ἰαται το προειρημενον παθος τῳ ἀνθρωπῳ . Ἐγω μεν οὐ πεπιστευκα , εἰ δε ἑτερος Εὐδοξῳ πειθεται , πιστευετω ὁ
περι ἐμεοὐ γαρ ὀλιγα ἐσταισοι δε και τοις σοις μαλλον πεπιστευκα . ὁρα δη ταυτα εἰ σοι ἀρεσκει , και
9999956 Αἰσονιδης
' ἐπ ' ἰκριοφιν , χειρος δε ἑ χειρι μεμαρπως Αἰσονιδης ἐκομιζε δια κληιδας ἰουσαν . ἐνθα δ ' ἀοιδῃσιν
, χθονιην , εὐαντεα δουναι ἐφορμην . εἱπετο δ ' Αἰσονιδης , πεφοβημενος : αὐταρ ὁγ ' ἠδη οἰμῃ θελγομενος
9999950 λιπεν
τηλου ἀπωλετο νοστιμον ἠμαρ . ” ὡς εἰπων τους μεν λιπεν αὐτοθι ἠκα κιοντας , αὐταρ ὁ βη , μαλα
. πως οὐν ὀλοφυρεται ὡς ἐν δεινοις ὠν ; . λιπεν ῥοον Ὠκεανοιο νηυς , ἀπο δ ' ἱκετο κυμα
9999949 τραχεσι
, πικρον , κιρρον : ῥιζα λεπτη . φυεται ἐν τραχεσι τοποις . Σιδηριτις ποα ἐστι φυλλα ἐχουσα ὁμοια πρασῳ
ἐτραπησαν . της δε φυγης οὐσης ἐν τοποις στενοις και τραχεσι συμπιπτοντες ἀλληλους συνεπατουν και πολλοι χωρις πολεμιας πληγης ἀπεθνησκον
9999949 Πελοποννησος
οὐχ ὑπερσυντελικος . . . + . Ἀπια : ἡ Πελοποννησος , ποταμου , και Μελιτης της Ὠκεανου , τελευταιον
Ἰωνια , ” ἐκ δε θατερου ” ταδ ' ἐστι Πελοποννησος οὐκ Ἰωνια . „ Ἀλεξανδρος δε της Ἰνδικης στρατειας
9999948 ἠρνησατο
, το δε τα δεοντα εἰρηκεναι ἐξ ἀρχης μεν παντῃ ἠρνησατο , ἐπειτα συνεχωρησεν εἰς χαριν Φαιδρου : ὡστε πῃ
Πωρος ᾐτησεν , ὁ δε Ἀλεξανδρος ἐπραξε , και οὐκ ἠρνησατο : οὐδε γαρ οἱος τε ἠν . βασιλεα γαρ
9999948 ἀχανες
ὑπ ' ἀηθειας ἐπιβασα ὀχηματος παραδοξου και ἀπιδουσα ἐς βαθος ἀχανες , ἐκπλαγεισα και τῳ θαλπει ἁμα συσχεθεισα και ἰλιγγιασασα
χανη και ἀχανη του α ἐπιτατικου νοουμενου , ὡς το ἀχανες πελαγος , . , . * . Ἀχαιαν :
9999947 δυνηθεισα
οὐδεν προκοπτει , μηδε χειρουργιας ἀμελησωμεν . ἰσως γαρ μη δυνηθεισα ἡ φυσις διαφορησαι τον χυμον , δευτερον πλουν πλευσασα
„ . ἡ δε ταυτα ἀκουσασα και προς μηδεν ἀντειπειν δυνηθεισα , ” ποθεν , ἀνερ ” , φησι „
9999947 ἀπελιπεν
δε κρινας ἐχεσθαι του πολεμου , Πνυταγοραν μεν τον υἱον ἀπελιπεν ἡγε - μονα των ὁλων ποιησας ἐν τῃ Κυπρῳ
γε : τρις γαρ τελειος ὑπαρχουσα οὐδ ' ἐπιδοσιν αὐξησεως ἀπελιπεν , ἀλλα και δυο κυβων ἁμα συνθεσις , του
9999947 λιθοι
, ὁ τε φρονιμος και ὁ φρονων , οἱ δυο λιθοι . μηποτε δε ὁ Ἰουδας ἐστι και ὁ Ἰσσαχαρ
δημιουργος πλην το αἰτιον ὑφ ' οὑ ; τι δε λιθοι και ξυλα πλην ἡ ὑλη , ἐξ ἡς ἡ
9999946 εὐτελες
. . . . δουναι ὁσον τ ' εἰλυμα : εὐτελες και βραχυτατον περιβλημα . ἐποψιος : ἐποπτης . κριου
δε ἀμφικαυστιν την ὡραιοτατην . ἀναλφαβητος : ἐδοκει μεν εἰναι εὐτελες . Νικοχαρης δε αὐτο ἐποιησεν ἀρχαιον χρησαμενος ἐν Γαλατειᾳ
9999946 μαλακοτητι
κρατιστους δε τους ὀθονια ποιουντας τῃ τε λεπτοτητι και τῃ μαλακοτητι διαπρεπη , τας τε οἰκησεις ἀξιολογους και κατεσκευασμενας φιλοτιμως
κρατιστους δε τους ὀθονια ποιουντας τηι τε λεπτοτητι και τηι μαλακοτητι διαπρεπη , τας τε οἰκησεις ἀξιολογους και κατεσκευασμενας φιλοτιμως
9999946 γλωσσης
τῳ Νεστορι , ἐν οἱς λεγει : Του και ἀπο γλωσσης μελιτος γλυκιων ῥεεν αὐδη : ταυτα δ ' ἐγκωμιαστικα
, ἐξιστανται μελαγχολικως . Αἱ παρακρουσιες συν φωνῃ κλαγγωδει , γλωσσης σπασμοι τρομωδεες , και αὑται τρομωδεες γενομε - ναι
9999945 βουλευσομεθα
λοιπων ὁμοιως . πλεον δε περι των κατα τας τεχνας βουλευσομεθα ἠ τας ἐπιστημας : πλεον γαρ δισταζομεν ἐν ταις
πολιτικοις , ἠ ὁποιον ἀν τι ἡμιν δοκῃ , τοτε βουλευσομεθα , βελτιους ὀντες βουλευεσθαι ἠ νυν . αἰσχρον γαρ
9999945 χαλεπωτατα
προπεμπομενοι δεδιοτος , μη συλληφθεντες ἀπολωνται και συμβῃ δυο τα χαλεπωτατα , ἀνδρων τε , οἱ φυλης ἑκαστης ὀψις ἠσαν
μετιων : ὡς κἀν τουτῳ γεωργιαν θαυμασιωτεραν εἰναι , τῳ χαλεπωτατα εἰναι και ἀγριωτατα των ἐθνων , εἰπερ ὀντως ἐστιν
9999944 μαθηματικῃ
δε ἑτερως νοουμενον , και τουτο τα κοινα ὑποκειμενα τῃ μαθηματικῃ ἐπιστημῃ τῳ λογισμῳ περιλαμβανει . οὐ μεντοι δει ταυτα
Θεωνος και Σωκρατους και ἀλλων πολλων , οὑτω και ἐν μαθηματικῃ εἰ πιστον ἐστιν ὁτι ὁδε ὁ σχηματισμος των ἀστερων
9999944 ἀμφιβολια
κατα συνθεσιν και διαιρεσιν . ἐστι δε κατα πνευμα μεν ἀμφιβολια ὡς τοδε . κατελιπε τις φιλῳ την οὐσιαν ,
μολειν ] γρ . φυγειν . οὐκ ἐνι στασις ] ἀμφιβολια . τουτο οὐκ ἀδηλον . φευ , ταχεια ]
9999944 Δημοσθενες
αὐτῳ : ὁ δε δημος ὁ Ἀθηναιων ποι καταφυγῃ , Δημοσθενες ; προς ποιαν συμμαχων παρασκευην ; προς ποια χρηματα
λαβειν , και προς τουτοις ἐν τῳ ψηφισματι γραψαντος ὠ Δημοσθενες σου και ἑτερων πολλων , ζητειν την βουλην περι
9999944 ἐκβληθεισα
ΑΒΔΖ , και τῃ Γ ἰση ἐνηρμοσθω ἡ ΑΒ και ἐκβληθεισα συμπιπτετω τῃ ἀπο του Δ ἐφαπτομενῃ του κυκλου κατα
ΒΔ της ΓΕ , και ἐπεζευχθω ἡ ΔΕ : ὁτι ἐκβληθεισα ἡ ΔΕ συμπιπτει τῃ ΒΓ . Κεισθω τῃ ΓΕ
9999944 μαστιγες
ἰδιον . Κερκυραιαι δ ' οὐδεν * * * ἐπιβαλλουσιν μαστιγες . Βοασομαι τἀρα ταν ὑπερτονον βοαν . Ἡδυ δ
ἠν εἰδεναι , μηδε γαρ ὁλως της πραξεως κεκοινωνηκεναι . μαστιγες ᾐτουντο και πυρ ἐπεφερετο και βασανιστηριων ἠν παρασκευη ,
9999944 τραυματοϲ
ἀγκιϲτρα καταπειραντεϲ ἐν τῳ δερματι το πληθοϲ προϲ το του τραυματοϲ μεγεθοϲ τυφλαγκιϲτρῳ ἠ κοπαριῳ τουϲ ὑμεναϲ και την πιμελην
μεν οὐδεν ὀχληρον φερουϲι πλην ὁϲον ὀδυνην την ἐκ του τραυματοϲ , ὑϲτερον δε παθοϲ ἐμποιουϲι το καλουμενον ὑδροφοβικον ,
9999944 σκοτεινῳ
μετα δε το ἀριστον μη πολυν διατριψαντα χρονον καταδαρθειν ἐν σκοτεινῳ ἠ ψυχεινῳ τοπῳ και χωρις πνευματος : ἐγερθεντος δε
ἠ μαγειρειῳ , Κρονου δε παρα δουλικῳ προσωπῳ ἠ ἐν σκοτεινῳ τοπῳ ἠ ὑγρῳ ἠ ῥυπαρῳ ἠ ὑψηλῳ . ἐαν
9999943 δειλιᾳ
γραφην ἐγκωμιαζων την των Συρακουσιων ἀνδρειαν , τον τουτων κρατησαντα δειλιᾳ φησι διενηνοχεναι τους ἁπαντας ἀνθρωπους . δια γαρ των
: ἐπι των ἀγαν δειλων ⋮ Ἡ γαρ ἐλαφος τῃ δειλιᾳ παρα τας ὁδους τικτει , σοφιᾳ τουτο δρωσα .
9999943 ἐξαλλαγην
ἐν ἁπασι , τῃ δε περι την ἐργασιαν διαφορᾳ την ἐξαλλαγην μηχανησομεθα . το δε ἀγωνιστικωτατον και μαλιστα ἡμιν συμβαλλομενον
οἱ του ἀνθρωποι ἐστιν ἀρθρον . οὐκ ἀρα παρα την ἐξαλλαγην της φρασεως κατα την μεταθεσιν οὐχι του κτηματος ἐστι
9999943 ἠρωτησεν
] ἐνθυμημα . ἀντιβολω ] παρακαλω . ἀνηρετ ' ] ἠρωτησεν . ὁ Σφηττιος ] ὁ ἀπο τοπου Σφηττου .
, ἐν ταις χερσιν αὐτων κρατουντας ξιφη ἠκονημενα , και ἠρωτησεν Ἁβρααμ τον ἀρχιστρατηγον : Τινες εἰσιν οὑτοι ; και
9999943 οἰδημα
, και κατ ' οὐδενα ὁμοιας δειται ἀγωγης . και οἰδημα , και κηλη , και χοιρας , και μελικηρις
οἰδημα νεαρον , τουτεστι προσφατον , βορβορυγμος γενομενος λυει το οἰδημα και το ἐπαρμα τῃ ὑποχαλασει διαφορουμενων των πνευματων των
9999943 δυνησομεθα
. την οὐν ποιοτητα της πευσεως ἠτοι του πραγματος προειπειν δυνησομεθα ἐπαν ἀκριβως λαβωμεν την ὡροσκοπουσαν μοιραν ἐξ ὑδροσκοπιου ἠ
μηκος χωρις πλατους , οὐδ ' ὁμοιον τι αὐτου συνειναι δυνησομεθα εἰναι μηκος ἀπλατες . και μην οὐδε κατ '
9999943 πεντακισχιλια
πληθος ἀλλων κατασκευασματων , των παντων συναγομενων εἰς μυρια και πεντακισχιλια ταλαντα . ἠθροισθη δ ' αὐτῳ και ἀλλο πληθος
τῳ Περι μαθηματων φησιν εἰς την Τροιας ἁλωσιν ἐτη γεγονεναι πεντακισχιλια . ἐπειδη πολλαχου μεμνηται του Πλατωνος ὁ Ἀριστοτελης ὡς
9999943 συνεληφθη
ἐργῳ πλησιαζων και ταρασσομενος και ἐκ τουδε ὑποπτος γενομενος , συνεληφθη τε και ὡμολογησε . και ὁ στρατος ὁ του
τῃ μαχῃ του υἱου ἐξηλθε χοας ἐποισουσα τῳ ἀριστει : συνεληφθη ὑπο των πολεμιων και βασανισθεισα τα ἀποῤῥητα ἐξειπεν ,
9999943 ἡλικια
ἐτι δε φυλαττει την ἐπιθυμιαν . ἀγαθη δε τῃ θηλειᾳ ἡλικια ἡ ἀπο διετους ἐς ἑβδομον ἐτος . κρατιστον δε
ἐτους και ἡ καταστασις του περιεχοντος ἡμας ἀερος ἡ τε ἡλικια και ἡ ἑξις και ἡ χροα του σωματος και
9999943 Πελοπιδας
ἀν πολλακεις τους ἀληθεινους ἡγεμονας . οὐτε γαρ Ἐπαμεινωνδας οὐτε Πελοπιδας οὐτε Ἀθηνηθεν Ἰφικρατης και Χαβριας ἐστρατηγησαν ἀν οὐθ '
στρατηγους κατα τους ὑποκειμενους χρονους . ἐπιφανεστατοι δ ' ἠσαν Πελοπιδας και Γοργιας και Ἐπαμεινωνδας : οὑτος γαρ οὐ μονον
9999943 μελικρητῳ
. ἠν δε καταπινειν ῥηϊϲτον ᾐ , ἐλατηριου διδοναι ξυν μελικρητῳ και ὀρρῳ γαλακτοϲ , ὁκοϲον ἀν καθηραι ἱκανον ᾐ
ἀμφ ' αὐτῳ δε χοην χεισθαι πασιν νεκυεσσι , πρωτα μελικρητῳ , μετεπειτα δε ἡδεϊ οἰνῳ , το τριτον αὐθ
9999943 ἀπεστησε
και ἐκτος πολεμιων χρησιμος ἡ παρασκευη , και τουτο αὐτο ἀπεστησε του πολεμου τους ἐναντιους , το γνωναι παρεσκευασμενους ὑμας
' ὁσαι στρατηγιδες αὐτον ἐκ των πολεμων ἐτι ἐσωματοφυλακουν , ἀπεστησε της φυλακης και μετα της δημοσιας ὑπηρεσιας ἐπεφαινετο μονης
9999943 ἀναπλασσε
περι τον ὀρθρον ἀπηθησον και λεανε ἐν ἡλιῳ ὡς τροχισκους ἀναπλασσε : ἐαν δ ' ὠπτημενης ᾐ χρεια , λαβων
. Κοψας , σησας , φυρασας τῳ ὑοσκυαμου χυλῳ , ἀναπλασσε ἀρτισκους ἐλαφρους και ψυχε ἐν σκιᾳ μεταστρεφων αὐτους καθ
9999943 ναρδου
βραχεων : ἠ οἰνανθην λειαν ἐμπασσε τῳ ποτῳ μετα σταχυος ναρδου . ἁρμοζει δε και σεριν ἐσθιειν και καυλον θριδακινης
τοις κατα γαστερα και ἐντερα παθεσι ῥοωδεσιν ἱκανως βοηθει : ναρδου σταχυς , ὀξυακανθου ὁ καρπος ἐσθιομενος τε και πινομενος
9999943 χαλεπωτεροι
: νυν δ ' ἐδεισαν μη οἱ Ἀθηναιοι ἐχοντες αὐτην χαλεπωτεροι σφισι παροικοι ὠσιν . Μετα δε ταυτα τριτον μερος
το μεγεθος , ἐπιμελη ποιουμενοι ζητησιν . οἱ μεν οὐν χαλεπωτεροι τας φυσεις ἐπι το μειζον τε και φοβερωτερον ἁπαντα
9999942 κατεπλαγη
κρηνας και ἀρτους ἠν φερειν . Στιλπων δ ' οὐ κατεπλαγη την ἐγκρατειαν καταφαγων σκοροδα και κατακοιμηθεις ἐν τῳ της
εἰς το χωριον και εἰδε τε τους περι Ἁβροκομην και κατεπλαγη την εὐμορφιαν και εὐθυς μεγα κερδος νομιζων ᾐτησατο ἐκεινους
9999942 στρατευσῃ
καταλλασσῃ τῃ γυναικι α ἐαν κοινωνησῃς , βλαπτῃ β ἐαν στρατευσῃ , ταχυ προκοπτεις γ οὐκ ? ἐστιν ? ?
προκοπτεις ἀρτι Ϛ οὐ κοινωνεις ἀρτι τῳ πραγματι ζ ἐαν στρατευσῃ , μετανοησεις η μετα φοβου ἐρωτησον και ἀκουεις ἀληθειαν
9999942 κουρευς
' ἐμου τον φαλακρον ἐξυπνισεν . Σχολαστικος και φαλακρος και κουρευς συνοδευοντες συνεθεντο προς τεσσαρας ὡρας βιγλευσαι . ἐλαχεν οὐν
ποιμενας , ἐν δε Χρυσῳ γενει Εὐπολιδος ἐπειθ ' ὁ κουρευς τας μαχαιριδας λαβων ὑπο της ὑπηνης κατακερει την εἰσφοραν
9999942 χρισμα
: πολλα δε γινεται περι Κιλικιαν και ποιουσιν ἐξ αὐτων χρισμα . Φασι δε και εἰς τα σπουδαια των μυρων
τους διδυμους και περιναιον και ὀσφυν . Ἐκ των Ῥουφου χρισμα ἐνεργον , ἐντεινον το αἰδοιον ] . Σμυρνης ,
9999942 ἐκωλυσεν
εὐθυς ἐβουλοντο καταβαλειν ἑαυτους εἰς την θαλασσαν , ἀλλα Ζευς ἐκωλυσεν . οὑτοι τοις πλεουσιν οἱ ὀρνιθες αἰσιοι φαινονται .
ἐπῃει τις αὐτοις συμμαχια βαρβαρων , ἡν ὁ Καισαρ ὑπαντησας ἐκωλυσεν ἐσδραμειν ἐς την Σετουϊαν : κἀν τῳ πονῳ τῳδε
9999942 ἀφετηρια
το δραμειν ἀφαιρουμενοι ἀφιεσαν τρεχειν : ἀφ ' οὑ και ἀφετηρια ἐκληθη . βαλβις δε ἀπο του εἰσβαλλεσθαι βαδην .
και ὁπλα παντοια ἐπιβιβασας ταις ναυσι και μηχανας πετροβολους και ἀφετηρια και στρατηγον αὐτοκρατορα και ἡγεμονα του στολου παντος ἑλομενος
9999942 ἀπαρχη
γαρ ἑκατονταετει γινεται . ἐστι δε και Λευιτικης φυλης ἱερευσιν ἀπαρχη διδομενη : δεκατας γαρ λαβοντες , ἀπο τουτων ὡς
προσκεκληρωται , διοτι του συμπαντος ἀνθρωπων γενους ἀπενεμηθη οἱα τις ἀπαρχη τῳ ποιητῃ και πατρι . το δ ' αἰτιον
9999942 μαθημα
, ἐργον , σπουδασμα , ἐπιτηδευμα , ἐπιχειρημα ἐγχειρημα , μαθημα , τεχνημα , μεταχειρισις . και ὁ πραττων ἐργαζομενος
γαρ ὁμολογειν τἀληθηὀκνῳ κατειχομην περι το συγγραφειν και παραδιδοναι το μαθημα τουτο , ὡς ἀπημαυρωμενον και ταχα μηδεν ἐτι χρησιμον
9999942 ἐγιγνωσκεν
τοις πωλουσι τας πατριδας μονοις εἰναι θαρρειν , οὐκ ὀρθως ἐγιγνωσκεν . Ἀφικομεθα μεν οὐ λογῳ προς Φιλιππον ἀγωνιουμενοι ,
, και τους λογους τους ὑπερ της δημοκρατιας οὐχ ὡς ἐγιγνωσκεν , εἰρηκως , ἀλλ ' ἐς ἀντιλογιαν του Ἀπολλωνιου
9999941 συμβαινῃ
] ἀπωνατο ; [ δεον πολλακις εὐλαβεισθαι , κἀν ἀρα συμβαινῃ τινι * * ] τῳ Βιωνι δοκει μη δυνατον
ἀλληλοις ἠ ἑξαγωνα , και μαλιστα , ὁταν ἐναλλαξ τουτο συμβαινῃ , πολυ δε πλειον , ὁταν ἡ του ἀνδρος
9999941 ἐβουλευσατο
, ἐκεινο δοκει πρωτον των ἀλλων παντων αἱρεισθαι περι ὡν ἐβουλευσατο . Μετα ταυτα ζητει περι τινων βουλευονται οἱ ἀνθρωποι
' ἐσθ ' ἁ και καθ ' αὑτον ὁ δημος ἐβουλευσατο , τινα ταυτ ' ἐχει τοις ἀνδρασι φαυλοτητα ,
9999941 μηδετερῳ
και μενειν . Μηποτε οὐν το προϊον τοιουτον ἐστιν οἱον μηδετερῳ κρατεισθαι μητε μονῃ , μητε προοδῳ μονον , ἀλλα
, φησι Σπευσιππος , και κακον κακῳ και ἀμφω τῳ μηδετερῳ , τουτεστι και ἀμφω τα κακα τῳ ἀγαθῳ .
9999941 Ἀνδροκλης
Βοιωτιος , Ἡλιοδωρος Πιθευς μαρτυρουσι παρειναι , ὁτ ' ἐδανεισεν Ἀνδροκλης Ἀπολλοδωρῳ και Ἀρτεμωνι ἀργυριου τρισχιλιας δραχμας , και εἰδεναι
ἀνδρες , οὐχ ὡς περι γνησιων ἐπραττεν Εὐκτημων , ὁ Ἀνδροκλης μεμαρτυρηκε , και αὐτο τουτο ἱκανον τεκμηριον : τοις
9999941 Πυθαγορικοι
αὐτῳ ἀριθμους . ἐτι την ὑλην τῃ δυαδι προσαρμοττουσιν οἱ Πυθαγορικοι : ἑτεροτητος γαρ ἐκεινη μεν ἐν φυσει , δυας
τεταγμενα ὀκταμηνιαια , ὁ δια τοιουτου τινος ἐπιλογισμου συνεβιβαζον οἱ Πυθαγορικοι , δι ' ἀριθμητικων λογων και διαγραμματων την ἐφοδον
9999941 ἐνεμετο
πασχοντες . καρκινος ἀναβας ἀπο της θαλασσης ἐπι τινος αἰγιαλου ἐνεμετο . ἀλωπηξ δε λιμωττουσα ὡς ἐθεασατο αὐτον [ ἀπορουσα
ἑξῃ τροφης : και δοραν οἰος περιβεβλημενος μετα της ποιμνης ἐνεμετο τον ποιμενα φενακισας τῳ μηχανηματι . νυκτος δε γενομενης
9999941 δολια
ἰκμας και το μεγεθος παραμυθουνται : κοιλων και μικρων ἠθη δολια , ἐπιβουλα ἐν ἀνθρωποις , ζηλῳ και φθονῳ τετηκοτα
και ἡ μορφη τουτοις ἐοικεν : ἀρκος δε ὠμοφρων , δολια , σκαια . και τοις ἀλλοις δε ζωοις κατα
9999941 ἀπεσχετο
, και πασας τας των πολεμιων ναυς φυγειν ἀναγκασας , ἀπεσχετο παντελως του διωγμου : ἀναμνησθεις γαρ της ἐν Ἀργινουσαις
το οὐλον : ἀπαγορευσαντων δε των ἰατρων , δυο ἡμερας ἀπεσχετο τροφης . και πως ἐσχε καλως ὡστε τους ἰατρους
9999941 Ἀχιλλευς
Ἑλληνας ἀκουσαι της ἀπο του θρηνου κραυγης . ὁ δε Ἀχιλλευς τουτον ἐασας κεισθαι τον ἐπιταφιον ἐπετελεσε Πατροκλωι , και
ἐπ ' ἀκτης βαλλον ἐπισχερω , ἐνθ ' ἀρ ' Ἀχιλλευς φρασσατο Πατροκλῳ μεγα ἠριον ἠδε οἱ αὐτῳ . Αὐταρ
9999941 τρισχιλια
ἀποδημου αὐτου ὀντος ἐθεασατο αὐτον ἐν ὑπνοις ἐλθοντα και λεγοντα τρισχιλια ὀκτακοσια νομισματα ἠνεγκα . και ἀναθεμενος τινι των ἐπιστημονων
ὑπο Δαναου . οὑτος ἐποιησεν ᾀσματα και γριφους εἰς ἐπη τρισχιλια . Και το ἐπιγραμμα τινες το ἐπι Μιδᾳ τουτον
9999940 γλυκυσιδης
νηστει διδοναι : ἠ δαυκου ῥιζην αἰθιοπικου , σεσελι , γλυκυσιδης ῥιζην τον αὐτον τροπον : ἠ ἱπποσελινου και δαυκου
δια μελιτος , ἀρτεμισιας , δικταμνου , κραμβης χυλου , γλυκυσιδης , πρασου χυλου , πηγανου , σκαμμωνιας . οἱ
9999940 ἀπηλλαττετο
μηλα τον πολον διεδεξατο . και οὑτως ἀνελομενος αὐτα Ἡρακλης ἀπηλλαττετο . ἐνιοι δε φασιν οὐ παρα Ἀτλαντος αὐτα λαβειν
τουτον μεν γαρ τον τροπον πραξας , ὁλου του πραγματος ἀπηλλαττετο , μονος μονῳ δ ' ἀποδιδους , τους ἐπι
9999940 ἐνεποιησε
ὁ Ἑρμης τοις του Κρονου συμμαχοις λογους μαγειας διαλεχθεις ποθον ἐνεποιησε της κατα του Οὐρανου μαχης ὑπερ της Γης :
ὁ Ἑρμης τοις του Κρονου συμμαχοις λογους μαγειας διαλεχθεις ποθον ἐνεποιησε της κατ ' Οὐρανου μαχης ὑπερ της Γης .
9999940 φοινικουν
και σκληροτερα : την δε κεφαλην ἐπιμηκεστεραν ἐχει : ἀνθος φοινικουν : ῥιζαρια λεπτα και πλειονα : ἡ δε τις
, και μαλλον ἀγριου , καππαρεως , ἀνεμωνης της το φοινικουν ἀνθος ἐχουσης , χαμαιλεοντος , μαραθου , θαψιας ,
9999940 ἀπαιδες
ἐλθουσα θαψῃς την Πολυξενην : ὁσον το κατα σε μερος ἀπαιδες ἐσμεν . ὁσον το κατα σε ἡκεν : ἐζη
τροπων ἠθη συννομα πειρασθαι προσαρμοττειν . και ὁσοι μεν ἀν ἀπαιδες αὐτων ἠ ὀλιγοπαιδες ὀντες διαφερωνται , και παιδων ἑνεκα
9999940 διωκε
εἰδεναι τα δρωμενα . οὐκ ἰσμεν : ἀλλα στειχε και διωκε νιν ὁπου κυρησας τουσδ ' ἀπαγγελεις λογους . ὁρατ
ἐρεις δ ' ὡς Ὁμηρος προσθε μεν ἐσθλος ἐφευγε , διωκε δε μιν μεγ ' ἀμεινων . οἱον πολλοι πολλακις
9999940 ἐνικησα
πολλην μεν χωραν ἐλεηλατησα , πολλαις δε μαχαις τους ἀντιταξαμενους ἐνικησα , πολλας δε και εὐδαιμονας πολεις κατα κρατος ἑλων
δ ' ἀνδρασι χορηγων εἰς Διονυσια ἐπι του αὐτου ἀρχοντος ἐνικησα , και ἀνηλωσα συν τῃ του τριποδος ἀναθεσει πεντακισχιλιας
9999940 τριπλασιῳ
των ιϚʹ και τα λϚʹ των κδʹ , ἐν δε τριπλασιῳ λογῳ , ἱνα το δια πασων και δια πεντε
ἐν ἀμφοτεραις ταις πυθμενικαις οἱ τε ἀκροι ἐν διπλασιῳ και τριπλασιῳ λογῳ εἰσι προς ἀλληλους και αἱ των μειζονων προς
9999940 κτισθεισαν
τον Καυκασον ἐν δεκα ἡμεραις ἀφικετο εἰς Ἀλεξανδρειαν πολιν την κτισθεισαν ἐν Παραπαμισαδαις , ὁτε το πρωτον ἐπι Βακτρων ἐστελλετο
ἀπο τουτου Ῥηγιον ὀνομασθηναι , και την ὑστερον πολλοις ἐτεσι κτισθεισαν πολιν τυχειν της ὁμωνυμου προσηγοριας . ἐνιοι δε λεγουσι
9999940 τεταρτη
, οἱον ὁ του ῥοδου χυλοϲ : και τριτη και τεταρτη μεχρι περ ἀν ἐπι τα ψυχροτατα τῳ λογῳ παραγενωμεθα
οὑτω πεψεως καλουμενης . Ἐπει δ ' ἡ μεν τοιαυτη τεταρτη πεψις ἐς ὑφειμενην πανυ ἐρυθροτητα την του αἱματος χροιαν
9999940 ἠναντιωθη
ὁτε ἐμαχομην Νηλει τῳ βασιλει Πυλου , και ὁ Ἀρης ἠναντιωθη μοι , μεγαλως κατ ' ἐμου ὀργιζομενος : ἐκ
την προγενομενην φασιν κατωπτευσεν , ὁ δε κυριος του κληρου ἠναντιωθη τῳ ὡροσκοπῳ . ἐσχε μεν οὐν και περι τους
9999940 τυγχανοι
ἐστιν , ἠ ἡττον τι της κεραμευτικης ἠ της μαγειρικης τυγχανοι ἀν τουδε του ὀνοματος ; Οὐχ ἡττον ἰσως .
και ψαλλοιτο και ἀλλο ὁτιουν παθος πασχοι ἐκεινα ἐξ ὡν τυγχανοι οὐσα , ἀλλ ' ἑπεσθαι ἐκεινοις και οὐποτ '
9999940 δορυφοροι
. ἀνδρας αἱ μαχαι ζητουσι . παρεισιν ἐν τοις βασιλειοις δορυφοροι πολλοι και λυρας ἀπειροι και φεροντες ὁπλα . Λυδοις
τους θυρεους ὁπλοφορουντες ἐκ των ὀπισω παρεστασιν , οἱ δε δορυφοροι κατα την ἀντικρυ καθημενοι κυκλῳ καθαπερ οἱ δεσποται συνευωχουνται
9999940 ἐξενισεν
Ὑρκανιων και τους ὁμοτιμους ἐλεξεν ὡδε . Ἀνδρες φιλοι , ἐξενισεν ἡμας ἁπαντας πολλοις ἀγαθοις Γωβρυας . εἰ οὐν ,
, και εὐθεως ἀπῃτει . Κωκαλος δε ὑποσχομενος δωσειν , ἐξενισεν αὐτον . Ὁ δε λουσαμενος ὑπο των Κωκαλου θυγατερων
9999940 σκελεσι
' ἱππευσαντες ἠ πλειω ὁδοιπορησαντες , ἠ ἀλλο τι τοισι σκελεσι ταλαιπωρησαντες , τουτεοισι δε ἐς ὀσφυν ἠ σκελεα ἀκρασιαι
τοις κατοικιδιοις ὀρνεοις ἰσος εἰς μεγεθος , πλην ὁτι χρηται σκελεσι μακροτεροις . οὑτος οὐκ ἀν ποτε εἰς μιξιν ἐλθοι
9999939 ἀπηλλακτο
ἐξ αὐτων τουτων εἰκοτως ἀν μισοιτο . Ὡς δ ' ἀπηλλακτο μεν παρα του Πιτταλακου , ἀνειληπτο δε ὑπο του
γαρ συνεγεγραπτο Συλλας , ἀλλ ' ἐργῳ τα λεχθεντα βεβαιωσας ἀπηλλακτο . ταυτα δ ' εἰπων ὁ Μουρηνας εὐθεως ἐλεηλατει
9999939 εὐδοκιμουν
ἠ τον ποιητην ὡς ἀσεβουντα περι τον ἐπαινον , ἀλλα εὐδοκιμουν ἀμφω και ἐτιμωντο ὑπο των Ἑλληνων , ὁ μεν
των δριμεων και των ὑποϲκυφιων λεγομενων δια πολληϲ πειραϲ πανυ εὐδοκιμουν γενναιωϲ . καγχρυοϲ # γ λαδανου # β κηκιδων
9999939 διῳ
γαρ Ὀρφευς : ἐπειτα δ ' ἐτευξε μεγας Κρονος αἰθερι διῳ ὠεον ἀργυφεον . Το γαρ ἐτευξε δηλοι τι τεχνητον
ἐν Δαναοισι . Νεστωρ δ ' Ἰδομενηι και Ἀτρεος υἱει διῳ ἀμφω ἐελδομενοισιν ἐπος φατο νοσφιν ἀπ ' ἀλλων :
9999939 ἀποτομῃ
τῃ ὁλῃ : ὁπερ ἐστιν ἀδυνατον . Τῃ ἀρα μεσης ἀποτομῃ δευτερᾳ μια μονον προσαρμοζει εὐθεια μεση δυναμει μονον συμμετρος
μονον συμμετρος οὐσα τῃ ὁλῃ . Μια ἀρα μονη τῃ ἀποτομῃ προσαρμοζει ῥητη δυναμει μονον συμμετρος οὐσα τῃ ὁλῃ :
9999939 ὡροσκοπουσης
. λογιζομαι το διαστημα το ἀπ ' αὐτου ἑως της ὡροσκοπουσης μοιρας : γινονται μοιραι λεʹ , ἁτινα ἐστι ὡραι
ὁρωντων . συν δε τῃ Σεληνῃ δυνοντος ἠ της Σεληνης ὡροσκοπουσης , μαχλοι και σπαναδελφοι . εἰ δε συν Ἀφροδιτῃ
9999939 τρυγονα
γε συν οὐλοβοροις ἐχιεσσι θορνυσθαι προλιπουσαν ἁλος νομον ἠπειροισι . τρυγονα μην ὀλοεργον ἁλιρραιστην τε δρακοντα οἰδ ' ἀπαλεξασθαι :
τριωβολον : μισθος δικαστικος και οἱ ἁπλως τρεις ὀβολοι . τρυγονα ψαλλειν : παροιμια ἐπι των φαυλως πραττοντων : ἰσως
9999939 γεννητικα
αὐξεται . και ἐν ἐκεινηι ἐστι τηι τροφηι μορια αἱματος γεννητικα και νευρων και ὀστεων και των ἀλλων : ἁ
ἁπαντα τα θερμαινοντα και χοληϲ τηϲ ὠχραϲ τε και ξανθηϲ γεννητικα και οἰνουϲ τουϲ παλαιουϲ τε και κιρρουϲ και μελαναϲ
9999939 ἐξηρκεσεν
] και Λυδους δραμα και Ψηνας και Βατραχους . οὐκ ἐξηρκεσεν ] ἀντι του οὐδεν ὠφελησεν . Γ ἐπι γηρως
ἀλλοτριαν ᾐτημενην , πολλου ἀξιαν . και ταυτα ἐχουσιν οὐκ ἐξηρκεσεν αὐτοις : ἀλλ ' ἐπεισελθοντες εἰς το χωριον πρωτον
9999939 ἀγρα
, και πονος ἐντι θαλασσα , και ἰχθυες ἁ πλανος ἀγρα . αὐταρ ἐμοι γλυκυς ὑπνος ὑπο πλατανῳ βαθυφυλλῳ ,
ἡ εὐθυδικια εὑρισκεται πλην της μεταληψεως της ἐγγραφου τε και ἀγρα - φου : πως γαρ οἱον τε στασιν εὑρεθηναι
9999939 δεκα
μηδεν ἀηδες ἐν αὐτῃ μητ ' ἰδεινἑωθεν εὐθυς ἐξῃεσαν οἱ δεκα τα παρασημα της βασιλικης ἐξουσιας ἁπαντες ἐπαγομενοι . ὁ
τα κατα τον οὐρανον συμβαινοντα : δια δ ' ἡμερων δεκα πεμπεσθαι των μεν ἀνω προς τους κατω καθαπερ ἀγγελον
9999939 τραχυτητι
, ἀλλα λινουν και τετριμμενον , ἱνα μη ἀνιᾳ τῃ τραχυτητι . δει γαρ και περι της οὐσιας αὐτου και
λεπται , καθαπερ ἀμπελου . διαφερουσι δε και λειοτητι και τραχυτητι και πυκνοτητι . παντων γαρ αἱ ῥιζαι μανοτεραι των
9999939 κοιλια
ἐξουρειϲθαι ποιειν φηϲιν ὁ Διουϲκουριδηϲ . ἡ δε τηϲ γαληϲ κοιλια πινομενη παντοϲ ἀλεξιφαρμακον θηριου λεγεται . Κοκκοϲ Κνιδιοϲ ὁ
ΓΘ ἀλλως : τοις βοϊδιοις . ἡ γαρ του βοος κοιλια βολιτους ἐχει . λεγει δε φαυλοις εἰδεσιν ἐν αὐτοις
9999939 ἐδωρησατο
θυγατερα και ξυλων παντοδαπων ὑλην εἰς την του ναου κατασκευην ἐδωρησατο . και Μενανδρος δε ὁ Περγαμηνος περι των αὐτων
φυροντες , ὡς δεον , ἐπειδη γλωτταν ἡ φυσις αὐτοις ἐδωρησατο , λελυμενῃ χρησθαι και ἀχαλινωτῳ προς ἁ μη θεμις
9999939 ἐνικα
ἐβουλευσαμεθα περι του τι χρη ποιειν , ἀλλ ' εὐθυς ἐνικα σοι το πραγμα ἐπιτρεπειν ὡς εὐνῳ τε ἡμιν και
ἐπιοντι ἐτει [ ᾡ ἠν Ὀλυμπιας , ᾑ το σταδιον ἐνικα Κροκινας Θετταλος , Εὐδιου ἐν Σπαρτῃ ἐφορευοντος , Πυθοδωρου
9999939 ἐπεζευχθω
Εἰληφθω ἐπι της ΒΓ τυχον σημειον το Δ , και ἐπεζευχθω ἡ ΑΔ : και συνεστατω προς τῃ ΔΑ εὐθειᾳ
ΖΗ , οὑτως ἡ ΑΔ προς την ΔΓ , και ἐπεζευχθω ἡ ΘΚ : ὁτι παραλληλος ἐστιν ἡ ΘΚ τῃ
9999938 ἡπτετο
ἐκαθευδομεν , ὁ δ ' ἠπειγετο και της δευτερας ἑσπερας ἡπτετο Καππαδοκιας ὁριων , εἰτα των μετ ' ἐκεινα ,
οὐδε ὀβολον ἐδωκε τῳ Σιμωνιπως γαρ , ὁς οὐδε αὐτος ἡπτετο των χρηματων ; ἐπει δε ἀπεθανε πρῳην , ἁπαντα
9999938 δευτερῳ
μεταφυτευσις τον καρπον ποιει . και τα μεν ἐνριζα τῳ δευτερῳ ἐτει , ἠ και θαττον τον καρπον ἀποδιδωσι :
Πυρρον Μολοσσον Αἰακιδην και Τρωαδα . Λυσιμαχος δε ἐν τῳ δευτερῳ των Νοστων [ . ] φησι Προξενον * *
9999938 εἰρηκε
και τα συνῳδα οὐ νοων και μαλιστα ἐκ τινος Ἁλιζωνους εἰρηκε τους Χαλυβας ἀποδοκιμαζει την δοξαν . ὁ δε Σκηψιος
τον δια Βυζαντιου τωι δια Μασσαλιας : ὁν γαρ λογον εἰρηκε του ἐν Μασσαλιαι γνωμονος προς την σκιαν , τον
9999938 ἀποδεικτικῳ
ἑκαστον . Ἐπει δε πολλακις εἰρηκαμεν , ὁτι τῳ μεν ἀποδεικτικῳ τα καθ ' αὑτα κατηγορουμενα παραληπτεον , τῳ δε
γαρ ἡ ὑπογραφη εἰκων ἐστι του ὁρισμου . και τῳ ἀποδεικτικῳ , ἡνικα ἀποδεικνυσι πως θεωρουνται ἐν τῳ γενει αἱ
9999938 Λευκιππος
την ὑλην ἑνος τιθεασιν οἱον Ἐμπεδοκλης και Ἀ . και Λευκιππος , τουτοις δε ἑτερον [ ̈ ἀλλοιωσιν και γενεσιν
μεν πυρ και γην , οἱ δε ἀπειρα , ὡσπερ Λευκιππος και Δημοκριτος και Ἀναξαγορας . και παλιν οἱ μεν
9999938 κρα
τραγου τα δε λοιπα ? ? ? ? ? 〚 κρα 〛 κρεα ἐσθιετω βεβηλος μη ἐφορατω λλου ? ἀναθεις
αὐτου τι κεχωρισμενον , οἱον ἡ σω συλλαβη ἠ ἡ κρα οὐδεν σημαινει . ἐξηγησωμεθα λοιπον ἑκαστου του ὁρισμου λεξιν
9999938 ἐμιμησατο
το την γαστερα λαλειν † μονον : ἠ † . ἐμιμησατο τῃ φωνῃ των ἐντερων τον ἠχον . ἀτρεμας :
οὐ μην ἀλλα και του Δημοσθενικου χαρακτηρος , ὁν μαλιστα ἐμιμησατο , πολυ πλειω δυναιτ ' ἀν τις εἰπειν ,
9999938 δεισθε
ἐκεινο , εἰ μη σαφως ἰστε , ἐπιδειξω , ὁτι δεισθε γνωμης ἐν τῳ παροντι , και τοιαυτα ὑμων τα
, τας δε κεγχρους ἡμιν ἀφετε . εἰ δε κεγχρων δεισθε , και ταυτας λαβετε . Οὐδε οἰνον ποιειτε ;
9999937 ἐξευρεν
προς τῃ δυσει σβεννυσθαι . Ταυτα ἡ ἱερα Ἐπικουρου σοφια ἐξευρεν . Ἀλλα , νη Δια , τῳ Ὁμηρικῳ Θερσιτῃ
, ὡς λογος , ὁ Θετταλος το σχημα τουτο πρωτος ἐξευρεν , ἐμοι δε δοκειν , προεξευρημενῳ πολλῳ χρησαμενος ἀπ
9999937 ὀνομασθεισα
λιμνην : κυμα , οἰδημα τι ὀν : τινι δουλη ὀνομασθεισα προς τον οἰκον ἀφιξομαι : ἀρα , φησιν ,
τεθηναι . Χρυσαορις , πολις Καριας , ἡ ὑστερον Ἰδριας ὀνομασθεισα . Ἀπολλωνιος ἐν ἑβδομῳ Καρικων „ . . .
9999937 κατεσκευασε
τρισμυριους νεανισκους ἐπιλεξας και παιδευσας τα πολεμικα των ἐργων ἀντιταγμα κατεσκευασε τῃ Μακεδονικῃ φαλαγγι . νβʹ . Ὡς Ἁρπαλος δια
ὑποτροχον δε πασαν τροχοις στερεοις τεσσαρσιν ὀκταπηχεσι το ὑψος . κατεσκευασε δε και κριους ὑπερμεγεθεις και χελωνας δυο κριοφορους .
9999937 τεκτονικη
ἠ λευκῳ λιθῳ λευκη σταθμη : ἐστι δε σταθμη σπαρτος τεκτονικη . κατ ' ἐλλειψιν δε εἰρηται ἡ παροιμια :
ἐπιστημαι και τεχναι περι τινα μερικα καταγινονται , οἱον ἡ τεκτονικη περι μονα τα ξυλα , ἡ ἀστρονομια περι μονα
9999937 κριτηρια
δε τρια κατ ' αὐτον [ , ] ἐλεγεν εἰναι κριτηρια , της μεν των ἀδηλων καταληψεως τα φαινομενα ,
ὡς ἐν βραχυτατοις δηλον και ὁτι προς τα των ὀντων κριτηρια το διαλεγεσθαι τουτον ἐχει τον τροπον , ὁν τα
9999937 δεκτικα
γαρ κατ ' αὐτους και τα ἀλογα νου και ἐπιστημης δεκτικα : μονος δε ὁ ἀνθρωπος εἰκων και ὁμοιωσις του
δε εἰπον , ἐπειδη ἐστι τινα θατερου μονου των ἀντικειμενων δεκτικα : ὁ γαρ κρυσταλλος ψυχρος ὠν οὐδεποτε ἀν θερμανθειη
9999937 Τρωσι
νηας ἐϋσσελμους ἁλαδ ' ἑλκεμεν , ὀφρ ' ἐτι μαλλον Τρωσι μεν εὐκτα γενηται ἐπικρατεουσι περ ἐμπης , ἡμιν δ
Τρωων : μεγα δ ' ἰαχον ἀμφοτερωθεν , Αἰνειας μεν Τρωσι φιλοπτολεμοισι κελευων μαρνασθ ' ἀμφι ποληος ἑης ἀλοχων τε
9999937 Πελοποννησιακου
ἐστι ὁ λυροποιος ἐπικαλουμενος . ἐδημαγωγησε δε τα ἐσχατα του Πελοποννησιακου πολεμου μετα την ἐν Σικελιᾳ συμφοραν . ἐν δε
δυοιν πολεμων αἰτια γεγονεναι , του τε Σαμιακου και του Πελοποννησιακου , ὡς ἐστι μαθειν παρα τε Δουριδος του Σαμιου

Back