ἑβδομηκοντα και πεντε συνεχως κατα τον οὐρανον ἑωρατο πυρινον σωμα παμμεγεθες , ὡσπερ νεφος φλογοειδες , οὐ σχολαζον , ἀλλα
ἀνδρος οἱου μηδ ' ὀναρ ἠλπισεν , εἰτα φανηναι τι παμμεγεθες βεβουλευμενος και ὑπερβαλλον φιλανθρωπιᾳ τε και παιδειᾳ , ὡστε
9999964 κατεσκευασε
τρισμυριους νεανισκους ἐπιλεξας και παιδευσας τα πολεμικα των ἐργων ἀντιταγμα κατεσκευασε τῃ Μακεδονικῃ φαλαγγι . νβʹ . Ὡς Ἁρπαλος δια
ὑποτροχον δε πασαν τροχοις στερεοις τεσσαρσιν ὀκταπηχεσι το ὑψος . κατεσκευασε δε και κριους ὑπερμεγεθεις και χελωνας δυο κριοφορους .
9999962 ἀκανθης
, κεινται δε ἐν τοις δυσεντερικοις και ὁ δια της ἀκανθης και ὁ δι ' ἠλεκτρου , προς αἱμοπτοϊκους ἀναγραφεντες
κατα δε τον νωτον αὐτων ἡ πολλη και ἐπιμηκης της ἀκανθης περιπλοκη τραχυνεται . Των δε δυσμενων και ἀγριων ἀνδρων
9999961 ὡροσκοπουσης
. λογιζομαι το διαστημα το ἀπ ' αὐτου ἑως της ὡροσκοπουσης μοιρας : γινονται μοιραι λεʹ , ἁτινα ἐστι ὡραι
ὁρωντων . συν δε τῃ Σεληνῃ δυνοντος ἠ της Σεληνης ὡροσκοπουσης , μαχλοι και σπαναδελφοι . εἰ δε συν Ἀφροδιτῃ
9999961 γραμμασι
γραψαι με δει : τουτοις ἀξιον κοσμησαι την ποικιλην τοις γραμμασι , οὐχι δε τοις ὑπο σου τουτοις πιναξι τιμασθαι
πατερα ἐντεταλθαι ῥημασι , μηδεν δε ἐπεσταλκεναι τοις βασιλειοις ἀρκουμενον γραμμασι , πιστευσας ὁ νεανιας , ἀσχαλλων μεν και δυσφορων
9999959 θερμοτεροϲ
ὁ κιρροϲ την χροιαν . ὁ δε παλαιοτεροϲ του νεου θερμοτεροϲ τε και ξηροτεροϲ . αὑτη μεν ἡ του οἰνου
ἱκανωϲ ὀντεϲ και πνευματωδειϲ . ὁ δε Κυρηναιοϲ ἁπαντων ἐϲτι θερμοτεροϲ τε και λεπτομερεϲτεροϲ . Ὀριγανοι παϲαι τμητικηϲ τε και
9999958 Τηλεκλειδης
ἱστοριαν συνθεις , εἰτ ' Ἐπιμενιδης ἐστιν ὁ Κρης ἠ Τηλεκλειδης εἰτ ' ἀλλος τις . . . , :
και Διι Κακουμενῳ : τω προσεμφερη την σοφιαν . οὑτω Τηλεκλειδης Ἡσιοδοις και οἱ λοιποι . ἀμφοτερα : κατ '
9999958 τρισαριστεα
ἐν ἀντιληψει τῃ κατα νομον , ὡς ἐπι του τον τρισαριστεα μοιχευοντα ἀνελοντος δια τον νομον τον τους μοιχους κελευοντα
φυλαττειν δοκει . οἱον τον μοιχον ἀναιρεισθαι νομος , μοιχον τρισαριστεα τις ἀναιρων κρινεται δημοσιᾳ . ἐνταυθα γαρ το ὑπο
9999958 ἠναγκαζοντο
ἑτερον ἐπι τους περι τον Ἀππιον οὐπω την ἐξουσιαν παρειληφοτας ἠναγκαζοντο καταφευγειν , τα μεν ἐν ταις ἐκκλησιαις δεομενοι ,
ὀρων , και μαστιγουμενοι και δεδιοτες και ὠθουμενοι και τρεμοντες ἠναγκαζοντο ἀποθνῃσκειν . ὡσπερ οὐν εἰ δυο ἀνθρωπω παλαιειν οὐκ
9999958 ἐθεραπευσεν
τις ἐγενετο ἰατρος ἀφυης ὁς τον ποδα τινος ἀλγουντος κακως ἐθεραπευσεν . . . , . . , . .
ὁ Ἀννιβας ἐπεμεινε τε τῃ σεμνολογιᾳ και τον Σκιπιωνα λαθων ἐθεραπευσεν ὡς καθελοντα τον ἀμεινονα Ἀλεξανδρου : διαλυομενης δε της
9999957 κοιλια
ἐξουρειϲθαι ποιειν φηϲιν ὁ Διουϲκουριδηϲ . ἡ δε τηϲ γαληϲ κοιλια πινομενη παντοϲ ἀλεξιφαρμακον θηριου λεγεται . Κοκκοϲ Κνιδιοϲ ὁ
ΓΘ ἀλλως : τοις βοϊδιοις . ἡ γαρ του βοος κοιλια βολιτους ἐχει . λεγει δε φαυλοις εἰδεσιν ἐν αὐτοις
9999957 χρισμα
: πολλα δε γινεται περι Κιλικιαν και ποιουσιν ἐξ αὐτων χρισμα . Φασι δε και εἰς τα σπουδαια των μυρων
τους διδυμους και περιναιον και ὀσφυν . Ἐκ των Ῥουφου χρισμα ἐνεργον , ἐντεινον το αἰδοιον ] . Σμυρνης ,
9999956 νομαδες
ἐξ ἀρχης Ταυλαντιοι τε και Μαχαονες ἐκαλουντο το παλαιον , νομαδες οἱ πλειους αὐτων και αὐτονομοι και ἀβασιλευτοι ἐκ πολλου
. κακοβιοι τε δη και γυμνητες εἰσι τα πολλα και νομαδες : τα τε βοσκηματα αὐτοις ἐστι μικρα , προβατα
9999956 ἀπεθετο
πυλης ἀγροικος εἰναι νομιζομενος . εἰσελθων δε το μεν πιλιον ἀπεθετο , γνωρισθεις δε ἐδεξιουτο παντας ὡς ἐπι σωτηριᾳ της
ὁτι ἀλλου θυοντος , ἡρπασεν ὀρνεον το κωλον και ἐκεισε ἀπεθετο . Ἡ δε Ταπροβανη της Ἀφρικης νησος ἱερα :
9999954 ἐκινδυνευσεν
μηδεν προσηκοντων κηδεται . παις ποτε λουομενος ἐν τινι ποταμῳ ἐκινδυνευσεν ἀποπνιγηναι : ἰδων δε τινα ὁδοιπορον τουτον ἐπι βοηθειαν
και ἀποθετον . ἐφ ' οἱς φωραθεις ἐν ταις Ἀθηναις ἐκινδυνευσεν ἀν , εἰ μη ἐφυγεν . και μετ '
9999954 γλυκυτερα
. κρειττων δε , φησιν , ἡ βουνιας καθεστηκεν : γλυκυτερα γαρ ἐστι και πεπτικωτερα προς τῳ εὐστομαχος εἰναι και
Χαριβαηλ , τους ὁρμους μεν ἐπιτη - δειους και ὑδρευματα γλυκυτερα [ και ] κρεισσονα της Ὀκηλεως ἐχουσα , ἠδη
9999954 ἐκομιζοντο
. οἱ μεν οὐν Πελοποννησιοι της νυκτος εὐθυς κατα ταχος ἐκομιζοντο ἐπ ' οἰκου παρα την γην : και ὑπερενεγκοντες
βοιᾳ τοις συν Ἀγαμεμνονι Ἑλλησιν ἐπιγενομενου χειμωνος ἐνταυθα , ὡς ἐκομιζοντο ἐξ Ἰλιου : Ψυτταλειαν τε την ἐπι Σαλαμινι ἰσμεν
9999954 ἐνεμετο
πασχοντες . καρκινος ἀναβας ἀπο της θαλασσης ἐπι τινος αἰγιαλου ἐνεμετο . ἀλωπηξ δε λιμωττουσα ὡς ἐθεασατο αὐτον [ ἀπορουσα
ἑξῃ τροφης : και δοραν οἰος περιβεβλημενος μετα της ποιμνης ἐνεμετο τον ποιμενα φενακισας τῳ μηχανηματι . νυκτος δε γενομενης
9999953 καθαρτικη
. Οὐκουν το γε εἰκος . Ἐστω δη διακριτικης τεχνης καθαρτικη , καθαρτικης δε το περι ψυχην μερος ἀφωρισθω ,
ἐπικρατει δ ' ἐν μεν τῳ φλοιῳ της ῥιζης ἡ καθαρτικη , ἐν δε τοις ἀωροις μοροις ἡ ἐφεκτικη :
9999953 Παναθηναια
ἡ διοικησις ἱκανη γενηται και εἰ τινος ἐνδει προς τα Παναθηναια διοικηθῃ , τους πρυτανεις τους της Πανδιονιδος καθισαι νομοθετας
Σιμος ὁ Θετταλος ἐχων Νεαιραν ταυτηνι ἀφικνειται δευρο εἰς τα Παναθηναια τα μεγαλα . συνηκολουθει δε και ἡ Νικαρετη αὐτῃ
9999953 διεβαλλετο
ὁ Παυσων ζωγραφος πενης σκωπτολογος . Λυσιστρατος : ἐπι μαλακιᾳ διεβαλλετο . ἐν ἐνιοις δε και πενης ὁ αὐτος και
Θεαγενους ὑηνια Γ : μωρια Γ και ἀμαθια . Γ διεβαλλετο γαρ ὁ Θεαγενης Γ εἰς μαλακιαν και Γ ὡς
9999953 ἐστρατοπεδευσε
ἐπερα μαλα θρασεως και σταδιους εἰκοσιν ἀπ ' Ἀντιοχου διασχων ἐστρατοπεδευσε . τετταρσι τε ἡμεραις ἐφεξης ἐξετασσον ἑκατεροι παρα τον
τῃ κεφαλῃ του ὀρους γενομενος , ὁ Μαροξος καλειται , ἐστρατοπεδευσε κἀκειθεν τους πολεμιους περιεσκοπει ἐγγυς που του χωριου ὁ
9999953 πολυιστωρ
παρισταμενοι βασιλει ” . Ἀφακη , πολις Λιβυης , ὡς πολυιστωρ ἐν Λιβυκων τριτῃ . το ἐθνικον Ἀφακιτης δια το
ἐθνικον Θυμιατηριος . Θυνη , πολις Λιβυης , ὡς ὁ πολυιστωρ Ἀλεξανδρος . ὁ πολιτης Θυναιος ὡς Δωδωναιος . Θυνια
9999952 νοσημα
ὡν ἐπιγραφει ὁ Ἱπποκρατης , ἀλλ ' οὐκ εἰχε το νοσημα . τα γαρ ἐπιῤῥηγνυμενα και ἐπιγενομενα συμπτωματα κακοηθεστερα ἠσαν
μηδε την ἰδιαν χροιαν και δια τουτο χρονιωτερον σημαινει το νοσημα . ἐπι δε των συνεχων πυρετων ἐπι πληθει αἱματος
9999952 ἐκεκλετο
, σακε ' ὠμοισι κλιναντες . Αἰνειας δ ' ἑτερωθεν ἐκεκλετο οἱς ἑταροισι Δηϊφοβον τε Παριν τ ' ἐσορων και
και θυμον ἑκαστου . Αἰας δ ' αὐθ ' ἑτερωθεν ἐκεκλετο οἱς ἑταροισιν : αἰδως Ἀργειοι : νυν ἀρκιον ἠ
9999952 κινημα
, ὡς και το παντα ψευδη : τοινυν οὐδε το κινημα της διανοιας ἀληθες ἐστιν . Ἀλλα γαρ δια τοσουτων
. : κινυγμα ] Εἰδωλον . : κινυγμα : Το κινημα : και ἐστι πρωτοτυπον το κινω , ἐξ οὑ
9999952 δαιμονι
τεταρταιων ἀπηλλαχθαι δι ' αὐτου φησοντας και νυκτωρ ἐντετυχηκεναι τῳ δαιμονι τῳ νυκτοφυλακι . οἱ καταρατοι δε οὑτοι μαθηται αὐτου
οἰκουσιν ἀφθονεστατην τε χρημασιν . Μη τρηχυς ἰσθι . Ὠ δαιμονι ' ἀνδρων , μη φθονερον ἰσθ ' ἀνδριον .
9999952 καιροϲ
τηϲ ἐπιϲημαϲιαϲ διδωϲι ταϲ τροφαϲ : και γαρ οὑτοϲ ὁ καιροϲ πλειϲτον ἀπεχει του μελλοντοϲ παροξυϲμου . ἐτι δε και
μηδενοϲ κωλυοντοϲ των προρρηθεντων ἐπι του ϲυνοχου πυρετου , ἠδη καιροϲ τηϲ του ψυχρου δοϲεωϲ . ἐφ ' ὡν μεν
9999952 ἐγραψαν
τουτο και ἐλεγχομενων ὑπο του ὁρου και των διδασκομενων . ἐγραψαν δε ἀπο συμβεβηκοτος οὑτως : πορισμα ἐστιν το λειπον
οὐν ἐκηρυξαν κατ ' αὐτου Ἀθηναιοι και ἐν χαλκῃ στηλῃ ἐγραψαν , ὡς φησι Μελανθιος ἐν τῳ περι μυστηριων .
9999951 δικαστηριῳ
ἐαν συμβῃ με πεσοντα ἀποθανειν , ⌈ ἠγουν ἐν τῳ δικαστηριῳ με θαψατε . ⌈ δρυφακτα ἐλεγετο * [ ἐνταυθα
τε κατηγορουμενος και ὁ διωκων , καλως ἀν ὡς ἐν δικαστηριῳ και κρισει αὐτων ὀντων ἐλεγομεν εἰναι τον λογον εἰδους
9999951 ἀπορῳ
: ἀντι του καταλιπων την αὐτου φυλακην ἀλλ ' ἐν ἀπορῳ ἠσαν εἰκασαι : ἀποριαν εἰχον μεχρι και εἰκασμου .
φοβει τε ἠδη λιμον , ἐπειδαν τ ' ἐν τῳ ἀπορῳ γενωμεθα ἐτι μαλλον φοβησει , χωρις δε τουτων ὁ
9999951 ἐτειχισαν
πρωτοι το Καπιτωλιον και το Παλατιον και τον Κυρινον λοφον ἐτειχισαν , ὁς ἠν οὑτως εὐεπιβατος τοις ἐξωθεν ὡστ '
πλειστον μερος ἐν θαλασσῃ , τας ἀπο της γης προσοδους ἐτειχισαν και πυργους πυκνους ἐποιησαν , και ταφρον ὀρυξαντες μεγαν
9999951 δισχιλια
οὐκ ἐχω λεγειν ὁποσα , πλειω δ ' οὐν ἠ δισχιλια ἐστι , μηδε ῥημα γε αὐτο μονον των ὑπ
Ἰωνιας , τινα μαλιστα ἀν τροπον εὐδαιμονοιη , εἰς ἐπη δισχιλια . των δε ᾀδομενων αὐτου εὐδοκιμησε ταδε : ἀστοισιν
9999951 ἐζητησεν
ἀλλων πολιτων οὐ κοινην , ἀλλ ' ἰδιαν την σωτηριαν ἐζητησεν . Ἀγανακτω δε μαλιστα ὠ ἀνδρες , ἐπειδαν ἀκουσω
ἀναιρεσεως . Τουτο δ ' ἐντος οὐ πολλου χρονου παις ἐζητησεν οὐδε δωδεκα ἐτη γεγονως τον δεσποτην ἀποκτειναι : και
9999951 φαινομεθα
κριθησεται , οὐ δη καλον , ἀφ ' ὡν εὐδοκιμουντες φαινομεθα και μεθ ' ὡν ἐπιτηδευματων διαγεγοναμεν , ἀκυρα ποιειν
ὁσα πολυχορδα και πολυαρμονια , δημιουργους οὐ θρεψομεν . Οὐ φαινομεθα . Τι δε ; αὐλοποιους ἠ αὐλητας παραδεξῃ εἰς
9999951 ἐπηγαγετο
και των βαρβαρων , οὑς ὑπερ του βεβαιως τυραννειν Διονυσιος ἐπηγαγετο . φαινεται δε τεταρτην γραφων την της πατριδος ἀφηγησιν
ἀποσταντας Περσων σφισι προσθεσθαι και Χιων ὁτι δη ὁ δημος ἐπηγαγετο σφας βιᾳ των κατεχοντων την πολιν , οὑς Αὐτοφραδατης
9999950 τετραπλευρῳ
. ἐστι δε και το ΒΕΗ τριγωνον ἰσον τῳ ΛΕ τετραπλευρῳ , και ἐστι το ΑΕΖ τριγωνον ἰσον τῳ ΒΗΕ
χειμερινην , παραπλησια κατα το εἰδος τραπεζιῳ , σχηματι γεωμετρικῳ τετραπλευρῳ , ἀπο Γαδειρων ἀρξαμενη , ἠτοι του Ἡρακλεωτικου πορθμου
9999950 ἐστρατευσε
θυσας εὐωχειτο . ὁ δε Θειοδαμας ἐλθων εἰς την πολιν ἐστρατευσε καθ ' Ἡρακλεους , και εἰς τοσαυτην ἀναγκην κατεστη
Οὐολουσκοι δε και Ἑρνικες , ἐφ ' οὑς ὁ Κασσιος ἐστρατευσε , γνωμην μεν ἐποιησαντο δῃουμενης της χωρας περιοραν και
9999950 δριμυτερα
προϲ μεν την κοινην διαιταν τα γλυκεα , τα δε δριμυτερα ὡϲ φαρμακον ποτε δοτεον , οἱον ἑλειοϲ ἀϲπαραγοϲ πετροϲελινα
κατα θερμοτητα ἐπιδεξαμενη δυσκρασιαν , τα τε οὐρα ἀλλοιωθειη ἀν δριμυτερα τε και λεπτοτερα γεγενημενα και του πυρετου ἐπινεμομενου ἠδη
9999950 ἐσπουδακεν
ταις ἐκμυζησεσιν τα βρεφη μη ἐπιχορηγουμενου τοσουτου γαλακτος , ὁσον ἐσπουδακεν ἐπισπασασθαι , αἱ δε ἀγαν σηραγγωδεις κινδυνον ἐπαγουσι πνιγμου
τι : περιτρεχει κυκλῳ τηρουσα τουτο , καταπιειν δ ' ἐσπουδακεν , ἑτεραι διωκουσιν δε ταυτην . ταὐτον ἠν .
9999950 ἐσπουδακοτα
Ἀκακιον ἐπεμψας , οἰδα σοι χαριν , ἐδεικνυ γαρ τον ἐσπουδακοτα και βουλομενον ἐργον ἰδειν , ἀλλος δ ' ἀν
πως ἀν , πυθομενος ] μηδε ἑν του πραγματος , ἐσπουδακοτα μ ' αἰσθοιο συλλαβοις τε μοι ; ἐσπουδακοτα ;
9999950 κατεστρεψε
. ὁ οὐν Σκυθης ἐν Περσαις μεγα ὀλβιος ὠν γηρᾳ κατεστρεψε τον βιον . Εὐθυμος ὁ Λοκρος των ἐν Ἰταλιᾳ
τἀλλα ἀπαρακαλυπτως ἡδυπαθει . βιους δε προς τα ὀγδοηκοντα ἀσιτιᾳ κατεστρεψε . Βιβλια δε αὐτου φερεται ταδε : περι ἀπαθειας
9999950 ἐξαπεστειλαν
τεχνην ταυτην πεπαιδευνται , και τουτο το μαθημα προς ἡμας ἐξαπεστειλαν ἑτοιμως ἡμας ἐπι τας εὐεργεσιας ἐρχεσθαι προδιδασκοντες : ποτ
Βοιωτιαν ἐν τουτοις ἠν . Λακεδαιμονιοι δε στρατηγον καταστησαντες Μνασιππον ἐξαπεστειλαν ἐπι την Κορκυραν , ἐχοντα τριηρεις μεν ἑξηκοντα και
9999950 παρηγγελλε
στεφανωσαμενος και ἀποδυς ἐλαμβανε τα ὁπλα και τοις ἀλλοις πασι παρηγγελλε , και τους λοχαγους ἐκελευεν ἀγειν τους λοχους ὀρθιους
ἀλλ ' αἰσχροκερδειας και ἀπατης δελεαρ . [ Ὁτι Πυθαγορας παρηγγελλε τοις μανθανουσι σπανιως μεν ὀμνυναι , χρησαμενους δε τοις
9999950 ἀφοριζει
των σφυγμων πυκνοτητος τε και σκληροτητος οὐσα , τον πυρετον ἀφοριζει . εἰδη δε πυρετων κατα παντας δυο , ὁ
κατεγραφησαν εἰς την σφαιραν . Ὁ μεν γαρ ἀρκτικος κυκλος ἀφοριζει τα ἀει θεωρουμενα των ἀστρων . Ὁ δε θερινος
9999950 χαλεποτητα
ὁρωντες οἱ Λακεδαιμονιοι τεταραγμενην την δυναμιν των ἐναντιων δια την χαλεποτητα της διαβασεως , καιρον ἐλαβον εὐθετον προς την ἐπιθεσιν
πασιν μεσον τεμειν , τοις τε φευγουσιν της ἀρχης την χαλεποτητα ὑμιν και τοις της ἀρχης παλιν ἐρωσιν τυχειν ,
9999950 Σιμωνιδης
οὐ σπονδη , οὐκ ἀπαρχη θεοις , ἀλλ ' ὡσπερ Σιμωνιδης ἐφη περι της ἀκοσμου γυναικος , ἀθυστα δ '
ὀνομαζει αὐτον . . . . . : Φερεκυδης και Σιμωνιδης φασιν , ὡς ἡ Μηδεια ἀνεψησασα τον Ἰασονα νεον
9999949 χορια
των καταφορων και ληθαργων . κινει δε και καταμηνια και χορια ἐκβαλλει : ἐπι δε των κατα τον ἐγκεφαλον και
' ἐπιπαιζε : μονον ἀπαλλαγηθι μου : κανδαυλους λεγων και χορια και βατανια πασαν την ἡδονην . θερμοτεροις χαιρεις ἀει
9999949 ἐξαιρετως
τε Βυβλῳ και Τυρῳ και κατα πολλα της Συριας μερη ἐξαιρετως ἱερουργουμενας , και οὐχι δεισιδαιμονιας ἑνεκα το τοιουτον ὑπομεινας
οὐδεις ἀν εἰποι . το πλαττομενον οὐν τουτον τον τροπον ἐξαιρετως σχημα καλειται , και ἡμεις περι τουτου ποιουμεθα τον
9999949 μαλακοτητι
κρατιστους δε τους ὀθονια ποιουντας τῃ τε λεπτοτητι και τῃ μαλακοτητι διαπρεπη , τας τε οἰκησεις ἀξιολογους και κατεσκευασμενας φιλοτιμως
κρατιστους δε τους ὀθονια ποιουντας τηι τε λεπτοτητι και τηι μαλακοτητι διαπρεπη , τας τε οἰκησεις ἀξιολογους και κατεσκευασμενας φιλοτιμως
9999949 Δημοσθενες
αὐτῳ : ὁ δε δημος ὁ Ἀθηναιων ποι καταφυγῃ , Δημοσθενες ; προς ποιαν συμμαχων παρασκευην ; προς ποια χρηματα
λαβειν , και προς τουτοις ἐν τῳ ψηφισματι γραψαντος ὠ Δημοσθενες σου και ἑτερων πολλων , ζητειν την βουλην περι
9999949 γραμμαρια
. Φυλλου γραμμαρια ἑξ , ναρδοσταχυος γραμμαρια δωδεκα , ἀλοης γραμμαρια ἐννεα , μελιτος ξεστην ἑνα , οἰνου ξεστας ἑξ
. Ἀγαρικου , ῥοδων ξηρων ἀνα γραμμαρια δυο , ἀλοης γραμμαρια ἑπτα , μαστιχης γραμμαρια δωδεκα , μελιτος ξεστην ἑνα
9999949 ἐκοσμησεν
Θηβαιων εἰσι και αἱ Θεραπναι και ὁ Τευμησσος , ὁν ἐκοσμησεν Ἀντιμαχος δια πολλων ἐπων , τας μη προσουσας ἀρετας
θεος . . . . . παντι κοσμῳ την γυναικα ἐκοσμησεν . πως ἀνω μεν Ἡφαιστος ἐποιησε , το δε
9999949 πλημμελημα
θεον λεγῃ την τυραννιδα : και γαρ οὑτως εἰς ταὐτον πλημμελημα περιισταται . ὁ γαρ θεος ὁ τι περ ἀκροτατον
και ἀπειροκαλιᾳ τοις αἰσχιστοις των παθων περιπεπτωκοτες . Ἐτι κἀκεινο πλημμελημα ἐν τῃ λεξει το ὑπο φιλοτιμιας πασι χρησθαι τοις
9999949 ἀγνωμονες
ἀγαθα περιποιησησθε , ὁρατε ὑμεις , πως ἀνισοι ἐστε και ἀγνωμονες . τι δε και βουλεσθε μαλλον ; ἀργυριον ἠ
, ἀλλα των τας τιμας παρεχοντων , ἱνα , κἀν ἀγνωμονες ὠσι , δια γε τους νομους ἀμοιβην ἀπονεμοιεν τοις
9999949 φρατορες
ὀντες φυλεται λεγονται , οἱ δε ἐκ της αὐτης φρατριας φρατορες , οἱ δε ἐκ του αὐτου γενους γεννηται .
φρατριας . οὑτοι δε εἰσι , καθαπερ οἱ δημοται και φρατορες , νομῳ τινι ἐχοντες κοινωνιαν . το δε γενος
9999948 Τυνδαρεως
γη μεν πατρις οὐκ ἀνωνυμος , Σπαρτη , πατηρ δε Τυνδαρεως . Σοι γ ' , ὠλεθρε , πατηρ ἐκεινος
τυγχανεις μοι υἱος , τον δε Καστορα μετα ταυτα ὁ Τυνδαρεως σπερμα θνητον ὀντα τῃ σῃ μητρι συνελθων ἐσπειρεν .
9999948 συγγενειᾳ
' αὐτον οἰδε νους . μετουσιᾳ δε και ἀλλοιωσει και συγγενειᾳ τα ὑπερ αὐτον . εἰ δε μη παντες ταυτα
ἀλλ ' ἡμιν γε ἀμεινον δεσποτας φυλαττεσθαι ἠ τῃ ἡμετερᾳ συγγενειᾳ χαριζεσθαι . ” οὑτω και των οἰκετων οὐ μεμπτεοι
9999948 ἀπεδημησεν
Βοιωτου Σχοινεως ἐχων την κλησιν . εἰ δε ὁ Σχοινευς ἀπεδημησεν οὑτος παρα τους Ἀρκαδας , εἰεν ἀν και οἱ
εἰ τελευτησειεν ἀταφον μενειν , ἐχων τις γυναικα και υἱον ἀπεδημησεν , ὑπο καταποντισταις γενομενος ἐδηλωσε τοις οἰκοι περι λυσεως
9999948 μηνη
ἠν , ἐν δε μετωπῳ λευκον σημα τετυκτο περιτροχον ἠϋτε μηνη . στη δ ' ὀρθος και μυθον ἐν Ἀργειοισιν
. ἀφθονοι Οὐρανιδαι και ἐν ἀλληλοις τελεθουσιν . οὐ φθονεει μηνη πολυ κρεισσοσιν ἡλιου αὐγαις , οὐ χθων οὐρανιοις '
9999948 φορημα
και καθευδειν . ἐτι δε φανερωτερον και ἐν τοισδε οἱον φορημα ὁ φοβος : ἐνιοι γαρ φοβουμενοι μη ληφθεντες ἀποθανωσι
περιβεβληται τηβενναν , το ἐπιχωριον των ὑπατων τε και στρατηγων φορημα , στεφανον δ ' ἐπικειται δαφνης , μεμειωται δε
9999948 ἐγκλημα
καειν , Ἀθηναιοις δε και το μη τρεφειν ἠ χειραγωγειν ἐγκλημα ἐδοκει . τινες δε και τουτο φασιν : ὡς
οὐν αὐξει το γεγονος δεινουντος του κατηγορου και μεγαλοποιουντος το ἐγκλημα ἠ το εὐεργετημα : ἐκ δε των ἐναντιων του
9999948 μακαριοι
δε Ξενοφων ἐπειθεν , ὁ δε Διογενης ὠνειδιζεν . Ὠ μακαριοι μεν των δραματων οἱ ὑποκριται , μακαριοι δε των
κατ ' ἐνιαυτον θηριον τικτει . μεγας γαρ , ὠ μακαριοι , κατα τον Θεοφιλου Κιθαρῳδον , θησαυρος ἐστιν και
9999948 ἀλεξητηρια
λεγει τα ἀλεξητηρια : ἱνα δε και πασαις ταις βλαβαις ἀλεξητηρια κατασκευασας θαρρῃς : λειπει δε το λεγω σοι ,
ποιεει , ἑλκωδες τε ἐστι και ἐντερου και ἑδρης : ἀλεξητηρια δε τουτεων γεγραψεται . Ἀνευ μεν οὐν ῥοφηματων μελικρητῳ
9999948 ὁποτερᾳ
και ἐπεζευχθω ἡ ΒΕ , και δια μεν του Δ ὁποτερᾳ των ΓΕ , ΒΖ παραλληλος ἠχθω ἡ ΔΗ ,
, και ὁτι ἀφαιρετικης μεν οὐσης της πρωτης ἀνωμαλιας ἐν ὁποτερᾳ των διχοτομων ἐτι ἐλασσων ὁ τοπος αὐτης εὑρισκεται του
9999948 ἐβουλευσεν
εἰσι τροχαιων τετραμετρων καταληκτικων νϚʹ , ὡν τελευταιος τηνδ ' ἐβουλευσεν κελευθον και στρατευμ ' ἐφ ' Ἑλλαδα . ἐπι
ἡν ἐθελει δικην αὐτοις ἐπιβαλῃ . και ὁ μεν Ἑρμης ἐβουλευσεν ἀποκοψαι τους ποδας αὐτων και τας χειρας : Ἀρης
9999947 ἀποδημιᾳ
αὐτης ἐχειν τον ὑποκριτην : τοτε δ ' ὀντος ἐν ἀποδημιᾳ , ἐξ οὑ γεγονος ἠν ἀρρεν αὐτῳ παιδιον ,
πολεμον ἐξιεναι . χρη οὐν ἐπιλεξαμενον το ἁρμοζον ζῳδιον τῃ ἀποδημιᾳ ὁραν εἰ ἐφαρμοζει αὐτῳ ἡ των ἀγαθων μαρτυρια προς
9999947 μηδετερῳ
και μενειν . Μηποτε οὐν το προϊον τοιουτον ἐστιν οἱον μηδετερῳ κρατεισθαι μητε μονῃ , μητε προοδῳ μονον , ἀλλα
, φησι Σπευσιππος , και κακον κακῳ και ἀμφω τῳ μηδετερῳ , τουτεστι και ἀμφω τα κακα τῳ ἀγαθῳ .
9999947 πιθανωτερα
ψυχρων και βαρεων ἀποκρινομενων του παντος . Ἐστι δε τις πιθανωτερα δοξα ταυτης εἰρηκοτων ἐνιων , ὡς οἱ διᾳττοντες ἀστερες
των ? [ γαρ ἀποντων ] αἰει τα [ παροντα πιθανωτερα ] και ? [ ἐπιδοξος ] ἑκαστος ἐστιν ἠ
9999947 ἐκωλυσεν
εὐθυς ἐβουλοντο καταβαλειν ἑαυτους εἰς την θαλασσαν , ἀλλα Ζευς ἐκωλυσεν . οὑτοι τοις πλεουσιν οἱ ὀρνιθες αἰσιοι φαινονται .
ἐπῃει τις αὐτοις συμμαχια βαρβαρων , ἡν ὁ Καισαρ ὑπαντησας ἐκωλυσεν ἐσδραμειν ἐς την Σετουϊαν : κἀν τῳ πονῳ τῳδε
9999947 συνηνεχθη
. οὐ πολυ δε ὑστερον και το περι Κυνανην παθος συνηνεχθη , ὁ Περδικκας τε και ὁ ἀδελφος Ἀλκετας διεπραξαντο
καλος εἰναι και ταις Ἐφεσιων γυναιξι περιποθητος , και που συνηνεχθη πολλα ἱκετευθεις . το ἐντευθεν ἠδη ῥᾳον , ὡς
9999947 κριτηρια
δε τρια κατ ' αὐτον [ , ] ἐλεγεν εἰναι κριτηρια , της μεν των ἀδηλων καταληψεως τα φαινομενα ,
ὡς ἐν βραχυτατοις δηλον και ὁτι προς τα των ὀντων κριτηρια το διαλεγεσθαι τουτον ἐχει τον τροπον , ὁν τα
9999947 κἀκεινῳ
συνεχειν το στρατοπεδον : ὁ δε βαρεως το κελευομενον ἐφερε κἀκεινῳ ὑπισχνειτο ἐγκαρτερησειν εἰ μονον ἐξαποστειλειεν ὑστερον κατα των Τουρκων
το γουν ἐμε τε παρα σοι δια την σπουδην εὐδοκιμειν κἀκεινῳ τινα παραμυθιαν εἰναι το μη περιωφθαι δυστυχουντα παρα των
9999947 Εὐδοξου
ὁμεστιος θεοις ; ποθεν ; Ἐξηκεστιδης ἐχων λυραν , ἐργον Εὐδοξου , τιταινει ψιθυρον εὐηθη νομον . Χωρει ' πι
προετραπη ὑπ ' αὐτου τα Φαινομενα γραψαι , του βασιλεως Εὐδοξου ἐπιγραφομενον βιβλιον Κατοπτρον δοντος αὐτῳ και ἀξιωσαντος τα ἐν
9999947 ξηραντικη
δ ' ἐναιμος , κολλητικη προς τε αἱμοπτυϊκους και ἀρθρα ξηραντικη . Νευροτρωτων ἐμμεθοδος θεραπεια ἐκ των Γαληνου ἡ και
: διο και ἡ δυναμις αὐτου ῥυπτικη τε ἁμα και ξηραντικη . Κριθαι της πρωτης εἰσι ταξεως ἐν τῳ ξηραινειν
9999947 κατακλυσμῳ
ὁ δικαιος και ἐν τῳ μεγαλῳ και ἐπαλληλῳ του βιου κατακλυσμῳ , μηπω δυναμενος διχα αἰσθησεως ψυχῃ μονῃ τα ὀντα
και Ἠλεκτρας της Ἀτλαντος θυγατρος καταλιπων την Σαμοθρᾳκην ἐν τῳ κατακλυσμῳ κατασκευασας σχεδιαν και εἰς τα κατα την Τροιαν μερη
9999947 λαμβανετω
οὑτως συντετελεσμενου τα ἀνω ζυγα προβολην ἀπο των μεσοστατων μειζονα λαμβανετω κατα μετωπον , και μεταξυ αὑτων δυο ὀρθα δεχεσθω
: προσταττεσθω πινειν ἐπι τουτοις ἀμπελινον τεφραν ὀξει φυραθεισαν : λαμβανετω και μεντοι και του καλουμενου πυρεθρου τας ῥιζας ,
9999947 ἀποδιδωμι
ἀποδειξασθαι : Ἀνθ ' ὡν , ἐφη , ταυτην αὐτῳ ἀποδιδωμι τιμην και χαριν : ἀφιημι των ἐκτισματων ἐπι τῃ
, κυριε : και εἰ τινος τι ἐσυκοφαντησα , τετραπλουν ἀποδιδωμι . ἐφ ' οὑ και ὁ σωτηρ εἰπεν :
9999947 τρισχιλια
ἀποδημου αὐτου ὀντος ἐθεασατο αὐτον ἐν ὑπνοις ἐλθοντα και λεγοντα τρισχιλια ὀκτακοσια νομισματα ἠνεγκα . και ἀναθεμενος τινι των ἐπιστημονων
ὑπο Δαναου . οὑτος ἐποιησεν ᾀσματα και γριφους εἰς ἐπη τρισχιλια . Και το ἐπιγραμμα τινες το ἐπι Μιδᾳ τουτον
9999947 ἀποδεδωκε
' ἡς αὐτους ἐτρεψατο ἀν . ὁ μεντοι Ἀπολλωνιος αἰτιαν ἀποδεδωκε , δι ' ἡς ὁ Ἡφαιστος κατεσκευασε τῳ Αἰητῃ
. , = . , : γελοιως ὁ Ἀπιων ἱπποκορυστας ἀποδεδωκε τους κορυθας ἐχοντας ἱππειαις θριξι κεκοσμημενας . εἰ γαρ
9999947 πωποτε
Ὀλυνθον , ἁς οὑτως ἠφανισθαι φησιν ὡστε μηδ ' εἰ πωποτε ᾠκισθησαν γνωναι ἀν τινα ἐπελθοντα . ἀλλ ' ὁμως
μεγαλοψυχιας σημειον εἰσιν . ἡγουμαι δ ' εἰ και μηδεν πωποτε ἀναλωσεν εἰς ὑμας , ἐκ γε των ἀλλων ὡν
9999947 καθαρτικα
τους τοπους ἐγκαθισμασιν . Ἐπειδη δε οὐ μονον τα τοιαυτα καθαρτικα της ὑστερας προς συλληψιν ἐνεργει , ἀλλα και ἀλλας
νοϲημαϲιν ἐν τῳ η λογῳ κεφαλαιῳ ξγ . Ἐρρινα κεφαληϲ καθαρτικα . χρειαϲ δε καλουϲηϲ και δια ῥινων καθαιρειν χρη
9999946 ἐμηχανησατο
οὐ προσηνεγκεν ἑτεραν πειραν ἰσχυροτεραν . βασιλευς δε ὁ μεγας ἐμηχανησατο και ἐξευρεν ὁτῳ ἀν μονῳ ἐγω ὑπεικαθοιμι και ὑποσχοιμι
? διεταξατο , της των ? τῃδε ἑνεκα ? εὐκοσμιας ἐμηχανησατο θειαν τινα μεθοδον , την πολιτικην φημι γνωσιν ,
9999946 ἀπηλθες
Διος : οὐκ ἀκρωτηριαζομενην την Βοιωτιαν ἐστεναξας , ἀλλ ' ἀπηλθες μετα του στεφανου προς τον ἀπανθρωπον : εἰτα προσθες
λεγομενα που ἀπηλθες ; ἀπηλθες που : πως ἀπηλθες ; ἀπηλθες πως . παρειπετο οὐν και τῳ η ταὐτον .
9999946 ἱκανως
πευσεσθε μεν , οὐ μην ἐνταυθα , δειλη τε γαρ ἱκανως ἠδη και βαδιζειν ὡρα ἐς ἀστυ , ἡδιους δ
τε και αἱ των πληγων εὐλαβειαι διεμελετωντο εἰς το δυνατον ἱκανως , εἰ τε τις ἡμιν συγγυμναστων συνεβαινεν ἀπορια πλειων
9999946 φυλαττοιτο
ἀριθμον ἑν εἰη , οὐκετ ' ἀν ἡ κινησις μια φυλαττοιτο , οἱον εἰ Κορισκος ἁμα βαδιζοι και λευκαινοιτο :
το Ἀθηναιων ὡς ἐν Ὑμηττῳ χρυσου ψηγμα πολυ φανειη και φυλαττοιτο ὑπο των μαχιμων μυρμηκων . οἱ δ ' ἀναλαβοντες
9999946 πικροι
ὀκνῳ εἰκοντεϲ , ἀθυμοι : βρωμωδεεϲ δε την ὀϲμην , πικροι δε την γευϲιν : την ἀναπνοην οὐκ εὐκολοι :
φυλλα συν κηρωτῃ . ῥησσει δε φυματα προπολις , θερμοι πικροι μετ ' ὀξους καταπλασθεντες , σικυου ἀγριου ἡ ῥιζα
9999946 συνδρομη
μετα τουτο τραχηλος , το δε ἑπομενον αὐχην , ἡ συνδρομη δε τουτων καυλος , τα δε ἑκατερωθεν μετα την
τουτο τραχηλος , το δ ' ἑπομενον αὐχην , ἡ συνδρομη δε τουτων καυλος , τα δ ' ἑκατερωθεν μετα
9999946 κτημα
δ ' ἐλαβον ] τε αὐτον και ἐκτησαμην ὡς ἰδιον κτημα . ἐπιστευσα δ ' αὐτον ἐμον ὑπαρχοντα τε και
ἐμῃ ψυχῃ πλουτου . και μην και το ἁβροτατον γε κτημα , την σχολην ἀει ὁρατε μοι παρουσαν , ὡστε
9999946 Καρχηδονιος
δεξασθαι , και παρηλθεν εἰσω των στρατηγων ἀγνοουντων . Ἀμιλκας Καρχηδονιος , ἀριστος των ἐν Λιβυῃ στρατηγων , πολλους πολεμους
λοιπῃ χρειᾳ ἀναπαυσας ἑως Μεσσηνης διεσωσε . Καρθαλων μεν ὁ Καρχηδονιος μετα την ναυαγιαν των Ῥωμαιων πολιορκησας Ἀκραγαντα ταυτην εἱλε
9999946 δημιουργοι
οἱ θεωροι και οἱ πολεμαρχοι : ἐν δε Ἠλιδι οἱ δημιουργοι και οἱ τα τελη ἐχοντες και οἱ ἑξακοσιοι ,
δ ' αὐλητριδες ἐχουσι μισθον και μαγειροι δωδεκα , και δημιουργοι μελιτος αἰτουσαι σκαφας . το δειπνον ἐστι μαζα κεχαρακωμενη
9999946 κολλυρια
και ἐτι βαθυτερων ὀντων βραχυ , προϲαγειν τα ἀπουλουν δυναμενα κολλυρια , οἱον ἐϲτι το του Κλεωνοϲ . και περι
ὀδυνηϲ ϲφοδραϲ μη παρουϲηϲ , ἀποκρουϲτικα παραληπτεον ἐπ ' αὐτων κολλυρια , πραϋνοντα το ϲφοδρον αὐτων τηϲ δηξεωϲ τῃ μιξει
9999946 πειρασθε
μη κωλυει νομος . ὁπως δε ὡς κρατιστα κλεπτητε και πειρασθε λανθανειν , νομιμον ἀρα ὑμιν ἐστιν , ἐαν ληφθητε
ῥαβδων δεσμην ἐνεγκειν . ἡκε τις φερων ταυτην . “ πειρασθε δη μοι , τεκνα , συν βιῃ πασῃ ῥαβδους
9999946 ἀπαλλαγην
βηξ μονος εἰχε ῥᾳστωνην , ἀλλ ' οὐδε οὑτος τελειαν ἀπαλλαγην . εἰ δε ποτε ἐδοξε την ὑλην πασαν εἰς
' ἀσυμφωνιαν ἐλαττουμενοι . διο και Πυθαγοραν φασι την ἐντευθεν ἀπαλλαγην ποιουμενον μονοχορδιζειν τοις ἑταιροις παραινεσαι δηλουντα ὡς την ἀκροτητα
9999946 κτεινῃ
μη ποιειν ἐξεστιν οὐδε λεγουσιν . Ἐαν δε τις πατερα κτεινῃ , ὑποβλητον αὐτον οἰονται . Ἐαν δε τινα προσταξῃ
πατριδος ἀναγκαζετω κατα νομον . ἐαν δε ξενος ἀκων ξενον κτεινῃ των ἐν τῃ πολει , ἐπεξιτω μεν ὁ βουλομενος
9999946 Εὐρυσθεως
Ἡραν τουτοις ἐπαγων , ὡς αὐτην ταυτα Ἡρακλει δι ' Εὐρυσθεως ἐπαγγελλουσαν , το οὐ πιστον του λογου ἀποκρυπτειν ἐθελοι
δε και οἱ ἀλλοι Ἡρακλειδαι και οἱ συν αὐτοις ἀποθανοντος Εὐρυσθεως κατοικιζονται παλιν ἐν Θηβαις . ἐν δε τουτῳ και
9999946 ἐξηρκεσεν
] και Λυδους δραμα και Ψηνας και Βατραχους . οὐκ ἐξηρκεσεν ] ἀντι του οὐδεν ὠφελησεν . Γ ἐπι γηρως
ἀλλοτριαν ᾐτημενην , πολλου ἀξιαν . και ταυτα ἐχουσιν οὐκ ἐξηρκεσεν αὐτοις : ἀλλ ' ἐπεισελθοντες εἰς το χωριον πρωτον
9999946 πιθανωτατα
δοκει , πολλων ἀμφιλογα εἰποντων ἑπομενῳ μαλιστα Ῥωμαιων τοις τα πιθανωτατα γραφουσι περι των ἐξ Ἰταλιας ἀνδρων , οἱς δη
κρημνους ἐρειδων ] ὑπερογκα ἐγκληματα και διαβολας λεγων χαλεπωτατας . πιθανωτατα : ἐγγυς πιστεως και ἀληθειας ἐχομενα πλαττει , ἐπιφερων
9999945 εὐπορια
και ὑψοπρῳρα δια τας ἀμπωτεις , δρυϊνης ὑλης ἡς ἐστιν εὐπορια : διοπερ οὐ συναγουσι τας ἁρμονιας των σανιδων ,
το δε εὐτυχια , το δε εὐδοξια , το δε εὐπορια . Αἱ τεχναι εἰς τρια διαιρουνται : ἡ μεν
9999945 δρομευς
τ ' εἰη φερειν . και παλιν ὁ μεν ποδωκης δρομευς ῥᾳδιως παρεπεσθαι τοις βραδυτεροις δυναιτ ' ἀν : ὁ
: κωλον οὐν ἐκπλεθρον μεγα πηδημα ὡς ὑπερβαινειν πλεθρον : δρομευς ἱππος : ὁ στεφανος θαυμαστην ῥυσιν του φθαρτικου πυρος
9999944 ἐκαθισεν
ψυχης πολυ τους ἡμιθεους ἐνικα και ὁς Περσας μεν κλαοντας ἐκαθισεν , ἡμας δε εἰς ὑψος ἠρεν ; οὐκ οἰσθ
ἐφικεσθαι και γελωτα ὀφλισκανουσι . κολοιος λιμωττων ἐπι τινος συκης ἐκαθισεν . εὑρων δε τους ὀλυνθους μηδεπω πεπειρους προσεμενεν ,

Back