γαρ ἑκατονταετει γινεται . ἐστι δε και Λευιτικης φυλης ἱερευσιν ἀπαρχη διδομενη : δεκατας γαρ λαβοντες , ἀπο τουτων ὡς
προσκεκληρωται , διοτι του συμπαντος ἀνθρωπων γενους ἀπενεμηθη οἱα τις ἀπαρχη τῳ ποιητῃ και πατρι . το δ ' αἰτιον
9999959 ἀπελιπεν
δε κρινας ἐχεσθαι του πολεμου , Πνυταγοραν μεν τον υἱον ἀπελιπεν ἡγε - μονα των ὁλων ποιησας ἐν τῃ Κυπρῳ
γε : τρις γαρ τελειος ὑπαρχουσα οὐδ ' ἐπιδοσιν αὐξησεως ἀπελιπεν , ἀλλα και δυο κυβων ἁμα συνθεσις , του
9999957 εὐτελες
. . . . δουναι ὁσον τ ' εἰλυμα : εὐτελες και βραχυτατον περιβλημα . ἐποψιος : ἐποπτης . κριου
δε ἀμφικαυστιν την ὡραιοτατην . ἀναλφαβητος : ἐδοκει μεν εἰναι εὐτελες . Νικοχαρης δε αὐτο ἐποιησεν ἀρχαιον χρησαμενος ἐν Γαλατειᾳ
9999957 ἐβουλευσατο
, ἐκεινο δοκει πρωτον των ἀλλων παντων αἱρεισθαι περι ὡν ἐβουλευσατο . Μετα ταυτα ζητει περι τινων βουλευονται οἱ ἀνθρωποι
' ἐσθ ' ἁ και καθ ' αὑτον ὁ δημος ἐβουλευσατο , τινα ταυτ ' ἐχει τοις ἀνδρασι φαυλοτητα ,
9999954 Δημοσθενες
αὐτῳ : ὁ δε δημος ὁ Ἀθηναιων ποι καταφυγῃ , Δημοσθενες ; προς ποιαν συμμαχων παρασκευην ; προς ποια χρηματα
λαβειν , και προς τουτοις ἐν τῳ ψηφισματι γραψαντος ὠ Δημοσθενες σου και ἑτερων πολλων , ζητειν την βουλην περι
9999953 στατηρα
σταθμα , στασιμα ὠνομασεν ἐν Ὑϊ Κηφισοδωρος ὁ κωμικος . στατηρα δ ' οἱ της κωμῳδιας ποιηται την λιτραν λεγουσιν
ἐξερχεται τε πανταχος ' ἠδη πιομενη , δεχεται δε και στατηρα και τριωβολον , προσιεται δε και γεροντα και νεον
9999953 ἀπαιδες
ἐλθουσα θαψῃς την Πολυξενην : ὁσον το κατα σε μερος ἀπαιδες ἐσμεν . ὁσον το κατα σε ἡκεν : ἐζη
τροπων ἠθη συννομα πειρασθαι προσαρμοττειν . και ὁσοι μεν ἀν ἀπαιδες αὐτων ἠ ὀλιγοπαιδες ὀντες διαφερωνται , και παιδων ἑνεκα
9999953 χαλεπωτατα
προπεμπομενοι δεδιοτος , μη συλληφθεντες ἀπολωνται και συμβῃ δυο τα χαλεπωτατα , ἀνδρων τε , οἱ φυλης ἑκαστης ὀψις ἠσαν
μετιων : ὡς κἀν τουτῳ γεωργιαν θαυμασιωτεραν εἰναι , τῳ χαλεπωτατα εἰναι και ἀγριωτατα των ἐθνων , εἰπερ ὀντως ἐστιν
9999953 φορημα
και καθευδειν . ἐτι δε φανερωτερον και ἐν τοισδε οἱον φορημα ὁ φοβος : ἐνιοι γαρ φοβουμενοι μη ληφθεντες ἀποθανωσι
περιβεβληται τηβενναν , το ἐπιχωριον των ὑπατων τε και στρατηγων φορημα , στεφανον δ ' ἐπικειται δαφνης , μεμειωται δε
9999952 βουλευσομεθα
λοιπων ὁμοιως . πλεον δε περι των κατα τας τεχνας βουλευσομεθα ἠ τας ἐπιστημας : πλεον γαρ δισταζομεν ἐν ταις
πολιτικοις , ἠ ὁποιον ἀν τι ἡμιν δοκῃ , τοτε βουλευσομεθα , βελτιους ὀντες βουλευεσθαι ἠ νυν . αἰσχρον γαρ
9999952 Αἰσονιδης
' ἐπ ' ἰκριοφιν , χειρος δε ἑ χειρι μεμαρπως Αἰσονιδης ἐκομιζε δια κληιδας ἰουσαν . ἐνθα δ ' ἀοιδῃσιν
, χθονιην , εὐαντεα δουναι ἐφορμην . εἱπετο δ ' Αἰσονιδης , πεφοβημενος : αὐταρ ὁγ ' ἠδη οἰμῃ θελγομενος
9999952 συγγενειᾳ
' αὐτον οἰδε νους . μετουσιᾳ δε και ἀλλοιωσει και συγγενειᾳ τα ὑπερ αὐτον . εἰ δε μη παντες ταυτα
ἀλλ ' ἡμιν γε ἀμεινον δεσποτας φυλαττεσθαι ἠ τῃ ἡμετερᾳ συγγενειᾳ χαριζεσθαι . ” οὑτω και των οἰκετων οὐ μεμπτεοι
9999952 συμβουλῳ
προσιεσθαι τον Οἰβαραν , αὐθις μετεγνω και προσιετο αὐτον , συμβουλῳ τε ἐχρητο περι των αὐτων . Τῃ δε του
' εἰ γε τἀναντια βουλεσθε ὡν διαβεβλησθε ποιειν , ἐμοι συμβουλῳ χρησαμενοι μετριασατε και τους λογους , ἐφ ' οἱς
9999950 γεννητικα
αὐξεται . και ἐν ἐκεινηι ἐστι τηι τροφηι μορια αἱματος γεννητικα και νευρων και ὀστεων και των ἀλλων : ἁ
ἁπαντα τα θερμαινοντα και χοληϲ τηϲ ὠχραϲ τε και ξανθηϲ γεννητικα και οἰνουϲ τουϲ παλαιουϲ τε και κιρρουϲ και μελαναϲ
9999950 ἀπελθουσα
ξυντελειαν . . οὐκ ἐς φθορον ] οὐκ εἰς φθοραν ἀπελθουσα ἀφωνως μενεις . εἰωθαμεν δε τοιουτοις λογοις προς τους
ὁτι κἀκεινων ἀθανατος ἐστιν ἡ ψυχη , εἰ γε και ἀπελθουσα ἐπανερχεται παλιν και γνωριζει και ἐπανιστησι το σωμα και
9999950 μελαγχολικα
Του μεν γαρ ἠρος , τα μανικα , και τα μελαγχολικα , και τα ἐπιληπτικα , και αἱματος ῥυσιες ,
. ἐκωλυθη δε δηλονοτι τα δυσδιαφορητα και παχεα , ἁ μελαγχολικα μαλλον ἐστιν ἠ τινος των ἀλλων χυμων . ἀλλα
9999950 ἠρνησατο
, το δε τα δεοντα εἰρηκεναι ἐξ ἀρχης μεν παντῃ ἠρνησατο , ἐπειτα συνεχωρησεν εἰς χαριν Φαιδρου : ὡστε πῃ
Πωρος ᾐτησεν , ὁ δε Ἀλεξανδρος ἐπραξε , και οὐκ ἠρνησατο : οὐδε γαρ οἱος τε ἠν . βασιλεα γαρ
9999950 ἐτεσι
: ὡς γαρ και ὑμεις ὁρατε , και ἐπι πλειστοις ἐτεσι διαρκουσας τροφας ἐχομεν . εἰ γουν δοκει σπονδας ποιησαμενοι
ἐκ της διορθωσεως ἐπιλελογισμενων ἀποκαταστασεων . ἐν μεν τοινυν Αἰγυπτιακοις ἐτεσι τ και νυχθημεροις οδ ὁ μεν ἡλιος ὑποκεισθω ποιουμενος
9999950 κατεσκευασε
τρισμυριους νεανισκους ἐπιλεξας και παιδευσας τα πολεμικα των ἐργων ἀντιταγμα κατεσκευασε τῃ Μακεδονικῃ φαλαγγι . νβʹ . Ὡς Ἁρπαλος δια
ὑποτροχον δε πασαν τροχοις στερεοις τεσσαρσιν ὀκταπηχεσι το ὑψος . κατεσκευασε δε και κριους ὑπερμεγεθεις και χελωνας δυο κριοφορους .
9999950 γλυκυσιδης
νηστει διδοναι : ἠ δαυκου ῥιζην αἰθιοπικου , σεσελι , γλυκυσιδης ῥιζην τον αὐτον τροπον : ἠ ἱπποσελινου και δαυκου
δια μελιτος , ἀρτεμισιας , δικταμνου , κραμβης χυλου , γλυκυσιδης , πρασου χυλου , πηγανου , σκαμμωνιας . οἱ
9999950 τυγχανοι
ἐστιν , ἠ ἡττον τι της κεραμευτικης ἠ της μαγειρικης τυγχανοι ἀν τουδε του ὀνοματος ; Οὐχ ἡττον ἰσως .
και ψαλλοιτο και ἀλλο ὁτιουν παθος πασχοι ἐκεινα ἐξ ὡν τυγχανοι οὐσα , ἀλλ ' ἑπεσθαι ἐκεινοις και οὐποτ '
9999950 καθαρτικη
. Οὐκουν το γε εἰκος . Ἐστω δη διακριτικης τεχνης καθαρτικη , καθαρτικης δε το περι ψυχην μερος ἀφωρισθω ,
ἐπικρατει δ ' ἐν μεν τῳ φλοιῳ της ῥιζης ἡ καθαρτικη , ἐν δε τοις ἀωροις μοροις ἡ ἐφεκτικη :
9999949 ἀπορῳ
: ἀντι του καταλιπων την αὐτου φυλακην ἀλλ ' ἐν ἀπορῳ ἠσαν εἰκασαι : ἀποριαν εἰχον μεχρι και εἰκασμου .
φοβει τε ἠδη λιμον , ἐπειδαν τ ' ἐν τῳ ἀπορῳ γενωμεθα ἐτι μαλλον φοβησει , χωρις δε τουτων ὁ
9999949 ἐξενισεν
Ὑρκανιων και τους ὁμοτιμους ἐλεξεν ὡδε . Ἀνδρες φιλοι , ἐξενισεν ἡμας ἁπαντας πολλοις ἀγαθοις Γωβρυας . εἰ οὐν ,
, και εὐθεως ἀπῃτει . Κωκαλος δε ὑποσχομενος δωσειν , ἐξενισεν αὐτον . Ὁ δε λουσαμενος ὑπο των Κωκαλου θυγατερων
9999949 συνεληφθη
ἐργῳ πλησιαζων και ταρασσομενος και ἐκ τουδε ὑποπτος γενομενος , συνεληφθη τε και ὡμολογησε . και ὁ στρατος ὁ του
τῃ μαχῃ του υἱου ἐξηλθε χοας ἐποισουσα τῳ ἀριστει : συνεληφθη ὑπο των πολεμιων και βασανισθεισα τα ἀποῤῥητα ἐξειπεν ,
9999949 στρατευσῃ
καταλλασσῃ τῃ γυναικι α ἐαν κοινωνησῃς , βλαπτῃ β ἐαν στρατευσῃ , ταχυ προκοπτεις γ οὐκ ? ἐστιν ? ?
προκοπτεις ἀρτι Ϛ οὐ κοινωνεις ἀρτι τῳ πραγματι ζ ἐαν στρατευσῃ , μετανοησεις η μετα φοβου ἐρωτησον και ἀκουεις ἀληθειαν
9999949 εὐδοκιμουν
ἠ τον ποιητην ὡς ἀσεβουντα περι τον ἐπαινον , ἀλλα εὐδοκιμουν ἀμφω και ἐτιμωντο ὑπο των Ἑλληνων , ὁ μεν
των δριμεων και των ὑποϲκυφιων λεγομενων δια πολληϲ πειραϲ πανυ εὐδοκιμουν γενναιωϲ . καγχρυοϲ # γ λαδανου # β κηκιδων
9999949 ἀπειρῳ
του σχηματος . ὁ δε ὠν ἠδη στρατιωτης σωματι μεν ἀπειρῳ τοιουτων πονων διηλθεν ἐφ ' ἱππων πολλακις την οἰκουμενην
, ἀλλ ' αὐτην τινα φυσιν ἀπειρον οὐσιωμενην ἐν τῳ ἀπειρῳ , διαφερονται δε ἀλληλοις ὁμως κατα πολλα . οἱ
9999948 Μεταποντιῳ
γενεσθαι . ἐφανη δε ποτε και ἐν Κροτωνι και ἐν Μεταποντιῳ τῃ αὐτῃ ἡμερᾳ και ὡρᾳ . ἐν θεατρῳ δε
φησι δε Δικαιαρχος τον Πυθαγοραν ἀποθανειν καταφυγοντα εἰς το ἐν Μεταποντιῳ ἱερον των Μουσων , τετταρακοντα ἡμερας ἀσιτησαντα . :
9999948 εἰρηκε
και τα συνῳδα οὐ νοων και μαλιστα ἐκ τινος Ἁλιζωνους εἰρηκε τους Χαλυβας ἀποδοκιμαζει την δοξαν . ὁ δε Σκηψιος
τον δια Βυζαντιου τωι δια Μασσαλιας : ὁν γαρ λογον εἰρηκε του ἐν Μασσαλιαι γνωμονος προς την σκιαν , τον
9999948 ἐζηλωσαν
. ἐν γαρ τῳ Περσικῳ πολεμῳ χρονον πλειονα διατριψαντες ταχεως ἐζηλωσαν των Ἑλληνων την περι τουτο το μερος εὐχερειαν ,
μειρακιωδη των ἀσωτων , ἀτιμον , ἀποκηρυκτον , αἰσχρον βιον ἐζηλωσαν „ ἐπι γηραος οὐδῳ „ , οἱ δε τον
9999948 σκληροτητα
ἀναθεωρησιν . ἐμαρτυρησε δ ' αὐτου την ἀρετην και την σκληροτητα της ψυχης ἡ περι την τελευτην περιπετεια . ταυτα
χρησις ἐθεραπευσε το παιδαριον : μετα γαρ το λυθηναι την σκληροτητα των διαφορητικων ἐστι χρεια φαρμακων . οἱ μεν οὐν
9999948 ἐνικα
ἐβουλευσαμεθα περι του τι χρη ποιειν , ἀλλ ' εὐθυς ἐνικα σοι το πραγμα ἐπιτρεπειν ὡς εὐνῳ τε ἡμιν και
ἐπιοντι ἐτει [ ᾡ ἠν Ὀλυμπιας , ᾑ το σταδιον ἐνικα Κροκινας Θετταλος , Εὐδιου ἐν Σπαρτῃ ἐφορευοντος , Πυθοδωρου
9999948 γλυκυτερα
. κρειττων δε , φησιν , ἡ βουνιας καθεστηκεν : γλυκυτερα γαρ ἐστι και πεπτικωτερα προς τῳ εὐστομαχος εἰναι και
Χαριβαηλ , τους ὁρμους μεν ἐπιτη - δειους και ὑδρευματα γλυκυτερα [ και ] κρεισσονα της Ὀκηλεως ἐχουσα , ἠδη
9999948 Πυθαγορικοι
αὐτῳ ἀριθμους . ἐτι την ὑλην τῃ δυαδι προσαρμοττουσιν οἱ Πυθαγορικοι : ἑτεροτητος γαρ ἐκεινη μεν ἐν φυσει , δυας
τεταγμενα ὀκταμηνιαια , ὁ δια τοιουτου τινος ἐπιλογισμου συνεβιβαζον οἱ Πυθαγορικοι , δι ' ἀριθμητικων λογων και διαγραμματων την ἐφοδον
9999948 μαστιγες
ἰδιον . Κερκυραιαι δ ' οὐδεν * * * ἐπιβαλλουσιν μαστιγες . Βοασομαι τἀρα ταν ὑπερτονον βοαν . Ἡδυ δ
ἠν εἰδεναι , μηδε γαρ ὁλως της πραξεως κεκοινωνηκεναι . μαστιγες ᾐτουντο και πυρ ἐπεφερετο και βασανιστηριων ἠν παρασκευη ,
9999947 ἐστρατευσε
θυσας εὐωχειτο . ὁ δε Θειοδαμας ἐλθων εἰς την πολιν ἐστρατευσε καθ ' Ἡρακλεους , και εἰς τοσαυτην ἀναγκην κατεστη
Οὐολουσκοι δε και Ἑρνικες , ἐφ ' οὑς ὁ Κασσιος ἐστρατευσε , γνωμην μεν ἐποιησαντο δῃουμενης της χωρας περιοραν και
9999947 μαλακοτητι
κρατιστους δε τους ὀθονια ποιουντας τῃ τε λεπτοτητι και τῃ μαλακοτητι διαπρεπη , τας τε οἰκησεις ἀξιολογους και κατεσκευασμενας φιλοτιμως
κρατιστους δε τους ὀθονια ποιουντας τηι τε λεπτοτητι και τηι μαλακοτητι διαπρεπη , τας τε οἰκησεις ἀξιολογους και κατεσκευασμενας φιλοτιμως
9999947 χρισμα
: πολλα δε γινεται περι Κιλικιαν και ποιουσιν ἐξ αὐτων χρισμα . Φασι δε και εἰς τα σπουδαια των μυρων
τους διδυμους και περιναιον και ὀσφυν . Ἐκ των Ῥουφου χρισμα ἐνεργον , ἐντεινον το αἰδοιον ] . Σμυρνης ,
9999947 ἠρωτησεν
] ἐνθυμημα . ἀντιβολω ] παρακαλω . ἀνηρετ ' ] ἠρωτησεν . ὁ Σφηττιος ] ὁ ἀπο τοπου Σφηττου .
, ἐν ταις χερσιν αὐτων κρατουντας ξιφη ἠκονημενα , και ἠρωτησεν Ἁβρααμ τον ἀρχιστρατηγον : Τινες εἰσιν οὑτοι ; και
9999947 μηδετερῳ
και μενειν . Μηποτε οὐν το προϊον τοιουτον ἐστιν οἱον μηδετερῳ κρατεισθαι μητε μονῃ , μητε προοδῳ μονον , ἀλλα
, φησι Σπευσιππος , και κακον κακῳ και ἀμφω τῳ μηδετερῳ , τουτεστι και ἀμφω τα κακα τῳ ἀγαθῳ .
9999947 μετεξετεροιϲι
τραγου ἠ λινου ϲπερματι ἠ τηλιοϲ μαλθαϲϲειν και ὑγραινειν . μετεξετεροιϲι δε και ἡ κιονιϲ διεβρωθη μεχρι ὀϲτεου του τηϲ
ὁκοϲοιϲι δε ὁμου παντα ξυμπιπτει , οἱδε ὀξυτατοι ῥηϊζουϲι . μετεξετεροιϲι δε πυον πολλον γιγνεται ἐν πνευμονι , ἠ μεταϲταϲιϲ
9999947 νομαδες
ἐξ ἀρχης Ταυλαντιοι τε και Μαχαονες ἐκαλουντο το παλαιον , νομαδες οἱ πλειους αὐτων και αὐτονομοι και ἀβασιλευτοι ἐκ πολλου
. κακοβιοι τε δη και γυμνητες εἰσι τα πολλα και νομαδες : τα τε βοσκηματα αὐτοις ἐστι μικρα , προβατα
9999946 λαμβανετω
οὑτως συντετελεσμενου τα ἀνω ζυγα προβολην ἀπο των μεσοστατων μειζονα λαμβανετω κατα μετωπον , και μεταξυ αὑτων δυο ὀρθα δεχεσθω
: προσταττεσθω πινειν ἐπι τουτοις ἀμπελινον τεφραν ὀξει φυραθεισαν : λαμβανετω και μεντοι και του καλουμενου πυρεθρου τας ῥιζας ,
9999946 ἀχανες
ὑπ ' ἀηθειας ἐπιβασα ὀχηματος παραδοξου και ἀπιδουσα ἐς βαθος ἀχανες , ἐκπλαγεισα και τῳ θαλπει ἁμα συσχεθεισα και ἰλιγγιασασα
χανη και ἀχανη του α ἐπιτατικου νοουμενου , ὡς το ἀχανες πελαγος , . , . * . Ἀχαιαν :
9999946 τουτεοιϲι
μυων : ὠμοπλαται ἐκφανεεϲ ὁλαι , ὁκωϲ πτερυγεϲ ὀρνιθων . τουτεοιϲι ἠν κοιλιη ἐκταραχθῃ , ἀνελπιϲτοι : ἠν δε ἐϲ
την ἀνω γναθον , και χαλεπωϲ ϲυμβαλλουϲι ταϲ γναθουϲ . τουτεοιϲι δε ἐμβολη προδηλοϲ οἱη τιϲ γινεται ἁρμοζουϲα : χρη
9999946 εὐχετο
: αἰψα δ ' ἐπι νευρῃ κατεκοσμει πικρον ὀϊστον , εὐχετο δ ' Ἀπολλωνι Λυκηγενεϊ κλυτοτοξῳ ἀρνων πρωτογονων ῥεξειν κλειτην
ἡλιος , σπενδων ἐκ χρυσεης φιαλης Ξερξης ἐς την θαλασσαν εὐχετο προς τον ἡλιον μηδεμιαν οἱ συντυχιην τοιαυτην γενεσθαι ἡ
9999946 δυνηθεισα
οὐδεν προκοπτει , μηδε χειρουργιας ἀμελησωμεν . ἰσως γαρ μη δυνηθεισα ἡ φυσις διαφορησαι τον χυμον , δευτερον πλουν πλευσασα
„ . ἡ δε ταυτα ἀκουσασα και προς μηδεν ἀντειπειν δυνηθεισα , ” ποθεν , ἀνερ ” , φησι „
9999946 φαινομεθα
κριθησεται , οὐ δη καλον , ἀφ ' ὡν εὐδοκιμουντες φαινομεθα και μεθ ' ὡν ἐπιτηδευματων διαγεγοναμεν , ἀκυρα ποιειν
ὁσα πολυχορδα και πολυαρμονια , δημιουργους οὐ θρεψομεν . Οὐ φαινομεθα . Τι δε ; αὐλοποιους ἠ αὐλητας παραδεξῃ εἰς
9999946 ποιητικῃ
τε και εὐεδροτερον γενοιτο . τουτο το στοιχειον ἐν μεν ποιητικῃ δαψιλεστερον ἐστιν , ἐν δε λογοις πεζοις σπανιωτερον :
ἐτι των καθολου λογων ὑπερηπλωνται . ταυταις δε προς τῃ ποιητικῃ και την τελικην αἰτιαν ἀποδοτεον , οὐχ ὁτι και
9999946 ἀπεσχετο
, και πασας τας των πολεμιων ναυς φυγειν ἀναγκασας , ἀπεσχετο παντελως του διωγμου : ἀναμνησθεις γαρ της ἐν Ἀργινουσαις
το οὐλον : ἀπαγορευσαντων δε των ἰατρων , δυο ἡμερας ἀπεσχετο τροφης . και πως ἐσχε καλως ὡστε τους ἰατρους
9999946 ὠφελησεν
: τουτο πολλων προ αὐτου γεγενημενων και μηδεν ἀνυοντων μεγαλως ὠφελησεν . Ἠ κυπρου φυλλα λειωσας χλωρα ποιει τροχισκους ,
και κατεργαζεται . ἀρχομενας δε ὑπο ῥευμα παχυ ἐπι πολυ ὠφελησεν ὡσπερ την μυδριασιν ἐβλαψεν : οὐ καθ ' ὁ
9999946 Πυθαγορειοι
κορυφη μειζων . κἀκεινο δε δει εἰδεναι ὁτι εἰκοτως οἱ Πυθαγορειοι την μεν μοναδα ταὐτου και ταυτοτητος αἰτιαν ἐλεγον εἰναι
μεν οὐν ἀδιοριστως ἀπερριψε περι των λοιπων , οἱ δε Πυθαγορειοι και ποσαι και τινες αἱ ἐναντιωσεις ἀπεφηναντο . παρα
9999946 πεντακισχιλια
πληθος ἀλλων κατασκευασματων , των παντων συναγομενων εἰς μυρια και πεντακισχιλια ταλαντα . ἠθροισθη δ ' αὐτῳ και ἀλλο πληθος
τῳ Περι μαθηματων φησιν εἰς την Τροιας ἁλωσιν ἐτη γεγονεναι πεντακισχιλια . ἐπειδη πολλαχου μεμνηται του Πλατωνος ὁ Ἀριστοτελης ὡς
9999946 Πελοποννησος
οὐχ ὑπερσυντελικος . . . + . Ἀπια : ἡ Πελοποννησος , ποταμου , και Μελιτης της Ὠκεανου , τελευταιον
Ἰωνια , ” ἐκ δε θατερου ” ταδ ' ἐστι Πελοποννησος οὐκ Ἰωνια . „ Ἀλεξανδρος δε της Ἰνδικης στρατειας
9999946 διαλεκτικῃ
οὐκουν τοις τε μαθηματικοις καθαρμοις τους τελεστικους συνεισιεναι και τῃ διαλεκτικῃ λυσει την ἱερατικην ἀναγωγην συνεπεσθαι ἀναγκη . ταυτα γαρ
διττων δε οὐσων των ἀποδειξεων πανταχου ἐν τε γεωμετριᾳ και διαλεκτικῃ και ῥητορικῃ , ἠτοι γαρ προηγουμενως ἀποδεικνυμεν , ἠ
9999945 στερητικη
δε ὑπαρχον , οὐ . ὁμοιως δε και εἰ ἡ στερητικη εἰη καθολου ὑπαρχουσα , ἀναγκαια δε ἡ ἐλαττων ,
πρωτον παντως ἡ ἀποφατικη μειζων εὑρισκεται . ἐστω γαρ ἡ στερητικη πρωτον ἀναγκαια , ἡ δε κατηγορικη ὑπαρχουσα , και
9999945 ἑπτακοσιοι
, διπλασιοι δε τουτων Κορινθιοι : παρεγενοντο δε και Βοιωτων ἑπτακοσιοι ἐκ [ δε ] Θεσπειας και ἐκ Θηβων τετρακοσιοι
των τετρακισχιλιων σταδιων διαστημα , γινεται το παν μυριοι δισχιλιοι ἑπτακοσιοι σταδιοι , το δ ' ἀπο της Ῥοδιας ἐπι
9999945 μαθηματικῃ
δε ἑτερως νοουμενον , και τουτο τα κοινα ὑποκειμενα τῃ μαθηματικῃ ἐπιστημῃ τῳ λογισμῳ περιλαμβανει . οὐ μεντοι δει ταυτα
Θεωνος και Σωκρατους και ἀλλων πολλων , οὑτω και ἐν μαθηματικῃ εἰ πιστον ἐστιν ὁτι ὁδε ὁ σχηματισμος των ἀστερων
9999944 ἠγαπησεν
της γης ἐκεινης , τουτεστι περιφραστικως την γην ἐκεινην , ἠγαπησεν . Ἐπι τουτοις δε ἡ Κασπια κυμαινεται θαλασσα :
αὐτων τουτο ἠ το ἁπτεσθαι . καιτοι τον λογον τουτον ἠγαπησεν οὑτως Ἐπικουρος , ὡστε παλαιοτερον ὀντα εἰσποιησασθαι και ὑποβαλλεσθαι
9999944 σκοτεινῳ
μετα δε το ἀριστον μη πολυν διατριψαντα χρονον καταδαρθειν ἐν σκοτεινῳ ἠ ψυχεινῳ τοπῳ και χωρις πνευματος : ἐγερθεντος δε
ἠ μαγειρειῳ , Κρονου δε παρα δουλικῳ προσωπῳ ἠ ἐν σκοτεινῳ τοπῳ ἠ ὑγρῳ ἠ ῥυπαρῳ ἠ ὑψηλῳ . ἐαν
9999944 ἐκεκλετο
, σακε ' ὠμοισι κλιναντες . Αἰνειας δ ' ἑτερωθεν ἐκεκλετο οἱς ἑταροισι Δηϊφοβον τε Παριν τ ' ἐσορων και
και θυμον ἑκαστου . Αἰας δ ' αὐθ ' ἑτερωθεν ἐκεκλετο οἱς ἑταροισιν : αἰδως Ἀργειοι : νυν ἀρκιον ἠ
9999944 θεατρα
τον γαρ προ του χρονον οὑτω κεκολασμενος ἀτακτως ἐς τα θεατρα ἐφοιτα και ἐπι την τουτων ἠχω . εὐδοκιμουντι δε
φρονησας εἰκοτως περιιστατο των πολλων , οὐδεμιαν φιλοτιμιαν περι τα θεατρα ποιουμενος . διο τοσουτον αὐτον ἐβλαπτε τουτο ὁσον ὠφελει
9999944 ἀπαντησῃ
ἐκπροθεσμους εἱλον ἐρημην : ἐρημη ἐστιν ὁταν δικαζομενων δυο μη ἀπαντησῃ εἱς , οἱ δικαζοντες ἐρημην καταποφαινονται ἠ καταψηφιζονται του
την ταξιν ἠ τον τοπον αὐτου καταλιπειν , κἀν δυσχερης ἀπαντησῃ τοπος , μηδενα ἐλασαι τον ἱππον αὐτου ἠ τοξευσαι
9999944 θρια
του ἐγκεφαλου . ἐστι γαρ ὡσπερ δυο θρια συγκειμενα . θρια δε , τα της συκης φυλλα , και τα
, τα ῥα οἱ γερα παρθεσαν αὐτῳ : οὐ γαρ θρια και κανδυλον και ἀμητας μελιπηκτα τε τοις βασιλευσιν ἐξαιρετα
9999944 ἀπαρεμφατῳ
. Ν . παντα μαλ ' ἀτρεκεως ἀγορευεμεν : ὁτι ἀπαρεμφατῳ χρηται ἀντι προστακτικου ἀγορευεμεν ἀντι του ἀγορευε . .
' ἐυκνημιδας Ἀχαιους ἐπαϊξαι : ἡ διπλη , ὁτι τῳ ἀπαρεμφατῳ ἀντι προστακτικου ἐχρησατο . Ζηνοδοτος δε Αἰνειωο γραφει .
9999944 γλωσσης
τῳ Νεστορι , ἐν οἱς λεγει : Του και ἀπο γλωσσης μελιτος γλυκιων ῥεεν αὐδη : ταυτα δ ' ἐγκωμιαστικα
, ἐξιστανται μελαγχολικως . Αἱ παρακρουσιες συν φωνῃ κλαγγωδει , γλωσσης σπασμοι τρομωδεες , και αὑται τρομωδεες γενομε - ναι
9999944 μονοειδες
ἡντινουν ἐνδεχεται ; ἠ ἀει αὐτων ἑκαστον ὁ ἐστι , μονοειδες ὀν αὐτο καθ ' αὑτο , ὡσαυτως κατα ταὐτα
μεσπιλωδες : διοπερ οἱον ἀγρια μεσπιλη δοξειεν ἀν εἰναι . μονοειδες δε και οὐκ ἐχον διαφορας . Ὁ δε πρινος
9999944 πλευρῳ
διατασιος των φλεβων , της μεν πλευριτιδος ἐκ των ἐν πλευρῳ , της δε περιπλευμονιης ἐκ των ἐν τῳ πλευμονι
καταψυξιος ἱδρωδεες , ἀναθερμαινομενοι , κακον : ἐπι τουτεοισιν ἐν πλευρῳ καυμα ὀδυνωδες , και το ἐπιῤῥιγωσαι , κακον .
9999944 εὐπορια
και ὑψοπρῳρα δια τας ἀμπωτεις , δρυϊνης ὑλης ἡς ἐστιν εὐπορια : διοπερ οὐ συναγουσι τας ἁρμονιας των σανιδων ,
το δε εὐτυχια , το δε εὐδοξια , το δε εὐπορια . Αἱ τεχναι εἰς τρια διαιρουνται : ἡ μεν
9999944 χειρουργιᾳ
δρᾳ , στοχαζομενη του τελους , τα δε ἑπεται τῃ χειρουργιᾳ , οὐ τεχνης ἐργα , ἀλλ ' ὑλης παθη
οὑτος ἀσκιτης , ἐπι κατακλυζουσῃ ὑγροτητι , και ἐδοξε σοι χειρουργιᾳ χρησασθαι τῃ παρακεντησει . μη ἀναμεινῃς , μηπως το
9999944 τρισαριστεα
ἐν ἀντιληψει τῃ κατα νομον , ὡς ἐπι του τον τρισαριστεα μοιχευοντα ἀνελοντος δια τον νομον τον τους μοιχους κελευοντα
φυλαττειν δοκει . οἱον τον μοιχον ἀναιρεισθαι νομος , μοιχον τρισαριστεα τις ἀναιρων κρινεται δημοσιᾳ . ἐνταυθα γαρ το ὑπο
9999944 ἀπεθετο
πυλης ἀγροικος εἰναι νομιζομενος . εἰσελθων δε το μεν πιλιον ἀπεθετο , γνωρισθεις δε ἐδεξιουτο παντας ὡς ἐπι σωτηριᾳ της
ὁτι ἀλλου θυοντος , ἡρπασεν ὀρνεον το κωλον και ἐκεισε ἀπεθετο . Ἡ δε Ταπροβανη της Ἀφρικης νησος ἱερα :
9999944 δυνησομεθα
. την οὐν ποιοτητα της πευσεως ἠτοι του πραγματος προειπειν δυνησομεθα ἐπαν ἀκριβως λαβωμεν την ὡροσκοπουσαν μοιραν ἐξ ὑδροσκοπιου ἠ
μηκος χωρις πλατους , οὐδ ' ὁμοιον τι αὐτου συνειναι δυνησομεθα εἰναι μηκος ἀπλατες . και μην οὐδε κατ '
9999944 ἀνηκε
: Μετα δε ταυτα ἐλαιου γενεσιν , πονων ἀρωγην , ἀνηκε τοις ἐκγονοις . περιφρασεις παλιν ἐνταυθα και διθυραμβοι .
ἐδειδισαν , οὐδε τις ἐτλη : ἀλλ ' ἐμε θυμος ἀνηκε πολυτλημων πολεμιζειν θαρσεϊ ᾡ : γενεῃ δε νεωτατος ἐσκον
9999944 ἀπεγραψατο
ποιων ἐγκαλειν ἐμοι , τηνικαυτα δε τῳ μεν δικην ἐρημον ἀπεγραψατο κατ ' ἐμου ἀποδημουντος και ταυτ ' ἐν Θετταλιᾳ
τῃ πολει εἰς Ἀφαρεα ἀνεφερεν λογῳ , ἐργῳ δε οὐκ ἀπεγραψατο προς αὐτον διαδικασιαν , εὐ εἰδως ὁτι ἐλεγχθησεται ψευδομενος
9999944 κολλα
ἀσαρου ῥιζης , ἀσταφις ἡμερος , κηρος , λαδανον , κολλα , ἡν εἰς τα βιβλια σκευαζουσι , κροκος ,
του λ ἑτερον λ ἐχει , Σκυλλα , σκιλλα , κολλα , βδελλα , ἁμιλλα , ἀμαλλα : τα δε
9999944 ἡλικια
ἐτι δε φυλαττει την ἐπιθυμιαν . ἀγαθη δε τῃ θηλειᾳ ἡλικια ἡ ἀπο διετους ἐς ἑβδομον ἐτος . κρατιστον δε
ἐτους και ἡ καταστασις του περιεχοντος ἡμας ἀερος ἡ τε ἡλικια και ἡ ἑξις και ἡ χροα του σωματος και
9999943 ἐμιμησατο
το την γαστερα λαλειν † μονον : ἠ † . ἐμιμησατο τῃ φωνῃ των ἐντερων τον ἠχον . ἀτρεμας :
οὐ μην ἀλλα και του Δημοσθενικου χαρακτηρος , ὁν μαλιστα ἐμιμησατο , πολυ πλειω δυναιτ ' ἀν τις εἰπειν ,
9999943 κοιλια
ἐξουρειϲθαι ποιειν φηϲιν ὁ Διουϲκουριδηϲ . ἡ δε τηϲ γαληϲ κοιλια πινομενη παντοϲ ἀλεξιφαρμακον θηριου λεγεται . Κοκκοϲ Κνιδιοϲ ὁ
ΓΘ ἀλλως : τοις βοϊδιοις . ἡ γαρ του βοος κοιλια βολιτους ἐχει . λεγει δε φαυλοις εἰδεσιν ἐν αὐτοις
9999943 φρατορες
ὀντες φυλεται λεγονται , οἱ δε ἐκ της αὐτης φρατριας φρατορες , οἱ δε ἐκ του αὐτου γενους γεννηται .
φρατριας . οὑτοι δε εἰσι , καθαπερ οἱ δημοται και φρατορες , νομῳ τινι ἐχοντες κοινωνιαν . το δε γενος
9999943 ἀπηλλαττετο
μηλα τον πολον διεδεξατο . και οὑτως ἀνελομενος αὐτα Ἡρακλης ἀπηλλαττετο . ἐνιοι δε φασιν οὐ παρα Ἀτλαντος αὐτα λαβειν
τουτον μεν γαρ τον τροπον πραξας , ὁλου του πραγματος ἀπηλλαττετο , μονος μονῳ δ ' ἀποδιδους , τους ἐπι
9999943 ἡμισυς
ἀρτιοι το πληθος , ἀρχομενοι ἀπο μεγιστου του αβ , ἡμισυς δε του πληθους ἐστω ὁ αδ : λεγω ὁτι
γαρ ἡμισυς ὁ λβ και τουτου ὁ ιϚ και τουτου ἡμισυς ὁ η και τουτου ὁ δ και τουτου ὁ
9999943 Πελοπιδας
ἀν πολλακεις τους ἀληθεινους ἡγεμονας . οὐτε γαρ Ἐπαμεινωνδας οὐτε Πελοπιδας οὐτε Ἀθηνηθεν Ἰφικρατης και Χαβριας ἐστρατηγησαν ἀν οὐθ '
στρατηγους κατα τους ὑποκειμενους χρονους . ἐπιφανεστατοι δ ' ἠσαν Πελοπιδας και Γοργιας και Ἐπαμεινωνδας : οὑτος γαρ οὐ μονον
9999943 ξηραντικη
δ ' ἐναιμος , κολλητικη προς τε αἱμοπτυϊκους και ἀρθρα ξηραντικη . Νευροτρωτων ἐμμεθοδος θεραπεια ἐκ των Γαληνου ἡ και
: διο και ἡ δυναμις αὐτου ῥυπτικη τε ἁμα και ξηραντικη . Κριθαι της πρωτης εἰσι ταξεως ἐν τῳ ξηραινειν
9999943 Παναθηναια
ἡ διοικησις ἱκανη γενηται και εἰ τινος ἐνδει προς τα Παναθηναια διοικηθῃ , τους πρυτανεις τους της Πανδιονιδος καθισαι νομοθετας
Σιμος ὁ Θετταλος ἐχων Νεαιραν ταυτηνι ἀφικνειται δευρο εἰς τα Παναθηναια τα μεγαλα . συνηκολουθει δε και ἡ Νικαρετη αὐτῃ
9999943 φοινικουν
και σκληροτερα : την δε κεφαλην ἐπιμηκεστεραν ἐχει : ἀνθος φοινικουν : ῥιζαρια λεπτα και πλειονα : ἡ δε τις
, και μαλλον ἀγριου , καππαρεως , ἀνεμωνης της το φοινικουν ἀνθος ἐχουσης , χαμαιλεοντος , μαραθου , θαψιας ,
9999943 ἀπικετο
Ἐγεγονεε μεν δη ὡδε Ἀλεξανδρος ὁ Ἀμυντεω . Ὡς δε ἀπικετο ἐς τας Ἀθηνας ἀποπεμφθεις ὑπο Μαρδονιου , ἐλεγε ταδε
μεν γαρ τοισι Κυπριοισι εἰρηται ὡς τριταιος ἐκ Σπαρτης Ἀλεξανδρος ἀπικετο ἐς το Ἰλιον ἀγων Ἑλενην , εὐαεϊ τε πνευματι
9999943 Ὀλυμπικην
ἐλεγον : Ἀνδρες Ἑλληνες , δει φυλασσεσθαι την ἐσβολην την Ὀλυμπικην , ἱνα Θεσσαλιη τε και ἡ συμπασα Ἑλλας ἐν
: οὐ γαρ τινα Λυκον εὑρισκω Μεσσηνιον ἀσκησαντα πενταθλον οὐδε Ὀλυμπικην ἀνῃρημενον νικην . τουτο μεν δη χωμα ἐστι γης
9999943 ἐνεμετο
πασχοντες . καρκινος ἀναβας ἀπο της θαλασσης ἐπι τινος αἰγιαλου ἐνεμετο . ἀλωπηξ δε λιμωττουσα ὡς ἐθεασατο αὐτον [ ἀπορουσα
ἑξῃ τροφης : και δοραν οἰος περιβεβλημενος μετα της ποιμνης ἐνεμετο τον ποιμενα φενακισας τῳ μηχανηματι . νυκτος δε γενομενης
9999943 χαλεπωτεροι
: νυν δ ' ἐδεισαν μη οἱ Ἀθηναιοι ἐχοντες αὐτην χαλεπωτεροι σφισι παροικοι ὠσιν . Μετα δε ταυτα τριτον μερος
το μεγεθος , ἐπιμελη ποιουμενοι ζητησιν . οἱ μεν οὐν χαλεπωτεροι τας φυσεις ἐπι το μειζον τε και φοβερωτερον ἁπαντα
9999943 τραχεσι
, πικρον , κιρρον : ῥιζα λεπτη . φυεται ἐν τραχεσι τοποις . Σιδηριτις ποα ἐστι φυλλα ἐχουσα ὁμοια πρασῳ
ἐτραπησαν . της δε φυγης οὐσης ἐν τοποις στενοις και τραχεσι συμπιπτοντες ἀλληλους συνεπατουν και πολλοι χωρις πολεμιας πληγης ἀπεθνησκον
9999943 ἀναπλασσε
περι τον ὀρθρον ἀπηθησον και λεανε ἐν ἡλιῳ ὡς τροχισκους ἀναπλασσε : ἐαν δ ' ὠπτημενης ᾐ χρεια , λαβων
. Κοψας , σησας , φυρασας τῳ ὑοσκυαμου χυλῳ , ἀναπλασσε ἀρτισκους ἐλαφρους και ψυχε ἐν σκιᾳ μεταστρεφων αὐτους καθ
9999943 κατεπλαγη
κρηνας και ἀρτους ἠν φερειν . Στιλπων δ ' οὐ κατεπλαγη την ἐγκρατειαν καταφαγων σκοροδα και κατακοιμηθεις ἐν τῳ της
εἰς το χωριον και εἰδε τε τους περι Ἁβροκομην και κατεπλαγη την εὐμορφιαν και εὐθυς μεγα κερδος νομιζων ᾐτησατο ἐκεινους
9999943 πικροτητα
ἐν ὠσι σκωληκας ὁ χυλος της ποας ἀναιρει δια την πικροτητα . Καρδαμου το σπερμα καυστικης μετεχει δυναμεως ὡσπερ το
και τουϲ ἐν ὠϲι ϲκωληκαϲ ὁ χυλοϲ ἀναιρει δια την πικροτητα : ὁ δε ἐν τῃ ἁλμῃ τιθεμενοϲ καρποϲ ἀποπλυθειϲ
9999942 πεπιστευκα
ἰαται το προειρημενον παθος τῳ ἀνθρωπῳ . Ἐγω μεν οὐ πεπιστευκα , εἰ δε ἑτερος Εὐδοξῳ πειθεται , πιστευετω ὁ
περι ἐμεοὐ γαρ ὀλιγα ἐσταισοι δε και τοις σοις μαλλον πεπιστευκα . ὁρα δη ταυτα εἰ σοι ἀρεσκει , και
9999942 ἀπεστησε
και ἐκτος πολεμιων χρησιμος ἡ παρασκευη , και τουτο αὐτο ἀπεστησε του πολεμου τους ἐναντιους , το γνωναι παρεσκευασμενους ὑμας
' ὁσαι στρατηγιδες αὐτον ἐκ των πολεμων ἐτι ἐσωματοφυλακουν , ἀπεστησε της φυλακης και μετα της δημοσιας ὑπηρεσιας ἐπεφαινετο μονης
9999942 ἠναγκαζοντο
ἑτερον ἐπι τους περι τον Ἀππιον οὐπω την ἐξουσιαν παρειληφοτας ἠναγκαζοντο καταφευγειν , τα μεν ἐν ταις ἐκκλησιαις δεομενοι ,
ὀρων , και μαστιγουμενοι και δεδιοτες και ὠθουμενοι και τρεμοντες ἠναγκαζοντο ἀποθνῃσκειν . ὡσπερ οὐν εἰ δυο ἀνθρωπω παλαιειν οὐκ
9999942 δορυφοροι
. ἀνδρας αἱ μαχαι ζητουσι . παρεισιν ἐν τοις βασιλειοις δορυφοροι πολλοι και λυρας ἀπειροι και φεροντες ὁπλα . Λυδοις
τους θυρεους ὁπλοφορουντες ἐκ των ὀπισω παρεστασιν , οἱ δε δορυφοροι κατα την ἀντικρυ καθημενοι κυκλῳ καθαπερ οἱ δεσποται συνευωχουνται
9999942 γενεα
Ἐπαφου τας πεντηκοντα θυγατερας του Δαναου . πως δε πεμπτη γενεα ἠσαν αὑται ἀπο του Ἐπαφου μανθανε . πρωτη γενεα
ἰδου , τεκνα μου ἐστε , τεκνα μου , τριτη γενεα . Ἰωσηφ ἑκατοστῳ ὀκτωκαιδεκατῳ ἐτει ἀπεθανε . Και νυν
9999942 ἀπηλλακτο
ἐξ αὐτων τουτων εἰκοτως ἀν μισοιτο . Ὡς δ ' ἀπηλλακτο μεν παρα του Πιτταλακου , ἀνειληπτο δε ὑπο του
γαρ συνεγεγραπτο Συλλας , ἀλλ ' ἐργῳ τα λεχθεντα βεβαιωσας ἀπηλλακτο . ταυτα δ ' εἰπων ὁ Μουρηνας εὐθεως ἐλεηλατει

Back