μογις θυμουται , μεγα κακον : καρος γαρ μαλλον ἠ κωμα μελεταται . ζητει δε τα ἀπο της μνημης ,
νοθη φρενιτις ἡ τοιαυτη καλειται και το καλουμενον ἐργαζεται ἀγρυπνον κωμα . Γνωρισεις δε και την ἐξ ἐπιμιξιας γινομενην φρενιτιν
9999956 βουλευσομεθα
λοιπων ὁμοιως . πλεον δε περι των κατα τας τεχνας βουλευσομεθα ἠ τας ἐπιστημας : πλεον γαρ δισταζομεν ἐν ταις
πολιτικοις , ἠ ὁποιον ἀν τι ἡμιν δοκῃ , τοτε βουλευσομεθα , βελτιους ὀντες βουλευεσθαι ἠ νυν . αἰσχρον γαρ
9999953 θεατρα
τον γαρ προ του χρονον οὑτω κεκολασμενος ἀτακτως ἐς τα θεατρα ἐφοιτα και ἐπι την τουτων ἠχω . εὐδοκιμουντι δε
φρονησας εἰκοτως περιιστατο των πολλων , οὐδεμιαν φιλοτιμιαν περι τα θεατρα ποιουμενος . διο τοσουτον αὐτον ἐβλαπτε τουτο ὁσον ὠφελει
9999952 κοιλια
ἐξουρειϲθαι ποιειν φηϲιν ὁ Διουϲκουριδηϲ . ἡ δε τηϲ γαληϲ κοιλια πινομενη παντοϲ ἀλεξιφαρμακον θηριου λεγεται . Κοκκοϲ Κνιδιοϲ ὁ
ΓΘ ἀλλως : τοις βοϊδιοις . ἡ γαρ του βοος κοιλια βολιτους ἐχει . λεγει δε φαυλοις εἰδεσιν ἐν αὐτοις
9999952 πιθανωτερα
ψυχρων και βαρεων ἀποκρινομενων του παντος . Ἐστι δε τις πιθανωτερα δοξα ταυτης εἰρηκοτων ἐνιων , ὡς οἱ διᾳττοντες ἀστερες
των ? [ γαρ ἀποντων ] αἰει τα [ παροντα πιθανωτερα ] και ? [ ἐπιδοξος ] ἑκαστος ἐστιν ἠ
9999952 φανταζομεθα
. και ἐνταυθα το μεν ἐργον του φιλοσοφουντος τοιουτον τι φανταζομεθα , ὁτι δει την αὑτου βουλησιν συναρμοσαι τοις γινομενοις
ἐγρηγορεναι διαφοροι γινονται φαντασιαι , ἐπει ὡς καθ ' ὑπνους φανταζομεθα , οὐ φανταζομεθα ἐγρηγοροτες , οὐδε ὡς φανταζομεθα ἐγρηγοροτες
9999950 οἰκειῳ
ὑπο δρυϊνου δηχθεισιν ἰσχυραι περιωδυνιαι ἐμπιπτουσι και φλυκταινωδεις ἐν τῳ οἰκειῳ μερει , ὁπου δε και ὑδατωδους ἰχωρος ἐκχυσις :
το κοινον ῥευμα ἀναφαινεται κατα τον ἐπιφημισμον ἑκατερος ἐν τῳ οἰκειῳ ποταμῳ . εἰρηται δε και το λεγομενον περι του
9999949 εὐπορια
και ὑψοπρῳρα δια τας ἀμπωτεις , δρυϊνης ὑλης ἡς ἐστιν εὐπορια : διοπερ οὐ συναγουσι τας ἁρμονιας των σανιδων ,
το δε εὐτυχια , το δε εὐδοξια , το δε εὐπορια . Αἱ τεχναι εἰς τρια διαιρουνται : ἡ μεν
9999949 φαινομεθα
κριθησεται , οὐ δη καλον , ἀφ ' ὡν εὐδοκιμουντες φαινομεθα και μεθ ' ὡν ἐπιτηδευματων διαγεγοναμεν , ἀκυρα ποιειν
ὁσα πολυχορδα και πολυαρμονια , δημιουργους οὐ θρεψομεν . Οὐ φαινομεθα . Τι δε ; αὐλοποιους ἠ αὐλητας παραδεξῃ εἰς
9999949 Φρυνιχου
οἱ δε περι Ἀλκιβιαδην ἐχθροι γραμματα Σαμιοις ἐπεμψαν μηνυοντα την Φρυνιχου προδοσιαν . Σαμιοι τοις ἐργοις Φρυνιχου μαλλον ἐπιστευσαν ὡς
Ἁρμοδιου ἀπογονον εἰς δυσγενειαν αὐτῳ λοιδορουμενον ἐφη τοδε . Το Φρυνιχου παλαισμα : κατα των πανουργως σοφιζομενων : προδοτης γαρ
9999948 θερμοτεροϲ
ὁ κιρροϲ την χροιαν . ὁ δε παλαιοτεροϲ του νεου θερμοτεροϲ τε και ξηροτεροϲ . αὑτη μεν ἡ του οἰνου
ἱκανωϲ ὀντεϲ και πνευματωδειϲ . ὁ δε Κυρηναιοϲ ἁπαντων ἐϲτι θερμοτεροϲ τε και λεπτομερεϲτεροϲ . Ὀριγανοι παϲαι τμητικηϲ τε και
9999948 καθαρτικη
. Οὐκουν το γε εἰκος . Ἐστω δη διακριτικης τεχνης καθαρτικη , καθαρτικης δε το περι ψυχην μερος ἀφωρισθω ,
ἐπικρατει δ ' ἐν μεν τῳ φλοιῳ της ῥιζης ἡ καθαρτικη , ἐν δε τοις ἀωροις μοροις ἡ ἐφεκτικη :
9999948 συμβουλῳ
προσιεσθαι τον Οἰβαραν , αὐθις μετεγνω και προσιετο αὐτον , συμβουλῳ τε ἐχρητο περι των αὐτων . Τῃ δε του
' εἰ γε τἀναντια βουλεσθε ὡν διαβεβλησθε ποιειν , ἐμοι συμβουλῳ χρησαμενοι μετριασατε και τους λογους , ἐφ ' οἱς
9999947 κουρευς
' ἐμου τον φαλακρον ἐξυπνισεν . Σχολαστικος και φαλακρος και κουρευς συνοδευοντες συνεθεντο προς τεσσαρας ὡρας βιγλευσαι . ἐλαχεν οὐν
ποιμενας , ἐν δε Χρυσῳ γενει Εὐπολιδος ἐπειθ ' ὁ κουρευς τας μαχαιριδας λαβων ὑπο της ὑπηνης κατακερει την εἰσφοραν
9999947 Σιμωνιδης
οὐ σπονδη , οὐκ ἀπαρχη θεοις , ἀλλ ' ὡσπερ Σιμωνιδης ἐφη περι της ἀκοσμου γυναικος , ἀθυστα δ '
ὀνομαζει αὐτον . . . . . : Φερεκυδης και Σιμωνιδης φασιν , ὡς ἡ Μηδεια ἀνεψησασα τον Ἰασονα νεον
9999947 ἐτειχισαν
πρωτοι το Καπιτωλιον και το Παλατιον και τον Κυρινον λοφον ἐτειχισαν , ὁς ἠν οὑτως εὐεπιβατος τοις ἐξωθεν ὡστ '
πλειστον μερος ἐν θαλασσῃ , τας ἀπο της γης προσοδους ἐτειχισαν και πυργους πυκνους ἐποιησαν , και ταφρον ὀρυξαντες μεγαν
9999947 συνδρομη
μετα τουτο τραχηλος , το δε ἑπομενον αὐχην , ἡ συνδρομη δε τουτων καυλος , τα δε ἑκατερωθεν μετα την
τουτο τραχηλος , το δ ' ἑπομενον αὐχην , ἡ συνδρομη δε τουτων καυλος , τα δ ' ἑκατερωθεν μετα
9999947 ἀνεδωκε
γενους σφαγηναι τινα . προς τουτο ῥητεον ὁτι ἡ Γη ἀνεδωκε τους Σπαρτους προς το ἐκδικησαι τον φονον του δρακοντος
, μη ἀναγηται δε . λοιπον ἡ τριτη πεψις ἀτμους ἀνεδωκε παρα το παν σωμα , ἐθρεψεν ἑκαστον των μοριων
9999947 ἀγνωμονες
ἀγαθα περιποιησησθε , ὁρατε ὑμεις , πως ἀνισοι ἐστε και ἀγνωμονες . τι δε και βουλεσθε μαλλον ; ἀργυριον ἠ
, ἀλλα των τας τιμας παρεχοντων , ἱνα , κἀν ἀγνωμονες ὠσι , δια γε τους νομους ἀμοιβην ἀπονεμοιεν τοις
9999947 νομαδες
ἐξ ἀρχης Ταυλαντιοι τε και Μαχαονες ἐκαλουντο το παλαιον , νομαδες οἱ πλειους αὐτων και αὐτονομοι και ἀβασιλευτοι ἐκ πολλου
. κακοβιοι τε δη και γυμνητες εἰσι τα πολλα και νομαδες : τα τε βοσκηματα αὐτοις ἐστι μικρα , προβατα
9999947 συγγενειᾳ
' αὐτον οἰδε νους . μετουσιᾳ δε και ἀλλοιωσει και συγγενειᾳ τα ὑπερ αὐτον . εἰ δε μη παντες ταυτα
ἀλλ ' ἡμιν γε ἀμεινον δεσποτας φυλαττεσθαι ἠ τῃ ἡμετερᾳ συγγενειᾳ χαριζεσθαι . ” οὑτω και των οἰκετων οὐ μεμπτεοι
9999947 κινοιτο
ὁπερ και αὐτος ἐπιφερει , μηδενος ἀπο του αἰσθητου διικνουμενου κινοιτο ἀν τις αἰσθησις . και γαρ το χρωμα δια
της κινησεως , ὡστε παν το κινουμενον ὑπο τινος ἀν κινοιτο ἑαυτο κινουντος : ἠ γαρ εὐθυς το κινουμενον ὑπο
9999946 ἐστρατευσε
θυσας εὐωχειτο . ὁ δε Θειοδαμας ἐλθων εἰς την πολιν ἐστρατευσε καθ ' Ἡρακλεους , και εἰς τοσαυτην ἀναγκην κατεστη
Οὐολουσκοι δε και Ἑρνικες , ἐφ ' οὑς ὁ Κασσιος ἐστρατευσε , γνωμην μεν ἐποιησαντο δῃουμενης της χωρας περιοραν και
9999946 ἐζητησεν
ἀλλων πολιτων οὐ κοινην , ἀλλ ' ἰδιαν την σωτηριαν ἐζητησεν . Ἀγανακτω δε μαλιστα ὠ ἀνδρες , ἐπειδαν ἀκουσω
ἀναιρεσεως . Τουτο δ ' ἐντος οὐ πολλου χρονου παις ἐζητησεν οὐδε δωδεκα ἐτη γεγονως τον δεσποτην ἀποκτειναι : και
9999946 κατεστρεψε
. ὁ οὐν Σκυθης ἐν Περσαις μεγα ὀλβιος ὠν γηρᾳ κατεστρεψε τον βιον . Εὐθυμος ὁ Λοκρος των ἐν Ἰταλιᾳ
τἀλλα ἀπαρακαλυπτως ἡδυπαθει . βιους δε προς τα ὀγδοηκοντα ἀσιτιᾳ κατεστρεψε . Βιβλια δε αὐτου φερεται ταδε : περι ἀπαθειας
9999946 κοινωνιᾳ
κοινωνου . ἐν δε τοις προς ἑτερον ἀδυνατουσιν , ἐν κοινωνιᾳ , δια το μη ἐμπειριαν ἐχειν των πραγματων .
αὐτῳ περιθεντες κλαδους , ἐπικομιζονται και χειροηθεις ὀρνιθας ἐπι τῃ κοινωνιᾳ της ἀγρας . εἰναι δ ' αὐτους ταχεις προσηκει
9999946 ὡροσκοπουσης
. λογιζομαι το διαστημα το ἀπ ' αὐτου ἑως της ὡροσκοπουσης μοιρας : γινονται μοιραι λεʹ , ἁτινα ἐστι ὡραι
ὁρωντων . συν δε τῃ Σεληνῃ δυνοντος ἠ της Σεληνης ὡροσκοπουσης , μαχλοι και σπαναδελφοι . εἰ δε συν Ἀφροδιτῃ
9999946 συνηνεχθη
. οὐ πολυ δε ὑστερον και το περι Κυνανην παθος συνηνεχθη , ὁ Περδικκας τε και ὁ ἀδελφος Ἀλκετας διεπραξαντο
καλος εἰναι και ταις Ἐφεσιων γυναιξι περιποθητος , και που συνηνεχθη πολλα ἱκετευθεις . το ἐντευθεν ἠδη ῥᾳον , ὡς
9999946 ἐνεμετο
πασχοντες . καρκινος ἀναβας ἀπο της θαλασσης ἐπι τινος αἰγιαλου ἐνεμετο . ἀλωπηξ δε λιμωττουσα ὡς ἐθεασατο αὐτον [ ἀπορουσα
ἑξῃ τροφης : και δοραν οἰος περιβεβλημενος μετα της ποιμνης ἐνεμετο τον ποιμενα φενακισας τῳ μηχανηματι . νυκτος δε γενομενης
9999946 τυγχανοι
ἐστιν , ἠ ἡττον τι της κεραμευτικης ἠ της μαγειρικης τυγχανοι ἀν τουδε του ὀνοματος ; Οὐχ ἡττον ἰσως .
και ψαλλοιτο και ἀλλο ὁτιουν παθος πασχοι ἐκεινα ἐξ ὡν τυγχανοι οὐσα , ἀλλ ' ἑπεσθαι ἐκεινοις και οὐποτ '
9999946 ἐκαθισεν
ψυχης πολυ τους ἡμιθεους ἐνικα και ὁς Περσας μεν κλαοντας ἐκαθισεν , ἡμας δε εἰς ὑψος ἠρεν ; οὐκ οἰσθ
ἐφικεσθαι και γελωτα ὀφλισκανουσι . κολοιος λιμωττων ἐπι τινος συκης ἐκαθισεν . εὑρων δε τους ὀλυνθους μηδεπω πεπειρους προσεμενεν ,
9999945 εἰρεσιᾳ
: ἀσθενεστερον δε ἐχων το κυμα δια τον βυθον , εἰρεσιᾳ ὁμως και προς τοδε ἐνιστατο καρτερᾳ μη παραφερεσθαι ,
πολεμιων διαλυσασαι την συνταξιν ἀλλως τε και ἐκλυθειεν τῃ συνεχει εἰρεσιᾳ . εἰθ ' οὑτως μετα των ἀλλων συντεταγμενως ἐπελθων
9999945 κατεσκευασε
τρισμυριους νεανισκους ἐπιλεξας και παιδευσας τα πολεμικα των ἐργων ἀντιταγμα κατεσκευασε τῃ Μακεδονικῃ φαλαγγι . νβʹ . Ὡς Ἁρπαλος δια
ὑποτροχον δε πασαν τροχοις στερεοις τεσσαρσιν ὀκταπηχεσι το ὑψος . κατεσκευασε δε και κριους ὑπερμεγεθεις και χελωνας δυο κριοφορους .
9999944 ἀπηλθες
Διος : οὐκ ἀκρωτηριαζομενην την Βοιωτιαν ἐστεναξας , ἀλλ ' ἀπηλθες μετα του στεφανου προς τον ἀπανθρωπον : εἰτα προσθες
λεγομενα που ἀπηλθες ; ἀπηλθες που : πως ἀπηλθες ; ἀπηλθες πως . παρειπετο οὐν και τῳ η ταὐτον .
9999944 ἐθεραπευσεν
τις ἐγενετο ἰατρος ἀφυης ὁς τον ποδα τινος ἀλγουντος κακως ἐθεραπευσεν . . . , . . , . .
ὁ Ἀννιβας ἐπεμεινε τε τῃ σεμνολογιᾳ και τον Σκιπιωνα λαθων ἐθεραπευσεν ὡς καθελοντα τον ἀμεινονα Ἀλεξανδρου : διαλυομενης δε της
9999944 ἀκανθης
, κεινται δε ἐν τοις δυσεντερικοις και ὁ δια της ἀκανθης και ὁ δι ' ἠλεκτρου , προς αἱμοπτοϊκους ἀναγραφεντες
κατα δε τον νωτον αὐτων ἡ πολλη και ἐπιμηκης της ἀκανθης περιπλοκη τραχυνεται . Των δε δυσμενων και ἀγριων ἀνδρων
9999944 ἐγκλημα
καειν , Ἀθηναιοις δε και το μη τρεφειν ἠ χειραγωγειν ἐγκλημα ἐδοκει . τινες δε και τουτο φασιν : ὡς
οὐν αὐξει το γεγονος δεινουντος του κατηγορου και μεγαλοποιουντος το ἐγκλημα ἠ το εὐεργετημα : ἐκ δε των ἐναντιων του
9999944 ἀφοριζει
των σφυγμων πυκνοτητος τε και σκληροτητος οὐσα , τον πυρετον ἀφοριζει . εἰδη δε πυρετων κατα παντας δυο , ὁ
κατεγραφησαν εἰς την σφαιραν . Ὁ μεν γαρ ἀρκτικος κυκλος ἀφοριζει τα ἀει θεωρουμενα των ἀστρων . Ὁ δε θερινος
9999944 Ὀλυμπικην
ἐλεγον : Ἀνδρες Ἑλληνες , δει φυλασσεσθαι την ἐσβολην την Ὀλυμπικην , ἱνα Θεσσαλιη τε και ἡ συμπασα Ἑλλας ἐν
: οὐ γαρ τινα Λυκον εὑρισκω Μεσσηνιον ἀσκησαντα πενταθλον οὐδε Ὀλυμπικην ἀνῃρημενον νικην . τουτο μεν δη χωμα ἐστι γης
9999944 Τηλεκλειδης
ἱστοριαν συνθεις , εἰτ ' Ἐπιμενιδης ἐστιν ὁ Κρης ἠ Τηλεκλειδης εἰτ ' ἀλλος τις . . . , :
και Διι Κακουμενῳ : τω προσεμφερη την σοφιαν . οὑτω Τηλεκλειδης Ἡσιοδοις και οἱ λοιποι . ἀμφοτερα : κατ '
9999944 Ἀνδρομεδαν
σταυροις ἀνορθουμενους , και μαλιστα περι τον Κηφεα και την Ἀνδρομεδαν , ἐπι δε του δυνοντος ἠ ἀνθωροσκοπουντος ζωντας καιομενους
τουτοις γενομενων ὁρκων , ὑποστας το κητος ἐκτεινε και την Ἀνδρομεδαν ἐλυσεν . ἐπιβουλευοντος δε αὐτῳ Φινεως , ὁς ἠν
9999943 Πελοποννησος
οὐχ ὑπερσυντελικος . . . + . Ἀπια : ἡ Πελοποννησος , ποταμου , και Μελιτης της Ὠκεανου , τελευταιον
Ἰωνια , ” ἐκ δε θατερου ” ταδ ' ἐστι Πελοποννησος οὐκ Ἰωνια . „ Ἀλεξανδρος δε της Ἰνδικης στρατειας
9999943 ἀπηλλαττετο
μηλα τον πολον διεδεξατο . και οὑτως ἀνελομενος αὐτα Ἡρακλης ἀπηλλαττετο . ἐνιοι δε φασιν οὐ παρα Ἀτλαντος αὐτα λαβειν
τουτον μεν γαρ τον τροπον πραξας , ὁλου του πραγματος ἀπηλλαττετο , μονος μονῳ δ ' ἀποδιδους , τους ἐπι
9999943 ἀλεξητηρια
λεγει τα ἀλεξητηρια : ἱνα δε και πασαις ταις βλαβαις ἀλεξητηρια κατασκευασας θαρρῃς : λειπει δε το λεγω σοι ,
ποιεει , ἑλκωδες τε ἐστι και ἐντερου και ἑδρης : ἀλεξητηρια δε τουτεων γεγραψεται . Ἀνευ μεν οὐν ῥοφηματων μελικρητῳ
9999943 πειρασθε
μη κωλυει νομος . ὁπως δε ὡς κρατιστα κλεπτητε και πειρασθε λανθανειν , νομιμον ἀρα ὑμιν ἐστιν , ἐαν ληφθητε
ῥαβδων δεσμην ἐνεγκειν . ἡκε τις φερων ταυτην . “ πειρασθε δη μοι , τεκνα , συν βιῃ πασῃ ῥαβδους
9999942 εὐχετο
: αἰψα δ ' ἐπι νευρῃ κατεκοσμει πικρον ὀϊστον , εὐχετο δ ' Ἀπολλωνι Λυκηγενεϊ κλυτοτοξῳ ἀρνων πρωτογονων ῥεξειν κλειτην
ἡλιος , σπενδων ἐκ χρυσεης φιαλης Ξερξης ἐς την θαλασσαν εὐχετο προς τον ἡλιον μηδεμιαν οἱ συντυχιην τοιαυτην γενεσθαι ἡ
9999942 σταθεισα
' , Ἰφιγενεια , μακαριαν δε με ξεναισι ταισδε πλησια σταθεισα δος , και δευρο δη πατερα προσειπε σον φιλον
καρα δακρυα προηκεν , ὀμματων πεπλον προθεις . ἡ δε σταθεισα τωι τεκοντι πλησιον ἐλεξε τοιαδ ' : Ὠ πατερ
9999942 ἐστρατοπεδευσε
ἐπερα μαλα θρασεως και σταδιους εἰκοσιν ἀπ ' Ἀντιοχου διασχων ἐστρατοπεδευσε . τετταρσι τε ἡμεραις ἐφεξης ἐξετασσον ἑκατεροι παρα τον
τῃ κεφαλῃ του ὀρους γενομενος , ὁ Μαροξος καλειται , ἐστρατοπεδευσε κἀκειθεν τους πολεμιους περιεσκοπει ἐγγυς που του χωριου ὁ
9999942 Εὐρυσθεως
Ἡραν τουτοις ἐπαγων , ὡς αὐτην ταυτα Ἡρακλει δι ' Εὐρυσθεως ἐπαγγελλουσαν , το οὐ πιστον του λογου ἀποκρυπτειν ἐθελοι
δε και οἱ ἀλλοι Ἡρακλειδαι και οἱ συν αὐτοις ἀποθανοντος Εὐρυσθεως κατοικιζονται παλιν ἐν Θηβαις . ἐν δε τουτῳ και
9999942 ἐβουλευσατο
, ἐκεινο δοκει πρωτον των ἀλλων παντων αἱρεισθαι περι ὡν ἐβουλευσατο . Μετα ταυτα ζητει περι τινων βουλευονται οἱ ἀνθρωποι
' ἐσθ ' ἁ και καθ ' αὑτον ὁ δημος ἐβουλευσατο , τινα ταυτ ' ἐχει τοις ἀνδρασι φαυλοτητα ,
9999942 Ἑλληνικα
πολιν ἡν * Αἰνιανα καλεισθαι , και δεικνυσθαι ὁπλα τε Ἑλληνικα ἐνταυθα και σκευη χαλκα και ταφας : ἐνταυθα δε
των Ἀττικων δε ἐστιν . κεκτημαι και ἐκτημαι , ἀμφοτερα Ἑλληνικα . Θουκυδιδης ἑκατερως : „ και οὐδεν το προτερον
9999942 ματηρ
, διοπερ και ταν ἀλλαν ἀρεταν αὑτα ἁγεμων ἐντι και ματηρ . πασαι γαρ ποτι τον λογον και νομον τον
φερε δ ' ἰνιν ἀπο δειραδος εἰναλιας λοχεια κλεινα λιπουσα ματηρ ταν ἀστακτων ὑδατων συμβακχευουσαν Διονυσωι Παρνασιον κορυφαν , ὁθι
9999941 γλυκυτερα
. κρειττων δε , φησιν , ἡ βουνιας καθεστηκεν : γλυκυτερα γαρ ἐστι και πεπτικωτερα προς τῳ εὐστομαχος εἰναι και
Χαριβαηλ , τους ὁρμους μεν ἐπιτη - δειους και ὑδρευματα γλυκυτερα [ και ] κρεισσονα της Ὀκηλεως ἐχουσα , ἠδη
9999941 Εὐδοξου
ὁμεστιος θεοις ; ποθεν ; Ἐξηκεστιδης ἐχων λυραν , ἐργον Εὐδοξου , τιταινει ψιθυρον εὐηθη νομον . Χωρει ' πι
προετραπη ὑπ ' αὐτου τα Φαινομενα γραψαι , του βασιλεως Εὐδοξου ἐπιγραφομενον βιβλιον Κατοπτρον δοντος αὐτῳ και ἀξιωσαντος τα ἐν
9999941 φρατορες
ὀντες φυλεται λεγονται , οἱ δε ἐκ της αὐτης φρατριας φρατορες , οἱ δε ἐκ του αὐτου γενους γεννηται .
φρατριας . οὑτοι δε εἰσι , καθαπερ οἱ δημοται και φρατορες , νομῳ τινι ἐχοντες κοινωνιαν . το δε γενος
9999941 Ἀνδρομαχην
ἡ γυναικεια διεστηκε φυσις . ἐγω δε και των προς Ἀνδρομαχην Ἑκτορος λογων ἐτι που μεμνημαι . ὁρων γαρ τι
ἐπαθε κακα : ἠν γαρ εἰκος τῃ ὑποθεσει τῃ περι Ἀνδρομαχην ἀκολουθα γενεσθαι αὐτῃ τα ἀποτελεσματα . παλιν αὐ ἀνηρ
9999941 κινημα
, ὡς και το παντα ψευδη : τοινυν οὐδε το κινημα της διανοιας ἀληθες ἐστιν . Ἀλλα γαρ δια τοσουτων
. : κινυγμα ] Εἰδωλον . : κινυγμα : Το κινημα : και ἐστι πρωτοτυπον το κινω , ἐξ οὑ
9999941 κριτηρια
δε τρια κατ ' αὐτον [ , ] ἐλεγεν εἰναι κριτηρια , της μεν των ἀδηλων καταληψεως τα φαινομενα ,
ὡς ἐν βραχυτατοις δηλον και ὁτι προς τα των ὀντων κριτηρια το διαλεγεσθαι τουτον ἐχει τον τροπον , ὁν τα
9999941 δυνηθεισα
οὐδεν προκοπτει , μηδε χειρουργιας ἀμελησωμεν . ἰσως γαρ μη δυνηθεισα ἡ φυσις διαφορησαι τον χυμον , δευτερον πλουν πλευσασα
„ . ἡ δε ταυτα ἀκουσασα και προς μηδεν ἀντειπειν δυνηθεισα , ” ποθεν , ἀνερ ” , φησι „
9999941 μηδετερῳ
και μενειν . Μηποτε οὐν το προϊον τοιουτον ἐστιν οἱον μηδετερῳ κρατεισθαι μητε μονῃ , μητε προοδῳ μονον , ἀλλα
, φησι Σπευσιππος , και κακον κακῳ και ἀμφω τῳ μηδετερῳ , τουτεστι και ἀμφω τα κακα τῳ ἀγαθῳ .
9999940 ὑποτακτικα
. μη τι κορυψῃ : οὐ περισπαται . τα γαρ ὑποτακτικα ὁμοιως ἡμιν οἱ Δωριεις προφερουσι . το δε κορυψῃ
, αὐθαδη δε , ἐν δε τοις ἀνθρωποειδεσιν ἐπιεικη και ὑποτακτικα , ἐν δε τοις τροπικοις εἰς μεταπρασιν . Ὠνεισθαι
9999940 ἀπεπεμψαν
τον Πελοπιδαν , βουλομενον διελεγχειν της ἀποκρισεως την ἀποριαν , ἀπεπεμψαν ἐκ του συνεδριου . Μιθριδατης μεν οὐν , ὡς
τοις μεν πειραταις τον μισθον ἀποδοντες παραχρημα της πολεως αὐτους ἀπεπεμψαν το ἀπιστον αὐτων περι τους πρωτους φιλους οὐκ ἀσφαλες
9999940 μαθημα
, ἐργον , σπουδασμα , ἐπιτηδευμα , ἐπιχειρημα ἐγχειρημα , μαθημα , τεχνημα , μεταχειρισις . και ὁ πραττων ἐργαζομενος
γαρ ὁμολογειν τἀληθηὀκνῳ κατειχομην περι το συγγραφειν και παραδιδοναι το μαθημα τουτο , ὡς ἀπημαυρωμενον και ταχα μηδεν ἐτι χρησιμον
9999940 ἐκοσμησεν
Θηβαιων εἰσι και αἱ Θεραπναι και ὁ Τευμησσος , ὁν ἐκοσμησεν Ἀντιμαχος δια πολλων ἐπων , τας μη προσουσας ἀρετας
θεος . . . . . παντι κοσμῳ την γυναικα ἐκοσμησεν . πως ἀνω μεν Ἡφαιστος ἐποιησε , το δε
9999940 οἰκονομιᾳ
ἐργασιᾳ ὀδοντων , και σπλαγχνων ὑποδοχῃ , και τῃ ἐνδον οἰκονομιᾳ , προσγινομενης αὐτῳ της ὑποτροφης . Ἠσαν δε που
οὑτω γαρ ἀν ἀρτιος ὁ λογος τῃ καθ ' αὑτον οἰκονομιᾳ ἀποδοθειη . Του τοινυν ψυχικου τουτου πνευματος , ἐπι
9999940 ἐμιμησατο
το την γαστερα λαλειν † μονον : ἠ † . ἐμιμησατο τῃ φωνῃ των ἐντερων τον ἠχον . ἀτρεμας :
οὐ μην ἀλλα και του Δημοσθενικου χαρακτηρος , ὁν μαλιστα ἐμιμησατο , πολυ πλειω δυναιτ ' ἀν τις εἰπειν ,
9999940 ἐπισκεψωμεθα
και των Μεθοδικων , φερε , τοις κριτηριοις τουτοις χρωμενοι ἐπισκεψωμεθα και τας αἱρεσεις , ἱνα τῃ ὑγιει προσθωμεθα .
εἰωθος οὐ πανταπασιν ἀδιερευνητον παραδραμειν δοκιμασαντες . ἑξης δε τουτοις ἐπισκεψωμεθα τον συλλογισμον , ὁν ὁ Ἀφροδισιευς ἐξηγητης ἐκτιθεται ,
9999940 ὑποτακτικη
, τουτεστιν ἡ ἐγκεκλιμενη ἀντωνυμια οὐδεποτε προτακτικη , οὐδε ἐκεινη ὑποτακτικη δεοντως παραληφθησεται , ὁπου γε και αἱ ὑποτακτικαι ἐν
ὡς μελλοντων μεν ὀντων , οὐ μην ἀοριστων , ἡ ὑποτακτικη ἐγκλισις ἀκαταλληλος : ἀοριστων δε ὀντων , οὐ μην
9999940 ἠναγκαζοντο
ἑτερον ἐπι τους περι τον Ἀππιον οὐπω την ἐξουσιαν παρειληφοτας ἠναγκαζοντο καταφευγειν , τα μεν ἐν ταις ἐκκλησιαις δεομενοι ,
ὀρων , και μαστιγουμενοι και δεδιοτες και ὠθουμενοι και τρεμοντες ἠναγκαζοντο ἀποθνῃσκειν . ὡσπερ οὐν εἰ δυο ἀνθρωπω παλαιειν οὐκ
9999940 ἀπελιπεν
δε κρινας ἐχεσθαι του πολεμου , Πνυταγοραν μεν τον υἱον ἀπελιπεν ἡγε - μονα των ὁλων ποιησας ἐν τῃ Κυπρῳ
γε : τρις γαρ τελειος ὑπαρχουσα οὐδ ' ἐπιδοσιν αὐξησεως ἀπελιπεν , ἀλλα και δυο κυβων ἁμα συνθεσις , του
9999940 κτισθεισαν
τον Καυκασον ἐν δεκα ἡμεραις ἀφικετο εἰς Ἀλεξανδρειαν πολιν την κτισθεισαν ἐν Παραπαμισαδαις , ὁτε το πρωτον ἐπι Βακτρων ἐστελλετο
ἀπο τουτου Ῥηγιον ὀνομασθηναι , και την ὑστερον πολλοις ἐτεσι κτισθεισαν πολιν τυχειν της ὁμωνυμου προσηγοριας . ἐνιοι δε λεγουσι
9999940 χαλεπωτατα
προπεμπομενοι δεδιοτος , μη συλληφθεντες ἀπολωνται και συμβῃ δυο τα χαλεπωτατα , ἀνδρων τε , οἱ φυλης ἑκαστης ὀψις ἠσαν
μετιων : ὡς κἀν τουτῳ γεωργιαν θαυμασιωτεραν εἰναι , τῳ χαλεπωτατα εἰναι και ἀγριωτατα των ἐθνων , εἰπερ ὀντως ἐστιν
9999940 θελημα
, εὐχομενος ὑπερ αὐτου . τουτο γαρ ποιων ποιεις το θελημα του θεου . λεγει γαρ ὁ νομος ὁ του
ψυχας ὑμων , ὁτι σιωπωντες ἐν καθαροτητι καρδιας δυνησεται το θελημα του Θεου κρατειν , και ἀπορριπτειν το θελημα του
9999940 πικροι
ὀκνῳ εἰκοντεϲ , ἀθυμοι : βρωμωδεεϲ δε την ὀϲμην , πικροι δε την γευϲιν : την ἀναπνοην οὐκ εὐκολοι :
φυλλα συν κηρωτῃ . ῥησσει δε φυματα προπολις , θερμοι πικροι μετ ' ὀξους καταπλασθεντες , σικυου ἀγριου ἡ ῥιζα
9999940 συγγενη
νυξ . ὡσπερ δε ἐκει ἐκλειψιν σεληνης και αὐξησιν ὡς συγγενη ἀλληλοις τῳ περι αὐτην και ἀμφω ζητεισθαι παρελαβε ,
ταυτα οὑτως , ἀρ ' οὐκ ἐξ ἀναγκης τα ψυχης συγγενη προτερα ἀν εἰη γεγονοτα των σωματι προσηκοντων , οὐσης
9999940 χαρακωμα
σιτον ἠ ὑπνον αἱρουμενῳ την στρατιαν ἐσηγαγεν ἐς τοδε το χαρακωμα . και ἠν αὐτῳ τουτο στρατοπεδον τε ὁμου και
ὁλην ἐν σκοτῳ , φευγων ἐς ἐρημον το Νωβελιωνος ποτε χαρακωμα . και μεθ ' ἡμεραν ἐς αὐτο συγκλεισθεις ,
9999940 ἱκανως
πευσεσθε μεν , οὐ μην ἐνταυθα , δειλη τε γαρ ἱκανως ἠδη και βαδιζειν ὡρα ἐς ἀστυ , ἡδιους δ
τε και αἱ των πληγων εὐλαβειαι διεμελετωντο εἰς το δυνατον ἱκανως , εἰ τε τις ἡμιν συγγυμναστων συνεβαινεν ἀπορια πλειων
9999939 καθαρτικα
τους τοπους ἐγκαθισμασιν . Ἐπειδη δε οὐ μονον τα τοιαυτα καθαρτικα της ὑστερας προς συλληψιν ἐνεργει , ἀλλα και ἀλλας
νοϲημαϲιν ἐν τῳ η λογῳ κεφαλαιῳ ξγ . Ἐρρινα κεφαληϲ καθαρτικα . χρειαϲ δε καλουϲηϲ και δια ῥινων καθαιρειν χρη
9999939 ἀποδιδωμι
ἀποδειξασθαι : Ἀνθ ' ὡν , ἐφη , ταυτην αὐτῳ ἀποδιδωμι τιμην και χαριν : ἀφιημι των ἐκτισματων ἐπι τῃ
, κυριε : και εἰ τινος τι ἐσυκοφαντησα , τετραπλουν ἀποδιδωμι . ἐφ ' οὑ και ὁ σωτηρ εἰπεν :
9999939 ἀποδεδωκε
' ἡς αὐτους ἐτρεψατο ἀν . ὁ μεντοι Ἀπολλωνιος αἰτιαν ἀποδεδωκε , δι ' ἡς ὁ Ἡφαιστος κατεσκευασε τῳ Αἰητῃ
. , = . , : γελοιως ὁ Ἀπιων ἱπποκορυστας ἀποδεδωκε τους κορυθας ἐχοντας ἱππειαις θριξι κεκοσμημενας . εἰ γαρ
9999939 κἀκεινῳ
συνεχειν το στρατοπεδον : ὁ δε βαρεως το κελευομενον ἐφερε κἀκεινῳ ὑπισχνειτο ἐγκαρτερησειν εἰ μονον ἐξαποστειλειεν ὑστερον κατα των Τουρκων
το γουν ἐμε τε παρα σοι δια την σπουδην εὐδοκιμειν κἀκεινῳ τινα παραμυθιαν εἰναι το μη περιωφθαι δυστυχουντα παρα των
9999939 Ἀλεξανδρευσι
δημαρχων νομον , ἀνευ στρατιας Πομπηιον ἐχοντα ῥαβδουχους δυο διαλλαττειν Ἀλεξανδρευσι τον βασιλεα . Και Πομπηιος μεν ἐδοκει τῳ νομῳ
ἐπιχρυσοι και θυμιατηρια και τρυβλια . ΒΗΣΣΑ ποτηριον παρ ' Ἀλεξανδρευσι πλατυτερον ἐκ των κατω μερων , ἐστενωμενον ἀνωθεν .
9999939 χρισμα
: πολλα δε γινεται περι Κιλικιαν και ποιουσιν ἐξ αὐτων χρισμα . Φασι δε και εἰς τα σπουδαια των μυρων
τους διδυμους και περιναιον και ὀσφυν . Ἐκ των Ῥουφου χρισμα ἐνεργον , ἐντεινον το αἰδοιον ] . Σμυρνης ,
9999939 λειᾳ
προσοφειλετε χαριν εἰπεν , ἐπειδη φασιν ὁτι ἐστεφανωσαν ἐπι τῃ λειᾳ τον Χαρητα . καθειρξαντες ] οἱον συγκλεισαντες και μη
μετα ταυτα καταχριε σταφιδι ἀγριᾳ ἠ φρυκτῃ μετ ' οἰνου λειᾳ . Ἀλκυονιον το τραχυτερον καυσας και λυχνου ἐλαιῳ λειωσας
9999939 τραχυτητι
, ἀλλα λινουν και τετριμμενον , ἱνα μη ἀνιᾳ τῃ τραχυτητι . δει γαρ και περι της οὐσιας αὐτου και
λεπται , καθαπερ ἀμπελου . διαφερουσι δε και λειοτητι και τραχυτητι και πυκνοτητι . παντων γαρ αἱ ῥιζαι μανοτεραι των
9999939 δευτερῳ
μεταφυτευσις τον καρπον ποιει . και τα μεν ἐνριζα τῳ δευτερῳ ἐτει , ἠ και θαττον τον καρπον ἀποδιδωσι :
Πυρρον Μολοσσον Αἰακιδην και Τρωαδα . Λυσιμαχος δε ἐν τῳ δευτερῳ των Νοστων [ . ] φησι Προξενον * *
9999939 ἀπελθουσα
ξυντελειαν . . οὐκ ἐς φθορον ] οὐκ εἰς φθοραν ἀπελθουσα ἀφωνως μενεις . εἰωθαμεν δε τοιουτοις λογοις προς τους
ὁτι κἀκεινων ἀθανατος ἐστιν ἡ ψυχη , εἰ γε και ἀπελθουσα ἐπανερχεται παλιν και γνωριζει και ἐπανιστησι το σωμα και
9999939 ἐζηλωσαν
. ἐν γαρ τῳ Περσικῳ πολεμῳ χρονον πλειονα διατριψαντες ταχεως ἐζηλωσαν των Ἑλληνων την περι τουτο το μερος εὐχερειαν ,
μειρακιωδη των ἀσωτων , ἀτιμον , ἀποκηρυκτον , αἰσχρον βιον ἐζηλωσαν „ ἐπι γηραος οὐδῳ „ , οἱ δε τον
9999939 πλημμελημα
θεον λεγῃ την τυραννιδα : και γαρ οὑτως εἰς ταὐτον πλημμελημα περιισταται . ὁ γαρ θεος ὁ τι περ ἀκροτατον
και ἀπειροκαλιᾳ τοις αἰσχιστοις των παθων περιπεπτωκοτες . Ἐτι κἀκεινο πλημμελημα ἐν τῃ λεξει το ὑπο φιλοτιμιας πασι χρησθαι τοις
9999939 ἐγραψαν
τουτο και ἐλεγχομενων ὑπο του ὁρου και των διδασκομενων . ἐγραψαν δε ἀπο συμβεβηκοτος οὑτως : πορισμα ἐστιν το λειπον
οὐν ἐκηρυξαν κατ ' αὐτου Ἀθηναιοι και ἐν χαλκῃ στηλῃ ἐγραψαν , ὡς φησι Μελανθιος ἐν τῳ περι μυστηριων .
9999938 φυλαττοιτο
ἀριθμον ἑν εἰη , οὐκετ ' ἀν ἡ κινησις μια φυλαττοιτο , οἱον εἰ Κορισκος ἁμα βαδιζοι και λευκαινοιτο :
το Ἀθηναιων ὡς ἐν Ὑμηττῳ χρυσου ψηγμα πολυ φανειη και φυλαττοιτο ὑπο των μαχιμων μυρμηκων . οἱ δ ' ἀναλαβοντες
9999938 Αἰγισθου
ἀλλ ' ἀδοξως . φυγειν ] ὡστε φυγειν τας ἐπιβουλας Αἰγισθου τιμωρησαμενην αὐτον . οὑτω γαρ ] οὑτω γαρ ἀν
τλαμονι . . . χειρι ] τηι χειρι Κλυταιμηστρας και Αἰγισθου . τελειται ] ἱνα το ὁμοιον και ἰσον τωι
9999938 γυναικοϲ
τα τηκτα . Ἐν Ἀλεξανδρειᾳ , φηϲιν , ἐπι τινοϲ γυναικοϲ κινδυνευουϲηϲ ζητηϲαϲ λυχνιδα και μη εὑρηκωϲ , εἰ μη
Κλ ? [ ἀνδροϲ [ ὁμονοιαν ] [ ] και γυναικοϲ ! [ ἐκ του ? ? ? [ !
9999938 ἐβουλευσεν
εἰσι τροχαιων τετραμετρων καταληκτικων νϚʹ , ὡν τελευταιος τηνδ ' ἐβουλευσεν κελευθον και στρατευμ ' ἐφ ' Ἑλλαδα . ἐπι
ἡν ἐθελει δικην αὐτοις ἐπιβαλῃ . και ὁ μεν Ἑρμης ἐβουλευσεν ἀποκοψαι τους ποδας αὐτων και τας χειρας : Ἀρης
9999938 ἀμφιβολια
κατα συνθεσιν και διαιρεσιν . ἐστι δε κατα πνευμα μεν ἀμφιβολια ὡς τοδε . κατελιπε τις φιλῳ την οὐσιαν ,
μολειν ] γρ . φυγειν . οὐκ ἐνι στασις ] ἀμφιβολια . τουτο οὐκ ἀδηλον . φευ , ταχεια ]
9999937 ηὐξησεν
, εἰ και κατ ' ὀλιγους προσιον , την δυναμιν ηὐξησεν . ὁ δε Μακρινος ὡς ταυτα ἐπυνθανετο , ἀθροισας
ἀλλ ' ὁσῳπερ το ὀργανον ἐκακισε , τοσουτῳ τον μουσουργον ηὐξησεν , ὁποτε της κρουσεως πολλακις προς τον τονον ἐμπεσουσης
9999937 ἀπεθετο
πυλης ἀγροικος εἰναι νομιζομενος . εἰσελθων δε το μεν πιλιον ἀπεθετο , γνωρισθεις δε ἐδεξιουτο παντας ὡς ἐπι σωτηριᾳ της
ὁτι ἀλλου θυοντος , ἡρπασεν ὀρνεον το κωλον και ἐκεισε ἀπεθετο . Ἡ δε Ταπροβανη της Ἀφρικης νησος ἱερα :
9999937 τρισχιλια
ἀποδημου αὐτου ὀντος ἐθεασατο αὐτον ἐν ὑπνοις ἐλθοντα και λεγοντα τρισχιλια ὀκτακοσια νομισματα ἠνεγκα . και ἀναθεμενος τινι των ἐπιστημονων
ὑπο Δαναου . οὑτος ἐποιησεν ᾀσματα και γριφους εἰς ἐπη τρισχιλια . Και το ἐπιγραμμα τινες το ἐπι Μιδᾳ τουτον
9999937 ἡμισυς
ἀρτιοι το πληθος , ἀρχομενοι ἀπο μεγιστου του αβ , ἡμισυς δε του πληθους ἐστω ὁ αδ : λεγω ὁτι
γαρ ἡμισυς ὁ λβ και τουτου ὁ ιϚ και τουτου ἡμισυς ὁ η και τουτου ὁ δ και τουτου ὁ
9999937 παμμεγεθες
ἑβδομηκοντα και πεντε συνεχως κατα τον οὐρανον ἑωρατο πυρινον σωμα παμμεγεθες , ὡσπερ νεφος φλογοειδες , οὐ σχολαζον , ἀλλα
ἀνδρος οἱου μηδ ' ὀναρ ἠλπισεν , εἰτα φανηναι τι παμμεγεθες βεβουλευμενος και ὑπερβαλλον φιλανθρωπιᾳ τε και παιδειᾳ , ὡστε
9999937 ἀκανθαν
μεγισται : αὑται τεινουσι δια της κοιλιας παρα την νωτιαιαν ἀκανθαν , ἡ μεν ἐπι δεξια , ἡ δ '
πυρ ἐκλαμπειν . δελφις δε ὀστα μεν ἐχει και οὐκ ἀκανθαν , τα δε σελαχη και χονδρον και ἀκανθαν .

Back