ἐσορᾶτε ἀλλήλους δάπτοντες ἀκηδείῃσι νόοιο ; καὶ μορφὴν δ ' ἀλλάξαντα πατὴρ φίλον υἱὸν ἀείρας σφάζει ἐπευχόμενος μέγα νήπιος : | ||
καὶ ἀργὴ μένει τῇ βραδυτῆτι , εἰ δεῖ εἰπεῖν οὕτως ἀλλάξαντα τὴν λέξιν : καὶ πᾶν γὰρ ζῶον πολύσαρκον καὶ |
παρήλλαξε καὶ τὴν κλίσιν : ζεῦξις ζεύξιος προσηγορικόν , κύριον Ζεύξιδος : τὸ πέρσις πέρσιδος προσηγορικὸν σημαῖνον τὴν πόρθησιν σημειῶδες | ||
πάντα , καὶ ὥσπερ λόγος εὐδοκίμου γραφῆς , οἷον εἰ Ζεύξιδος εἴη τι ἢ Πολυγνώτου τε καὶ Εὐφράνορος , οἳ |
ἐναρμόζων ὅ τι δὴ θνητοῖσι κάλλιστόν τε καὶ ἔχθιστον : ποθέω γὰρ ἀκοῦσαι . ὁ δέ φησι : Ἡσίοδ ' | ||
] λον Ἑρμιόναν τε ? [ [ ] ! ων ποθέω νύκτ ? [ [ αἰγλοπόδαν ] ? [ [ |
δίκην ἀνοίσομεν . εἰ τῶν κρατούντων ἀδικίαις ὀλούμεθα ; τί χρῆμ ' ἀνερμήνευτα δυσθυμῆι , γύναι ; οὐδέν : μεθῆκα | ||
χὠ μὲν σκυθράζει , δεσπότης δ ' ἀνιστορεῖ : Τί χρῆμ ' ἀθυμεῖς ; Ὦ ξέν ' , ὀρρωδῶ τινα |
. ἢ τὸ δίστεγον [ οἷον δύο διῆρες ὡς μόνον μονῆρες ] ἀπὸ τοῦ δίς † καὶ δύο ὥστε τῆς | ||
τῶν ἐκ μικροῦ κερδαίνειν σπουδαζόντων . ἐρίθακος δέ ἐστιν ὄρνεον μονῆρες καὶ μονότροπον . Μέλιτος μυελός : ἐπὶ τοῦ ἄγαν |
ὡς πλείω ἔστι μοι τῶν ὄντων , ἐπιδεικνύς τε ἀργύριον κίβδηλον [ δηλοίην σε ] καὶ ὅρμους ὑποξύλους καὶ πορφυρίδας | ||
μοχθηρῶν ἡ ἀπάτη : καὶ δόκιμον μὲν ἡ δίκη , κίβδηλον δέ τι ἡ ἀπάτη : καὶ ἰσχυρὸν μὲν ἡ |
ἥβαν προλείπων . Φασὶν ἀδεισιβόαν Ἀμφιτρύωνος παῖδα μοῦνον δὴ τότε τέγξαι βλέφαρον , ταλαπενθέος πότμον οἰκτίροντα φωτός : καί νιν | ||
[ ] : λείπει ἡ εἰς . οὐ καρτερήσεις : τέγξαι χεῖρα φόνου : τὸ ἑξῆς : φόνου χεῖρα φονίαν |
γυνή . [ Πρὸς ὑστέρας . ] Ὄρνιθα σφάξας καὶ καρφίον τυλίξας πανὴν λινοῦν καὶ βάλλε ἔσωθεν τῆς ὄρνιθος καὶ | ||
περίχριε , καὶ ἐντὸς ἡμερῶν ἓξ ἀφανεῖς ἔσονται . Ὀριγάνου καρφίον ἅψον ἐν λίχνῳ καὶ πρόσαγε τῇ μυρμηκίᾳ , ὥστε |
, πένης ἔσει . καλὸν τὸ Κείων νόμιμόν ἐστι , Φανία : ὁ μὴ δυνάμενος ζῆν καλῶς οὐ ζῆι κακῶς | ||
Μικρὰς τίθημι συμβολὰς ἀκροώμενος . Καλὸν τὸ Κείων νόμιμόν ἐστι Φανία : ὁ μὴ δυνάμενος ζῆν καλῶς οὐ ζῇ κακῶς |
, καὶ Κρονίδαο παραΐσσουσι κεραυνοί , παιδὸς ἑοῦ κλέος ἔρξαι ἐτώσιον ἁζομένοιο . Κεῖνο πολὺ πρώτιστον ἀνερχόμενος περάτηθεν κουράλιον θνητοῖσι | ||
θετὸς θετέος . . . . . . ἐτώσιον : ἐτώσιον : . . . ὁ δὲ Φιλόξενος καὶ Τρύφων |
: συζεύγνυται γὰρ ὁ μὲν Ἰσαάκιος τῇ πρεσβυτέρᾳ τῶν βασιλέως Βουλγάρων Σαμουὴλ θυγατέρων , Αἰκατερίνᾳ ὄνομα : ὁ δὲ Ἰωάννης | ||
βασιλεὺς Μιχαὴλ τὸν σκοπὸν μεταθέμενος ἐβούλετο τοῦτον δοῦκα τῆς τῶν Βουλγάρων ἀποδείξασθαι πάσης χώρας , ὥστε δι ' αὐτοῦ καὶ |
θρασὺ ποιεῖν κοινὴν ὑμῖν πέμπων ἐπιστολήν , εἰ μὴ κἀκεῖνο θρασὺ τὸ πάντας ὑμᾶς φιλεῖν . εἰ δ ' ἥκιστα | ||
ἔτι δὲ καὶ γοργὸν ὄμμα ἔχων . . ὠμὸν ] θρασὺ , φονικόν . . παρθένων ἐπώνυμον ] τουτέστι χαῦνον |
, στῆ δ ' ἐκτὸς κλισίης , τάχα δ ' εἴσιδεν ἔργον ἀεικὲς τοὺς μὲν ὀρινομένους , τοὺς δὲ κλονέοντας | ||
. ἡ δ ' ὡς οὖν νέκυάς τε καὶ ἄσπετον εἴσιδεν αἷμα , ἴθυσέν ῥ ' ὀλολύξαι , ἐπεὶ μέγα |
Ἑλλάς . ἡ Ἀτθίς . καρποὺς ἀρκοῦντας μὴ ἔχουσα . εὔμετρον . ἀφ ' ὧν ταῦτα ἐτελέσθη , κἀκεῖνα συμβήσεται | ||
αὐτὴν εἶναι δοκεῖν , ἀλλ ' εὔρυθμον αὐτὴν ἀπόχρη καὶ εὔμετρον φαίνεσθαι μόνον : οὕτως γὰρ ἂν εἴη ποιητικὴ μέν |
Πλάγκος ἔλθοι , καὶ ἀμύνεσθαι μέχρι θανάτου μᾶλλον ἢ ἑκόντας ἐνδέξασθαι δουλείαν ἄνωθεν ἀδιόρθωτον : τά τε ἀρχαῖα Ῥωμαίων ἐπὶ | ||
[ ἕνεκεν ] [ ] τὸν Εὐρυσθέα [ ] [ ἐνδέξασθαι ] ὡς ἀμήχανον ἐόντα [ ] . καὶ Ἡσίοδος |
, ἀντὶ τοῦ ἐλωβήσω ἄν . . . . . ἴσχεο , μηδ ' ἔθελ ' οἶος : ὅτι ἔθελε | ||
κόπρων δυνάμει . Εἰς τί μάτην νίπτεις δέμας Ἰνδικόν ; ἴσχεο τέχνης : οὐ δύνασαι δνοφερὴν νύκτα καθηλιάσαι . Ἐν |
θεωρεῖν , ἑστιᾶσθαι , κοτταβίζειν , συβαριάζειν , ἰοῦ ἰοῦ κεκραγέναι . Εἰ γὰρ ἐκγένοιτ ' ἰδεῖν ταύτην με τὴν | ||
καὶ οἱ ἄλλοι μετεβάλλοντο , ὡς ἅπαντας ὁμοθυμαδὸν μιᾷ φωνῇ κεκραγέναι , κτείνειν τὸν κοινὸν λυμεῶνα , τὸν ἀφ ' |
με : διὰ γὰρ σὴν ἀπόλλυμαι χάριν , μέλλω τε θνήισκειν , δεσμίαν τέ μ ' εἰσορᾶις πρὸς σοῖσι γόνασιν | ||
: ἢν δ ' ἐγγὺς ἔλθηι θάνατος , οὐδεὶς βούλεται θνήισκειν , τὸ γῆρας δ ' οὐκέτ ' ἔστ ' |
δαιταλεὺς πανήμερος ] δαιτυμὼν διὰ πάσης τῆς ἡμέρας . . κελαινόβρωτον ] τὸ μελαινόμενον ὑπὸ τῆς βρώσεως . διὰ τὸ | ||
] Τὸ δέρμα . : ἄκλητος ] Ἄκλειστος . : κελαινόβρωτον ] Τὸ μελαινόμενον ἐκ τῆς βρώσεως . : κελαινόβρωτον |
Κριὸν τυθῆναι τοῖς θεοῖς καὶ τοῦ σώματος ἐκδαρέντος προσηλωθῆναι τῶι νεῶι τὸ δέρμα κατὰ τὸ νόμιμον . μετὰ δὲ ταῦτα | ||
δὲ τὸ περὶ τούτων ἀνάθημα κείμενον ἐν τῶι περὶ Τορώνην νεῶι , καθάπερ φησὶν Ἔφορος , τὴν ἐπιγραφὴν ἔχον ταύτην |
, οἷον ἐν τοῖς βακχείοις πάθεσί φασι τὰς μαινάδας ἀλλόκοτα καινουργεῖν . οἳ μὲν τῶν βουλευτῶν τοὺς περὶ τῶν ὁμήρων | ||
' ὁμοίως περίβλεπτος ὤνἕωλα γὰρ ἦν ἅπαντα καὶ οὐδὲν ἔτι καινουργεῖν ἐδύνατο ἐφ ' ὅτῳ ἐκπλήξει τοὺς ἐντυγχάνοντας καὶ θαυμάζειν |
τῆς δὲ πληθύος ἀγανακτούσης καὶ τεθηριωμένης πρὸς τοὺς τὸν φόνον δράσαντας , ἔτι δὲ τῶν δημάρχων καθ ' ἕνα τῶν | ||
ὁρᾶι σε κἀμέ , δύο κακῶς πεπραγότας , οὐδὲν θεοὺς δράσαντας ἀνθ ' ὅτου θανῆι . γαῖά τε καὶ μελάθρων |
. Ἡ κρικηλασία δύναται μαλάξαι τὰ συντεταμένα τῶν σωμάτων καὶ εὐκαμπῆ παρασκευάσαι τὰ κατεσκληκότα διὰ τοὺς ἐξελιγμοὺς καὶ τὴν ποικιλίαν | ||
δεῖ κρεμνᾶν χάριν τοῦ διάστασιν λαμβάνειν | τοὺς σπονδύλους καὶ εὐκαμπῆ τὴν ῥάχιν ἀποτελεῖσθαι καὶ τὰ νεῦρα καθάπερ ἐκ συστροφῆς |
. οἱ μὲν γὰρ ἐπιεικέστατοι αὐτῶν καὶ φιλοδημότατοι πρὸς τὰς κατεχούσας τὸ κοινὸν ἀνάγκας ἀποβλέποντες τήν τε παρὰ τοῦ τυράννου | ||
μόνη δὲ τὸ σύμβολον τῆς Ἑλλάδος διετήρησε καὶ συνεσκίασε τὰς κατεχούσας τότε συμφοράς : ἐπεὶ δ ' ἔκλινε τὰ πράγματα |
. Ἐκεῖνο γάρ ἐστιν ὁ χρυσός , τὸ λαμπρὸν ὃ ἀποστίλβει , τὸ ὕπωχρον μετ ' ἐρυθήματος ; νῦν γὰρ | ||
δὲ λυχνῖτις ζώνη στυλοῦται πέζαν ἴωνι τύπωι ῥάβδου κοίλης ἔντος ἀποστίλβει δὲ συηνὶς στικτὴ πρὸς πτέρναις : κίονος ἥδε θέσις |
αἴ , Πυθαγόρης τί τόσον κυάμους ἐσεβάσθη ; καὶ θάνε φοιτηταῖς ἄμμιγα τοῖς ἰδίοις . χωρίον ἦν κυάμων : ἵνα | ||
καὶ σοφιστὴν οὐδὲν ἂν οὕτω λαμπρύνειεν ὡς εἰ πολλοῖς περιρρέοιτο φοιτηταῖς , οὐδὲν ὅ τι οὐ κινεῖς , δι ' |
κατὰ τὴν γαστέρα , ἡ δὲ ἀμβλώσῃ , ἐὰν μὲν ἄπλαστον καὶ ἀδιατύπωτον τὸ ἀμβλωθὲν τύχῃ , ζημιούσθω , καὶ | ||
, πλὴν τοῦτο : ὁρῶν † τι † ἐν ἐμοὶ ἄπλαστον θέαν γεγενημένην ἐξ ἐλέου θεοῦ , καὶ ἐμαυτὸν ἐξελήλυθα |
συναγωνιστὴς ἥσυχος , ἀλλ ' ἀμφοτέρας . οὐ γὰρ ἡμίεργον ἐπιτετήδευκε δύναμιν , ἀλλὰ πᾶσι τοῖς μέρεσιν ὁλόκληρον : ὅς | ||
' ἐνταῦθα : Ἐνταῦθα συναληλιμμένον ἀμφίβολόν ἐστιν . ὃ καὶ ἐπιτετήδευκε . διελόντι δὲ τὸ μέν ἐστιν ἐνέμοντο , τὸ |
τῶν τεθνηκότων . . . . σκοτεινὸν μὲν ἀσαφές , τεθνηκὸς δὲ δειλίᾳ ἀντὶ τοῦ ταπεινόν . . . . | ||
ἀθάνατον : θανάτου γὰρ ἄδεκτον : οὐ γὰρ ἔσται ζῷον τεθνηκὸς οὐδὲ ψυχὴ τεθνηκυῖα . οὕτως οὐδὲ τὸ σύνθετόν ποτε |
ὀφθαλμῶν μου : οἶνον εἰς ἀποπλάνησιν οὐκ ἔπιον : πᾶν ἐπιθύμημα τοῦ πλησίον οὐκ ἐπόθησα : δόλος οὐκ ἐγένετο ἐν | ||
πανοικεσίαι ἔφη . κακόνους ὡς Ἀ . Ἀ . δὲ ἐπιθύμημα . ἐπὶ δὲ τοῦ ἀπολογουμένου ἀπελογήσατο , ἀπελύθη ὡς |
ἐπὶ ἄθλησιν προτέτραπται . μᾶζα δὲ τὸ νεόμακτον καὶ νεοφύρατον ψώμιον . τηνεὶ καὶ τὸν ταῦρον : ἐκεῖ , φησίν | ||
ἐπὶ ἄθλησιν προτέτραπται . μᾶζα δὲ τὸ νεόμακτον καὶ νεοφύρατον ψώμιον . τηνεὶ καὶ τὸν ταῦρον : ἐκεῖ , φησίν |
ἑκατὸν καὶ κρατῆρας ἀργυροῦς καὶ παιδίσκας ἑκατὸν καὶ παῖδας ἑκατὸν χρυ - σοῦς τε ἑξακισχιλίους χωρὶς τῶν εἰς τὰ ἐπιτήδεια | ||
[ τους στι ] χοὑ υπο των ελληνων [ ωστε χρυ ] σους αυτους προσαγορευθηναι [ προ των δειπνων και |
Ἀττικὴν μετὰ μεγάλου στόλου , καὶ τοὺς δὶς ἑπτὰ κόρους ἀπαιτήσας ἔλαβε . μελλόντων δ ' ἐκπλεῖν τῶν περὶ τὸν | ||
τὸν ὀφθαλμὸν ἀποδίδωσι . λαβὼν δὲ τὴν Γοργόνα κατέκοψεν : ἀπαιτήσας δὲ τριήρη , ἐπέθηκε τῆς Γοργόνος τὴν κεφαλὴν ἐπ |
γίνεσθαι . εἰ δὲ μὴ , τοὐναντίον δόξομεν κατηγορεῖν τοὺς ἐγκωμιαζομένους ἢ ἐπαινεῖν , ἐλεγχόμενοι παρὰ τοῖς ἀκροαταῖς ψευδόμενοι φανερῶς | ||
ὁ λόγος . σκοπῷ τόξον : μεθέλκων ἑαυτὸν ἐπὶ τοὺς ἐγκωμιαζομένους φησίν : ἐπὶ τὸν σκοπὸν ἐπίτεινον τὸ τόξον . |
, ἀδίκων [ ] κρίσιν , ἀλλὰ θέμιστας . ζωγράφον ἀμφιβόητον ἐπίγνοον εἰκόνα πῆξαι ἀτρεκέως ποθέω πολυήρατον εἶδος ὑφαίνειν , | ||
ἀρεταῖς ἅμα εἰκόνι καὶ σέο νύμφης . ζωγράφον [ ] ἀμφιβόητον ? [ ] ἐπίπνοον εἰκόνα πῆξαι ἀτρεκέως ποθέω πολυήρατον |
. τοῖος ἄρ ' Αἴας ὦρτο πελώριος ἕρκος Ἀχαιῶν μειδιόων βλοσυροῖσι προσώπασι : νέρθε δὲ ποσσὶν ἤϊε μακρὰ βιβάς , | ||
' : οἳ δ ' αὐχένας ἐξεριπόντες κείατο τεθνηῶτες ὑπὸ βλοσυροῖσι λέουσιν : τοὶ δ ' ἔτι μᾶλλον ἐγειρέσθην κοτέοντε |
ἐργῶδες , ἐπαχθές , βαρύ , φορτικόν , δυσδιοίκητον , δυσδιάθετον . καὶ τὰ συγκριτικὰ ἀπὸ τούτων οὐκ ἀηδῆ , | ||
τις ἐκ τῶν γενομένων . πωλήσαντες γὰρ οἱ τυμβωρύχοι τὸ δυσδιάθετον φορτίον , τὴν γυναῖκα , Μίλητον μὲν ἀπέλιπον , |
ὑπέρυθρον , οὐ πεπιεσμένον ἢ συμπεπλεγμένον , λελυμένον δὲ καὶ διακεχυμένον , σπέρματος πλῆρες ὁμοίου βοτρυδίοις , βαρὺ σφόδρα καὶ | ||
διὰ τάδε ἐξονειρώσσουσιν : ἐπὴν τὸ ὑγρὸν ἐν τῷ σώματι διακεχυμένον ἔῃ καὶ διάθερμον , εἴτε ὑπὸ ταλαιπωρίης , εἴτε |
δουρὶ κιχήσομαι , οὐδέ σέ φημι δηρὸν ἐμῆς ἀπὸ χειρὸς ἀλύξειν αἰπὺν ὄλεθρον . Ἦ ῥα καὶ ἔγχος ἀφῆκεν , | ||
: ἠέ τι ἔλπῃ νοστήσειν καὶ ἐμεῖο μένος καὶ χεῖρας ἀλύξειν ; Ἐσσὶ μὲν ἰητήρ , μάλα δ ' ἤπια |
φαίδιμος Ἕκτωρ ἑλκέμεναι μέμονεν : κεφαλὴν δέ ἑ θυμὸς ἄνωγε πῆξαι ἀνὰ σκολόπεσσι ταμόνθ ' ἁπαλῆς ἀπὸ δειρῆς . ἀλλ | ||
ἀύτει , ἑλκέμεναι μεμαώς , κεφαλὴν δέ ἑ θυμὸς ἀνώγει πῆξαι ἀνὰ σκολόπεσσι ταμόνθ ' ἁπαλῆς ἀπὸ δειρῆς , κακῶς |
ὁ πεπαιδευμένος καὶ αἰδήμων λέγει : δὸς ὃ θέλεις : ἀπόλαβε ὃ θέλεις . λέγει δὲ τοῦτο οὐ καταθρασυνόμενος , | ||
. ἀνίστασο δέ , φιλτάτη , καὶ ἄπιθι χαίρουσα : ἀπόλαβε καὶ σὺ τὸν ἄνδρα τὸν σεαυτῆς : ζῇ γὰρ |
τοῦ ἐκκέντρου μοιρῶν ἐστιν μ με , ὅλη δὲ ἡ ΕΑΒΓ μοιρῶν ροδ Ϛ . διὰ τοῦτο δὲ καὶ ἡ | ||
τοῦ ἐκκέντρου μοιρῶν ἐστιν κα μα , ὅλη δὲ ἡ ΕΑΒΓ μοιρῶν ρϘη νγ . καὶ λοιπὴ ἄρα ἡ μὲν |
ἔσομαι , λέγε , παιδὶ σέθεν τῆι σῆι τ ' ἀλόχωι ; σφραγῖδα φύλασς ' ἣν ἐπὶ δέλτωι τῆιδε κομίζεις | ||
κακόνυμφε κηδεμὼν τυράννων , παισὶν οὐ κατειδὼς ὄλεθρον βιοτᾶι προσάγεις ἀλόχωι τε σᾶι στυγερὸν θάνατον . δύστανε , μοίρας ὅσον |
ἃ ἐξήγαγεν τὰ ὕδατα κατὰ γένη αὐτῶν , καὶ πᾶν πετεινὸν πτερωτὸν κατὰ γένος . καὶ ἴδεν ὁ θεὸς ὅτι | ||
ἐλυπήθη , ὅσον ἐπὶ τῆς ἀμύνης : χερσαία γὰρ οὖσα πετεινὸν διώκειν ἠδυνάτει . διόπερ πόρρωθεν στᾶσα , ὃ μόνον |
. ὅσιον χωρίον Δαμάσκιος : Ὄσιρις Διόνυσος , . . κάρρων ᾤμην αὐτὸν κεκραγέναι καταβάντα εἰς γένεσιν : “ ἐγὼ | ||
ἔχε τὸ δελήτιον . φέρε τὸ θαύμακτρον κἠπιθυσιῶμες . ναὶ κάρρων ὁ βῶς . ἐγὼ δὲ σίτου μὲν οὐδὲν ὀζαίνομαι |
. . . . ἀκὴν ἐγένοντο σιωπῇ . Μῆτιν ] Γνώμην . Πεπρωμένον ] Μεμοιραμένον . Ἦρος ἀκμᾷ ] * | ||
δὲ καὶ αὐτός γνώσηι , ἐπεὶ μεγάλους ἤλιτες ἀθανάτους . Γνώμην , Κύρνε , θεοὶ θνητοῖσι διδοῦσιν ἀρίστην : ἄνθρωπος |
σφάκελος Ἀττικοί , σῆψις ὀστέων Ἕλληνες . στιφρόν Ἀττικοί , στριφνόν Ἕλληνες . σκορδινᾶσθαι Ἀττικοί , διατείνεσθαι Ἕλληνες . σκιραφεῖον | ||
κοιλίας ἀπόκειται τῇ κόπρῳ ὡς φλοιός . Νεμηθέντα τὰ θρέμματα στριφνόν , καὶ κάλλιον γάλα ποιήσει , καὶ πολλῷ μᾶλλον |
, ὅ ἐστι πολύβρομοι καὶ πολυίαχοι : ἀεὶ γὰρ αὐτοὺς κεκραγότας εἰσάγει , οἷον „ Τρῶες μὲν κλαγγῇ τ ' | ||
τοὺς Ἀβυδηνοὺς μετὰ δεῖπνον προσάγειν τοὺς ἑαυτῶν παῖδας τοῖς εὐωχουμένοις κεκραγότας καὶ θορυβοῦντας καὶ ἀηδὲς ἐμποιοῦντας τοῖς δαιτυμόσι . Ἅβρωνος |
ἀγγέλου στοχάζεται τὰ λεχθησόμενα : τὸ πραχθέν : εὐειδέσι καλοῖς φαιδροῖς : προοιμίοις οὐ καλοῖς , οὐκ εὐσχήμοσιν : ὦ | ||
τὸ δὲ χωρίον ἱερὸν ἐν περιβόλῳ : ἐλαία μὲν ἀναθάλλει φαιδροῖς τοῖς κλάδοις , πεφύτευται δὲ σὺν αὐτῇ τὸ πῦρ |
τὸ ἄλγος ἀλγαλέον καὶ κατὰ τροπὴν τοῦ λ εἰς ρ ἀργαλέον : ὡς ἀργαλέον : Ἀργαλέον τὸ βαρὺ καὶ δύσκολον | ||
περὶ σήματι : σὺν δέ οἱ ἄλλο πῆμα μάλ ' ἀργαλέον πόσιος πέλεν ἀμφ ' ἀλαοῖο . Καί ῥ ' |
φυγαδευθήσῃ . μὴ φοβοῦ . μακροθύμησον Ϛ γενήσῃ βιοπράγος καὶ κτήσῃ πολλὰ ἀγαθά ζ ἀγοράσεις ὃ ἐνθυμῇ καὶ μεταπωλήσεις αὐτό | ||
πωλῆσαι καλῶς ζ προγράφεται τὰ σά , ἀλλ ' οὐδὲν κτήσῃ η οὐ κερδαίνεις ἀπὸ τοῦ πράγματος θ ζῇ ὁ |
τῶν ἰσοτονιῶν ξενικώτερον μέν πως καὶ ἀγροικότερον ἦθος καταφανήσεται , προσηνὲς δ ' ἄλλως καὶ μᾶλλον συγγυμναζόμενον ταῖς ἀκοαῖς , | ||
ἕκαστον : ἐγὼ δὲ τὸ ἐπὶ τηλικούτοις ταπεινόφρον αὐτῶν καὶ προσηνὲς ὑπεράγαμαι καὶ τὸ πρὸς τοὺς γεννησαμένους μέρους παντὸς ὑπήκοον |
τῆς ἀναιρέσεως τοῦ δράκοντος ἐνιαυτὸν θητεῦσαι . ἐν δὲ τῶι γάμωι Μούσας ἆισαι καὶ τῶν θεῶν ἕκαστον Ἁρμονίαι δῶρον δοῦναι | ||
, τὸν γάμον ποιεῦσιν . κἀπειδὴ τρίτη ἡμέρη γίγνεται τῶι γάμωι , τότε Ζὰς ποιεῖ φᾶρος μέγα τε καὶ καλὸν |
τοὺς εὐθέτους τόπους καὶ βέλη παντοδαπὰ καὶ τοὺς ἀγωνιζομένους ἐπιστήσας ἀνέστελλε τοὺς ἐπὶ τῶν ἐπάλξεων ἀντιτεταγμένους . ἅμα δὲ τούτοις | ||
καὶ ἀναιρεῖ αὐτόν . ἁμαρτάνοντι ἐπέπληττε καὶ ἀδικοῦντα ἤλεγχε καὶ ἀνέστελλε τοῦ ἀδικεῖν πατρικῇ ναὶ μὰ τὸν ὁ γενναῖος τῇ |
ταῦτα ἔλεγε , Ξέρξης δὲ ἡσθεὶς τοῖσι εἰρημένοισι εἶπε : Ξεῖνε Λυδέ , ἐγὼ ἐπείτε ἐξῆλθον τὴν Περσίδα χώρην , | ||
τόσην δ ' ἀνενείκατο φωνὴν θηλυτέροις ἐπέεσσιν ἀπειλείουσα Λεάνδρῳ : Ξεῖνε , τί μαργαίνεις ; τί με , δύσμορε , |
ἀνατρέπων τὴν πολιτείαν , λύων ἀναλύων καταλύων , συνταράττων , μεθιστάς , παρακινῶν , μεταβάλλων , μετατιθείς , παρατρέπων , | ||
ὁ γὰρ στρόφις ἄντικρυς κωμικόν , μεταβάλλων δὲ πάντα καὶ μεθιστάς , ἄνω καὶ κάτω τὴν πολιτείαν μεταφέρων , ἀηδής |
πῶς οἴει τοιούτους ἀνθρώπους πρὸς τοιαύτας ἔχειν δεήσεις ; οὐ βδελύττεσθαι καὶ μισεῖν καὶ δυσμενῆ τὸν αἰτήσαντα κρίνειν ; πολὺ | ||
μὲν τῆς ἐλευθερίου αὐτοῦ φωνῆς τὴν κακογλωσσίαν , ἔμαθε δὲ βδελύττεσθαι τοὺς ὑβριστὰς , οὔτε μὴν τοῖς ἀγαθοῖς ἐξεναντίας φιλονεικεῖ |
ἀμήχανον ἄτην : χρῆν γὰρ ἐφιεμένοιο καταντικρὺ Πελίαο αὐτίκ ' ἀνήνασθαι τόνδε στόλον , εἰ καὶ ἔμελλον νηλειῶς μελεϊστὶ κεδαιόμενος | ||
ἀνανῶ ἀνήνακα ἀνήναμαι καὶ τὸ ἀπαρέμφατον ἀνήνασθαι : αἴδεσθεν μὲν ἀνήνασθαι , δεῖσαν δ ' ὑποδέχθαι : ἀντὶ τοῦ † |
' ἀτονίαν τῆς ὅλης δυνάμεως ἐπισυμβᾶσαν δι ' ἕτερόν τι ἀρρώστημα . ἀμέλει καὶ τοὺς ὅσον οὔπω τεθνηξομένους ὁρῶμεν , | ||
ἀδικεῖν αἰτίους : οὕτω γὰρ ὡς ἂν ἴδιον καὶ ἑκούσιον ἀρρώστημα σπουδάσωμεν ἀρκεῖσθαι [ ] πάντες ἐπιφέροντες καὶ δι ' |
ποταμοὺς καὶ λίμνας καὶ λειμῶνας καὶ καρποὺς καὶ πᾶν τὸ τοιουτῶδες . . . . . πλησιάζομεν ἤδη ταῖς τελεταῖς | ||
ἄνδρα φιλόθηρα νόει . οὕτω γὰρ καὶ τὸ σημεῖον μαρτυρεῖ τοιουτῶδες . Πλευραὶ λεπταὶ ἀσθενῆ , ἄνανδρον καὶ δειλὸν σημαίνουσι |
ἐπιστασίας καὶ στρατηγίας . ἐνορῶν οὖν ὁ πατὴρ αὐτῷ φρόνημα εὐγενὲς καὶ μεῖζον ἢ κατ ' ἰδιώτην ἐθαύμαζε καὶ περιεῖπε | ||
ἀπώλεσαν . ἀγόμεθα λεία σὺν τέκνωι : τὸ δ ' εὐγενὲς ἐς δοῦλον ἥκει , μεταβολὰς τοσάσδ ' ἔχον . |
δέ : ἐπειδὴ ἔτυχον ἐκεῖσε , τὸ μὲν κερδαίνειν αὐτὴν εὐκλεὲς ἡγησάμην , τὸ δὲ ἐᾶσαι αἰσχρόν : παρεῖναι : | ||
εὖ πράσσουσιν ἐν ἐξουσίᾳ τὸ φιλάνθρωπόν ἐστιν . οὐδ ' εὐκλεὲς οὐδὲ συμφέρον ἐς τὴν ἀρχὴν ὑμῖν ἐστιν πόλιν τοσήνδε |
οἰκείους καὶ τὸν ἄνδρα μετ ' αἰσχύνης ἐλθεῖν εἰς ἀνθρώπους μισοῦντας : [ πάντα ταῦτα δὲ γιγνόμενα μηδένα κωλῦσαι , | ||
μισοῦσαν ἀγαπᾷ σάρκα καὶ τὰ μέλη : καὶ Χριστιανοὶ τοὺς μισοῦντας ἀγαπῶσιν . Ἐγκέκλεισται μὲν ἡ ψυχὴ τῷ σώματι , |
, καὶ ὑπογράψαι ταῦτα σοὶ τόδ ' Ἀλέξανδρος Μακεδὼν κέρας ἄνθετο , Παιάν , κάνθωνος Σκυθικοῦ , χρῆμά τι δαιμόνιον | ||
πᾶσαν ἀφῆκε τέχναν . Ὑμῖν τοῦτο , θεαί , κεχαρισμένον ἄνθετο πάσαις τὤγαλμα Ξενοκλῆς , τοῦτο τὸ μαρμάρινον , μουσικός |
ἐλπίδας εἶχε κρατήσειν τῶν βαρβάρων : τὴν μὲν γὰρ Πυθίαν ἀνίκητον αὐτὸν ὠνομακέναι , τὸν δ ' Ἄμμωνα συγκεχωρηκέναι τὴν | ||
χειμῶνα πλεῖστον ? ? ? ? [ καὶ ἴσως ] ἀνίκητον . ἔδοξεν οὖν πλεῖν : ἀσπασάμενοι [ ] τοίνυν |
περὶ χῶρος ἀγαλλομένῃσιν ἰωῇς νηπιάχων κέκληγε , νόος δ ' ἐγέλασσε βοτήρων , ὣς κεῖνοι κεραῇσι περισπέρχους ' ἀγέλῃσιν . | ||
βάρους ἀμέτοχον . ἐπὶ δὲ Πηνελόπης . ἀχρεῖον δ ' ἐγέλασσε : ἐπίπλαστον καὶ ὑποκεκριμένον καὶ ἐπιπόλαιον μέχρι τοῦ τὰ |
. τὸ δὲ σεῦτλον ἰδίως , καὶ τὸ μολόχιν ἰδίως μεταφυτεύειν . Μηνὶ Αὐγούστῳ σπείρεται ἔντυβον , καὶ σευτλομόλοχον , | ||
: ἐωμένη γὰρ ἐξαύξεται καὶ ἀπολοχμοῦται . δεῖ δὲ καὶ μεταφυτεύειν πολλάκις : καὶ γὰρ οὕτω φασὶ κάλλιον γίνεσθαι τὸ |
κενῷ δὲ δεῖ κινεῖσθαι τὰ κινούμενα , ὦ Τρισμέγιστε ; Εὐφήμει , ὦ Ἀσκληπιέ . οὐδὲ ἓν τῶν ὄντων ἐστὶ | ||
Αὐλεῖν ἐπὶ τοῖς ἱεροῖσιν αὐλητοῦ κακοῦ μέλλοντος ὁ Στρατόνικος , Εὐφήμει μέχρι σπείσαντες εὐξώμεσθά , φησι , τοῖς θεοῖς . |
ἑξήκοντα , ἐφ ' ἧς ἄγαλμα Νύσης ὀκτάπηχυ καθήμενον , ἐνδεδυκὸς μὲν θάψινον χιτῶνα χρυσοποίκιλον , ἱμάτιον δὲ ἠμφίεστο Λακωνικόν | ||
ἑξήκοντα , ἐφ ' ἧς ἄγαλμα Νύσης ὀκτάπηχυ καθήμενον , ἐνδεδυκὸς μὲν θάψινον χιτῶνα χρυσοποίκιλον , ἱμάτιον δὲ ἠμφίεστο Λακωνικόν |
καθ ' ὑμῶν ἔχω : ὃ καὶ ἄλλως ἄνισον καὶ θεομισές , τοὺς οὐδὲν ἀδικοῦντας ὑπὲρ τῶν ἀδικούντων δάκνειν καὶ | ||
καὶ ἀνόσιον : ὃ δ ' ἂν θεοφιλὲς ᾖ καὶ θεομισές ἐστιν , ὡς ἔοικεν . ὥστε , ὦ Εὐθύφρων |
κριθῶν . τοὺς δὲ ῥυπαροὺς ἄρτους φαιοὺς Ἄλεξις καλεῖ . βλῆμα δὲ καλεῖται ὁ ἐντεθρυμμένος ἄρτος καὶ θερμός , πύρνον | ||
πεσόντος δὲ τοῦ παιδὸς ἀνασχίζειν αὐτὸν κελεύειν καὶ σκέψασθαι τὸ βλῆμα : ὡς δὲ ἐν τῇ καρδίῃ εὑρεθῆναι ἐνεόντα τὸν |
ἄριστον χρυσόν . Χαμαὶ ἀντλεῖς , Πλίνθον πλύνεις , Φακὸν κόπτεις : αὗται πᾶσαι ἐπὶ τῶν τοῖς ἀδυνάτοις ἐπιχειρούντων εἴρηνται | ||
σαυτῶι καὶ πέδας : εὔδηλος εἶ . τί γὰρ σὺ κόπτεις τὴν κεφαλὴν οὕτω πυκνά ; τί τὰς τρίχας τίλλεις |
ἀπό . ἀρετή : γνώμη , ἀνδρεία καὶ δόξα . ὀλλυμένοισιν : ἀποθανοῦσιν αὐτῶν . ὀπηδεῖ : ἐπακολουθεῖ . Κεστρέα | ||
οἰχομένῳ περ ἐνὶ χροῒ λωβήσαιτο δυσμενέων : ἀρετὴ δὲ καὶ ὀλλυμένοισιν ὀπηδεῖ καὶ κράτος , οὐδ ' ᾔσχυναν ἑὸν κλέος |
δ ' , ὦ πόλις , εἰ ξένους ἱκτῆρας παραδώσομεν κελεύσμασιν Ἄργους . Ζεύς μοι σύμμαχος , οὐ φοβοῦμαι , | ||
βαρύ , μικρόν , μέγα : πρὸς δὲ τοῖς ἄλλοις κελεύσμασιν , ἐὰν ὦσιν ἐν ὄρει αἱ μεταδρομαί , ἐπικελεύειν |
ἀφίγμεθα χθόνα . σύντειν ' ποδὸς ὁρμάν : ὤ , ἔμβα ἔμβα κατακλαίουσα . ἰώ μοί μοι . ἐγενόμαν Ἀγαμέμνονος | ||
καὶ χλευάζων . Ἠρίστηται δ ' ἐξαρκούντως . Ἀλλ ' ἔμβα χὤπως ἀρεῖς τὴν Σώτειραν γενναίως τῇ φωνῇ μολπάζων , |
ποῖος ἦσθα νέρθεν ἐν κακοῖσιν ὤν ; ὡς ἐς τὸ λῆμα παντὸς ἦν ἥσσων ἀνήρ . πῶς οὖν † ἔτ | ||
πολλῶν καὶ διαφόρων συρραφὲν σακκίων καὶ ἐπίσαγμα τῶν ὄνων . λῆμα μὲν πάρεστι : ἐπέκθεσις τῆς διπλῆς ἀμοιβαία . . |
λέγει ὧδε : ” Ὦ δέσποτα , τόδε μοι μέγα κειμήλιον ἐν τοῖσι οἰκείοισι ἀπεκέατο , τὸ ἐγὼ κάρτα ἐπόθεον | ||
τὰς τῶν δηλητηρίων φαρμάκων ἐποίει πόσεις , ἔδει καθάπερ τι κειμήλιον οἴκοι κατακείμενον περιορᾷν τὸ φάρμακον , ὑπὸ τοῦ χρόνου |
ὁθούνεκ ' αὐτὸς αὐτὸν οὔτε νῦν καλὰ δρᾷς οὔτε πρόσθεν εἰργάσω βίᾳ φίλων , ὀργῇ χάριν δοὺς ἥ ς ' | ||
ἐξάρχουσα θρήνων τοῖς νεκροῖς : φερώνυμος : πολλὰ γὰρ νείκεα εἰργάσω : σὰ δ ' ἔρις οὐκ ἔρις : ἡ |
τὸν Δέλφιν . ἁ μεγάλοιτος : ἡ μεγάλως δυστυχής . οἶτος γὰρ οὐ μόνον ὁ θάνατος , ἀλλὰ καὶ πᾶν | ||
' οὐ γίνετ ' ἐρωή , ἀλλὰ φόνος τε καὶ οἶτος ἐπὶ πλέον αἰὲν ἀέξει . Ζεῦ πάτερ , οὐδέ |
τῆς αἰσχύνης οἷον φέρειν , εἰ δόξαιμεν ὕπνῳ τὸ πᾶν διεφθαρκέναι καὶ ταῦτα λόγου πανταχῆ πεφοιτηκότος , ὡς ἔδωκας σαυτὸν | ||
γε ὄνομα : τὴν μέντοι οὐσίαν δοκοῦσί μοι ἐπίτροποί τινες διεφθαρκέναι . ἀλλ ' ὅμως καὶ πρὸς τὴν τῶν χρημάτων |
καὶ τὸ ξένον , ἔτι δὲ τὸ καινόν τε καὶ περικαλλὲς τῆς ἀφηγήσεως : δεῖ γὰρ δύο τούτους ποιήσασθαι σκοπούς | ||
χρέος ὅττι κεν εἴπω , καί κέν τοι ὀπάσαιμι Διὸς περικαλλὲς ἄθυρμα κεῖνο τό οἱ ποίησε φίλη τροφὸς Ἀδρήστεια ἄντρῳ |
ἡ κακὴ κρίσις παντὸς αἰτία κακοῦ . θαυμάζειν οὔτε δύναμιν ἀσύνετον χρὴ οὔτε συνέσεως ἀδυνάτου καταφρονεῖν . θεὸς δεῖται οὐδενός | ||
ἀνειμένον ἐν μέσοις τοῖς ἀσπαζομένοις γελᾶν . ἦν δὲ οὐκ ἀσύνετον , ὥστε καὶ ἐπίδειξις ἦν αὐτῶι πρὸς τοὺς δανειζομένους |
συστρέφειν . πολλάκις γὰρ ἐκ ῥινῶν φέρεται αἷμα , καὶ ἐστείλαμεν αὐτὸ συστρέψαντες καὶ κλείσαντες τοὺς μυκτῆρας . οἶδε καὶ | ||
συντίθεται νύκτωρ ἐξελθεῖν Λακεδαίμονος μετ ' ἐμοῦ . Καὶ δὴ ἐστείλαμεν ἑαυτοὺς νεανικῶς ἀπέκειρα δὲ καὶ τὴν κόμην τῆς Θελξινόης |
σελήνην αὐτῇ ἐποχεῖσθαι . Κρατῖνος Χείρωσιν : αἲξ οὐρανία . ὄφλειν καὶ ῥόφειν : τὰς πρώτας συλλαβὰς τῶν τοιούτων οἱ | ||
τὸ νεώριον : οὐρούς τ ' ἐξεκάθηρον † † . ὄφλειν καὶ ὀφείλειν διαφέρει . Ἀπολλωνίδης ὁ Νικαεὺς ἐν ὑπομνήματι |
βαλλέτω ὡς ἐθέλει : πάλιν Ἄρτεμις ἄμμιν ἀρήγει . οὐ φεύγεις τὸν Ἔρωτα , τὸν οὐ φύγε παρθένος ἄλλη . | ||
δὴ σοί , ὦ Εὐθύφρων , τίς ἡ δίκη ; φεύγεις αὐτὴν ἢ διώκεις ; Διώκω . Τίνα ; Ὃν |
κ ' ἔτι δέκα οὐδὲ ἓν εἴη , καὶ τἆλλα καττωὐτό . τὸ δὲ τὸν αὐτὸν ἄνθρωπον καὶ ἦμεν καὶ | ||
, ὀψοποιῆι , ὁ δὲ ὀψοποιὸς ζευγηλατῆι , καὶ τἆλλα καττωὐτό ; καὶ πῶς οὐ καὶ τὼς χαλκῆας καὶ τὼς |
τὸ δὲ δεύτερον παρῆκεν ὡς διὰ τῶν ἄκρων εἰσφερόμενον . Μηδὲ κατὰ τοῦ Α ἕτερον . πάλιν τὸ πρῶτον σχῆμα | ||
Ὅλῳ καὶ παντί , ἔφη , διαφέρει τὸ φείδεσθαι . Μηδὲ Ἕλληνα ἄρα δοῦλον ἐκτῆσθαι μήτε αὐτούς , τοῖς τε |
] ἠδὲ γυναῖξιν [ . ] [ λώιόν ἐστιν ἑὸν παναοίδιμον οὔνομα μέλψαι ] , [ ὅττι χάρις καὶ ] | ||
? ? ? ? ? ἀειρομένοισι , λαμπετόοντα ? βίον παναοίδιμον ? ? [ ] ? εἰρήναισιν ? ? ? |
τὸ συνεχὲς καὶ τοῦ κτύπου τὸ ἀνέκλειπτον ὥσπερ τι ἄλλο ἐκπληκτικὸν φαίνεται . μεταξὺ δὲ δὴ τοῦ τε δεξιοῦ κέρως | ||
, εἰδότες τὸ δεινὸν [ δὲ ] καὶ τὸ θαυμαστὸν ἐκπληκτικὸν ὄν : δεῖν δὲ τἀναντία καὶ λέγειν καὶ παραδείγματα |
τὴν Τισιφόνην πάλαι δὴ ἐφ ' οἷς ἐποιεῖτε καὶ ἐλέγετε παμμέγεθες ἐπῄει ἀνακαγχάσαι , διεκώλυσε δὲ ἡ ὀθόνη καὶ τὰ | ||
τῆς νυκτὸς ἐν μέσῳ τῷ Αἰγαίῳ γνόφου καταβάντος καὶ κῦμα παμμέγεθες ἐγείραντος ἐκώκυε μετὰ τῶν γυναικῶν ὁ θαυμαστὸς καὶ θανάτου |
εἶπε τὸν αἰπόλον . Οὐδενὸς εὐνάτειρα : ἡ Πηνελόπη : Οὔτις γὰρ ὁ Ὀδυσσεύς . Μακροπτολέμοιο δὲ μήτηρ : ἡ | ||
βοῶντος προσῆλθον οἱ Κύκλωπες πάντες , ἀκούσαντες δὲ βοῶντος αὐτοῦ Οὔτις με ἐτύφλωσε μεμηνέναι δοκήσαντες αὐτὸν ὑπεχώρησαν . ὁ δὲ |
τε φερέσβιος ἠδ ' Ἀιδωνεύς Νῆστίς θ ' , ἣ δακρύοις τέγγει κρούνωμα βρότειον . ἀγένητα : στοιχεῖα . παρ | ||
τὸν Ὀρέστην πῶς ἔχει , καὶ ἐθεάσατο αὐτὰς : † δακρύοις ἀδελφόν : προσεκτικῶς μετὰ ἤθους προενεκτέον τὸν λόγον : |
τοῦ ος κλίνεται , πρών πρωνός , κλών κλωνός , Θών δ Θωνὸς παράκοιτις : τὸ χθών χθονός , ἐπεὶ | ||
τοῦ ος κλίνεται , πρών πρωνός , κλών κλωνός , Θών δ Θωνὸς παράκοιτις : τὸ χθών χθονός , ἐπεὶ |
, ὅτι καλῶς ὑπείργασμαι καὶ ὑποθάλπομαι τὴν ψυχὴν , καὶ καρτερῶ τῷ ἔρωτι , καὶ οὐδὲν ἡμᾶς ἔβλαψεν ἄξιον θανάτου | ||
: . . . τοῦτο παρὰ τὸ τλῶ , τὸ καρτερῶ , τλὸν καὶ ἆτλον : καὶ τροπῇ τοῦ τ |
διὰ τοῦτο ὁ θεὸς αὐτὸν κατέπεμψεν , ὅτι ᾔδει αὐτὸν ἐλεήμονα καὶ εὖ ποιοῦντα τοὺς ἀνθρώπους . καὶ ὅταν εἴπῃς | ||
ἤδη προεῖπον , εἰς τὴν τοῦ ἀνέμου ὀχείαν καταναλίσκει . ἐλεήμονα δέ , ὅπερ δοκεῖ παρά τισιν ἐναντιώτατον ὑπάρχειν , |
σε βάλλει , ὃ ποεῖς , μόλις σὺ πάσχεις : φιλέεις ἅπαντα παίζειν κραδίαις φλόγας τιθεῖσα : τὸ δίκης σέβας | ||
τέτυκται . ἔγνων πρᾶν , ὅκα μοι , μεμναμένῳ εἰ φιλέεις με , οὐδὲ τὸ τηλέφιλον ποτεμάξατο τὸ πλατάγημα , |
ναοῦ τοῦδ ' ὑπηγκαλισμένη σώιζει : νέας γὰρ παρθένους αἰδούμεθα ὄχλωι πελάζειν κἀπιβωμιοστατεῖν . Ὕλλος δ ' ἀδελφοί θ ' | ||
νόμος οὗτος οὐδὲ φαῦλ ' ἡγητέα . οὐ καλὸν ἐν ὄχλωι ς ' ἐξομιλεῖσθαι στρατοῦ . καλὸν τεκοῦσαν τἀμά μ |
μὴ ἀπατᾶν , τὸ μὴ συκοφαντεῖν , τὸ μὴ τοῖς ἐξαμαρτάνουσι συμπράττειν , τὸ μὴ ποιεῖσθαι προκάλυμμα πίστιν ἀπιστίας , | ||
ποιεῖ , ἀλλ ' ἀγνοίᾳ . ὁπόσα δὲ ἀγνοίᾳ ἄνθρωποι ἐξαμαρτάνουσι , πάντ ' ἀκούσια ταῦτ ' ἔγωγε νομίζω . |
ἔνδοθεν κέαρ , κέλευσέ τε κατ ' οὖρον ἴσχεν εὐδαίδαλον νᾶα : Μοῖρα δ ' ἑτέραν ἐπόρσυν ' ὁδόν . | ||
: ἔν τε ναῒ τὸ σύσταμα τῶ σώματος περὶ τὰν νᾶα ἔκ τινων ἀνομοίων καὶ ἐναντίων συνέστακεν , καὶ ποτὶ |
οὐδὲν ? ἦσσον ἢ Βατυλλίδα στέργω , ἐν τῆισι χερσὶ τῆις ἐμῆισι θρέψασα . ἐπεὰν δὲ τοῖς καμοῦσιν ἐγχυτλώσωμεν ἄξεις | ||
ὂν ? δὲ ? γρήιηισι ? ? ? πρέπει γυναιξὶ τῆις νέηις ἀπάγγελλε ? : τὴν Πυθέω δὲ Μητρίχην ἔα |
τοῦτο , τὸ σιωπᾶν , τιμὴν ἀπονέμει , καθὸ οὐκ ἔκφορος εἰς πολλοὺς ἡ νόσος , ἀλλὰ συγκαταθάψω ἐμαυτῇ τὸ | ||
. ἐγὼ γάρ φημι χρῆναι , ὦ ἄνδρες οὐδεὶς γὰρ ἔκφορος λόγοςκοινῇ πάντας ἡμᾶς ζητεῖν μάλιστα μὲν ἡμῖν αὐτοῖς διδάσκαλον |