μεταβαλλει ψυχη : δοξασα δ ' εἰπον , ὁτι οὐδεποτε ἐφθειρετο : των γαρ ἀκουσιων οὐδεν του πασχοντος προς ἀληθειαν
σπηλαιον τουτο ἐλθουσαν ἐπι χρονον ἀπειναι πολυν . ὡς δε ἐφθειρετο μεν παντα ὁσα ἡ γη τρεφει , το δε
9999970 ἐνετελλετο
ἐθελωσι χωρην ἀσινεας . Ἐπιλεγων δε τον λογον τονδε ταυτα ἐνετελλετο , ὡς εἰ μεν ἀπωλοντο οἱ κατασκοποι , οὐτ
και γνωμας οὑτω λυσιτελεις δεδωκοτων ; Και μην οὐ μονος ἐνετελλετο σοι Πηλευς ἡμερον εἰναι και πρᾳον , ἀλλα παιδιον
9999958 κυβερνητικην
[ οἱον ] εἰ ἐμψυχος ὁ οἰαξ ἠν , ὡστε κυβερνητικην εἰναι ἐνδον την κινουσαν τεχνικως ; Νυν δε τουτο
ἀν μοι ἀπεκρινω ; τινα αὐτην εἰναι ; ἀρα οὐ κυβερνητικην ; Ναι . Εἰ δε ἐπιθυμων ταυτην την σοφιαν
9999957 ἐκληρωσαντο
ποθεν , το που , το πῃ τας τρεις πλαγιας ἐκληρωσαντο πτωσεις , το μεν ποθεν την γενικην , το
του δε ποντου και της βαθειας ἠπειρου ἑκαστῳ ἀνδρι μοιραν ἐκληρωσαντο ἐχειν . δια τουτο και ἀλλως κατα φυσιν και
9999957 Φιλιπποι
πολιν ἀρχαιαν ; ἠν γαρ πολις ἀρχαια και προ Φιλιππου Φιλιπποι : δημος Ἀττικος , ἐργον Καλλιστρατου , την φωνην
Φιλιππικων . μετωνομασθη μεν - τοι ἡ πολις των Δατηνων Φιλιπποι , Φιλιππου του Μακεδονων βασιλεως κρατησαντος αὐτης , ὡς
9999956 εὐδαιμονι
οὑτω και τα ἐξωθεν ἀγαθα , προστιθεμενα τῳ καλῳ και εὐδαιμονι , συνεπικοσμει αὐτου τον βιον , και την χρησιν
ἠ ἑαυτους και τα ἑαυτων , χρεια δια τουτο τῳ εὐδαιμονι φιλων , ὁπως ὁρων τας του φιλου πραξεις και
9999955 ἀπωλετο
πληγῃ ] ἐν ἑνι πολεμῳ . κατεφθαρται ] ἐφθαρη , ἀπωλετο . ὀλβος ] εὐδαιμονια . ἀνθος ] το ἐξαιρετον
δυστυχιαν ἐλεησας : περιπαθεις ἀγαν αἱ Φοινισσαι τῃ τραγῳδιᾳ . ἀπωλετο γαρ ὁ Κρεοντος υἱος ἀπο του τειχους ὑπερ της
9999955 ἐμαχετο
ἠ εἰ οἱ μεν συνηκολουθουν , ὁ δε ἐλθων οὐκ ἐμαχετο τῳ ἀδελφῳ ἀλλ ' ἠ συμβας ἐβασιλευσεν ἁμα αὐτῳ
τε Ἀθηναιοι ἐλθοντες συμπαρεταξαντο ὁ τε Παυσανιας οὐ προσηγεν οὐδε ἐμαχετο , ἐκ τουτου το μεν Θηβαιων πολυ μειζον φρονημα
9999955 εὐδαιμονιᾳ
σημειον δε , ὁτι ἡ εὐτυχια δοκει ταὐτον εἰναι τῃ εὐδαιμονιᾳ , ἡ δε εὐδαιμονια εὐπραξια τις και περι πραξιν
οἰονται εἰναι ἡδυν : και εὐλογως την ἡδονην συμπλεκουσι τῃ εὐδαιμονιᾳ , ὡς ἑτεραν μεν οὐσαν την ἡδονην της εὐδαιμονιας
9999954 λαμπροτητι
και περιβολῃ : ταις δε ἐπ ' ἐλαττον , ὡς λαμπροτητι σεμνοτητι καλλει : οὑτω γαρ ὑπερεκπληττεται διολου τον ῥητορα
μετασχηματισμοις , οἱον τῃ σφοδροτητι , τῃ τραχυτητι , τῃ λαμπροτητι , και ὁσα τοιαυτα . Ποιον εἰδος λογοποιει καθαραν
9999954 θερμοτερῳ
. Ἀει δε γε , φαμεν , ἐν τε τῳ θερμοτερῳ και ψυχροτερῳ το μαλλον τε και ἡττον ἐνι .
προς τους παρεοντας , και τα ἐξωθεν . Ὁτι ἐν θερμοτερῳ , στερεωτερῳ , ἐν τοισι δεξιοισι , και μελανες
9999954 Κυπριοι
Ἀῳος γαρ ὁ Ἀδωνις ὠνομαζετο και ἀπ ' αὐτου οἱ Κυπριοι † βασιλευσαντος . Ζωϊλος δε ὁ Κεδρασευς και αὐτον
μαχαιρας δε μεγαλας εἰχον : οὑτοι μεν οὑτω ἐσταλατο . Κυπριοι δε παρειχοντο νεας πεντηκοντα και ἑκατον , ἐσκευασμενοι ὡδε
9999953 θριδακινην
χολωδες τικτειν δυνηται . Λαχανων δε προσφερεσθωσαν ἰντυβον τε και θριδακινην και μαλαχην , εἰ δε ἡδεως ἐχοιεν , και
ἱερακες , εὐθυ των αἱμασιων ἰασι , και την ἀγριαν θριδακινην ἀνασπωσι , και τον ὀπον αὐτης πικρον ὀντα και
9999953 κολοκυνθιδος
σωμα ἐλαιῳ ἀνηθινῳ . εἰ δε μη πυρεττοιεν , εἰς κολοκυνθιδος κελυφος ἐμβαλων οἰνον και θερμανας διδου πιειν . ἀλλο
την ὑστεραν χρη κενουν τοις φλεγμαγωγοις ὁμοιως πεσσοις τοις δια κολοκυνθιδος σκευαζομενοις , οἱτινες ἀναγραφησονται προς τας μη συλλαμβανουσας δι
9999952 Εὐρωταν
μερος σχιζομενον τους δυο ποταμους ἀπεργαζεται , προς νοτον μεν Εὐρωταν , προς δε ζεφυρον Ἀλφειον . Καδδε μεσην νησον
μελαθρων λωβαι : στενει δε και τις ἀμφι τον εὐροον Εὐρωταν Λακαινα πολυδακρυτος ἐν δομοις κορα , πολιον τ '
9999952 Πελοποννησιακου
ἐστι ὁ λυροποιος ἐπικαλουμενος . ἐδημαγωγησε δε τα ἐσχατα του Πελοποννησιακου πολεμου μετα την ἐν Σικελιᾳ συμφοραν . ἐν δε
δυοιν πολεμων αἰτια γεγονεναι , του τε Σαμιακου και του Πελοποννησιακου , ὡς ἐστι μαθειν παρα τε Δουριδος του Σαμιου
9999952 κρατηρα
τας ἀγορας και τους στενωπους νεκρων , και μεγαν αἱματος κρατηρα πολιτικου στησαντες οὑτως ἀν ἐδεξαμεθα την ὀφειλομενην μοιραν .
ἐν νυκτομαχιᾳ προτερον πολεμουντες , και εἰρηνη συχνη . ἀλλα κρατηρα στησαντες οἱον ἐν εἰρηνῃ σπονδας ποιησωμεθα θεων μεν Ἑρμῃ
9999952 σωφροσι
ταλαντα ἀνηλωθη . προσεσθ ' ] τῃ ζημιᾳ περιφρονησις . σωφροσι ] τοις συνετοις και σῳζουσι τας φρενας . παντα
ἀλλα και οἱ ἡρωες τας ἑαυτων γυναικας ᾠδοις τισιν ὡς σωφροσι φυλαξι παρακατετιθεντο , καθαπερ ὁ Ἀγαμεμνων την Κλυταιμνηστραν .
9999952 θερμοτητι
του ἡλιου πνειν οὐδεν κωλυει μαλλον οἱον ὁσα κατεχεται τῃ θερμοτητι και ὡσπερ ἀναξηραινεται και ἐκκαιεται . Δια τουτο γαρ
Ἐμπεδοκλεους λογον , ὁς διοριζει το θηλυ προς το ἀρρεν θερμοτητι και ψυχροτητι της ὑστερας . ̈ . , Ἐ
9999952 διεφθειρε
: ὑπερ δε ὡν ἐν Βυζαντιῳ ἐκαινουργει , ὑπερ τουτων διεφθειρε και την χαριν την ἐπι τοις πρωτοις . Φωκιωνα
νυκτομαχιᾳ νικησας , τας τε παρεμβολας εἱλε και τεσσαρακοντα χιλιαδας διεφθειρε του των πολεμιων στρατου , εἰκοσι των ἑαυτου μαχητων
9999952 στερεα
εὑρεσιν μιας των του κωνου τομων ἠ πλειονων , ταυτα στερεα κεκληται : προς γαρ την κατασκευην ἀναγκαιον ἐστι χρησασθαι
το αὐτο ὑψος ἐστιν . τα δε ἐπι ἰσων βασεων στερεα παραλληλεπιπεδα και ὑπο το αὐτο ὑψος ἰσα ἀλληλοις ἐστιν
9999951 βουλευομεθα
το προκριναι ὁ δεον γενεσθαι , οὐκετι περι του πραγματος βουλευομεθα , ἀλλα γινωσκομεν ὡρισμενως ὡς δει ποιειν : ἀναγομεν
Λακεδαιμονιοι πως ἀν Σκυθαι καλως πολιτευσαιντο , ἀλλα παντες ἀνθρωποι βουλευομεθα πρωτον περι των ἐφ ' ἡμιν : ταυτα δε
9999951 ἀναγωγηϲ
. ἠν δε ἀπο τηϲ δευτερηϲ ἑβδομαδοϲ ἡ ἀρχη τηϲ ἀναγωγηϲ των πτυελων γιγνηται και των ξυντεινοντων κακων , ἐϲ
δ ' ἡκιϲτα : νεοι δε μεχρι ἀκμηϲ ἀπο αἱματοϲ ἀναγωγηϲ φθινωδεεϲ γιγνονται , και ὑγιαζονται μεν , οὐ ῥηϊδιωϲ
9999951 ἐσωσεν
καιρον , ἀλλ ' εἰς ἁπαντα τον βιον πολλακις αὐτην ἐσωσεν ἐκ μεγαλων κακων . γυνη τις ἀφικετο προς τον
μετα ῥοδινου ἠ μηλινου καθ ' ἑκαστην ἡμεραν , πολλους ἐσωσεν . Ἀντιδοτος ποδαγρικοις λαμβανομενη ἐπ ' ἐνιαυτον κατ '
9999950 Θουκυδιδου
πραγματων , ὡς ἐχει το [ πολλα ἠν ἑτερα περι Θουκυδιδου διεξελθειν , εἰ μη το παντα ἐρειν το των
Θουριοις κατῳκισθησαν . ἐν δε τῳ περι Ἀνδρειας Μελησιαν τον Θουκυδιδου του ἀντιπολιτευσαμενου Περικλει και Λυσιμαχον τον Ἀριστειδου του δικαιου
9999950 ἀπηνεγκεν
ὁ Ἰασων , τα μεν στρωματα και τα ἱματια παλιν ἀπηνεγκεν ὁ Αἰσχριων ὁ ἀκολουθος ὁ τουτου , τας δε
πνευμα ἐμπεσων την Ἀρχελαου μεν θυγατερα , Σευηρου δε γυναικα ἀπηνεγκεν οὑτως ὀξεως ὡς φθηναι την τελευτην τους κεκλημενους ἰατρους
9999950 ἐφυετο
τοις ὀρεσιν δ ' αὐτοματ ' αὐτοις τα μιμαικυλ ' ἐφυετο πολλα . πολφους δ ' οὐχ ἡψον ὁμου βολβοις
. και ἐν αὐτῳ κηποι τε πολλοι και ἀκροδρυα παντοια ἐφυετο : ὀνομα τῳ χωρῳ Μεσαμβριη . ἐκ Μεσαμβριης δε
9999950 ἐγραφετο
και το ψηφισμα το κατηγορουμενον και οἱ νομοι . . ἐγραφετο ἡ κατηγορια και το ψηφισμα και οἱ νομοι :
θαλαττης προσκατηγορειν ἀξιουτε δικαιως ἀν ἀγαπωντες , εἰ μηδεις ὑμας ἐγραφετο . ἐγω δε ἐξιοντας μεν οὐκ εἰδον δουλος ὠν
9999950 θαυμαζει
θεων συνεθελοντων γενοιτ ' ἀν . εἰ δε τις τουτο θαυμαζει , ὁτι πολλακις γεγραπται το συν θεῳ πραττειν ,
της ὁλης Σικελιας ἐγκεχαραγμενον μεγαλως , ὁν βασιλευς ὁ Περσων θαυμαζει και φιλει , πεμπει δε αὐτῳ κατ ' ἐτος
9999949 γεννητικη
γαρ τροφη ἡ τε ξηρα και ἡ ὑγρα αἱματος ἐστι γεννητικη . τουτο δε τρεφει μεν το σωμα , πλεονασαν
ἐφιεται και ἀγαθου , και δια τουτο τοις ἐμψυχοις ἡ γεννητικη ἐνεσπαρται δυναμις , πως ἐπι των ἀψυχων ὁ λογος
9999949 δυσχερες
θεοις ἐοικοτων , ἐκεινο δεἀλλ ' ἐγω μεν οὐδεν ἐρω δυσχερες , δεομαι δε σου τηρησαι τε ἁ ἐνομισας δικαια
ἐραν , ἀλλοτριων δε κακων ἀμνημονευτον εἰναι . ἐρωτηθεις τι δυσχερες , “ την ἐπι το χειρον , ” ἐφη
9999949 χαλεπωτερα
πολλης ἠ λιμενων ἠ ἀκροπολεων ἰσχυρων , ἁ ἐστι πολυ χαλεπωτερα και ἐπικινδυνοτερα κατεργασασθαι των ἰδιωτικων ἐπιθυμηματων . ἀλλα μεντοι
περιδεους Ἁρμοδιῳ και Ἀριστογειτονι ἐγενετο . τοις δ ' Ἀθηναιοις χαλεπωτερα μετα τουτο ἡ τυραννις κατεστη , και ὁ Ἱππιας
9999949 κοιτωνα
! [ ] οἰκιαν τε ? σην μητερα [ ] κοιτωνα ? σον οἰδα [ ] θρηνους πατρος Εὐρυκλειαν ὁτι
* ὑπερπεζον : ποδιαιον λιθον * θαλαμην : οἰκον , κοιτωνα , τρωγλην * τευχων : κατασκευαζων * ἐνθα :
9999949 ἀναγεγραφθω
Τετμησθω ἡ ΑΒ διχα κατα το Ε σημειον , και ἀναγεγραφθω ἀπο της ΕΒ τῳ Δ ὁμοιον και ὁμοιως κειμενον
ποταμων , φραζετω : ἐμοι δε και ταυτα ὡς ἀκοη ἀναγεγραφθω . ἐπει και ἀλλων πολλων ποταμων οὐνοματα Μεγασθενης ἀνεγραψεν
9999949 ἀνθορισμῳ
δε πολλακις ὁρικαι τε και στοχαστικαι ἐμπιπτουσιν ἀντιθεσεις αἱ μεν ἀνθορισμῳ τε και συλλογισμῳ αἱ δε βουλησει τε και δυναμει
ἰδιωτην σχημα μονον ἐχοντα : και δια δυο ὁρων και ἀνθορισμῳ : και το μεν κατα ἀξιωσιν και ἀμφισβητησιν ,
9999949 κελευε
: περι μεν γαρ των ἡγεμονων των Ἑλληνων φησιν ὁτι κελευε δε οἱσιν ἑκαστος ἡγεμονων , περι δε της στρατιας
την οἰκιαν ἀφειμενην , ὡς δηλοι ταυτι τα γραμματα , κελευε δε ἀναγινωσκειν . και μη τοσουτον παριδῃς το δικαιον
9999949 συμπληρωτικα
οἱον λευκον μελαν καθησθαι ἑσταναι . τουτων οὐν τα μεν συμπληρωτικα ἐστι της οὐσιας ἠγουν της ὑπαρξεως , το γενος
λεγειν τον τραχηλον ἠ την κεφαλην μη του ἐκτος ἀνθρωπου συμπληρωτικα εἰναι μερη , ἀλλα της ἡμετερας συμμνημονευσεως . εἰ
9999949 ἑτεροϲ
αἰ τιϲ ἐνθυμειν γα [ ληι τουθ ] ' ὁ ἑτεροϲ των ὑποκριτων ] ηι εἰϲοδωι εὐξαμενου τινα ] !
! ! ! ] ! ἐϲκεψαθ ? ? ' : ἑτεροϲ τοιϲ Ϲαμοθραιξιν εὐχεται [ τωι κυβερνητηι ] βοηθειν [
9999949 δωδεκατημορια
ποικιλαι του διτονου διαιρεσεις : πρωτη μεν ἡ εἰς κδ δωδεκατημορια , δευτερα δε ἡ εἰς διεσεις ἠ τονου τεταρτημορια
και ὁσα τετραγωνιζειν λεγεται , περιεχοντα μιαν ὀρθην και τρια δωδεκατημορια και μοιρας Ϙʹ , και ἐτι ὁσα ἑξαγωνον ποιειται
9999948 χαρακτηριζει
ῥηματων το προ του ἐσχατου : οὐ γαρ το ω χαρακτηριζει την συζυγιαν , ἀλλα το προ αὐτου : πολλα
ἀσυμπτωτοι , το δ ' εἰς ἀπειρον ἐκβαλλομενας μη συμπιπτειν χαρακτηριζει τας παραλληλους , και οὐδε τουτο ἁπλως , ἀλλα
9999948 διωρισαμεθα
κυρειαν ἐχοντες των ψυχικων , καθ ' ὁν ἐν ἀρχῃ διωρισαμεθα τροπον , προφανη και ἀπαραποδιστα και αὐθεκαστα και ἐπιτευκτικα
, τινα ἐστι καθ ' αὑτα και ὁπως ἐχει , διωρισαμεθα . νυν δε ῥητεον ἐστι , πως ἐχει το
9999948 πανακοϲ
καρπον ἑφθον μετ ' οἰνου λευκου κοτυληϲ ἡμιϲυ , ἠ πανακοϲ ῥιζαν ὁμοιωϲ ϲυμμετρον μετ ' οἰνου διδου : ϲυμφερει
, ϲτυπτηριαϲ ϲχιϲτηϲ και ϲτρογγυληϲ και ὑγραϲ και πλινθιτιδοϲ , πανακοϲ ῥιζηϲ , ἀριϲτολοχιαϲ μακραϲ και ϲτρογγυληϲ , ϲιδιων ,
9999948 σφαιροειδης
ὑποθεσεις εἰσαγειν και φυσικας εὐ λεγεται , και ὁτι εἰ σφαιροειδης ἡ γη καθαπερ και ὁ κοσμος , περιοικειται ,
οἰκον αἰνιττεται φιλοσοφων ψυχων , και φησιν : Οἰκος ἠν σφαιροειδης ἠ ὠοειδης ταις δυσμαις βλεπων εἰς ἁς εἰχεν την
9999948 πιστευετε
τας διηγησεις ταυτας , κἀν ψευδεις ὠσιν , ἀληθεις εἰναι πιστευετε , και τα τοιαυτα των ποιηματων ἁ περι τους
και Θετταλοι , τουτους μεν ἐχθρους ὑποληψεσθε , ἐμοι δε πιστευετε : σημειωτεον δε , ὁτι και μη ὀντος ῥητου
9999947 ἐπρεσβευσα
: οὐδε ἐγραψα μεν , οὐκ ἐπρεσβευσα δε : οὐδε ἐπρεσβευσα μεν , οὐκ ἐπεισα δε Θηβαιους ; Ἀλλα μην
οὐκ ἐγραψα δε , οὐδ ' ἐγραψα μεν , οὐκ ἐπρεσβευσα δε , οὐδ ' ἐπρεσβευσα μεν , οὐκ ἐπεισα
9999947 τελεα
τελος τοιονδε ἐγενετο της μαχης . Προσβαλλουσης της ἱππου κατα τελεα , ὁ Μασιστιου προεχων των ἀλλων ἱππος βαλλεται τοξευματι
τονδε τον πολεμον , εἰ τυχοι , προθυμως ὑπεστησαν : τελεα δε δυνατου κατασκευη ἐστιν ἡ ἑκατερων ἐξετασις , των
9999947 δαιμονιῳ
ᾠδας καλουσι Ῥωμαιοι καρμινα , την δε γυναικα ταυτην ὁμολογουσι δαιμονιῳ πνευματι κατασχετον γενομενην τα μελλοντα συμβαινειν τῳ πληθει δι
και χειρας ὑπερθεν . Ὁρας το πληθος των συγγιγνομενων τῳ δαιμονιῳ Βουλει τοινυν , τον Σωκρατην ἐασας , Ὁμηρου πυθεσθαι
9999947 ποιητικῳ
ληπτικῳ , εἰ και μη ὁμοιως , ἰδιον δε το ποιητικῳ εἰναι τουτων των εἰδων ἁ λαμβανει , ἀπο του
της θεου ταυτης προβλημα , εἰτ ' οὐν κρηδεμνον τῳ ποιητικῳ λογῳ εἰτε και ἀλλως πως χρη φαναι , το
9999947 ἠρετο
ἐν παλαιστρᾳ καθημενος : εἰτα μειρακια προς ἀλληλους οἰκειως διακειμενα ἠρετο τον ἀνδρα πως ἀν αὐτοις ἡ φιλια διαμενοι μαλιστα
αὐτον ἀπεφηναντο . ὁ δε ἀγγελον κρυφα πεμψας τον πατερα ἠρετο , τι δραν κελευοι : Ταρκυϊνιος δε , και
9999947 ἐμεμψατο
του πατρος αὐτου του γενναιου Μοδεστου , ὁς ἀλλῳ μεν ἐμεμψατο ἀν ἰσως , ἀλλῳ δε οὐκ ἀν ἐδωκεν ἑαυτον
. και τινα πωποτε ἠ ὑμεις ἠ ἀλλος τις ἀνθρωπων ἐμεμψατο ἐν ἀγρῳ αὑτου οἰκιαν οἰκοδομουντα ; ἠ παρα τουθ
9999947 Λακεδαιμονι
πολλοις δημοταις . Ὁμοτροπον δε τι τουτῳ και παλαι ἐν Λακεδαιμονι γενεσθαι . Μηνυθεισης γαρ ἐπιβουλης τοις ἀρχουσιν ὁτι ὁταν
” Ζυγιανος Ταυριανος Σκορπιανος ” . Σκοτινα , τοπος ἐν Λακεδαιμονι , ἐν ᾡ τιμαται Ζευς Σκοτινας , ὡς Παυσανιας
9999946 ἐνεγραψεν
: και γαρ ἐπαιδευσεν και συναπεδημησεν και εἰς τους Ἑλληνας ἐνεγραψεν , και κατα γε τουτο χαριν ἀν εἰδειην τῳ
τρεφει , οὑς ἀρτι γαλακτος ἀπαλλαγεντας εἰς στρατιωτας ὁ βασιλευς ἐνεγραψεν , ὡν νυν ὁ καλος ἡγειται Μουσωνιος πραττων αὐτοις
9999946 κρατηρες
και κυλιξ αἰχμη , κομη δε τοξα , δηιοι δε κρατηρες , ἱπποι δ ' ἀκρητος και ἀλαλη μυρον .
σχημα της στρατειας Ἐγεσταιοι και Λεοντινοι παρειχον , οἱ δε κρατηρες ἀλλο τι βουλομενων ἠσαν και ἡ μεχρι Αἰγινης ἁμιλλα
9999946 ἀκαθαρτα
ἀνωμολογηται . νομου δε και παιδειας ἰδιον βεβηλα ἁγιων και ἀκαθαρτα καθαρων διαστελλειν , ὡς ἐμπαλιν ἀνομιας και ἀπαιδευσιας εἰς
ἀναγραφηϲομενοιϲ , κολλυρια δε προϲαγειν ἀδηκτοτατα , εἰ δε και ἀκαθαρτα φαινηται τα ἑλκη . χρηϲτεον οὐν τῳ τε ϲποδιακῳ
9999946 ἠβουλετο
εἰς το προσθε της εὐβουλιας , νυκτωρ ἀναστας ἐτυχεν ὡν ἠβουλετο . καλως οὐν ἀρα και Ἀριστοφανης φησιν : ἡδυς
και τουτου την κεφαλην ξυρησας ἐγχαραττει τῃ κεφαλῃ , ὁ ἠβουλετο δηλωσαι : εἰτα μελανι ἐγκαυτῳ την χαραξιν μελαινει ,
9999946 Μιλτιαδης
δε φιλοσοφων και ἐν Κυνοσαργει διαλεγομενος ἰσχυσεν αἱρετιστης ἀκουσαι . Μιλτιαδης οὐν και Διφιλος Ἀριστωνειοι προσηγορευοντο . ἠν δε τις
Ἐμπεδος , Τιμασιος , Πολεμαιος , Ἐνδιος , Τυρσηνος Καρχηδονιοι Μιλτιαδης , Ἀνθης , Ὁδιος , Λεωκριτος Παριοι Αἰητιος ,
9999946 ἀπεπεμψεν
προκλησιν των Θρᾳκων διηγησαμενον ἀπελθειν : ὁς και προσδους δυναμιν ἀπεπεμψεν , ἡσθεις ὁτι μεγα δυναμενος ἀνηρ ἐξεισι των Ἀθηνων
, και μηδαμως ἀλλως ποιειν . ὁ δε συνωμολογησεν και ἀπεπεμψεν ἐφοδια δους , των Διωνος δε χρηματων οὐτ '
9999946 τελαμωνι
ὁλου του νηπιου διχα της κεφαλης : ὑστερον δε πλατυτερῳ τελαμωνι και ὡσανει πεντε δακτυλων το πλατος ὁλον περιτυλιττειν το
ὁτι φησιν οὑτος ἑωρακεναι το της Ἀθηνας ἀγαλμα ἐν Τευθιδι τελαμωνι κατειλημμενον . και ἠ Καλλιμαχος ἠ οὑτος ψευδεται :
9999946 Ἀγαθοκλης
ὁ Σηλυμβριανος , το δε ἀρχαιον Μεγαρευς : μουσικην δε Ἀγαθοκλης τε ὁ ὑμετερος προσχημα ἐποιησατο , μεγας ὠν σοφιστης
οἱ λοιποι δυνασται βασιλεις ἑαυτους ἀνηγορευσαν . κεʹ . Ὡς Ἀγαθοκλης Ἰτυκην ἐκπολιορκησας διεβιβασε μερος της δυναμεως εἰς την Σικελιαν
9999946 εὐπρεπης
προσθεν ὀρομεναι . τις ποθ ' ἁ νεανις ; ὡς εὐπρεπης νιν ἀμφεπει : χρυσος αἰγληεις βοτρυοκαρποτοκος ἀστερομαρμαροφεγγης τις ἀρα
Ῥαμνουσιου , ὁμωνυμον δε του νυνι κρινομενου Τιμαρχου : ὁς εὐπρεπης ὠν ἰδειν τοσουτον ἀπεχει των αἰσχρων ὡστε πρωην ἐν
9999945 θριδακινης
προσειληφοτα χυλον ψυχουσων βοτανων , κοτυληδονος τε και ὀξαλιδος και θριδακινης και ἀτραφαξυος και ἀνδραχνης και ἀρνογλωσσου και ἀλλων μυριων
καταπλαττε παραπτομενος ῥοδινῳ , ἐξωθεν δε ἐπιτιθει φυλλα σευτλου ἠ θριδακινης . ἐνιοτε δε το ὀπιον και τον κροκον λεαναντες
9999945 ἐξηγησατο
συγκλειειν οἱ Ἀττικοι λεγουσιν . ὁ δε Βακχειος οὐ καλως ἐξηγησατο την λεξιν , παρεγκεκλιμενας φησας . ὁ δε Φακας
ἐμαυτον σηκον ἐς μελαμβαθη δρακοντος , ἐνθ ' ὁ μαντις ἐξηγησατο , ἐλευθερωσω γαιαν . εἰρηται λογος . [ στειχω
9999945 ἐκελευσε
οἰτον ὀλοισθε παρεκ θεου ἀφραινοντες . Κυρος δ ' ἀκουσας ἐκελευσε τον χρησμον διεξενεγκειν τοις Περσαις , ὡς ἐξευλαβηθειεν ἁμαρτανειν
βαθειαν ἐχειν παρηγγειλε , τοις δ ' εὐτολμοτατοις των νεων ἐκελευσε τας βους ἐλαυνειν μετα σπουδης ἀνω προς τα ἀποκρημνα
9999945 πρῳ
. . . . . ὁς δε πρωτος ἐξευρεν το πρῳ ' πιπινειν ; πολλην γε λακκοπρωκτιαν ἡμιν ἐπιστας '
ἡξων . ὁ δ ' ἐλεγεν : Ἠν αὐριον ἰῃς πρῳ , τῃ ἑτερᾳ ἀν αὐλιζοιο παρ ' ἡμιν .
9999944 ἐδωρησατο
θυγατερα και ξυλων παντοδαπων ὑλην εἰς την του ναου κατασκευην ἐδωρησατο . και Μενανδρος δε ὁ Περγαμηνος περι των αὐτων
φυροντες , ὡς δεον , ἐπειδη γλωτταν ἡ φυσις αὐτοις ἐδωρησατο , λελυμενῃ χρησθαι και ἀχαλινωτῳ προς ἁ μη θεμις
9999944 Φαρναβαζον
πλευσας ] [ τον δε της Φρυγιας ] σατραπην [ Φαρναβαζον ] [ ] το ναυτικον [ . ] [
και την Γεργιθα . ὁ δε Μειδιας προσδοκων μεν τον Φαρναβαζον , ὀκνων δ ' ἠδη τους πολιτας , πεμψας
9999944 Αἰγυπτιοι
και ὁ Ὑδασπης οἱ ποταμοι ὀρυγας τρεφουσιν . ὁτι οἱ Αἰγυπτιοι ἱερεις σεβουσι τους ὀρυγας , ἐπειδη αὐτοι τον Σειριον
ὁ των δακτυλων ἐστι κροτος . προτεινουσι δε ἀρα οἱ Αἰγυπτιοι και ξενια αὐταις . ἐπαν γαρ ἀπο δειπνου γενωνται
9999944 μαλακτικα
μεν οὐ μην ϲφοδρωϲ ἁμα τῳ μηδε ξηραινειν ἰϲχυρωϲ ἐϲτι μαλακτικα . ἐϲτι δε ταυτα : αἰγειον ϲτεαρ και το
ἀναπλαττε ῥοδομελιτι και διδου προϲ δυναμιν . Ἀλοηδαρια δια ῥοδομελιτοϲ μαλακτικα κοιλιαϲ ἀλυποτατα . χρω δε αὐτοιϲ ἐπι των περι
9999944 ἐξαλλαγην
ἐν ἁπασι , τῃ δε περι την ἐργασιαν διαφορᾳ την ἐξαλλαγην μηχανησομεθα . το δε ἀγωνιστικωτατον και μαλιστα ἡμιν συμβαλλομενον
οἱ του ἀνθρωποι ἐστιν ἀρθρον . οὐκ ἀρα παρα την ἐξαλλαγην της φρασεως κατα την μεταθεσιν οὐχι του κτηματος ἐστι
9999944 ἐθετο
[ τι οὐν θαυμαστον ] , εἰ [ ἐπιστημην ] ἐθετο [ ὁπερ αὐτῳ ] ? τε και [ Θεοδωρωι
πρωτα και ἀδιαιρετα των σωματων τα σφαιρικα , ἁ πυρ ἐθετο και ψυχην , κινητικωτατα των ἀλλων και δραστικα δια
9999944 ἐπαινῳ
τα γραμματα σου λογοις . ὡν ἐν τοις παρουσιν ἀναγινωσκομενων ἐπαινῳ πολλῳ συ τε ἐτιμω και βασιλευς ὁ μεγας ,
τῳ μεν ἐγκωμιῳ δοξαι και εὐδοξιαι , τῳ δ ' ἐπαινῳ κλεος και εὐκλεια : δοξα μεν γαρ ἐστι το
9999944 χαλαρα
γαρ το ζεον πραϋνθησεται και τα διατεταμενα των σπλαγχνων ἐσται χαλαρα και δια τουτο και τα των πυρετων ἐσονται πραοτερα
: ἐπι πληθους εὐδαιμονιας . Ἀγαθωνειος αὐλησις : ἡ μητε χαλαρα μητε πικρα , ἀλλ ' εὐκρατος και ἡδιστη ,
9999944 ἡμετερῳ
κἀν τε σωματα ἐστι κἀν τε μη , οὐδεν τῳ ἡμετερῳ λογῳ λυμαινεται : ὑφισταται γαρ ἐν τῃ ἡμετερᾳ διανοιᾳ
ἐων οἱον μιν ἐγω τα πρωτ ' ἐνοησα οἰκῳ ἐν ἡμετερῳ πινοντα τε τερπομενον τε , ἐξ Ἐφυρης ἀνιοντα παρ
9999944 ἐπηκολουθησε
ἡμετεροις ἐγενετο , δισμυριων που σχεδον ἀθροων ἀπολομενων . εἰτα ἐπηκολουθησε τα περι Ἀκυληϊαν γενομενα και ἡ παρα μικρον της
ἐκ της παρεμβολης ἐκπιπτουσι μετα θορυβου και κραυγης ἑτερος μειζων ἐπηκολουθησε κινδυνος . των μεν γαρ Ἀγαθοκλει συντεταγμενων Λιβυων εἰς
9999943 βουλοιο
, ἐγω δε , εἰ μεν αὐτο ἐφ ' ἑαυτου βουλοιο τοὐμον σκεπτεσθαι , και πανυ ἀσφαλης εἰμι . δουλειαν
τε γαρ οὐκ ἀν παραναλισκοις πλειω τε οὐκ ἀν ἠ βουλοιο πινοις χωρα τε οὐκ ἀν εἰη πονηραις αἰτησεσιν .
9999943 Παλαιστινῃ
Ἐστι δε και ἀλλος λιθος ἰσχυρος την δυναμιν ἐν τῃ Παλαιστινῃ Συριᾳ γεννωμενος , Ἰουδαϊκος ὀνομαζομενος . Εἱς των ἰσχυραν
Ἀσσυριους Κυπριων Παφιοις και Φοινικων τοις Ἀσκαλωνα ἐχουσιν ἐν τῃ Παλαιστινῃ , παρα δε Φοινικων Κυθηριοι μαθοντες σεβουσιν : Ἀθηναιοις
9999943 κατεσκευασθη
ὁ ἡλιος ὀργανον ἐπι τοις μεταβαλλομενοις τουτοις σωμασι τῳ δημιουργῳ κατεσκευασθη . Και ταις αὐξομειωσεσι δε ἡ σεληνη , τας
δε και τα λοιπα μερη της νεως ἐν μησι ἑξ κατεσκευασθη και τοις χαλκοις ἡλοις πασα περιεληφθη , ὡν οἱ
9999943 κοιλοτητι
κεραμος : οὑτος γαρ ἐχων κοιλοτητα και κυρτοτητα ἐν τῃ κοιλοτητι περιεχει το του οἰνου σωμα : κἀν γαρ ξεσωμεν
δε μειουμενα προς ἀκρον ὀξυ κυρτουμενα τε τοσουτον ὁσον τῃ κοιλοτητι συναρμοσαι του τοιχου και τας ἁπαντων κορυφας εἰς μιαν
9999943 λαμβανεσθω
ἠ πολτοις . και καθ ' ἑαυτο δε δις ἡψημενον λαμβανεσθω το δε πινομενον ὑδωρ ὀμβριον ἐστω και ἐφ '
ἱκανα . εἰσαγεσθω δη μετα τουτον ὁ Δημοσθενης , και λαμβανεσθω κἀκεινου λεξις ἐκ μιας των κατα Φιλιππου δημηγοριας ,
9999943 ἐχρησαμεθα
ἡλικιας , δεδωκε σοι ἀν και των λοιπων συστοιχων . ἐχρησαμεθα ἁπλως τῃ καθολικῃ θεραπειᾳ . ἐρχομεθα παρα την του
αἰσθητων κεκληκαμεν , ὡδε και ἀπο των προς την ἁφην ἐχρησαμεθα τισι μεταφοραις . ὁταν μεν οὐν ἐπ ' ἰσης
9999943 λειωθεισα
, ἠ καλαμινθης χυλος ὁμοιως χλιαρος ἐγχεομενος , ἠ σμυρνα λειωθεισα συν γαλακτι γυναικειῳ και ἐγχεομενη . [ Προς αἱμοῤῥοϊαν
τα κατα γαστερᾳ γινομενα , και ῥουν γυναικειον ἱστησι . λειωθεισα δε συν στεατι χοιρειῳ και ὑγροπισσῃ και ἑψηθεισα ἑλκη
9999943 γιγνομεθα
μη με ἑκων ἀφιοι . Ἱνα δ ' ἐκπερανω , γιγνομεθα ἐν τῃ Σμυρνῃ Διονυσιοις , και παρην ὁ Σεβηρος
, αὐτος δε συνεξιεναι μετ ' αὐτων , και ἐπειδη γιγνομεθα προς τῃ πυλιδι , οὑ ἡ ἐκτροπη προς το
9999943 ποτηριῳ
χλωρα Κυθνιου παρατεμων , βοτρυδιον τι , χοριον , ἐν ποτηριῳ γλυκυν : το τοιουτον γαρ ἀει πως μερος ἐπιπαιζεται
το μεγεθος παιζοντες οἱ ποιηται και συγγραφεις πλειν αὐτον ἐν ποτηριῳ ἐμυθολογησαν . Πανυασις δ ' ἐν πρωτῳ Ἡρακλειας παρα
9999942 μνημα
σαφως ἐπιστας ' , Ἰονιος κεκλησεται , της σης πορειας μνημα τοις πασιν βροτοις . σημεια σοι ταδ ' ἐστι
δ ' ἀποδοκιμασθειησαν , την μεν οὐσιαν ἐλαμβανον διπλην , μνημα δε αὐτοις ὡς νεκροις ἐχωννυτο ὑπο των ὁμακοων ,
9999942 γνωστικη
ἑξεως εἰναι την γνωσιν των ἀρχων . κρειττων δε ἐπιστημης γνωστικη ἑξις οὐκ ἐστιν ἀλλη ἠ νους : νους ἀρα
τον αὐτον λογον διαιρει , ἐπειδη δι ' ὁλου ἡ γνωστικη δυναμις ὁμοειδης ἐστι προς ἑαυτην , τας τε διαφορας
9999942 χαλκουν
ἡ αἰθυια δε την θαλασσαν ἐντρεχει δοκους ' ὡδε κἀκεισε χαλκουν εὑρησειν . Πας ὁπερ ἀποβαλλει , και ζητει τουτο
Γαϊου , ἐν δε τῃ μεγιστῃ και περισημοτατῃ και ἀνδριαντα χαλκουν ἐποχουμενον τεθριππῳ . και τοσουτον ἠν το ταχος και
9999942 κυνες
. . ἐκ δ ' ἀρα κολπων γαιης θρῳσκουσιν χθονιοι κυνες οὐποτ ' ἀληθες σημα βροτῳ δεικνυντες . ἠεριων ἐλατειρα
χονδρωδη δ ' οὑτω λεγεται : πολυποδες , γαλεοι τε κυνες . μαλακια δε καλειται τα τευθιδωδη . σελαχια δε
9999942 χαλκευς
των τοιουτων δεηθῃ , και παλιν γε ὡς ἐκεινον ὁ χαλκευς , ὁταν σιτου . κουρεα δε ἠδη πωποτ '
ἐμοι ἐδοξε μονονουχι αὐτο γινομενον το ἐργον . Ὁ δε χαλκευς ἐκεινος οὐκ αἰδειται και αὐτος ἐπιδεικνυμενος την αἰσχυνην του
9999942 πληθυντικῃ
κοκκυγος . σημειωδες δε το ὀνυχος . καθολου τε τῃ πληθυντικῃ εὐθειᾳ ἑπομενη ἡ ἑνικη γενικη χρηται τῳ αὐτῳ συμφωνῳ
τοιουτο , δια τουτο τα μετα τα δυϊκα ἀοριστουμενα μιᾳ πληθυντικῃ περιλαμβανεται ἐκφορᾳ : ἀοριστουμενα δε εἰπον δια τον πεντε
9999942 ἐβοησεν
ὁτι Γαϊῳ χρηστεον συμμαχῳ , ἡσθη τε ὁ παις και ἐβοησεν ὡς ὁν ἐχρην εὑρον . ἐφαινετο οὐν και παλαι
Ὁτι Καισαρ παρατασσομενος ὁρων τους στρατιωτας φευγοντας του ἱππου καταβας ἐβοησεν ἐμε , ὠ συστρατιωται , καταλιποντες ταις χερσι των
9999942 φονευς
ὁποτερου αὐτων ἐστιν , [ ἐτι δε σαφεστερον ] ὁ φονευς ἀν ἐλεγχθειη . Οἱ τε γαρ ἁμαρτανοντες ὡν ἀν
, . * . Ἀλαστωρ : ὁ ἁμαρτωλος ἠ ὁ φονευς ἠ ὁ ἐφορων τους φονους Ζευς . κατα μεν
9999942 κρασεσι
ἐπειδη τουτοις ὁσα οἰκεια ταις ὡραις και ταις ἡλικιαις και κρασεσι και ταις των νοσηματων καταστασεσι φαινεται μετριωτερα δει νομιζειν
ἀγαθος ἁπασι τοις θερ - μαινεσθαι δεομενοις φλεγματωδεσι και ψυχραις κρασεσι , και ψυχρων χυμων πληθος ἠθροικοσιν , ἀργως βιουσιν
9999942 μακαρια
δικαιως , συ τε παντων τυχοις των ἀγαθων και εἰης μακαρια : εἰ δε ἀδικως , συ τε του αὐτου
και φυτοις και βοταναις και ὑδασι την ἑαυτης δυναμιν ἡ μακαρια φυσις ἐνεδειξατο . και τα μεν ἀναγκαια ἡμιν δωρα
9999942 Κιθαιρωνα
Πολυνεικης , τοξῳ Παρθενοπαιος . ὡς δε ἠλθον εἰς τον Κιθαιρωνα , πεμπουσι Τυδεα προερουντα Ἐτεοκλει την βασιλειαν παραχωρειν Πολυνεικει
μεν ἀπο των Σκειρωνιδων πετρων ἐπι την Βοιωτιαν και τον Κιθαιρωνα , διειργουσα δε την κατα Νισαιαν θαλατταν ἀπο της
9999942 ἀσφαλες
και γυναικων και παιδιων , ἐνταυθα συγκαταπεφευγος ἠν δια το ἀσφαλες του χωριου . τουτο δ ' ἠν αὐτοις ὀλεθρος
ἐστιν ἐπιμελως ἀναπυνθανου : και εἰ μη παρ ' αὐτων ἀσφαλες εἰη σοι πυνθανεσθαι , το παρον ὑπερθεμενος παρ '
9999941 ἠνυετο
ὡς ἀν δια τουτων νυκτος λαθωσιν εἰσελθοντες ὁπλιται . και ἠνυετο το ἐργον : ἀλλα τουτο μεν ὑστερον περιττον ἐδοξε
πασαις αὐτον κολακειαις μετατρεπειν ἐμηχανατο . ὡς δ ' οὐδεν ἠνυετο τουτοις πλεον αὐτῳ , μαλλον ἐκεινου τῳ θυμῳ διεγειρομενου
9999941 κεκληκεν
ὁ κωμικος αὐχμᾳς ἐφη . τον δε τοιουτον αὐχμηρον Ξενοφων κεκληκεν , ὡς Πλατων αὐχμηροτατον . ἐπι δε του ἐναντιου
τουτων γενη θηρατων περιφροσυνη διετεκμηρατο . Και τον μεν τοξευτηρα κεκληκεν : ξουθον ἐκεινῳ το εἰδος , περιφερη τα μελη
9999941 νομοθετικη
το προσφορον . ὡσπερ γαρ ἐφην ἀρτιως , ἡ μεν νομοθετικη θεισα τους νομους εὐθυς ἀπηλλακται , και ἡ δικαστικη
' ἐπιστανται βραχυ σωφρονειν ; τι δε ἡ σεμνη σοι νομοθετικη και τα μεγαλα ἀνθρωποις εὑρισκουσα ; οἰμαι μεν παραχωρησεται
9999941 ἠγετο
αἱ δ ' ἀλλαι κατοικιαι περιπολιοι της Νικοπολεως εἰσιν . ἠγετο δε και προτερον τα Ἀκτια τῳ θεῳ , στεφανιτης
εἰς ἀγωνα ἐνεβαλεν . τα δε Ληναια ἐν τῳ μετοπωρῳ ἠγετο , ἐν οἱς οὐ παρησαν οἱ ξενοι , ὁτε
9999941 φιλανθρωπια
οὑτω σοφον βουλευμα τας πολλας χειρας νικᾳ ὡς εὐσεβεια και φιλανθρωπια οὐ μονον νικᾳ τας πολλας χειρας , ἀλλα και
, ἀλλα δικαιοσυνη | μεν το των Αἰακιδων καλον , φιλανθρωπια δε δεικνυσι το των [ Ἀθηναιων ἐξαιρετον : .
9999941 σπουδαια
ἀναγκη μεν θεασασθαι και γνωριζειν : ἀνευ γαρ γελοιων τα σπουδαια και παντων των ἐναντιων τα ἐναντια μαθειν μεν οὐ
περιττολογειν και ἐμποδιζειν ἀλλοις θελουσι λεγειν , ὡς ἀν τα σπουδαια λεγοντες ἐξελθοιεν , μεχρις ἀν και το ὑδωρ ἐκχυθῃ

Back