τὰς γὰρ ἀρχὰς φυλάττων παραλογίζεται τῷ μόνον μὲν ἐκεῖνον τὸν μηνίσκον τετραγωνίσαι ὃς γράφεται περὶ τὴν τοῦ τετραγώνου πλευρὰν τοῦ
σεληνίτην , οὐ τὸν ὕδατι τεγγόμενον , εἶτα ἐκφαίνοντα τὸν μηνίσκον , καὶ διὰ τοῦτο ὑδροσεληνίτην καλούμενον , ἀλλὰ κατὰ
6630183 τετραγωνισμον
τοσοῦτον ἕξεως γεωμετρικῆς ἦλθεν , ὡς ἐπιχειρῆσαι εὑρεῖν τὸν κύκλου τετραγωνισμόν . . . . . τὰ γὰρ ψευδογραφήματα οὐκ
ἐπὶ τετραγωνικῆς πλευρᾶς δεῖξαί φησι τὸν Ἱπποκράτην τὸν τοῦ μηνίσκου τετραγωνισμόν , ἀλλὰ καθόλου , ὡς ἄν τις εἴποι .
6535703 ὑμενα
ἡ φλυκτὶϲ εἴτε διαβρωθείη ὑπὸ δριμύτητοϲ , ὡϲ ἑλκωθῆναι τὸν ὑμένα , ῥᾴϲτη μὲν ἡ ἐπιπολῆϲ ἕλκωϲιϲ ἰαθῆναι , χαλεπὴ
ἧπαρ ἤρτηται : τὸ δὲ διάφραγμα τὸν ὑπὸ τῇϲι πλευρῇϲι ὑμένα βρίθει : ξυνῆπται γὰρ αὐτέῳ : ὁ δὲ ἐπὶ
6310074 ἀξονα
μένοντι ὡς οἱ κινούμενοι κῶνοι καὶ σφαῖραι περὶ τὸν ἴδιον ἄξονα . τῆς δ ' εἰς εὐθὺ φορᾶς πλείονά ἐστιν
. καὶ ὡς ἄρα ὁ ΗΘ ἄξων πρὸς τὸν ΚΛ ἄξονα , οὕτως ὅ τε ΑΒΗ κῶνος πρὸς τὸν ΓΔΚ
6276255 ἀρρωστον
, οὔτε ἀνθηρὸν αἷμα , καὶ αἱ ἀρτηρίαι μικρὸν καὶ ἄρρωστον σφύζουσιν ὥσπερ καὶ τοῖς γέρουσιν . δῆλον γοῦν ὡς
σου , ὅτι ἀποθνῄσκω , αἰσχύνομαι ζήσας . Κυμαῖος ἰατρὸς ἄρρωστον τριταΐζοντα εἰς ἡμιτριταῖον περιστήσας τὸ ἥμισυ τοῦ μισθοῦ ἀπῄτει
6175408 ἠπιαλον
τὸν ὑγρὸν καὶ ψυχρὸν συνάγον ἐφ ' ἑωυτὸ εἴσω , ἠπίαλον ποιεῖ τότε ἔξω τοῦ σώματος ἅτε ἐκκενουμένου τοῦ θερμοῦ
ποδαγρᾶν μαίνεϲθαι λειχῆναϲ ἔχειν βουβῶναϲ ῥῖγοϲ πυρετόν : ῥῖγοϲ οὐκ ἠπίαλον ταῦτα ] ? ? [ τοῖϲ ] ? κλέπταιϲ
6167496 σπονδυλον
ὥστε οὐκ ἂν μέλοι τῷ ἰητρῷ , ὅκως χρὴ τὸν σπόνδυλον κατορθῶσαι , πολλῶν καὶ βιαίων ἄλλων κακῶν παρεόντων .
, ποιέειν τάδε : πρῶτον μὲν σικύας προσβάλλειν πρὸς τὸν σπόνδυλον τὸν ἐν τῷ τραχήλῳ τὸν πρῶτον ἐπὶ τὰ καὶ
6105395 ἀσκιτην
ὅτε τελείως μεταβληθῇ εἰς πῦον . οὕτω δὴ μόνον τὸν ἀσκίτην χειρουργοῦμεν , καὶ τότε παραφυλάττομεν μήτε τοῦ ἤτρου ,
. μὴ οὖν τῆς εὐτελείας τῶν εἰδῶν καταφρονήσῃς εἰς τὸν ἀσκίτην καὶ ἐφ ' ὧν μή ἐστι πολλὴ σκληρία περὶ
6083588 κυκλισκον
ποιῶν κυκλίσκια ἀπόθου καὶ χρῶ , ἀνιὼν ὄξει , ἕνα κυκλίσκον δίδου διακλύζεσθαι , παύει παραχρῆμα τοὺς πόνους καὶ ἵστησιν
καὶ διὰ ἱμάντος ἑκατέρωθεν ἀνάψασαι τοῦτο , περιστρέφουσαι ῥομβοῦσι τὸν κυκλίσκον ὑπὲρ πυρᾶς ἐπᾴδουσαι ὃ βούλονται : ὁ δὲ ἀναδινούμενος
6047020 ὀφθαλμον
τὸ μέγεθος , τὸ πρόσωπον ὡραῖον καὶ τὸν λαιὸν τὸν ὀφθαλμὸν ὡς ὑποκεχυμένον , τὸ στῆθος μὲν εὐρύτερον , ἀλλὰ
ἕκαστα τῶν πραττομένων σκοπῶν ἀγγελῶ σοι . καλεῖ δὲ τὸν ὀφθαλμὸν ἡμεροσκόπον , ἐπειδὴ ὥσπερ τοὺς κατασκόπους ἔχομεν , οὕτω
6004465 δακτυλον
τοῦ ἀπευθυσμένου φλεγμονῆς τῷ μὴ εὐθὺς ἅμα τῷ ἐπερεῖσαι τὸν δάκτυλον ἄλγημα παρακολουθεῖν , ἐξ ἐπιμονῆς δὲ τοῦ θλίβοντος ,
δὲ τὸ θηρίον , τῷ δρεπάνῳ τὸν δεδηγμένον εὐθὺϲ ἀποτεμεῖν δάκτυλον καὶ τοῦ κινδύνου τὸ παράπαν ἀπαλλαγῆναι . εἰ δὲ
5983212 βραχιονα
ἕνεκα , τοῖσι δὲ γούνασι παρὰ τὸν ἀγκῶνα ἐς τὸν βραχίονα ἐμβάλλων , ἀντωθέοι πρὸς τὰς πλευράς : ξυμφέρει δὲ
δὲ μετὰ τὴν αὐτάρκη τάσιν ταῖς καταλλήλοις μοχλείαις ἀρθρεμβολεῖν τὸν βραχίονα : εὐθετεῖ δ ' εἰς τὴν τῆς μασχάλης διαφορὰν
5960776 ἀδενα
, αἵτινες διὰ τὸ μέγεθος πολλὴν φέρουσαι ὑγρότητα βουβωνοῦσι τὸν ἀδένα . εʹ . Οἱ αἱμοῤῥαγοῦντες τελευτῶντες οὐκ ἐφιδροῦσι τὸ
ἔνθα δὴ καὶ ψυχικὸν ἀκριβῶς γίνεται . Τὸν καλούμενον θύμον ἀδένα μέγιστόν τε ἅμα καὶ μαλακώτατον ὑπέτεινεν ἡ φύσις τοῖς
5936984 κερατοειδη
σφοδρότερον τῆς στύψεως ἀντιλαμβάνονται ; διότι μεμυκότα τὰ βλέφαρα τὸν κερατοειδῆ ὑμένα ἠρεμεῖν ποιοῦσιν : ἐπηρεμοῦντος οὖν τοῦ βολβοῦ ,
εὑρεῖν εὐθύγραμμον γωνίαν ὀρθὴν καὶ τρίχα τεμεῖν ἀδυνατήσει ἄν τις κερατοειδῆ γωνίαν τεμεῖν . τὸ δὲ νῦν πρόβλημά ἐστι τὴν
5897939 οὐραγον
τὸν μετ ' αὐτόν , τουτέστι τὸν δεύτερον καὶ τὸν οὐραγὸν κοντάτους εἶναι , τοὺς δὲ λοιποὺς πάντας , τοὺς
λοχαγὸν τὸν κράτιστον τοῦ λόχου εἶναι , ἀλλὰ καὶ τὸν οὐραγὸν οὐ πολύ τι ἀποδέοντα ἐπιλέγεσθαι : πολλὰ γὰρ καὶ
5896748 κυλινδρον
, ἔστιν ἄρα ὡς ὁ ΑΞ κύλινδρος πρὸς τὸν ΕΣ κύλινδρον , οὕτως ὁ ΕΟ κύλινδρος πρὸς τὸν ΕΣ κύλινδρον
ἐπὶ τὴν τοῦ κύκλου περιφέρειαν διὰ τὸ ὀρθὸν ἑστάναι τὸν κύλινδρον . πιπτέτω καὶ ἔστω ἡ ΚΙ , καὶ ἡ
5873529 θωρακα
ἀβαθὴς διαβάλλεται . ἰστέον οὖν ὅτι ἡ φύσις ἤθελε τὸν θώρακα οἰκητήριον ὡς καρδίαν καὶ πνεύμονα . ἔδει οὖν αὐτὸν
μὲν κυρίως λέγεται ἡ ἐν πνεύμονι , ἢ εἰς τὸν θώρακα ἐπὶ τῶν ἐμπυημάτων σύντηξις τοῦ σώματος . δυσίατον δὲ
5819548 Ἀδαμαντιου
# βʹ ⋖ βʹ . Ὁ δὲ Ὀρειβάϲιόϲ φηϲι κατὰ Ἀδαμαντίου τὸν ξέϲτην τὸν Ἰταλικὸν τοῦ οἴνου μέτρῳ μὲν ἔχειν
περισφίγξεως περιτάσεις χρίειν , κηρωτῇ Σικυωνίᾳ μαστίχην Χίαν ἐπίπασσε . Ἀδαμαντίου βρογχοκηλικόν . Κηκίδων # α , λίθου πυρίτου ⋖
5808146 συνδεσμον
[ ἀκολουθεῖ ] ῥῆμα μετάληψιν ἔχει τὴν εἰς τὸν εἴ σύνδεσμον : [ ἀκολουθεῖ ] τῷ ἡμέραν εἶναι τὸ φῶς
σύνοδον ποιησαμένη καὶ πληρώσασα τὸν κύκλον ἐν τῷ διαμέτρῳ τὸν σύνδεσμον λύει . διὸ μᾶλλον ἔδοξε τῇ προκειμένῃ ἀγωγῇ χρήσασθαι
5767138 περινεον
δὲ τετράγωνον καταγλυφὴν , ὥστε στυλίσκον ἐνεῖναι , ὃς παρὰ περίνεον ἐὼν περιῤῥέπειν τε κωλύσει , ἐών τε ὑποχάλαρος ὑπομοχλεύσει
ἱμάντοϲ δὲ μαλθακοῦ τε καὶ ἰϲχυροῦ τὴν μεϲότητα κατὰ τὸν περίνεον ἁρμόϲαντεϲ ἐπὶ τὸν ὦμον ἀναγάγωμεν , ἔμπροϲθεν μὲν διὰ
5718666 ἀστερα
τὸν αὐτὸν τοῖς ἄλλοις τῆς ἐποχῆς χρόνον τὸν τοῦ Διὸς ἀστέρα μέσως κατὰ μῆκος μὲν ἐπέχοντα Χηλῶν μοίρας δ μα
φασίν , ἕνα τινὰ τῶν ἐν τῷ ζῳδιακῷ κύκλῳ λαμπρὸν ἀστέρα παρατηρήσαντες ἀνατέλλοντα οἱ πάλαι , εἶτα ἀμφορέα τετρημένον πληρώσαντες
5707074 Γετην
αὐτὸν ἁλῶναι λέγουσιν , ἀνασωθῆναι δὲ Ἀγαθοκλέους τὰ πρὸς τὸν Γέτην ὑπὲρ αὐτοῦ πράξαντος . ὡς δὲ ἐπανῆλθεν , Ἀγαθοκλεῖ
ἐφέλκεται τὰ σιδήρια , οὕτω καὶ αὐτὸς ἀκονιτὶ ἐφειλκύσω τὸν Γέτην δυνάστην , καὶ ἥκει σοι ἐθελοντὴς ὁ πάλαι σεμνὸς
5694682 κανονα
εὐθεῖα , εἰ καὶ μὴ τὸν αὐτὸν , διὰ τὸν κανόνα τοῦ τόνου : Αἴας Αἶαν , Ἀχιλλεύς Ἀχιλλεῦ .
. τοῦτο δ ' ἀνελόντα Σῖμον τὸν ἁρμονικὸν καὶ τὸν κανόνα σφετερισάμενον ἐξενεγκεῖν ὡς ἴδιον . εἶναι μὲν οὖν ἑπτὰ
5676878 καμνοντα
εἰϲ κρᾶϲιν αὐτοῦ β κοτύλαϲ τοῦ ὄξουϲ καὶ πότιζε τὸν κάμνοντα ἐν τῇ θερμῇ τοῦ βαλανείου ἐμβάϲει . τινὲϲ δὲ
δὲ τὸν καθ ' ὑποδορὰν τρόπον ἐκθήσομαι : σχηματίσαντες τὸν κάμνοντα λίνῳ πάχος ἔχοντι ἱκανὸν ἢ ῥάμματι εὐρώστῳ σφόδρα ,
5676613 παροξυσμον
, τὸ διάλειμμα ποιεῖ , καὶ ἄνεσιν προσλαμβάνουσα κινεῖ ἕτερον παροξυσμόν , ἢ καὶ ἕτερον σκόπον ἔχουσα διὰ τὸ κατὰ
τετάρτης παροξύνοντες διπλασιασθέντες μέν , δυοῖν ἐφεξῆς ἡμέραις ἐπάγουσι τὸν παροξυσμόν , μία δ ' αὐτῶν ἡ διαλείπουσα . ὥσπερ
5636774 οὐρανιϲκον
ῥίζαν ξηρὰν λείαν ἐμφυϲᾶν καὶ διαχρίειν τὸ ϲτόμα καὶ τὸν οὐρανίϲκον ϲινήπει μετὰ μέλιτοϲ , ἔπειτα ϲικυαϲτέον τὰ ὀπίϲθια τῆϲ
μὲν ἐπὶ κεφαλὴν καταφερομένων ὀφθαλμοὶ καὶ ἰνίον καὶ ϲτόμα πρὸϲ οὐρανίϲκον ἀνθερεών τε καὶ κλεῖδεϲ καὶ οἱ παρὰ τὰϲ πλευρὰϲ
5634242 τραχηλον
τεταρταΐζοντας . δεῖ δὲ λαβόντας αὐτὸν ζῶντα περιάψαι περὶ τὸν τράχηλον , ἔσωθεν πυρροῦ ῥάκους ἀσφαλισαμένους . λέγουσι δ '
μετεωρίζων ὑψοῦ τὴν κεφαλὴν , ὀλίγον δ ' ὑπὲρ τὸν τράχηλον τὴν κάτω γένυν ἔχων ἠρέμα ἐπινεύουσαν , πλατὺς καὶ
5618897 πασχοντα
μὴ πρόσει τούτοισιν ἐσκοροδισμένοις . Ταυτὶ περιείδεθ ' οἱ πρυτάνεις πάσχοντά με ἐν τῇ πατρίδι καὶ ταῦθ ' ὑπ '
δὲ καὶ σύνθετον νόημα , ὅταν νοήσῃ ἐνεργοῦντα αὐτὸν ἢ πάσχοντά τι , ἐν ᾧ θεωρεῖταί πως ἢ τὸ ἀληθὲς
5567409 χρηματιστην
προκείμενα ἀμφισβητήσιμα μὲν διὰ τὸν ἰατρόν τε καὶ παιδοτρίβην καὶ χρηματιστήν , ἀσαφῆ δὲ διὰ τὸ μήπω γνωρίμου ὄντος τοῦ
διαγωνίζονται , εἴ γε μὴ χρηματιστὴς εἴη : τὸν δὲ χρηματιστήν , οὐδ ' ἂν πλουσιώτατος ὢν τύχῃ , συμβουλεύσω
5553500 μυν
σκέλη καταφέρεται διασχιζόμενον ἄχρι τοῦ πέρατος ἐν αὐτοῖς εἰς ἕκαστον μῦν ἀνάλογον τοῖς ἐν χερσίν . οὕτω δὲ καὶ ὅσα
' ὅλον δι ' ὅλου τοῦ πάχους διακόπτειν δεῖ τὸν μῦν , ἀλλὰ μεγεθύνειν ἐφ ' ὅσον ἂν συμφέρῃ .
5539803 Αἰγοκερων
καὶ ἔστω ἡ μὲν ΒΕ περιφέρεια ἐπὶ τοῦ μετὰ τὸν Αἰγόκερων ἡμικυκλίου , ἡ δὲ ΕΓ ἐπὶ τοῦ μετὰ τὸν
χειμερινὸς τροπικός , ἐπειδὴ [ γὰρ ] τέμνει μέσον τὸν Αἰγόκερων . ὁ δὲ πέμπτος κύκλος ὁ καλούμενος ἀνταρκτικός .
5539108 πρωκτον
ἐπὶ τὸ χεῖρον ἰωμένων . Καὶ Ἀριστοφάνης : Ἀκεσίας τὸν πρωκτὸν ἰάσατο . Ἀκκίζεσθαι : Ἀκκὼ γυνή τις ἐπὶ μωρίᾳ
πρωκτὸν τοῦτο ὑπέβαλεν . διὰ τοῦ τὸ κρέας εἰς τὸν πρωκτὸν ἐμβαλεῖν τὴν μοχθηρίαν καὶ ῥυπαρίαν αὐτοῦ δείκνυσιν , ὅτι
5534769 φιμον
τὸν ναρθηκισμὸν καὶ τὴν προσήλωσιν καὶ τὸν ἐκ τῶν σχοινίων φιμόν : οὐ γὰρ ἄλληλα πλήξει τὰ ξύλα , καὶ
τούτων “ καὶ τούσδε κημοὺς στομάτων ” . κημὸν ] φιμόν . καταμηλῶν ] εἰσάγων ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ καθὰ
5527894 ζῳδιακον
' ἐπίνοιαν στήσαντες τὸν κόσμον νοήσωμεν τὰ πλανώμενα ὑπὸ τὸν ζῳδιακόν , ἀκίνητον ὄντα καθ ' ὑπόθεσιν , κινούμενα :
ἀνταρκτικόν , θερινὸν τροπικόν , χειμερινὸν τροπικόν , ἰσημερινόν , ζῳδιακόν , καὶ προσέτι γαλαξίαν . ὁ γὰρ ὁρίζων πάθος
5524103 ἐπιμεριζοντα
φόβους θανάτου . δʹ τὸ μεθίστασθαι τὸν ἐπιμερισμὸν καὶ τὸν ἐπιμερίζοντα ἀπὸ κακοποιοῦ ἐπὶ κακοποιόν : καὶ δηλοῖ κατ '
τῆς συνόδου ἢ τῆς μοίρας τῆς πανσελήνου , γνῶθι τὸν ἐπιμερίζοντα εἴτε σωματικῶς εἴτε ἀκτινο - βολικῶς . ἔχει γὰρ
5522644 μηρον
τοῦ κολεοῦ , διότι Βενιαμὴν οὐκ ἦν φορῶν ἐπὶ τὸν μηρὸν αὐτοῦ ῥομφαίαν . Καὶ ὡς ἔμελλε πατάξαι τὸν υἱὸν
, καὶ διὰ τοῦτο ἰσχίον καὶ μηρὸς , καὶ διὰ μηρὸν κνήμη καὶ περόνη , καὶ διὰ ταῦτα ἄκρον ποδός
5501287 κυκλον
δοθεὶς κύκλος ὁ ΑΒΓΔ : δεῖ δὴ εἰς τὸν ΑΒΓΔ κύκλον πεντεκαιδεκάγωνον ἰσόπλευρόν τε καὶ ἰσογώνιον ἐγγράψαι . Ἐγγεγράφθω εἰς
τὴν σελήνην ἑξακοσιάκις μὲν καὶ πεντηκοντάκις ἔγγιστα καταμετρεῖν τὸν ἴδιον κύκλον , δὶς δὲ καὶ ἡμισάκις τὸν τῆς σκιᾶς καταμετρεῖν
5501256 κωνον
μήτε καλαθοειδῶς τῆς σκιᾶς πίπτειν δυναμένης , ἀλλὰ τὸν λεγόμενον κῶνον ἀποτελούσης . Ὃ δὴ πρῶτος Ὅμηρος ἐκ μιᾶς λέξεως
ἂν ὑπεραίροι , οὔτε ἐλλείποι . ἐναρμόσει ἄρα εἰς τὸν κῶνον , καὶ περιληφθήσεται ὑπὸ τοῦ κώνου τοῦ περιλαμβάνοντος τὴν
5498297 δακτυλιον
κοινοῖϲ βοηθήμαϲι χρηϲτέον . Θεραπεία τῆϲ περὶ τὸ ὄϲχεον καὶ δακτύλιον ἑλκώϲεωϲ ἐν πυρετοῖϲ ἐκ τῶν Φιλουμένου . πολλάκιϲ ἐπὶ
; Οὐ μανθάνω . Καλεῖς δέ τι χειρός ; οἷον δακτύλιον ἔστιν ὅτου ἂν ἄλλου τῶν τοῦ ἀνθρώπου φαίης ἢ
5484607 σφιγκτηρα
ἐκ πλάτους . ὁμοίως δέ , εἰ καὶ περὶ τὸν σφιγκτῆρα ὑγρὸν γένοιτο , τὸ εἶδος τῆς διαιρέσεως ἐπικάρσιον ἐπιτηδευέσθω
κρυπτὴ ἡ σύριγξ : ὅταν δὲ βαθεῖα τυγχάνῃ , τὸν σφιγκτῆρα σεσυριγγωκυῖα , ἤτοι ἀπὸ δακτυλίου ἀρξαμένη καὶ ἐπὶ πολὺ
5452516 ἐπικυκλον
ὁμόκεντρον ὁμαλῶς , ὑπεναντίως τῷ παντί , καὶ συναποφέροντος τὸν ἐπίκυκλον , ὁ ἥλιος ἐν ἴσῳ χρόνῳ διανύων τὸν εκηζ
κύκλον , τὴν δὲ πρὸς τὸν ἥλιον καὶ παρὰ τὸν ἐπίκυκλον , ἐγκεκλιμένους ἐπὶ πάντων ὑποτιθέμεθα τόν τε ἔκκεντρον πρὸς
5450165 σχηματισμον
. δῆλον δὲ ὅτι τρίγωνοι οὗτοι οἱ ἀριθμοὶ κατὰ τὸν σχηματισμόν , τοῖς πρώτοις ἀριθμοῖς τοῦ ἐφεξῆς γνώμονος προστιθεμένου :
καὶ παρὰ προσῳδίαν , ἢ περὶ τὸν ποιὸν τῆς λέξεως σχηματισμόν , καὶ ποιεῖ τὸν λοιπὸν ἕκτον τὸν οὕτω προσηγορευμένον
5442869 περιπατον
Κρόνου , εἶτα τῆς Ἀφροδίτης . καὶ τοιουτοτρόπως ποιοῦμεν τὸν περίπατον τῶν ἐννάτων τῶν ζῳδίων πάντων , διαγινώσκοντες τοὺς κυρίους
ἐκαλοῦντο Ἀκαδημαϊκοί . Περιπατητικοὶ οὖν ἐκαλοῦντο , οὐχ ὅτι κατὰ περίπατον ἐξηγοῦντο , ἀλλ ' ὅτι διεδέξαντο τὴν σχολὴν τοῦ
5439041 ἀντιχειρα
δὲ κατὰ καρποῦ , ἵνα ἁρμόσῃ ἐφ ' ὧν τὸν ἀντίχειρα ἐπιδῆσαι θέλομεν . ἀντικείμενος . Περιειλήσαντες τὴν ἀρχὴν τῷ
δεξιὰ χεὶρ τὴν ἀριστερὰν συμπληροῖ , ὁ δὲ λιχανὸς τὸν ἀντίχειρα δάκτυλον ἀπαρτίζει , ἡ δὲ κεφαλὴ τοὺς πόδας συντίθησι
5437378 Προκυνα
ζώνη τόν τε Πρόκυνα καὶ τὸν Κύνα , τὸν μὲν Πρόκυνα χωρίζουσα πρὸς ἀνατολὰς ὅλον οὐκ ὀλίγῳ ἐκτὸς τοῦ γάλακτος
τῷ Τοξότῃ φασὶν ἀντικαταδύνειν τήν τε Ἀργὼ ὅλην καὶ τὸν Πρόκυνα , συνανατέλλειν δὲ τόν τε Ὄρνιθα , καὶ τὸν
5428191 ἀνταρκτικον
διεζῶσθαι κύκλοις , ὧν ὀνόματα εἶναι τάδε : ἀρκτικόν , ἀνταρκτικόν , θερινὸν τροπικόν , χειμερινὸν τροπικόν , ἰσημερινόν ,
δὲ τόν τε ἀρκτικὸν καὶ τὸν θερινὸν τροπικὸν καὶ τὸν ἀνταρκτικόν . ἀρκτικὸς δ ' ὁ αὐτὸς καὶ ἀεὶ φανερὸς
5395375 κυβον
τοῦ ἀπὸ τῆς ΑΜ κύβου πρὸς τὸν ἀπὸ τῆς ΜΗ κύβον . ἀλλ ' ὡς μὲν ἡ ΓΜ πρὸς ΜΗ
προσδήσαντες εἶτα μέντοι ἀπαλλάττονται , τοῦτο δήπου τὸ λεγόμενον ἀτεχνῶς κύβον ἀναρρίψαντες . οἱ δὲ τίγρεις ἐντυχόντες αὐταῖς , ἀθηρίᾳ
5387544 πυθμενα
καρχήσια καὶ τὰ τούτοις ὅμοια : ἕνα μὲν γὰρ εἶναι πυθμένα τὸν κατὰ τὸ κύτος συγκεχαλκευμένον ὅλῳ τῷ ἀγγείῳ ,
, ὀχῆεϲ τῆϲ ὑϲτέρηϲ ἐόντεϲ νευρώδεεϲ : οἱ μὲν κατὰ πυθμένα πρὸϲ τὴν ὀϲφὺν λεπτοί , οἱ δὲ κατὰ αὐχένα
5332423 κλεπτην
δοῦλος ἢ πένης ἢ μισθωτός . ἐὰν Ἀφροδίτη σημαίνει τὸν κλέπτην αἰτία τῆς κλοπῆς ἔσται γυνή , ἐὰν δὲ Ἑρμῆς
ἐστιν ἱεροσύλου καὶ κλέπτου , τὰ δὲ ἰδικὰ ἱεροσύλου πρὸς κλέπτην : κοινωνεῖ μὲν ἱερόσυλος κλέπτῃ πρῶτον μὲν τῷ βουλεύσασθαι
5328057 ἐκκεντρον
ἐπὶ τὰ αὐτὰ δὲ τῷ παντί , γράψει καὶ τὸν ἔκκεντρον ἴσον ὄντα τῷ μονξ ἐγκέντρῳ . διήχθωσαν γὰρ αἱ
βʹ φαινομένη διάστασις συνήγαγεν ἄν , εἰ πρὸς τὸν ΝΞ ἔκκεντρον ἐθεωρεῖτο , τοῦ ζῳδιακοῦ μοίρας ξη μβ . ὡσαύτως
5327516 ϲτομαχον
β καὶ ἀμμωνιακὸν καὶ ϲαγαπηνόν , ταῖϲ δὲ δυϲπαθεϲτέραιϲ τὸν ϲτόμαχον καὶ ὀποπάνακοϲ βραχὺ ϲφαιρωθὲν καὶ ἐν ἀπέφθῳ μέλιτι βραχέν
τὸν χυλὸν καὶ τὴν γαϲτέρα πρὸϲ ἔκκριϲιν ἐπεγείρει καὶ τὸν ϲτόμαχον ἐνίοτε δάκνει καὶ μάλιϲτ ' ἐφ ' ὧν εὐαίϲθητόϲ
5301213 δεσμον
εἴπερ οἱ αὐτόχειρες ἑαυτῶν γινόμενοι ὃν ἔδησεν ὁ δημιουργὸς λύουσι δεσμόν , οἱ δὲ φιλόσοφοι ὃν ἔδησαν δεσμὸν αὐτοὶ καὶ
ἅμαξαν ἰδεῖν τὴν Γορδίου καὶ τοῦ ζυγοῦ τῆς ἁμάξης τὸν δεσμόν . λόγος δὲ περὶ τῆς ἁμάξης ἐκείνης παρὰ τοῖς
5297040 ἐγκεφαλον
μένον καὶ καταψυχόμενον , δίδωσι τὴν ψύξιν εἰς καρδίαν καὶ ἐγκέφαλον . καταψυχόμενα δὲ τὰ κύρια μόρια , τὰ προρρηθέντα
τέκνον : δεῖ μὲν καὶ φιλοσοφεῖν , δεῖ δὲ καὶ ἐγκέφαλον ἔχειν : ταῦτα μωρά ἐστιν . σὺ παρὰ τῶν
5292842 πλευμονα
ῥαγῇ τῶν φλεβίων τῶν λεπτῶν , τῶν κατακρεμαμένων ἐς τὸν πλεύμονα , ἢ τῶν συρίγγων τῶν διὰ τοῦ πλεύμονος τεταμένων
: εἰ δὲ ἔλθοι τι τούτων τῶν φαρμάκων ἐς τὸν πλεύμονα , δοκέει ἄν μοί τι μέγα ποιῆσαι κακόν :
5281262 οἰκοδομον
ἀλλ ' ὡς ἔχει [ ] παρήκει τέκτων νῦν τὸν οἰκοδόμον ] ! λατύπον τέκτονα εἴρηκεν οὐδενι βα ? -
καὶ μὴ εἶναι καὶ ἐνεργεῖν ἐνδέχεταί ποτε , ὡς τὸν οἰκοδόμον καὶ τὸν ἀνδριαντοποιόν : ἃ δὴ ποιητικά ἐστιν ᾗ
5278147 γνωμονα
τριακοντάδα καὶ κατὰ τὴν τοῦ ἰσημερινοῦ πρόσθεσιν ἢ ἀφαίρεσιν σεληνιακὸν γνώμονα , ὃν ἐπισυνθέντας τῷ ἡλιακῷ καὶ τὴν ἡμίσειαν τῶν
αὐτὸ πρὸς ἀστρολογίαν οἰόμενος , ὀνομάζει δὲ τὴν κάθετον ἀρχαϊκῶς γνώμονα , διότι καὶ ὁ γνώμων πρὸς ὀρθάς ἐστι τῷ
5274585 λαρυγγα
. περιεγένοντο δὲ , οἷς ἐπέσκηψεν ἡ ὕλη παρὰ τὸν λάρυγγα . εἰ δέ ποτε παρὰ τὰ φωνητικὰ ὄργανα ,
' εἰ πληϲίον τοῦ λάρυγγοϲ ἢ κατ ' αὐτὸν τὸν λάρυγγα , ἔνεϲτι θεραπεῦϲαι , καὶ ἡμεῖϲ οὐκ ὀλίγουϲ ἰαϲάμεθα
5273553 Σταχυν
ἀρχομένης ἡ σελήνη μέσῃ τῇ πρὸς ἰσημερινὴν ἀνατολὴν ἁψῖδι τὸν Στάχυν κατέλαβεν , καὶ διῆλθεν ὁ Στάχυς ἀφαιρῶν αὐτῆς τῆς
χεῖρα Δωρίς , κατὰ τὴν εὐώνυμον Σικελία , κατὰ τὸν Στάχυν Περσική . Ἡ δὲ τῶν ὁρίων τάξις οὕτως :
5264255 διδυμον
ὑμένων ὁμοιότητα , δεῖ κελεύειν τῷ ὑπηρέτῃ καὶ πλαγιάζειν τὸν δίδυμον ἰσχυρῶς καὶ ἀνιέναι τὴν τάσιν πρὸς τὸ ἐπιρρυῆναι πάλιν
. ἔπειτα καταλέγουσιν , ὅσην χώραν ἐπῆλθον : πῆι μὲν δίδυμον ˈ χθονὸς Εὐρώπης ˈ μέγαν ἠδ ' Ἀσίας ˈ
5246576 τυπον
γε : σφενδόνην λέγει τὴν δέσιν , τὸν δεσμόν . τύπον δὲ τὴν ἐπικειμένην σφραγῖδα τῷ δεσμῷ : σφενδόνης :
σκληρύνεσθαι ὡς λίθον „ . οἱ κατοικοῦντες Ἠλεκτρῖται πρὸς τὸν τύπον [ τῶν εἰς ις ] , Ἠλεκτρῖνοι διὰ τὸ
5245098 κιονα
οὖν ἐστιν , ὡς ὁ ΕΓ κίων πρὸς τὸν ΑΙ κίονα , ὁ ἀπὸ τῆς ΡΓ κύβος πρὸς τὸν ἀπὸ
λόγον ἡμῖν νενοημένης ; καθὰ γὰρ οὐκ ἂν εἴπαιμεν τὸν κίονα σωφρονεῖν , κατὰ τὸν αὐτὸν τρόπον οὐδὲ τὸν θεὸν
5238507 ἱππεα
Σχὼν δὲ παντελέως τὰς Ἀθήνας Ξέρξης ἀπέπεμψε ἐς Σοῦσα ἄγγελον ἱππέα Ἀρταβάνῳ ἀγγελέοντα τὴν παρεοῦσάν σφι εὐπρηξίην . Ἀπὸ δὲ
ἐγκαθίζειν τε καὶ ταπεινοῦν ἑαυτόν , ὥστε εὐπετῶς ἀναβαίνειν τὸν ἱππέα . στηρικτέον δὲ αὑτόν , ὅταν ὁ ἵππος ἄρξηται
5208024 ϲιδηρον
καταντλήματι δὲ χρῶ τῷ τῶν χαλκέων ὕδατι ἐν ᾧ τὸν ϲίδηρον ἀποβάπτουϲιν . ἐγὼ δὲ χρῶμαι ἀεὶ ἅλμῃ χλιαρᾷ καὶ
ὅληϲ οὐϲίαϲ , ὃν τρόπον ἡ μαγνῆτιϲ λίθοϲ ἕλκει τὸν ϲίδηρον , δέδεικται . τῶν δὲ καθαρτικῶν τὰ μὲν μαλακτικὰ
5200545 χαρακτηρα
μᾶλλον ἂν δόξειεν ἐοικέναι καὶ κατ ' ἐκεῖνον κοσμεῖσθαι τὸν χαρακτῆρα . οὔτε γὰρ ὑπόθεσιν εἴληφε πολυωφελῆ καὶ κοινήν ,
ἂν δὲ μὴ εὕρωμεν , ῥιπτοῦμεν . τίνος ἔχει τὸν χαρακτῆρα τοῦτο τὸ τετράσσαρον ; Τραιανοῦ ; φέρε . Νέρωνος
5192929 κανθον
τῆς ῥινὸς συνιστάμενον . ῥήγνυται δὲ πολλάκις εἰς τὸν μέγαν κανθόν : ἔστι δὲ ὅτε καὶ λυμαίνουσι καὶ τερηδωνίζουσι τὰ
κανθὸν μέροϲ τοῦ πτερυγίου , φυλαϲϲόμενοι τὰ βλέφαρα καὶ τὸν κανθόν . τοῖϲ μὲν γὰρ τὰ βλέφαρα ϲυνδιακοπεῖϲι πρόϲφυϲιϲ γίγνεται
5186152 στιχον
μὲν ὅμοια περιλαμβάνουσα μέτρα καὶ τεταγμένους σῴζουσα ῥυθμοὺς καὶ κατὰ στίχον ἢ περίοδον ἢ στροφὴν διὰ τῶν αὐτῶν σχημάτων περαινομένη
στίχοι ἰαμβικοὶ τρίμετροι ἀκατάληκτοι νʹ . μετὰ δὲ τὸν ιθʹ στίχον κῶλον ἰαμβικὸν μονόμετρον ἀκατάληκτον . ἐπὶ τῷ τέλει κορωνίς
5183143 τεχνιτην
αἴτιον τῆς ὑγείας τὸν ἰατρόν , κοινότερον δὲ ὅταν τὸν τεχνίτην . πάλιν ἢ καθ ' αὑτὸ ἢ κατὰ συμβεβηκός
ῥᾷον γὰρ τεχνίτῃ ὕλην ἑαυτῷ προσάγεσθαι ἢ τὸ ἔμπαλιν ὕλῃ τεχνίτην . τὸ δὲ σπέρμα καὶ θήλεων καὶ ἀρσένων ὅσον
5182857 παραπλουν
ποταμοῦ τῶν ἐκβολέων σταδίους ἐς διακοσίους . κατὰ τοῦτον τὸν παράπλουν λέγει Νέαρχος ὀφθῆναι κῆτος ἐκβεβλημένον ἐς τὴν ἠιόνα ,
αὐτοῦ καὶ τῶν ἄλλων λέγων συγγραφέων . Τὸν μὲν οὖν παράπλουν ἅπαντα τὸν Ἰλλυρικὸν σφόδρα εὐλίμενον εἶναι συμβαίνει καὶ ἐξ
5171048 ἀγκωνα
. Καὶ διὰ τοῦτο ἔθνος Αἰθιοπικὸν , ὡς παρακεῖσθαι μακρὸν ἀγκῶνα τῆς ἀοικήτου . Λέγει δὲ τὴν διακεκαυμένην . πρὸς
δι ' αὐτῆς ἑλκέτω τὴν τοῦ βραχίονος κεφαλήν , τὸν ἀγκῶνα ἀντιμετάγων εἰς τὰ κλιμάκια : τοῦ δ ' ἐξελκυσμοῦ
5164295 ὀμφαλον
συμπάθεια γένηται καὶ διαγανάκτησις , ἄμεινον ἀδεισιδαιμονέστερον σμιλίῳ μᾶλλον τὸν ὀμφαλὸν κόπτειν . εἶτα τὸ ἐν αὐτῷ περιεχόμενον ἐκθλίβειν ,
, ἔπειτα κομιϲάμενοι τὸ ἐγκείμενον ἔξωθεν τοῦ περιτοναίου κατὰ τὸν ὀμφαλὸν κατὰ ϲυϲϲάρκωϲιν τὴν θεραπείαν ποιηϲόμεθα . τοὺϲ δὲ κατὰ
5158046 μετρειτωσαν
Α , Β , Γ ἐλάσσονα ὄντα τοῦ Ε . μετρείτωσαν τὸν Ζ . ἐπεὶ οἱ Α , Β ,
ἀριθμὸν οἱ Α , Β ἐλάσσονα ὄντα τοῦ Γ . μετρείτωσαν τὸν Δ . καὶ ὁσάκις μὲν ὁ Α τὸν
5145535 κεγχριαν
ἕρπητα συνιστάμενον , ὑπὸ θατέρου δὲ τὸν ἕτερον , ὃν κεγχρίαν ἔνιοι τῶν μεθ ' Ἱπποκράτην τοὔνομα ἔθεντο , διότι
δὲ τὸν Ὀριβάϲιον φλέγματοϲ ἐπιμιξία μετὰ τῆϲ ξανθῆϲ χολῆϲ τὸν κεγχρίαν ἕρπητα ποιεῖ . κενώϲωμεν οὖν τὸ ϲῶμα πᾶν διὰ
5140917 σιδαρον
φέρειν ἰσχύν : ἐπεὶ τοῦτον κατ - εργαζόμενον καὶ τὸν σίδαρον τὸν σφοδρὸν κάμπτειν , μαλάσσειν , ὅ τι ἂν
γὰρ πυρὶ πάντα βέβαπται . [ αἲ αἲ καὶ τὸ σίδαρον , ὃ τὸν πυρόεντα καθέξει . ] Εὐρώπῃ ποτὲ
5133327 ἀνατεταλκεναι
δεδυκέναι τά τε λοιπὰ τοῦ Ὕδρου καὶ τὸν Κένταυρον , ἀνατεταλκέναι δὲ τὸν νότιον Ἰχθὺν οὐχ ὅλον , ἀλλὰ παρὰ
Ὕδρου τὰ πρὸς τὴν οὐρὰν μόνον ὑπὸ γῆς εἶναι : ἀνατεταλκέναι δὲ τοῦ Ἐνγόνασι τὴν δεξιὰν κνήμην μόνον ἕως τοῦ
5124150 ὀγκον
εἶναι . Πρῶτον μὲν οὖν οὐκ ἀνάγκη τὸ ὑποδεχόμενον ὁτιοῦν ὄγκον εἶναι , ἐὰν μὴ μέγεθος ἤδη αὐτῷ παρῇ :
Εἴτε πνευματικὴν διάθεσιν εἴτε ἐμφύσημα καλεῖν τις ἐθέλει τὸν γινόμενον ὄγκον ἔν τισι μορίοις παρὰ φύσιν , ἀντίτυπον μέν ,
5123764 πνευμονα
τὰς διαφόρους ἰδέας τῆς βηχὸς καὶ ὅσα κατὰ θώρακα ἢ πνεύμονα πάθη συνίστανται . εἰσὶ δὲ καὶ ἄλλα , περὶ
ἕδος Μέσον δ ' ἐξαύσατο βαυνόν . Καὶ βαθὺν ἀκρήτῳ πνεύμονα τεγγόμενος Μόσχους καὶ χλωρὰς κλήματος ἐκφυάδας Περιπλέγδην κρεμόνεσσι Ὀπταλέα
5123352 συναναφερεσθαι
ἀσύνετον γὰρ τὸ δίχα τοῦ ἄρθρου : χρὴ γὰρ ἀμφότερα συναναφέρεσθαι , ἐπεί τοι , εἰ λείψει τὸ ἄρθρον τοῦ
ἀτονήσας περὶ τὴν ἑλκτικὴν τοῦ μελαγχολικοῦ ἐνέργειαν , ἐάσῃ τοῦτον συναναφέρεσθαι τῷ αἵματι . κἀντεῦθεν πλεονάσαντος αὐτοῦ καὶ σαπέντος ,
5122703 ὀϲχεον
τῆϲ ἥβηϲ εὐθυτενῆ τὴν διαίρεϲιν παρέχοντεϲ παράλληλον τῇ διχοτομούϲῃ τὸν ὄϲχεον γραμμῇ διαιροῦντεϲ τέωϲ τὸν ἐλυτροειδῆ . ἐν ἐπιγενητῷ δὲ
δὲ τοῦτον τὸν τρόπον : ψιλώϲαντεϲ τὴν ἥβην καὶ τὸν ὄϲχεον , εἰ μὴ παῖϲ ᾖ , κατακλίνομεν αὐτὸν ὕπτιον
5117898 διακειμενον
πάντες ὑμεῖς ἴστε οἷα ποιοῦντα αὐτὸν καὶ πάσχοντα καὶ ὅπως διακείμενον ἐγὼ παραλαβών , τῶν μὲν ἄλλων ἰατρῶν ἀπεγνωκότων ,
φῆσαι σοί γε μᾶλλον ἢ ἐμοὶ κολακείαν γε ἐπιτηδεύειν οὕτω διακείμενον πῶς ἔνεστιν εἰπεῖν , ἢ πῶς τῶν αἰσχρῶν τινος
5113072 Λεοντα
. καὶ οἱ Ἀθηναῖοι ἀκούσαντες ταῦτα ἀνέπεμψαν Τιμαγόραν τε καὶ Λέοντα . ἐπεὶ δὲ ἐκεῖ ἐγένοντο , πολὺ ἐπλεονέκτει ὁ
τοῦ Σοφοκλέους τοῦ Λέοντος τούτους τε ἐς τὸν τέταρτον πρόγονον Λέοντα δᾳδούχους πάντας ὑπῆρξε γενέσθαι καὶ παρὰ τὸν βίον τὸν
5112605 τομεα
ἔλαττόν ἐστιν , τὸ ΕΖΓ ἄρα τρίγωνον πρὸς τὸν ΕΖΗ τομέα μείζονα λόγον ἔχει ἤπερ τὸ ΕΖΔ τρίγωνον πρὸς τὸν
περιφέρειαν , τουτέστιν ἤπερ ὁ ΑΒΓ κύκλος πρὸς τὸν ΒΔΕ τομέα , ἕξει δηλονότι καὶ ὁ ΑΒΓ κύκλος πρὸς τὸν
5105135 Ζυγον
ἐξουσίᾳ . Τῆς δὲ Παρθένου ζῴδιον πληρώσαντες εὐθέως πρὸς τὸν Ζυγὸν εἰσέλθωμεν , ὃν καὶ Χηλὰς καλοῦσι . φύσει δ
Δίδυμοι ἢ ὁ Ζυγός . ἀλλ ' ἀδύνατον εἶναι τὸν Ζυγὸν διὰ τὸ ὑπὸ γῆν εἶναι , ὁμοίως καὶ τοὺς
5104260 ἐμβρυουλκον
ὀστῶν , ὀστάγρᾳ ἢ ῥιζάγρᾳ ἑλκύσαντας , τότε καταπείρειν τὸν ἐμβρυουλκὸν καὶ ἐξαίρειν τὸ βρέφος . Προβιβασθείσης δὲ τῆς κεφαλῆς
. Ἐπακολουθοῦντος δὲ τοῦ ἡμίσεως τοῦ ἐμβρύου , τὸν πρότερον ἐμβρυουλκὸν κατὰ μέρος εἰς τὰ ὑπερκείμενα μέρη καταπείρειν δεῖ ἐναλλάξ
5103078 ἐξελιγμον
, αὐτὸ μόνον ἐξέλισσε φαίης , ἄλλοι ἐπ ' ἄλλον ἐξελιγμὸν ἥξουσιν . οὐδὲν δὲ ὡσαύτως ἀγαθὸν ἔν τε πορείαις
ἐστι πρὸς τὰς αἰφνιδίους ἐφόδους πολεμίων . Ὅτι Μακεδόνων τὸν ἐξελιγμὸν τὸν Μακεδονικὸν εὑρόντων Φίλιππος καὶ Ἀλέξανδρος ἐν ταῖς παρατάξεσι
5101520 ὡροσκοπικον
ἂν καὶ ἐνταῦθα πάλιν τοῦ διδόντος ἀστέρος ὑποτιθεμένου κατὰ τὸν ὡροσκοπικὸν λόγον καὶ τῶν λοιπῶν ὡς ἐπὶ γενέσεως συνθεωρουμένων .
μετὰ μοιρῶν , καὶ ἐκκρούσας ὅλους κύκλους τὰ λοιπὰ ἡγοῦ ὡροσκοπικὸν γνώμονα . κλίμα * * ὥρα ἡμέρας βʹ :
5100635 ὡροσκοπον
. καθόλου δὲ οἱ κακοποιοὶ ἐφορῶντες τὰ φῶτα καὶ τὸν ὡροσκόπον χωρὶς ἀγαθοποιῶν ὀλιγοχρονίους ποιοῦσιν . ὁ κύριος τοῦ ὡροσκόπου
ἄλλως προγνωσόμεθα καταρχῆς πεπηγμένης , ὅταν κρατῇς ἀστρόλαβον καὶ λάβῃς ὡροσκόπον , εἰ μὲν ἡμέρα πάρεστιν , ἐξ Ἡλίου τὸν
5099122 καταρτισμον
τρόπον δὲ ἐπὶ ὤμου πλείονας ἐμβολὰς τάξας ἐπὶ πᾶσι κράτιστον καταρτισμὸν κατεχώρισεν , οὕτως καὶ ἐπὶ μηροῦ τὸ ὅμοιον πεποίηκεν
, μετ ' ὃν τρόπον [ ταὐτῶν ] δεῖ τὸν καταρτισμὸν ποιεῖσθαι : ἐν δὲ τούτῳ τῷ βιβλίῳ περί τε
5095956 τριταιον
ὅλως φαίνονται . Δεόντως οὖν ἄν τις τὸν τοιοῦτον νόθον τριταῖον πλήθει τε καὶ ποιότητι χολῆς τὸν ἀκριβῆ τριταῖον ὑπερβάλλεσθαι
. τὸν μὲν οὖν ἐντὸς τῶν δυοκαίδεκα ὡρῶν παυόμενον ἀκριβῆ τριταῖον ὠνομάσαμεν : ὅστις δ ' ἂν ἔχῃ πολυχρονιώτερον τούτου
5091215 σφυγμον
οὐκέτι : καὶ τῷ ταῖς μὲν ἀποπληκτικαῖς σφοδρὸν εἶναι τὸν σφυγμόν , ταῖς ὑστερικαῖς δὲ ἀμυδρὸν εἶναι : τῶν δὲ
πυρεσσόντων , οὐ πάντως δὲ πυρέσσειν τοὺς πυκνὸν ἔχοντας τὸν σφυγμόν . Ἱπποκράτην ὑπολαμβάνουσι σημεῖον εἰρηκέναι τοῦ πυρετοῦ μέγεθος μετὰ
5089074 μεσημβρινον
ἰδίας ἀκριβοῦς κινήσεως ἑξηκοστοῖς κε . καὶ πάλιν μετὰ τὸν μεσημβρινόν , ἐκ μὲν τῆς ὑπεροχῆς τῶν δύο παραλλάξεων ,
ποταμοῖς φυόμενον : ἐφ ' αἷς μεσημβρίζειν εἰώθασι . τὸ μεσημβρινόν : μεσημερινὸν καὶ ἐκβολῇ τοῦ ε καὶ προσθέσει τοῦ
5073923 ΕΖΗΘΜΝ
. λέγω , ὅτι ὁ ΑΒ ΓΔΚΛ κῶνος πρὸς τὸν ΕΖΗΘΜΝ κῶνον τριπλασίονα λόγον ἔχει ἤπερ ἡ ΒΔ πρὸς ΖΘ
. οὐκ ἄρα ὁ ΑΒΓΔΚΛ κῶνος πρὸς ἔλαττόν τι τοῦ ΕΖΗΘΜΝ κώνου στερεὸν τριπλασίονα λόγον ἔχει ἤπερ ἡ ΒΔ πρὸς
5073333 στρεφεσθω
ὁ κόσμος ἀπὸ τῆς δʹ ἀνατολῆς ἐπὶ δύσιν τὴν γʹ στρεφέσθω , ὁ δὲ ἥλιος εἰς τὰ ἐναντία τῷ ζῳδιακῷ
, πόλοι δὲ αὐτῆς τὰ αʹ βʹ σημεῖα , καὶ στρεφέσθω ὁμαλῶς περὶ τὸν ἑαυτῆς ἄξονα τὸν αβʹ : λέγω
5067782 τονον
ἐπὶ τὸ ὀξὺ κειμένου πυκνοῦ βαρύτατος . Οἱ δὲ τὸν τόνον περιέχοντες ἀμφότεροί εἰσι πυκνοῦ βαρύτατοι , τίθεται γὰρ ὁ
παρυπάτη ἐν διεσιαίῳ . λιχανὸς μὲν οὖν ἐστιν ὀξυτάτη ἡ τόνον ἀπὸ τοῦ ἑτέρου ἀπέχουσα τῶν τὸ τετράχορδον περιεχόντων ,
5064529 στομαχον
δὲ τὸ φλέγμα μάλιστα συνάγεται περὶ τὴν γαστέρα καὶ τὸν στόμαχον , ἔνθα καὶ ἡ πρώτη πέψις ἐστί . τὸ
: προπυριάσθωσαν δὲ οἱ τοιοῦτοι τόν τε νῶτον καὶ τὸν στόμαχον καὶ καταπασσέσθωσαν νίτρῳ ὠπτημένῳ καὶ ταῖς ἐμβάσεσι θερμοτέραις χρήσθωσαν
5063671 Ἀρατον
τῶν ἁπαλωτέρως προσερχομένων ταῖς ἐξηγήσεσιν ἔδοξαν μὴ μαθηματικὸν εἶναι τὸν Ἄρατον : ὑπέλαβον γὰρ μηδὲν ἕτερον τῶν Εὐδόξου Φαινομένων ποιήσαντα
δὲ ἐπὶ τῷ δράκοντι Ἀριστοδάμαν Ἀράτου μητέρα εἶναι λέγουσι καὶ Ἄρατον Ἀσκληπιοῦ παῖδα εἶναι νομίζουσιν . οὗτος μὲν δὴ παρείχετο
5044737 ϲαπωνα
ἔλαιον βαλάνινον ὁμοῦ ϲυμμίξαϲ ἐπίχριε τὰϲ τρίχαϲ . Ἄλλο . ϲάπωνα Γαλλικὸν ϲὺν ὕδατι ϲμάϲθω καθ ' ἕκαϲτον βαλανεῖον .
περιεχομένοιϲ οὐ ϲυμφέρει . διάχριϲτον δὲ ϲτόματόϲ ἐϲτι τοιόνδε : ϲάπωνα διεὶϲ τεύτλου χυλῷ χρῖε τὰ κατὰ τὸν οὐρανίϲκον καὶ
5038462 Θεοδοσιον
ἐς τοῦτο τὰ πράγματα ἀτοπίας οἱ εὐνοῦχοι παρεσκεύασαν ἀποβουκολοῦντες τὸν Θεοδόσιον , ὥσπερ τοὺς παῖδας ἀθύρμασιν , οὐδὲν ὅ τι
παραλυθεὶς τῆς ἀρχῆς , καὶ ἀποδημήσας πρὸς τὸν νεωστὶ βασιλεύοντα Θεοδόσιον , εἶτα ἐπανελθών , καὶ τὴν τρυφὴν ἐπιδεικνύμενος καὶ
5037424 στρατοπεδαρχην
τε πάλιν ἡμῖν ἀγῶνος ἐνστάντος , ἐν ᾧ τόν τε στρατοπεδάρχην τοῦ τάγματος ἡμῶν συνέβη πεσεῖν καὶ τὸν ἀετὸν ὑπὸ
τοῦ τάγματος ἀγωνισάμενος τόν τ ' ἀετὸν ἀνεκομισάμην καὶ τὸν στρατοπεδάρχην ἔσωσα : ὃς ἐμοὶ τῆς τότε βοηθείας χάριν ἀποδιδοὺς
5035604 μελανοφθαλμον
ἐστὶ δ ' ὁ Νηρεὺς θαλάσσιος δαίμων . κυανώπιδα : μελανόφθαλμον , γερανόφθαλμον , μελανόμματον . νηρηΐνην : τὴν τοῦ
δύνασαι χωρισμὸν νοῆσαι ἐννοίᾳ : τὸν γὰρ γλαυκόφθαλμον εἰ νοήσεις μελανόφθαλμον , οὐδὲν λυμαίνῃ τῷ ὑποκειμένῳ , ἄλογον δ '
5033699 ὀρρον
, ἑψηθεῖσαν δὲ ἐλάττω ἐκβαίνειν : πλείω γὰρ ἔχειν τὸν ὀρρόν , δι ' ὃ καὶ λεπτοτέραν εἶναι . τὴν
, ποῖος δ ' ὄρρος ; τῇ προφορᾷ δὲ Τιμαχίδας ὀρρόν ὡς ὀρθόν . Δίδυμος δὲ τὴν τράμιν φησὶν ,
5031909 προσυγκειμενον
τὸν δὲ ἐρωτώμενον τό τε σύνθημα ἀποκρίνασθαι καὶ τούτων τι προσυγκείμενον ποιῆσαι . Περιοδεύειν μὲν ἐν τοῖς κινδύνοις πρῶτον [
ἐπέδωκεν ἀνδρὶ πιστῷ τῶν παρόντων . τούτῳ δὲ ἦν ἄρα προσυγκείμενον δραμεῖν πρὸς τὴν γυναῖκα Πολυδώρου καὶ δόντα τὸν δακτύλιον

Back