μου : “ μὴ [ δὴ ] ἐκκόψῃς διὰ τὸ κλέπτεσθαί [ ] μου τοὺς καρπούς [ ] , ἀλλ
μου : “ μὴ [ δὴ ] ἐκκόψῃς διὰ τὸ κλέπτεσθαί [ ] μου τοὺς καρπούς [ ] , ἀλλ
4353165 ἐκχειν
διέφθειρεν : ἐξηγόρασεν , ὑπέφθειρεν διορίζεται : φανεροποιεῖ ἀπολύσασθαι : ἐκχεῖν , ἐλευθερῶσαι , ἀπαλλάξαι ἐκ τῶνδε : ἐκ τούτων
οἱ χρόνοι εἰκῇ καὶ ὅσα νῦν προσέχεις σεαυτῷ , μέλλεις ἐκχεῖν ἅπαντα ταῦτα καὶ ἀνατρέπειν . ὀλίγου δὲ χρεία ἐστὶ
4176065 κυρησεις
λέγω , εἰ πόλιν ἥξεις , οὐχ οὕτως ἃ δοκεῖς κυρήσεις : οὐ σοὶ μόνωι ἔγχος οὐδ ' ἰτέα κατάχαλκός
πρᾶγμα μὴ καρανῶσαι φίλοις , καταινέσαντα καὶ κατεξενωμένον . οὔτοι κυρήσεις μεῖον ἀξίως σέθεν , οὐδ ' ἧσσον ἂν γένοιο
4001220 τετρακοσι
ἀπὸ ταύτης ἰδεῖν , καίπερ ἀπεχούσης στάδια τῆς χώρας ἄπο τετρακόσι ' , ὡς δὴ συγγράφει Δημήτριος . . .
ἤπειρον ἀπὸ ταύτης ἰδεῖν καίπερ ἀπεχούσης στάδια τῆς χώρας ἄπο τετρακόσι ' , ὡς δὴ συγγράφει Δημήτριος . . :
3949794 ἀπολιπῃ
καὶ ἥμερον καὶ ὁμοῦ τι καὶ ἄκεντρον , ὅταν αὐτὰς ἀπολίπῃ , μεταθέουσί τε καὶ διώκουσι φυγάδα τῆς ἀρχῆς ὄντα
ὑπὲρ αὐτῶν δεόντως καταλίπῃ : ὅταν δέ τις τὸ μὲν ἀπολίπῃ τὸ δὲ ἐκβάλῃ ὁμοίως σύμφωνον ὂν τῷ φαινομένῳ ,
3833091 ἀριθμησαντες
τῶν πλίνθων τῶν ἐπῳκοδομημένων ἀλλήλαις , τό τε πλῆθος αὐτῶν ἀριθμήσαντες καὶ τὸ πάχος συντεκμηράμενοι φ ταῖς ἐπιβολαῖς : ἐπιβολαί
οʹ ὀκτώ εἰσι , τὸ πρῶτον ἐνταῦθα τοῦ ὀνόματος γράμμα ἀριθμήσαντες καὶ τὸ ὕστερον . ἡ δὲ ἀληθεστέρα λύσις τοιαύτη
3813676 καχληκα
καὶ τούτους τοὺς ἁλιέας ὕδατι ὀλίγῳ διαχρῆσθαι χαλεπῶς διαμωμένους τὸν κάχληκα , καὶ οὐδὲ τούτῳ πάντῃ γλυκεῖ τῷ ὕδατι .
μία : ἤγουν εἰ μὴ μία . ἀλλὰ διαμώμενοι τὸν κάχληκα : κάχληξ , ἡ ἐπὶ τῶν αἰγιαλῶν ἁδρὰ καὶ
3775507 τηρουμενον
ἀδύτοις ἐπιβώμιος μιαιφονηθεὶς ἀπέσβεσεν ἂν τῷ αἵματι τὸ ἀκοιμήτῳ δεισιδαιμονίᾳ τηρούμενον πῦρ ἐξ αἰῶνος . , . ; οὐκ ἔφθασε
ἐρημία κακόν , ὁρᾶις ; ἀκαρὴς νῦν παραπόλωλας ἀρτίως . τηρούμενον δὴ τηλικοῦτον τῶι βίωι ἤδη καταζῆν δεῖ . χαλεπῶς
3748007 κατεπατησεν
μικρὸν ὡς εἶδεν αὐτὸν προελθόντα τῆς λίμνης , προσελθὼν αὐτὸν κατεπάτησεν . ὁ μῦθος δηλοῖ μὴ δεῖν πρὸ τῆς ὄψεως
φρονῶν ὀρθὰ καλέσειεν αὐτόν , ὅς γε καὶ ὅρκους θεῶν κατεπάτησεν ἀεὶ καὶ σπονδὰς ἐπὶ παντὶ ἐψεύσατο πίστιν τε ἠτίμασε
3713865 κρυφθηναι
τοῖς κάτω τῆς χώρας , ἀλλ ' ἐμπεσόντας ἂν αὐτόθι κρυφθῆναι , ὥσπερ τὸν Εὐφράτην προϊόντα ἀφανίζεσθαι λόγος . νῦν
φαυλοτέρου , οὕτω δὴ καὶ τῇ γῇ μᾶλλον ἂν ἐλυσιτέλει κρυφθῆναι συνεχέσιν ὄμβροις ἢ πεπολίσθαι τε καὶ τρέφειν γένος ἀνθρώπων
3699198 ἐξελθοιεν
χρώμενοι καὶ οὐκ ἐγγύθεν , καὶ ἐπὶ φρυγανισμὸν ἅμα ὁπότε ἐξέλθοιεν οἱ ναῦται , ὑπὸ τῶν ἱππέων τῶν Συρακοσίων κρατούντων
ὡς ἐρήμου . ὁ Ξέρξης . ἀντὶ τοῦ μετὰ φθορᾶς ἐξέλθοιεν . σκοπῶν . τῆς ναυμαχίας . τοὺς Πέρσας .
3660846 ψαμμου
ἐλυπήθην . ψαμμακοσιογάργαρα ] ἤγουν πολλά , νικῶντα καὶ τῆς ψάμμου τὸν ἀριθμόν . ἄξιον χαιρηδόνος : ἀντὶ τοῦ χαρᾶς
ταῦτα τῇ ἀληθείᾳ , οὐ δύναμαι λέγειν τὸν ἀριθμὸν τῆς ψάμμου : ὥστε ὥσπερ τοῦτο ἀδύνατον , οὕτω καὶ τὸ
3624949 ῥιπτεσθαι
οὐ συγχωρεῖ τὸ φλάμουλον εὐστόχως εἰς ὀρθὸν ἢ εἰς μῆκος ῥίπτεσθαι τὸ κοντάριον : εἴτε τοξείας γένηται καιρός , παρεμποδίζει
κατὰ τὸν νόμον καὶ ἐπορνεύετο . τὸν αὑτὸν ἀποκτείναντα ἄταφον ῥίπτεσθαι : δεύτερος οὗτος Δημωνάσσης νόμος : τρίτος ὥστε μὴ
3623918 κληρουχον
χοροὺς περὶ τὸ φρέαρ ἐν κύκλῳ στήσαντες ᾖδον εἰς τὸν κληροῦχον θεὸν καὶ τὸν ἀληθῶς ἡγεμόνα τῆς ἀποικίας , ὅτι
ἐπὶ Ῥωμαίους καὶ ἐπολιόρκουν τοὺς αὐτῶν κληρούχους . . . κληροῦχον . Περὶ πρέσβεων Ῥωμαίων πρὸς ἐθνικούς . Ἐκ τῆς
3600550 μετεωρισαι
καὶ τῷ οὐραίῳ μέρει πολλὴν ἐλάσαι θάλατταν , εἶτα ἑαυτὸν μετεωρίσαι ἀρθέντα ὑπὸ τοῦ οἰδήσαντος κύματος , καὶ ἐπὶ τὴν
. καὶ τὸ εὐτελές . ἀεῖραι δʹ : κουφίσαι . μετεωρίσαι . βαστάσαι . καὶ ἀπελάσαι . ἅζεσθαι δʹ :
3566750 ῥειν
ἐστιν ὅτε τοσοῦτον ὑπερβλύζει ὥστε καὶ ποταμηδὸν φέρεσθαι , καὶ ῥεῖν ὡς ὕδωρ μετὰ τῆς ἀναδιδομένης πυρώδους ὕλης . ἔστι
διὰ τοῦτο ὑγρότερον : διὸ τῆς ὑγρότητος πλεοναζούσης ἕπεται μᾶλλον ῥεῖν καὶ τὸν ποταμόν . μήποτε δὲ καὶ τρία εἴη
3560441 πλειτω
οὐ γὰρ ἡμῶν γε στρατηγῶν ἐγχανεῖται τῇ πόλει . ἀλλὰ πλείτω χωρὶς αὐτὸς ἐς κόρακας , εἰ βούλεται , τὰς
Οὐ γὰρ ἡμῶν γε στρατηγῶν ἐγχανεῖται τῇ πόλει : ἀλλὰ πλείτω χωρὶς αὐτὸς ἐς κόρακας , εἰ βούλεται , τὰς
3550185 παραβαλλειν
ἔχῃ : ἔπειτα οἷον στύλον δρύινον , τετράγωνον , πλάγιον παραβάλλειν ἀπολιπόντα ἀπὸ τοῦ τοίχου ὅσον παρελθεῖν τινα , ἢν
παροιμίαν παρήχθη ὁ λόγος : ἠλίθιον γὰρ τὸ τῷ ἡλίῳ παραβάλλειν τοὺς σικύους . . . . . . :
3539483 φωτιζοντα
τὸν κόσμον ὅλον φωτίζει : τὰ δέ γε κατὰ ἀνάκλασιν φωτίζοντα οὐδ ' ἐπὶ σταδίους δύο τὴν ἀκτῖνα ἐκπέμπει ,
ἐφελκόμεναι χροιῇσι . πᾶς δέ τις ἢ ἑλένειον ἢ ἀστέρα φωτίζοντα δρέψας εἰνοδίοισι θεῶν παρακάββαλε σηκοῖς ἢ αὐτοῖς βρετάεσσιν ,
3525929 ἀρυονται
ἐν αὐτῇ ταῦτα συμπόσια Τρίτωνες ἤδη περὶ τὰς ἐκβολὰς ἀπαντῶντες ἀρύονται κόχλοις τοῦ οἴνου . καὶ τὸ μὲν πίνουσιν αὐτοῦ
αἰτῶν , θαυμάζειν οὐ δεῖ : καὶ γὰρ ἐκ ποταμῶν ἀρύονται οἱ κακοί , καὶ τὸ διδὸν αὐτὸ οὐκ οἶδεν
3522957 ἐπιβαινοντα
καὶ πολυοινίας τὸ παράπαν τὸν νέον ἀπέχεσθαι : τετταράκοντα δὲ ἐπιβαίνοντα ἐτῶν , ἐν τοῖς συσσιτίοις εὐωχηθέντα , καλεῖν τούς
καὶ πολυοινίας τὸ παράπαν τὸν νέον ἀπέχεσθαι : τετταράκοντα δὲ ἐπιβαίνοντα ἐτῶν ἐν τοῖς συσσιτίοις εὐωχηθέντα καλεῖν τούς τε ἄλλους
3504489 παραγειν
πάροδος γίνεται , τοὺς αἰχμαλώτους δεῖ δεδεμένους ἐξωτέρω τῆς τάξεως παράγειν καὶ ὑπ ' αὐτῶν ὡσανεὶ σκουτεύεσθαι , ἵνα αὐτῶν
: ἐμοὶ δὲ κάλλιον φαίνεται τὸ τύφθητι ἀπὸ τοῦ ἐτύφθη παράγειν ἐκβολῇ τοῦ ε καὶ προσθέσει τοῦ τι : τὸ
3496780 ἐμβαλλοις
, τὸ βάθος . εὐρυχανής : πλατεῖα . ἐνείης : ἐμβάλλοις , βάλε . Ὀπταλέους : ὀπτούς . κνίσσῃ :
. δραχ . δʹ . εἰ δὲ ἀντὶ νίτρου ἐλατήριον ἐμβάλλοις , κάλλιον ἂν γένοιτο . κέχρησο δ ' οὕτω
3484193 ἀναβαινειν
, μηδὲ τῇσι χερσὶ ταλαιπωρέειν , μηδὲ ἐπ ' ὄχημα ἀναβαίνειν , ἀλλὰ παχύνειν αὐτὸν ὡς μάλιστα τὸ σῶμα .
οἱ φύλαρχοι , τούς τε μαθητὰς τοὺς ὡραίους , οὓς ἀναβαίνειν ἐπὶ τοὺς ἵππους μελετᾷ Φείδων καὶ καταβαίνειν : οἶσθ
3483624 γεηρον
ποιοῦνται , ὅτι πολὺ μὲν αὐτῷ τὸ χθόνιόν τε καὶ γεηρόν , σμικρὸν δὲ τὸ θεῖόν τε καὶ οὐράνιον .
ποιοῦνται , ὅτι πολὺ μὲν αὐτῷ τὸ χθόνιόν τε καὶ γεηρόν , σμικρὸν δὲ τὸ θεῖόν τε καὶ οὐράνιον .
3447451 μεταστρεφειν
ὅντινα δὲ τέμοι , τὸν Ἀπόλλω ἐκέλευεν τό τε πρόσωπον μεταστρέφειν καὶ τὸ τοῦ αὐχένος ἥμισυ πρὸς τὴν τομήν ,
ἀληθοῦς καὶ τῆς ἀκριβείας χάριν : ἀναγκαῖον πάντας τοὺς λόγους μεταστρέφειν καὶ ζητεῖν εἰ ἔστιν εἰς τὸ αὐτὸ τέλος διὰ
3447406 ἀμειβουσι
μόνα , ἅπερ ἄγεσθαι αὐτοῖς ἔμελλεν ἄλλην γῆν ἐξ ἄλλης ἀμείβουσι , καὶ ἀπὸ τοῦδε ἀντὶ γεωπόνων γενέσθαι νομάδας .
παρ ' ἑκατέρων μελετηθέν , κοινότητα ζωῆς τὰς χρείας ἀλλήλοις ἀμείβουσι , θαυμασίαν τινὰ καὶ βαθεῖαν εἰρήνην ἐν ἑαυτοῖς συντηρούμενοι
3430777 καταπινομενα
ὀλίγα ἐνθρύπτοντας καὶ διδόντας διὰ κοχλιαρίου : τὰ γὰρ ἀθρόως καταπινόμενα ἢ ἀνεμεῖται ἢ κάτω κατασύρεται : καὶ φιλονικητέον τοῦ
παρίσθμιά τε καὶ ὅσα περὶ τράχηλον ἐκβλαστάνει . Τὰ δὲ καταπινόμενα ὀστέα ἢ ἀκάνθας καὶ ἐμπηγνύμενα τῷ στομάχῳ κομίζουσι σπόγγιον
3430324 πλημμυρειν
ἑκάστης ἡμέρας καὶ νυκτός , καθάπερ τὸν ὠκεανὸν δὶς μὲν πλημμυρεῖν δὶς δὲ ἀναχωρεῖν . τῇ μὲν οὖν πλημμυρίδι ὁμολογεῖν
κλέπτεσθαι [ μέν , εἴ τις ἐθέλοι πιεῖν ἀβάκχευτος , πλημμυρεῖν δὲ | αὖ πάλιν , εἰ βακχικός τις προσίῃ
3420858 φελλον
τοσαύτην βίαν ὥστε νεκρὸν ἢ ξύλον ἢ τὸ κουφότατον , φελλόν , ὑπὸ τοῦ κύματος εἰς γῆν ἀναβληθῆναι , οὕτω
τοῦ ὕδατος καὶ τοῦ βυθοῦ εἶναι τὸν μόλιβδον καὶ τὸν φελλόν . τεσσάρων οὖν ὄντων τῶν στοιχείων συμβέβηκε τὸ πῦρ
3413759 ἀναβαινοι
ῥίπιζε : ὅταν δὲ μηκέτι ἀτμὸϲ ζοφώδηϲ διὰ τῶν τρημάτων ἀναβαίνοι , ἆρον ἐκ τοῦ πυρὸϲ καὶ ἔα ψυγῆναι ,
ἐνδιατρίβειν τῷ ἔργῳ ὃ προχειρίζεται . εἰ δὲ ἅμα τε ἀναβαίνοι ἐπὶ τὸ βῆμα καὶ ἀπαλλάττοιτο , ἐκλάμπουσα ἀκαρῆ καὶ
3413024 κατωθεν
τὰ μετ ' αὐτὸ εὐθὺς παραλαμβάνομεν καὶ οὐχὶ τὰ τούτων κάτωθεν ; ἐκ τοῦ πᾶν τὸ διαιρούμενον ἐμπίπτειν ἢ μὴ
οἶμαι , καὶ πλοίου καὶ τῶν ἄλλων τῶν τοιούτων τὰ κάτωθεν ἰσχυρότατ ' εἶναι δεῖ , οὕτω καὶ τῶν πράξεων
3408883 εὐηλιον
παλίσκιον , ψυχεινόν , εὐχείμερον , ἀλεεινόν , ὑπόθερμον , εὐήλιον , δίκαιον ταῖς ὥραις , καλῶς οὐρανοῦ κείμενον ,
καὶ ὁ χυλὸς ἐρυθρός . φιλεῖ δὲ λιπαρὰν γῆν , εὐήλιον , δρυμοὺς καὶ γεώλοφα : πλεονάζει δ ' ἐν
3405826 στερεωτατον
ἐνηργεῖτο τὰ τῆς πολιορκίας . Καὶ Δημήτριος μὲν κατέβαλε τὸν στερεώτατον τῶν πύργων , ᾠκοδομημένον ἐκ λίθων τετραπέδων , καὶ
ἀφελῶς , ὡς ἄν τῳ δόξαι . καὶ τὸ δὴ στερεώτατον , ὅτε γὰρ διεξῆλθε τὴν ἐκείνων κατηγορίαν , ἐπὶ
3402753 ἀνετεινον
δὲ ὡς πρόσω τὸν καμπτῆρα ἑκατέρωθεν ἐποιήσαντο περὶ ὃν κάμπτοντες ἀνέτεινον τὰ κέρατα , Ἐννοεῖς , ἔφη , ὦ Χρυσάντα
. . . ναιτη [ ἐξῆγε ? ἑκα [ ὥστε ἀνέτεινον [ τωι ἄφωνος προ [ ἔσεσθαι καὶ οὕτω [
3401610 περιλαβοιεν
Οἱ δὲ βάρβαροι μηνοειδὲς ποιήσαντες τῶν νεῶν ἐκυκλοῦντο , ὡς περιλάβοιεν αὐτούς : ἐνθεῦτεν οἱ Ἕλληνες ἐπανέπλεόν τε καὶ συνέμισγον
Καφηρέα καὶ περὶ Γεραιστὸν ἐς τὸν Εὔριπον , ἵνα δὴ περιλάβοιεν οἱ μὲν ταύτῃ ἀπικόμενοι καὶ φράξαντες αὐτῶν τὴν ὀπίσω
3394272 ἐμβλητεα
τὴν τοῦ γλεύκους ῥύσιν ἐκβλητέα παραχρῆμα , καὶ εἰς πίθους ἐμβλητέα , καὶ καταπατητέα . ἡ γὰρ ἐκ τούτων τρύξ
μὲν ἀνάγειν , ὁ μοχλὸς δὲ παράγειν . τὰ δὲ ἐμβλητέα ἢ διορθωτέα διαναγκάσαι δεῖ ἐκτείναντα , ἐν ᾧ ἕκαστα
3383719 ὑδωρ
γὰρ θάλασσά ἐστιν ἑξῆς πολλὴ κειμένη . Τὸ δὲ ἁλμυρὸν ὕδωρ αὐτὸ τὸ Λιγυστικὸν πέλαγος . Τούτῳ γὰρ συναπτέον τὸ
τὸ μὲν πῦρ θερμόν ἐστι καὶ ξηρὸν , τὸ δὲ ὕδωρ ὑγρὸν καὶ ψυχρόν . ἀεὶ μὲν οὖν κατὰ γῆς
3381456 ἀπολησθε
ὑμῖν δυνατός εἰμι ἀρήγειν . ὡς μὴ ὦν αὐτοί τε ἀπόλησθε κἀμὲ τρώσητε , ἐς ἄλλον τινὰ δῆμον ἀποίχεσθε .
πολλοὺς τρέφων δέδοικας μὴ δι ' ἔνδειαν τῶν ἐπιτηδείων ἅπαντες ἀπόλησθε ; Ὅτι νὴ Δί ' , ἔφη , ὁ
3378188 χρον
γεῦσιν κρίνειν : τὸ γὰρ ὁμοίως θερμὸν καὶ ψυ - χρὸν οὔτε θερμαίνειν οὔτε ψύχειν πλησιάζον οὐδὲ δὴ τὸ γλυκὺ
γεῦσιν κρίνειν : τὸ γὰρ ὁμοίως θερμὸν καὶ ψυ - χρὸν οὔτε θερμαίνειν οὔτε ψύχειν πλησιάζον οὐδὲ δὴ τὸ γλυκὺ
3376090 ἐμβαντα
ἐπιστολαῖς , ἡμέρας νοσήσαντα τετταρεσκαίδεκα . ὅτε καί φησιν Ἕρμιππος ἐμβάντα αὐτὸν εἰς πύελον χαλκῆν κεκραμένην ὕδατι θερμῷ καὶ αἰτήσαντα
ἔχουσα ὕδωρ , ὥστε μὴ δεῖν κολύμβου , ἀλλὰ τὸν ἐμβάντα καὶ μέχρι ὀμφαλοῦ εὐθὺς ἐξαίρεσθαι : μεστὴ δ '
3375459 κατερχεσθαι
εἰς αὐτὴν εἰσιέναι . ἐξελθὼν δὲ πάλιν ἐκ τῶν θερμῶν κατέρχεσθαι πάντως εἰς τὴν τοῦ ψυχροῦ δεξαμενὴν καὶ , εἰ
, ἀφίστησι , τὸ τρίτον τῶν πληθυντικῶν ἀφιστᾶσι κατάγειν : κατέρχεσθαι καὶ τέλος ἀπ ' ἐκκλησίας : ἤτοι ἐν ἐκκλησίᾳ
3375180 δωδεκαδος
διδοὺς ἑκάστῳ ζῳδίῳ ἡμέραν μίαν , ἕως ἂν ὁ τῆς δωδεκάδος ἀριθμὸς ἀπαρτισθῇ , καὶ τὴν τρισκαιδεκάτην ἡμέραν πάλιν διδοὺς
Διδύμοις , τὸν δωδέκατον Καρκίνῳ . πληρωθείσης δὲ τῆς αʹ δωδεκάδος πάλιν ἀρξάμενοι ἄνω - θεν τὸν τρισκαιδέκατον τῷ ὡροσκόπῳ
3363190 γενοιν
διαφορᾶς συμβῆναι , οἷα δὴ ὑπούσης καὶ παλαιᾶς ἀμφοῖν τοῖν γενοῖν πρὸς ἄλληλα πίστεως ἐς τὸ ἡσυχάζειν , δι '
θέμις , ποιουμένους , οὐχὶ τοὺς σπείρειν ἀδυνατοῦντας καὶ τοῖν γενοῖν ἑκατέρου διὰ δυσδαιμονίαν τὴν φύσιν ἀρνησαμένους : τίς γὰρ
3343229 φυειν
δρῦν ἔχειν , πεύκην δὲ καὶ ἐλάτην καὶ πίτυν μὴ φύειν , τὴν δ ' Ἰνδικὴν πληθύειν τούτοις . τῆς
' ἄλλου τινὸς ταῦτα συμβαίνει τῶν ἀνθοφόρων ὥστε ἄγονον ἄνθος φύειν εἴτε κεχωρισμένον εἴτε μή , σκεπτέον . ἐπεὶ γένη
3339974 πεπιεσμενον
ἀρσενικῶς καὶ τύλαν θηλυκῶς ἔλεγον τὸν ὦμον τὸν τετυλωμένον καὶ πεπιεσμένον , ὁποῖον πολλάκις γίνεται ἐπὶ τοῖς ἀχθοφοροῦσι συνεχῶς .
αὐτίκα τὸν Καίσαρος ἤλπιζε πρὸς ἑαυτὸν μεταβαλεῖσθαι , λιμῷ τε πεπιεσμένον καὶ ὑπὸ τῆς ἥττης καταπεπληγμένον , μάλιστα δὲ τοὺς
3337550 ἐξακουειν
περιειληφότος ? ἐστὶν τὸν σύμπαντα . τοιοῦτο ? δὴ δεῖ ἐξακούειν , ὅτι , ὃς ἂν ἦι ἀριθμός , ἐκεῖνος
δημηγορῆσαι καὶ σμικρᾷ τῇ φωνῇ λέγειν ἤρχετο . οἱ δὲ ἐξακούειν μὴ δυνάμενοι προελθεῖν αὐτὸν ἠξίωσαν εἰς τὸ προπύλαιον ,
3331890 ῥιζωθῃ
ῥίζαι ἐκ τῶν φύλλων διατεταμέναι . Ὁκόταν δὲ κάτω βεβαίως ῥιζωθῇ τὸ φυὲν , καὶ τὴν τροφὴν ἀπὸ τῆς γῆς
κάταγμα : προσήκει γὰρ ἀνατρέφειν τὸν πῶρον , ὅταν ἀσφαλῶς ῥιζωθῇ , τὸ δ ' ἀνατρέφειν γίνεται τῇ χορηγίᾳ τῆς
3324074 γλαυκισκος
τίν ' ἔχει διαφορὰν πρῶτον , ὦ βέλτιστε σύ , γλαυκίσκος ἐν χειμῶνι καὶ θέρει , πάλιν ποῖος περὶ δύσιν
περιπάτοις καὶ ταῖς διατριβαῖς ὥσπερ ἀποδεδρακότα , οὕτως , ἐπὰν γλαυκίσκος αὐτοῖς παρατεθῇ , ἴσασιν οὗ δεῖ πρῶτον ἅψασθαι τόπου
3312448 συμπαρεκτεινεσθαι
οὗτοι τέσσαρας καὶ εἴκοσι καὶ χιλίους ἕξουσιν , εἰ μέλλουσι συμπαρεκτείνεσθαι τῇ φάλαγγι τῶν ὁπλιτῶν ὑποταττόμενοι , οὐ μὴν ἀπὸ
μεῖζον ὅλον τι εἶναι καὶ τὸ ἔλαττον ὡσαύτως , καὶ συμπαρεκτείνεσθαι μὲν τὸ μεῖζον καὶ ἐξισοῦσθαι πᾶσι τοῖς ὑπ '
3309076 τεφρωδη
ὅταν λεανθείσῃ ἐπιχυθῇ ποσὸν ἐλαίου : τὴν δὲ λεπτὴν καὶ τεφρώδη καὶ ἄτηκτον φαύλην ἡγητέον . δύναμιν δ ' ἔχει
ὁ δὲ νοῦς οὕτως : ὁ δὲ Ζεὺς πυρφόρον καὶ τεφρώδη κεραυνὸν προσέρρηξεν ἀμφοτέροις , ὁμοῦ δὲ ἐκαίοντο ἐρημωθέντες .
3296873 ἀναρπαζει
: τήν τε γὰρ ἀρχὴν , ὁ ἥλιος ἀνάγει καὶ ἀναρπάζει τοῦ ὕδατος τό τε λεπτότατον καὶ κουφότατον : δῆλον
ἐπιξενοῦται Πέλοπι , καὶ τούτου παῖδα Χρύσιππον ἁρματοδρομεῖν διδάσκων ἐρασθεὶς ἀναρπάζει . γαμεῖ δὲ Ζῆθος μὲν Θήβην , ἀφ '
3296727 μηχανης
ἀνέσπασας ἐπιστάς , τὸ τῶν τραγῳδῶν τοῦτο , θεὸς ἐκ μηχανῆς ἐπιφανείς . δοκῶ δέ μοι οὐκ ἀλόγως ἂν καὶ
ἐμὰς δῆσαι χέρας ; ἐς ἄπορον ἥκεις : δεῖ δὲ μηχανῆς τινος . δρῶντας γὰρ ἢ μὴ δρῶντας ἥδιον θανεῖν
3294863 ἐξεκοπτον
ὧν ἐξήρτηντο τὰ τὸ φῶς ἐν νυκτὶ παρέχοντα , μαχαίραις ἐξέκοπτον δεικνύντες , ὅτι δεῖ τὸν ἐν τῇ πόλει κόσμον
ἐκ τῶν φοινίκων οἳ ἦσαν ἐκπεπτωκότες , τοὺς δὲ καὶ ἐξέκοπτον . καὶ ἐνταῦθα ἦν Κλέαρχον καταμαθεῖν ὡς ἐπεστάτει ,
3285491 μετεχοιεν
ἡ γῆ νῦν ἄνθη φύει περὶ τοῖς σήμασιν , ὡς μετέχοιέν τι κἀκεῖνοι τοῦ στεφανοῦσθαι δοκεῖν ἐπὶ τῇ τοῦ Οἰνομάου
ἡ γῆ νῦν ἄνθη φύει περὶ τοῖς σήμασιν , ὡς μετέχοιέν τι κἀκεῖνοι τοῦ στεφανοῦσθαι δοκεῖν ἐπὶ τῇ τοῦ Οἰνομάου
3283144 ἐκφυγγανω
] φυλάττων παρ ' ἐμαυτοῦ καὶ μὴ ἐκφαίνων . . ἐκφυγγάνω ] ἐκφεύξομαι : ἵνα γὰρ αὐτὸν εἴπω , ἐκλύσεταί
ἄνω : τόνδε γὰρ σῴζων ἐγὼ δεσμοὺς ἀεικεῖς καὶ βίαν ἐκφυγγάνω . : ἀλδαίνουσαν ] Αὔξουσαν . φρίσσω δέ σε
3259721 προσωτατω
ἑπομένους ὑμῖν Πέρσας γιγνώσκων ὅτι οὕτως ὡπλισμένοι εἰσὶν ὡς ὅτι προσωτάτω ταχθέντες μάχεσθαι , ἔδεισα μὴ ὀλίγοι καὶ ἔρημοι συμμάχων
περιιδεῖν οὐκ ἀσφαλές , δίδωσι δ ' αὐτὰς ἐμπόροις ὡς προσωτάτω κελεύσας ἀπάγειν . ταύταις ἀπιούσαις συνεκπλεῖ μειράκιόν τι τῶν
3258735 ἀνερχομενης
. Σελήνης νότον ἀνερχομένης δεῖ θεμελίους πηγνύειν , βορρᾶν δὲ ἀνερχομένης δεῖ τοῖς θεμελίοις τοίχους ἐποικοδομεῖν , βορρᾶν δὲ κατερχομένης
ἑτέρου μορίου : οἷον χειρὸς καὶ ποδός : αὔρας τινὸς ἀνερχομένης κατὰ τὸν ἐγκέφαλον : τούτους δὲ ἐρεθίζειν ὁμοῦ διὰ
3256665 σφιγκτηρα
ἐκ πλάτους . ὁμοίως δέ , εἰ καὶ περὶ τὸν σφιγκτῆρα ὑγρὸν γένοιτο , τὸ εἶδος τῆς διαιρέσεως ἐπικάρσιον ἐπιτηδευέσθω
κρυπτὴ ἡ σύριγξ : ὅταν δὲ βαθεῖα τυγχάνῃ , τὸν σφιγκτῆρα σεσυριγγωκυῖα , ἤτοι ἀπὸ δακτυλίου ἀρξαμένη καὶ ἐπὶ πολὺ
3254789 πεισμα
τὸ ἐν μέσῳ τοῖν ἐθνοῖνκαὶ αὐτερέται πλέουσιν . ἰδοὺ καὶ πεῖσμα βάλλονται , δέχεται δὲ αὐτοὺς οἰκία μάλα ἡδεῖα θαλάμους
μνηστῆρσιν ἴαυον . ” ὣς ἄρ ' ἔφη , καὶ πεῖσμα νεὸς κυανοπρῴροιο κίονος ἐξάψας μεγάλης περίβαλλε θόλοιο , ὑψός
3242184 ἐπισιτισαμενος
ὀλίγα τῶν ψηγμάτων ἥκειν ἐς τόνδε τὸν βίον ἐξ ἐκείνου ἐπισιτισάμενος ; ἀλλὰ καὶ τί μετὰ τοῦτο ἔσομαι , εἰπέ
ἄλλους , καὶ τούτους πολλούς . ἄγε δὴ μηκέτι μέλλων ἐπισιτισάμενος ὀλίγων ἡμερῶν εἰς τοὺς Ἐπικουρείους κόσμους ἀποδημήσω . τὰ
3241079 Καλλαισχρῳ
. Εὔβουλος Τιτθαῖς καρῖδάς τε τῶν κυφῶν . καὶ Ὠφελίων Καλλαίσχρῳ : κυρταὶ δ ' ὁμοῦ καρῖδες ἐν ξηρῷ πέδω
ἐγενόμην ἐγὼ ἔτη δέκα , ἴσον Φορμίωνι καὶ Λυσιθείδῃ καὶ Καλλαίσχρῳ καὶ τοῖς πλουσιωτάτοις , εἰσφέρων οὐκ ἀφ ' ὑπαρχούσης
3239885 φυλασσομενη
ζόφον , ἀχλυόεντας ἀνειρύσσασα χιτῶνας : καὶ φρενὶ δειδιόωσα , φυλασσομένη φάος ἠοῦς , τυπτομένη σπινθῆρι διώκεται : ἄρτι δὲ
ἀδελφὴ τοῦ νεωτέρου , ἐπείτε ἀμφοῖν ὧδε ἀποθανόντοιν ἐπύθετο , φυλασσομένη πρὸς τῶν οἰκείων πάνυ ἐγκρατῶς , ἐσχάρας πυρὸς ἐνεχθείσης
3232188 παταγειν
ἐμὸς ὁ Βρόμιος : ἐμὲ δεῖ κελαδεῖν , ἐμὲ δεῖ παταγεῖν ἀν ' ὄρεα σύμενον μετὰ Ναιάδων οἷά τε κύκνον
. . ἐμπίπτουσας ] σφοδρῶς ἐπερχομένας , προσκρουούσας . . παταγεῖν ] ἠχεῖν . . , κτυπεῖν . . ,
3230674 διορισαντες
κατὰ γένη τὰ ζῷα , ὡς ὑφήγηνθ ' οἱ πολλοὶ διορίσαντες ὄρνιθος γένος καὶ ἰχθύος . τούτων δ ' ἕκαστον
Τῶν δὲ λοιπῶν ζῴων εἰκότως οὐδὲν διεκώλυσαν φθείρειν οἱ πρῶτοι διορίσαντες ἅ τε δεῖ ποιεῖν ἡμᾶς καὶ ἃ μή :
3228523 καπνον
ὀρόβων ξήριον μετὰ μέλιτοϲ . Ἄλλο . χολὴν χοίρου ὑπὲρ καπνὸν ξηράναϲ λείου καὶ ἐπιτίθει τῷ ἡλκωμένῳ αἰγίλωπι . Ἄλλο
καὶ Δημοσθένην μετὰ τὴν ὁδὸν τὸ Θηβαίων ὄρος ἐδέχετο , καπνὸν ἀπὸ τῆς πόλεως ἐταραττόμην θεώμενος . εἶτα αὔξησον ὡς
3227963 ἁλμυροτητος
, Ἀναξίμανδρός τε καὶ Διογένης . Διογένης δὲ καὶ τῆς ἁλμυρότητος ταύτην αἰτίαν λέγει , ὅτι ἀνάγοντος τοῦ ἡλίου τὸ
δυνάμει θερμαίνει καὶ ξηραίνει διὰ τὸ μετέχειν κακοχυμίας τινὸς καὶ ἁλμυρότητος καὶ σηπεδόνος : καὶ διὰ τοῦτο οὐ παύει τὸν
3223621 προσδιωρισται
ἐλεύθερον ἐρᾷν : δῆλον γὰρ τοῦτο σαφὲς , κἂν μὴ προσδιώρισται : ὁ δὲ κατήγορος ἐπάγει , ὅτι προσδιορίζεται ἐν
τὸ αἰσθητὸν ἵνα μὴ εἴη πόρρω , καὶ ὅσα ἄλλα προσδιώρισται ἀκριβέστερον ἐν τῇ Περὶ ψυχῆς πραγματείᾳ . Περὶ δὲ
3216532 ἐπεκτεινειν
βελτίων ἡ ἱερατική : κἀνταῦθα δέ τινες τῶν τὰς προσόδους ἐπεκτείνειν βουλομένων μετήνεγκαν τὴν Ἰουδαϊκὴν ἐντρέχειαν , ἣν ἐκεῖνοι παρεῦρον
παραλείπειν ἄξιον : ἀφιλόκαλον γὰρ τὸ τοιοῦτον : οὔτε μὴν ἐπεκτείνειν τὸν περὶ αὐτῶν λόγον , διὰ τὸ μηδὲν οὕτω
3213780 μιξαντας
καὶ ἀποξύνοντας , ἢ καὶ τὴν οὐσίαν αὐτὴν κόψαντας καὶ μίξαντας ὕδατι θερμῷ ἢ μελικράτῳ , ἢ ὡς ἂν ὑπαγορεύῃ
ἁπλοῦν φάρμακον : καὶ πέπερι δὲ μόνον ἀκριβῶς λεῖον ὕδατι μίξαντας πίνειν ἐγχωρεῖ , ἀψινθίου δὲ πόσις ἐναντιωτάτη τοῖς οὕτω
3209658 ῥεειν
: ἔνθα πρὶν ἱερὸν ἦν Κρόνου . διὰ τὸ πλησίον ῥέειν τῆς Πίσης . μεγαλόῤῥουν . * Κρητικόν . Ἴδη
. Πιάδες γὰρ αἱ αὐτοῦ γραμμαὶ λέγονται . Παρὰ τὸ ῥέειν τὴν αὐτοῦ γραμμὴν κάτω . Παρὰ τὸ κεῖσθαι αὐτῷ
3203045 ἀποφερωσιν
ἐὰν δέ τι καὶ ἁρπάσαντες κτῆμα τοῦ θεωμένου τὸν ὄνειρον ἀποφέρωσιν , ἐκ παντὸς βλάβην ἐπιφέρουσι : μείζονα δὲ τὴν
δεδοικότες τῆς ἀξίας ἀγαπῶσιν , ἢ τῆς ἑσπέρας σαπροὺς ἅπαντας ἀποφέρωσιν οἴκαδε . κἀνταῦθα καὶ γραῦς καὶ γέρων καὶ παιδίον
3202679 ἀρυσασθαι
μόνοις δὲ τηρεῖ τοῖς ἐκ τῆς νύμφης τὴν πότιμον φιλοτησίαν ἀρύσασθαι . ὅπερ καὶ κατὰ τῆς Ἀρεθούσης ἀνύμνηται . .
φάσκων οὑτωσί : ἀπληστοίνους τ ' ἀρυσαίνας , ἀπὸ τοῦ ἀρύσασθαι ὀνομάσας . καλοῦνται δὲ καὶ ἀρυστῆρες καὶ ἀρύστιχοι .
3194387 Λακεδαιμονιαι
γράμματα Δώρια : Δώρια δέ , ἐπεὶ καὶ αὐταὶ αἱ Λακεδαιμόνιαι Δωρίδες . Μενελάου δὲ καὶ Ἑλένης ἀναγράφονται παῖδες Σωσιφάνης
Γαίης μὲν πάσης τὸ Πελασγικὸν οὖδας ἄμεινον ἵπποι Θρηΐκιαι , Λακεδαιμόνιαι δὲ γυναῖκες , ἄνδρες θ ' οἳ πίνουσιν ὕδωρ
3175141 πρωτιστ
' ἴσθ ' , ἄν , εἰ μὴ τοῦ θεοῦ πρώτιστ ' ἔχρῃζον ἐκμαθεῖν τί πρακτέον . Ἀλλ ' ἥ
καίτοι πόθεν ληνοὺς τοσαύτας λήψομαι ; Ὅτε τοῖσι θεοῖς θύετε πρώτιστ ' ἀποκρίνετε * * * τὸ νομιζόμενον * *
3174065 πωμασαντες
ἀναμιγνυμένη ταῖς κριθαῖς . ἔνιοι δὲ ὄξους ἀγγεῖον πληρώσαντες καὶ πωμάσαντες , ἐν μέσῳ τιθέασι τῶν κριθῶν . εἰδέναι δὲ
ἢ γλεύ - κους , ἐμβάλλουσι τὰς ἀππίους , καὶ πωμάσαντες τὸ ἀγγεῖον ἀποτίθενται . οἱ δὲ ἐν γιγάρτοις συντιθέασιν
3167674 Ἐλεφαντινη
δὴ δυοῖν ὄντοιν τῆς Αἰγύπτου μερῶν ἐπὶ τῆς Λιβύης ἡ Ἐλεφαντίνη πεπόλισται : πάντα γὰρ ἐνταῦθα ἤδη συμπέπτωκεν , Αἴγυπτος
δὲ οἰκήματα ἄττα προσγεγενῆσθαι , καὶ ὄνομα εἶναι τῷ χωρίῳ Ἐλεφαντίνη ἀπὸ Ἐλε - φαντίνης τῆς ἐν Αἰγύπτῳ . ἔχαιρον
3167367 κυρτοτητος
ἐντυγχάνει , τὰ δὲ ἄλλα ὑπὸ τῆς περὶ τὸ ὕδωρ κυρτότητος ἐπιπροσθεῖται . Ἔπειτα κατὰ τὴν πορείαν ὑπερτιθέμενοι τὰ κυρτώματα
. . . . . ρια λδ ἡ δὲ τῆς κυρτότητος τοῦ ὄρους θέσις ἐπέχει μοίρας . . . .
3166867 Ἀννηδωτον
ἐφ ' οὗ φησι φανῆναι τὸν μυσαρὸν Ὠάννην , τὸν Ἀννήδωτον , ἐκ τῆς Ἐρυθρᾶς : ὅπερ Ἀλέξανδρος προλαβὼν εἴρηκε
δὲ μετὰ σάρους τεσσαράκοντα : ὁ δὲ Ἀβυδηνὸς τὸν δεύτερον Ἀννήδωτον μετὰ σάρους εἴκοσιν ἕξ : ] εἶτα Μεγάλαρον ἐκ
3163861 ἐκβαλλειν
θαλάμας , καὶ ὅταν τὰ χρήσιμα ἀναλώσῃ , τὰ ἀχρεῖα ἐκβάλλειν , καὶ τὰ συνερχόμενα τῶν ἰχθυδίων ἐπὶ τὰ ἐκβεβλημένα
: πρᾳότερον δὲ καθῆραι βουλόμενος τὸ μὲν σπέρμα τῆς σικυωνίας ἐκβάλλειν , ἐγχέας δ ' οἴνου γλυκέος εἰς τὸν φλοιὸν
3163430 σκαψας
τὴν πηγήν , ὡς οὐκ ἦν δυνατὸν αὐτὸν διελθεῖν , σκάψας τὰς κορυφὰς τῶν ὀρῶν ἐνέβαλεν εἰς τὸν ποταμὸν καὶ
, καὶ ἔσται μεγάλα . πρὸ ἡμερῶν κʹ τοῦ μεταφυτεύειν σκάψας καὶ ξηράνας τὴν γῆν , ὡς ἀφῃρῆσθαι πάσης νοτίδος
3152487 ἐμβαλλειν
τῆς ἐμβολῆς : χαλεπώτερα μέντοι ἀεὶ τὰ μέγιστα τῶν ἄρθρων ἐμβάλλειν . Ἐκπίπτει δὲ κατὰ τέσσαρας τρόπους , ἢ ἄνω
λινοζώϲτει δὲ ξυνεψείϲθω καὶ ὄξοϲ παραχεέϲθω καὶ τοῖϲι δὲ χυλοῖϲι ἐμβάλλειν , εἴ ποι δέοι χυλῷ χρέεϲθαι πτιϲάνηϲ , εὔπνοον
3149694 ἀπορρεοι
μᾶλλον ἀληθὲς ὑπάρχειν , ὡς , εἴπερ ἐκ τῶν φλεβῶν ἀπορρέοι τι , δυοῖν θάτερον ἢ κενὸς τόπος ἔσται ἀθρόως
χαλεπωτάτη γίνεται ἡ νόσος . εἰ μὲν γὰρ ἀπὸ Ἄρεως ἀπορρέοι ἢ ἀπὸ Κρόνου ῥευματισμοὶ ἔσονται ἢ νεύρων ἀλγηδών .
3144386 βριθειν
κωλύειν μέλλει . εὔλογον δήπου ἂν ἐπὶ τὸ ἐπὶ θάτερα βρίθειν τὸν ὄγκον ποιήσαντας , ἅπερ σπεύδομεν ἄνευ κωλύματος ἅπαντα
. Εὔχεσθαι δὲ Διὶ χθονίῳ Δημήτερί θ ' ἁγνῇ ἐκτελέα βρίθειν Δημήτερος ἱερὸν ἀκτήν , ἀρχόμενος τὰ πρῶτ ' ἀρότου
3142559 δευ
τῷ γένει , ἀλλὰ μὴν καὶ τῷ εἴδει . τοῦ δευ - τέρου δὲ τοῦτο : τὸ ζῷον κατηγορεῖται τοῦ
! ! ηνο ! [ [ ] ! [ ] δευ [ [ ] επ [ [ ] ! ες
3140930 ἐπικλυσθηναι
Βοιωτίας , ἡ ἐκ τῆς λίμνης ἀναφανεῖσα μετὰ τὸ πρότερον ἐπικλυσθῆναι τῆς Κωπαίδος , ὅτε Κράτης αὐτὴν διετάφρευσεν . ἐκλήθη
εἶναι , ὥστε , εἰ διακόψειε τὸ μεταξὺ χωρίον , ἐπικλυσθῆναι ἂν ἅπαντα τὸν περὶ Αἴγιναν πόρον καὶ αὐτὴν Αἴγιναν
3137759 εὐριπον
Διομέδων δὲ βοηθῶν Κόνωνι πολιορκουμένῳ δώδεκα ναυσὶν ὡρμίσατο εἰς τὸν εὔριπον τὸν τῶν Μυτιληναίων . ὁ δὲ Καλλικρατίδας ἐπιπλεύσας αὐτῷ
πέλμα τοῦ ἱππικοῦ τὴν γῆν πᾶσαν εἶναι , τὸν δὲ εὔριπον τὴν θάλασσαν ὑπὸ τῆς γῆς μεσαζομένην , τὸν δὲ
3128665 κλαον
ὥς φασιν , ἕλκος , ἀεὶ λύπης πρόφασιν εὑρισκόμενον ; κλᾶον νυνὶ μὲν αὐχμόν , νυνὶ δὲ ἐπομβρίας , νυνὶ
ὡς αἰσχρόν ἐστι † μὴ καλῶν † ἀπ ' ὀμμάτων κλᾶον πρόσωπον καὶ δακρυρροοῦν ὁρᾶν θεὸς † γὰρ † ἐπὶ
3121016 ἀποιχομενον
' ἁμετέρας ἀπὸ γλώσσας κοινὸν εὔξασθαι ἔπος , ζώειν τὸν ἀποιχόμενον , Οὐρανίδα γόνον εὐρυμέδοντα Κρόνου , βάσσαισί τ '
. . Ἀγάπιος Ἀγάπιος : Ἀθηναῖος φιλόσοφος , μετὰ Πρόκλον ἀποιχόμενον , ὑπὸ Μαρίνῳ . ὃς ἐθαυμάζετο ἐπὶ φιλομαθείᾳ καὶ
3120986 νοτιζεσθαι
ἢ τούτων μὲν οὐδὲν ἕτερον , ὅταν δ ' ἄρξηται νοτίζεσθαι , καὶ ὅστις μέμνηται τῶν εἰρημένων περὶ δυνάμεως ἐλαίου
καὶ ὁ κηρὸς ἐδόκει διαπνέεσθαι καὶ πρὸς τὸ τῆς θαλάττης νοτίζεσθαι μίμημα πρὸς αὐτῆς τὴν ἐξουσίαν ἐξαλλαττόμενος . ἔν γε
3120304 συνελειν
τοῖς θαλασσίοις τόποις πρὸς βορρᾶν ὡς τὸν καρπὸν μὴ δύνασθαι συνελεῖν , τὸ δὲ σύμπτωμα Ἀρκαδίᾳ , Σουσιανῇ , Βακτριανῇ
, καὶ ἐὰν μὲν εἷς ἐκκοπεὺς ἐξαρκέσῃ , τὰ ἑξῆς συνελεῖν , ἐὰν δὲ μὴ δύνηται ἀποκαυλισθῆναι ὑφ ' ἑνός
3117502 διαμαρτῃς
ὠφελίας ἕνεκα , ἀλλ ' ἐπιδείξεως ἐπιθυμῶν , ἵνα μήτε διαμάρτῃς τῆς ἀληθείας , μήτ ' ἀντὶ τῶν βελτίστων τὰ
, με ταῦτα εἰργάσατο . ἵνα γὰρ σὺ Βαβυλῶνος μὴ διαμάρτῃς , ἐμαυτὸν οὕτω διέθηκα . ταῦτα εἰπὼν ἐπὶ τὰς
3116915 μεθιασι
τροπὰς ἀπάρχονται τῆς ᾠδῆς , καὶ ἡλίου ἀπερχομένου τὸν ἑαυτῶν μεθίασι κέλαδον ὥστε μεσημβρίας εἰσὶν ᾠδικώτεροι : τέττιξ γοῦν θήλεια
τροπὰς ἀπάρχονται τῆς ᾠδῆς , καὶ ἡλίου ἀπερχομένου τὸν ἑαυτῶν μεθίασι κέλαδον ὥστε μεσημβρίας εἰσὶν ᾠδικώτεροι : τέττιξ γοῦν θήλεια
3114617 Ἀχελωιον
θεάων ἔμμεναι εὐνάς νυμφάων , αἵ τ ' ἀμφ ' Ἀχελώιον ἐρρώσαντο , ἔνθα λίθος περ ἐοῦσα θεῶν ἐκ κήδεα
Ἡσιόδεια τῷ χαρακτῆρι , καὶ μᾶλλόν γε τὸ ἀμφ ' Ἀχελώιον ἐρρώσαντο . . καὶ τρὶς κατὰ τὸ συνεχὲς τὸ
3110343 λαλεοντος
καὶ ἡ Πυθία φησίν : καὶ κωφοῦ ξυνίημι καὶ οὐ λαλέοντος [ ] ἀκούω . παραλλήλως γὰρ ἔταξαν . νῦν
' ἀριθμὸν καὶ μέτρα θαλάσσης καὶ κωφοῦ ξυνίημι καὶ οὐ λαλέοντος ἀκούω , κωφὸν λέγων τὸν ἐκ γεννητῆς ἄλαλον ὡς
3110094 κολοβου
γὰρ τὴν οὐσίαν καὶ τὸ εἶδος δεῖ μένειν τοῦ γινομένου κολοβοῦ , οἷον εἰ ἡ κύλιξ κολοβὸς εἴη , δεῖ
τύχοι , ἄλλην δεξιὰν γενέσθαι . Ταῦτα εἰρηκὼς περὶ τοῦ κολοβοῦ ἐφεξῆς λέγει ἡμῖν καὶ περὶ τοῦ γένους , καί
3107968 θερμωι
τι ἀντίστοιχον ? ? , τῶι μὲν ? [ ] θερμῶι τὸ ξηρόν , τῶι δὲ ψυχρῶι [ τὸ ὑγρόν
μὲν οὖν Ξ . διηγουμένου τινὸς ἐγχέλεις ἑωρακέναι ἐν ὕδατι θερμῶι ζώσας : οὐκοῦν εἶπεν ἐν ψυχρῶι αὐτὰς ἑψήσομεν .
3101969 προκινδυνευειν
ὦ Λεόντιχε , καὶ οἶσθα ὡς εἰχόμην σου δεόμενος μὴ προκινδυνεύειν : ἀβίωτα γὰρ ἦν μοι σοῦ ἀποθανόντος . Ἀλλ
προσαιτοῦντες , ἀλλὰ καὶ προϊέμενοι καὶ πονεῖν ὑπὲρ σοῦ καὶ προκινδυνεύειν ἐθέλοντες : μεθ ' ὧν , ἂν οἱ θεοὶ
3085503 ἐπισχετω
: ὅταν ἑορτάζηι λεώς , τῆς σῆς σφαγῆς ἄποιν ' ἐπισχέτω ξίφος δέρηι πρὸς ἀνδρὸς αἷμά τ ' ἐξανιέτω ,
σοῦ ἀρέσκομαι . καί σε μήτε νὺξ μήθ ' ἡμέρα ἐπισχέτω ὥστε ἀνεῖναι πράσσειν τι ὧν ἐμοὶ ὑπισχνῇ , μηδὲ
3082669 Χοασπης
ἀναπαυόμενος ἐδίψησεν ὁ δύστηνος πρῶτον τότε , ἔνθα ἦν οὐ Χοάσπης , οὐ Τίγρις , οὐ Νεῖλος , οὐκ ἐκπώματα
σταδίων ὡς τρισχιλίων . ῥεῖ δὲ διὰ τῆς χώρας ὁ Χοάσπης εἰς τὴν αὐτὴν τελευτῶν παραλίαν , ἀπὸ τῶν Οὐξίων
3079503 ἡκουσαι
τοι θῆραι ναὶ μὰ Δία ἰχθύων ἴδιαι καὶ ἐς ἐμὲ ἥκουσαι μέτροις Μυτιληναίου ἀνδρός , ὃν ᾔδειν καὶ αὐτός ,
πρότερον εἴρηται ἐν τοῖς περὶ στοιχείων , ὡς ἐπὶ παντὸς ἥκουσαι σώματος καὶ δρῶσαι πρὸς ἀλλήλας καὶ πάσχουσαι καὶ κατ

Back