, ἠ καλαμινθης χυλος ὁμοιως χλιαρος ἐγχεομενος , ἠ σμυρνα λειωθεισα συν γαλακτι γυναικειῳ και ἐγχεομενη . [ Προς αἱμοῤῥοϊαν
τα κατα γαστερᾳ γινομενα , και ῥουν γυναικειον ἱστησι . λειωθεισα δε συν στεατι χοιρειῳ και ὑγροπισσῃ και ἑψηθεισα ἑλκη
9999966 χαλεπωτερα
πολλης ἠ λιμενων ἠ ἀκροπολεων ἰσχυρων , ἁ ἐστι πολυ χαλεπωτερα και ἐπικινδυνοτερα κατεργασασθαι των ἰδιωτικων ἐπιθυμηματων . ἀλλα μεντοι
περιδεους Ἁρμοδιῳ και Ἀριστογειτονι ἐγενετο . τοις δ ' Ἀθηναιοις χαλεπωτερα μετα τουτο ἡ τυραννις κατεστη , και ὁ Ἱππιας
9999961 τιθεισα
, μεγαλα παθεα , μεγαλα δ ' ἀχεα , Δαναϊδαις τιθεισα Τυνδαρις κορα . ἐγω μεν οἰκτιρω σε συμφορας κακης
ἠν ἡ δοξα αὑτη , ἡ τας ἀρετας ἐν ἀπαθειᾳ τιθεισα . και τουτο δηλον πεποιηκε δειξας ἐν μεν ἀμετριᾳ
9999959 θεισα
ἐστιν ἡ ΒΔ : ὡστε και ἡ ΒΓ δο - θεισα ἐστιν : της γαρ ΓΒ προς την ΒΔ λογος
παρατατικου ἀπο του ἐθην γεγονεν . Δυϊκα . Θεντε , θεισα . Πληθ . Θεντες , θεισαι , θεντα .
9999955 βουλευομεθα
το προκριναι ὁ δεον γενεσθαι , οὐκετι περι του πραγματος βουλευομεθα , ἀλλα γινωσκομεν ὡρισμενως ὡς δει ποιειν : ἀναγομεν
Λακεδαιμονιοι πως ἀν Σκυθαι καλως πολιτευσαιντο , ἀλλα παντες ἀνθρωποι βουλευομεθα πρωτον περι των ἐφ ' ἡμιν : ταυτα δε
9999954 κρατηρα
τας ἀγορας και τους στενωπους νεκρων , και μεγαν αἱματος κρατηρα πολιτικου στησαντες οὑτως ἀν ἐδεξαμεθα την ὀφειλομενην μοιραν .
ἐν νυκτομαχιᾳ προτερον πολεμουντες , και εἰρηνη συχνη . ἀλλα κρατηρα στησαντες οἱον ἐν εἰρηνῃ σπονδας ποιησωμεθα θεων μεν Ἑρμῃ
9999954 εὐδαιμονι
οὑτω και τα ἐξωθεν ἀγαθα , προστιθεμενα τῳ καλῳ και εὐδαιμονι , συνεπικοσμει αὐτου τον βιον , και την χρησιν
ἠ ἑαυτους και τα ἑαυτων , χρεια δια τουτο τῳ εὐδαιμονι φιλων , ὁπως ὁρων τας του φιλου πραξεις και
9999954 ἐσωσεν
καιρον , ἀλλ ' εἰς ἁπαντα τον βιον πολλακις αὐτην ἐσωσεν ἐκ μεγαλων κακων . γυνη τις ἀφικετο προς τον
μετα ῥοδινου ἠ μηλινου καθ ' ἑκαστην ἡμεραν , πολλους ἐσωσεν . Ἀντιδοτος ποδαγρικοις λαμβανομενη ἐπ ' ἐνιαυτον κατ '
9999954 χαρακτηριζει
ῥηματων το προ του ἐσχατου : οὐ γαρ το ω χαρακτηριζει την συζυγιαν , ἀλλα το προ αὐτου : πολλα
ἀσυμπτωτοι , το δ ' εἰς ἀπειρον ἐκβαλλομενας μη συμπιπτειν χαρακτηριζει τας παραλληλους , και οὐδε τουτο ἁπλως , ἀλλα
9999953 εὐδαιμονιᾳ
σημειον δε , ὁτι ἡ εὐτυχια δοκει ταὐτον εἰναι τῃ εὐδαιμονιᾳ , ἡ δε εὐδαιμονια εὐπραξια τις και περι πραξιν
οἰονται εἰναι ἡδυν : και εὐλογως την ἡδονην συμπλεκουσι τῃ εὐδαιμονιᾳ , ὡς ἑτεραν μεν οὐσαν την ἡδονην της εὐδαιμονιας
9999953 κοιτωνα
! [ ] οἰκιαν τε ? σην μητερα [ ] κοιτωνα ? σον οἰδα [ ] θρηνους πατρος Εὐρυκλειαν ὁτι
* ὑπερπεζον : ποδιαιον λιθον * θαλαμην : οἰκον , κοιτωνα , τρωγλην * τευχων : κατασκευαζων * ἐνθα :
9999952 ὀνομασθεισα
λιμνην : κυμα , οἰδημα τι ὀν : τινι δουλη ὀνομασθεισα προς τον οἰκον ἀφιξομαι : ἀρα , φησιν ,
τεθηναι . Χρυσαορις , πολις Καριας , ἡ ὑστερον Ἰδριας ὀνομασθεισα . Ἀπολλωνιος ἐν ἑβδομῳ Καρικων „ . . .
9999952 Πελοποννησιακου
ἐστι ὁ λυροποιος ἐπικαλουμενος . ἐδημαγωγησε δε τα ἐσχατα του Πελοποννησιακου πολεμου μετα την ἐν Σικελιᾳ συμφοραν . ἐν δε
δυοιν πολεμων αἰτια γεγονεναι , του τε Σαμιακου και του Πελοποννησιακου , ὡς ἐστι μαθειν παρα τε Δουριδος του Σαμιου
9999951 Εὐρωταν
μερος σχιζομενον τους δυο ποταμους ἀπεργαζεται , προς νοτον μεν Εὐρωταν , προς δε ζεφυρον Ἀλφειον . Καδδε μεσην νησον
μελαθρων λωβαι : στενει δε και τις ἀμφι τον εὐροον Εὐρωταν Λακαινα πολυδακρυτος ἐν δομοις κορα , πολιον τ '
9999950 πληγεισα
αἱ μεν λεπται και μαλλον τεταμεναι , οἱον ἡ νεατη πληγεισα , ὡς μη πολυν ἐχουσαι ἀερα τον ἀντιπιπτοντα ,
, ταπεινοτητα τῳ καιρῳ προσθεντες , ἀλλ ' ἐπειδηπερ προκατεδυ πληγεισα , ὑμεις οἱ λοιποι μενετε ἐν ὑμων αὐτων .
9999950 θαυμαζει
θεων συνεθελοντων γενοιτ ' ἀν . εἰ δε τις τουτο θαυμαζει , ὁτι πολλακις γεγραπται το συν θεῳ πραττειν ,
της ὁλης Σικελιας ἐγκεχαραγμενον μεγαλως , ὁν βασιλευς ὁ Περσων θαυμαζει και φιλει , πεμπει δε αὐτῳ κατ ' ἐτος
9999950 τεθεισα
εἰναι μετα την μιαν των παντων ἀρχην , ἡ δε τεθεισα δια καταφασεως , ὁπωσδηποτε ἀνακαθαιρομενης και παντα ἑν λεγουσης
την του ῥυθμου . ἡ γαρ αὐτη λεξις εἰς χρονους τεθεισα διαφεροντας ἀλληλων λαμβανει τινας διαφορας τοιαυτας , αἱ εἰσιν
9999950 συγγνωμονικη
του φευγοντος ἀντιστατικη , ἐν ἀλλοις δε ἀν ἡ μια συγγνωμονικη , ἡ ἑτερα μεταστατικη : και το παραδειγμα ὡς
μεταληπτικη ἀντιθεσις : ἀλλ ' ἐδει δεηθηναι Ἀλεξανδρου . ΛΥσις συγγνωμονικη : ὁτι ἐφοβηθημεν μη ἀποτυχωμεν και προςελθοντες ματαιοπονησωμεν ,
9999950 συμπληρωτικα
οἱον λευκον μελαν καθησθαι ἑσταναι . τουτων οὐν τα μεν συμπληρωτικα ἐστι της οὐσιας ἠγουν της ὑπαρξεως , το γενος
λεγειν τον τραχηλον ἠ την κεφαλην μη του ἐκτος ἀνθρωπου συμπληρωτικα εἰναι μερη , ἀλλα της ἡμετερας συμμνημονευσεως . εἰ
9999949 λεπτοτητι
ταις ἐργασιαις , κρατιστους δε τους ὀθονια ποιουντας τῃ τε λεπτοτητι και τῃ μαλακοτητι διαπρεπη , τας τε οἰκησεις ἀξιολογους
νημα ἀσκητον ἐκπονησαι δεινας μη ἀντιπαραβαλλεσθαι : νενικηκε γαρ τῃ λεπτοτητι και την τριχα . Βαβυλωνιους τε και Χαλδαιους σοφους
9999948 εὑρεθειεν
, ἑπτα δε πηχων το μηκος προηκουσιν οἱ ἐκειθι , εὑρεθειεν δ ' ἀν και μειζους ἐτι και ἐλαττους :
περι αὐτην τῳ ὑπο γην , καθ ' ὁ δε εὑρεθειεν οἱ κακοποιοι του διαθεματος τεθεντος κατ ' ἐκεινο δει
9999948 χαλκουν
ἡ αἰθυια δε την θαλασσαν ἐντρεχει δοκους ' ὡδε κἀκεισε χαλκουν εὑρησειν . Πας ὁπερ ἀποβαλλει , και ζητει τουτο
Γαϊου , ἐν δε τῃ μεγιστῃ και περισημοτατῃ και ἀνδριαντα χαλκουν ἐποχουμενον τεθριππῳ . και τοσουτον ἠν το ταχος και
9999947 λαμπροτητι
και περιβολῃ : ταις δε ἐπ ' ἐλαττον , ὡς λαμπροτητι σεμνοτητι καλλει : οὑτω γαρ ὑπερεκπληττεται διολου τον ῥητορα
μετασχηματισμοις , οἱον τῃ σφοδροτητι , τῃ τραχυτητι , τῃ λαμπροτητι , και ὁσα τοιαυτα . Ποιον εἰδος λογοποιει καθαραν
9999947 πρακτικῳ
τῳ ἀλογῳ το λογικον : εἰ ἀρα δε ἐν τῳ πρακτικῳ θεωρειται το θεωρητικον , δηλον ὁτι οὐκ ἐγενετο ἡ
, ὁταν διατασσῃ τοις νοσουσι τινα διαιταν , τῳ δε πρακτικῳ κοινωνει , ὁταν λαβουσα τι των ἰατρικων ἐργαλειων διορθοιτο
9999947 θριδακινην
χολωδες τικτειν δυνηται . Λαχανων δε προσφερεσθωσαν ἰντυβον τε και θριδακινην και μαλαχην , εἰ δε ἡδεως ἐχοιεν , και
ἱερακες , εὐθυ των αἱμασιων ἰασι , και την ἀγριαν θριδακινην ἀνασπωσι , και τον ὀπον αὐτης πικρον ὀντα και
9999946 Θουκυδιδου
πραγματων , ὡς ἐχει το [ πολλα ἠν ἑτερα περι Θουκυδιδου διεξελθειν , εἰ μη το παντα ἐρειν το των
Θουριοις κατῳκισθησαν . ἐν δε τῳ περι Ἀνδρειας Μελησιαν τον Θουκυδιδου του ἀντιπολιτευσαμενου Περικλει και Λυσιμαχον τον Ἀριστειδου του δικαιου
9999946 Αἰγυπτιοι
και ὁ Ὑδασπης οἱ ποταμοι ὀρυγας τρεφουσιν . ὁτι οἱ Αἰγυπτιοι ἱερεις σεβουσι τους ὀρυγας , ἐπειδη αὐτοι τον Σειριον
ὁ των δακτυλων ἐστι κροτος . προτεινουσι δε ἀρα οἱ Αἰγυπτιοι και ξενια αὐταις . ἐπαν γαρ ἀπο δειπνου γενωνται
9999946 κολοκυνθιδος
σωμα ἐλαιῳ ἀνηθινῳ . εἰ δε μη πυρεττοιεν , εἰς κολοκυνθιδος κελυφος ἐμβαλων οἰνον και θερμανας διδου πιειν . ἀλλο
την ὑστεραν χρη κενουν τοις φλεγμαγωγοις ὁμοιως πεσσοις τοις δια κολοκυνθιδος σκευαζομενοις , οἱτινες ἀναγραφησονται προς τας μη συλλαμβανουσας δι
9999946 θριδακινης
προσειληφοτα χυλον ψυχουσων βοτανων , κοτυληδονος τε και ὀξαλιδος και θριδακινης και ἀτραφαξυος και ἀνδραχνης και ἀρνογλωσσου και ἀλλων μυριων
καταπλαττε παραπτομενος ῥοδινῳ , ἐξωθεν δε ἐπιτιθει φυλλα σευτλου ἠ θριδακινης . ἐνιοτε δε το ὀπιον και τον κροκον λεαναντες
9999946 μαλακτικα
μεν οὐ μην ϲφοδρωϲ ἁμα τῳ μηδε ξηραινειν ἰϲχυρωϲ ἐϲτι μαλακτικα . ἐϲτι δε ταυτα : αἰγειον ϲτεαρ και το
ἀναπλαττε ῥοδομελιτι και διδου προϲ δυναμιν . Ἀλοηδαρια δια ῥοδομελιτοϲ μαλακτικα κοιλιαϲ ἀλυποτατα . χρω δε αὐτοιϲ ἐπι των περι
9999946 Λακεδαιμονι
πολλοις δημοταις . Ὁμοτροπον δε τι τουτῳ και παλαι ἐν Λακεδαιμονι γενεσθαι . Μηνυθεισης γαρ ἐπιβουλης τοις ἀρχουσιν ὁτι ὁταν
” Ζυγιανος Ταυριανος Σκορπιανος ” . Σκοτινα , τοπος ἐν Λακεδαιμονι , ἐν ᾡ τιμαται Ζευς Σκοτινας , ὡς Παυσανιας
9999944 ἀπωλετο
πληγῃ ] ἐν ἑνι πολεμῳ . κατεφθαρται ] ἐφθαρη , ἀπωλετο . ὀλβος ] εὐδαιμονια . ἀνθος ] το ἐξαιρετον
δυστυχιαν ἐλεησας : περιπαθεις ἀγαν αἱ Φοινισσαι τῃ τραγῳδιᾳ . ἀπωλετο γαρ ὁ Κρεοντος υἱος ἀπο του τειχους ὑπερ της
9999944 στερεα
εὑρεσιν μιας των του κωνου τομων ἠ πλειονων , ταυτα στερεα κεκληται : προς γαρ την κατασκευην ἀναγκαιον ἐστι χρησασθαι
το αὐτο ὑψος ἐστιν . τα δε ἐπι ἰσων βασεων στερεα παραλληλεπιπεδα και ὑπο το αὐτο ὑψος ἰσα ἀλληλοις ἐστιν
9999944 ἐξαλλαγην
ἐν ἁπασι , τῃ δε περι την ἐργασιαν διαφορᾳ την ἐξαλλαγην μηχανησομεθα . το δε ἀγωνιστικωτατον και μαλιστα ἡμιν συμβαλλομενον
οἱ του ἀνθρωποι ἐστιν ἀρθρον . οὐκ ἀρα παρα την ἐξαλλαγην της φρασεως κατα την μεταθεσιν οὐχι του κτηματος ἐστι
9999944 χαλαρα
γαρ το ζεον πραϋνθησεται και τα διατεταμενα των σπλαγχνων ἐσται χαλαρα και δια τουτο και τα των πυρετων ἐσονται πραοτερα
: ἐπι πληθους εὐδαιμονιας . Ἀγαθωνειος αὐλησις : ἡ μητε χαλαρα μητε πικρα , ἀλλ ' εὐκρατος και ἡδιστη ,
9999943 ἐκομισεν
ἡν ἁρπασας ὁ Ἀπολλων , κατα Φιλοστεφανον , ἀπο Βοιωτιας ἐκομισεν εἰς τον Ποντον , και μιγεις αὐτῃ , ἐσχε
της Ἀσωπου θυγατρος Σινωπης , ἡν ἁρπασας Ἀπολλων ἀπο Ὑριας ἐκομισεν εἰς Ποντον , και μιγεις αὐτῃ ἐσχε Συρον ,
9999943 ἀπηνεγκεν
ὁ Ἰασων , τα μεν στρωματα και τα ἱματια παλιν ἀπηνεγκεν ὁ Αἰσχριων ὁ ἀκολουθος ὁ τουτου , τας δε
πνευμα ἐμπεσων την Ἀρχελαου μεν θυγατερα , Σευηρου δε γυναικα ἀπηνεγκεν οὑτως ὀξεως ὡς φθηναι την τελευτην τους κεκλημενους ἰατρους
9999943 ἐπηκολουθησε
ἡμετεροις ἐγενετο , δισμυριων που σχεδον ἀθροων ἀπολομενων . εἰτα ἐπηκολουθησε τα περι Ἀκυληϊαν γενομενα και ἡ παρα μικρον της
ἐκ της παρεμβολης ἐκπιπτουσι μετα θορυβου και κραυγης ἑτερος μειζων ἐπηκολουθησε κινδυνος . των μεν γαρ Ἀγαθοκλει συντεταγμενων Λιβυων εἰς
9999943 Φιλιπποι
πολιν ἀρχαιαν ; ἠν γαρ πολις ἀρχαια και προ Φιλιππου Φιλιπποι : δημος Ἀττικος , ἐργον Καλλιστρατου , την φωνην
Φιλιππικων . μετωνομασθη μεν - τοι ἡ πολις των Δατηνων Φιλιπποι , Φιλιππου του Μακεδονων βασιλεως κρατησαντος αὐτης , ὡς
9999943 καρδιᾳ
ποθεν γινεται ἡ ἐκπνοη και φησιν , ὁτι ἐν τῃ καρδιᾳ και ἐν ταις ἀρτηριαις αἱμα και πνευμα περιεχεται .
Λευις προς τον πλησιον αὐτου τον υἱον Φαραω πραειᾳ τῃ καρδιᾳ και ἱλαρῳ τῳ προσωπῳ : ἱνα τι συ ,
9999943 χαλεπωτεροι
: νυν δ ' ἐδεισαν μη οἱ Ἀθηναιοι ἐχοντες αὐτην χαλεπωτεροι σφισι παροικοι ὠσιν . Μετα δε ταυτα τριτον μερος
το μεγεθος , ἐπιμελη ποιουμενοι ζητησιν . οἱ μεν οὐν χαλεπωτεροι τας φυσεις ἐπι το μειζον τε και φοβερωτερον ἁπαντα
9999943 ἐνετελλετο
ἐθελωσι χωρην ἀσινεας . Ἐπιλεγων δε τον λογον τονδε ταυτα ἐνετελλετο , ὡς εἰ μεν ἀπωλοντο οἱ κατασκοποι , οὐτ
και γνωμας οὑτω λυσιτελεις δεδωκοτων ; Και μην οὐ μονος ἐνετελλετο σοι Πηλευς ἡμερον εἰναι και πρᾳον , ἀλλα παιδιον
9999943 δωδεκατημορια
ποικιλαι του διτονου διαιρεσεις : πρωτη μεν ἡ εἰς κδ δωδεκατημορια , δευτερα δε ἡ εἰς διεσεις ἠ τονου τεταρτημορια
και ὁσα τετραγωνιζειν λεγεται , περιεχοντα μιαν ὀρθην και τρια δωδεκατημορια και μοιρας Ϙʹ , και ἐτι ὁσα ἑξαγωνον ποιειται
9999943 ἐλευθεριᾳ
εἰπειν θεοδμητως ἐκτισε συν ἐλευθεριᾳ , θεοδμητῳ εἰπε προς το ἐλευθεριᾳ . Φασι γαρ ὁτι , οὑς ἐγκατῳκισεν ἐν τῃ
ἑκατερου τροπος της ζωης : ὁ μεν τῳ ὀντι ἐν ἐλευθεριᾳ τε και σχολῃ τεθραμμενου , ὁν δη δει φιλοσοφον
9999943 ποιητικῳ
ληπτικῳ , εἰ και μη ὁμοιως , ἰδιον δε το ποιητικῳ εἰναι τουτων των εἰδων ἁ λαμβανει , ἀπο του
της θεου ταυτης προβλημα , εἰτ ' οὐν κρηδεμνον τῳ ποιητικῳ λογῳ εἰτε και ἀλλως πως χρη φαναι , το
9999943 ἀνεστρεψε
πιθηκοι ἀδεεστερον καταπεμπουσιν , ὁ δε κατεισι και μικρον ἰδων ἀνεστρεψε και παλιν κατηλθε , και πλησιον γενομενος ἀνεχωρησε και
διατριβη γαρ γινεται και περιεργεια . κἀκεινο δε ὁρα : ἀνεστρεψε γαρ την ταξιν : το μεν γαρ πρωτον ἠν
9999942 λειμωνι
δυναμεις διαβιβασαντες ἐχωρουν προσω , και κατεστρατοπεδευσαν πλησιον Τυρρηνων ἐν λειμωνι καλουμενῳ Ναιβιῳ παρα δρυμον ἱερον ἡρωος Ὁρατιου . ἐτυγχανον
Αἰακον : οὑτοι οὐν ἐπειδαν τελευτησωσι , δικασουσιν ἐν τῳ λειμωνι , ἐν τῃ τριοδῳ ἐξ ἡς φερετον τω ὁδω
9999942 χαμαιλεοντοϲ
ἑλενιου ἀνα # δ ἁρμαλα ὁ καλουϲι βηϲαϲα # β χαμαιλεοντοϲ μελανοϲ ῥιζηϲ # β καρποβαλϲαμου # α ϲχοινου ἀνθουϲ
λευκην ἠ ἀμφοτεραϲ μιξαϲ . ἐϲτι δε ἡ μεν δια χαμαιλεοντοϲ ἡδε : λιθαργυρου # α # β , ἁλοϲ
9999942 ἐργασομεθα
μη ὁμαλον ᾐ το ὑποκειμενον ἐδαφος ἀλλα κοιλωμα ἐχῃ , ἐργασομεθα τῳ πυργῳ ὑποθημα τῃ ὁμοιᾳ αὐτου του πυργου συμηλοκῃ
λαθρα και ἐν παραβυστῳ . Σωπατρου . Πως τον ὁρον ἐργασομεθα ἐν αὐτῃ τῃ στασει του ὁρου δεδηλωται : ἐνιοι
9999942 Φαρναβαζον
πλευσας ] [ τον δε της Φρυγιας ] σατραπην [ Φαρναβαζον ] [ ] το ναυτικον [ . ] [
και την Γεργιθα . ὁ δε Μειδιας προσδοκων μεν τον Φαρναβαζον , ὀκνων δ ' ἠδη τους πολιτας , πεμψας
9999942 ἐφθειρετο
μεταβαλλει ψυχη : δοξασα δ ' εἰπον , ὁτι οὐδεποτε ἐφθειρετο : των γαρ ἀκουσιων οὐδεν του πασχοντος προς ἀληθειαν
σπηλαιον τουτο ἐλθουσαν ἐπι χρονον ἀπειναι πολυν . ὡς δε ἐφθειρετο μεν παντα ὁσα ἡ γη τρεφει , το δε
9999941 Κυπριοι
Ἀῳος γαρ ὁ Ἀδωνις ὠνομαζετο και ἀπ ' αὐτου οἱ Κυπριοι † βασιλευσαντος . Ζωϊλος δε ὁ Κεδρασευς και αὐτον
μαχαιρας δε μεγαλας εἰχον : οὑτοι μεν οὑτω ἐσταλατο . Κυπριοι δε παρειχοντο νεας πεντηκοντα και ἑκατον , ἐσκευασμενοι ὡδε
9999941 ἐκυριευσεν
τουτους τε προσηγαγετο και των ἐλεφαντων πλανωμενων κατα την χωραν ἐκυριευσεν . Αὐτος δε παρελθων ἐπι τον Ἰνδον ποταμον και
περονῃ μετελαμβανε τραγικον . Ἀλεξανδρος δ ' ὡς της Ἀσιας ἐκυριευσεν Περσικαις ἐχρητο στολαις . ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ δε παντας ὑπερεβαλεν :
9999941 γεννητικη
γαρ τροφη ἡ τε ξηρα και ἡ ὑγρα αἱματος ἐστι γεννητικη . τουτο δε τρεφει μεν το σωμα , πλεονασαν
ἐφιεται και ἀγαθου , και δια τουτο τοις ἐμψυχοις ἡ γεννητικη ἐνεσπαρται δυναμις , πως ἐπι των ἀψυχων ὁ λογος
9999941 κοιλοτητι
κεραμος : οὑτος γαρ ἐχων κοιλοτητα και κυρτοτητα ἐν τῃ κοιλοτητι περιεχει το του οἰνου σωμα : κἀν γαρ ξεσωμεν
δε μειουμενα προς ἀκρον ὀξυ κυρτουμενα τε τοσουτον ὁσον τῃ κοιλοτητι συναρμοσαι του τοιχου και τας ἁπαντων κορυφας εἰς μιαν
9999941 φαινεσθε
μενητε ἐν τῳ προσηκοντι κοσμῳ , φυλακην οὐδεμιαν ἀχρι τουδε φαινεσθε πεποιημενοι . και περι μεν ὑμων οὐπω ἐδεισα ,
τας δε ὠτων , σοφιαν δε οὐπω ἐμην εἰδοτες ἀναισθητοι φαινεσθε της ἐπ ' αὐτῃ δοξης , ἐγω δ '
9999941 ἑτεροϲ
αἰ τιϲ ἐνθυμειν γα [ ληι τουθ ] ' ὁ ἑτεροϲ των ὑποκριτων ] ηι εἰϲοδωι εὐξαμενου τινα ] !
! ! ! ] ! ἐϲκεψαθ ? ? ' : ἑτεροϲ τοιϲ Ϲαμοθραιξιν εὐχεται [ τωι κυβερνητηι ] βοηθειν [
9999941 κελευε
: περι μεν γαρ των ἡγεμονων των Ἑλληνων φησιν ὁτι κελευε δε οἱσιν ἑκαστος ἡγεμονων , περι δε της στρατιας
την οἰκιαν ἀφειμενην , ὡς δηλοι ταυτι τα γραμματα , κελευε δε ἀναγινωσκειν . και μη τοσουτον παριδῃς το δικαιον
9999941 εἰρησθω
ενεγκαμενοις . Προς μεν το ἀνεπιβουλευτον εἰναι και προφυλασσεσθαι ταυτα εἰρησθω . Εἰ δε τινες ἑκουσιᾳ γνωμῃ προςενεγκοιντο , ἠ
και ἀκουσια και κατα τον θυμον γιγνομενα περι φονους μετριως εἰρησθω : τα δε περι τα ἑκουσια και κατ '
9999941 κεκληκεν
ὁ κωμικος αὐχμᾳς ἐφη . τον δε τοιουτον αὐχμηρον Ξενοφων κεκληκεν , ὡς Πλατων αὐχμηροτατον . ἐπι δε του ἐναντιου
τουτων γενη θηρατων περιφροσυνη διετεκμηρατο . Και τον μεν τοξευτηρα κεκληκεν : ξουθον ἐκεινῳ το εἰδος , περιφερη τα μελη
9999941 πρῳ
. . . . . ὁς δε πρωτος ἐξευρεν το πρῳ ' πιπινειν ; πολλην γε λακκοπρωκτιαν ἡμιν ἐπιστας '
ἡξων . ὁ δ ' ἐλεγεν : Ἠν αὐριον ἰῃς πρῳ , τῃ ἑτερᾳ ἀν αὐλιζοιο παρ ' ἡμιν .
9999940 Ἀναξανδριδης
κεχρηνται . τον γαρ οἰακα στρεφει δαιμων ἑκαστῳ , φησιν Ἀναξανδριδης . Ποσειδωνιος ὁ ἀπο της στοας φησι πολλους τινας
ἑρπυλλινῳ δε το γονυ και τον αὐχενα . . . Ἀναξανδριδης δε ἐν Πρωτεσιλαῳ : μυρῳ δε παρα Περωνος ,
9999940 ἐνεγραψεν
: και γαρ ἐπαιδευσεν και συναπεδημησεν και εἰς τους Ἑλληνας ἐνεγραψεν , και κατα γε τουτο χαριν ἀν εἰδειην τῳ
τρεφει , οὑς ἀρτι γαλακτος ἀπαλλαγεντας εἰς στρατιωτας ὁ βασιλευς ἐνεγραψεν , ὡν νυν ὁ καλος ἡγειται Μουσωνιος πραττων αὐτοις
9999940 μνημα
σαφως ἐπιστας ' , Ἰονιος κεκλησεται , της σης πορειας μνημα τοις πασιν βροτοις . σημεια σοι ταδ ' ἐστι
δ ' ἀποδοκιμασθειησαν , την μεν οὐσιαν ἐλαμβανον διπλην , μνημα δε αὐτοις ὡς νεκροις ἐχωννυτο ὑπο των ὁμακοων ,
9999940 συνεγραψε
Μεμφει βασιλεια ᾠκοδομησεν , ἰατρικην τε ἐξησκησε και βιβλους ἀνατομικας συνεγραψε . γʹ Κενκενης ὁ τουτου υἱος ἐτη λθʹ .
ὁς ἰατρευσεν ἐν Περσαις Ἀρταξερξην τον Μνημονα κληθεντα , και συνεγραψε Περσικα ἐν βιβλιοις κ και γ . , ,
9999940 κυβερνητικην
[ οἱον ] εἰ ἐμψυχος ὁ οἰαξ ἠν , ὡστε κυβερνητικην εἰναι ἐνδον την κινουσαν τεχνικως ; Νυν δε τουτο
ἀν μοι ἀπεκρινω ; τινα αὐτην εἰναι ; ἀρα οὐ κυβερνητικην ; Ναι . Εἰ δε ἐπιθυμων ταυτην την σοφιαν
9999940 πειρωμεθα
μειζονα οὐκ ἀν ζητησαις . τον γαρ υἱον σοι ποιειν πειρωμεθα τοιουτον , οἱος ὠν τῳ παππῳ προσομοιος εἰναι δοξει
ἐχοντα , πρωτον διεξιτεον , ὁπως ταυτας ἐκποδων θεμενοι , πειρωμεθα ἐκεινας ὡν δεομεθα παραθεσθαι τε και παραθεμενοι μανθανειν .
9999940 γνωστικη
ἑξεως εἰναι την γνωσιν των ἀρχων . κρειττων δε ἐπιστημης γνωστικη ἑξις οὐκ ἐστιν ἀλλη ἠ νους : νους ἀρα
τον αὐτον λογον διαιρει , ἐπειδη δι ' ὁλου ἡ γνωστικη δυναμις ὁμοειδης ἐστι προς ἑαυτην , τας τε διαφορας
9999940 πανακοϲ
καρπον ἑφθον μετ ' οἰνου λευκου κοτυληϲ ἡμιϲυ , ἠ πανακοϲ ῥιζαν ὁμοιωϲ ϲυμμετρον μετ ' οἰνου διδου : ϲυμφερει
, ϲτυπτηριαϲ ϲχιϲτηϲ και ϲτρογγυληϲ και ὑγραϲ και πλινθιτιδοϲ , πανακοϲ ῥιζηϲ , ἀριϲτολοχιαϲ μακραϲ και ϲτρογγυληϲ , ϲιδιων ,
9999940 ἠλευθερωσεν
' αὐτων νικᾳ τε αὐτους και την πολιν της τυραννιδος ἠλευθερωσεν . ἐπει δε ἠσαν τινες ἐν τῃ πολει ,
δε γυναικας αὐτων και τα τεκνα δεινως αἰκισαμενος την πατριδα ἠλευθερωσεν . φησι Θεοπομπος ἐν τῃ ἐνατῃ των Φιλιππικων Ἀγαθοκλεα
9999940 σφαιροειδης
ὑποθεσεις εἰσαγειν και φυσικας εὐ λεγεται , και ὁτι εἰ σφαιροειδης ἡ γη καθαπερ και ὁ κοσμος , περιοικειται ,
οἰκον αἰνιττεται φιλοσοφων ψυχων , και φησιν : Οἰκος ἠν σφαιροειδης ἠ ὠοειδης ταις δυσμαις βλεπων εἰς ἁς εἰχεν την
9999940 συγκριτικα
και ὁσα τοιαυτα ἐξ ὑπερθετικων των εἰς στος ὑπερθετικα ἠ συγκριτικα . ] και Πλατων δε Κλεοφωντι ” ἱν '
ὁσα οὐδετεροις παρασχηματιζονται , ἠγουν τριγενη ὀντα , ταυτα και συγκριτικα ποιουσιν , οἱον ἐλαφρος ἐλαφρη και το ἐλαφρον ,
9999940 θερμοτητι
του ἡλιου πνειν οὐδεν κωλυει μαλλον οἱον ὁσα κατεχεται τῃ θερμοτητι και ὡσπερ ἀναξηραινεται και ἐκκαιεται . Δια τουτο γαρ
Ἐμπεδοκλεους λογον , ὁς διοριζει το θηλυ προς το ἀρρεν θερμοτητι και ψυχροτητι της ὑστερας . ̈ . , Ἐ
9999939 κατεσκευασθη
ὁ ἡλιος ὀργανον ἐπι τοις μεταβαλλομενοις τουτοις σωμασι τῳ δημιουργῳ κατεσκευασθη . Και ταις αὐξομειωσεσι δε ἡ σεληνη , τας
δε και τα λοιπα μερη της νεως ἐν μησι ἑξ κατεσκευασθη και τοις χαλκοις ἡλοις πασα περιεληφθη , ὡν οἱ
9999939 Ἀγαθοκλης
ὁ Σηλυμβριανος , το δε ἀρχαιον Μεγαρευς : μουσικην δε Ἀγαθοκλης τε ὁ ὑμετερος προσχημα ἐποιησατο , μεγας ὠν σοφιστης
οἱ λοιποι δυνασται βασιλεις ἑαυτους ἀνηγορευσαν . κεʹ . Ὡς Ἀγαθοκλης Ἰτυκην ἐκπολιορκησας διεβιβασε μερος της δυναμεως εἰς την Σικελιαν
9999939 κυνες
. . ἐκ δ ' ἀρα κολπων γαιης θρῳσκουσιν χθονιοι κυνες οὐποτ ' ἀληθες σημα βροτῳ δεικνυντες . ἠεριων ἐλατειρα
χονδρωδη δ ' οὑτω λεγεται : πολυποδες , γαλεοι τε κυνες . μαλακια δε καλειται τα τευθιδωδη . σελαχια δε
9999939 βουλομεθα
το ΑΒΓΔ , ἡ δε δοθεισα γωνια , ἐν ᾑ βουλομεθα ἐκκλιναι - το ἐπιπεδον , ἡ ὑπο ΕΖΗ ,
οἱς ἡ ἡδονη ἑπεται , του δε κατηγορουμενου , ὁ βουλομεθα δειξαι τινι μη ὑπαρχειν τῳ ὑποκειμενῳ , ἐκ των
9999939 Μιλτιαδης
δε φιλοσοφων και ἐν Κυνοσαργει διαλεγομενος ἰσχυσεν αἱρετιστης ἀκουσαι . Μιλτιαδης οὐν και Διφιλος Ἀριστωνειοι προσηγορευοντο . ἠν δε τις
Ἐμπεδος , Τιμασιος , Πολεμαιος , Ἐνδιος , Τυρσηνος Καρχηδονιοι Μιλτιαδης , Ἀνθης , Ὁδιος , Λεωκριτος Παριοι Αἰητιος ,
9999939 σκευαρια
: τραγικωτερον γαρ ἡ παγκληρια . τα δε σκευη και σκευαρια φιλον τοις κωμῳδοις καλειν . ὠνομαζετο δε τινα σκευη
το πραγμ ' ὁπως ἐχει . οὑτος , τι τα σκευαρια ταυτι βουλεται ; ποτερον μετοικιζομενος ἐξενηνοχας αὐτ ' ἠ
9999938 κοπεισα
και παν δαιμονιον φευξεται . Ἡ δε γαστηρ αὐτης ξηρα κοπεισα και μιγεισα ἰρινῳ μυρῳ και ἀλειφομενη θεραπευει τους χολερικους
τους αὐτους τρυξ ξηρα μετα κηρωτης ἐπιτιθεμενη ἠ συκων σαρξ κοπεισα χωρις των κεγχραμιδων : ἠ προϋποχρισας πισσῃ τον ὀνυχα
9999937 κουρα
και Ἀλησιον οὐδας , και μοι τω Σκεδασου μελετον δυσπενθεε κουρα . ἐνθα μαχη πολυδακρυς ἐπερχεται : οὐδε τις αὐτην
ἱπποπειρην οὐκ ἐχεις ἐπεμβατην . κλυθι μεο γεροντος εὐεθειρα χρυσοπεπλε κουρα ἀλκιμων ς ' ὠ ' ριστοκλειδη πρωτον οἰκτιρω φιλων
9999937 ἀνελαβε
, τοις μεν ἐδοξε κουφολογησαι νεανικως , τον δε δημον ἀνελαβε κατεπτηχοτα και ᾑρεθη στρατηγος ἐς Ἰβηριαν ὡς πραξων τι
γενομενους τιμησας ταις ἀξιαις ἑκαστους δωρεαις ἐφ ' ἡμερας τινας ἀνελαβε την δυναμιν . ἐπειτα προαγων ἐπ ' Αἰγυπτου και
9999937 Εὐριπιδην
τον ποδα τουτον : και ταυτα δε αὐτος προστιθησιν ἀναμωκωμενος Εὐριπιδην , ὡς τα τοιαυτα ἐν τοις μελεσιν αὐτου ἐπιτηδευοντα
και ἡ Ἑλενη τοις χειμαζομενοις κατα θαλασσαν ἐπηκοος ἐστι κατα Εὐριπιδην , σεσημειωται . ὁ μεντοι Σωσιβιος ἐμπαλιν οἰεται οὐκ
9999937 νομοθετικη
το προσφορον . ὡσπερ γαρ ἐφην ἀρτιως , ἡ μεν νομοθετικη θεισα τους νομους εὐθυς ἀπηλλακται , και ἡ δικαστικη
' ἐπιστανται βραχυ σωφρονειν ; τι δε ἡ σεμνη σοι νομοθετικη και τα μεγαλα ἀνθρωποις εὑρισκουσα ; οἰμαι μεν παραχωρησεται
9999937 Λευκιππος
την ὑλην ἑνος τιθεασιν οἱον Ἐμπεδοκλης και Ἀ . και Λευκιππος , τουτοις δε ἑτερον [ ̈ ἀλλοιωσιν και γενεσιν
μεν πυρ και γην , οἱ δε ἀπειρα , ὡσπερ Λευκιππος και Δημοκριτος και Ἀναξαγορας . και παλιν οἱ μεν
9999937 ἐτρωσεν
ἀφαιρεσεως ἑνεκεν ὁ Ἰδας ὀργισθεις πως ὁ του Ἀφαρεως παις ἐτρωσεν . ἀπο Ταϋγετου πεδαυγαζων ἰδε Λυγκευς δρυος ἐν στελεχει
τουτον τον τροπον ἀνειλε τον τυραννον , και τον υἱον ἐτρωσεν , εἰ μη ἀληθως ἐμαινετο : δυνατον γαρ και
9999937 ξηραντικηϲ
. ἐϲτι δε και κακοϲτομαχοϲ οὑτοϲ και κεφαλαλγηϲ . Κομμι ξηραντικηϲ ἐϲτι και ἐμπλαϲτικηϲ δυναμεωϲ , και δηλον , ὁτι
την δευτεραν ἀποϲταϲιν . και τα φυλλα δε του δενδρου ξηραντικηϲ τε και διαφορητικηϲ εἰϲι δυναμεωϲ . Κιχοριον ἠ πικριϲ
9999937 ἐξεπεμπεν
οὐκ ὀλιγα την βασιλεως . ἐπι τουτους οὐν τον στολον ἐξεπεμπεν . Ἰονουζης δε πληρωσας ὀγδοηκοντα ναυς στρατιωτιδας και ὁπλισας
ἐτι πλην Σερτωριου μακραν ὀντος , Μετελλον μεν ἐπι τουτον ἐξεπεμπεν ἐς Ἰβηριαν , τα δ ' ἐν τῃ πολει
9999937 τετραδι
δυαδι δε τον τετραγωνον , τριαδι δε τον πενταγωνον , τετραδι δε τον ἑξαγωνον και πενταδι τον ἑπταγωνον και ἀει
προσθεσις . ἠ γαρ ἑαυτῃ προστιθεται ἡ μονας ἠ τῃ τετραδι ἠ τῃ ἐξ ἀμφοτερων ἀποτελουμενῃ πενταδι . οὐτε δε
9999937 φυλλορροει
φυλλορροει , πηγνυται ὁ ὀπος , και εἰ πηγνυται , φυλλορροει . πλην μη ἐπι των τυχοντων το πηγνυσθαι ,
φυλλορροουντα παρα τισιν οἱον συκη και ἀμπελος δια τουτο οὐ φυλλορροει καθαπερ εἰρηται δι ' ὁτι διαρκης ἡ τροφη :
9999937 ἡμετερῳ
κἀν τε σωματα ἐστι κἀν τε μη , οὐδεν τῳ ἡμετερῳ λογῳ λυμαινεται : ὑφισταται γαρ ἐν τῃ ἡμετερᾳ διανοιᾳ
ἐων οἱον μιν ἐγω τα πρωτ ' ἐνοησα οἰκῳ ἐν ἡμετερῳ πινοντα τε τερπομενον τε , ἐξ Ἐφυρης ἀνιοντα παρ
9999936 ἐμερισε
του Βυζαντιου παντων των προς τον πολεμον χρησιμων ἑτοιμως χορηγουμενων ἐμερισε τας δυναμεις εἰς δυο μερη και τους μεν ἡμισεις
. Δια τι οὐν , ὠ πατερ , οὐ πασιν ἐμερισε τον νουν ὁ θεος ; Ἠθελησεν , ὠ τεκνον
9999936 τραγικη
. . . σικιννις : σατυρικη ὀρχησις , ἐμμελεια δε τραγικη , κορδαξ δε κωμικη , ὡς Ἀριστοξενος ἐν πρωτῳ
καταχρηστικως νυν την εὐρυθμιαν . κυριως γαρ ἡ μετα μελους τραγικη ὀρχησις . οἱ δε , ἡ προς τας ῥησεις
9999936 ἐγραφετο
και το ψηφισμα το κατηγορουμενον και οἱ νομοι . . ἐγραφετο ἡ κατηγορια και το ψηφισμα και οἱ νομοι :
θαλαττης προσκατηγορειν ἀξιουτε δικαιως ἀν ἀγαπωντες , εἰ μηδεις ὑμας ἐγραφετο . ἐγω δε ἐξιοντας μεν οὐκ εἰδον δουλος ὠν
9999936 ἡνικα
ὁτι το ὁμοιον τετραχως λεγεται : λεγεται γαρ ὁμοιον , ἡνικα ἡ αὐτη ποιοτης ἐν ὁλῳ τῳ εἰδει θεωρηται ,
γραφεται , δια του τος κλινεται , οἱον Τιγρητος , ἡνικα δε δια του ι γραφεται , δια του δος
9999936 πορρω
πορευοιτο . πριν γουν συλ - λεγεσθαι τι πανταχοθεν ἐφθανε πορρω γιγνομενος , δηλον ποιων ὁτι πολλαχου το ταχος μαλλον
. και Κρατερος ἐχομενος αὐτων αὐτοις τε ἐκεινοις περιπιπτει οὐ πορρω της ἐρημου και ἀλλοις ἱππευσι Μασσαγετων ὑπερ τους χιλιους
9999936 κεφαλαιωδη
, το καλλιστον , ὡς οἰσθα , των βιβλιων και κεφαλαιωδη περιεχον της τἀνδρος σοφιας τα δογματα , κομισας εἰς
ἀλλα και σφαιραν κατεσκευασε . Των δε ἀρεσκοντων αὐτῳ πεποιηται κεφαλαιωδη την ἐκθεσιν , ᾑ που περιετυχεν και Ἀπολλοδωρος ὁ
9999936 ἐκληρωσαντο
ποθεν , το που , το πῃ τας τρεις πλαγιας ἐκληρωσαντο πτωσεις , το μεν ποθεν την γενικην , το
του δε ποντου και της βαθειας ἠπειρου ἑκαστῳ ἀνδρι μοιραν ἐκληρωσαντο ἐχειν . δια τουτο και ἀλλως κατα φυσιν και
9999936 ἐβοησεν
ὁτι Γαϊῳ χρηστεον συμμαχῳ , ἡσθη τε ὁ παις και ἐβοησεν ὡς ὁν ἐχρην εὑρον . ἐφαινετο οὐν και παλαι
Ὁτι Καισαρ παρατασσομενος ὁρων τους στρατιωτας φευγοντας του ἱππου καταβας ἐβοησεν ἐμε , ὠ συστρατιωται , καταλιποντες ταις χερσι των
9999936 ἐλογισατο
ἐλαττουσθαι . τριτον δε : βραβευτης ὠν των δικαιων ἀγαθος ἐλογισατο παρ ' ἑαυτῳ , ὁτι τοις μεν ἐκ της
οὐκ ἀναγκη και μετα χρονον και καθ ' ἡν ἑκαστος ἐλογισατο ἐνιαυσιον κινησιν προστεθεισαν ἐπουσιαν τῃ ζητουμενῃ ἡμερᾳ την ἀκριβη
9999936 λιτρα
κνηκου # α , μελιτος το ἀρκουν . Κνηκου λευκου λιτρα α πεφρυγμενου και λελεπισμενου , μελιτος κυαθοι γ ,
ἀνα λιτραι γ , ζιγγιβερεωϲ λιτρα α , ἀμαρακου ϲπερματοϲ λιτρα α , ἐλαιου ὀμφακιζοντοϲ # ε λ , οἰνου

Back