αὐδήεις αὐδῆς , ἡ αὐδή γὰρ τῆς αὐδῆς , λαχνήεις λάχνης , ἡ λάχνη γὰρ τῆς λάχνης , φωνήεις φωνῆς
εἶχον εὐειδῆ τὰ πρόσωπα καὶ παιδικὰ παρ ' ἡλικίαν τῆς λάχνης ταύτης ἀπηλλαγμένα , εἶτα , τοῦτο λοιπὸν ἔτι ,
4761163 αὐδης
καλλιπλοκάμοιο : ἔνθα στὰς ἐβόησα , θεὰ δέ μευ ἔκλυεν αὐδῆς . ἡ δ ' αἶψ ' ἐξελθοῦσα θύρας ὤϊξε
τῆς φθογγῆς , αὐδήεις αὐδῆς , ἡ αὐδή γὰρ τῆς αὐδῆς , λαχνήεις λάχνης , ἡ λάχνη γὰρ τῆς λάχνης
4725435 λαχνη
αὐτὰ ἐς τὴν νῆξιν . φεῦ τῶν στέρνων , ὡς λάχνη μὲν αὐτοῖς ἐγκατέσπαρται βρύων κομῶσα καὶ φυκίων , γαστὴρ
ἡ αὐδή γὰρ τῆς αὐδῆς , λαχνήεις λάχνης , ἡ λάχνη γὰρ τῆς λάχνης , φωνήεις φωνῆς , ἡ φωνή
4724475 φωνηεις
τὸν τόνον φυλάττουσι , οὐ μὴν δὲ τὸν αὐτὸν : φωνήεις φωνῆεν , αὐδήεις αὐδῆεν . Τὰ εἰς ΕΣ οὐδέτερα
πειθηνίως ὑπήγετο μικροῦ καὶ πρὸς αὐτὴν τὴν ἠχὴν τῶν φθόγγων φωνήεις γενόμενος . ὑπὸ δὲ τῶν ποδῶν τὴν βάσιν οὐκ
4409748 θριξ
δὲ ὁ πόλεμος . οὐχὶ Κεράσταν : κέρας ἐστὶν ἡ θρίξ . . . . ἐπεὶ οὖν ὑπὸ τῆς Πηνελόπης
καὶ μετὰ συμφώνου διὰ τοῦ ι γράφεται : οἷον , θρίξ : Βρὶξ ὄνομα ἔθνους : στρὶξ εἶδος ὀρνέου :
4127039 ὀνυξ
, παρθένῳ καὶ χήρᾳ ψόγον . Ὁ τοῦ μικροῦ δακτύλου ὄνυξ ἀγαθόν . Ὁ τοῦ δευτέρου ἀποδημίαν ἀγαθήν . Ὁ
, σκόροδον . ὑποθυμιᾶται δὲ πρὸς ταὐτὰ γαγάτης λίθος , ὄνυξ ὁ ἀπὸ τῶν πορφυρῶν , ἄσφαλτον , καστόριον ,
4126184 συγκοπη
, . . α . . Ἄμφις : τοῦτο οὐ συγκοπή , ἀλλὰ μετασχηματισμός : ἀπὸ γὰρ τοῦ Ἀμφιάραος Ἄμφις
ἀναστῆσαι , ἐπᾶραι . Ἀμπετάσαι : ἀνοῖξαι , ἀναπετάσαι , συγκοπή . βλεφάρων : ἀπὸ τῶν : βλέφαρον παρὰ τὸ
4110562 χαιτη
νιφόεντι κιχὼν ἐφράσσατο δειρῇ . τῆς μὲν ἀμαρακόεσσα χυτὴ περιδέδρομε χαίτη , ἄνθεα δὲ χρύσεια φαείνεται : ἡ δ '
ἑλλανοδίκης τοῦ ἑλλανοδίκου , γυνή ὁ μισογύνης τοῦ μισογύνου , χαίτη ὁ κυανοχαίτης τοῦ κυανοχαίτου , τέχνη ὁ κλυτοτέχνης τοῦ
4092112 χιτωνος
ὑγροῦ σύστασις κατὰ τὸν ὀμφαλὸν , ποτὲ δὲ καὶ ὑπὸ χιτῶνος συνεχόμενον . υηʹ . Πωρόμφαλόν ἐστι πώρου σύστασις κατὰ
ἐκ τῆς ἐχίδνης ἰὸν ἀνειληφυίας , καὶ διὰ τοῦτο τοῦ χιτῶνος διὰ τὴν θερμασίαν τὴν σάρκα τοῦ σώματος λυμαινομένου ,
4073768 φθογγης
τῇ εὐθείᾳ : οὐδὲ γὰρ λέγομεν ὦ τιμῆς καὶ ὦ φθογγῆς , ἀλλ ' ὦ τιμῆν καὶ ὦ φθογγῆν ,
τινα λίμνην , ἥτις ἀπ ' αὐτοῦ Τορρηβία ἐκλήθη , φθογγῆς Νυμφῶν ἀκούσας , ἃς καὶ Μούσας Λυδοὶ καλοῦσι ,
4068355 κομη
τὴν ἀνάγκην ἐποίησε τῆς ἐπαναλήψεως . λήμη μὲν γὰρ καὶ κόμη παρῆν τῷ λημᾶν καὶ τῷ κομᾶν , κόμη δὲ
Φοῖνιξ φησίν : Νίνου κάδοι μάχαιρα καὶ κύλιξ αἰχμή , κόμη δὲ τόξα , δήιοι δὲ κρητῆρες , ἵπποι δ
4052924 τιμηντος
. Πρόσκειται διὰ καθαροῦ τοῦ τος κλινόμενα διὰ τὸ τιμῆς τιμῆντος καὶ φθογγῆς φθογγῆντος : ταῦτα γὰρ οὐκ ἔχουσιν ὁμόφωνον
Ἑρμοῦ , χρύσεος χρυσέου χρυσοῦς χρυσοῦ , τιμήεις τιμήεντος τιμῆς τιμῆντος , Σ χρυσὸν τιμῆντα καὶ ἄργυρον , δαφνήεις δαφνήεντος
4038661 ὀνυχος
κατάστρεψον , τέκνον , τὰν ἡμίναν . κἠκρατηρίχημες ἐκ τοῦ ὄνυχος γὰρ τὸν λέοντα ἔγραψεν . τορύναν ἔξεσεν . κύμινον
ἔτι ὦ Φαῖδρε Ἰσοκράτης : ᾔδει γὰρ ὁ Σωκράτης ἐξ ὄνυχος τὸν λέοντα καὶ τὸν Ἰσοκράτην δὲ γνῶναι ᾔδει οἷός
4030910 ἀμιγους
καὶ πόσας κοτύλας ὁ θεὸς ὁπότε τὸν κόσμον εἰργάσατο τῆς ἀμιγοῦς καὶ κατὰ ταὐτὰ ἐχούσης οὐσίας ἐνέχεεν εἰς τὸν κρατῆρα
ἀκραέος : τοῦ ἄκρως φυσῶντος ἢ εὐκραοῦς , καλοῦ καὶ ἀμιγοῦς ἢ ἠρέμα πνέοντος . ἀπορρύτου : τῆς ῥεούσης καὶ
4020320 προμαθοντες
γὰρ τῆς | διαφορᾶς , ἅτε τὸ ψεῦδος ὡς ἀληθὲς προμαθόντες ἐκ παίδων καὶ σύντροφον ἔχοντες , ἐξαμαρτήσονται . Τῶν
: ὁ νοῦς οὕτως ἔχει : καίτοι γὰρ οἱ Ῥόδιοι προμαθόντες παρὰ τοῦ Ἡλίου τὴν τῆς Ἀθηνᾶς γένεσιν καὶ κατακούσαντες
4000885 κρωβυλος
ἑκατέρων εἰς ὀξὺ καταλῆγον . ἐκαλεῖτο δὲ τῶν μὲν ἀνδρῶν κρώβυλος , τῶν δὲ γυναικῶν κόρυμβος , τῶν δὲ παίδων
ἐνέρσει κρωβύλον : ἢ ἐν εἰσέρσει ἢ ἐν πλοκῇ . κρώβυλος δέ ἐστιν εἶδος πλέγματος τῶν τριχῶν ἀπὸ ἑκατέρων εἰς
3978748 ὀλυρα
οὐκ εὔχυμος : ἐρέβινθος οὐκ εὔχυμος : ἡ δ ' ὄλυρα τοσούτῳ πυρῶν χείρων ἐστὶν ὅσῳ τίφης καὶ βρόμου κρείττων
, βρόμος : ἐρέβινθος οὐκ εὔχυμος : ἡ δ ' ὄλυρα τοσούτῳ πυροῦ χείρων ἐστίν , ὅσῳ τίφης καὶ βρόμου
3971845 δαφνηντος
φθογγῆντος ὦ φθογγῆν , τιμῆς τιμῆντος ὦ τιμῆν , δαφνῆς δαφνῆντος ὦ δαφνῆν : τὰ δὲ εἰς ης ἰσοσυλλάβως κλινόμενα
, Σ χρυσὸν τιμῆντα καὶ ἄργυρον , δαφνήεις δαφνήεντος δαφνῆς δαφνῆντος , ὁ σῶος τοῦ σώου ὁ σῶς τοῦ σῶ
3949834 ὁλκος
ἐπιδείκνυνται , διερευνᾷ μή τισιν ἀναγκαίαις αἰτίαις ἐνδέδενται , ὧν ὁλκὸς ἡ δύναμις . εἰ γάρ τις , φησί ,
Συρίης τε πόληες θινὸς ἔπι στρεπτῆς περιμήκεες : ἀμφὶ γὰρ ὁλκὸς ἐς δύσιν ἔστραπται πολιῆς ἁλός , ἄχρι κολώνης οὔρεος
3938798 κερασου
, πλὴν τοῦ διοσπύρου μὲν ὁ πυρὴν σκληρὸς τοῦ δὲ κεράσου μαλακός . φύεται δ ' ὅπου καὶ ἡ φίλυρα
πλὴν τοῦ διοσπύρου μὲν ὁ πυρὴν σκληρός , τοῦ δὲ κεράσου μαλακός . καὶ πάλιν : κράταιγος : οἳ δὲ
3934792 τομος
καὶ τμῆμα , καὶ διὰ τί μὴ εἶπε τμῆμα ἀλλὰ τόμος . Πρὸς μὲν οὖν τὴν πρώτην ζήτησιν , ἥτις
πάλιν ἀπὸ τοῦ τέμω γίνεται τομός ὀξυτόνως ὁ τέμνων καὶ τόμος βαρυτόνως ὁ τεμνόμενος : καὶ πάλιν παρὰ τὸ τρέχω
3918429 πατος
τῆς ἐκδεδιῃτημένης τροφῆς , παρὰ τὸ ἐκτρέπεσθαι τῆς ὁδοῦ . πάτος γὰρ ἡ κοινὴ ὁδός . καὶ Ὅμηρος : “
, ῥόδινον ἔλαιον , ῥύπος ὁ ἀπὸ τῶν ἀνδριάντων , πάτος , σάμψυχον , σικύου ἀγρίου ἡ ῥίζα , σμύρνα
3913830 λιβαδες
μετασχηματίζων καὶ ταράξῃ τὰ σημεῖα . Ὀφθαλμοὶ ὑγροὶ λάμποντες ὡς λιβάδες ἤθη χρηστὰ φαίνουσι : παίδων γὰρ ὀφθαλμοὶ τοιοῦτοι .
, ἔνθα κύκνος μελωιδὸς Μούσας θεραπεύει . ὦ πολλαὶ δακρύων λιβάδες , αἳ παρηίδας εἰς ἐμὰς ἔπεσον ἁνίκα πύργων ὀλομένων
3899587 αὐλου
, εὐστομία δέ , ἢν τὰ χείλη ἐνθέμενα τὴν τοῦ αὐλοῦ γλῶτταν μὴ πιμπραμένου τοῦ προσώπου αὐλῇ , τὸν δὲ
ἅτε δὲ ὑπὸ τῆς μέθης καὶ τοῦ οἴνου διαρρέοντες , αὐλοῦ μὲν ἀκούοντες χαίρουσι , καὶ τὸ ἔργον αὐτοῖς αὐλεῖσθαί
3899543 θωμος
ἔχων κικίννους . Εἰ μὴ δικῶν τε γύργαθος ψηφισμάτων τε θωμός . Εἰς τὰς τριήρεις δεῖν ἀναλοῦν ταῦτα καὶ τὰ
ἐν Δαιταλεῦσιν εἰπόντος ἢ μὴ δικῶν τε γύργαθος ψηφισμάτων τε θωμός . καὶ οἰκίσκον δὲ ὀρνίθειον καὶ οἰκίσκον περδικικὸν Ἀριστοφάνης
3892831 ἐμφαινοντος
: καὶ πολὺ δεινότερος ὁ λόγος δοκεῖ τοῦ πράγματος αὐτοῦ ἐμφαίνοντος τὸ δεινόν , οὐχὶ τοῦ λέγοντος . τοὺς μὲν
' αἰδοίοισιν ὀπηδεῖν . ἀποδίδονται δὲ αὐταῖς ποικίλα ὄργανα , ἐμφαίνοντος ἑκάστου ὅτι ἥρμοσται καὶ σύμφωνος αὐτὸς ἑαυτῷ καὶ ὁμολογούμενος
3883366 παραφορα
παραπλάζουσα : παραπλανουμένη , ληροῦσα καὶ παραφρονοῦσα * ἄτακτα : παράφορα παρέστραπται : τὸ δὲ νοερὸν περιβλάπτεται καὶ γλῶσσα φθέγγεται
σκοπόν τινα θέμενα πειρώμενα τούτου τυγχάνειν καθ ' ἑκάστην ὁρμὴν παράφορα αὐτοῦ γίγνηται καὶ ἀποτυγχάνῃ , πότερον αὐτὰ φήσομεν ὑπὸ
3876774 ἐπιτροπευοντες
' ἐμὲ δὲ ἐς αὐτὸ Ῥωμαίων ἐσῳκίζοντο οἱ τὴν Ἑλλάδα ἐπιτροπεύοντες : διέστηκε δὲ ἀγυιὰν ἀπὸ τῆς ἐσόδου τῆς πομπικῆς
γὰρ καὶ Εὐρύαλος ὁ Μηκιστέως Κυάνιππον τὸν Αἰγιαλέως παῖδα ὄντα ἐπιτροπεύοντες Ἀργείων ἡγήσαντο ἐς Τροίαν . Σθένελος δέ , ὡς
3875192 ἐλατης
δὲ ἔλαιον ἔχε ἀδηκτότατον διαφορητικόν , ὥσπερ τὸ διὰ τῆς ἐλάτης . καὶ μέντοι καὶ τερεβινθίνης ἔξεστιν ἐμβαλεῖν γο Ϛʹ
μέμνηται δὲ Ξ . ἐν Σίλλοις : ἑστᾶσιν δ ' ἐλάτης βάκχοι πυκινὸν περὶ δῶμα . . . , .
3868795 ὀξυτης
ἀκήν , . , . , . Ἀκή : ἡ ὀξύτης : παρὰ τὸ ἥκω γίνεται ἠκή , ὃ σημαίνει
ἑπτὰ τῆς κατὰ τὸ λογιστικὸν ἀρετῆς εἴδη γένοιτ ' ἂν ὀξύτης μὲν ἡ περὶ τὸ εὐκίνητον , εὐφυΐα δὲ ἡ
3852610 φοιτω
ἀφ ' οὗ : † ἀλεύατο , ἀλίζω , ὡς φοιτῶ φοιτίζω , κατὰ ὑπερβιβασμὸν λιάζω . . . .
ὅπερ ἀπὸ τοῦ προϊῶ . φρῶ οὖν φράζω , ὡς φοιτῶ φοιτάζω , βῶ βάζω , οὕτως καὶ φράζω :
3849636 χρους
βότρυες βότρυς , στάχυες στάχυς , βόες βοῦς , χρόες χροῦς . Τῶν ἡδέων . Ἰστέον ὅτι οὐ συναιρεῖται ἐνταῦθα
. Τὰ εἰς ΟΥΣ μονοσύλλαβα περισπᾶται : βοῦς πλοῦς ῥοῦς χροῦς [ ] καὶ τὸ οὖς οὐδέτερον . τὸ δὲ
3848062 φθογγη
ἡ τιμή γὰρ τῆς τιμῆς , φθογγήεις φθογγῆς , ἡ φθογγή γὰρ τῆς φθογγῆς , αὐδήεις αὐδῆς , ἡ αὐδή
τὴν πρώτην εἰς σύμφωνον λήγουσαν , προσηγορικὰ ὄντα ὀξύνεται : φθογγή κλαγγή ὀργή στοργή . τὰ δὲ κύρια βαρύνεται :
3822786 Ἑρμεου
τὰ συνῃρημένα τὴν τῶν ἐντελῶν φυλάττουσι κλίσιν , οἷον Ἑρμέας Ἑρμέου Ἑρμῆς Ἑρμοῦ , χρύσεος χρυσέου χρυσοῦς χρυσοῦ , τιμήεις
τὰ συνῃρημένα τὴν τῶν ἐντελῶν φυλάττουσι κλίσιν , οἷον Ἑρμέας Ἑρμέου Ἑρμῆς Ἑρμοῦ , πλόος πλόου πλοῦς πλοῦ , τιμήεις
3808945 γραφομενα
καὶ ἀκαλήφη , ἡ κνίδη , σεσημείωται διὰ τοῦ η γραφόμενα . οὕτως Θεόγνωστος . . . . ἀκαλανθὶς :
μὲν γράμματα διὰ τὸ τούτοις πάντα παρ ' Αἰγυπτίοις τὰ γραφόμενα ἐκτελεῖσθαι : σχοίνῳ γὰρ γράφουσι καὶ οὐκ ἄλλῳ τινί
3807371 ῥις
, στόμα , βρόγχος , τραχεῖα ἀρτηρία , πνεύμων . ῥὶς μὲν καὶ στόμα πρὸς τὸ ἀναπνεῖν , ὁ δὲ
σημαίνει ἄνδρα . εὐθύτης ῥινὸς γλώττης ἀκρασίαν τινὰ λέγει . ῥὶς ἡ μείζων καλλίονα δηλοῖ ἄνδρα . εἰ δὲ πάνυ
3806833 ἀνειν
: ἄμενοί τινες ὄντες . κατὰ μετάθεσιν στοιχείου : ὡς ἂνειν ἁ οὐχηρεμοῦντες : ἕως οὐδ ' ἐν τὸ αὐτὸ
: ἄμενοί τινες ὄντες . κατὰ μετάθεσιν στοιχείου : ὡς ἂνειν ἁ οὐχηρεμοῦντες : ἕως οὐδ ' ἐν τὸ αὐτὸ
3783719 ἐντοπιος
⌈ θεὸς ἡμετέρα ἤγουν ἡ Ἀθηνᾶ . . ἐπιχώριος ] ἐντόπιος . , συνήθης , τοπική . τὸ “ θεὸς
, χεῖρον δὲ τοῦ Ἰνδικοῦ , καὶ πορφύρα καὶ ἱματισμὸς ἐντόπιος καὶ οἶνος καὶ φοῖνιξ πολὺς καὶ χρυσὸς καὶ σώματα
3776681 πλατεος
μιν βάλε Πάνδαρος ἰῷ . ἱδρὼς γάρ μιν ἔτειρεν ὑπὸ πλατέος τελαμῶνος ἀσπίδος εὐκύλου : τῷ τείρετο , κάμνε δὲ
καὶ ἰσχυρὸν ἁλύσει σιδηρᾶι προσηρτημένον καθιᾶσι , προσδήσαντες αὐτῶι λευκολίνου πλατέος ὅπλον , ἐρίωι κατειλήσαντες καὶ τὸ [ ἄγκιστρον ]
3771161 μυκτηρες
νοῦς δι ' ὤτων ἄμεινον , καὶ ὀσφραίνονται μὲν οἱ μυκτῆρες , ἡ δὲ ψυχὴ διὰ ῥινῶν ἐναργέστερον , καὶ
οἱ ὀφθαλμοὶ διδαχθέντες ὁρῶσι ; τί δ ' ; οἱ μυκτῆρες ὀσφραίνονται μαθήσει ; ἅπτονται δ ' αἱ χεῖρες ἢ
3758471 χωρημα
ψηλαφᾷ . εὐρύτερον : πλατύτερον . κύτος : πλάτος , χώρημα , τὴν θέσιν . ἀμφιβαλέσθαι : εἰς τὸ ,
οὖν ὁ χορὸς πλεονασμῷ τοῦ τ , χόρτος . τὸ χώρημα δύναται , καὶ ὁ χῶρος κατὰ συστολὴν , καὶ
3758032 κοιλου
καὶ τὴν αὐτὴν φύσιν ἀγαθοῦ τε καὶ κακοῦ , καθάπερ κοίλου καὶ περιφεροῦς καὶ ἀνάντους ὁδοῦ καὶ κατάντους , τὰ
μάλιστα ; Οἶμαι μέντοι τὰ τοιαῦτα ἐς στενὸν συνηγμένα ἐκ κοίλου τε καὶ εὐρέος . Καταμανθάνειν δὲ δεῖ αὐτὰ ἔξωθεν
3750621 προσδεχοιτο
, τοῖς δὲ τὴν πυλαίαν συγκαταστήσειν : εἰ δὲ μὴ προσδέχοιτο , ὥσπερ οὐ προσίετο , οὐκ ἐάσειν ὑμᾶς παρελθεῖν
ἀποκρινάμενος ἀπέπεμπεν . οἱ δ ' ἄνθρωποι ὡς ἔγνωσαν ὅτι προσδέχοιτο , ἧκον ἀμήχανοι τὸ πλῆθος : καὶ ὠθουμένων περὶ
3746969 πωλου
μήτε ἐφιέντες αὐτοῖς ἀνέδην χρῆσθαι τῇ γενναιότητι . Οἰκονομεῖ δὲ πώλου μὲν θυμὸν χαλινός , καὶ ῥυτῆρες , καὶ ἱππέως
. θηλυτέρης γὰρ πώλοιο νέας γυναικός φησι , καὶ οὐ πώλου ἵππου . ὅτι δὲ χρήσιμον τὸ γυναικεῖον γάλα καὶ
3744813 ἠχος
τύχη . θεῶν ] τὰ τῶν . ὠτίοις . * ἦχος . ἀλλὰ φθαρτικὸς . τοιαύτη . ἡμετέρας . ἀντὶ
ἀντὶ τοῦ ψόφει , κροῦε . Ἐπεὶ ὁ τοῦ χαλκοῦ ἦχος οἰκεῖος τοῖς κατοιχομένοις . Φησὶν Ἀπολλόδωρος Ἀθήνησι τὸν ἱεροφάντην
3738262 ὀφεως
τῶν ἀνθρώπων ; τί δ ' οὐχὶ καὶ τὴν τοῦ ὄφεως κατάκρισιν , πῶς στυγητὸς τυγχάνει ἕρπων ἐπὶ τῇ κοιλίᾳ
γυναικὸς εἰπούσης ὅτι ὁ ὄφις ἠπάτησέ με , πυθέσθαι τοῦ ὄφεως , εἰ οὗτος ἠπάτησεν , ἀλλὰ μὴ ἀκρίτως χωρὶς
3729268 κλινε
ἐπιπεσὼν , βαρέως ἐπιπεσὼν , ἐπιβαλὼν , ἐπάνω καθίσας . κλίνε : ἔκλινε , ἔκλινε δ ' αὐτὸν ἐγγὺς τοῦ
ἐπιπεσὼν , βαρέως ἐπιπεσὼν , ἐπιβαλὼν , ἐπάνω καθίσας . κλίνε : ἔκλινε , ἔκλινε δ ' αὐτὸν ἐγγὺς τοῦ
3727582 ἁπτεται
ἔχει , πρὸς ἀνιαροτάτας συμφοράς : ὅσα γὰρ ἀνθρωπίνων σαρκῶν ἅπτεται θηρία , μηδενὸς ἀνείργοντος , ἐπιφοιτᾷ καὶ εὐωχεῖται τῶν
τοῦ κρατῆρος οὐκέτι ; καὶ γὰρ τούτου παραπλησίως ἀεί τι ἅπτεται , ἡ διαφορὰ δὲ ἐν τῷ σχήματι μόνον ἐστί
3723312 πρισις
σαρκὸς τοῦ ὀστοῦ : ἀκώλυτος γὰρ ὁμοῦ καὶ ἀβλαβὴς ἡ πρίσις ἔσται διὰ τὰς τῶν τελαμώνων περιβολὰς καὶ τὴν τῆς
ἀχλυῶδες , κακόν . Ὀξυφωνίη κλαγγώδης , πονηρόν . Ὀδόντων πρίσις , ὀλέθριον , οἷσι μὴ σύνηθες καὶ ὑγιαίνουσιν :
3711404 δασεος
ἄναχος καὶ ἄνακτος : καὶ ἐπεὶ ψιλὸν ψιλοῦ καὶ δασὺ δασέος προηγεῖται , ἐτράπη τὸ χ εἰς κ , καὶ
ψιλὰ , δασέα , μέσα προηγοῦνται τῶν τῆς τρίτης συζυγίας δασέος , ψιλοῦ , μέσου , οἷον τὸ π τὸ
3706527 τρυγη
ἀλέγω ὀρέγω . πρόσκειται ” μὴ παρώνυμα ” διὰ τὸ τρύγη τρυγῶ , στύξ στυγῶ , ἄλγος ἀλγῶ , σιγή
: εἰ μὲν παρὰ τὴν τρύγην , οὐ πλεονάζει : τρύγη δέ ἐστιν ὁ Δημητριακὸς καρπός : † Λυκόφρων :
3704411 ἐναρθρου
γὰρ φήσουσι τὸν ῥυθμὸν καὶ καθ ' ἑαυτὸν χωρὶς ὅλως ἐνάρθρου φωνῆς , ἡλίκα οὐδεμία λόγων ἰδέα : καὶ γὰρ
λέγειν . Ἀρχαὶ μὲν οὖν εἰσι τῆς ἀνθρωπίνης φωνῆς καὶ ἐνάρθρου μηκέτι δεχόμεναι διαίρεσιν , ἃς καλοῦμεν στοιχεῖα καὶ γράμματα
3704372 προκυπτει
οἰκουρῆσαν τὸ πολὺ τῆς ἀκμῆς εἴσω τῆς κάλυκος , ὀψὲ προκύπτει καὶ σχίζεται . ἀλλ ' οὐδ ' ὀπωρίζειν ἔξεστιν
εὐφώνως . γυνὴ δ ' ἀκούει τοῦδε , κἀξαναστᾶσα θυρίδων προκύπτει , καὶ βλέπουσα τὸν παῖδα λαμπρῆς σελήνης ἐν φάει
3703468 ὑψηλης
νύκτωρ μὲν γὰρ ὁ Χαλδαῖος , φασίν , ἐφ ' ὑψηλῆς τινος ἀκρωρείας ἐκαθέζετο ἀστεροσκοπῶν , ἕτερος δὲ παρήδρευε τῇ
τῆς εὐδαιμονίας , μέμφομαι τὰς τυραννίδας , μέμφομαι τοὺς τῆς ὑψηλῆς καὶ τυραννικῆς ἐπιθυμοῦντας τύχης . ξυναῖσιν : ἀντὶ τοῦ
3699652 ἀνεως
ἐδείκνυτο γὰρ τὸ προκείμενον , ὡς ἀπὸ Ἀττικῆς γραφῆς τῆς ἄνεως ἐσχημάτιστο : ἦν δὲ τὸ παρὰ Ἀττικοῖς ἄνεως τρίτην
ἐξ αὐτοῦ γίνεται ἴος καὶ ἄνιος ἄνεος : καὶ Ἀττικῶς ἄνεως . ἢ ἀπὸ τοῦ αὔω τοῦ σημαίνοντος καὶ Ἀττικῶς
3689272 κελωρ
νῦν μέλλω θροεῖν . Ὁ δεύτερος δέ , τοῦ πεφασμένου κέλωρ ἐν ἀμφιβλήστροις ἔλλοπος μυνδοῦ δίκην , καταιθαλώσει γαῖαν ὀθνείαν
Πίερες . Ἑνικά . Ὁ Νέστωρ τοῦ Νέστορος , ὁ κέλωρ τοῦ κέλωρος : τὰ εἰς ωρ βαρύτονα διὰ τοῦ
3686650 μυος
οἱ λοιποὶ δὲ δύο μύες ὑμενώδεις ὄντες ἀνωτέρω τοῦ στρογγύλου μυὸς ἔχουσι τὴν θέσιν : ἐκφύονται μὲν γὰρ ἔκ τε
γίγνεσθαι τὸ σύμπτωμα , ἐπὶ δὲ τῶν διὰ παράλυσιν τοῦ μυὸς , τοῦ τραχήλου , τῆς κύστεως , καὶ ἐν
3683744 σταγων
οὔ με φαιδρύνει λόγος . ἐπὶ δὲ καρδίαν ἔδραμε κροκοβαφὴς σταγών , ἅτε καὶ δορὶ πτωσίμοις ξυνανύτει βίου δύντος αὐγαῖς
. Χάλιξ : τὸ χαλίκιον . Λάταξ : ἡ μεγάλη σταγών . Ἄλξ : ἡ δύναμις . Λύξ : ὁ
3679440 θερμαινοιτο
τὸ ἐν τοῖς βαλανείοις , οὔτε μὴν καλῶς ὑπὸ πυρὸς θερμαίνοιτο ἂν πᾶν : ἄχρηστον γὰρ γίνεται πρὸς δευτέραν χρῆσιν
' ἐγὼ τὸν μοχλὸν ὑπὸ σποδοῦ ἤλασα πολλῆς , εἷος θερμαίνοιτο : ἔπεσσι δὲ πάντας ἑταίρους θάρσυνον , μή τίς
3679215 εἰτι
πλεῖστον διὰ τὸ ψαλῶ ψάλλω : θαλῶ θάλλω , καὶ εἴτι ὅμοιον : ἔχουσι γὰρ ταῦτα τὸν μέλλοντα εἰς α
: πνὶξ ἐξ οὗ τὸ πνίγος : πλὶξ , καὶ εἴτι ὅμοιον . Τὰ εἰς ωξ ὀνόματα συγκείμενα παρὰ ῥῆμα
3674171 ἀροτρου
Τῶν δ ' ἐν ἀγρῷ σκευῶν τὰ ἀναγκαῖα ἄροτρα καὶ ἀρότρου μέρη , καὶ ἅμαξα καὶ ἁμάξης μέρη . τὰ
Καλλικρατίδας , οὐκ ἀπὸ σκαπάνης ὁ Λύσανδρος , οὐκ ἀπὸ ἀρότρου ὁ Δερκυλλίδας . Θητικὰ ταῦτα , εἰλωτικά : ταῦτα
3666819 σμηνεσι
οὐκ ἀμυδρὰ τῆσδε τῆς ἀρχῆς , ἔν τε ἀγέλαις καὶ σμήνεσι διασημαινούσης τῆς φύσεως τὴν κατὰ φύσιν τοῦ κρείττονος τῶν
δονάκεσσιν , ἢ δρυὸς ὠγυγίης κατὰ κοιλάδος ἔνδοθι σίμβλων , σμήνεσι μυριότρητα κατ ' ἄγγεα κηροδομοῦσα . καὶ τὰ ἑξῆς
3665570 ῥαβδος
ἐνθέῳ κατοκωχῇ τε καὶ μανίᾳ χρώμενον . τοιγαροῦν ” ἡ ῥάβδος ἡ Ἀαρὼν κατέπιε τὰς ἐκείνων ῥάβδους ” , ὡς
. Ἐν ἀέρι δὲ γίνονται σημεῖα κατὰ φάσιν ἴρις καὶ ῥάβδος καὶ ἅλως καὶ σέλας τὸ πυρφλέγον . αἱ μέν
3657687 κοκκυμηλεας
κότινον καὶ τὸ ἐσθιόμενον δάκρυον ] τὸν ὀπόν ἀταλύμνου ] κοκκυμηλέας : ἀτάλυμνον γὰρ τὸ κοκκύμηλον λέγεται ἀταλύμνου ] ἤτοι
: ὅπερ ἐρέβινθοι ποιοῦσι πρὸς λειχῆνας , ἐλλέβορος ἑκάτερος , κοκκυμηλέας τὸ κόμμι ἐπὶ παιδίων , λειχὴν ὁ ἐπὶ τῶν
3657568 θροος
κατὰ στέρησιν τοῦ θρο : Οὐ γὰρ πᾶν ἦεν ὁμὸς θρόος , οὐδ ' ἴα γῆρις . Ἀνεψιός , παρὰ
τὸ σπαρτίον : θρώσσει ἅλλεται : σεσημείωται τὸ θρόνος : θρόος ὁ φθόγγος : θρόννα ἄνθεα , βάμματα , διὰ
3649923 ἰχνος
πλάγια παραγόμενον . ἔσται δὴ τρίβος τῷ μὲν βαδίζοντι τὸ ἴχνος τοῦ ποδός , τῷ δὲ κατακειμένῳ τὸ ἰνίον ἅπαν
ἄλλοθέν ποι αὐτὸ ὑπομένουσιν ἢ ὅτι ἡ φύσις παντὶ ἀνθρώπῳ ἴχνος τι ἐγκατέσπειρε φιλοσοφίας . ἢ οὐ φιλόσοφον πρὸς θεῶν
3648758 λωπη
ἱμάτιον , ἀμφιέσματα : Λυσίας δὲ καὶ ἱματίδια ἔφη . λώπη γὰρ καὶ λόκκη καὶ φάρος καὶ εἷμα καὶ σπεῖρα
τὸ σήπη διὰ τοῦ η : καὶ τὸ κώπη : λώπη : διὰ τοῦ ω : ἔστιν δὲ καὶ τὸ
3648250 περιαγωγη
περιόδους ἐσφίγχθαι μάλα δεῖ κατὰ τὸ τέλος : ἡ γὰρ περιαγωγὴ δεινόν , ἡ δὲ λύσις ἁπλούστερον καὶ χρηστοηθείας σημεῖον
κατὰ τὴν ῥίζαν ὑπὸ τὸν λοβόν . ἡ δὲ πᾶσα περιαγωγὴ τοῦ ὠτὸς ὑπὸ τὸ πτερύγιον ἕλιξ , καὶ τὸ
3646735 οὐδετερου
μὴ λεπτή τις , ἀλλ ' οὐδὲ φλαῦρον ἀπ ' οὐδετέρου οὐδὲν ἄξιον λόγου . Τὸ μέλι ξὺν μὲν ἑτέροις
Δημοσθένεος . Ὁμοίως καὶ τὸ Εὐθυκράτης καὶ Ἀριστοκράτης ἐπεὶ ἀπὸ οὐδετέρου ὀνόματος τοῦ κράτος συντέθεινται διὰ τοῦτο διὰ τοῦ εος
3645455 ἀφρος
, ἅλες , ἔλαιον , χρῖσμα ναρκίσσου , κύπερος , ἀφρὸς νίτρου , ὄστρακον Ἀττικόν , μυῶν ἄφοδος , χνοῦς
στόμα . καὶ Σοφοκλῆς [ . ] . Αἰσχύλος δὲ ἀφρὸς βορᾶς βροτείας ἐρρύη κατὰ στόμα . ἀντὶ τοῦ ἤνθει
3645274 Αἰθιοπις
ΟΠΙΣ πολυσύλλαβα μὴ ἔννοιαν ἔχοντα συνθέσεως ὀξύνεται : Κεκροπίς Δρυοπίς Αἰθιοπίς : τὸ φύλοπις δὲ προπαροξύνεται . Τὰ εἰς ΡΙΣ
αὐτῶν τὸ Θουκυδίδειον τόδε : ἤρξατο δὲ τὸ κακὸν ἐξ Αἰθιοπίς . τί ποτ ' οὖν Ἀριστοτέλης οὕτω διετάξατο ;
3643154 καρπος
προσαντλούμενον , καὶ μάλιστα ὅσαι σκιρρώδεις εἰσίν . ὁ δὲ καρπὸς τῆς αὐτῆς ὢν δυνάμεως πινόμενος ὅσον ⋖ β ἢ
, μὴ γεύσασθαι αὐτὸν τῆς ἀμπέλου . Ἐπεὶ οὖν ὁ καρπὸς ἐπεφθάκει , τὸν οἰκέτην ἐκέλευσε κεράσαι αὐτῷ . Μέλλων
3634759 ξυστρα
ἀναστροφὴν , ἀπὸ ἀρσενικοῦ εἰς θηλυκόν : ὡς ξυστὴρ , ξύστρα : γαστὴρ , γάστρα : καὶ ἀὴρ , ἄρα
παρώνυμον κατὰ ἀντιστροφὴν ἀπὸ ἀρσενικοῦ εἰς θηλυκόν , ὡς ξυστήρ ξύστρα , γαστήρ γάστρα . δύναται καὶ ἀήρ ἀέρος ἀέρα
3634687 παντοδαπης
παρέχεται τοῖς ζητητικοῖς . Μήποτε οὖν , πολλῆς οὔσης καὶ παντοδαπῆς τῆς τῶν πρός τι φύσεως , ἔστι τις αὐτῶν
Αὐτῆς δὲ τῆς Πυρήνης τὸ μὲν Ἰβηρικὸν πλευρὸν εὔδενδρόν ἐστι παντοδαπῆς ὕλης καὶ τῆς ἀειθαλοῦς , τὸ δὲ Κελτικὸν ψιλόν
3631422 ψευδεστατον
εἰπόντες τὰ συγκριτικὰ ἥμαρτον : ἀντὶ γὰρ τοῦ κλεπτέστατον καὶ ψευδέστατον . οὕτως Φιλόξενος εἰς τὸ Ῥηματικὸν αὑτοῦ , .
εἰπεῖν ἢ ἀκοῦσαι λόγους . τὸ δὲ πάντων σχετλιώτατον καὶ ψευδέστατον τὸ εἰπεῖν οὐδεμιᾶς κατεπειγούσης χρείας ὅτι παιδικὰ γεγόνοι τοῦ
3626568 φαρυξ
τις βούλοιτο σκώπτειν τινὰ ἄπληστον καὶ πολυφάγον , ὅτι ἡ φάρυξ διὰ μέγεθος πελάγει ἔοικεν . προτερεῖν ἐπὶ ὁδοῦ :
μοι μέλει . Ἀλλὰ μὴν κεκραξόμεσθά γ ' ὁπόσον ἡ φάρυξ ἂν ἡμῶν χανδάνῃ δι ' ἡμέρας Βρεκεκεκεξ κοαξ κοαξ
3623054 ἐκκρουεται
γὰρ τὸ πλοῖόν , φησι , τῇ βίᾳ τοῦ ἀνέμου ἐκκρούεται , ἤγουν ἀποπέμπεται ἔξω τῆς εὐθείας ὁδοῦ καὶ πλάγιον
ἐπὶ τῶν ἐρωμένων ὥρας ταῖς ἐπιθυμίαις ἔχοντες χαίρουσιν αὐτοῖς . ἐκκρούεται γὰρ ὑπὸ τῆς τούτων παρουσίας ὁ τῶν ἐρωμένων πόθος
3621722 κτεις
ὀνόματα μονοσύλλαβα διὰ τοῦ νος κλίνεται , εἷς ἑνός , κτείς κτενός , δείς δενός : τὰ δὲ ὑπὲρ μίαν
τούτου χάριν ἔτρεψε τὸ ν εἰς τὸ ς καὶ γέγονε κτείς , καὶ ἐφύλαξε τὴν αὐτὴν κλίσιν , τουτέστι τὴν
3619240 ἐπιτονος
χωλότητα ἔχοντες : ἐπειδὴ νῆάς τε καὶ Ἑλλήσποντον ἵκοντο . ἐπίτονος τετάνυστο βοὸς ἶφι κταμένοιο . λαγαροὶ δὲ οἱ ἐν
δὲ ἐπὶ δέρματος . Ὅμηρος [ . Μ , ] ἐπίτονος βέβλητο . καὶ δὴ ' κδύομαι : Λείπει τὸ
3617989 ἰτυν
εἴδη τῶν ὀφθαλμῶν , παντὸς δὲ τοῦ τροχοῦ τὴν ἔξω ἴτυν μέλαιναν φοροῦντες , τὴν ἐπὶ ταύτῃ πυρράν . ἕτεροι
τὸ χάσμα ἢ τὸ στόμα τοῦ κήτους , λέγω τὴν ἴτυν καὶ τὴν περιφέρειαν τὴν φοβεράν . Δινωτή : εὔστροφος
3617465 Τιος
καὶ Ἀμίσιος , ὣς Φίλων ἐν τῷ Περὶ πόλεων . Τίος , πόλις Παφλαγονίας τοῦ Πόντου , ἀπὸ Τίου ἱερέως
γὰρ ἀμφοτέρων ὅριον μετὰ Δαίδαλα . . . . . Τίος : πόλις Παφλαγονίας τοῦ Πόντου : ἀπὸ Τίου ἱερέως
3615434 νυχος
, καὶ ἐφυλάχθη ἡ αὐτὴ κλίσις : τὸ δὲ νύξ νυχός διὰ τοῦ χ ἐκλίθη , ἐπειδὴ ἀπὸ τοῦ νύσσω
ποῖόν ἐστι τοῦ παρακειμένου ; τὸ χ , καὶ γίνεται νυχός : πλεονάζει γὰρ τὸ τ ἐν πολλαῖς λέξεσιν ,
3614212 φθεγγομενου
, λιλαίετο [ ] δ ' ἐγγὺς [ ] ἀκούειν φθεγγομένου , καὶ ἔμελλεν ἀκούεμεν ? [ ] : ἦλθε
ἐγενέσθην πλήθους τοῦ πρὸ τοῦ δικαστηρίου τί τῶν ἁπάντων οὐ φθεγγομένου καινὰς ἐπὶ ταῖς εἰωθυίαις δεήσεσιν εὑρίσκοντος . καὶ ὁ
3612924 πνοη
εὐωχεῖται . ἀφαυροτέρους : ἀσθενεστέρους , ἀπὸ τοῦ αὔρα ἡ πνοή . ἄλλῳ ἐπινήχεται : κατ ' ἄλλου νήχεται ,
ἀνακόπτει , κλίνει . πάλιν : ὀπίσω . ἀήτης : πνοή . Ἀντίβιος : ἐναντίος , ἀντιδύναμος . ἐναντία :
3610519 βοοωσιν
τῇ παρεκτάσει τῶν συλλαβῶν τὸν ἄπαυστον ἐκφαίνειν βουλόμενος ἦχον ἠιόνες βοόωσιν ἐρευγομένης ἁλὸς ἔξω : ἐπὶ δὲ τοῦ τετυφλωμένου Κύκλωπος
παρεκτάσει τῶν συλλαβῶν τὸν ἄπαυστον ἐκφαίνειν βουλόμενος ἦχον : Ἠιόνες βοόωσιν , ἐρευγομένης ἁλὸς ἔξω : ἐπὶ δὲ τοῦ τετυφλωμένου
3610065 εὐθυτενης
, ἐφ ' οὗ τις ἂν εἴποι δικαία ῥίς , εὐθυτενής , ἐξ ἴσου τὸ πρόσωπον διακρίνουσα : παραπέμπει γὰρ
ἀκυμάντου θαλάσσης , διὰ μέσου τοῦ δρόμου κομίζεται , ὃς εὐθυτενής τε καὶ λεῖος καταβαίνων ἄνωθεν , σχίζει τὰς ἐκατέρωθεν
3607908 μετενηνεγμενη
ἱερὰ καθημένων Γ * [ τὰ ἱερὰ καθιεμένων ] ⌈ μετενηνεγμένη : τῇ γὰρ Ἑστίᾳ ⌈ πρώτῃ τὰς ἀπαρχὰς ἔθος
δ ' ἀνῶρτο γέλως μακάρεσσι θεοῖσι . Κατάχρησίς ἐστι λέξις μετενηνεγμένη ἀπὸ τοῦ πρώτου κατονομασθέντος κυρίως τε καὶ ἐτύμως ἐφ
3598864 ἐμψυχου
ἐπειδὴ οὐσιωδῶς τοῦ γένους , τοῦτ ' ἔστι τῆς οὐσίας ἐμψύχου αἰσθητικῆς , οὐ κατηγορεῖται . ὁ αὐτὸς λόγος καὶ
τὸ τοῦ Κριοῦ καὶ τῶν ὅλων ἀρχὴν ὑποτίθενται , καθάπερ ἐμψύχου ζῴου τοῦ ζῳδιακοῦ τὴν ὑγρὰν τοῦ ἔαρος ὑπερβολὴν προκαταρκτικὴν
3593815 κορδυλη
ἃς ὁ Λυκοῦργος σεῦε κατ ' ἠγάθεον Νυσήϊον ἡδύλη , κορδύλη : ὅθεν καὶ τὸ σταφύλη βαρυτονητέον . οἱ οὖν
, μὴ ὀξυτονούμενα ἀλλὰ βαρυτονούμενον τὸ στοιχεῖον ἔχοντα , οἷον κορδύλη , Δαμύλη , Φαισύληδοκεῖ ⌊ ⌋ δ ' αὕτη
3589108 φελλου
τὸν φελλὸν ὑπὸ τοῦ μολίβδου μήτε τὸν μόλιβδον ὑπὸ τοῦ φελλοῦ ἀνέλκεσθαι εἰς τὴν ἐπιφάνειαν τοῦ ὕδατος , ἀλλ '
μὴ δύεσθαι καθ ' ὕδατος , ἀλλ ' ἐποχεῖσθαι τρόπον φελλοῦ . κάλλιστοι δὲ τῶν ἄρτων εἰσὶν οἱ κριβανῖται ,
3587376 καλαμος
λύρας καὶ ? [ ] Φρύγιος ? ? [ ] κάλαμος , τὰ δὲ ταύρεα ? ? ? ? τύμπανα
περὶ τὸν Στρυμόνα : σχεδὸν δὲ ἐν τοσούτῳ καὶ ὁ κάλαμος καὶ τὰ ἄλλα . ὑπερέχει δὲ οὐθὲν αὐτοῦ πλὴν
3587162 φυτου
καὶ γυναιξί : καὶ τὰ κοΐκινα δὲ πλέγματα Αἰγυπτιακά ἐστι φυτοῦ τινος , ὅμοια τοῖς σχοινίνοις ἢ φοινικίνοις . τὸ
ἁδρὰν λαμβάνουσιν , οὐδαμοῦ μὲν τῆς ἄλλης οἰκουμένης εὑρισκομένου τοῦ φυτοῦ τούτου , τῆς δ ' ἐξ αὐτοῦ χρείας εἰς
3576185 ῥεεν
Παρ ' ἐκεῖνο δὲ τοῦ καὶ ἀπὸ γλώσσης μέλιτος γλυκίων ῥέεν αὐδὴ Θεόκριτος εἶπεν οὕνεκά οἱ γλυκὺ Μοῦσα κατὰ στόματος
λιγὺς Πυλίων ἀγορητής , τοῦ καὶ ἀπὸ γλώσσης μέλιτος γλυκίων ῥέεν αὐδή : τῷ δ ' ἤδη δύο μὲν γενεαὶ
3575309 χρωτος
εἰδῆι . κόσμον μὲν ἀμφὶ κρατὶ χρυσέας χλιδῆς στολμόν τε χρωτὸς τόνδε ποικίλων πέπλων οὐ τῶν Ἀχιλλέως οὐδὲ Πηλέως ἀπὸ
τείνουσι τὰ πάσχοντα , αἱ δ ' ἀρχαὶ ἀφιστάμεναι τοῦ χρωτὸς ἤτοι οὐ τείνουσι τὰ μὴ πάσχοντα ἢ ἐπ '
3568696 ὀλιζονος
ἀμείνων ἀμείνονος , συγκριτικῆς ὕλης ὄντα , καὶ πλὴν τοῦ ὀλίζονος , τοῦτο γὰρ διὰ τοῦ ι γράφεται : τὰ
καὶ αὐτῆς πείρατα γαίης καὶ μορφήν : οὐ μὲν γὰρ ὀλίζονος ἔμμορε τιμῆς : οὐδὲ μὲν οὐδ ' ὀλίγη μέγεθος
3568466 μετασχηματισμος
τῶν ῥημάτων ἰδέας ἀπεβλήθη . οὐ γὰρ δή γε ὁ μετασχηματισμὸς τοῦ χρόνου ἐν τῷ γράφειν ἢ γράψαι καὶ ἔτι
μετατύπωσις σώματος εἰς ἕτερον χαρακτῆρα . ἀλλοίωσις δὲ οὐ μόνον μετασχηματισμὸς χαρακτήρων , ὡς τὸ ἀλλοῖός μοι , ξεῖν '
3564503 αὐως
προστιθέασι τὸ υ , τὸ ἀὴρ αὐὴρ καὶ τὸ ἄως αὔως λέγοντες . ἐπεὶ οὖν οὐ μόνον ἄτη , ἀλλὰ
υ , ὡς ἐπὶ τοῦ ἀήρ αὐήρ , καὶ ἄως αὔως . ὅτε δὲ σύμφωνόν ἐστι μεταξὺ , οὐκέτι .
3554112 απο
αμεν ? ! ! ! ! [ [ ] ! απο ! [ . . . . . . [
[ ! ] ὅθεν καὶ π [ ] ! τος απο ! ! [ [ ] ! ων ὑετὸς αιθ
3551453 πολυποδος
Ἀττικοί , ὡς καὶ Ὅμηρος . ὡς δ ' ὅτε πολύποδος θαλάμης ἐξελκομένοιο , ἀνάλογον : παρὰ τὸ ποὺς γὰρ
τοῖς μυχοῖς τοῖς ἑαυτοῦ . τὸ δὲ ἄπυρον εἶναι τοῦ πολύποδος τὸν οἶκον νοεῖν ὡς ψυχρόν : καὶ ἐν ἤθεσι
3545025 ψιλου
δύο συλλαβὰς παραληγόμενα τῇ λε συλλαβῇ ὀξύτονα διὰ τοῦ ε ψιλοῦ γράφονται : οἷον , Χαλεὸν ἡ πόλις : στελεὸν
εἰς υ λήγοντα μονογενῆ ὑπὲρ μίαν συλλαβὴν διὰ τοῦ υ ψιλοῦ γράφονται , διὰ τὸ μηδέποτε εὐθείαν ἑνικὴν εἰς οι
3543829 καρφεται
πυγὴν ἔχων . οὐκέθ ' ὁμῶς θάλλεις ἁπαλὸν χρόα : κάρφεται γὰρ ἤδη ὄγμοις , κακοῦ δὲ γήραος καθαιρεῖ πολλὰς
γλήναις ἔνι χάλκεα κέντρα πῆξε θυγατρὸς ἑῆς , στονόεντι δὲ κάρφεται οἴτῳ , ὀρφναίῃ ἐνὶ χαλκὸν ἀλετρεύουσα καλιῇ . ”

Back