+ * . Βλίσαι : ῥητορική . τὸ τὰ κηρία θλίψαι τῶν μελισσῶν βλίσαι λέγεται : ἀπὸ τοῦ μέλι μελίζω | ||
+ * . Βλίσαι : ῥητορική . τὸ τὰ κηρία θλίψαι τῶν μελισσῶν βλίσαι λέγεται : ἀπὸ τοῦ μέλι μελίζω |
λίμνης λουτρὸν εἶναι τοῖς ἐκεῖ , καὶ μύρῳ τῷ καλλίστῳ χρίσαντες τὸ σῶμα πρὸς δυσωδίαν ἤδη βιαζόμενον καὶ στεφανώσαντες τοῖς | ||
, καὶ εἰς καθαρὸν ἀγγεῖον μεταχέουσιν . ἄλλοι μελίλωτα ἐλαίῳ χρίσαντες ἐμβάλλουσι τῷ ἐλαίῳ νυχθήμερον . Βαλὼν τὸ ἔλαιον εἰς |
καὶ ἄσαρκα φύσει , φυλασσόμενον τῶν ὑπερεχόντων , οἷον κατὰ δακτύλους ἢ σφυρὰ , ἢ τῇ θέσει , ἢ τῇ | ||
δέρματος : ἐπὶ τούτων κατ ' ἀρχὰς ἐπιβάλλοντός τινος τοὺς δακτύλους ἐπὶ τὸν σφυγμόν , οὐχ εὑρίσκει αὐτὸν δακνώδη , |
ἡ παραγωγὴ οὐ παραδέχεται : προείρηται δὲ καὶ ἐν τοῖς ἐπάνω . καὶ ἐπὶ πληθυντικῶν , ἡμῶν ἡμέτερος , ὑμῶν | ||
θέλῃ πιεῖν ἐκ τοῦ παρακειμένου ὕδατος , πίπτει ἡ πέτρα ἐπάνω αὐτοῦ καὶ τιμωρεῖται αὐτόν . ἐκ τούτου φησὶν ὅτι |
τοῦ χωρίου . ἐὰν δὲ καὶ θηράσας ἐκ τῶν ἀκρίδων καύσῃς , σκοτοῦνται ὑπὸ τῆς ὀσμῆς , καὶ αἱ μὲν | ||
λέπρας καὶ λειχῆνας θεραπεύει . Ὅλον δὲ τὸν μῦν ἐὰν καύσῃς καὶ λειώσῃς μετὰ οἴνου καὶ νάρδου ὀλιγοστοῦ καὶ ῥοδίνου |
δέ τις τοῦ φλοιοῦ τῆς ῥίζης βραχὺ διαμασησάμενος τὸν σίελον καταπίῃ αὐτὸ δὲ ῥίψῃ , ἐκ διαρροίας ὁ τοιοῦτος κινδυνεύσει | ||
ἐδίδοσαν : ἄλλοι δ ' ἐφυλάσσοντο , μή ποτε κριθὴν καταπίῃ ὁ ἀῤῥωστῶν . Πετρονᾶς δὲ καὶ κρέα ὕεια ὀπτὰ |
σώματα καὶ πᾶσαν ὕβριν ἐνυβρίσαντες , τέλος λελωβημένα ἐς τοὺς ὀχετοὺς φέροντες ἔρριψαν . τοιούτῳ μὲν δὴ τέλει Κλέανδρός τε | ||
δημόσια καὶ ἴδια ἔθος οἰκοδομεῖσθαι ; καὶ ἔτι πρὸς τούτοις ὀχετοὺς κατὰ γῆν ἀναστέλλειν , στενωποὺς ἀνευρύνειν , κρήνας καὶ |
γοῦν σμικρὰ τῶν ἰχθυδίων καὶ τὰς καλουμένας καρκινάδας καὶ τοὺς καρκίνους ἐπιφοιτᾶν τε ἅμα καὶ κατεσθίειν αὐτόν . λέγουσι δὲ | ||
μὰ τὸν Δί ' οὐδέν γ ' ἄλλο πλήν γε καρκίνους . προσέρχεται γὰρ ἕτερος αὖ τῶν Καρκίνου . τουτὶ |
οὗτος , ὁ ἔξω φημί , κατεσκευάζετο μὲν τῷ αὐτῷ πηλῷ : ἦν δὲ ὅλος διόλου διεζωσμένος τε καὶ κατησφαλισμένος | ||
κοτύλης δέκατον μέρος , ἐπιχέας τρία ἡμιχόεα , ἕψε , πηλῷ τριχώδεϊ καταλείψας , ἄζεστον , ἕως τρίτον μέρος λείπῃς |
, λέγω δὴ τῷ ἀπευθυσμένῳ : ἐπὶ τῇ φλεγμονῇ ἐπικείμενα ἐναπολαμβάνει τὴν διέξοδον τῆς κόπρου καὶ οὐ συγχωρεῖ διεξελθεῖν τὴν | ||
. εἰ δὲ ἐνεχθῇ παχυτέρα ὕλη ἐπὶ τοὺς ὀφθαλμούς , ἐναπολαμβάνει τοὺς πόρους τῶν ὀπτικῶν νεύρων , καὶ τότε οὐ |
, μὴ ἀπόνιπτε ὕδατι τὸν δακτύλιον , ἀλλ ' ἀπόματτε ῥάκει λινῷ : ὅταν δὲ ἱκανῶϲ καθαρθῆναι δόξῃ , ἀπόνιπτε | ||
καὶ σκόροδον καὶ ὄξος δριμὺ λειώσας , προτρίψας ἐρίῳ ἢ ῥάκει , τὸν λειχῆνα περίχριε . [ Πρὸς τὰ ἐπὶ |
τὴν κοιλίαν καὶ τῷ κέρατι τὸ κύκλωμα τῆς σαρκὸς ἀναρρήξας ἔξαιμον εὐθὺς ποιεῖ : καὶ πλείστους ἐστὶν ἐλέφαντας ἰδεῖν οὕτω | ||
ἐνάπτοντες ἀρχὰς στυππίνας ἀφιᾶσι , μέχρι ἂν ὅτου παραλυθῆι γενόμενον ἔξαιμον . τὴν μὲν οὖν σάρκα σκληρὰν ἔχει καὶ δύσπεπτον |
οὐδενὶ ὠφελέει ἢ βλάπτει ποτόν . Ὅπου ὀλίγου ποτοῦ , σπόγγῳ : χρῆσις , ἄριστον ὀφθαλμοῖσι , [ εἰ ] | ||
βελέμνοις . Καί ῥά οἱ ἀμφεμάσαντο δέμας καὶ ἀμείλιχον ἕλκος σπόγγῳ ἐυτρήτῳ , κατὰ δ ' ἔκλυσαν ὕδατι πολλῷ : |
τὸν Ὀρχομενὸν ἀπολιπούσας καὶ τῆς Ἀργαφίας κρήνης ἀπονιψαμένας : τὼ χείλη δὲ τὰ ῥόδα τῆς Ἀφροδίτης ἀποσυλήσας τῶν κόλπων διήνθισται | ||
λόγος διὰ στόματος , οὗ πέρατα ἡ φύσις διττὰ εἰργάσατο χείλη , ῥέων διαστείλῃ τό τε ὠφέλιμον καὶ τὸ ἐπιζήμιον |
δίδου ἓν ὑπὸ τὴν γλῶτταν κατέχειν καὶ τὸ διαλυόμενον ὑγρὸν καταπίνειν δίδου δὲ καταρροφεῖν καὶ ἀπόβρεγμα μήλων κυδωνίων ἢ ἀπίων | ||
, ὥστ ' ἀφθονία τὴν ἔνθεσιν ἦν ἄρδονθ ' ἁπαλὴν καταπίνειν . λεκανίσκαισιν δ ' ἀνάπαιστα παρῆν ἡδυσματίοις κατάπαστα . |
ἔστιν ὁ ὄγκος . καὶ ἡ ὄσφρησις εὐώδους μόνον ἢ δυσώδους ἐστὶ κριτήριον : ἀλλ ' οὐθεὶς οὕτως ἐστὶν ἄφρων | ||
ὑπάρχει κατωνομασμένα ἔξω δυοῖν τοῖν γενικωτάτοιν , εὐώδους τε καὶ δυσώδους , ἅπερ τὴν τοῦ ἀλγεινοῦ τε καὶ ἡδέος ἔχει |
μίξας : γράφε χεῖλος οἷα Πειθοῦς , προκαλούμενον φίλημα . τρυφεροῦ δ ' ἔσω γενείου περὶ λυγδίνωι τραχήλωι Χάριτες πέτοιντο | ||
ἕως ἂν σχῇ πάχος μέλιτος , ἀναλάμβανε μετ ' ἐρίου τρυφεροῦ καὶ , ὅταν ψυγῇ , ἐντίθει ἔνδον τοῦ ἀκουστικοῦ |
ἀρυσθῆναι δυνάμενον . καὶ ἐγκοτύλη τις παιδιὰ καλεῖται ἐν ᾗ κοιλάναντες τὰς χεῖρας δέχονται τὰ γόνατα τῶν νενικηκότων οἱ νενικημένοι | ||
καὶ ἐν κοτύλῃ δέ τις παιδιὰ καλεῖται , ἐν ᾗ κοιλάναντες τὰς χεῖρας δέχονται τὰ γόνατα τῶν νενικηκότων οἱ νενικημένοι |
τοῦ βάθρου , καὶ τότε διπλῆς καιρίας ἢ κάλου μεσότης ἐρίῳ ἢ ὀθονίῳ περιειλημένη τῷ περινέῳ προστιθέσθω : αἱ δὲ | ||
κωλύουσι φλυκταινοῦσθαι , καὶ ὠὸν ὅλον ὠμὸν παραχρῆμα ἐπιτιθέμενον ἀναλαμβανόμενον ἐρίῳ μαλακῷ : καὶ γὰρ ἐμψύχει μετρίως καὶ ἀδήκτως ξηραίνει |
σμύρνα , χαλκῖτις , θεῖον , στυπτηρία σχιστή , σηπέας ὄστρακον , φλοιὸς λιβάνου , σκίλλα , ἀμμωνιακόν , ἰχὼρ | ||
ἔκρυψε νέφεσιν , ἔνθεν εἰς ὄρος ῥίψας ἤραξεν αὐτῆς οὖλον ὄστρακον νώτων . ἡ δ ' εἶπεν ἐκψύχουσα “ σὺν |
περιβαλεῖν τῇ ἐγχαράξει καὶ ἀποσφῖγξαι , καὶ μετὰ βραχὺ ἀνατείναντας ἀποτέμνειν , ἔπειτα προσάπτεσθαι τῷ ἀνθηρῷ ξηρίῳ . Εἰ δὲ | ||
τούτῳ τῷ μηνὶ πεπληρῶσθαι ὀφείλει , καὶ τὰς νέας ἀμπέλους ἀποτέμνειν προσήκει : λειοτέρα γὰρ αὐτῶν ἡ τομὴ ἔσται νῦν |
βοτανῶν φθαρτική . σκευάζουσι δὲ αὐτὴν ἐν Ἀραβίᾳ οὕτως : ξηράναντες αὐτάρκως , ὕστερον ὕδατι βρέχουσι , καὶ πάλιν ξηραίνουσι | ||
δὲ ὁ φοίνιξ καλούμενος : ἐμβάλλουσι γὰρ τὴν ὀνομαζομένην σπάθην ξηράναντες . Ἀπὸ καρπῶν δὲ τό τε μήλινον καὶ τὸ |
περὶ τὸν ᾅδην , ἥτις θραύει τῇ ψυχρότητι πάντα τὰ ἀγγεῖα πλὴν τῶν κερατίνων , ἐξ ἧς στυγηρὸν τὸ μισητὸν | ||
δὲ ἐπέρχονται , μάλιστα ταῖς ἠφροδισιασμέναις . κεχρίσθω δὲ τὰ ἀγγεῖα , ἐν οἷς αἱ μέλισσαι , ἢ θύμου ἢ |
τὴν λίμνην , ὅπως μήτε διὰ τὸ πλῆθος τῆς ῥύσεως ἐπικλύζων ἀκαίρως τὴν χώραν ἕλη καὶ λίμνας κατασκευάζηι μήτ ' | ||
τὴν λίμνην , ὅπως μήτε διὰ τὸ πλῆθος τῆς ῥύσεως ἐπικλύζων ἀκαίρως τὴν χώραν ἕλη καὶ λίμνας κατασκευάζῃ , μήτ |
. Ἀρεταῖος δὲ προστίθησι καὶ ταῦτα : Τὰ σπλάγχνα αὐτοῖς καίεσθαι δοκοῦσιν , ἀσώδεις , ἄποροι , οὐκ εἰς μακρὸν | ||
ἔχουσιν αἱ κανηφόροι ἀπιοῦσαι εἰς τὰ Ἐλευσίνια ὑπὲρ τοῦ μὴ καίεσθαι ὑπὸ τοῦ ἡλίου . δίδωσι δὲ αὐτῷ τοῦτο , |
ἐπειδὴ τοὺς ἡλίους οὐκ ἔχουσι καθαρούς , ἐν οἴκοις μεγάλοις κόπτουσι , συγκομισθέν - των δεῦρο τῶν σταχύων : αἱ | ||
ἐπειδὴ τοὺς ἡλίους οὐκ ἔχουσι καθαρούς , ἐν οἴκοις μεγάλοις κόπτουσι , συγκομισθέντων δεῦρο τῶν σταχύων : αἱ γὰρ ἅλως |
τοὺς ἀναιρουμένους καλεῖται δήμιος , δημόκοινος , ὁ πρὸς τῷ ὀρύγματι ὁ ἐπὶ τῷ ὀρύγματι : καὶ τὰ ἐργαλεῖα αὐτοῦ | ||
ὀρύσσουσιν , ἀνθυπορύσσειν καὶ ἀντιοῦσθαι καὶ ἐμπιμπράναι τὸ ἐν τῷ ὀρύγματι μαχόμενον . Παλαιὸν δέ τι λέγεται . . . |
. προχειρότερον δὲ γίνεται κατὰ τὰς ἀποτέξεις , ἐπεκτεινομένου τοῦ τραχήλου . διάφορον δ ' ἔχει καὶ τὸ μέγεθος , | ||
ἐνείρας ἐς τὴν μήτρην , διελεῖν τοὺς ὤμους ἀπὸ τοῦ τραχήλου ἐπερείσαντα τῷ μεγάλῳ δακτύλῳ : ἔχειν δὲ χρὴ πρὸς |
, καὶ καινότατα δήπου ἀποκτείνασα ἀνῄρηται . Ὀνύχων ἀκμαῖς καὶ ὀδόντων διατομαῖς θαρροῦσι καὶ ἄρκτοι καὶ λύκοι καὶ πάρδοι καὶ | ||
μάθοις δ ' ἂν ἐπὶ τῶν ἐγκαταλειφθέντων ταῖς διαστάσεσι τῶν ὀδόντων σιτίων καὶ μεινάντων δι ' ὅλης νυκτός : οὔτε |
δὲ πολλῷ καὶ ἀσθενέστερον . ἔστι δὲ εὐθὺς ἐν τῷ στόματι φανερὰ τοῦ δικτάμνου ἡ δύναμις : διαθερμαίνει γὰρ ἀπὸ | ||
τό τε κατορθοῦν καὶ ἁμαρτάνειν χωρίοις ἐστί , καρδίᾳ , στόματι , χειρί : καὶ γὰρ βουλεύονταί τινες εὐγνωμονέστατα καὶ |
τῶν ὑποκειμένων ὑλῶν διαφερούσας ὑποφαίνει δυνάμεις , καὶ πρὸς μὲν κηρῷ τήκει , πρὸς δὲ πηλῷ πήσσει , πρὸς δὲ | ||
' ἔνυγρα τοῖς λιπαροῖς , οἷον στέατι , βουτύρῳ , κηρῷ Τυρρηνικῷ σὺν ῥοδίνῳ : αἰδοῖα δὲ τοῖς στύφουσιν ἱκανῶς |
μήκει πόδα , ἵνα συναγωγὴν ἔχῃ τὸ ἔργον καὶ μὴ πρόχυμα , ἵνα μὴ ἀκροβαρῆσαν περινεύσῃ , ἀλλ ' ἕδραν | ||
: δῖνος ἀγγεῖόν τι κεράμειον ⌈ οἴνου ⌈ , οἷον πρόχυμα , βάσιν οὐκ ἔχον , ἀλλὰ ⌈ κάτωθεν ὑπότροχον |
αὐτοῦ μερῶν ψαύει προσκλύζον Μυοσόρμου , Ὀρθοῦ ὅρμου καὶ τῶν πέριξ πόλεων . πρόσκειται δὲ αὐτοῖς κατὰ τὰ Σφαιρικὰ πρὸς | ||
τῶν ἀφρύκτων κριθῶν οὕτως Ἀττικοὶ καλοῦσι . ἀμφίδιον : τὸ πέριξ τοῦ τῆς μήτρας τραχήλου . αἰολᾶται : πλανᾶται . |
τὰ μετ ' αὐτὸ εὐθὺς παραλαμβάνομεν καὶ οὐχὶ τὰ τούτων κάτωθεν ; ἐκ τοῦ πᾶν τὸ διαιρούμενον ἐμπίπτειν ἢ μὴ | ||
οἶμαι , καὶ πλοίου καὶ τῶν ἄλλων τῶν τοιούτων τὰ κάτωθεν ἰσχυρότατ ' εἶναι δεῖ , οὕτω καὶ τῶν πράξεων |
δεδοικότες οἱ ἐμπλέοντες , ὅταν πλησίον ὦσι τῆς γῆς , ἠρέμα καὶ ἐπιστημόνως ἰθύνουσι , μὴ προσπταίσωσι τῇ γῇ . | ||
Λακεδαιμονίων σφίσιν ἐγκειμένων : ὑποφεύγοντες δὲ ἅμα τὸ σύνταγμα σφῶν ἠρέμα ἐποίουν μηνοειδές . Λακεδαιμόνιοι δὲ καὶ Ἆγις νίκην τε |
γὰρ οὔσης φυλλὰς ἵκετ ' ἐς δόμους , σκιὰν ὑπερτείνασα σειρίου κυνός . καὶ σοῦ μολόντος δωματῖτιν ἑστίαν , θάλπος | ||
ἐγκεφάλῳ λίθους , οἵπερ οὖν ἐοίκασι μύλαις τὸ σχῆμα . σειρίου δὲ ἐπιτολῇ φωλεύει μόνος , τῶν ἄλλων ἐν ταῖς |
δαμάσαιο τοκῆας ἄμμιγα δὲ ῥίζας ἠρυγγίδας , ἢ καὶ ἐπαρκές θάλπε βαλὼν χύτρῳ σκαμμώνιον . οἷσι κορέσκων ἀνέρα καὶ θανάτοιο | ||
ἄγευστον , εἰ καὶ μή γε πικρίας . Τὸ σῶμα θάλπε χλανίσιν ἐν τῷ ψύχει , Καὶ τὴν κεφαλὴν , |
δὲ καὶ τρυφερὸν τὸ τοῦ λαγὼ ἔριον , ὥστε ἀντὶ σπόγγου χρήσασθαι . ΓΘ ἄλλως : διὰ τὸ ἁπαλὸν εἶναι | ||
πρῶτον μὲν μαλακὴν καὶ ἄναιμον , εἶτα σήραγγας ἔχουσαν οἷον σπόγγου κατατετρημένας , ἵν ' ἐν τῇ τῶν δεινῶν προσδοκίᾳ |
δέξαιο . τὰ ψήγματα δὲ τῆς κέδρου , κεδρίνα λέγει κάρφη κανθαρίς ζωύφιον μέλαν καθάπαξ τοῖς φυτοῖς λυμαινόμενον σιτηβόρου ] | ||
, σὺν δὲ καὶ Αἰγινῆτιν , ὅσαι τ ' ἐσκληκότα κάρφη φοίνι ' ἀραχνήεντι διαφράσσουσι καλύπτρῃ : ἄλλοτε δ ' |
οὖν , ὦ Ζεῦ , ὠχρίακας ἡμῖν καὶ συγκροτεῖς τοὺς ὀδόντας ὑπὸ τοῦ τρόμου ; θαρρεῖν χρὴ καὶ τῶν τοιούτων | ||
ὄψεις ἀποβαλὼν οὐ κεκώλυται βιοῦν , τῷ δὲ ἐκκοπέντι τοὺς ὀδόντας ἐφεδρεύει θάνατος οἴκτιστος . εἰ δή τις ἐπιβουλεύει περὶ |
ταῖς δι ' αἰώρας , φορείῳ τὸ πρῶτον καὶ καθέδρᾳ κἄπειτα ζευκτῷ , καὶ περιπάτοις ἀναφωνήσεσίν τε καὶ ἀναγνώσεσιν μετὰ | ||
ἀκριβῶς , εἰ πάντα κεκόμισται καὶ μηδὲν ἔνδον ὑπολέλειπται , κἄπειτα καὶ τὸ χορίον εὐθὺς ἐκλαμβάνειν . Τὸ Χορίον καὶ |
, ἢ ὀφθαλμῶν διαστροφὴ , ἢ τύφλωσις , ἢ ὀρχίων οἰδήσεις , ἢ τιτθῶν ἄρσις . Καῦσον λύει αἵματος ἐκ | ||
χέονται : γίνονται ἐπέρχονται * πρηδόνες : αἱ φλύκταιναι , οἰδήσεις , φλύσεις φλύκταιναι , οἰδήσεις φλυκτίδες * ἐπημοιβοί : |
' ἐνίοις , ὡς ἄρα οἱ Τιτᾶνες τὸν Διόνυσον ἐλυμήναντο γύψῳ καταπλασάμενοι ἐπὶ τῷ μὴ γνώριμοι γενέσθαι . τοῦτο μὲν | ||
μὴ ἔχεις ὑέλινα σκεύη , εἰς καινὰ κεράμια βεβαμμένα ἔνδοθεν γύψῳ ἢ ἀμόργῃ ἔμβαλε . Ἀποτίθεσο δὲ αὐτὰ πρὸς ἄρκτον |
καὶ ἔλαιον ἐνέγκοι ἂν κάλλιον ἡ ἐλαία , καλλιελαίου φυτοῦ κλάδων ἐμβληθέντων . δεῖ δὲ λαμβάνειν τοὺς κλῶνας ἀπὸ τῶν | ||
δὲ οὕτως ὅτι καθάπερ πέταλα δένδρων ἐν αὐτῷ διαφαίνονται μετὰ κλάδων συνεχεστέρων . Ζώνας διαφανεῖς ἔχει ἐν ἑαυτῷ . Ἔχει |
τὴν λαγόνα , τὸ βάθος τῆς κοιλίας : τὰ πρόσω κοῖλα : τὰ πρόσω κοῖλα τῆς ἑαυτοῦ γαστρὸς φυλάττων : | ||
νήσου παραπλήσιά που ὁρᾷς καὶ ἀλλήλοις ξύμμετρα καὶ οἷα ἐναρμόσαι κοῖλα ἐκκειμένοις . τοῦτο καὶ ἡ Εὐρώπη ποτὲ περὶ τὰ |
: ἐπὶ ξυλίνου ἢ κεραμεοῦ ἄγγουϲ ὑπτίαν κατακλίναϲ τὴν χελώνην κατάτεμε ταχέωϲ τὴν κεφαλὴν αὐτῆϲ , παγὲν δὲ τὸ αἷμα | ||
τὸ πρῶτον μήτε τὸ ὕστερον λαβεῖν . καὶ ἐάσας παγῆναι κατάτεμε εἰς λεπτὰ μόνον ἐν τῇ λοπάδι . σκεπάσας δὲ |
στέατι ἐπιτίθει . τοὺς δὲ λεπριῶντας ὄνυχας ἀποστήσεις τούτῳ : ἰξοῦ δρυΐνου , σανδαράκης , τήλεως ἀνὰ # β , | ||
ὀποπάνακος , χαλβάνης , ἰοῦ , ἀνὰ οὐγγίαν μίαν , ἰξοῦ οὐγγίας στ . Ἕψε ἔλαιον , λιθάργυρον , στέαρ |
ἐπίθεμα δὲ τὸ διὰ σπερμάτων , ἢ τοὺς βολβοὺς τοῖς βολβίτοις καὶ τῷ νίτρῳ προσ - πλέκων κατάπλασσε . Εἰ | ||
, θεῖναι αὑτὸν εἰς τὸν ἥλιον καὶ κελεύειν τοὺς παῖδας βολβίτοις καταπλάττειν : οὕτω δὴ κατατεινόμενον δευτεραῖον τελευτῆσαι καὶ ταφῆναι |
μὴ οἰδήσασαν ῥαγάδα ποιῆ - σαι , ἐῶσιν ἐπὶ τοῦ δένδρου : δυνατὸν δὲ τοῦτο καὶ ἐπὶ τῶν μήλων γίνεσθαι | ||
καὶ παραπλήσιον τῷ τῆς ῥόας : ἔστι δὲ θάμνου καὶ δένδρου μεταξὺ καὶ παρόμοιον ταῖς ῥόαις , τὸ δὲ φύλλον |
ἀλλ ' ἕως ὑποκάτω μικρὸν τοῦ τραχήλου , ὥστε μὴ πνίγεσθαι , ἀλλὰ διάπνοιαν ἔχειν . δεῖ δὲ τοὺς ἐκκενουμένους | ||
ἐγχέλεις καθαρωτάτῳ ὕδατι ὅθεν τοὺς ἐγχελυοτρόφους καθαρὸν αὐταῖς ἐπιχεῖν : πνίγεσθαι γὰρ ἐν τῷ θολερῷ . διὸ καὶ οἱ θηρεύοντες |
στάχυν ἢ μήκωνα , πάρος καρποῖο τυχῆσαι , κέρσῃ τις δρεπάνῳ νεοθηγέι , μηδ ' ἄρ ' ἐάσῃ ἐς τέλος | ||
, εἰδώς γε μὴν κακὸν θηρίον τὸν ὄφιν , τῷ δρεπάνῳ τῷ προειρημένῳ διακόπτει τὸν θῆρα , καὶ μέντοι καὶ |
, καθάπερ ἐν τῷ δένδρῳ , οὕτως . Ἡνίκα μέλλεις πωμάζειν τοὺς πίθους τῶν οἴνων , λαβὼν χύτραν καινήν , | ||
τὸ ἀναζέϲαι , καθάπερ τὸ γλεῦκοϲ , καὶ καταϲτῆναι τότε πωμάζειν . τοῖϲ μὲν οὖν ἐξ οἴνου ϲυντιθεμένοιϲ ἐπὶ τῶν |
εἰς τοὺς ὀφθαλμοὺς διαδίδοται . ἐντεῦθεν δὲ καὶ εἰς τοὺς μυκτῆρας ἀποφύσεις ἤρτηνται , δι ' ὧν τε ὀσφραινόμεθα καὶ | ||
καστόριον μετ ' ὄξους λεῖον , καὶ διαχρίειν αὐτῷ τοὺς μυκτῆρας , ἢ χαλβάνην ὁμοίως καὶ σαγάπηνον καὶ ὄξος δριμύτατον |
βιαζόμενος τὴν κατάβασιν , ἐνταῦθα ἄνω φέρεσθαι τὸ ἥμισυ τοῦ ῥεύματος , ὥσπερ οἱ πρὸς τὰ ὑψηλὰ ὄρνιθες . τὸ | ||
Ἄρτεμιν κυνηγετεῖν , ἢ διὰ τὸ ἠρεμαῖον καὶ παρθενῶδες τοῦ ῥεύματος ” ὣς ἀκαλὰ προρέων , ὡς ἁβρὴ παρθένος εἶσιν |
, κατὰ Πίνδαρον . φθόνος , νόσημα ψυχῆς ἀνθρωπικὸν καὶ ἐσθίον ψυχήν , ἣν ἂν καταλάβῃ , ὥσπερ ἰὸς τὸν | ||
γὰρ αὐτὸ οὕτως : [ ἔστιν ] ἴψ ζῷον [ ἐσθίον τὰ ξύλα καὶ ] κλίνεται ἰπός : [ ἐκ |
ῥόδινον ἢ μύρσινον τὸ ἀρκοῦν , καὶ χρῶ διὰ χειρῶν ἐπιχρίσας καὶ ἐν πεσσῷ προστιθείς . Ἰδίως δὲ καὶ τὰ | ||
καὶ ποίει ξηρίον καὶ προλούσας ἔτι θερμῶς ἔχοντος τοῦ χρωμένου ἐπιχρίσας ὑγρᾷ πίσσῃ , ἐπίπασον τὸ ξηρίον καὶ ἄνωθεν ἐπίθες |
πινόμενον μετ ' οἴνου : ἀγαθὸν δὲ καὶ τὸν δάκτυλον καταβάπτειν εἰς πίσσαν ὑγράν , ἔπειτα εἰς οἶνον ἀποκλύζοντα πίνειν | ||
τὰ μὲν ἄκρα διαδεσμεύειν ἢ καὶ εἰς ζεστὸν ὕδωρ αὐτὰ καταβάπτειν , κατὰ δὲ τοῦ στόματος τῆς κοιλίας πλατύστομον σικύαν |
Ἀριστοφάνους , καὶ πλαίσια ξυμπτυκτὰ πλινθεύσουσί γε καὶ διαμέτρους καὶ σφῆνας . ἐν δὲ ταῖς Ἀττικαῖς στήλαις ἀναγέγραπται πρίων λιθοπρίστης | ||
ἐπὶ στερεοῦ τινος ὑποθέματος τύπτε μείζονι σφύρᾳ καὶ εἰσώθει τοὺς σφῆνας : ὅταν δὲ ἱκανῶς εἰσεληλυθέναι σοι δοκῶσιν , ἐπιθεὶς |
Ἀθηναῖοι δὲ ὕβρισαν καὶ ἐκείνην τὴν ὕβριν : εὐτυχίας γὰρ λαβόμενοι τὴν εὐπραγίαν σωφρόνως οὐκ ἤνεγκαν . τὰς γοῦν παρθένους | ||
δι ' ὅλου ἐγχαράξεσιν , εἶτα κλίναντες , ἐξ ἐπιπολῆς λαβόμενοι τοῦ δέρματος , αὐτὸ πρῶτον διαιροῦμεν , εἶτα ἀγκίστρῳ |
Αἰγύπτου λίμνη τῷ μὲν πλάτει στενὴ παντελῶς , τῷ δὲ βάθει θαυμάσιος , τὸ δὲ μῆκος ἐπὶ διακοσίους παρήκουσα σταδίους | ||
τρῶμα ἔλαβεν οὐκ ἄξιον λόγου ἐσιδεῖν : οὐ γὰρ ἐν βάθει ἐγένετο . Μετὰ δὲ οὐ πολλὸν χρόνον , ἐξαιρεθέντος |
καὶ χηνείου στέατος , τοῦτο δ ' εἰς τὸν οὐρητῆρα ἐγχέοντας ὕδωρ καὶ γάλα καὶ ῥόδινον θερμαίνοντας , τοῦτο δὲ | ||
ἐγκλύζοντας αὐτὸ καὶ δι ' ἐρίου μαλακοῦ σπογγίζοντας καὶ πάλιν ἐγχέοντας . παρηγορεῖ δ ' αὐτοὺς ὠοῦ τὸ λευκὸν καὶ |
οἱ δὲ ἄλλοι οἱ μὲν στεφάνους , οἱ δὲ λιβανωτοῦ χόνδρους πεμπόντων . Ἢν δὲ πένης ἐσθῆτα ἢ ἄργυρον ἢ | ||
αὐτοῖς τῆς τοιαύτης σιτήσεως , ἐκ τῶν ὀστῶν τούς τε χόνδρους καὶ τὰ ἄκρα τῶν πλευρῶν κατεργαζόμενοι τὴν ἔνδειαν , |
. εἰσὶ γὰρ μᾶλλον λυγγώδεις οἱ μετὰ λύγγους , τουτέστι λυγμοῦ γιγνόμενοι , οἷς ἕπεται μετὰ σπασμοῦ τινος ἀποτελεῖσθαι . | ||
ἐθέλῃ κτλ . σημείωσαι τὰς θεραπείας τῆς λυγγός . περὶ λυγμοῦ : τὸ τοῦ λυγμοῦ σύμπτωμα ἐπιγίγνεται τῷ στομάχῳ διὰ |
ο μικροῦ γράφεται : οἷον , σήμερον : αὐθήμερον : αὔθωρον : μᾶλλον : ἦττον : ἆσσον : αὔριον : | ||
ο μικροῦ γράφεται : οἷον , σήμερον : αὐθήμερον : αὔθωρον : μᾶλλον : ἦττον : ἆσσον : αὔριον : |
θρόμβον ἀποπήγνυϲθαι : ϲπόγγῳ δὲ ἡ ῥὶϲ ἀποψυχέϲθω ἐν ὀξυκράτῳ βραχέντι , καὶ ϲφηνίϲκοϲ ἐκ ῥάκουϲ ὑποβαλλέϲθω τῷ αἱμορραγοῦντι μυξωτῆρί | ||
τὸ προσειληφέναι ἔλαιον εἰς τὴν ἀνάπλασιν . δολίζεται δὲ κόμμει βραχέντι σμύρνης ἀποβρέγματι καὶ μιγνυμένῳ . ἐκλέγου δὲ τὴν νέαν |
ἀπόλλυνται ὀξέωϲ οἱ ϲπαϲθέντεϲ , τελευτῶντεϲ δὲ φυϲῶνται γαϲτέρα καὶ ἱδροῦϲι ψυχρόν : ἔϲτι δὲ τὸ νόϲημα ϲπάνιον μέν , | ||
ἐκκενοῦται ψυχρότερα καὶ ὠμότερα καὶ ὑδατωδέϲτερα ὡϲ ἐπίπαν ἐϲτίν . ἱδροῦϲι δὲ οὗτοι οὐδαμῶϲ κατὰ τὰϲ πρώταϲ ἡμέραϲ οὐδ ' |
ξηράνας ὁμοίως ἐν σκιᾷ , θυμία ὄνυξι θαλασσίοις ἐναποβεβρεγμένην ἐν οὔρῳ ἡμέρας δύο . Εἰς δὲ τὴν κατασκευὴν τῆς πορφύρας | ||
οὐ δῆλον ψηλαφήσει . Ὅταν τοίνυν ὧδε ἔχῃ , πυριῆσαι οὔρῳ παλαιῷ : ἔπειτα ἐμεσάτω τῷ φακίῳ ξυμμίξασα μέλι καὶ |
ἄμπελος , καὶ ὅσα τοιαῦτα , αὐτὸ μέσον τὸ ξυλῶδες σχίσαντες ἐμβάλλουσι τὰ ἐνθέματα . καλεῖται δὲ οὗτος ὁ τρόπος | ||
ἥλιος μήθ ' ὕδωρ μήτε ψύχος παραλυπῇ . καὶ ὅταν σχίσαντες ἐντιθῶσι τὸ ἔνθεμα , σφηνοειδὲς ποιήσαντες ἐν σφύρᾳ ἐλαύνουσιν |
ἀγαγόντες δὲ εἰς τὰς κώμας τοὺς ἁλόντας τοῦ τε χλωροῦ καλάμου καὶ τῆς πόας τὰ πρῶτα ἐμφαγεῖν ἔδοσαν , οἳ | ||
τε τυγχάνουσι μετὰ τὸν ἔμετον λαμβάνοντες ἄκρατον πολὺν , καὶ καλάμου ῥίζης ⋖ βʹ , ἢ κυπείρου τὸ αὐτό : |
πτερύγια καὶ τὰ σταφυλώματα περιαιροῦμεν , τὰ μὲν σταφυλώματα λίνον διείραντες καὶ ἀποβροχίζοντες , τὰ δὲ πτερύγια καὶ τὰς ἐγκανθίδας | ||
δέ ποτε ἁλῷ , οἱ χαριέστεροι τῶν ἁλιέων ὁλόσχοινον αὐτοῦ διείραντες τῶν ῥινῶν ἀφῆκαν αὐτόν : ὃ δὲ οἷα τὸν |
ὠοῦ τὸ λευκόν , ποιῶν μέλιτος πάχος : καὶ τούτῳ χρῖε τὸ πρόσωπον ἐν ἡλίῳ μέλλων διατρίβειν : ἀπὸ δὲ | ||
χαμαιμήλινον , ὄξος , νίτρον ἅμα φύλλοις δάφνης καλῶς συνεψήσας χρῖε τὸν κάμνοντα καὶ σκεπάσας ἐπιεικῶς αὐτίκα ἱδρώσει . [ |
ἰσχυρὰν γενέσθαι περὶ τὸ ἦτρον αὐτῆς . ἐπὶ πλέον δὲ οἰδήσαντος τοῦ τόπου , ἔπειτα τῶν πυρετῶν μεγάλων συνεπιγινομένων , | ||
τις θρόμβος αἵματος μετὰ τὴν χειρουργίαν καταλειφθείη , τούτου ἂν οἰδήσαντος διαπύησιν γίνεσθαι συμβαίνει , ὑγρόν τε ἀναβῆναι κατὰ τὰς |
μέχρι τῆς περιφερείας οὖσα τοῦ ἐν τῇ ἑτέρᾳ ἐπιφανείᾳ τοῦ τυμπάνου περὶ τὸν κότραφον ὁμοίως γραφομένου τοῦ ΧΩ κύκλου , | ||
δέ πως ἢ λελοιφωμένος ἐκ τῶν ἐφ ' ἑκάτερα τοῦ τυμπάνου μερῶν ] . ἐὰν ἄρα τὰ ἐκ τοῦ βάρους |
καὶ νάρθηκος ἐξεσμένου καὶ ῥάβδου κρανείας καὶ χιμαίρας κεράτων καὶ δέρματος . ἄλλος δὲ ἄλλῳ τούτων ἰχθὺς αἱρεῖται , καὶ | ||
ἄγαν ἵεσθαι , ἢ διὰ τὴν ἀγκύλην τὴν ἐξ αἰγείου δέρματος γεγενημένην , ἢ διὰ τὰς αἶγας , παρὰ τὸ |
ἀτεράμνους γὰρ τοὺς σκληρούς φασι , τοὺς μὴ τέρενας καὶ ἁπαλούς : οἷον πέτρινε . πέτρας ἀπόκομμ ' ἀτεράμνω : | ||
, κομᾶν ὄπισθεν ἀφεὶς ὥσπερ οἱ νῦν τοὺς παῖδας τοὺς ἁπαλούς . καὶ ὁ Φίλιππος γελάσας [ λέγει ] , |
ὑπόνοιαν τὰ ἀγγεῖα : ἐπειδὴ γὰρ τῆς ἐπιφανείας ἐν τῷ κεραμείῳ τῆς κοίλης μενούσης τῆς αὐτῆς καὶ περιγεγραμμένης ἰδίοις πέρασι | ||
ποτε ταῦτα κινεῖται , εἰ ἀλλήλοις ἀντιμεθίσταται τὰ ἐν τῷ κεραμείῳ . εἰ δὲ ἦν τὸ διάστημα ὁ τόπος , |
οὔτε ἔμμηνα ὁρᾷ . εἰ δὲ ἐν δέρματι μελανῷ αὐτὴν ἐνδήσῃς καὶ περιάψῃς ἀγκῶνι , τριταῖον , τεταρταῖον καὶ πάντα | ||
τὰ ὠά , ἐὰν λάβῃς εἰς ὄνομα τοῦ πάσχοντος καὶ ἐνδήσῃς ῥάκει μελανῷ , καὶ περιάψῃς εὐωνύμῳ βραχίονι , τριταῖον |
ἦτρον ψυχρὸν ἔχει : ἢν δὲ ζώῃ , τό τε ἦτρον θερμὸν ἔχει , καὶ ἡ μὲν γαστὴρ ὅλη μεταπίπτει | ||
Ἕλληνες . ἥλω καὶ ἑάλω Ἀττικοί , ἐλήφθη Ἕλληνες . ἦτρον τὸν ὑπὸ τῷ ὀμφαλῷ τόπον Ἀττικοί , ὑπογάστριον Ἕλληνες |
μαχέσασθαι ἤτοι κατασχεῖν φερόμενον . θ ἀμαχέτου ] ἀνυποστάτου καὶ ἰσχυροῦ . ὀροτύπου ] τοῦ καὶ ὄρη ῥηγνύντος . εἴωθε | ||
δεῖ , φησίν , προσέχειν τὸν ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς καὶ ἰσχυροῦ προκαλούμενον εἰς κρίσιν οὐδὲ δοκεῖν ὅτι λέγει τι , |
Ἀνθίαν οὕτως ἱερουργηθῆναι . Ὡς δὲ πάντα ἕτοιμα ἦν καὶ κρεμνᾶν τὴν κόρην ἤθελον , ψόφος τῆς ὕλης ἠκούετο καὶ | ||
ἀλλ ' ἐκ τοῦ κάτωθεν μέρους τοῦ βότρυος δήσαντας , κρεμνᾶν ἐν ὑπερώῳ , ἵνα μᾶλλον διαπνέωσιν , ἀραιουμένων κατὰ |
ὅτι διὰ τοῦτο φεύγει ἡ διὰ μόνου τοῦ χαλκοῦ κατασκευαζομένη βαφὴ , διὰ τὸ μὴ μετέχειν τῆς φύσεως τῆς μολίβδου | ||
τῆς κόκκου τὸν καρπόν , καὶ ἔστι τοῖς ἐρίοις ἡ βαφὴ τὸ αἷμα τοῦ ζῴου . ἡ δὲ Ἄμβροσσος κεῖται |
ἔσται συνιδεῖν . βουλόμενος δὴ θεωρεῖν , εὑρήσεις ταῖς τοῦ στήθους διαφοραῖς ἀκολούθως ἔχοντας ἡμᾶς καὶ τοὺς πνεύμονας : ὡς | ||
Ὀργυιά . ἔκτασις τῶν δύο χειρῶν σὺν τῷ πλάτει τοῦ στήθους , παρὰ τὸ ὀρέγειν καὶ ἐκτείνειν τὰ γυῖα , |
λευκοῦ ἐλλεβόρου καταπάσειας αὐτοῦ . ἐγὼ δὲ ἐπαινῶ μὲν τὸ θηλυφόνον , τὸν δὲ λευκὸν ἐλλέβορον ἥκιστα . τὸ δὲ | ||
τῷ ηʹ περὶ φυτῶν , τὸ σκορπίον βοτάνιον οἱ δὲ θηλυφόνον καλοῦσινἐπιτιθέμενον τοῖς σκορπίοις ξηραίνειν αὐτοὺς εὐθέως . Τῶν παρατετηρημένων |
πολλαὶ μὲν κόρσαι ἀναύχενες ἐβλάστησαν , γυμνοὶ δ ' ἐπλάζοντο βραχίονες εὔνιδες ὤμων , ὄμματά τ ' οἷα ἐπλανᾶτο πενητεύοντα | ||
ἠρμένοι καὶ κατὰ τοῦ στήθους ἐφεστῶτες , ὦμοι δὲ καὶ βραχίονες καὶ πήχεις , ἔτι δὲ χεῖρες καὶ * * |
ἴονθοι , παρέμενεν , οὐκ ἀφίστατο : ἀπὸ δὲ κοιλίης ἐρεθισμῷ σμικρῷ κόπρανα λεπτὰ , οἷα ἄπεπτα , πολλὰ διῄει | ||
χρόνου , καὶ πάλιν βραχύπνοος . Ἑπτακαιδεκάτῃ , ἀπὸ κοιλίης ἐρεθισμῷ ταραχώδεα : ἔπειτα αὐτὰ τὰ ποτὰ διῄει , οὐδὲ |
μὲν γὰρ ϲυνελαύνει τὰϲ ὕλαϲ ἔξωθεν εἴϲω καὶ αὔξει τὴν ῥύϲιν , ὁ δὲ διαφορεῖ καὶ καταλύει τὴν δύναμιν . | ||
καὶ ἀμυχαῖϲ κνίζειν ἅπαντα τὸν ἐν κύκλῳ τόπον , μηχανώμενον ῥύϲιν αἵματοϲ πολλοῦ διὰ τοῦ τόπου γίγνεϲθαι , καίειν δὲ |
ὑπάρχον καθαρίως ἅψει . Ὄνου μέλανος ὁπλὴν τοῦ δεξιοῦ ὤμου κατόρυξον ὑπὸ τὸν οὐδὸν τῆς εἰσόδου , καὶ ἐπίχεε ῥητίνην | ||
δ ' ἔφασαν : Ἐπειδὰν : τελευτήσῃ , τοιγαροῦν ἐνταῦθα κατόρυξον , καὶ εὔορκά σοι ἔσται . Ὁ δὲ ἐπείσθη |
στρουθίου συμπλέκεται . Οἱ δὲ σπίνοι καὶ αἱ τρυγόνες ὑπὸ δένδρῳ θηρῶνται , εἰ σύμφυλον ὄρνιν ἐπὶ τοῖς τοῦ δένδρου | ||
μοι δοκεῖ . Ἀετὸν ἰδεῖν ἐπὶ πέτρᾳ καθεζόμενον ἢ ἐπὶ δένδρῳ ἢ ἐπὶ ὑψηλοτάτῳ τόπῳ ἀγαθὸν τοῖς ἐπὶ πρᾶξιν ὁρμῶσι |
ὑγρὰν οὖσαν , αὐχμηρὸν δ ' ἐργαζομένων ἐκ τούτου τὸ δέρμα , καὶ τὴν θερμασίαν τῶν μορίων αὐξανόντων , καὶ | ||
φαρμάκων , ὅσα δύναμιν ἔχει ἐκ τοῦ βάθους ἐπὶ τὸ δέρμα τὰς περιουσίας τῶν ὑγρῶν ἐπισπᾶσθαι : αἱ δὲ διαφορητικαὶ |
αὐτὴν ῥαγέντος τοῦ χορίου τὸ πρὸς τὴν τῆς ἀποτέξεως χρείαν ἡτοιμασμένον ὑγρὸν ἔμπροσθεν τοῦ δέοντος ἀποκρίνηται . τὸν δὲ ὄγκον | ||
κρατήσας ἰσχυρότερον εὕρισκε τὸ τεῖχος τὸ διὰ τῶν οἰκιῶν αὐτομάτως ἡτοιμασμένον . πρὸς δὲ τούτοις ἐκ τοῦ Βυζαντίου πάντων τῶν |
σπόγγοις ἀραιοῖς κούφως ἐπιθλίβοντες τὸ χαῦνον καὶ γεῶδες διὰ τούτων ἀναλαμβάνουσι , μέχρι ἂν ὅτου καθαρὸν γένηται τὸ ψῆγμα τοῦ | ||
δόξαι αὐτὰς ἄνδρας εἶναι τοιαῦται . πώγωνας περιθέτους καὶ ἀνδρείαν ἀναλαμβάνουσι στολὴν , προνοήσασαι καὶ προασκήσασαι τὸ σῶμα αὑτῶν , |
. Περιϲτερᾶϲ αἷμα εἰώθαϲιν οἱ ἀνατιτρῶντεϲ ὀϲτᾶ τῆϲ κεφαλῆϲ κατεαγότα καταχεῖν τῆϲ παχείαϲ μήνιγγοϲ , μὴ παρούϲηϲ δὲ περιϲτερᾶϲ ἐξὸν | ||
τέγγοντα ψυχρῷ ἐπὶ τὴν γαστέρα ἐπιβάλλειν , καὶ ὕδατι ψυχρῷ καταχεῖν , καὶ τὴν κλίνην ἀπὸ τῶν ποδῶν ὑψηλοτέρην εἶναι |
ἐὰν δέ τι μέλλῃ πάσχειν , εὑρήσεις τὸ πέταλον τοῦ μολίβδου λευκαινόμενον , καὶ λεπίδας ἔχον ψιμυθοειδεῖς . ἐὰν κασσίτερος | ||
καὶ τὰ μὲν γόμφοις καταλαβόντας ἔξωθεν , τῶν δὲ θερμοῦ μολίβδου καταχεαμένους , ἐπὶ τὸν ποταμὸν ἐξενεγκεῖν καὶ μεθεῖναι διὰ |
: ἐφορμεῖν . γοῦνά τ ' ἐλαφρίζειν : τρέχειν , κούφως κινεῖν φεύγοντες , συντόμως κινεῖν . πεφοβημένον : φεύγοντα | ||
μάλιστα θέρους : τοῦ γὰρ ὄρθρου , ἐν ᾧ μάλιστα κούφως διάγουσιν οἱ νοσοῦντες , σκυθρωπὸν ἔχουσι τὸ φῶς , |
τοῦτον δυνάμει εἰς πολλοὺς τόπους , πάντα τὰ μόρια τὰ τμηθέντα εἰς ἕνα ὅρον συνάπτονται : καὶ γὰρ τοῦτο τὸ | ||
καὶ ἀφίϲταται τῶν ὑποκειμένων τὰ περιέχοντα . καὶ τοίνυν καὶ τμηθέντα παντοίαν ἰδέαν ὑγρῶν τε καὶ ϲτερεῶν ϲωμάτων ἐντὸϲ ἑαυτῶν |
καὶ μάννηϲ . ἀλείμμαϲι δὲ χρηϲτέον θερμοτέροιϲ , ἰρίνῳ , ἀνηθίνῳ , πηγανίνῳ . ἰδιαίτερον δὲ τοῦτο : κιϲήρεωϲ μέροϲ | ||
ϲυνεδρεύουϲι καὶ ἡ ϲύρρηξιϲ παρηκολούθηϲε τοῦ πύου , πηγανίνῳ ἢ ἀνηθίνῳ ἐλαίῳ ἐμβρεχέϲθωϲαν ἢ μαλάχηϲ ῥίζαι τῷ ἐλαίῳ ἐνεψείϲθωϲαν ἢ |
καὶ σικύου ἀγρίου ἡ ῥίζα ἑψημένη ὑδρομέλιτι . κἂν τούτῳ ἐπιβαλλομένου μετὰ τὸ ἑψηθῆναι λινοσπέρμου μέρη βʹ , θερμίνου ἀλεύρου | ||
ἐξ ἐρυθροῦ χαλκοῦ καὶ δοίδυκοϲ ὁμοίου ἐϲκευαϲμένῃ , οὔρου παιδὸϲ ἐπιβαλλομένου καὶ τριβόντων ἐν ἡλίῳ θερμῷ ἐπὶ πολύ . τὸ |
οὔροις καὶ ταῖς λοιπαῖς ἐκκρίσεσι ἀποδίδοται , βραχὺ δέ τι ἐνακμάζοντος : ὁπόταν δ ' ἤδη καὶ ἡ ἄκμη παρῇ | ||
μελιττῶν δεσπότης ῥᾷστα . αἱ δὲ φάλαγγες ἀπόλλυνται νύκτωρ , ἐνακμάζοντος λύχνου τεθέντος πρὸ τῶν σμηνῶν καὶ ἀγγείων ἐλαίου πεπληρωμένων |
τὸν τούτου ὑποκριτήν . ἔρυθρον ] κόκκινον . . , βεβαμμένον κοκκίνῳ . τοῖς παιδίοις ] τοῖς θεαταῖς , τοῖς | ||
αὐτῶν : οἶμαι δέ , ὅτι ἔριον ἐπετίθουν ἐκ κογχύλης βεβαμμένον . τῇ κόγχῃ ] τῷ κογχυλίῳ . πάνυ Γ |
ἀνέμων γιγνομένην ἢ ὑδάτων ψυχρῶν ἢ φαρμακωδῶν , ἐν οἷϲ λούονται , καὶ διὰ φλεγμονὴν τοῦ κατὰ τὸν πόρον δέρματοϲ | ||
αἶγες τοὺς ἰχθῦς τοὺς σαργούς , ὅτε πρὸς τοῖς ὕδασι λούονται . ὅτι ὁ λύκος σφόνδυλον οὐκ ἔχει , ἀλλ |
αἵματος χρόαν μετατρέπουσι , καὶ τῶν βατράχων τὸ ὑπολειφθὲν ἐπῳδαῖς ἀνέλκουσιν ἐπὶ γῆν , καὶ πάντα οἱ κακοδαίμονες τὰ πρὸς | ||
, καὶ οἱ ἐν τῷ πλοίῳ κρατοῦντες αἰσθάνονται καὶ παραυτὰ ἀνέλκουσιν αὐτόν : πολλάκις δ ' ἐκ τῆς δυσωδίας ἀποθνήσκει |