τοῦτον δυνάμει εἰς πολλοὺς τόπους , πάντα τὰ μόρια τὰ τμηθέντα εἰς ἕνα ὅρον συνάπτονται : καὶ γὰρ τοῦτο τὸ
καὶ ἀφίϲταται τῶν ὑποκειμένων τὰ περιέχοντα . καὶ τοίνυν καὶ τμηθέντα παντοίαν ἰδέαν ὑγρῶν τε καὶ ϲτερεῶν ϲωμάτων ἐντὸϲ ἑαυτῶν
5925665 μορια
τῶν λοιπῶν συνάπτει . ὡσαύτως δὲ καὶ τὰ τοῦ ἐπιπέδου μόρια θέσιν ἔχει τινά : ὁμοίως γὰρ ἂν ἀποδοθείη ἕκαστον
οἳ δὲ καὶ ἄλλας τινὰς προσαγαγόντες τομὰς πολλὰ τὰ πρῶτα μόρια τῆς λέξεως ἐποίησαν : ὑπὲρ ὧν οὐ μικρὸς ἂν
5845137 μιγνυμενα
τε ἐν αὐταῖς φύλλα καὶ ἀκρέμονας ἐκλεκτέον : ταῦτα γὰρ μιγνύμενα ἐναντία γίνεται τῇ διαμονῇ τοῦ ἐλαίου . Ἔπειτα ἀφ
ἐκεῖνα ὄντα , οὐ μένει οὐδὲ ταῦτα οἷα ἦλθε σώμασι μιγνύμενα καὶ ὕλῃ καὶ ἀλλήλοις . Καὶ δὴ καὶ τὰ
5798802 ἐσθιον
, κατὰ Πίνδαρον . φθόνος , νόσημα ψυχῆς ἀνθρωπικὸν καὶ ἐσθίον ψυχήν , ἣν ἂν καταλάβῃ , ὥσπερ ἰὸς τὸν
γὰρ αὐτὸ οὕτως : [ ἔστιν ] ἴψ ζῷον [ ἐσθίον τὰ ξύλα καὶ ] κλίνεται ἰπός : [ ἐκ
5735624 χριομενα
ἔαρι , ὅτ ' ἀνθῇ τὸ μάραθον , τελειώσσουσιν ἢ χριόμενα , ὥς τινες λέγουσιν , τῷ χυλῷ τοῦ μαράθου
μελαίνας ἰᾶται . τὰ δὲ ὠὰ αὐτῆς , τοῖς αἰδοίοις χριόμενα ἡδονικά εἰσιν ἄγαν καὶ φιλτροποιά , καὶ τρίχας μελαίνουσι
5720019 λεμματα
τὰ μὲν γίγαρτα τοῦ χυλοῦ στυπτικώτερα , τούτων δὲ τὰ λέμματα : παραπλησίας δ ' αὐτοῖς εἰσι δυνάμεως οἱ κύτινοι
τοῦ χυλοῦ ἐϲτι καὶ ξηραντικώτερα , ἔτι δὲ μᾶλλον τὰ λέμματα . παραπλήϲιοι δὲ τὴν δύναμίν εἰϲι καὶ οἱ κύτινοι
5714028 ἀπαθη
ἐπιδῆσαι θέλομεν . ῥόμβος . Θέντες τὴν ἀρχὴν ὑπὸ τὴν ἀπαθῆ [ ἐπὶ ] μασχάλην ἄγομεν τὴν ἐπείλησιν λοξὴν κατὰ
τοῖς ὁμογενέσιν , ἀλλὰ μᾶλλον ὡς εἰπεῖν τοῖς ἐναντίοις . ἀπαθῆ γὰρ δεῖ τὴν αἴσθησιν προσάγειν : ἤχου δὲ ἐνόντος
5604214 βλαστον
μέλιτι ἑψήσαντα δοῦναι πιεῖν . τοῦτο γὰρ παραδεκτέον καυλέα ] βλαστόν κόψαις ] τρίψας κόψαις ] λείωσον πετάλοισι ] φύλλοις
καὶ τὰ κατ ' ἐνιαυτὸν ἐπιγινόμενα ταῦτα , φύλλον ἄνθος βλαστόν : τὰ δὲ καὶ βρύον ἢ ἕλικα : τὰ
5494811 ὁμοιομερη
δόξας . Εἰσὶ δή τινες οἳ πᾶσαν τὴν τοιαύτην οὐσίαν ὁμοιομερῆ καὶ τὴν αὐτὴν καὶ μίαν ἀποφαίνονται , ὡς καὶ
αὐτὸ ἕκαστον ἀφ ' ἑαυτοῦ τέλειον : τοιαῦτα γὰρ τὰ ὁμοιομερῆ ἐστιν ὁμολογουμένως , μερισάμενα μὲν τὴν ὁλότητα , μένοντα
5457229 ἐμβρυα
δυναμένου πρὸ τοῦ τόκου ῥαγῆναι . ” ἑωρᾶσθαι δέ φησιν ἔμβρυα προπεπτωκότα ἄνευ τοῦ τὸν ὑμένα ῥαγῆναι , τὰ δὲ
αἴτιον εἶναι λέγειν καὶ τοῦ ἠρεμεῖν ἐν ταῖς μήτραις τὰ ἔμβρυα τὸ πρῶτον . Καὶ τὸ ὅλον δὲ φίλυπνοι οἱ
5453904 ἀγγεια
περὶ τὸν ᾅδην , ἥτις θραύει τῇ ψυχρότητι πάντα τὰ ἀγγεῖα πλὴν τῶν κερατίνων , ἐξ ἧς στυγηρὸν τὸ μισητὸν
δὲ ἐπέρχονται , μάλιστα ταῖς ἠφροδισιασμέναις . κεχρίσθω δὲ τὰ ἀγγεῖα , ἐν οἷς αἱ μέλισσαι , ἢ θύμου ἢ
5453598 συμμεμυκοτα
προσεχόμενον καὶ ὥσπερ διὰ ῥίζης τρεφόμενον διὰ τοῦ ὀμφαλοῦ , συμμεμυκότα δὲ ἔχον καὶ ἀτελῆ τὰ αἰσθητήρια καὶ τὰ σπλάγχνα
, τηθύνια , κτένια , βαλάνους , πορφύρας , ὄστρεια συμμεμυκότα , τὰ διελεῖν μέν ἐντι χαλεπά , καταφαγῆμεν δ
5358078 ὁλα
, δῆλον ποιήσουσι τῷ κυνηγέτῃ σὺν ταῖς οὐραῖς τὰ σώματα ὅλα συνεπικραδαίνουσαι , πολεμικῶς ἐπιφερόμεναι , φιλονίκως παραθέουσαι , συντρέχουσαι
κοινὸν καὶ πάσῃ χώρᾳ συμβαῖνον , τὸ μεταβάλλεσθαι καὶ τὰ ὅλα καὶ τὰ καθ ' ἕκαστα παρὰ τὰς τῶν ἐπικρατούντων
5310423 ὑποθυμιαν
ἐπὶ μὲν οὖν τῶν ὑστερικῶν πνιγμῶν καὶ προπτώσεως καὶ ἀποστροφῶν ὑποθυμιᾶν σμύρναν ἢ λιβανωτὸν ἢ βδέλλιον , εἰ μὲν οὖν
τὰ ἐντοϲθίδια καὶ ξηραίνοντα ἀποτίθεϲθαι , μὴ παρόντων δὲ τούτων ὑποθυμιᾶν τὴν ϲάρκα ξηρὰν ἢ τὸ δέρμα . πολλῶν δὲ
5289146 δυναμενα
ἢ καὶ ἔτι βαθυτέρων ὄντων βραχύ , προϲάγειν τὰ ἀπουλοῦν δυνάμενα κολλύρια , οἷόν ἐϲτι τὸ τοῦ Κλέωνοϲ . καὶ
οὐ παρετέον . ἔστιν οὖν δίκαιον εἰς ταὐτὸν ἄγειν τὰ δυνάμενα κοινωνεῖν : τὰ δ ' ὁμογενῆ πέφυκεν εἰς κοινωνίαν
5286362 ἀποταμνειν
: ἢν δὲ μὴ οἷόν τε ᾖ τοῦτο ποιῆσαι , ἀποτάμνειν ὅ τι ἂν ἔξω ᾖ ὡς ἂν δύνηται ἀνωτάτω
ταῦτα τὰ παιδία ἀρτίζωα . Τουτέων οὐ χρὴ τὸν ὀμφαλὸν ἀποτάμνειν , πρὶν ἂν οὐρήσῃ , ἢ πτάρῃ , ἢ
5282978 ἀναιμα
ἀκρίδων καὶ μυιῶν καὶ ἀττελάβων γένος . ταῦτα δὲ καὶ ἄναιμα συμβέβηκεν εἶναι . πτερωτὰ δὲ ἀλεκτρυὼν καὶ τὰ ἄλλα
τοῦ τόπου ἡ τῆς φύσεως αὐτῶν θερμότης , καὶ τὰ ἄναιμα τῶν ἐναίμων καὶ τὰ θήλεα τῶν ἀρρένων , οἷον
5253728 λεια
χρόαν κυανίζων , πυκνός . Μελαντηρία διαφέρει ἡ θειόχρους , λεία , ὁμαλή , καθαρὰ καὶ ἐν τῷ θιγεῖν ὕδατος
Ἄλλο ἐξεϲθίει τοὺϲ ἡλκωμένουϲ τόπουϲ καὶ πόλυπαϲ . δρακοντίου ῥίζα λεία ἐπιπαϲϲομένη ἢ ὁ χυλὸϲ αὐτῆϲ διαχριόμενοϲ ἢ κυπαρίϲϲου ϲφαιρία
5239822 ψυδρακια
ἴονθοι ὡς κατὰ τὸ ἄνθος τῆς ἡλικίας γινόμεναι , ἃς ψυδράκια ἐκάλουν : καὶ οἱ Σικελιῶται τὸν ταῦτα ἐκφύσαντα ψευδηγόρον
εἰώθασι γὰρ ἔνιοι τὰ ἐπάνω τῆς ῥινὸς κείμενα καὶ φυόμενα ψυδράκια καλεῖν ψεύσματα , καὶ εἶναι ταῦτα τῆς περὶ τὸν
5229660 ἀπαιτησῃ
φίλον τῷ θεῷ μόνον τὸν σπουδαῖον , ἀλλ ' ὅταν ἀπαιτήσῃ παρά τινος ὑμῶν τὸν ὀβολόν , ὡς τὰ αὑτῶν
οὗτος ἐχρήσατο τούτῳ τῷ μέτρῳ , ἀλλ ' ἐάν τις ἀπαιτήσῃ χάριν ὑμᾶς , ἄτιμος ἔστω φησὶ καὶ ἡ οὐσία
5226366 μυελον
ἂν ὠξ Ἐφύρας κτίσσε ποτ ' Ἀρχίας , νάσω Τρινακρίας μύελον , ἄνδρων δοκίμων πόλιν . νῦν μὰν οἶκον ἔχοις
μένει . τῷ δ ' ὀ πόθος καὶ τὸν ἔσω μύελον ἐσθίει ὀμμιμνασκομένῳ , πόλλα δ ' ὄραι νύκτος ἐνύπνια
5213013 σησαμου
καὶ τῆς φακῆς ἡ οἷον σάρξ . κύαμοι φρυγέντες , σησάμου σπέρμα , ἐρυσίμου σπέρμα , τὰ καλούμενα μαλάκια ,
: τῶν δὲ θερινῶν κέγχρου μὲν καὶ μελίνου καλαμώδης , σησάμου δὲ καὶ ἐρυσίμου ναρθηκώδης μᾶλλον . καὶ τὰ μέν
5203695 μετεχοντα
τἆλλα πάντα ὅσα μεταξύ τινοιν δυοῖν ἐστιν καὶ ἀμφοτέροιν τυγχάνει μετέχοντα , ὅσα μὲν ἐκ κακοῦ καὶ ἀγαθοῦ , τοῦ
ἀδιαφόρως τοῖς ὕδασι χρήσεται καὶ προσήσεται τὰ φαῦλα ὡς μὴ μετέχοντα τῆς φαυλότητος ἢ ἁπλῶς ἢ καθ ' ἕκαστα .
5203685 πλαϲϲε
ὀποῦ μήκωνοϲ ἀνὰ ⋖ α : χωρὶϲ ὑγροῦ τινοϲ ὁλμοκοπήϲαϲ πλάϲϲε καταπότια καὶ χρῶ , καθὰ προείρηται . Πρὸϲ τραχύτητα
ῥίζηϲ ⋖ β πεπέρεωϲ ⋖ α γλήχωνοϲ ⋖ α , πλάϲϲε δι ' ὕδατοϲ κυάμοιϲ ἑλληνικοῖϲ ὅμοια καὶ δίδου ζ
5189215 τεμνοντα
οὐκ ἔχοντα : ἀλλ ' οὐδὲ ἐκείνης ἐχούσης δίεισιν οὐ τέμνοντα οἷον δι ' ὕδατος ἢ εἴ τις ἐν τῷ
ἐπὶ τῶν ἀλωπεκιῶν εἴρηται : ἁρμόσει δὲ τοπικὰ φάρμακα τὰ τέμνοντα . ἔνια μὲν οὖν τῶν φαρμάκων τοὺς ἀρχομένους ἀχῶρας
5182468 προστιθεμενα
ἧττον ἑτέρου καὶ τὸν αὐτὸν δὲ ἑκάτερα πρός τε τὰ προστιθέμενα πρός τε τὰ ἀπογιγνόμενα . καὶ χαίρει τε αὐτὸς
ια μοιρῶν , ἐλάττονα δὲ τῶν ιβ : τὰ δὲ προστιθέμενα ταῖς ιε μοίραις καὶ ταῖς ια ἔσται ἐπὶ τὸ
5175676 συνεχη
. πάλιν τὰ καθ ' αὑτὰ τὰ μὲν λέγεται εἶναι συνεχῆ τὰ δὲ οὔ , καὶ τὰ μὲν φύσει ὑπάρχουσι
ἢ καὶ δι ' ἄλλην αἰτίαν : ἐπειδὴ γὰρ ἐβούλετο συνεχῆ φυλάξαι τὴν τῶν καταγμάτων θεωρίαν , διὰ τοῦτο πρῶτον
5171332 περιεχοντα
καὶ παρθενών καὶ τὰ τοιαῦτα : ἔστι δὲ καὶ ἄλλα περιέχοντά τινα , οὐκ ἐξ αὐτῶν δὲ καλούμενα , ὡς
, οἰκεῖται δ ' ἐν ὁμαλῷ , κύκλῳ δὲ ὄρη περιέχοντά ἐστιν οὐ μεγάλα . Κλειτορίοις δὲ ἱερὰ τὰ ἐπιφανέστατα
5169247 μολοχης
ἢ ἀμυγδαλίνῳ μεθ ' ὕδατος : βέλτιον δὲ τὸ ὕδωρ μολόχης χυλὸν εἶναι . ἐπὶ δὲ τῶν σφόδρα ὀδυνωμένων καὶ
οὐκ ἐμποιεῖ . συντίθεται δὲ βρῶμα καὶ ἐκ τοῦ τῆς μολόχης καὶ ἐκ τοῦ τῆς σκίλλης καρποῦ , ἴσων μιχθέντων
5160043 διατηρει
κατὰ τοῦ καρποῦ τῆς θηλείας : κἂν τοῦτο πάθῃ , διατηρεῖ καὶ οὐκ ἀποβάλλει . φαίνεται δ ' ἀμφοῖν ἀπὸ
ἀρκεῖσθαι καὶ μὴ δεῖσθαι τῶν πολυτελῶν ἐν εἰρήνηι καὶ ὁμονοίαι διατηρεῖ τὰς πόλεις . . . Γ . ὅλως δὲ
5144611 ἐριοιϲ
ἔχοντι τῷ πώματι . Τρίχεϲ κεκαυμέναι . Παραπληϲίωϲ τοῖϲ κεκαυμένοιϲ ἐρίοιϲ θερμαντικῆϲ τε καὶ ξηραντικῆϲ εἰϲι δυνάμεωϲ . Ὀϲτέα κεκαυμένα
τῷ περὶ ἑλκῶν εἰρήϲεται , τὸν δὲ ἀδένα φλεγμαίνοντα παρηγορητέον ἐρίοιϲ ἐν : ἐλαίῳ τῶν χαλαϲτικῶν τινι δεδευμένοιϲ , καὶ
5139013 λαπαττειν
. ἓν οὖν αὐτοῖς μόνον ἀγαθὸν ὑπάρχει τὸ τὴν γαστέρα λαπάττειν : διὸ καὶ προπίνουσιν αὐτούς : ὡς , ἐάν
' ἐλαίου τε καὶ γάρου καὶ τὰ ἄλλα , ὅσα λαπάττειν εἴωθε τὴν γαστέρα : μετὰ δὲ τὴν αὐτάρκη τροφήν
5137912 δυσκινησιαν
. Ὅτι ὁ Αἰμίλιος ὁ ὕπατος διὰ τὴν βαρύτητα καὶ δυσκινησίαν τοῦ σώματος τῇ διὰ τὸν ὄγκον ὑπεροχῇ καὶ τῷ
κάθαρσιν σημειωτέον ἐκ τοῦ κατὰ τὴν προθεσμίαν τοῦ συνήθους καιροῦ δυσκινησίαν παρακολουθεῖν καὶ βάρος ὀσφύος , ἔσθ ' ὅτε δὲ
5121273 φθαρτικα
, κατὰ μέρος δὲ τὰ μὲν προηγούμενα αὐτοῦ καυσώδη καὶ φθαρτικά , τὰ δὲ μέσα εὔκρατα , τὰ δὲ ἑπόμενα
καταφορὰν ὑδάτων καὶ συνεχεῖς ὄμβρους : τὰ δεξιὰ εὐτελῆ καὶ φθαρτικά . νοτόθεν συνανατέλλει Λαγωὸς καὶ τοῦ Κυνὸς τὰ ἐμπρόσθια
5119474 προϲαγειν
ἀλεεινόϲ : ψηλαφητέον δὲ πόδαϲ καὶ χεῖραϲ καὶ ὀϲφραντὰ διεγερτικὰ προϲάγειν , οἷόν ἐϲτι τὸ καϲτόριον ἐλλύχνιον ἐϲβεϲμένον πίϲϲα :
χρώματι καὶ κροτάφων ἀλγήματα ποιοῦντα . τούτοιϲ δὲ μηδὲν ἕτερον προϲάγειν πλὴν τῶν πραΰνειν τὰϲ ἀλγηδόναϲ δυναμένων , ἅτινα ἐπὶ
5114648 ὁλοκληρα
τοῖς τῶν ἄλλων συναναμίξῃ , τὰ μὲν τοῦ ἀετοῦ μένει ὁλόκληρα καὶ ἀνεπιβούλευτα , τὰ δὲ ἕτερα κατασήπεται , τὴν
φίλους εὖ ποιοῦντα καὶ ὅσαι ὧραι , τοὺς δὲ ἐχθροὺς ὁλόκληρα γένη καὶ ἔθνη μετασκευάσαντα εἰς εὔνοιαν ἐκ δυσμενείας .
5099321 πλαταγωνια
' αὐτῆς μήκωνος . . . . . . ἀπὸ πλαταγώνια βάλλοις , ἄβρωτον κώδειαν ὄφρα κνώπεσσι φυλάξῃ : φυλλάσιν
ἡ ἀνθοφόρος βοτάνη . [ ἢ μάκων ' ἁπαλάν ] πλαταγώνια : τῆς μήκωνος τὰ φύλλα , ἢ παρὰ τὴν
5091693 παχυτερα
γεγονότι τεταρταίῳ , ἐξέρυθρα ἂν καὶ σανδαραχώδη οὖρα φανείη , παχύτερα μὲν τοῦ συμμέτρου τυγχάνοντα , μετρίας δὲ καὶ ἀνωμάλους
ξανθὰ ὑπάρχει καὶ κατάκορα , τὰ δὲ φλεγματώδη βραδυπορώτερα καὶ παχύτερα καὶ λευκὰ καὶ ὑπόψυχρα καὶ ναρκώδη εἰσίν . Ὅταν
5090560 ἐλαφρως
, ταχεῖς , σπουδαῖοι τοὺς πόδας , καὶ κούφως , ἐλαφρῶς , ὠκέως , ταχέως , σπουδαίως : οἱ δὲ
, ὁ βορέας ἐτίνασσε τὰ φύλλα . ἀήσυρος δὲ ὁ ἐλαφρῶς πνέων , ἀπὸ τοῦ ἄω τὸ πνέω . κεκληγός
5086096 μειω
. Ἔστι δ ' ὅτε φέρεται καὶ οἷον στίγματα ἐλαίου μείω τε καὶ πλείω καὶ λεπτότερα καὶ παχύτερα , ὥσπερ
τόπον Τροίας ἐπελθὼν οὐκ ἐλάσσονι σθένει , οὐδ ' ἔργα μείω χειρὸς ἀρκέσας ἐμῆς , ἄτιμος Ἀργείοισιν ὧδ ' ἀπόλλυμαι
5077503 κιτρια
καὶ πασσάλου , ἐστὶ ταῦτα , σῦκα , συκάμινα , κίτρια , ῥοιά , ἐλαία , συκομορέα , λεύκη ,
βασιλικῶν β καὶ πηγάνου φύλλων κ καὶ χόνδρου ἁλός , κίτρια , βουνιάδος σπέρματος ⋖ α μετ ' οἴνου ,
5074626 ἐπιδηϲομεν
τὴν χειρουργίαν . ἔπειτα πτυγμάτια βρέξαντεϲ ἐν ὀξυκράτῳ καὶ ἐπιθέντεϲ ἐπιδήϲομεν ἐπιβρέχοντεϲ αὐτὸ τῷ ὀξυκράτῳ ὑδαρεῖ ἄχρι τῆϲ τρίτηϲ ,
βρόχοιϲ . καὶ διαμοτώϲαντεϲ ξηροῖϲ οἰνελαίῳ τε βραχὲν ϲπληνίον ἐπιβαλόντεϲ ἐπιδήϲομεν τῇ τε πυοποιῷ ἐμμότῳ θεραπεύϲομεν ἀγωγῇ . οἶδα δέ
5069027 διαχωρηματα
σῶμα δείκνυσι καὶ λεπτότερον καὶ δίψαν ἐργάζεται μᾶλλον καὶ τὰ διαχωρήματα ὀλίγα καὶ παχύτερα φαίνεται . Ἡ δὲ ὑγρὰ δυσκρασία
οὐχ ὕπνωσεν : διψώδης . Δευτέρῃ , πάντα παρωξύνθη : διαχωρήματα πλείω , ἀκαιρότερα : οὐχ ὕπνωσεν : τὰ τῆς
5060890 ἀποπατηματα
δὲ λέγειν τὰ ὑποχωρήματα , ἅπερ οἱ ἰατροὶ σκύβαλα καὶ ἀποπατήματα εἰώθασι καλεῖν ξυννενημένων : ξυσεσωρευμένων σημείωσαι κοτύλην ὕδατος δύο
. Ἀλέξανδρος ἐν τῷ περὶ θηριακῶν κελεύει τὰ τῶν αἰγῶν ἀποπατήματα , ἄν τε ὑγρὰ ἦ , ἄν τε ξηρά
5058179 ἐμποιουντα
λάζομαι ἐλαζόμην καὶ συναρχομένως λάζετο . Λαθικηδέα : τὸν λήθην ἐμποιοῦντα τοῖς παισὶ τῶν κακῶν ⌊ πάντων ⌋ . Λαισήια
καὶ Ἀλεξίκακον προσαγορεύουσιν , ὡς ἀποτρέποντα τῶν κακῶν καὶ ὑγίειαν ἐμποιοῦντα ταῖς ψυχαῖς καὶ σώμασιν , οὐ νόσον οὐδὲ μανίαν
5054145 προπιπτειν
? [ ! ! ! ] τῶι [ ? ] προπίπτειν [ ] λειουτν ? [ ! ! ! ]
διόπερ ἐοικέναι διώκοντι τοὺς ὑποχωροῦντας : ἕλκεσθαι γὰρ αὐτὸ καὶ προπίπτειν εἰς τὸ πρόσθεν ἄθρουν ὑπὸ τῆς πάλιν ῥύμης :
5048281 περιφερη
ἑξήκοντα ψήφοις . πόπανα : πλακούντια πλατέα καὶ λεπτὰ καὶ περιφερῆ . πρεσβύτερος Κόδρου : παροιμία ἐπὶ τῶν πάνυ παλαιῶν
αὐτοῦ ἱστορεῖ οὕτως : πόα θαμνοειδής , ὀλίγα φύλλα ἔχουσα περιφερῆ , μείζονα ἡδυόσμου , μέλανα , λιπαρά , ἐγγίζοντα
5031295 ἀνδραχνην
ἑψηθέντα καὶ λειωθέντα μετὰ κηρωτῆς ῥοδίνης ἀναλαβὼν κατάπλασσε , ἢ ἀνδράχνην μετὰ κηρωτῆς ῥοδίνης ἀναλαβὼν , ἢ μυρσινίνης ἐπίθες .
τῶν τελμάτων φακὸν ἢ τὸν ἕλειον λωτὸν ἢ ἀνθύλλιον ἢ ἀνδράχνην ἢ σέριν ἢ ἀείζῳον ἤ τι τῶν οὕτως ὑγραίνειν
5024464 μυελου
χηνείου ἢ ὀρνιθείου , βουτύρου ἀνάλου , ῥητίνης ἀποκεκαυμένης , μυελοῦ ἐλαφείου , τήλεως καὶ τῶν ὁμοίων : τοῖς δ
γυναικείῳ . Κρόκου ⋖ α , ὑϲϲώπου ⋖ α , μυελοῦ ἐλαφείου ⋖ β , τερεβινθίνηϲ , κηροῦ , ϲτέατοϲ
5023158 κοιλα
τὴν λαγόνα , τὸ βάθος τῆς κοιλίας : τὰ πρόσω κοῖλα : τὰ πρόσω κοῖλα τῆς ἑαυτοῦ γαστρὸς φυλάττων :
νήσου παραπλήσιά που ὁρᾷς καὶ ἀλλήλοις ξύμμετρα καὶ οἷα ἐναρμόσαι κοῖλα ἐκκειμένοις . τοῦτο καὶ ἡ Εὐρώπη ποτὲ περὶ τὰ
5020763 διαστατα
οἱ ἐν τῷ λογιστικῷ . τρίγωνα μὲν γὰρ καὶ τετράγωνα διαστατά , ἀνθρώπου δὲ λόγος καὶ ζώου ἀμερῆ . καὶ
ὀνομαζόμενα : σώματα δὲ τὰ αἰσθήσει ὑποπίπτοντα , τὰ τριχῇ διαστατά : πράγματα δὲ τὰ διανοίᾳ ληπτά : κοινὸν δὲ
5020187 σιμα
δὲ φωνὴν γυμνάζειν ἐν τοῖς δρόμοις καὶ ταῖς πρὸς τὰ σιμὰ ἀναβάσεσι διαλεγόμενον καὶ λόγους τινὰς ἢ στίχους ἅμα τῷ
καὶ ἐμφράξεώς τις ὑπόνοια εἴη περὶ τὰ κυρτὰ ἢ τὰ σιμὰ , συνεψεῖν τότε κάλλιόν ἐστι καὶ σέλινον : μετὰ
5019925 μονορριζα
τὰ δὲ ὀλιγόρριζα , καθάπερ ῥοιὰ μηλέα : τὰ δὲ μονόρριζα , καθάπερ ἐλάτη πεύκη : μονόρριζα δὲ οὕτως ,
μόνοις ὕπεστι πλῆθος ῥιζῶν καὶ δύναμις , τὰ χεδροπὰ δὲ μονόρριζα καὶ ξυλώδη καὶ ἐπιπολῆς . Ὡσαύτως δὲ καὶ ἐπὶ
5015292 πληρουντα
κριῷ καὶ τοῖς ὁμοτρόποις τούτῳ , ἐρύματα , σάκκους ἀχύρων πληροῦντα προκρεμαννύειν καὶ ἀγγεῖα ἐρίων καὶ ἀσκοὺς βοείους νεοδάρτους πεφυσημένους
τὴν ἐξαίφνηϲ γένεϲιν ἐνδείκνυται χυμὸν ψυχρὸν ἢ παχὺν ἢ γλίϲχρον πληροῦντα τὰϲ κυριωτέραϲ τῶν κατὰ τὸν ἐγκέφαλον κοιλιῶν , οὐ
5005305 γεννητικα
τέλεια καὶ οὐ πηρώματά ἐστι . σημεῖον δέ , ὅτι γεννητικὰ ἑτέρων τοιούτων καὶ ἀκμὴν ἔχει καὶ φθίσιν . ἀλλὰ
ἡ δὲ πρὸς δύναμιν τοῦ γεννᾷν : ἔνια δὲ ἄτροφα γεννητικὰ δὲ , τὰ δ ' ἴσως ἀνάπαλιν . Τάχα
4999118 χειλη
τὸν Ὀρχομενὸν ἀπολιπούσας καὶ τῆς Ἀργαφίας κρήνης ἀπονιψαμένας : τὼ χείλη δὲ τὰ ῥόδα τῆς Ἀφροδίτης ἀποσυλήσας τῶν κόλπων διήνθισται
λόγος διὰ στόματος , οὗ πέρατα ἡ φύσις διττὰ εἰργάσατο χείλη , ῥέων διαστείλῃ τό τε ὠφέλιμον καὶ τὸ ἐπιζήμιον
4996339 συγκριματα
ταῦτα παραλίπῃ τις , πῶς ἄρα καὶ γίνεσθαί φασι τὰ συγκρίματα ἐκ τῶν πρώτων στοιχείων , μήτε θίξεως καὶ ἁφῆς
δ ' ἁπλᾶ † , τὰ δ ' ἐξ ἐκείνων συγκρίματα πάντα βάρος ἔχειν : κινεῖσθαι δὲ τὰ ἄτομα ποτὲ
4995563 ἐπιχρισας
ῥόδινον ἢ μύρσινον τὸ ἀρκοῦν , καὶ χρῶ διὰ χειρῶν ἐπιχρίσας καὶ ἐν πεσσῷ προστιθείς . Ἰδίως δὲ καὶ τὰ
καὶ ποίει ξηρίον καὶ προλούσας ἔτι θερμῶς ἔχοντος τοῦ χρωμένου ἐπιχρίσας ὑγρᾷ πίσσῃ , ἐπίπασον τὸ ξηρίον καὶ ἄνωθεν ἐπίθες
4992145 ϲκεπειν
: ἐμβρέχειν δὲ καὶ τὴν κεφαλὴν ἀνηθίνῳ ἐλαίῳ θερμῷ καὶ ϲκέπειν πιλήματι καθεύδειν μέλλοντι . Περὶ ἐπιληψίαϲ Γαληνοῦ . τρεῖϲ
, κολοφωνίαϲ λειοτάτηϲ μέροϲ α : ἐπιπάϲϲοντα δὲ τὸ ξηρίον ϲκέπειν μοτοῖϲ καὶ ϲπληνίῳ : μοτοφύλακι δὲ χρηϲτέον τινὶ τῶν
4986892 λεπη
οὕτω καλεῖται καὶ κογχυλίων κόγχους καὶ ὀστρέων κόγχας καὶ ἰχθύων λέπη καὶ καράβων ὄστρακα καὶ κρεῶν ὀστᾶ καὶ ὀπώρας μίσκους
εὐτρεφέος ] θρεπτικοῦ νέα δὲ τέρφη : ἀντὶ τοῦ χλωρὰ λέπη καστάνου τοῦ εὖ τρέφειν δυναμένου νέα τέρφη ] ἁπαλοὺς
4980840 πτερυγια
οὔκ ἐστι δὲ νυκτερινός . ἔχει τε περὶ τὰ ὦτα πτερύγια , διὸ καὶ ὦτος καλεῖται : μέγεθος περιστερᾶς ,
καὶ τῶν χειρῶν καὶ τὰ τῶν ὤμων νεῦρα καὶ τὰ πτερύγια . Ἄλλο . Λαγωοῦ ἀστράγαλοι περιαπτόμενοι πάνυ τὰ ἀρθριτικὰ
4980460 ἡμιφωνα
ἔστιν γὰρ ἃ μὲν ἡμίφωνα , ἃ δὲ ἄφωνα . ἡμίφωνά ἐστιν , ἃ καθ ' ἑαυτὰ μὲν ἐκφωνεῖται ,
ἐκ Διὸς ὗεν ὕδωρ . τῶν δὲ συμφώνων τὰ μὲν ἡμίφωνά ἐστι κατ ' αὐτοὺς τὰ δὲ ἄφωνα , καὶ
4979487 αὐτοῤῥιζα
. Τὰ δὲ ῥόδα φυτεύεται ποικίλως . οἱ μὲν γὰρ αὐτόῤῥιζα ὁλόκληρα μεταφυτεύουσιν , οἱ δὲ ἐξελόντες μετὰ τῶν ῥιζῶν
τόπῳ . Φυτεύουσι δὲ αὐτὴν οἱ μὲν ἀπὸ παραφυάδων , αὐτόῤῥιζα τὰ φυτὰ λαμβάνοντες : οἱ δὲ τὸν εὐγενέστατον κλάδον
4969746 γιγαρτα
ἴσα ἑκάστου ἐν οἴνῳ λευκῷ δίδου πιεῖν . ἄλλο . γίγαρτα σταφυλῆς μελαίνης ξηρὰ λειώσας ἐν οἴνῳ μελαυστηρῷ δίδου πίνειν
αἷμα μεταβαλλόμενον διά τε τὸ ἔξωθεν περικείμενον δέρμα καὶ τὰ γίγαρτα ξηρὰ καὶ ϲτύφοντα τὴν οὐϲίαν ὑπάρχοντα . διό τινεϲ
4968530 πυρηνων
. Πρὸς δὲ τὰς ἀνατροπὰς τοῦ στομάχου ῥοιᾶς ὀξείας τῶν πυρήνων χυλοῦ μέρη τρία , ἡδυόσμου χυλοῦ μέρος ἕν .
καὶ χόνδρον δι ' ὕδατος ψυχροῦ ἢ ὀξυκράτου ἢ μετὰ πυρήνων ῥόας , ἢ ἀλφίτων πόλτον ψαφαρώτατον , καὶ μάλιστα
4966270 δριμεα
δυσωδίας μετέχον ἡδύ τε καὶ βραχεῖαν ἔχον γλυκύτητα πρὸς τὰ δριμέα καὶ δάκνοντα ῥεύματα συμφορώτατόν ἐστιν , οὐ μόνον ἀποπλῦνον
. σκόροδον , κρόμμυον , πράσον , ἀμπελόπρασον ἱκανῶς ἐστι δριμέα : ἑψηθέντα δὲ δὶς ἢ τρὶς ἀποτίθεται τὴν δριμύτητα
4965532 χρωματα
τῇ κεφαλῇ , καὶ μᾶλλον , ὅσῳ λευκὰ τυγχάνουσι τὰ χρώματα . Κἂν μὲν οὖν λευκὰ τὰ οὖρα τότε εἴη
γίνεσθαι . Μεταβάλλει δ ' ὁ χαμαιλέων εἰς πάντα τὰ χρώματα , πλὴν τὴν εἰς τὸ λευκὸν καὶ τὸ ἐρυθρὸν
4963910 πελιδνα
σμικρὰ πρὸς ἡμέρην : ἄφωνος : ἵδρωσε ψυχρῷ : ἄκρεα πελιδνά : περὶ δὲ μέσον ἡμέρης , ἑκταῖος ἀπέθανεν .
τὰ οὖρα καὶ ἀνυπόστατα , τοῦ δὲ δεινοῦ πάνυ κεκρατηκότος πελιδνά τε καὶ μέλανα τούτοις ἂν ἀποδοθείη τὰ παρυφιστάμενα ,
4963319 φλεγμαινοντα
. Τῆς ἰάσεως ὁ σκοπὸς τούτων κοινός ἐστι πρὸς τὰ φλεγμαίνοντα : διαφορηθῆναι γὰρ χρὴ τὸ ῥυὲν εἰς τοὺς τόπους
τῆϲ τέφραϲ αὐτῶν λειοτάτηϲ ἐπιπαττομένηϲ παρατρίμματα ἐξ ὑποδημάτων τὰ μὴ φλεγμαίνοντα ἰᾶται : τὰ γὰρ φλεγμαίνοντα παροξύνει . Περὶ αἰθυίηϲ
4963314 μεμιγμενως
ἐκθέσει ἕκαστος μὲν αὐτῶν , εἰ κατὰ τὰ τρία γένη μεμιγμένως γράφοιτο , τὸν τῶν εἰκοσιοκτὼ πληρώσειεν ἂν ἀριθμὸν ἴσον
μὴ ἀφύλακτος ὢν ἐπηρεάζηται . Τὰς δὲ ὁδοιπορίας μὴ ποιεῖσθαι μεμιγμένως ἢ συγκεχυμένως μετὰ τοῦ τούλδου , ἀλλὰ διακεκριμένως ,
4962168 ἀναισθητα
μορφὴν μὲν ἐπιβάλλει τοῖς ἀμόρφοις , ὄψεως δὲ ἀναπίμπλησι τὰ ἀναίσθητα . διὰ πάσης γὰρ ἔρχεται τῆς οὐσίας πλάττων ,
τὰ συνεχῆ καὶ ἀποκτείνει τὸν ἄνθρωπον . ὅταν δὲ τελέως ἀναίσθητα γένηται τὰ οὕτω παθόντα σώματα , τὸ πάθος οὐκέτι
4961388 ἐγχυματισμοις
ἐγκαθίσμασιν τοῖς διὰ λινοσπέρμου ἢ τήλεως ἢ μαλάχης ἀφεψημάτων , ἐγχυματισμοῖς δὲ δι ' ἐλαίου γλυκέως , ἔτι δὲ πεσσοῖς
δὲ τοῦ τῆς ὑστέρας στόματος , μὴ βιάζεσθαι ἀλλ ' ἐγχυματισμοῖς λιπαροῖς δαψιλέσι χρῆσθαι ἐγκαθίσμασί τε καὶ ἐμβροχαῖς ταῖς ὁμοίαις
4961175 πωμασαντες
ἀναμιγνυμένη ταῖς κριθαῖς . ἔνιοι δὲ ὄξους ἀγγεῖον πληρώσαντες καὶ πωμάσαντες , ἐν μέσῳ τιθέασι τῶν κριθῶν . εἰδέναι δὲ
ἢ γλεύ - κους , ἐμβάλλουσι τὰς ἀππίους , καὶ πωμάσαντες τὸ ἀγγεῖον ἀποτίθενται . οἱ δὲ ἐν γιγάρτοις συντιθέασιν
4961078 κεκμηκοτα
, ἤτοι κατὰ στέρησιν τῆς ἱκμάδος , οὐδὲ τὸν μὴ κεκμηκότα περὶ τὰ σιτία . Ὁ δὲ Ἀρίσταρχος τὸν ἄκμηνον
τόσσον γε : οὐδ ' οὕτω τὰ θερμὰ λουτρὰ μαλάσσει κεκμηκότα τὰ γυῖα καὶ πεπονημένα , ὅσον ἡ εὐλογία ἀνίησιν
4958011 στερεα
καὶ τὰ φύλλα ὅμοια ἔχει μυρσίνῃ , μείζω δὲ καὶ στερεά , ἐπ ' ἄκρου δ ' ὀξέα καὶ ἀκανθώδη
ΓΦ στερεόν : ἰσοϋψῆ γάρ ἐστι τὰ ΑΒ , ΓΦ στερεά : ὡς δὲ ἡ ΓΜ πρὸς τὴν ΓΤ ,
4954532 ῥοφεειν
τὸ ἕψημα τὸ ἐν τῷ γάλακτι μὴ φάσκῃ δυνατὸς εἶναι ῥοφέειν , γάλα βόειον ὡς πλεῖστον πινέτω τρίτον μέρος τοῦ
τὸ ἀπὸ τοῦ κρίμνου ἢ ἄρτου , ἢ ἄλητον : ῥοφέειν δὲ , σίδης οἰνώδεος τὸν χυλὸν κεράσας ὕδατι ,
4949637 ἀπολαμβανουσι
τῇ μὲν προτέρᾳ : καθ ' ἣν δηλονότι ἐκινήθησαν . ἀπολαμβάνουσί τε : ἤγουν ἀποκόπτουσί τινας τῶν ὁπλιτῶν τῶν Ἀθηναίων
πολλοῦ καὶ τῶν ὁπλιτῶν καὶ τῶν ἱππέων κατά τινας πύλας ἀπολαμβάνουσί τε τῶν ὁπλιτῶν τινὰς καὶ τρεψάμενοι καταδιώκουσιν : οὔσης
4945268 ἀδιαιρετα
τῶν ἀδιαιρέτων στερεῶν ἕκαστον , ὁ δὲ ὡρισμένοις , ἐπεὶ ἀδιαίρετά γε ἀμφότεροι λέγουσι καὶ ὡρισμένα σχήμασιν . ἐκ δὴ
, ὅσα καὶ κατὰ τὰς ὑποθέσεις καὶ κατὰ τὰ συμπεράσματα ἀδιαίρετά ἐστιν ἓν ἔχοντα τὸ δεδομένον καὶ τὸ ζητούμενον ,
4942320 νευρα
τῆς πόῤῥω ταύτης κειμένης μήτρας ; οὐδὲ γὰρ ἔχει πλούσια νεῦρα ἡ μήτρα , οὐ προαιρετικὰ , οὐκ ἀποπερατώσεις μυῶν
θερμὴν ἔμμεναι . ἀπηνέα γὰρ καὶ ϲκληρὰ καὶ τιταινόμενα τὰ νεῦρα ὑπὸ τῆϲ νούϲου γίγνεται : ἀτὰρ καὶ τὸ δέρμα
4929283 ξηραινοντα
στύφουσι μάλιστα : αἱ δὲ διὰ στόματος ἀναγωγαὶ οὔτε τὰ ξηραίνοντα προσδέχονται οὔτε τὰ εἰρημένα , εὐαρεστοῦσι δὲ τοῖς παρεμπλάσσουσιν
. Οἱ δὲ ἐξ ἀρχῆς πειρώμενοι τῇ ὑστέρᾳ προσάγειν τὰ ξηραίνοντα καὶ ἐπέχοντα , μεγάλως βλάπτουσιν , ἀνατρέχει γὰρ ἐπὶ
4921074 αἰσθητηρια
αὐτὸν καὶ ὦτα ὄνου ἔχειν , ὅτι τὰ τῆς ἀκοῆς αἰσθητήρια μέγιστα εἶχεν , οἷάπερ ὄνος . τὸ δὲ ἀληθές
τὸ σῶμα στερεὸν καὶ μυῶδες νεῦρά τε κρατύνει καὶ τὰ αἰσθητήρια παροξύνει καὶ τὰς φυσικὰς ἐνεργείας ἐπιρρώννυσιν : σάρκα δὲ
4915830 μερη
συνήχθησαν πάντες : ἦν γὰρ οἰκισθεῖσα ἡ γῆ εἰς τρία μέρη : καὶ ἦλθον πάντες ἐπὶ τὴν θύραν τοῦ οἴκου
ὁ υἱὸς αὐτοῦ Εἵρωμος ἐβασίλευσεν . Οὗτος τὰ πρὸς ἀνατολὰς μέρη τῆς πόλεως προσέχωσε , καὶ μεῖζον τὸ ἄστυ πεποίηκε
4911113 ϲτηϲεται
: κοχλίων ϲάρκαϲ μετὰ λιβάνου τρίψαϲ ἔμφραττε τοὺϲ μυκτῆραϲ καὶ ϲτήϲεται . τοῖϲ αὐτοῖϲ δὲ καὶ τὸ μέτωπον κατάπλαττε :
, ϲπόγγον ἐν οἴνῳ χλιαρῷ βάψαϲ καὶ ἐκπιέϲαϲ ἀποϲπόγγιζε καὶ ϲτήϲεται . Ἄλλο ἐπίθεμα κατὰ τοῦ ὀμφαλοῦ ἐπιτιθέμενον καὶ καθαῖρον
4910723 θερμασματα
περαίνῃ ἡ ὀδύνη . Ἢν δὲ μὴ λύηται πρὸς τὰ θερμάσματα ὁ πόνος , οὐ χρὴ πολὺν χρόνον θερμαίνειν :
: ὕδωρ δὲ θερμὸν χάριν τοῦ ἀποπλυθῆναι τοὺς τόπους : θερμάσματα δὲ πρὸς τὴν παρηγορίαν τῶν ὠδίνων : σπόγγους δὲ
4907301 παχους
ὑπόπυῤῥόν τε ἅμα καὶ ὑπόξανθον , εὐθὺς δὲ λεπτοῦ καὶ πάχους συμμέτρως ἔχον . οὔσης δὲ τριττῆς τῆς τῶν θολερῶν
συστᾶσα ἡ σύριγξ φθείρειε τὸ ὀστοῦν , εἰ μὲν διὰ πάχους , ἐκ τῶν ἔξωθεν μερῶν καὶ τὰ μῆλα χιάσαντες
4894755 συσταντα
Ἀστεροπαίου τοῦ Παίονος [ ἑώρα ] τετρωμένον , Αἰνείαν τε συστάντα αὐτῷ καὶ μαχεσάμενον ἐπὶ πλέον , ὁπότε δὲ ἐβουλήθη
τὸ δὲ καὶ κατὰ τὰ τρίγωνα : βίᾳ δὲ ἀέρα συστάντα οὐδὲν λύει πλὴν κατὰ τὸ στοιχεῖον , ἀβίαστον δὲ
4892825 ῥωσαι
εἰ μὴ μόνου ἀψινθάτου καλουμένου : τοῦτο γὰρ οἶδε καὶ ῥῶσαι τὸν στόμαχον καὶ λεπτῦναι καὶ ἀπωθῆσαι τὸ περιττὸν ἐν
δῆξιν ἢ κνησμὸν ἐνοχλοῦντα τοῖς σώμασιν , ἐπὶ δὲ προσώπῳ ῥῶσαι βουλόμενοι καὶ τόνον ἐνθεῖναι . ὑπὲρ τῆς αὐτῆς δὲ
4892278 ἐλαιωδη
δὲ τοῦ δεινοῦ , ἤδη μὲν ἐλαιοφανῆ καὶ ἐλαιόχροα καὶ ἐλαιώδη γίνεται . Κἂν ἤδη δὲ τὴν πιμελὴν ἐπινεμηθὲν τὸ
χολῆς σημαίνει ἐξόπτησιν . τὰ δὲ ἐλαιόχροα καὶ ἐλαιοφανῆ καὶ ἐλαιώδη , τὸ πλέον ἐπὶ ταῖς ἀρχαῖς τῶν ἑκτικῶν συνίστασθαι
4892085 ἀργα
λαμβάνεται : καὶ γὰρ οἱ ποιηταὶ τὰ λευκὰ πάντα καὶ ἀργὰ οὕτω καλοῦσι . παρὰ τὸ ποιεῖν . τοῦτο παρὰ
, εἶτα ἐν τοῖς τῶν δώδεκα ὁρίοισι μερῶν τῶν ὅσα ἀργὰ καὶ ἀνώνυμα θάπτειν ἀκλεεῖς αὐτούς , μήτε στήλαις μήτε
4887234 βλεπομενων
ἀνατολῆς οὖν τοῦ ἡλίου , ἔτι τῆς νυκτὸς ἐνεστηκυίας καὶ βλεπομένων τῶν ἀστέρων , „ σημεῖόν „ φησιν ” ἔστω
ἐπὶ τῶν σύνεγγυς καὶ ἐκ [ τοῦ ] μετρίου διαστήματος βλεπομένων , τὸ δ ' ἐκτὸς τοῦ στερεμνίου κἀν τοῖς
4886526 διατρεφονται
πρεσβύτερα καὶ νοσεῖν ἀρχόμενα καταναλίσκοντες ἀπὸ τούτων τὸν ἅπαντα χρόνον διατρέφονται . διόπερ τὴν τῶν γονέων προσηγορίαν ἀνθρώπων μὲν οὐδενὶ
τὸν πίπτοντα καρπὸν ἀπὸ τῶν δένδρων ὄντα πολὺν ἀθροίζοντες ἀπόνως διατρέφονται , κατὰ δὲ τὸν ἄλλον καιρὸν τῆς βοτάνης τῆς
4886462 κοκκια
. καλῶς δὲ ποιεῖ , εἴπερ τι καὶ ἄλλο , κοκκία διδόμενα ἔσωθεν καὶ ἔξωθεν ἐπιτιθέμενα . καλῶς δὲ ποιεῖ
ἐρεθίζει τὴν κάθαρσιν σμύρνης κυαμιαῖον μέγεθος μελικράτῳ πινόμενον ἢ εἰς κοκκία μερισθὲν καὶ καταπινόμενον ἢ καστορίου ⋖ α ἐν κυάθοις
4886123 καρφη
δέξαιο . τὰ ψήγματα δὲ τῆς κέδρου , κεδρίνα λέγει κάρφη κανθαρίς ζωύφιον μέλαν καθάπαξ τοῖς φυτοῖς λυμαινόμενον σιτηβόρου ]
, σὺν δὲ καὶ Αἰγινῆτιν , ὅσαι τ ' ἐσκληκότα κάρφη φοίνι ' ἀραχνήεντι διαφράσσουσι καλύπτρῃ : ἄλλοτε δ '
4884911 ἐργαλειου
καὶ ἐλαίου καὶ μέλιτος καὶ πράσου . κρεάγρᾳ : εἶδος ἐργαλείου μαγειρικοῦ χειρὶ παρεοικός , μόνον ἐγκεκαμμένον τοὺς δακτύλους ,
, ἐκ μεταφορᾶς τοῦ ξίφους , ἢ ἀπὸ μεταφορᾶς τοῦ ἐργαλείου , δι ' οὗ τὴν κρόκην οἱ ὑφανταὶ συντιθέασιν
4883004 ᾠων
, ἴτρια τραγήμαθ ' ἧκε , πυραμοῦς , ἄμης , ᾠῶν ἑκατόμβη : πάντα ταῦτ ' ἐχναύομεν , ἐμασώμεθ '
καὶ ἐπιπολαστικὰ καὶ βραδέως πεττόμενα καὶ ἀναδιδόμενα , καὶ τῶν ᾠῶν τὰ σκληρυνόμενα ἐν τῇ ἑψήσει ἢ ὀπτήσει ἢ τηγάνῳ
4882713 ὁμοειδη
δὲ καὶ οἷον πολλότης κατὰ τὴν ἀπὸ τῆς δευτέρας ἀρχῆς ὁμοειδῆ πρόοδον , καὶ οὔπω τὸ μικτόν . Ἀλλὰ τοῦτο
ἐπὶ πάντων ἀληθές , ἀλλ ' ἐπὶ τῶν ὁμοειδῶν . ὁμοειδῆ δὲ λέγω οἷον εὐθεῖαν εὐθείᾳ καὶ περιφέρειαν περιφερείᾳ τοῦ
4882561 ξηρου
, ἀριστολοχίας στρογγύλης # θ , πηγάνου σπέρ - ματος ξηροῦ # α . κόψαντα δεῖ καὶ σήσαντα διδόναι καθ
ἔτι καὶ ἔγχυλον , ὥϲτε καὶ πεπτικώτερον μέν ἐϲτι τοῦ ξηροῦ μᾶλλον καὶ ὑπνοποιόν , διαφορητικὸν δὲ ἧττον . Ἀνθεμὶϲ
4877334 παρυφισταμενα
τε καὶ προλέγειν τὰ δέοντα . Καὶ ταῦτα μὲν τὰ παρυφιστάμενα λευκά τε ὄντα καὶ ἀμιγῆ , σωμάτων ἑτεροειδῶν τῷ
πεπτικῆς ταύτης δυνάμεως ὑφ ' οἱασδήτινος ἀμαυρωθείσης αἰτίας πλείω τὰ παρυφιστάμενα φέρεται . Ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἤδη πρὸς πάχος χωρεῖ
4875126 λευκα
γὰρ πᾶσι φαίνεται τὰ αὐτὰ ἡδέα τε καὶ λυπηρὰ καθάπερ λευκά τε καὶ μέλανα . Χρύσιππος τὸ μὲν γενικὸν ἡδὺ
τις ῥοφῶν . χηνείων δ ' ᾠῶν Ἔριφος : ᾠὰ λευκά γε καὶ μεγάλα : χήνει ' ἐστίν , ὥς
4874124 εὐωδεστατου
μηνός . Ἰανουάριος φλέγμα γλυκὺ κυριεύει . ἁρμόζει οἴνου καλοῦ εὐωδεστάτου λαμβάνειν ῥοφήματα τρία μικρά , ἀλλὰ μὴ ἀτάκτως :
, τρίψας πάντα καὶ ἑνώσας , ἐπιχέας οἴνου λευκοῦ ὡς εὐωδεστάτου κοτύλας δύο , διηθήσας , χλιήνας , κλύσον τούτῳ
4866340 προσλαβοντα
τὸ ἐπίταγμα , ἔστω τὸν ὑπὸ αου καὶ βου , προσλαβόντα τὸν γον , ποιεῖν ⃞ον , καὶ λείψαντα τὸν
ἠγμένης μεταξὺ τῆς συμπτώσεως τῶν εὐθειῶν καὶ τῆς γραμμῆς τετράγωνα προσλαβόντα τὰ ἀπὸ τῶν ἀπολαμβανομένων εὐθειῶν ἐπ ' εὐθείας τῆς

Back