πρῶτον ἐκώλυσεν αὐτὸν εἰσδεχθῆναι : ἐπειδὴ δ ' εἰσέπλευσε λαβὼν Δαρεικοὺς χιλίους μετετάξατο , βουλομένων τ ' Ἀθηναίων Ἀντιπάτρωι παραδοῦναι
τὰ ἐφεξῆς , ὡς τελευταῖον εἶναι τῷ τελευταίῳ ἀνελθόντι τριακοσίους Δαρεικοὺς τὸ γέρας . καὶ τοῦτο τὸ κήρυγμα παρώξυνεν ἔτι
6006638 δραχμας
καὶ κατουλοῦσα , ἥτις καὶ ἔχει οὕτως : Στέατος ὑείου δραχμὰς μη , ἀσφάλτου καὶ νίτρου ἀνὰ δραχμὰς κε ,
. ἐὰν δὲ μὴ ἐπαναγκάσῃ ὁ ἄρχων , ὀφειλέτω χιλίας δραχμὰς ἱερὰς τῇ Ἥρᾳ . ἀπογραφέτω δὲ τὸν μὴ ποιοῦντα
5905235 ταλαντον
σκοπεῖτε δὲ μὴ τοῦτο , εἰ μνᾶς ἑκατὸν καὶ πάλιν τάλαντον ἔδωκεν , ἀλλὰ τὴν προθυμίαν καὶ τὸ αὐτὸν ἐπαγγειλάμενον
λαμβανόμενα εἰς σύγκρισιν , οἷον ὅταν σκεπτώμεθα τίνα λόγον ἔχει τάλαντον πρὸς μνᾶν , ὁμογενεῖς ὅρους φαμὲν τὸ τάλαντον καὶ
5712746 αἰχμαλωτους
καταλαμβάνει τὸ χωρίον συνεργοὺς ποιησάμενος καὶ τοὺς παρὰ τοῦ Κύρου αἰχμαλώτους . ἐπεὶ δὲ τοῦτο ἐγένετο , εὐθὺς [ Γαδάτας
γαυριῶν τοῖς κατωρθωμένοις , ἐξουσίαν ἔδωκε τοῖς Ῥωμαίοις ἐξωνήσασθαι τοὺς αἰχμαλώτους . Οἱ δὲ ἔφασαν οὐχ ἡγεῖσθαι πολίτας , οἳ
5669450 δαρεικους
ἀπὸ κοινοῦ ἵππον καὶ φιάλην ἀργυρᾶν καὶ σκευὴν Περσικὴν καὶ δαρεικοὺς δέκα : ᾔτει δὲ μάλιστα τοὺς δακτυλίους , καὶ
, ὥστε τὸν Ξέρξην ὑποδεξάμενος ἑκάστῳ τῶν στρατιωτῶν ἀνὰ ἓξ δαρεικοὺς χρυσοῦς παρέσχεν . ὁ πολίτης Πυθοπολίτης ὡς Ἑρμοπολίτης .
5636353 βουλευτας
ἐπ ' ὠφελίᾳ : συμμαχίᾳ . τὴν βουλὴν : τοὺς βουλευτάς . κἂν μὴ εἴπωσιν , οὐκ ἄλλα ψηφιεῖσθαι .
, καὶ ἔτι γε πρότερον , ἡνίκα ἂν καλῆτε τοὺς βουλευτάς , ὅπως ἐνθένδε μὴ κινήσητε . μήτηρ τε γὰρ
5626581 μεδιμνους
τὸν οἶνον δωδεκάδραχμον πλουτεῖς εἰκότως , ἐπειδὰν ποιῇς σίτου μὲν μεδίμνους πλέον ἢ χιλίους , οἴνου δὲ μετρήτας ὑπὲρ ὀκτακοσίους
ἀργύριον μηδὲ ἀριθμῷ ἄγειν αὐτόν , ἀλλὰ μεδίμνῳ ἀπομεμετρημένον πολλοὺς μεδίμνους . εἶχε δὲ καὶ αὐτὸς Παρμένων δακτύλιον ἐν τῷ
5625842 ἐγγυητας
οἵτινες τὸν δῆμον ἐξηπάτησαν , προβολὰς αὐτῶν εἶναι , καὶ ἐγγυητὰς κατα - στῆσαι , ἕως ἂν κριθῶσιν , εἶναι
καὶ δόξῃ ἀδίκως ἐπιβεβουλεῦσθαι , ἀθῷον εἶναι αὐτὸν καὶ τοὺς ἐγγυητὰς ἀπηλλάχθαι τῆς ἐγγύης : ἐὰν δὲ δόξῃ μοιχὸς εἶναι
5591361 προαπεστειλε
μάχην παρασκευαζομένων , ὁ μὲν Σαρδανάπαλλος ἀντιτάξας τὴν ἰδίαν στρατιὰν προαπέστειλε πρὸς τὸ τῶν πολεμίων στρατόπεδον τοὺς κηρύξοντας διότι Σαρδανάπαλλος
τριήρεις τῶν μετὰ Λοδοβίκου , ὧν ἐναυάρχει Σέργιος , ἃς προαπέστειλε Λοδοβίκος βοηθοὺς Μιτυλήνῃ , εἴ γε ὁ στόλος αὐτῇ
5501966 λαμβανετω
τρανότερα εἶναι τῆς νῦν προκειμένης πραγματείας , παρ ' ἐκείνου λαμβανέτω . τρανότερα δ ' ἐστὶ καὶ τὰ περὶ τῶν
οὐγ . ʹʹ βδελλίου . . . οὐγ . ʹʹ λαμβανέτω τούτων πρὸς τὴν δύναμιν ὁ κάμνων γρ . γʹ
5458559 μναν
τοῖς δεομένοις , ᾧ μὲν πέντε δραχμάς , ᾧ δὲ μνᾶν , ᾧ δὲ ἡμιτάλαντον : εἰ δέ τις φιλόσοφος
ὁ δὲ Ῥουτίλιος παρὰ τῶν ἁλιευόντων αὑτοῦ δούλων τριωβόλου τὴν μνᾶν τοῦ ὄψου καὶ μάλιστα τοῦ θυριανοῦ καλουμένου : μέρος
5457347 γεμισαι
περὶ τὸν ποταμὸν καὶ βαθεῖαν ὀρύξαι τάφρον , ταύτην δὲ γεμίσαι ἀπὸ ξύλων καὶ τοὺς μὲν πολλοὺς διαβῆναι τὸν ποταμόν
, τὸ σπέρμα πᾶν ἐκκενώσαντα τὴν ἐντεριώνην ἐᾶσαι δεῖ καὶ γεμίσαι ἐλαίῳ , τῷ ἰδίῳ πώματι πωμάσαι νύκτα τε ἐᾶσαι
5444511 Βακχιαδας
ὁ δ ' αὐλητὰς ἦν Ἄνακος Φιαλεύς . εἰμὶ δὲ Βακχιάδας Σικυώνιος . ἦ ῥα θεοῖσι ταῖς Σικυῶνι καλὸν τοῦτ
, ἅμα μὲν καὶ τοῦ θείου κελεύοντος , ἐξέβαλον τοὺς Βακχιάδας . Χερσικράτης δέ , εἷς τῶν Βακχιαδῶν , ἔκτισε
5439796 ὁμηρους
τὴν δὲ τοῦ Μαξιμίνου τελευτὴν μαθόντες οἱ βάρβαροι τούς τε ὁμήρους ἀφείλοντο βιασάμενοι καὶ τὴν χώραν κατέδραμον . Ἐπὶ τούτοις
τὴν εἰρήνην ἐπὶ τούτοις : δοῦναι τῶν πόλεων ἑκατέραν Ῥωμαίοις ὁμήρους τριακοσίους , σάγους ἐνακισχιλίους , βύρσας τρισχιλίας , ἵππους
5415363 ταλαντα
φασὶν , ἦν , παρὰ Διονυσίου λαβὼν ὑπὲρ τὰ ὀγδοήκοντα τάλαντα , ὡς καὶ Ὀνήτωρ φησὶν ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ :
ὅσον ὡμολόγητο εἶχεν , ὦ ἄνδρες δικασταί , ἀλλὰ τρία τάλαντα ἀργυρίου καὶ τετρακοσίους κυζικηνοὺς καὶ ἑκατὸν δαρεικοὺς καὶ φιάλας
5388796 ἀποφερειν
δὲ φανερώτερον , ἐξανίστανται δὲ πάντων ὕστατοι , πλείω δὲ ἀποφέρειν τῶν ἄλλων ἀξιοῦσιν ; οἱ δὲ ἀστειότεροι πολλάκις αὐτῶν
προεῖπε δὲ Βαβυλωνίοις μὲν τὴν γῆν ἐργάζεσθαι καὶ τοὺς δασμοὺς ἀποφέρειν καὶ θεραπεύειν τούτους οἷς ἕκαστοι αὐτῶν ἐδόθησαν : Πέρσας
5378644 στατηρας
μέντοι νιγλαρεύων κρούματα ἐνταῦθα τοίνυν ἦν ἐκείνοισιν πιθών . ἔχων στατῆρας χρυσίου τρισχιλίους . ἐγὼ δὲ συμψήσασα τἀργυρίδιον λέγ '
διδάξει γράμματα . ἐν τούτοις τοίνυν ἕνδεκα μὲν καὶ διακοσίους στατῆρας ἐγκέκληται λαβεῖν οὐχ ἁρπάσας οὐδὲ βιασάμενος , ἀλλά τινος
5335930 ὀβολους
μίξας ἀναλάμβανε καὶ χρῶ πρὸ τῆς ἐπισημασίας ἐν ὀξυμέλιτι διδοὺς ὀβολοὺς β μόνους . Καρκίνων ποταμίων ἡ τέφρα θαυμασίως ἐπὶ
τέχνης ἐννέα ἢ δέκα , ὧν ἕκαστος τούτῳ δύ ' ὀβολοὺς ἀποφορὰν ἔφερε τῆς ἡμέρας , ὁ δ ' ἡγεμὼν
5333077 μνας
παρ ' ἑκάστου τῶν κεκτημένων . οὗτος πρῶτος μισθὸν εἰσεπράξατο μνᾶς ἑκατόν : καὶ πρῶτος μέρη χρόνου διώρισε καὶ καιροῦ
εἰς τὴν τριηραρχίαν . οὗτος δὲ ἐπέδειξε δυοῖν δεούσας πεντήκοντα μνᾶς ἀνηλωκέναι : ὥστε τούτοις λελογίσθαι , ὅσον περ ὅλον
5324125 ἀναγκασας
γεωργοὺς καὶ χειροτέχνας καὶ καπήλους καὶ πάντων ἁπλῶς τιμητὰς ὠνίων ἀναγκάσας νόμῳ σωφρονεῖν καὶ πρῶτος αὐτὸς ἀκολουθήσας τῷ νόμῳ τοὺς
, ὡς εἰκός , τῶν σῶν ἐγγόνων ἢ πείσας ἢ ἀναγκάσας . Σὲ μὲν εἰκὸς τῇ τοῦ Ποσειδῶνος εὐνοίᾳ χρησάμενον
5310436 ἀποδοσθαι
πόλει , διὰ τὴν αἰσχροκέρδειαν τὴν ἑαυτοῦ καὶ τὸ χρημάτων ἀποδόσθαι τἀληθῆ μεταβεβλημένον αὐτὸν εἰδῆτε . Βούλομαι δ ' ,
μαθεῖν τι πλέον καὶ ὡς βούλοιντο οἱ τὸν ἀδελφὸν κατασχόντες ἀποδόσθαι τιμῆς χρυσίου χιλιάδων συχνῶν ἠκηκόει : τούτων ἐκεῖνος ἀκούσας
5310370 ἀργυριου
πολιτικῶν πραγμάτων καὶ ὁμονοίας , τὸ βʹ περὶ χρυσίου καὶ ἀργυρίου καὶ τῶν ὁμοίων κινητῶν , τὸ γʹ περὶ ἀποβολῆς
, ταῦτ ' ἦν . τάλαντον μὲν ἑκάστῳ Βαβυλώνιον ἐπισήμου ἀργυρίου , ταλαντιαῖαι δὲ φιάλαι δύο ἀργυραῖ . δύναται δὲ
5305666 περιξεσας
χυλὸν ἐκπιέσας ἐγχέαι : ἢ αὐτῆς τὸ μέσον καὶ ἁπαλώτατον περιξέσας μακρὸν ἔνθες . Ἢ ἀψινθίου ἐν ὕδατι τρίβειν ,
τῶν λευκῶν σὺν ἀλφίτοις λεπτοῖς , καὶ τυρὸν αἴγειον , περιξέσας τὸν ῥύπον καὶ τὴν ἅλμην , ταῦτα μίσγειν ,
5285352 ἱππεας
ἐφύλασσε καὶ δι ' ἡσυχίας μάλιστα ὅσον ἐδύνατο εἶχεν . ἱππέας μέντοι ἐξέπεμπεν αἰεὶ τοῦ μὴ προδρόμους ἀπὸ τῆς στρατιᾶς
τὴν μεγάλην φερούσης ὁδοῦ ὅσα ? ? κ̤α̤ὶ̤ ἀναπαύειν τοὺς ἱππέας , πρὸς δια ? ? ? . . .
5259915 ἐκελευεν
μᾶλλον αὐτῷ ἢ τοῖς Συρακοσίοις : καὶ ἑαυτῷ μὲν χρήσασθαι ἐκέλευεν ἐκεῖνόν τε καὶ Λακεδαιμονίους ὅτι βούλονται , τοὺς δὲ
: συνακολουθεῖν δέ , εἰ βούλοιτο , ἐς Ἄργος ἐκεῖνον ἐκέλευεν . ἀφικόμενον δὲ τά τε ἄλλα ἐθεράπευεν , ὡς
5247939 τριηραρχους
Ἀθηναίων ἐτίμων ἂν μόνους , τούς τε στρατηγοὺς καὶ τοὺς τριηράρχους καὶ πρέσβεις : νῦν δ ' ἠνάγκασται τὸν δῆμον
Ἀθηναῖος ναύαρχος πελάγιον πλοῦν μέλλων πλεῖν , κρύφα συναγαγὼν τοὺς τριηράρχους προεῖπεν αὐτοῖς , ὅτι τὰς κάλλιστα πλεούσας τῶν νεῶν
5236458 ὁπλιτας
' ὅτι ἀνομοίων ἐστὶ παρένθεσις , οἷον ψιλῶν παρ ' ὁπλίτας : τὴν γοῦν τῶν ὁμοίων παρένθεσιν , οἷον ὁπλιτῶν
, καὶ τῶν βαρβάρων τέως οὐδὲν προειδομένων πολέμιον , τρισχιλίους ὁπλίτας κατὰ τὴν Ἀρζανηνὴν οὕτω καλουμένην ἐκπέμπει μοῖραν , ἡγεμόνας
5211671 λιτρας
, ἀφρονίτρου λευκοῦ , ἀνὰ λίτραν μίαν , ἐλαίου παλαιοῦ λίτρας β , ὕδατος πηλοποιοῦ ξέστην ἕνα , μίσυος ὠμοῦ
πίσσης λίτραν αʹ . κηροῦ λίτραν αʹ . ἀξουγγίου παλαιοῦ λίτρας βʹ . τὰ τηκτὰ τήξας κατάχεε , τῶν ἄλλων
5210873 ἀπεδοτο
τὸ χωρίον , οὐκ ἀπέσχετο , ἀλλὰ καὶ τοῦτ ' ἀπέδοτο δισχιλίων δραχμῶν . Καὶ τῶν θεραπαινῶν καὶ τῶν οἰκετῶν
, ὃ ᾐτήσατο . Πρότερον δὲ τοῦτο Πασίκυπρος ὁ βασιλεύων ἀπέδοτο δι ' ἀσωτίαν πεντήκοντα ταλάντων Πυμάτῳ τῷ Κιτιεῖ ,
5206165 προὐδωκε
τοῦτον ; διά τινα Ἰφικράτην στρατηγόν . λαβὼν γὰρ δῶρα προὔδωκε τὸν οἰκεῖον στρατὸν τοῖς ἐναντίοις . Ἄλλως . τοὺς
φιλοφρόνως προσδεχθεὶς ᾑρέθη διὰ τὴν ἀνδρείαν καὶ στρατηγός , καὶ προὔδωκε τὸ φρούριον . τῶν δ ' ἀποστατῶν οἱ μὲν
5188731 δραχμην
ᾖ , τῆς δάφνης ὅσον πόσιν , τῆς ἐδώδεος ὅσον δραχμήν . Ἕτερον : σκαμμωνίης ὅσον πόσιν τρίψας , διεῖναι
αὐτοῦ ἐν γραμματείῳ τὸ ἔγκλημα καὶ τὸ τίμημα καὶ παραθέντος δραχμήν : ἐλάμβανον δὲ καὶ ἑτέραν ὑπὲρ τῆς ἀντωμοσίας .
5186602 δους
' αὐτῷ συνετούς τε καὶ τῶν ἄγαν πεπαιδευμένων καὶ δῶρα δοὺς αὐτοῖς χρυσοῦ καὶ ἀργύρου πλεῖστά τε καὶ πολυτελῆ ,
αἰχμαλώτων . οὓς πάντας ὁ Μιθριδάτης φιλανθρωπευσάμενός τε καὶ ἐφόδια δοὺς ἀπέλυσεν ἐς τὰ οἰκεῖα ἀπιέναι , δόξαν ἐμποιῶν τοῖς
5172140 πληρωσαντας
ἐβουλεύοντο εὐθὺς ἀναχωρεῖν . Δημοσθένης δὲ Νικίᾳ προσελθὼν γνώμην ἐποιεῖτο πληρώσαντας ἔτι τὰς λοιπὰς τῶν νεῶν βιάσασθαι , ἢν δύνωνται
νήσους οἰκοῦντας κωλύσομεν ἀδικεῖν , ἐφ ' οὓς τριήρεις δεῖ πληρώσαντας ἀναγκάσαι τὰ δίκαια ποιεῖν , ὑμᾶς δὲ τοὺς μιαρούς
5162293 ἱκανους
κατῳκισμένων Μεσσηνίων μεταπεμψάμενοι τοὺς ἀρίστους καὶ τῶν ἄλλων συμμάχων τοὺς ἱκανοὺς προσθέντες , τούτοις παρέδωκαν τὴν Πύλον φρουρεῖν : ἐνόμιζον
πρακτέον καὶ πῶς βιώσονται ὀρθῶς : ἀλλὰ τοὺς νόμους αὐτοῖς ἱκανοὺς εἶναι πρὸς τοῦτο τοὺς γεγραμ - μένους : ὅπως
5138563 μισθοφορους
Κορινθίους ἠξίου συνεπιλαβέσθαι τῆς ἐλευθερώσεως τῶν Συρακοσίων , αὐτὸς δὲ μισθοφόρους συνῆγε καὶ πανοπλίας συνήθροιζε . ταχὺ δὲ πολλῶν ὑπακουόντων
συνήθροιζε . ταχὺ δὲ πολλῶν ὑπακουόντων πανοπλίας τε παρεσκευάζετο καὶ μισθοφόρους συχνούς , καὶ φορτηγοὺς δύο ναῦς μισθωσάμενος τά τε
5137295 κωπεας
ᾠὸν δ ' ἐν αὐτῇ διέτρεφε νεόττια . Νήϊα καὶ κωπέας ἄνθ ' ὅπλων ἠλλάξαντο : ἐπὶ τῶν μὴ τηρούντων
τοῦτον ἐνδεικνύω ὑμῖν σῖτόν τε εἰς τοὺς πολεμίους εἰσαγαγόντα καὶ κωπέας . Καὶ τὸ πρᾶγμα ἤδη πᾶν διηγεῖτο ὡς ἐπέπρακτο
5135364 φυλετας
τὰ πρὸς γονεῖς πρὸς τέκνα , τὰ πρὸς φίλους συγγενεῖς φυλέτας . ἐχθροὶ γεγόνατε μήτε Ἅλυν διαβάντες , μήτε δεξάμενοί
καὶ μητρὸς ἔλαχε τῶν καθ ' ἑαυτοὺς ἀρίστων , οὓς φυλέτας ὄντας ἡ ὁμοφροσύνη μᾶλλον ᾠκείωσεν ἢ τὸ γένος .
5128777 δουναι
. τὸ πρᾶγμα δ ' ἀπόρως εἶχε Τυνδάρεωι πατρί , δοῦναί τε μὴ δοῦναί τε , τῆς τύχης ὅπως ἅψαιτ
, χαρίσαιμι , δώσαιμι . , προκαταβάλοιμι , προκαταβάλλοιμι , δοῦναί με . ὀμόσαι ] σύναπτε τὸ “ ὀμόσαι ”
5126843 τακτον
προπεπονημένα καὶ μεταρρίψαι τὴν δοκοῦσαν εὐημερίαν , οὐθένα καιρὸν ἔχουσα τακτόν . Τοὺς ἀλλοτρίους , ὡς ἔλεγε Θ . ,
, κρέα μόσχεια καὶ χηνῶν μόνον προσφερομένους , οἴνου δὲ τακτόν τι μέτρον πίνοντας , μὴ δυνάμενον πλησμονὴν ἄκαιρον ἢ
5124373 ταλαντων
αὐτὰ τὰ ἐν Σούσοις καὶ τὰ ἐν Περσίδι τέτταρας μυριάδας ταλάντων ἐξετασθῆναι : τινὲς δὲ καὶ πέντε λέγουσιν : ἄλλοι
Καίσαρος ἐνδόντος αὑτὸν ἀκροατὴν , τὸ δάνειον εἰπὼν τῶν πεντακοσίων ταλάντων καὶ τὴν συγγραφὴν , ἐν ᾗ καὶ τοῦτο ἦν
5111702 ἐκελευσεν
καὶ προσποιούμενος νέος καὶ πλούσιος εἶναι , πάλιν τοὺς οἰκέτας ἐκέλευσεν ἡμέρας ἤδη γενομένης πρὸς τὸν κίονα αὐτὸν δήσαντας μαστιγοῦν
ἔλαβε δὲ τοὺς κατὰ μέσον πλαισίου . συνέπεσθαι δ ' ἐκέλευσεν αὐτῷ καὶ τοὺς τριακοσίους οὓς αὐτὸς εἶχε τῶν ἐπιλέκτων
5111157 ἠθροικως
τὴν ἡμέραν ταύτην εἰς τὸ ᾠδεῖον ἑπτακαίδεκα εἴη τοὺς σύμπαντας ἠθροικώς . καὶ μέντοι καὶ ἦρξεν αὐτῷ σωφροσύνης ἐκείνη ἡ
τῆς χώρας σατράπης Δατάμης ἀντεστρατοπέδευσεν αὐτῷ , πολλοὺς μὲν ἱππεῖς ἠθροικώς , δισμυρίους δὲ πεζοὺς μισθοφόρους ἔχων [ αὑτῷ ]
5105176 μετρητας
ἕως ἂν τὸ τρίτον ἀφεψηθῇ . Οἱ δὲ γλεύκους βʹ μετρητάς , ὄξους δὲ μετρητήν , καὶ ὕδατος ἑφθοῦ ποτίμου
ἀμφιφορῆας : Θεόπομπος ἀμφιφορεῖς λέγεσθαί φησι τοὺς ὑπ ' ἐνίων μετρητάς , Λυσανίας δέ φησι τὸν ἀμφιφορέα ὑπὸ Ἀθηναίων ἀμφορέα
5103624 Αἰγιναιον
πόλεως εἰς τοὺς ἑκάστων οἴκους . Τῶν δὲ δούλων ἕκαστος Αἰγιναῖον φέρει στατῆρα κατὰ κεφαλήν . Διῄρηνται δ ' οἱ
ἐν ὕδατι χλιερῷ καθεζέσθω . Ἕτερον : ἀδιάντου ὅσον στατῆρα Αἰγιναῖον ἐν οἴνῳ λευκῷ ἴσον ἴσῳ κεράσας δίδου πίνειν .
5097510 χιλια
θυρεοὺς ἑκατὸν ἡμέρας ἑκάστης καὶ ξίφη τριακόσια καὶ καταπελτικὰ βέλη χίλια , σαύνια δὲ καὶ λόγχας πεντακοσίας καὶ καταπέλτας ,
οὐκ ἔφη , τάλαντα δ ' ᾔτει τῆς μὲν διαλύσεως χίλια καὶ φʹ , τῆς δὲ ἡσυχίας χίλια . καὶ
5095534 χιλιους
Ἀθηναίους , αἵρεσιν διδοὺς ἢ τοὺς χιλίους αἰχμαλώτους ἢ τοὺς χιλίους νεκροὺς ἀνελέσθαι πρὸς ταφήν : ἔπεισε Δημοσθένης ἑλέσθαι τοὺς
τὸ μέλλον ἀπέστειλεν ἐπὶ τὴν βοήθειαν ἱππεῖν μὲν τοὺς κρατίστους χιλίους καὶ πεντακοσίους , πεζοὺς δὲ ψιλοὺς τρισχιλίους . ἐπιφανέντων
5093942 προσεταξε
πόλεως τόπον ἔνθα ἀνέκειτο πινάκιον ἔχον γῆς περίοδον , καὶ προσέταξε τῷ Ἀλκιβιάδῃ τὴν Ἀττικὴν ἐνταῦθ ' ἀναζητεῖν . ὡς
πεζὸν στρατόπεδον περιπορεύεσθαι τὸν τῆς Αἴτνης λόφον . διόπερ Μάγωνι προσέταξε καταπλεῖν ἐπὶ τῆς Κατάνης , αὐτὸς δὲ διὰ τῆς
5091231 στρατιωτας
Ἐπιδαμνίοις . διόπερ ἀποίκους τε ἐξέπεμψαν εἰς τὴν Ἐπίδαμνον καὶ στρατιώτας ἱκανοὺς φρουρῆσαι τὴν πόλιν . ἐπὶ δὲ τούτοις οἱ
δύναται τῆς πόλεως κρατῆσαι . Ὅτι διὰ κλιμάκων τις ἀναβιβάσας στρατιώτας τοῖς τείχεσιν ὀφείλει τὰς κλίμακας ἀφελεῖν , ὅπως προθυμότερον
5089111 περιταφρευσας
. ὁμοίως δὲ καὶ τούτων ἀπράκτων ἐπανελθόντων , ὁ Ἰογόρθας περιταφρεύσας τὴν πόλιν ἐνδείᾳ κατεπόνησε τοὺς ἐν τῇ πόλει :
τὸν ἑαυτοῦ χάρακα . καὶ μετὰ τοῦθ ' ὁ Κοίντιος περιταφρεύσας αὐτὸν ὑψηλῷ χάρακι καὶ πύργοις πυκνοῖς περιλαβών , ἐπεὶ
5086418 διαχρησηται
τὰ πολεμικὰ διαφέρων , ἀποτυχὼν τῶν ἀριστείων ἐπανελθὼν οἴκαδε ἑαυτὸν διαχρήσηται : ὃς τοσοῦτον καταγελᾷ τῆς πρὸς ὑμᾶς φιλοτιμίας ὥστε
ἕως οὗ καὶ τὴν ἑστίαν αὐτὴν καὶ τὸ γένος αὐτὸ διαχρήσηται : οὕτως ἀείμνηστον ἔχει τὸν πόλεμον : εἶτα ἀπόδοσις
5083790 αὐτομολους
ἐς Ῥώμην ἔπεμψε τά τε αἰχμάλωτα ἀποδιδόντας αὐτοῖς καὶ τοὺς αὐτομόλους ἄγοντας , καὶ ἐδεῖτο συγγνώμης τυχεῖν τῶν οὐκ ἐφ
πατρίοις ἐφῆκεν , ἀποδοῦναι δὲ αὐτοὺς ἐκέλευσε Ῥωμαίοις τούς τε αὐτομόλους καὶ τοὺς αἰχμαλώτους ἄνευ λύτρων θεράποντάς τε ἀποκαταστῆσαι τοῖς
5075493 γραψαμενους
τοῦ τίνα δεῖ τὴν δίκην εἰσελθεῖν , τοῦτον ἢ τοὺς γραψαμένους : διαφέρουσι δὲ αἱ κατ ' εἰσφορὰν νόμου πραγματικαὶ
φησίν . καίτοι γε ὁ Θεόφραστος τοὺς μὲν ἄλλας γραφὰς γραψαμένους χιλίας τ ' ὀφλισκάνειν , εἰ τὸ πέμπτον τῶν
5056404 ἀπελυσε
καὶ τοῖς τούτου παισὶ καὶ θεοῖς πᾶσι καὶ Μούσαις , ἀπέλυσε τοὺς ἑστιωμένους . αʹ . Τί ἐστιν ἡ φύσις
περὶ τῶν ἡμαρτημένων : ὁ δὲ Ἀρταξέρξης οὐ μόνον αὐτὸν ἀπέλυσε τῶν ἐγκλημάτων , ἀλλὰ καὶ στρατηγὸν ἀπέδειξε τοῦ πρὸς
5047710 τριωβολον
βοηθεῖν ἀφηγοῦνται : πίνεται δὲ καὶ λαγωοῦ τῆς πιτύας ὅσον τριώβολον ἐν οἴνῳ , καὶ πράσου χύλισμα ὅσον ἡμικοτύλιον ἐν
τοὺς Πελοποννησίους . πεντώβολον ἡλιάσασθαι ] δικάσαι λαμβάνοντα πεντώβολον ἢ τριώβολον . ἢν ἀναμείνῃ ] ἐὰν ὑπομείνῃ καὶ πολεμῶν μὴ
5045987 δορυφορους
εἰ τύχοι , βασιλικῶς διεσκεύασεν , τιάραν τε ἐπιθεῖσα καὶ δορυφόρους παραδοῦσα καὶ τὴν κεφαλὴν στέψασα τῷ διαδήματι , τῷ
' ἄλλου παθεῖν αὐτὸ εὐκόλως , μή τι φοβεῖται τοὺς δορυφόρους ; Θέλει γὰρ τοῦτο , δι ' ὃ φοβεροί
5043639 ἐταξεν
[ Δημήτριος ] ὁ Φαληρεὺς ἐν τῷ περὶ τῆς ῥητορικῆς ἔταξεν ἴσως τὰ πράγματ ' ἄλλως [ ] , κατ
, τοῦ δὲ στρατιωτικοῦ τὸ μὲν ἐπὶ φυλακῇ τῶν ἐξιόντων ἔταξεν , ὡς ἀσφαλής τε καὶ ἀταλαίπωρος ἐκ τῶν ἐνόντων
5035016 κυαθους
, οὐχ ὡσαύτως δὲ πινόμενον , ἀλλὰ δεῖ ποιῆσαι τρεῖς κυάθους , τὸν μὲν ἕνα μέλιτος , τὸν δ '
κυάθῳ : τουτέστι τρίτον τῷ κυάθῳ ἀντλούμενον , οἷον τρεῖς κυάθους . * ἀφύξιμον : ἀπνευστί πότιμον εὐσταθέος δέ ,
5033629 ἀφισταναι
τῶν ὑφαίμων ὀνύχων ἄλευρον πίσσῃ μίξας ἐπιτίθει . πρὸς τὸ ἀφιστάναι τοὺς πεπονηκότας ὄνυχας θεῖον λεῖον ἀναλαβὼν ὑείῳ στέατι ἐπιτίθει
περί τε τῶν ἐν Μιλήτῳ πυθέσθαι καὶ τὰς πόλεις ἅμα ἀφιστάναι . καὶ ἐλθούσης παρὰ Χαλκιδέως ἀγγελίας αὐτοῖς ἀποπλεῖν πάλιν
5031024 μισθους
στρατιωτῶν βουλομένων ἀφίστασθαι πρὸς Γαλαίστην διὰ τὸ μὴ κομίζεσθαι τοὺς μισθούς , ἐκ τῆς ἰδίας οὐσίας ὀψωνιάσας τὴν δύναμιν διωρθώσατο
. . οὐκοῦν : Τὸ λοιπόν . ἀπεδίδου : Τοὺς μισθούς . . ἐκείνη μὲν τὸ καταλιπεῖν ἔφη ὅτι οὐδέποτέ
5030557 ᾐτησε
, θέσει , ποιότητι καὶ γνώμῃ . οἷον ἀριστεύσας τις ᾔτησε πολίτου φόνον καὶ ἔλαβεν , εὕρηται προαπεκτονὼς αὐτὸν καὶ
Ἰωνιτῶν πόλει τοῦ λεγομένου Δράκοντος , νυνὶ δὲ Ὀρόντου , ᾔτησε τοὺς Ἰωνίτας εὔξασθαι : καὶ ἐν τῷ εὔχεσθαι αὐτοὺς
5025024 διακομιζειν
αὐξομένου τέκνα μὲν καὶ γυναῖκας καὶ τοὺς γεγηρακότας εἰς Καρχηδόνα διακομίζειν ἐψηφίσαντο , τοὺς δ ' ἀκμάζοντας ταῖς ἡλικίαις ἐπέλεξαν
. μεταπεμψάμενος οὖν τοὺς πιστοτάτους τῶν εἰωθότων τὰ βασιλικὰ γράμματα διακομίζειν , δίδωσιν αὐτοῖς ἐντολάς [ ἀπορρήτων , ] εἰ
5004429 διηκοσιας
οὐκ ὁμοιώσομαι ὑμῖν , ἀλλ ' ἕτοιμός εἰμι βοηθέειν παρεχόμενος διηκοσίας τε τριήρεας καὶ δισμυρίους ὁπλίτας καὶ δισχιλίην ἵππον καὶ
Ἀθηναίους τῆς διαιρέσιος ταύτης παυσαμένους νέας τούτων τῶν χρημάτων ποιήσασθαι διηκοσίας ἐς τὸν πόλεμον , τὸν πρὸς Αἰγινήτας λέγων .
4996654 παραδωσεις
ἔστω δέ σοι καὶ ἀπειλὴ πρὸς αὐτούς , ὡς οὐ παραδώσεις τὴν ἀρχήν σφισιν , εἰ μή που καλοί τε
ὥσπερ τοὺς ἄνδρας ἐξέλεξας , οὕτω καὶ τὰς γυναῖκας ἐκλέξας παραδώσεις καθ ' ὅσον οἷόν τε ὁμοφυεῖς : οἱ δέ
4987655 ἐπιχεαϲ
. εἶτα τούτων τὸ ἀπόπλυμα εἰϲ κρατῆρα πλατύϲτομον βαλὼν καὶ ἐπιχέαϲ ἕτερον ὕδωρ ζέον ἀνατάραϲϲε λαμβάνων ἐκ τοῦ ὑγροῦ ποτηρίῳ
τὸ τετάρτον καὶ περιδήϲαϲ ὀθονίῳ πυκνῷ ἔα ἡμέραϲ ζ καὶ ἐπιχέαϲ αὐτὸ εἰϲ θυίαν τρῖβε καὶ ἀναλάμβανε ὠῷ χρυϲίνῳ :
4982789 λιθοβολους
συνελθόντων ἐγγὺς καὶ ἐκ χειρὸς μαχομένων μετὰ τὸ παύσασθαι τοὺς λιθοβόλους καὶ τοὺς σφενδονήτας . ἤ , ὥς τινες ,
ἀποκόπτωνται . ἀνθιστάναι δὲ χρήσιμον πρὸς ἕκαστον αὐτῶν δύο δεκαμναίους λιθοβόλους , οὓς δεῖ μεταφέρειν οὗ ἂν καὶ οἱ πολέμιοι
4982362 ἀποδομενος
ἀφίκοντο ἐς τὴν ὑστεραίαν δικασόμενοι ἄμφω , καὶ ὁ μὲν ἀποδόμενος ὑβριστής τε ἠλέγχετο καὶ θυσίας ἐκλελοιπώς , ἃς ἔδει
μὲν ἐπώλει ὧν εἰλήφει τὴν τιμήν , τὰ δ ' ἀποδόμενος οὐκ ἐβεβαίου ; εἴπατέ μοι πρὸς Διὸς ὦ ἄνδρες
4973406 κομισασθαι
τὴν Ἰάσονος συγγένειαν ἄρδην ἀνελόντα ταχὺ τὴν προσήκουσαν τοῖς ἀσεβήμασι κομίσασθαι τιμωρίαν . τὸν γὰρ Ἰάσονα καταπλεύσαντα νυκτὸς τῆς Θετταλίας
θεῷ τὴν καταδικάζουσαν ἐκ τοῦ ἱεροῦ ψῆφον λαβεῖν καὶ μισθὸν κομίσασθαι τῆς εὐσεβείας τὸ κεκρίσθαι μηδὲ τοῦ ἀνατιθέναι ἄξιον .
4968293 λυτρα
εὐηχῆ καὶ εὔρυθμον κατασκευάζει , ὄντα τὸν ὕμνον ἀμοιβὴν καὶ λύτρα τῆς ἀρετῆς . εἶτα ἡ ἀνταπόδοσις τοῦ νοῦ :
ταῦτα μέμνησθε , ὅτι τούτοις ὡμολογήκειν οὓς ἐλυσάμην καὶ κομιεῖν λύτρα καὶ σώσειν εἰς δύναμιν . δεινὸν οὖν ψεύσασθαι καὶ
4960198 Ϛον
τὸ εον , καὶ ἔτι τὸν δον τῷ αῳ τὸ Ϛον , καὶ γίνεσθαι ἴσους μετὰ τὴν ἀντίδοσιν . Τετάχθω
αὐτῶν τῆς τῶν ἀπ ' αὐτῶν τετραγώνων ὑπεροχῆς εἶναι μέρος Ϛον . Τετάχθω ὁ ἐλάσσων ʂ α , ὁ δὲ
4946477 ἀττικα
κοινά , λοῦται ⌈ δὲ καὶ λοῦσθαι ⌈ καὶ λούμενος ἀττικά . γνώμην ] διάνοιαν , βουλήν , γνῶσιν ,
μὲν ἐν πάντι σπουδάζει τὰ λακωνικά , αὔξειν δὲ τὰ ἀττικά . ἀμέλει κἀνταῦθα ποιῶν τοῦτο φαίνεται . διὸ τοῖς
4945444 πεντακοσιας
τὰς τιμὰς τῶν ἐν ἀγῶσιν ἀθλητῶν , Ὀλυμπιονίκῃ μὲν τάξας πεντακοσίας δραχμάς , Ἰσθμιονίκῃ δὲ ἑκατόν , καὶ ἀνὰ λόγον
εἴρηται , ἐὰν δέ τις εἴπῃ ἀποβεβληκέναι τὴν ἀσπίδα , πεντακοσίας δραχμὰς ὀφείλειν κελεύει . οὐκ οὖν δεινόν , εἰ
4944795 ἰσους
καὶ ποιοῦσι τὸ πρόβλημα . λα . Εὑρεῖν δύο ἀριθμοὺς ἴσους τετραγώνῳ , ὅπως ὁ ὑπ ' αὐτῶν , ἐάν
ιϚ # ʂ ιϚ . βούλομαι τοὺς δύο λοιπὸν συντεθέντας ἴσους εἶναι Μο ιϚ . ΔΥ ἄρα ε Μο ιϚ
4944317 στρατευσαμενους
Ὑμαίης δὲ καὶ αὐτὸς ἐὼν τῶν ἐπιδιωξάντων τοὺς ἐς Σάρδις στρατευσαμένους Ἰώνων , τραπόμενος ἐς τὴν Προποντίδα εἷλε Κίον τὴν
ἐπιπόνῳ τροφῇ τεθραμμένους , γεωργήσαντας , λειτουργήσαντας , θυραυλήσαντας , στρατευσαμένους , ἐναυξηθέντας τῇ δυσχερείᾳ τοῦ βίου τοῦ ἀνθρωπίνου ,
4942757 προσεταξεν
εἰς τὸ εὐτρεπισθὲν αὐτῷ πλοῖον , καὶ προηγεῖσθαι αὐτῶν προσκουλκάτορας προσέταξεν ἄνδρας γενναίους ἐκ τοῦ ἀριθμοῦ τῶν λαγκιαρίων καὶ ματτιαρίων
κῦδος ἅμ ' εἰρήνῃ ἐρατεινῇ . γενομένων δὲ τούτων ὡς προσέταξεν , τοὺς μὲν λέοντας ἐκνηξαμένους εἰς τὴν πολεμίαν οἱ
4935815 ἐκηρυξε
καὶ Καυκαίους δὲ παροδεύων , ἐς οὓς παρεσπόνδησε Λούκουλλος , ἐκήρυξε Καυκαίους ἐπὶ τὰ ἑαυτῶν ἀκινδύνως κατέρχεσθαι . καὶ παρῆλθεν
χιλίων , τὰ δὲ ἄλλα βοσκήματα πλείω ἢ μύρια . ἐκήρυξε δὲ καὶ νικητήριον χρυσοῦν στέφανον ἔσεσθαι , ἥτις τῶν
4933560 θησαυρους
μέγα . Ὑπερηφανεία μέγιστον ἀνθρώποις κακόν . Φίλους ἔχων νόμιζε θησαυροὺς ἔχειν . Χάριν φίλοις εὔκαιρον ἀπόδος ἐμ μέρει .
δέ φασι μετασχεῖν τῆς ἐπὶ Δελφοὺς στρατείας , τούς τε θησαυροὺς τοὺς εὑρεθέντας παρ ' αὐτοῖς ὑπὸ Σκιπίωνος τοῦ στρατηγοῦ
4931879 ᾐτει
δεινὴ δὴ συγχωρεῖν ἀνάγκη περιειστήκει , τότε δὴ τὸν κουφότατον ᾔτει μισθόν , πόλεις καὶ χώρας καὶ ἔθνη , τὰ
ἐθαύμαζεν Ἀλκιβιάδης , καί ποτε διδασκαλείῳ παίδων προσελθὼν ῥαψῳδίαν Ἰλιάδος ᾔτει . τοῦ δὲ διδασκάλου μηδὲν ἔχειν Ὁμήρου φήσαντος ἐντρίψας
4904179 δραχμιδα
μετοπώρου ἔμετον ποιέειν : σκορόδων δὲ κεφαλὰς τρεῖς καὶ ὀριγάνου δραχμίδα ὅσην τρισὶ δακτύλοισι περιλαβεῖν , ἑψεῖν ἐπιχέαντα δύο κοτύλας
μῖξαι δὲ σμύρναν , λιβανωτὸν ὀλίγον : τούτου λαβὼν ὅσον δραχμίδα , προσθεῖναι , ὥσπερ ἐν τῷ πρόσθεν προσθήματι .
4899772 τριακοσιας
ποτε , ὃς ἀντὶ δισχιλίων ἑξακοσίων δραχμῶν τριάκοντα μνᾶς καὶ τριακοσίας καὶ ἑξήκοντα ἀποτίνειν προείλετ ' ἄν , καὶ τόκον
ὀκτακόσια ἑξήκοντα τρία : ἐν οἷς ἡλίου μὲν ἐκλείψεις γενέσθαι τριακοσίας ἑβδομήκοντα τρεῖς , σελήνης δὲ ὀκτακοσίας τριάκοντα δύο .
4898096 διακοσια
δὲ δευτέρᾳ προεκομίσθη νομισμάτων τάλαντα χίλια , ἀργύρου τάλαντα δισχίλια διακόσια , ἐκπωμάτων πλῆθος , ἀγαλμάτων καὶ ἀνδριάντων ποικίλων ἅμαξαι
, πεζοὶ δὲ ἐς ἑκατὸν μυριάδας , καὶ ἅρματα δρεπανηφόρα διακόσια , ἐλέφαντες δὲ οὐ πολλοί , ἀλλὰ ἐς πεντεκαίδεκα
4870348 υπʹ
ἐστιν ὁμοῦ πέντε , τετράκις ποιῶ τὰ ρκʹ , γίνεται υπʹ , μερίζω παρὰ τὸν εʹ καὶ ἔχω μέρος ἓν
. Σικύου ἀγρίου ῥίζης ⋖ φοϚʹ , σκίλλης καθαρᾶς ⋖ υπʹ , ἀσφοδέλου ῥίζης ⋖ ρμδʹ , ἐλαίου ῥαφανίνου ⋖
4857514 Ἑωθεν
δὲ αὐτὸν οἷ κατέδυ , τὸ λοιπὸν ἀνεπαυόμην . “ Ἕωθεν δὲ πάντων ἀπεγνωκότων καὶ νεκρὸν εὑρήσειν με οἰομένων καθάπερ
γὰρ ταῦτα “ θεῶν βοηθῶν καὶ τύχης δεῖται ” . Ἕωθεν προλέγειν ἑαυτῷ : συντεύξομαι περιέργῳ , ἀχαρίστῳ , ὑβριστῇ
4852112 δημαρχους
οὖν παθόντες ἐμποδὼν ἵστασθ ' ἡμῖν καὶ οὐκ ἐᾶτε τοὺς δημάρχους ἃ βούλονται λέγειν ; ἀποκρίνεται πρὸς ταῦθ ' ὁ
ἐπεὶ δὲ τοῦτο διεπράξατο , συνεκάλει τὴν βουλὴν καὶ τοὺς δημάρχους πολλὰ ἐπαινέσας καὶ τοῦ συνάρχοντος δεηθεὶς μὴ ἀντιπράττειν τῇ
4846669 εἰσηγαγον
ἀλλ ' ἡγούμενος εἰκός τι παθεῖν τοὺς τότε δικάζοντας , εἰσήγαγον εἰς τοὺς φράτερας τοὺς τοῦ Ἁγνίου Εὐβουλίδῃ τὸν παῖδα
ἣν συνέκοψαν καὶ ἰατρὸν εἰσάγειν οὐκ ἐφρόντιζον , ἐγὼ αὐτὸς εἰσήγαγον ἰατρὸν ᾧ πολλὰ ἔτη ἐχρώμην , ὃς ἐθεράπευεν αὐτὴν
4843851 ἐπεταξεν
ποιῆσαι τῶν φυλῶν σκιροφοριῶνος δευτέρᾳ ἱσταμένου καὶ τρίτῃ , καὶ ἐπέταξεν ἐν τῷ ψηφίσματι ἑκάστης τῶν φυλῶν ἑλέσθαι τοὺς ἐπιμελησομένους
' ὀλίγον δὲ χρόνον κρίνας ἀνθρώπινα φρονεῖν ἐν τοῖς εὐτυχήμασιν ἐπέταξεν αὐτὸν λῦσαι καὶ τὴν ἰδίαν σκηνὴν ἀπέδωκε καὶ τὴν
4835640 αὐθημερον
ἀρχὰς γὰρ καταχριόμενος σαφῆ τὴν ὠφέλειαν παρέχει , ὥστε λουσάμενον αὐθημερὸν τὸν κάμνοντα περιπατεῖν : περὶ γάρ τοι τὸν τῆς
τῆς ἐξόδου μάλιστά πως παραπλησίως , διὰ τὸ καὶ τότε αὐθημερὸν ἐξιέναι ἐπὶ τῷ προστάγματι , καὶ δὴ καὶ τῇ
4832545 ἐκελευσε
ξηρὸν τοῦ ποταμοῦ τοὺς ὑπηρέτας καὶ πεζοὺς καὶ ἱππέας , ἐκέλευσε σκέψασθαι εἰ πορεύσιμον εἴη τὸ ἔδαφος τοῦ ποταμοῦ .
ἐπιφανεῖς . μετὰ δὲ τοὺς ἐννέα τούτους ἑκάστην φράτραν πάλιν ἐκέλευσε τρεῖς ἐκ τῶν πατρικίων ἀποδεῖξαι τοὺς ἐπιτηδειοτάτους : ἔπειτα
4831357 λιτραν
' ὧν ἡ πάνυγρος ὀνομαζομένη καὶ αἱ παραπλήσια . Λιθαργύρου λίτραν α , ἐλαίου καὶ οἴνου ἀνὰ λίτρας γ :
προσφέρεται τὸ φάρμακον . Λιθαργύρου λίτραν α , ἐλαίου παλαιοῦ λίτραν μίαν καὶ ἡμίσειαν , ἀρσενικοῦ οὐγγίαν α : ἕψε
4830848 ἀφελομενος
' ἀθανάτοισιν ἐίσκεις „ ; ἔφη , οὔτε τὸν Πολέμωνα ἀφελόμενος τὸ νομίζεσθαι θεῖον ἄνδρα , οὔτε ἑαυτῷ διδοὺς τὸ
Γ * [ ἀμφιέσαι ] βούλεται τὸν πατέρα ὁ υἱὸς ἀφελόμενος τὸ τριβώνιον . Γ φησὶν ⌈ οὖν Γ ,
4824390 παραδουναι
ἄρα ἅτερος ἡμῶν πείσας τὸν ἕτερον , ἐὰν λάχῃ , παραδοῦναι αὑτῷ τὴν ἀρχήν , οὕτω κληρῶται , τὸ δυοῖν
ἐπιμερισμὸν ἀπὸ ὁρίων ἀγαθοποιῶν ἐπὶ ὅρια κακοποιοῦ συνεπιμερίζοντος κακοποιοῦ ἢ παραδοῦναι τὸν ἐπιμερίζοντα ἀγαθοποιὸν ὄντα κακοποιῷ ἐν ὁρίοις κακοποιοῦ :
4822576 δισχιλιους
δὲ περὶ μέσας νύκτας ἀφώρμησε , καταλιπὼν τῶν ψιλῶν περὶ δισχιλίους . τούτοις δ ' ἦν παρηγγελμένον πυρὰ καίειν δι
καὶ τὰς πολιτικὰς δυνάμεις , ἐκ Πελοποννήσου μὲν πλέον ἢ δισχιλίους ὁπλίτας , ἐξ Ἀκαρνανίας δὲ ἑτέρους τοσούτους : δεδόσθαι
4818372 διμοιρον
ὁ Ἥλιος ἐκλείπων ἐν τῇ πρώτῃ τριώρῳ ὅλος ἢ τὸ δίμοιρον μέρος τοῦ κύκλου τὸν τῆς Ἀσίας δυνάστην ὑπὸ βαρβάρων
εʹ , τοῦτ ' ἔστιν γο ηʹ , κοτύλης τὸ δίμοιρον , μύρου μαλαβαθρίνου λι αʹ . κόψας τὰ ξηρὰ
4818270 προσμιγε
Καρατζία , ἔχων τοὺς μετὰ σεαυτοῦ καὶ διαβὰς τὴν τάφρον πρόσμιγε τῷ κατὰ σὲ παρερρηγμένῳ τοῦ τείχους καὶ βιασάμενος τοὺς
. Ϛʹ , λειώσας τὸ ἀρσένικον πάνυ ὡς χνοῦν , πρόσμιγε τὸ μέλαν τὸ σκυθικὸν , καὶ συνλείου : γίνεται
4812536 διανειμαι
συμμορίαις μέρος ἓν χρήστων ἑκάστῃ , τὴν δὲ συμμορίαν ἑκάστην διανεῖμαι τῶν αὑτῆς μερῶν ἑκάστῳ τὸ ἴσον , τοὺς δὲ
ἃ λέγεις , σὺ δὲ τάχ ' ἂν ὀρθῶς λέγοιςἔστι διανεῖμαι καὶ προσενεγκεῖν ταῦτα ἀμφότερα τὰ μιμήματα , τά τε
4808514 ὀβολον
βᾶριν καλεῖσθαι , τὸ δ ' ἐπίβαθρον [ νόμισμα τὸν ὀβολὸν ] τῷ πορθμεῖ δίδοσθαι , καλουμένῳ κατὰ τὴν ἐγχώριον
κικίδα , σμύρναν , σίδιον , ῥητίνην , πόλιον , ὀβολὸν ἑκάστου , ἐν μέλιτι τρίψασα , προσθέσθω ἐπὶ τρεῖς
4799904 ἀμυνεισθαι
πρότερον πρὸς ἀπώλειαν ἀνθρώπων , νυνὶ δὲ δι ' αὐτῶν ἀμυνεῖσθαι ῥᾳδίως τοὺς ἀξίους τιμωρίας . προειποῦσαν δὲ τοῖς ἀριστεῦσι
αὐτοὺς ὀρθῶς , ἐὰν δὲ ἐπεμβαίνωσι , τοὺς θεοὺς ἐπιμαρτυρόμενος ἀμυνεῖσθαι τοὺς ἀδίκου πολέμου κατάρχοντας . Ὅτι Φίλιππος ὁ Μακεδὼν
4799129 κελευσας
τοῖς φιλτάτοις ἔδωκε τῷ παιδὶ περισοβεῖν [ ἐν κύκλῳ ] κελεύσας , τὸ κύκλῳ πίνειν τοῦτ ' εἶναι λέγων ,
συγκείμενος χρόνος αὐτός τε προθύσας τοῖς θεοῖς καὶ τοὺς ἄλλους κελεύσας κατὰ δύναμιν τὸ αὐτὸ δρᾶν ὄρνιθας μὲν πρῶτον αἰσίους
4798620 ἠναγκασε
πρώτους Αἰθίοπας τοὺς πρὸς τῆι μεσημβρίαι κατοικοῦντας , καὶ καταπολεμήσας ἠνάγκασε τὸ ἔθνος φόρους τελεῖν ἔβενον καὶ χρυσὸν καὶ τῶν
Θεμιστοκλέα καὶ Περικλέα γενέσθαι τὸν μέν , ὅτι ναυμαχεῖν Ἀθηναίους ἠνάγκασε πεζοὺς πρότερον ὄντας καὶ τὴν χώραν καὶ τὴν πόλιν
4797183 τριακοσιους
Νεῖλον ἀπὸ τοῦ Εὐφράτου πεντακισχιλίων , ἄλλους δὲ χιλίους καὶ τριακοσίους μέχρι Κανωβικοῦ Στόματος , εἶτα μέχρι τῆς Καρχηδόνος μυρίους
πόλεις τὰς ξυναφεστώσας τοῖς Σαγγάλοις δοὺς αὐτῷ τῶν ἱππέων ἐς τριακοσίους , φράσοντας [ ] τοῖς ἔχουσι τὰς πόλεις τῶν
4794131 Λεντλον
δὲ γράφεται Κλώδιος παρανόμων , ὅτι πρὸ δικαστηρίου τοὺς ἀμφὶ Λέντλον καὶ Κέθηγον ἀνέλοι . ὁ δ ' ἐς τὸ
συνωμόταις ἔδοξεν , ὅτε Κατιλίναν ἐν Φαισούλαις πυνθάνοιντο γεγενῆσθαι , Λέντλον μὲν αὐτὸν καὶ Κέθηγον ἐφεδρεῦσαι ταῖς Κικέρωνος θύραις περὶ
4793757 λοιπους
θεῶν εἵλκυσαν εἰς ἔρωτα ἑαυτῶν , ἐξαιρέτως δὲ παρὰ τοὺς λοιποὺς θεοὺς Ἄρης καὶ Ἀθηνᾶ τῆς πόλεως ἤρων καὶ ἀντεποιεῖτο
ἐκλήθη σεισάχθεια : φανερὸν δὲ διὰ τί . Ἔπειτα τοὺς λοιποὺς νόμους ἔθηκεν , οὓς μακρὸν ἂν εἴη διεξιέναι ,

Back