τὸν δράκοντα πεπτωκότα ὁραθῆναι νεκρόν , μῆκος σχεδόν τι καὶ πλεθριαῖον , πάχος δ ' ὥσθ ' ἱππέας ἑκατέρωθεν παραστάντας
πέντε παρασάγγας τῆς ἡμέρας παρὰ τὸν Φᾶσιν ποταμόν , εὖρος πλεθριαῖον . ἐντεῦθεν ἐπορεύθησαν σταθμοὺς δύο παρασάγγας δέκα : ἐπὶ
6187866 πλαταμωνα
Νυσσαῖον λευκὸν ὕδωρ ἢ τὸ ἀπὸ Νύσσης κατερχόμενον ἐπὶ τὸν πλαταμῶνα κυλίει . Ἀλλ ' οὐδαμῶς τοσοῦτον ὑπάρχει τὸ μέγεθος
δ ' ἐπὶ πλάτος πλεθριαῖον , εἶθ ' ὑψηλὸν εἶναι πλαταμῶνα σταδιαῖον σχεδόν τι τὸ μῆκος , ὅσον οὐκ ἐνὸν
5703719 ὑπερεκχειται
ποιοῦσα μέλλειν κατακλύζειν τοὺς ὑποκειμένους τόπους : καθόλου δὲ οὐχ ὑπερεκχεῖται οὐδέν . ἐπὶ ταύτης οἱ ἐπιχώριοι τοὺς ὑπὲρ τῶν
βάθος μὲν ἥκει καὶ ἑξήκοντα ὀργυιῶν , πλατύνεται δὲ καὶ ὑπερεκχεῖται ἐς σταδίους τετρακοσίους . καὶ ἔχει νήσους Λέσβου τε
5608848 διαστημα
τὰς τάξεις τάσσειν , ἵνα μὴ ὡς κονδότεραι καὶ ὀλίγον διάστημα κρατοῦσαι μὴ δύνανται εὐκόλως τὰ κυνήγια περιλαμβάνειν , μήτε
οἷόν τε ὑπὸ ὄντος κατέχεσθαι μὴ κατεχόμενον δέ , ἢ διάστημα ἔρημον σώματος , ἢ διάστημα ἀκαθεκτούμενον ὑπὸ σώματος ,
5554642 μετρηθεν
οὐχ ὁ αὐτός : μέρος μὲν γὰρ ὁ κατὰ τὸ μετρηθὲν ὑγρόν , ὄργανον δὲ ὁ κατὰ τὸ μετρητικὸν ἀγγεῖον
δίπηχυ ἢ τρίπηχυ : ἐπεὶ καὶ τὸ σῶμα τὸ φυσικὸν μετρηθὲν γίγνεται ποσόν τι , καὶ ὁ τόπος κατὰ συμβεβηκός
5217594 τριγωνοειδες
καὶ ἑκατὸν εἶναι [ . κόσμους ] συντεταγμένους κατὰ σχῆμα τριγωνοειδές , οὗ πλευρὰν ἑκάστην ἑξήκοντα κόσμους ἔχειν . τριῶν
ἀλλὰ τρεῖς καὶ ὀγδοήκοντα καὶ ἑκατὸν εἶναι συντεταγμένους κατὰ σχῆμα τριγωνοειδές , οὗ πλευρὰν ἑκάστην ἑξήκοντα κόσμους ἔχειν : τριῶν
5082317 καμπυλου
ἐπὶ τοῦ κατά τι μὲν κοίλου , κατά τι δὲ καμπύλου , ὡς Κινησίας τάσσει τὴν λέξιν . ῥοώδεα ὀστέα
ἐπὶ τοῦ κατά τι μὲν κοίλου , κατά τι δὲ καμπύλου , ὡς Κινησίας τάττει τὴν λέξιν . βαλβιδῶδες :
4969522 Παλικοις
παρέχει ὕδωρ ἄφθονον , ὥς φησιν Ἀριστοτέλης . Κρήνη ἐν Παλικοῖς , ἥτις εἰς ὕψος ἀναρρίπτει τὸ ὕδωρ πηχέων ἕξ
ἀνθρώπους ἱκέσθαι . ” ἔστι δὲ καὶ κρήνη τις ἐν Παλικοῖς τῆς Σικελίας ὡς δεκάκλινος . αὕτη δ ' ἀναρρίπτει
4954456 σκευος
Δράμασι λέγων : πάντες δ ' ἔνδον πεταχνοῦνται . ΠΛΗΜΟΧΟΗ σκεῦος κεραμεοῦν βεμβικῶδες ἑδραῖον ἡσυχῇ , ὃ κοτυλίσκον ἔνιοι προσαγορεύουσιν
καὶ τίς ἀνέξεταί σου κυβερνήτης ; οὐχὶ δ ' ὡς σκεῦος ἄχρηστον ἐκβαλεῖ , οὐδὲν ἄλλο ἢ ἐμπόδιον καὶ κακὸν
4932419 δεξομενου
Δεῖται δὲ [ ὅμως ] καὶ ὧς ἑνός τινος τοῦ δεξομένου ἢ ἀγγείου ἢ τόπου : ὁ δὲ τόπος ὕστερος
ὄπισθεν κεραίας εἷλκον βιαίως ἄνδρες αὐτὴν ἐς τὸ ἐναντίον τοῦ δεξομένου τὴν πληγήν , καὶ μετὰ ταῦτα ἠφίεσαν , ὥστε
4910823 τοιουτο
, καὶ ἐπιφλεγμαινούϲαϲ καὶ ἐπιρρυπαινομέναϲ . παρέξει δὲ αὐταῖϲ τὸ τοιοῦτο τάριχοϲ δριμύτατοϲ ἐπιτιθέμενοϲ , καὶ ϲκορόδων ἄγλιθεϲ λελειοτριβη -
αἱ δὲ κύρβεις θυσίας ἔχουσιν . ἀμφοτέρων δὲ τὸ κατασκεύασμα τοιοῦτο : πλινθίον τι μέγα ἀνδρόμηκες , ἡρμοσμένα ἔχων τετράγωνα
4874823 πλεθρου
τοὺς ἐλέφαντας ἐπὶ μετώπου , διέχοντα ἐλέφαντα ἐλέφαντος οὐ μεῖον πλέθρου , ὡς πρὸ πάσης τε τῆς φάλαγγος τῶν πεζῶν
τῆς Ἄλτεως κατὰ τὴν πομπικὴν ἔσοδον Ἱπποδάμειον καλούμενον , ὅσον πλέθρου χωρίον περιεχόμενον θριγκῷ : ἐς τοῦτο ἅπαξ κατὰ ἔτος
4817678 θἀτερον
νοῦς αἰσθήσεως . Ἔστιν δὲ τούτων κατὰ μὲν τὴν ὁμιλίαν θἄτερον γνωριμώτερον , τὸ αἰσθητόν : τὰ δὲ νοητὰ ἄγνωστα
σκέλος χαλκοῦν ἔχει ; Νὴ τὸν Ποσειδῶ , καὶ βολίτινον θἄτερον , σάφ ' ἴσθι . Ποῖ δῆτ ' ἂν
4773650 μηκος
στρατηγίδα κάλοις μακροῖς ἐξηρτημένην ἐφεῖλκον . εἶχε δὲ ἡ ναῦς μῆκος μὲν κατὰ τριήρη μάλιστα , εὖρος δὲ καὶ βάθος
δὲ πᾶσι κοινὴ παρέκειτο τράπεζα χρυσῆ σφυρήλατος , τὸ μὲν μῆκος ποδῶν τετταράκοντα , τὸ δ ' εὖρος πεντεκαίδεκα ,
4752902 ἐλαχιστον
τῶν ἡμερέων ὁκόταν ἡ γονὴ ἐς τὰς μήτρας πέσῃ , ἐλάχιστον αἷμα ἔρχεται ἀπὸ τῆς γυναικὸς ἐς τὰς μήτρας ,
οὐ διὰ τῶν βαθυτέρων τῆς γῆς ἰόντος , διὰ τὸ ἐλάχιστον εἶναι παρ ' αὐτοῖς τμῆμα ὑπὸ γῆν τοῦ θερινοῦ
4744507 στερεον
ἐκείνη , τριὰς δὲ στερεοῦ σώματος , ὅτιπερ τριχῆ τὸ στερεὸν διαιρετόν . . § . : ἡ μὲν οὖν
τοῦ εἰκοσαέδρου , οὕτως τὸ στερεὸν τοῦ δωδεκαέδρου πρὸς τὸ στερεὸν τοῦ εἰκοσαέδρου . Ἐπεὶ γὰρ ἴσοι κύκλοι περιλαμβάνουσι τό
4662024 πηχεων
, εἰ πρὸς τοὺς ἄλλους ἔχεις ἀντικρίνοιντο : εἶναι γὰρ πήχεων καὶ πεντεκαίδεκα : τάς γε μὴν χελώνας εἶναι τοσαύτας
δ ' ὁ πῆχυς ἢ ὁ ποῦς , τὸ ιϚ πήχεων ἢ ποδῶν ἐστι ῥητόν . Ἔστω τὸ ΑΓ ποδῶν
4655329 διπηχυ
ὡρισμένα , τὰ δὲ ἀόριστα : ὡρισμένα μὲν ὡς τὸ δίπηχυ καὶ τὸ τρίπηχυ , ἃ καὶ κυρίως ποσά ἐστιν
, λεῖος , πάχος δακτύλου , τὸ δ ' ὕψος δίπηχυ , γόνασι διειλημμένος , ἐκ διαστημάτων μειζόνων περικείμενος τὰ
4632356 ὀγκωι
[ . . ] ἀκούσαντας τοῦ πάντοθεν . . . ὄγκωι : οὐ γὰρ ἀδιαίρετος ὁ οὐρανός , ἀλλ '
καὶ ἀπεριφερῆ . ὀξὺν δὲ κατὰ τοὔνομα τὸν ὀξὺν τῶι ὄγκωι καὶ γωνοειδῆ καὶ καμπύλον καὶ λεπτὸν καὶ ἀπεριφερῆ .
4626848 βαρυτερον
τούτου ; παρεκάλει τὸ πάντων ἐλαφρότερον φορτίον ἆραι καὶ τὸ βαρύτερον πάντων ἐξελέξατο . τὴν ἐπιθυμίαν αὐτοῦ πληρώσωμεν . “
μὲν [ κοῦφον ] παρέχει τὸ ζῶιον , ἀποῦσα δὲ βαρύτερον : * οὕτως [ ] γὰρ ὑπὸ τῆς ψυχῆς
4625416 ὁμαλον
τοῦ ἄγχι , ὃ σημαίνει τὸ ἐγγύς , καὶ τὸ ὁμαλόν γέγονεν ἀγχώμαλον . . . . ἀγυιά : τὰ
ἐπὶ τοῦ τόπου . Θουκυδίδης : καὶ προελθόντες ἐς τὸ ὁμαλόν καὶ πάλιν : ἐν τῷ ὁμαλῷ τὴν μάχην ποιεῖσθαι
4589659 πυροειδες
κρυόεντος : πυρώδους , καυστικοῦ , διὰ τὸ πυρωπὸν δὲ πυροειδές : καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ γὰρ τοῦ θυμουμένου ὑπέρυθροι ,
, εἴποτε φοιτῴη δι ' ἡλίου , τοσοῦτον ἐκλάμπειν αὐτῷ πυροειδές τι , ὡς τοὺς μὲν οἴεσθαι ῥίνημα χρυσοῦ προιόντι
4556305 πληρες
εἴρηται : „ ποτήριον ἐν χειρὶ κυρίου , οἴνου ἀκράτου πλῆρες κεράσματος „ : καίτοι τό γε κεκραμένον οὐκ ἄκρατον
, δαιμόνων ὑπέρτατος . Συνεκδοχή ἐστι φράσις οὐ κατὰ τὸ πλῆρες ἐξενηνεγμένη , προσδεομένη δέ τινος ἔξωθεν ἀκολουθίας . τῶν
4524693 ποτηριον
. ΙΣΘΜΙΟΝ . Πάμφιλος ἐν τοῖς περὶ Ὀνομάτων Κυπρίους τὸ ποτήριον οὕτως καλεῖν . ΚΑΔΟΣ . Σιμμίας ποτήριον , παρατιθέμενος
πιεῖν . ΟΛΛΙΞ . Πάμφιλος ἐν Ἀττικαῖς Λέξεσι τὸ ξύλινον ποτήριον ἀποδίδωσι . ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΚΟΝ . Ποσειδώνιος ὁ φιλόσοφος ἐν ἕκτῃ
4515761 ὁριζον
ἂν ἐξέλθῃς τὸν καταβασμόν . ὁ δὲ καταβασμὸς ὄρος ἐστὶν ὁρίζον καὶ διαχωρίζον Λιβύην καὶ Αἴγυπτον , ὅπου εἰς τὸν
καὶ ταύτης ἡ μονάς : πανταχοῦ γὰρ τὸ περατοῦν καὶ ὁρίζον τοῦ περατουμένου μᾶλλον οὐσίωται , καὶ ὃ συναναιρεῖ μὲν
4499655 σμικρον
μ ' ἔχει τὸ νῦν πρῶτον συγγενόμενον ὑμῖν μὴ κατὰ σμικρὸν ἔπος πρὸς ἔπος ποιεῖσθαι τὴν συνουσίαν , ἀλλ '
ὃς δέ κεν αὐτὸς ἕληται ἀναιδείηφι πιθήσας , καί τε σμικρὸν ἐόν , τό γ ' ἐπάχνωσεν φίλον ἦτορ .
4489378 καινον
κεχρονικότων οἰδημάτων , προϋπαλείψας ἐλαίῳ τὸ μόριον , ἐπιτίθει σπόγγον καινὸν τῇ κονίᾳ βεβρεγμένον καὶ σφίγγε βιαιότερον ἐκ τῶν κάτω
καὶ μέρος τι τῆς τριήρους . ὅτι ἔλεγέ τις τὸν καινὸν φαινόλην ἄχρηστον καὶ περὶ βαλανείου ἠρώτα τὸν παῖδα ποῖ
4484050 σταδιων
πρὸς διακοσίοις : μῆκος δὲ αὐτῆς εἶναί φησιν ὀλίγῳ μεῖον σταδίων χιλίων . ἔστι δέ τις καὶ ἄλλος ὑπὲρ τῶν
κατὰ * Κύκλον τῆς Κρήτης ἐν διάρματι χιλίων καὶ πεντακοσίων σταδίων νότῳ : εἶτα Ἡράκλειόν τι ἱερὸν καὶ ὑπὲρ αὐτοῦ
4479764 πηχων
τῆς ὁδοῦ τὸ γλεῦκος ἔρρει . ἑξῆς ἐφέρετο τετράκυκλος μῆκος πηχῶν εἴκοσι πέντε , πλάτος τεσσαρεσκαίδεκα : ἤγετο δὲ ὑπὸ
οὐρὰς ἔχουσι μηκίστας , Ἡρόδοτος λέγει , ὡς εἶναι τριῶν πηχῶν . καὶ οἱ μὲν χειρουργοῦσιν αὐτάς , οἱ δὲ
4451831 ἐλαφρων
ἀτυζόμεναι : φοβούμεναι . Κοῦφα : λεπτὰ , ψιλά . ἐλαφρῶν : ψιλῶν . Βίῃ : δυνάμει . θείνοντες :
ἄλλοις καὶ κενὴν λήκυθον βάλλειν μέγιστόν τι διάστημα , τῶν ἐλαφρῶν σωμάτων διὰ τὸ μὴ δύνασθαι τὸν ἀέρα τέμνειν οὐκ
4446490 βαθυ
τοσοῦτον ἐπιστήμης ἀλλοτριωθῶμεν , ὡς ἄγνοιαν , τὸ μέγα καὶ βαθὺ σκότος , τῆς ἑαυτῶν ψυχῆς κατασκεδάσαι . διττὸν δὲ
φασὶ δὲ Ἱερώνυμόν τινα ἱστορεῖν ὅτι Τιθωνὸς ἀδελφὸς Πριάμου ἐς βαθὺ γῆρας ἐλάσας καὶ ζῆν μηκέτι ἐθέλων ᾐτήσατο παρὰ τῆς
4439962 σταδιους
ἡ πλήμμυρα ἐπῆλθεν ἡ ἐκ τοῦ πόντου . ἐκπεριπλώσαντες δὲ σταδίους πεντήκοντα καὶ ἑκατὸν ὁρμίζονται ἐς Κρώκαλα νῆσον ἀμμώδεα καὶ
ῥηταῖς ἀνάγουσιν ἐς τὸ Ἐλευσίνιον . πεντεκαίδεκα δὲ τοῦ Ἐλευσινίου σταδίους ἀφέστηκε Λαπίθαιον καλούμενον ἀπὸ ἀνδρὸς ἐγχωρίου Λαπίθου : τοῦτό
4439111 ἐλασσον
παντὸς ἐκκρίνεται , καὶ ἀπὸ τοῦ ἐλαχίστου δοκοῦντος ἐκκριθήσεταί τι ἔλασσον ἐκείνου , καὶ τὸ μέγιστον δοκοῦν ἀπό τινος ἐξεκρίθη
, ἢ τὸ λευκὸν μέζον γίνεσθαι , τὸ δὲ μέλαν ἔλασσον , ἢ κρύπτεσθαι τὸ μέλαν ὑπὸ τὸ ἄνω βλέφαρον
4423947 ἀπολαμβανον
σημεῖον τῆς ἀκριβοῦς ἔγγιστα τοῦ μήκους τῆς σελήνης ἐποχῆς , ἀπολαμβάνον τὴν ΗΔ περιφέρειαν τοῦ Αἰγόκερω μοιρῶν ἔγγιστα οὖσαν γ
τῆς πλαγίας πλευρᾶς τοῦ εἴδους ληφθῇ τι σημεῖον μὴ ἐλάττονα ἀπολαμβάνον πρὸς τῇ κορυφῇ τῆς τομῆς τῆς ἡμισείας τῆς πλαγίας
4419010 παραπλησιον
αὖ συγχωροῦντες πόλιν οὐκ ἂν ἀποτρέποιντο ὁμολογεῖν ἤ τι τούτῳ παραπλήσιον τὸ πολιτευόμενον . ὅδε μὲν οὖν ὁ τῶν φιλοσόφων
ὑγρότητός τινος , καὶ τρόπον τινὰ συνεχῶς ἐκχύμωμα γίνεσθαι καὶ παραπλήσιον , ἅτε ἰχῶρα λεπτὸν περιέχον , τοῦ κατ '
4403134 ὑπερεχον
πάλιν πρός τινα ὑπερέχοντα τόρμον χαλκοῦν , τἀναντία προσκόψαν τὸ ὑπερέχον τῆς σχαστηρίας ἀπέσχασεν τὴν χεῖρα : ἡ μὲν οὖν
καὶ μεταβολᾶς : καὶ τὸ μὲν πρᾶτόν τε δυνάμει καὶ ὑπερέχον , τὸ δ ' ὕστερον καὶ καθυπερεχόμενον : τὸ
4386974 ὀξυ
δὲ Δία πλήξαντα τὸ νέφος προφᾶναι αὐτήν . ἀλάλαξεν : ὀξὺ ἀνεβόησε . διὰ δὲ τούτου τὸ φιλοπόλεμον τῆς θεοῦ
μηδὲ μηκύνειν λόγον . ἀεὶ δ ' ὁρῶντί τ ' ὀξὺ καὶ τυφλὸς ἦν : θυσίας γὰρ ἀπαρχὰς κρέας ἐπέμπομεν
4385108 ἀργεμον
ὡς κάλλιστον καὶ οἶνον παλαιὸν γλυκὺν ἑψεῖν ὁμοῦ . Πρὸς ἄργεμον : αἰγείρου δάκρυον , γάλα γυναικεῖον μίξας χρῶ .
πλατύτερον μὲν τοῦ βοθρίου ἧϲϲον δὲ βαθὺ κοίλωμα καλεῖται , ἄργεμον δὲ τὸ ἐπὶ τοῦ τῆϲ ἴρεωϲ κύκλου γινόμενον ἐπιλαμβάνον
4381643 βαθος
Οἰκίς , καὶ τροπῇ τοῦ α εἰς υ , ὡς βάθος βύθος , . . , . Βύνη : ἡ
ὑπὸ τῇ ἄκρᾳ , καὶ μετὰ τοῦτον ἐγκολπίζουσα ᾐὼν εἰς βάθος , ἐν ᾗ αἱ Βαῖαι καὶ τὰ θερμὰ ὕδατα
4375489 ἀναρριπτει
φησιν Ἀριστοτέλης . Κρήνη ἐν Παλικοῖς , ἥτις εἰς ὕψος ἀναρρίπτει τὸ ὕδωρ πηχέων ἕξ , ἔμφασιν ποιοῦσα μέλλειν κατακλύζειν
ἐν Παλικοῖς τῆς Σικελίας ὡς δεκάκλινος . αὕτη δ ' ἀναρρίπτει ὕδωρ εἰς ὕψος ἓξ πήχεις , ὥστε ὑπὸ τῶν
4364397 ἀρκτικωτερον
σταδίους , καὶ δοκεῖ τῆς αὐτῆς παραλίας μέχρι τῆς Ἰνδικῆς ἀρκτικώτερον εἶναι σημεῖον καὶ περίπλουν ἔχειν ἀπὸ τῆς Ἰνδικῆς δυνατὸν
κατὰ θέσιν νεʹ γʹʹ μϚʹ ∠ ʹʹδʹʹ καὶ τὸ μὲν ἀρκτικώτερον τὸ ἐκ τούτου τοῦ μερισμοῦ ἐκβάλλει εἰς τὸν Πόντον
4351877 πολλοστημοριον
ἐν τῷ τριτημορίῳ τὸ τριτημόριον καὶ ἐν τῷ πολλοστημορίῳ τὸ πολλοστημόριον , ὥστ ' εἰ τὸν χρόνον ἐπ ' ἄπειρον
τριπλάσιον πρὸς τριτημόριον , καὶ ὅλως τὸ πολλαπλάσιον πρὸς τὸ πολλοστημόριον , ὅπερ καὶ ἄδηλόν ἐστι , καὶ ὑπερέχον πρὸς
4337194 φερομενον
* † ὑμνήσομεν . τὸ ἐν τῇ παλάμῃ τοῦ Διὸς φερόμενον πῦρ . τοῦ κτύπους ἐγείροντος ταῖς βρονταῖς . ἐν
καὶ αὔριον καὶ τὰς μετὰ τὴν αὔριον ἡμέρας , τοιοῦτον φερόμενον : ὅσα δὲ οὖρα κατά τι τῶν εἰρημένων τεσσάρων
4315277 ποσον
εἶδος πρὸς τὴν παροῦσαν χρείαν . τοῦ δὲ κατὰ τὸ ποσὸν εἴδη ἐστὶ πέντε : ὁ μὲν γάρ ἐστι πολλαπλάσιος
, λεπτομερεστέραν τροφὴν παρέχοντες , ἵνα διὰ τῆς λεπτότητος τὸ ποσὸν κολάσωμεν . Ἡσυχία δὲ καὶ θάλψις τῶν καθ '
4313072 στρογγυλον
. Ἀλλὰ μὴν σχῆμά γε οὐδὲν μᾶλλον φῂς εἶναι τὸ στρογγύλον τοῦ εὐθέος , οὐδὲ τὸ ἕτερον τοῦ ἑτέρου .
καὶ κάτω ὑποχώρησις : ἄγρυπνος : καὶ κατὰ σπλῆνα ἔπαρμα στρογγύλον . Ἐνάτῃ , πρωῒ ἐξανέστη , ψόφου περὶ τὴν
4308473 στενον
τὸ ἄρρωστον εἶναι τὸν σφυγμὸν καὶ σκληρὸν καὶ βραχὺν καὶ στενὸν καὶ ἄγαν ἁπάντων τῶν ἐπὶ πολὺ μάλιστα χρονισάντων φρενιτικῶν
δή . ἐν στενῷ ] μεταξὺ Σαλαμῖνος καὶ Αἰγίνης τὸ στενὸν ἦν . παίοντ ' ] παράλογον τὸ δυϊκόν .
4305713 σταδιαιον
' ἐπὶ πλάτος πλεθριαῖον , εἶθ ' ὑψηλὸν εἶναι πλαταμῶνα σταδιαῖον σχεδόν τι τὸ μῆκος , ὅσον οὐκ ἐνὸν ἐκλατομηθῆναι
κεῖται μὲν παρὰ θάλατταν ἐπί τινος * αὐχένος ὑψηλοῦ χερρονήσου σταδιαῖον ἐχούσης τὸν αὐχένα , τὰς δ ' οἰκίας ἔχει
4246730 ἐχον
ἀέξει ὀπάζει ] δίδου ὀπάζει ] φυλάττει δυσλεπέος ] ἀκανθῶδες ἔχον τὸ ἔλυτρον τὸ Καστανὶς ἔτρεφεν : πόλις Θεσσαλίας ,
ταῦτα ὧν κοινὸς ὅρος : τὸ δ ' ἀδιαίρετον οὐδὲν ἔχον κοινὸν οὐδ ' ὅρον κοινὸν ἕξει πρός τι .
4246606 βαρυ
λελυμένον δὲ καὶ διακεχυμένον , σπέρματος πλῆρες ὁμοίου βοτρυδίοις , βαρὺ σφόδρα τε εὐῶδες , δίχα εὐρῶτος καὶ δριμύττον τὴν
ἢ πτῶμα ἢ πληγὴν σφοδρὰν ἢ καὶ προσάρασθαί τι φορτίον βαρὺ ἢ καὶ προσομιλῆσαι κρύει σφοδρῷ ἢ τῷ ἀθροισθῆναι πλῆθος
4203005 ἀπυθμενος
ἀπαγγελίαν , οἷον ἀπυνδάκωτος οὐ τραπεζοῦται κύλιξ , ἀντὶ τοῦ ἀπύθμενος ἐπὶ τραπέζης κύλιξ οὐ τίθεται : τὸ γὰρ πρᾶγμα
πλὴν τῶν παρὰ τοῦ ΩΠΟΣ , οἷον στενωπός : πυθμένος ἀπύθμενος , λιμένος ἀλίμενος , μηνός δίμηνος τρίμηνος , πατρός
4195920 ἀγγειον
δὲ μὴ ἔχῃ , ἐπιπλέουσιν . Τὴν γύψον ἐμβλητέον εἰς ἀγγεῖον πλατύ , εἶτα καὶ γλεῦκος ἐπιχυτέον , ὥστε ὑπερέχειν
ἀγγείῳ τὴν κεφαλὴν τῆς Γοργόνος ὁ Περσεύς : τὸ δὲ ἀγγεῖον ἐκεῖνο ἔσκεπε τὸ μετάφρενον αὐτοῦ . . ΓΟΡΓΟΥΣ .
4189782 ἀπεχον
τὸ δὲ λοιπὸν πλῆθος ἐν τῷ παρακειμένῳ τόπῳ κατεστρατοπέδευσεν , ἀπέχον τῆς πόλεως σταδίους δώδεκα . μετὰ δὲ ταῦτα Ἰμίλκων
Φαληρῷ θάλασσα , ὡσαύτως δὲ καὶ Μυλασεῦσιν ἐπίνειον σταδίους ὀγδοήκοντα ἀπέχον ἐστὶν ἀπὸ τῆς πόλεως : Μαντινεῦσι δὲ ἐκ μακροτάτων
4188727 βραχυτερον
Χρυσίππῳ λέγει πρόσαγε τὸν πῶλον ἀτρέμα , προσλαβών τὸν ἀγωγέα βραχύτερον : οὐχ ὁρᾷς ὅτι ἄβολός ἐστιν ; τὴν δὲ
ἕνεκα , ᾗ διαλλάττει Λυσίου , τὰς ἀρετὰς αὐτῶν εἰς βραχύτερον συναγαγὼν λόγον ἐπὶ τὰ παραδείγματα μεταβήσομαι . πρώτην μὲν
4175368 εὐρος
εὐδαίμονα , ὅταν ποταμὸν ἢ ὅθεν ῥεῖ , ὅσον τὸ εὖρος , ἀεὶ τὰ τοιαῦτα κάλλος προστίθησι τῷ λόγῳ .
εἰσι τοῦ ναοῦ πόδες ἐννέα καὶ ἑξήκοντα καὶ ἑκατόν , εὖρος δὲ τρεῖς καὶ ἑξήκοντα , τὸ δὲ ὕψος τῶν
4161023 διαφερον
καὶ τῇ ὄψει καλλίων : καὶ δαῦκον περὶ τὴν Πατραϊκὴν διαφέρον : τοῦτο δὲ θερμαντικὸν φύσει , ῥίζαν δὲ ἔχει
γίνεσθαί φημι διὰ τὸ παρὰ μικρόν : ὡς γὰρ οὐδὲν διαφέρον καθόλου εἰπεῖν πρότασιν ἢ ἀδιόριστον συγχωρήσαντες τὴν ἀδιόριστον ὡς
4158826 κειμενον
ὦ ἄνδρες , τὴν μὲν ἔνδειξιν ἐποιήσαντό μου κατὰ νόμον κείμενον , τὴν δὲ κατηγορίαν κατὰ τὸ ψήφισμα τὸ πρότερον
ῥῆμα ἢ τῶν ἄλλων τι μορίων ποίῳ συνταχθὲν ἐπιτηδείως ἔσται κείμενον καὶ πῶς εὖ ἢ ἄμεινον : ἔπειτα διακρίνειν ,
4157355 γραμμα
ἥ τε λήγουσα τοῦ στεφάνων μορίου δυσὶ περιλαμβάνουσα ἡμιφώνοις φωνῆεν γράμμα φύσει μακρὸν καὶ ἡ συναπτομένη ταύτῃ τρισὶ μηκυνομένη γράμμασιν
. καὶ Καλλίμαχος δέ , ποτὲ μὲν τὸ ποίημα καλῶν γράμμα ποτὲ δὲ τὸ καταλογάδην σύγγραμμα , φησί : Κρεοφύλου
4149575 καλουμενωι
δηλαδὴ καὶ ἄλλωι βαθεῖ τινι χρώματι ἐπαλείψαντες , οἷον τῶι καλουμένωι λαζουρίωι , ἀφιστάντες δηλονότι μετὰ τὸ ξηρανθῆναι ἐπὶ τοῦ
τινὶ κατακοντίζειν ἵππον πολεμιστὴν πρὸ τῆς πόλεως ἐν τῶι Κάμπωι καλουμένωι , διὰ τὸ τῆς Τροίας τὴν ἅλωσιν διὰ τὸν
4127923 περιαγομενον
τῇ κυρτῇ αὑτοῦ ἐπιφανείᾳ τῆς κοίλης τῶν δύο κύκλων , περιαγόμενον δὲ ὁμοίως κατὰ μῆκος περὶ τοὺς αὐτοὺς πόλους τῷ
τῷ τοῦ ἡμικυλινδρίου παραλληλογράμμῳ κείμενον : τοῦτο δὴ τὸ ἡμικύκλιον περιαγόμενον ὡς ἀπὸ τοῦ Δ ἐπὶ τὸ Β μένοντος τοῦ
4126532 κοιλον
μηχανὴν ἐμφερείας . διὰ τὸ ἄνω εἶναι τοῦ ἄρθρου τὸ κοῖλον , ὡς καὶ τῆς μύλης τὸ ὕπερθεν , καὶ
κατὰ σφυροῦ : εἶτα ἀντίαν λοξὴν κατὰ σφυροῦ ὑπὸ τὸ κοῖλον τοῦ ποδὸς καὶ τῆς πτέρνης καὶ ἐγκύκλιον κατὰ σφυροῦ
4106237 πλεθρων
. τὴν περὶ τὰς Αἰόλου νήσους ἀναζεῖν οὕτως ἐπὶ δύο πλέθρων τὸ μῆκος ὥστε μὴ δυνατὸν εἶναι διὰ τὴν θερμασίαν
δὲ τὴν περὶ τὰς Αἰόλου νήσους ἀναζεῖν οὕτως ἐπὶ δύο πλέθρων τὸ μῆκος , ὥστε μὴ δυνατὸν εἶναι διὰ τὴν
4101161 τριπηχυ
, πῶς ἔτι τὸ ποιητικόν ; Ἐπεὶ καὶ τὸ μεῖζον τρίπηχυ ὂν καθ ' αὑτὸ καὶ μεῖζον καὶ ἔλαττον ἐν
πλάτει δὲ δίπηχυ : τρίπηχυ γὰρ λέγειν αὐτὸ καὶ οὐ τρίπηχυ κατ ' ἄλλο καὶ ἄλλο ἀληθές . ὡσαύτως δὲ
4091930 δελεασας
πάνυ πάλαι , τὴν βρυτικήν , ῥιζίον τρίψας τι μικρὸν δελεάσας τε γεννικῇ τὸ μέγεθος κοίλῃ λεπάστῃ τοῦτ ' ἐποίης
ἀποφήνῃ , συλλαβὼν ἀπέκτεινε καὶ ποιεῖται τροφὴν τὸ ἐντεῦθεν φωνῇ δελεάσας . Ἀμύνεσθαι δὲ τὸν προαδικήσαντα ὁ λέων οἶδε ,
4090812 ψυκτικον
πολὺ τῆς κακώσεως αὐτῶν . ἔνθεν τὸν μὲν τοῦ Κρόνου ψυκτικὸν ὄντα τῷ θερμῷ τῷ τῆς ἡμέρας ἀπένειμαν , τὸν
δὲ ἀπὸ τοῦ ἐσιόντος ὕδατος σὺν τῷ οἴνῳ . Ὄξος ψυκτικὸν , διότι τῆκον τὸ ὑγρὸν τὸ ἐν τῷ σώματι
4089366 πλατος
. Τὸ μὲν ὕψος λαμβάνει πήχεις Ϙ , τὸ δὲ πλάτος πήχεις μη . Γίνεται δὲ τῷ σχήματι πυργοειδής :
. Ἀλλ ' ὁ λόγος νῦν οὐ περὶ τῆς κατὰ πλάτος ἐπινοουμένης ὑγείας διέξεισιν , ἀλλὰ τῆς οἷον ἀμέμπτου πάντῃ
4088704 στοιχειον
καὶ γηρᾶν τοῦ γηράσκειν διαφέρει . γράμμα στοιχείου διαφέρει . στοιχεῖον μὲν γάρ ἐστιν αὐτὴ ἡ ἐκφώνησις καὶ ὁ φθόγγος
πορείαν . ὥστε αἴτιόν τί ἐστι τὸ εἶδος καὶ οὐ στοιχεῖον , καὶ αἴτιον τοῦ εἶναι τοδὶ μὲν σάρκα ,
4068165 συγκεκροτημενον
πάντων , ὡς ἔπος εἰπεῖν , τῶν ἐν τῷ κόσμῳ συγκεκροτημένον ; Εἰ μὲν οὖν ἁπλοῦν τι καὶ μιᾶς τάξεως
ἔκ τινων ἐπιφανειῶν ὑμενοειδῶν τε καὶ γραμμῶν νευροειδῶν καὶ πνεύματος συγκεκροτημένον : τοῦτο καὶ ῥίζαν εἶναι σώματος , τοῦτο καὶ
4065353 πηλικον
ἀμφοτέρων οὖν ὡρισμένον δεῖ λαβεῖν , τοῦ μὲν συνεχοῦς τὸ πηλίκον , τοῦ δὲ πλήθους τὸ ποσόν , οἷον τετράγωνον
ΓΒ ὕψος . κʹ . Τὸ δοθὲν βάθος ἐπιγνῶναι , πηλίκον ἐστίν . ἔστω γὰρ τὸ βάθος , ὃ δεῖ
4062592 μετρον
ἐν τούτῳ κεκρυμμένην ἔννοιαν , οὐχ ἧττον δὲ καὶ τὸ μέτρον δῆλα σὺν θεῷ τοῖς μὴ εἰδόσι ποιήσομεν ἐκ παλαιοῦ
εἶναι αὐτὴν καὶ βραχεῖαν καὶ μακράν : καὶ πᾶν δὲ μέτρον εἰς τελείαν περατοῦται λέξιν , ὅθεν ἐπίληπτά ἐστι τὰ
4042262 κεραμειον
ἐγγυθήκη τρίγωνός ἐστι , κατὰ μέσον κοίλη , δυναμένη ἐντιθέμενον κεράμειον δέχεσθαι . ἔχουσι δὲ ταύτην οἱ πένητες ξυλίνην ,
συμβεβηκός : τὸ γὰρ σῶμα μεταφέρεται , λέγω δὲ τὸ κεράμειον ἢ ὁ κάδδος , οὗ πέρας ἐστίν . ἔστι
4042022 ὑψηλοτερον
ἀδύνατον ἦν διαμένειν τοσοῦτο πλῆθος ὕδατος : εἰ δ ' ὑψηλότερον τόπον ἐπεῖχεν ὁ ποταμὸς τῶν ἀραιωμάτων , ἀδύνατον ἦν
καὶ τὸ ἀποσεμνύνειν πολιτικόν , ἀλλὰ τὸ ἀνασεμνύνειν πολιτικώτερον καὶ ὑψηλότερον . . , . ἀνδρεῖος πρὸς δωροδοκίαν : ὁ
4037167 πολυπλασιαζειν
χρήσασθαι : δεῖ γὰρ λαμβάνειν τὸν μονάδι ἐλάττονα ἀριθμὸν καὶ πολυπλασιάζειν ἐπὶ τὸν ἐξ ἀρχῆς προκείμενον καὶ τὸν γενόμενον μερίζειν
: ἐκ γὰρ τοῦ διαφόρως ἔχειν , ἃ δεῖ ἅμα πολυπλασιάζειν , τό τε αʹ ὁμοῦ καὶ τὸ γʹ καὶ
4037046 τεμνομενον
, τῶν δὲ ἀριθμητῶν τὸ ἕν , τοῦτο δὲ σῶμα τεμνόμενον εἰς ἄπειρον : ὥστε τὰ ἀριθμητὰ τῶν ἀριθμῶν ταύτῃ
ἄτομον καὶ τὸ δυσχερῶς τεμνόμενον καὶ τὸ μηδ ' ὅλως τεμνόμενον ὡς τὸ σημεῖον καὶ τὸ εἰδικώτατον εἶδος . ἐνταῦθα
4034490 ἀμερες
καὶ αὖθις ζῴου καὶ φυτοῦ στάντων ἡ οὐσία , ὅπερ ἀμερές ἐστι καὶ κοινὸν καὶ ταὐτὸν ἐν πᾶσιν τοῖς ὑπ
, στάσιμον , ἀμετάστατον ἑστηκός , ἀμετακίνητον , ἀγέννητον , ἀμερές , ἀναφές , ἀθάνατον , ἄληπτον , ἄλυτον ,
4033079 τρημα
. Τριφάσιοι . τρίφωνοι , τριπλάσιοι . Τόρνιον . τὸ τρῆμα καὶ τὸ ἐνιέμενον εἰς αὐτό . Τέμπεα . τὰ
βάθει , ἀλλὰ πρὸς τὸ κάτω [ εἶναι ] νενευκὸς τρῆμα καλοῦσι οἱ τούτων ἐργάται ὑπαμβές . πλὴν ταῦτα μὲν
4032180 παλινσκιον
συμβαίνει : τὸ δ ' αἴτιον εἰκάζουσιν ὅτι τοῖς μὲν παλίνσκιόν ἐστι τὸ χωρίον ὥστ ' ἐνδρόσους ὄντας μὴ διαστέλλειν
. τὸ δ ' αἴτιον εἰκάζουσιν , ὅτι τοῖς μὲν παλίνσκιόν ἐστι τὸ χωρίον , ὥστ ' ἐνδρόσους ὄντας μὴ
4029311 καλουμενον
Ῥωμαίων περὶ τρισκαίδεκα μυριάδας . καὶ εἰς χωρίον τι Σιγνούριον καλούμενον Ῥωμαίων ἀπεστάλη στρατιά , διὰ φυλακῆς ἕξουσα τὸ φρούριον
τῶν εἰδῶν ὑποϲτάθμην ἅπαϲαν τροχίϲκουϲ πλάϲαντεϲ καὶ ξηράναντεϲ ἔχουϲι τὸ καλούμενον κροκόμαγμα . Εἴρηται μὲν διὰ τὸ ἐν Αἰγύπτῳ εὑρῆϲθαι
4023357 βραχυ
ἔχεις : ἐπὶ τῶν παραβαλλομένων τισὶ καὶ μὴ ἐξομοιουμένων μηδὲ βραχύ : ἴκταρ γάρ ἐστι τὸ ἐγγύς : ἄλλοι δέ
ῥυθμός . καὶ περὶ μὲν τὸ ᾆσμα τὸ μακρὸν καὶ βραχύ , περὶ δὲ τὸ μέλος τὸ ὀξὺ καὶ βαρύ
4019601 μενον
, πολλῷ ἐς τὴν μισθοδοσίαν τὸν Τισσαφέρνην ἀρρωστότερον γενό - μενον καὶ ἐς τὸ μισεῖσθαι ὑπ ' αὐτῶν πρότερον ἔτι
γὰρ λάβωμεν Δημοσθένην ἐν προβλήματι , ἴσμεν καὶ πολιτευό - μενον ὄντα , καὶ πατέρα , πολλάκις δὲ καὶ παιδευτὴν
4008771 κινουμενον
οὕτω διωρισμένων φανερόν , ὅτι πᾶσα μεταβολὴ καὶ πᾶν τὸ κινούμενον ἀνάγκη κινεῖσθαι ἐν χρόνῳ : τὸ γὰρ θᾶττον καὶ
ἀληθῶν οὐσῶν τῶν προτάσεων . ἄνθρωπος παντὶ κινουμένῳ ὑπαρχόντως , κινούμενον παντὶ ἵππῳ ἐνδεχομένως , καὶ συνάγεται ἄνθρωπος οὐδενὶ ἵππῳ
4008230 ἀποβαπτοντες
. φέρε δὴ τὸ δαδίον : τὸ ὕδωρ ἐδόκουν καθαίρειν ἀποβάπτοντες τοῦ πυρός : καθαρτικὸν γὰρ πάντων τὸ πῦρ ,
καὶ σινήπεως τοῦ σκευαστοῦ , ὅπερ καὶ συνεχῶς ἐσθίουσιν , ἀποβάπτοντες τὰ ὄψα ἔμιξαν ὀξυμέλιτι , εἶθ ' οὕτω χλιαρὸν
4005023 μεγεθος
ταχὺ πᾶς ὁ περὶ τὰ βασίλεια τόπος κατεφλέχθη διὰ τὸ μέγεθος τῆς φλογὸς καὶ τὸ πάντων παραδοξότατον , τὸ Ξέρξου
ἐστὶν ὁ ὄγκος καὶ τὸ μέγεθος [ ἢ καὶ τοιοῦτον μέγεθος ] οἷα τρέφει ὄμβριος αἶα τὰ ἔντερα τῆς γῆς
4000041 ὑπερφυες
τοιαῦτα , ἀλλὰ κολάζειν δημοσίᾳ . καὶ γὰρ ἂν καὶ ὑπερφυὲς εἴη , εἰ κατὰ μὲν τῶν Ὀλυνθίους προδόντων πολλὰ
μεταλλεύοντες εἶεν μύρμηκες , θηρία ἀλωπέκων οὐκ ἐλάττω , τάχος ὑπερφυὲς ἔχοντα καὶ ζῶντα ἀπὸ θήρας : ὀρύττει δὲ χειμῶνι
3993601 ὑπερφαλαγγησαι
δὲ Λευκανοὶ καταφρονήσαντες ὡς ὀλίγων ἐπὶ μῆκος ἐξέτειναν τὰ ζυγὰ ὑπερφαλαγγῆσαι πειρώμενοι καὶ βουλόμενοι καὶ * ἦν αὐτοῖς ἡ ἀναχώρησις
πολεμίοις ἐμποιῆσαι . γίνεται δὲ τὸ διπλασιάζειν ἀναγκαῖον , ἢ ὑπερφαλαγγῆσαι ἡμῶν θελησάντων ὑπὲρ τὸ τῶν πολεμίων κέρας , ἢ
3987035 πυκνον
μαντικήν : ἐμφαίνεσθαι γὰρ ἐν αὐτῷ διὰ τὸ λεῖον καὶ πυκνὸν καὶ λαμπρὸν τὴν ἐκ τοῦ νοῦ φερομένην δύναμιν :
, ἤγουν δυσπετέως φέρειν τὴν νοῦσον , πνεῦμα μέγα καὶ πυκνὸν εἶναι , τὴν ὀδύνην μὴ παύεσθαι , τὸ πτύελον
3983100 αἰτημα
ἔδειξε τὸ ὡς οὐδεὶς ἐλείπετο : παρῆν μὲν ὄχλος : αἴτημα σκηνικόν . πῶς γὰρ τοῦ Ἀχιλλέως ἐν τῇ Τροίᾳ
τὸ αἴτημά σου . σὺ οὖν μὴ διαλίπῃς αἰτούμενος τὸ αἴτημα τῆς ψυχῆς σου , καὶ λήψῃ αὐτό . ἐὰν
3980075 ὀργυιων
, ὀργυιῶν πεντήκοντα : τῶν δὲ πύργων ὑπῆρχε τὸ ὕψος ὀργυιῶν ἑβδομήκοντα . κατεσκεύασε δὲ καὶ τρίτον ἐνδοτέρω περίβολον ,
καὶ ἑξακοσίων , τὸ δὲ βάθος ἐν τοῖς πλείστοις μέρεσιν ὀργυιῶν πεντήκοντα : ὥστε τίς οὐκ ἂν ἀναλογιζόμενος τὸ μέγεθος
3979862 ὀργυιας
ἤτοι τοὺς ἀνέμους . ὠργυιωμένους ἐκτεταμένους ἡπλωμένους ἢ ἀπὸ τῆς ὀργυιᾶς ἤτοι τῆς ἐκτάσεως τῶν χειρῶν ἢ ἀπὸ τοῦ ὀργῶ
. Συνελθόντες οὖν οἱ κωμῆται νύκτωρ σιροὺς ὀρύττουσι τὸ εὖρος ὀργυιᾶς , τὸ βάθος τεττάρων . Τὸ μὲν δὴ χῶμα
3978797 μειον
' ἀλλήλων στάδια ὀγδοήκοντα , αἱ δὲ πλέον αἱ δὲ μεῖον : ἀναβοώντων δὲ ἀλλήλων ξυνήκουον εἰς τὴν ἑτέραν ἐκ
δυσὶν ὁδοιπορέουσι , τὸ δὲ σκέλος αἴρουσιν : ὅσῳ γὰρ μεῖον , τόσῳ ῥᾷον . Ἢν δ ' ηὐξημένοισι ,
3978392 καταγλυφην
τετράγωνον , ὡς τριῶν δακτύλων , καὶ ἐς μὲν τὴν καταγλυφὴν ταύτην , ὅταν δοκέῃ προσδεῖν , ξύλον ἐμπηγνύναι ἐναρμόζον
ἔτι τετράγωνον ὡς τριῶν δακτύλων , καὶ ἐς μὲν τὴν καταγλυφὴν ταύτην , ὅταν προσδεῖν δέῃ , ξύλον ἐμπηγνύντα ἐναρμόσον
3977071 συνεχες
χρόνον : ἡ διαφορὰ δὲ ἐν τῷ τὸ τὴν μὲν συνεχές , τὴν δὲ διωρισμένον ποιεῖν . καὶ συνέχει δὴ
στενοῖς τοῖς κωλύουσι τὸν περίπλουν , ἀλλὰ μᾶλλον σύρρουν καὶ συνεχές : οἵ τε γὰρ περιπλεῖν ἐγχειρήσαντες , εἶτα ἀναστρέψαντες
3973076 κατακλυζειν
Ὑβριστὴν ὀνομάζει τὸν Ἄραξιν διὰ τὸ ἐξάγεσθαι τῶν ὅρων καὶ κατακλύζειν ἀτάκτῳ φορᾷ καὶ διαφθείρειν τὰ προστυχόντα , καὶ ἀραγμούς
Νεῖλον τῇ ῥάβδῳ πατάξαι : τὸν δὲ ποταμὸν πολύχουν γενόμενον κατακλύζειν ὅλην τὴν Αἴγυπτον : ἀπὸ τότε δὲ καὶ τὴν
3956244 ἐπιλαμβανον
τὸ αὐτό . τὸ Ϛʹ Εὐριπίδειον . τὸ ζʹ ἐγκωμιολογικὸν ἐπιλαμβάνον . τὸ ηʹ χοριαμβικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον . τὸ θʹ
καὶ ὥςπερ ἐνειλούμενον αὐτοῖς ἐστι τὸ ἄλγημα καὶ πλείονα τόπον ἐπιλαμβάνον , ἐνίοτε δὲ καὶ τόπον ἐκ τόπου μεταβάλλον καὶ
3951607 συμβεβηκεν
μὴ εἰς πλείους χωρεῖν οἰκίας , ὡς ἐπὶ τῆς μοιχείας συμβέβηκεν , ἀλλ ' εἰς μίαν συνῆχθαι τὴν τῆς παρθένου
δικασταί , πόσους ὑπὸ τῶν ὑδάτων ἐν τοῖς ἀγροῖς βεβλάφθαι συμβέβηκεν , τὰ μὲν Ἐλευσῖνι , τὰ δ ' ἐν
3944945 πλευρον
' ἐπὶ Πάχυνον πεντήκοντα . ἔνθεν πάλιν κατὰ τὸ τρίτον πλευρὸν εἰς μὲν Συρακούσσας τριάκοντα ἕξ , εἰς δὲ Κατάνην
: ὧν ὁ μὲν Ἀσταβόρας καλεῖται κατὰ τὸ πρὸς ἕω πλευρὸν ῥέων , ἅτερος δ ' Ἀστάπους : οἱ δ
3941985 ἐπιβαντας
. ἀντὶ δὲ τοῦ προσπλέοντας καὶ πελαγίους καθορᾶν τὴν πόλιν ἐπιβάντας δεῖ ζητεῖν τί ἕκαστον ἦν , ὄρος ἄωρον βλέποντας
μῦθον : “ Ἤδη νῦν κέλομαι νύκτωρ ἔτι νῆ ' ἐπιβάντας εἰρεσίῃ περάαν πλόον ἀντίον ᾧ ἐπέχουσι δήιοι . ἠῶθεν
3941077 οἰκησιμον
ἐς τὴν ἄνυδρον τῆς πλησίον γῆς φρέατά τε ὀρύξοντας καὶ οἰκήσιμον τὴν χώραν κατασκευάσοντας . καὶ τούτοις ἐπέθεντο τῶν προσχώρων
, γραφόμενοι δὲ διὰ τῶν πόλων , καταμετρεῖ τὴν μὲν οἰκήσιμον ἐμβατεύων , τὴν δ ' ἄλλην ἐκ τοῦ λόγου
3931668 προπιπτον
ἀποκαταστῆναι δύναται , ἐὰν τοιαύτη γένηται πρόπτωσις . τὸ δὲ προπίπτον παραπλήσιον ἐστὶν ὠοῦ στρουθοκαμήλου , παρὰ τὸ μᾶλλον καὶ
τῷ αἰσθητῷ εἶναι : καὶ ἔστιν αὐτοῦ τὸ αἰσθητὸν τὸ προπίπτον αὐτοῦ καὶ προλάμπον αὐτοῦ , καὶ προλάμπον ἕως αἰσθήσεως
3928080 ἐον
Μυοῦντα ἐς τὸ στρατόπεδον τὸ ἀπὸ τῆς Νάξου ἀπελθόν , ἐὸν ἐνθαῦτα , συλλαμβάνειν πειρᾶσθαι τοὺς ἐπὶ τῶν νεῶν ἐπιπλέοντας
καὶ σιτίων ἐπιθυμέουσι , καὶ τὸ πῦον ἀνάγεται ῥηϊδίως λευκὸν ἐὸν καὶ ἄνοσμον καὶ λεῖον καὶ ὁμόχροον καὶ ἀφλέγμαντον ,
3920758 διπλασιον
ἐκεῖνος τὸν διπλάσιον αὑτοῦ μετρεῖ , ἐκεῖνος δὲ τὸν ἐκείνου διπλάσιον , ἐκεῖνός τε τὸν ἐκείνου διπλάσιον , καὶ ἀεὶ
ἄρα ὑπὸ ΖΒΝ μετὰ τοῦ ὑπὸ ΒΖΝ μεῖζόν ἐστιν ἢ διπλάσιον τοῦ ὑπὸ ΒΖΝ . ἀλλὰ τὸ μὲν ὑπὸ ΖΒΝ
3919809 στενοτερον
ἐνωμοτία ἀνδρῶν ῆ ἢ , . ἢ κε . . στενότερον ] στενώτερον κοινῶς . στεινότερον κατὰ τὸν κανόνα τὸν
τοῦ πλαισίου , τὸ μέσον ἂν ἐξεπίμπλασαν , εἰ μὲν στενότερον εἴη τὸ διέχον , κατὰ λόχους , εἰ δὲ

Back