χολωδες τικτειν δυνηται . Λαχανων δε προσφερεσθωσαν ἰντυβον τε και θριδακινην και μαλαχην , εἰ δε ἡδεως ἐχοιεν , και
ἱερακες , εὐθυ των αἱμασιων ἰασι , και την ἀγριαν θριδακινην ἀνασπωσι , και τον ὀπον αὐτης πικρον ὀντα και
9999989 θριδακινης
προσειληφοτα χυλον ψυχουσων βοτανων , κοτυληδονος τε και ὀξαλιδος και θριδακινης και ἀτραφαξυος και ἀνδραχνης και ἀρνογλωσσου και ἀλλων μυριων
καταπλαττε παραπτομενος ῥοδινῳ , ἐξωθεν δε ἐπιτιθει φυλλα σευτλου ἠ θριδακινης . ἐνιοτε δε το ὀπιον και τον κροκον λεαναντες
9999973 χαλεπωτερα
πολλης ἠ λιμενων ἠ ἀκροπολεων ἰσχυρων , ἁ ἐστι πολυ χαλεπωτερα και ἐπικινδυνοτερα κατεργασασθαι των ἰδιωτικων ἐπιθυμηματων . ἀλλα μεντοι
περιδεους Ἁρμοδιῳ και Ἀριστογειτονι ἐγενετο . τοις δ ' Ἀθηναιοις χαλεπωτερα μετα τουτο ἡ τυραννις κατεστη , και ὁ Ἱππιας
9999968 Πελοποννησιακου
ἐστι ὁ λυροποιος ἐπικαλουμενος . ἐδημαγωγησε δε τα ἐσχατα του Πελοποννησιακου πολεμου μετα την ἐν Σικελιᾳ συμφοραν . ἐν δε
δυοιν πολεμων αἰτια γεγονεναι , του τε Σαμιακου και του Πελοποννησιακου , ὡς ἐστι μαθειν παρα τε Δουριδος του Σαμιου
9999968 χαλκουν
ἡ αἰθυια δε την θαλασσαν ἐντρεχει δοκους ' ὡδε κἀκεισε χαλκουν εὑρησειν . Πας ὁπερ ἀποβαλλει , και ζητει τουτο
Γαϊου , ἐν δε τῃ μεγιστῃ και περισημοτατῃ και ἀνδριαντα χαλκουν ἐποχουμενον τεθριππῳ . και τοσουτον ἠν το ταχος και
9999967 εὐδαιμονι
οὑτω και τα ἐξωθεν ἀγαθα , προστιθεμενα τῳ καλῳ και εὐδαιμονι , συνεπικοσμει αὐτου τον βιον , και την χρησιν
ἠ ἑαυτους και τα ἑαυτων , χρεια δια τουτο τῳ εὐδαιμονι φιλων , ὁπως ὁρων τας του φιλου πραξεις και
9999965 ἀποτομῃ
τῃ ὁλῃ : ὁπερ ἐστιν ἀδυνατον . Τῃ ἀρα μεσης ἀποτομῃ δευτερᾳ μια μονον προσαρμοζει εὐθεια μεση δυναμει μονον συμμετρος
μονον συμμετρος οὐσα τῃ ὁλῃ . Μια ἀρα μονη τῃ ἀποτομῃ προσαρμοζει ῥητη δυναμει μονον συμμετρος οὐσα τῃ ὁλῃ :
9999965 σφαιροειδης
ὑποθεσεις εἰσαγειν και φυσικας εὐ λεγεται , και ὁτι εἰ σφαιροειδης ἡ γη καθαπερ και ὁ κοσμος , περιοικειται ,
οἰκον αἰνιττεται φιλοσοφων ψυχων , και φησιν : Οἰκος ἠν σφαιροειδης ἠ ὠοειδης ταις δυσμαις βλεπων εἰς ἁς εἰχεν την
9999964 ἀναγεγραφθω
Τετμησθω ἡ ΑΒ διχα κατα το Ε σημειον , και ἀναγεγραφθω ἀπο της ΕΒ τῳ Δ ὁμοιον και ὁμοιως κειμενον
ποταμων , φραζετω : ἐμοι δε και ταυτα ὡς ἀκοη ἀναγεγραφθω . ἐπει και ἀλλων πολλων ποταμων οὐνοματα Μεγασθενης ἀνεγραψεν
9999961 φοινικουν
και σκληροτερα : την δε κεφαλην ἐπιμηκεστεραν ἐχει : ἀνθος φοινικουν : ῥιζαρια λεπτα και πλειονα : ἡ δε τις
, και μαλλον ἀγριου , καππαρεως , ἀνεμωνης της το φοινικουν ἀνθος ἐχουσης , χαμαιλεοντος , μαραθου , θαψιας ,
9999960 νομισμα
ταδε ὁμοιου σχηματος . δειγμα ἐνδειγμα , βουλημα , βουλευμα νομισμα , μιμημα , θεαμα , βαδισμα , τοξευμα ,
χρυσιον ] τωι προτερωι ἐτει ἐπι Ἀντιγενους Ἑλλανικος φησι χρυσουν νομισμα κοπηναι . και Φιλοχορος ὁμοιως το ἐκ των χρυσων
9999960 κυνες
. . ἐκ δ ' ἀρα κολπων γαιης θρῳσκουσιν χθονιοι κυνες οὐποτ ' ἀληθες σημα βροτῳ δεικνυντες . ἠεριων ἐλατειρα
χονδρωδη δ ' οὑτω λεγεται : πολυποδες , γαλεοι τε κυνες . μαλακια δε καλειται τα τευθιδωδη . σελαχια δε
9999960 χαλαρα
γαρ το ζεον πραϋνθησεται και τα διατεταμενα των σπλαγχνων ἐσται χαλαρα και δια τουτο και τα των πυρετων ἐσονται πραοτερα
: ἐπι πληθους εὐδαιμονιας . Ἀγαθωνειος αὐλησις : ἡ μητε χαλαρα μητε πικρα , ἀλλ ' εὐκρατος και ἡδιστη ,
9999959 ἑτεροϲ
αἰ τιϲ ἐνθυμειν γα [ ληι τουθ ] ' ὁ ἑτεροϲ των ὑποκριτων ] ηι εἰϲοδωι εὐξαμενου τινα ] !
! ! ! ] ! ἐϲκεψαθ ? ? ' : ἑτεροϲ τοιϲ Ϲαμοθραιξιν εὐχεται [ τωι κυβερνητηι ] βοηθειν [
9999959 Αἰγυπτιοι
και ὁ Ὑδασπης οἱ ποταμοι ὀρυγας τρεφουσιν . ὁτι οἱ Αἰγυπτιοι ἱερεις σεβουσι τους ὀρυγας , ἐπειδη αὐτοι τον Σειριον
ὁ των δακτυλων ἐστι κροτος . προτεινουσι δε ἀρα οἱ Αἰγυπτιοι και ξενια αὐταις . ἐπαν γαρ ἀπο δειπνου γενωνται
9999959 στερεα
εὑρεσιν μιας των του κωνου τομων ἠ πλειονων , ταυτα στερεα κεκληται : προς γαρ την κατασκευην ἀναγκαιον ἐστι χρησασθαι
το αὐτο ὑψος ἐστιν . τα δε ἐπι ἰσων βασεων στερεα παραλληλεπιπεδα και ὑπο το αὐτο ὑψος ἰσα ἀλληλοις ἐστιν
9999959 κυβερνητικην
[ οἱον ] εἰ ἐμψυχος ὁ οἰαξ ἠν , ὡστε κυβερνητικην εἰναι ἐνδον την κινουσαν τεχνικως ; Νυν δε τουτο
ἀν μοι ἀπεκρινω ; τινα αὐτην εἰναι ; ἀρα οὐ κυβερνητικην ; Ναι . Εἰ δε ἐπιθυμων ταυτην την σοφιαν
9999959 ἐκληρωσαντο
ποθεν , το που , το πῃ τας τρεις πλαγιας ἐκληρωσαντο πτωσεις , το μεν ποθεν την γενικην , το
του δε ποντου και της βαθειας ἠπειρου ἑκαστῳ ἀνδρι μοιραν ἐκληρωσαντο ἐχειν . δια τουτο και ἀλλως κατα φυσιν και
9999959 μαλακτικα
μεν οὐ μην ϲφοδρωϲ ἁμα τῳ μηδε ξηραινειν ἰϲχυρωϲ ἐϲτι μαλακτικα . ἐϲτι δε ταυτα : αἰγειον ϲτεαρ και το
ἀναπλαττε ῥοδομελιτι και διδου προϲ δυναμιν . Ἀλοηδαρια δια ῥοδομελιτοϲ μαλακτικα κοιλιαϲ ἀλυποτατα . χρω δε αὐτοιϲ ἐπι των περι
9999959 Φαρναβαζον
πλευσας ] [ τον δε της Φρυγιας ] σατραπην [ Φαρναβαζον ] [ ] το ναυτικον [ . ] [
και την Γεργιθα . ὁ δε Μειδιας προσδοκων μεν τον Φαρναβαζον , ὀκνων δ ' ἠδη τους πολιτας , πεμψας
9999959 χαλεπωτεροι
: νυν δ ' ἐδεισαν μη οἱ Ἀθηναιοι ἐχοντες αὐτην χαλεπωτεροι σφισι παροικοι ὠσιν . Μετα δε ταυτα τριτον μερος
το μεγεθος , ἐπιμελη ποιουμενοι ζητησιν . οἱ μεν οὐν χαλεπωτεροι τας φυσεις ἐπι το μειζον τε και φοβερωτερον ἁπαντα
9999958 ἐσωσεν
καιρον , ἀλλ ' εἰς ἁπαντα τον βιον πολλακις αὐτην ἐσωσεν ἐκ μεγαλων κακων . γυνη τις ἀφικετο προς τον
μετα ῥοδινου ἠ μηλινου καθ ' ἑκαστην ἡμεραν , πολλους ἐσωσεν . Ἀντιδοτος ποδαγρικοις λαμβανομενη ἐπ ' ἐνιαυτον κατ '
9999958 ἠγανακτουν
τε ὁσας στρατευσαιντο την γην τηνδε περιποιουμενοι , κατελεγον και ἠγανακτουν , εἰ των κοινων ἀποστερησονται , ὠνειδιζον τε ἁμα
και ἀκριβη και οὐδεν ἀν εἰκῃ και ἀλογιστως ποιησαι , ἠγανακτουν ἀν , ἡγουμενος μ ' ἀλλον λεγεσθαι ἠ ὡς
9999958 θαυμαζει
θεων συνεθελοντων γενοιτ ' ἀν . εἰ δε τις τουτο θαυμαζει , ὁτι πολλακις γεγραπται το συν θεῳ πραττειν ,
της ὁλης Σικελιας ἐγκεχαραγμενον μεγαλως , ὁν βασιλευς ὁ Περσων θαυμαζει και φιλει , πεμπει δε αὐτῳ κατ ' ἐτος
9999958 δυσχερες
θεοις ἐοικοτων , ἐκεινο δεἀλλ ' ἐγω μεν οὐδεν ἐρω δυσχερες , δεομαι δε σου τηρησαι τε ἁ ἐνομισας δικαια
ἐραν , ἀλλοτριων δε κακων ἀμνημονευτον εἰναι . ἐρωτηθεις τι δυσχερες , “ την ἐπι το χειρον , ” ἐφη
9999958 ἐνετελλετο
ἐθελωσι χωρην ἀσινεας . Ἐπιλεγων δε τον λογον τονδε ταυτα ἐνετελλετο , ὡς εἰ μεν ἀπωλοντο οἱ κατασκοποι , οὐτ
και γνωμας οὑτω λυσιτελεις δεδωκοτων ; Και μην οὐ μονος ἐνετελλετο σοι Πηλευς ἡμερον εἰναι και πρᾳον , ἀλλα παιδιον
9999958 τεκτονικη
ἠ λευκῳ λιθῳ λευκη σταθμη : ἐστι δε σταθμη σπαρτος τεκτονικη . κατ ' ἐλλειψιν δε εἰρηται ἡ παροιμια :
ἐπιστημαι και τεχναι περι τινα μερικα καταγινονται , οἱον ἡ τεκτονικη περι μονα τα ξυλα , ἡ ἀστρονομια περι μονα
9999958 εὐδαιμονιᾳ
σημειον δε , ὁτι ἡ εὐτυχια δοκει ταὐτον εἰναι τῃ εὐδαιμονιᾳ , ἡ δε εὐδαιμονια εὐπραξια τις και περι πραξιν
οἰονται εἰναι ἡδυν : και εὐλογως την ἡδονην συμπλεκουσι τῃ εὐδαιμονιᾳ , ὡς ἑτεραν μεν οὐσαν την ἡδονην της εὐδαιμονιας
9999957 χαρακτηριζει
ῥηματων το προ του ἐσχατου : οὐ γαρ το ω χαρακτηριζει την συζυγιαν , ἀλλα το προ αὐτου : πολλα
ἀσυμπτωτοι , το δ ' εἰς ἀπειρον ἐκβαλλομενας μη συμπιπτειν χαρακτηριζει τας παραλληλους , και οὐδε τουτο ἁπλως , ἀλλα
9999957 ἠθελησεν
οὑτος τοινυν εἰς τουτο ἠλθεν ὑβρεως ὡστ ' οὐ προτερον ἠθελησεν ἀπελθειν , πριν αὐτον ἡγουμενοι δεινα ποιειν οἱ παραγενομενοι
. Πελιας δε ἀπεγνωκως την ἀφιξιν των Ἀργοναυτων Αἰσονα ἀνελειν ἠθελησεν , ὁ δε θυων ταυρου αἱμα πιων ἀπεθανεν .
9999956 ὀνομασθεισα
λιμνην : κυμα , οἰδημα τι ὀν : τινι δουλη ὀνομασθεισα προς τον οἰκον ἀφιξομαι : ἀρα , φησιν ,
τεθηναι . Χρυσαορις , πολις Καριας , ἡ ὑστερον Ἰδριας ὀνομασθεισα . Ἀπολλωνιος ἐν ἑβδομῳ Καρικων „ . . .
9999956 κοιλοτητι
κεραμος : οὑτος γαρ ἐχων κοιλοτητα και κυρτοτητα ἐν τῃ κοιλοτητι περιεχει το του οἰνου σωμα : κἀν γαρ ξεσωμεν
δε μειουμενα προς ἀκρον ὀξυ κυρτουμενα τε τοσουτον ὁσον τῃ κοιλοτητι συναρμοσαι του τοιχου και τας ἁπαντων κορυφας εἰς μιαν
9999956 συμπληρωτικα
οἱον λευκον μελαν καθησθαι ἑσταναι . τουτων οὐν τα μεν συμπληρωτικα ἐστι της οὐσιας ἠγουν της ὑπαρξεως , το γενος
λεγειν τον τραχηλον ἠ την κεφαλην μη του ἐκτος ἀνθρωπου συμπληρωτικα εἰναι μερη , ἀλλα της ἡμετερας συμμνημονευσεως . εἰ
9999956 κρατηρα
τας ἀγορας και τους στενωπους νεκρων , και μεγαν αἱματος κρατηρα πολιτικου στησαντες οὑτως ἀν ἐδεξαμεθα την ὀφειλομενην μοιραν .
ἐν νυκτομαχιᾳ προτερον πολεμουντες , και εἰρηνη συχνη . ἀλλα κρατηρα στησαντες οἱον ἐν εἰρηνῃ σπονδας ποιησωμεθα θεων μεν Ἑρμῃ
9999956 Θουκυδιδου
πραγματων , ὡς ἐχει το [ πολλα ἠν ἑτερα περι Θουκυδιδου διεξελθειν , εἰ μη το παντα ἐρειν το των
Θουριοις κατῳκισθησαν . ἐν δε τῳ περι Ἀνδρειας Μελησιαν τον Θουκυδιδου του ἀντιπολιτευσαμενου Περικλει και Λυσιμαχον τον Ἀριστειδου του δικαιου
9999956 ἐκομισεν
ἡν ἁρπασας ὁ Ἀπολλων , κατα Φιλοστεφανον , ἀπο Βοιωτιας ἐκομισεν εἰς τον Ποντον , και μιγεις αὐτῃ , ἐσχε
της Ἀσωπου θυγατρος Σινωπης , ἡν ἁρπασας Ἀπολλων ἀπο Ὑριας ἐκομισεν εἰς Ποντον , και μιγεις αὐτῃ ἐσχε Συρον ,
9999956 σπουδαια
ἀναγκη μεν θεασασθαι και γνωριζειν : ἀνευ γαρ γελοιων τα σπουδαια και παντων των ἐναντιων τα ἐναντια μαθειν μεν οὐ
περιττολογειν και ἐμποδιζειν ἀλλοις θελουσι λεγειν , ὡς ἀν τα σπουδαια λεγοντες ἐξελθοιεν , μεχρις ἀν και το ὑδωρ ἐκχυθῃ
9999956 θερμοτερῳ
. Ἀει δε γε , φαμεν , ἐν τε τῳ θερμοτερῳ και ψυχροτερῳ το μαλλον τε και ἡττον ἐνι .
προς τους παρεοντας , και τα ἐξωθεν . Ὁτι ἐν θερμοτερῳ , στερεωτερῳ , ἐν τοισι δεξιοισι , και μελανες
9999955 Φιλιπποι
πολιν ἀρχαιαν ; ἠν γαρ πολις ἀρχαια και προ Φιλιππου Φιλιπποι : δημος Ἀττικος , ἐργον Καλλιστρατου , την φωνην
Φιλιππικων . μετωνομασθη μεν - τοι ἡ πολις των Δατηνων Φιλιπποι , Φιλιππου του Μακεδονων βασιλεως κρατησαντος αὐτης , ὡς
9999955 ἐτρεψαντο
δε μετα του βασιλεως ταχθεντες ἐπειδη τα καθ ' αὑτους ἐτρεψαντο , πρωτον μεν την ἀποσκευην του Κυρου διηρπασαν ,
παντες οὑτοι των συνεκδραμοντων τε ἐγενοντο και εἰς δορυ ἀφικομενοι ἐτρεψαντο το καθ ' ἑαυτους . Ἀργειοι μεντοι οὐκ ἐδεξαντο
9999955 Ἀλκιβιαδης
ἀρα αὐτον . Ὡραιοτατοι και ἐρασμιωτατοι λεγονται γενεσθαι Ἑλληνων μεν Ἀλκιβιαδης , Ῥωμαιων δε Σκηπιων . λεγουσι δε Δημητριον τον
ἀγαθον ὑμας ἐργασασθαι . ὡστ ' οὐ χαλεπον γνωναι ὁτι Ἀλκιβιαδης δυναμει μεν οὐδεν των ἀλλων διεφερε , πονηριᾳ δε
9999955 ἐξαλλαγην
ἐν ἁπασι , τῃ δε περι την ἐργασιαν διαφορᾳ την ἐξαλλαγην μηχανησομεθα . το δε ἀγωνιστικωτατον και μαλιστα ἡμιν συμβαλλομενον
οἱ του ἀνθρωποι ἐστιν ἀρθρον . οὐκ ἀρα παρα την ἐξαλλαγην της φρασεως κατα την μεταθεσιν οὐχι του κτηματος ἐστι
9999955 κατεσκευαζε
, μετα δε ταυτα και μισθοφορους ἐκ των ἀλλοεθνων ἀθροιζων κατεσκευαζε δυναμιν ἀξιοχρεων . ἐπεμψε δε και προς Ἀθηναιους πρεσβεις
του συνεχες τε εἰναι και ἀδιαιρετον ἑν εἰναι το ὀν κατεσκευαζε , λεγων ὡς εἰ διαιρειται , οὐδε ἐσται ἀκριβως
9999955 ἐξηγησατο
συγκλειειν οἱ Ἀττικοι λεγουσιν . ὁ δε Βακχειος οὐ καλως ἐξηγησατο την λεξιν , παρεγκεκλιμενας φησας . ὁ δε Φακας
ἐμαυτον σηκον ἐς μελαμβαθη δρακοντος , ἐνθ ' ὁ μαντις ἐξηγησατο , ἐλευθερωσω γαιαν . εἰρηται λογος . [ στειχω
9999955 ἐλογισατο
ἐλαττουσθαι . τριτον δε : βραβευτης ὠν των δικαιων ἀγαθος ἐλογισατο παρ ' ἑαυτῳ , ὁτι τοις μεν ἐκ της
οὐκ ἀναγκη και μετα χρονον και καθ ' ἡν ἑκαστος ἐλογισατο ἐνιαυσιον κινησιν προστεθεισαν ἐπουσιαν τῃ ζητουμενῃ ἡμερᾳ την ἀκριβη
9999955 καρδιᾳ
ποθεν γινεται ἡ ἐκπνοη και φησιν , ὁτι ἐν τῃ καρδιᾳ και ἐν ταις ἀρτηριαις αἱμα και πνευμα περιεχεται .
Λευις προς τον πλησιον αὐτου τον υἱον Φαραω πραειᾳ τῃ καρδιᾳ και ἱλαρῳ τῳ προσωπῳ : ἱνα τι συ ,
9999955 νικητηρια
ταδ ' ἐστι κνισμος και φιληματων ψοφος : τῳ καλλικοσσαβουντι νικητηρια τιθημι και βαλοντι χαλκειον καρα και ταχ ' ἀν
ἐν τῳ ἐπιοντι χρονῳ ἀγαθον μειζον φανοιτο : προειπε δε νικητηρια και ὁλαις ταις ταξεσι και ὁλοις τοις λοχοις ,
9999955 ἐμαχετο
ἠ εἰ οἱ μεν συνηκολουθουν , ὁ δε ἐλθων οὐκ ἐμαχετο τῳ ἀδελφῳ ἀλλ ' ἠ συμβας ἐβασιλευσεν ἁμα αὐτῳ
τε Ἀθηναιοι ἐλθοντες συμπαρεταξαντο ὁ τε Παυσανιας οὐ προσηγεν οὐδε ἐμαχετο , ἐκ τουτου το μεν Θηβαιων πολυ μειζον φρονημα
9999955 τελεα
τελος τοιονδε ἐγενετο της μαχης . Προσβαλλουσης της ἱππου κατα τελεα , ὁ Μασιστιου προεχων των ἀλλων ἱππος βαλλεται τοξευματι
τονδε τον πολεμον , εἰ τυχοι , προθυμως ὑπεστησαν : τελεα δε δυνατου κατασκευη ἐστιν ἡ ἑκατερων ἐξετασις , των
9999955 εὐπρεπης
προσθεν ὀρομεναι . τις ποθ ' ἁ νεανις ; ὡς εὐπρεπης νιν ἀμφεπει : χρυσος αἰγληεις βοτρυοκαρποτοκος ἀστερομαρμαροφεγγης τις ἀρα
Ῥαμνουσιου , ὁμωνυμον δε του νυνι κρινομενου Τιμαρχου : ὁς εὐπρεπης ὠν ἰδειν τοσουτον ἀπεχει των αἰσχρων ὡστε πρωην ἐν
9999954 ἐδωρησατο
θυγατερα και ξυλων παντοδαπων ὑλην εἰς την του ναου κατασκευην ἐδωρησατο . και Μενανδρος δε ὁ Περγαμηνος περι των αὐτων
φυροντες , ὡς δεον , ἐπειδη γλωτταν ἡ φυσις αὐτοις ἐδωρησατο , λελυμενῃ χρησθαι και ἀχαλινωτῳ προς ἁ μη θεμις
9999954 πρακτικῳ
τῳ ἀλογῳ το λογικον : εἰ ἀρα δε ἐν τῳ πρακτικῳ θεωρειται το θεωρητικον , δηλον ὁτι οὐκ ἐγενετο ἡ
, ὁταν διατασσῃ τοις νοσουσι τινα διαιταν , τῳ δε πρακτικῳ κοινωνει , ὁταν λαβουσα τι των ἰατρικων ἐργαλειων διορθοιτο
9999954 κτηνεσι
την χωραν των οἰκητορων κατεκληρουχησαν πεδια καρποφορα και νομας τοις κτηνεσι δαψιλεις ἐκτρεφοντα . αὑτη δ ' ἡ παραλιος λιμενας
φαγειν ἡδιων , και τα ἐκ τουτου ἀχυρα ἡδιω τοις κτηνεσι . Σπουδαιοτερον δε χρη ὑπο τον ὀρθρον ἐτι δεδροσισμενα
9999954 θεραπειαϲ
και το παθοϲ ὀνυχα προϲαγορευουϲι . ϲκοποϲ οὐν ἐϲτι τηϲ θεραπειαϲ ἠ διαφορηϲαι το πυον δια των μετριωϲ τουτο ποιουντων
παχυμερεϲ εἰναι το πνευμα : ὁθεν και ὁ ϲκοποϲ τηϲ θεραπειαϲ ἀραιωϲιϲ μεν των ϲωματων , λεπτυνϲιϲ δε του πεπαχυϲμενου
9999954 ἀπηνεγκεν
ὁ Ἰασων , τα μεν στρωματα και τα ἱματια παλιν ἀπηνεγκεν ὁ Αἰσχριων ὁ ἀκολουθος ὁ τουτου , τας δε
πνευμα ἐμπεσων την Ἀρχελαου μεν θυγατερα , Σευηρου δε γυναικα ἀπηνεγκεν οὑτως ὀξεως ὡς φθηναι την τελευτην τους κεκλημενους ἰατρους
9999954 φρενες
εὐτε μοι λευκαι μελαιναις ἀνεμεμιξονται τριχες , αἱ δε μεο φρενες ἐκκεκωφεαται , κνυζη τις ἠδη και πεπειρα γινομαι σην
και της καρδιας , ἠ και ἀλλως κατα τους παλους φρενες εἰσιν αἱ διεζωκυιαι τον ὑπο τῳ πνευματι και τῃ
9999954 Ἀλεξανδρευς
Ῥηματικῳ , . , . * . Ἀρειος : ὁ Ἀλεξανδρευς φιλοσοφος : ἐν ἑορτῃ Ἀρεως ἐτεχθη , διο οὑτως
Ἀρεοπαγιτης | οὑτος : Ἀπολλωνιδης | Σμυρναιος : Χρυσερμος | Ἀλεξανδρευς της προς | Αἰγυπτον : Διονυσιος | Κυρηναιος .
9999954 ἐφθειρετο
μεταβαλλει ψυχη : δοξασα δ ' εἰπον , ὁτι οὐδεποτε ἐφθειρετο : των γαρ ἀκουσιων οὐδεν του πασχοντος προς ἀληθειαν
σπηλαιον τουτο ἐλθουσαν ἐπι χρονον ἀπειναι πολυν . ὡς δε ἐφθειρετο μεν παντα ὁσα ἡ γη τρεφει , το δε
9999953 τραυματοϲ
ἀγκιϲτρα καταπειραντεϲ ἐν τῳ δερματι το πληθοϲ προϲ το του τραυματοϲ μεγεθοϲ τυφλαγκιϲτρῳ ἠ κοπαριῳ τουϲ ὑμεναϲ και την πιμελην
μεν οὐδεν ὀχληρον φερουϲι πλην ὁϲον ὀδυνην την ἐκ του τραυματοϲ , ὑϲτερον δε παθοϲ ἐμποιουϲι το καλουμενον ὑδροφοβικον ,
9999953 κρατηρες
και κυλιξ αἰχμη , κομη δε τοξα , δηιοι δε κρατηρες , ἱπποι δ ' ἀκρητος και ἀλαλη μυρον .
σχημα της στρατειας Ἐγεσταιοι και Λεοντινοι παρειχον , οἱ δε κρατηρες ἀλλο τι βουλομενων ἠσαν και ἡ μεχρι Αἰγινης ἁμιλλα
9999952 συγκριτικα
και ὁσα τοιαυτα ἐξ ὑπερθετικων των εἰς στος ὑπερθετικα ἠ συγκριτικα . ] και Πλατων δε Κλεοφωντι ” ἱν '
ὁσα οὐδετεροις παρασχηματιζονται , ἠγουν τριγενη ὀντα , ταυτα και συγκριτικα ποιουσιν , οἱον ἐλαφρος ἐλαφρη και το ἐλαφρον ,
9999952 ἐκελευσε
οἰτον ὀλοισθε παρεκ θεου ἀφραινοντες . Κυρος δ ' ἀκουσας ἐκελευσε τον χρησμον διεξενεγκειν τοις Περσαις , ὡς ἐξευλαβηθειεν ἁμαρτανειν
βαθειαν ἐχειν παρηγγειλε , τοις δ ' εὐτολμοτατοις των νεων ἐκελευσε τας βους ἐλαυνειν μετα σπουδης ἀνω προς τα ἀποκρημνα
9999952 Ἑλληνικη
δε οὐδε φρυγιστι οὐδε λυδιστι , ἀλλ ' ἡπερ μονη Ἑλληνικη ἐστιν ἁρμονια . ὁ μεν οὐν τοιουτος χαιρειν με
ἐναντιως ἐφερετο . ἐναντιως ἠρχετο . βραδυνειν . καιρος . Ἑλληνικη . ἡ Ἑλληνικη . Περσικῃ . τῃ Περσικῃ δηλονοτι
9999952 ἐταξαντο
και ἐγενετο . οἱ γαρ Μεγαρης , ὡς οἱ Ἀθηναιοι ἐταξαντο μεν παρα τα μακρα τειχη ἐξελθοντες , ἡσυχαζον δε
ἱππεας ἐπειλεγμενους ἐπικουρειν , ὁπῃ τι πονοιη . οὑτω μεν ἐταξαντο Ῥωμαιοι : ὁ δ ' Ἀννιβας πρωτα μεν ,
9999952 ποιητικῳ
ληπτικῳ , εἰ και μη ὁμοιως , ἰδιον δε το ποιητικῳ εἰναι τουτων των εἰδων ἁ λαμβανει , ἀπο του
της θεου ταυτης προβλημα , εἰτ ' οὐν κρηδεμνον τῳ ποιητικῳ λογῳ εἰτε και ἀλλως πως χρη φαναι , το
9999952 ἐθριαμβευσεν
και αὐτῳ ἡ βουλη θριαμβον Ἰλλυρικον ἐδωκε θριαμβευσαι , ὁν ἐθριαμβευσεν ὑστερον ἁμα τοις κατ ' Ἀντωνιου . λοιποι δ
ἐργον εἰκοσιν ἐπετελεσε ταις πασαις ἡμεραις , και ἐπι τουτοις ἐθριαμβευσεν . Ἀλλ ' οὐκ ἐπι πολυ των στρατιωτικων ἀρχοντων
9999952 Λευκιππος
την ὑλην ἑνος τιθεασιν οἱον Ἐμπεδοκλης και Ἀ . και Λευκιππος , τουτοις δε ἑτερον [ ̈ ἀλλοιωσιν και γενεσιν
μεν πυρ και γην , οἱ δε ἀπειρα , ὡσπερ Λευκιππος και Δημοκριτος και Ἀναξαγορας . και παλιν οἱ μεν
9999952 διῳ
γαρ Ὀρφευς : ἐπειτα δ ' ἐτευξε μεγας Κρονος αἰθερι διῳ ὠεον ἀργυφεον . Το γαρ ἐτευξε δηλοι τι τεχνητον
ἐν Δαναοισι . Νεστωρ δ ' Ἰδομενηι και Ἀτρεος υἱει διῳ ἀμφω ἐελδομενοισιν ἐπος φατο νοσφιν ἀπ ' ἀλλων :
9999952 κυμα
' ἀρκτοις , Αἰγαιου ποντοιο πλατυν ῥοον , ἐνθα τε κυμα Ῥησσομενον νησοισι περιβρεμεται Σποραδεσσιν : Οὐ γαρ τις κεινῳ
: ἐπι των ἀναισθητως ἐχοντων ἡ παροιμια . ὡς γαρ κυμα προσκρουον ἀει παραλιαις πετραις οὐδεν ἀνυει , εἰ μη
9999952 μελικρητῳ
. ἠν δε καταπινειν ῥηϊϲτον ᾐ , ἐλατηριου διδοναι ξυν μελικρητῳ και ὀρρῳ γαλακτοϲ , ὁκοϲον ἀν καθηραι ἱκανον ᾐ
ἀμφ ' αὐτῳ δε χοην χεισθαι πασιν νεκυεσσι , πρωτα μελικρητῳ , μετεπειτα δε ἡδεϊ οἰνῳ , το τριτον αὐθ
9999952 ἐμερισε
του Βυζαντιου παντων των προς τον πολεμον χρησιμων ἑτοιμως χορηγουμενων ἐμερισε τας δυναμεις εἰς δυο μερη και τους μεν ἡμισεις
. Δια τι οὐν , ὠ πατερ , οὐ πασιν ἐμερισε τον νουν ὁ θεος ; Ἠθελησεν , ὠ τεκνον
9999952 πιστευετε
τας διηγησεις ταυτας , κἀν ψευδεις ὠσιν , ἀληθεις εἰναι πιστευετε , και τα τοιαυτα των ποιηματων ἁ περι τους
και Θετταλοι , τουτους μεν ἐχθρους ὑποληψεσθε , ἐμοι δε πιστευετε : σημειωτεον δε , ὁτι και μη ὀντος ῥητου
9999951 φυλλορροει
φυλλορροει , πηγνυται ὁ ὀπος , και εἰ πηγνυται , φυλλορροει . πλην μη ἐπι των τυχοντων το πηγνυσθαι ,
φυλλορροουντα παρα τισιν οἱον συκη και ἀμπελος δια τουτο οὐ φυλλορροει καθαπερ εἰρηται δι ' ὁτι διαρκης ἡ τροφη :
9999951 μνημα
σαφως ἐπιστας ' , Ἰονιος κεκλησεται , της σης πορειας μνημα τοις πασιν βροτοις . σημεια σοι ταδ ' ἐστι
δ ' ἀποδοκιμασθειησαν , την μεν οὐσιαν ἐλαμβανον διπλην , μνημα δε αὐτοις ὡς νεκροις ἐχωννυτο ὑπο των ὁμακοων ,
9999951 ἡνικα
ὁτι το ὁμοιον τετραχως λεγεται : λεγεται γαρ ὁμοιον , ἡνικα ἡ αὐτη ποιοτης ἐν ὁλῳ τῳ εἰδει θεωρηται ,
γραφεται , δια του τος κλινεται , οἱον Τιγρητος , ἡνικα δε δια του ι γραφεται , δια του δος
9999950 Μιλτιαδης
δε φιλοσοφων και ἐν Κυνοσαργει διαλεγομενος ἰσχυσεν αἱρετιστης ἀκουσαι . Μιλτιαδης οὐν και Διφιλος Ἀριστωνειοι προσηγορευοντο . ἠν δε τις
Ἐμπεδος , Τιμασιος , Πολεμαιος , Ἐνδιος , Τυρσηνος Καρχηδονιοι Μιλτιαδης , Ἀνθης , Ὁδιος , Λεωκριτος Παριοι Αἰητιος ,
9999950 θερμοτητι
του ἡλιου πνειν οὐδεν κωλυει μαλλον οἱον ὁσα κατεχεται τῃ θερμοτητι και ὡσπερ ἀναξηραινεται και ἐκκαιεται . Δια τουτο γαρ
Ἐμπεδοκλεους λογον , ὁς διοριζει το θηλυ προς το ἀρρεν θερμοτητι και ψυχροτητι της ὑστερας . ̈ . , Ἐ
9999950 κολοκυνθιδος
σωμα ἐλαιῳ ἀνηθινῳ . εἰ δε μη πυρεττοιεν , εἰς κολοκυνθιδος κελυφος ἐμβαλων οἰνον και θερμανας διδου πιειν . ἀλλο
την ὑστεραν χρη κενουν τοις φλεγμαγωγοις ὁμοιως πεσσοις τοις δια κολοκυνθιδος σκευαζομενοις , οἱτινες ἀναγραφησονται προς τας μη συλλαμβανουσας δι
9999950 ἀλαζονες
Και πολυ γ ' , ἐφη . Ψευδεις δη και ἀλαζονες οἰμαι λογοι τε και δοξαι ἀντ ' ἐκεινων ἀναδραμοντες
βοηθεια τῳ φειδωλῳ αὐτου της ψυχης ἀφικνηται , κλῃσαντες οἱ ἀλαζονες λογοι ἐκεινοι τας του βασιλικου τειχους ἐν αὐτῳ πυλας
9999950 διαθεϲεωϲ
το γυμναζεϲθαι τῳ δυϲεκθερμαντῳ . ἡ δε ἰαϲιϲ τηϲ τοιαυτηϲ διαθεϲεωϲ θερμανϲιϲ ἐϲτι . ϲυντονωτεροιϲ οὐν γυμναϲιοιϲ χρηϲτεον και βαλανειοιϲ
χολεραϲ και διαρροιαϲ . μʹ . Περι λειεντεριαϲ και κοιλιακηϲ διαθεϲεωϲ . μαʹ . Περι τεινεϲμου . μβʹ . Περι
9999950 κοιτωνα
! [ ] οἰκιαν τε ? σην μητερα [ ] κοιτωνα ? σον οἰδα [ ] θρηνους πατρος Εὐρυκλειαν ὁτι
* ὑπερπεζον : ποδιαιον λιθον * θαλαμην : οἰκον , κοιτωνα , τρωγλην * τευχων : κατασκευαζων * ἐνθα :
9999950 ἐσπουδαζεν
κατα την οἰκιαν ἀποκειμενην ἐχει , τουτι δε μονον λανθανειν ἐσπουδαζεν ; εἰπε , λεγε τουτου την αἰτιαν , Αἰσχινη
διαφανει σπουδῃ τε και ἐπιμελειᾳ : ὡστε και ὁ Μαρινος ἐσπουδαζεν αὐτῳ συναυξειν το μεγεθος της κατα παντα περιφανειας .
9999950 ἀπεσχετο
, και πασας τας των πολεμιων ναυς φυγειν ἀναγκασας , ἀπεσχετο παντελως του διωγμου : ἀναμνησθεις γαρ της ἐν Ἀργινουσαις
το οὐλον : ἀπαγορευσαντων δε των ἰατρων , δυο ἡμερας ἀπεσχετο τροφης . και πως ἐσχε καλως ὡστε τους ἰατρους
9999950 ἀγρα
, και πονος ἐντι θαλασσα , και ἰχθυες ἁ πλανος ἀγρα . αὐταρ ἐμοι γλυκυς ὑπνος ὑπο πλατανῳ βαθυφυλλῳ ,
ἡ εὐθυδικια εὑρισκεται πλην της μεταληψεως της ἐγγραφου τε και ἀγρα - φου : πως γαρ οἱον τε στασιν εὑρεθηναι
9999950 ἐσπουδασεν
κακου , προς μειζον κακον , ἀσεβειαν , ἀγειν αὐτους ἐσπουδασεν ἡδονην δελεαρ προθεις . „ εἰσι „ γαρ εἰπεν
τοις βιβλιοις ἐνδιαιτωμενος . , . . ἀγυρις ὁ δε ἐσπουδασεν εἰς το δυνατον προς ἀγυρισμον της ἀπορρητου των θειων
9999950 ἀνεστρεψε
πιθηκοι ἀδεεστερον καταπεμπουσιν , ὁ δε κατεισι και μικρον ἰδων ἀνεστρεψε και παλιν κατηλθε , και πλησιον γενομενος ἀνεχωρησε και
διατριβη γαρ γινεται και περιεργεια . κἀκεινο δε ὁρα : ἀνεστρεψε γαρ την ταξιν : το μεν γαρ πρωτον ἠν
9999949 Καρια
ἀφιεναι αὐτονομους τας Ἑλληνιδας πολεις : εἰ οὐν κακως πασχοι Καρια , ἐνθαπερ ὁ Τισσαφερνους οἰκος , οὑτως ἀν ἐφασαν
' Ἑλλησποντῳ κειμενη , ἐκ δε των πλαγιων Λυδια και Καρια , ὑπερδεξιος δε της Φρυγιας και παραλληλος ἡ Πισιδικη
9999949 κυημα
οὑτω . . . ἐλαιας . το τε γαρ ὠιον κυημα ἐστι και ἐκ τινος αὐτου γιγνεται το ζωιον ,
τηϲ κυηϲεωϲ μαλιϲτα γινεται δια το μη δυναϲθαι τεωϲ το κυημα παν το φερομενον ἐν τῃ μητρᾳ λογῳ τροφηϲ δαπαναν
9999949 ἐπραχθη
ἐστι διορισασθαι , ἀλλα κρινεται τοτε ὁτε πραττεται δια τι ἐπραχθη και πως ἐπραχθη . ἑκων δε τοτε πραττει ,
ἐλυθη πρωτον ἐκ παραδειγματος , ὁτι και ἐπι των προγονων ἐπραχθη , εἰτα και ἐκ του ἐναντιου καθ ' ὑποθεσιν
9999949 μακαρια
δικαιως , συ τε παντων τυχοις των ἀγαθων και εἰης μακαρια : εἰ δε ἀδικως , συ τε του αὐτου
και φυτοις και βοταναις και ὑδασι την ἑαυτης δυναμιν ἡ μακαρια φυσις ἐνεδειξατο . και τα μεν ἀναγκαια ἡμιν δωρα
9999949 ἡμετερῳ
κἀν τε σωματα ἐστι κἀν τε μη , οὐδεν τῳ ἡμετερῳ λογῳ λυμαινεται : ὑφισταται γαρ ἐν τῃ ἡμετερᾳ διανοιᾳ
ἐων οἱον μιν ἐγω τα πρωτ ' ἐνοησα οἰκῳ ἐν ἡμετερῳ πινοντα τε τερπομενον τε , ἐξ Ἐφυρης ἀνιοντα παρ
9999949 γεννητικη
γαρ τροφη ἡ τε ξηρα και ἡ ὑγρα αἱματος ἐστι γεννητικη . τουτο δε τρεφει μεν το σωμα , πλεονασαν
ἐφιεται και ἀγαθου , και δια τουτο τοις ἐμψυχοις ἡ γεννητικη ἐνεσπαρται δυναμις , πως ἐπι των ἀψυχων ὁ λογος
9999949 ἀσκελες
ἐνιχραυσῃ κυνοδοντα . διπλῳ δ ' ἐν βουβωνι και ἰγνυσιν ἀσκελες αὐτως μοχθος ἐνιτρεφεται , πελιος δε οἱ ἐμφερεται χρως
ἀσκελες : το σκληρον . οἱον ” ἀλλα Ποσειδαων γαιηοχος ἀσκελες αἰεν ” . παρα το σκελλω , το ξηραινω
9999949 σαρκωδης
σημεια ταυτα ἐστι : λευκος πανυ ἠ μελας πανυ , σαρκωδης ἠ προγαστωρ , παχυσκελης , τα δε ἀρθρα μικρα
και τον ὁλον ὀγκον σεισωσιν ἐκ ταυτης , ὁ μεν σαρκωδης τοπος ἁπας ἐκπιπτει θρυπτομενος δια την εἰρημενην θερμασιαν :
9999949 Ἀσκληπιαδης
? ? ἀπ ' αὐτων . * * ὁ δε Ἀσκληπιαδης πειραται κατα τον ? ? ? τοπον καινολογειν :
Μυς ἐν τῳ πρωτῳ και τριτῳ των Περι αἱρεσεων και Ἀσκληπιαδης κατα τους πλειστους και ὁ φιλαληθης Ἀλεξανδρος Θεμισων τε
9999949 Εὐριπιδης
την προτεραν ἐκεινου τυχην σκοπων ; τοιαυτα γουν πολλα φησιν Εὐριπιδης διο και μεμπτος ἐστιν ἐν τουτοις ὡς μη τηρων
τα Λυδιακα γραψαντα * * φασιν ὁτι * * ὁ Εὐριπιδης Ξανθῳ προσεχειν περι των Τρωικων μυθων , τοις δε
9999949 λεπτοτητι
ταις ἐργασιαις , κρατιστους δε τους ὀθονια ποιουντας τῃ τε λεπτοτητι και τῃ μαλακοτητι διαπρεπη , τας τε οἰκησεις ἀξιολογους
νημα ἀσκητον ἐκπονησαι δεινας μη ἀντιπαραβαλλεσθαι : νενικηκε γαρ τῃ λεπτοτητι και την τριχα . Βαβυλωνιους τε και Χαλδαιους σοφους
9999949 νομοθετικη
το προσφορον . ὡσπερ γαρ ἐφην ἀρτιως , ἡ μεν νομοθετικη θεισα τους νομους εὐθυς ἀπηλλακται , και ἡ δικαστικη
' ἐπιστανται βραχυ σωφρονειν ; τι δε ἡ σεμνη σοι νομοθετικη και τα μεγαλα ἀνθρωποις εὑρισκουσα ; οἰμαι μεν παραχωρησεται
9999949 θεισα
ἐστιν ἡ ΒΔ : ὡστε και ἡ ΒΓ δο - θεισα ἐστιν : της γαρ ΓΒ προς την ΒΔ λογος
παρατατικου ἀπο του ἐθην γεγονεν . Δυϊκα . Θεντε , θεισα . Πληθ . Θεντες , θεισαι , θεντα .
9999949 χειρεσσι
εὐκλε ' ἐπιφροσυνης ἑνεκεν , βασιληιον ὀλβον νωμωντ ' ἐν χειρεσσι , και ἐκ πολιων ἐθνεων τε χρηματα και δασμους
λυγροις ἱκετῃσι τετυκται , ἡ μεν ἐπ ' ἀμφοτεραις θεμενη χειρεσσι μετωπα , αὐταρ ὁ κωπηεν μεγα φασγανον ἐν χθονι
9999949 λειωθεισα
, ἠ καλαμινθης χυλος ὁμοιως χλιαρος ἐγχεομενος , ἠ σμυρνα λειωθεισα συν γαλακτι γυναικειῳ και ἐγχεομενη . [ Προς αἱμοῤῥοϊαν
τα κατα γαστερᾳ γινομενα , και ῥουν γυναικειον ἱστησι . λειωθεισα δε συν στεατι χοιρειῳ και ὑγροπισσῃ και ἑψηθεισα ἑλκη

Back