καρδίαις μᾶλλον ἐνέστακται , καὶ οὔτ ' ἀέρος οὔτε θαλάσσης ἀποστατεῖ ἡ γαμήλιος θεὰ , ἀλλὰ καὶ ἔχις αὐτὸς ὁ
, ἄφερτον φίλοισιν , δυσίατον : ἀλκὰ δ ' ἑκὰς ἀποστατεῖ . τούτων ἄιδρίς εἰμι τῶν μαντευμάτων . ἐκεῖνα δ
6115491 πολυμοχθος
, χρησιμωτάτηι θεῶν , προσευχόμεσθα τήνδε διασῶσαι πόλιν . ὦ πολύμοχθος Ἄρης , τί ποθ ' αἵματι καὶ θανάτωι κατέχηι
, ἀφ ' ἧς δὴ πάντα γίγνεται κακά . ὦ πολύμοχθος βιοτὴ θνητοῖς , ὡς ἐπὶ παντὶ σφαλερὰ κεῖσαι ,
6100836 βιοτῃ
ἐλέφαντι ξυνὰ μυρία καὶ ἰδέῃ καὶ χροιῇ καὶ μεγέθεϊ καὶ βιοτῇ : ἀτὰρ οὐδὲ ἄλλῳ τῳ ἴκελα , οὔτε τὸ
, ἤγουν τῇ ἐκ τῶν τεχνῶν γενομένῃ τρυφηλῇ καὶ ἁβρᾷ βιοτῇ , καὶ πρὸς αὐτὴν ἡμᾶς ἐφελκούσῃ , δίκην γυναικὸς
6064600 παρατρεπει
κοίας στρογγύλος : κοινοδήμιον δημόσιον : κοινομήτωρ ἀδελφός : κοικύλλει παρατρέπει : κοισοιροῦται κοσμεῖται : κοιλοριζὼν πάναξ : κοῖτος ὕπνος
λήθης ἀτέκμαρτον , τουτέστιν ἀπροσδόκητον , καὶ παρέλκει , ἤγουν παρατρέπει , ἐκκρούει , τὴν ὀρθὴν μέθοδον τῶν πραγμάτων ἔξω
5920580 ἀφανισμος
προέρχεται , γάμῳ δὲ συγκαλύπτεται , καὶ γίνεται γάμος ὀρφανίας ἀφανισμός , οὐχ ὑπόθεσις . εἶτα χηρείαν ἐκ τελευτῆς μὲν
σώματος δουλαγωγία , φρόνημα ταπεινόν , ἐννοίας καθαρότης , ὀργῆς ἀφανισμός : ἀγγαρευόμενος προστίθει , ἀποστερούμενος μὴ δικάζου , μισούμενος
5915311 καρπουται
φέρει , ἄρχει τε καὶ βουλεύει καὶ τὰς ἄλλας τιμὰς καρποῦται παρ ' ἡμῖν οὐχ ὁ πολλὰ χρήματα κεκτημένος οὐδὲ
μισητή , καὶ ὁ συνομιλῶν κακοῖς καὶ συνδιάγων τρυγᾷ καὶ καρποῦται θάνατον , ὅστις ἐστὶ χωρίον τῆς βλάβης . ὁμιλίας
5896646 ἐπονειδιστος
αἱ ἡδοναί : καὶ ἡ μὲν ἐπαινεῖται , ἡ δὲ ἐπονείδιστός ἐστιν . ὅτι γὰρ καὶ ὁ φίλος ἡδύς ἐστιν
αἱ ἡδοναί : καὶ ἡ μὲν ἐπαινεῖται , ἡ δὲ ἐπονείδιστός ἐστιν . ὅτι γὰρ καὶ ὁ φίλος ἡδύς ἐστιν
5889054 Κυρν
κατακλῖναι οὐ νέμεσις πρὸς θεῶν γίνεται οὐδεμία . Οὐδένα , Κύρν ' , αὐγαὶ φαεσιμβρότου ἠελίοιο ἄνδρ ' ἐφορῶς '
αὐτῶι οὐδ ' ἀγνωμοσύνης , Κύρν ' , ὀδυνηρότερον . Κύρν ' , εἰ πάντ ' ἄνδρεσσι καταθνητοῖς † χαλεπαίνειν
5878599 ἐγγινεται
φυσική τις καὶ λοιμώδης . Ὑπὸ κύνα γὰρ οἰστρᾷ καὶ ἐγγίνεταί τι σκωλήκιον ἐν τῇ κεφαλῇ καὶ φθείρεται : ἡ
πᾶσαν μάχην , ὡς ἐπὶ πολὺ ἐκτεινομένης τῆς παρατάξεως , ἐγγίνεταί τισι τῶν βάνδων ἀφανῶς λειποτακτεῖν καὶ γίνεσθαι πρόφασιν ἀναχωρήσεως
5835014 νοσει
καὶ τὰς ἐπιμενούσας εἶναι μικράς . ἔνια δὲ καὶ ῥιγώσαντα νοσεῖ , καθάπερ ἡ ἄμπελος : ἀμβλοῦνται γὰρ οἱ ὀφθαλμοὶ
, οἷον ἐὰν εἴπω οὐχ ὑγιαίνει Ἄνυτος , δῆλον ὅτι νοσεῖ . ἐπὶ δὲ τῶν μὴ οὕτως ὄντων ῥημάτων πάντα
5796999 ἀμεριμνιας
φέρων αὐτῷ τὸν ἵππον . ἔσκωπτον οὖν αὐτὸν ἀεὶ τῆς ἀμεριμνίας , ὅτι σχολάζει φιλεῖν καὶ δοῦλός ἐστιν ἐρωτικῆς ἡδονῆς
ἔχθρας ἢ ἁρπαγῶν , τὸ δὲ εʹ περὶ συμφωνίας καὶ ἀμεριμνίας , φιλίας καὶ καλοκαγαθίας , τὸ δὲ ἕκτον ἐν
5775956 ζηλος
ὑπὸ τῶν πολιτῶν δημοσίας ἕνεκα χρείας ἐπιδιδόμενον τῇ πόλει . ζῆλος μίμησις καλοῦ , οἷον ζηλοῖ τὸν καθηγητὴν ὁ παῖς
εἶναι : μία γὰρ ἐπὶ πολλῶν οὐ τηρεῖται τάξις : ζῆλος δὲ τοῖς πολλοῖς παρέπεται τοῦ κρείττονος . καὶ ἐρῶ
5738596 ὀνησις
δίκην : καὶ ὅτι παρὰ μὲν τῶν αὐτὸ τοῦτο μόνον ὄνησίς ἐστι τῇ πόλει , οἱ δὲ μετὰ τούτου καὶ
ἔγνω : διὸ καὶ ἀπώλετο . κέρδος δὲ φίλτατον : ὄνησίς ἐστι τῶν διδομένων , ὅταν τις παρ ' ἑκόντος
5725160 ἡσσων
] . [ ἀργοῦντι θυμῶι ] ῥαιδίως φέρεις τάδε , ἥσσων δὲ δούλου Φρυξὶν ] ἐμφανὴς ἔσηι . [ ]
μετανάστας : ἠματίῃ γενέθλῃ δ ' ὀλοώτατος ἔπλετο πάντων , ἥσσων δ ' ἑσπέριος γεγαὼς ἀδρανέστερα ῥέζει . Ἀφρογενὴς δὲ
5722030 ἐγκειμαι
μή . τὴν δ ' ἀθλίαν ἔμ ' , οἷσιν ἔγκειμαι κακοῖς , ῥῦσαι , πάρεργον δοῦσα τοῦτο τῆς δίκης
. πεντήκοντ ' ἀνδρῶν λίπε Κοίρανον ἵππιος Ποσειδέων . δύστηνος ἔγκειμαι πόθωι , ἄψυχος , χαλεπῆισι θεῶν ὀδύνηισιν ἕκητι πεπαρμένος
5712071 ὀλβιος
τῇ Γελώων πόλει τεύξας . Πῶς δ ' εἰ Κύψελος ὄλβιος , ὦ κακόδαιμον , οὐ καὶ Φάλαρις ὄλβιος ,
αὐτοῦ τῷ ναῷ ἔνθεον γενομένην τὴν προφῆτίν φασιν εἰπεῖν : ὄλβιος οὗτος ἀνὴρ ὃς ἐμὸν δόμον ἀμφιπολεύει , Ἡσίοδος Μούσῃσι
5708867 ἐφυ
λύπας τῷ χρόνῳ τίκτειν φιλεῖ ἅπαντ ' ἐν ἀνθρώποισι γηράσκειν ἔφυ καὶ πρὸς τελευτὴν ἔρχεται τακτοῦ χρόνου , πλὴν ὡς
πᾶν διελήλυθεν , ἀὴρ δὲ δεύτερον , ὡς λεπτότητι δεύτερον ἔφυ , καὶ τὰ ἄλλα ταύτῃ καὶ τὰ ἑξῆς ;
5686637 κορος
Ἀπὸ γὰρ κόρος ἀμβλύνει ] ἀπαμβλύνει γὰρ καὶ καταβάλλει ὁ κόρος τῶν λόγων τὰς ταχείας ἐλπίδας τῶν ἀκροατῶν : ποταπός
ἐστιν ἡ διακόσμησις κατ ' αὐτόν , ἡ δὲ ἐκπύρωσις κόρος . πάντα γάρ , φησί , τὸ πῦρ ἐπελθὸν
5686327 τυραννει
καὶ μὴ τοῖς ὅπλοις . καί ποτε ἐρωτηθεὶς διὰ τί τυραννεῖ , ἔφη , “ ὅτι καὶ τὸ ἑκουσίως ἀποστῆναι
θεῶν ; εἴ μοι θέμιςθέμις δὲ τἀληθῆ λέγειν , Διὸς τυραννεῖ πλευμόνων , ἄνευ δορός , ἄνευ σιδήρου : πάντα
5675306 εὐτυχια
διὰ τὸ συνεργεῖν ταῖς πράξεσι . καλὸν οὖν , ὅκα εὐτυχία παρῇ τῷ νόῳ , ὥσπερ ὠρίῳ ἀνέμῳ θέοντα ,
νόσος πασῶν : φθειρῶν γὰρ ἤνθησεν , ἥ τε πρότερον εὐτυχία δοκοῦσα ἐς τοιοῦτο περιῆλθεν αὐτῷ τέλος . τὸ δὲ
5673349 φιλοχρηματος
, πλούσιος μὲν σφόδρα , ὡς κακόβιος δέ τις καὶ φιλοχρήματος καὶ σκνιφὸς κωμῳδεῖται , ὅστις ἕνεκα τῆς φειδωλίας οὐδένα
, πάσας δὲ ἐν τῷ ὀργάνῳ , οὕτως καὶ ὁ φιλοχρήματος οὐδὲν τῶν πέλας ἕνεκα οἰκονομεῖ , ἕλκει δὲ ἐφ
5671012 δυστυχει
λόγος οὕτως : τί τὸ αὐτὸ θηρίον ἐν παντὶ τόπῳ δυστυχεῖ περὶ τὰ πολεμικὰ καὶ ἐν γῇ καὶ ἐν ναυμαχίᾳ
οὐκ ἀντιθεραπεύεται , ἐλέγχει τὸ ἄνισον . Ὁ φίλος λανθάνων δυστυχεῖ , ὁ κόλαξ μὴ λανθάνων . Φιλία βασανιζομένη κρατύνεται
5658098 κακος
τοῦτο καὶ τὸ ἀλεξιφάρμακος ἀπὸ τοῦ ἀλέξω γέγονε καὶ τοῦ κακός , ἀλεξώκακος καὶ τροπῇ τοῦ ω εἰς ι ἀλεξίκακος
ἐφ ' ἑστίαν . πρὸς τοῖσδε νῦν ἄκουσον ὡς φαίνηι κακός : χρῆν ς ' , εἴπερ ἦσθα τοῖς Ἀχαιοῖσιν
5652574 ἀκουσιος
. καὶ ὁ λιμὸς οὖν , εἴτε ἑκούσιός ἐστιν εἴτε ἀκούσιος , τῷ λόγῳ τῆς ἐνδείας καὶ τῆς ἀσιτίας δύναται
τούτων , εἴη ἂν οὐχ ἑκούσιος , οὐκέτι μέντοι καὶ ἀκούσιος . ἐπιζητήσειε δ ' ἄν τις , πῶς ὄντος
5650698 ἀνεχεται
ἐν ἀρχῇ λέξεως τὴν οι δίφθογγον πλὴν τινῶν λέξεων οὐκ ἀνέχεται : σχέδον γὰρ τὰ πάντα διὰ τοῦ υ ψιλοῦ
αἰσθητῶν εἴδη οἷον ἀναστρέφοντα πρὸς αὐτὴν καὶ προσιόντα ὁρῶσα οὐκ ἀνέχεται μετὰ πλήθους δέχεσθαι , ἀλλ ' ἀποθέμενα τὸν ὄγκον
5640998 ἀμοιρος
τὸ δὲ βραχὺ δι ' ἐμοῦ . εἰ μὲν οὖν ἄμοιρος ἔτι παίδων ἐστὶν ὁ διαβάλλων τὴν αἴτησιν , εἰκότως
ἀριστοτέχνης , οὐδ ' ὅσον ἀνθρωπίνου τεχνίτου δυνάμεως μεθέξει , ἄμοιρος δ ' ἡμῖν πάσης ἔσται γενέσεως , οὔκ ,
5629386 ἐναργης
ἄν τις τὰ πολλὰ λέγοι ; ἔτι γὰρ καὶ νῦν ἐναργὴς ἡ κίνησις τοῦ θεοῦ . τοῦτο μὲν , ὡς
καὶ τρυφῇ δεδωκὼς καὶ βραχὺ φροντίζων εὐκλείας , ἦν ἀπόδειξις ἐναργὴς τοῦ μεστὸν αἰσχύνης εἶναι πρᾶγμα τοὺς μίμους . οἷος
5627116 ἐσθλης
χεῖμα κακῆς , θέρει ? ἀργαλέης , οὐδέ ποτ ' ἐσθλῆς ” , | Δίου δὲ καὶ Πυκιμήδης ? [
παρασχηματισμὸν μῆχος , ὡς ἡδονὴ ἦδος : οὐδέ τι δαιτὸς ἐσθλῆς ἔσσεται ἦδος . ἀλύξαι : φυγεῖν , εἰς τὸ
5622649 φθινει
ἀνάγκας ἀποφανῶ , δι ' ἃς ἕκαστον αὔξεταί τε καὶ φθίνει ἐν τῷ σώματι . Πρῶτον μὲν οὖν ἀνάγκη τὴν
τέλος σχήσει : ἄσημα δ ' οὐκέτ ' ἔστιν οἷ φθίνει τύχα : ὅπου μέλλει τελεῖσθαι ἡ τύχη τῆς Κύπριδος
5613895 μαλθακος
ὑπερδισύλλαβα παραληγόμενα τῷ Α προσηγορικὰ ἢ ἐπιθετικὰ ὀξύνεται : λιθακός μαλθακός ψιττακός ἀστακός φυλακός φαρμακός . σεσημείωται τὸ θύλακος ὕσσακος
ἅπαν γλυκύ , ὅταν ἡ δίψα πορίσῃ , καὶ ὕπνος μαλθακός , ὅταν ἡγήσηται κόπος , ἐσθής τε ἡ παρέχουσα
5609920 ἐνεστ
Ἑῷος ἡνίχ ' ἱππότας ἐξέλαμψεν ἀστήρ : παρὰ δὲ Καλλιμάχῳ ἔνεστ ' Ἀπόλλων τῷ χορῷ : τῆς λύρης ἀκούω :
μόνον , ἀλλὰ πάντων κοινὰ ὥσπερ χρήματα , καὶ οὐκ ἔνεστ ' ἀποκλεῖσαι τοὺς ἄλλους τῆς ἐπ ' αὐτοῖς φιλοτιμίας
5603189 ἀπολαυει
καὶ ἵππων καὶ ὄνων καὶ τῶν ἄλλων ζῴων τοσαῦτα ἀγαθὰ ἀπολαύει ὅσα ἄνθρωποι ; ἐμοὶ μὲν γὰρ δοκεῖ , πλείω
δὲ καὶ ὁ ἐγκέ - φαλος τῆς ἀπ ' ἐκείνων ἀπολαύει τροφῆς . Ἐπεὶ δ ' οὐκ ἐπιλείπουσιν οἱ χυμοὶ
5602974 εὐψυχος
' ἐ [ ἴσως ἰταμὸς εἶ : τότε λογισμόν [ εὔψυχος αρως [ ! ! ] ζῆς [ ὄνειδος αὕτη
θαρραλέος , εὐθαρσής , ἄφοβος , ἀδεής , ἀνέκπληκτος , εὔψυχος : τὸ δ ' ἴτης κοινὸν ἐφ ' ἑκατέρου
5594849 δοτηρ
καὶ ἡγεμὼν καὶ ταμίας ὄντων καὶ γιγνομένων ἁπάντων , οὗτος δοτὴρ ἁπάντων , οὗτος ποιητὴς , οὗτος ἐν μὲν ἐκκλησίαις
δωτῆρες ἑάων ” . οὕτως ἕτης ἑτήρ , καὶ ὡς δοτὴρ δώτωρ , οἷον „ δῶτορ ἑάων „ , οὕτως
5588511 κακης
κτανόντας ἀντικατθανεῖν δίκῃ . ταῦτ ' ἐν μέσῳ τίθημι τῆς κακῆς ἀρᾶς , κείνοις λέγουσα τήνδε τὴν κακὴν ἀράν :
αὐτοῖς , ἔτι περιὼν κατηγορεῖται πρὸς ἑνὸς τῶν μειρακίων δοκιμασθέντος κακῆς ἐπιτροπῆς . λέγει δὲ κατ ' αὐτοῦ τὴν δίκην
5588210 θνητος
, ὡς ὅσων ἂν πόλεων μὴ θεὸς ἀλλά τις ἄρχῃ θνητός , οὐκ ἔστιν κακῶν αὐτοῖς οὐδὲ πόνων ἀνάφυξις :
' , ἐγὼ δ ' ὔμμιν θεὸς ἄμβροτος , οὐκέτι θνητός καὶ ἤδη γάρ ποτ ' ἐγὼ γενόμην κόρη τε
5567823 Αἰδως
αἰδοῦνται κακῶς πράττοντες : ὅταν δὲ ταῦτα ᾖ , ἡ Αἰδὼς καὶ ἡ Νέμεσις ἀμφιασάμεναι φάρεα λευκὰ πρὸς οὐρανὸν ὁρμῶσι
ἀνδρὶ προΐκτῃ : ἐπὶ τῶν δι ' ἐπιείκειαν βλαπτομένων . Αἰδὼς ἐν ὀφθαλμοῖς : ἢ ὅτι οἱ τοὺς ὀφθαλμοὺς κεκομμένοι
5559996 ἀπρονοητος
φαῦλονἄσκεπτος , ἀπόνηρος , ῥᾴθυμος , ἀμελής , ἀφρόντιστος , ἀπρονόητος , προπετής , ὀλίγωρος , ἀταλαίπωρος , εὐχερής ,
. Ζεὺς κατεῖδε χρόνιος εἰς τὰς διφθέρας : ὅτι οὐκ ἀπρονόητος . τὸν γὰρ Δία φασὶν εἰς διφθέρας γράφειν τὰ
5559472 προσδοκιας
ἐκ τῶν ἀποτελεσμάτων ἐπιδεικνυμένη τὸ εὐχάριστον , ἀλλ ' ἐκ προσδοκίας τῶν μελλόντων : ἀρτηθεῖσα γὰρ καὶ ἐκκρεμασθεῖσα ἐλπίδος χρηστῆς
καὶ ἀπὸ τῆς ὑμετέρας Ἀσίας τῶν ἔργων λόγος βεβαιῶν τὰς προσδοκίας . οὐδὲν γὰρ οὕτω μέγα τῶν ἀγγελλομένων ὄντων ἁπάντων
5547223 ἰτης
Διοδώρου δὲ σοφιστής , ὑπὸ δὲ Πύρρωνος ἐγένετο παντοδαπὸς καὶ ἴτης καὶ οὐδέν . Ὅ θεν καὶ ἐλέγετο περὶ αὐτοῦ
' ὡς γόης εἶ , φάναι , μήθ ' ὡς ἴτης μήθ ' ὡς ἀλαζὼν μήθ ' ὡς φιλοχρήματος μήθ
5545191 ἀπολεμος
δ ' ἄρα οὔ , οὐδὲ πολεμική , ἡ δὲ ἀπόλεμος καὶ οὐ φιλογυμναστική ; Οἶμαι ἔγωγε . Τί δέ
κρεισσόνων [ θεῶν ] ἔρως ἄφυκτον ὄμμα προσδράκοι με . ἀπόλεμος ὅδε γ ' ὁ πόλεμος , ἄπορα πόριμος :
5544401 ἀτερ
τῶν βαρέων καὶ κούφων ἐξέ - τασιν ποιεῖσθαι , οὐδὲ ἄτερ κανόνος τὴν τῶν εὐθέων καὶ στρεβλῶν διαφορὰν λαβεῖν ,
' ἀνθεμώδους ἦρος οὔτε καρπίμου θέρους βέβαιον , ἀλλ ' ἄτερ γνώμης τὸ πᾶν ἔπρασσον , ἔστε δή σφιν ἀντολὰς
5542357 ποθος
ἔργοισιν εἰς βλάβην φέρον , οὔτοι βίου μοι τοῦ μακραίωνος πόθος , φέροντι τήνδε βάξιν . Οὐ γὰρ εἰς ἁπλοῦν
πῶς ἐπολεμήσατε ; . ἔρως μέν ἐστιν ἐπιβολὴ φιλοποιΐας , πόθος δ ' ἀπόντος , ἵμερος δ ' ἔρως σπανίζων
5539754 ἐσθλου
μὴ τοίνυν τὴν μείζω καρτερίαν ἀσκήσαντες τῆς ἐλάττονος ἀμελήσητε . ἐσθλοῦ γὰρ ἀνδρός , ἡ τραγῳδία φησίν , ἅπαντα φέρειν
ἐμπνεῦσαι δεξιά , ὡς νῦν γε μάλιστα πλησιστίου τε καὶ ἐσθλοῦ ἑταίρου ἀνέμου δεόμεθα , ἵνα , εἰ ἄξιοι φαινοίμεθα
5538133 μωρος
ἢ καταψηφίζονται τοῦ μὴ ἀπηντηκότος εὐήθης : ἔσθ ' ὅτε μωρὸς καὶ ἄνους , ἔσθ ' ὅτε χρηστὸς καὶ χρήσιμος
τινος ἀδολέσχου : Καί τίς ἂν , ἔφη , δύναιτο μωρὸς ὢν ἐν οἴνῳ σιωπᾷν ; Θεώρει ὥσπερ ἐν κατόπτρῳ
5537073 φθονος
ἀκοὴ τούτους λυπεῖ ἢ ἄλλο τι . Κρέσσων γὰρ οἰκτιρμοῦ φθόνος ὁ μὲν γὰρ βέλτιστος φθονεῖται διὰ τὰ προσόντα αὐτῷ
ἀτελής , μή που μέμψις , μή που ταπείνωσις ἢ φθόνος ; ὧδε ἡ πολλὴ προσοχὴ καὶ σύντασις , τῶν
5533488 βλαπτεται
βλάπτεται : ἴσον γάρ ἐστι τῷ εἴ τις μεθύει , βλάπτεται . τὸν τοιοῦτον λόγον ἀκριβέστερον ἐν τῷ περὶ συντάξεως
ὅλου τοῦ προσώπου : βαρεῖται γὰρ ὑπὸ τῶν καταπλασμάτων καὶ βλάπτεται πρὸς τῶν ἐμβροχῶν καταρρεουσῶν . καὶ ἐπὶ τῶν πολυκινήτων
5523010 Ἠγουν
] Τῷ μέλει καὶ τῇ ᾠδῇ . Κῆλα δὲ ] Ἤγουν : τὰ θελκτήρια γάρ . Δαιμόνων θέλγει ] Οὐ
δωρικῶς ἡ γῆ . Οὐδ ' ἀπίθησέ νιν ] * Ἤγουν εἰς ἀπείθειαν καὶ ἀνηκοΐαν ἐνέβαλεν αὐτόν , τὸν Εὔφημον
5522035 μιαινεται
μιασμοῖς τῆς γῆς συνεχόμενος μᾶλλον οἰκοδομεῖ , αὐτὸς δὲ οὐ μιαίνεται . Ὑπονοῶ δὲ καὶ πράξεις ἐν ὑμῖν οὐ καλὰς
τοιούτων πορθήσεως ὑπαινίττεται . χραίνεται ] μολύνεται . χραίνεται ] μιαίνεται . χραίνεται ] μελαίνεται . θ πόλισμ ' ἅπαν
5516926 περιγινεται
καὶ φρονήσεως : εὐπορία δὲ χρημάτων πολλοῖς καὶ διὰ τύχην περιγίνεται . Ἀτυχὴς ὁ ἀτυχίαν μὴ φέρων . Νόσος ψυχῆς
σὺν ᾧ μάλιστα καὶ τὸ κρατεῖν τοὺς ἥσσους τῶν πλειόνων περιγίνεται , συνέσει πρὸ δυνάμεως πιστεύοντας . Τούς τε πλείονας
5516015 ἀναιτιος
καὶ πλεονασμῷ τοῦ ν ἀναλῶ , ὡς αἴτιος ἀαίτιος καὶ ἀναίτιος . ἐκ δὲ τοῦ ἀναλῶ γίνεται παράγωγον ἀλίσκω καὶ
παντὸς οὗ καλῶς πράττεις θεὸν ἡγοῦ αἴτιον . κακῶν θεὸς ἀναίτιος . μεγαλοψυχίαν ἄσκει . ὧν ἡγεμόνες οἱ πόνοι ,
5513653 εἰρηνικος
, τὰς δὲ φοβερὰς καὶ δεινάς . ὁ δὲ ἡμέτερος εἰρηνικὸς καὶ πανταχοῦ πρᾷος , οἷος ἀστασιάστου καὶ ὁμονοούσης τῆς
γῆς , χρόνον ἐνδιατρίψει : ἰδὼν δὲ τάδ ' οὐκ εἰρηνικὸς ἔσθ ' , ἵνα μή ποτε κἀποδυθῇ μεθύων ἄνευ
5507249 δυστυχες
, τέκνοις ὄνειδος οὕνεχ ' ἡδονῆς λιπεῖν ] : τὸ δυστυχὲς γὰρ ηὑγένει ' ἀμύνεται τῆς δυσγενείας μᾶλλον : ἡμεῖς
ἀθλιώτεροι τῆς φαυλότητος καὶ γὰρ ἐν κοινῷ ψέγειν ἅπασι κεῖσθαι δυστυχὲς κοὐκ εὐτυχές . ἔα ἔα : ὁρῶ γ '
5506329 ὀλβος
: περισσὸν τὸ ἓν ὡς : οὐ μόνιμος ὁ μέγας ὄλβος . κατέκλυσε γὰρ αὐτὸν δαίμων τις , ὡσεὶ λαῖφος
καταστᾶσα ὅτι αὐτὴν δίκαιόν ἐστι , ἀναγορεύειν : ὁ γὰρ ὄλβος οὐ βέβαιος , ἀλλ ' ἐφήμερος ἐξίπτατ ' οἴκων
5503794 καμνει
δεομένοις ἐπιφαινόμενος . καὶ ταῦτα μηχανώμενος δι ' αἰῶνος οὐδέποτε κάμνει . ὅπου δὲ θεὸς ὁ πάντων κάλλιστος καὶ φανερώτατος
νύ τοι ἦτορ ἐνὶ φρεσίν , οὐδέ τι γυῖα πρὶν κάμνει , πρὶν πάντας ἐρωῆσαι πολέμοιο . καὶ τὸν μὲν
5500323 ἀφρων
οἰκειότατον δὲ κακίας ὄνομα σύγχυσις : οὗ πίστις ἐναργὴς πᾶς ἄφρων , λόγοις καὶ βουλαῖς καὶ πράξεσιν ἀδοκίμοις καὶ πεφορημέναις
, φθονεῖς , ταράσσῃ , μεταβάλλῃ : διὰ ταῦτα ὁμολογεῖς ἄφρων εἶναι . ἐν δὲ τῷ φιλεῖν οὐ μεταβάλλῃ ;
5497750 σιδηροφρων
] ὑπὸ τοῦ Διός . δυσκλεὴς ] ἄδοξος . . σιδηρόφρων τε ] ὁ τῶν Ὠκεανίδων γυναικῶν χορὸς ἰδὼν τὸν
ἤγουν ὑπὸ τοῦ Διός δυσκλεὴς ] ἄδοξος θέα ] θεωρία σιδηρόφρων ] σκληρὸς καὶ ἄκαμπτος τὸ φρόνημα καὶ ὥσπερ ὑπὸ
5491444 ἐμπεφυκε
οὐ γὰρ ἄν σε μυρίοις ὀνείδεσιν δάκοιμι : τοιόνδ ' ἐμπέφυκέ σοι θράσος ; ἔρρ ' , αἰσχροποιὲ καὶ τέκνων
ἄλλως δὲ γινώσκει τὸ θεῖον , ὡς τοῖς ἤθεσιν αὐτῶν ἐμπέφυκέ τι τῆς ἀδίκου τῶν γεννησάντων προαιρέσεως κἂν ἡμᾶς λανθάνωσι
5490670 εὐτυχης
, νυνὶ στρατηγούς . ὦ πόλις , πόλις , ὡς εὐτυχὴς εἶ μᾶλλον ἢ καλῶς φρονεῖς . οἱ δὲ οἰνόπται
Τιμόθεος στρατηγὸς ἦν Ἀθηναίων , πατὴρ Κόνωνος τοῦ στρατηγοῦ , εὐτυχὴς δὲ σφόδρα ἐξ ἀρχῆς γενόμενος , εἴπερ τις ἄλλος
5488784 εἰκαιος
συνόντων , τῶν εἰς αὐτὸν ἰόντων ὄνειδος , ἀνδραποδώδης , εἰκαῖος , συρφετός , εὐωνότερος τῶν ἀποκεκηρυγμένων ὠνίων , τῶν
ἡ πόλις . . . Βοῦς Κύπριος : κοπροφάγος , εἰκαῖος , ἀκάθαρτος . Σημαίνει δὲ ἀτοπίαν τῶν Κυπρίων .
5487223 πεφυκως
μεγίστας συμφορὰς πεπονθότας , μάλιστα δὲ ὁ τῶν Ἀθηναίων δῆμος πεφυκὼς πρὸς εὐεργεσίαν καὶ εἰωθὼς τοὺς ἠδικηκότας σῴζειν . διὰ
Διὸς πρόπολος Διώνης εἶπε Τημένωι τάδε : “ ὦ παῖ πεφυκὼς ἐκ γονῶν Ἡρακλέους , Ζεύς σοι [ ] δίδωσι
5485176 Λυδιων
πλουτοποιὸν ἀδικίαν * * γόνιμον ἁπάσης ἡδονῆς ἀκολασίαν Ἀσκραίῳ Διί Λυδίων καρπῶν ἀπαρχάς φλοιὸς ἐβρώθη ξύλον * * * ἄγρωστον
ἀλλὰ θαρροῦμεν ὡς μάλιστα , ἵνα θᾶττον καὶ τούτων τῶν Λυδίων ἀγαθῶν ἀπολαύωμεν . ὁ μὲν οὕτως εἶπεν : οἱ
5474850 ἀθλιωτερον
δεῖ τὸν τεταγμένον χρόνον . } Πενίας περ οὐδέν ἐστιν ἀθλιώτερον . ἄμεινόν ἐστιν ἀποθανεῖν ἢ δυστυχεῖν . } Ἄνθρωπον
φαντάσματα , τὸν δὲ ἀληθέστερον ὄνειρον οὐκ ἐθεασάμην . νῦν ἀθλιώτερον ἀνετμήθης τὴν γαστέρα : αὕτη δυστυχεστέρα τῆς μαχαίρας τομή
5474289 βυσαυχην
καὶ ἐν τοῖς κάτω μέρεσι τοῦ Δέλτα * * . βυσαύχην : ὁ τὸν αὐχένα συνέλκων καὶ τοὺς ὤμους ἀνέλκων
ἀλάστωρ τ ' εἰσπέπαικε Πελοπιδῶν . ἄστυτος οἶκος , κοὔτε βυσαύχην θεᾶς Δηοῦς σύνοικος , γηγενὴς βολβός , φίλοις ἑφθὸς
5470846 νεποδεσσι
' ὑπὸ κεύθεσι λίμνης δύνεις , ὁπλίζῃ δὲ καὶ ἐν νεπόδεσσι κελαινοὺς ἀτράκτους , ὡς μή τι τεῆς ἀδίδακτον ἀνάγκης
εἰσδέξασθαι ἀναπνοὴν , οὔτ ' ἐκβαλεῖν . Καὶ γὰρ καὶ νεπόδεσσι : ἐνταῦθα γενόμενος μέμφομαι τὸν ποιητὴν κακῶς εἰρηκότα ὅτι
5457565 ἀνιερος
ὅρκων , οἰόμενος κατακλήσει θεοῦ πίστιν ἐργάζεσθαι τοῖς ἀκούουσιν . ἀνίερος δ ' ὁ τοιοῦτος ὢν καὶ βέβηλος ἴστω ,
κοινῇ συμφέρον . ἐπιθυμία μὲν οὖν βέβηλος καὶ ἀκάθαρτος καὶ ἀνίερος οὖσα πέρα τῶν ἀρετῆς ὅρων ἐλήλαται καὶ πεφυγάδευται δεόντως
5453809 Θανατος
ἤγουν τὸν σκοτεινὸν , ἢ τὸν πλατὺν , ἀνώνυμοι . Θάνατος δὲ κατέσχεν αὐτοὺς μέλας , ἀντὶ τοῦ σκότου ποιητικὸς
κατὰ τὸν οἰκεῖον ὅρον , κατὰ τὸ δέον : ὁ Θάνατος ὁρᾷ τὸν Ἀπόλλωνα πρὸ θυρῶν καὶ δέδοικε μὴ αὐτὴν
5453510 ἀκροχολος
ἄμετρος ὀργήν , τραχὺς ὀργήν , ἔκμετρος , χολώδης ἐπίχολος ἀκρόχολος μελάγχολος , ὀξύθυμος , ὀξυθυμίας , πικρός , δύσκολος
ἵνα μὴ κοιμηθῶσιν . ὅθεν [ . ] κυαμοτρὼξ , ἀκρόχολος . αἰετὸν τίκτοντα : Λείπει τὸ ὡς . παροιμία
5453459 ἀνθρωποισιν
ἐποίησεν ἀρχόμενον τὸν Ὀδυσσέα καὶ λέγονθ ' οὕτω Πᾶσι γὰρ ἀνθρώποισιν ἐπιχθονίοισιν ἀοιδοὶ τιμῆς ἔμμοροί εἰσι καὶ αἰδοῦς , οὕνεκ
κατέκταν . ἀλλ ' οὔ πως ἅμα πάντα θεοὶ δόσαν ἀνθρώποισιν : εἰ τότε κοῦρος ἔα νῦν αὖτέ με γῆρας
5449970 δοξαστικος
τετραγώνου στάσεως ἀγαθὸν καὶ ὠφέλιμον ποιήσει τὸν χρόνον , καὶ δοξαστικὸς ἔσται ἐν πᾶσιν συστάσεις ποιῶν καὶ φιλίας ἀφ '
, τουτέστιν οὐκ ἄνευ λόγου , τὸν δὲ αἰσθητὸν ὁ δοξαστικὸς λόγος οὐκ ἄνευ αἰσθήσεως . Οὔσης δὲ θεωρίας καὶ
5447213 γαμηλιος
' οἶστρος ποτὶ μῶλον ἐπώρορεν εὐνητῆρας μάρνασθαι , πολλὴ δὲ γαμήλιος ἵστατ ' Ἐνυώ . ἀλλ ' ὅτ ' ἀριστεύσας
' ἂν ἔγχελυν φάγοις , οὐδ ' ἐν νεκροῖσι πέττεται γαμήλιος . Ὁ μάγειρος οὗτος Πατανίων προσελθέτω . Πλείους Στρατονίκου
5444848 τειρομενος
: οὔθατα γὰρ σφαραγεῦντο . ἄναξ δ ' ὀδύνῃσι κακῇσι τειρόμενος πάντων ὀΐων ἐπεμαίετο νῶτα ὀρθῶν ἑσταότων : τὸ δὲ
δὲ Νεμειαίοιο βίη ἐτέτυκτο λέοντος ὀβρίμου Ἡρακλῆος ὑπὸ στιβαρῇσι χέρεσσι τειρόμενος κρατερῶς : βλοσυρῇς δέ οἱ ἀμφὶ γένυσσιν αἱματόεις ἀφρὸς
5443830 ἀχθεται
καταφρονῶν οὐ πάνυ ἄχθεται ἀδικούμενος καὶ ζημιούμενος . μᾶλλον γὰρ ἄχθεται εἴ τι προσῆκον ἀναλῶσαι οὐκ ἀνάλωσεν ἢ εἴ τι
οὐχ ὑποπίνεις ; οὐχ ὑπολύσεις σαυτόν ; ὁ δ ' ἄχθεται αὐτὸς ὁ θύων τῷ κατακωλύοντι καὶ εὐθὺς ἔλεξ '
5439449 τιμιος
δ ' ἐν τυμβήρει θαλάμῳ κατεζεύχθη : καίτοι καὶ γενεᾷ τίμιος , ὦ παῖ , παῖ , καὶ Ζηνὸς ταμιεύεσκε
καὶ συμμάχους , καὶ σὺν ὑμῖν μὲν ἂν οἶμαι εἶναι τίμιος ὅπου ἂν ὦ , ὑμῶν δὲ ἔρημος ὢν οὐκ
5439055 ἀγαθωτατος
Ἀγαθὸς μᾶλλον λέγε , μὴ ἀγαθώτερος , καὶ ἀντὶ τοῦ ἀγαθώτατος ἀγαθὸς μάλιστα . Ἀρχῆθεν ποιηταὶ λέγουσιν , τῶν δὲ
. Ἀγαθὸς μᾶλλον λέγεται καὶ ἀγαθὸς μάλιστα , ἀλλὰ μὴ ἀγαθώτατος καὶ ἀγαθώτερος . Ἀρχῆθεν οἱ ποιηταὶ λέγουσιν , τῶν
5436797 ἐγρηγορσις
οὐκ ἔσται τι ζῶον ἐξ ἀνάγκης κινούμενον : καὶ ἡ ἐγρήγορσις γὰρ κίνησις ἐλήφθη ἐξ ἀνάγκης ὑπάρχουσα τῷ ἐγρηγορότι :
χυμῶν λεπτῦναί τε τὸ πάχος ἢ τὴν γλισχρότητα δεόμεθα χρήσιμος ἐγρήγορσις , οὐ μὴν ἄμετρος : χρὴ γὰρ ἐν μέρει
5436136 κερδεων
ὡς πάρος ἐσθλοῖς αἰνεῖσθαι σπεύδοντι , νενίκηνται δ ' ὑπὸ κερδέων . πᾶς δ ' ὑπὸ κόλπου χεῖρας ἔχων πόθεν
ἀναιδεῖ ἐλπίδι γυῖα , προμαθείας δ ' ἀπόκεινται ῥοαί . κερδέων δὲ χˈρὴ μέτρον θηρευέμεν : ἀπˈροσίκτων δ ' ἐρώτων
5428335 ξεινῃ
ἀπέδυσαν , ἀεικελίῃσι δ ' ἱμάσθλαις πᾶν δέμας οὐτήσαντες ἐπὶ ξείνῃ λίπον ἀκτῇ . ἀλλά , μάκαρ , πεφύλαξο Διὸς
. Δηρίφατον κλαίω Τιμοσθένη , υἷα Μολοσσοῦ , ξεῖνον ἐπὶ ξείνῃ Κεκροπίᾳ φθίμενον . Ὤιχευ ἔτ ' ἀσκίπων , Κινησία
5421353 ἀκιδνοτερον
ἀκήριος βʹ : ἀψυχοποιός . ἢ ἄνευ θανατηφόρου μοίρας . ἀκιδνότερον γʹ : τὸ ἀσθενέστερον . τὸ εὐτελέστερον . καὶ
πολυκοιρανίη , εἷς κοίρανος ἔστω , ὑπερβολικαὶ δὲ οἷον οὐδὲν ἀκιδνότερον γαῖα τρέφει ἀνθρώποιο . Ἡ δὲ ἐργασία παραπλησία τῆς
5421109 ἀκοσμος
τὸ στρατόπεδον , καὶ ἦν ἄλλη φυγὴ τῶν Ἀντιοχείων ἐκεῖθεν ἄκοσμος . ὁ δὲ Μάνιος μέχρι μὲν ἐπὶ Σκάρφειαν ἐδίωκεν
δεδομένην , δανεισταί τε χρέα καὶ ταύτης ἐπεδείκνυον , καὶ ἄκοσμος ἦν ὅλως οἰμωγὴ καὶ ἀγανάκτησις . οἱ δ '
5414988 ἀκηρατος
τοῖς ἄλλοις εἰωθότων , ἀλλ ' ἔρως ὁ οὐράνιος καὶ ἀκήρατος καὶ θεῖος ὄντως , ἐξ οὗ πᾶσαν ἀρετὴν φύεσθαι
διαχωρέει : ἡ δὲ ἰκμὰς ἀπ ' αὐτῶν ἰσχυρὴ καὶ ἀκήρατος προσγινομένη ἰσχύν τε παρέχει τῷ σώματι πολλὴν καὶ αὔξην
5411460 ἀφιλος
σὲ δ ' αὐτόγνωτος ὤλες ' ὀργά . Ἄκλαυτος , ἄφιλος , ἀνυμέναιος ταλαί - φρων ἄγομαι τάνδ ' ἑτοίμαν
εὐχερὴς κακότεχνος ἀδιάγωγος ἄδικος ἄνισος ἀκοινώνητος ἀσύμβατος ἄσπονδος πλεονέκτης κακονομώτατος ἄφιλος ἄοικος ἄπολις στασιώδης ἄτακτος ἀσεβὴς ἀνίερος ἀνίδρυτος ἄστατος ἀνοργίαστος
5407194 ἀσφαλης
. ἀσφαλής : ἑδραῖος : ἀπὸ τοῦ σφάλλω σφαλὴς καὶ ἀσφαλής ' . . . . ἀσφάλαξ : παρὰ τὸ
συνάπτοντας αὐχένας τῶν ὀρῶν ἀπολείπειν τοὺς παραφυλάττοντας , ἵν ' ἀσφαλής σφισιν ἡ ἀνακομιδὴ γίγνηται . ταῦτα δ ' εἰρήσθω
5401020 ἀκος
γὰρ ἡ ἀπάτη . . ἄλλως δὲ κεφαλῆς τριχῶν πενομένης ἄκος . φενάκη δὲ κυρίως ἡ προσθετὴ καὶ ἐπιτηδευτὴ κόμη
αὖθις ἀφανῆ τὴν θάλασσαν ἠνώχλει , καὶ μικρὸν ἢ οὐδὲν ἄκος τοῦ λιμοῦ γεγένητο Ῥωμαίοις , ὥστε ἐβόων οὐκ ἀπαλλαγὴν
5391051 ὀλεθριος
ἡ νῆσος ὅσα ἐργάζεται θάνατον : ἡ πόα δὲ ἡ ὀλέθριος σελίνῳ μέν ἐστιν ἐμφερής , τοῖς φαγοῦσι δὲ γελῶσιν
οὐρανιώνων τῶν ὑπὸ τὴν Οὐρανοῦ ἀρχὴν τεταγμένων . οὔλιος ἀστήρ ὀλέθριος καὶ χαλεπός . λέγει δὲ τὸν κύνα . οὐρῆας
5389399 ἐλπιζει
ἂν ἐμμένῃ | “ θεὸν ? ? κείναν σεβίζειν μοῦνον ἐλπίζει | καλοῖς . εἰσὶν γάρ , εἰσὶν ἀξιοπάμονες ἄλλαι
οὔκουν εἰκὸς ἐκεῖνον εἰς ἐπιθυμίαν ἐλθεῖν , ἣν οὐ προβαίνειν ἐλπίζει ; κἂν ἔρωτι περιπέσῃ , προστάττειν ὀκνήσει τοῖς ἐκείνου
5388637 μελεος
: ἀποκείρεται σὸν ἄνθος πόλεος , ὁ Διὸς ἔκγονος , μέλεος Ἑλλάς , ἃ τὸν εὐεργέταν ἀποβαλεῖς ὀλεῖς μανιάσιν λύσσαις
Κάλανος , ὁ μάταιος ὑμέτερος φίλος καὶ οὐχ ἡμέτερος : μέλεος καὶ τῶν ἀθλίων ἐλεεινότερος τὴν ψυχὴν ἑαυτοῦ ἀπώλεσε φιλαργυρήσας
5385138 αἰδειται
παρ ' Ἕρμον Φεύγει , οὐδὲ μένει , οὐδ ' αἰδεῖται κακὸς εἶναι . Οὐ γὰρ ἄν , ἔφη ,
δέχθαι , ἐπεὶ πάντη καὶ ὅτις μάλα κύντατος ἀνδρῶν Ξεινίου αἰδεῖται Ζηνὸς θέμιν ἠδ ' ἀλεγίζει . ” Ὧς φάτ
5384939 ἀτης
σεμνῶν εἰς ἄσεμνα χωρούντων . Ἀπήντησε κεραυνοῦ βολὴ πρὸς ὑπέρτατον ἄτης : ἐπὶ τῶν ἄξια πασχόντων ὧν ἔδρασαν . Ἅπερ
πολεμιστήν . ” ὁ δὲ Ἀπίων ἀμφότερα ἐτυμολογῶν ἀπὸ τῆς ἄτης , οἷον ἀτῆσαι : πληρωτικὰ γὰρ τὰ κακά .
5381673 συνεπεται
, εὐθείᾳ περαίνει κατὰ φύσιν περιπορευόμενος : τῷ δὲ ἀεὶ συνέπεται δίκη τῶν ἀπολειπομένων τοῦ θείου νόμου τιμωρός , ἧς
τὸ ἴδιον χώρας καὶ ὅσων δή ποτε αἰτίων οὐ πᾶσι συνέπεται τὸ αὐτὸ δίκαιον εἶναι . . Τὸ μὲν ἐπιμαρτυρούμενον
5378401 ἀστατος
πλεονέκτης κακονομώτατος ἄφιλος ἄοικος ἄπολις στασιώδης ἄτακτος ἀσεβὴς ἀνίερος ἀνίδρυτος ἄστατος ἀνοργίαστος βέβηλος ἐναγὴς βωμολόχος ἀλάστωρ παλαμναῖος ἀνελεύθερος ἀπότομος θηριώδης
ἀλλ ' ἡ φύσις ἡ ἔνυλος καὶ διὰ τὸ ἔνυλον ἄστατος , καὶ δῆλον ὅτι τοῖς ὀρθῶς κρίνουσιν οὐχ ὁ
5372929 ἀσελγης
πόρνη ἡ κατωφερής . δοκεῖ δὲ ἡ τοῦ Νηλέως θυγάτηρ ἀσελγὴς γενέσθαι καὶ ὑπό τινος τῶν βαρβάρων φθαρῆναι . τῷ
τὴν μητρυιὰν προσηυκαίρει κυνηγίαις . Ἀποτυχοῦσα δὲ τῆς προαιρέσεως ἡ ἀσελγὴς κατεψεύσατο τοῦ σώφρονος , ὡς βιάσασθαι αὐτὴν θελήσαντος .
5369698 πονος
κεφαλὴν ἐρείδει , καὶ ὑπὸ τῆς ὀδύνης , ὅταν ὁ πόνος ἔχῃ , οὐ δύναται ἀνορῇν : τὸ δὲ σῶμα
γὰρ καὶ ἡδὺν πόνον καὶ ἐνσεσαγμένον φησί , ποῖος δὲ πόνος ἡδὺς καὶ ἐνσεσαγμένος οὐκ οἴδαμεν . τί δαὶ ἀπὸ
5369027 θνατων
, οὐδὲ ταῦτ ' ἐπᾴδουσα „ Νόμος ὁ πάντων βασιλεὺς θνατῶν τε καὶ ἀθανάτων ἄγει δικαιῶν τὸ βιαιότα - τον
, ἀλλά μοι αὐτὸς ἄειδεν ἐρωτύλα , καί με δίδασκε θνατῶν ἀθανάτων τε πόθως καὶ ματέρος ἔργα . κἠγὼν ἐκλαθόμαν
5363467 κακῃ
ὡς καὶ τό τῆς δ ' ἦν τρεῖς κεφαλαί . κακῇ δήσαντες ἐν αἴσῃ : ἐν κακῇ μοίρᾳ . οἱ
γῆν Μαριανδυνῶν : δὴ γάρ σφεας ἐξεσάωσεν αὐτῇσιν νήεσσι , κακῇ χρίμψαντας ἀέλλῃ . τῇ ῥ ' οἵγ ' αὐτίκα
5360820 ἀτας
δρόμος . . . * Ἀπὸ κοινοῦ δὲ τὸ στένοντος ἄτας καὶ κενὴν ναυκληρίαν καὶ καὶ τὴν ἄφαντον εἶδος ἠλλοιωμένην
. παντρόπῳ ] πάσης τροπῆς καὶ ἥττης μεστῇ . . ἄτας ] τῆς βλάβης . . τροπαῖον ] νίκη .
5359970 πονηρα
δ ' εὐσεβὲς τῆς δυσσεβείας ἀνθελοῦ : πολλοῖσι γὰρ κέρδη πονηρὰ ζημίαν ἠμείψατο . παραινέσαι σοι βούλομαι : τῶν γὰρ
σεμνὴ καὶ πομπική , συνθέσεως τετυχηκυῖα τῆς πρὸς ἡδονήν . πονηρὰ δὲ ἡ πολλὴ τῆς τῶν φωνηέντων φυλακὴ συγκρούσεως καὶ
5353514 λυπη
ἡδύ , ἥδεσθαι : ἐπιθυμία , ἐπιθυμητόν , ἐπιθυμεῖν : λύπη , λυπηρόν , λυπεῖσθαι : φόβος , φοβερόν ,
καθὸ ἐνεμπόδισεν αὐτὸν νοῆσαι τὸ θεώρημα . εἰ οὖν ἡ λύπη κακὸν καὶ φευκτόν , τῷ δὲ φευκτῷ καθὸ φευκτόν
5348428 ὑπαιτιως
μὲν τῶν λογισμοῦ μεμοιραμένων κήδεται , προμηθεῖται δὲ καὶ τῶν ὑπαιτίως ζώντων , ἅμα μὲν καιρὸν εἰς ἐπανόρθωσιν αὐτοῖς διδούς
, εὐφραίνεται : εἰ μὴ νομίζεις , ὅτι οἱ μὲν ὑπαιτίως ζῶντες παραπικραίνειν καὶ παροργίζειν ἐνδίκως λέγοιντ ' ἂν θεόν
5348104 στασιωδης
δ ' οὐκ ἔστιν ὅτι μὴ στασιαστικός : ὁ γὰρ στασιώδης καὶ στασιαστὴς ὑπόφαυλα , καὶ τὸ ταραχῶδες εὐτελές ,
γὰρ ἂν εἴη τῷ χρωμένῳ . Τί δέ ; ὅστις στασιώδης τέ ἐστι καὶ θέλων πολλοὺς τοῖς φίλοις ἐχθροὺς παρέχειν
5347513 κλοπαι
ἐπιθυμία , μετὰ θράσους ἀπόνοια , μετὰ πανουργίας ἀδικία , κλοπαὶ μετὰ ἁρπαγῆς , σὺν ψευδολογίαις ψευδορκίαι , μετὰ παρανομιῶν
αὐτῶν τῶν φασιανῶν ἀρξάμενον ; Πάντα ταῦτα , Ἰκάριε , κλοπαὶ ἢ εἰ βούλει γε , μισθὸς παρὰ μὲν οὔπω

Back