ναοῦ τοῦδ ' ὑπηγκαλισμένη σώιζει : νέας γὰρ παρθένους αἰδούμεθα ὄχλωι πελάζειν κἀπιβωμιοστατεῖν . Ὕλλος δ ' ἀδελφοί θ '
νόμος οὗτος οὐδὲ φαῦλ ' ἡγητέα . οὐ καλὸν ἐν ὄχλωι ς ' ἐξομιλεῖσθαι στρατοῦ . καλὸν τεκοῦσαν τἀμά μ
6301168 ἐσθλοις
ἄγειν δέρος , ἤν κ ' ἐθέλῃσθα , πειρηθείς : ἐσθλοῖς γὰρ ἐπ ' ἀνδράσιν οὔτι μεγαίρω ὡς αὐτοὶ μυθεῖσθε
τὸ ἥσυχοι , τὰ ἔργα τῆς γῆς ἐκαρποῦντο , σὺν ἐσθλοῖς πολλοῖς , ἤγουν φιλαλληλίᾳ , δικαιοσύνῃ , καὶ τοῖς
6237366 Κακη
σκιαί : ἐπὶ τῶν φοβουμένων τὰ μὴ ἄξια φόβου . Κακὴ μὲν ὄψις , ἐν δὲ δειλαῖαι φρένες : Κατὰ
χρεώστην , ἐὰν δὲ ᾖ λειψίφως ἡ Σελήνη ἐναντίως . Κακὴ δὲ ἡ Σελήνη ἐν τοῖς συνδέσμοις ἢ ἐν τῷ
6067710 τυχαν
ἀπὸ τοῦ αὐτομάτου ὁμοίως ποτιπιπτόντων τοῖς χρηστοῖς τε καὶ πονηροῖς τύχαν τῶν τοιούτων αἰτίαν φασοῦμες : ταύταν δ ' οὔτ
χρονίως , ὅ ἐστι διὰ χρόνου , ἐκοιμήθη : τίνα τύχαν εἴπω : τὴν περὶ αὐτοῦ τύχην πότερον ἐπὶ τὸ
6006049 κοὐποτ
' οὐκ ἐφίλασεν , ἀλλ ' ὅτι βουκόλος ἐμμὶ παρέδραμε κοὔποτ ' ἀκούει [ χὠ καλὸς Διόνυσος ἐν ἄγκεσι πόρτιν
νεάταν ὁδὸν στείχουσαν , νέατον δὲ φέγγος λεύσσουσαν ἀελίου , κοὔποτ ' αὖθις , ἀλλά μ ' ὁ παγκοίτας Ἅιδας
6002688 μοχθοις
ῥύονται καὶ πόθον ὀξυβελῆ στικτοὶ σκάροι , οὐδ ' ἐνὶ μόχθοις ἀλλήλους λείπουσιν , ἀλεξητῆρι δὲ θυμῷ πολλάκι μὲν πληγέντος
οἱ μεταλλεύοντες μόνοι ἀλλὰ καὶ οἱ τὰ μεταλλευθέντα συναγείροντες μυρίοις μόχθοις θηρεύωσι τὴν περίβλεπτον ταύτην πολυκτησίαν . δείγματος μὲν οὖν
5995473 ἀρετᾳ
μείζοσι καὶ μείοσι διανέμονται , ἢ ἐξ ἀνίσω ἢ τῷ ἀρετᾷ ὑπερέχεν ἢ τῷ πλούτῳ ἢ καὶ δυνάμει . τὸ
καὶ ἑκάστω τῶνδε αὔταρκές ἐντι . οὐ γὰρ ἄλλᾳ μὲν ἀρετᾷ ποιεῖ τὰ ἀρεστὰ τῷ θεῷ , μιμέεται δ '
5978864 Ἀργαλεον
τροπὴν τοῦ λ εἰς ρ ἀργαλέον : ὡς ἀργαλέον : Ἀργαλέον τὸ βαρὺ καὶ δύσκολον καὶ λυπηρόν : ἀπὸ τοῦ
τῷ φάει σκοτεινός , ἐν δὲ τῷ σκότει φωτεινός . Ἀργαλέον φρονέοντα παρ ' ἄφροσι πόλλ ' ἀγορεύειν . Ἂν
5942250 τυχᾳ
τόξα αὐτὸν ἐντείνεσθαι χαρίτων , τὸ μὲν ἐπ ' εὐαίωνι τύχᾳ , τὸ δ ' ἐπὶ συγχύσει βιοτᾶς . )
Θαλία τε ἐρασίμολπε , ἰδοῖσα τόνδε κῶμον ἐπ ' εὐμενεῖ τύχᾳ κοῦφα βιβῶντα : Λυδῷ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ ἐν
5888838 συνοικησοντες
δώσεις , εἰ δὲ μὴ οὐχ ἑστήξομεν , οὐ γὰρ συνοικήσοντες ἐνθάδ ' ἤλθομεν . ᾔδετο ταῦτα ἐπὶ πολὺν χρόνον
Ἀσωποῦ τοῦ ἐν Θήβαις ποταμοῦ . ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι συνοικήσοντες αὐτῷ . ἐποίκων : πάντων τῶν προειρημένων . Αἰγίνας
5858187 εἰλαπινῃ
ἐν ἀφνειοῦ ἀνδρὸς μέγα δυναμένοιο ἢ γάμῳ ἢ ἐράνῳ ἢ εἰλαπίνῃ τεθαλυίῃ . ἤδη μὲν πολέων φόνῳ ἀνδρῶν ἀντεβόλησας ,
ὑδροποτεῖν . ἡδὺ . . ἐστ ' ἐν δαιτὶ καὶ εἰλαπίνῃ τεθαλυίῃ τέρπεσθαι μύθοισιν , ἐπὴν δαιτὸς κορέσωνται , Ἡσίοδος
5841888 παραινεσω
οὖν , ἐπείπερ ἐφ ' ὑψηλοῦ ἐσμέν , ἀναβοήσας παμμέγεθες παραινέσω αὐτοῖς ἀπέχεσθαι μὲν τῶν ματαίων πόνων , ζῆν δὲ
τάχιστα τοὺς σαυτοῦ τρόπους καὶ μάνθαν ' ἐλθὼν ἃν ἐγὼ παραινέσω . λέγε δή , τί κελεύεις ; καί τι
5813678 ποτιδεγμενοι
Μεθέπουσιν : κυκλοῦσιν . Αἴσιον : καλὴν , λαμπρότατον . ποτιδεγμένοι : προσδεχόμενοι . Ἐπαντέλλουσι : ἀνέρχονται . Βριθύ :
ἠδὲ προσώπῳ φαιδρῷ καγχαλόωντες ἑοὶ μεθέπουσιν ἑταῖροι , αἴσιον ἀγγελίην ποτιδεγμένοι αὐτίκ ' ἀκοῦσαι , ὣς οἱ καγχαλόωσιν ἐσαθρήσαντες ἔνερθε
5799968 χρημ
δίκην ἀνοίσομεν . εἰ τῶν κρατούντων ἀδικίαις ὀλούμεθα ; τί χρῆμ ' ἀνερμήνευτα δυσθυμῆι , γύναι ; οὐδέν : μεθῆκα
χὠ μὲν σκυθράζει , δεσπότης δ ' ἀνιστορεῖ : Τί χρῆμ ' ἀθυμεῖς ; Ὦ ξέν ' , ὀρρωδῶ τινα
5797298 ἀμειλικτον
περὶ τῶν λοιπῶν διεξίω , ἱκανῶν καὶ ὡσαύτως ὄντων καὶ ἀμείλικτον διαθρύψαι καρδίαν , μή τί γε τὴν σήν ,
πρὸς Ἀθηναίους , διὰ σίτου ἀποπομπῆς ἀμοιβαῖον αἰτοῦντες , καὶ ἀμείλικτον ἄρχοντα τοῦτον ἐκβαλόντες . Ἄλλως . ὅτε Ξέρξης ἐπ
5777934 ναα
ἔνδοθεν κέαρ , κέλευσέ τε κατ ' οὖρον ἴσχεν εὐδαίδαλον νᾶα : Μοῖρα δ ' ἑτέραν ἐπόρσυν ' ὁδόν .
: ἔν τε ναῒ τὸ σύσταμα τῶ σώματος περὶ τὰν νᾶα ἔκ τινων ἀνομοίων καὶ ἐναντίων συνέστακεν , καὶ ποτὶ
5773036 αἰσχροισιν
. ὃ δὲ Τρῶας μὲν ἅπαντας αἰθούσης ἀπέεργεν ἔπεσς ' αἰσχροῖσιν ἐνίσσων : ἔρρετε λωβητῆρες ἐλεγχέες : οὔ νυ καὶ
δεῖ [ . , ] . . μεταμέλεια ἐπ ' αἰσχροῖσιν ἔργμασι βίου σωτηρίη . . ἀληθόμυθον χρὴ εἶναι ,
5766383 ἀμαχανον
πιθεῖν σοφοὺς ? [ ] δυνατόν , βροτοῖσιν δ ' ἀμάχανον [ εὑρέμεν ] : ἀλλὰ παρθένοι γάρ , ἴσθ
μᾶτερ ὀμμάτων ; ἄστρον ὑπέρτατον , ἐν ἁμέρᾳ κλεπτόμενον ἔθηκας ἀμάχανον ἰσχὺν πτανὸν ἀνδράσι καὶ σοφίας ὁδόν , ἐπίσκοτον ἀτραπὸν
5684672 ἠργασω
ἐστεφανωσάμην ; ἄπιθ ' ἐκποδών : τοιαῦτ ' ἂν ἡμᾶς ἠργάσω κἀκεῖ . τί δ ' ; οὐ πίνουσι κἀν
' Εὐριπίδηι : τί σιγᾶς ; μῶν φόνον τιν ' ἠργάσω ; ἐπεὶ οὖν Ὀρέστης μέλλει διαλέγεσθαι δοκῶν ἔτι ἐναγὴς
5682978 πρηξει
ἀϲθενέεϲ , πυκνοί : πυκνότατοι δὲ ἐπὶ πάϲῃ καὶ ϲμικρῇ πρήξει . ἆϲθμα δὲ ἐπὶ τοῖϲδε ἡ ἀναπνοή : φλέβεϲ
ἢ ὧν πέλας ὦσι φρονοῦντας , ἐν δ ' ἔργοις πρήξει θ ' ἑτέροις ὑποπεπτηῶτας : ὅσσα δέ τ '
5682201 ἀτηι
; ποῖ παρεπλάγχθην γνώμης ἀγαθῆς ; ἐμάνην , ἔπεσον δαίμονος ἄτηι . φεῦ φεῦ τλήμων . μαῖα , πάλιν μου
] τὸ ἑξῆς : ἄτην ἑτέραν ἐπάγουσαν λοιγὸν ἐπ ' ἄτηι . βοᾶι : διὰ βοῆς ἐφέλκεται . τῶν πρότερον
5652900 πολλω
τε καὶ ἀφορμίοντι . μέμνασο δὲ καὶ τῆνο ὅτι περὶ πολλῶ ἐποιήσω τὰν ἄφιξιν αὐτῶ καὶ ἀγάπης ἐκ τήνω τῶ
τε καὶ ἀφορμίοντι . μέμνασο δὲ καὶ τῆνο ὅτι περὶ πολλῶ ἐποιήσω τὰν ἄφιξιν αὐτῶ καὶ ἀγάπης ἐκ τήνω τῶ
5651545 ποθεουσιν
δὲ πεπτηῶτα ἀκμαίου καρποῖο κιβώρια δαινυμένοισιν εἰς χέρας ἠιθέοισι πάλαι ποθέουσιν ὀρέξῃς . ῥίζας δ ' ἐν θοίνῃσιν ἀφεψήσας προτίθημι
εἰσὶν , ἐν ὅσῃ κακίῃ : οὐσίην μὴ ἔχοντες οὐσίην ποθέουσιν , ἔχοντες κρύπτουσιν , ἀφανίζουσιν . Καταγελῶ ἐφ '
5642008 εἰσοραν
ἦν θάσσων ἄνω , καὶ τὸν ξένον μὲν οὐκέτ ' εἰσορᾶν παρῆν , ἐκ δ ' αἰθέρος φωνή τις ,
ἔσωσα δῆτά ς ' ἐξέπεμψά τε χθονός ; ὥστ ' εἰσορᾶν γε φέγγος ἡλίου τόδε . οὔκουν κακύνηι τοῖσδε τοῖς
5639856 ἁδειας
κεῖραι μεταφορικῶς εἴρηκεν . Κρυπταὶ κλαΐδες ] Αἰδέοντ ' ἀμφαδὸν ἁδείας τυχεῖν τὸ πρῶτον εὐνᾶς ] * Αἰδοῦνται , φησίν
σάμασιν πιθόμενοι : κάρυξε δ ' αὐτοῖς ἐμβαλεῖν κώπαισι τερασκόπος ἁδείας ἐνίπτων ἐλπίδας : εἰρεσία δ ' ὑπεχώρησεν ταχειᾶν ἐκ
5631484 ἐντιμοις
ἀποκρίσεσι : τιμᾷ δὲ καὶ δώροις αὐτὸν φιλοτίμοις τε καὶ ἐντίμοις , καὶ τέλος πατριάρχην καθίστησι καὶ ἀρχιερέα Χριστιανοῖς πολλαῖς
χαῦνοι εἰς μέσον φέρουσιν αὑτῶν τὴν ἠλιθιότητα , ἐπιχειροῦντες τοῖς ἐντίμοις , ὧν οὐδὲν αὐτοῖς μέτεστι . καὶ γὰρ λέγειν
5631146 ἀρετηι
οὐ βασιλεὺς ἀλλ ' οἰκονόμος ἀγαθὸς ἀντὶ τῆς ἐπ ' ἀρετῆι δόξης ἀπέλιπε πλεῖστα χρήματα τῶν πρὸ αὐτοῦ βασιλευσάντων :
ἀναιρεῖσθαι . ἐθαυμάζετο δὲ καὶ παρὰ τοῖς πολλοῖς ἐπὶ πάσηι ἀρετῆι : καὶ δὴ ἑπτάκις πολιτῶν ἐστρατήγησε , τῶν ἄλλων
5626889 ἀδικοις
, ὅσον τοῖς δικαίοις τὸ θεῖον συναγωνίζεται , τοσοῦτον τοῖς ἀδίκοις ἐναντιοῦται . ξυλευόμενός τις παρά τινα ποταμὸν τὸν ἑαυτοῦ
αἰσίων ἐπιθεσπίσαι : ἄνδρα δὲ μιαρὸν καὶ τοσούτοις ᾑμαγμένον φόνοις ἀδίκοις τίς ἔμελλε θεῶν ἢ δαιμόνων παρήσειν βωμοῖς τε προσιόντα
5624571 προσφερεις
θανάτοις πάσχειν τε ἃ προσῆκον δρᾶν ἐστι τοῖς προσφερέσι τοὺς προσφερεῖς καὶ ποιεῖν . ταύτης τῆς δίκης οὔτε σὺ μή
εὐκλεεστάτας πατρίδος οὐκ ὀνείδη . ἴδετε πατέρος ὡς γοργῶπες αἵδε προσφερεῖς ὀμμάτων αὐγαί , τὸ δὲ κακοτυχὲς οὐ λέλοιπεν ἐκ
5622867 δερκομενα
τᾶν ὀίων ἕπεται σκοπός : ἃ δὲ βαΰσδει εἰς ἅλα δερκομένα , τὰ δέ νιν καλὰ κύματα φαίνει ἅσυχα καχλάζοντος
τυγχάνῃ δεικτική . τὸ ἑξῆς : τὰν κύνα βάλλειεἰς ἅλα δερκομένα , ὥστε τὰ λοιπὰ διὰ μέσου . τᾶν ὀΐων
5621165 γλυκερον
μεστὸς δ ' ἀνεκείμην . ὡς δὲ ἴδον ξανθόν , γλυκερόν , μέγαν ἔγκυκλον , ἄνδρες , Δήμητρος παῖδ '
μεστὸς δ ' ἀνεκείμην . ὡς δὲ ἴδον ξανθόν , γλυκερόν , μέγαν , εὔκυκλον , ἁβρὸν Δήμητρος παῖδ '
5616578 φιλοφροσυνης
νυκτὸς ἀοιδή , ὀρχείσθω τις : ἑκὼν δ ' ἄρχε φιλοφροσύνης . ὅντινα δ ' εὐειδὴς μίμνει θήλεια πάρευνος ,
Ἴσιδος πάλιν τῆς ὁδοῦ λαβοῦσα καὶ μνησθεῖσα τῆς τοῦ Αἰσώπου φιλοφροσύνης , ἐπάρασα τὰς χεῖρας εἰς τὸν οὐρανὸν εἶπεν “
5598074 κακοισι
αὐτοῖς . ἐν κακοῖσι ] ἐν δυστυχίαις . Ξ ἐν κακοῖσι ] ἤγουν ἐν συμφοραῖς . εὐεστοῖ ] εὐδαιμονίᾳ ,
ἄλλα ἃ δεῖ πάντα . λδʹ . Ἐπὶ τοῖσι μεγάλοισι κακοῖσι πρόσωπον ἢν ᾖ χρηστὸν , σημεῖον χρηστόν : ἐπὶ
5590200 οὐτιδανον
εἰς ω , ἐρρώγειν . ξύμκλιδες : σύμμαχοι παρείσακτοι . οὐτιδανὸν , μὴ δαμινόν : οὐδενὸς λόγου ἄξιον : ἐκ
ξηρόν . οὐτιδανόν : οὐδαμινὸν , ἀχρεῖον , ἀνήδονον : οὐτιδανὸν ἀπὸ τοῦ οὔτι δάνος ἤτοι χαρὰν ἐμποιῶν . ἄχλοον
5585489 ἰσοστασιον
ἐνδόξων κεφαλὰς κεδροῦντες ἐπεδείκνυον τοῖς ξένοις , καὶ οὐδὲ πρὸς ἰσοστάσιον χρυσὸν ἀπολυτροῦν ἠξίουν . καὶ τούτων δ ' ἔπαυσαν
τοιαῦτα . ἴσον ἴσῳ , ἰσοῦν ἀνισοῦν , ἰσάκις , ἰσοστάσιον . σφαῖρα , πολυγώνιον , πόλος , γνώμων ,
5585026 ποθοις
ῥόδον τιτρώσκει , τὸ ῥόδον δὲ νῦν τὸ πλῆττον ποτέροις πόθοις ἐτρώθη , ὅτι Κύπριδι προσῆλθεν ; Ῥοδέην ἄκανθαν εἴθε
μέλλει Φιρμῖνος ; ἔτ ' ἐστὶν ἐν τοῖς τῶν γάμων πόθοις ; ἢ ἐκεῖνα μὲν πάλαι πέπαυται , βαρεῖα δὲ
5579788 Κλεονικου
, τὶς ἐν ἀγῶσι καὶ ἀντεχέσθω τῶν ἄθλων , τοῦ Κλεονίκου τὸ γένος ζηλώσας : Κλεόνικος δὲ πατήρ ἐστι τοῦ
' ἀγαπάζοντι . μαρνάσθω τις ἔρδων ἀμφ ' ἀέθˈλοισιν γενεὰν Κλεονίκου ἐκμαθών : οὔτοι τετύφˈλωται μακρός μόχθος ἀνδρῶν οὐδ '
5578236 εὐφρονες
. τὸν ἐσόμενον οὖν τοῦ Πηλέως σύγγαμβρον . ἔνθα μιν εὔφρονες ἶλαι : ἶλαι αἱ τάξεις καὶ αἱ συστροφαὶ τῶν
! [ – ⚕ – ⚕ – ] μμασιν ? εὔφρονες [ ] [ – × φῶς δεκ˘ ? [
5577601 ἐσοδοι
ἐκηδεύθη λουτροφόρου χλιδᾶς , ἀνὰ δὲ Θηβαίων πόλιν ἐσίγαθεν σᾶς ἔσοδοι νύμφας . ὄλοιτο τάδ ' εἴτε σίδαρος εἴτ '
ἐκ νέας ἡλικίας καὶ περὶ παίδευσιν ἐπιθυμητικῶς ἔχει . καλῶν ἔσοδοι : ἀντὶ τοῦ ἔθη . ὅσα τέ ἐστι παρὰ
5572325 βιωι
κεφαλαιωδῶς τὴν ἀρχαιοτάτην ἀγωγὴν τῶν κατ ' Αἴγυπτον . 〛 βίωι γὰρ τὸ παλαιὸν Αἰγυπτίους φασὶ χρῆσθαι τὸ μὲν ἀρχαιότατον
ἐστι καὶ ταἰσχρὸν σκοπῶν , ἀκέραιος , ἀνεπίπληκτος αὐτὸς τῶι βίωι εὖ μοι κέχρηται καὶ προσηκόντως πάνυ τὸ δαιμόνιονἐνταῦθ '
5566007 ἐσσεσθαι
ὅτε πέτρας Πληγάδας ἐξέπλωμεν , ὀίομαι οὐκ ἔτ ' ὀπίσσω ἔσσεσθαι τοιόνδ ' ἕτερον φόβον , εἰ ἐτεόν γε φραδμοσύνῃ
ἥρωες , Φινῆος ὃ δὴ πλόον ἄλλον ἔειπεν ἐξ Αἴης ἔσσεσθαι : ἀνώιστος δὲ τέτυκτο πᾶσιν ὁμῶς . Ἄργος δὲ
5562928 ταὐτωι
: δεῖ γὰρ ἄνδρ ' εἰθισμένον ἀκόλαστον ἦθος γαστρὸς ἐν ταὐτῶι μένειν . ἐκ παντὸς ἄν τις πράγματος δισσῶν λόγων
τύραννος ἱζόμην τὰς τῶν πλανήτων ὁδοὺς ἐναντίας τοῖς λοιποῖς φερομένας ταὐτῶι πάλιν Ἀτρεῖ περιτιθείς . ὁ δὲ Ἄρατος τὴν μὲν
5562481 δυνασιν
Ἀρετᾶς σθένει τι πρόσωπον , ὁπότε τὸ μὲν ἄσεπτον ἔχει δύνασιν , ἁ δ ' Ἀρετὰ κατόπισθεν θνατοῖς ἀμελεῖται ,
ἀνήρ μέτˈρον . ἴυξεν δ ' ἀφωνήτῳ περ ἔμπας ἄχει δύνασιν Αἰήτας ἀγασθείς . πρὸς δ ' ἑταῖροι καρτερὸν ἄνδρα
5547792 θηλυτερῃσι
Ἄρης ἐγρεκύδοιμος , πλειότερον κάματον τελέει καὶ ἀεικέα νοῦσον . θηλυτέρῃσι δὲ πάντα κακώτερα φαίνεται ἄστρα , ὅσσα διαστείχῃσιν ἀγαυὴ
δεινὸν γὰρ ἐν ὀφθαλμοῖσιν ἀκοίτεω ἀμφαδὸν εἰσοράασθαι ἐπ ' αἴσχεϊ θηλυτέρῃσι : τῇ Ἑλένη εἰκυῖα δέμας καὶ ἀκήρατον αἰδῶ ἤιε
5543595 εὐγενες
ἐπιστασίας καὶ στρατηγίας . ἐνορῶν οὖν ὁ πατὴρ αὐτῷ φρόνημα εὐγενὲς καὶ μεῖζον ἢ κατ ' ἰδιώτην ἐθαύμαζε καὶ περιεῖπε
ἀπώλεσαν . ἀγόμεθα λεία σὺν τέκνωι : τὸ δ ' εὐγενὲς ἐς δοῦλον ἥκει , μεταβολὰς τοσάσδ ' ἔχον .
5539093 ἐργμασι
ὕβριος , οὐ κατὰ κόσμον ἔρχεται , ἀλλ ' ἀδίκοις ἔργμασι πειθόμενος οὐκ ἐθέλων ἕπεται , ταχέως δ ' ἀναμίσγεται
τῶν ἀγαθῶν ἐσθλὸν ἔχοιμι νόον . Μήτε τινὰ ξείνων δηλεύμενος ἔργμασι λυγροῖς μήτε τιν ' ἐνδήμων , ἀλλὰ δίκαιος ἐών
5537079 ἡσται
Σώπατρος λέγων φησί : δισσαῖς γὰρ ἐν μέσαισιν ἰχθύων φοραῖς ἧσται , τὸν Αἴτνης ἐς μέσον λεύσσων σκοπόν . καὶ
ἐντὸς ὀξάλμην ἔχων . δισσαῖς γὰρ ἐν μέσαισιν ἰχθύων φοραῖς ἧσται , τὸν Αἴτνης ἐς μέσον λεύσσων σκοπόν . βαυκαλὶς
5536917 προκαλυπτομενα
οὐ γὰρ τοῦ τρυφᾶν ὁ καιρός : ἄλλως : οὐ προκαλυπτομένα : ἀπρεπῶς εἰσβέβηκε καὶ οὐ παρθενικῶς . τίνι γὰρ
τάδε πρὸς μελάθροις κοινῶι θανάτωι σκοτίαν αἰῶνα λαχόντων . οὐ προκαλυπτομένα βοτρυώδεος ἁβρὰ παρῆιδος οὐδ ' ὑπὸ παρθενίας τὸν ὑπὸ
5532699 ὁμοτροπον
καὶ δέχεται τὰ προσπίπτοντα . Οὐ γὰρ δύναται τὸ μὴ ὁμότροπον ἐν τοῖσιν ἀσυμφό - ροισι χωρίοισιν ἐμμένειν : πλανᾶται
τὸν ἐφευρετὰν χορείας , τὸν ὅλας ποθοῦντα μολπάς , τὸν ὁμότροπον Ἐρώτων , τὸν ἐρώμενον Κυθήρης : δι ' ὃν
5523719 μελψαι
νόστον . τόσσον γὰρ περὶ θυμὸν ἀπείριτον ἵκετο θάμβος . μέλψαι δὲ μνήσειας ἀειθαλέας πλοκαμῖδας , οἵαις κυδιόωσαν ἀπ '
σέθεν ? [ ] ? παναοίδιμον ? [ ] οὔνομα μέλψαι , ὅττι χάρις καὶ χάρμα καὶ εὐεπίης φίλον ἄνθος
5518153 διαξεις
ἀράχνια : ἐν τοῖς γὰρ κενοῖς ὑφαίνουσιν αἱ ἀράχναι . διάξεις οὖν λιπαρῶς καὶ τὸ ἔαρ ὄψει ἱλαρόν , οὐδὲ
] ἀνῃροῦντο γὰρ οἱ ἀνδραποδίζοντες , εἰ ἡλώκεισαν τρίψεις ] διάξεις τοῦ νῦν ] βίου ἐς κεφαλήν σου ] ἵνα
5515745 μαινῃ
φράσις καὶ τὸ σχῆμα ἀττικόν , ὡς τὸ “ μανίαν μαίνῃ ” . ἀττικὸν δέ ἐστι τὸ εἰπόντα τὸ πρᾶγμα
τὸν μείζονα αὐτοῦ , ἐπικατεγέλων ἄν σοι καὶ ἔλεγον ὅτι μαίνῃ : ὅτι εἶπας , Ἠιχμαλωτεύθη ὁ λαὸς εἰς Βαβυλῶνα
5514675 μινυθουσα
ὅσον ἐγγὺς ἄνασσα παρ ' ἴχνια πατρὸς ὁδεύει , τοσσάτιον μινύθουσα καλύπτεται : ὡς δ ' ἀποβαίνει , δίσκον ἀποστήσασα
ἤγαγεν ἀνέρ ' ἐς ἦμαρ . κρέσσων αὖ τούτοισι Σεληναίη μινύθουσα ἔσσεται , αὐξομένη δὲ χερειότερ ' ἔργα τελέσσει .
5513018 δειλαιαι
δέσποτα . θρασέα γυνή κακὴ μὲν ὄψις , ἐν δὲ δείλαιαι φρένες . κἂν δοῦλος ᾖ τις , οὐδὲν ἧττον
μαλακόν , ἀγγαρεύεται . κακὴ μὲν ὄψις , ἐν δὲ δείλαιαι φρένες . Στρατοφάνη , λιτόν ποτ ' εἶχες χλαμύδιον
5503930 παναοιδιμον
] ἠδὲ γυναῖξιν [ . ] [ λώιόν ἐστιν ἑὸν παναοίδιμον οὔνομα μέλψαι ] , [ ὅττι χάρις καὶ ]
? ? ? ? ? ἀειρομένοισι , λαμπετόοντα ? βίον παναοίδιμον ? ? [ ] ? εἰρήναισιν ? ? ?
5494440 γλωσσηι
Μεσοποταμίαι . Ἀρριανὸς ἐν ι Παρθικῶν . ἡ δὲ φάλγα γλώσσηι τῆι ἐπιχωρίωι τὸ μέσον δηλοῖ . . Χωχή :
ἕληται . μισθὸν μοχθήσαντι δίδου , μὴ θλῖβε πένητα . γλώσσηι νοῦν ἐχέμεν , κρυπτὸν λόγον ἐν φρεσὶν ἴσχειν .
5490568 ἐπεοικεν
δ ' αὖ ἐγὼ καὶ τῶνδ ' ἀποδάσσομαι ὅσς ' ἐπέοικεν . Ἦ ῥα , καὶ ἐς κλισίην πάλιν ἤϊε
ἀμφοτέρας ἰὼν χειρός . ὦ μάκαρ , τὶν δ ' ἐπέοικεν Ἥρας πόσιν τε πειθέμεν κόραν τε γλαυκώπιδα : δύνασαι
5488970 δυστυχες
, τέκνοις ὄνειδος οὕνεχ ' ἡδονῆς λιπεῖν ] : τὸ δυστυχὲς γὰρ ηὑγένει ' ἀμύνεται τῆς δυσγενείας μᾶλλον : ἡμεῖς
ἀθλιώτεροι τῆς φαυλότητος καὶ γὰρ ἐν κοινῷ ψέγειν ἅπασι κεῖσθαι δυστυχὲς κοὐκ εὐτυχές . ἔα ἔα : ὁρῶ γ '
5484649 στενεις
ς ' ἀνέμνησεν κακῶν ; ἢ τὰς Ὀρέστου τλήμονας φυγὰς στένεις καὶ πατέρα τὸν ἐμόν , ὅν ποτ ' ἐν
θεοὺς ἐγὼ πυθέσθαι βούλομαι τί τὸ πρᾶγμα τουτί . Τί στένεις ; Τί δυσφορεῖς ; Οὐ χρῆν σε κρύπτειν ὄντα
5484226 επρ
[ ὑπ [ τ [ ακ [ ] ! ! επρ ? ? ? [ ] λέγω ? τρ !
. [ ! [ ! ! [ στεν ? [ επρ ? [ αβλ ? [ θ ! ! [
5478579 παλαιφατος
δ ' οὖν ἐλθεῖν ] στροφὴ ἑτέρα κώλων ιβʹ . παλαίφατος δ ' ἐν τοῖς βροτοῖς ] ἀντιστροφὴ κώλων ιβʹ
συμένα Πριαμίδαισιν , πομπᾷ Διὸς ξενίου , νυμφόκλαυτος Ἐρινύς . παλαίφατος δ ' ἐν βροτοῖς γέρων λόγος τέτυκται , μέγαν
5468504 ἀνελπιστος
ἤδη κατὰ κράτος ἁλισκομένης κατέπλευσε τοῖς Καρχηδονίοις δύναμις ἐκ Λιβύης ἀνέλπιστος . διὸ καὶ ταῖς ψυχαῖς πάλιν θαρρήσαντες οἱ μὲν
. Ἀλλ ' ἐμὲ μὲν ὁ πολὺς ἀπολέλοιπεν ἤδη βίοτος ἀνέλπιστος , οὐδ ' ἔτ ' ἀρκῶ : ἅτις ἄνευ
5466146 θνηισκειν
με : διὰ γὰρ σὴν ἀπόλλυμαι χάριν , μέλλω τε θνήισκειν , δεσμίαν τέ μ ' εἰσορᾶις πρὸς σοῖσι γόνασιν
: ἢν δ ' ἐγγὺς ἔλθηι θάνατος , οὐδεὶς βούλεται θνήισκειν , τὸ γῆρας δ ' οὐκέτ ' ἔστ '
5463137 ἐμωι
ὦ ἄνδρες δικασταὶ ? ? τῷ τε πατρὶ [ τῶι ἐμῶι καὶ τοῖς ἄλλοις ἐπιτηδείοις ] ἔλεγεν [ , ὡς
' ἄλλον ἄνδρα σωφρονέστερον ὄψεσθε , κεἰ μὴ ταῦτ ' ἐμῶι δοκεῖ πατρί . ἦ μέγα μοι τὰ θεῶν μελεδήμαθ
5461329 πολιτοκοπειν
καὶ πολιτοκόπος καὶ δημοκόπος . Πλάτων δὲ ἐν Πεισάνδρῳ τὸ πολιτοκοπεῖν ἀντὶ τοῦ λοιδορεῖν καὶ κωμῳδεῖν εἶπεν . περιπλευριεῖς :
πολιοῦχοι , καὶ φιλόπολις τὸ ἦθος παρὰ Θουκυδίδῃ , καὶ πολιτοκοπεῖν παρ ' Ἀντιφῶντι , καὶ πολλὰ τοιαῦτα . τὸν
5451021 ἐποιχομενην
δὲ τὴν ὅλην ὑφαντικὴν ἐδήλωσε . καὶ ὅμηρος : ἱστὸν ἐποιχομένην καὶ ἐμὸν λέχος ἀντιόωσαν : Τοῦτο βούλεται εἰπεῖν ,
ἡμετέρῳ ἐνὶ οἴκῳ ἐν Ἄργεϊ , τηλόθι πάτρης , ἱστὸν ἐποιχομένην καὶ ἐμὸν λέχος ἀντιόωσαν , πόσης τινὸς ὑπερηφανίας ;
5449278 κεδνον
' ἐρημωθέντος ἄρσενος θρόνου . σὺ δ ' εἴ τι κεδνὸν εἴτε μὴ πεπυσμένη εὐαγγέλοισιν ἐλπίσιν θυηπολεῖς , κλύοιμ '
, μὴ κακὸν φῦναι λέγειν , ἀλλ ' ὥστε ναὸς κεδνὸν οἰακοστρόφον ἄκροισι λαίφους κρασπέδοις ὑπεκδραμεῖν τὴν σὴν στόμαργον ,
5444627 φεριστον
ἄλλος ἐπ ' ἄλλα : πέλει δ ' ἄρα κεῖνο φέριστον ἔργον , ὅ τι φρεσὶν ᾗσιν ἐπιστάμενος πονέηται .
' ἀπεμυθεόμην : σὺ δὲ σῷ μεγαλήτορι θυμῷ εἴξας ἄνδρα φέριστον , ὃν ἀθάνατοί περ ἔτισαν , ἠτίμησας : ἑλὼν
5441757 δικαιη
τὸ ἔσω μέρος ὠλισθήκῃ . ἀγαθὴ μὲν κατὰ φύσιν καὶ δικαίη ἡ ἐμβολὴ καὶ δή τι ἀγωνιστικὸν ἔχουσα , ὅστις
τοὺς Ἕλληνας φαίνειν . καὶ τάχα μὲν ἡ γνώμη τοι δικαίη ἐς τὸ ξυνὸν καταθέσθαι γραφὴν ἢ ἐφ ' ὁποιοισοῦν
5439011 Φιλον
Ναί . Φίλον δὲ ἢ οὐ φίλον ἡ ὑγίεια ; Φίλον . Ἡ δὲ νόσος ἐχθρόν . Πάνυ γε .
ὅταν ἴδῃ διψῶντα τὸν στρατιώτην τῆς μάχης . . . Φίλον γὰρ οἶμαι ἑκάστῳ τὸ ἐπιχώριον , κἂν Αἰγύπτιος ἥκῃ
5437133 Ἁιδη
: ἀντὶ τοῦ ἐν Ἀθήναις : μὰ τοὺς παρ ' Ἅιδη νερτέρους : τοὺς καταχθονίους θεοὺς ἀλάστορας . ἀλάστορας δὲ
! ! ! ! [ ἐς αἰθέρ ' ἐλθω [ Ἅιδη μ ' ὁδευυ ? ! [ ! ! ]
5431228 ἐλπωρη
, λαοὺς δ ' ὑπὸ χερσὶ δαΐξαι : ἀλλά οἱ ἐλπωρὴ μὲν ἔην ἐναλίγκιος αὔρῃ μαψιδίῃ : Κῆρες δὲ μάλα
ἔνδοθι πάτρης δεινὴν Πενθεσίλειαν ἐπὶ πτόλεμον μεμαυῖαν , γήθεον : ἐλπωρὴ γὰρ ὅτ ' ἐς φρένας ἀνδρὸς ἵκηται ἀμφ '
5429873 δωρουμενη
τε καὶ ἐλευθέροις ἰσοτίμως ἐδίδοτο , οὐδὲν πλεονεκτήματος τεκμήριον ἐλευθέροις δωρουμένη , οὐδὲ μὴν δούλοις ὀνειδίζουσα τὸ τῆς τύχης ὑποδεές
, ἡ ζείδωρος ἄρουρα , ἤγουν ἡ τὰ πρὸς ζωὴν δωρουμένη γῆ . Ἄρουρα γὰρ κυρίως ἡ ἠροτριασμένη γῆ .
5426936 εὐτυχει
λέγω , καὶ μὴ ἀνοηταίνειν οἰομένους τι ἑτοίμως διαπράξασθαι . εὐτύχει . Τὰ μὲν παρὰ σοῦ ἐλθόνθ ' ὑπομνήματα θαυμαστῶς
σά . ἐπεὶ δίδαξον τοῦτο : πῶς , ὅτ ' εὐτύχει Τροία , πέριξ δὲ πύργος εἶχ ' ἔτι πτόλιν
5426057 καθεστατε
τὰ πράγματα , ἕως ἔτι καιρὸς καὶ κύριοι τῆς βουλῆς καθέστατε , ἐπίσχετε καὶ μὴ βούλεσθε δυοῖν ὁδοῖν τὴν μὲν
μετάστασιν . Ἀναμνήσθητε δὲ ἐν οἵῳ κινδύνῳ τε καὶ ἀμηχανίᾳ καθέστατε , καὶ ὅτι οὕτως σφόδρα σφᾶς αὐτοὺς ἐπεφόβησθε ,
5416933 στεγος
δόμους : φρούρει δέ μοι μή ς ' αἰθαλώσηι πολύκαπνον στέγος πέπλους . θύσεις γὰρ οἷα χρή σε δαίμοσιν θύη
. ἀλλ ' ἄγε , Πέρσαι , τόδ ' ἐνεζόμενοι στέγος ἀρχαῖον , φροντίδα κεδνὴν καὶ βαθύβουλον θώμεθα , χρεία
5416339 πρηξεις
μόνον πιναραῖς ἀλόχοις γάμον ἐζεύξαντο , καὶ δ ' αὐτοὶ πρήξεις κυθέρης ἀγάπησαν ἀθέσμους . εἴκελα δ ' ἀντέλλουσα πάλιν
. τῆς Τροίας . . . . οὐ γάρ τι πρήξεις ἀκαχήμενος υἷος ἑῆος , οὐδέ μιν ἀνστήσεις , πρὶν
5413067 πημονης
. Σοφοκλῆς δέ φησι : . . . τὸ μεθύειν πημονῆς λυτήριον . οἱ δ ' ἄλλοι ποιηταί φασι τὸν
δαιμόνων βουλεύματα ? [ × – ˘ – λαβοῦσα ] πημονῆς τέλος [ ] ασας ? : πρὸς δὲ τοῖσδ
5402133 ἀθεμιστως
, συνίστορας ἡγούμενος αἰσχροῦ φόβου καὶ ἑτέροις ἐξαγγελεῖν , ἀπέκτεινεν ἀθεμίστως , καὶ ἀπὸ τοῦδε εὐθὺς ἐκ μεταβολῆς ὠμὸς καὶ
καὶ ἔστι : τὸ γὰρ πᾶν τοῦ Διὸς σέβας παρεξέβησαν ἀθεμίστως οἱ περὶ τὸν Αἴγισθον . παρεκβάντες ] ἀντὶ παρεξέβησαν
5401816 ἐγειρομεν
Ἀργείων : ἀλλ ' ἀθρόοι κοσμηθέντες Τρωσὶν ἐφ ' ἱπποδάμοισιν ἐγείρομεν ὀξὺν Ἄρηα . ὡςεὶ ἔλεγεν : πολλοὶ τεθνᾶσιν ἤδη
πρῶϊ δ ' ὑπηοῖοι σὺν τεύχεσι θωρηχθέντες νηυσὶν ἔπι γλαφυρῇσιν ἐγείρομεν ὀξὺν Ἄρηα . εἰ δ ' ἐτεὸν παρὰ ναῦφιν
5397283 Χαιρειν
δ ' ἐς Κόλχους τε καὶ ἄξενον ἵκετο Φᾶσιν . Χαίρειν πολλὰ τὸν ἄνδρα Θυώνιχον . ἄλλα τοιαῦτα Αἰσχίνᾳ .
ἢ σαφήνειαν ἀπαιτεῖν . καὶ ἐν ταῖς ἐπιστολαῖς ἀντὶ τοῦ Χαίρειν Εὖ πράττειν καὶ Σπουδαίως ζῆν . Ἀρίστων δέ φησιν
5394717 φιληδονια
ἤδη τοὺς βίους , φιλαργυρία μὲν νόσημα μικροποιὸν ὄν , φιληδονία δ ' ἀγεννέστατον . οὐ δὴ ἔχω λογιζόμενος εὑρεῖν
τὰ κακά , φιλαργυρία τε καὶ φιλοδοξία καὶ φιλονεικία καὶ φιληδονία καὶ τἆλλα , ὁπόσα τούτοις ἐμφερῆ ἐστιν . ἕκαστος
5394692 λεκτροισι
ἄρθρων κλίσεως , ὡς διάκειμαι , νῶτ ' ἐν στερροῖς λέκτροισι ταθεῖς ' . οἴμοι κεφαλῆς , οἴμοι κροτάφων πλευρῶν
, Κύπριδος γλυκερὸν θάλος , ἔρνος Ἔρωτος , Φερσεφόνης ἐρασιπλοκάμου λέκτροισι λοχευθείς , ὃς ποτὲ μὲν ναίεις ὑπὸ Τάρταρον ἠερόεντα
5392393 ἐνηεος
, διότι συνῆσαν τῷ Ἰάσονι . τεύξασθαι : ἐντυχεῖν . ἐνηέος : προσηνοῦς , ἀγαθοῦ . Ἄργος ἀτεμβόμενος : οὐχ
αἰδέσσαιτο χυτῇ τ ' ἐπὶ θινὶ καλύψαι , μνησάμενος φιλότητος ἐνηέος , ἠὲ καὶ αὐτὴ βρασσομένη ψαμάθοισι δέμας κρύψειε θάλασσα
5386858 ἁδυμελει
ἡ νίκη τοῦ Στρεψιάδου σιωπηθῇ , κώμαζε καὶ συνέξαρχε σὺν ἁδυμελεῖ ὕμνῳ . περιττεύει δὲ ἤτοι ἡ ἔν πρόθεσις ἢ
ἐπετέλουν . Διανέμων ] Διέπων καὶ κυβερνῶν . Κώμῳ μὲν ἁδυμελεῖ ] * Τοῦτο ὡς ἀπὸ τοῦ χοροῦ δύναται λέγεσθαι
5386461 ἡμετεροισι
τ ' ἀπόλοντο . ὅσσα δ ' ἐνὶ μεγάροισι καθήμενος ἡμετέροισι πεύθομαι , ἣ θέμις ἐστί , δαήσεαι , οὐδέ
, ἡ ἐν τοῖσιν αὐλοῖς μουσικὴ κἀν τῇ λύρᾳ τοῖς ἡμετέροισι παιγνίοις : ὅταν γὰρ εὖ συναρμόσῃ τις τοῖς συνοῦσι
5386408 ἀκαμαντας
οἴκοθεν στάλαισιν ἅπτονθ ' Ἡρακλείαις . Ἐν πτεροῖσίν τ ' ἀκάμαντας ἵππους ] * Τουτέστιν οὐ κάμνοντας ἐν τοῖς δρόμοις
μὲν ἀγάλλων θεός ἔδωκεν δίφρον τε χˈρύσεον πτεροῖσίν τ ' ἀκάμαντας ἵππους . ἕλεν δ ' Οἰνομάου βίαν παρθένον τε
5383178 τεκεεσσι
Δὴ γάρ οἱ κατένευσεν ὅπως ἀπὸ πολλοὶ ὄλωνται Τρῶες ὁμῶς τεκέεσσι , δαΐφρονα δ ' υἷ ' Ἀχιλῆος τρεψέμεν οὐ
θυμὸν ἐτέρφθης , ἔνθα τοι ἑλκεχίτωνες Ἰάονες ἠγερέθονται σὺν σφοῖσιν τεκέεσσι γυναιξί τε σὴν ἐς ἀγυιάν : ἔνθα σε πυγμαχίῃ
5382295 κακοισιν
! [ ] , οὐδὲ πιείρης [ ] χθονὸς πατρίδος κακοῖσιν ἐσθλοὺς ἰσομοιρίην ἔχειν . ἐγὼ δὲ τῶν μὲν οὕνεκα
γαλήνῃ , τῶν δὲ συννέφει πάλιν , ζῶσίν τε σὺν κακοῖσιν , οἳ δ ' ὄλβου μέτα φθίνους ' ἐτείοις
5381845 ἑσταμεναι
κατατεθνήκασι : τῶν ὕπερ ἐνθάδ ' ἐγὼ γουνάζομαι οὐ παρεόντων ἑστάμεναι κρατερῶς , μὴ δὲ τρωπᾶσθε φόβον δέ . Ὣς
ἄνακτα , τόξον μὲν πρὸς σταθμὸν ἐϋσταθέος μεγάροιο ἔκλιν ' ἑστάμεναι , πρὸς ἐνώπια παμφανόωντα , αὐτὸς δ ' ἀμφ
5381712 λατρειας
τάσδε ] ἐν αἷς νῦν τυγχάνεις . . τῆς σῆς λατρείας ] τοῦτό φησιν ὁ Προμηθεὺς πρὸς τὸν Ἑρμῆν ,
τὴν ὁμευνέτιν Αἴαντος , ὃς μέγιστον ἴσχυσε στρατοῦ , οἵας λατρείας ἀνθ ' ὅσου ζήλου τρέφει . Τοιαῦτ ' ἐρεῖ
5378525 ἀλαινων
δ ' ὁ σὸς πρόπολος Κύκλωπι θητεύω τῶι μονοδέρκται δοῦλος ἀλαίνων σὺν τᾶιδε τράγου χλαίναι μελέαι σᾶς χωρὶς φιλίας .
τε ζῶντος ἀλάτα , ὅς που γᾶν ἄλλαν κατέχει μέλεος ἀλαίνων ποτὶ θῆσσαν ἑστίαν , τοῦ κλεινοῦ πατρὸς ἐκφύς .
5377133 ὀλοιτο
οὐ τὰς φρένας ἔχεις ὁμοίας ἀλλὰ διαφόρους πολύ . κακῶς ὄλοιτο μηδ ' ἐπ ' Εὐρώτα ῥοὰς ἔλθοι : σὺ
. λιπὼν δὲ ναὸς ποῦ πάρεστιν ἔκβολα ; ὅπου κακῶς ὄλοιτο , Μενέλεως δὲ μή . ὄλωλ ' ἐκεῖνος .
5374732 κερδαλεον
ἀγαθὸς οἰκονόμος , εἰδὼς ὅτι οὐδὲν οὕτω λυσιτελές τε καὶ κερδαλέον ἐστίν , ὡς τὸ μαχόμενον τοὺς πολεμίους νικᾶν ,
ὡς εἰκὸς κοὐκ ἀπὸ τρόπου τὸν παραβλῶπα καὶ φιλοκερδῆ καὶ κερδαλέον , βραδίστατον πρὸς τὰ κρείττονα , λιχνωδέστατον δὲ πρὸς
5373984 εὐγνωμονειν
εἰ δέ τινες ὑμῶν εἰσιν οἷοι μηδὲ καθ ' ἓν εὐγνωμονεῖν , ἀλλὰ πρὸς ἅπαντας τοὺς ὑπὲρ τοῦ δήμου λέγοντας
, τύχης πειραθέντες δεξιᾶς παρ ' Ἀπόλλωνος , εἶτα βουληθέντες εὐγνωμονεῖν τὴν ἀντίδοσιν , πῦρ μόνον ὑφῆψαν , θυσίας ἑτέρας
5373854 ἀτθ
νυν , κατείπω τοῖς θεαταῖς τὸν λόγον , ὀλίγ ' ἄτθ ' ὑπειπὼν πρῶτον αὐτοῖσιν ταδί , μηδὲν παρ '
. πυθοῦ χελιδὼν πηνίκ ' ἄττα φαίνεται . ὁπηνίκ ' ἄτθ ' ὑμεῖς κοπιᾶτ ' ὀρχούμενοι . . . λούσησθε
5369694 ἀναγκᾳ
ἀλλ ' ᾧτινι μὴ λιπότεκˈνος σφαλῇ πάμπαν οἶκος βιαίᾳ δαμεὶς ἀνάγκᾳ , ζώει κάματον προφυγὼν ἀνιαρόν : τὸ γὰρ πρὶν
Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτˈρὰ κατὰ γᾶς δικάζει τις ἐχθρᾷ λόγον φράσαις ἀνάγκᾳ : ἴσαις δὲ νύκτεσσιν αἰεί , ἴσαις δ '
5368681 θαρσαλεον
καγχαλάασκον ἐτώσια μητιόωντι . Καὶ τότε Μυρμιδόνεσσιν Ἀχιλλέος ἄτρομος υἱὸς θαρσαλέον φάτο μῦθον ἐποτρύνων πονέεσθαι : Κέκλυτέ μευ , θεράποντες
ὁ τρίβων ἐμπνέοι . . . : ἒν δὲ τὸ θαρσαλέον τε καὶ ἐμμενές , ὅππη ὀρούσαι , φαίνετ '
5368311 βεβωσα
τῶν κυνῶν : “ ὡς δὲ κύων ἀμαλῇσι περὶ σκυλάκεσσι βεβῶσα ἄνδρ ' ἀγνοιήσας ' ὑλάει . ” καὶ περὶ
τὴν πρὸ τέλους ἔχουσαι διὰ τοῦ ω : οἷον , βεβῶσα : γεγῶσα : ἑστῶσα . Αἱ εἰς ως ἀπαθεῖς
5367036 ταφωι
ὑπολαβόντα φῆσαι τὸν Δημόκριτον , εἰ τριῶν ἀπενθήτων ὀνόματα τῶι τάφωι τῆς γυναικὸς ἐπιγράψειεν , εὐθὺς αὐτὴν ἀναβιώσεσθαι τῶι τῆς
δέμας ; δοῦναι κελεύσω πορθμίδ ' , ἧι καθήσομεν κόσμον τάφωι σῶι πελαγίους ἐς ἀγκάλας . ὡς εὖ τόδ '
5363315 ἀνακινει
χαμαίμηλον , καὶ μετὰ ταῦτα πάλιν εἰς τὸ πῦρ ἐπιθεὶς ἀνακίνει , ἕως ἂν καλῶς μιχθῇ , ἑνωθέντων δ '
ἔμπασσε εἰς αὐτὸν τὴν σανδαράκην καὶ τὴν σάνδυκα λεῖα καὶ ἀνακίνει , ἕως ἂν καλῶς ἀναμιχθῇ , μετὰ ταῦτα δ

Back