προπεπονημένα καὶ μεταρρίψαι τὴν δοκοῦσαν εὐημερίαν , οὐθένα καιρὸν ἔχουσα τακτόν . Τοὺς ἀλλοτρίους , ὡς ἔλεγε Θ . ,
, κρέα μόσχεια καὶ χηνῶν μόνον προσφερομένους , οἴνου δὲ τακτόν τι μέτρον πίνοντας , μὴ δυνάμενον πλησμονὴν ἄκαιρον ἢ
6291397 δραχμας
καὶ κατουλοῦσα , ἥτις καὶ ἔχει οὕτως : Στέατος ὑείου δραχμὰς μη , ἀσφάλτου καὶ νίτρου ἀνὰ δραχμὰς κε ,
. ἐὰν δὲ μὴ ἐπαναγκάσῃ ὁ ἄρχων , ὀφειλέτω χιλίας δραχμὰς ἱερὰς τῇ Ἥρᾳ . ἀπογραφέτω δὲ τὸν μὴ ποιοῦντα
6272252 μνας
παρ ' ἑκάστου τῶν κεκτημένων . οὗτος πρῶτος μισθὸν εἰσεπράξατο μνᾶς ἑκατόν : καὶ πρῶτος μέρη χρόνου διώρισε καὶ καιροῦ
εἰς τὴν τριηραρχίαν . οὗτος δὲ ἐπέδειξε δυοῖν δεούσας πεντήκοντα μνᾶς ἀνηλωκέναι : ὥστε τούτοις λελογίσθαι , ὅσον περ ὅλον
6162005 μεδιμνους
τὸν οἶνον δωδεκάδραχμον πλουτεῖς εἰκότως , ἐπειδὰν ποιῇς σίτου μὲν μεδίμνους πλέον ἢ χιλίους , οἴνου δὲ μετρήτας ὑπὲρ ὀκτακοσίους
ἀργύριον μηδὲ ἀριθμῷ ἄγειν αὐτόν , ἀλλὰ μεδίμνῳ ἀπομεμετρημένον πολλοὺς μεδίμνους . εἶχε δὲ καὶ αὐτὸς Παρμένων δακτύλιον ἐν τῷ
6010528 ταλαντον
σκοπεῖτε δὲ μὴ τοῦτο , εἰ μνᾶς ἑκατὸν καὶ πάλιν τάλαντον ἔδωκεν , ἀλλὰ τὴν προθυμίαν καὶ τὸ αὐτὸν ἐπαγγειλάμενον
λαμβανόμενα εἰς σύγκρισιν , οἷον ὅταν σκεπτώμεθα τίνα λόγον ἔχει τάλαντον πρὸς μνᾶν , ὁμογενεῖς ὅρους φαμὲν τὸ τάλαντον καὶ
5949771 ἀργυριου
πολιτικῶν πραγμάτων καὶ ὁμονοίας , τὸ βʹ περὶ χρυσίου καὶ ἀργυρίου καὶ τῶν ὁμοίων κινητῶν , τὸ γʹ περὶ ἀποβολῆς
, ταῦτ ' ἦν . τάλαντον μὲν ἑκάστῳ Βαβυλώνιον ἐπισήμου ἀργυρίου , ταλαντιαῖαι δὲ φιάλαι δύο ἀργυραῖ . δύναται δὲ
5896522 πεντακοσιας
τὰς τιμὰς τῶν ἐν ἀγῶσιν ἀθλητῶν , Ὀλυμπιονίκῃ μὲν τάξας πεντακοσίας δραχμάς , Ἰσθμιονίκῃ δὲ ἑκατόν , καὶ ἀνὰ λόγον
εἴρηται , ἐὰν δέ τις εἴπῃ ἀποβεβληκέναι τὴν ἀσπίδα , πεντακοσίας δραχμὰς ὀφείλειν κελεύει . οὐκ οὖν δεινόν , εἰ
5858576 μνων
ὁ πατήρ , ἀφανίζουσι δ ' οὗτοι , τετταράκοντα μὲν μνῶν ὑποκειμένους , εἴκοσι δ ' ὄντας τὸν ἀριθμόν ,
εἴη δύο μὲν τάλαντα ἀργυρίου διδόναι οἱ ἀντὶ τῶν ἑκατὸν μνῶν τῶν ἐκ τοῦ δημοσίου , ἐὰν δὲ κατάσχωμεν ἡμεῖς
5809922 δραχμων
σύ , ἔφησεν , ἐκείνῳ προσέχεις , ὃς οὐδὲ πεντήκοντα δραχμῶν ἱμάτιον ἔχει ; Σχολαστικὸς ἵππον ἐπίπρασκεν . ἐλθόντος δέ
νομίζοντες ἐν τῷ ἑκατόμβοι ' ἐννεαβοίων , ὡς πρὸς ἀριθμὸν δραχμῶν τὴν ἀξίαν τῶν ὅπλων ἀντιτιμώμενον , ὑπό τι εὔηθες
5785703 χρυσιου
εἰπεῖν τῷ λαμβάνοντι κελεύει σε βασιλεὺς ἐκ μὲν τούτου τοῦ χρυσίου εὐφραίνειν τὴν σεαυτοῦ ψυχήν , ἐπεὶ καὶ σὺ τὴν
ἀμείνων ἢ θρασὺς στρατηλάτης . Σεβαστὸς τοῖς ἀνδραγαθοῦσιν ἀργυρίου καὶ χρυσίου μεγάλας ἐδίδου δωρεάς . Σεβαστὸς τοὺς ἄνευ λυσιτελείας ῥιψοκινδύνους
5732806 πριασθαι
πόλιν εἰσαφίκηαι , καρῖδ ' εὐμεγέθη λήψει , σπανίαν δὲ πρίασθαι : ἐν δὲ Μακηδονίῃ τε καὶ Ἀμβρακίῃ μάλα πολλαί
ἡδέως προσορμίσαιτο . τὸ μέντοι τὰ τέλη παραλαβεῖν εἴποις ἂν πρίασθαι καὶ μισθώσασθαι , καὶ τοὺς ἄρχοντας ἐκδιδόναι τὰ τέλη
5648070 τριακοσιας
ποτε , ὃς ἀντὶ δισχιλίων ἑξακοσίων δραχμῶν τριάκοντα μνᾶς καὶ τριακοσίας καὶ ἑξήκοντα ἀποτίνειν προείλετ ' ἄν , καὶ τόκον
ὀκτακόσια ἑξήκοντα τρία : ἐν οἷς ἡλίου μὲν ἐκλείψεις γενέσθαι τριακοσίας ἑβδομήκοντα τρεῖς , σελήνης δὲ ὀκτακοσίας τριάκοντα δύο .
5626226 τριωβολον
βοηθεῖν ἀφηγοῦνται : πίνεται δὲ καὶ λαγωοῦ τῆς πιτύας ὅσον τριώβολον ἐν οἴνῳ , καὶ πράσου χύλισμα ὅσον ἡμικοτύλιον ἐν
τοὺς Πελοποννησίους . πεντώβολον ἡλιάσασθαι ] δικάσαι λαμβάνοντα πεντώβολον ἢ τριώβολον . ἢν ἀναμείνῃ ] ἐὰν ὑπομείνῃ καὶ πολεμῶν μὴ
5601373 ταλαντων
αὐτὰ τὰ ἐν Σούσοις καὶ τὰ ἐν Περσίδι τέτταρας μυριάδας ταλάντων ἐξετασθῆναι : τινὲς δὲ καὶ πέντε λέγουσιν : ἄλλοι
Καίσαρος ἐνδόντος αὑτὸν ἀκροατὴν , τὸ δάνειον εἰπὼν τῶν πεντακοσίων ταλάντων καὶ τὴν συγγραφὴν , ἐν ᾗ καὶ τοῦτο ἦν
5584583 δραχμης
τοῖς ἐπὶ πλήθει χυμῶν ταὐτὸν πάσχουσι δι ' ὀξυκράτου ὅσον δραχμῆς , καὶ ἔξωθεν δὲ τῷ στομάχῳ ἐπιτιθέμενον ἐπ '
δογμάτων . ἀλγῶ δὲ καὶ τῆς οὐχ ὁρωμένης ἐρῶ . δραχμῆς μὲν αὐλεῖ , τεττάρων δὲ παύεται . λόγοισιν Ἑρμόδωρος
5579414 χιλιας
. καίτοι γε ὁ Θεόφραστος τοὺς μὲν ἄλλας γραφὰς γραψαμένους χιλίας τ ' ὀφλισκάνειν , εἰ τὸ πέμπτον τῶν ψήφων
φιλοσόφου δὲ ζητήματος παράδειγμα τόδε : ζωγράφῳ τις ὑπέσχετο δώσειν χιλίας δραχμὰς , εἰ τὸ κάλλιστον γράψας εἴη : ὁ
5556239 ταλαντ
? δ ' αὐτὸϲ οἶϲθα . νυνὶ μὲν ? [ τάλαντ ] ? ' ἐπιδίδωϲ ? ? [ ] ?
ὃς ἦν ἐλάχιστος , ηὗρον τὸ σύμπαν πλέον ἢ τριάκοντα τάλαντ ' αὐτοὺς ἀποστεροῦντας : διὸ τούτῳ τῶν δέκα ταλάντων
5553611 ταλαντα
φασὶν , ἦν , παρὰ Διονυσίου λαβὼν ὑπὲρ τὰ ὀγδοήκοντα τάλαντα , ὡς καὶ Ὀνήτωρ φησὶν ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ :
ὅσον ὡμολόγητο εἶχεν , ὦ ἄνδρες δικασταί , ἀλλὰ τρία τάλαντα ἀργυρίου καὶ τετρακοσίους κυζικηνοὺς καὶ ἑκατὸν δαρεικοὺς καὶ φιάλας
5519901 ἐνιαυσιον
πλὴν τῶν ἀρχὰς ἐχόντων . Οἱ μὲν οὖν Ῥόδιοι πολιορκηθέντες ἐνιαύσιον χρόνον τούτῳ τῷ τρόπῳ κατελύσαντο τὸν πόλεμον . τοὺς
ἐπὶ δὲ τὰς τοῦ α Αἰγυπτιακοῦ ἔτους ἡμέρας τξε ἕξομεν ἐνιαύσιον μέσον κίνημα μοιρῶν τνθ με κδ με κα η
5517561 λιτρας
, ἀφρονίτρου λευκοῦ , ἀνὰ λίτραν μίαν , ἐλαίου παλαιοῦ λίτρας β , ὕδατος πηλοποιοῦ ξέστην ἕνα , μίσυος ὠμοῦ
πίσσης λίτραν αʹ . κηροῦ λίτραν αʹ . ἀξουγγίου παλαιοῦ λίτρας βʹ . τὰ τηκτὰ τήξας κατάχεε , τῶν ἄλλων
5492353 ὀβολους
μίξας ἀναλάμβανε καὶ χρῶ πρὸ τῆς ἐπισημασίας ἐν ὀξυμέλιτι διδοὺς ὀβολοὺς β μόνους . Καρκίνων ποταμίων ἡ τέφρα θαυμασίως ἐπὶ
τέχνης ἐννέα ἢ δέκα , ὧν ἕκαστος τούτῳ δύ ' ὀβολοὺς ἀποφορὰν ἔφερε τῆς ἡμέρας , ὁ δ ' ἡγεμὼν
5453393 πεντακισχιλιας
. Δίων δὲ τοῖς μὲν ἀνόπλοις τῶν Συρακοσίων διέδωκε τὰς πεντακισχιλίας πανοπλίας , τοὺς δὲ ἄλλους ἐκ τῶν δυνατῶν τοῖς
πείθει τὸν ἄνθρωπον ἀποδόσθαι οἱ δισμυρίων αὐτὸν εὕρημα ποιησάμενον τὰς πεντακισχιλίας . ὁ μὲν δὴ τοῦ θησαυροῦ ἐρῶν οὔπω ξυνίει
5444920 τετρακοσιας
ὄντα καὶ δύσπορον τότε μάλιστα αὐτῷ γενόμενον ὑπὸ ὄμβρων , τετρακοσίας τοῦ Μιθριδάτου κώμας ἐπέτρεχεν , οὐκ ἀπαντῶντος ἐς οὐδὲν
τοιάδε δίδωμι : ξεῖνόν τέ σε ποιεῦμαι ἐμὸν καὶ τὰς τετρακοσίας μυριάδας τοι τῶν στατήρων ἀποπλήσω παρ ' ἐμεωυτοῦ δοὺς
5438754 τρισχιλια
γενητὸν φήσαντες εἶπον ὡς ἤδη μυριάδας ἐτῶν πεντεκαίδεκα ἐληλυθέναι καὶ τρισχίλια ἑβδομήκοντα πέντε ἔτη . ταῦτα μὲν οὖν Ἀπολλώνιος ὁ
εἰς ἑξακισμύρια ἐννακισχίλια τριακόσια ιβ τρισκαιδεκακισμυριοστοτριακοσιοστοεικοστόπρωτα , λοιπὰ δύο μυριάδες τρισχίλια ἑκατὸν τέσσαρα ἅτινά εἰσι τετράγωνα ἀπὸ πλευρᾶς ἑκατὸν πεντήκοντα
5425451 κυαθους
, οὐχ ὡσαύτως δὲ πινόμενον , ἀλλὰ δεῖ ποιῆσαι τρεῖς κυάθους , τὸν μὲν ἕνα μέλιτος , τὸν δ '
κυάθῳ : τουτέστι τρίτον τῷ κυάθῳ ἀντλούμενον , οἷον τρεῖς κυάθους . * ἀφύξιμον : ἀπνευστί πότιμον εὐσταθέος δέ ,
5398989 κοτυλας
. . . Ψ : . . . καθόλου δὲ κοτύλας ἐκάλουν πάντα τὰ κοῖλα : καὶ Αἰσχύλος ἐν Ἠδωνοῖς
ἐλαίου ἀνὰ οὐγγίας δ , καὶ τοῦ χυλοῦ τῆς ἀνεμώνης κοτύλας ἀττικὰς δύο καὶ ἡμίσειαν . Τὴν κολοφωνίαν ἅμα τῷ
5374285 λαμβανετω
τρανότερα εἶναι τῆς νῦν προκειμένης πραγματείας , παρ ' ἐκείνου λαμβανέτω . τρανότερα δ ' ἐστὶ καὶ τὰ περὶ τῶν
οὐγ . ʹʹ βδελλίου . . . οὐγ . ʹʹ λαμβανέτω τούτων πρὸς τὴν δύναμιν ὁ κάμνων γρ . γʹ
5328739 χοινικας
, ἐπιπάσσων τε ἁλῶν τετριμμένων χοίνικα μίαν εἰς τὰς θʹ χοίνικας , [ καὶ ] κίνει ταῖς χερσὶ πράως ,
, παρεκλάπην , ἐζημιώθην . . διχοινίκῳ ] κατὰ δύο χοίνικας , διὰ διχοινίκου , ἐν , εἰκοστοτετάρτῳ μεδίμνου ,
5319964 μναι
. ἓξ τάλαντα περιόντα τῶν ἑπτὰ ταλάντων , καὶ εἴκοσι μναῖ τῶν τετταράκοντα μνῶν . οὐ γὰρ ἂν δύναιτο ἀποδεῖξαι
προτελέσωσιν εἰς τὴν ἀφορμήν : ᾧ μὲν γὰρ ἂν δέκα μναῖ εἰσφορὰ γένηται , ὥσπερ ναυτικόν , σχεδὸν ἐπίπεμπτον αὐτῷ
5207510 πεντεκαιδεκα
ἵνα δὲ στενότατός τε καὶ διὰ στενότητα βαθύτατος ἐς τοὺς πεντεκαίδεκα ξυνάγεσθαι : καὶ ταῦτα πολλαχῇ εἶναι τοῦ Ἰνδοῦ .
αὐτὸν ἀνελόντα βουλευτὰς μὲν ἐνενήκοντα , ὑπάτους δ ' ἐς πεντεκαίδεκα , ἀπὸ δὲ τῶν καλουμένων ἱππέων δισχιλίους καὶ ἑξακοσίους
5199203 ὠνησασθαι
: τοῦ δ ' εἰπόντος , “ τοσούτου δύναμαι ἀνδράποδον ὠνήσασθαι , ” “ πρίω , ” ἔφη , “
, τὸν γοῦν αἰσχρὸν τοῦτον οὐδεὶς νόμος ἐμποδὼν ἵσταται μὴ ὠνήσασθαι : τὴν αὐτὴν γὰρ καὶ οὗτος λειτουργίαν εἰσοίσει :
5196693 μναν
τοῖς δεομένοις , ᾧ μὲν πέντε δραχμάς , ᾧ δὲ μνᾶν , ᾧ δὲ ἡμιτάλαντον : εἰ δέ τις φιλόσοφος
ὁ δὲ Ῥουτίλιος παρὰ τῶν ἁλιευόντων αὑτοῦ δούλων τριωβόλου τὴν μνᾶν τοῦ ὄψου καὶ μάλιστα τοῦ θυριανοῦ καλουμένου : μέρος
5183449 ἀποδοσθαι
πόλει , διὰ τὴν αἰσχροκέρδειαν τὴν ἑαυτοῦ καὶ τὸ χρημάτων ἀποδόσθαι τἀληθῆ μεταβεβλημένον αὐτὸν εἰδῆτε . Βούλομαι δ ' ,
μαθεῖν τι πλέον καὶ ὡς βούλοιντο οἱ τὸν ἀδελφὸν κατασχόντες ἀποδόσθαι τιμῆς χρυσίου χιλιάδων συχνῶν ἠκηκόει : τούτων ἐκεῖνος ἀκούσας
5177949 μυριαδας
. : Τὸν πολυετῆ , τὸν μυριάριθμον : τρεῖς γὰρ μυριάδας φασὶ δεδέσθαι αὐτόν . . : Τρεῖς γὰρ μυριάδας
δυσὶ ναυμαχίαις καὶ πεζομαχίᾳ μιᾷ καταγωνισάμενοι τὸν βάρβαρον τριακοσίας ἄγοντα μυριάδας αὐτοὶ σὺν τοῖς συμμάχοις οὐ πλείους ὄντες ἕνδεκα μυριάδων
5154655 ἀρταβας
τῶν καθαρῶν πεντακοσίας ἀρτάβας : κριθαμίνων δὲ καθαρῶν ἀλεύρων χιλίας ἀρτάβας : καὶ τῶν δευτέρων χιλίας ἀρτάβας . σεμιδάλεως πεντακοσίας
: τοῦτο δέ ἐστι κεραμεοῦν ἄγγος , ἐπιδεχόμενον ὡς εἴκοσιν ἀρτάβας : ἐν ᾧ πολλὰ μὲν τῶν ἀγριμαίων ἔγκειται πεπονημένα
5126843 Δαρεικους
πρῶτον ἐκώλυσεν αὐτὸν εἰσδεχθῆναι : ἐπειδὴ δ ' εἰσέπλευσε λαβὼν Δαρεικοὺς χιλίους μετετάξατο , βουλομένων τ ' Ἀθηναίων Ἀντιπάτρωι παραδοῦναι
τὰ ἐφεξῆς , ὡς τελευταῖον εἶναι τῷ τελευταίῳ ἀνελθόντι τριακοσίους Δαρεικοὺς τὸ γέρας . καὶ τοῦτο τὸ κήρυγμα παρώξυνεν ἔτι
5121630 ἀναλισκειν
τὰ λοιπὰ διαμέλλειν ἐγνώκει δεῖν οὐδ ' εἰκῇ τὸν καιρὸν ἀναλίσκειν , ἀλλὰ τὸ μὲν ἥμισυ τῆς στρατιᾶς σὺν Μαχουμούτει
τὸν νομοθέτην εἶναι , τὸ θῆλυ μὲν ἀφιέντα τρυφᾶν καὶ ἀναλίσκειν διαίταις ἀτάκτως χρώμενον , τοῦ δὲ ἄρρενος ἐπιμεληθέντα ,
5119435 ἑκατον
ἄρχοντος , τετάρτῳ δὲ ἔτει τῆς πρώτης ὀλυμπιάδος ἐπὶ ταῖς ἑκατόν , ἣν Δάμων Θούριος ἐνίκα τὸ πρῶτον . Ἑλικαέων
τῆς Ἴδης ἔστιν , ἀπέχουσα Κυζίκου μὲν σταδίους ἐνενήκοντα καὶ ἑκατόν , τῆς δ ' ἐγγυτάτω θαλάττης καθ ' ἣν
5115257 λιτρων
πράξει δεῖσθαι χρημάτων , οὐ πολλῶν δέ , ἀλλὰ πεντήκοντα λιτρῶν χρυσίου δοθησομένων τῷ ὑπ ' αὐτὸν τελοῦντι πλήθει ,
πράγματος . , ἕνεκεν τίνος πράγματος χάριν . μνῶν ] λιτρῶν . . τῶν . . . ] ἕνεκα .
5109070 διακοσια
δὲ δευτέρᾳ προεκομίσθη νομισμάτων τάλαντα χίλια , ἀργύρου τάλαντα δισχίλια διακόσια , ἐκπωμάτων πλῆθος , ἀγαλμάτων καὶ ἀνδριάντων ποικίλων ἅμαξαι
, πεζοὶ δὲ ἐς ἑκατὸν μυριάδας , καὶ ἅρματα δρεπανηφόρα διακόσια , ἐλέφαντες δὲ οὐ πολλοί , ἀλλὰ ἐς πεντεκαίδεκα
5099315 μεριδας
πορείας ἢ τοῦ πλοῦ τὰ στάδια καὶ μερίσαντες εἰς ἓξ μερίδας , ὡς ἑκάστῳ τῶν ζῳδίων ἀπὸ τοῦ ἀνατέλλοντος μέχρι
τῆς θαλάσσης οἱ τῶν νηῶν ἀρχηγοὶ διελεῖν πάλιν εἰς ἄλλας μερίδας τό τε πλῆθος τῶν αἰχμαλώτων καὶ τὴν πολλὴν τῶν
5078172 τετταρακοντα
] , νέος κατὰ πρεσβύτην Ἀναξαγόραν , ἔτεσιν αὐτοῦ νεώτερος τετταράκοντα . συντετάχθαι δέ φησι τὸν Μικρὸν διάκοσμον ἔτεσιν ὕστερον
ὅσα τελευτῶν ὡμολόγησεν ἔχειν αὐτὸς χρήματα , ἑπτὰ τάλαντα καὶ τετταράκοντα μνᾶς , ἐκ τούτων αὐτῷ λογιοῦμαι , πρόσοδον μὲν
5031026 δραχμην
ᾖ , τῆς δάφνης ὅσον πόσιν , τῆς ἐδώδεος ὅσον δραχμήν . Ἕτερον : σκαμμωνίης ὅσον πόσιν τρίψας , διεῖναι
αὐτοῦ ἐν γραμματείῳ τὸ ἔγκλημα καὶ τὸ τίμημα καὶ παραθέντος δραχμήν : ἐλάμβανον δὲ καὶ ἑτέραν ὑπὲρ τῆς ἀντωμοσίας .
5007871 τετρακισχιλιας
' ἐπιμελῶς ὠνεῖσθαι παρ ' αὐτῶν διδόντα τοῦ ἑνὸς δραχμὰς τετρακισχιλίας . ὅτι Χαμαιλέων παρατίθεται ἐν τῷ περὶ Αἰσχύλου ταῦτα
φησὶν καὶ Φειδόλεῳ Ῥαμνουσίοις κοινῇ τάλαντον ἐνοφείλειν καὶ Αἰαντίδῃ Φλυεῖ τετρακισχιλίας καὶ Ἀριστομένει Ἀναγυρασίῳ τέτταρας καὶ δέκα μνᾶς . διὰ
5007062 δραχμαι
ποι τούτων ἕνεκα ἀπέστειλα , αἱ πεντακόσιαι μάλιστά πως συνέβαινον δραχμαί . οἷον δ ' αὖ καὶ τὸ πρόσθεν τούτων
ἐὰν δὲ μᾶλλον μαίνεσθαι καὶ φαντασίας τινὰς φαίνεσθαι , δύο δραχμαί : ἐὰν δ ' ὥστε μὴ παύεσθαι μαινόμενον τρεῖς
5002589 ἀργυριον
, ἀπαλλασσομένους δὲ [ ἀποδιδόναι ] τὴν σφραγίδα καὶ τὸ ἀργύριον λαμβάνειν . ἐπίστευσαν οἱ ἔμποροι καὶ τὴν ἀγορὰν τοῖς
τῇ ἀδίκῳ ἐπιμένοντος γνώμῃ . εἶναι δὲ καὶ τούτοις τεταγμένον ἀργύριον παρὰ τῶν τὰς δίκας ἀγωνιζομένων , ὡς παρὰ τῶν
5001039 ἐξιδρωσῃ
ἢν μὲν ἑβδομαῖον ὄντα ῥῖγος λάβῃ καὶ πυρετὸς ἰσχυρὸς καὶ ἐξιδρώσῃ : ἢν δὲ μὴ , ἀποθνήσκει ἑβδομαῖος ἢ ἐνναταῖος
καὶ κατακλίνας ἐπιβαλέειν ἱμάτια πολλὰ ἕως ἱδρώσῃ : ἐπὴν δὲ ἐξιδρώσῃ , ἢν διψῇ , δοῦναι πιεῖν ἄλφιτον καὶ ὕδωρ
4995042 χρυσιον
δὴ πάλιν ἀπ ' αὐτοῦ δεήσεις καὶ λιτανείας καὶ πολὺ χρυσίον . μὴ δὴ καταδιαιτήσῃς ἡμῶν , ὦ φιλτάτη ,
ὁμώνυμον τῇ μητροπόλει τῆς Ἀφρικῆς , αἴρει δὲ καὶ τὸ χρυσίον ἅπαν καὶ τὸν ἄργυρον καὶ τὴν λοιπὴν τοῦ πολέμου
4992893 στατηρας
μέντοι νιγλαρεύων κρούματα ἐνταῦθα τοίνυν ἦν ἐκείνοισιν πιθών . ἔχων στατῆρας χρυσίου τρισχιλίους . ἐγὼ δὲ συμψήσασα τἀργυρίδιον λέγ '
διδάξει γράμματα . ἐν τούτοις τοίνυν ἕνδεκα μὲν καὶ διακοσίους στατῆρας ἐγκέκληται λαβεῖν οὐχ ἁρπάσας οὐδὲ βιασάμενος , ἀλλά τινος
4966819 αἰτησαι
ὀμόσαι ὅτι οὐκ ἔστι τοιοῦτος , μήτε θέλειν ὅρκον ἡμᾶς αἰτῆσαι , εἰ δικαίως αὐτὸν κολάζομεν . κλύειν ] θέλεις
τῶν πάντα δεχομένων . Ἀλήτην γάρ φασί τινα βουκόλῳ συναντήσαντα αἰτῆσαι τροφὴν , ἄραντα δ ' ἐκεῖνον βῶλον δοῦναι αὐτῷ
4954625 ταλαντου
δεῖ καταφιλῆσαι καὶ θωπεῦσαι δι ' ἐπαίνου . ἄπαγε , ταλάντου ἐστίν : οὐ λυσιτελεῖ μοι οὐδὲ τῇ πόλει οὐδὲ
, ἵνα ἐν ἄξονι ἐμβάλλωνται χαλκῷ σταθμὸν ἔχοντα ἕκαστον αὐτῶν ταλάντου . Καὶ εἰς ταῦτα ἄξων ἐναρμόζεται σιδηροῦς ταλάντων δ
4953515 τριακοσια
ἀξιώσας μέγαν . ξυνεβάλοντο δὲ οἱ ἐπιχώριοι πεντήκοντα εἶναι καὶ τριακόσια ἔτη μετὰ τὴν μάχην οὔπω λέγοντες καὶ ὁπόσα γεγονὼς
μὲν ἵπποι βασιλικαὶ πλείους τῶν τρισμυρίων , ὀχεῖα δὲ τούτων τριακόσια : ἐνταῦθα δὲ καὶ πωλοδάμναι καὶ ὁπλομάχοι καὶ ὅσοι
4948316 ἐμβαλλειν
τῆς ἐμβολῆς : χαλεπώτερα μέντοι ἀεὶ τὰ μέγιστα τῶν ἄρθρων ἐμβάλλειν . Ἐκπίπτει δὲ κατὰ τέσσαρας τρόπους , ἢ ἄνω
λινοζώϲτει δὲ ξυνεψείϲθω καὶ ὄξοϲ παραχεέϲθω καὶ τοῖϲι δὲ χυλοῖϲι ἐμβάλλειν , εἴ ποι δέοι χυλῷ χρέεϲθαι πτιϲάνηϲ , εὔπνοον
4943742 μειναντα
, ὃς νόμον εἰσάγει τὸν ἀπὸ τοῦ ἄστεος ἐν Πειραιεῖ μείναντα τοῦτον τεθνάναι . οὗτος οὖν ὠψίσθη ποτὲ ἄκων ,
τοιόνδε τι , ὡς ἔγωγε νὴ τὸν Ἥλιον δόξω ζημίαν μείναντα παρ ' ἐμοὶ τὰ χρήματα καὶ μέγα ὄφελος λαβούσης
4940712 αἰχμαλωτα
τοὺς αὐτομόλους παρέδοσαν : ὁ δὲ Μάρκιος ᾔτει καὶ τὰ αἰχμάλωτα . λαβὼν δὲ καὶ ταῦτ ' ἐκέλευεν αὐτοὺς τακτὸν
ἔχοντας πορεύεσθαι , καταλιπόντας τἆλλα , καὶ ὅσα ἦν νεωστὶ αἰχμάλωτα ἀνδράποδα ἐν τῇ στρατιᾷ πάντα ἀφεῖναι . σχολαίαν γὰρ
4924015 τρισχιλιας
βραχὺ γὰρ πρὸ ἡμῶν εἶχον αἱ θεαὶ βοῦς μὲν ἱερὰς τρισχιλίας , χώρας δὲ πλῆθος ὥστε λαμβάνειν μεγάλας προσόδους .
: κτήσασθαι γὰρ αὐτὸν πρόβατα μὲν ἑπτακισχίλια , καμήλους δὲ τρισχιλίας , ζεύγη βοῶν πεντακόσια , ὄνους θηλείας νομάδας πεντακοσίας
4923072 Μουνιχιαν
κατέστησαν οἱ τριάκοντα , καὶ μετὰ ταῦτα Φυλή τε κατελήφθη Μουνιχίαν τε κατέλαβον , ἐγένετό θ ' ὑμῖν ὧν ἐγὼ
λαμβάνειν ποιεῖται , οὗτος ἀποδώσεται τὸ καθ ' ἑαυτὸν τὴν Μουνιχίαν , ἂν ἔχῃ τὸν ὠνησόμενον , οὗτος ἐξαγγελεῖ τοῖς
4919178 γληχους
ἐντὸς γενέσθαι λαχόντι τῆς κακοπαθείας . ἔστι δὲ ὁ κυκεὼν γλήχους ποταμίας μίξις καὶ ἀλφίτων ὁμοῦ μεθ ' ὕδατος :
, τὰ δ ' ἄλλως ἀτερπῆ τοῖς ἡδύσμασιν , οἷον γλήχους κόμῃ καὶ καλαμίνθης καὶ θύμου καὶ τῷ τοῦ πετροσελίνου
4913265 σιτου
μὴ ἐδύνατο κομίσασθαι ‖ ἐν εἴκοσιν ἔτεσιν , ὁποίαν δίκην σίτου ἢ τῆς προικὸς αὐτῆς ὑπὲρ τῆς ἐγγυητῆς γυναικὸς ἐδικάσατο
. οἶδα ἐγὼ πρεσβύτερον ἄνθρωπον ἐμοῦ τὸν νῦν ἐπὶ τοῦ σίτου ὄντα ἐν Ῥώμῃ , ὅτε ταύτῃ παρῆγεν ἀπὸ τῆς
4870576 ἡμερων
χρήματα . Ἄρεως καὶ Κρόνου ἐπιθεωρούντων τὸν Ἥλιον εἴσω ρξ ἡμερῶν ἢ καὶ ρο εἰς τὴν τοῦ δεσπότου ἐξουσίαν ἐπανήξουσιν
οὐδὲ ὡρῶν ὀλίγων , μή τί γε δυοῖν ἢ τριῶν ἡμερῶν ἀνέχεται βραδυτῆτος , ἀλλ ' αὐτίκα πυρετὸν ἐπάγει σφοδρότατον
4862779 λαβοντα
αὐτῷ προειστήκει τοῦ ἐν ταῖς πόλεσι ξενικοῦ , ἥκειν παραγγέλλει λαβόντα τοὺς ἄλλους πλὴν ὁπόσοι ἱκανοὶ ἦσαν τὰς ἀκροπόλεις φυλάττειν
: ἔστω δὲ μεταστάσεως παράδειγμα τοῦτο : νόμος τὸν πρεσβευτὴν λαβόντα παρὰ τοῦ ταμίου τὰ ἐφόδια ἄχρι τῶν τριάκον -
4856640 ἀποβρεγματος
πρόσθετα δριμέα παρέλαβον , ἔλαιον μετὰ πηγάνου καὶ οἰσυπηρῶν ἐρίων ἀποβρέγματος , βούτυρόν τε καὶ ἄρτον μετὰ ῥοδίνου καὶ σελινίνου
εἰς οἶνον ὀλίγον , καὶ τοῖς προειρημένοις ἐπίχει τοσοῦτον τοῦ ἀποβρέγματος ὅσον γευομένῳ σοι καλῶς ἔχειν φανῇ . Τοῖς μὲν
4819654 ἡμιχοα
παύσηται αὐτόματος καθαιρόμενος , φακῶν χυμοῦ ἀναγκάσαι αὐτὸν ἐκπιεῖν τρία ἡμίχοα , ἅλας παραβάλλων : μετὰ δὲ τὴν κάθαρσιν τοῦ
οἶνον χρὴ ὡς ἥδιστον ἴσον ἴσῳ κεράσαι , ὡς τρία ἡμίχοα ἀττικὰ , καὶ μαράθου ῥίζαν καὶ τοῦ καρποῦ ,
4816918 τριακοντα
ἐν αὐτῷ στῦλος , δώδεκα πόλεις ἔχων , ὧν ἑκάστη τριάκοντα δοκοῖς ἐστέγασται . τούτους δὲ περιίασι δύο γυναῖκες .
, οἵαν καὶ ὑμεῖς αὐτοὶ ἐπίστασθε . οἱ μὲν γὰρ τριάκοντα ἐκάθηντο ἐπὶ τῶν βάθρων , οὗ νῦν οἱ πρυτάνεις
4808136 πεντηκοντα
: οὐδὲν γάρ ἐστι μεταξὺ ταύτης καὶ τῆς ” τὰ πεντήκοντα ὀλίγα ἐστίν “ . ἦν δέ γε ἡ ”
ἀνερρήθησαν , τῶν δὲ περὶ Εὐμένη τε καὶ Ἀλκέταν ἐς πεντήκοντα κατεγνώσθησαν , μάλιστα ἐπὶ τῆι Κρατεροῦ ἀναιρέσει τῶν Μακεδόνων
4802765 κατατιθεναι
τοῦτο δὲ ὁμολογούμενόν ἐστιν , ὅτι χρὴ καὶ τὰς ἀμπέλους κατατιθέναι ὑπὸ γῆν οὔσης τῆς σελήνης , καὶ τέμνειν ξύλα
τὸ δὲ διδόναι μισθούς ἐστιν εἰσφόρειν ἀποφέρειν , καταβάλλειν , κατατιθέναι , τελεῖν συντελεῖν , δωροφορεῖν , δασμοφορεῖν , πραχθῆναι
4788210 πεντακοσια
δ ' ἀπὸ τῆς Ἰαπυγίας μεμιλιᾶσθαί φησι καὶ εἶναι μίλια πεντακόσια ἑξήκοντα δύο εἰς Σήναν πόλιν , ἐντεῦθεν δ '
εἰς εὐωχίαν ποτὲ μὲν χίλια τρίκλινα , ποτὲ δὲ χίλια πεντακόσια συνεπλήρου μετὰ πολυτελεστάτης κατασκευῆς . καὶ ὁ χειρισμὸς τῆς
4779212 πλεθρα
δένδρεσι μεγάλοισιν : ὧν τὴν σκιὴν Νέαρχος λέγει ἐς πέντε πλέθρα ἐν κύκλῳ ἐξικνέεσθαι , καὶ ἂν καὶ μυρίους ἀνθρώπους
καὶ ἀργύριόν τι τακτὸν κατ ' ἄνδρα καὶ γῆς πεφυτευμένης πλέθρα μύρια . Σπόριος μὲν δὴ Κάσσιος θρίαμβον ἐκ τοῦ
4734357 δριμυτατου
μὲν γὰρ δυσῶδες καὶ λίαν πλαδαρὸν ἀνέχεται δι ' ὄξους δριμυτάτου τῆς Λημνίας ἀνιεμένης εἰς πηλώδη σύστασιν : καὶ δι
] Τὰ δὲ ϲτίγματα ἐξελεῖϲ τὸ προϲεϲτηκὸϲ τῇ ἀμίδι μετὰ δριμυτάτου ὄξουϲ καταχρίων , ἢ ἀϲβέϲτου μέροϲ α , νίτρου
4732090 δραχμιδα
μετοπώρου ἔμετον ποιέειν : σκορόδων δὲ κεφαλὰς τρεῖς καὶ ὀριγάνου δραχμίδα ὅσην τρισὶ δακτύλοισι περιλαβεῖν , ἑψεῖν ἐπιχέαντα δύο κοτύλας
μῖξαι δὲ σμύρναν , λιβανωτὸν ὀλίγον : τούτου λαβὼν ὅσον δραχμίδα , προσθεῖναι , ὥσπερ ἐν τῷ πρόσθεν προσθήματι .
4727895 φαγετω
δὲ πινέτω : τῇ δὲ ὑστεραίῃ ἔλασσον ἢ ὡς μεμαθήκει φαγέτω , καὶ πινέτω οἶνον μέλανα , ἡδὺν , αὐστηρὸν
ἡ δύναμις εἰς τοὺς αἰῶνας . Ἀμήν . Μηδεὶς δὲ φαγέτω μηδὲ πιέτω ἀπὸ τῆς εὐχαριστίας ὑμῶν , ἀλλ '
4718178 κατεχετω
σμάσθω ἐν βαλανείῳ μὴ ἀλειψάμενος , κατὰ δὲ τῶν ὀφθαλμῶν κατεχέτω ὀθόνιον πολύπτυχον ἢ σπόγγον . Ἄλειμμα τὸ λεγόμενον ὑγείδιον
μιᾶς τὴν κοιλίαν διὰ κλυστῆρος , ὑποτίθει τὸν πεσσόν . κατεχέτω δὲ αὐτὸν ἡμέραν ὅλην καὶ νύκτα , καὶ ἐὰν
4716311 τετταρας
μυρίους . Ἐγέλασα : ἐραστὰς σὺ τηλικοῦτος ὤν , ὀδόντας τέτταρας ἔχων ; Νὴ Δία , τοὺς ἀρίστους γε τῶν
ἔριν ἐγείρητε : ταῖς δὲ ἐφεξῆς ἡμέραιςτρεῖς γὰρ ἐνταῦθα ἢ τέτταρας διέγνωκα μένεινἀμοιβαίως ἀνθεστιάσετέ με , κλήρῳ διακριθεὶς ὁ πρότερος
4711619 δεκα
δοκεῖ , ἐφράσσετο σανίσιν ἡ ἀγορὰ , καὶ κατελείποντο εἴσοδοι δέκα , δι ' ὧν εἰσιόντες κατὰ φυλὰς ἐτίθεσαν τὰ
συμβουλευσάσης , ἄραντες ἐπὶ νώτων τὴν Ἀργὼ καὶ δύο καὶ δέκα ἡμέρας δι ' ἐρήμου γῆς πορευόμενοι , ἐν τῷ
4708046 ἑψοις
μέρους καὶ διηθουμένου . καὶ ἴτριον δὲ καὶ ἄρτον ξηρὸν ἕψοις ἂν λεπτὸν γενόμενον σφόδρα καὶ τριβόμενον : ἑψέσθω δ
: καὶ γὰρ εἴ τι τῶν ἀγρίων ἀπὸ θήρας εὐθὺς ἕψοις , οὐδὲν ἂν μέγα μέμψεως : μὴ καὶ ἐπαινέσαις
4699025 χιλια
θυρεοὺς ἑκατὸν ἡμέρας ἑκάστης καὶ ξίφη τριακόσια καὶ καταπελτικὰ βέλη χίλια , σαύνια δὲ καὶ λόγχας πεντακοσίας καὶ καταπέλτας ,
οὐκ ἔφη , τάλαντα δ ' ᾔτει τῆς μὲν διαλύσεως χίλια καὶ φʹ , τῆς δὲ ἡσυχίας χίλια . καὶ
4679727 αὐθημερον
ἀρχὰς γὰρ καταχριόμενος σαφῆ τὴν ὠφέλειαν παρέχει , ὥστε λουσάμενον αὐθημερὸν τὸν κάμνοντα περιπατεῖν : περὶ γάρ τοι τὸν τῆς
τῆς ἐξόδου μάλιστά πως παραπλησίως , διὰ τὸ καὶ τότε αὐθημερὸν ἐξιέναι ἐπὶ τῷ προστάγματι , καὶ δὴ καὶ τῇ
4679644 πληρωϲον
κολοκυνθίδα ἀγρίαν τρυπήϲαϲ κάθαρον τὸ ἔϲω εὖ μάλα , εἶτα πλήρωϲον αὐτὴν ἐλαίου δαφνίνου καὶ πρόϲβαλε ὑοϲκυάμου λευκοῦ ϲπέρματοϲ μὴ
μέλανα καὶ ϲανδαράκην ἴϲα λεάναϲ μετ ' ἐλαίου ἀναλαβὼν ἐρίῳ πλήρωϲον τὸν μυκτῆρα . Ἄλλο . χαλκοῦ ἄνθοϲ καὶ ἰὸν
4674037 χοινικα
ἔλεγε πιπράσκεσθαι καὶ ἔμπαλιν : ἀνδριάντα γοῦν τρισχιλίων πιπράσκεσθαι , χοίνικα δ ' ἀλφιτῶν δύο χαλκῶν . Τῷ πριαμένῳ αὐτὸν
χ , χόα , χο . εἰ δὲ ν , χοίνικα , χν . εἰ δὲ η , χήμην ,
4661401 χιλιαδας
ὁ ἔλεγχος , συγγνῶναι ἂν ἦν : ἐπειδὴ δὲ παρὰ χιλιάδας σταδίων φαίνεται διαπίπτων , οὐκ εἶναι συγγνωστά : καίτοι
, τὸ πολὺ διέφθειρε τοῦ στρατοῦ , ὡς ἑκατὸν ἀνδρῶν χιλιάδας πεσεῖν ὑφ ' ἑνὶ χειμῶνι καὶ θέρει . Τῷ
4660902 ἐξαιρετους
ἀπελέσθαι τὰς ἀρούρας , τοῖσι ἐπὶ τῶν προτέρων βασιλέων δεδόσθαι ἐξαιρέτους ἑκάστῳ δυώδεκα ἀρούρας . Μετὰ δὲ ἐπ ' Αἴγυπτον
, εἰς ἁφήν : ἑκάστῃ μέντοι προσένειμεν ὁ ποιῶν καὶ ἐξαιρέτους ὕλας καὶ κριτήριον ἴδιον , ᾧ δικάσει τὰ ὑποπίπτοντα
4660333 παρασκευαζειν
τῶν ἀπίων , καὶ ὅτι τὰ στρυφνὰ μᾶλλον ἔτι παχυτέρους παρασκευάζειν εἴωθεν αὐτούς . τὰ δὲ χειμερινὰ τῶν μήλων τὰ
τὰς Θεσπιὰς πρῶτον ἰέναι , καὶ πέμπων ἀγοράν τε ἐκέλευε παρασκευάζειν καὶ τὰς πρεσβείας ἐκεῖ περιμένειν : ὥστε οἱ Θηβαῖοι
4648564 καταπλεοντος
Καὶ διὰ τοῦτο τοῦ μὲν ἄλλου πυροῦ δοκεῖ τοῦ Ἀθήναζε καταπλέοντος ὁ σικελικὸς ἰσχυρότατος εἶναι , τούτου δ ' ἔτι
ταύτῃ τῇ ἡμέρᾳ οὐδενὸς σπουδαίου ἔργου τολμήσαι ἂν ἅψασθαι . καταπλέοντος δ ' αὐτοῦ ὅ τε ἐκ τοῦ Πειραιῶς καὶ
4638775 εἰκοσι
βασιληίην . Ποιήσας δὲ ταῦτα , ἐν Πέρσῃσι ἀρχὰς κατεστήσατο εἴκοσι , τὰς αὐτοὶ καλέουσι σατραπηίας : καταστήσας δὲ τὰς
Εὔανδρόν τινα κατὰ τῶν σοφιστῶν εἰρηκότα , ὡς ὅτι λαβὼν εἴκοσι τάλαντα παρὰ τοῦ Νικοκλέους αὐτὸς ὁ Ἰσοκράτης ἔπεμψεν αὐτῷ
4622261 διελθοντος
γὰρ οὗτος φυγὼν εἰς Ἦλιν , ἐκεῖθεν εἰς Αἰτωλίαν ἐνιαυτοῦ διελθόντος ἐπανήρχετο . συμβαλόντες οὖν τὸν χρησμόν , τοῦτον ἡγεμόνα
ὡς λελοιπότα τὴν τάξιν ἀποκτεῖναι . Τούτου δὲ τοῦ ἔτους διελθόντος Ἀθήνησι μὲν ἦν ἄρχων Ἴσαρχος , ἐν δὲ τῇ
4620026 ἑκκαιδεκα
εἰσὶ πλείους ἢ πέντ ' ἢ ἕξ . οὐκοῦν ἀμφοτέρων ἑκκαίδεκα . ποιήσωμεν αὐτοὺς εἴκοσιν , εἰ δὲ βούλεσθε ,
κεφαλῆς τὸ ἀρχαῖον , ὃ βροντῆς ἔργον ἐγεγόνει , διαλιπὸν ἑκκαίδεκα ἔτη , πάλιν ἐνέκειτο καὶ ἦν χαλεπώτερον ἀρξάμενον εὐθὺς
4615309 σεσησμενον
καὶ παραχρῆμα κενοῖ . ἄλλο . κόκκον Κνίδιον κεκομμένον καὶ σεσησμένον ἀναλάμβανε μέλιτι , ποιῶν πάχος γλοιοῦ καὶ δίδου κοχλιάριον
. διαττᾶν Ἀττικοὶ λέγουσι τὸ σήθειν , καὶ διηττημένον τὸ σεσησμένον . διδυμάονε : οἱ κεχωρισμένοι τοῖς σώμασι , δίδυμοι
4607795 προσενεγκασθαι
μή τις αὐτὸν ἥρπασε ταχέως κινδυνεύοντα κελεύσας αὐτὸν καὶ πεπόνων προσενέγκασθαι καὶ θριδάκων καὶ πτισάνης μηδὲν ἐχούσης περίεργον καὶ πᾶσαν
τὴν προῖκα φερνὴν καλεῖὥστ ' εἴποις ἂν εἰσενέγκασθαι προῖκα καὶ προσενέγκασθαι καὶ δοῦναι . αἱ δὲ πρὸς τὴν προῖκα ὑποθῆκαι
4597045 μεδιμνου
νόμος διαρρήδην κωλύει παιδὶ μὴ ἐξεῖναι συμβάλλειν μηδὲ γυναικὶ πέρα μεδίμνου κριθῶν . Μεμαρτύρηται δὲ Ἀρίσταρχον μὲν πρότερον Δημοχάρους τοῦ
οὖσιν , οὐδὲ γυναικὶ παρ ' Ἀθηναίοις συναλλάσσειν πλὴν ἄχρι μεδίμνου κριθῶν , διὰ τὸ τῆς γνώμης ἀσθενές . τῶν
4589737 πεντακοσιων
ὥστε τὴν πᾶσαν εἶναι τῆς νήσου περιφορὰν σταδίων τετρακισμυρίων δισχιλίων πεντακοσίων . κατοικεῖν δέ φασι τὴν Πρεττανικὴν αὐτόχθονα γένη καὶ
τρισχιλίων ταλάντων τὸν λόγον ἀπαιτοῦσι , τῶν δὲ μυρίων καὶ πεντακοσίων ὧν παρὰ Ἀντιόχου λαμβάνουσι λόγον οὐκ ἀπαιτοῦσιν , οὐδὲ
4582099 ἐμβαλειν
' εἰ πέλεκυν ἐν χεροῖν ἔχων μέλλοι τις εἰς τράχηλον ἐμβαλεῖν ἐμόν , σιγήσομαι δίκαιά γ ' ἀντειπεῖν ἔχων .
τὸν Κλεομβρότου τὸν νικήσαντα Πλαταιᾶσιν ἐβούλοντο μὲν εἰς τὴν εἱρκτὴν ἐμβαλεῖν , καταφυγόντα δὲ εἰς τὸ τῆς Ἀθηνᾶς ἱερὸν αὐτοῦ
4577559 κοψαι
καὶ διαπλίξασα θυμιήσθω . Ἢ τὸ λεγόμενον οἰσύπη αἰγὸς ξηρὰ κόψαι καὶ φῶξαι ξὺν κριθέων ἐρίγματι , ἐλαίῳ φυρήσασα ,
. τοῦτο δὲ παρεγκύκλημα : δεῖ γὰρ αὐτὸν ἐλθεῖν καὶ κόψαι τὴν θύραν τοῦ Σωκράτους . παρατηρητέον δέ , ὅτι
4577346 Αἰγιναιον
πόλεως εἰς τοὺς ἑκάστων οἴκους . Τῶν δὲ δούλων ἕκαστος Αἰγιναῖον φέρει στατῆρα κατὰ κεφαλήν . Διῄρηνται δ ' οἱ
ἐν ὕδατι χλιερῷ καθεζέσθω . Ἕτερον : ἀδιάντου ὅσον στατῆρα Αἰγιναῖον ἐν οἴνῳ λευκῷ ἴσον ἴσῳ κεράσας δίδου πίνειν .
4572758 κοτυλων
ὄνου γάλα ἑφθὸν δίδου , καὶ πινέτω μὴ ἔλασσον δώδεκα κοτυλῶν : ἢν δὲ ῥώμη περιέχῃ , πλεῖον ἑκκαίδεκα .
ἄρξηται ἀνιέναι τινὰ γλισχρότητα , κατὰ μικρὸν ὕδωρ παρεπίχει ἄχρι κοτυλῶν ἕξ , τρίβων εὐτόνως , ἀναλαμβάνων τε τὴν λεπίδα
4571533 δεουσας
τὸν μέν τόξων εὖ εἰδότα . Τυρσηνικόν ἐστι τὸ τὰς δεούσας προτάττειν πράξεις ὑποτάττειν : φασὶ γὰρ περιπατήσας ἀνέστη ἀντὶ
ἴσχει ἡμέρας τεσσαρεσκαίδεκα τὸ ἐλάχιστον : τὸ δὲ μακρότατον δύο δεούσας εἴκοσι , καὶ βήσσει ταύτας τὰς ἡμέρας ἰσχυρῶς ,
4562006 λιτραν
' ὧν ἡ πάνυγρος ὀνομαζομένη καὶ αἱ παραπλήσια . Λιθαργύρου λίτραν α , ἐλαίου καὶ οἴνου ἀνὰ λίτρας γ :
προσφέρεται τὸ φάρμακον . Λιθαργύρου λίτραν α , ἐλαίου παλαιοῦ λίτραν μίαν καὶ ἡμίσειαν , ἀρσενικοῦ οὐγγίαν α : ἕψε
4553293 Ἀττικας
θανάτου δηλαδή , περὶ τὰς Κυχρείας ἀκτάς , ἤγουν τὰς Ἀττικὰς ἢ τὰς τῆς Σαλαμῖνος : ἢ τὸ λειφθέντες διὰ
γάρ ποτε τῶν εὐνούχων τινὸς ἐν τοῖς λοιποῖς τραγήμασιν ἰσχάδας Ἀττικὰς , ἐρωτῆσαι , ποδαπαὶ εἶεν . Ἐπεὶ δὲ ἐπύθετο
4549496 μηνοιν
πρῶτον μὲν ἐκέλευε καθίζεσθαι αὐτῶν ὅσοις ἐστὶ πλέον ἢ δυοῖν μηνοῖν ἐν τῇ σκηνῇ τὰ ἐπιτήδεια . ἐπεὶ δὲ τούτους
ὃ πολλῶν χρημάτων ὁ πατὴρ αὐτοῦ ἐνέπλησεν , ἐντὸς δυοῖν μηνοῖν ἢ Καίσαρα τελευτῆσαι κενὸν ἐποίησαν καθ ' ἣν τύχοι
4532308 προσταξας
ἢ τέσσαρας τὰς ἐπιφανεστάτας ἐνδήσας εἰς σάκκους κᾆτα ποντίσαι τισὶ προστάξας . Ἕρμιππος δέ φησιν ὅτι Ἰλλυριοὶ δειπνοῦσι καθήμενοι καὶ
οὐκ ἀποδεούσας . ὧν χάριν πολλὰς καὶ ἄλλας ὁμιλίας ἐκώλυσε προστάξας μὴ θυγατριδῆν , μὴ υἱιδῆν , μὴ τηθίδα πρὸς
4527793 κεραμιον
Ὁμοίως ἐγγὺς Κόσης ἔστι κρήνη , εἰς ἣν ἐὰν θῇς κεράμιον οἴνου γέμον , ὥστε ὑπερχεῖν τὸ στόμα , παντὸς
τοῦτον . ἀποτίκτει δ ' ἢ εἰς θαλάμας ἢ εἰς κεράμιον ἤ τι ἄλλο τοιοῦτο κοῖλον . καὶ μεθ '
4524103 πληρωσαντας
ἐβουλεύοντο εὐθὺς ἀναχωρεῖν . Δημοσθένης δὲ Νικίᾳ προσελθὼν γνώμην ἐποιεῖτο πληρώσαντας ἔτι τὰς λοιπὰς τῶν νεῶν βιάσασθαι , ἢν δύνωνται
νήσους οἰκοῦντας κωλύσομεν ἀδικεῖν , ἐφ ' οὓς τριήρεις δεῖ πληρώσαντας ἀναγκάσαι τὰ δίκαια ποιεῖν , ὑμᾶς δὲ τοὺς μιαρούς

Back