πύξ , τουτέστι διὰ τῆς πυκτικῆς , δίδου τε αὐτῷ αἰδοίαν χάριν , ἀντὶ τοῦ τιμὴν αἰδεσίμου χάριτος , καὶ
, ἄνδρα τε πὺξ ἀρετὰν εὑρόντα . δίδοι τέ οἱ αἰδοίαν χάριν καὶ ποτ ' ἀστῶν καὶ ποτὶ ξείνων .
4781725 πυκτικης
Πολέμαρχος , καὶ τούτου ἔλεγχος . εἴτε πυκτικῇ . περὶ πυκτικῆς εὑρήσεις ὁποία τις ἦν μετὰ φύλλα δύο , ἐν
τοῦ εὐφημίαν ἕνεκα ἀρετῆς , πύξ , τουτέστι διὰ τῆς πυκτικῆς , δίδου τε αὐτῷ αἰδοίαν χάριν , ἀντὶ τοῦ
4750019 ἐριδος
πρωτείου νῦν ἁμιλλωμένας καὶ παρ ' ὧν ἡ πλείστη τῆς ἔριδος ἀρχὴ συμβαίνει , οὐκ αὐτῶν , ὥς γ '
, τοῖος ἐὼν οἷός ποτ ' ἐϋκτιμένῃ ἐνὶ Λέσβῳ ἐξ ἔριδος Φιλομηλεΐδῃ ἐπάλαισεν ἀναστάς , κὰδ δ ' ἔβαλε κρατερῶς
4503475 ἀδοκητα
φαίνετο βουλή : αὐτὸν μὲν σχέσθαι , κρύψαι δ ' ἀδόκητα μάχαιραν καλήν , ἥν οἱ ἔτευξε περικλυτὸς Ἀμφιγυήεις ,
] λέχος αἰνογάμου ! [ ˘˘ – | ] Ἑλένης ἀδόκητα [ ] ? κόραις καὶ ἀα ! ! !
4486439 σφης
τε χιτῶνας . Φίλετο δ ' αὖ παρεόντας ὁμηλικίης ἕνεκα σφῆς : καί ῥα πανημερίῃσιν ἐν εἰλαπίναισιν ὅμαρτεν . Ἀλλ
, ἀδακρύτοιό τε πέμποι ὄλβου πρὸς μέγα δῶμα φιλοφροσύνης ἕνεκα σφῆς . οὐδὲ μὲν οὐδέ ς ' ἐγώ περ ἀμοιβῆς
4466544 εὐτεχνιας
φροντίδας ἐσθιούσας τὰ μέλη , ἑλκομένους τῇ ἐπιθυμίᾳ τῆς τούτων εὐτεχνίας καὶ ὡραιότητος . . ΚΑΙ ΠΟΘΟΝ ΑΡΓΑΛΕΟΝ . Ἤγουν
τέχνας τὰ ὄργανα καλλύνονταί τε ἐξ αὐτῶν καὶ τοῦ τῆς εὐτεχνίας ἐπαίνου μεταλαμβάνουσιν . ἐπαινεῖται γὰρ πολλάκις καὶ σκέπαρνον καὶ
4450259 ἐσπετο
κατὰ νόμον ἱλάσκηται , κικλήσκει Ἑκάτην : πολλή τέ οἱ ἔσπετο τιμὴ ῥεῖα μάλ ' , ᾧ πρόφρων γε θεὰ
] εὖ ναιεταώσας [ [ πολλὴ ] ? δέ οἱ ἔσπετο τιμή [ μεγαλήτορι ] ποιμένι λαῶν . [ ]
4400546 Ἀδρηστειαν
Παλαίμονά τ ' ὀλβιοδώτην Νίκην θ ' ἡδυέπειαν ἰδ ' Ἀδρήστειαν ἄνασσαν καὶ βασιλῆα μέγαν Ἀσκληπιὸν ἠπιοδώτην Παλλάδα τ '
πόλεως καὶ Ὅμηρος μνημονεύει : οἳ δ ' ἄρ ' Ἀδρήστειαν εἶχον . ἔσκε δέ τι στιβαρὸν στύπος : στύπος
4394869 θυγατρων
θυγατέρα . δύναται δὲ καὶ οὕτως ἀκούεσθαι : τῶν Αἰήτου θυγατρῶν τὴν οὖσαν παρθένον . δολόεσσα : ἀντὶ τοῦ φρονίμη
Ἀντηνορίδαο δάμαρτι , τὴν Ἀντηνορίδης εἶχε κρείων Ἑλικάων Λαοδίκην Πριάμοιο θυγατρῶν εἶδος ἀρίστην . τὴν δ ' εὗρ ' ἐν
4375268 πιστιος
, ἣν δὴ ἐπεδέξαο . νῦν δέ μοι χρειὼ μεγάλης πίστιος , τῷ σε θέλω γυναικὶ ἐμῇ ἑσπόμενον ἔργον τέ
μεγάλων : παρὰ γὰρ τοῖσι βαρβάροισι τιμιώτεροί εἰσι οἱ εὐνοῦχοι πίστιος εἵνεκα τῆς πάσης τῶν ἐνορχέων . Ἄλλους τε δὴ
4310354 σκυζομενη
Τρώεσσι μεδέσθην . ἤτοι Ἀθηναίη ἀκέων ἦν οὐδέ τι εἶπε σκυζομένη Διὶ πατρί , χόλος δέ μιν ἄγριος ᾕρει :
αρι τὸ ἐπιτατικὸν ἐπίρρημα καὶ τὸ σκύζεσθαι , ἡ ἄγαν σκυζομένη : σκύζεσθαί οἱ εἶπε θεούς . οὕτως Ἀρτεμίδωρος ,
4263289 Ὀμπνια
Ὄμπνιος καρπός : ὁ σῖτος καὶ οἱ Δημητριακοὶ καρποί . Ὀμπνία γὰρ ἡ Δήμητρα . Ὄμφακας βλέπει : ἐπὶ τῶν
λειμών : ὁ σῖτος καὶ οἱ Δημητριακοὶ καρποί : ἐπεὶ Ὀμπνία ἡ Δημήτηρ λέγεται . ὄνος ἄγων μυστήρια : ἐπὶ
4239828 γαμεειν
γὰρ πολλὸν ἄριστος ἀνὴρ μέμονέν τε μάλιστα μητέρ ' ἐμὴν γαμέειν καὶ Ὀδυσσῆος γέρας ἕξειν . ἀλλὰ τά γε Ζεὺς
τε καὶ ταμίαι καὶ τῶν κατὰ γεωργίην ἔργων ἐπιστάται . γαμέειν δὲ ἐξ ἑτέρου γένεος οὐ θέμις , οἷον τοῖσι
4230522 στεφανων
τε , Κασταλία , πάρα Ἀλφεοῦ τε ῥέεθˈρον : ὅθεν στεφάνων ἄωτοι κλυτάν Λοκˈρῶν ἐπαείροντι ματέρ ' ἀγˈλαόδενδρον . ἐγὼ
ἔδοξεν ἀμφοτέρας τὰς χεῖρας αὐτοῦ χρυσᾶς γεγονέναι . οὐδέτερον τῶν στεφάνων ἤρατο : ἔμελλε γὰρ ὥσπερ χρυσέαις ταῖς χερσὶν ἀργαῖς
4226345 Χαριτων
πνέουσιν αὖραι , μέλος ὀργάνων δονεῖται , τάχα παστὸν Ἀφροδίτῃ Χαρίτων πλέκουσι κῶμοι . Ὁ δ ' ἔρως ὁ πάντα
, τῷ Ἰξίονι , οὕτω : Μόνη ἡ νεφέλη ἄνευ Χαρίτων τέκεν αὐτῷ , τῷ Ἰξίονι , γόνον . Ἰστέον
4216998 Ὀλυμπιοι
ἐστι παρῳχημένου χρόνου ἰσοδυναμοῦν τῷ ὅτε : ὁππότε μιν ξυνδῆσαι Ὀλύμπιοι ἤθελον . τίθεται δὲ κατὰ τὸν ἐπιόντα χρόνον συνεκφερομένου
βία , ὦ παῖ , δεδράκας ' , οἷ ' Ὀλύμπιοι θεοὶ δοῖέν ποτ ' αὐτοῖς ἀντίποιν ' ἐμοῦ παθεῖν
4216509 διοτρεφεων
καὶ μὴ προτρεπτικοὶ εἰς καταστολήν . . ὅτι Ζηνόδοτος γράφει διοτρεφέων βασιλήων : ἐπὶ δὲ τὸν Ἀγαμέμνονα ἀναφέρεται ὁ λόγος
ἢν ὀργῆς κρατῇ , καὶ ” θυμὸς δὲ μέγας ἐστὶ διοτρεφέων βασιλήων , „ ἢν λογισμῷ κολάζηται . βέλτιον δὲ
4204492 γαμος
γαμηλίων τε καὶ γενεθλίων οὕτως ὀνομαζομένων : καὶ ὅτι ὁ γάμος αἴτιος τοῦ τε ὀνομασθῆναι τούτους τοὺς θεοὺς καὶ τιμᾶσθαι
τὴν κοινωνίαν . ἀμέλει καὶ ταύτῃ χωρεῖ τοῖς πολλοῖς ὁ γάμος . οὐ γὰρ ἐπὶ παίδων γενέσει καὶ βίου κοινωνίᾳ
4198689 εὐφωνιαν
ὄνομα , καὶ τροπῇ τοῦ τ εἰς θ δι ' εὐφωνίαν βάθρον . Βλώσκω , μολῶ ἐστὶν , ἀφ '
αὐτοὺς προσέχων τὴν γνώμην παρὰ μέρη διῃρημένους τὴν κατὰ τὴν εὐφωνίαν ἐπιμέλειαν . ἢ γὰρ προσέθεσάν τι μόριον τῷ κοινῷ
4188712 Ἀτρειδων
. ἀντιστροφή . ἴαμβος . ἴαμβοι . σύστημα . τὴν Ἀτρειδῶν ] οἰκίαν , στέγην . ἐννοεῖς ] γινώσκεις .
Πύλιον γέροντα τὸν τοῖς τε Λαπίθαις συνηγωνισμένον καὶ μετὰ τῶν Ἀτρειδῶν πλέοντα ; ἦ ἵνα γέλωτα παρέχῃ τοῖς Ἀχαιοῖς ἐν
4187097 φιλησε
ἡμῖν , καὶ γὰρ ἄλλοις : [ ὃν πέρι μοῦσα φίλησε , δίδου δ ' ἀγαθόν τε κακόν τε :
, οὕνεκ ' ἄρα σφᾶς οἴμας Μοῦς ' ἐδίδαξε : φίλησε δὲ φῦλον ἀοιδῶν . ὥσπερ δεδοικὼς Ὅμηρος ὑπὲρ ἑαυτοῦ
4157666 ᾠδης
οὐρανὸν ἀηδόνες ἀπὸ γῆς ἵπτανται : τολμᾷ γὰρ ἀνάγειν ὑπὲρ ᾠδῆς εἰς αὐτὸν οὐρανὸν ὁ μῦθος ὄρνιθας . . .
τὸν νόμον τὸν ἁρμόζοντα τοῖς ἱππικοῖς διὰ μολπῆς , ἤγουν ᾠδῆς , Αἰολίδος , ἤγουν Θηβαϊκῆς ἢ Πινδαρικῆς . πέποιθα
4147235 μηνιν
, ἀμήχανον : οὐδ ' ὑπαλύξειν στεῦται ἀμειλίκτοιο Διὸς θυμαλγέα μῆνιν καὶ χόλον οὐδ ' ἄτλητον ἄγος Φρίξοιό τε ποινάς
πόλεμον Τρώων καὶ Ἀχαιῶν τὸν πόλεμον παριδὼν τὴν Ἀχιλλέως ᾔτησε μῆνιν ἄδειν τὴν Μοῦσαν . ἔχοι δ ' ἄν τις
4121390 ˘˘˘˘˘˘
! ! ! ! ς ? ἀμίαντος ? ? [ ˘˘˘˘˘˘ – – – ] ! οσισου ? , καρπὸν
ἀρετῆς πελάσαι τέρμασιν ἢ θανάτου . – ˘˘ ἥρω̆ες – ˘˘˘˘˘˘ ⋮ – – – – [ αγαλλομένη ] ?
4098443 μενη
? [ ] θεραπείας [ ] [ ] ορ ! μενη ? ? ? ? [ ] ! ! !
! ! ! ] ‖ [ ! ! ! ] μενη ? [ ! ] ἐναργει [ ! ! ἀναμενοῦντος
4097108 ἀφθιτων
μεθ ' ὁρκίων ? [ φάτιν αἴρων παλαιόν τ ' ἀφθίτων [ μήλων ? ἐπώμνυν δεῦρο [ ἰδού ? ,
ᾗ πιθήκων * γένος ὁ * πάλμυς καὶ βασιλεὺς τῶν ἀφθίτων ἤγουν τῶν θεῶν ᾤκισεν . ἡ δὲ λέξις ὁ
4093391 ἁλιευτικης
. δήνεα : βουλεύματα , βουλάς . Ἰχθυβόλου : τῆς ἁλιευτικῆς . φράζεο : σκόπει , καὶ νόησον . φράζοιο
τοὺς παρὰ λόγον καὶ παρὰ καιρόν τι πράττοντας . ἁλιεὺς ἁλιευτικῆς ἄπειρος λαβὼν αὐλοὺς καὶ δίκτυα παρεγένετο εἰς τὴν θάλατταν
4089151 ἱληκοις
τέρψις ἰδέσθαι παλλόμενον καὶ ἑλισσόμενον πεπεδημένον ἰχθύν . Ἀλλά μοι ἱλήκοις μὲν ἁλὸς πόρῳ ἐμβασιλεύων εὐρυμέδων Κρονίδης γαιηόχος , ἠδὲ
ἀλλά μοι ἱλήκοις : προκατά - στασις καὶ εὐχή . ἱλήκοις : εὐμενὴς γένοιο , ἵλεως γένοιο , ἵλεως ἔστω
4088271 ἀρνυμενοι
' Ἀχαιούς , ” ἐπὶ δὲ τῆς τιμωρίας “ τιμὴν ἀρνύμενοι , ” ἐπὶ δὲ τοῦ προστίμου “ τιμὴν δ
. † Ἀρνύμεθα : † ἀντικαταλλασσόμεθα , οἷον : τιμὴν ἀρνύμενοι Μενελάῳ σοί τε , κυνῶπα : ἐπειδὴ διὰ τῶν
4064270 τερπωλην
εἱμαρμένης ὑπάρχουσιν ἀπογεννήματα , πᾶσά τε γένεσις ὥσπερ ἐν θεάτρῳ τερπωλὴν παρέσχε τούτοις , παρ ' οἷς , ὥς φησιν
χρεία ἐστὶν ἰχθύος , καὶ τούτου γενομένου βλέπων ὁ βασιλεὺς τερπωλὴν εἶχεν . Σημείωσαι δ ' ὅτι ἦν καὶ ὁ
4038304 Ἑλενης
. φῦλον ἀντὶ τοῦ γένος : “ ὡς ὄφελ ' Ἑλένης ἀπὸ φύλων ὀλέσθαι . ” φωριαμοῖς κιβωτοῖς . ὁ
μυίας , ὥσπερ ἡ ἐμπίς . τὸν γράψαντα περὶ τῆς Ἑλένης ] Πολυκράτην λέγει τὸν σοφιστήν . Θεράπναις ] κωμύδριον
4034880 εἰναλιης
ἄσπετοι ἀντήσουσι καὶ εὔβολος ἔσσεται ἄγρη . Τέτραχα δ ' εἰναλίης θήρης νόμον ἐφράσσαντο ἰχθυβόλοι : καὶ τοὶ μὲν ἐπ
πάσας γὰρ ὁμῶς ἀπὸ κῆρας ἐρύξει . Πεύθεο δ ' εἰναλίης χέλυος κρατέουσαν ἀρωγήν δάχματος εἶλαρ ἔμεν δολιχῶν ὅσα φῶτας
4028251 ἀναινεται
ἤν οἱ χρήματα πολλὰ διδῶι , οὐδὲ γυνὴ κακοῦ ἀνδρὸς ἀναίνεται εἶναι ἄκοιτις πλουσίου , ἀλλ ' ἀφνεὸν βούλεται ἀντ
καὶ εὔδιος ἄμμιν ἱκάνοις μέτρον ἄγων : οὐ γάρ τις ἀναίνεται ἔργον ἔρωτος . πάντῃ μὲν κρατέεις , πάντῃ δέ
4021910 πορισμος
. ὑποβρύχιος : βαθὺς , περάσιμος . πόρος : ὁ πορισμός . Μέμβλεται : μεμέληται , διὰ φροντίδος ὑπάρχει :
ἀρχήν κλοπαίαν ] ποταπήν ; πέφυκε ] ὑπάρχει πόρος ] πορισμός Τοιῶνδε ἀμπλακημάτων ποινὰς ἔδει εἰπεῖν , νῦν δὲ πρὸς
4008581 παρθενιων
, ἧς πάρα Κύπριδι ταῦτα μύροις ἔτι πάντα μυδῶντα κεῖνται παρθενίων ὑγρὰ λάφυρα πόθων , σάνδαλα καὶ μαλακαί , μαστῶν
ὅτε ζυγίους ζεύξασα θεὰ σατίνας τὰν ἁρπασθεῖσαν κυκλίων χορῶν ἔξω παρθενίων † μετὰ κουρᾶν δ ' † ˘˘˘ – ἀελλόποδες
4006848 διωνυμος
. δι ' ἃ καὶ ἐν Ἰβηρίᾳ καὶ ἐν Ῥώμῃ διώνυμος ἐγένετο ὁ Γράκχος καὶ ἐθριάμβευσε λαμπρῶς . ἔτεσιν δὲ
δράκοντα γεγεννηκέναι . ὁ ἐξ αὐτῆς γεννώμενος ῥήτωρ ἄριστος καὶ διώνυμος ἐγένετο : διπλῆν γὰρ ἔχει τὴν γλῶσσαν ὁ δράκων
4003076 ἐρωτικην
τὴν τραγικὴν δυσωδίαν μυσάττεσθαι . Ὁ δέ , οἷα πᾶσαν ἐρωτικὴν μυθολογίαν ἐν τοῖς τῶν ἀσώτων συμποσίοις πεπαιδευμένος , οὐκ
ἀναμιγνύει , καὶ προσφυόμενος οὔτέ τινα εὐσχήμονα οὔτε νόμιμον οὔτε ἐρωτικὴν τῷ ὄντι ξυνυφήν . Ἐπισπᾶται δὲ αὐτὸν κάλλους φήμη
4001859 αὐχμοιο
ὄμβροιο κελαινοῦ καίριον αὐχμόν ἀνθρώποις , θήσεις δὲ καὶ ἐξ αὐχμοῖο θερείου ῥεύματα δενδρεόθρεπτα , τά τ ' αἰθέρι ναιήσονται
ἐκεῖ εὑρέθη δάφνης ] ἢ δίδου πιεῖν ἔλαιον τῆς δάφνης αὐχμοῖο ] ξηρᾶς φέροις ] πρόσφερε κόψας ] λειώσας κατέστεφε
4000132 αὐλητικην
' Ἀλεξάνδρου λαθομένα κρίσιος . ὑπὸ Δάφνιδος μαθεῖν Μαρσύαν τὴν αὐλητικήν Ἀγχοῦ δ ' Αἰγείδεω Θησέος ἐστὶ λύρη . Αὐτὰρ
Ἀλέξανδρος δέ φησιν ὁ Αἰτωλὸς ὑπὸ Δάφνιδος μαθεῖν Μαρσύαν τὴν αὐλητικήν . ἔνηβοι μὲν οἱ πεντεδεκαετεῖς καὶ πορρωτέρω : ἄνηβοι
3992141 μολοις
. ὤμοι , πόθ ' ἥξεις ; ὡς ποθεινὸς ἂν μόλοις . ] ἔα , τίς οὗτος ; οὔ τί
ἐφορμαίνουσα φίλη σωτήριος ἔλθοις . ἀλλά , θεὰ δέσποινα , μόλοις ἐπαρωγὸς ἐοῦσα νηυσὶν ἐπ ' εὐσέλμοις σωτήριος εὔφρονι βουλῆι
3985883 ἐξετελεσσεν
πῆμ ' ἀνδράσιν ἀλφηστῇσιν . αὐτὰρ ἐπεὶ δόλον αἰπὺν ἀμήχανον ἐξετέλεσσεν , εἰς Ἐπιμηθέα πέμπε πατὴρ κλυτὸν Ἀργεϊφόντην δῶρον ἄγοντα
ταῦτα δέ , κἢν δύνῃσι πάλιν Ζεύς , ὡρονομοῦντος Ἄρεος ἐξετέλεσσεν ἐπὶ πλέον , οὕνεκα τῆμος δάκρυα καὶ στοναχὰς φθιμένοις
3983593 φθισηνορα
ῥ ' ὁ γεραιὸς ζώννυθ ' ὅτ ' ἐς πόλεμον φθισήνορα θωρήσσοιτο λαὸν ἄγων , ἐπεὶ οὐ μὲν ἐπέτρεπε γήραϊ
κ ' ἐθέλῃσιν : ἠδ ' ὁπότ ' ἐς πόλεμον φθισήνορα θωρήσσωνται ἀνέρες , ἔνθα θεὰ παραγίνεται , οἷς κ
3982970 ἱλασκοντο
ἄρα πᾶσιν ἐπαρξάμενοι δεπάεσσιν : οἳ δὲ πανημέριοι μολπῇ θεὸν ἱλάσκοντο καλὸν ἀείδοντες παιήονα κοῦροι Ἀχαιῶν μέλποντες ἑκάεργον : ὃ
δι ' ἧς προσηνέγκατο θυσίας : ἀμέλει πανημέριοι μολπῇ θεὸν ἱλάσκοντο . Ἦμος δ ' ἠέλιος κατέδυ καὶ ἐπὶ κνέφας
3973066 ἑδνα
Ἰξίονα . οὗτος δ ' , ὥς φασιν , ὑποσχόμενος ἕδνα πολλὰ δώσειν Ἠϊονεῖ ἔγημε τὴν Ἠϊονέως θυγατέρα Δίαν ,
ἐπεὶ οὔ τοι ἐεδνωταὶ κακοί εἰμεν : ἡ διπλῆ ὅτι ἕδνα ἐδίδοσαν οἱ μνηστῆρες . . Ἀσίου ἀχνύμενος : ἡ
3961090 σοφης
ποτ ' ὤμοσε μαθόντα παρὰ μηδενὸς [ ἀλλ ' ἀπὸ σοφῆς φύσεως αὐτόματον ἐκμαθεῖν ] γλωττοποιεῖν εἰς τὰ πορνεῖ '
ὃν ἐγὼ μετὰ τῆς ἐμαυτοῦ τέχνης καὶ τῆς Ἠλείων πόλεως σοφῆς καὶ ἀγαθῆς βουλευσάμενος ἱδρυσάμην , ἥμερον καὶ σεμνὸν ἐν
3960024 εὐπετειας
αὐταῖς ἡμίσεια τῆς συμφορᾶς ἡ δύναμιςἀνάληψιν γὰρ ἔτι μετ ' εὐπετείας ἴσχει τὸ δὲ δὴ σάρκας ὀστοῖς συνδοῦν ὁπότ '
δίδωσιν ἡ γῆ , τῆς πόλεως εἶναι ποιοῦσι δι ' εὐπετείας τὴν κομιδὴν ἐργαζόμενοι καὶ οὐ κατακλείοντες τὰς τῶν καρπῶν
3956005 σκοπιμωτατον
διὰ τούτων εἰς ἐκείνην ἐλθεῖν ὡς εἰς τέλος τελειότατον καὶ σκοπιμώτατον . οὐδέποτε δὲ τὴν εὐδαιμονίαν τούτων χάριν αἱρούμεθα οὔτε
τέ ἐστί τι τῶν πρακτῶν ἀγαθῶν ἁπάντων τελικώτατόν τε καὶ σκοπιμώτατον , ὑφ ' ὃ πάντα ἀνάγεται : καὶ ὅτι
3948681 ˘ν
– × – – ] ἄμουσον ἀκτῆς | [ – ˘ν – × – ] ? μέλος : ἔπειτα παν
] λ ! [ . . . . × – ˘ν ] ! σε χῶρος Ἡρακλεῖ μίγα × – ˘χθον
3941280 Ἰθακης
' ἐθέλουσιν ἀληθέα μυθήσασθαι . ὃς δέ κ ' ἀλητεύων Ἰθάκης ἐς δῆμον ἵκηται , ἐλθὼν ἐς δέσποιναν ἐμὴν ἀπατήλια
ὑμετέρου δ ' οὐκ ἔστι γένευς βασιλεύτερον ἄλλο ἐν δήμῳ Ἰθάκης , ἀλλ ' ὑμεῖς καρτεροὶ αἰεί . ” τὸν
3932337 εὐχης
, ὁ δὲ ἀστερίσκος , ὅτι ἐκ τῆς τοῦ Χρύσου εὐχῆς μετενήνεκται . . . . Ο . μενέω νηῶν
θέσιν ἔσχον τοῦ ὀνόματος . προῦπτον γὰρ ὅτι τὸ γράψαιμι εὐχῆς ἐστιν παραστατικὸν καὶ τὸ περιπατῶ ὁρισμοῦ : ὅθεν εἰ
3924690 αἰδω
Μοῦσαν πρῶτον λαμβάνει εἰς Α λήγουσαν καὶ τελευταῖον ἐπάγει τὴν αἰδῶ εἰς Ω μέγα περατουμένην : ὡσαύτως καὶ ἐπὶ τῶν
θεάσασθαι γυμνήν ; ἅμα δὲ χιτῶνι ἐκδυομένῳ συνεκδύεται καὶ τὴν αἰδῶ γυνή . πάλαι δὲ τὰ καλὰ ἀνθρώποις ἐξεύρηται ,
3923451 Μους
δή σε βροτῶν αἰνίζομ ' ἁπάντων : ἢ σέ γε Μοῦς ' ἐδίδαξε Διὸς παῖς , ἢ σέ γ '
γυνή . . . , , : ἀνῆκε : „ Μοῦς ' ἄρ ' ἀοιδὸν ἀνῆκεν „ . τὸ θέμα
3922443 δεσποινης
τούτῳ μὲν αὐτὸ τοῦτ ' ἀγαπητὸν ἦν , τὸ τῆς δεσποίνης ἀξιωθῆναι : τῷ πατρὶ δ ' οὐδὲ λαμβάνοντι τοσαῦτα
τὴν ἀναίρεσιν τῶν παίδων . Ἔδοξέ τις δοῦλος παρὰ τῆς δεσποίνης ᾠὸν λαβεῖν ἑφθὸν καὶ τὸ μὲν λεπύριον ἀπορρῖψαι ,
3922011 βεττονικη
μίσυ , στυπτηρία σχιστὴ κεκαυμένη , διφρυγές , καὶ ἡ βεττονικὴ δὲ καὶ ἡ ἀλόη : σύνθετοι δ ' αἵ
στυπτηρία σχιστή , ᾗ οἱ βαφεῖς χρῶνται , ἥ τε βεττονικὴ βοτάνη καὶ ὁ χυλὸς αὐτῆς . φάρμακα δὲ τὰ
3909294 βουλεων
ἀπεκρύψατο αὐτὸ , ἀλλ ' εἶπεν ἄντικρυς Καὶ μέν μευ βουλέων ξύνιον , πείθοντό τε μύθῳ , ὄντες , φησὶ
ἀπὸ εἶδος ἄητο : τῆς μὲν Σίσυφος ] Αἰολίδης πειρήσατο βουλέων ? βοῦς ἐλάσας [ : ἀλλ ' οὔ τι
3904821 μουσαν
συνεόρταζον ἄνθρωποι ταῖς οὐρανίαις δυνάμεσιν . εἰ γάρ τις τὴν μοῦσαν ἐκείνην , τὴν ἐκ παντὸς στόματος ὑφ ' ἓν
? [ δ ' ὀμφὴν ὁ ] λύρᾳ συνετὴν [ μοῦσαν ] ἀείσας ? ? ? θεσμῴδησεν ? [ ]
3901642 ειναι
, κρατεῖν : ἰσχαλέον λεπτόν : ἰσχνεῦσα . ὑφ ' εῖναι : ἰσχαίρω : ἰσχιάζειν ἀναβάλλειν τὸ ἰσχίον : δίσκος
τε κλήσεις τὰ πολλὰ διωθούμενος ἔν τε τῶι συν - εῖναι βαρύτητι καὶ σιωπῆι δοκῶν οὐκ ἐπαινεῖν οὐδὲ ἀρέσκεσθαι τοῖς
3898890 ἰοτητα
χρήσηται ἀντὶ ἀρνητικοῦ . οἷον , Μὴ δι ' ἐμὴν ἰότητα Ποσειδάων ἐνοσίχθων . ἀντὶ τοῦ , οὐ δι '
, ξίφει φησίν , ὡς τὸ μὴ δι ' ἐμὴν ἰότητα . δεῦρό γ ' ἀεὶ ] ἕως δεῦρο .
3895324 ἱεροιο
ἠδὲ λέοντι , οὕς κεν ἴδῃς προθύροισι τεοῦ δόμου ἐξ ἱεροῖο ἁμοῦ στείχοντας , μηδὲ φρεσὶ σῇσι πλανηθῇς . Καὶ
Σμύρνην ἁλιγείτονα ποντοτίνακτον ἥν τε δι ' ἀγλαὸν εἶσιν ὕδωρ ἱεροῖο Μέλητος : ἔνθεν ἀπορνύμεναι κοῦραι Διός , ἀγλαὰ τέκνα
3885149 ἀρωγον
ἐν ἀέθλοις ἐν μάχαις τε πολέμου τιμώμενος , Ἀδραστιδᾶν θάλος ἀρωγὸν δόμοις : ὅθεν σπέρματος ἔχοντα ῥίζαν πρέπει τὸν Αἰνησιδάμου
ζῴων πλὴν ταῖς τοῦ ἀνθρώπου , ταῖς δὲ τοῦ ἀνθρώπου ἀρωγὸν καὶ τῷ ἄλλῳ σώματι . οὕτω δὲ ποικίλον τί
3880255 ζευξασα
, γεννοδότειρα , φίλανδρε , ποθεινοτάτη , βιοδῶτι , ἡ ζεύξασα βροτοὺς ἀχαλινώτοισιν ἀνάγκαις καὶ θηρῶν πολὺ φῦλον ἐρωτομανῶν ὑπὸ
? ? [ ] ἀνδράσιν εὐάντητος ἐφ [ ] Τριπτολέμῳ ζεύξασα δρακοντείων [ ζυγὰ ] δίφρων ? ? ? ?
3872069 Ἐριννυος
δάκρυσιν , ὃν ὀδυρμὸν καὶ παιᾶνα καλεῖ Ἅιδου . θ Ἐριννύος ] τῆς φθορᾶς ἤτοι τοῦ θανάτου . ἰαχεῖν Ἀίδα
ἐκεῖσε βασιλεύοντα Ἄδραστον καὶ συνεβούλευσεν αὐτῷ στρατεῦσαι κατὰ Θηβαίων . Ἐριννύος κλητῆρα ] τὸν καλεστὴν τῆς κατάρας τοῦ Οἰδίποδος .
3851651 ἀφθιτον
Οὐρανὸς Ὠκεανός τε καὶ Γῆ πάντων τε θεῶν μακάρων γένος ἄφθιτον . . πρῶτος ποικιλόμουσος Ὀρφεὺς χέλυν ἐτέκνωσεν υἱὸς Καλλιόπας
λαβεῖν : Εἰς πόλιν , ἣν κτίσητε , θεοῖς σέβας ἄφθιτον αἰεὶ θεῖναι , καὶ φυλακαῖς τε σέβειν θυσίαις τε
3849893 ἁρπαγης
αἰτῆσθε , ἀποδίδοτε τοῖς στρατηγοῖς . μηδὲ ἄχθεσθε τῆς ἐχθὲς ἁρπαγῆς μηδ ' ἐπ ' ὀλίγον : οὐ γὰρ ἐν
ἐξέσται δέ σοι ἰδόντι ταῦτα ἐλθόντα ἔτι καὶ περὶ τῆς ἁρπαγῆς βουλεύσασθαι . πρῶτον δ ' , ἔφη , ἐπὶ
3832582 μαντικην
Δαίδαλον , τὸν Ἴκαρον , τὸν Γλαῦκον , τὴν Πολυΐδου μαντικήν , τὸν Τάλω , τὸν χαλκοῦν τῆς Κρήτης περίπολον
μέρη τῆς μαντικῆς ἐγκρίνουσι . Ξενοφάνης καὶ Ἐπίκουρος ἀναιροῦσι τὴν μαντικήν . Πυθαγόρας δὲ μόνον τὸ θυτικὸν οὐκ ἐγκρίνει .
3829042 τ˘
τὰν ἐμοὶ Λάμπων [ ˘˘˘˘ – – ] βληχρὰν ἐπαθρήσαις τ˘ [ – ] τὰν εἰκ ἐτύμως ἄρα Κλειὼ πανθαλὴς
– ] [ – ] [ – Μακελὼ ] δὲ τ˘ [ – ] [ – ˘ φιλαλάκατος ] ,
3827934 ὀλβος
: περισσὸν τὸ ἓν ὡς : οὐ μόνιμος ὁ μέγας ὄλβος . κατέκλυσε γὰρ αὐτὸν δαίμων τις , ὡσεὶ λαῖφος
καταστᾶσα ὅτι αὐτὴν δίκαιόν ἐστι , ἀναγορεύειν : ὁ γὰρ ὄλβος οὐ βέβαιος , ἀλλ ' ἐφήμερος ἐξίπτατ ' οἴκων
3823962 Θωνος
φάρμακα μητιόεντα , ἐσθλά , τά οἱ Πολύδαμνα πόρεν , Θῶνος παράκοιτις , Αἰγυπτίη , τῇ πλεῖστα φέρει ζείδωρος ἄρουρα
Θῶνος : ἢ ἀπὸ τῆς Θόων εὐθείας Θόωνος καὶ κράσει Θῶνος : „ πρὸς ἀντιδιαστολὴν δὲ ἑτέρου σημαινομένου „ :
3823725 λαγνης
ἂν ἴδῃς δεδοικότα . Μηδέποτε δοῦλον ἡδονῆς σαυτὸν ποίει : λάγνης γυναικός ἐστιν οὐκ ἀνδρὸς τόδε . Ἔρως σοφιστοῦ γίγνεται
Τέννου ὦ Τέννη . Σημειούμεθα ἐν τούτῳ τῷ κανόνι τὸ λάγνης λάγνου ὦ λάγνα παρ ' Εὐβούλῳ ἐν Κορυδαλλῷ ,
3817719 νεμομαι
κῆπον , τὸν ποιητικὸν λέγει , νέμομαι . τοῦτον δὲ νέμομαι εἶπεν , ὅτι οἶδεν αὑτὸν εὐφυῶς καὶ δυνατῶς φράζοντα
] [ εὔδοξα ] ? ? Μοίσαις ? ? [ νέμομαι ] παρὰ [ ] Παρνασσίδι ] ? ? [
3813359 βασιληιδα
οὖσαν , μωλυθεῖσα καθαίρει ἀνεγκλήτως καὶ ἀλύπως . Πασάων βοτανῶν βασιληίδα δίζεο , κοῦρε , Σειρίου ἀντέλλοντος , ὅτε σκυλακόδρομος
Ἀπόλλων εἰς Λιβύην πέμπει καλλιστέφανον Κυρήνης εὐρείης ἄρχειν καὶ ἔχειν βασιληίδα τιμήν . ἔνθα σε βάρβαροι ἄνδρες , ἐπὰν Λιβύης
3808798 μαχλου
αἱ δ ' αὐτοὺς οὔτι τίουσιν , ἀλλὰ πόθοιο κορεσσάμεναι μάχλου τε κυθήρης αὖθις ἐπ ' ἄλλα μέλαθρα καὶ ἄλλους
ἔῤῥεξε , καὶ ἀσπέρμους θέτο τέκνων , οὐ μάλα κηδομένους μάχλου ἕνεκεν φιλότητος οὔτε φίλων σφετέρων , οὐδ ' αὖ
3806990 ἀτασθαλιης
ἑταῖρε , δικαίως χρήματα ποιοῦ , σώφρονα θυμὸν ἔχων ἐκτὸς ἀτασθαλίης , ἀεὶ τῶνδ ' ἐπέων μεμνημένος : εἰς δὲ
μέγ ' ἔτρεμεν : οὐδ ' ὅ γε λυγρῆς λῆγεν ἀτασθαλίης , ἐπεὶ ἦ φρένας ἄασε Κύπρις . Πάντῃ δ
3804874 ὑμνων
σεσήμαγκεν ; πείθομαι , ἀκολουθῶ , ἐπευφημῶν τὸν ἡγεμόνα , ὑμνῶν αὐτοῦ τὰ ἔργα . καὶ γὰρ ἦλθον , ὅτ
. ἱκέτας σέθεν : παρακαλῶ σε , Ζεῦ , Λυδίαις ὑμνῶν εὐρυθμίαις φυλάττειν τὴν Καμάριναν ἐν νίκαις καὶ ἀνδρείαις .
3801914 Παλλας
” ὣς ἔφατ ' εὐχόμενος , τοῦ δ ' ἔκλυε Παλλὰς Ἀθήνη : αὐτῷ δ ' οὔ πω φαίνετ '
ἡμῖν ξυμφέρειν . καὶ ξυμφέροι γ ' , ὦ πότνια Παλλὰς καὶ θεοί . ἀλλ ' εἶμι : σὺ δ
3801250 γηγενεες
, Δικταῖον ναίεσκεν ὑπὸ σπέος , οἱ δέ μιν οὔπω γηγενέες Κύκλωπες ἐκαρτύναντο κεραυνῷ , βροντῇ τε στεροπῇ τε :
εἰδώς Δικταῖον ναίεσκεν ὑπὸ σπέος , οἱ δέ μιν οὔπω γηγενέες Κύκλωπες ἐκαρτύναντο κεραυνῶι βροντῆι τε στεροπῆι τε : τὰ
3800843 Θεσσαλαι
σελήνην ταῖς ἐπῳδαῖς κατασπῶσι . τοῦτο δὲ ποιεῖν δοκοῦσιν αἱ Θεσσαλαὶ σφαλεῖσαι τῆς ὑπολήψεως : καθὸ Ἀγλαονίκη , Ἡγέμονος θυγάτηρ
] [ ] ! ρακλεωτης ? Ἐργῖνος ! [ [ Θεσσαλαὶ [ αἱ βόες αἵδε , παρὰ προθύροισι δ '
3799185 ὀξαλμης
καὶ τῶν δένδρων οἱ βλαστοὶ δι ' ἅλμης τε καὶ ὀξάλμης συντιθέμενοι , σχίνου λέγω καὶ τερμίνθου καὶ βάτου καὶ
, καὶ καλαμίνθη ἑψομένη δι ' οὔρου καὶ θαλάσσης ἢ ὀξάλμης . Εἰσὶ δὲ καὶ ἔμπλαστροι δριμύταται καὶ θερμόταται ,
3793856 πετεηνοις
, καὶ οὖν καὶ ἰχθύσι μὲν καὶ θηρσὶ καὶ οἰωνοῖς πετεηνοῖς ἔδωκεν ἔσθειν ἀλλήλους , ἐπεὶ οὐ δίκη ἐστὶ μετ
δ ' ἐν ἅπασιν ἀνθρώποις τε θεοῖς τε καὶ οὐρανίοις πετεηνοῖς . Ψιχάρπαξ μὲν ἐγὼ κικλήσκομαι : εἰμὶ δὲ κοῦρος
3775967 ἀπειριην
ᾠδὰς ᾄδοντι ἔοικε , καὶ ἀποδημεῖν ἐνίοτε λέγει ἐς τὴν ἀπειρίην , καὶ Δημοκρίτους εἶναι ὁμοίους ἑωυτῷ ἀναριθμήτους , καὶ
ψευσάμενοί εἰσιν οἱ ἄνθρωποι τῶν ἁλμυρῶν ὑδάτων πέρι δι ' ἀπειρίην , καὶ ὅτι νομίζεται διαχωρητικά : τὰ δὲ ἐναντιώτατά
3775478 παρακοιτις
ὁ Ἀχιλλεύς . παρέδραμε : γράφεται δαμάσσατο . Δηϊδαμείης : παρακοῖτις , Ἀχιλλεύς . Πιμπληΐδι : πεπληρωμένῃ . Μολπῇ :
ὁ Ἀχιλλεύς . παρέδραμε : γράφεται δαμάσσατο . Δηϊδαμείης : παρακοῖτις , Ἀχιλλεύς . Πιμπληΐδι : πεπληρωμένῃ . Μολπῇ :
3773119 κωμωιδιαν
νὴ τοὺϲ θεούϲ , ἐπὰν ] θεωρῶν [ ] τυγχάνω κωμωιδίαν ὅπου ] ? ? ? [ μάγειρόϲ ] ἐϲτιν
πρὸϲ αὐτοῦ νέον ἀρχομένου ] [ ] γράφειν [ ] κωμωιδίαν καὶ ταῦτα ] αὐτῶν οντοειν ! [ ! !
3767348 τοξοφοροισιν
καὶ εὐθυμάχων πολιητᾶν ἔσταθεν εὔχεσθαι Κύπριδι δαιμονίᾳ : οὐ γὰρ τοξοφόροισιν ἐμήσατο δῖ ' Ἀφροδίτα Πέρσαις Ἑλλάνων ἀκρόπολιν προδόμεν .
καὶ ἀγχεμάχων πολιητᾶν ἕστασαν εὐχόμεναι Κύπριδι δαιμονίᾳ . Οὐ γὰρ τοξοφόροισιν ἐβούλετο δῖ ' Ἀφροδίτα Μήδοις Ἑλλάνων ἀκρόπολιν δόμεναι .
3751351 ἐπικλειους
νέμεσις Δαναῶν κακὸν οἶτον ἀείδειν : τὴν γὰρ ἀοιδὴν μᾶλλον ἐπικλείους ' ἄνθρωποι , ἥ τις ἀϊόντεσσι νεωτάτη ἀμφιπέληται .
ὕμνων νεωτέρων αἴνει : Ὅμηρος : τὴν γὰρ ἀοιδὴν μᾶλλον ἐπικλείους ' ἄνθρωποι , ἥτις ἀκουόντεσσι νεωτάτη ἀμφιπέληται . ἄλλως
3744739 τιμης
Ἀρριανός : οὐδὲν ἄλλο εἰ μὴ τὰ ἐπιτήδεια τῆς δικαίας τιμῆς λαμβάνοντας . . . . εὔψυχος : Ἀρριανός :
αἱ τῶν ἀγαθῶν ἀνδρῶν ἀρεταὶ καὶ παρὰ πολεμίοις ἐνίοτε τυγχάνουσι τιμῆς . Ὅτι πολλαὶ γυναῖκες καὶ παρθένοι καὶ παῖδες ἐλεύθεροι
3741211 ἀποτινεμεν
ὅτι συνήθως τῷ ἀπαρεμφάτῳ ἀντὶ τοῦ προστακτικοῦ χρῆται Ὅμηρος , ἀποτινέμεν ἀντὶ τοῦ ἀποτίνετε . . ἥτε καὶ ἐσσομένοισι μετ
πληθυντικὸν ἔσται τὸ μάρτυροι . . τιμὴν δ ' Ἀργείοις ἀποτινέμεν : ἡ διπλῆ , ὅτι τιμὴν τὸ ἐπιτίμιον λέγει
3740983 σκηπτουχος
Ταύτης γὰρ τὸ ἐπίσημόν ἐστι τὸ σκῆπτρον : ὅθεν καὶ σκηπτοῦχος , ὁ βασιλεύς . Τὸ δὲ ἀμφέπει ποιητικὸν ἀντὶ
Ὀρσάβαρίς τε καὶ Εὐπάτρα . παρήγετο δὲ καὶ ὁ Κόλχων σκηπτοῦχος Ὀλθάκης καὶ Ἰουδαίων βασιλεὺς Ἀριστόβουλος καὶ οἱ Κιλίκων τύραννοι
3740753 παραφρονουντων
τὰς νεανικωτάτας ἡδονὰς † ζώειν χαίρων , ὥσπερ ἔνιοι τῶν παραφρονούντων διάγουσιν . οὐκοῦν ἀφροσύνην , ὡς ἔοικε , μάλιστα
χρηϲτέον καὶ ἐπὶ τῶν φρενιτικῶν καὶ τῶν μαινομένων ἢ ἄλλωϲ παραφρονούντων , ὥϲτε ταχείαν τὴν κόλληϲιν τῆϲ διαιρέϲεωϲ γενέϲθαι .
3740500 φρασθη
ὁ Πηλεὺς ἔκγονος ἦν Διός . ὁ δ ' εὖ φράσθη : ὁ δὲ Ζεύς , φησίν , ἐφράσθη ,
καλὸν δέπας ἡδέος οἴνου . αὐτὰρ ὅ γ ' ὡς φράσθη παρακείμενα πατρὸς ἑοῖο τιμήεντα γέρα , μέγα οἱ κακὸν
3739096 κιχων
: ἀντὶ τοῦ ἐν νιφοέσσῃ δειρῇ ἐν νιφοέσσῃ ἐξοχῇ * κιχών : εὑρών * ἐφράσσατο : ἐνόησεν ἀμαρακόεσσα : παραπλησία
, τῶν Ἡρακλείων ἐκγεγῶτες αἱμάτων . ἔνθα τράπεζαν εἰδάτων πλήρη κιχών , τὴν ὕστερον βρωθεῖσαν ἐξ ὀπαόνων , μνήμην παλαιῶν
3734578 ἀρωγην
τάδε πάντα μετήλυθον ὁρμαίνουσα , εἴ τινα συμφράσσαιο καὶ ἀρτύνειας ἀρωγήν . ἀλλ ' ὄμοσον Γαῖάν τε καὶ Οὐρανόν ,
σπέρμαθ ' ὅσον κύμβοιο τραπεζήεντος ἑλέσθαι καρδόπῳ ἐντρίψας πιέειν ὀφίεσσιν ἀρωγήν . Νῦν δ ' ἄγε τοι ἐπίμικτα νόσων ἀλκτήρια
3732853 στυγερης
, ἣν δὴ λαοῖς ἡγεῖσθε κέλευθον : τὴν δὲ διὰ στυγερῆς ἔριδος καὶ ἀνάλκιδος ἄτης εἰσαφικάνουσι . . . τὴν
τεὸν ἄστυ μετήλυθε , πόλλ ' ἐπαληθείς ἄστεα καὶ πελάγη στυγερῆς ἁλός , εἴ οἱ ὀπάσσαις . αὐτῷ δ '
3731829 ταμιαι
παντὸς πρὸς τὰς ἐπειγούσας ὑπηρεσίας , ἐφ ' αἷς καὶ ταμίαι τινὲς ἐχειροτονοῦντο . ἐχρῶντο δ ' αὐταῖς , εἰ
μήτε τοὺς βέλτιον καὶ δικαίως βουλευσαμένους ἀκύρους καταστήσητε . οἱ ταμίαι γὰρ ἅπαντα καὶ κατὰ τοὺς νόμους καὶ κατὰ τὸ
3726914 πολυαινε
' ἐγγὺς ἰὼν καί μιν πρὸς μῦθον ἔειπεν ὦ Ὀδυσεῦ πολύαινε δόλων ἆτ ' ἠδὲ πόνοιο σήμερον ἢ δοιοῖσιν ἐπεύξεαι
διπλῆ ὅτι ἅπαξ τὴν πρότμησιν ὠνόμασεν . . ὦ Ὀδυσεῦ πολύαινε , δόλων ἆτ ' ἠδὲ πόνοιο : ὅτι ἐμφαίνει
3725198 βασιληων
γένος ἀπόλωλε τοκήων , ἀλλ ' ἀνδρῶν γένος ἐστὲ διοτρεφέων βασιλήων σκηπτούχων , ἐπεὶ οὔ κε κακοὶ τοιούσδε τέκοιεν .
ἔμεν οὐδὲ δέκ ' ἄλλων οἵτε πολύρρηνες πάντων ἔσαν ἐκ βασιλήων . Ἠέλιος δ ' ᾧ παιδὶ τόγ ' ἔξοχον
3717139 δικαν
ἔσαν Ταλαοῦ παῖδες , βιασθέντες λύᾳ . κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ . ἀνδροδάμαντ ' Ἐριφύλαν , ὅρκιον
μοι . ὤιμωξα κἀγὼ πρὸς τέκνων χειρουμένης . νέμει τοι δίκαν θεός , ὅταν τύχηι . σχέτλια μὲν ἔπαθες ,
3715690 ἀστων
δυσχίμου πλημυρίδος , πλόκαμον ἰδούσῃ τόνδε : πῶς γὰρ ἐλπίσω ἀστῶν τιν ' ἄλλον τῆσδε δεσπόζειν φόβης ; ἀλλ '
παῖδα δ ' οὔτ ' ἐμὴν κτενῶ οὔτ ' ἄλλον ἀστῶν τῶν ἐμῶν ἀναγκάσω ἄκονθ ' : ἑκὼν δὲ τίς
3714443 Ὁμηρ
Ὁμήρου ὑπερτεροῦντος φθονῶν ὁ Ἡσίοδος ἄρχεται πάλιν : υἱὲ Μέλητος Ὅμηρ ' εἴ περ τιμῶσί σε Μοῦσαι , ὡς λόγος
Ὁμήρου ὑπερτεροῦντος φθονῶν ὁ Ἡσίοδος ἄρχεται πάλιν : υἱὲ Μέλητος Ὅμηρ ' εἴ περ τιμῶσί σε Μοῦσαι , ὡς λόγος
3712650 γεναρχα
ἔνθα καὶ ἔνθα , ἔλθοις σὺν νεφέλαις νοτίαις , ὄμβροιο γενάρχα : τοῦτο γὰρ ἐκ Διός ἐστι σέθεν γέρας ἠερόφοιτον
εὐυμνότατοι , Φοῖβέ τε καὶ Ζεῦ , Διδύμων [ ] γενάρχα Ἀπόλλων [ ] ἐκ Δήλου ἀφικνεῖται εἰς τὸ Μιλήτου
3712225 Μουσης
οὐδεὶς Ἀμφίων οὐδὲ Ὀρφεύς : ὁ μὲν γὰρ υἱὸς ἦν Μούσης , οἱ δὲ ἐκ τῆς Ἀμουσίας αὐτῆς γεγόνασι :
αὐτῷ ἐπιγεγράφθαι : ὧδε Λίνον Θηβαῖον ἐδέξατο γαῖα θανόντα , Μούσης Οὐρανίης υἱὸν ἐϋστεφάνου . καὶ ὧδε μὲν ἀφ '
3708143 ἀπονεμομενων
μὲν μέρος εἰμί , οὐδενὶ δυσαρεστήσω τῶν ἐκ τοῦ ὅλου ἀπονεμομένων : οὐδὲν γὰρ βλαβερὸν τῷ μέρει ὃ τῷ ὅλῳ
τε ἀνωτάτω τιμῆς , ἐπεὶ κοινωνοὶ τῶν κατ ' εὐχαριστίαν ἀπονεμομένων γίνονται θεῷ , καὶ τοῦ περὶ μόνα πραγματεύεσθαι δεῖν

Back