κλινομενη δ ' ἑστηκε μετατροπος ἀζυγι παλμωι , ἀξονιην τροχοεσσαν ἰτυν μελλουσα κυλινδειν , ἑβδομον ἐσσυμενη τελεσαι χρεος : ἀλλα
το τελευταιον μερος . ὁταν οὐν λεγῃ “ ὀφρ ' ἰτυν καμψῃ , ” τουτο σημαινει . ἰτην , δυϊκως
9999812 δωμα
' ἐπειτα ἑῳ ἐγκατθετο κολπῳ . Ἡ μεν ἐβη προς δωμα Διος θυγατηρ Ἀφροδιτη , Ἡρη δ ' ἀϊξασα λιπεν
διοτρεφεος βασιληος . ὡστε γαρ ἠελιου αἰγλη πελεν ἠε σεληνης δωμα καθ ' ὑψερεφες Μενελαου κυδαλιμοιο . και Ἀριστοφανης ἐν
9999805 ἠναγκαζοντο
ἑτερον ἐπι τους περι τον Ἀππιον οὐπω την ἐξουσιαν παρειληφοτας ἠναγκαζοντο καταφευγειν , τα μεν ἐν ταις ἐκκλησιαις δεομενοι ,
ὀρων , και μαστιγουμενοι και δεδιοτες και ὠθουμενοι και τρεμοντες ἠναγκαζοντο ἀποθνῃσκειν . ὡσπερ οὐν εἰ δυο ἀνθρωπω παλαιειν οὐκ
9999804 ἀπαιδες
ἐλθουσα θαψῃς την Πολυξενην : ὁσον το κατα σε μερος ἀπαιδες ἐσμεν . ὁσον το κατα σε ἡκεν : ἐζη
τροπων ἠθη συννομα πειρασθαι προσαρμοττειν . και ὁσοι μεν ἀν ἀπαιδες αὐτων ἠ ὀλιγοπαιδες ὀντες διαφερωνται , και παιδων ἑνεκα
9999804 θεατρα
τον γαρ προ του χρονον οὑτω κεκολασμενος ἀτακτως ἐς τα θεατρα ἐφοιτα και ἐπι την τουτων ἠχω . εὐδοκιμουντι δε
φρονησας εἰκοτως περιιστατο των πολλων , οὐδεμιαν φιλοτιμιαν περι τα θεατρα ποιουμενος . διο τοσουτον αὐτον ἐβλαπτε τουτο ὁσον ὠφελει
9999803 ἀπορῳ
: ἀντι του καταλιπων την αὐτου φυλακην ἀλλ ' ἐν ἀπορῳ ἠσαν εἰκασαι : ἀποριαν εἰχον μεχρι και εἰκασμου .
φοβει τε ἠδη λιμον , ἐπειδαν τ ' ἐν τῳ ἀπορῳ γενωμεθα ἐτι μαλλον φοβησει , χωρις δε τουτων ὁ
9999800 πιθανωτερα
ψυχρων και βαρεων ἀποκρινομενων του παντος . Ἐστι δε τις πιθανωτερα δοξα ταυτης εἰρηκοτων ἐνιων , ὡς οἱ διᾳττοντες ἀστερες
των ? [ γαρ ἀποντων ] αἰει τα [ παροντα πιθανωτερα ] και ? [ ἐπιδοξος ] ἑκαστος ἐστιν ἠ
9999799 λαβωσι
οἱ ἀρχιτεκτονες συγγραφονται παραιρειν τα προς την μητραν , ὁπως λαβωσι του ξυλου το πυκνοτατον και μαλακωτατον . Των δε
δωρα λαμβανοντας παρα των φιλοδικων , ἀλλα και δαπανωντας ἁπερ λαβωσι , και τρεφομενους ἐκ των ἀλλοτριων : οἱα τε
9999798 ἀποριᾳ
' αὐτων τον οὐρανον . Παντα γαρ που τα τοιαυτα ἀποριᾳ ὀψεως , και ἀσθενειᾳ δηλωσεως , και γνωμης ἀμβλυτητι
προτιμωσιν ἁπαντων το καλλος ; ἀλλ ' ἱνα μη δοξωμεν ἀποριᾳ των περι καλλους λογων περι ταὐτα διατριβειν ἀει ,
9999797 ἀεικες
' εἰ συ συμμαχος . σκηψιν [ δε τοι ] ἀεικες ἐστ ' ἐχοντα προς πατραν μολειν . Εὐρυσθεα γαρ
δυναμιν και χρημασιν ἠσαν ἀγητοι , και τοις ἐφρασαμην μηδεν ἀεικες ἐχειν : ἐστην δ ' ἀμφιβαλων κρατερον σακος ἀμφοτεροισι
9999796 ἐπεκληθη
πεπληρωται δ ' ὁ κυκλος . ἐντευθεν ἠδη και τριοδιτις ἐπεκληθη και των τριοδων ἐποπτης ἐνομισθη δια το τριχως μεταβαλλειν
οὑτως ἀπωλετο του σανδαλιου αὐτου ἐκβρασθεντος ὑπο του πυρος . ἐπεκληθη δε και κωλυσανεμας δια το ἀνεμου πολλου ἐπιθεμενου τηι
9999795 κωμα
μογις θυμουται , μεγα κακον : καρος γαρ μαλλον ἠ κωμα μελεταται . ζητει δε τα ἀπο της μνημης ,
νοθη φρενιτις ἡ τοιαυτη καλειται και το καλουμενον ἐργαζεται ἀγρυπνον κωμα . Γνωρισεις δε και την ἐξ ἐπιμιξιας γινομενην φρενιτιν
9999795 στατηρα
σταθμα , στασιμα ὠνομασεν ἐν Ὑϊ Κηφισοδωρος ὁ κωμικος . στατηρα δ ' οἱ της κωμῳδιας ποιηται την λιτραν λεγουσιν
ἐξερχεται τε πανταχος ' ἠδη πιομενη , δεχεται δε και στατηρα και τριωβολον , προσιεται δε και γεροντα και νεον
9999795 ἐρωσι
, ὁτι πολυν χρονον τα μελη κοιμισαντες , τοις Ἐφυραιοις ἐρωσι τουτον ἀφηκαν ποιμαινεσθαι . ὠ πως ἀν εἰποιμι μεθ
ἐκεινος την ἐπιθυμιαν εἰς ἡμας ἐπιπεμψῃ : πορθουντα ἡμας τοις ἐρωσι και [ δια ] παντος κακου ποιουντα πειραθηναι τους
9999795 Λακωνες
κατοικιαν . της ἡσσονος : ἡσσονες γαρ τα θαλασσια οἱ Λακωνες ἠν τε : ὁ τε περισσος οὐκετι ἐκ του
ΠΥΛΕΩΝ . οὑτως καλειται ὁ στεφανος ὁν τῃ Ἡρᾳ περιτιθεασιν Λακωνες , ὡς φησιν Παμφιλος . ἀλλα μην και ΙΑΚΧΑΝ
9999794 Δημοσθενες
αὐτῳ : ὁ δε δημος ὁ Ἀθηναιων ποι καταφυγῃ , Δημοσθενες ; προς ποιαν συμμαχων παρασκευην ; προς ποια χρηματα
λαβειν , και προς τουτοις ἐν τῳ ψηφισματι γραψαντος ὠ Δημοσθενες σου και ἑτερων πολλων , ζητειν την βουλην περι
9999794 εὐεργετημα
χωραν , ἐν δε τῳ κατα αἰτησιν οὐ : ἐπειδη εὐεργετημα , οὐκ ἀδικημα το γενομενον : ἀλλοι δε καιρον
μεν κατηγορον το ἀδικημα αὐξειν , τον δε φευγοντα το εὐεργετημα ἐν τῃ ἑαυτου προβολῃ : ἡ δε γνωμη ἐστι
9999794 Ἑλλησποντῳ
ἀκρον νδʹ γοʹ μʹ ∠ ʹʹδʹʹ ἀπο δε ἀνατολων τῳ Ἑλλησποντῳ , ἐν ᾡ πολεις : Κοιλα νδʹ ∠ ʹʹγʹʹ
του Πυθεω ἀνδρος Ἀβδηριτεω , ἡλωσαν κατα Βισανθην την ἐν Ἑλλησποντῳ , και ἀπαχθεντες ἐς την Ἀττικην ἀπεθανον ὑπο Ἀθηναιων
9999794 ἀλεξητηρια
λεγει τα ἀλεξητηρια : ἱνα δε και πασαις ταις βλαβαις ἀλεξητηρια κατασκευασας θαρρῃς : λειπει δε το λεγω σοι ,
ποιεει , ἑλκωδες τε ἐστι και ἐντερου και ἑδρης : ἀλεξητηρια δε τουτεων γεγραψεται . Ἀνευ μεν οὐν ῥοφηματων μελικρητῳ
9999794 Ἀνδρομεδαν
σταυροις ἀνορθουμενους , και μαλιστα περι τον Κηφεα και την Ἀνδρομεδαν , ἐπι δε του δυνοντος ἠ ἀνθωροσκοπουντος ζωντας καιομενους
τουτοις γενομενων ὁρκων , ὑποστας το κητος ἐκτεινε και την Ἀνδρομεδαν ἐλυσεν . ἐπιβουλευοντος δε αὐτῳ Φινεως , ὁς ἠν
9999793 ἰσοσκελες
εἰς τον κυκλον και ἐφ ' ἑκαστης των πλευρων ἑτερον ἰσοσκελες συνιστας προς τηι περιφερειαι του κυκλου και τουτο ἐφεξης
ΑΕ , ΒΕ . και συνεσταται ἐπι της ΑΒ τριγωνον ἰσοσκελες το ΑΕΒ ἐπι της ΑΒ : ἐπει γαρ κεντρον
9999793 Τηλεκλειδης
ἱστοριαν συνθεις , εἰτ ' Ἐπιμενιδης ἐστιν ὁ Κρης ἠ Τηλεκλειδης εἰτ ' ἀλλος τις . . . , :
και Διι Κακουμενῳ : τω προσεμφερη την σοφιαν . οὑτω Τηλεκλειδης Ἡσιοδοις και οἱ λοιποι . ἀμφοτερα : κατ '
9999793 εὐπορια
και ὑψοπρῳρα δια τας ἀμπωτεις , δρυϊνης ὑλης ἡς ἐστιν εὐπορια : διοπερ οὐ συναγουσι τας ἁρμονιας των σανιδων ,
το δε εὐτυχια , το δε εὐδοξια , το δε εὐπορια . Αἱ τεχναι εἰς τρια διαιρουνται : ἡ μεν
9999793 ἀπικετο
Ἐγεγονεε μεν δη ὡδε Ἀλεξανδρος ὁ Ἀμυντεω . Ὡς δε ἀπικετο ἐς τας Ἀθηνας ἀποπεμφθεις ὑπο Μαρδονιου , ἐλεγε ταδε
μεν γαρ τοισι Κυπριοισι εἰρηται ὡς τριταιος ἐκ Σπαρτης Ἀλεξανδρος ἀπικετο ἐς το Ἰλιον ἀγων Ἑλενην , εὐαεϊ τε πνευματι
9999792 ἐσπουδακοτα
Ἀκακιον ἐπεμψας , οἰδα σοι χαριν , ἐδεικνυ γαρ τον ἐσπουδακοτα και βουλομενον ἐργον ἰδειν , ἀλλος δ ' ἀν
πως ἀν , πυθομενος ] μηδε ἑν του πραγματος , ἐσπουδακοτα μ ' αἰσθοιο συλλαβοις τε μοι ; ἐσπουδακοτα ;
9999792 χρυσουν
μεν ξανθων ἱππων ἀγελας , αἰγων τ ' ἀγελην , χρυσουν τε σακος * * * φιαλην τε λεπαστην ,
καινον χρυσιον ] τωι προτερωι ἐτει ἐπι Ἀντιγενους Ἑλλανικος φησι χρυσουν νομισμα κοπηναι . και Φιλοχορος ὁμοιως το ἐκ των
9999792 ὁμοφωνως
. . δ : . . . λεγεται δε και ὁμοφωνως τωι ἀρσενικωι , κατα τους παλαιους : Αἰθιοπα γουν
Γελωνου του Ἡρακλεους , του Ἀγαθυρσου ἀδελφου . ὁ οἰκητωρ ὁμοφωνως . ὀξυνεται δε . ἐστι δε ἡ πολις ξυλινη
9999791 ἀγνωμονες
ἀγαθα περιποιησησθε , ὁρατε ὑμεις , πως ἀνισοι ἐστε και ἀγνωμονες . τι δε και βουλεσθε μαλλον ; ἀργυριον ἠ
, ἀλλα των τας τιμας παρεχοντων , ἱνα , κἀν ἀγνωμονες ὠσι , δια γε τους νομους ἀμοιβην ἀπονεμοιεν τοις
9999791 ἐβουλευσατο
, ἐκεινο δοκει πρωτον των ἀλλων παντων αἱρεισθαι περι ὡν ἐβουλευσατο . Μετα ταυτα ζητει περι τινων βουλευονται οἱ ἀνθρωποι
' ἐσθ ' ἁ και καθ ' αὑτον ὁ δημος ἐβουλευσατο , τινα ταυτ ' ἐχει τοις ἀνδρασι φαυλοτητα ,
9999791 συγγενη
νυξ . ὡσπερ δε ἐκει ἐκλειψιν σεληνης και αὐξησιν ὡς συγγενη ἀλληλοις τῳ περι αὐτην και ἀμφω ζητεισθαι παρελαβε ,
ταυτα οὑτως , ἀρ ' οὐκ ἐξ ἀναγκης τα ψυχης συγγενη προτερα ἀν εἰη γεγονοτα των σωματι προσηκοντων , οὐσης
9999791 συγγενειᾳ
' αὐτον οἰδε νους . μετουσιᾳ δε και ἀλλοιωσει και συγγενειᾳ τα ὑπερ αὐτον . εἰ δε μη παντες ταυτα
ἀλλ ' ἡμιν γε ἀμεινον δεσποτας φυλαττεσθαι ἠ τῃ ἡμετερᾳ συγγενειᾳ χαριζεσθαι . ” οὑτω και των οἰκετων οὐ μεμπτεοι
9999791 κλυσματι
στοματι : ὁταν δε φλεγμαινωσι τῃ δια μορων κεχρημεθα και κλυσματι ὑδροροσατῳ . Γαργαρεων ἐστιν , ὁ λεγεται σταφυλη :
παντων ἠδη ληθη ἠν των δυσχερων . και δη και κλυσματι χρησασθαι ἐπεταχθην . ὡσθ ' ὁ μεν ἰατρος οὐκ
9999791 Ἑλληνικα
πολιν ἡν * Αἰνιανα καλεισθαι , και δεικνυσθαι ὁπλα τε Ἑλληνικα ἐνταυθα και σκευη χαλκα και ταφας : ἐνταυθα δε
των Ἀττικων δε ἐστιν . κεκτημαι και ἐκτημαι , ἀμφοτερα Ἑλληνικα . Θουκυδιδης ἑκατερως : „ και οὐδεν το προτερον
9999790 γυναικοϲ
τα τηκτα . Ἐν Ἀλεξανδρειᾳ , φηϲιν , ἐπι τινοϲ γυναικοϲ κινδυνευουϲηϲ ζητηϲαϲ λυχνιδα και μη εὑρηκωϲ , εἰ μη
Κλ ? [ ἀνδροϲ [ ὁμονοιαν ] [ ] και γυναικοϲ ! [ ἐκ του ? ? ? [ !
9999790 ἀφοριζει
των σφυγμων πυκνοτητος τε και σκληροτητος οὐσα , τον πυρετον ἀφοριζει . εἰδη δε πυρετων κατα παντας δυο , ὁ
κατεγραφησαν εἰς την σφαιραν . Ὁ μεν γαρ ἀρκτικος κυκλος ἀφοριζει τα ἀει θεωρουμενα των ἀστρων . Ὁ δε θερινος
9999789 ἀποδιδῳ
: ἐγγιον γαρ της πρωτης οὐσιας ἐστιν . ἐαν γαρ ἀποδιδῳ τις την πρωτην οὐσιαν τι ἐστιν , οἰκειοτερον και
συνωμολογει . Οὐκουν ὁσῳ ἀν τις μειζω ἀγαθα παθων μη ἀποδιδῳ χαριν , τοσουτῳ ἀδικωτερος ἀν εἰη ; συνεφη και
9999789 ἐτεσι
: ὡς γαρ και ὑμεις ὁρατε , και ἐπι πλειστοις ἐτεσι διαρκουσας τροφας ἐχομεν . εἰ γουν δοκει σπονδας ποιησαμενοι
ἐκ της διορθωσεως ἐπιλελογισμενων ἀποκαταστασεων . ἐν μεν τοινυν Αἰγυπτιακοις ἐτεσι τ και νυχθημεροις οδ ὁ μεν ἡλιος ὑποκεισθω ποιουμενος
9999789 ἐλαβετο
. ὡς δε οὐ συνιει , ὁ δε τῳ στοματι ἐλαβετο , και ὠρεξεν οἱ , και εἱπετο ἐκεινος ,
ὑμιν ὡς ἀν δυνωμαι ἀριστα . ἀκουσας ταυτα ὁ Ἀγησιλαος ἐλαβετο της χειρος αὐτου και εἰπεν : Εἰθ ' ,
9999789 ἀπαρεμφατῳ
. Ν . παντα μαλ ' ἀτρεκεως ἀγορευεμεν : ὁτι ἀπαρεμφατῳ χρηται ἀντι προστακτικου ἀγορευεμεν ἀντι του ἀγορευε . .
' ἐυκνημιδας Ἀχαιους ἐπαϊξαι : ἡ διπλη , ὁτι τῳ ἀπαρεμφατῳ ἀντι προστακτικου ἐχρησατο . Ζηνοδοτος δε Αἰνειωο γραφει .
9999788 ἐναργες
, ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι , τους Ἑλληνας , εἰ μεν ἐναργες [ τι ] γενοιτο και σαφες ὡς βασιλευς αὐτοις
ἀμαθεις ταυτα ἀσπαραγους καλουσιν . ἐνδειγμα : δειγμα , τεκμηριον ἐναργες . ὡς ἐπιθυμημα ἀντι του ἐπιθυμια , οὑτως ἐνδειγμα
9999788 Ἀνδρομαχην
ἡ γυναικεια διεστηκε φυσις . ἐγω δε και των προς Ἀνδρομαχην Ἑκτορος λογων ἐτι που μεμνημαι . ὁρων γαρ τι
ἐπαθε κακα : ἠν γαρ εἰκος τῃ ὑποθεσει τῃ περι Ἀνδρομαχην ἀκολουθα γενεσθαι αὐτῃ τα ἀποτελεσματα . παλιν αὐ ἀνηρ
9999788 Αἰσχινης
σχημα τιθησιν : εἰ ἐκρινομην μεν ἐγω , κατηγορει δε Αἰσχινης , Φιλιππος ἠν ὁ κρινων : ταυτα γαρ οὐτε
ἡ Ἀθηνα θερμα λουτρα τῳ Ἡρακλει ἐποιησε . Θερσανδρος : Αἰσχινης κατα Τιμαρχου . ὁτι παιδεραστης οὑτος σφοδρος και Ἀριστογειτων
9999788 Εὐρυσθεως
Ἡραν τουτοις ἐπαγων , ὡς αὐτην ταυτα Ἡρακλει δι ' Εὐρυσθεως ἐπαγγελλουσαν , το οὐ πιστον του λογου ἀποκρυπτειν ἐθελοι
δε και οἱ ἀλλοι Ἡρακλειδαι και οἱ συν αὐτοις ἀποθανοντος Εὐρυσθεως κατοικιζονται παλιν ἐν Θηβαις . ἐν δε τουτῳ και
9999787 ἡττατο
βλεψειν οἱ κριται : οὐτ ' ἐβιαζετο στρατιωτης οὐθ ' ἡττατο στρατιωτων βασιλευς οὐδ ' οὑτως ἐπεπαιδευτο το ἀρχομενον κακως
οὐσιαι συμβουλευσαντος αὐτωι Δαμωνιδου του Οἰηθεν , ἐπει τοις ἰδιοις ἡττατο διδοναι τοις πολλοις τα αὑτων , κατεσκευασε μισθοφοραν τοις
9999787 δευτερῳ
μεταφυτευσις τον καρπον ποιει . και τα μεν ἐνριζα τῳ δευτερῳ ἐτει , ἠ και θαττον τον καρπον ἀποδιδωσι :
Πυρρον Μολοσσον Αἰακιδην και Τρωαδα . Λυσιμαχος δε ἐν τῳ δευτερῳ των Νοστων [ . ] φησι Προξενον * *
9999787 ἐλατη
και ἐστι και παρ ' ἡμιν , οἱον πευκη δρυς ἐλατη πυξος διοσβαλανος φιλυρα και τα ἀλλα δε τα τοιαυτα
ὡς εἰς μηκος αὐξητικα μαλιστ ' ἠ μονον , οἱον ἐλατη φοινιξ κυπαριττος και ὁλως τα μονοστελεχη και ὁσα μη
9999787 ἐζητησεν
ἀλλων πολιτων οὐ κοινην , ἀλλ ' ἰδιαν την σωτηριαν ἐζητησεν . Ἀγανακτω δε μαλιστα ὠ ἀνδρες , ἐπειδαν ἀκουσω
ἀναιρεσεως . Τουτο δ ' ἐντος οὐ πολλου χρονου παις ἐζητησεν οὐδε δωδεκα ἐτη γεγονως τον δεσποτην ἀποκτειναι : και
9999787 ἀφῃρειτο
θυρᾳ , την μετελθουσαν αὐτον . και ὁ Θεοφημος με ἀφῃρειτο , και ἐγω την μεν ἀνθρωπον ἀφηκα , εἰς
χειρονων ἡγεισθαι ἡ λαθραια τε και νυκτερινη ἐκ σφων ἐπιθεσις ἀφῃρειτο , εἰ τε τι ἐκ του παραλογου πταισμα σφισι
9999787 ἀμφιβολια
κατα συνθεσιν και διαιρεσιν . ἐστι δε κατα πνευμα μεν ἀμφιβολια ὡς τοδε . κατελιπε τις φιλῳ την οὐσιαν ,
μολειν ] γρ . φυγειν . οὐκ ἐνι στασις ] ἀμφιβολια . τουτο οὐκ ἀδηλον . φευ , ταχεια ]
9999787 φαινομεθα
κριθησεται , οὐ δη καλον , ἀφ ' ὡν εὐδοκιμουντες φαινομεθα και μεθ ' ὡν ἐπιτηδευματων διαγεγοναμεν , ἀκυρα ποιειν
ὁσα πολυχορδα και πολυαρμονια , δημιουργους οὐ θρεψομεν . Οὐ φαινομεθα . Τι δε ; αὐλοποιους ἠ αὐλητας παραδεξῃ εἰς
9999787 Εὐδοξου
ὁμεστιος θεοις ; ποθεν ; Ἐξηκεστιδης ἐχων λυραν , ἐργον Εὐδοξου , τιταινει ψιθυρον εὐηθη νομον . Χωρει ' πι
προετραπη ὑπ ' αὐτου τα Φαινομενα γραψαι , του βασιλεως Εὐδοξου ἐπιγραφομενον βιβλιον Κατοπτρον δοντος αὐτῳ και ἀξιωσαντος τα ἐν
9999787 δισχιλια
οὐκ ἐχω λεγειν ὁποσα , πλειω δ ' οὐν ἠ δισχιλια ἐστι , μηδε ῥημα γε αὐτο μονον των ὑπ
Ἰωνιας , τινα μαλιστα ἀν τροπον εὐδαιμονοιη , εἰς ἐπη δισχιλια . των δε ᾀδομενων αὐτου εὐδοκιμησε ταδε : ἀστοισιν
9999786 ὑποτακτικα
. μη τι κορυψῃ : οὐ περισπαται . τα γαρ ὑποτακτικα ὁμοιως ἡμιν οἱ Δωριεις προφερουσι . το δε κορυψῃ
, αὐθαδη δε , ἐν δε τοις ἀνθρωποειδεσιν ἐπιεικη και ὑποτακτικα , ἐν δε τοις τροπικοις εἰς μεταπρασιν . Ὠνεισθαι
9999786 ἐνικα
ἐβουλευσαμεθα περι του τι χρη ποιειν , ἀλλ ' εὐθυς ἐνικα σοι το πραγμα ἐπιτρεπειν ὡς εὐνῳ τε ἡμιν και
ἐπιοντι ἐτει [ ᾡ ἠν Ὀλυμπιας , ᾑ το σταδιον ἐνικα Κροκινας Θετταλος , Εὐδιου ἐν Σπαρτῃ ἐφορευοντος , Πυθοδωρου
9999786 Χρυσης
των λογων ἀποδιδωσιν , ὡσπερ ἐν ἀρχῃ πεποιηται αὐτῳ ὁ Χρυσης ἐν τοις προς τους Ἑλληνας λογοις χρησιμωτατῳ προοιμιῳ κεχρημενος
σπονδειακα , περι ὡν μελλει λεγειν , οἱον δια το Χρυσης Χρυσου και Περσης Περσου και Ξερξης Ξερξου . Προσκειται
9999786 ἐγχειριδια
πεδιλα νεβρων , προς δε ἀκοντια τε και πελτας και ἐγχειριδια σμικρα . Οὑτοι δε διαβαντες μεν ἐς την Ἀσιην
αἰωρεομενα , περι δε τῃσι κεφαλῃσι πιλους πτεροισι περιεστεφανωμενους : ἐγχειριδια δε και δρεπανα εἰχον : Λυκιοι δε Τερμιλαι ἐκαλεοντο
9999786 ἐλαθες
τοις παρ ' ἐμου γραμμασιν ἐχῃ χαριν . Οὐ με ἐλαθες ἐλεγξαι βουληθεις τον ἐπαινον , ὁς κατ ' ἐμου
μηδ ' ὑφ ' ἑνος ἀλλου . ἀλλ ' οὐκ ἐλαθες , ἀλλα το σατυρικον σου δραμα τουτο και σιληνικον
9999785 συμμετρῳ
ἀποβρεγματι , ἀλειμματι τε προσηνει και ἀπεριεργῳ , και ἀνατριψει συμμετρῳ του σωματος ὁλου , και ψηλαφιᾳ χειρων και ποδων
συμμετρως , εἰθ ' οὑτως και περι των ἀπεοικοτων τῳ συμμετρῳ , καθ ' οἱον δητινα λογον . Ἀλλ '
9999785 ἐπαινῃ
ἀν εἰκοτως εἰναι του σεσωσμενου δοκοιη . ὁταν οὐν τις ἐπαινῃ βασιλεας ἐξ ὡν ἐδοσαν τῃ γῃ πολεων , ἐξεστιν
μεμψει δε πως χωραν δεδωκως . συ δε πανταχοθεν μεν ἐπαινῃ , μαλιστα δε τῳ συγγνωμην νεμειν εἰδεναι : παντως
9999785 ἀληθεα
ψευδεσι ἰκελα περι του ἀνδρος τουτου , τα δε μετεξετερα ἀληθεα : περι μεντοι τουτου γνωμη μοι ἀποδεδεχθω πλοιῳ μιν
ἱπποτα Νεστωρ : “ τοιγαρ ἐγω τοι , τεκνον , ἀληθεα παντ ' ἀγορευσω . ἠ τοι μεν τοδε καὐτος
9999785 γενεα
Ἐπαφου τας πεντηκοντα θυγατερας του Δαναου . πως δε πεμπτη γενεα ἠσαν αὑται ἀπο του Ἐπαφου μανθανε . πρωτη γενεα
ἰδου , τεκνα μου ἐστε , τεκνα μου , τριτη γενεα . Ἰωσηφ ἑκατοστῳ ὀκτωκαιδεκατῳ ἐτει ἀπεθανε . Και νυν
9999785 χορια
των καταφορων και ληθαργων . κινει δε και καταμηνια και χορια ἐκβαλλει : ἐπι δε των κατα τον ἐγκεφαλον και
' ἐπιπαιζε : μονον ἀπαλλαγηθι μου : κανδαυλους λεγων και χορια και βατανια πασαν την ἡδονην . θερμοτεροις χαιρεις ἀει
9999785 ἀπειρῳ
του σχηματος . ὁ δε ὠν ἠδη στρατιωτης σωματι μεν ἀπειρῳ τοιουτων πονων διηλθεν ἐφ ' ἱππων πολλακις την οἰκουμενην
, ἀλλ ' αὐτην τινα φυσιν ἀπειρον οὐσιωμενην ἐν τῳ ἀπειρῳ , διαφερονται δε ἀλληλοις ὁμως κατα πολλα . οἱ
9999784 τρυβλια
ἑτερος , οὐχ ὁν λεγει Δημοσθενης , ἀλλα λοιδορος . τρυβλια : Εἰδος ὀξυβαφου το τρυβλιον . κεραμευειν : Ἀπο
ὀνειῳ ἑφθῳ ὑποκαθηραι : ἐς ἑσπερην δε τευτλου λιπαρου δυο τρυβλια ἐκφαγετω ἀλφιτα παραπασας : οἰνον δε πινετω λευκον ,
9999784 ἐξουσιᾳ
πρωτα ἐπιτρεψαντες αὐτοις και το ἀνοητον της ἀρχης μεγαλῃ καθοπλισαντες ἐξουσιᾳ , ὁτε Κοιντιον Καισωνα τῳ παρελθοντι ἐνιαυτῳ κρινειν ἐπ
το βρεχειν ἠν , φησιν , ἐπι τῃ του Διος ἐξουσιᾳ , και μη των Νεφελων ἠν τουτο ἐργον ,
9999784 Πυθαγορικοι
αὐτῳ ἀριθμους . ἐτι την ὑλην τῃ δυαδι προσαρμοττουσιν οἱ Πυθαγορικοι : ἑτεροτητος γαρ ἐκεινη μεν ἐν φυσει , δυας
τεταγμενα ὀκταμηνιαια , ὁ δια τοιουτου τινος ἐπιλογισμου συνεβιβαζον οἱ Πυθαγορικοι , δι ' ἀριθμητικων λογων και διαγραμματων την ἐφοδον
9999784 ἀπειληφε
την νυμφην λαμβανεις . ἠδη γαρ ὁ πους δυο μοιρας ἀπειληφε της δυναμεως ἡν ποτε εἰχεν . αἱ μεν χειρες
πολει κεχειροτονητο και ἐκκλησια συνεστη και την προτεραν ταυτης ταξιν ἀπειληφε , μοναχοι τε των μονων ἐπελαβοντο και δια σπουδης
9999784 νομοφυλακες
γαρ ἀρχοντες ἀνεβαινον εἰς Ἀρειον παγον ἐστεφανωμενοι , οἱ δε νομοφυλακες στροφια λευκα ἐχοντες , και ἐν ταις θεαις ἐναντιον
, τον δε μη πειθομενον , καθαπερ ἐρρηθη νυνδη , νομοφυλακες τε και ἱερειαι και ἱερης κολαζοντων . κεισθω δε
9999783 ἀπηλθες
Διος : οὐκ ἀκρωτηριαζομενην την Βοιωτιαν ἐστεναξας , ἀλλ ' ἀπηλθες μετα του στεφανου προς τον ἀπανθρωπον : εἰτα προσθες
λεγομενα που ἀπηλθες ; ἀπηλθες που : πως ἀπηλθες ; ἀπηλθες πως . παρειπετο οὐν και τῳ η ταὐτον .
9999783 χειρουργιᾳ
δρᾳ , στοχαζομενη του τελους , τα δε ἑπεται τῃ χειρουργιᾳ , οὐ τεχνης ἐργα , ἀλλ ' ὑλης παθη
οὑτος ἀσκιτης , ἐπι κατακλυζουσῃ ὑγροτητι , και ἐδοξε σοι χειρουργιᾳ χρησασθαι τῃ παρακεντησει . μη ἀναμεινῃς , μηπως το
9999782 κατακλυσμῳ
ὁ δικαιος και ἐν τῳ μεγαλῳ και ἐπαλληλῳ του βιου κατακλυσμῳ , μηπω δυναμενος διχα αἰσθησεως ψυχῃ μονῃ τα ὀντα
και Ἠλεκτρας της Ἀτλαντος θυγατρος καταλιπων την Σαμοθρᾳκην ἐν τῳ κατακλυσμῳ κατασκευασας σχεδιαν και εἰς τα κατα την Τροιαν μερη
9999782 γλυκυσιδης
νηστει διδοναι : ἠ δαυκου ῥιζην αἰθιοπικου , σεσελι , γλυκυσιδης ῥιζην τον αὐτον τροπον : ἠ ἱπποσελινου και δαυκου
δια μελιτος , ἀρτεμισιας , δικταμνου , κραμβης χυλου , γλυκυσιδης , πρασου χυλου , πηγανου , σκαμμωνιας . οἱ
9999782 αἰχμαλωτοι
μαχῃ συγχωρουσιν ἁλωναι τε την ἐν τῳ Παρνασσῳ πολιν , αἰχμαλωτοι δε γενεσθαι και ἀχθηναι παρα τον Ἀπολλωνα οὐ φασιν
ἐς Περσεα . Ταραντινων δε οἱ ἱπποι οἱ χαλκοι και αἰχμαλωτοι γυναικες ἀπο Μεσσαπιων εἰσιν , ὁμορων τῃ Ταραντινων βαρβαρων
9999782 δεομεθα
και ἡμεις , πολλων περι των αὐτων συμφωνουντων , οὐ δεομεθα πειρᾳ κρινειν την ἱστοριαν , ἀλλα πεπιστευκαμεν τῃ των
δυναιτο ἀλλος ἠ ὁ σωφρων . Ἐτ ' ἀλλου του δεομεθα , ὠ Φαιδρε ; ἐμοι μεν γαρ μετριως ηὐκται
9999782 ἐλαλησα
προς την εὐθειαν , ἐμε Διονυσιος ἐπαισεν , ἐγω σοι ἐλαλησα , Ἀριστοφανης Ἀρισταρχον ἐδιδαξεν : ἐπει δε πολλακις αἱ
συνταξις τοιαυτη ἐστιν , ἐγω ἐμε ἐπαισα , ἐγω ἐμοι ἐλαλησα . και φανερον ἐστιν ὁτι ἡ συνταξις του ῥηματος
9999782 Αἰσχινην
λεγει καπνον , ⌈ Προξενιδην * [ Προξενιαδην ] και Αἰσχινην τον Σελλου . και ἐν Ὀρνισι μεμνηται Προξενιδου ὡς
: ἡκετε και ὑμεις Ἀρκαδες , αὐτοχθονες , δι ' Αἰσχινην μεταβαλοντες την τυχην και τεως Φιλιππῳ δια τουτον δουλευοντες
9999781 ἠναντιωθη
ὁτε ἐμαχομην Νηλει τῳ βασιλει Πυλου , και ὁ Ἀρης ἠναντιωθη μοι , μεγαλως κατ ' ἐμου ὀργιζομενος : ἐκ
την προγενομενην φασιν κατωπτευσεν , ὁ δε κυριος του κληρου ἠναντιωθη τῳ ὡροσκοπῳ . ἐσχε μεν οὐν και περι τους
9999781 συμπαθη
και διαμετρα ὡς ἀναιρετικα παρειληφεν , τα δε τριγωνα ὡς συμπαθη και τα ἑξαγωνα δε ὁμοιως , ἀλλ ' ὡς
ἀγαν σηραγγωδεις και ἀθρουν ἀφιεισας το γαλα , σωφρονα , συμπαθη και ἀοργιστον , Ἑλληνιδα , καθαριον . τουτων δε
9999781 μαλακοτητι
κρατιστους δε τους ὀθονια ποιουντας τῃ τε λεπτοτητι και τῃ μαλακοτητι διαπρεπη , τας τε οἰκησεις ἀξιολογους και κατεσκευασμενας φιλοτιμως
κρατιστους δε τους ὀθονια ποιουντας τηι τε λεπτοτητι και τηι μαλακοτητι διαπρεπη , τας τε οἰκησεις ἀξιολογους και κατεσκευασμενας φιλοτιμως
9999781 ἐφιλοτιμειτο
πληρες ὀν κρημνων και φαραγγων μακραν εἰχε την περιοδον . ἐφιλοτιμειτο οὐν ἁμα μεν μνημειον ἀθανατον ἑαυτης ἀπολιπειν , ἁμα
και του Ἡρακλειου στοματος , ὁς πριν μεν ἰδειν Ἑλενην ἐφιλοτιμειτο Μενελαον , ἰδων δε αὐτην ἐπεχειρει βιαζεσθαι : ὁ
9999781 ἀξιωσειεν
ὡς βελτιων οὑτος ; ἀλλ ' οὐδ ' ἀν αὐτος ἀξιωσειεν . ἀλλ ' ὁτι ἀποβεβληκως τα ὁπλα σωσαντι δικαζομαι
. ἀπο δ ' οὐν ταυτης ἠ τουτων των ἀρχων ἀξιωσειεν ἀν τις τα ἐφεξης εὐθυς ἀποδιδοναι και μη μεχρι
9999781 ἐνεμετο
πασχοντες . καρκινος ἀναβας ἀπο της θαλασσης ἐπι τινος αἰγιαλου ἐνεμετο . ἀλωπηξ δε λιμωττουσα ὡς ἐθεασατο αὐτον [ ἀπορουσα
ἑξῃ τροφης : και δοραν οἰος περιβεβλημενος μετα της ποιμνης ἐνεμετο τον ποιμενα φενακισας τῳ μηχανηματι . νυκτος δε γενομενης
9999781 ἀπατεωνα
ἐποιησε και δια τουτο Δαρειος ὑπερ αὐτου φλαυρως ἐλεγεν , ἀπατεωνα λεγων και ἀνθρωπον κακιστον . . . . [
. ] . πλευμονα τε αὐτον ἐκαλει και ἀγραμματον και ἀπατεωνα και πορνην [ . . ] . . .
9999781 κατεπλαγη
κρηνας και ἀρτους ἠν φερειν . Στιλπων δ ' οὐ κατεπλαγη την ἐγκρατειαν καταφαγων σκοροδα και κατακοιμηθεις ἐν τῳ της
εἰς το χωριον και εἰδε τε τους περι Ἁβροκομην και κατεπλαγη την εὐμορφιαν και εὐθυς μεγα κερδος νομιζων ᾐτησατο ἐκεινους
9999781 ἀτεχνως
και ὡραι . πραττουσι δε ἑκαστα ἀνθρωποι ἠτοι τεχνικως ἠ ἀτεχνως : τεχνικως μεν οἱ ἐπισταμενοι , ἀτεχνως δε οἱ
ἐτολμα λεγειν : ἐδεδοικεσαν γαρ τον Ἀλκιδαμαντα , βοην ἀγαθον ἀτεχνως ὀντα και κρακτικωτατον κυνων ἁπαντων , παρ ' ὁ
9999781 φιλοτητι
' ἀρα οἱ Σεμελη τεκε φαιδιμον υἱον μιχθεις ' ἐν φιλοτητι , Διωνυσον πολυγηθεα , ἀθανατον θνητη : νυν δ
ὀνομ ' ἐμμεναι , οὑνεκα νυμφην εὑρομενος ἱλεων μιχθη ἐρατηι φιλοτητι ἠματι τωι , ὁτε τειχος ἐυδμητοιο ποληος ὑψηλον ποιησε
9999781 ἀπαρχη
γαρ ἑκατονταετει γινεται . ἐστι δε και Λευιτικης φυλης ἱερευσιν ἀπαρχη διδομενη : δεκατας γαρ λαβοντες , ἀπο τουτων ὡς
προσκεκληρωται , διοτι του συμπαντος ἀνθρωπων γενους ἀπενεμηθη οἱα τις ἀπαρχη τῳ ποιητῃ και πατρι . το δ ' αἰτιον
9999781 ἐνομισα
δακτυλιου # . και τουτου πολλην ἐσχον πειραν και ἀτοπον ἐνομισα μη παραδουναι τηλικαυτην ἀντιπαθως ἐχουσαν προς το παθος δυναμιν
εἰδος . λεγει οὐν ὁ Ἱπποκρατης ὁτι εἰ και ποτε ἐνομισα τουτο το παθος γινεσθαι , ἐχρησαμην τῃ πιεσει ,
9999781 πολυιστωρ
παρισταμενοι βασιλει ” . Ἀφακη , πολις Λιβυης , ὡς πολυιστωρ ἐν Λιβυκων τριτῃ . το ἐθνικον Ἀφακιτης δια το
ἐθνικον Θυμιατηριος . Θυνη , πολις Λιβυης , ὡς ὁ πολυιστωρ Ἀλεξανδρος . ὁ πολιτης Θυναιος ὡς Δωδωναιος . Θυνια
9999781 ὡροσκοπουσης
. λογιζομαι το διαστημα το ἀπ ' αὐτου ἑως της ὡροσκοπουσης μοιρας : γινονται μοιραι λεʹ , ἁτινα ἐστι ὡραι
ὁρωντων . συν δε τῃ Σεληνῃ δυνοντος ἠ της Σεληνης ὡροσκοπουσης , μαχλοι και σπαναδελφοι . εἰ δε συν Ἀφροδιτῃ
9999781 κτεινῃ
μη ποιειν ἐξεστιν οὐδε λεγουσιν . Ἐαν δε τις πατερα κτεινῃ , ὑποβλητον αὐτον οἰονται . Ἐαν δε τινα προσταξῃ
πατριδος ἀναγκαζετω κατα νομον . ἐαν δε ξενος ἀκων ξενον κτεινῃ των ἐν τῃ πολει , ἐπεξιτω μεν ὁ βουλομενος
9999780 βουλευσομεθα
λοιπων ὁμοιως . πλεον δε περι των κατα τας τεχνας βουλευσομεθα ἠ τας ἐπιστημας : πλεον γαρ δισταζομεν ἐν ταις
πολιτικοις , ἠ ὁποιον ἀν τι ἡμιν δοκῃ , τοτε βουλευσομεθα , βελτιους ὀντες βουλευεσθαι ἠ νυν . αἰσχρον γαρ
9999780 Ἀνδρομαχου
οὐκ ἀξιον . και ἡ δι ' ἐχιδνων δε θηριακη Ἀνδρομαχου , περι ἡς πλειστα ὁ Γαληνος διεξηλθεν , χρησιμως
ἐπιτιθει . παραδοξως δε ποιει και ἡ δι ' ἐχιδνων Ἀνδρομαχου , ὡς ἐμπλαστρος ἐπιτιθεμενη . Ὑπο σφηκων ἠ μελισσων
9999780 ἑπτακοσιοι
, διπλασιοι δε τουτων Κορινθιοι : παρεγενοντο δε και Βοιωτων ἑπτακοσιοι ἐκ [ δε ] Θεσπειας και ἐκ Θηβων τετρακοσιοι
των τετρακισχιλιων σταδιων διαστημα , γινεται το παν μυριοι δισχιλιοι ἑπτακοσιοι σταδιοι , το δ ' ἀπο της Ῥοδιας ἐπι
9999780 τρισχιλια
ἀποδημου αὐτου ὀντος ἐθεασατο αὐτον ἐν ὑπνοις ἐλθοντα και λεγοντα τρισχιλια ὀκτακοσια νομισματα ἠνεγκα . και ἀναθεμενος τινι των ἐπιστημονων
ὑπο Δαναου . οὑτος ἐποιησεν ᾀσματα και γριφους εἰς ἐπη τρισχιλια . Και το ἐπιγραμμα τινες το ἐπι Μιδᾳ τουτον
9999780 ἐθεραπευσεν
τις ἐγενετο ἰατρος ἀφυης ὁς τον ποδα τινος ἀλγουντος κακως ἐθεραπευσεν . . . , . . , . .
ὁ Ἀννιβας ἐπεμεινε τε τῃ σεμνολογιᾳ και τον Σκιπιωνα λαθων ἐθεραπευσεν ὡς καθελοντα τον ἀμεινονα Ἀλεξανδρου : διαλυομενης δε της
9999780 ἰδιοτητι
το ἀληθες ] : οὐτε δε κοινον ἐστιν οὐτε ἐν ἰδιοτητι κειμενον : οὐκ ἀρα αἰσθητον ἐστι το ἀληθες .
περι τας των οὐρων κρισεις τα παχεα των οὐρων οὐκ ἰδιοτητι τινι διαθεσεων των αὐτοις ἁρμοζουσων συμβαινειν οἰονται , ἀλλα
9999779 Κλεανθης
Ζηνων , Ἀριστοτελης τε και Θεοφραστος , Εὐδημος τε και Κλεανθης και Χρυσιπποςὁμολογουσιν ἀμφ ' αὐτας . . . ,
, , . . , . . Ἀρισταρχον ᾠετο δειν Κλεανθης τον Σαμιον ἀσεβειας προσκαλεισθαι τους Ἑλληνας , ὡς κινουντα
9999779 μελιηδεα
φερειν τους καρπους τρις , ἀλλα την ζειδωρον ἀρουραν . μελιηδεα καρπον : ἀπο των ἐσπουδασμενων ἡμιν μετρει το ἐκεινων
μηδεα , φαιδιμ ' Ὀδυσσευ , ση τ ' ἀγανοφροσυνη μελιηδεα θυμον ἀπηυρα . * ) ὁτι οὐχ ὡς οἱ
9999779 δριμυτερα
προϲ μεν την κοινην διαιταν τα γλυκεα , τα δε δριμυτερα ὡϲ φαρμακον ποτε δοτεον , οἱον ἑλειοϲ ἀϲπαραγοϲ πετροϲελινα
κατα θερμοτητα ἐπιδεξαμενη δυσκρασιαν , τα τε οὐρα ἀλλοιωθειη ἀν δριμυτερα τε και λεπτοτερα γεγενημενα και του πυρετου ἐπινεμομενου ἠδη
9999779 γλυκυτερα
. κρειττων δε , φησιν , ἡ βουνιας καθεστηκεν : γλυκυτερα γαρ ἐστι και πεπτικωτερα προς τῳ εὐστομαχος εἰναι και
Χαριβαηλ , τους ὁρμους μεν ἐπιτη - δειους και ὑδρευματα γλυκυτερα [ και ] κρεισσονα της Ὀκηλεως ἐχουσα , ἠδη

Back