' αὐτων τον οὐρανον . Παντα γαρ που τα τοιαυτα ἀποριᾳ ὀψεως , και ἀσθενειᾳ δηλωσεως , και γνωμης ἀμβλυτητι
προτιμωσιν ἁπαντων το καλλος ; ἀλλ ' ἱνα μη δοξωμεν ἀποριᾳ των περι καλλους λογων περι ταὐτα διατριβειν ἀει ,
9999968 συστατικα
και μη ἠσαν ἐναντια , ἀδυνατον τα δυο εἰναι ἡμων συστατικα : ἰδου γαρ και ἡ λογικη και ἡ ἀλογος
οὐ σαφετεραις τοις πολλοις ἐχρησαντο παραδοσεσι , τα ἀναγκαια και συστατικα και ὡν νυν χρεια παραδραμοντες . Ἡμεις δε χρειωδες
9999967 καθαρτικα
τους τοπους ἐγκαθισμασιν . Ἐπειδη δε οὐ μονον τα τοιαυτα καθαρτικα της ὑστερας προς συλληψιν ἐνεργει , ἀλλα και ἀλλας
νοϲημαϲιν ἐν τῳ η λογῳ κεφαλαιῳ ξγ . Ἐρρινα κεφαληϲ καθαρτικα . χρειαϲ δε καλουϲηϲ και δια ῥινων καθαιρειν χρη
9999966 ἀποδημιᾳ
αὐτης ἐχειν τον ὑποκριτην : τοτε δ ' ὀντος ἐν ἀποδημιᾳ , ἐξ οὑ γεγονος ἠν ἀρρεν αὐτῳ παιδιον ,
πολεμον ἐξιεναι . χρη οὐν ἐπιλεξαμενον το ἁρμοζον ζῳδιον τῃ ἀποδημιᾳ ὁραν εἰ ἐφαρμοζει αὐτῳ ἡ των ἀγαθων μαρτυρια προς
9999965 ἀπεδημησεν
Βοιωτου Σχοινεως ἐχων την κλησιν . εἰ δε ὁ Σχοινευς ἀπεδημησεν οὑτος παρα τους Ἀρκαδας , εἰεν ἀν και οἱ
εἰ τελευτησειεν ἀταφον μενειν , ἐχων τις γυναικα και υἱον ἀπεδημησεν , ὑπο καταποντισταις γενομενος ἐδηλωσε τοις οἰκοι περι λυσεως
9999964 ἐσπουδακεν
ταις ἐκμυζησεσιν τα βρεφη μη ἐπιχορηγουμενου τοσουτου γαλακτος , ὁσον ἐσπουδακεν ἐπισπασασθαι , αἱ δε ἀγαν σηραγγωδεις κινδυνον ἐπαγουσι πνιγμου
τι : περιτρεχει κυκλῳ τηρουσα τουτο , καταπιειν δ ' ἐσπουδακεν , ἑτεραι διωκουσιν δε ταυτην . ταὐτον ἠν .
9999963 ὡροσκοπουσης
. λογιζομαι το διαστημα το ἀπ ' αὐτου ἑως της ὡροσκοπουσης μοιρας : γινονται μοιραι λεʹ , ἁτινα ἐστι ὡραι
ὁρωντων . συν δε τῃ Σεληνῃ δυνοντος ἠ της Σεληνης ὡροσκοπουσης , μαχλοι και σπαναδελφοι . εἰ δε συν Ἀφροδιτῃ
9999963 πειρασθε
μη κωλυει νομος . ὁπως δε ὡς κρατιστα κλεπτητε και πειρασθε λανθανειν , νομιμον ἀρα ὑμιν ἐστιν , ἐαν ληφθητε
ῥαβδων δεσμην ἐνεγκειν . ἡκε τις φερων ταυτην . “ πειρασθε δη μοι , τεκνα , συν βιῃ πασῃ ῥαβδους
9999962 μελικρατῳ
ἀργος , ἡπαρ μεγα ἐχων . τουτου ἡ χολη συν μελικρατῳ ποθεισα ἡπατικους ἀκρως ἰαται . το δε ἡπαρ αὐτου
χρω . Εἰ δε κολπος εὐθυς ἐξ ἀρχης γενοιτο , μελικρατῳ κλυσας ἐπιμελως , σπογγον καινον ἐφ ' ἱκανον μετα
9999962 δικαστηριῳ
ἐαν συμβῃ με πεσοντα ἀποθανειν , ⌈ ἠγουν ἐν τῳ δικαστηριῳ με θαψατε . ⌈ δρυφακτα ἐλεγετο * [ ἐνταυθα
τε κατηγορουμενος και ὁ διωκων , καλως ἀν ὡς ἐν δικαστηριῳ και κρισει αὐτων ὀντων ἐλεγομεν εἰναι τον λογον εἰδους
9999961 Αἰσχινης
σχημα τιθησιν : εἰ ἐκρινομην μεν ἐγω , κατηγορει δε Αἰσχινης , Φιλιππος ἠν ὁ κρινων : ταυτα γαρ οὐτε
ἡ Ἀθηνα θερμα λουτρα τῳ Ἡρακλει ἐποιησε . Θερσανδρος : Αἰσχινης κατα Τιμαρχου . ὁτι παιδεραστης οὑτος σφοδρος και Ἀριστογειτων
9999961 δοιεν
ἐμον Δωρικως τον τοις ἐμοις ἐχθροις ἐναντιουμενον εὐτυχειν οἱ θεοι δοιεν , ὁτι δικαιως προμαχος πολεως ὀρνυται , ἠγουν προμαχεται
οὑτως ἐχετω , σοι δε οἱ χρωμενοι ταις περιστεραις θεοι δοιεν εὐ φερεσθαι την ἀρχην δια τελους , ὁπως ἀφορμη
9999961 φαινομεθα
κριθησεται , οὐ δη καλον , ἀφ ' ὡν εὐδοκιμουντες φαινομεθα και μεθ ' ὡν ἐπιτηδευματων διαγεγοναμεν , ἀκυρα ποιειν
ὁσα πολυχορδα και πολυαρμονια , δημιουργους οὐ θρεψομεν . Οὐ φαινομεθα . Τι δε ; αὐλοποιους ἠ αὐλητας παραδεξῃ εἰς
9999961 πημα
ἐβραχεν . Οἱ δε κυδοιμου ἀργαλεου μνωοντο , μετα σφισι πημα τιθεντες . Και τοτ ' ἀρ ' Αἰνειαο μολε
νομῳ ; Ὁρα , τιθεισα τονδε τον νομον βροτοις μη πημα σαυτῃ και μεταγνοιαν τιθῃς : εἰ γαρ κτενουμεν ἀλλον
9999961 ἐναργες
, ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι , τους Ἑλληνας , εἰ μεν ἐναργες [ τι ] γενοιτο και σαφες ὡς βασιλευς αὐτοις
ἀμαθεις ταυτα ἀσπαραγους καλουσιν . ἐνδειγμα : δειγμα , τεκμηριον ἐναργες . ὡς ἐπιθυμημα ἀντι του ἐπιθυμια , οὑτως ἐνδειγμα
9999961 Αἰγισθου
ἀλλ ' ἀδοξως . φυγειν ] ὡστε φυγειν τας ἐπιβουλας Αἰγισθου τιμωρησαμενην αὐτον . οὑτω γαρ ] οὑτω γαρ ἀν
τλαμονι . . . χειρι ] τηι χειρι Κλυταιμηστρας και Αἰγισθου . τελειται ] ἱνα το ὁμοιον και ἰσον τωι
9999960 δηλητηρια
διακεινται προϲ τινα ζῳα , ϲηπτικουϲ τε πανταϲ εἰναι και δηλητηρια ἐκεινων των ζῳων , ὡϲ κανθαριϲ και βουπρηϲτιϲ ἀνθρωπου
διαφθειρεται , κἀπειτα συνδιασηπει τε και συνδιαφθειρει το σωμα : δηλητηρια δ ' ἐστιν ἐτι και ταυτα . τριτον δ
9999960 Καρχηδονιος
δεξασθαι , και παρηλθεν εἰσω των στρατηγων ἀγνοουντων . Ἀμιλκας Καρχηδονιος , ἀριστος των ἐν Λιβυῃ στρατηγων , πολλους πολεμους
λοιπῃ χρειᾳ ἀναπαυσας ἑως Μεσσηνης διεσωσε . Καρθαλων μεν ὁ Καρχηδονιος μετα την ναυαγιαν των Ῥωμαιων πολιορκησας Ἀκραγαντα ταυτην εἱλε
9999959 Τηλεκλειδης
ἱστοριαν συνθεις , εἰτ ' Ἐπιμενιδης ἐστιν ὁ Κρης ἠ Τηλεκλειδης εἰτ ' ἀλλος τις . . . , :
και Διι Κακουμενῳ : τω προσεμφερη την σοφιαν . οὑτω Τηλεκλειδης Ἡσιοδοις και οἱ λοιποι . ἀμφοτερα : κατ '
9999959 ὁποτερᾳ
και ἐπεζευχθω ἡ ΒΕ , και δια μεν του Δ ὁποτερᾳ των ΓΕ , ΒΖ παραλληλος ἠχθω ἡ ΔΗ ,
, και ὁτι ἀφαιρετικης μεν οὐσης της πρωτης ἀνωμαλιας ἐν ὁποτερᾳ των διχοτομων ἐτι ἐλασσων ὁ τοπος αὐτης εὑρισκεται του
9999959 ἐφιλοτιμειτο
πληρες ὀν κρημνων και φαραγγων μακραν εἰχε την περιοδον . ἐφιλοτιμειτο οὐν ἁμα μεν μνημειον ἀθανατον ἑαυτης ἀπολιπειν , ἁμα
και του Ἡρακλειου στοματος , ὁς πριν μεν ἰδειν Ἑλενην ἐφιλοτιμειτο Μενελαον , ἰδων δε αὐτην ἐπεχειρει βιαζεσθαι : ὁ
9999959 ἀκανθης
, κεινται δε ἐν τοις δυσεντερικοις και ὁ δια της ἀκανθης και ὁ δι ' ἠλεκτρου , προς αἱμοπτοϊκους ἀναγραφεντες
κατα δε τον νωτον αὐτων ἡ πολλη και ἐπιμηκης της ἀκανθης περιπλοκη τραχυνεται . Των δε δυσμενων και ἀγριων ἀνδρων
9999959 ἀπελαβεν
δοκει φωρασαι , ὁτι τας πεμπομενας παρα του ἀνθρωπου οὐκ ἀπελαβεν : ἠν γαρ αὐτοις ἀρνηθηναι και φασκειν ἐπιβουλευεσθαι ὑπο
σιτος ὑομενος κατασαπειη : τον δε θερισθεντα κατα συνθηκας αὐτος ἀπελαβεν . ἀναγκαιως οὐν τον μεν ἀπο της χωρας τῳ
9999959 ἐλθουσα
συνδειπνων ? ? [ ] παντελως την γνωμην διασεσεισμενη . ἐλθουσα δη ἐπι σκηνην και ῥιψασα ? ? ? ἑαυτην
, τον αὐτον βαλλοντα δεικνυς και βαλλομενον : γη δε ἐλθουσα το παθος ἀνηκεν ὁμωνυμον : την μνημην του νεου
9999959 ἀπελιπεν
δε κρινας ἐχεσθαι του πολεμου , Πνυταγοραν μεν τον υἱον ἀπελιπεν ἡγε - μονα των ὁλων ποιησας ἐν τῃ Κυπρῳ
γε : τρις γαρ τελειος ὑπαρχουσα οὐδ ' ἐπιδοσιν αὐξησεως ἀπελιπεν , ἀλλα και δυο κυβων ἁμα συνθεσις , του
9999959 φαινοιτο
εἰναι σον εὑρημα : και ἐγω εἰπον ὁτι τουτο εἰ φαινοιτο σοι οὑτως ἐχειν , πολλων ἀν εἰης λογων ἐμε
περι αὐτων ἐρω . εἰ δε τι βλασφημον ἠ τραχυ φαινοιτο ἐχων ὁ λογος , οὐ τον διελεγχοντα ἐμε ,
9999958 ἀφοριζει
των σφυγμων πυκνοτητος τε και σκληροτητος οὐσα , τον πυρετον ἀφοριζει . εἰδη δε πυρετων κατα παντας δυο , ὁ
κατεγραφησαν εἰς την σφαιραν . Ὁ μεν γαρ ἀρκτικος κυκλος ἀφοριζει τα ἀει θεωρουμενα των ἀστρων . Ὁ δε θερινος
9999958 δισχιλια
οὐκ ἐχω λεγειν ὁποσα , πλειω δ ' οὐν ἠ δισχιλια ἐστι , μηδε ῥημα γε αὐτο μονον των ὑπ
Ἰωνιας , τινα μαλιστα ἀν τροπον εὐδαιμονοιη , εἰς ἐπη δισχιλια . των δε ᾀδομενων αὐτου εὐδοκιμησε ταδε : ἀστοισιν
9999958 Αἰσχινην
λεγει καπνον , ⌈ Προξενιδην * [ Προξενιαδην ] και Αἰσχινην τον Σελλου . και ἐν Ὀρνισι μεμνηται Προξενιδου ὡς
: ἡκετε και ὑμεις Ἀρκαδες , αὐτοχθονες , δι ' Αἰσχινην μεταβαλοντες την τυχην και τεως Φιλιππῳ δια τουτον δουλευοντες
9999958 καθαρτικη
. Οὐκουν το γε εἰκος . Ἐστω δη διακριτικης τεχνης καθαρτικη , καθαρτικης δε το περι ψυχην μερος ἀφωρισθω ,
ἐπικρατει δ ' ἐν μεν τῳ φλοιῳ της ῥιζης ἡ καθαρτικη , ἐν δε τοις ἀωροις μοροις ἡ ἐφεκτικη :
9999958 κἀκεινῳ
συνεχειν το στρατοπεδον : ὁ δε βαρεως το κελευομενον ἐφερε κἀκεινῳ ὑπισχνειτο ἐγκαρτερησειν εἰ μονον ἐξαποστειλειεν ὑστερον κατα των Τουρκων
το γουν ἐμε τε παρα σοι δια την σπουδην εὐδοκιμειν κἀκεινῳ τινα παραμυθιαν εἰναι το μη περιωφθαι δυστυχουντα παρα των
9999958 ἀπαλλαγην
βηξ μονος εἰχε ῥᾳστωνην , ἀλλ ' οὐδε οὑτος τελειαν ἀπαλλαγην . εἰ δε ποτε ἐδοξε την ὑλην πασαν εἰς
' ἀσυμφωνιαν ἐλαττουμενοι . διο και Πυθαγοραν φασι την ἐντευθεν ἀπαλλαγην ποιουμενον μονοχορδιζειν τοις ἑταιροις παραινεσαι δηλουντα ὡς την ἀκροτητα
9999958 ἐξειργασαντο
ἐκκλησιαις δεομενοι , τα δε καταμονας συντυγχανοντες : και τελος ἐξειργασαντο τους ἀνδρας μεγαλας ὑποτεινοντες ἐλπιδας αὐτοις , εἰ τα
περι ταυτην ἐσχον την φυσιν . ἀλλ ' οἱ μεν ἐξειργασαντο ἐν τοις αὑτων λογοις , οἱ δε οὐκ ἐν
9999958 ἐστρατοπεδευσε
ἐπερα μαλα θρασεως και σταδιους εἰκοσιν ἀπ ' Ἀντιοχου διασχων ἐστρατοπεδευσε . τετταρσι τε ἡμεραις ἐφεξης ἐξετασσον ἑκατεροι παρα τον
τῃ κεφαλῃ του ὀρους γενομενος , ὁ Μαροξος καλειται , ἐστρατοπεδευσε κἀκειθεν τους πολεμιους περιεσκοπει ἐγγυς που του χωριου ὁ
9999958 συλλογῳ
Ἀχαιοις ἐκκλησιαν ἀθροισας ὁ ποιητης τον Τυδεως ἀνιστησι ῥητορα τῳ συλλογῳ και διδωσιν ἐπη τῳ νεανισκῳ τοιαυτα , ἁ ἀν
ὁτι τῳ προτερος λεγειν πλεονεκτει λοιδοριαις και σκωμμασιν ἐμφραττων τῳ συλλογῳ τας ἀκοας , πως ἀν τις πολλην ἐπιστομισειε φημην
9999958 ἀπορῳ
: ἀντι του καταλιπων την αὐτου φυλακην ἀλλ ' ἐν ἀπορῳ ἠσαν εἰκασαι : ἀποριαν εἰχον μεχρι και εἰκασμου .
φοβει τε ἠδη λιμον , ἐπειδαν τ ' ἐν τῳ ἀπορῳ γενωμεθα ἐτι μαλλον φοβησει , χωρις δε τουτων ὁ
9999958 δριμυτερα
προϲ μεν την κοινην διαιταν τα γλυκεα , τα δε δριμυτερα ὡϲ φαρμακον ποτε δοτεον , οἱον ἑλειοϲ ἀϲπαραγοϲ πετροϲελινα
κατα θερμοτητα ἐπιδεξαμενη δυσκρασιαν , τα τε οὐρα ἀλλοιωθειη ἀν δριμυτερα τε και λεπτοτερα γεγενημενα και του πυρετου ἐπινεμομενου ἠδη
9999958 διεβαλλετο
ὁ Παυσων ζωγραφος πενης σκωπτολογος . Λυσιστρατος : ἐπι μαλακιᾳ διεβαλλετο . ἐν ἐνιοις δε και πενης ὁ αὐτος και
Θεαγενους ὑηνια Γ : μωρια Γ και ἀμαθια . Γ διεβαλλετο γαρ ὁ Θεαγενης Γ εἰς μαλακιαν και Γ ὡς
9999957 ἀποδοιη
αἰτιαις μεταβαλλεται , και τας διαγνωσεις ἀσφαλεστατα τῳ λογῳ ἀν ἀποδοιη , ἀλλ ' ὁ μεν περι διαγνωσεως λογος ἠδη
χαυνον ἐκπεμποι τον ἠχον , οὐτε ἀν ὁλοκληρους και σαφεις ἀποδοιη τας λεξεις , εἰ δια βραχυτητα του πνευματος ὑποκλεπτοι
9999957 ἐκοσμησεν
Θηβαιων εἰσι και αἱ Θεραπναι και ὁ Τευμησσος , ὁν ἐκοσμησεν Ἀντιμαχος δια πολλων ἐπων , τας μη προσουσας ἀρετας
θεος . . . . . παντι κοσμῳ την γυναικα ἐκοσμησεν . πως ἀνω μεν Ἡφαιστος ἐποιησε , το δε
9999957 κατεστρεψε
. ὁ οὐν Σκυθης ἐν Περσαις μεγα ὀλβιος ὠν γηρᾳ κατεστρεψε τον βιον . Εὐθυμος ὁ Λοκρος των ἐν Ἰταλιᾳ
τἀλλα ἀπαρακαλυπτως ἡδυπαθει . βιους δε προς τα ὀγδοηκοντα ἀσιτιᾳ κατεστρεψε . Βιβλια δε αὐτου φερεται ταδε : περι ἀπαθειας
9999957 ὑβρισεν
, φερε , εἰ δ ' ἐν ἀλλῳ τινι καιρῳ ὑβρισεν , οὐκ ἀν ἠν δεινον ; εἰ δ '
ἐφ ' ἁπασι τοις ἑαυτῳ νενεανιευμενοις ἐπεθηκεν , ἐμου μεν ὑβρισεν το σωμα , τῃ φυλῃ δε κρατουσῃ τον ἀγων
9999957 μελεα
και κραινοντων ἐϲ ὀϲτεα , ἠ ῥαγεντοϲ , ἀκρατεα τα μελεα και ἐπιϲυρομενα , οὐκ ἀναιϲθητα , γιγνεται . εἰδεα
, τοισι σοις ἐν ἀντροις , ἱνα τεκουσα τις παρθενος μελεα βρεφος Φοιβωι πτανοις ἐξορισεν θοιναν θηρσι τε φονιαν δαιτα
9999956 ματηρ
, διοπερ και ταν ἀλλαν ἀρεταν αὑτα ἁγεμων ἐντι και ματηρ . πασαι γαρ ποτι τον λογον και νομον τον
φερε δ ' ἰνιν ἀπο δειραδος εἰναλιας λοχεια κλεινα λιπουσα ματηρ ταν ἀστακτων ὑδατων συμβακχευουσαν Διονυσωι Παρνασιον κορυφαν , ὁθι
9999956 Ἀνδρομαχης
Μολοσσιαν ὀνομαζειν . Διο τον Αἰακιδην ὑπ ' αὐτης ὑπεκτεθηναι Ἀνδρομαχης , προς το , εἰ δια την ἀπαιδιαν Ἑρμιονης
, φησιν ὁ Ἀρισταρχος , προκαταχρησαμενος ὁ ποιητης τῳ της Ἀνδρομαχης προσωπῳ κατα την προς Ἑκτορος κοινολογιαν , ἀπεσχησθαι νυν
9999956 ἀνεχωρησε
κατα σπουδην δε της ἐλασεως οὐσης , το μεν θηριον ἀνεχωρησε , παρεδραμε δε και ὁ τρωσας και οἱ λοιποι
πολλακις τουτο ποιησας ὠφεληθη μηδεν , μετ ' ὀργης εἰπων ἀνεχωρησε : „ ἀλλ ' ἐγωγε μωροτερος ἀν ὑμων εἰην
9999956 ἀφαιρεθεισης
μη χρωμενων , ἀπηλλοτριωται δ ' αὐτων , της χρειας ἀφαιρεθεισης δια το εἰς ἐνια ἀπρεπες . Δεδειγμενου δ '
ἀλλα τινα φυσιν ἐν μεθοριῳ , καθαπερ ἀπο ἀμπελου κληματιδος ἀφαιρεθεισης εἰς ἑτερας ἀμπελου γεννησιν . Διο φησιν : ἑνεκα
9999956 κυβερνητης
ὁδου ἐπανελθειν μη δυνηθεντες , ταυτα ὁρων οὐχ ὡς ἀπειρος κυβερνητης εἰασεν ὁπως ἐτυχε φερεσθαι οὐδε κινδυνευειν , ἀλλ '
: μακροτατω δε των ἐκπεμφθεντων προὐχωρησεν Ἱερων ὁ Σολευς ὁ κυβερνητης , λαβων και οὑτος παρ ' Ἀλεξανδρου τριακοντορον .
9999956 Ἀνθεστηρια
ὀψον θοἰματιον ἀπωλεσα . θυραζε , Καρες : οὐκετ ' Ἀνθεστηρια . ἀνδρος γεροντος αἱ γναθοι βακτηρια . ἀηδονες λεσχαισιν
' Ἀθηναιοις ἀγομενη Ἀνθεστηριωνος δωδεκατῃ . Φησι δε Ἀπολλοδωρος , Ἀνθεστηρια καλεισθαι κοινως την ὁλην ἑορτην Διονυσῳ ἀγομενην , κατα
9999956 ἐκομισαντο
Αἰγοσθενοις ἐδειπνησαν ὡς ἐδυναντο : τῃ δ ' ὑστεραιᾳ ἐλθοντες ἐκομισαντο τα ὁπλα . και ἐκ τουτου οἰκαδε ἠδη ἑκαστοι
ἐτων οὐ μονον την ἐλευθεριαν , ἀλλα και την χωραν ἐκομισαντο την αὑτων . ἐπει γαρ ἡττηθησαν ἐν Λευκτροις ὑπο
9999956 ἐστελλετο
την κτισθεισαν ἐν Παραπαμισαδαις , ὁτε το πρωτον ἐπι Βακτρων ἐστελλετο . και τον μεν ὑπαρχον , ὁστις αὐτῳ ἐπι
αὐτῳ ᾀδοντες . Ἱκανως δε ἐχων των περι την Ἀλεξανδρειαν ἐστελλετο ἐς Αἰγυπτον τε και ἐς Αἰθιοπιαν ἐς ξυνουσιαν των
9999956 ἀπεστερησε
Νειλῳ και τοις μετα τουτους μεγαλοις . ταυθ ' ἡμας ἀπεστερησε μεν των παρα σου περι του λογου γραμματων ,
προοπτησαντα χλιαινειν παλιν , ἠ μη προοπτησαντα συντελειν ταχυ , ἀπεστερησε της τεχνης την ἡδονην . εἰς τους σοφιστας τον
9999956 τυγχανουσα
νοερα τε ἐσται και σπουδαια και ἀθανατος . τοιαυτη δε τυγχανουσα θεος ἐστιν . εἰσιν ἀρα θεοι . εἰπερ τε
ὠα ῥοφητα γαρου χωρις και θριδακινη ψυχουσα τε και εὐχυμοτατη τυγχανουσα και κραμβη , ὁμοιως δε και φακη . πινετω
9999955 Ἀνδρομαχου
οὐκ ἀξιον . και ἡ δι ' ἐχιδνων δε θηριακη Ἀνδρομαχου , περι ἡς πλειστα ὁ Γαληνος διεξηλθεν , χρησιμως
ἐπιτιθει . παραδοξως δε ποιει και ἡ δι ' ἐχιδνων Ἀνδρομαχου , ὡς ἐμπλαστρος ἐπιτιθεμενη . Ὑπο σφηκων ἠ μελισσων
9999955 Τυνδαρεως
γη μεν πατρις οὐκ ἀνωνυμος , Σπαρτη , πατηρ δε Τυνδαρεως . Σοι γ ' , ὠλεθρε , πατηρ ἐκεινος
τυγχανεις μοι υἱος , τον δε Καστορα μετα ταυτα ὁ Τυνδαρεως σπερμα θνητον ὀντα τῃ σῃ μητρι συνελθων ἐσπειρεν .
9999955 θερμοτεροϲ
ὁ κιρροϲ την χροιαν . ὁ δε παλαιοτεροϲ του νεου θερμοτεροϲ τε και ξηροτεροϲ . αὑτη μεν ἡ του οἰνου
ἱκανωϲ ὀντεϲ και πνευματωδειϲ . ὁ δε Κυρηναιοϲ ἁπαντων ἐϲτι θερμοτεροϲ τε και λεπτομερεϲτεροϲ . Ὀριγανοι παϲαι τμητικηϲ τε και
9999955 ἀξιωσειεν
ὡς βελτιων οὑτος ; ἀλλ ' οὐδ ' ἀν αὐτος ἀξιωσειεν . ἀλλ ' ὁτι ἀποβεβληκως τα ὁπλα σωσαντι δικαζομαι
. ἀπο δ ' οὐν ταυτης ἠ τουτων των ἀρχων ἀξιωσειεν ἀν τις τα ἐφεξης εὐθυς ἀποδιδοναι και μη μεχρι
9999955 θαυμασειεν
παντων ὡν μνημονευομεν ἀμφοτεροις τοις εἰρημενοις πεπρωτευκοτα . διο και θαυμασειεν ἀν τις εἰκοτως , εἰ στερησαι σφας αὐτους ἀνδρος
σωφρονα πασιν ἐπιδειξας . ὁ και μαλιστ ' ἀν τις θαυμασειεν : των γαρ ἀλλων ἐπι μεν της πραοτητος ταπεινων
9999955 χρυσουν
μεν ξανθων ἱππων ἀγελας , αἰγων τ ' ἀγελην , χρυσουν τε σακος * * * φιαλην τε λεπαστην ,
καινον χρυσιον ] τωι προτερωι ἐτει ἐπι Ἀντιγενους Ἑλλανικος φησι χρυσουν νομισμα κοπηναι . και Φιλοχορος ὁμοιως το ἐκ των
9999955 ἐτειχισαν
πρωτοι το Καπιτωλιον και το Παλατιον και τον Κυρινον λοφον ἐτειχισαν , ὁς ἠν οὑτως εὐεπιβατος τοις ἐξωθεν ὡστ '
πλειστον μερος ἐν θαλασσῃ , τας ἀπο της γης προσοδους ἐτειχισαν και πυργους πυκνους ἐποιησαν , και ταφρον ὀρυξαντες μεγαν
9999955 ἐλαβετο
. ὡς δε οὐ συνιει , ὁ δε τῳ στοματι ἐλαβετο , και ὠρεξεν οἱ , και εἱπετο ἐκεινος ,
ὑμιν ὡς ἀν δυνωμαι ἀριστα . ἀκουσας ταυτα ὁ Ἀγησιλαος ἐλαβετο της χειρος αὐτου και εἰπεν : Εἰθ ' ,
9999955 συγγενη
νυξ . ὡσπερ δε ἐκει ἐκλειψιν σεληνης και αὐξησιν ὡς συγγενη ἀλληλοις τῳ περι αὐτην και ἀμφω ζητεισθαι παρελαβε ,
ταυτα οὑτως , ἀρ ' οὐκ ἐξ ἀναγκης τα ψυχης συγγενη προτερα ἀν εἰη γεγονοτα των σωματι προσηκοντων , οὐσης
9999955 ἐσπουδακοτα
Ἀκακιον ἐπεμψας , οἰδα σοι χαριν , ἐδεικνυ γαρ τον ἐσπουδακοτα και βουλομενον ἐργον ἰδειν , ἀλλος δ ' ἀν
πως ἀν , πυθομενος ] μηδε ἑν του πραγματος , ἐσπουδακοτα μ ' αἰσθοιο συλλαβοις τε μοι ; ἐσπουδακοτα ;
9999955 ἐμηχανησατο
οὐ προσηνεγκεν ἑτεραν πειραν ἰσχυροτεραν . βασιλευς δε ὁ μεγας ἐμηχανησατο και ἐξευρεν ὁτῳ ἀν μονῳ ἐγω ὑπεικαθοιμι και ὑποσχοιμι
? διεταξατο , της των ? τῃδε ἑνεκα ? εὐκοσμιας ἐμηχανησατο θειαν τινα μεθοδον , την πολιτικην φημι γνωσιν ,
9999955 ἀληθεα
ψευδεσι ἰκελα περι του ἀνδρος τουτου , τα δε μετεξετερα ἀληθεα : περι μεντοι τουτου γνωμη μοι ἀποδεδεχθω πλοιῳ μιν
ἱπποτα Νεστωρ : “ τοιγαρ ἐγω τοι , τεκνον , ἀληθεα παντ ' ἀγορευσω . ἠ τοι μεν τοδε καὐτος
9999955 ἀμερες
πρωτων σωματων , ἀπαθη μεν ἐφυλαξεν αὐτα , το δε ἀμερες αὐτων παρειλετο , ὡς δια τουτο ὑπο του Ἀριστοτελους
ἐχει το ἀμερες και το ἀνυποστατον : το γαρ νυν ἀμερες λεγομενον ἁμα λεγομενον και νοουμενον παρεληλυθε και οὐκ ἐστι
9999955 ἐθεραπευσεν
τις ἐγενετο ἰατρος ἀφυης ὁς τον ποδα τινος ἀλγουντος κακως ἐθεραπευσεν . . . , . . , . .
ὁ Ἀννιβας ἐπεμεινε τε τῃ σεμνολογιᾳ και τον Σκιπιωνα λαθων ἐθεραπευσεν ὡς καθελοντα τον ἀμεινονα Ἀλεξανδρου : διαλυομενης δε της
9999955 εὐγενειᾳ
αὐτοκρατωρ : τι ; Ἀππιανος : κελευσον με ἐν τῃ εὐγενειᾳ μου ἀπαχθηναι . αὐτοκρατωρ : ἐχε . Ἀππιανος λαβων
: και γαρ ἠσαν ὡρᾳ τε σωματος διαλαμποντες και ψυχης εὐγενειᾳ και εὐφυϊᾳ τῃ τε των τροπων και του ἠθους
9999954 Ἐμπεδοκλει
. τουτον φησιν ὁ Σατυρος λεγειν ὡς αὐτος παρειη τῳ Ἐμπεδοκλει γοητευοντι . ἀλλα και αὐτον δια των ποιηματων ἐπαγγελλεσθαι
μυθος αἰνισσεται , της μεν ταὐτο δυναμενης ὁ παρα τῳ Ἐμπεδοκλει ἡ φιλια , του δε ὁ παρ ' ἐκεινῳ
9999954 κοιλια
ἐξουρειϲθαι ποιειν φηϲιν ὁ Διουϲκουριδηϲ . ἡ δε τηϲ γαληϲ κοιλια πινομενη παντοϲ ἀλεξιφαρμακον θηριου λεγεται . Κοκκοϲ Κνιδιοϲ ὁ
ΓΘ ἀλλως : τοις βοϊδιοις . ἡ γαρ του βοος κοιλια βολιτους ἐχει . λεγει δε φαυλοις εἰδεσιν ἐν αὐτοις
9999954 ἐπηγαγετο
και των βαρβαρων , οὑς ὑπερ του βεβαιως τυραννειν Διονυσιος ἐπηγαγετο . φαινεται δε τεταρτην γραφων την της πατριδος ἀφηγησιν
ἀποσταντας Περσων σφισι προσθεσθαι και Χιων ὁτι δη ὁ δημος ἐπηγαγετο σφας βιᾳ των κατεχοντων την πολιν , οὑς Αὐτοφραδατης
9999954 στυπτηριην
την ἑδρην , σμυρναν τριψας λειην και κηκιδα , και στυπτηριην αἰγυπτιην κατακαυσας , ἑν και ἡμισυ προς τἀλλα ,
τα αὐτα . Ὀξος ὡς ὀξυτατον λευκον , μελι , στυπτηριην αἰγυπτιην , νιτρον ὡς ἀριστον ἡσυχως φρυξας , χολης
9999954 Εὐρυσθεως
Ἡραν τουτοις ἐπαγων , ὡς αὐτην ταυτα Ἡρακλει δι ' Εὐρυσθεως ἐπαγγελλουσαν , το οὐ πιστον του λογου ἀποκρυπτειν ἐθελοι
δε και οἱ ἀλλοι Ἡρακλειδαι και οἱ συν αὐτοις ἀποθανοντος Εὐρυσθεως κατοικιζονται παλιν ἐν Θηβαις . ἐν δε τουτῳ και
9999954 Εὐδοξου
ὁμεστιος θεοις ; ποθεν ; Ἐξηκεστιδης ἐχων λυραν , ἐργον Εὐδοξου , τιταινει ψιθυρον εὐηθη νομον . Χωρει ' πι
προετραπη ὑπ ' αὐτου τα Φαινομενα γραψαι , του βασιλεως Εὐδοξου ἐπιγραφομενον βιβλιον Κατοπτρον δοντος αὐτῳ και ἀξιωσαντος τα ἐν
9999954 γραμμασι
γραψαι με δει : τουτοις ἀξιον κοσμησαι την ποικιλην τοις γραμμασι , οὐχι δε τοις ὑπο σου τουτοις πιναξι τιμασθαι
πατερα ἐντεταλθαι ῥημασι , μηδεν δε ἐπεσταλκεναι τοις βασιλειοις ἀρκουμενον γραμμασι , πιστευσας ὁ νεανιας , ἀσχαλλων μεν και δυσφορων
9999954 ἑλκουσα
! ! ! ς δε ἐχει ἑκαστη και δεκα μνας ἑλκουσα , πεντε δε ἑκαστη ἡ μικροτατη οὐρα . ἐλαιον
ἐστι πανυ τουτο . δε ἐχει ἑκαστη και δεκα μνας ἑλκουσα , πεντε δε ἑκαστη ἡ μικροτατη οὐρα . ἐλαιον
9999954 ἰσοσκελες
εἰς τον κυκλον και ἐφ ' ἑκαστης των πλευρων ἑτερον ἰσοσκελες συνιστας προς τηι περιφερειαι του κυκλου και τουτο ἐφεξης
ΑΕ , ΒΕ . και συνεσταται ἐπι της ΑΒ τριγωνον ἰσοσκελες το ΑΕΒ ἐπι της ΑΒ : ἐπει γαρ κεντρον
9999954 ἐξουσιᾳ
πρωτα ἐπιτρεψαντες αὐτοις και το ἀνοητον της ἀρχης μεγαλῃ καθοπλισαντες ἐξουσιᾳ , ὁτε Κοιντιον Καισωνα τῳ παρελθοντι ἐνιαυτῳ κρινειν ἐπ
το βρεχειν ἠν , φησιν , ἐπι τῃ του Διος ἐξουσιᾳ , και μη των Νεφελων ἠν τουτο ἐργον ,
9999954 λῃστηρια
ἀλλ ' ἐκεινοι μεν ὁρμητηριοις ἐχρησαντο τοις τοποις προς τα λῃστηρια , αὐτοι πειρατευοντες ἠ τοις πειραταις λαφυροπωλια και ναυσταθμα
προτερον Κλεοπατρα . εὐφυους γαρ ὀντος του τοπου προς τα λῃστηρια και κατα γην και κατα θαλατταν , ἐδοκει προς
9999954 Πελοποννησιοις
ὁ Ἀδμητος κατελεησας αὐτον οὐκ ἐξεδωκεν ἀλλ ' ἀπεκριθη τοις Πελοποννησιοις μη ὁσιον εἰναι ἐκδουναι τον ἱκετην . ὁ δε
μετα τον Χαλκιδεως θανατον και την ἐν Μιλητῳ μαχην τοις Πελοποννησιοις ὑποπτος ὠν , και ἀπ ' αὐτων ἀφικομενης ἐπιστολης
9999953 ἡγειτο
την Ἀττικην οὐκ ἐσεβαλον , ἐστρατευσαν δε ἐπι Πλαταιαν : ἡγειτο δε Ἀρχιδαμος ὁ Ζευξιδαμου Λακεδαιμονιων βασιλευς . και καθισας
το γαρ μαλλον κακον της ἀρχης της κατ ' αὐτην ἡγειτο . Το δε κατεπεμψεν ὁ θεος δυναμιν ἐπι την
9999953 μανεισα
φανεντος ἀλλου . Ἀρα τις τορευσε ποντον ; ἀρα τις μανεισα τεχνα ἀνεχευε κυμα δισκωι ; ἐπι νωτα της θαλαττης
ἀκουσα ἡ μητρυια πεφονευκε τον προγονον ἠ ἑκουσα και μη μανεισα : και ἡ μεν στασις ἐστι , το δε
9999953 κατακλυσμῳ
ὁ δικαιος και ἐν τῳ μεγαλῳ και ἐπαλληλῳ του βιου κατακλυσμῳ , μηπω δυναμενος διχα αἰσθησεως ψυχῃ μονῃ τα ὀντα
και Ἠλεκτρας της Ἀτλαντος θυγατρος καταλιπων την Σαμοθρᾳκην ἐν τῳ κατακλυσμῳ κατασκευασας σχεδιαν και εἰς τα κατα την Τροιαν μερη
9999953 Ἀρχιγενης
. Ἐπι δε των μη κατεχοντων την τροφην , φησιν Ἀρχιγενης , σικυαν ὡς μεγιστην κουφην τῳ στομαχῳ ἠ τῳ
και ὁμοιως χρωμαι . οὑτω μεν οὐν αὐτῳ χρηται και Ἀρχιγενης ἐπ ' ἐμφραξει μυκτηρων : τῳ δε προτερῳ τῳ
9999953 ἀπατεωνα
ἐποιησε και δια τουτο Δαρειος ὑπερ αὐτου φλαυρως ἐλεγεν , ἀπατεωνα λεγων και ἀνθρωπον κακιστον . . . . [
. ] . πλευμονα τε αὐτον ἐκαλει και ἀγραμματον και ἀπατεωνα και πορνην [ . . ] . . .
9999953 Ἑλληνικα
πολιν ἡν * Αἰνιανα καλεισθαι , και δεικνυσθαι ὁπλα τε Ἑλληνικα ἐνταυθα και σκευη χαλκα και ταφας : ἐνταυθα δε
των Ἀττικων δε ἐστιν . κεκτημαι και ἐκτημαι , ἀμφοτερα Ἑλληνικα . Θουκυδιδης ἑκατερως : „ και οὐδεν το προτερον
9999953 ἀπειριᾳ
και το τοιουτον οἱον εἰ ἐστι τινα αὐτου ἐν τῃ ἀπειριᾳ φθαρτικα . ἀλλ ' εἰ τουτο ἐστιν ἀδηλον αὐτῳ
δυναστειαν ἠ τῳ μαχομενοι κρατειν . βαρβαρους δε οὑς νυν ἀπειριᾳ δεδιτε μαθειν χρη , ἐξ ὡν τε προηγωνισθε τοις
9999953 ἐζητησεν
ἀλλων πολιτων οὐ κοινην , ἀλλ ' ἰδιαν την σωτηριαν ἐζητησεν . Ἀγανακτω δε μαλιστα ὠ ἀνδρες , ἐπειδαν ἀκουσω
ἀναιρεσεως . Τουτο δ ' ἐντος οὐ πολλου χρονου παις ἐζητησεν οὐδε δωδεκα ἐτη γεγονως τον δεσποτην ἀποκτειναι : και
9999953 συστατικη
ἐστι δε κωμῳδια μιμησις πραξεως καθαρτικων παθηματων και του βιου συστατικη τυπουμενη δι ' ἡδονης και γελωτος : οἱα ἡ
φασι το κατα τοπον μεταβατικον , διαφορα ὀν τῳ ζῳῳ συστατικη , αὐτῳ μεν τελευταια ἐστιν , ὡς μηκετι μετ
9999953 ἀπολωλεκε
γαρ κατοπιν τουτων ᾀδοντας ἑπεσθαι . χορου μελος . μων ἀπολωλεκε τας ἐμβαδας : ἐκ του εἰκοτος την του γεροντος
ἐχω του φιληματος : ἐκεινο δε με ἠ σεσωκεν ἠ ἀπολωλεκε . σκοπει οὐν πως γυνη γυναικος περιγενῃ , συμμαχον
9999953 ὁμοφωνως
. . δ : . . . λεγεται δε και ὁμοφωνως τωι ἀρσενικωι , κατα τους παλαιους : Αἰθιοπα γουν
Γελωνου του Ἡρακλεους , του Ἀγαθυρσου ἀδελφου . ὁ οἰκητωρ ὁμοφωνως . ὀξυνεται δε . ἐστι δε ἡ πολις ξυλινη
9999952 μεθα
ἐχον το μ κλιτικον μετα μακρας τροπῃ της ἐσχατης εἰς μεθα το πληθυντικον ποιει . ἐαν τυπτησθε , ἐαν τυπτωνται
κλιτικον μεν ἐχουσι το μ , οὐ ποιουσι δε εἰς μεθα το πληθυντικον . τυπτεσθε : παν τριτον ἑνικον ἐχον
9999952 ἀφειλατο
Τελεστην παιδα την ἡλικιαν , οὑ την κατα γενος βασιλειαν ἀφειλατο θειος ὠν και ἐπιτροπος Ἀγημων , ὁς ἠρξεν ἐτη
ἀληθους , ἀνηψε τῃ Διομηδους ψυχῃ φως και την ἀχλυν ἀφειλατο , ἠγουν την ἀγνωσιαν , ἡς παρουσης οὐχ ὁρᾳ
9999952 φανεισα
ἐκ της Ταναγρας , ἐκελευσε κατ ' ὀναρ ἡ Δημητηρ φανεισα αὐτοις ἀκολουθησαι τῳ γινομενῳ ἠχῳ , και ὁπου ἀν
, οὐδ ' ἠν γενηται . Ῥαφη δε ἐν ἑλκει φανεισα , ὀστεου ψιλωθεντος , πανταχου της κεφαλης του ἑλκεος
9999952 στενη
ἀποτομος παντοθεν , ἀνοδος δε ἐς αὐτην μια και αὐτη στενη τε και οὐκ εὐπορος , οἱα δη παρα την
. ἀμφιβαλων : περιξ αὐτου . λευρη : πλαγια , στενη , ὁμαλη . Γαστηρ : ὁ κολπος , το
9999952 Ἀλεξανδρευσι
δημαρχων νομον , ἀνευ στρατιας Πομπηιον ἐχοντα ῥαβδουχους δυο διαλλαττειν Ἀλεξανδρευσι τον βασιλεα . Και Πομπηιος μεν ἐδοκει τῳ νομῳ
ἐπιχρυσοι και θυμιατηρια και τρυβλια . ΒΗΣΣΑ ποτηριον παρ ' Ἀλεξανδρευσι πλατυτερον ἐκ των κατω μερων , ἐστενωμενον ἀνωθεν .
9999952 ἐποιησασθε
τετιμημενοι χαριν εἰχον ὑμιν . ἀπο ταυτης της ἐξουσιας ὑπατον ἐποιησασθε Σκιπιωνα , ὁτε αὐτῳ περι Λιβυην ἐμαρτυρησατε : και
ὑμιν προς Ἀθηναιους : ἡν γε οὐκ ἐπι τοις φιλοις ἐποιησασθε , των δε ἐχθρων ἠν τις ἐφ ' ὑμας
9999952 κατεσκευαζετο
εἰωθοτας μισθους , και παρα των συμμαχων βοηθειαν μετεπεμψατο : κατεσκευαζετο δε και ὁπλων πληθος και νομισμα κατεκοψε χρυσουν τε
ὁ δε Στρατων μετ ' αὐλητριδων και ψαλτριων και κιθαριστριων κατεσκευαζετο τας συνουσιας . και μετεπεμπετο πολλας μεν ἑταιρας ἐκ
9999952 συγγενειᾳ
' αὐτον οἰδε νους . μετουσιᾳ δε και ἀλλοιωσει και συγγενειᾳ τα ὑπερ αὐτον . εἰ δε μη παντες ταυτα
ἀλλ ' ἡμιν γε ἀμεινον δεσποτας φυλαττεσθαι ἠ τῃ ἡμετερᾳ συγγενειᾳ χαριζεσθαι . ” οὑτω και των οἰκετων οὐ μεμπτεοι
9999952 ἐπισκεψωμεθα
και των Μεθοδικων , φερε , τοις κριτηριοις τουτοις χρωμενοι ἐπισκεψωμεθα και τας αἱρεσεις , ἱνα τῃ ὑγιει προσθωμεθα .
εἰωθος οὐ πανταπασιν ἀδιερευνητον παραδραμειν δοκιμασαντες . ἑξης δε τουτοις ἐπισκεψωμεθα τον συλλογισμον , ὁν ὁ Ἀφροδισιευς ἐξηγητης ἐκτιθεται ,
9999952 ἀπολωλε
προς τον ἀερα ῥιφησεσθε . ὠ λοχοι στρατιωτων , οἱς ἀπολωλε βασιλευς ταὐτα τοις πολλοις ἐπι στρατειας σιτουμενος . ὠ
του καπνου βλεπω ? [ ] ριον καθαρα μια ] ἀπολωλε ? . πληϲιον ] ! βελτιϲτ ' εἰπε μοι

Back