εἰς ἐμὲ τὴν αἰτίαν ἔχειν , ὃς οὐκ ἐπὶ τούτοις εἰσήνεγκα τὸν νόμον . καὶ ὅλως ἐπὶ πάντων ἁρμόσει τῶν
, καὶ τετρακόσια τάλαντα μετὰ τὸν θρίαμβον εἰς τὸ ταμιεῖον εἰσήνεγκα . ἔπειτ ' ἐκείνων τῶν δορικτήτων ἐξόν μοι λαβεῖν
6929994 ἐνιοτ
ἀρκέσει ἢ δύ ' ἐπὶ τὴν τράπεζαν . ἐγχελύδια Θήβηθεν ἐνίοτ ' ἔρχεται : τούτων λαβέ , ἀλεκτρυόνιον , φάττιον
δὶς τῆς ἡμέρας καὶ σῦκα βαιά , καὶ μύκης τις ἐνίοτ ' ἂν ὠπτᾶτο , καὶ κοχλίας γενομένου ψακαδίου ἠγρεύετ
6081393 κᾀτ
πάλιν οἴκαδε . Ὦ Θρᾷττα , τὴν κίστην κάθελε , κᾆτ ' ἔξελε τὸ πόπανον , ὅπως λαβοῦσα θύσω τοῖν
ζῴων τε βίον δένδρων τε φύσιν λαχάνων τε γένη . κᾆτ ' ἐν τούτοις τὴν κολοκύντην ἐξήταζον τίνος ἐστὶ γένους
5929622 ἀγειρομεν
. Ἀλλ ' εἰ , τὸ λεγόμενον , κατόπιν ὑμᾶς ἀγείρομεν ἑορτῆς , οἶδεν ὁ ποιητὴς καὶ ἄριστον ἄνδρα λοῖσθον
ἐρύσσομεν εἰς ἅλα δῖαν , ἐς δ ' ἐρέτας ἐπιτηδὲς ἀγείρομεν , ἐς δ ' ἑκατόμβην θείομεν , ἂν δ
5857217 ἀποσβεσας
ὀβελίσκους ἡμέρας ζητουμένους δύ ' ἐχθὲς ὠμοὺς εἰς τὸ πῦρ ἀποσβέσας , καὶ πρὸς τὸ δίχορδον ἐτερέτιζες , ᾐσθόμην .
ὕδατι χλιερῷ . Ἢν προσιστάμεναι πνίγωσιν , ἐλλύχνιον ἀνάψας , ἀποσβέσας , ὑπίσχειν ὑπὸ τὴν ῥῖνα , ὅκως ἂν τὸν
5847887 ἀφικομην
ἄν . ὅτε γὰρ κατ ' ἀρχὰς εἰς Συρακούσας ἐγὼ ἀφικόμην , σχεδὸν ἔτη τετταράκοντα γεγονώς , Δίων εἶχε τὴν
τὸ μειράκιον , ἵνα μὴ τούτῳ μαχοίμην , ἐπειδὴ δὲ ἀφικόμην πάλιν , ἦγον αὐτὸν ἐπὶ τὴν οἰκίαν τὴν Σίμωνος
5844225 ᾠχετ
ἐπὶ τὴν κατήλιφ ' εὐθὺς ἀνεπηδήσαμεν : ὁ δ ' ᾤχετ ' ἐξᾴξας γε τὰς ψιάθους λαβών . Καὶ τοῦτο
: οὐ βαθὺν οἰνοπότην Ἐρασίξενον ἡ δὶς ἐφεξῆς ἀκρήτου φανερῶς ᾤχετ ' ἔχουσα κύλιξ . ἔπινε δὲ πλεῖστον καὶ Ἀλκέτας
5832054 ἐνθεις
, σκότος γὰρ γίγνεται , καὶ τὸν λυχνοῦχον ἔκφερ ' ἐνθεὶς τὸν λύχνον Κἀναψηφίσασθ ' ἀποδοῦναι πάλιν τὰ χρυσία .
μηδὲν προσενεγκὼν ἥδυσμ ' , ἀλλ ' ἐς ὕδωρ μόνον ἐνθεὶς καὶ θαμὰ κινῶν ὕσσωπον παράθες τρίψας , κἂν ἄλλο
5792533 Κοικοα
ἄρτον γάρ τις τυρῶντα τοῖς παιδίοις ἴαλε . πάρφερε , Κοικόα , τὸν σκύφον μεστόν . τάλαινα Κοικόα , κατὰ
. πάρφερε , Κοικόα , τὸν σκύφον μεστόν . τάλαινα Κοικόα , κατὰ χειρὸς δοῦσα ἀπόδος τάχ ' ἁμὶν τὰν
5740723 τοιανδ
δ ? [ ἐξῆγε ] ? ? κα ? [ τοιάνδ ? ? ' οτ [ ἣν ὁ ξένο [
: εἰ γὰρ μὴ ἔχει ὅλως καθόλου ἀποφατικήν , οὐδὲ τοιάνδ ' ἀπόφασιν ἕξει . Οὐ μόνον ὅτι ἐνδέχεται μὴ
5730577 κασιγνητωι
ἤλπιζεν ἐκδώσειν ποτέ . εἴφ ' , ὡς ἀκούσας σῶι κασιγνήτωι λέγω . ἐν τοῖσδ ' ἐκείνου τηλορὸς ναίω δόμοις
τότ ' ἀσπίδων ἐγνώρισα , σπονδὰς ὅτ ' ἦλθον σῶι κασιγνήτωι φέρων : ἃ προσδεδορκὼς οἶδα τοὺς ὡπλισμένους . ]
5685611 ἠπειλησα
ἔγνω αὐτήν , ποιήσας σὺν αὐτῇ ἐνιαυτόν . Καὶ ὅτε ἠπείλησα αὐτῷ , συνῆλθε μὲν αὐτῇ , διέφθειρε δὲ τὸ
ὑπὸ σοὶ κριτῇ κατὰ τὴν θερινὴν ὥραν τὸν τέττιγα , ἠπείλησα δὲ καὶ ταῖς ἀηδόσι ταῖς Ἀττικαῖς , εἴ ποτέ
5675995 κἀπειτ
ταῦτα πάντα συντριαινῶν ἀπολέσω . Βούλει τήνδε σοι πλεκτὴν καθῶ κἄπειτ ' ἀνελκύσω σε δεῦρο ; Λαβὼν οὖν τὸν σκύλακα
Τί δρῶ ; ἀφιεμένην τὴν λαμπάδ ' ἐντεῦθεν θεῶ , κἄπειτ ' ἐπειδὰν φῶσιν οἱ θεώμενοι εἷνται , τόθ '
5663766 ἀπωλεσα
φρένα καὶ κατὰ θυμόν : ἣ πρὶν μὲν πόσιν ἐσθλὸν ἀπώλεσα θυμολέοντα , παντοίῃς ' ἀρετῇσι κεκασμένον ἐν Δαναοῖσιν ,
“ Οἴμοι δειλαία τῶν κακῶν : καὶ γὰρ τὸν ἄνδρα ἀπώλεσα διὰ σέ , οὔτε γὰρ ἂν ἔχοιμί σε τοῦ
5630836 ἐλθω
. οὔκουν τοῦτο κρεῖσσον ἢ μένειν ; ἀλλὰ δῆτ ' ἔλθω ; θανὼν γοῦν ὧδε κάλλιον θανῆι . εὖ λέγεις
δόρυ δὲ πρὸς τεῖχος ἐρείσας αὐτὸς ἰὼν Ἀχιλῆος ἀμύμονος ἀντίος ἔλθω καί οἱ ὑπόσχωμαι Ἑλένην καὶ κτήμαθ ' ἅμ '
5626628 Ἐλθων
δὲ Μεσσήνη τότε ὑμῖν ἐπέκειτο χὠ θεὸς σείων ἅμα . Ἐλθὼν δὲ σὺν ὁπλίταισι τετρακισχιλίοις Κίμων ὅλην ἔσωσε τὴν Λακεδαίμονα
ὄναρ εἶδεν , ἐὰν ἀποθάνῃ , ῥώμην προσποιήσειν Ῥωμαίοις . Ἐλθὼν δ ' εἰς μέσους καὶ πολλοὺς φονεύσας , ἀνῃρέθη
5615513 ὁπλ
γελωτοποιοὶ ] γελοτοποὸς ὁ μασκαράς . . βραδύτατον ] τὸ ὁπλ . . . . οἱ γὰρ ὁπλῖται . .
? : ὅττι [ ] ? τέττιγξ πολύυμνος ἔχει δέμας ὁπλ [ ] νυκταδίῃ ? ? μελεδῶνι ? θεὸν ?
5611215 γενετην
] ? ? ἀδικεῖς . καὶ οὐκ ἔχομεν ? ? γενέτην ἀγριώτατον : ἥμερα φρονεῖ . καὶ καλός ἐστιν ἔφηβος
ἡ δὲ Σελήνη τῆς μητρός . . . . καὶ γενέτην ὀλέκουσι παροίτερον ἠὲ τεκοῦσαν . ταῦτα μὲν ὁ Δωρόθεος
5589434 ἀποτρεχω
ἐστιν . οὐκ ἔστιν ; ἀλλ ' ἀκήκοας μυριάκις . ἀποτρέχω δή . ὢ δυστυχὴς ἐγώ . τίνα τρόπον ἐνθαδὶ
ἀπολέσει αὐτοὺς ἕως γενεῶν . Ἐγὼ εἰς τὴν ἀνάπαυσίν μου ἀποτρέχω , ὡς οἱ πατέρες μου : ὑμεῖς δὲ φοβεῖσθε
5575028 κἀιτ
τρίχες τέ μου . θές νυν τὸν ἀγκῶν ' εὐρύθμως κἆιτ ' ἔκπιε , ὥσπερ μ ' ὁρᾶις πίνοντα χὤσπερ
θέσφατ ' ἐξηγήσατο , κἄμ ' ὡς ὑπέστην θῦμα , κἆιτ ' ἐψευδόμην Ἀρτέμιδι θύσειν ; οὐ ξυναρπάσας στρατόν ,
5568169 Πανοπεα
μὲν Θορικοῦ τῆς Ἀττικῆς Κέφαλον συμμαχοῦντα , ἐκ δὲ Φωκέων Πανοπέα , ἐκ δὲ Ἕλους τῆς Ἀργείας Ἕλειον τὸν Περσέως
τοῖς Πανοπεῦσι καθέστηκε : καὶ ἡ ἐπίκλησις ἡ ἐς τὸν Πανοπέα Ὁμήρου ὑποσημαίνειν τῶν Θυιάδων δοκεῖ τὸν χορόν . Πανοπεῦσι
5566445 ἐκελευσα
φαρμάκου , ἐδάην τε καὶ ἐγέλασα καὶ τὸν παῖδα θαρρεῖν ἐκέλευσα , ὡς μηδενὸς αὐτῷ προσδοκωμένου δεινοῦ . Οὐκ ἀκριβῶς
ἐπ ' αὐτῷ δὲ γλάγος ἄμνης . Ἥρωας δ ' ἐκέλευσα περισταδὸν ἀμφιχυθέντας δούρατ ' ἐπαμπήξασθαι ἰδ ' ἄορα κωπήεντα
5557857 μεριζομενος
τὴν φυλακήν , λάθοι δ ' ἂν δοὺς ἐν πλείοσι μεριζόμενος ὃ μὴ ἂν ἄλλως ἔχων . δείξει γάρ τις
, ὅτι οὐδὲν ἐπίρρημα σχηματίζεται . κεδαιόμενος : διακοπτόμενος , μεριζόμενος . ἀτλήτους μελεδῶνας : ἀνυποστάτους μερίμνας ἔχω , ἀνυπομονήτους
5535495 Ἁιδην
. ὅτι σοφιστὴν καλεῖ Πλάτων καὶ τὸν Ἔρωτα καὶ τὸν Ἅιδην καὶ τὸν Δία , καὶ παγκάλην λέγει εἶναι τὴν
δ ' ὑγρὰν οὐσίαν Ποσειδῶνι προσέθηκε , τρίτον δ ' Ἅιδην τὸν ἀφώτιστον ἀέρα δηλοῖ , κοινὸν δὲ πάντων καὶ
5532042 ἀπεδωκα
συμμάχοις τοῖς ἐκείνου χρησάμενος ἀδικήμασι βιαίων ὑμᾶς ἠλευθέρωσα προσταγμάτων , ἀπέδωκα τῇ πόλει τὴν ἡδίστην δημοκρατίαν , ἐδωρησάμην τοὺς νόμους
ὄνομα , Σωσίαν , ὥσπερ καὶ δίκαιόν ἐστιν , καὶ ἀπέδωκα τῷ πρεσβυτάτῳ τοῦτο τὸ ὄνομα : τῷ δὲ μετ
5522876 ἐμπορον
ὃ δὲ οὐκ ἐπέστειλε μέν , Ἀρίστωνα δ ' , ἔμπορον Τύριον , ἐπὶ προφάσει τῆς ἐμπορίας ἔπεμπε πρὸς τοὺς
τῇ πόλει πίνων ὕδωρ : τὸν γὰρ γεωργὸν καὶ τὸν ἔμπορον κακοῖς . ἐγὼ δὲ τὰς προσόδους μεθύων καλὰς ποιῶ
5517203 ποησας
ταἴτιον ; Ὅ τι ; εἰσέθηκε ποταμόν , ἐριοπωλικῶς ὑγρὸν ποήσας τοὔπος ὥσπερ τἄρια , σὺ δ ' εἰσέθηκας τοὔπος
: οὐκ ἂν διαγνοίην : Κλεόστρατος δέ τις ἐστὶν ὁ ποήσας , ὡς λέγει τὰ γράμματα . ἐπίδειξον ] .
5514666 ἀναρπασας
ὥσπερ ἡ παλαιὰ , τὰ σώμαθ ' ἡμῶν πάντ ' ἀναρπάσας φέρει , κοὐκ ἔχω μάχεσθαι , μάλιστα μὲν δὴ
ἐπειγομένους : συνεώρα δὲ καὶ αὐτὸς ἡμᾶς ἐπειγομένους , καὶ ἀναρπάσας εὐθέως ἐκ τῆς γῆς τῇ δεξιᾷ χειρὶ τὸ παρατυχὸν
5513228 θησαυρον
καὶ μᾶλλον , ἡ τύχη : τὸ γὰρ εὑρεῖν τὸν θησαυρὸν πολλοῖς ἂν καὶ ἀπείροις αἰτίοις ἐπισυμβαίη χάριν ἄλλου τινὸς
Ἀπόλλωνος ἀνάθημα ποιησάμενος ἀνατίθησιν εἰς τὸν ἐν Δελφοῖς τῶν Ἀθηναίων θησαυρὸν καὶ ἐπέγραψε τό τε αὑτοῦ ὄνομα καὶ τὸ Προξένου
5508930 παρης
τε μία παχῆα κἀμίαι δύο διατετμαμέναι μέσαι φάσσαι τε τοσσαῦται παρῆς σκορπίοι τε . Ἀριστοτέλης δὲ παρετυμολογῶν αὐτῆς τοὔνομά φησιν
ἐς ἣν ἡ λύπη με προάγει . κτεινομένῳ μὲν οὐ παρῆς , τῶν φονέων σε περισπασάντων περὶ θύρας , ἐπεὶ
5503347 τωιδ
: Ζεὺς τάδ ' εἰδείη μέγας , ὡς οὐχ ἑκοῦσα τῶιδ ' ἐκοινώθην λέχει . ἀλλ ' οὔ σφε πείθω
ἔλουσα νεκρὸν κἀπένιψα τραύματα . ἀλλ ' εἶμ ' ὀρυκτὸν τῶιδ ' ἀναρρήξων τάφον , ὡς σύντομ ' ἡμῖν τἀπ
5499640 πατρωιαν
] . οὗτος δὲ πῶλος τῆιδ ' ἀνειμένος πόλει θανὼν πατρώιαν γαῖαν ἐκσώσειεν ἄν . πικρὸν δ ' Ἀδράστωι νόστον
Τέκνον , οὐ τολμᾶις ὅσια κτείνων σὰν ματέρα : μὴ πατρώιαν τιμῶν χάριν ἐξανάψηι δύσκλειαν ἐς αἰεί . τίς νόσος
5493261 ματτυην
, τὸ δ ' ἄστυ σῦκα . . . περιφέρειν ματτύην καὶ ποδάριον , καὶ γαστρίον τακερόν τι καὶ μήτρας
οὗτος οἰμώζειν λέγει . Πιεῖν τις ἡμῖν ἐγχεάτω , καὶ ματτύην ποιεῖτε θᾶττον . Νῦν δ ' οἶδ ' ἀκριβῶς
5489055 ἀγην
, οἷον : ἀκὴν ἐγένοντο σιωπῇ : παρὰ τὸ † ἄγην , ὃ σημαίνει τὴν ἔκπληξιν , γίνεται ἄγην ,
τὼς μὲν ἁμὼς ἄνδρας ἁμὲς πείσομες παντᾶ δικαίως ἄδολον εἰράναν ἄγην : τὸν τῶν Ἀσαναίων γα μὰν ῥυἅχετον πᾶ κά
5487259 Τελεσφορον
δ ' ἐλθὼν εἰς τὸ ἱερὸν γίγνομαι περιιὼν κατὰ τὸν Τελεσφόρον , ἐπέρχεται ὁ νεωκόρος ὁ Ἀσκληπιακὸς , καὶ ὡς
. Ὁ δ ' Ἀντίγονος ἀποτυχὼν ταύτης τῆς ἐπιβολῆς ἐξέπεμψε Τελεσφόρον εἰς Πελοπόννησον , δοὺς αὐτῷ πεντήκοντα ναῦς καὶ στρατιώτας
5484132 ἀλιτηριον
δέ εἰμι ξύλον εὐμέγεθες ἀνελόμενος κατὰ τοῦ βρέγματος πατάξαι τὸν ἀλιτήριον : ἃ γὰρ οὐδ ' οἱ τρέφοντες παίζουσι ,
ἤδη . Δέδοικε δὲ οὐδεὶς οὐ παλαμναῖον λογιστήν , οὐκ ἀλιτήριον ἐκλογέα , οὐ τοὺς καταράτους πευθῆνας , οὐ τοὺς
5475055 ἐρυσσομεν
ἐγὼ προσέφην μαλακοῖς ' ἐπέεσσι : νῆα μὲν ἂρ πάμπρωτον ἐρύσσομεν ἤπειρόνδε , κτήματα δ ' ἐν σπήεσσι πελάσσομεν ὅπλα
δ ' αὐτὴν Χρυσηίδα καλλιπάρῃον βήσομεν : τέσσαρα ἴσα , ἐρύσσομεν , ἀγείρομεν , θείομεν , βήσομεν . καὶ Θουκυδίδης
5464696 ἀπελθων
ὑπόσχεσιν ἀπῄτει πληρῶσαι καὶ τῆς νήσου ἐξήλαυνεν . ὁ δὲ ἀπελθὼν καὶ τὴν κεφαλὴν τῆς γοργόνος ἀποτεμών , εἰσήνεγκεν εἰς
μὲν ἑωυτοῦ κατὰ χώρην ἔφη καταλείψειν , ἵνα ὀπίσω σφέα ἀπελθὼν ἔχοι , τὴν μέντοι ὁλκάδα , τήν οἱ Δαρεῖος
5459562 ὠμοσεν
ὅρκων πίστιν προῆλθον . Ὁ μὲν δὴ Δάφνις τὸν Πᾶνα ὤμοσεν ἐλθὼν ἐπὶ τὴν πίτυν μὴ ζήσεσθαι μόνος ἄνευ Χλόης
, ἔτι δ ' οὐχὶ τοὺς ἄνδρας ἀπαθανατίσας ὁ ποιητὴς ὤμοσεν , ἵνα τῆς ἐκείνων ἀρετῆς τοῖς ἀκούουσιν ἐντέκῃ λόγον
5447479 ἐρριψας
σεβίζῃ γενεθλίους ἀράς , τέκνον ; τεκοῦσα γάρ μ ' ἔρριψας ἐς τὸ δυστυχές . οὔτοι ς ' ἀπέρριψ '
πολλάκις σκοπουμένων , καθεὶς κάτω τὴν χεῖρα τὴν μίαν λαθὼν ἔρριψας εἰς τὸν λάκκον ἰταμῶς τὸν νεφρόν . πολὺν ἐποίησας
5443677 δεσμιον
Πολλοὶ δὲ κατ ' Ἤπειρον κυσὶν ἐχρήσαντο ὧδε . Ἀπαγαγόντες δέσμιον περιέθηκαν περὶ τὸν αὐχένα ἱμάντα , ἐν ᾧ ἐπιστολὴ
ἀκατάληκτοι λαʹ , ὧν τελευταῖος ὕμνον δ ' ἀκούσῃ τόνδε δέσμιον σέθεν . ἄγε δὴ ] ὁ παρὼν χορὸς συνέστηκεν
5434851 ψυξαντας
ἄχρις ἂν οὗ ἐξαναλωθῇ τὸ ὕδωρ , καὶ μετὰ τοῦτο ψύξαντας καταγγίζειν εἰς ἀγγεῖον πεπισσωμένον . Τὸ μελίκρατον οὐ πάνυ
γένηται , ὡς καὶ τοῖς δακτύλοις εἴκειν , λοιπὸν δὲ ψύξαντας εἰς κεραμεοῦν ἀγγεῖον ἀκώνητον ἀποθέσθαι . γίνεται δ '
5427903 εἱλισσων
μάρψας ἡνία θῆκεν ἐς ἰσχία καὶ μέσα νώτων καὶ σθένος εἱλίσσων πεφορημένος αὖτις ὀπίσσω κλινομένων μελέων ἐβιάζετο θυιάδας ἵππους καὶ
' ἐσορῶσα : ὃ καὶ κρεῖττον . . κοινὸν φάος εἱλίσσων ] ὁ φωτίζων , συστρέφων , κινῶν . .
5427747 Ταλθυβιος
γὼ τάλαινα : τοῦτ ' ἐκεῖν ' ὅ μοι πάλαι Ταλθύβιος αἴνιγμ ' οὐ σαφῶς εἶπεν σαφές . εἶδόν νιν
: εἰ μή ς ' Ἀπόλλων : μάταιός ἐστιν ὁ Ταλθύβιος ἐπιπλήσσων καὶ λέγων : εἰ μὴ ἐμαίνου , ἐτιμωρήθης
5425473 ὑπεραντλος
παρῴνησεν , ὡς ὅσων εἶπον κατασκηψάντων ἐθελῆσαι πλεῖν , ἵνα ὑπέραντλος ἄνωθεν ἐπιχυθείσης τῆς θαλάσσης ἡ ναῦς γενομένη πλωτῆρσιν αὐτοῖς
κλινομένης ἐξαιρόμενον ἐπιβαίνῃ τὸ κῦμα , τόθ ' ὡς εἰκὸς ὑπέραντλος ὁ νοῦς γινόμενος καταποντοῦται : βυθὸς δέ ἐστιν ,
5410570 μοιχευων
ταῦτα ἐκποιουσῶν , οὐ καθάπερ ὑμῶν ἔνιοι δεκαζόμενος ζῶ καὶ μοιχεύων . καὶ τῶν τὰ τοιαῦτα πραττόντων καὶ ἐπ '
ὄρεξις ἀντιλυπήσεώς ἐστιν , ὁ δ ' ὑβρίζων , ἤτοι μοιχεύων , μεθ ' ἡδονῆς μοιχεύει διὰ τὸ ἐπιθυμεῖν αὐτῆς
5408647 ἐθηκ
, Πελασγιώτας δ ' ὠνομασμένους τὸ πρὶν Δαναοὺς καλεῖσθαι νόμον ἔθηκ ' ἀν ' Ἑλλάδα . , : οἱ μὲν
Εὐριπίδην ” Πελασγιώτας ὠνομασμένους τὸ πρὶν Δαναοὺς „ καλεῖσθαι νόμον ἔθηκ ' ἀν ' Ἑλλάδα . „ ἔστι δὲ καὶ
5408049 φυλασσων
ἔστησεν ὅλην φύσιν ἅρπαγι ῥυθμῶι ἐν ξυνοχῆι σοφίης ἐσπαρμένα πάντα φυλάσσων , ξυνὸν ἐπιρρώσας πεφυλαγμένον αὐχένα κόσμου . καὶ τότε
εἶπον , ὃ καὶ βέλτιον . ὅτι Δελφύνης ἐκαλεῖτο ὁ φυλάσσων τὸ ἐν Δελφοῖς χρηστήριον , Λεάνδριος καὶ Καλλίμαχος εἶπον
5406429 τριηραρχιαν
ἐν τῇ * * * Τριηράρχημα : τὸ εἰς τὴν τριηραρχίαν ἀνάλωμα : Δημοσθένης ἐν τῷ περὶ τοῦ τριηραρχήματος .
ἀπεστερημένῳ , δίδωμ ' εἴκοσι μνᾶς τούτοις , ὅσου τὴν τριηραρχίαν ἦσαν μεμισθωκότες . τὰ μὲν δὴ τόθ ' ὑβρίσματα
5404089 ἀπαλλαξας
τίς τινα τῶν ἐγκλημάτων ὧν ἐνεκάλει αὐτῷ , τὸ δὲ ἀπαλλάξας , ὅταν πείσῃ τὸν ἐγκαλοῦντα ἀποστῆναι καὶ μηκέτι ἐγκαλεῖν
λήψεσθαι ἰσαρίθμους τοῖς ἀνῃρημένοις , ὡς ἂν οὐ τῶν παρόντων ἀπαλλάξας ὑμᾶς μόνον , ἀλλὰ καὶ τῆς τῶν μελλόντων κακῶν
5396131 ἀνδρ
' Ἑρμῆ , μὴ λέγε , ἀλλ ' ἔα τὸν ἄνδρ ' ἐκεῖνον οὗπέρ ἐστ ' εἶναι κάτω : οὐ
τεμένεα νέμεται καὶ δαῖτας ἐΐσας δαίνυται , ἃς ἐπέοικε δικασπόλον ἄνδρ ' ἀλεγύνειν : πάντες γὰρ καλέουσι . πατὴρ δὲ
5386271 τοὐψον
, πάντες ἴστε : τίς γὰρ ὑμῶν οὐ πώποτε εἰς τοὖψον ἀφῖκται καὶ τὰς δαπάνας τὰς τούτων οὐ τεθεώρηκεν ;
χρηστῶς προσένεγκε δι ' ἅλμης . μηδὲ προσέλθῃ σοί ποτε τοὖψον τοῦτο ποιοῦντι μήτε Συρακόσιος μηθεὶς μήτ ' Ἰταλιώτης :
5384646 πολυμητις
εἰς ΙΣ βαρύτονα καὶ ἐν τῇ συνθέσει βαρύνονται : μῆτις πολύμητις , ἴδρις ἄϊδρις , πόλις φιλόπολις , χάρις εὔχαρις
ἐέλδεται ἔμμεναι υἷα . ” τὴν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς : “ ναὶ δὴ ταῦτά γε πάντα ,
5382811 ἀποτρεχε
πρὸ μικροῦ λέγοντες : Ἰδοῦ Ῥεβέκκα ἐνώπιόν σου : λαβὼν ἀπότρεχε . Διὰ τί [ δὲ ὁ παῖς ] ,
εἰς τὰ Πιττάλου : εἰς ἰατροῦ , ⌈ φησίν , ἀπότρεχε θεραπευθησόμενος τὰς πληγάς : ἰατρὸς γὰρ ὁ Πίτταλος .
5376850 κακαβον
πρόσβαλε τὸ μέλι , κἀπειδὰν ἑψηθῇ καὶ μέλλῃς αἴρειν τὴν κάκαβον , τότε πάλιν ἐπίβαλε τὰ ξηρὰ καὶ ἕψε ,
: ταχὺ γὰρ πήγνυται . εἶτα πάλιν ἀνάλαβε εἰς τὴν κάκαβον καὶ πάλιν διήθησον καὶ οὕτω ποίει θερμαίνων , ἕως
5376705 ἐξευρησω
: ἀλλὰ πῶς λέγεις ; Ὧδ ' , εἶπον , ἐξευρήσω , σοῦ ἀποκρινομένου ζητῶν ἅμα . Ἐρώτα δή ,
ἡμῖν λέξει ; Ἐγὼ μὲν γὰρ ἀπορῶ , εἴ τινα ἐξευρήσω δεινὸν τὴν τέχνην κατὰ τὸν Χείρωνα κεῖνον , ἵνα
5372624 Τιμωνα
ἐρήμους [ καὶ ἐρημίας ] μισάνθρωπος ἐπικληθείς , ὥσπερ τὸν Τίμωνά φασι : τί γάρ μοι συντίθεσθαι φιλίαν , ἵνα
ἐρήμους [ καὶ ἐρημίας ] μισάνθρωπος ἐπικληθείς , ὥσπερ τὸν Τίμωνά φασι : τί γάρ μοι συντίθεσθαι φιλίαν , ἵνα
5369899 πελεκυν
. Καὶ τίς ὁ ἀποκείρων ἔσται ; Μένιππος οὑτοσὶ λαβὼν πέλεκυν τῶν ναυπηγικῶν ἀποκόψει αὐτὸν ἐπικόπῳ τῇ ἀποβάθρᾳ χρησάμενος .
ἄρ ' Ἀγκαῖος Λυκοόργοιο θρασὺς υἱός αἶψα † μέλαν τεταγὼν πέλεκυν μέγαν ἠδὲ κελαινόν ἄρκτου προσχόμενος σκαιῇ δέρος ἔνθορε μέσσῳ
5367570 εὑρω
κοὔ σε γιγνώσκω τορῶς . ποῦ τιν ' ἀνάκτων Τρώων εὕρω ; ποῦ δῆθ ' Ἕκτωρ τὸν ὑπασπίδιον κοῖτον ἰαύει
ὑπὸ πύργον ἐν πολέμῳ σῴζεσθαι : ἄλλως : ἐὰν μὲν εὕρω ἐχυρὰν καταφυγήν , σιωπῇ μετέρχομαι φαρμάκοις τὸν φόνον :
5367283 κοὐδεν
οὐ πείσεται . ἔκπεμπέ νυν γῆς τούσδε τοὺς Εὐρυσθέως , κοὐδὲν βιαίωι τῆιδε χρήσομαι χερί . ἄθεον ἱκεσίαν μεθεῖναι πόλει
' ἐστὶν ἡμῖν κόνεος ἢ τέφρας ποθέν . ἄνδρες πονηροὶ κοὐδὲν οἵδε σύμμαχοι . ὁτιὴ τὸ νῶτον τὴν ῥάχιν τ
5363428 ἐληλυθα
τι , πρᾶγμά [ ] τι τοιοῦτον ἀγγελῶν [ ] ἐλήλυθα , κατὰ τὴν [ ] Ἰωνίαν πάλαι γεγενημένον [
. Ἐπὶ πείρᾳ δοὺς τριάκονθ ' ἡμέρας . Ὄρνεις φέρων ἐλήλυθα . Ὄρνιθας ἀποστέλλει . Βουληφόρως τὴν ἡμετέραν , ὦ
5362422 θαλαμον
, οὐκέτι κεῖνον , ἀλλὰ θυγατρὸς ἑῆς προῖκά τε καὶ θάλαμον . ἔγνω δ ' , ὡς οὐκ ἔστι κακῶς
δεῖπνον κατεσκεύασεν ὁ Κότυς ὡς γαμουμένης αὐτῷ τῆς Ἀθηνᾶς καὶ θάλαμον κατασκευάσας ἀνέμενεν μεθύων τὴν θεόν . ἤδη δ '
5361624 ἐσταλη
λαβὼν χρήματα , πρῶτα μὲν ἐπὶ Κυδωνίας τῆς ἐς Κρήτην ἐστάλη , ἔνθεν δὲ ἐς Κυρήνην διέβαλε μετὰ στρατιᾶς εἰς
καὶ τῶν μισθοφόρων ξένων ξὺν χιλίοις καὶ πεντακοσίοις ἐπὶ Χίου ἐστάλη , δείσας μή τι πρὸς τὴν ἀγγελίαν τῆς ἥττης
5354788 ζαλον
κακὴν ἐπιβάλλεται ἅρπην , ὅς τε καὶ ἐκ ποταμοῖο λιπὼν ζάλον ἰλυόεντα , χιλοὶ ὅτε χλοάουσι νεὸς δ ' ἀπεχεύατο
ὅτι ὅλους τοὺς στάχυας τρώγει . * ἐπιβάλλεται : ἐπιτίθησιν ζάλον δὲ τὸ βορβορῶδες κῦμα . χιλοὶ ὅτε : ὅτε
5350225 ἐγκληρον
' ἕδη μολόντες αἰτίζωσι κοιράνου γύας , ἐσθλῆς ἀρούρης πῖαρ ἔγκληρον χθονός . τοὺς δ ' εἰς ἐρεμνὸν ζῶντας ὠμησταὶ
, οὕτως ὢν ἀμίαντος : παρθένον : καθαρὰν ἁγνήν : ἔγκληρον εὐνήν : πρὸς τοῖς οἴκοις λαβὼν καὶ τὴν εὔπορόν
5333331 Ἀιδα
δίκη πρότερον φήμης τὸν δυσκέλαδόν θ ' ὕμνον Ἐρινύος ἀχεῖν Ἀίδα τ ' ἐχθρὸν παιᾶν ' ἐπιμέλπειν . ἰώ .
πˈρὶν ὥρας . εἰ γὰρ οἴκοι νιν βάλε πὰρ χθόνιον Ἀίδα στόμα , Ταίναρον εἰς ἱερὰν Εὔφαμος ἐλθών , υἱὸς
5330734 φιλοφρονησαμενος
Ψυχαγωγοῖς ἐμφαίνει , τὴν Περσεφόνην ἐκδεχόμενος Δαῖραν . ἀρεσσάμενος : φιλοφρονησάμενος . ἰκμαίνοιτο : ὑγράνειεν . ἀνέσχε : τὸ φάρμακον
καὶ ὁ μὲν ἀπελύετο , πολλὰ ἐντειλάμενος Κύρῳ , καὶ φιλοφρονησάμενος ὡς ἂν υἱῷ . Ὁ δὲ παρεστὼς βασιλεῖ τήν
5326638 ἐλειπες
σὺ δ ' ἐν δίφροις σὺν τῶιδε νύμφη δῶμ ' ἔλειπες ὄλβιον . κακὸς γὰρ ὅστις μὴ σέβει τὰ δεσποτῶν
† ἐξέφυγον . μόρον ] † ἤγουν τὸν ὄλεθρον . ἔλειπες ] † κατέλειπες . οἶσθα ] † γινώσκεις .
5321093 εἰσεληλυθεναι
μείζονι σφύρᾳ καὶ εἰσώθει τοὺς σφῆνας : ὅταν δὲ ἱκανῶς εἰσεληλυθέναι σοι δοκῶσιν , ἐπιθεὶς ἐπὶ τὴν σύριγγα καὶ ἐνδήσας
θεοῦ τινα ἐπιφάνειαν ἡγουμένων τὸ πρᾶγμα καί τινα ἀγαθὸν δαίμονα εἰσεληλυθέναι αὐτοῖς εἰς τὴν οἰκίαν . παριόντα δὲ αἱ ἀρτοπώλιδες
5320116 λαβ
καὶ καῦμα ἡ θερινὴ θερμασία . Παρὰ τὸ λάβ : λὰβ δὲ τὸ διὰ μέσου τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς
καὶ καῦμα ἡ θερινὴ θερμασία . Παρὰ τὸ λάβ : λὰβ δὲ τὸ διὰ μέσου τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς
5318878 ἀοιδον
ἐξείλετο θεσμὸν μέγαν . ” θέσπιν θεῖον : “ θέσπιν ἀοιδόν . ” θεσπιδαές θείως δαιόμενον , ὅπερ ἐστὶ καιόμενον
μαθημάτων αὐτοῦ , ἔφη : Πυθαγόρην πολέμων τε διάκτορον ἐσθλὸν ἀοιδόν . εἶτα μετ ' ὀλίγας ἡμέρας τοῦ παιδὸς ἀποθανόντος
5315273 θρονοισιν
γὰρ ἀλλάξασα λεχρία πάλιν χωρεῖ τρέμουσα κῶλα καὶ μόλις φθάνει θρόνοισιν ἐμπεσοῦσα μὴ χαμαὶ πεσεῖν . καί τις γεραιὰ προσπόλων
? [ ! ! ] ! [ ἵζω Διὸς ? θρόνοισιν [ ! ! ! ] ϊσμένη ? ? :
5312581 σπληνοπεδον
κωμωιδοποιὸς ἐν τοῖς Ἰάμβοις φησίν : εἰς τὸ Κυλικράνων βαδίζων σπληνόπεδον ἀφικόμην : εἶδον οὖν τὴν Ἡράκλειαν καὶ μάλ '
, οὓς χλευάζων Ἕρμιππός φησιν : εἰς τὸ Κυλικράνων βαδίζων σπληνόπεδον ἀφικόμην : εἶδον οὖν τὴν Ἡράκλειαν καὶ μάλ '
5307265 κολοφωνιαν
καλῷ καὶ τούτῳ : ὑοσκυάμου φύλλα χλωρὰ , κηρὸν , κολοφωνίαν , στέαρ χοίρειον πρόσφατον , ἔλαιον ἴσα : τὰ
β καὶ τοῦ χυλοῦ λίτ . α , ἕψε τὴν κολοφωνίαν διηθημένην μετὰ τοῦ ἐλαίου πυρὶ μαλακῷ , ἄχρις ἂν
5305326 ὁνδε
δ ' αὔτως Εὔμαιος ἐπεύξατο πᾶσι θεοῖσι νοστῆσαι Ὀδυσῆα πολύφρονα ὅνδε δόμονδε . αὐτὰρ ἐπεὶ δὴ τῶν γε νόον νημερτέ
νῆσον ἐρήμην κάλλιπεν : τὴν δ ' ἐθέλων ἐθέλουσαν ἀνήγαγεν ὅνδε δόμονδε . ” χωρὶς δὲ τούτων ὁ Ἐρατοσθένης ἑαυτῷ
5305273 πεισθῃ
τε καὶ πράττοντας καὶ περὶ αὐτόν , ὅπως ἂν μὴ πεισθῇ , καὶ περὶ τὸν πείθοντα , ὅπως ἂν μὴ
ὦ καὶ σὺ τὴν ποικίλην κοσμήσας , ἀκούσῃ , τίσι πεισθῇ , εἰ κρείττων ὁ μαθών ἐστι τοῦ τὸ πρῶτον
5304420 ἀναμενων
κἀκεῖ ποιεῖν τὴν προσοχὴν ἔχειν . Ὥσπερ εἴ τις ἀκοῦσαι ἀναμένων ἣν ἐθέλει φωνήν , τῶν ἄλλων φωνῶν ἀποστὰς τὸ
τινὸς κατενήνεκται . ἀκούσας ἀνέβλεπον εἰς οὐρανὸν ψεκάδας αἵματι συμμιγεῖς ἀναμένων , οἵας ἀφῆκεν ἐπὶ Σαρπηδόνι Ζεύς , οὐ μὴν
5302994 διχορδον
Σώπατρος δ ' ὁ παρῳδὸς ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ Μυστάκου θητίῳ δίχορδον εἶναί φησι τὴν πηκτίδα λέγων οὕτως : πηκτὶς δὲ
' ἐχθὲς ὠμοὺς εἰς τὸ πῦρ ἀποσβέσας καὶ πρὸς τὸ δίχορδον ἐτερέτιζες . ᾐσθόμην : ἐκεῖνο δρᾶμα , τοῦτο δ
5300818 ἐκπιειν
, ἢ καὶ ὑπὸ σφέων αὐτῶν , δοκέουσι πολὺ ἂν ἐκπιεῖν . Ὕδωρ ψυχρὸν , δοθὲν ἵνα ἀπεμέσῃ , ὠφελέει
ἐκποθῇ . εἶθ ' ὅταν τὸν οἶνον αὐτὰς αἰτιώμεθ ' ἐκπιεῖν , λοιδοροῦνται κὠμνύουσι μὴ ' κπιεῖν ἀλλ ' ἢ
5297341 ἀφικοιτο
τὴν ἑαυτοῦ πόλιν , ἔφευγε δὲ εἰς οὓς τὸ πρῶτον ἀφίκοιτο τόπους . καίτοι τίς χάρις τῷ βίῳ , κακοπαθεῖν
οὗτος ὁ τόπος ; Καὶ πῶς ἄν τις εἰς αὐτὸν ἀφίκοιτο ; Ἀφίκοιτο μὲν ἂν ὁ φύσει ἐρωτικὸς καὶ ὄντως
5292842 δελφακα
ποταμόν , αὐτὸς δὲ ἐπὶ τοῦ χείλεος τοῦ ποταμοῦ ἔχων δέλφακα ζωὴν ταύτην τύπτει . ἐπακούσας δὲ τῆς φωνῆς ὁ
κεφαλὴν ἐκπηδῶν , τὸ δὲ μέγεθός ἐστι τοῦ τικτομένου κατὰ δέλφακα τὴν μεγίστην . μιᾷ δὲ μητρὶ πλείω ἐλεφαντίσκια ἕπεται
5283925 φεροντ
ἐρασθέντα Σκύλλης ἐλθεῖν αὐτῆς εἰς τὸ ἄντρον ἢ κόγχου δώρημα φέροντ ' Ἐρυθραίης ἀπὸ πέτρης , ἢ τοὺς ἀλκυόνων παῖδας
ἆρ ' οἴσει τρία ; τὸν δ ' ἴσον ἴσῳ φέροντ ' : ἐγὼ δ ' ἐκτήκομαι . τὴν μὲν
5281685 ἐρου
, . . . οὐθ ' ἑλετή . Περὶ ταύτης ἔρου δή , ὅτε ψυχὴ τέμνεται , λῃστεύεται , πολιορκεῖται
καὶ τάχα ἂν εἴη κατὰ τὴν παλαιὰν σημασίαν γεγραμμένον τὸ ἔρου ἔρω , μετελήφθη δὲ εἰς τὸ ω . ἔν
5280692 ταμιειον
φόρος ταχθείς : ἐτάχθη ὑπὸ Ἀριστείδου τοῦ δικαίου ὁ πρῶτος ταμιεῖόν τε Δῆλος ἦν αὐτοῖς : ἵνα μὴ δόξωσιν οἱ
σφόδρα ὁμόσε τοῖς φανεροῖς ἰὼν , ὅστις οὐκ ἂν συγχωρήσειε ταμιεῖόν τε κοινὸν τῆς Ἀσίας εἶναι τὴν πόλιν καὶ τῆς
5279891 διηθει
. κηρόν , πίσσαν , ῥόδινον τῆκε μαλακῷ πυρὶ καὶ διήθει , χαλβάνην δέ , κρόκον , ἀμμωνιακόν , λιβανωτὸν
χυλὸς ἀναποθῇ : εἶτα ἐν ἄλλῳ τήξας τὰ τηκτά , διήθει κατὰ τοῦ ἑψηθέντος ἐλαίου καὶ χρῶ . Κολοφωνίας λίτρας
5277759 ἐλθῃς
μὴ σὺ μὲν ἀντιβίην κείνου , τέκος , εἰς ἔριν ἔλθῃς , ἀλλ ' ἑτέρους ὄτρυνε μετὰ σφίσι νείκεα βάλλειν
πολλὰ δὴ πρῴ . . μή μοι τότε γ ' ἔλθῃς : Παροιμία ἐπὶ τῶν μὴ συνερχομένων τοῖς φίλοις ἐν
5276804 τοθ
Οὐρανίδῃ μέγ ' ἄνακτι , θεῶν προτέρων βασιλῆι . τὸν τόθ ' ἑλὼν χείρεσσιν ἑὴν ἐσκάτθετο νηδύν , σχέτλιος ,
νέμεσθαι , ὄντων παίδων ἐκ τῆς γυναικὸς Φορμίωνι τουτῳί , τόθ ' ὡμολόγεις κυρίως δόντος τοῦ πατρὸς τοῦ σοῦ κατὰ
5269858 ἀπερριψεν
ἀπεσπέρμηνεν , ἡ δὲ μυσαχθεῖσα ἐρίῳ εἰς γῆν τὸν γόνον ἀπέρριψεν , ἀνεδόθη δὲ ὁ Ἐριχθόνιος ἀπὸ * τοῦ *
, ὑπερώρισενΔημοσθένης δὲ καὶ ἐξώρισεν εἶπε καὶ Ὑπερείδης ἀφώρισενἐξέβαλεν , ἀπέρριψεν ἐξέρριψεν : Θουκυδίδης δὲ καὶ τὸ ἐξεδίωξεν εἴρηκεν .
5264603 λαον
αὐτόχθονος ἐγένοντο παῖδες Ἰάπυξ καὶ Δαύνιος καὶ Πευκέτιος . οὗτοι λαὸν ἀθροίσαντες ἀφίκοντο τῆς Ἰταλίας παρὰ τὸν Ἀδρίαν : ἐξελάσαντες
τὰ μακρὰ κουφίζονται , δῆλον ἀπὸ τοῦ Βούλομ ' ἐγὼ λαὸν σόον ἔμμεναι , παρ ' Ὁμήρῳ . Τὸ δὲ
5261620 βαλω
οὐδ ' ὁ Ζεὺς νικῆσαι δύναται . εἰς φυλακήν σε βαλῶ . τὸ σωμάτιον . ἀποκεφαλίσω σε . πότε οὖν
' ὅταν κεκαυμένον ἴδω νιν , ἄρας θερμὸν ἐς μέσην βαλῶ Κύκλωπος ὄψιν ὄμμα τ ' ἐκτήξω πυρί . ναυπηγίαν
5247894 μαστευων
ἐπῳδός ἐστι τῷ πειρωμένῳ . σύνθημ ' ἐρωτῶν , ἄλλο μαστεύων χρέος αὑτόν τε πράσσων εὖ τίθησιν εἰς μέσον ,
οὐδὲ ἀνελεύθερος , οὐδὲ ἐραστὴς τοῦ πλείονος , οὐδὲ ἐπικέρδια μαστεύων ἢ τόκους , ἀλλ ' αὐτὸ ἀγαπῶν τὸ ἀρχαῖον
5245416 Ἀχαιοισιν
μνηστῆρες ἀτιμάζοντες ὄνονται . νῦν δ ' ὥρη καὶ δόρπον Ἀχαιοῖσιν τετυκέσθαι ἐν φάει , αὐτὰρ ἔπειτα καὶ ἄλλως ἑψιάασθαι
φαίνηι κακός : χρῆν ς ' , εἴπερ ἦσθα τοῖς Ἀχαιοῖσιν φίλος , τὸν χρυσὸν ὃν φὴις οὐ σὸν ἀλλὰ
5245076 ὀστρακινον
γὰρ καλοῦμεν τοὺς κακὰ ὑπομείναντας πολλά : πήλινον δὲ ἢ ὀστράκινον δοκεῖν γεγονέναι πᾶσι θάνατον σημαίνει χωρὶς τῶν διὰ γῆς
χόνδρον τοῦ λιβάνου ἅπτων εἰς λύχνον ἐντίθει εἰς κοῖλον λοπάδιον ὀστράκινον καινόν , εἶτα περικάθαψον χάλκωμα εἰς κοῖλον τετρημένον κατὰ
5241477 δραμων
καὶ γεωργὸς ὀνομαζόμενος , τὰς ἀμπέλους ἀποδράς , εἰς ἄστυ δραμών , ἑταίραν ἐξαίφνης κα - ταμαθὼν κάλλει καὶ χρυσῷ
. καίτοι κρύπτειν μὲν ἐπιχειρεῖ τὸ πάθος ὡς ὑπὲρ εἰσφορῶν δραμών , ἐμὲ δὲ οὐ λέληθε σὲ μὲν ἔργον θέμενος
5237520 καθεδειται
ἄνθρωπος οὔτε πεζὸν οὔτε δίπουν , οὔτε διαλέξεταί ποτε οὔτε καθεδεῖται . ἀλλὰ κατὰ τὸν δεύτερον ; ἀλλ ' ἀδύνατον
' ἕξουσιν αὐτοί , τοῖς δ ' ἀγαθοῖς ἐφεδρεύων ἕτερος καθεδεῖται . οὔκουν προοῖντ ' ἂν αὑτοὺς εἰς τοῦτο ,
5236618 ποδ
! ! ! ! ! ﹙ ! ﹚ στείβοισα ] ποδ [ ! ! ! ! ! ! ] α
ἀκριβολογίαν ποιησόμεθα . † παντὸς μέτρου καὶ τοῦ ὀνομαζομένου κανὼν ποδ . ἐπιπέδου λιθικοῦ πήχ . , ἐφ ' ᾧ
5236339 Ἁιδας
, κοὔποτ ' αὖθις , ἀλλά μ ' ὁ παγκοίτας Ἅιδας ζῶσαν ἄγει τὰν Ἀχέροντος ἀκτάν , οὔθ ' ὑμεναίων
ξυνωιδοὶ κακοῖς , ἴτ ' ὦ ξυναλγηδόνες , χορὸν τὸν Ἅιδας σέβει : διὰ παρῆιδος ὄνυχι λευκᾶς αἱματοῦτε χρῶτα φόνιον
5236055 τλημονα
ἂν καὶ νέας δούλας ἄρτι πρῶτον δυστυχήσασας εἰς τὴν αὐτῶν τλήμονα καὶ ἀθλίαν αἰχμάλωτον εὐνήν , ζώντων τῶν οἰκείων ἀνδρῶν
καὶ οὕτω μὲν εἴποις λαμβάνων τὴν εἰς ἔξωθεν εἰς τὸ τλήμονα εὐνήν . ἑτέρως δὲ οὕτω : γυναῖκες δὲ νέαι
5230363 ἀγεραστον
πνεῦμα λαβεῖν βιότου . Οὐ μὴν οὐδ ' υἱὸς Μήνης ἀγέραστον ἔθηκε Μουσαῖος Χαρίτων ἤρανος Ἀντιόπην , ἥ τε πολὺν
: ποῖ ἀπέρχεσθε , Δαναοὶ , λιπόντες τὸν ἐμὸν τάφον ἀγέραστον : ὡρμήθην , παρεγενόμην . οὕτως Εὐριπίδης : δεσποτικάς
5228977 στροφεα
μέχρι κλειδῶν μέρος τέρθρον , ἡ δὲ ὄπισθεν κατὰ τὸν στροφέα σφόνδυλον κοιλότης ἐπισφαγὶς προσείρηται : καὶ ταύτην περιέχουσι τένοντες
. οὕτως αὐτοῖς ἀταλαιπώρως ἡ ποίησις διέκειτο . πρὸς τὸν στροφέα τῆς αὐλείας σχίνου κεφαλὴν κατορύττειν . μὴ τἄρ '
5227657 εἱλκυσε
Αἴσωπος καὶ τῶν ἱματίων ἐκείνου δραξάμενος ὄπισθεν , πρὸς ἑαυτὸν εἵλκυσε καί φησι : ” τὴν ταχίστην με πώλησον ,
οὐκ ἐτίμα , γέρανον αὐτὴν ἐποίησε καὶ τὸν αὐχένα μακρὸν εἵλκυσε καὶ ἀπέδειξεν ὑψιπετῆ ὄρνιθα καὶ πόλεμον ἐνέβαλεν αὐτῇ τε

Back