὀργῇ χάριν δοὺς ἥ ς '
ἐξάρχουσα θρήνων τοῖς νεκροῖς : φερώνυμος : πολλὰ γὰρ νείκεα εἰργάσω : σὰ δ ' ἔρις οὐκ ἔρις : ἡ
5414118 γεροντ
σε μήτηρ ; ἐγὼ μὲν οὐκ ἰδὼν τἀκεῖ κακὰ δακρύοις γέροντ ' ὀφθαλμὸν ἐκτήκω τάλας . ἓν γοῦν λόγοισι τοῖς
' ἄμμοροι τέκνων . τί σοι πρὸς Ἕκτορ ' ἢ γέροντ ' εἴπω πόσιν ; ἄγγελλε πασῶν ἀθλιωτάτην ἐμέ .
5412314 ἡγησαι
νοήσεις τὸν θεόν : μηδὲν ἀδύνατον σεαυτῷ ὑποστησάμενος , σεαυτὸν ἥγησαι ἀθάνατον καὶ πάντα δυνάμενον νοῆσαι , πᾶσαν μὲν τέχνην
πάνυ : ἀντὶ τοῦ μεγάλως τιμᾷς : καὶ μέγ ' ἥγησαι τόδε : καὶ μέγα τοῦτο νομίζεις , τὸ ἄρχειν
5402816 νομιζε
παρέχει . ἔτι καὶ τὰ μὴ ἐξ ὁλοκλήρου μνημονευόμενα ἄκριτα νόμιζε , ἐάν τε τὸ μέσον ἐάν τε τὸ πέρας
πάθος , ὥστε δακρύων παντοδαπῶν τὴν εἰκόνα γίνεσθαι πρόφασιν . νόμιζε τοίνυν , ἃς ἐκάθισας ἐν πένθει γυναῖκας , ἐνταῦθά
5400724 ἀνηνυτον
δυνησόμενος θρασέως τὴν τῶν Αἰακιδῶν ἀρετὴν διεξιέναι : πολλοῖς γὰρ ἀνήνυτόν φησι τοῦτο . ἀλλὰ γὰρ ἀνάπαυσις ἐν παντὶ γλυκεῖα
πᾶν δὲ διάστημα διὰ τὸ τὴν εἰς ἄπειρον ἐπιδέχεσθαι τομὴν ἀνήνυτόν ἐστιν , ὥστ ' οὐδὲ κινούμενόν τι ἔσται .
5395797 φιλτατον
εἶτα βαρύφωνος γέρων , τηθίδος πατήρ , ἔπειτα γραῦς καλοῦσα φίλτατον . ὃ δ ' ἐπινεύει πᾶσι τούτοις . οὐθεὶς
βλέπεις τ [ καὶ πρῶτον αὐτὴν κατὰ μόνας [ τὸν φίλτατον καὶ τὸν γλυκύτατον [ ] ! οτρ ? ?
5376416 εὐεργετην
παρασύροιμεν ὀλέθριον μόρον καὶ οὐ προθυμίᾳ πρὸς τοῦτον χρώμεθα ὡς εὐεργέτην καὶ τῶν κακῶν ἀπαλλαγήν , εἰ καὶ ὀλέθριος δοκεῖ
ἐν ἅπαντι τῷ ἑαυτοῦ βίῳ . τοῦτον οὖν τὸν τοσοῦτον εὐεργέτην ἐν τρισὶ καὶ τεσσαράκοντα ἐνιαυτοῖς , οὓς ἐπεκράτησεν Αἰγύπτου
5355186 κτανειν
] [ ] συνάορον [ ] υς δὲ καί φησιν κτανεῖν [ σαφῶς ] ποινὰς ὅπως [ ἐκλέγοιεν ] ἄν
: ποῦ γὰρ ἄγγελοι ; ἥξουσιν : οὔτοι βασιλέα φαῦλον κτανεῖν . ὦ καλλίνικοι παρθένοι Μυκηνίδες , νικῶντ ' Ὀρέστην
5352206 εὑρες
τῶν δὲ δυνατωτέρων αἱ πράξεις . εἰ μὲν οὖν κακὸν εὗρες ἐπὶ τῆς ἀρχῆς τὸν ἄνδρα καὶ μεμφομένους αὐτῷ τοὺς
ἀπόδος , Β βασιλεῖ , Δ Διονυσίῳ , Ο ὃν εὗρες , Ε ἐνθάδε , Θ θησαυρόν , Χ χρυσίου
5327131 οἰωνον
βοῶν ἀπωλείας ἀγγελθείσης τῷ Τειρεσίᾳ ἐκεῖνος παραλαβὼν τὸν Ἑρμῆν ἐξῆλθεν οἰωνόν τινα περὶ τοῦ κλέπτου σκεψόμενος καὶ τούτῳ παρῄνει φράζειν
ἐπιτίθεσθαι τῷ αἰετῷ καθημένῳ : οὐ μέντοι χρηματιστικὸν εἶναι τὸν οἰωνόν : τὸν γὰρ αἰετὸν πετόμενον μᾶλλον λαμβάνειν τὰ ἐπιτήδεια
5323284 ἀνελεγκτον
φθαρτοῦ . τί δὲ καὶ τὸ τῆς πλάνης ἐπὶ τοσοῦτον ἀνέλεγκτον ; οἴονται γάρ τινες , ὃ πεπόνθασιν , αὐτοὶ
μὴ διδόναι ἁπάντων ἔσχατον κακῶν : ἢ εἰ τοῦτο ἐάσεις ἀνέλεγκτον , μὰ τὸν κύνα τὸν Αἰγυπτίων θεόν , οὔ
5318503 εὐχομαι
νόσους . ὀξεῖαι δέ εἰσιν αἱ ἐπικίνδυνοι . εὔχομαι : εὔχομαι μὴ γενέσθαι νέμεσιν αὐτοῖς μηδὲ φθονηθῆναι περὶ τῶν καλῶν
τὰ πάντα ἐς εὐχὴν μίαν καὶ προσιὼν τοῖς βωμοῖς ὧδε εὔχομαι : ὦ θεοί , δοίητέ μοι τὰ ὀφειλόμενα :
5312837 πελεις
τὸν ἑταῖρον ἀμύνων : οὔ ς ' ἐμίανεν αἷμα , πέλεις δὲ χέρας καθαρώτερος ἢ πάρος ἦσθα . Φιλίππῳ φασὶ
ἑταῖρον ἀμύνων : οὔ σε μιαίνει αἷμα , φόνου δὲ πέλεις καθαρώτερος ἢ πάρος ἦσθα . ὁ δ ' ἀντίστροφος
5272650 ἐννεπειν
. Ὁ πᾶς ἐμοί , ὁ πᾶς ἂν πρέποι παρὼν ἐννέπειν τάδε δίκᾳ χρόνος : μόλις γὰρ ἔσχον νῦν ἐλεύθερον
. οὐκ οἶδ ' , ἐλέγχους ' : οὐ γὰρ ἐννέπειν θέλει . οὐδ ' ἥτις ἀρχὴ τῶνδε πημάτων ἔφυ
5269868 ἐξεπεμψα
τοὺς πιστοτάτους μοι τῶν θεραπόντων , Πυλάδην καὶ Φιλόκαλον , ἐξέπεμψα ὡς σέ : μέλλω γὰρ τοῖς Διονυσίοις ἐπιτίθεσθαι τῷ
οὐκ ἐλάχιστον ἐγὼ μετέσχηκα : δυεῖν γὰρ υἱῶν γενόμενος πατὴρ ἐξέπεμψα μὲν αὐτοὺς εἰς τὸν ὑπὲρ τῆς πατρίδος κίνδυνον ,
5268719 ἀπαγε
ὑπουργούντων τινὶ πρὸς κόνεως κυλίστραν τὸν ἵππον ἐξαγαγεῖν κυλισθῆναι . ἄπαγε ] ὦ δοῦλε . ἐξαλίσας ] κυλισθῆναι ποιήσας .
; τίς μ ' εἰς ] τὸ πρόσθεν κατατέθηκεν ; ἄπαγε δὴ σύ . καὶ δή . παῖ , παιδίον
5254623 πλουτουντα
ἐκεῖ δ ' ἐπειδὰν κατίδω τιν ' ἄνδρα ἠλίθιον , πλουτοῦντα δ ' , εὐθὺς περὶ τοῦτον εἰμί . κἄν
τὸν τύραννον ἀπέκτειναν . Ἐν γῇ πένεσθαι μᾶλλον , ἢ πλουτοῦντα πλεῖν : παραινετική . Ἐντὶ καὶ ἄλλοι πονηροί :
5246436 ὠναξ
ὤνθρωπον λέγοντες καὶ τὰ ὅμοια . οὕτω καὶ τὸ ἄναξ ὤναξ . εἰ δέ ἐστιν ἀττικὴ συναλοιφὴ ἀντὶ τοῦ ὦ
τοῦ κλῦθι ἀττικῶς , τὸ εὐκτικὸν ἀντὶ προστακτικοῦ . * ὤναξ ἀντὶ τοῦ * ἄναξ δωρικῶς ὀξύνεται : τὸ γὰρ
5240422 λογοισιν
ἱερὴν καλεομένην νοῦσον τοῦτο εἶναι τὸ παρεχόμενον : οἷσι δὲ λόγοισιν ἐμαυτὸν ἔπεισα , τούτοισιν αὐτέοισι καὶ τοὺς ἀκούοντας πείσειν
με φρουρῇ περιβαλὼν γυναικείῃ . τί δὴ ' πὶ σοὶ λόγοισιν εἶμι κοὐκ ἔργον ποιῶ βίαιον ; ” τῷ δὲ
5232657 κακοδαιμονα
λογικὸν ὄντως , τὸν δὲ μὴ δυνάμενον ἄλογόν τε καὶ κακοδαίμονα . „ Ἀδὰμ δὲ ἔγνω τὴν γυναῖκα αὐτοῦ :
ποιεῖν οὐδὲν ποιοῦντες . καὶ ἴσως αὖ ὑμεῖς ἐμὲ ἡγεῖσθε κακοδαίμονα εἶναι , καὶ οἴομαι ὑμᾶς ἀληθῆ οἴεσθαι : ἐγὼ
5230364 κελευεις
, ἔλεγε τάδε : Βασιλεῦ , ἐπειδὴ ἀληθείῃ διαχρήσασθαι πάντως κελεύεις ταῦτα λέγοντα τὰ μὴ ψευδόμενός τις ὕστερον ὑπὸ σέο
αὐτὸς ὑπέσχετο καὶ κατένευσε : τύνη δ ' οἰωνοῖσι τανυπτερύγεσσι κελεύεις πείθεσθαι , τῶν οὔ τι μετατρέπομ ' οὐδ '
5229301 νικηφορον
τοῦ βασιλέως θυγάτηρ , ἐρασθεῖσα προέδωκε τὸν πατέρα , καὶ νικηφόρον ἐκεῖνον ἐποίησεν . Ἀναστρέψαντος δ ' αὐτοῦ , ἡ
ἀκαταλήκτων ρμθʹ , ὧν τελευταῖος : σωτήριόν τε καὶ δορὸς νικηφόρον . ἐπὶ ταῖς ἀποθέσεσι παράγραφος , ἐπὶ δὲ τῶι
5221414 ἐφησθα
τριῶν , ὡς ἔφην ⌊ ⌋ μὲν ⌊ ἐγώ , ἔφησθα δὲ σύ , ἔφη δ ' ἐκεῖνος ⌋ .
. ἐγὼ γάρ τοι , ἡνίκα μὲν ἄριστον τὸν Ἀχιλλέα ἔφησθα πεποιῆσθαι , ἐδόκουν σου μανθάνειν ὅτι ἔλεγες , καὶ
5219336 ἐτητυμως
Ϙγʹ , ὧν τελευταῖος : ἥξω διαιρεῖν τοῦτο πρᾶγμ ' ἐτητύμως . ἐπὶ ταῖς ἀποθέσεσι παράγραφος , ἐπὶ δὲ τῶι
ἔργον ἄτρυτον λῆμα ἄφιμος ἵππος γνώσῃ δὲ τέχνην τὴν ἐμὴν ἐτητύμως ἀψευδόμαντιν οὖσαν τὸν πλησσόμενον ἐμβριθῆ νοῦν ? – ˘
5211822 Ἡφαιστε
εἶχεν ἄρξασθαι τῶν σπονδῶν : ὡς ὅμοιον εἶναι τῷ : Ἥφαιστε , πρόμολ ' ὧδε , Θέτις νύ τι σεῖο
κτῆμα ; Εἴρηκα . σφὼ δέ , ὦ Ἑρμῆ καὶ Ἥφαιστε , εἴ τι μὴ καλῶς εἰρῆσθαι δοκεῖ , διευθύνετε
5203383 κασιγνητ
μετὰ τοῦ ζημιῶσαί τινα τῶν ἐχθρῶν καὶ τιμωρήσασθαι : ἐγὼ κασίγνητ ' : τοῦτο αὐτὸ , φησὶ , τὸ τινὰ
διὰ στόμα πτηνοῖσι μύθοις ἀδαπάνως τέρψαι φρένα . ἐγώ , κασίγνητ ' , αὐτὸ τοῦτ ' ἔχειν δοκῶ , σωτηρίαν
5202494 νομιζεις
εἰς παράδειγμα παραγαγὼν τόδε Τρῶεςὄφιν . εἰ δὲ μείουρον τοῦτον νομίζεις , ἄκουσον καὶ τῶν κατὰ τοῦ Μνημῆ τοῦ ζωγράφου
λογισμῷ ἐπ ' αὐτὰ στελλόμενος , ἀπόθου ταῦτα , ἃ νομίζεις σεμνὰ εἶναι , ἐν τοῖς δευτέροις , καὶ μήτε
5194174 τιμωρον
καὶ πρόσθεν τοῦ υἱοῦ , αὕτη δὲ νῦν τοῦ ἀδελφοῦ τιμωρὸν γενέσθαι σε . Ὁ δὲ Κῦρος πρὸς ταῦτα εἶπεν
αὐστηρὸν τῶν νόμων φύλακα καὶ πικρὸν ἐξεταστὴν τῶν ἀδικημάτων καὶ τιμωρὸν ἀπαραίτητον τῶν παρανομούντων παρὰ τῆς ῥητορικῆς δυνάμεως ἢ μόνον
5191473 εἰδοτα
εἰδὼς Λαμπετίδης , ὃν Λάμπος ἐγείνατο φέρτατον υἱὸν Λαομεδοντιάδης εὖ εἰδότα θούριδος ἀλκῆς , ὃς τότε Φυλεΐδαο μέσον σάκος οὔτασε
οὐ γράφει μὴ εἰδὼς πῶς δεῖ γράφειν ἢ παραλαβὼν τὸν εἰδότα οὐδ ' ἐγγύην ἄλλως σφραγίζεται ἢ ἀσφάλειαν γράφει ,
5191292 τησδ
, ὦ γέρον : ποῖ χρὴ φυγεῖν ; ἔσω πέτρας τῆσδ ' , οὗπερ ἂν λάθοιτέ γε . δεινὸν τόδ
εἵλου σὺν κακοῖς πράσσειν κακά . Τί γὰρ μόνῃ μοι τῆσδ ' ἄτερ βιώσιμον ; Ἀλλ ' ἥδε μέντοι μὴ
5190034 πεποιθα
. ἢν δ ' ἀνσπάσωμαί γ ' ὃν μετέρχομαι βόλον πέποιθα δ ' : ἢ χρὴ μηκέθ ' ἡγεῖσθαι θεούς
ἀποτύχοιμι μισθοῦ . τοῦτο γὰρ ὑπονοεῖν δίδωσιν ἀπὸ τοῦ εἰπεῖν πέποιθα . ὃς τὴν ἐμὴν ἐπιθυμῶν χάριν , τοῦτο τὸ
5189899 ἐξεστ
σύ : πῶς γάρ ; ᾗ γε μηδὲ πρὸς θεοὺς ἔξεστ ' ἀκλαύτῳ τῆσδ ' ἀποστῆναι στέγης : ἄλλ '
† ἀπωλόμην παλίμπους τύχη ἐν γῆς φίλης ὄχθοισι κρυφθῆναι καλόν ἔξεστ ' ἐρωτᾶν πότνιά ς ' ἢ σιγὴν ἔχω ;
5186598 ἀδικουμενον
καὶ ἀνθρώπῳ ἐντυχόντα ἐκτρέπεσθαι αὐτόν : ὅταν δὲ ὑπὸ θηρίου ἀδικούμενον θεάσηται αὐτόν , ἐπαμύνει αὐτῷ . Ἐκ τοῦ Τιμοθέου
: ἕν ἐστι κέρδος τῷ τεθνηκότι , τὸ ἑαυτὸν ἐκδικῆσαι ἀδικούμενον καὶ χωρὶς αἰσχύνης καὶ μετ ' εὐκλείας θανεῖν :
5179706 ἀτιμωρητον
καὶ δεήσεις αὐτῶν ἐτράπετο , μὴ περιιδεῖν μήτ ' αὐτὸν ἀτιμώρητον γενόμενον μήτε τὴν πατρίδα προπηλακιζομένην . λέγοντι δ '
πολιτεύεσθαι μήτε ἄλλο τι τῶν κοινῶν ποιεῖν , ἀλλὰ τὸν ἀτιμώρητον . ἀριστίνδην . κατ ' ἐκλογὴν καὶ αἵρεσιν τῶν
5178434 ὑπερηφανον
ἧς ἐβουλήθην κρατήσας οἰκουμένης , καὶ μηδὲν ὑπὸ τῆς ἐξουσίας ὑπερήφανον μηδὲ σκαιὸν εἰς τοὺς ἀρχομένους ἀναγκασθεὶς ἁμαρτεῖν , ἀλλ
. : Βροῦτος ὑπὸ πάντων ὕπατος χειροτονηθεὶς , ἐφυγάδευσε τὸν ὑπερήφανον Ταρκύνιον τυραννικῶς ἀναστρεφόμενον . Ὁ δ ' ἐλθὼν εἰς
5176885 κλυοντα
χρὴ τάσδ ' ἐπιστολὰς φέρειν πρὸς Ἄργος ὅτι τε χρὴ κλύοντα σοῦ λέγειν . ἄγγελλ ' Ὀρέστηι , παιδὶ τἀγαμέμνονος
ἀρχὰς δεσπότου στεναγμάτων ; ἰὼ τέκνον . καλεῖ τὸν οὐ κλύοντα δυστυχῆ γόνον . . . . . . .
5169324 σων
νῦν μὲν γὰρ ἐν τῇ σῇ χώρᾳ ὄντες πολλὰ τῶν σῶν σινόμεθα ἄκοντες : ἢν δ ' εἰς τὴν πολεμίαν
ἀρχαίων ποιητῶν εἰδώς τε καὶ μιμούμενος ἔφη πρός με παρὰ σῶν μεμαθηκέναι γραμμάτων ὡς πάνυ ἂν ἡσθείης ἡμετέροις γράμμασιν .
5168738 λελοιποτα
τὸν δὲ πατέρα τηροῦντα τὸ πάτριον ἔθος τὸν υἱὸν ὡς λελοιπότα τὴν τάξιν ἀποκτεῖναι . Τούτου δὲ τοῦ ἔτους διελθόντος
. πρότερον μὲν οὖν σε δάκνειν εἶχον ὡς δειλὸν καὶ λελοιπότα τὴν τάξιν , νῦν δέ σοι πολλῶν τῶν τροπαίων
5167693 ξενον
σοφίας ἐρῶντες . Ἐπεὶ δὲ Ἀθήνησιν ἐγένετο , ποιεῖται αὐτὸν ξένον ὁ Ἡρώδου τοῦ σοφιστοῦ πατὴρ Ἀττικὸς θαυμάζων ἐπὶ ῥητορικῇ
ἡ περὶ πάσης τῆς ἀρχῆς βουλὴ καὶ τὸ μηδὲν ἐκκρίνειν ξένον εἰς μηδὲν ὧν ἂν δύνηταί τε καὶ δέῃ ποιεῖν
5167285 ταρακτορα
ὑβρίζει τὰ πολλὰ τὸν Τυδέα , τὸν ἀνδροφόντην λέγων πόλεως ταράκτορα . ἀνδροφόντην δὲ τοῦτον ἐκάλεσεν ἐπειδὴ τοὺς Μελάνης ἀπέκτεινε
τὸν Τυδέα , τὸν ἀνδροφόντην λέγων , τὸν τῆς πόλεως ταράκτορα . ἀνδροφόντην δὲ τοῦτον ἐκάλεσεν , ἐπειδὴ τοὺς Μελαίνης
5156720 ἀγαπησεις
ἢ τέλειον κακὸν βούλει σοι τὸν υἱὸν γενέσθαι καὶ οὐκ ἀγαπήσεις , εἰ πρὸ τῶν ἄκρων τὰ μέσα ἕλοιτο ;
ὡς δυνατὰ ταῦτα γίγνεσθαι ἃ σὺ ἐπιτάττεις . ἢ οὐκ ἀγαπήσεις τούτων τυγχάνων ; ἐγὼ μὲν γὰρ ἂν ἀγαπῴην .
5145410 νεανισκον
υἱὸν Ἀγαθοκλῆ , πρῶτον μὲν ἐν ταῖς Συρακούσαις συνέστησε τὸν νεανίσκον , ἀποφαινόμενος διάδοχον ἀπολείψειν τῆς ἀρχῆς : μετὰ δὲ
τοῖς Θηβαίοις . οὗτοι δὲ τῷ Ἐπαμεινώνδου πατρὶ παρέθεντο τὸν νεανίσκον καὶ προσέταξαν ἅμα τηρεῖν ἐπιμελῶς τὴν παρακαταθήκην καὶ προστατεῖν
5142450 κασιγνητον
εἰσορᾶις ἥκοντα σόν . σύ τ ' αὖ πρόσωπον πρὸς κασίγνητον στρέφε , Πολύνεικες : ἐς γὰρ ταὐτὸν ὄμμασιν βλέπων
' ἐπόρουσε Κόωνι ἔχων ἀνεμοτρεφὲς ἔγχος . ἤτοι ὃ Ἰφιδάμαντα κασίγνητον καὶ ὄπατρον ἕλκε ποδὸς μεμαώς , καὶ ἀΰτει πάντας
5137524 φιλοσοφουντα
Σώκρατες , ὡς λέγοντος ὅτι δεῖ ἑκάστην τῶν τεχνῶν τὸν φιλοσοφοῦντα ἐπίστασθαι ἀκριβῶς ὥσπερ αὐτὸν τὸν τὴν τέχνην ἔχοντα ,
μητρὶ ὅμοιος . Τὸν δὲ Κυνικὸν τὸν ἐν ἄρκτου δέρματι φιλοσοφοῦντα οὐχ Ὁνωρᾶτον , ὥσπερ ὠνομάζετο , ἀλλ ' Ἀρκεσίλαον
5134939 μακαριον
οἱ πλεῖστοι μεθ ' ἡδονῆς εἶναί φασι καὶ τὸν εὐδαίμονα μακάριον ὠνομάσθαι , οἷον ὡς ἂν εἴποις μάλα χαίροντα .
βίῳ γιγνόμενοι τὸν αὐτὸν λόγον φέρουσιν , ὡς οὐκ ἔσται μακάριον τὸ τῶν ἀνθρώπων γένος οὐδ ' εὔδαιμον . ἕπου
5134165 θοηι
διαυγέα κύκλα προσώπου , δεξιτερῆς ὅρπηκας ἐφαπλώσασα ταθέντας . Ἀλλὰ θοῆι μάστιγι φιλήμερος Ὄρθος ἀνέστη , ἐννύχιον γλυκὺν ὕπνον ἀκοντίζων
καὶ τὸν Δία σέβεσθαι αὐτήν : ἅζετο γὰρ μὴ Νυκτὶ θοῆι ἀποθύμια ῥέζοι [ Ξ ] . ἀλλ ' Ὅμηρος
5129888 σεαυτον
ἀναστένεις ; πέπαυσο , Κέκροψ ἄθλιε , καὶ τρέπου κατὰ σεαυτόν , ὦ πρέσβυ , μή σε λαβοῦσα κακόν τι
κάθευδε καὶ τὰ τοῦ σκώληκος ποίει , ὧν ἄξιον ἔκρινας σεαυτόν : ἔσθιε καὶ πῖνε καὶ συνουσίαζε καὶ ἀφόδευε καὶ
5129624 σωφρονουντα
καὶ τὴν ἐκ ταύτης αἰσχύνην ; ἐγὼ γὰρ ἡγοῦμαι τὸν σωφρονοῦντα μὲν εὐδοξεῖν , τὸν δὲ βίᾳ τὴν ἡδονὴν μετιόντα
ἔχειν , ἐξαλειψάτωσαν ἐν οἷς γράφουσιν μήτε τοῦ μαινομένου τὸν σωφρονοῦντα μήτε τοῦ νοσοῦντος τὸν ὑγιαίνοντα μήτε τοῦ κοιμωμένου τὸν
5127398 ἱκετην
οὐδ ' ἐπαισχύνῃ μ ' ὁρῶν τὸν προστρόπαιον , τὸν ἱκέτην , ὦ σχέτλιε ; Ἀπεστέρηκας τὸν βίον τὰ τόξ
τίσω . ” γελάσας δ ' ὁ θὴρ παρῆκε τὸν ἱκέτην ζώειν : καὶ φιλαγρευταῖς ἐμπεσὼν νεηνίσκοις ἐδικτυώθη καὶ σφαλεὶς
5122971 κασιγνητω
ἑπταπύλωι διδυμάονε γείνατο παῖδε , οὐκέθ ' ὁμὰ φρονέοντε : κασιγνήτω γε μὲν ἤστην : τὸν μὲν χειρότερον , τὸν
μιᾶς ; φιλότητί γ ' : ἐσμὲν δ ' οὐ κασιγνήτω , γύναι . σοὶ δ ' ὄνομα ποῖον ἔθεθ
5113327 ἐοικας
ὑπ ' ἀνθρώπων ἀπιστοῦμαι χρηστότητος . Θαυμάζειν διὰ τῆς ἐπιστολῆς ἔοικας τὴν παρὰ πολύ μου μεταβολὴν τοῦ βίου , ὅτι
μὴ ῥιγοῦν τοῦ ἀμπεχόνης εὐπορεῖν ; Φέρε τοίνυν , ἐπειδὴ ἔοικας ἀγνοεῖν , διδάξομαί σε θρηνεῖν ἀληθέστερον , καὶ δὴ
5109857 ζηλωτον
ὡς ὁμολογοῦντα τούτων εἶναί τι σπουδαῖον καὶ τὸν Σαρδανάπαλλον ἡγούμενον ζηλωτόν , ὃς ἔφη διατελέσαι τὸν βίον εὐωχούμενός τε καὶ
ὀχληρόν , φαῦλον δὲ τὸν ἁπλοῦν . ἀπόβλεπτον : τὸ ζηλωτόν . ἀμφιμήτωρ : ὁ ἐξ ἑτέρας μητρὸς ἀδελφός .
5108005 ἀπιστησω
ἐγὼ θήσω πέρι . δράσω τάδ ' : οὔτοι σοῖς ἀπιστήσω λόγοις . γυνὴ δὲ θῆλυ κἀπὶ δακρύοις ἔφυ .
τοῖς μετελθοῦσιν φίλων δώσω : τὸ γὰρ σῶμ ' οὐκ ἀπιστήσω χθονί , οὗτος δὲ δώσει τὴν δίκην θανὼν ἐμοί
5101632 δυνατωτερον
, πρὸς ἄρκτον καὶ ἀνατολὴν τετραμμένας . Αἱ μέλαιναι σταφυλαὶ δυνατώτερον τὸν οἶνον ἕξουσιν , αἱ λευκαὶ μέσον , αἱ
δὲ πόδας ἐκράτυνε τοῖς ὄνυξιν ἐποίησέ τε τῶν ἄλλων θηρίων δυνατώτερον : ” ὁ δὲ τοιοῦτος ” , ἔφασκε ,
5097846 ἀγνοεις
καὶ γὰρ ἄλλως ἑορταστικὴν ἄγομεν ἡμέραν Ἡράκλεια θύοντες : οὐκ ἀγνοεῖς δὲ δήπου τὸν θεὸν ὡς ὀξὺς ἦν πρὸς Ἀφροδίτην
ἆρ ' οὐ δῆλον ἐκ τῶν ἔμπροσθεν ὅτι οὐ μόνον ἀγνοεῖς τὰ μέγιστα , ἀλλὰ καὶ οὐκ εἰδὼς οἴει αὐτὰ
5089868 φης
οὐ γάρ ἐστι ταῦτα αἰσχρὰ οὐδ ' ἐλευθέροις , ὡς φής , ὕποπτα , καλὰ δὲ καὶ οἷα ὅπλα εἶναι
δ ' ἐν τῷ τῆς νουθεσίας ὀνόματι πάντα ταῦτα εἶναι φής , καὶ ἀποτυμπανίσας τὸν ἄνθρωπον εἰς ταὐτό μοι δοκεῖς
5089306 ἐμων
τῶν ἐν ἀρχαῖς καὶ δυνάμει , πλὴν Δολοβέλλα καὶ τῶν ἐμῶν ἀδελφῶν νειμαμένων μὲν εὐθὺς ὡς τυράννου , δι '
, εἴ τι βούληι παισὶν ἢ σαυτῆι φυγῆς προσωφέλημα χρημάτων ἐμῶν λαβεῖν , λέγ ' : ὡς ἕτοιμος ἀφθόνωι δοῦναι
5089165 γοητα
καὶ ἐπὶ ζῴων τὴν φάτταν περιστεράν : ἐπιτηδευμάτων δὲ τὸν γόητα τελεστήν . Τὰ δὲ πολὺ διαφέροντα κατάδηλά ἐστιν .
ἔφη „ πῶς δήσεις ; εἰ δὲ δήσεις , πῶς γόητα εἶναι φήσεις ; ” ” καὶ ἀνήσω γε οὐ
5068521 δικαιοτατον
τι δύνωμαι , καὶ αὖ ἃ προκαλῇ πάντα ποιεῖν . δικαιότατον μέντοι μοι δοκεῖ εἶναι ἐμὲ νεώτερον ὄντα τῶνδε καὶ
, ὅταν λέγῃ : παρὰ πολὺ κράτιστος ἐμβολῆς ὤμου : δικαιότατον μὲν μοχλεύειν , ἢν μοῦνον ἐσώτερον τῆς κεφαλῆς ᾖ
5061590 ἐμφηνας
ἀπέρρηξεν αὐτό , μάλα ἠθικῶς καὶ ἐναργῶς τόν τε ἄγγελον ἐμφήνας ἀκουσίως ἀγγελοῦντα τὴν συμφοράν , καὶ τὴν μητέρα εἰς
ἀπέρρηξεν αὐτό , μάλα ἠθικῶς καὶ ἐναργῶς τόν τε ἄγγελον ἐμφήνας ἀκουσίως ἀγγελοῦντα τὴν συμφοράν , καὶ τὴν μητέρα εἰς
5058922 ὁμολογεις
: εἰ δὲ τούτων ἠπόρησας , τὴν πολιτείαν καὶ σιωπῶν ὁμολογεῖς : ἡ γὰρ τῶν ἑτέρων ἀναίρεσις τυγχάνει τῶν λειπομένων
τῆς τοῦ φαρμάκου δόσεως . αὐτὸς οὖν μοι εἰπὲ πότερον ὁμολογεῖς τῷδε καὶ φῂς ἱκανῶς ἤδη σωφροσύνης μετέχειν ἢ ἐνδεὴς
5055741 Ἐρωτα
καὶ αὐτὴ παρέσομαι καὶ συμπράξω τὰ πάντα . Καὶ τὸν Ἔρωτα καὶ τὸν Ἵμερον καὶ τὰς Χάριτας ἄξεις ; Θάρρει
δὲ οὐδενός . διὸ καὶ ἐν τῇ Πολιτείᾳ ἔφη τὸν Ἔρωτα θεὸν εἶναι συνεργὸν ὑπάρχοντα πρὸς τὴν τῆς πόλεως σωτηρίαν
5053012 ἀπειμι
' οὖν , ἔφη , ἐπίστω , ὅτι νῦν τε ἄπειμι ὡς ἂν δύνωμαι τάχιστα ἐκ τῆς σῆς χώρας ,
” Συνέθεντο ταῦτα , καὶ ὁ μὲν Χαιρέας πέμψας “ ἄπειμι ” φησὶν “ εἰς ἀγρόν : ” ὁ δὲ
5046584 ἐπιθυμητην
. ἆρά γ ' οὖν καὶ τὸν φιλόλογον λόγων φήσομεν ἐπιθυμητὴν εἶναι , οὐ τῶν ἐνθένδε ἢ τῶν ἐνθένδε ,
ὡς Νικόδημον ἀνελὼν πρότερον , ὡς Ἀρίσταρχον πείσας τῶν ὁμοίων ἐπιθυμητὴν γενέσθαι : ταῦτα οὖν πάντα καὶ τῷ κατηγόρῳ συντελοῦντα
5044965 τιμα
τῆς ἀθανάτους μὲν πρῶτα θεούς , νόμῳ ὡς διάκειται , τίμα καὶ σέβου ὅρκον , ἔπειθ ' ἥρωας ἀγαυούς ,
βροτοῖς ἄριστος . Νόμος ἐστὶ θεός . τοῦτον ἀεὶ πάντοτε τίμα . Ξένος ὀφείλεις εἶναι τῶν οὐ καλῶς φρονούντων .
5042992 ἐδειξας
τοιαύτης ἐμέλησε τῆς προσθήκης , σοὶ δὲ οἷς ταύτης ἐμέλησεν ἔδειξας οὐ σφόδρα τοῖς νόμοις οἷς λέγεις θαρρεῖν . Χωρὶς
: τοὺς Ὀζόλας νῦν σὺ Λοκροὺς ? ? γράφε : ἔδειξας οἷς ἔγραψας Ὀζόλας πλέον καὶ Φωκεῦσιν ἤδη . .
5042280 σεβου
ποιεῖ . Ἡ γλῶσς ' ἁμαρτάνουσα τἀληθῆ λέγει . Θεὸν σέβου καὶ πάντα πράξεις ἐνθέως . Θεὸν προτίμα , δεύτερον
δὲ σιγᾶν κρεῖττον ἢ κεκραγέναι . Ξένος πεφυκὼς τοὺς ξενίζοντας σέβου . Ξένων ἀκούειν μὴ † παραδεχθῇς ποτε . Ξένον
5040849 ὀντ
τέ ” σύνδεσμος πρὸς τὸ σε τοι θύρασι χρῆ μένειν ὀντ * τινάς . καὶ τοῦτο δὲ ἁμάρτημά ἐστιν ,
τέ ” σύνδεσμος πρὸς τὸ σε τοι θύρασι χρῆ μένειν ὀντ * τινάς . καὶ τοῦτο δὲ ἁμάρτημά ἐστιν ,
5035832 ἀμεμπτον
αὖ ἀφίστανται : αἰ δέ γε τὸν οἰκεῖόν τε καὶ ἄμεμπτον ἐκλελοιπυῖαι τόπον καὶ αὗται ἑπιδιαιροῦνται τῷ λόγῳ . Αἱ
ἀνδρείαν δέ , ἕξιν ἐν θαῤῥήσει καὶ φόβοις τοῖς μέσοις ἄμεμπτον : σωφροσύνην δέ , ἕξιν ἐν αἱρέσει καὶ φυγῇ
5033948 καλω
τεκτόνων τέχναι καὶ χεῖρες ἕτεραι καὶ ἅμαξαι καὶ δοκοὶ καὶ κάλω , ἀλλ ' οὐδεὶς ἦν λογισμὸς ὁ πείσων πλειόνων
περὶ τοῦ δεῖν ἀπάγξασθαι λέγων μία μὲν γάρ ἐστιν ἀπὸ κάλω καὶ θρανίου . ἐπιθράνους δ ' ἐκάλουν τὰ ξύλα
5030145 χρησομενον
Πύθια καὶ Δήλια ποιήσαντα ἅμα ἐν Δήλῳ πέμψαι εἰς θεοῦ χρησόμενον , εἰ τὰ τῆς θυσίας ἄγει κατὰ τὸ ὡρισμένον
πᾶν καὶ πάθος καὶ νόσημα τῆς ἑαυτοῦ ψυχῆς τὸν πατρίδι χρησόμενον καλῶς . δεῖ δὲ καὶ τοὺς νόμους τῆς πατρίδος
5028534 νομιεις
Τιτᾶσι : Κόρυδον τὸν χαλκότυπον πεφύλαξο , ἢν μὴ σοὶ νομιεῖς αὐτὸν μηθὲν καταλείψειν , μηδ ' ὄψον κοινῇ μετὰ
γὰρ εὖ ποιεῖν χαίρεις καὶ τὸν ἐπεσταλκότα ἐμὲ παρεῖναί τε νομιεῖς καὶ κοινωνεῖν τοῖς πρέσβεσι τῆς σπουδῆς . Εἰ τοῖς
5027731 δυστυχη
' : “ ἐν μιᾶι γὰρ ἡμέραι τὸν εὐτυχῆ τίθησι δυστυχῆ θεός . ” εὖ πάντα ταῦτα , Σμικρίνη .
Λαΐου καταχέουσι καὶ τοῦ Τηλέφου τοῦ συνελθόντος τῇ μητρὶ τὴν δυστυχῆ σύνοδον , τοῦ μὴ πειραθέντος μὲν τῆς ὁμιλίας ,
5027338 παυσον
ἄνθρωπον συκοφάντην καὶ θρασὺν Ἀριστογείτονος μιαρώτερον ἐπιτιθέμενον Στρατηγίῳ τῷ σοφιστῇ παῦσον ἢ πείθων ἢ ἀναγκάζων . ἰσχύεις δὲ ἀμφότερα :
λόγοι εἰς ἔριν καταντῶσιν : ἐγὼ δὲ ποιήσω τοῦτο . παῦσον πολλά μοι λέγειν : περαίνει γὰρ καὶ τελειοῖ τὸν
5024134 περισφιγξας
ἐπὶ τὸν ὑπερήφανον ἔβαλεν : ὁ δὲ ὄφις τοῖς κόλποις περισφίγξας αὐτὸν ἀνεῖλεν Ἀστερίου ποιμαίνοντα ἐν ταῖς ἀκρωρείαις . Κατὰ
χνοῶδες τὸ ξηρίον γενέσθαι εἰς ῥάκος λινοῦν ἐνέβαλον αὐτὸ καὶ περισφίγξας αὐτὸ πάντοθεν ἀκριβῶς ἀφῆκα κρεμασθῆναι ἐν ποτηρίῳ μικρὸν ἔχοντι
5022031 ἐχθρον
παράγραφος . πιστεύω ἀπολεῖσθαι τὸν ἔχοντα ἐν τῷ σάκει τὸν ἐχθρὸν τοῦ Διὸς δαίμονα . πέποιθα ἀπολεῖσθαι τὸν ἔχοντα ἐν
ὑμνοῦσι Χρὴ δὲ πᾶν ἔρδοντ ' ἀμαυρῶσαι τὸν ἐχθρόν . ἐχθρὸν δέ που λέγει τὸν ἀντίπαλον . καὶ σχεδὸν ἔν
5019454 ὠφελεν
νυκτιγάμοιο γαμοστόλον ἀγγελιώτην , λύχνον , Ἔρωτος ἄγαλμα : τὸν ὤφελεν αἰθέριος Ζεὺς ἐννύχιον μετ ' ἄεθλον ἄγειν ἐς ὁμήγυριν
νέων ἀνδρῶν τῶν οἰχομένων ἐν Ἑλλάδι φησὶ ταῦτα , εἴθε ὤφελεν ὁ Ζεὺς κἀμὲ μετὰ τῶν φθαρέντων ἀνδρῶν κατακαλύψαι τῇ

Back