ἐκείνης τῆς ἡμέρας μέρος ἐπιταλαιπωρῶν καὶ οὐδὲ τὴν ἐπιοῦσαν νύκτα ἀναπαυσάμενος . οἱ δὲ Τυρρηνοὶ ταῖς συνεχέσι κακοπαθείαις ἀπειρηκότες ἐκλείπουσι
μιχθεὶς δὲ τότε Ἥρᾳ καὶ μεταλαβὼν τοῦ τελειοτάτου λέχους , ἀναπαυσάμενος ἀφίησι τὴν πᾶσαν αὖ τοῦ παντὸς γονήν . τοῦτον
4926424 συνουσιαν
καταβαλλόμενον σπέρμα τοῦ ἀνδρὸς , ἀλλ ' ἀπορρεῖ μετὰ τὴν συνουσίαν αἷς μὲν εὐθὺς , αἷς δὲ μετὰ ἡμέρας τινάς
πάλιν γίνεται πρῶτα μετὰ τὸ ἔνδον θέαμα καὶ τὴν ἐκεῖ συνουσίαν πρὸς οὐκ ἄγαλμα οὐδὲ εἰκόνα , ἀλλὰ αὐτό :
4926414 κεκρυμμενου
τῆς τραπέζης ἀνασκευασθείσης , καὶ τοῦ Ἡρακλείδου κατ ' ἀρχὰς κεκρυμμένου , ἐπιβουλεύει οὑτοσὶ τούς τε παῖδας ἐκπέμψαι Ἀθήνηθεν καὶ
' ἄλλο δὲ ἀγνοῶ , ὡς ἐπὶ τοῦ τριγώνου τοῦ κεκρυμμένου ὅτι κατὰ μὲν τὸ καθόλου οἶδα τὰς γωνίας αὐτοῦ
4854523 περιχαρειας
καλεῖσθαι , δόξαντα δὲ εἶναι ῥωμαλέον καὶ ἐγρηγορὸς βλέποντα μετὰ περιχαρείας ἦγον ὡς ἐπὶ τῆς ἐσχατιᾶς μοι ἐσόμενον . ἦν
λαμπρότητα . ἀσμένῳ ] χαίροντι . . ἀσμένῳ ] μετὰ περιχαρείας διάγοντι , διὰ τὸ μὴ καίεσθαι τὴν νύκτα παρὰ
4804749 πληγην
μικροῦ τοὺς νικήσαντας , λαμπροὺς δὲ τοὺς βαρβάρους τοὺς Ἀττικὴν πληγὴν οὐκ ἐνεγκόντας . οὐκ εἶδες , Μίκων , ἐπὶ
, ἱστάμενοι πρὸς τὴν διάδοσιν τοῦ πάθους , καὶ τὴν πληγὴν ἐν τοῖς ἀναισθήτοις θλίβοντες , ἵνα μὴ συνάψει πρὸς
4744314 γλωτταν
λεῖον , ὑπόπικρον , βάπτον ἰσχυρῶς τοὺς ὀδόντας καὶ τὴν γλῶτταν ἐπιμένον τε εἰς συχνὰς ὥρας : τοιοῦτον δ '
ἐπιληπτικῶν καὶ τοῦτό φασιν , ὡς χλωραὶ αἱ ὑπὸ τὴν γλῶτταν αὐτῶν εὑρίσκονται φλέβες . Ἐπιληπτικοῦ δὲ καταπεσόντος ἀπὸ τῶν
4608718 ϲτεφανην
τὸ πύον , πλαγίῳ τῷ παρακεντητῆρι κατὰ τὴν ἶριν καὶ ϲτεφάνην λεγομένην , καὶ ἐκκρίνειν τὸ πύον . παραλαμβάνειν δὲ
χειρὸϲ ἰϲχυρῶϲ , εἶτα ἀκμῇ ϲμιλίου τὴν βάλανον κατὰ τὴν ϲτεφάνην ἀποτέμνειν οὐ λοξὴν ποιοῦνταϲ τὴν ἀποτομήν , ἀλλὰ περιγλυφῇ
4607890 εὑρισκομενην
ἡμέρας τὸ ὀστοῦν , καὶ ἠρέμα ἄνοιξον , καὶ τὴν εὑρισκομένην ἔνδοθεν τοῦ ὀστέου ἀμυγδάλην λαβών , ἐπίγραψον ἐν τῷ
τῶν ἀστρολάβων κύκλον ἐπὶ τὴν κατ ' ἐκείνην τὴν ὥραν εὑρισκομένην ἔγγιστα τοῦ ἡλίου μοῖραν , καὶ οὕτως περιάγειν τὸν
4573520 τραπομενῳ
καὶ τὸ ἄλσος , ὃ δὴ καὶ Ὅμηρος ἐπῄνεσε . τραπομένῳ δὲ ἀπὸ τοῦ Καβειρίου τὴν ἐν ἀριστερᾷ καὶ προελθόντι
ἐπὶ τοῦ ἀγγείου ἂν ἐναρμόσειεν . Ἐπὶ δὲ γυμνάσιον ἐντεῦθεν τραπομένῳ λήκυθος ἐλαιηρά τις ἔστω ἢ καὶ ληκύθιον , καὶ
4550266 ἀπουσιαν
αὖ τὴν μὲν ἐγγὺς τοῦ ὄντος εἶναι , τὴν δὲ ἀπουσίαν ἐκείνου : καὶ οὕτως οὐκ ἐκ τοῦ ἁπλῶς μὴ
' ἀπειλῶν , τὰ δ ' ἡμᾶς διαβάλλων καὶ τὴν ἀπουσίαν τὴν ἡμετέραν , τρέψηται καὶ παρασπάσηταί τι τῶν ὅλων
4514169 νομην
ἀλλήλοις ἐπισυμπεπτωκότα νέμεται , ὥσπερ ἐκ τοῦ ἐναντίου διῃρημένην τὴν νομὴν ποιουμένων εἴωθε λέγειν “ καὶ αἰπόλια πλατέ ' αἰγῶν
ἁπάντων τοῦ θώρακος τῶν σπονδύλων ἐκφύεται νεῦρα παραπλησίαν ἔχοντα τὴν νομὴν πάντα πλὴν τοῦ κατὰ τὸ δεύτερον μεσοπλεύριον : ἐντεῦθεν
4476587 φρικην
τὰ δείματα . Τὴν διέγερσιν οὖν τὴν ἐπ ' ἐκεῖνα φρίκην ἐκάλεσε , τὴν διὰ τῶν αἰσθητῶν ἐπὶ τὰ νοητά
τοῖς τῶν φερόντων ὤμοις ἐπέθεσαν . τοῦτο παρὰ δόξαν γεγονὸς φρίκην τε πολλὴν καὶ ἀγωνίαν μεγίστην καὶ φόβον πᾶσιν ἐνέβαλεν
4476263 μαχαιραν
Λυρνησσὶς ἦν . . Ἀτρείδης δὲ ἐρυσσάμενος χείρεσσι μάχαιραν : μάχαιραν τὴν παραξιφίδα . . . εἴ που ἔτι ζώει
ἰσότητι : ἐπίθες δὲ εἰς τὴν τρῦπαν τοῦ ἐπάνω καυκίου μάχαιραν , ὅπου νὰ ἔναι ἡ μύτη τῆς ξυντὴ ,
4427813 ἐλλαμψιν
συγκείμεθα : λύεται οὖν ἡ ἁρμονία καὶ οὐκέτι ἐπιδέχεται τὴν ἔλλαμψιν τῆς ψυχῆς . βίᾳ δὲ ἐὰν φάγοι , εἰ
ὅμως εἰς ἓν ἀνάγονται πάντες , εἰς τὴν τῆς αὐγῆς ἔλλαμψιν , ὅπουπερ ἂν καὶ δι ' οἵων ὀργάνων ἐπιλάμπωσιν
4410098 γαστερα
τὸν ἐπὶ σηπεδόνι πυρέσσοντα φλεβοτομητέον αὐτίκα χωρὶς ἀπεψίας τῆς κατὰ γαστέρα : τῆς δυνάμεως δ ' ἀσθενοῦς ὑπαρχούσης ἢ κωλυούσης
. τὰ τῶν πάνυ νέων ζῴων κρέα ῥᾷον ὑπέρχεται κατὰ γαστέρα , καὶ τὰ ἄκρεα αὐτῶν ὁμοίως . τῶν σελαχίων
4400720 διαβολην
† ἀεὶ μέμψιν ἰδίαν αὐτὸν ἐπάναγκες λαβεῖν . τὸ δοκεῖν διαβολὴν ἔσχε μείζω τοῦ ποιεῖν . ὅστις δὲ διαβολαῖσι πείθεται
οἱ τοῦ Μαρκίου παῖδες , ἐπὶ τὸν βασιλέα Ταρκύνιον τὴν διαβολὴν τοῦ ἄγους ἀνέφερον ἄλλο μὲν οὐθὲν ἔχοντες φέρειν τῆς
4386826 πλαστιγγα
τοῦ ζυγοῦ , ἤτοι στάθμης , μέρος . . * πλάστιγγα : πλαστιγξ ἡ τοῦ ζυγίου χύτρα * πεσοῦσαν :
διδάξω καθ ' ὅσον ἂν τὸν κότταβον ἀφεὶς ἐπὶ τὴν πλάστιγγα ποιήσῃ πεσεῖν πλάστιγγα ; ποίαν ; τοῦτο τοὐπικείμενον ἄνω
4376659 γραος
γογγρία : ἐτυμολογοῦνται ἀπὸ τοῦ γρῶ τὸ ἐσθίω : γρῶ γράος καὶ γόγγρος , γράοι καὶ γόγγροι . ὄλισθον :
γογγρία : ἐτυμολογοῦνται ἀπὸ τοῦ γρῶ τὸ ἐσθίω : γρῶ γράος καὶ γόγγρος , γράοι καὶ γόγγροι . ὄλισθον :
4374203 διατηκει
μετὰ δὲ χρόνον οὐδ ' ὅλως : θερμαίνει δὲ καὶ διατήκει τὰς σάρκας . εἰ δ ' ἐκπλυθείη , τὴν
μετὰ δὲ χρόνον οὐδόλωϲ ἐργάζεται ἐϲχάραϲ . θερμαίνει δὲ καὶ διατήκει τὰϲ ϲάρκαϲ : εἰ δὲ πλυθείη , τὴν μὲν
4364111 μεθην
. οἱ μὲν δὴ Διοσκούρων ἐπιφάνειαν οἰηθέντες γεγονέναι προῄεσαν ἐς μέθην καὶ ἡδονὴν πλείονα : οἱ δὲ ἀπὸ τῶν ἵππων
χρίμασι δευόμενοι . οὕτω δ ' ἐξελύθησαν διὰ τὴν ἄκαιρον μέθην ὥστε τινὲς αὐτῶν οὔτε ἀνατέλλοντα τὸν ἥλιον οὔτε δυόμενον
4359688 καθεδραν
τοῦ ἰκρίου . λέγει δὲ ἴκριον καὶ τὴν τοῦ κυβερνήτου καθέδραν . ἴκρια δὲ καὶ τὰς σανίδας καὶ τὸ κέρας
ἐν Θετταλίᾳ , ὧν αἱ ῥάχεις μετρίως κεκοίλανται εἰς ἀσφαλῆ καθέδραν τοῦ ἱππέως . Ἰβήριοι δὲ ἵπποι μικροὶ καὶ θηρατικοί
4340448 χειρουργιαν
γραμματισταὶ μηχανῶνται ὑποχαράττοντες αὐτοῖς σημεῖα ἀμυδρά , οἷς ἐπάγοντες τὴν χειρουργίαν , ἐθίζονται τῇ μνήμῃ πρὸς τὴν τέχνην . Δοκοῦσιν
δυσανασχετῇ ὁ πάσχων , τότε τοῖς δεσμοῖς χρώμεθα πρὸς τὴν χειρουργίαν . οἱ δ ' ὑπηρέται πλησίον καθεζέσθωσαν , καὶ
4339030 ἐρωμενην
| [ . οὗτος οὖν ὁ Ἐπίκουρος οὐ Λεόντιον εἶχεν ἐρωμένην τὴν ἐπὶ ἑταιρείᾳ διαβόητον γενομένην ; ἡ δὲ οὐδ
οὔσης ἀεὶ τῷ ποθοῦντι σπουδῆς ἐκ παντὸς θεραπεύειν τρόπου τὴν ἐρωμένην οὐ θεῶν εἰσέρχεται δέος , οὐ λογισμὸς αὐτῷ γίνεται
4332724 χορτασαι
καταλιμπάνοντα , καταλιπόντα . Ἐμπαῦσαι : κορέσαι . ἀμπαῦσαι : χορτάσαι : γράφεται ἐμπαῦσαι . Ὀλέκουσι : φθείρουσιν . φέρτερος
Νέον . . νεανίᾳ πρέπον . . ἀντὶ τοῦ δυνάμενον χορτάσαι νεώτερον . . πολὺ , δυνάμενον χορτάζειν νεανίαν .
4330014 χελιδονα
ἐπιλαβόντος καὶ σφοδροῦ τοῦ κρύους γενομένου περιιὼν ἐπειδὴ εἶδε τὴν χελιδόνα νεκρὰν ἐρριμμένην , ἔφη πρὸς αὐτήν : „ ὦ
ἄσωτος καταφαγὼν τὰ πατρῷα ἱματίου μόνου αὐτῷ περιλειφθέντος ὡς ἐθεάσατο χελιδόνα παρὰ καιρὸν ὀφθεῖσαν , οἰόμενος ἤδη θέρος εἶναι ὡς
4320832 κακοχυμιαν
διαφόρων μνημονεῦσαι , ὥστε τὸν βουλόμενον ἁρμόζεσθαι πρὸς τὴν πλεονάζουσαν κακοχυμίαν ἐντεῦθεν ἐπιλέγεσθαι τὸ φαινόμενον αὐτῷ χρήσιμον . Ναρδοστάχυος .
δὲ καὶ σκόρδα καὶ πράσα καὶ ἀμπελόπρασα δίσεφθα γενόμενα τὴν κακοχυμίαν ἀποτίθεται . κακόχυμα δὲ πάντα ἐστὶν ἐσχάτως ἃ καλοῦσιν
4319512 κατασβεσαι
τῶν ἔργων Πυθαγόρας μὲν σπονδειακῷ ποτὲ μέλει διὰ τοῦ αὐλητοῦ κατασβέσαι τοῦ Ταυρομενίτου μειρακίου μεθύοντος τὴν λύσσαν , νύκτωρ ἐπικωμάζοντος
ἐν τούτοις οἷς μέλλει ἔδεσθαι , ὅσον μόνον τὴν δυσχέρειαν κατασβέσαι τὴν ἐπὶ ταῖς αἰσθήσεσι ταῖς διὰ τῶν ῥινῶν γιγνομένην
4310285 ἐμειδιασεν
: ὁ παῖς δὲ πρὸς μὲν τὸν δάκτυλον θλιβόμενον αὖθις ἐμειδίασεν , οὐ μὴν συνεῖδεν , οἶμαι , τὸ νόμισμα
αἰδῶ πολλὴν ἐπαμφιασαμένη πᾶσι τοῖς μέρεσιν ἐντέτηκεν . οὐκοῦν οὔτε ἐμειδίασεν ἄλλος σὺν Ἀφροδίτῃ τοσαύτῃ οὔτε μὴν ἔστησεν ἐρυθήματι κινού
4303791 εὐμορφιαν
καὶ τὴν τῆς ψυχῆς ἀρετὴν οὐκ αἰσχύνουσαν τὴν τοῦ σώματος εὐμορφίαν . μάτρῳ θ ' ὁμωνύμῳ : τοῦ Στρεψιάδου μήτρως
παλαιοὶ κορεῖν ἔλεγον . χάριν : ὡραιότητα : καλλονήν : εὐμορφίαν . χρυσῆν Ἀφροδίτην : Ἑστιαία ἡ γραμματική φησι ἐν
4302220 θερμασιαν
ταχεῖα καὶ πυκνὴ καὶ μεγάλη γίνεται ἡ ἀναπνοὴ σημαίνει πολλὴν θερμασίαν καὶ δίψαν : εἰ δὲ ἀραιὰ καὶ βραδεῖα ,
θερμασία : ἐκ τούτου γίνεται ἀλεείνω , οἱονεὶ εἰς τὴν θερμασίαν ἐκ τοῦ ψύχους ἀποφεύγω . τὰ διὰ τοῦ εινω
4298590 γεγενημενην
δεύτερον δὲ ταῖϲ δι ' ἐλαίου θερμοῦ : ἀραιότητα δὲ γεγενημένην τοῦ δέρματοϲ ἢ ἐπὶ λουτροῖϲ ἢ ἐπὶ τρίψεϲιν ἢ
δύο δημάρχους , εἰ μὲν εὕρωσιν ἀπὸ τῆς Σκιπίωνος γνώμης γεγενημένην τὴν ἱεροσυλίαν , κατὰ τάχος ἀγαγεῖν αὐτὸν εἰς τὴν
4287872 ἀπειλην
ὠκεανὸν οὐκ ἤνεγκαν οἱ ἐν Βαβυλῶνι οὕτω πόρρω οὖσαν τὴν ἀπειλήν . Ἀλλ ' ὅθεν δεῦρο ἐξετραπόμεθα , ὡς ἄρα
καὶ στάσιν , ὅπως πάλιν στασιάσωσιν ʃ ἢ κατ ' ἀπειλήν . ʃ τρία εἴδη ὀλιγωρίας , καταφρόνησις , ἐπηρεασμὸς
4287461 ὁραθηναι
ὥστε ἰδεῖν μὲν τὰ ὑπ ' αὐτοῦ πραττόμενα , μὴ ὁραθῆναι δὲ ὑπ ' αὐτοῦ . δῆλον δέ , ὅτι
τὸ σφάξαι πτερὰ ἐπιβάλλουσιν , ὥστε ἐξ αὐτῶν αὐτοὺς κρεμαμένους ὁραθῆναι πᾶσιν . ἐμφαντικὸν δὲ πλήθους τὸ ἐγχεῖ . 〚
4284419 νικωμενον
ἴσον βαδίζει τὸν ἐνιαύσιον κύκλον , κοὐδέτερον αὐτῶν φθόνον ἔχει νικώμενον . εἶθ ' ἥλιος μὲν νύξ τε δουλεύει μέτροις
τοῦ Τυφῶνος . νικώμενον ] + πάντοτε γὰρ νικᾷ . νικώμενον ] νικηθέντα . Ξ τοιάδε μέντοι : ἤτοι τοιαύτη
4283792 ὑϲτεραν
τὸ ϲπλάγχνον , ἢ δι ' ἐξολκὴν δευτέρου προϲελκομένου τὴν ὑϲτέραν προϲπεφυκότοϲ αὐτῇ , καθάπερ ἐν δυϲτοκίαιϲ , ἢ δι
. Πολλάκιϲ μετὰ τὴν τοῦ ἐμβρύου κομιδὴν ἐγκατέχεται κατὰ τὴν ὑϲτέραν τὸ χόριον , ὃ δὴ καὶ δεύτερον καλεῖται .
4278131 θυραν
⌈ , τουτέστι τὸν ἀντιβάτην , ? , πρὸς τὴν θύραν , αὐτῇ δὲ τῇ δοκῷ τὸν ὅλμον : κατὰ
σφάζοντες , θύονται δὲ οἱ διὰ τῶν σπλάγχνων μαντευόμενοι . θύραν καὶ θυραίαν φησὶ διαφέρειν . θυραία μὲν γάρ ἐστι
4277205 ὑποσχεσιν
, ἐπ ' εὐγενείᾳ μέγα φρονῶν , ὅμως διὰ τὴν ὑπόσχεσιν δώσειν ὡμολόγησεν . Ὡς δὲ ταῦτα συνέθεντο , πᾶσαν
κατ ' ἰδίαν ἐρεῖν τοῦ ἀληθοῦς . ὅθεν νῦν τὴν ὑπόσχεσιν πληροῦντες ἐν πρώτοις σκεπτώμεθα εἰ ἔστι τι ἀληθές .
4275688 δυστηνῳ
. „ ἡ δὲ τὸ στῆθος πατάξασα ” οἴμοι τῇ δυστήνῳ , ” φησίν , „ οὐδὲν γὰρ οὐδὲ σοφισαμένη
πρὸς τὰ Τροίας πεδία καὶ τὸν Ἀτρέως ἔχθιστον υἱὸν τῷδε δυστήνῳ ποδί ; Πρὸς τοὺς μὲν οὖν σε τήνδε τ
4268022 προσδοκιαν
μὴν ἀλλ ' ἐπιεικῶς ] τὸ σχῆμα τροπὴ ἢ παρὰ προσδοκίαν : τὸ δὲ ἐπιεικῶς ἀντὶ τοῦ πάνυ . παρὰ
μόχθων περιγενήσεται τῶν πραγμάτων , καὶ σύστασιν καὶ κέρδη παρὰ προσδοκίαν ἕξει . ἐπὶ νυκτὸς δὲ μειουμένης τῆς Σελήνης νόσους
4266735 παραβεβλησθω
ἰσογώνιόν ἐστιν ἢ οὔ . ἔστω πρότερον ἰσογώνιον , καὶ παραβεβλήσθω παρὰ τὴν ΓΒ εὐθεῖαν τῷ ΕΗ παραλληλογράμμῳ ἴσον παραλληλόγραμμον
καὶ τῷ μὲν ἀπὸ τῆς Α ἴσον παρὰ τὴν ΓΔ παραβεβλήσθω τὸ ΓΕ πλάτος ποιοῦν τὴν ΓΖ : ἀποτομὴ ἄρα
4262149 ἁμαρτιαν
τῶν ἁγίων ἐντολῶν τοῦ θεοῦ , διὰ τὴν κακίαν καὶ ἁμαρτίαν τὴν πληθύουσαν ἐν αὐτῷ ἤδη ἂν ἐκλελοίπει . Καὶ
εἰς τὸν αὐτὸν δαίμον ' ἦλθε : εἰς τὴν αὐτὴν ἁμαρτίαν : καὶ γὰρ παρανόμως ἐφόνευσε . πλέον δὲ τοῦτο
4257144 ἐϲχατην
δὲ μυούρων ϲφυγμῶν διττῶν κατὰ γένοϲ ἀποδεδειγμένων οἱ μὲν ἐκλείποντεϲ ἐϲχάτην τῆϲ δυνάμεωϲ δηλοῦϲι κατάπτωϲιν , ἐπανερχόμενοι δὲ καὶ παλινδρομοῦντεϲ
δηλοῖ τὸ λευκὸν καὶ λεπτὸν οὐρούμενον καὶ μένον τοιοῦτον . ἐϲχάτην ἀπεψίαν τὸ λεπτὸν καὶ λευκὸν οὖρον ϲημαίνει : οὐ
4254884 ζωσαν
ἥν , δόξασαν ἀποτεθνηκέναι , ἔθαψε πολυτελῶς . τυμβωρύχοι δὲ ζῶσαν εὑρόντες εἰς Ἰωνίαν ἐπώλησαν . τοῦτο γὰρ ἡμῖν ἐμήνυσε
τε δὲ οὐδὲ ἐβουλήθης εἰκόνα μοι τοῦτον μόνον τοῦ ἀνδρὸς ζῶσαν περιληφθέντα ἀφανίσαι : σὺ μέντοι , καὶ ὅτι μὲν
4248872 ἀποφραδα
παντάπασιν ἀνήκοος ἦσθα τοῦ ὀνόματος ; ἐγὼ δὲ τὴν μὲν ἀποφράδα ὅ τι καὶ βούλεται εἶναι διδάξω σε μικρὸν ὕστερον
ἔθνη προσείληφας . ὃ καὶ θαυμάζω , ὅτι τὴν μὲν ἀποφράδα ἐδυσχέρανας ἀκούσας , ἐπ ' ἐκείνοις δὲ τοῖς ὀνόμασιν
4246536 ἐγγινομενην
ψυχῆς φύσει συμβαινούσας κατεῖδε , τὴν μὲν ὀργὴν ὑπὸ λύπης ἐγγινομένην , ζέσιν δέ τινα τοῦ αἵματος καὶ τοῦ ἐν
τοσαύταις ὅσων καὶ τὸν τύπον σῴζομεν . ἔτι ἤτοι τὴν ἐγγινομένην νῦν καὶ τυπουμένην εἰκόνα φαντασίαν λέγουσιν ἢ τὴν γεγονυῖαν
4243326 παραμυθιαν
[ ἀναιρωοῦμεν - ] 〚 〛 [ ] [ τὴν παραμυθίαν - ] [ τῶν εὐωχιῶν - ] . εικ
τὸ τὸν ἐλπίζοντα εἰς θεοὺς ὁρᾶν . ὅθεν Θουκυδίδης κινδύνου παραμυθίαν εἶπε τὴν ἐλπίδα καὶ Ὅμηρος : ἐλπωρή τοι ἔπειτα
4242440 σφαγην
' ἐπὶ ματαίαις μόνον ἐλπίσι τὰς συνθήκας ἐπλάσαντο , τὴν σφαγὴν ἐξεδέχοντο ἀναμφιβόλως τοῖς ἐνδεῶς ἔχουσι κεκριμένην . τάττονται δὴ
αὐτὸν καὶ φιλόπαιδα , τὸ γὰρ μὴ τοῦ τρίτου τὴν σφαγὴν διὰ τῆς φυγῆς ταμιεύεσθαι , πρᾷος ἔστω πρὸς τὸν
4236357 προϲθεϲιν
ἀλλὰ καὶ ποτῶν . πολλῷ δ ' ἧϲϲον ἐπὶ τὴν πρόϲθεϲιν ἰτέον , ἐπεὶ τήν γε ἀφαίρεϲιν ὅλωϲ ἀφελεῖν πολλαχοῦ
τοῦ ϲώματοϲ ῥῶϲιν ὑπὸ τῆϲ δυνάμιοϲ καὶ ἐϲ τὴν τούτου πρόϲθεϲιν ὑπὸ τῆϲ θρέψιοϲ . οἶνοϲ γὰρ ὠκὺϲ μὲν ἐϲ
4230600 μανιαν
μετὰ ταύτης καταφλεχθεὶς ἐτελεύτησεν . τῶν δὲ παρόντων οἱ μὲν μανίαν αὐτοῦ κατέγνωσαν , οἱ δὲ κενοδοξίαν ἐπὶ καρτερίᾳ ,
ὃς στρατιώτης ὢν Ἀθηναῖος προσεποιεῖτο πρὸς τοῖς ἄλλοις κακοῖς καὶ μανίαν , εἰδὼς ὅτι μισεῖται παρὰ τῶν πολιτῶν . διὸ
4229121 γονην
ὡσαύτως δὲ καὶ τῇ γυναικὶ ἡ θέρμη ἐξαΐσσει πρὸς τὴν γονὴν τοῦ ἀνδρὸς , ἔπειτα λήγει . Ἧσσον δὲ πολλῷ
ὡς οὖν ἔλεγε Σωκράτης εὔχεσθαι δεῖν μουσικὴν τὸν μανθάνοντα καὶ γονὴν παίδων τὸν γαμοῦντα , οὕτω καὶ Ἡσίοδος καρπῶν γονὴν
4226527 αὐξην
σμικροὶ δὲ καὶ οὐκ ὀρθοὶ τὰς ψυχάς . τὴν γὰρ αὔξην καὶ τὸ εὐθύ τε καὶ τὸ ἐλευθέριον ἡ ἐκ
. διὰ τοῦτο καὶ συναπεδήμησέ μοι τὸ κακὸν αὐξόμενον τὴν αὔξην τὴν ἑαυτοῦ δεῦρό τε ἀφῖκται πάλιν τροπὰς μέν τινας
4214586 ῥεπουσαν
μελαγχολίαν , μόνον δὲ τὴν κρᾶσιν ὁρῶν εἰς οἷον εὔκρατον ῥέπουσαν χυμὸν μέλανα . Αὐτῇ δὲ μόνῃ οὐκ ἐπίστευον τὸ
μὲν ἀληθινὴν ἐπι - στολὴν ἀποκρυψάμενος , ἑτέραν δὲ γράψας ῥέπουσαν πρὸς τὸ ἑαυτῷ συμφέρον προσήνεγκε τοῖς συνέδροις καὶ τοὺς
4212943 ἀκμην
τὰς δὲ καιρι - κὰς , ἀρχὴν , ἐπίδοσιν , ἀκμὴν , παρακμήν . αἱ δὲ ἐν χειρουργίαις κοινότητες κατὰ
: νομίζειν γὰρ δὴ τὸν μὲν ἐνθάδε βίον ὡς ἂν ἀκμὴν κυομένων εἶναι : τὸν δὲ θάνατον γένεσιν εἰς τὸν
4212278 ἀμβλυωττει
φεύγων : διαδιδράσκων * ἀμβλώσσει : ἀμβλεῖ ἔχει τὼ ὄσσε ἀμβλυώττει ἀμβλυώττει , τυφλώττει μαράθου : ὁ χυλὸς τοῦ μαράθου
ὄμμα ἑκάτερον , εἶτα ἐξάντης τοῦδε τοῦ πάθους γίνεται . ἀμβλυώττει δὲ ἄρα διὰ τοῦ χειμῶνος φωλεύσας ἐν μυχῷ καὶ
4208137 ὑποστιγμην
καὶ ἐμπεσόντα περὶ τὰ τέλη νοήματι μακρῷ καὶ μέσην ἢ ὑποστιγμὴν πρὸς ἀνάπαυσιν μὴ ἔχοντι , ἄγαν ἀποτείναντα τὴν φωνὴν
καὶ ἐμπεσόντα περὶ τὰ τέλη νοήματι μακρῷ καὶ μέσην ἢ ὑποστιγμὴν πρὸς ἀνάπαυσιν μὴ ἔχοντι , ἄγαν ἐπι - τείναντα
4206454 φιλησας
ἅμα πάντες σιωπῶσι . Γελάσας οὖν ὁ Δάφνις ἡδὺ καὶ φιλήσας ἥδιον φίλημα καὶ τὸν τῶν ἴων στέφανον ἐκείνῃ περιθεὶς
αὐτὸς δ ' οὖν , ἔφη , περιβαλών τε καὶ φιλήσας τοὺς ἄνδρας ἀξιῶσαι τρίτον αὐτὸν εἰς τὴν φιλίαν παραδέξασθαι
4203463 βαρυτητα
ἐπὶ τοὺς ὀφθαλμούς , ἣν ὁπόταν μόγις διασεισαμένη διὰ τὴν βαρύτητα ἐμβλέψῃ , κτείνει τὸν ὑπ ' αὐτῆς θεωρηθέντα οὐ
πρὸς ὀξύτερον . ἐκ δὴ τούτων τὰ γινόμενα τὸ μὲν βαρύτητα , τὸ δὲ ὀξύτητα προσαγορεύομεν . γίνεται δ '
4197238 γναθον
ὁρᾶις , γέρον . οὗτος μὲν οὐδ ' ἂν τὴν γνάθον πλήσειέ μου . ναί : δὶς τόσον πῶμ '
, ὁ δ ' ἐγκάψας τὸ κέρμ ' εἰς τὴν γνάθον ἐρίν ' ἀπέδοτο σῦκα πωλεῖν ὀμνύων . οἴνου γεραιοῖς
4193895 γενεϲιν
νοϲήματοϲ γίγνωνται ϲπαϲμοὶ καὶ διαμείνωϲιν , ὑπὸ πληρώϲεωϲ ἔχουϲι τὴν γένεϲιν . ὅταν δὲ ἱδρώτων πολλῶν προγενομένων ἢ ἐμέτων ἢ
ϲιμὰ καὶ ὄπιϲθεν προϲπεφυκὼϲ αὐτῷ , ἐκ τοῦ περιτοναίου τὴν γένεϲιν ἔχων χιτῶνοϲ . τὸ δὲ μέροϲ τοῦτο , καθ
4190596 βλασφημιαν
γὰρ ἰσότητι δόξαν καὶ ἀσφάλειαν ἀκολουθήσειν , τῇ δὲ πλεονεξίᾳ βλασφημίαν καὶ φόβον , δι ' ὧν ταχέως ἂν αὐτοῦ
τοίνυν μετὰ τοῦ λῃτουργεῖν τὰ σφέτερ ' αὐτῶν διεφθαρκότες τὴν βλασφημίαν ἀντὶ τῆς χρείας τῇ πόλει καταλείπουσιν : οἱ δ
4186672 οὐϲιαν
ϲώματοϲ , ἀναμνηϲθῆναι . ἐϲτὶ δὲ δήπου κατὰ μὲν τὴν οὐϲίαν αὐτὴν τοῦ πράγματοϲ ἐξηγουμένοιϲ ἡ εὐκρατοτάτη τε ἅμα καὶ
αἱ φλέβεϲ ἀπὸ τῶν ἐντέρων ἕλξωϲί τινα ϲηπεδονώδη τῶν περιττωμάτων οὐϲίαν . τοὺϲ μὲν οὖν διὰ νόϲον παροῦϲαν χρῄζονταϲ τῆϲ
4182121 ὠνησομενος
ἐστέλλετο , τοὺς μὲν μισθῷ πείσων , τοὺς δὲ καὶ ὠνησόμενος ὅσοι θαλάττιοι ἄνθρωποι . τήν τε γὰρ παραλίαν τὴν
κατέφαγεν ἐραστήν ποτε Θαλλόν : παρεγενήθη γὰρ εἰς τὴν Ἀττικήν ὠνησόμενος χελιδονείους ἰσχάδας Ὑμήττιόν τε φορτιούμενος μέλι . λέγεται δ
4179882 σκαπανην
νέος ὢν καὶ ἐν ὁρμῇ τοῦ βλαστάνειν ὡραίαν λάβη τὴν σκαπάνην , ἔπειτα πάλιν βλαστολογεῖν πρὸ τοῦ ἀνθεῖν . Συμβαίνει
νῦν ἐῶμεν ; ” ὅ τε Δᾶος παρῆν ἐπὶ τὴν σκαπάνην διάδοχος . ἡ πρώτη μὲν οὖν ἔφοδος ] τοιαύτη
4178062 θεραπειην
' εὖ οἶδ ' ὅτι κρέσσονα τῆς πρεσβείης ἀντιφορτισάμενος ἀποίσεις θεραπείην τὸν ἐμὸν γέλωτα τῇ πατρίδι καὶ ἑωυτέῳ , καὶ
Θεραπεία ϲτομαχικῶν . Ἡ ἐν τοῖϲι ἄλλοιϲι πάθεϲι μετὰ τὴν θεραπείην δίαιτα ἐϲ ἰϲχὺν καὶ κράτοϲ τοῦ ϲώματοϲ εὐπεψίῃ ἀγαθή
4165701 καταραν
ὑμῶν , ὅτι ἀδίκως πάντα κέκτησθε : καὶ ὑμεῖς εἰς κατάραν μεγάλην παραδοθήσεσθε . καὶ νῦν ὀμνύω ὑμῖν τοῖς φρονίμοις
ἐπιστομηθεὶς παρὰ τῆς Πενίας , καὶ μὴ δυνάμενος ἀντιλέγειν εἰς κατάραν τὸν λόγον ἔτρεψε . . τοῦτο παίζων ὁ Χρεμύλος
4159303 ὀχλησιν
ἔφην αὐτῇ περὶ τῆς λοίπης πλάνης . . ὄχλον ] ὄχλησιν καὶ πολυλογίαν . . τὸ πλῆθος . ἐκλείψω ]
λήψεσθαι παρ ' ἐμοῦ Θ φασιν . Θ μᾶλλον τὴν ὄχλησιν δείκνυσι τὴν κατ ' αὐτοῦ δι ' οὕς φησι
4155699 ἐκτεθεις
κλαπεὶς ὑπὸ τῆς Ῥέας ὑποβαλομένης τὸν λίθον εἰς τὴν Κρήτην ἐκτεθεὶς ὑπ ' αἰγὸς ἀνετράφη καθάπερ ὁ Τήλεφος ὑπὸ ἐλάφου
φασὶν ὅτι Κύκνος ἐκ λαθραίας μίξεως τεχθεὶς καὶ διὰ φόβον ἐκτεθεὶς εὑρέθη ὑπὸ ἁλιέων τινῶν ἔχων πέριξ αὐτοῦ κύκνους ,
4149210 κρατουμενος
πέτραις τὴν μὲν ἡμέραν διὰ τὸ πνῖγος οὐχ ὁρᾶται , κρατούμενος ὑπὸ τοῦ περὶ τὸν ἥλιον φέγγους , τῆς δὲ
' ἄκρατος ὢν τὴν ὀργήν : ἤτοι ἀκαταπόνητος , μὴ κρατούμενος . * : ἀπροσδόκητος ] Οὔτε τὸ πῶς εἰς
4142618 δυσκρασιαν
οὐκ ἀσφαλεῖς ἐνέργειαι , ἢ διὰ παγιωθεῖσάν τινα μορίου τινὸς δυσκρασίαν , ὡς διὰ ταύτην καὶ τὴν τοιάνδε πλημμελῆ συσκευασθῆναι
γὰρ μάλιστα τὴν κατὰ πνεύμονα καὶ ἐγκέφαλον ὑγρὰν καὶ ψυχρὰν δυσκρασίαν . νάρδου στάχυς τὰ κατὰ τὴν κεφαλὴν καὶ τὸν
4139656 θηλειαν
ἐπινικίων ὑμνεῖ λέγων Εὐρυσθέος ἔντυ ' ἀνάγκα πατρόθεν χρυσόκερων ἔλαφον θήλειαν ἄξονθ ' . καὶ Ἀνακρέων ἐπὶ θηλείας φησίν οἷά
ὁ Τειρεσίας ὄφεις συνουσιάζοντας ἐν τῷ Κιθαιρῶνι εὑρὼν ἀνεῖλε τὴν θήλειαν καὶ γέγονεν γυνή , εἶτα τὸν ἄρρενα καὶ γέγονε
4139642 ῥοπην
δὲ οὐδὲ ψῆφον ἠξίωσα διενεγκεῖν ὑπὲρ οὐδενὸς μόνος , μὴ ῥοπήν τινα δοκῇ τὸ τοιοῦτον παρέχειν καὶ μαρτυρίαν καὶ τῶν
, τῶν περὶ τὸν εὐδαίμονα συμβαινόντων ἀτυχημάτων τὰ μὲν βαρύτερα ῥοπήν τινα πρὸς ἀλλοίωσιν τῷ βίῳ παρέχεται , τὰ δ
4138900 τελειουμενον
πρόεισιν εἰς τὸ πρόσθεν ἐπὶ μικρόν , καὶ οὕτως ἀεὶ τελειούμενον εἰς περίπατόν τε καὶ δρόμον καὶ τὴν πρὸς ταῦτα
γίνεσθαι γὰρ τετράπουν βρέφος ὄντα τοῖς τέτταρσιν ὀχούμενον κώλοις , τελειούμενον δὲ δίπουν , γηρῶντα δὲ τρίτην προσλαμβάνειν βάσιν τὸ
4138585 λαβην
συγχωρεῖν ἔοικάς μοι τῷ λόγῳ προβαίνειν ἑτέρας ἐντεῦθεν εὑρὼν κατηγορίας λαβήν . ἐρεῖς γὰρ οὐδὲν ὡς εἰπεῖν αὐτοῖς παίγνιον εἶναι
αὖ νεωτερίζειν ἐγχειροῖεν , οὐκ εἶναι κρείττω κατ ' αὐτῶν λαβήν . εἰ γὰρ ὅταν μὲν δέῃ σώζειν , ὑπέρχονται
4137185 βαλλετω
ἐννέα , τὸ δὲ εἰς τὴν κόπρον οὐ λογίζομαι : βαλλέτω οὖν πάλιν καὶ ἐκτιναξάτω μοι τὸ ἓν κοκκύμηλον ,
. καὶ ὀλίγον διαλιπὼν εἶπε : λίθοι μὲν οἵδε : βαλλέτω δ ' εἴ τις θέλει : ἀγαθὸν δὲ κἀν
4136155 διψαν
τερπόμενον βάτραχον χαλκῶι μορφώσας τις ὁδοιπόρος εὖχος ἔθηκεν καύματος ἐχθροτάτην δίψαν ἀκεσσάμενος . πλαζομένωι γὰρ ἔδειξεν ὕδωρ εὔκαιρον ἀείσας κοιλάδος
, εἰπὲ οὕτως : ἐμὲ δὲ ἀκειόμενον καὶ θεραπεύοντα τὴν δίψαν τῶν ᾠδῶν ἀπαιτεῖ τις χρέος ἐγεῖραι πάλιν τὴν δόξαν
4132605 φυϲιν
ἄλλων ϲυμπεϲουϲῶν διαϲτάϲεων : οὐ γὰρ δὴ μακροτέραν τοῦ κατὰ φύϲιν ἐγχωρεῖ γενέϲθαι τὴν ἀρτηρίαν : καὶ μᾶλλον ἄν τιϲ
νοϲημάτων ἐϲτὶν ὁ πυρετὸϲ εἰϲ τοϲαύτην ἀμετρίαν αἰρομένηϲ τῆϲ παρὰ φύϲιν θερμότητοϲ , ὡϲ ἀνιᾶν τε τὸν ἄνθρωπον καὶ τὴν
4132480 ξυμφοραν
αὐτῷ ἀπῄεσαν τῶν Μακεδόνων ὅσοι διὰ γῆρας ἤ τινα ἄλλην ξυμφορὰν ἀπόλεμοι ἦσαν : καὶ οὗτοι αὐτῷ ἐγένοντο ἐς τοὺς
μεταστήσειεν ἀπὸ Πελοποννησίων . γενομένης δὲ ἐκκλησίας τήν τε ἰδίαν ξυμφορὰν τῆς φυγῆς ἐπῃτιάσατο καὶ ἀνωλοφύρατο ὁ Ἀλκιβιάδης , καὶ
4118149 ὡραν
α ὕδατι διαλύσας ποίει κηρωτῆς πάχος καὶ ἐπιχρίσας καὶ διαστήσας ὥραν μίαν ἀπόνιπτε χλιαρῷ . Ἄλλο : νίτρου , κόμμεως
μοίρας ὄντος τοῦ Ταύρου . ἀλλ ' εἰς ἐκείνην τὴν ὥραν ἡ μὲν τοῦ ἡλίου μέση πάροδος κατὰ τὰς ἀποδεδειγμένας
4114053 δριμυτητα
δηλούσας , τὰς δὲ μετὰ δήξεως ἢ ἀτμῶν ἢ χυμῶν δριμύτητα , τὰς δὲ μετὰ σφυγμοῦ . . . διὰ
διακρῖναι πολλάκις , εἴτε κατεψυγμένος τις εἴτε καὶ διὰ χυμῶν δριμύτητα δάκνοιτο , ἀλλ ' ἐπὶ μὲν τῶν ψυχόντων εὐθέως
4111314 σαρκα
παμμυρίων ἄλλων ὑπάρχουσαν ἔτι καθαιρεῖν ἐπὶ τὸ ἔλαττον οὖσαν ἔτι σάρκα : τοῦτο γὰρ θαυμαστόν . ἀλλ ' ἴσως φαίη
τὴν λεπτότητα καὶ τὴν παχύτητα : θερμαίνει τε γὰρ τὴν σάρκα καὶ τὸ ὕδωρ ἡ τῶν καλάμων τάχιστα διὰ τὴν
4107236 πυλωνος
καὶ βαθυτέρᾳ καθ ' ἑαυτὸν ἐννοίᾳ γενόμενος δι ' ἑτέρου πυλῶνος ἐκλαθόμενος ἀπηλλάγη , τό τε τῆς ἡμέρας λοιπὸν καὶ
. Τὰ εἰς ων τοπικὰ τὸ ω φυλάττει , πυλών πυλῶνος , Ἰτών Ἰτῶνος . Τὰ εἰς ων ὀνόματα μηνῶν
4101857 μεθισταμενη
αἰτιᾶται τί δή ποτε οὐχὶ τῇ κατὰ τὰς Στήλας ἐκρύσει μεθισταμένη ἐκεῖσε ἡ καθ ' ἡμᾶς θάλαττα συμμεθίστα καὶ τὴν
καὶ τὰς ζωὰς ἀποτίθεται , ὅταν τύχῃ εἰς ἄλλην λῆξιν μεθισταμένη . φανερὸν δὴ ἐκ τούτων γέγονεν ὅτι ἐπίκτητα ταῦτα
4097849 φερομενην
εἰς τὴν πατρίδα ἤδη γηραιὸς κατέλυσε τὴν καθεστῶσαν πολιτείαν κακῶς φερομένην ὑπό τε ἄλλων καὶ Βοήθου , κακοῦ μὲν ποιητοῦ
ἰσοσκελὴς ὁ κῶνος , περισσὸν ἦν προσεκβάλλειν διὰ τὸ τὴν φερομένην εὐθεῖαν αἰεί ποτε ψαύειν τῆς τοῦ κύκλου περιφερείας ,
4096504 τρεφομενος
ξυνήθροικεν : ὅλος ὁ ἄνθρωπος ἐκ γενετῆς νοῦσος ἐστὶ , τρεφόμενος , ἄχρηστος , ἱκέτης βοηθείης : αὐξανόμενος , ἀτάσθαλος
αὐτῇ ἐπετέρπετο καὶ τὸν τέττιγα ἐπηρώτα λέγων , τί ἄρα τρεφόμενος οὕτω γλυκεῖαν ἔχει τὴν φωνήν . ὁ δὲ τέττιξ
4092596 νυχθ
δῆτ ' ὦ θεοί . κέρασον ἄκρατον : εὐφρανεῖ τὴν νύχθ ' ὅλην ἐκλεγομένας ὅ τι ἂν μάλιστ ' ὀσμὴν
οὐδ ' ὡς ὅταν μάλισθ ' ὑπό του ληκώμεθα τὴν νύχθ ' , ἕωθεν σκόροδα διαμασώμεθα , ἵν ' ὀσφρόμενος
4090231 κεστου
γυμνὸν τὸ κάλλος ἐπιδεικνύειν . Εὖ λέγουσι τὸ περὶ τοῦ κεστοῦ , καὶ ἀπόθου . Τί οὖν οὐχὶ καὶ σύ
Ἑλλήνων . ταῦτα βουλευσαμένη λαμβάνει τὰ καλλωπίσματα πάντα ἐκ τοῦ κεστοῦ τῆς Ἀφροδίτης . ὁ δὲ κεστὸς μυθεύεται εἶναι καμψίον
4087889 φιλοστοργιαν
τὴν φιλοστοργίαν ταύτην , [ τἥντινά ] ποτε καὶ καλεῖς φιλοστοργίαν , δοῦλος μέλλεις εἶναι καὶ ἄθλιος , οὐ λυσιτελεῖ
. ταῦτα θυμός ἐστι μικρὸν ὕστερον λήγων . οἶδα τὴν φιλοστοργίαν τὴν σήν . οὐ φέρεις τοῦ παιδὸς χωριζόμενος .
4079486 ὠχριασας
γὰρ αὐτῶν ἡ χροιά . Γ ὡρακιάσας : οἷον Γ ὠχριάσας Γ ἢ ἐκλυθεὶς ἢ Γ λιποψυχήσας Γ ἢ ἀθυμήσας
ὁ δὲ Ξάνθος : ” τί τοῦτο ; “ Αἴσωπος ὠχριάσας ἔφη ” οἱ δύο χοῖροι πόσους πόδας ἔχουσιν ;
4079028 τεκμηριου
λόγον καὶ τὴν πρᾶξιν ἐναντίων συντίθεται . καὶ μὴν ἐνθύμημα τεκμηρίου ταύτῃ τὴν διαφορὰν ἔσχηκεν , ὅτι τὸ μὲν τεκμήριον
οὐσίαν ἢ μὴ κληρονομεῖν : ἀπ ' οὐδενὸς γὰρ δύναται τεκμηρίου δεῖξαι , ὅτι περὶ θησαυροῦ εἶπεν ὁ πατήρ :
4075853 συγχωρηθηναι
ὁσιότητος καὶ τῆς πρὸς θεοὺς εὐσεβείας . διόπερ φασὶν αὐτῷ συγχωρηθῆναι μετὰ τῶν ὑπολειφθέντων Τρώων ἐκχωρῆσαι τῆς Τρωάδας μετὰ πάσης
' ἔχεις παρὰ τῶν πελαργῶν : Οἷον σύμβολον ἐπὶ τῷ συγχωρηθῆναι παρελθεῖν . ὡς τῶν πελαργῶν φυλάκων ὄντων . .
4072546 διαδιδοσθαι
καὶ διασπείρουσα εἰς τὰς ἄλλας ἀρτηρίας , ὡς εἰς πᾶν διαδίδοσθαι τὸ σῶμα . σύγκειται μὲν δὴ ὁ πᾶς ἄνθρωπος
καὶ τὴν ὕλης ἐπιφοράν . ἀμέλει καὶ δοκεῖ τὸ πάθος διαδίδοσθαι τοῖς εὐπαθεστέροις . λεπτὸν δὲ πάνυ καὶ δριμὺ ῥεῦμα
4070517 καταψυξιν
μόνον πρὸϲ ἀλωπεκίαν , ἀλλὰ καὶ πρὸϲ πᾶϲαν χρονίαν ποιεῖ κατάψυξιν . ἁπανταχοῦ δὲ τῇ προεκνιτρώϲει καὶ ἀνατρίψει χρηϲτέον ἐπὶ
καὶ ἀσθένειαν τῆς κινητικῆς δυνάμεως καὶ κατά - σβεσιν καὶ κατάψυξιν καὶ νέκρωσιν τοῦ ἐμφύτου θερμοῦ . Οὕτως σημειωσάμενος τὴν
4060058 φροντιζεις
τὠφθαλμώ ] κατά . δακρύων ] κλαίων . κήδῃ ] φροντίζεις . Γ ὑπάλειψον : ἀντὶ τοῦ ἔγχρισον τοὺς ὀφθαλμούς
πρεσβύτην οἰκτείρεις ἐφ ' ἑνὶ κινδυνεύοντα παιδί , οὔτε σεαυτοῦ φροντίζεις , ἐπιμένεις δὲ τῇ προπετείᾳ , πρῶτον μὲν τάχα
4058378 κοκκινα
φοινικίδ ' : περικεφαλαίαν φοινικῷ χρώματι βεβαμμένην . οἱ δὲ κόκκινα περιβλήματα . ταῖς φοινικίσι μᾶλλον οἱ Λακεδαιμόνιοι ἐχρῶντο ,
. ἀλλ ' ἂν ἀκούσῃς , ὅτι οὐ δεῖ φορεῖν κόκκινα , ἀπελθὼν κόπρωσόν σου τὸν τρίβωνα ἢ κατάρρηξον .
4053459 ἀναπαυομενῳ
δὲ Ἥλιον λαθόντα ἐπιστῆναι τῇ Ἀφροδίτῃ καὶ τῷ Ἄρει ἀφρόντιδι ἀναπαυομένῳ διὰ τὸ πιστεύειν τὸν Ἀλεκτρυόνα μηνῦσαι ἄν , εἴ
ἐν γουνῷ οἰνοπέδου ἀλωῆς ἐπὶ φύλλων χαμαὶ βεβλημένων ὥρᾳ θέρους ἀναπαυομένῳ ; Οἱ δὲ μακάριοι αὐτῷ ἄνδρες , οὓς ἐκεῖνος
4050533 κορυφηϲ
τὰ μικρὰ ϲτεατώματα καὶ ἀθερώματα θεραπεύεταί ποτε καυϲτικοῦ φαρμάκου κατὰ κορυφῆϲ ἐπιθέϲει , ὡϲ εἰϲ βάθοϲ ἐϲχαρωθῇ τὸ ἐπικείμενον δέρμα
καὶ ἀρτηριοτομίαν ὑποϲπαθιϲμόν τε καὶ περιϲκυφιϲμὸν καὶ καῦϲιν κατὰ τῆϲ κορυφῆϲ ἕωϲ ὀϲτέου : καὶ ϲικύαι δὲ κατὰ τοῦ ἰνίου
4044714 ἀναμνησθεισα
τί ποιεῖς ; ὁ δέ : νοῦν ἐντίθημι αὐτῇ . ἀναμνησθεῖσα ἡ μωρὰ τῆς εὐχῆς ἔφη ἔνθες καὶ ἐμοὶ νοῦν
ἐν ὅσῳ ἦν περὶ τὴν γένεσιν ἀναστρεφομένη : μήπω γὰρ ἀναμνησθεῖσα τῶν νοητῶν , οὔπω εἶχε τοιαύτην θερμότητα ἐνεργόν .
4043158 ἐμποδιου
γὰρ παντελῶς ἐμποδὼν εἶναι : Ἐχρήσατο δὲ Ἱεροκλῆς ἀντὶ τοῦ ἐμποδίου : καὶ ἄλλοι . φησὶ γὰρ ἐν δευτέρᾳ Φιλοσοφουμένων
εἰς τὸ δραμεῖν , οὕτω καὶ ἡμεῖς ἀκώλυτοι καὶ χωρὶς ἐμποδίου ταύτην ἐμπρήσομεν , ἢ γυμνὴν αὐτὴν παντελῶς ἐργασόμεθα ,
4041672 λουσησθε
' ἄτθ ' ὑμεῖς κοπιᾶτ ' ὀρχούμενοι . . . λούσησθε καὶ κτενίσησθε πρὸς τὸν ἥλιον ἵνα μὴ καταγῇς τὸ
γυνή . ὁ γὰρ δίαυλός ἐστιν αἰσχύνην ἔχων . Ἐὰν λούσησθε νῦν ῥάφανόν τε πολλὴν ἐντράγητε , παύσετε τὸ βάρος
4031645 καρδιην
ὑγρὸν σμικρὸν ὁποῖον οὖρον , ὥστε δόξεις ἐν κύστει τὴν καρδίην ἀναστρέφεσθαι : γεγένηται δὲ τούτου ἕνεκα , ὅκως ἅλληται
ζώσαντες πάντη τὰ στόματα , κτηδόνας ἐμβάλλουσιν ἐς τὴν στερεὴν καρδίην . Οὗτοί μοι δοκέουσιν οἱ τόνοι τοῦ σπλάγχνου καὶ
4029144 προσποιουμενην
ἀδικοῦσαν , ἀποκλῄουσαν , αἰτοῦσαν πυκνά , μηδενὸς ἐρῶσαν , προσποιουμένην δ ' ἀεί . φθείρουσιν ἤθη χρήσθ ' ὁμιλίαι
ἀδικοῦσαν , ἀποκλείουσαν , αἰτοῦσαν πυκνά , μηδενὸς ἐρῶσαν , προσποιουμένην δ ' ἀεί . Φθείρουσιν ἤθη χρήσθ ' ὁμιλίαι

Back