μήκει πόδα , ἵνα συναγωγὴν ἔχῃ τὸ ἔργον καὶ μὴ πρόχυμα , ἵνα μὴ ἀκροβαρῆσαν περινεύσῃ , ἀλλ ' ἕδραν | ||
: δῖνος ἀγγεῖόν τι κεράμειον ⌈ οἴνου ⌈ , οἷον πρόχυμα , βάσιν οὐκ ἔχον , ἀλλὰ ⌈ κάτωθεν ὑπότροχον |
καὶ μετακινοῦντες αὐτὰ τροχοῖς καὶ μοχλίαις . Οἱ δέ τινες ξύλα προμήκη , σιδήρῳ καταπεφραγμένα , ὡς μὴ ἀποθραύεσθαι ἐν | ||
Ἐρεχθέως θυγατράσι : καὶ οὐ μόνον θυσίας νηφαλίους ἀλλὰ καὶ ξύλα τινὰ ἐφ ' ὧν ἔκαιον . . . . |
περὶ τὸν ᾅδην , ἥτις θραύει τῇ ψυχρότητι πάντα τὰ ἀγγεῖα πλὴν τῶν κερατίνων , ἐξ ἧς στυγηρὸν τὸ μισητὸν | ||
δὲ ἐπέρχονται , μάλιστα ταῖς ἠφροδισιασμέναις . κεχρίσθω δὲ τὰ ἀγγεῖα , ἐν οἷς αἱ μέλισσαι , ἢ θύμου ἢ |
ἐγγυθήκη τρίγωνός ἐστι , κατὰ μέσον κοίλη , δυναμένη ἐντιθέμενον κεράμειον δέχεσθαι . ἔχουσι δὲ ταύτην οἱ πένητες ξυλίνην , | ||
συμβεβηκός : τὸ γὰρ σῶμα μεταφέρεται , λέγω δὲ τὸ κεράμειον ἢ ὁ κάδδος , οὗ πέρας ἐστίν . ἔστι |
δὲ μὴ ἔχῃ , ἐπιπλέουσιν . Τὴν γύψον ἐμβλητέον εἰς ἀγγεῖον πλατύ , εἶτα καὶ γλεῦκος ἐπιχυτέον , ὥστε ὑπερέχειν | ||
ἀγγείῳ τὴν κεφαλὴν τῆς Γοργόνος ὁ Περσεύς : τὸ δὲ ἀγγεῖον ἐκεῖνο ἔσκεπε τὸ μετάφρενον αὐτοῦ . . ΓΟΡΓΟΥΣ . |
ἡ παραγωγὴ οὐ παραδέχεται : προείρηται δὲ καὶ ἐν τοῖς ἐπάνω . καὶ ἐπὶ πληθυντικῶν , ἡμῶν ἡμέτερος , ὑμῶν | ||
θέλῃ πιεῖν ἐκ τοῦ παρακειμένου ὕδατος , πίπτει ἡ πέτρα ἐπάνω αὐτοῦ καὶ τιμωρεῖται αὐτόν . ἐκ τούτου φησὶν ὅτι |
+ * . Βλίσαι : ῥητορική . τὸ τὰ κηρία θλίψαι τῶν μελισσῶν βλίσαι λέγεται : ἀπὸ τοῦ μέλι μελίζω | ||
+ * . Βλίσαι : ῥητορική . τὸ τὰ κηρία θλίψαι τῶν μελισσῶν βλίσαι λέγεται : ἀπὸ τοῦ μέλι μελίζω |
εἰς τὴν κλεψύδραν διὰ τὴν προειρημένην αἰτίαν , ἐξέρχεται δὲ ἀνοιχθέντος τοῦ αὐλοῦ διὰ τὸ τὸν ἐν αὐτῶι ἀέρα κινούμενον | ||
οὐ φέρεται τὸ ὕδωρ διὰ τοῦ αὐλοῦ ἐπὶ στόμα . ἀνοιχθέντος δὲ τοῦ στόματος οὐκ εὐθὺς ἐκρεῖ κατὰ τὸν αὐλόν |
διακρατείτω : κἄπειτα βάροϲ τι , οἷον λίθον ἢ ϲταθμίον μολιβοῦν ἤ τι τοιοῦτον ἀπαρτήϲαϲ τοῦ ἀγκῶνοϲ καὶ ἀφεὶϲ ἀποκρέμαϲθαι | ||
τὰ ξηρὰ καὶ ἀναλαβόντα μέλιτι καλλίϲτῳ ἀποτίθεϲθαι εἰϲ ὑελοῦν ἢ μολιβοῦν ἀγγεῖον . Οὗτοϲ ὁ τρόποϲ κοινόϲ ἐϲτι παϲῶν τῶν |
τὸν Ὀρχομενὸν ἀπολιπούσας καὶ τῆς Ἀργαφίας κρήνης ἀπονιψαμένας : τὼ χείλη δὲ τὰ ῥόδα τῆς Ἀφροδίτης ἀποσυλήσας τῶν κόλπων διήνθισται | ||
λόγος διὰ στόματος , οὗ πέρατα ἡ φύσις διττὰ εἰργάσατο χείλη , ῥέων διαστείλῃ τό τε ὠφέλιμον καὶ τὸ ἐπιζήμιον |
ἀντὶ τοῦ φθαρτικὸν θάνατον τῷ φοινικῷ κατασκευάσει δόρατι τῷ ἀπὸ ξύλου τμηθέντι φονευθεὶς ὁ Αἰτωλὸς ἤγουν ὁ Θερσίτης . πιθηκομόρφῳ | ||
, εὐδαιμονήσομεν . Τὸ δὲ „ καὶ ἔφαγες ἀπὸ τοῦ ξύλου οὗ ἐνετειλάμην σοι τούτου μόνου μὴ φαγεῖν „ ἴσον |
καὶ συναρμόσας ὡς κάλλιστα διαθείη , αὐλοὺς ἐναρμόσας ἐς τὰ τρυπήματα , καὶ ἐγχέοι ἡσυχῇ ἐς ἓν τῶν χαλκείων ὕδωρ | ||
τι καὶ ὀδοντισμὸς εἶδος αὐλήσεως . καὶ τέως μὲν τέτταρα τρυπήματα εἶχεν ὁ αὐλός : πολύτρητον δ ' αὐτὸν ἐποίησε |
πτερύγια καὶ τὰ σταφυλώματα περιαιροῦμεν , τὰ μὲν σταφυλώματα λίνον διείραντες καὶ ἀποβροχίζοντες , τὰ δὲ πτερύγια καὶ τὰς ἐγκανθίδας | ||
δέ ποτε ἁλῷ , οἱ χαριέστεροι τῶν ἁλιέων ὁλόσχοινον αὐτοῦ διείραντες τῶν ῥινῶν ἀφῆκαν αὐτόν : ὃ δὲ οἷα τὸν |
τεθειμένον , ἀλλὰ καὶ τοῦ Ἰνδοῦ ποταμοῦ : μόνον γὰρ μεσημβρινώτερον ὁμολογεῖται τῶν στομάτων εἶναι τοῦ ποταμοῦ παρά τε τῶν | ||
τὸ Σούνιον ἀκρωτηριάζει ὁμοίως τῇ Λακωνικῇ , οὐ πολὺ ἧττον μεσημβρινώτερον ὂν τῶν Μαλεῶν καὶ κόλπον ἀπολαμβάνον ἀξιόλογον . καὶ |
τέκτονος πρὸς τὴν τῆς θύρας γένεσιν . ὥσπερ οὖν τὸ ξύλον πρὶν εἰδοποιηθῆναι οὐκ ἄν τις ὀνομάσοι θύραν , οὕτως | ||
ἂν ἐκ κλίνης , εἰ λάβῃ σηπεδόνα βλάστημα , τὸ ξύλον οὐ κλίνη , γίνεται δὲ καὶ ἐξ ἀνθρώπου ἄνθρωπος |
ἐντὸς τῆς ἀσπίδος πρόσθημα , δι ' οὗ τὴν χεῖρα διεῖρον . πούλυπον καὶ πουλύπουν : Ἀττικοί , πολύποδα Ἴωνες | ||
: μηχάνημα τροχῷ ἐμφερές , δι ' οὗ τὸν τράχηλον διεῖρον καὶ τῶν ὑποζυγίων ὥστε μὴ ἐσθίειν καὶ τῶν ἀνθρώπων |
ὅσον δύο ποδῶν βάθος , μῆκος δὲ ὅσον χωρέειν τὸν χύτρινον : ἔπειτα χρὴ ἐγκαίειν ξύλοις , ἕως τὸν βόθρον | ||
δὲ ῥίζας τῶν μαράθρων ἀμφιπλύναντα φλᾶσαι , καὶ ἐς τὸν χύτρινον ἐμβαλεῖν , καὶ ἐπιχέας ὕδωρ τὸν αὐτὸν τρόπον πυριῇν |
καὶ τὸν φλοῦν , τουτέστι τὸ γῆρας , ἀποβάλλει , παρατριβόμενα κατὰ τὴν ἔξοδον ἐν ταῖς χειαῖς . * χαράδρεια | ||
δὲ καὶ περιίδρωσιν , ὃν τρόπον καὶ τὰ οὖλα | παρατριβόμενα χωρὶς ἑλκώσεως προΐησιν αἷμα , καὶ ὡς ἐπὶ τῶν |
ἀεὶ κούφιζε τὸ γʹʹ : λοιπὰ υπʹ : ὧν τὸ ρϘβʹʹ γίνεται βʹ : καὶ τὰ λοιπὰ εἰς ηʹʹ γίνονται | ||
ἐπὶ τὰ ιβʹ τοῦ πάχους γίνονται ͵γωμʹ : ὧν τὸ ρϘβʹʹ γίνεται κʹ : τοσούτων ποδῶν στερεῶν τὸ ξύλον . |
ἄμπελος , καὶ ὅσα τοιαῦτα , αὐτὸ μέσον τὸ ξυλῶδες σχίσαντες ἐμβάλλουσι τὰ ἐνθέματα . καλεῖται δὲ οὗτος ὁ τρόπος | ||
ἥλιος μήθ ' ὕδωρ μήτε ψύχος παραλυπῇ . καὶ ὅταν σχίσαντες ἐντιθῶσι τὸ ἔνθεμα , σφηνοειδὲς ποιήσαντες ἐν σφύρᾳ ἐλαύνουσιν |
ἐπιμελῶϲ : ὑποτίθει δὲ κατ ' ἀμφότερα χείλη τοῦ πώματοϲ λιθάρια ὕψοϲ τετραδακτυλιαῖον ἔχοντα , ἵνα χωρήϲῃ ὑποτιθέναι ἕτερον χόνδρον | ||
, ἃ δὲ κηροειδῆ , ἃ καὶ κύει ὅμοια ἑαυτοῖς λιθάρια : τούτων δὴ καὶ ἐγὼ ἒν πείρας ἕνεκα ἔσχον |
ἐπειδὴ τοὺς ἡλίους οὐκ ἔχουσι καθαρούς , ἐν οἴκοις μεγάλοις κόπτουσι , συγκομισθέν - των δεῦρο τῶν σταχύων : αἱ | ||
ἐπειδὴ τοὺς ἡλίους οὐκ ἔχουσι καθαρούς , ἐν οἴκοις μεγάλοις κόπτουσι , συγκομισθέντων δεῦρο τῶν σταχύων : αἱ γὰρ ἅλως |
ὅσα τοιαῦτα , αὐτὸ μέσον τὸ ξυλῶδες σχίσαντες ἐμβάλλουσι τὰ ἐνθέματα . καλεῖται δὲ οὗτος ὁ τρόπος ἐγκεντρισμός . ἐπ | ||
αἰτίαν , δι ' ἣν οὐ παραχρῆμα τοῦ λαβεῖν τὰ ἐνθέματα ταῦτα ἐγκεντρίζειν προσήκει , μάνθανε . ἐὰν γὰρ ἔτι |
σταδίους , καὶ δοκεῖ τῆς αὐτῆς παραλίας μέχρι τῆς Ἰνδικῆς ἀρκτικώτερον εἶναι σημεῖον καὶ περίπλουν ἔχειν ἀπὸ τῆς Ἰνδικῆς δυνατὸν | ||
κατὰ θέσιν νεʹ γʹʹ μϚʹ ∠ ʹʹδʹʹ καὶ τὸ μὲν ἀρκτικώτερον τὸ ἐκ τούτου τοῦ μερισμοῦ ἐκβάλλει εἰς τὸν Πόντον |
, δυσῶδές ἐστιν βατράχοιο ] τοῦ βατράχου καθεψέος ] τοῦ ἑψημένου καθεψέος ] ἀναβράστου ὀπτήν ] ὀπταλέην πόροις ] δίδου | ||
ὀϲφὺν καὶ τὰ κάτω μέρη : ἔπειτα λαμβάνειν γάλακτοϲ μετρίωϲ ἑψημένου καὶ ἀφῃρημένου τοῦ ἐπιπάγου ὅϲον κοτύλην . τὰϲ γὰρ |
δέξαιο . τὰ ψήγματα δὲ τῆς κέδρου , κεδρίνα λέγει κάρφη κανθαρίς ζωύφιον μέλαν καθάπαξ τοῖς φυτοῖς λυμαινόμενον σιτηβόρου ] | ||
, σὺν δὲ καὶ Αἰγινῆτιν , ὅσαι τ ' ἐσκληκότα κάρφη φοίνι ' ἀραχνήεντι διαφράσσουσι καλύπτρῃ : ἄλλοτε δ ' |
οὔροις καὶ ταῖς λοιπαῖς ἐκκρίσεσι ἀποδίδοται , βραχὺ δέ τι ἐνακμάζοντος : ὁπόταν δ ' ἤδη καὶ ἡ ἄκμη παρῇ | ||
μελιττῶν δεσπότης ῥᾷστα . αἱ δὲ φάλαγγες ἀπόλλυνται νύκτωρ , ἐνακμάζοντος λύχνου τεθέντος πρὸ τῶν σμηνῶν καὶ ἀγγείων ἐλαίου πεπληρωμένων |
ἱκανῶς ἑψημμένον , ποτίζειν δὲ τὸ βαλαύστιον μετ ' ὀξυκράτου βρεχόμενον ἄχρις οὗ τρυφερὸν γένηται καὶ οὕτως ἐσθιέτω , ἢ | ||
μορίου καὶ τοῦ διαίνω τὸ βρέχω , ἤγουν τὸ μηδόλως βρεχόμενον διὰ τὸ εἶναι ὀρθόν τι καὶ ὀξὺ καὶ γλίσχρον |
φασι τὰ ὠὰ ἐσθιόμενα εἰς ἀφροδίσια παρορμῶσι . τὰ δὲ ἀράχνια ὠὰ ὑποθυμιώμενα ἢ περιαπτόμενα ὠκυτόκια γίνεται . Τέλος τῶν | ||
ποιήσεις γεννήματα , ὥστε μὴ εὑρεθῆναι ἐν τοῖς ἀγγείοις σου ἀράχνια , ὅλα γὰρ πληρώσειας : τὰ γὰρ ἀράχνια ἐν |
σμύρνα , χαλκῖτις , θεῖον , στυπτηρία σχιστή , σηπέας ὄστρακον , φλοιὸς λιβάνου , σκίλλα , ἀμμωνιακόν , ἰχὼρ | ||
ἔκρυψε νέφεσιν , ἔνθεν εἰς ὄρος ῥίψας ἤραξεν αὐτῆς οὖλον ὄστρακον νώτων . ἡ δ ' εἶπεν ἐκψύχουσα “ σὺν |
, πολλοὶ δὲ ἐς τὸ τέλμα ἐμπεσόντες ἠφανίσθησαν κατὰ τοῦ πηλοῦ , καὶ ἀπώλεια οὐκ ἐλάσσων ἀναχωροῦσιν αὐτοῖς ἢ ἐν | ||
: ἐπὶ τῶν εἰς ἄμυναν ἀντικινουμένων . Αἴρειν ἔξω πόδα πηλοῦ : ἐπὶ τῶν βουλευομένων μὴ ἐν πράγμασιν εἶναι . |
, λέγει ἐν τῷ μέσῳ τό , ἐπεγένετο γὰρ νύξ φορμηδόν : ὡς ἐάν τις πλέξῃ φορμούς , τοὺς καλουμένους | ||
μέρει τινί αἵρεσιν : πόρθησιν . Κιθαιρῶνος : ὄρος Βοιωτίας φορμηδόν : ψιαθηδόν : φορμὸς γὰρ ὁ ψίαθος ὅστις ἐναλλὰξ |
διὰ τὸ στενὰς εἶναι τὰς παρόδους , κρημνῶν παρακειμένων καὶ φαράγγων βαθέων , ἔτι δὲ τραχείας οὔσης πάσης τῆς περιεχούσης | ||
πέτρας , οἱ Κρητικοὶ δράκοντες οἱ λοφοδρόμοι , ἐκ τῶν φαράγγων ἐκδραμόντες , εἰς μίαν βουλὴν συνηθροίζοντο τὴν αὐτοκτόνον , |
βοτανῶν φθαρτική . σκευάζουσι δὲ αὐτὴν ἐν Ἀραβίᾳ οὕτως : ξηράναντες αὐτάρκως , ὕστερον ὕδατι βρέχουσι , καὶ πάλιν ξηραίνουσι | ||
δὲ ὁ φοίνιξ καλούμενος : ἐμβάλλουσι γὰρ τὴν ὀνομαζομένην σπάθην ξηράναντες . Ἀπὸ καρπῶν δὲ τό τε μήλινον καὶ τὸ |
ο μικροῦ γράφεται : οἷον , σήμερον : αὐθήμερον : αὔθωρον : μᾶλλον : ἦττον : ἆσσον : αὔριον : | ||
ο μικροῦ γράφεται : οἷον , σήμερον : αὐθήμερον : αὔθωρον : μᾶλλον : ἦττον : ἆσσον : αὔριον : |
τὰ μετ ' αὐτὸ εὐθὺς παραλαμβάνομεν καὶ οὐχὶ τὰ τούτων κάτωθεν ; ἐκ τοῦ πᾶν τὸ διαιρούμενον ἐμπίπτειν ἢ μὴ | ||
οἶμαι , καὶ πλοίου καὶ τῶν ἄλλων τῶν τοιούτων τὰ κάτωθεν ἰσχυρότατ ' εἶναι δεῖ , οὕτω καὶ τῶν πράξεων |
ἢ χαλκευτικά . [ ὅπλον ] γʹ : τό τε σχοινίον καὶ πᾶσαν [ τὴν κατασκευὴν ] καὶ [ τὰ | ||
προσπλέων ὁ κυβερνήτης καὶ ἰδὼν ἁλιέα ἐκέλευσε μάσσαι τὸ ἀπόγειον σχοινίον : μάσσαι γὰρ τὸ δῆσαί φασιν Αἰολεῖς : ἀπὸ |
αὐτὸ λεκάνην ἔμβαλε ὕδωρ πληρώσας τὴν λεκάνην , καὶ τούτου ξηρανθέντος πάλιν γέμισον δὶς καὶ τρὶς ξηράνας πάνυ , καὶ | ||
τοῦ φλοιοῦ τῆς ῥίζης εἴτε χλωροῦ εἴτε ξηροῦ ἐν σκιᾷ ξηρανθέντος οὐγγίας η , μανδραγόρου ῥίζης φλοιοῦ οὐγγίας η , |
αὖθις πρὸς ἀλκὴν : μέλλουσαν πρὸς μάχην ἐλθεῖν πάλιν καὶ ἐμπρησθῆναι . καὶ τάφους Ἀτλαντίδος : τὸ ἑξῆς : τοὺς | ||
ἐν ἀγγείοις ἐξάπτοντα προσφέρειν , ἐὰν βούλῃ τῶν πολεμίων τι ἐμπρησθῆναι . Ταῖς δὲ τῶν κλιμάκων προσθέσεσιν ἀντιοῦσθαι ὧδε . |
λαιὰ μέρη , τῇ δὲ Ἀφροδίτῃ ἡ κεφαλὴ καὶ αἱ ᾦαι τοῦ ἥπατος καὶ ὁ πνεύμων , Ἑρμῇ δὲ τὰ | ||
, τουτέστι τὸ ἀπολῆγον τοῦ ἱματίου . λέγναι γὰρ αἱ ᾦαι , τὰ λώματα , οἱ κροσσοί , ἅπερ Ὅμηρος |
, προσήκει ἐμβαλεῖν τῷ ἐλαίῳ τὸ σπέρμα καὶ ἑψεῖν ἐπὶ διπλώματος , προσεμβαλεῖν δὲ αὐτῷ ἢ ὕδατος ἢ οἴνου , | ||
αὐτὸ προανωθοῦντα τοὺς κατὰ σκέλη τόπους : ἀνίσου δὲ τοῦ διπλώματος ὄντος στρέφειν αὐτὸ πρῶτον καὶ τὸ δίπλωμα πρὸς τὸν |
δρ . ξʹ . ἕψε , ἕως ἂν γένηται γλοιοῦ πάχος , καὶ χρῶ . τούτου τοῦ χυλοῦ ἐὰν νῆστις | ||
κδʹ , τὸ δὲ πλάτος δακτύλων ιβʹ , τὸ δὲ πάχος δακτύλων ιʹ . εὑρεῖν αὐτοῦ τὸ στερεόν : ποίει |
ἀθεράπευτός ἐστιν . εἰ δὲ χωρὶς τῆς διαστάσεως ἐξογκωθείη τὸ ὀστοῦν , καὶ ὣς ἀνωφελὴς ἡ χειρουργία : ἀνατρήσαντες γὰρ | ||
τρίπουν . πρόσκειται ἀπαθές διὰ τὸ ποιοῦν καὶ χρυσοῦν καὶ ὀστοῦν καὶ χαλκοῦν , ταῦτα γὰρ ἀπὸ κράσεως γέγονε , |
, στυπτηρίας σχιστῆς , σινωπίτιδος ἀνὰ δραχ . β . σάνδυκος δραχ . α . οἴνῳ ἀνάπλασσε καὶ χρῶ σὺν | ||
ἐξαλειφομένοις συνίσταται , # κδ , κηροῦ τὸ αὐτό , σάνδυκος τὸ ἥμισυ καὶ σανδαράκης τὸ αὐτό , τερεβινθίνης τὸ |
λίμνης λουτρὸν εἶναι τοῖς ἐκεῖ , καὶ μύρῳ τῷ καλλίστῳ χρίσαντες τὸ σῶμα πρὸς δυσωδίαν ἤδη βιαζόμενον καὶ στεφανώσαντες τοῖς | ||
, καὶ εἰς καθαρὸν ἀγγεῖον μεταχέουσιν . ἄλλοι μελίλωτα ἐλαίῳ χρίσαντες ἐμβάλλουσι τῷ ἐλαίῳ νυχθήμερον . Βαλὼν τὸ ἔλαιον εἰς |
μέγα . ὀκτάπουν ἁλιεῦσαι εἰ θέλεις , λαβὼν κλάδους ἐλαίας ἀποκρέμασον εἰς τὴν θάλασσαν ὅπου κρημνός ἐστιν ἢ αἰγιαλὸς θαλάσσης | ||
ἀντίτασιν . εἰ δὲ μὴ ἔχεις τοὺς ἕλκοντας , λίθους ἀποκρέμασον βαρεῖς : καὶ οὕτως ἕλκουσιν μὲν οἱ λίθοι , |
ποιοῦσιν : ἡ δὲ κρόκη πλεῖον ἐγκαταμιγνυμένη διὰ τὸ εἶναι χαυνοτέρα τοῦ στήμονος ἀναδίδωσι κροκύδα δι ' ἧς πολλῆς οὔσης | ||
λευκότεροι τῶν μελάνων . ἡ δὲ τῶν χλωρῶν κωβιῶν σὰρξ χαυνοτέρα ἐστὶν καὶ ἀλιπεστέρα : καὶ χυλὸν ἐλάττονα καὶ λεπτότερον |
καί τις ἦν ἀκριβὴς εὐχέρεια τῆς βολῆς . τοῦ δὲ μάνου πολλοὶ μέμνηνται . ἦν δὲ ἕτερον εἶδος παιδιᾶς τῆς | ||
τις ἦν ἀκριβὴς εὐχέρεια τῆς βολῆς . μνημονεύει δὲ τοῦ μάνου Νικοχάρης ἐν Λάκωσιν . ἕτερον δ ' ἐστὶν εἶδος |
δὲ καὶ τῆς ἀσπίδος πτύχες τὰ διάφορα ἐπ ' ἀλλήλοις ἐλάσματα . πτωχός ὁ ἐπαίτης , παρὰ τὸ πτώσσειν , | ||
περὶ τὴν τῶν [ ὅπλων καὶ ] ἀμυντηρίων κατασκευήν : ἐλάσματα γὰρ σιδήρου κατακρύπτουσιν εἰς τὴν γῆν , καὶ ταῦτα |
σχιστὴν καύσας ἐπιμελῶς παράπτου : ἢ ἀσκαλαβώτην ἐπ ' ἀμπελίνοις ξύλοις παράπτου , ποιεῖ καλῶς . ἄλλο . βάτου τοὺς | ||
Εἴργασται τὸ τέμενος καὶ ἡμῖν , οὐ λίθοις δήπου καὶ ξύλοις , ἀλλ ' οἷσπερ ἴσμεν ἐργάζεσθαι . εἶεν . |
τὸ αὐτό . τὸ Ϛʹ Εὐριπίδειον . τὸ ζʹ ἐγκωμιολογικὸν ἐπιλαμβάνον . τὸ ηʹ χοριαμβικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον . τὸ θʹ | ||
καὶ ὥςπερ ἐνειλούμενον αὐτοῖς ἐστι τὸ ἄλγημα καὶ πλείονα τόπον ἐπιλαμβάνον , ἐνίοτε δὲ καὶ τόπον ἐκ τόπου μεταβάλλον καὶ |
: τεθὲν ἄρα τὸ Β βάρος περὶ κέντρον τὸ Η ἰσορροπήσει τῇ σφαίρᾳ , ὥστε μὴ καταφέρεσθαι τὴν σφαῖραν διὰ | ||
βάρη ἰσορροπήσει [ ὥστε καὶ τὸ ΑΒΓΔ ἐκ τοῦ Κ ἰσορροπήσει ] . ἤχθωσαν δὴ κάθετοι ἀπὸ τῶν Η Θ |
Διὸς δὲ τόν τε βωμὸν καὶ τὸ ἄγαλμα ἐποίησεν λευκοῦ λίθου . ἄγουσι δὲ καὶ νῦν ἔτι ἀγῶνα διὰ ἔτους | ||
ἢ ἐμφεροῦς ὕλης πεποιημένον , ἄγαλμα δὲ τὸ ἔκ τινος λίθου κατεσκευασμένον . ὀλίγον τοῦ μικροῦ διαφέρει . τὸ μὲν |
χεῦμα : τῶν δ ' ἄφαρ ἐξεχέοντο ῥοαὶ ποταμῶν ἀλεγεινῶν κυκλόθεν ἄλλυδις ἄλλῃ ἑλισσομένων διὰ γαίης . Ἀμφὶ δ ' | ||
ὄρος . κατὰ πάντα τοίνυν τόπον τῆς ὁράσεως πᾶσιν αὐτοῖς κυκλόθεν , ὡς ἂν παρεμβεβληκόσι , τὸ πῦρ φλεγόμενον ἐθεωρεῖτο |
' ἀπῳδὰ τῷ λόγῳ πάντη πέφυκεν . Ἡμεῖς δ ' ἐπιθέντες τὸν λόγον καὶ περὶ τῶν ἐνδεχομένων οὔρων τοῖς ὁποίοις | ||
τὴν χολήν , ὅτι ἔστ ' ἄβρωτα , τοῖς θεοῖς ἐπιθέντες αὐτοὶ τἆλλα καταπίνουσι . γραῦ , ἄνοιγε θᾶττον τὴν |
οὗτος , ὁ ἔξω φημί , κατεσκευάζετο μὲν τῷ αὐτῷ πηλῷ : ἦν δὲ ὅλος διόλου διεζωσμένος τε καὶ κατησφαλισμένος | ||
κοτύλης δέκατον μέρος , ἐπιχέας τρία ἡμιχόεα , ἕψε , πηλῷ τριχώδεϊ καταλείψας , ἄζεστον , ἕως τρίτον μέρος λείπῃς |
κατασκευάσεσθαι τρίποδας ἔμελλον , οὐ γάρ σφισι περιῆν χρήματα ὡς χαλκοῦς ποιήσασθαι : τῶν δέ τις Δελφῶν τὸν χρησμὸν ἐξήγγειλεν | ||
ἐπιμελῶς καὶ ἐντέχνως εἰργασμένων . Ἵ . γάρ τις κατεσκεύασε χαλκοῦς τέτταρας δίσκους οὕτως , ὥστε τὰς μὲν διαμέτρους αὐτῶν |
δ ' ἑτέροισιν λέγω τὰς αἰτίας καὶ τἀποβαῖνον ὀξὺ τὸ περίκομμ ' ἄφες . ἁρμονικός , οὐ μάγειρος . ἐπίτεινον | ||
περιεζωσμένος . ἡμίοπτα μὲν τὰ κρεάδι ' ἐστί , τὸ περίκομμ ' ἀπόλλυται : ὁ γόγγρος ἑφθός , τὰ δ |
τὴν λαγόνα , τὸ βάθος τῆς κοιλίας : τὰ πρόσω κοῖλα : τὰ πρόσω κοῖλα τῆς ἑαυτοῦ γαστρὸς φυλάττων : | ||
νήσου παραπλήσιά που ὁρᾷς καὶ ἀλλήλοις ξύμμετρα καὶ οἷα ἐναρμόσαι κοῖλα ἐκκειμένοις . τοῦτο καὶ ἡ Εὐρώπη ποτὲ περὶ τὰ |
ὁ καρπὸς ἀπὸ μεγάλης τῆς μήτρας πολὺς . Ὅταν δὲ βλαστάνῃ περιαιρεῖν τὰ ἄλλα πάντα πλὴν ὅσα καρπὸν ἔχει , | ||
ξύλων τὰ μὲν οὖν στρογγύλα καὶ ὅσα πρὸς φλοϊσμὸν ὅταν βλαστάνῃ : τότε γὰρ εὐπεριαίρετος ὁ φλοιός , ὃ δὴ |
ἐχρίοντ ' ἐξέτινον ζημίαν ” . Γ εἰώθασι δύο ὑπηρέται κεχρισμένον σχοινίον μίλτῳ ἤγουν βάμματι κοκκίνῳ ἐκτείνειν διὰ τῆς ἀγορᾶς | ||
, ” τοῦ θυμοῦ τὰ ἴχνη : “ πρὸς τὸν κεχρισμένον τῷ μύρῳ , ” τίς ἐστιν , “ ἔφη |
ἔστι λι εʹ , κονίας συκίνης , τοῦτ ' ἔστιν ἀπόπλυμα ξύλων συκίνων καυθέντων καὶ σβεσθέντων ὕδατι καὶ διηθηθέντος τοῦ | ||
αὐτῶν πᾶϲαν τὴν ῥυπαρίαν ἤτοι λιπαρίαν . εἶτα τούτων τὸ ἀπόπλυμα εἰϲ κρατῆρα πλατύϲτομον βαλὼν καὶ ἐπιχέαϲ ἕτερον ὕδωρ ζέον |
. Αὐτοῖς σταθμοῖς ἐξέβαλε τὰς σιαγόνας . Πάντες δ ' ἔνδον πεταχνοῦνται . Πόθεν τὸ φῖτυ , τί τὸ γένος | ||
Κυΐνδων χρυσίον , Περσικαὶ στολαὶ δὲ κεῖνται πορφυραῖ , τορεύματα ἔνδον ἔστ ' , ἄνδρες , ποτηρίδια , τορεύματα , |
Δράμασι λέγων : πάντες δ ' ἔνδον πεταχνοῦνται . ΠΛΗΜΟΧΟΗ σκεῦος κεραμεοῦν βεμβικῶδες ἑδραῖον ἡσυχῇ , ὃ κοτυλίσκον ἔνιοι προσαγορεύουσιν | ||
καὶ τίς ἀνέξεταί σου κυβερνήτης ; οὐχὶ δ ' ὡς σκεῦος ἄχρηστον ἐκβαλεῖ , οὐδὲν ἄλλο ἢ ἐμπόδιον καὶ κακὸν |
Ἀθηναῖοι : ἢ ἀπὸ τῆς αὐτῆς ἀμφόδου . κεἰ κριμνώδη κατανίφοι : κρίμνα εἶδος ἀλεύρου , ἐξ οὗ ἡ παιπάλη | ||
. κρυμώδη ] λίαν σφοδρῶς , μετὰ ψυχρότητος πλείστης . κατανίφοι ] ἔνιφε , χιονίζοι . , χιονίζει . προμαθεῖν |
καὶ παραχρῆμα κενοῖ . ἄλλο . κόκκον Κνίδιον κεκομμένον καὶ σεσησμένον ἀναλάμβανε μέλιτι , ποιῶν πάχος γλοιοῦ καὶ δίδου κοχλιάριον | ||
. διαττᾶν Ἀττικοὶ λέγουσι τὸ σήθειν , καὶ διηττημένον τὸ σεσησμένον . διδυμάονε : οἱ κεχωρισμένοι τοῖς σώμασι , δίδυμοι |
παιδιᾶς τῆς ἐν λεκάνῃ . αὕτη δ ' ὕδατος πληροῦται ἐπινεῖ τε ἐπ ' αὐτῆς ὀξύβαφα κενά , ἐφ ' | ||
παιδιᾶς τῆς ἐν λεκάνῃ . αὕτη δι ' ὕδατος πληροῦται ἐπινεῖ τε ἐπ ' αὐτῆς ὀξύβαφα κενά , ἐφ ' |
τῆς ἀμπέλου τοῦτον πρὸς τὴν ἀφιέρωσιν διὰ τὸ τὴν μὲν φυλλορροεῖν , τὸν δὲ πάντα τὸν χρόνον ἀειθαλῆ διαμένειν : | ||
καὶ οἷς τὸ πήγνυσθαι τὸν ὀπόν , τούτοις καὶ τὸ φυλλορροεῖν . οὐδὲν δ ' ἄτοπον , εἰ τὸ τοιοῦτον |
, ἕως ὅτε μιγῶσιν καὶ συνγαμήσωσιν τὰ εἴδη καὶ χαλκοῦ ῥίνισμα . Καὶ μετὰ ταῦτα βάλλεις τὸ φάρμακον εἰς ἀγγεῖον | ||
' ὄξους ἢ ὕδατος καὶ ἐλαίου ῥοδίνου βραχέος , καὶ ῥίνισμα μαρμάρου λευκοῦ ἢ λίθων λευκῶν ὁμοίως καταχριομένων . Εἰ |
τὴν κοιλίαν καὶ τῷ κέρατι τὸ κύκλωμα τῆς σαρκὸς ἀναρρήξας ἔξαιμον εὐθὺς ποιεῖ : καὶ πλείστους ἐστὶν ἐλέφαντας ἰδεῖν οὕτω | ||
ἐνάπτοντες ἀρχὰς στυππίνας ἀφιᾶσι , μέχρι ἂν ὅτου παραλυθῆι γενόμενον ἔξαιμον . τὴν μὲν οὖν σάρκα σκληρὰν ἔχει καὶ δύσπεπτον |
καὶ συνδήσας ἔχε μέγα φυλακτήριον . ἔστωσαν δὲ ταῦτα πάντα δεδεμένα εἰς τὸ δέρμα τοῦ ἱέρακος : τὸν δὲ δεσμὸν | ||
ὄρθου κεφαλὴν πῆχυν ἐρείσας τὰ κερουλκά , τὰ ὑπὸ κεράτων δεδεμένα τοὺς αἰφνιδίους φόβους ἀνῆψαν τῷ Πανὶ σφοδροὺς ὄντας καὶ |
ἔστιν ὁ ὄγκος . καὶ ἡ ὄσφρησις εὐώδους μόνον ἢ δυσώδους ἐστὶ κριτήριον : ἀλλ ' οὐθεὶς οὕτως ἐστὶν ἄφρων | ||
ὑπάρχει κατωνομασμένα ἔξω δυοῖν τοῖν γενικωτάτοιν , εὐώδους τε καὶ δυσώδους , ἅπερ τὴν τοῦ ἀλγεινοῦ τε καὶ ἡδέος ἔχει |
ἐοικότες γὰρ τοῖς προσώποις εἰσὶν οἱ λόγοι . πῶς οὐχ ὑπογράφονται ταῦτα τὰ ποιήματα διάλογοι διαλέγεται γὰρ ἔν τισι τούτων | ||
: οἱ ὑπὲρ τὸ δέον αὐχοῦντες . ὑπογράμματα : οἷς ὑπογράφονται τοὺς ὀφθαλμούς . ἔστι δέ τις μέλαινα σκευασία , |
τουτὶ γὰρ τὸ χρῶμα προσαστράπτει τῷ χρυσῷ καθάπερ οἱ πυρώδεις λίθοι . στολὴ τῷ μειρακίῳ χλαμὺς ἔχουσά τι ἀνέμου καὶ | ||
, ἐπειδὰν ἀρξώμεθα εἰς τὸ δασὺ προσιέναι , φέρονται οἱ λίθοι πολλοί . Αὐτὸ ἄν , ἔφη , τὸ δέον |
' ἀρχῆς . τὴν δὴ πρὸ τῆς οὐρανοῦ γενέσεως πυρὸς ὕδατός τε καὶ ἀέρος καὶ γῆς φύσιν θεατέον αὐτὴν καὶ | ||
αʹ : τοὺς πάντας ιζʹ : ἡ δὲ ἔκχυσις τοῦ ὕδατός ἐστιν ἐξ ἀστέρων λαʹ ἔχουσα ἀστέρας βʹ , οἵ |
ἔτι τὰ στοιχεῖα κεκίνητο ποτὲ μὲν τοῦ πυρὸς ὑπερνικῶντος καὶ καταφλέγοντος , ὁτὲ δὲ τῆς ὑδατώδους ὑπερβλυζούσης καὶ κατακλυζούσης ἐπιρροῆς | ||
πυρωδέστατόν ἐστι , τοῦ ἀστέρος ὃν ὑμεῖς κύνα φατὲ πάντα καταφλέγοντος καὶ τὸν ἀέρα ξηρὸν καὶ διακαῆ τιθέντος , ὅ |
τῷ Τυρρηνικῷ πελάγει κείμενον , οὐ πρόσω τῶν ἐκβολῶν τοῦ Τεβέριος : λαβόντες δὲ παρὰ τῶν Ἀβορι - γίνων χωρίον | ||
ἐγγυητῶν χρήματα ἀποδοὺς ἑαυτῷ χωρίον ἓν μικρὸν ὑπολειπόμενος πέραν τοῦ Τεβέριος ποταμοῦ , ἐν ᾧ ταπεινή τις ἦν καλύβη , |
πλάτος τριπλάσιοι , οἱ δὲ διαγώνιοι τετραπλάσιοι , οἱ δὲ ὑποκάτω τῶν ἐπάνω ἐπίτριτοι . τῇ αὐτῇ μεθόδῳ κεχρημένος ἐπ | ||
διὰ τὸ ἐκ τῶν ὀργάνων γίνεσθαι . Χαλινά . τὰ ὑποκάτω τῶν γνάθων , οἷον χαιλινά τινα ὄντα , ὅτι |
. Ἀρεταῖος δὲ προστίθησι καὶ ταῦτα : Τὰ σπλάγχνα αὐτοῖς καίεσθαι δοκοῦσιν , ἀσώδεις , ἄποροι , οὐκ εἰς μακρὸν | ||
ἔχουσιν αἱ κανηφόροι ἀπιοῦσαι εἰς τὰ Ἐλευσίνια ὑπὲρ τοῦ μὴ καίεσθαι ὑπὸ τοῦ ἡλίου . δίδωσι δὲ αὐτῷ τοῦτο , |
τὰ ἐκ τοῦ βάθουϲ εἰϲ τὴν ἐπιφάνειαν μετάγουϲαι : οὐκ ἀνάρμοϲτον δὲ καὶ τὸ διὰ δαφνίδων μάλαγμα . ἡμεῖϲ δὲ | ||
ἠθούμενον καὶ ἐξουρούμενον , πυρετῷ δὲ καὶ χολέρᾳ καὶ ἰκτερικοῖϲ ἀνάρμοϲτον : τρέπεται γὰρ ῥᾳδίωϲ καὶ ἀποχολοῦται : εὔθετον δὲ |
μέρος τι τοῦ κήπου , ὥσπερ ἡ πρασιὰ καὶ ὁ ὀχετός : Δίδυμός φησιν . ὅπωϲ τὸ ἀνώμαλον τοῦ χωρίου | ||
αὐτό : ἀμαμάξυδες . . . . ἀμάρα : ὁ ὀχετός , ῥεῖν . . . . ἁμαρτία : κυρίως |
μηχανὴν ἐμφερείας . διὰ τὸ ἄνω εἶναι τοῦ ἄρθρου τὸ κοῖλον , ὡς καὶ τῆς μύλης τὸ ὕπερθεν , καὶ | ||
κατὰ σφυροῦ : εἶτα ἀντίαν λοξὴν κατὰ σφυροῦ ὑπὸ τὸ κοῖλον τοῦ ποδὸς καὶ τῆς πτέρνης καὶ ἐγκύκλιον κατὰ σφυροῦ |
χιών : καὶ πολὺς ὄκνος ἦν ἀνίστασθαι : κατακειμένων γὰρ ἀλεεινὸν ἦν ἡ χιὼν ἐπιπεπτωκυῖα ὅτῳ μὴ παραρρυείη . ἐπεὶ | ||
. . τύρσεις ] τὸ ἐν ὕψει ᾠκοδομημένον . . ἀλεεινὸν τὸ πηγνύμενον , φησὶ , τῆς χιόνος καὶ μὴ |
λόγχῃ πλατείῃ ὄπισθεν , καὶ τὸ ἄκρον διήνεγκε κάτω τοῦ ὀμφαλοῦ , πελιὸν , ἀποιδέον , καὶ διῆλθε χωρίον πουλύ | ||
μετὰ τροφήν , δὶϲ τῆϲ ἡμέραϲ : ἐκπεϲόντοϲ δὲ τοῦ ὀμφαλοῦ μετὰ τὴν τρίτην ἢ τὴν τετάρτην ἡμέραν κοχλίου ὄϲτρακον |
. ὁ Ζεὺς δ ' ὕων οἴνῳ καπνίᾳ κατὰ τοῦ κεράμου βαλανεύσει , ἀπὸ τῶν δὲ τεγῶν ὀχετοὶ βοτρύων μετὰ | ||
. ὁ Ζεὺς δ ' ὕων οἴνῳ καπνίᾳ κατὰ τοῦ κεράμου βαλανεύσει , ἀπὸ τῶν δὲ τεγῶν ὀχετοὶ βοτρύων μετὰ |
ἡ σύλληψις , ὡς ἔμπροσθεν εἰρήκαμεν . κίνδυνος γὰρ τὸ καταβληθὲν σπέρμα συλληφθῆναι μικρομεγέθους ἔτι τῆς μήτρας ὑπαρχούσης καὶ διὰ | ||
τῶν ἀδυνάτων ἐστὶ λέγειν πρὸς ἀκρίβειαν τὸ πότε συνέσχηται τὸ καταβληθὲν σπέρμα , ἵνα καὶ ἀπὸ τούτου τοῦ χρόνου στήσωσιν |
μεταλλικόν ἐστιν , ὃ δὴ ἐν Κύπρῳ μόνῃ γίνεται : πηλῶδες γὰρ ὂν ἀναφέρεται ἐκ βυθοῦ τινος τῶν ἐκεῖ , | ||
λείωσον μέρη οὐγγ . ιʹ , καὶ ἐπίβαλε . Ποίει πηλῶδες καὶ χώνευσον τὸν κρόκον , καὶ ἐπίβαλε τὸ φάρμακον |
μετὰ δὲ ταύτην , ἐὰν αἷμά τε πάμπολυ φαίνηταί ποτε ἠθροισμένον , ἥ τε ὥρα τοῦ ἔτους ἔαρ ᾖ , | ||
γάρ εἰσιν οἱ θεοί , ἀλλὰ τὸ ἀπ ' ἀνθρώπων ἠθροισμένον : ἀφρὸν δὲ τὴν πῆξιν τοῦ αἵματος . Χλοῦνιν |
νεύρων τὸ κῶλον ἐξαρθρεῖ : δεῖ τοίνυν χρονιζούϲηϲ τῆϲ διαθέϲεωϲ καίειν τὸ ἄρθρον κατὰ τρεῖϲ ἢ τέϲϲαραϲ τόπουϲ , ὡϲ | ||
δύο ἐν τῇ ῥινὶ παρὰ τοὺς κανθούς : τὰς φλέβας καίειν δὲ τὰς μὲν παρὰ τὰ ὦτα , ἔστ ' |
τοῦ καρποῦ προσαφαιρεῖν τι χρή , ἵνα μὴ καὶ τὰ κλήματα λεπτότερα , καὶ ὁ καρπὸς ἄχρηστος γένηται . ἔτι | ||
χερσαῖος ἀνδράχνῃ τὰ φύλλα ἔοικε , λεπτότερα δέ : τὰ κλήματα μακρὰ κατὰ γῆς , στρυφνά , καὶ πρὸς αὐτὰ |
τὰ ἐπιμήνια μὴ γίνηται ἐν τῷ καθεστηκότι χρόνῳ , κράμβης πέταλα καὶ πήγανον τρίψας λεῖα , ἔπειτα ἄχυρα τὰ ἀπὸ | ||
εὐρύνει , ὧν δ ' ἐστὶν ἐγκύμων πάντα ἀποτίκτει , πέταλα καὶ κληματίδας , ἕλικας , οἴναρα , καρπὸν ἐπὶ |
ἄνθρακας πεπυρωμένους ἀπερεισάμενοι προσυποκειμένου καὶ καινοῦ ὀστράκου , ἕως ἂν πυρωθῇ . Πομφόλυξ σποδοῦ ἰδικῶς διαφέρει : γενικὴν γὰρ ἔχει | ||
θὲς ἐπὶ διαπύρους ἄνθρακας καὶ στρέφε πυκνῶς , ὡς ἂν πυρωθῇ καὶ μεταβάλῃ : ψύξας καὶ λεάνας ἀποτίθεσο . Ἄσβεστος |
μόνοις δὲ τηρεῖ τοῖς ἐκ τῆς νύμφης τὴν πότιμον φιλοτησίαν ἀρύσασθαι . ὅπερ καὶ κατὰ τῆς Ἀρεθούσης ἀνύμνηται . . | ||
φάσκων οὑτωσί : ἀπληστοίνους τ ' ἀρυσαίνας , ἀπὸ τοῦ ἀρύσασθαι ὀνομάσας . καλοῦνται δὲ καὶ ἀρυστῆρες καὶ ἀρύστιχοι . |
Ἀττικοὶ θηλυκῶς . “ ἠχοῦσαι ” , φησίν , οἱ κώνωπες , “ ἠχοῦσαι γὰρ περιίπτανται ” : οὐκ ἔστι | ||
τῆς ὀροφῆς κρεμασθῇ , πάντας ἐκεῖ συνάγει . οὐκ ἀδικήσουσι κώνωπες τὸν ἐν τῇ κλίνῃ , καννάβια ὑποθέντα . πήγανον |
μέχρι τῆς περιφερείας οὖσα τοῦ ἐν τῇ ἑτέρᾳ ἐπιφανείᾳ τοῦ τυμπάνου περὶ τὸν κότραφον ὁμοίως γραφομένου τοῦ ΧΩ κύκλου , | ||
δέ πως ἢ λελοιφωμένος ἐκ τῶν ἐφ ' ἑκάτερα τοῦ τυμπάνου μερῶν ] . ἐὰν ἄρα τὰ ἐκ τοῦ βάρους |
αὐλοὺς τούσδε πρὸς τοὺς μυξωτῆρας τοῦ βοός , πῦρ δὲ ὑποκαίειν κελεύειν , καὶ ὁ μὲν οἰμώξεται καὶ βοήσεται ἀλήκτοις | ||
, ὡϲ εἴρηται , διδόναι . καλὸν μέντοι ξύλοιϲ ἀμπελίνοιϲ ὑποκαίειν : δίδου δέ , εἰ ἀπ ' ἀρχῆϲ χρήϲαιο |
Ἐνίοτε δὲ τὰ δοκοῦντα μέρη πόλεως εἶναι κρημνώδη καὶ πέτραις ἀποτόμοις ὠχυρωμένα τῶν διὰ χειρὸς ἀνεστηκότων τειχῶν ἔδωκε τοῖς πολιορκοῦσιν | ||
δὲ συμφοροῦντες [ αὐτῶν ] φακέλλους φρυγάνων καὶ παρὰ τοῖς ἀποτόμοις τῆς πέτρας βωμοὺς ἐγείροντες ὑψηλοὺς ὑφῆπτον ἀνέμῳ παραδιδόντες τὰς |
ῥιπτοῦμεν . ” ἐνδεξάμενος τὸ ἀργύριον παρὰ Διονυσίου , Πλάτωνος ἄραντος βιβλίον , πρὸς τὸν αἰτιασάμενον , “ ἐγὼ μὲν | ||
. περικαταλαβούσης δ ' ἡμέρας καὶ τοῦ Δημητρίου τὸ σύσσημον ἄραντος οἱ μὲν τῷ λιμένι προσβαλόντες καὶ τὸ τεῖχος πάντοθεν |
ἐπιλέκτους , ὡς καὶ ἄνδρας λογάδας . τειχοποιοῦντες γὰρ χωρὶς σιδηρίων οὐκ ἔμελλον τοὺς τυχόντας συνθήσειν λίθους , ὥστε ἀσθενὲς | ||
ἄλλους ἄγειν δακτυλίους , ὥστ ' ἐνίοτε ὁρμαθὸς μακρὸς πάνυ σιδηρίων καὶ δακτυλίων ἐξ ἀλλήλων ἤρτηται : πᾶσι δὲ τούτοις |
πάντα , νοτίων δὲ ὑγραίνει . Ἐὰν δὲ νοτίων ὄντων ψοφῇ τῶν κεκολλημένων εἰς τὰ νότια σημαίνει τὴν μεταβολήν : | ||
, πέφευγεκαὶ ταῦτα γὰρ ὑμεῖς φατεαὕτη δὲ ἂν ἀργύριόν που ψοφῇ , ἔρχεται πρὸς τὸν ἦχον . ἄλλως τε καὶ |
αἱ ἐπιστολαὶ εἰς καυσίαν καινὴν ἢ εἰς τὸν χρῶτα κηκῖδος θλασθείσης καὶ ὕδατι βραχείσης : ξηρανθέντα δὲ τὰ γράμματα ἄδηλα | ||
τῶν ἰχθύων καὶ πᾶσιν ὄρνισι πλὴν τῶν ἑλείων . Σαρκὸς θλασθείσης ὑπό τινος βαρέος ἐμπεσόντος , καὶ τῶν σμικρῶν ἐν |