, ἑπτα δε πηχων το μηκος προηκουσιν οἱ ἐκειθι , εὑρεθειεν δ ' ἀν και μειζους ἐτι και ἐλαττους :
περι αὐτην τῳ ὑπο γην , καθ ' ὁ δε εὑρεθειεν οἱ κακοποιοι του διαθεματος τεθεντος κατ ' ἐκεινο δει
9999950 μαλακτικα
μεν οὐ μην ϲφοδρωϲ ἁμα τῳ μηδε ξηραινειν ἰϲχυρωϲ ἐϲτι μαλακτικα . ἐϲτι δε ταυτα : αἰγειον ϲτεαρ και το
ἀναπλαττε ῥοδομελιτι και διδου προϲ δυναμιν . Ἀλοηδαρια δια ῥοδομελιτοϲ μαλακτικα κοιλιαϲ ἀλυποτατα . χρω δε αὐτοιϲ ἐπι των περι
9999947 πρακτικῳ
τῳ ἀλογῳ το λογικον : εἰ ἀρα δε ἐν τῳ πρακτικῳ θεωρειται το θεωρητικον , δηλον ὁτι οὐκ ἐγενετο ἡ
, ὁταν διατασσῃ τοις νοσουσι τινα διαιταν , τῳ δε πρακτικῳ κοινωνει , ὁταν λαβουσα τι των ἰατρικων ἐργαλειων διορθοιτο
9999947 χαρακτηριζει
ῥηματων το προ του ἐσχατου : οὐ γαρ το ω χαρακτηριζει την συζυγιαν , ἀλλα το προ αὐτου : πολλα
ἀσυμπτωτοι , το δ ' εἰς ἀπειρον ἐκβαλλομενας μη συμπιπτειν χαρακτηριζει τας παραλληλους , και οὐδε τουτο ἁπλως , ἀλλα
9999947 λειωθεισα
, ἠ καλαμινθης χυλος ὁμοιως χλιαρος ἐγχεομενος , ἠ σμυρνα λειωθεισα συν γαλακτι γυναικειῳ και ἐγχεομενη . [ Προς αἱμοῤῥοϊαν
τα κατα γαστερᾳ γινομενα , και ῥουν γυναικειον ἱστησι . λειωθεισα δε συν στεατι χοιρειῳ και ὑγροπισσῃ και ἑψηθεισα ἑλκη
9999947 χαλεπωτερα
πολλης ἠ λιμενων ἠ ἀκροπολεων ἰσχυρων , ἁ ἐστι πολυ χαλεπωτερα και ἐπικινδυνοτερα κατεργασασθαι των ἰδιωτικων ἐπιθυμηματων . ἀλλα μεντοι
περιδεους Ἁρμοδιῳ και Ἀριστογειτονι ἐγενετο . τοις δ ' Ἀθηναιοις χαλεπωτερα μετα τουτο ἡ τυραννις κατεστη , και ὁ Ἱππιας
9999947 Πελοποννησιακου
ἐστι ὁ λυροποιος ἐπικαλουμενος . ἐδημαγωγησε δε τα ἐσχατα του Πελοποννησιακου πολεμου μετα την ἐν Σικελιᾳ συμφοραν . ἐν δε
δυοιν πολεμων αἰτια γεγονεναι , του τε Σαμιακου και του Πελοποννησιακου , ὡς ἐστι μαθειν παρα τε Δουριδος του Σαμιου
9999947 φυλλορροει
φυλλορροει , πηγνυται ὁ ὀπος , και εἰ πηγνυται , φυλλορροει . πλην μη ἐπι των τυχοντων το πηγνυσθαι ,
φυλλορροουντα παρα τισιν οἱον συκη και ἀμπελος δια τουτο οὐ φυλλορροει καθαπερ εἰρηται δι ' ὁτι διαρκης ἡ τροφη :
9999946 σφαιροειδης
ὑποθεσεις εἰσαγειν και φυσικας εὐ λεγεται , και ὁτι εἰ σφαιροειδης ἡ γη καθαπερ και ὁ κοσμος , περιοικειται ,
οἰκον αἰνιττεται φιλοσοφων ψυχων , και φησιν : Οἰκος ἠν σφαιροειδης ἠ ὠοειδης ταις δυσμαις βλεπων εἰς ἁς εἰχεν την
9999946 συμπληρωτικα
οἱον λευκον μελαν καθησθαι ἑσταναι . τουτων οὐν τα μεν συμπληρωτικα ἐστι της οὐσιας ἠγουν της ὑπαρξεως , το γενος
λεγειν τον τραχηλον ἠ την κεφαλην μη του ἐκτος ἀνθρωπου συμπληρωτικα εἰναι μερη , ἀλλα της ἡμετερας συμμνημονευσεως . εἰ
9999945 ἀποτομῃ
τῃ ὁλῃ : ὁπερ ἐστιν ἀδυνατον . Τῃ ἀρα μεσης ἀποτομῃ δευτερᾳ μια μονον προσαρμοζει εὐθεια μεση δυναμει μονον συμμετρος
μονον συμμετρος οὐσα τῃ ὁλῃ . Μια ἀρα μονη τῃ ἀποτομῃ προσαρμοζει ῥητη δυναμει μονον συμμετρος οὐσα τῃ ὁλῃ :
9999945 ὑπηκουσε
, εἰς Λυδιαν αὐτον ἐκαλει . Ὁ δε φιλοχωρων οὐχ ὑπηκουσε : τον μεντοι παιδα Γυγην ἐπεμψε , περι ιηʹ
. Ὁ δε δημος μαλα ἡδομενος ἐπ ' αὐτῳ ἀσμενως ὑπηκουσε , και συν τοις ὁπλοις ἠγαγον εἰς την δευτεραν
9999945 μνηστηρσι
βαλοι ἀργυροτοξος Ἀπολλων σημερον ἐν μεγαροις ' , ἠ ὑπο μνηστηρσι δαμειη , ὡς Ὀδυσηϊ γε τηλου ἀπωλετο νοστιμον ἠμαρ
ἐν τῳ Περι Ἀγαθοκλεους φησι την Πηνελοπην συγγενεσθαι πασι τοις μνηστηρσι και γεννησαι τραγοσκελη Πανα . Φλυαρει δε περι του
9999944 ἐταξαντο
και ἐγενετο . οἱ γαρ Μεγαρης , ὡς οἱ Ἀθηναιοι ἐταξαντο μεν παρα τα μακρα τειχη ἐξελθοντες , ἡσυχαζον δε
ἱππεας ἐπειλεγμενους ἐπικουρειν , ὁπῃ τι πονοιη . οὑτω μεν ἐταξαντο Ῥωμαιοι : ὁ δ ' Ἀννιβας πρωτα μεν ,
9999944 ὀνομασθεισα
λιμνην : κυμα , οἰδημα τι ὀν : τινι δουλη ὀνομασθεισα προς τον οἰκον ἀφιξομαι : ἀρα , φησιν ,
τεθηναι . Χρυσαορις , πολις Καριας , ἡ ὑστερον Ἰδριας ὀνομασθεισα . Ἀπολλωνιος ἐν ἑβδομῳ Καρικων „ . . .
9999944 χαλκουν
ἡ αἰθυια δε την θαλασσαν ἐντρεχει δοκους ' ὡδε κἀκεισε χαλκουν εὑρησειν . Πας ὁπερ ἀποβαλλει , και ζητει τουτο
Γαϊου , ἐν δε τῃ μεγιστῃ και περισημοτατῃ και ἀνδριαντα χαλκουν ἐποχουμενον τεθριππῳ . και τοσουτον ἠν το ταχος και
9999944 μνημα
σαφως ἐπιστας ' , Ἰονιος κεκλησεται , της σης πορειας μνημα τοις πασιν βροτοις . σημεια σοι ταδ ' ἐστι
δ ' ἀποδοκιμασθειησαν , την μεν οὐσιαν ἐλαμβανον διπλην , μνημα δε αὐτοις ὡς νεκροις ἐχωννυτο ὑπο των ὁμακοων ,
9999943 Λευκιππος
την ὑλην ἑνος τιθεασιν οἱον Ἐμπεδοκλης και Ἀ . και Λευκιππος , τουτοις δε ἑτερον [ ̈ ἀλλοιωσιν και γενεσιν
μεν πυρ και γην , οἱ δε ἀπειρα , ὡσπερ Λευκιππος και Δημοκριτος και Ἀναξαγορας . και παλιν οἱ μεν
9999942 κρατηρες
και κυλιξ αἰχμη , κομη δε τοξα , δηιοι δε κρατηρες , ἱπποι δ ' ἀκρητος και ἀλαλη μυρον .
σχημα της στρατειας Ἐγεσταιοι και Λεοντινοι παρειχον , οἱ δε κρατηρες ἀλλο τι βουλομενων ἠσαν και ἡ μεχρι Αἰγινης ἁμιλλα
9999942 δεχομεθα
ἀν ὁ Ἀρης ὁ σος ἐπιτραπῃ την διαιταν : ἀλλα δεχομεθα και τουτον , ὁστις ἀν ᾐ , τον Παριν
και δι ' ἡς τους ἐκ πολεμιων ἡμιν ἐπιοντας λιθασμους δεχομεθα . τα δε πτερων προβληματα τους ὀϊστους νοει .
9999942 εὐδαιμονι
οὑτω και τα ἐξωθεν ἀγαθα , προστιθεμενα τῳ καλῳ και εὐδαιμονι , συνεπικοσμει αὐτου τον βιον , και την χρησιν
ἠ ἑαυτους και τα ἑαυτων , χρεια δια τουτο τῳ εὐδαιμονι φιλων , ὁπως ὁρων τας του φιλου πραξεις και
9999941 νομοθετικη
το προσφορον . ὡσπερ γαρ ἐφην ἀρτιως , ἡ μεν νομοθετικη θεισα τους νομους εὐθυς ἀπηλλακται , και ἡ δικαστικη
' ἐπιστανται βραχυ σωφρονειν ; τι δε ἡ σεμνη σοι νομοθετικη και τα μεγαλα ἀνθρωποις εὑρισκουσα ; οἰμαι μεν παραχωρησεται
9999941 εὑρες
, μεγα χαιρε διαμπερες : ἀξιον εὑρες νυμφιον , ἀξιον εὑρες , ὁμοφροσυνην δ ' ὀπασειεν ? ? [ ]
ἐπιστημης τον τροπον τουτον : ” τι τουτο ὁ ταχυ εὑρες , τεκνον ” ; ἀποκρινεται και φησιν : „
9999941 θεισα
ἐστιν ἡ ΒΔ : ὡστε και ἡ ΒΓ δο - θεισα ἐστιν : της γαρ ΓΒ προς την ΒΔ λογος
παρατατικου ἀπο του ἐθην γεγονεν . Δυϊκα . Θεντε , θεισα . Πληθ . Θεντες , θεισαι , θεντα .
9999941 εὐπρεπης
προσθεν ὀρομεναι . τις ποθ ' ἁ νεανις ; ὡς εὐπρεπης νιν ἀμφεπει : χρυσος αἰγληεις βοτρυοκαρποτοκος ἀστερομαρμαροφεγγης τις ἀρα
Ῥαμνουσιου , ὁμωνυμον δε του νυνι κρινομενου Τιμαρχου : ὁς εὐπρεπης ὠν ἰδειν τοσουτον ἀπεχει των αἰσχρων ὡστε πρωην ἐν
9999940 τραυματοϲ
ἀγκιϲτρα καταπειραντεϲ ἐν τῳ δερματι το πληθοϲ προϲ το του τραυματοϲ μεγεθοϲ τυφλαγκιϲτρῳ ἠ κοπαριῳ τουϲ ὑμεναϲ και την πιμελην
μεν οὐδεν ὀχληρον φερουϲι πλην ὁϲον ὀδυνην την ἐκ του τραυματοϲ , ὑϲτερον δε παθοϲ ἐμποιουϲι το καλουμενον ὑδροφοβικον ,
9999940 σωτηρια
αἰτιαν συμβηναι γενομενην , ἐστω ταυτῃ ὁπῃ τις ὑπολαμβανει : σωτηρια δ ' οὐν οὑτως συνεβη τοις τοτε γενομενοις .
δια τους τουτων τροπους ὠφελησαν , ἁ και τοις ἀδικουσι σωτηρια γιγνεται : οἱ δε παιδες ὑμων , ὁσοι μεν
9999940 θριδακινην
χολωδες τικτειν δυνηται . Λαχανων δε προσφερεσθωσαν ἰντυβον τε και θριδακινην και μαλαχην , εἰ δε ἡδεως ἐχοιεν , και
ἱερακες , εὐθυ των αἱμασιων ἰασι , και την ἀγριαν θριδακινην ἀνασπωσι , και τον ὀπον αὐτης πικρον ὀντα και
9999940 κοιτωνα
! [ ] οἰκιαν τε ? σην μητερα [ ] κοιτωνα ? σον οἰδα [ ] θρηνους πατρος Εὐρυκλειαν ὁτι
* ὑπερπεζον : ποδιαιον λιθον * θαλαμην : οἰκον , κοιτωνα , τρωγλην * τευχων : κατασκευαζων * ἐνθα :
9999940 θεραπειαϲ
και το παθοϲ ὀνυχα προϲαγορευουϲι . ϲκοποϲ οὐν ἐϲτι τηϲ θεραπειαϲ ἠ διαφορηϲαι το πυον δια των μετριωϲ τουτο ποιουντων
παχυμερεϲ εἰναι το πνευμα : ὁθεν και ὁ ϲκοποϲ τηϲ θεραπειαϲ ἀραιωϲιϲ μεν των ϲωματων , λεπτυνϲιϲ δε του πεπαχυϲμενου
9999940 ἐκελευσε
οἰτον ὀλοισθε παρεκ θεου ἀφραινοντες . Κυρος δ ' ἀκουσας ἐκελευσε τον χρησμον διεξενεγκειν τοις Περσαις , ὡς ἐξευλαβηθειεν ἁμαρτανειν
βαθειαν ἐχειν παρηγγειλε , τοις δ ' εὐτολμοτατοις των νεων ἐκελευσε τας βους ἐλαυνειν μετα σπουδης ἀνω προς τα ἀποκρημνα
9999939 κρατηρα
τας ἀγορας και τους στενωπους νεκρων , και μεγαν αἱματος κρατηρα πολιτικου στησαντες οὑτως ἀν ἐδεξαμεθα την ὀφειλομενην μοιραν .
ἐν νυκτομαχιᾳ προτερον πολεμουντες , και εἰρηνη συχνη . ἀλλα κρατηρα στησαντες οἱον ἐν εἰρηνῃ σπονδας ποιησωμεθα θεων μεν Ἑρμῃ
9999939 ἀπηνεγκεν
ὁ Ἰασων , τα μεν στρωματα και τα ἱματια παλιν ἀπηνεγκεν ὁ Αἰσχριων ὁ ἀκολουθος ὁ τουτου , τας δε
πνευμα ἐμπεσων την Ἀρχελαου μεν θυγατερα , Σευηρου δε γυναικα ἀπηνεγκεν οὑτως ὀξεως ὡς φθηναι την τελευτην τους κεκλημενους ἰατρους
9999939 θριδακινης
προσειληφοτα χυλον ψυχουσων βοτανων , κοτυληδονος τε και ὀξαλιδος και θριδακινης και ἀτραφαξυος και ἀνδραχνης και ἀρνογλωσσου και ἀλλων μυριων
καταπλαττε παραπτομενος ῥοδινῳ , ἐξωθεν δε ἐπιτιθει φυλλα σευτλου ἠ θριδακινης . ἐνιοτε δε το ὀπιον και τον κροκον λεαναντες
9999939 ἀπετελεσθη
. Και ἐτελεσθη ἐκεινῃ τῃ ἡμερᾳ ἡ οἰκοδομη , οὐκ ἀπετελεσθη δε ὁ πυργος : ἐμελλε γαρ παλιν ἐποικοδομεισθαι :
τοις μερεσιν ὁλοκληρος : εὐ δε δεδημιουργημενος ἐκ τελειας οὐσιας ἀπετελεσθη : πανσοφου γαρ την τεχνην ἰδιον , πριν ἀρξασθαι
9999939 ποιητικῳ
ληπτικῳ , εἰ και μη ὁμοιως , ἰδιον δε το ποιητικῳ εἰναι τουτων των εἰδων ἁ λαμβανει , ἀπο του
της θεου ταυτης προβλημα , εἰτ ' οὐν κρηδεμνον τῳ ποιητικῳ λογῳ εἰτε και ἀλλως πως χρη φαναι , το
9999939 Φαρναβαζον
πλευσας ] [ τον δε της Φρυγιας ] σατραπην [ Φαρναβαζον ] [ ] το ναυτικον [ . ] [
και την Γεργιθα . ὁ δε Μειδιας προσδοκων μεν τον Φαρναβαζον , ὀκνων δ ' ἠδη τους πολιτας , πεμψας
9999938 σαρκωδης
σημεια ταυτα ἐστι : λευκος πανυ ἠ μελας πανυ , σαρκωδης ἠ προγαστωρ , παχυσκελης , τα δε ἀρθρα μικρα
και τον ὁλον ὀγκον σεισωσιν ἐκ ταυτης , ὁ μεν σαρκωδης τοπος ἁπας ἐκπιπτει θρυπτομενος δια την εἰρημενην θερμασιαν :
9999938 ἐσωσεν
καιρον , ἀλλ ' εἰς ἁπαντα τον βιον πολλακις αὐτην ἐσωσεν ἐκ μεγαλων κακων . γυνη τις ἀφικετο προς τον
μετα ῥοδινου ἠ μηλινου καθ ' ἑκαστην ἡμεραν , πολλους ἐσωσεν . Ἀντιδοτος ποδαγρικοις λαμβανομενη ἐπ ' ἐνιαυτον κατ '
9999938 Ἀλεξανδρευς
Ῥηματικῳ , . , . * . Ἀρειος : ὁ Ἀλεξανδρευς φιλοσοφος : ἐν ἑορτῃ Ἀρεως ἐτεχθη , διο οὑτως
Ἀρεοπαγιτης | οὑτος : Ἀπολλωνιδης | Σμυρναιος : Χρυσερμος | Ἀλεξανδρευς της προς | Αἰγυπτον : Διονυσιος | Κυρηναιος .
9999938 κυνες
. . ἐκ δ ' ἀρα κολπων γαιης θρῳσκουσιν χθονιοι κυνες οὐποτ ' ἀληθες σημα βροτῳ δεικνυντες . ἠεριων ἐλατειρα
χονδρωδη δ ' οὑτω λεγεται : πολυποδες , γαλεοι τε κυνες . μαλακια δε καλειται τα τευθιδωδη . σελαχια δε
9999938 θαυμαζει
θεων συνεθελοντων γενοιτ ' ἀν . εἰ δε τις τουτο θαυμαζει , ὁτι πολλακις γεγραπται το συν θεῳ πραττειν ,
της ὁλης Σικελιας ἐγκεχαραγμενον μεγαλως , ὁν βασιλευς ὁ Περσων θαυμαζει και φιλει , πεμπει δε αὐτῳ κατ ' ἐτος
9999937 ἀπωλετο
πληγῃ ] ἐν ἑνι πολεμῳ . κατεφθαρται ] ἐφθαρη , ἀπωλετο . ὀλβος ] εὐδαιμονια . ἀνθος ] το ἐξαιρετον
δυστυχιαν ἐλεησας : περιπαθεις ἀγαν αἱ Φοινισσαι τῃ τραγῳδιᾳ . ἀπωλετο γαρ ὁ Κρεοντος υἱος ἀπο του τειχους ὑπερ της
9999937 ἐδωρησατο
θυγατερα και ξυλων παντοδαπων ὑλην εἰς την του ναου κατασκευην ἐδωρησατο . και Μενανδρος δε ὁ Περγαμηνος περι των αὐτων
φυροντες , ὡς δεον , ἐπειδη γλωτταν ἡ φυσις αὐτοις ἐδωρησατο , λελυμενῃ χρησθαι και ἀχαλινωτῳ προς ἁ μη θεμις
9999937 ἐχρησαμεθα
ἡλικιας , δεδωκε σοι ἀν και των λοιπων συστοιχων . ἐχρησαμεθα ἁπλως τῃ καθολικῃ θεραπειᾳ . ἐρχομεθα παρα την του
αἰσθητων κεκληκαμεν , ὡδε και ἀπο των προς την ἁφην ἐχρησαμεθα τισι μεταφοραις . ὁταν μεν οὐν ἐπ ' ἰσης
9999937 ἐλευθεριᾳ
εἰπειν θεοδμητως ἐκτισε συν ἐλευθεριᾳ , θεοδμητῳ εἰπε προς το ἐλευθεριᾳ . Φασι γαρ ὁτι , οὑς ἐγκατῳκισεν ἐν τῃ
ἑκατερου τροπος της ζωης : ὁ μεν τῳ ὀντι ἐν ἐλευθεριᾳ τε και σχολῃ τεθραμμενου , ὁν δη δει φιλοσοφον
9999937 κατεσκαψε
οἱον συνεχως ἀφισταμενην πολιν ἐπεμφθη χειρωσομενος ὁ στρατηγος : ἑλων κατεσκαψε και δημοσιων φευγει : ὁ τοινυν ὁρος : οὐ
εἰναι κρινων τους των κακων ἐκγονους και την ψευδωνυμον πολιν κατεσκαψε , και ἠφανισθησαν . Κλεοπατρα , ἐς ἡν κατολισθανει
9999937 Τιτανες
Ὑπεριωνα τ ' Ἰαπετον τε . . . οὑτοι δε Τιτανες καλουνται και Τιτανιδες , ὡς Ἀκουσιλαος . . π
το των Τελχινων γενος ἐφυετο : ηὐξανετο Βακχος , και Τιτανες παντες διερρηγνυντο φθονῳ : τελος δε μη στεγειν δυναμενοι
9999937 ἐβοησεν
ὁτι Γαϊῳ χρηστεον συμμαχῳ , ἡσθη τε ὁ παις και ἐβοησεν ὡς ὁν ἐχρην εὑρον . ἐφαινετο οὐν και παλαι
Ὁτι Καισαρ παρατασσομενος ὁρων τους στρατιωτας φευγοντας του ἱππου καταβας ἐβοησεν ἐμε , ὠ συστρατιωται , καταλιποντες ταις χερσι των
9999937 κατεσκευαζε
, μετα δε ταυτα και μισθοφορους ἐκ των ἀλλοεθνων ἀθροιζων κατεσκευαζε δυναμιν ἀξιοχρεων . ἐπεμψε δε και προς Ἀθηναιους πρεσβεις
του συνεχες τε εἰναι και ἀδιαιρετον ἑν εἰναι το ὀν κατεσκευαζε , λεγων ὡς εἰ διαιρειται , οὐδε ἐσται ἀκριβως
9999937 φοινικουν
και σκληροτερα : την δε κεφαλην ἐπιμηκεστεραν ἐχει : ἀνθος φοινικουν : ῥιζαρια λεπτα και πλειονα : ἡ δε τις
, και μαλλον ἀγριου , καππαρεως , ἀνεμωνης της το φοινικουν ἀνθος ἐχουσης , χαμαιλεοντος , μαραθου , θαψιας ,
9999937 ἠθελησεν
οὑτος τοινυν εἰς τουτο ἠλθεν ὑβρεως ὡστ ' οὐ προτερον ἠθελησεν ἀπελθειν , πριν αὐτον ἡγουμενοι δεινα ποιειν οἱ παραγενομενοι
. Πελιας δε ἀπεγνωκως την ἀφιξιν των Ἀργοναυτων Αἰσονα ἀνελειν ἠθελησεν , ὁ δε θυων ταυρου αἱμα πιων ἀπεθανεν .
9999936 ἑτεροϲ
αἰ τιϲ ἐνθυμειν γα [ ληι τουθ ] ' ὁ ἑτεροϲ των ὑποκριτων ] ηι εἰϲοδωι εὐξαμενου τινα ] !
! ! ! ] ! ἐϲκεψαθ ? ? ' : ἑτεροϲ τοιϲ Ϲαμοθραιξιν εὐχεται [ τωι κυβερνητηι ] βοηθειν [
9999936 ἀρκτικα
ἠ ο , ποιουσιν Ἀττικοι ἰδιον παρακειμενον οὑτω : τα ἀρκτικα του ἐνεστωτος δυο γραμματα προστιθεασι τῳ κοινῳ παρακειμενῳ και
τα δ ' ἀνατολικα Φαυοναι και Φιραισοι , τα δε ἀρκτικα Φιννοι , τα δε μεσημβρινα Γουται και Δαυκιωνες ,
9999936 κρατησασα
ᾑ προσκειται ὁ καθηρας ἀνεμος ἐπιστρατευσασα τῃ της ταυτης ἐμπτωσεως κρατησασα νικησει : ἐπαν δε δυο ἀνεμων ἡ ἐκλειψις γενηται
των ἀλλων ἀποσταντων , ἐπι τους ἐσχατους ἀφικομενη κινδυνους , κρατησασα μεν των ἐπιοντων τροπαιον ἐστησεν , τους δε μηπω
9999936 ἐκμελες
γουν ἐγω φημι ἐκ μελιαν λεγεσθαι . Ἠ παρα το ἐκμελες και ἀῤῥυθμον εἰναι , και ἀπειθες ἀπο μεταφορας του
αὐτοις ὀργανον πασι τοις φθογγοις ἐστιν ὁτε δι ' ὁλων ἐκμελες και ἀπῳδον οὐ μετριως καθεστηκε , προς ἀναρμοστιαν ἀκρως
9999936 θερμοτητι
του ἡλιου πνειν οὐδεν κωλυει μαλλον οἱον ὁσα κατεχεται τῃ θερμοτητι και ὡσπερ ἀναξηραινεται και ἐκκαιεται . Δια τουτο γαρ
Ἐμπεδοκλεους λογον , ὁς διοριζει το θηλυ προς το ἀρρεν θερμοτητι και ψυχροτητι της ὑστερας . ̈ . , Ἐ
9999936 ἀνεστρεψε
πιθηκοι ἀδεεστερον καταπεμπουσιν , ὁ δε κατεισι και μικρον ἰδων ἀνεστρεψε και παλιν κατηλθε , και πλησιον γενομενος ἀνεχωρησε και
διατριβη γαρ γινεται και περιεργεια . κἀκεινο δε ὁρα : ἀνεστρεψε γαρ την ταξιν : το μεν γαρ πρωτον ἠν
9999936 ἀμεινω
του τοιουτου και ἐν τῳ χειρονι γιγνομενης ἐπιστροφης προς τα ἀμεινω , τῃ δε λεγομενῃ του παντος εἰναι το μηδ
μεν ἰδων τοιν υἱεοιν στεφανουμενον , τον δε των στεφανωθεντων ἀμεινω . ἐγω δε αὐτοιν ἠγασθην μεν και τα του
9999936 γραμμα
δε τουτο καλως εἰδες και ὁπως ἀν λυθειη . το γραμμα γουν ὡς ἡκεν , εὐθυς τε ἡδομην και ᾠμην
την δε ὁλκην ϲυνωνυμωϲ και δραχμην λεγουϲιν . Το δε γραμμα ἐχει ὀβολον αʹ χαλκουϲ δʹ . Ὁ δε ὀβολοϲ
9999936 τραχυν
και παχειαν λευκην ὀζουσαν ὡσπερ λιβανωτου , καρπον δε λευκον τραχυν προμηκη : φυεται δε μαλιστα ὁπου ἀν αὐχμηρα χωρια
συναψας και βιαζομενος προς χωρια δυσιππα και ποταμον ὑλωδη και τραχυν , ἐφοδον των θηριων οὐ λαβοντων , ὡστε προσμιξαι
9999936 ἀποδεικτικῳ
ἑκαστον . Ἐπει δε πολλακις εἰρηκαμεν , ὁτι τῳ μεν ἀποδεικτικῳ τα καθ ' αὑτα κατηγορουμενα παραληπτεον , τῳ δε
γαρ ἡ ὑπογραφη εἰκων ἐστι του ὁρισμου . και τῳ ἀποδεικτικῳ , ἡνικα ἀποδεικνυσι πως θεωρουνται ἐν τῳ γενει αἱ
9999936 ἐβλεπεν
μονην την ἀρετην ἐποιειτο κοσμημα . σφοδρον δε οὑτω τι ἐβλεπεν , ὡστε ἀποχρων εἰναι οἱ προς τους ἀτακτουντας και
τοις παισι προσεσχον τον νουν , ὡς οὐδεις ἀλλος ' ἐβλεπεν αὐτων , οὐδ ' ὁστις σμικροτατος ἠν , ἀλλα
9999936 τεκτονικη
ἠ λευκῳ λιθῳ λευκη σταθμη : ἐστι δε σταθμη σπαρτος τεκτονικη . κατ ' ἐλλειψιν δε εἰρηται ἡ παροιμια :
ἐπιστημαι και τεχναι περι τινα μερικα καταγινονται , οἱον ἡ τεκτονικη περι μονα τα ξυλα , ἡ ἀστρονομια περι μονα
9999936 ἐξαλλαγην
ἐν ἁπασι , τῃ δε περι την ἐργασιαν διαφορᾳ την ἐξαλλαγην μηχανησομεθα . το δε ἀγωνιστικωτατον και μαλιστα ἡμιν συμβαλλομενον
οἱ του ἀνθρωποι ἐστιν ἀρθρον . οὐκ ἀρα παρα την ἐξαλλαγην της φρασεως κατα την μεταθεσιν οὐχι του κτηματος ἐστι
9999936 Θουκυδιδου
πραγματων , ὡς ἐχει το [ πολλα ἠν ἑτερα περι Θουκυδιδου διεξελθειν , εἰ μη το παντα ἐρειν το των
Θουριοις κατῳκισθησαν . ἐν δε τῳ περι Ἀνδρειας Μελησιαν τον Θουκυδιδου του ἀντιπολιτευσαμενου Περικλει και Λυσιμαχον τον Ἀριστειδου του δικαιου
9999935 τελεα
τελος τοιονδε ἐγενετο της μαχης . Προσβαλλουσης της ἱππου κατα τελεα , ὁ Μασιστιου προεχων των ἀλλων ἱππος βαλλεται τοξευματι
τονδε τον πολεμον , εἰ τυχοι , προθυμως ὑπεστησαν : τελεα δε δυνατου κατασκευη ἐστιν ἡ ἑκατερων ἐξετασις , των
9999935 κεφαλαιωδη
, το καλλιστον , ὡς οἰσθα , των βιβλιων και κεφαλαιωδη περιεχον της τἀνδρος σοφιας τα δογματα , κομισας εἰς
ἀλλα και σφαιραν κατεσκευασε . Των δε ἀρεσκοντων αὐτῳ πεποιηται κεφαλαιωδη την ἐκθεσιν , ᾑ που περιετυχεν και Ἀπολλοδωρος ὁ
9999935 δουλειᾳ
ἐκεινοις δρατε : μετα γαρ Θηβαιων των ἡμιν ἐχθιστων ἐπι δουλειᾳ τῃ ἡμετερᾳ ἡκετε . μαρτυρας δε θεους τους τε
ἐοικας δουλος : οὐτε γαρ κακιᾳ ἀρετη κοινωνει οὐτε ἐλευθερια δουλειᾳ . Ὡσπερ ὁ ὑγιαινων οὐκ ἀν ὑπο νοσουντων βουλοιτο
9999935 συγκριτικα
και ὁσα τοιαυτα ἐξ ὑπερθετικων των εἰς στος ὑπερθετικα ἠ συγκριτικα . ] και Πλατων δε Κλεοφωντι ” ἱν '
ὁσα οὐδετεροις παρασχηματιζονται , ἠγουν τριγενη ὀντα , ταυτα και συγκριτικα ποιουσιν , οἱον ἐλαφρος ἐλαφρη και το ἐλαφρον ,
9999935 κουρα
και Ἀλησιον οὐδας , και μοι τω Σκεδασου μελετον δυσπενθεε κουρα . ἐνθα μαχη πολυδακρυς ἐπερχεται : οὐδε τις αὐτην
ἱπποπειρην οὐκ ἐχεις ἐπεμβατην . κλυθι μεο γεροντος εὐεθειρα χρυσοπεπλε κουρα ἀλκιμων ς ' ὠ ' ριστοκλειδη πρωτον οἰκτιρω φιλων
9999935 πενθημιμερες
κρητικον . ξυνανελκετον και σφω ] εἰτα ἐν ἐκθεσει ἀναπαιστικον πενθημιμερες . ἀγετον , ξυνελκετον Γ : ὁ χορος Γ
: το ιαʹ ὁμοιον τῳ Ϛʹ : το ιβʹ τροχαϊκον πενθημιμερες : το ιγʹ ἀναπαιστικη βασις : το ιδʹ ὁμοιον
9999935 σφαιρια
ἐπι κεφαλαλγιας λειποθυμουσι πευκεδανον , πολιον , δαφνιδες , κυπαρισσου σφαιρια , ἑρπυλλος , μελανθιον καιομενον . Σμηγματα δε παραλαμβανεται
προηλκωθεντας δρακοντιου ῥιζα ἐμπαστη ἠ χυλος αὐτης ἐπιχριομενος , κυπαρισσου σφαιρια λειωθεντα συκου σαρκι και ἐντεθεντα , ἐλελισφακος καταπαστη ,
9999935 λεγοιτ
τους μουσικους πλεον τερπεσθαι παρα τους ἰδιωτας ἀπο των ἀκροαματων λεγοιτ ' ἀν χρειουν ἡ μουσικη . πρωτον μεν γαρ
κατα την Σαρρας ἀψευδη μαρτυριαν , και του Ἰσαακ ὀρθοτατα λεγοιτ ' ἀν εἰναι πατηρ . μεταδιδωσι δε και τῳ
9999934 βουλοιο
, ἐγω δε , εἰ μεν αὐτο ἐφ ' ἑαυτου βουλοιο τοὐμον σκεπτεσθαι , και πανυ ἀσφαλης εἰμι . δουλειαν
τε γαρ οὐκ ἀν παραναλισκοις πλειω τε οὐκ ἀν ἠ βουλοιο πινοις χωρα τε οὐκ ἀν εἰη πονηραις αἰτησεσιν .
9999934 νικητηρια
ταδ ' ἐστι κνισμος και φιληματων ψοφος : τῳ καλλικοσσαβουντι νικητηρια τιθημι και βαλοντι χαλκειον καρα και ταχ ' ἀν
ἐν τῳ ἐπιοντι χρονῳ ἀγαθον μειζον φανοιτο : προειπε δε νικητηρια και ὁλαις ταις ταξεσι και ὁλοις τοις λοχοις ,
9999934 πρῳ
. . . . . ὁς δε πρωτος ἐξευρεν το πρῳ ' πιπινειν ; πολλην γε λακκοπρωκτιαν ἡμιν ἐπιστας '
ἡξων . ὁ δ ' ἐλεγεν : Ἠν αὐριον ἰῃς πρῳ , τῃ ἑτερᾳ ἀν αὐλιζοιο παρ ' ἡμιν .
9999934 χαλεπωτεροι
: νυν δ ' ἐδεισαν μη οἱ Ἀθηναιοι ἐχοντες αὐτην χαλεπωτεροι σφισι παροικοι ὠσιν . Μετα δε ταυτα τριτον μερος
το μεγεθος , ἐπιμελη ποιουμενοι ζητησιν . οἱ μεν οὐν χαλεπωτεροι τας φυσεις ἐπι το μειζον τε και φοβερωτερον ἁπαντα
9999934 ἐτρεψαντο
δε μετα του βασιλεως ταχθεντες ἐπειδη τα καθ ' αὑτους ἐτρεψαντο , πρωτον μεν την ἀποσκευην του Κυρου διηρπασαν ,
παντες οὑτοι των συνεκδραμοντων τε ἐγενοντο και εἰς δορυ ἀφικομενοι ἐτρεψαντο το καθ ' ἑαυτους . Ἀργειοι μεντοι οὐκ ἐδεξαντο
9999934 κολοκυνθιδος
σωμα ἐλαιῳ ἀνηθινῳ . εἰ δε μη πυρεττοιεν , εἰς κολοκυνθιδος κελυφος ἐμβαλων οἰνον και θερμανας διδου πιειν . ἀλλο
την ὑστεραν χρη κενουν τοις φλεγμαγωγοις ὁμοιως πεσσοις τοις δια κολοκυνθιδος σκευαζομενοις , οἱτινες ἀναγραφησονται προς τας μη συλλαμβανουσας δι
9999934 κεκληκεν
ὁ κωμικος αὐχμᾳς ἐφη . τον δε τοιουτον αὐχμηρον Ξενοφων κεκληκεν , ὡς Πλατων αὐχμηροτατον . ἐπι δε του ἐναντιου
τουτων γενη θηρατων περιφροσυνη διετεκμηρατο . Και τον μεν τοξευτηρα κεκληκεν : ξουθον ἐκεινῳ το εἰδος , περιφερη τα μελη
9999934 ναρδου
βραχεων : ἠ οἰνανθην λειαν ἐμπασσε τῳ ποτῳ μετα σταχυος ναρδου . ἁρμοζει δε και σεριν ἐσθιειν και καυλον θριδακινης
τοις κατα γαστερα και ἐντερα παθεσι ῥοωδεσιν ἱκανως βοηθει : ναρδου σταχυς , ὀξυακανθου ὁ καρπος ἐσθιομενος τε και πινομενος
9999934 ἐλογισατο
ἐλαττουσθαι . τριτον δε : βραβευτης ὠν των δικαιων ἀγαθος ἐλογισατο παρ ' ἑαυτῳ , ὁτι τοις μεν ἐκ της
οὐκ ἀναγκη και μετα χρονον και καθ ' ἡν ἑκαστος ἐλογισατο ἐνιαυσιον κινησιν προστεθεισαν ἐπουσιαν τῃ ζητουμενῃ ἡμερᾳ την ἀκριβη
9999934 ἐξηγησατο
συγκλειειν οἱ Ἀττικοι λεγουσιν . ὁ δε Βακχειος οὐ καλως ἐξηγησατο την λεξιν , παρεγκεκλιμενας φησας . ὁ δε Φακας
ἐμαυτον σηκον ἐς μελαμβαθη δρακοντος , ἐνθ ' ὁ μαντις ἐξηγησατο , ἐλευθερωσω γαιαν . εἰρηται λογος . [ στειχω
9999934 Λακεδαιμονι
πολλοις δημοταις . Ὁμοτροπον δε τι τουτῳ και παλαι ἐν Λακεδαιμονι γενεσθαι . Μηνυθεισης γαρ ἐπιβουλης τοις ἀρχουσιν ὁτι ὁταν
” Ζυγιανος Ταυριανος Σκορπιανος ” . Σκοτινα , τοπος ἐν Λακεδαιμονι , ἐν ᾡ τιμαται Ζευς Σκοτινας , ὡς Παυσανιας
9999934 ἀπεχεσθω
μεταπιετω γαλα ὀνειον : ἐπην δε πινῃ , σιτιων μεν ἀπεχεσθω : οἰνον δε πινετω ὡς ἡδιστον , ἐπην παυσηται
και ἀλφιτα λεπτα ὀλιγα διδοναι πινειν ἑωθεν : λουτρου δε ἀπεχεσθω , μεχρις ἀν αἱ ἡμεραι παρελθωσιν : οἰνῳ δε
9999934 ἀναγωγηϲ
. ἠν δε ἀπο τηϲ δευτερηϲ ἑβδομαδοϲ ἡ ἀρχη τηϲ ἀναγωγηϲ των πτυελων γιγνηται και των ξυντεινοντων κακων , ἐϲ
δ ' ἡκιϲτα : νεοι δε μεχρι ἀκμηϲ ἀπο αἱματοϲ ἀναγωγηϲ φθινωδεεϲ γιγνονται , και ὑγιαζονται μεν , οὐ ῥηϊδιωϲ
9999933 λαμπροτητι
και περιβολῃ : ταις δε ἐπ ' ἐλαττον , ὡς λαμπροτητι σεμνοτητι καλλει : οὑτω γαρ ὑπερεκπληττεται διολου τον ῥητορα
μετασχηματισμοις , οἱον τῃ σφοδροτητι , τῃ τραχυτητι , τῃ λαμπροτητι , και ὁσα τοιαυτα . Ποιον εἰδος λογοποιει καθαραν
9999933 κυβερνητικην
[ οἱον ] εἰ ἐμψυχος ὁ οἰαξ ἠν , ὡστε κυβερνητικην εἰναι ἐνδον την κινουσαν τεχνικως ; Νυν δε τουτο
ἀν μοι ἀπεκρινω ; τινα αὐτην εἰναι ; ἀρα οὐ κυβερνητικην ; Ναι . Εἰ δε ἐπιθυμων ταυτην την σοφιαν
9999933 Μιλτιαδης
δε φιλοσοφων και ἐν Κυνοσαργει διαλεγομενος ἰσχυσεν αἱρετιστης ἀκουσαι . Μιλτιαδης οὐν και Διφιλος Ἀριστωνειοι προσηγορευοντο . ἠν δε τις
Ἐμπεδος , Τιμασιος , Πολεμαιος , Ἐνδιος , Τυρσηνος Καρχηδονιοι Μιλτιαδης , Ἀνθης , Ὁδιος , Λεωκριτος Παριοι Αἰητιος ,
9999933 ἡνικα
ὁτι το ὁμοιον τετραχως λεγεται : λεγεται γαρ ὁμοιον , ἡνικα ἡ αὐτη ποιοτης ἐν ὁλῳ τῳ εἰδει θεωρηται ,
γραφεται , δια του τος κλινεται , οἱον Τιγρητος , ἡνικα δε δια του ι γραφεται , δια του δος
9999933 ἐτρωσεν
ἀφαιρεσεως ἑνεκεν ὁ Ἰδας ὀργισθεις πως ὁ του Ἀφαρεως παις ἐτρωσεν . ἀπο Ταϋγετου πεδαυγαζων ἰδε Λυγκευς δρυος ἐν στελεχει
τουτον τον τροπον ἀνειλε τον τυραννον , και τον υἱον ἐτρωσεν , εἰ μη ἀληθως ἐμαινετο : δυνατον γαρ και
9999933 δεισθε
ἐκεινο , εἰ μη σαφως ἰστε , ἐπιδειξω , ὁτι δεισθε γνωμης ἐν τῳ παροντι , και τοιαυτα ὑμων τα
, τας δε κεγχρους ἡμιν ἀφετε . εἰ δε κεγχρων δεισθε , και ταυτας λαβετε . Οὐδε οἰνον ποιειτε ;
9999933 ἐκυριευσεν
τουτους τε προσηγαγετο και των ἐλεφαντων πλανωμενων κατα την χωραν ἐκυριευσεν . Αὐτος δε παρελθων ἐπι τον Ἰνδον ποταμον και
περονῃ μετελαμβανε τραγικον . Ἀλεξανδρος δ ' ὡς της Ἀσιας ἐκυριευσεν Περσικαις ἐχρητο στολαις . ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ δε παντας ὑπερεβαλεν :
9999933 κυημα
οὑτω . . . ἐλαιας . το τε γαρ ὠιον κυημα ἐστι και ἐκ τινος αὐτου γιγνεται το ζωιον ,
τηϲ κυηϲεωϲ μαλιϲτα γινεται δια το μη δυναϲθαι τεωϲ το κυημα παν το φερομενον ἐν τῃ μητρᾳ λογῳ τροφηϲ δαπαναν
9999933 χαλινα
φορω . ὑπηκοον . ἐσκαριζεν . ἐν τῃ βιᾳ διφρου χαλινα ῥησσει . τον διφρον ἀχαλινωτον γενομενον . αἰδεσθεις το
ὑπερβατον , ἀντιστροφη , ὁ ἐν τῃ πρυμνῃ καθημενος . χαλινα : τροπικον ἐκ του χαλᾳν . Ἰθυντηρ : ὁ
9999933 εὐδαιμονιᾳ
σημειον δε , ὁτι ἡ εὐτυχια δοκει ταὐτον εἰναι τῃ εὐδαιμονιᾳ , ἡ δε εὐδαιμονια εὐπραξια τις και περι πραξιν
οἰονται εἰναι ἡδυν : και εὐλογως την ἡδονην συμπλεκουσι τῃ εὐδαιμονιᾳ , ὡς ἑτεραν μεν οὐσαν την ἡδονην της εὐδαιμονιας
9999933 ἐθριαμβευσεν
και αὐτῳ ἡ βουλη θριαμβον Ἰλλυρικον ἐδωκε θριαμβευσαι , ὁν ἐθριαμβευσεν ὑστερον ἁμα τοις κατ ' Ἀντωνιου . λοιποι δ
ἐργον εἰκοσιν ἐπετελεσε ταις πασαις ἡμεραις , και ἐπι τουτοις ἐθριαμβευσεν . Ἀλλ ' οὐκ ἐπι πολυ των στρατιωτικων ἀρχοντων
9999933 Αἰγυπτιοι
και ὁ Ὑδασπης οἱ ποταμοι ὀρυγας τρεφουσιν . ὁτι οἱ Αἰγυπτιοι ἱερεις σεβουσι τους ὀρυγας , ἐπειδη αὐτοι τον Σειριον
ὁ των δακτυλων ἐστι κροτος . προτεινουσι δε ἀρα οἱ Αἰγυπτιοι και ξενια αὐταις . ἐπαν γαρ ἀπο δειπνου γενωνται
9999933 βουλευομεθα
το προκριναι ὁ δεον γενεσθαι , οὐκετι περι του πραγματος βουλευομεθα , ἀλλα γινωσκομεν ὡρισμενως ὡς δει ποιειν : ἀναγομεν
Λακεδαιμονιοι πως ἀν Σκυθαι καλως πολιτευσαιντο , ἀλλα παντες ἀνθρωποι βουλευομεθα πρωτον περι των ἐφ ' ἡμιν : ταυτα δε
9999933 θεραπειᾳ
εἰναι των πυρετων μενοντων καθαρσεις ποιεισθαι : τῃ δε λοιπῃ θεραπειᾳ χρωμεθα , ὡς εἰθισμεθα προς τα τοιαυτα τα τ
ταξιν τοις κατ ' Αἰγυπτον ἱερευσι : προς γαρ τῃ θεραπειᾳ των θεων τεταγμενοι παντα τον του ζην χρονον φιλοσοφουσι

Back