, τὰ δὲ πρῶτα τοῖς ἔθνεσιν καὶ τοῖς ἀποστάταις . λαλούσης αὐτῆς μετ ' ἐμοῦ δύο τινὲς ἄνδρες ἐφάνησαν καὶ
μόνην τὴν μὴ παροῦσαν , καὶ ἤκουεν ἐκείνης τῆς μὴ λαλούσης . συνεξῆλθε γὰρ ἐπὶ τὴν θήραν ὁ Ἔρως αὐτῷ
5041161 ἐμη
Ἑλληνικοῖς γάμοις τὴν προτέραν ἁμαρτίαν καλύψαι . τουτέστιν : ἡ ἐμὴ μέχρι γήρως συμβίωσις ἀδοξίαν σοι προσετρίβετο . οἷον :
Λήδαι Θεστιάδι τρεῖς παρθένοι , Φοίβη Κλυταιμήστρα τ ' , ἐμὴ ξυνάορος , Ἑλένη τε : ταύτης οἱ τὰ πρῶτ
4922464 Εὐα
τὴν περὶ τὰς πυγὰς ἐνταῦθα κατέμειναν . . . . Εὖα : πόλις Ἀρκαδίας : Θεόπομπος ἐν Ϛ . .
ἐὰν ὦσιν ἐν ὄρει αἱ μεταδρομαί , ἐπικελεύειν τόδε , Εὖα κύνες , εὖ ' ὦ κύνες . ἐὰν δὲ
4836878 Θαρρει
ὁ πατήρ , φησίν , ὁ Ποσειδῶν ἰάσεται σε . Θάρρει , ὦ τέκνον : ἀμυνοῦμαι γὰρ αὐτόν , ὡς
ἤδη ἀκροάσασθαι αὐτοῦ , μὴ καὶ λάθω τελέως ἀπολειφθείς . Θάρρει , ὦγαθέ . τὸ τήμερον γὰρ ἐκεχειρία ἐπήγγελται .
4802580 Φαιδρα
Διός . Εὐφράσθη ] Πράξειν ] Παρασχεῖν . Ποιάεντα ] Φαιδρά . Στάθμαν ] Γραμμήν , τέρμονα . Ἀμειβόμεναι ]
Διός . Εὐφράσθη ] Πράξειν ] Παρασχεῖν . Ποιάεντα ] Φαιδρά . Στάθμαν ] Γραμμήν , τέρμονα . Ἀμειβόμεναι ]
4747345 λεγουσα
οὐκ ἔστι . συναληθεύουσιν : ἡ μὲν γὰρ ἀπόφασις ἡ λέγουσα ἄνθρωπος δίκαιος οὐκ ἔστιν ἐπὶ παιδίων ἀληθεύει , ἐπὶ
: πανούργως κολακεύουσα . διφῶσα : ζητοῦσα , πολυπραγμονοῦσα καὶ λέγουσα : δεῖξόν μοι τὸν οἶκόν σου . * ὃς
4662407 ἀκουσασα
, εἰ πεύσῃ τὰ σιωπώμενα κακά : ὀλῇ : ἀπολῇ ἀκούσασα τὸ πάθος . οὕτως γὰρ δεινόν ἐστιν ὡς καὶ
γύναι , θεασαμένη τὴν Ἀφροδίτην εἰκόνα βλέπειν σεαυτῆς . ” ἀκούσασα δὲ ἡ Καλλιρόη δακρύων ἐπλήσθη καὶ λέγει πρὸς ἑαυτὴν
4648806 εἰπουσης
πεπωκότων , οἶμαι , καὶ μικρῶν ὄντων τῶν παροξυνόντων , εἰπούσης τι καὶ δακρυσάσης ἐκείνης περιρρήξας τὸν χιτωνίσκον ὁ οἰκέτης
παιδοτρίβην μνᾶν δοὺς οἴει αἰεὶ φοιτήσειν ; Φρύνης δὲ πικρότερον εἰπούσης αὐτῇ εἰ δὲ λίθον , ἔφη , εἶχες ,
4648366 ἐλαλει
ἀπὸ τοῦ δένδρου ἐπυνθάνετο , τί ἂν πρὸς τὸ οὖς ἐλάλει αὐτῷ ἡ ἄρκτος . ὁ δὲ εἶπεν : ”
βούλοιτο [ διαλέγεσθαι - ] · ὡς δὲ οὐδὲν [ ἐλάλει , ] ἀλλὰ ὁμοίοις ἡ παρθένος [ κατείχετο -
4638655 δητ
δοίδυκα καὶ κιβώτιον . Λίθινον ; Μὰ Δί ' οὐ δῆτ ' , οὐχὶ τό γε κιβώτιον . Σὺ δὲ
θεῶν μέγας , ἄξειν νιν ὑπτίασμα κειμένου πατρός . τί δῆτ ' ἐγὼ κάτοικτος ὧδ ' ἀναστένω ; ἐπεὶ τὸ
4638439 προσελθουσα
ἐπὶ τὸ αὔλιον . καὶ ἡ λέαινα εἶδε καὶ αὐτὴ προσελθοῦσα ὑπέσαινε καὶ ἑώρα οἰκτρὸν καὶ ἀνέβλεπεν εἰς τὴν ἄρκτον
θύρας , εἶδεν ὄνον θήλειαν ὑπὸ ἀνθρώπου βιαζομένην . καὶ προσελθοῦσα τῷ ἀνθρώπῳ εἶπε τί ποιεῖς ; ὁ δέ φησι
4616817 ἑαλωκα
τὴν ἑτέραν , ἣν Παγίδα ἐπικαλοῦσιν ; Ἐκείνην , καὶ ἑάλωκα ὁ κακοδαίμων καὶ συνείλημμαι πρὸς αὐτῆς . Οὐκοῦν δι
καὶ σφοδρὸς Ἔρως : δεινὸν μὲν ὁμολογεῖν , ἀληθῶς δὲ ἑάλωκα . ” ταῦτα ἅμα λέγων ἐνεπλήσθη δακρύων , ὥστε
4611334 ἀκουσα
εἰσαΐουσι μόνον τιθασεύτορες ἄνδρες . θαῦμα δὲ καὶ τόδ ' ἄκουσα , κραταιοτάτους ἐλέφαντας μαντικὸν ἐν στήθεσσιν ἔχειν κέαρ ,
' ὥσπερ ταῖς σιπύαισι ταῖς κεναῖς . Λέξω μὲν οὐκ ἄκουσα , σοί τε γὰρ κλύειν ἐμοί τε λέξαι θυμὸς
4542560 ἑκουσα
περικαλλοῦς καὶ περιμαχήτου ἡδονῆς ἐστι τὰ μεγάλα μυστήρια : ἅπερ ἑκοῦσα ἀπεκρύψατο δέει τοῦ μὴ γνόντα σε ἀποστραφῆναι τὴν εἰς
: κοὐδέποθ ' ἑκοῦσα τἀνδρὶ τὠμῷ πείσομαι . κοὐδέποθ ' ἑκοῦσα τἀνδρὶ τὠμῷ πείσομαι . Ἐὰν δέ μ ' ἄκουσαν
4524358 παθουσα
τοὺς τύπους , οὐκ ἄν ποτε προεῖτο , τί μὴ παθοῦσα . καὶ νῦν μὲν ἐξεταζομένη ἐκ τοῦ προχείρου δίδωσιν
ἀπηλευθερωμένης καὶ προῖκα ἐς γάμον ἐπιλαβούσης , ἡ τοσάδε εὖ παθοῦσα προύδωκε ζηλοτυπίᾳ τῆς μεθ ' ἑαυτὴν τῷ Φουλβίῳ γεγαμημένης
4523192 Βασιλευ
, χοροῖσι Κηΐων φρένα ἰανθεὶς ὄπαζε θεόπομπον ἐσθλῶν τύχαν . Βασιλεῦ τᾶν ἱερᾶν Ἀθανᾶν , τῶν ἁβροβιών ἄναξ Ἰώνων ,
' ὑστεραίᾳ προσαγαγόντος αὐτοῦ τῇ πέτρᾳ τῶν βαρβάρων τις ἀνεβόησεν Βασιλεῦ Δημήτριε , τί βουλόμενος ἢ τίνος ἀναγκάζοντος πολεμεῖς ἡμᾶς
4511115 παριστατο
πρὸς τοὺς Δωριέας τὴν γῆν : ταῦτα δέ σφισιν εἴκειν παρίστατο ὑποψίᾳ πρὸς τοὺς βασιλεύοντας , ὅτι ἦσεν ἐξ Ἰωλκοῦ
Ἀχαιῶν . ἡ δὲ τανυφθόγγοιο δέμας κήρυκος ἑλοῦσα συμφράδμων Ὀδυσῆι παρίστατο θοῦρις Ἀθήνη ἀνδρὸς ἐπιχρίουσα μελίχροϊ νέκταρι φωνήν . αὐτὰρ
4471457 φιλτατη
τήνδε [ τὴν ] ψυχὴν [ ] ἅπαξ σοί , φιλτάτη τεκοῦσα , παρεθέμην [ ] μολών ? [ :
ὧν ἕνεκα ἤθλουν , καὶ φημὶ πρὸς αὐτήν , Ὦ φιλτάτη , δεῖξόν μοι μαγγανεύουσαν ἢ μεταμορφουμένην τὴν δέσποιναν :
4405470 ἠρων
αὐτῇ τῇ κυνὶ περὶ ἐμοῦ τινα , ἐπεὶ κἀγὼ ἡνίκα ἤρων αὐτῆς , ἔσαινεν ἡ κύων καὶ κατεθώπευε προσέχουσα τὸ
ἐξετάζων καὶ συκοφαντῶν . : καὶ γὰρ τὸ παλαιὸν παίδων ἤρων , ὡς καὶ ὁ Ἀρίστων ἔφη , ὅθεν καὶ
4390319 Πολυξενη
οὐδαμόθεν ὁρῶ φιλίαν γενησομένην . εἴτε γὰρ αὐτῷ ποτε συγκαθεύδουσα Πολυξένη λάβοι τι τοιοῦτον εἰς νοῦν : τοὺς ἐμοὺς οὗτος
συνοικῆσαι τῷ πάντων ἐχθίστῳ . ἔστι δὲ ταύτης καὶ ἡ Πολυξένη τῆς γνώμης . ὡς γὰρ ἐκ τῶν βασιλείων ἕτοιμος
4371665 Τυραννις
τάδε : ἥδ ' ἐγώ , ἡ πάντων κρατέειν ἐθέλουσα Τυραννίς , ἥδ ' ἐγώ , ἡ τλήμων ὀλοφύρομαι οὕνεκα
ἐστι καθημένη τὸ φιλοτέχνημα , τὸ δὲ γύναιόν ἐστιν ἡ Τυραννίς , λελυμένη τοὺς πλοκάμους καὶ κατηφὴς καὶ λέγουσα τάδε
4362310 καταγνῳ
τοῖς αὐτοῖς χρήσαιτο . καὶ μηδεὶς μήτε ἀγροικίαν μήτε ψυχρότητα καταγνῷ τοῦ λόγου . μάλιστα μὲν γὰρ οὐ δή που
, ἐνθυμηθεὶς ἡλίκον ἐστὶ κακὸν πολεμίῳ θυγάτριον ἐγγυᾶν μηδεμίαν μου καταγνῷ μικροψυχίαν τοσαύτην ποιουμένου πρόνοιαν τῆς παιδός , ὅσην ἂν
4354544 τεθνηκε
: τῷ δὲ τετάρτῳ Ἀλκίᾳ Ἀντισθένους ἀπελευθέρῳ ἐμίσθωσα , ὃς τέθνηκε : κᾆτα τρία ἔτη ὁμοίως καὶ Πρωτέας ἐμισθώσατο .
πέπραται ὁ υἱὸς αὐτοῦ , τὸ δὲ ψεῦδος , ὅτι τέθνηκε καὶ ὡς ὑπὸ θηρίων ἐξανάλωται , πληχθεὶς τὰ μὲν
4348511 γενωμαι
ἀλλ ' ἵνα μὴ πολλὰ τοιαῦτα λέγων πόρρω τοῦ καιροῦ γένωμαι , παρεὶς ἅπαν τὸ μέσον καὶ προσχρησάμενος καὶ πρὸς
ἀγωνίων θεῶν , λευκοστεφεῖς ἔχουσα νεοδρέπτους κλάδους ; ὡς μὴ γένωμαι δμωὶς Αἰγύπτου γένει . πότερα κατ ' ἔχθραν ,
4334396 μυλακριδα
ἡ δ ' ἐπί οἱ λιρὰ νοεῦσα γυνὴ ἀμφοτέραις χείρεσσι μυλακρίδα λᾶαν ἐνήσει . Καὶ τόθ ' ὁ μὲν ξείνων
, καὶ ἡ ἔνδον τίφη μυληθρὶς καὶ μυλακρίς ἔνιοι δὲ μυλακρίδα καὶ τὴν ἀλετρίδακαὶ τὸ κάλλυντρον μυλήκορον . τὸν δὲ
4325830 Καλλιροη
πόσων δὲ δακρύων ὁμοῦ καὶ φιλημάτων ; πρώτη μὲν ἤρξατο Καλλιρόη διηγεῖσθαι , πῶς ἀνέζησεν ἐν τῷ τάφῳ , πῶς
εὐγενῶν . ἀλλὰ ταχεῖαν ἐποίησεν ὁ θεὸς τὴν μεταβολήν : Καλλιρόη γὰρ εἰσδραμοῦσα περιεπλάκη τῇ Στατείρᾳ . ” χαῖρε “
4316521 ἐθελοιμι
αὐτοῖς , πληρώσεις ἐπιθυμιῶν ἐκπορίζοντα ἃς αὐτὸς ἀσπαζόμενος οὐκ ἂν ἐθέλοιμι ζῆν . ταὐτὸν δὴ καὶ περὶ πόλεως αὑτοῦ διανοούμενον
ἀπτοεπὲς ποῖον τὸν μῦθον ἔειπες . οὐκ ἂν ἔγωγ ' ἐθέλοιμι Διὶ Κρονίωνι μάχεσθαι ἡμέας τοὺς ἄλλους , ἐπεὶ ἦ
4315975 μειδιασας
λατομίας . τότε μὲν οὖν διὰ τὴν εὐτραπελίαν τῶν λόγων μειδιάσας ὁ Διονύσιος ἤνεγκε τὴν παρρησίαν , τοῦ γέλωτος τὴν
αἴλουρος ἀπ ' Αἰγύπτου ἦλθεν εἰς Βαβυλῶνα ” ; κἀκεῖνος μειδιάσας φησί : „ καὶ πῶς , ὦ βασιλεῦ ,
4309989 Σαρρα
, καὶ εὗρεν αὐτοὺς περιπλακομένους καὶ κλαίοντας : καὶ εἶπεν Σάρρα μετὰ κλαυθμοῦ : Κύριέ μου Ἁβραὰμ , τί ἐστιν
‖ αὔξησις , καὶ τέταρτον ‖ τελείωσις . ‖ ‖ Σάρρα [ δὲ ] ἡ γυνὴ Ἀβραὰμ οὐκ ἔτικτεν [
4309708 ἀρτιως
φέρω : κεῖται γὰρ παρὰ τοῖς ποσὶ τῆς Ὑγιείας , ἀρτίως γε θείσης Τύχης ταύτης , ἐπειδὴ τάχιστα ἀνεῴχθη τὸ
, καὶ τὴν μαρτυρίαν ἀνάγνωθι . Ὁ μὲν τοίνυν ἐπιδακρύσας ἀρτίως ἐνταυθοῖ Δημοσθένης μνησθεὶς Κερσοβλέπτου , φαίνεται τῆς συμμαχίας ἐκκλῄων
4305923 Κυρε
δεξιὰν αὐτοῦ εἶπεν : Ὦ μέγα ἀγαθὸν σὺ τοῖς φίλοις Κῦρε , ὡς πολλήν με τοῖς θεοῖς ποιεῖς χάριν ὀφείλειν
τῆς ἐκ λόγων ἐπικουρίας . Ὅτε πρῶτον ἡμῖν , ὦ Κῦρε , φοιτήσας ἄγγελος ἐμήνυσεν ἥκειν , ἡγησάμεθά σε μουσικὸν
4303346 γυναι
εἰς ἔρευναν ἐξευρεῖν γονάς ; ἔχω γὰρ οὐδέν , ὦ γύναι , τεκμήριον . τάλαινά ς ' ἡ τεκοῦς '
αὐτῷ . ἀλλ ' ἔρχευ , λέκτρονδ ' ἴομεν , γύναι , ὄφρα καὶ ἤδη ὕπνῳ ὕπο γλυκερῷ ταρπώμεθα κοιμηθέντες
4301012 κορισκη
οἴνου δὲ τρὺξ ἢ ὑποστάθμη . Κόριον ἢ κορίδιον ἢ κορίσκη λέγουσιν , τὸ δὲ κοράσιον παράλογον . Ἡ ῥάξ
οἴνου δὲ τρὺξ ἢ ὑπόστασις . Κόριον ἢ κορίδιον ἢ κορίσκη λεγέσθω , τὸ δὲ κοράσιον μηδαμῶς . Ἡ ῥὰξ
4295925 ἐσωφρονησεν
ἐρασθῆναι τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνδρὸς αὐτῆς , οὐκ οἶδα : ἐσωφρόνησεν οὐκ ἔχουσα : δύναται ἐν ἐρωτήσει , ἵν '
ἐρώτησιν οὕτως : ἆρα ἡ Φαίδρα μὴ οὐκ ἔχουσα σωφρονεῖν ἐσωφρόνησεν , ἐγὼ δὲ ὁ δυνάμενος σωφρονεῖν οὐκ ἐσωφρόνουν :
4294311 δοξαιμι
μᾶλλον , ἢ λόγου τυχόντι καὶ μὴ πείσαντι ὑμᾶς : δόξαιμι γὰρ ἂν σὺν δίκῃ πάσχειν , ὅ τι ἄν
οὐδὲ τοσαυτάκις ἀγωνιζόμενος [ καὶ ] νικήσας δικαίως ἂν πάλιν δόξαιμι δι ' ἐκεῖνα ἐκπεσεῖν . Ἀλλὰ γὰρ ἴσως μετὰ
4288914 Νικια
πείθειν καὶ σὲ καὶ τούτους . ἀλλ ' , ὦ Νικία , τί οὐ λέγει πότερος ὑμῶν ; Ἀλλ '
εὐνὰν ὀρθρευοίσᾳ . Οὐδὲν ποττὸν ἔρωτα πεφύκει φάρμακον ἄλλο , Νικία , οὔτ ' ἔγχριστον , ἐμὶν δοκεῖ , οὔτ
4252395 ἠκους
] ναί , φησι , πάππα , βούλομαι [ ] ἤκους ⌊ ' : ἃ ⌋ δ ? ' ἤκουσα
Κασσάνδραν βίαι . κοὐ δείν ' Ἀχαιῶν ἔπαθεν οὐδ ' ἤκους ' ὕπο . καὶ μὴν ἔπερσάν γ ' Ἴλιον
4252155 γεροντ
σε μήτηρ ; ἐγὼ μὲν οὐκ ἰδὼν τἀκεῖ κακὰ δακρύοις γέροντ ' ὀφθαλμὸν ἐκτήκω τάλας . ἓν γοῦν λόγοισι τοῖς
' ἄμμοροι τέκνων . τί σοι πρὸς Ἕκτορ ' ἢ γέροντ ' εἴπω πόσιν ; ἄγγελλε πασῶν ἀθλιωτάτην ἐμέ .
4233706 Διοτιμα
ταῦτα μὴ ἐννοῇς ; Ἀλλὰ διὰ ταῦτά τοι , ὦ Διοτίμα , ὅπερ νυνδὴ εἶπον , παρὰ σὲ ἥκω ,
τῶν καλῶν ἐστιν ὁ Ἔρως , ὦ Σώκρατές τε καὶ Διοτίμα ; ὧδε δὲ σαφέστερον : ἐρᾷ ὁ ἐρῶν τῶν
4229485 παρακρουσθεντας
Κατὰ Ἀριστοκράτους ὑπὲρ τοῦ Χερρόνησον ἔχειν ὑμᾶς ἀσφαλῶς καὶ μὴ παρακρουσθέντας ἀποστερηθῆναι πάλιν αὐτῆς . προτάσεως δὲ ἐξ αἰτίας κατασκευή
σκοπῶ , ὑπὲρ τοῦ Χερρόνησον ἔχειν ὑμᾶς ἀσφαλῶς καὶ μὴ παρακρουσθέντας ἀποστερηθῆναι πάλιν αὐτῆς , περὶ τούτου μοί ἐστιν ἅπας
4227538 Εὐφιλητου
ὑμᾶς τοῖς αὑτῶν πείθεσθαι λόγοις μᾶλλον ἢ τῷ πατρὶ τῷ Εὐφιλήτου καὶ ἐμοὶ καὶ τῷ ἀδελφῷ καὶ τοῖς φράτορσι καὶ
Εὐκλείδην ἀμφισβήτησις ὑπὲρ τῆς τοῦ χωρίου λύσεως καὶ ἡ ὑπὲρ Εὐφιλήτου πρὸς τὸν Ἐρχιέων δῆμον ἔφεσις . ἐν γὰρ δὴ
4203187 ταλαιπωρε
ταῦτα διείρηκεν , ὡς εἴπομεν . τί οὖν , ὦ ταλαίπωρε ] οἰκτείρει τὸν ἐχθρόν , ὑπεύθυνον ποιῶν τῷ ἐγκλήματι
μάθῃ ποῦ τὴν προκοπὴν ζητῇ ; ἐκεῖ ζήτησον αὐτήν , ταλαίπωρε , ὅπου σου τὸ ἔργον . ποῦ δέ σου
4195435 διηγουμενου
ἐπὶ τούτοις μετὰ βαρύτητος καὶ ἀνακλήσεως τὸν λοιμὸν , οὐδαμοῦ διηγουμένου σου τὰ ἐκ τοῦ λοιμοῦ κακὰ , οὐδὲ ἐκφράζοντος
: πρὸς ὃν ἀποκρίνασθαί τινα τῶν ἀκουσάντων αὐτὸς δὲ σοῦ διηγουμένου ἀκούων πεπονεκέναι τὴν πλευράν . ἐν Κρότωνι δὲ σκάπτοντί
4194286 ἐρωσαν
Χαιρέᾳ σπεύδοντες ἔλεγον ” πρῶτος ἦν ἀνήρ , παρθένον ἔγημεν ἐρῶσαν ἐρῶν : πατὴρ ἐξέδωκεν αὐτῷ , πατρὶς ἔθαψε :
ἅμα , ἀδικοῦσαν , ἀποκλείουσαν , αἰτοῦσαν πυκνά , μηδενὸς ἐρῶσαν , προσποιουμένην δ ' ἀεί . Φθείρουσιν ἤθη χρήσθ
4194024 λαλησαι
κακῶν [ τῶν συμπεσόντων τοῦ τε συμβάντος πάθους ] οὐδὲν λαλῆσαι δυναμένη πρὸς οὐδένα , προσηγορεύθη διὰ τὸ μὴ φωνεῖν
' ἔνδειαν ἢ περιψυγμὸν ἢ θάλπος ἢ πληγὴν ὀδυνᾶται , λαλῆσαι μὲν οὔπω δυνάμενον ἃ πάσχει , κλαυθμυριζόμενον δὲ καὶ
4191285 ἐπιλησμων
ἐγὼ ἐγγυῶμαι μὴ ἐπιλήσεσθαι , οὐχ ὅτι παίζει καί φησιν ἐπιλήσμων εἶναι . ἐμοὶ μὲν οὖν δοκεῖ ἐπιεικέστερα Σωκράτης λέγειν
οὖν ἄσχολος λέγειν . Πορνοκόπος καὶ πορνότριψ . Λίθαργος καὶ ἐπιλήσμων . Οἰκοδόμημα , οὐχὶ οἰκοδομή . Ὄναρ ἰδὼν ἢ
4174759 φοβουμενη
' ἐν ἡμέραι . οἴμοι : προσῆλθεν ἐλπίς , ἣν φοβουμένη πάλαι τὸ μέλλον ἐξετηκόμην γόοις . ἀτὰρ τίς ἁγών
παρ ' αὐτοῦ , ἐπιθυμοῦσα μὲν τῆς ἐνθάδε οἰκήσεως , φοβουμένη δὲ τὸν Φρυνίωνα διὰ τὸ ἠδικηκέναι μὲν αὐτή ,
4172280 φημ
παρείας . μιαρέ ] μεμιασμένε . Ὀρέστα , ἀναιδές . φήμ ' ] ναὶ . λέγω . . ὁμολογοῦνθ '
, πρὸς τῇ τῶν εἰδῶν σοφίᾳ τῇ καλῇ ταύτῃ , φήμ ' ἐγώ , καίπερ γέρων ὤν , προσδεῖν σοφίας
4169744 προσηλθεν
δέ , ἐπειδὴ μὴ παρηνώχλει τὰ δασέα , τὸ θ προσῆλθεν ἐν τῷ τέλει . τυπήτω . Δυϊκά . Τύπητον
ἐπεὶ δὲ χειμὼν ἦν καὶ οὐκ ἦσαν λείρια ἄνθη , προσῆλθεν ὁ τέττιξ τῷ μύρμηκι ζητῶν , ᾧ τραφήσεται .
4161400 Πολυβωτου
λόγος . ἄδηλον δέ , πότερον θυγατέρα ἢ θεράπαιναν τοῦ Πολυβώτου λέγει . ἡ τοῦ Πολυβώτου οὖν , φησί ,
πότερον θυγατέρα ἢ θεράπαιναν τοῦ Πολυβώτου λέγει . ἡ τοῦ Πολυβώτου οὖν , φησί , λυμαίνεταί με , ἥτις πρώην
4158189 εἰδωλῳ
τὸ ΚΛ . καὶ ἴσον τὸ ὁρώμενον τὸ ΕΔ τῷ εἰδώλῳ τῷ ΚΛ διὰ τὸ ἴσην εἶναι τὴν μὲν ΕΖ
, προήσῃ δὲ ἡμᾶς τῷ τετάρτῳ τῆς κολακείας τεμαχίῳ τῷ εἰδώλῳ τοῦ μορίου τῆς πολιτικῆς , ὃ ἀντίστροφον ὀνομάζεις ὀψοποιίας
4155504 ξενε
παύσαιτό τις ἑκάστοτε διεξιών . Εὖ γε , ὦ Λακεδαιμόνιε ξένε , λέγεις . τὴν ἀνδρείαν δέ , φέρε ,
εἰρήνης . Φαίνεται μέν πως ὁ λόγος οὗτος , ὦ ξένε , ὀρθῶς εἰρῆσθαι , θαυμάζω γε μὴν εἰ τά
4146869 ἐσιγησεν
Ἡ μὲν δὴ ταῦτ ' εἰποῦσα καὶ πολλὰ προεμένη δάκρυα ἐσίγησεν : ὀδυρομένων δὲ καὶ τῶν ἄλλων γυναικῶν καὶ πολλὰς
πάθω καὶ ἐγὼ εἴ τι μοι ἀπόκειται . οὐχ ἁπλῶς ἐσίγησεν ἀλλὰ μετὰ φόβου . πείσομαι ] πάθω . πείσομαι
4142590 παθοιμι
' αἰτιωμένην [ ] ? : ὡς ] ἂν εὖ πάθοιμι , μῆτερ , εἴ ] μ ' ἀμείλιχον φέρουσα
ἐλεεινὸν ὑπέστη ἐκ ποταμοῖο σαῶσαι : ἔπειτα δὲ καί τι πάθοιμι . ἄλλος δ ' οὔ τις μοι τόσον αἴτιος
4142067 τἀπ
Αἴγισθος ἔνθα νῦν θυηπολεῖ θεοῖς ; ἔπειτ ' ἀπαντῶν μητρὶ τἀπ ' ἐμοῦ φράσον . ὥστ ' αὐτά γ '
ἀντίμισθον ηὕρετ ' ἐν λιταῖς . ἔχουσα δ ' ἤδη τἀπ ' ἐμοῦ τεκμήρια γένος τ ' ἂν ἐξεύχοιο καὶ
4137189 προσφιλους
ἐγκοίτιον , καὶ ἐνευναίων τῶν ἐγκοιμησομένων . ἐνηέος προσηνοῦς , προσφιλοῦς . ἔνθα ἐπὶ μὲν τοῦ τότε χρονικῶς “ ἔνθ
. καὶ δὴ μιμουμένη τὸ ἐκείνης ἦθος ἀντὶ μὲν τοῦ προσφιλοῦς μειδιάματος ταπεινὸν ἐσεσήρει καὶ ὕπουλον , ἀντὶ δὲ τοῦ
4136416 τετελευτηκως
, Γ ἀελίου λευκῇ πτέρυγι πρόδρομον . Γ φαίνεται δὲ τετελευτηκὼς Γ εἶναι ἐκ τούτων . παίζων οὖν ὁ Ἀριστοφάνης
δὴ τότε βασιλεὺς τῶν Σκυθῶν ὅτε οὗτοι ὑπὸ Ἀλεξάνδρου ἐπέμποντο τετελευτηκὼς ἐτύγχανεν , ἀδελφὸς δὲ ἐκείνου ἐβασίλευεν . ἦν δὲ
4129595 ἐρασθειη
ἤκουσας , ὃν λέγουσιν οἱ ἐπιχώριοι περὶ αὐτῆς , ὡς ἐρασθείη τις τοῦ ἀγάλματος καὶ λαθὼν ὑπολειφθεὶς ἐν ἱερῷ συγγένοιτο
, λέγων ὡς οὐκ ἄν ποτέ [ οὔ ] τις ἐρασθείη οὐδὲ ὑποταγείη τῷ θεῷ μὴ θέλων : εἰ δέ
4124936 σπαδων
μὴ παραυτίκα πτύσαι αἷμα , ἀλλ ' ἐν τῇ σαρκὶ σπάδων γένηται , καὶ ἡ σὰρξ σπασθεῖσα εἰρύσῃ ἰκμάδα ὀλίγην
Μέδων Μέδωνος , ὅτε δὲ Μέδοντος διὰ τοῦ ο : σπάδων σπάδωνος : ὅτε δὲ σπάδοντος διὰ τοῦ ο :
4121851 χαλεπαινεις
καὶ δὴ καὶ νῦν εὖ οἶδ ' ὅτι οὐκ ἐμοὶ χαλεπαίνεις , γιγνώσκεις γὰρ τοὺς αἰτίους , ἀλλὰ ἐκείνοις .
ἔχει ἀκολουθῆσαι ἢ τῷ φαινομένῳ ; οὐδενί . τί οὖν χαλεπαίνεις αὐτῇ , ὅτι πεπλάνηται ἡ ταλαίπωρος περὶ τῶν μεγίστων
4112575 ἐστεναξεν
τὸ ἀληθὲς φόβῳ πρὸς ἑκατέρους αἰδούμενοι : τοσοῦτο δέ : ἐστέναξεν ἄν ποτε Ἁβροκόμης καὶ ἐδάκρυσε καὶ προσηύχετο τῆς κόρης
λαλέων ἔρωτα Φοίβου , ἀνεμώλιον τὸν οἶστρον . σαόφρων γὰρ ἐστέναξεν θεὸν οὐ θέλουσα κούρη γαμέτην ἔχειν : ὁ δὲ
4111141 ἐρωτω
. Πότερον εἰ τὴν κεφαλὴν μόνον κνησιῷἢ ἔτι τί σε ἐρωτῶ ; ὅρα , ὦ Καλλίκλεις , τί ἀποκρινῇ ,
ἰσχυροτέραν ; Τοῦτ ' , ἔφη , λέγω , καὶ ἐρωτῶ γέ σε πότερον ἴσον ἂν ἑκατέρᾳ τῇ γῇ σπέρμα
4098236 μητηρ
φρονήσειν Χαιρέαν , ὅταν πλουτῇ μὲν αὐτός , ἡ δὲ μήτηρ γάμον πολυτάλαντον ἐξεύρῃ αὐτῷ ; μνησθήσεται ἔτι , οἴει
δὲ ὁ τοῦ ἀνδρὸς πατὴρ τῇ νύμφῃ καὶ ἑκυρὰ ἡ μήτηρ , οἷον τῇ Ἑλένῃ , φησίν , ὁ Πρίαμος
4090674 οἰεσθ
ὑμῶν ἔγωγ ' ἀκούω πάντων . τίν ' ἂν οὖν οἴεσθ ' , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , τοὺς προγόνους ὑμῶν
ἔτι δὲ τοῦτον , εἴ τι τούτων ἀληθὲς ἦν , οἴεσθ ' οὐκ ἂν αὐτὴν λαβεῖν δοθεῖσαν ὑπὸ τοῦ πατρός
4088944 κατωρυξεν
τὴν μητέρα τῆς προειρημένης μετεμορφώθη . ταύτην ὁ πατὴρ ζῶσαν κατώρυξεν , Ἥλιος δὲ εἰς δένδρον λιβανοφόρον μετεμόρφωσε , ποιήσας
ἔδησε τὸν Ἀπολλωνίδην , δυσὶ μησὶ κολάζουσα : ἔπειτα ζῶντα κατώρυξεν , ὅτε καὶ Ἄμυτις ἀπέθανεν . Ζώπυρος δὲ ὁ
4083577 σωθειη
ἔργα καὶ γραφῇ σωθῆναι , τοῦτο καὶ νῦν παραινῶ . σωθείη δ ' ἄν , εἰ τὸ ἀεὶ πραττόμενον εὐθὺς
ὀργίζεται ἢ ἵνα τὸ μὲν προσιέμενον , τὸ δὲ ἀμυνόμενον σωθείη ; Τὸ μὲν οὖν κατὰ φύσιν ζῆν καλὸν καὶ
4078788 συμπλακεν
τραχὺ μέν ἐστι τῇ ἐννοίᾳ , μεθοδευδὲν δὲ οὕτω καὶ συμπλακὲν τῷ πρὸ αὐτοῦ τε καὶ μετ ' αὐτὸ λειότερόν
ἀποφήνασθαι , διότι δὲ οὐκ ἦν αὔταρκες τοῦτο τῷ ὑποκειμένῳ συμπλακὲν πρὸς τὸ ποιῆσαι ἀπόφανσιν , τὸ ἔστιν αὐτοῖς προστέθειται
4076843 ἀκουσον
, ἵνα μὴ κακουργῶν ἐνέγραφ ' ἡμῖν τὸν λόγον . ἄκουσον , ὦ δαιμόνιε , μου τῶν μαρτύρων . ἀνάβηθι
ἀπέλθῃς καταλιπών : καὶ τὸ ταύτης ἐμόν ἐστι πῦρ . ἄκουσον δὲ ὡς καὶ τἆλλα μοι μέλει περὶ σοῦ .
4075313 Ἠλεκτρα
τὸν αἰὲν ἕλκω χρόνον . ὅρα παροῦσα , παρθέν ' Ἠλέκτρα , πέλας , μὴ κατθανών σε σύγγονος λέληθ '
Ἴμβρος Βρομίος Πολύκτωρ Χθονίος , αἱ δὲ κόραι Αὐτονόη Θεανὼ Ἠλέκτρα Κλεοπάτρα Εὐρυδίκη Γλαυκίππη Ἀνθήλεια Κλεοδώρη Εὐίππη Ἐρατὼ Στύγνη Βρύκη
4062418 φοβουμαι
Ἄργου γηγενοῦς : † ἄλευ ' , ἆ δᾶ : φοβοῦμαι , τὸν μυριωπὸν εἰσορῶσα βούταν . ὁ δὲ πορεύεται
τοῦ ἐμοῦ τάφου παρακαθημένην τὴν ἐμὴν ὁμόκοιτον γυναῖκα καὶ σύζυγον φοβοῦμαι μή τι κακὸν αὐτῇ ἐπιγέγονε . τὰς χοὰς δέ
4062395 φωνημα
προσβιάζεται ] συνακολουθεῖν . παράπαν ] παντελῶς οὐδὲ γρῦ ] φώνημα μικρόν οὐκ ἔσθ ' ὅπως ] τρόπος ἀττικός ὅπως
' Ἀτρειδῶν τοῦ τε σύμπαντος στρατοῦ . Τέκνον , τίνος φώνημα ; μῶν Ὀδυσσέως ἐπῃσθόμην ; Σάφ ' ἴσθι :
4061066 ἀδελφε
ἀγνοεῖ δοκῶν ἐπίστασθαι : οἷον αἴνιγμα μέν ἐστι τό : ἀδελφὲ ἐμὲ καὶ ὑιὲ τῆς ἐμῆς γυναικὸς ἄπελθε καὶ εἰπὲ
Ἁβραὰμ καὶ εἶπεν αὐτῷ : Ἐλθέ , ἔγγισόν μοι , ἀδελφὲ , καὶ καθέζου ὀλίγην ὥραν ἵνα προστάξω ἐνεχθῆναι ζῶον
4055395 εἰπουσα
πεπωκότα ὡς εἶδεν , λαμπρὸν ἀνωλόλυξε καὶ τὴν θεὸν προσεκύνησεν εἰποῦσα χάριν οἶδά σοι , ὦ πολυτίμητε Ἄρτεμι , ὅτι
τῇ ἰδίᾳ θυγατρὶ ὁ πατήρ , ἀπόρρητόν τι ἡ μήτηρ εἰποῦσα τῷ υἱῷ ἀπήγξατο , πυνθάνεται ὁ πατὴρ τὸ ἀπόρρητον
4043114 ἐπιταττοντος
αὐθημερὸν ἐκκλησίαν ἅμα καὶ δικαστήριον γενέσθαι , οὐδαμοῦ δ ' ἐπιτάττοντος φυλάττειν τέως ἂν καταστήσῃ τοὺς ἐγγυητάς . καίτοι τί
: παραμυθητικῶς λέγεις . χρῆν γὰρ ἐφιεμένοιο : ἀντὶ τοῦ ἐπιτάττοντος . τὸ δὲ χρῆν ῥῆμά ἐστι : παρ '
4043054 κεκλησαι
καὶ ὁ Ἰσχόμαχος γελάσας ἐπὶ τῷ τί ποιῶν καλὸς κἀγαθὸς κέκλησαι , καὶ ἡσθείς , ὥς γ ' ἐμοὶ ἔδοξεν
πρόσθεν ἡγοῦνται δίκης . διαβάλλω ἄξιος δ ' ἐμὸς γαμβρὸς κέκλησαι παῖδά μοι ξυνοικίσας . οὐ γὰρ θέμις βέβηλον ἅπτεσθαι
4036943 ἐστον
συνδυασθεὶς πρὸς τὴν θήλειαν πεπράυνται , καὶ μέντοι καὶ συννόμω ἐστόν . εἶτα ταύτης παραδραμούσης καὶ τῆς θηλείας κυούσης ,
μὲν αὐτὸ τοῦτο περὶ ἀμφοτέρων ἦ διανοῇ , ὅτι ἀμφοτέρω ἐστόν ; Ἔγωγε . Οὐκοῦν καὶ ὅτι ἑκάτερον ἑκατέρου μὲν
4035389 ᾐδεσθην
καὶ ὄνομα ἔθετο αὐτῇ τὸ διθύραμβον , ὃ νῦν ἂν ᾐδέσθην ἐγὼ λέγειν ἀληθὲς ὄν . τοῦτο δὲ παθεῖν ἔοικεν
ὄνομα ἔθετ ' αὐτῇ τὸ διθύραμβον : ὃ νῦν ἂν ᾐδέσθην ἐγὼ λέγειν ἀληθὲς ὄν . τοῦτο δὲ παθεῖν ἔοικεν
4033910 Πλαγγων
- του . ” κατέσχε δὲ αὐτῆς τὰς χεῖρας ἡ Πλαγγών , ἐπαγγειλαμένη τῆς ὑστεραίας εὐκολωτέραν αὐτῇ ἔκτρωσιν παρασκευάσειν .
πεισθῆναι , ὡς οὗτοι γεγόνασιν ἐξ αὑτοῦ , τελευτῶσα ἡ Πλαγγών , ὦ ἄνδρες δικασταί , μετὰ τοῦ Μενεκλέους ἐνεδρεύσασα
4029209 ἀποκριθεις
; Ἐγένετο δὲ μετὰ τὰς ἑπτὰ ἡμέρας οὕτως διαλογιζομένους , ἀποκριθεὶς Ελιους εἶπεν τοῖς συμβασιλεῦσιν Προσεγγιοῦμεν αὐτῷ καὶ ἐξετάσωμεν αὐτὸν
καὶ λέγει κύριος πρὸς Μιχαήλ : Ἀνάγγειλον ὅπερ βούλῃ . ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχάγγελος εἶπε : Κύριε , σύ με
4018698 τοὐργον
Παιάν . Καὶ τόδε σῆς ἀρετῆς , Ἀσκληπιέ , [ τοὖργον ] ἔδειξας ἐγ κείνοισι χρόνοις ὅκα δὴ στρατὸν ἦγε
ἱεροῦ τοὺς θεραπεύοντας , ὁπότε ὕοι . τοῦτο μὲν δὴ τοὖργον ἀπὸ πολλῶν χρημάτων ἀποτελεσθὲν ἐπέγραψεν ἀπὸ τῆς ἑαυτοῦ γυναικός
4018452 γυναιμανες
χωλός : γύλινα , ἐρίσματα : Γυλιὸς , Ἡρακλῆς : γυναιμανές : γυπῶσαι , πληρῶσαι : γυπαρία : γῦροι ,
ἄλλην ἥλιος οὐχ ὁρᾷ : φύσει δέ ἐστι τὸ βάρβαρον γυναιμανές , ὥστε πᾶσα οἰκία καὶ πᾶς στενωπὸς ἐπεπλήρωτο τῆς
4016448 Πεντεφρης
οἱ φύλακες τῶν πυλώνων ἔκλεισαν τὰς θύρας . Καὶ ἦλθε Πεντεφρῆς καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ καὶ πᾶσα ἡ συγγένεια αὐτοῦ
σε ὁ θεὸς ὁ ζωοποιήσας τὰ πάντα . Καὶ εἶπε Πεντεφρῆς τῇ Ἀσενέθ : πρόσελθε καὶ φίλησον τὸν ἀδελφόν σου
4001022 ἀπιστω
γίγνεται , βοηθητέον ἡνίκ ' ἔξεστιν ; ἐγὼ δ ' ἀπιστῶ οὐδ ' ἐκείνῳ , τῷ μὴ οὐ καὶ μόνον
δὲ , Χαιρέα , κακῶς ἔχω . ἀλλ ' οὐκ ἀπιστῶ . διόπερ ἥκω παραλαβὼν σὲ πρὸς τὸ πρᾶγμα ,
3999513 ἐρωτηθεισα
: ἢ ταύταν ἀπόθευ ἢ μὴ ἔσο . ” Ξανθίππη ἐρωτηθεῖσα τί μέγιστον ὑπῆρχεν τῷ Σωκράτει „ τοῦτο „ ,
δὲ πυσματικὴ τοιαύτη ἐστίν , οἷον Θεανὼ ἡ Πυθαγορικὴ φιλόσοφος ἐρωτηθεῖσα ὑπό τινος , ποσταία γυνὴ ἀπ ' ἀνδρὸς καθαρὰ
3992515 ἐξεστ
σύ : πῶς γάρ ; ᾗ γε μηδὲ πρὸς θεοὺς ἔξεστ ' ἀκλαύτῳ τῆσδ ' ἀποστῆναι στέγης : ἄλλ '
† ἀπωλόμην παλίμπους τύχη ἐν γῆς φίλης ὄχθοισι κρυφθῆναι καλόν ἔξεστ ' ἐρωτᾶν πότνιά ς ' ἢ σιγὴν ἔχω ;
3990845 βουλευσεσθαι
ἀποπλεύσεσθαι τῇ ὑστεραίᾳ , καμπτόμενος δέ πως ταῖς Φοίνικος δεήσεσι βουλεύσεσθαί φησι περὶ τοῦ ἀπόπλου . ἐκνικηθεὶς δὲ ὑπὸ τῆς
ἐγὼ δικαστὰς ὑμῶν αὐτοῖς οὐκ ἐπέτρεψα ζητεῖν ἀμείνους εἰδὼς ὑμᾶς βουλεύσεσθαί τι τοιοῦτον , ᾧ καὶ τοῦ θεοῦ φροντίζοντες φανεῖσθε
3987863 φθεγξαμενης
. 〛 ἦ δ ' ἡ κορώνη : Ὡς ἤδη φθεγξαμένης αὐτῆς . δύναται καὶ ἐρωτηματικῶς καὶ ἀποφαντικῶς . τινὲς
, ἐπεὶ ἦ φίλου ἀνέρος ἐστίν ψυχή , τὴν ἔγνων φθεγξαμένης ἀίων . . . μακροβιώτατός τε γέγονεν , ὥς
3984478 τρισκαταρατος
πεμφθὲν αὐτῷ σύμβολον , λαθὼν οὐκ οἶδ ' ὅπως ὁ τρισκατάρατος ἀπιὼν ᾤχετο . ἐνέδει οὖν νεκρὸς εἷς τῷ λογισμῷ
ἐπεύχεσθαι καὶ κατεύχεσθαι τάττεται . καὶ τὰ ὀνόματα ἐπάρατος κατάρατος τρισκατάρατος , καὶ τὸ πρᾶγμα ἐπ ' ἐκείνου μὲν εὐχή
3982574 θαυμασιε
Δίωνος : εἰς ἃ ἀποβλέψας ὁ βασιλεὺς εἶπεν , ὦ θαυμάσιε λυτικὲ , ἐὰν ἀφέλῃς τοῦ Σωτῆρος τὸ σω ,
ὀρθῆς . ἔστι δὲ ἀδύνατον . τὸ αὐτό , ὦ θαυμάσιε : διὸ καὶ τὰ ἑξῆς προσιέμεθα μέν , οὔ
3982475 ἐνθαδι
τῶν συνεχῶν κεχώρισται ἀλλήλων τῷ τόπῳ , καὶ τὸ μὲν ἐνθαδὶ ἀνάγκη εἶναι , τὸ δὲ ἐνθαδί , οἷον ἐπὶ
' ἀπορίας κινηθέντες ἐκτησάμεθα . θαρσοῦντες : ψιλόν τις ἐξώρθωσεν ἐνθαδὶ βλέπεις , χρεὼν τὸ λοιπὸν καὶ τὸ θαρσοῦντες τόδε
3977236 λαλουντος
τις ἦν αὐτοῦ περὶ τὸ πρόσωπον , καὶ ἄκαιρος στωμυλία λαλοῦντος κατηγόρει καὶ αὕτη τὸν τρόπον αὐτοῦ . πάντα δὲ
γὰρ ἀπόχρη τὸ θεωρεῖν ἐρώμενον οὐδ ' ἀπαντικρὺ καθημένου καὶ λαλοῦντος ἀκούειν , ἀλλ ' ὥσπερ ἡδονῆς κλίμακα συμπηξάμενος ἔρως
3963760 ἠρας
σὺ νεκρόν γ ' : σὺ , φησὶν , οὐκ ἤρας τοῦ ζῆν ἑτέραν ἀντὶ σοῦ ἀποστείλας : δι '
καὶ εἰ ἔστι που τῆς γῆς ἡ ἄνθρωπος αὕτη , ἤρας εὐθύς , ὥσπερ φασὶ τὴν Μήδειαν ἐξ ὀνείρατος ἐρασθῆναι
3958405 ἐνδικως
' οὐρανοῦ „ . τίνα οὖν ἀπ ' οὐρανοῦ τροφὴν ἐνδίκως ὕεσθαι λέγει , ὅτι μὴ τὴν οὐράνιον | σοφίαν
κυρήσας ] ὁμοίου ἐπιτυχών . ἐκδίκως ] ἀδίκως . . ἐνδίκως ] γρ . ἐκδίκως . . παγκοίνῳ ] γρ
3956415 γραος
γογγρία : ἐτυμολογοῦνται ἀπὸ τοῦ γρῶ τὸ ἐσθίω : γρῶ γράος καὶ γόγγρος , γράοι καὶ γόγγροι . ὄλισθον :
γογγρία : ἐτυμολογοῦνται ἀπὸ τοῦ γρῶ τὸ ἐσθίω : γρῶ γράος καὶ γόγγρος , γράοι καὶ γόγγροι . ὄλισθον :
3951438 ἁπτομενη
ἡ μὲν ἐπάνω παχυτέρη , ἡ δὲ λεπτὴ τοῦ ἐγκεφάλου ἁπτομένη , οὐκ ἔτι ἡ αὐτὴ ἐπὴν τρωθῇ . Φλέβες
τὸ πλευρὸν , καὶ προσίσταται σκληρίη ὡς σφαίρη , καὶ ἁπτομένη πονέει ὡς ἀπὸ ἕλκεος , καὶ καταφθίνει , καὶ
3948246 σπαθᾳς
θοἰμάτιον δεικνὺς τοδὶ πρόφασιν ἔφασκον : ὦ γύναι , λίαν σπαθᾷς . ἐσπάθα ] ἀναιδῶς ἀνήλισκεν . αὐτῇ κτλ .
ἱμάτιον δεικνὺς προφάσει πενίας ἔλεγον : ὦ γύναι , λίαν σπαθᾷς . σπαθᾷς ] τρυφᾷς . πότην λύχνον : ἢ
3946151 καιομαι
δὲ γενόμενος ἐκάλεσε Χαιρέαν καὶ ἔφη πρὸς αὐτὸν “ ἐγὼ καίομαι καὶ ἀποδοῦναί σοι θελήσας Καλλιρόην ἐγκαλοῦμαι : τὴν γὰρ
ἂν εἴη μόνα τὰ πάθη καταληπτά . Τὸ γὰρ ἐγὼ καίομαι , λόγος ἦν καὶ οὐ πάθος . Ἀλλὰ μὴν
3943037 ζωσης
καὶ φιλομαθεῖν . πειράθητι οὖν πυκνότερον συμβαλεῖν , ὅπως καὶ ζώσης ἀκούσας φωνῆς ἀκριβῶς μάθῃς τἀληθές . Θεόφιλος Αὐτολύκῳ χαίρειν
τῷ σώματι ἐντετυμβευμένης , εἰ δὲ ἀποθάνοιμεν , τῆς ψυχῆς ζώσης τὸν ἴδιον βίον καὶ ἀπηλλαγμένης κακοῦ καὶ νεκροῦ συνδέτου
3942660 Γναθαινιον
δωρεὰν θέλοντ ' ἔχειν . πανηγύρεως οὔσης ποθ ' ἡ Γναθαίνιον εἰς Πειραιᾶ κατέβαινε πρὸς ξένον τινὰ ἔμπορον ἐραστὴν εὐτελῶς
σὺν τοῖς ὀναρίοις , φησί , καὶ ταῖς ἀστράβαις . Γναθαίνιον δ ' εἶπ ' ὦ τάλαν , μὴ δῆτ
3942606 καλε
ψυχῇ κάλλος καλὸν αὐτὸν προσαγορεύει : οὑτωσὶ τοίνυν ὦ παῖ καλὲ ἐννόησον . Καὶ ἐκεῖνον μὲν τὸν λόγον οὔ φησιν
ταῦτ ' ἀποτεινόμενος ὁ Ἔφιππος εἴρηκεν ὥρα σοι ζητεῖν , καλὲ Οὐλπιανέ , καὶ διδάσκειν ἡμᾶς , καὶ τῶν εἰρημένων
3940944 Οὐδεπω
, ἀνεπαυόμην . Ὁ δὲ θεὸς ὑμῖν οὐ προσῄειν ; Οὐδέπω . Μετὰ τοῦτο δ ' ἤδη καὶ γέλοιον δῆτά
μήποτε ὤφελον : οὐ γὰρ ἂν τοσαῦτα ἐπεπόνθειν ὕστερον . Οὐδέπω μοι λέγεις , ὦ Φιλοσοφία , τίνα ἠδίκησαι ,

Back