] τί τὴν τυραννίδ ' , ἀδικίαν εὐδαίμονα , τιμᾶις ὑπέρφευ καὶ μέγ ' ἥγησαι τόδε ; περιβλέπεσθαι τίμιον ; | ||
τῶν μετοίκων τιμώμενος . μεταβάλλεσθαι : τὸ μεταπιπράσκειν . μηδὲν ὑπέρφευ : Κρατῖνος ἐπὶ τοῦ μηδὲν ἄγαν . μάσθλης : |
' ] κατὰ τοῦτο . ἀνδρὶ ] τῶι Ἀγαμέμνονι . φλεόντων ] πληθυνόντων , αὐξομένων . ἐπωιδὸν ] μειλικτικήν , | ||
ὄξος ] λείπει τὸ ὡς . γάγγαμον ] δίκτυον . φλεόντων ] φλυαρούντων . πρόστριμμα ] κακίαν . ἄτιμος ] |
ἑτέρου : κρεῖττον γὰρ παρὰ πολὺ διαβάλλεσθαι πρὸς ὑμῶν ἢ ἐπαινεῖσθαι . ὅμως μέντοι δέδοικα τοῦτο , μή με ὁ | ||
ὅτι τῆς ἡλικίας τῆς τοιαύτης εὐδιαβόλως ἐχούσης , σοὶ μᾶλλον ἐπαινεῖσθαι συμβέβηκεν . οὐ γὰρ μόνον οὐδὲν ἐξαμαρτάνειν , ἀλλὰ |
ῥύεσθε . ποῖον δ ' ἀμείψεσθε γαίας πέδον τᾶσδ ' ἄρειον , ἐχθροῖς ἀφέντες τὰν βαθύχθον ' αἶαν , ὕδωρ | ||
γῆς δηλονότι . Ξ ἄρειον ] ἄρειον πεδίον προείρηται . ἄρειον ] κρεῖττον . θΞ ἐχθροῖσιν ] + ἤτοι τοῖς |
, ἀναγκάζεσθαι δὲ μηδὲν μηδὲ προστάττεσθαι πρᾶγμα ἱερὸν καὶ θεῶν παίδευμα καὶ ἀνθρώπων σοφῶν ἐπιτήδευμα , μηδ ' ὑπὸ δουλείαν | ||
πάντα : τὸν δρόμον τὸν ἐπὶ τὸν Δόρκωνα , τὸ παίδευμα τὸ τῶν βοῶν , πῶς κελευσθείη συρίσαι , καὶ |
. ἐπυργοῦτο στολῇ ] ἐκαλλωπίζετο , ἐσεμνύνετο . εὔαρκτον ] εὐπειθές , ὑπήκοον . ἥδ ' ] ἡ τὴν Ἑλλάδα | ||
τιμωρησάμενοι , τὸ πῦρ ἐντεῦθεν αὐτοῖς ἐξάπτεται , καὶ ἔστιν εὐπειθές , καὶ οὐ σβέννυται τῇ συνηθείᾳ τρεφόμενον . Κύκνος |
τὸ ἄλγος ἀλγαλέον καὶ κατὰ τροπὴν τοῦ λ εἰς ρ ἀργαλέον : ὡς ἀργαλέον : Ἀργαλέον τὸ βαρὺ καὶ δύσκολον | ||
περὶ σήματι : σὺν δέ οἱ ἄλλο πῆμα μάλ ' ἀργαλέον πόσιος πέλεν ἀμφ ' ἀλαοῖο . Καί ῥ ' |
Λαέρταο κλυτὸς πάις ἀντιθέοιο . Ἀλλ ' ὅτε δὴ κορέσαντο γόου καὶ πένθεος αἰνοῦ , δὴ τότε Νηλέος υἱὸς ἔτ | ||
ἐν ἄντροις , ἀπόπαυσον , ἔασον Ἀχοῖ με σὺν φίλαισιν γόου κόρον λαβεῖν . συνάλγησον , ὡς ὁ κάμνων δακρύων |
λείπει ἔργον . λόγωι ] ἐν διηγήματι . κατάπτυστον ] μισητόν . ἤικασεν δέ τις ] εἰκονίσειέ τις . τὸ | ||
ἐπιπονέστερον . στυγερὸν δὲ σημαίνει μὲν [ καὶ ] τὸ μισητόν , σημαίνει δὲ καὶ τὸ ἐπίφοβον : ἐνταῦθα δὲ |
καὶ πινύσω τὸ φρονῶ , ἐξ οὗ καὶ ἀπινύσσειν τὸ ἀφραίνειν . νοήματα : μηχανήματα . Οἵδε : ἰχθύες , | ||
καὶ ἡ τιμωρία . καὶ ἡ ὕβρις . μαίνεσθαι : ἀφραίνειν . καὶ ὀξέως πολεμεῖν . μάλα : λίαν . |
ἔτι δὲ καὶ αὐτὸς τῆς χάριτος ἐπιὼν τὴν ποίησιν σφόδρα ἄγασθαι τὸν ἄνδρα . ἀτεχνῶς γὰρ οὐκ ἄνευ θείας τύχης | ||
εἶναι καὶ ἀνόμοιον . οὐκ ἄρα πολλὰ τὰ ὄντα . ἄγασθαι . θαυμάζεσθαι . ἔθραξε . ἐτάραξεν , ἠνώχλησεν , |
τῶν δορυφόρων πρὸς ἀλλήλους διαψιθυρίζοντες . τὸ δὲ μέγιστον , ὑφορᾶσθαι δεῖ μάλιστα τοὺς φιλτάτους κἀξ ἐκείνων ἀεί τι δεινὸν | ||
μᾶλλον ἢ ἐγκλημάτων οὐδὲν ὁ Εὐμένης ἀπολιπὼν ἐκέλευε τὴν σύγκλητον ὑφορᾶσθαι νέον ἐχθρὸν εὐδοκιμοῦντα καὶ γειτονεύοντα . ἣ δ ' |
ἡμεῖς γε εἰς τὴν Ῥώμην κατάσκοπον πέμπομεν . οὐδεὶς δὲ δειλὸν κατάσκοπον πέμπει , ἵν ' , ἂν μόνον ἀκούσῃ | ||
αὐτοῖς ἢ βλάβας ἐπεισάγοντες μετανοοῦσι : ἔσθ ' ὅτε δὲ δειλὸν καὶ εὐκαταφρόνητον ἦθος ἀναλαμβάνοντες , ἐγκρατεῖς καὶ ὑποκριτικοὶ καὶ |
“ γιγνομένων ἡμῖν ἀχρήστων , ὑπερόψεταί με Λέπιδος καὶ Πλάγκος ἡττώμενον . εἰ δὲ Μουτίνης ἐξανασταῖμεν , Οὐεντίδιός τε ἡμῖν | ||
τὸ γυναικεῖον γένος εἶναι , οὗ καὶ καταγελαστότατόν ἐστι πάντων ἡττώμενον ; Ἀληθῆ , ἔφη , λέγεις , ὅτι πολὺ |
ἰδιώτην ἀποσεμνύνων φρονήματι , λόγῳ δὲ πραΰνων τὸ τῆς ἐξουσίας αὐθέκαστον . ἀλλὰ μὴν καὶ τὴν τύχην ἴδοις ἂν ὥσπερ | ||
δι ' ἡδονῆς ἐστί μοι πρᾶττε . αὐστηρὸν γὰρ καὶ αὐθέκαστον καὶ ἀληθείας ἑταῖρον καὶ ἀκριβοδίκαιον , ὄγκῳ καὶ σεμνότητι |
ἔρως . φοβεῖσθαι δὲ ἄμεινον τυχόντα ὧν βούλεταί τις ἢ ἀνιᾶσθαι ἀμελούμενον . λβʹ . Τὰ μὲν ὄμματά σου διαυγέστερα | ||
τὴν λέξιν . καρδιαλγεῖν λέγεται τὸ μετὰ ναυτίας καὶ ὀδύνης ἀνιᾶσθαι τὸν στόμαχον . Βακχεῖος μὲν ἐν αʹ φησὶν ἀργεῖν |
οἱ ἐχθροὶ θαυμάζουσιν : ἀπὸ τοῦ ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν μὴ ψέγεσθαι : ἀπὸ τῆς τῶν ἐνδόξων κρίσεως : διπλῆ δέ | ||
οἱ ἐχθροὶ θαυμάζουσιν , ἀπὸ τοῦ ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν μὴ ψέγεσθαι , ἀπὸ τῆς τῶν ἐνδόξων κρίσεως . διπλῆ δέ |
μετεωροπολῇ καὶ τὰ τοῦ κυρίου μυστήρια μυῆται , πονηρὸν καὶ δυσμενὲς κρίνει τὸ σῶμα : ὅταν δὲ ἀποστῇ τῆς τῶν | ||
τάλαινα , τίν ' ἐπικουρίαν λάβω , ἐπεὶ τὸ θεῖον δυσμενὲς κεκτήμεθα ; δὸς τόξα μοι κερουλκά , δῶρα Λοξίου |
με : διὰ γὰρ σὴν ἀπόλλυμαι χάριν , μέλλω τε θνήισκειν , δεσμίαν τέ μ ' εἰσορᾶις πρὸς σοῖσι γόνασιν | ||
: ἢν δ ' ἐγγὺς ἔλθηι θάνατος , οὐδεὶς βούλεται θνήισκειν , τὸ γῆρας δ ' οὐκέτ ' ἔστ ' |
' ἦμαρ ὅτωι βίοτος εὐδαίμων , μακαρίζω . σὲ τὸν πρόθυμον ὄνθ ' ἃ μὴ χρεὼν ὁρᾶν σπεύδοντά τ ' | ||
ἢ μόλις , αὐτὸν δὲ τοῖς ἄλλοις ἃ βούλονται ὑπηρετεῖν πρόθυμον εἶναι . καὶ πρὸς μὲν τοὺς ἐν ἀξιώματι μέγαν |
γὰρ τῶν κακῶς πεπραγότων οὐπώποθ ' ὕβρις ' , αὐτὸς ὀρρωδῶν παθεῖν . τὸ δὲ ἀρρωδεῖν τὸ ἐναντίον , τοῦτ | ||
οὐχ εὑρίσκων τινὰς τῶν ὑῶν τέως μὲν ἔκλαιε τὰς πληγὰς ὀρρωδῶν τὰς παρὰ τοῦ πατρός , ἔπειτ ' ἐλθὼν ἐπὶ |
στρατοῦ ἐστι τὸ ἐπερχόμενον , ἓν ἢ δεύτερον βούκινον παρασκευάζειν φωνεῖν : εἰ δὲ ὀλίγος , πλείονα βούκινα , ἵνα | ||
καθεύδοντι ἔπη τε ᾄδειν τῶν Ὀρφέως καὶ μέγα καὶ ἡδὺ φωνεῖν . οἱ οὖν ἐγγύτατα νέμοντες ἢ καὶ ἀροῦντες ἕκαστοι |
. Λέαινα δὲ τὰ αὐτὰ τῷ λέοντι σημαίνει , πλὴν ἥττω , καὶ τὰς ὠφελείας σαίνουσα καὶ τὰς βλάβας ἀπειλοῦσα | ||
, τοῦτο δὲ ὡς ἐν ὀνείδει ψέγειν τε καὶ καλεῖν ἥττω ἑαυτοῦ καὶ ἀκόλαστον τὸν οὕτω διακείμενον . Καὶ γὰρ |
τὸν θεὸν τάττωμεν ; πότερα ἐν τῷ ἀθροίσματι ; ἀλλὰ εὐφημεῖν ἄξιον . Λείπεται δὴ ὥσπερ εἰς ἀκρόπολιν ἀναβιβασαμένους τῷ | ||
οἷον εἰ ἀπὸ λόγων εἴη , ὅτι ἀκόλουθον τοῖς λόγοις εὐφημεῖν αὐτόν : ἢ εἴπερ ἐπὶ ἑτέροις αὐτός τι τοιοῦτον |
. ποιηταῖς . Οἶον ἀποιχομένων ] οἶον καὶ μόνον τὸ αὔχημα τῆς δόξης , ἤτοι ἡ ἀρετὴ καὶ ὁ ἔπαινος | ||
πατέρων . . . : μετέρχεται ἐπὶ τὸ δίκαιον κεφάλαιον αὔχημα : τὸ φρόνημα αὔχημα ἐκάλεσεν ἀπὸ ἀμαθίας εὐτυχοῦς : |
] παρὰ τὸ ἐξ Αἰσχύλου Μυρμιδόνων : Ἀντίλοχ ' , ἀποίμωξόν με τοῦ τεθνηκότος τὸν ζῶντα μᾶλλον : τἀμὰ γὰρ | ||
ἐν Μυρμιδόσιν . . . . : Ἀντίλοχ ' , ἀποίμωξόν με τοῦ τριωβόλου ˈ τὸν ζῶντα μᾶλλον : τἀμὰ |
. αἷς τὰς θύρας κλείουσι ; θύννου μὲν οὖν . σεμνὸν τὸ βρῶμα . καὶ τρίτη Λακωνική . ἐν ἡμέραις | ||
τροχηλατήσους ' ἐμμανῆ πλανώμενον . ἐλθὼν δ ' Ἀθήνας Παλλάδος σεμνὸν βρέτας πρόσπτυξον : εἴρξει γάρ νιν ἐπτοημένας δεινοῖς δράκουσιν |
βουλῇ τινων εὐγένειαν , οὓς ὑπώπτευεν οὐκ ἀνεξομένους μετὰ βασιλέα εὐγενέστατον τὴν ἀρχὴν μεταπεσοῦσαν ἐς ἄνδρα ἐξ ἰδιωτικοῦ καὶ ἀσήμου | ||
μετανάστην τουτονί , τὸν πάντων ἔρημον οἰκείων καὶ φίλων , εὐγενέστατον εἶναι , τῆς πρὸς θεὸν συγγενείας ὀρεχθέντα καὶ σπουδάσαντα |
λείπει τὸ ὡς . γάγγαμον ] δίκτυον . φλεόντων ] φλυαρούντων . πρόστριμμα ] κακίαν . ἄτιμος ] πολύτιμος . | ||
τὸν Διόνυσον ; ἐπὶ τῶν μὴ τὰ προσήκοντα τοῖς ὑποκειμένοις φλυαρούντων . οὐδ ' ἐν σελίνοις : ἐπὶ τῶν μηδὲ |
, συννοίας καὶ κατηφείας ἀμέτοχος ὤν , ἄλυπόν τε καὶ ἄφοβον ζωὴν καρπούμενος , αὐστηροῦ καὶ αὐχμηροῦ βίου μηδ ' | ||
, καὶ ἐπιδεικνύτω τις τοῖς ἀρχομένοις ἑαυτὸν ἄξιον ἀρχῆς , ἄφοβον δεικνὺς καὶ σχῆμα καὶ πρόσωπον καὶ λόγους . Οἱ |
δέ , μετεωρίζοντα τὴν κορυφήν 〛 . δηλοῖ δὲ τὸ γαυριᾶν . ὡς ἔλαφος , φησίν , ἠγάλλου τοῖς κέρασιν | ||
τίκτω . κομᾶν τοῦ γαυριᾶν διαφέρει . κομᾶν μὲν τὸ γαυριᾶν ἐπί τινι ἔλεγον οἱ ἀρχαῖοι , φησὶ Τρύφων : |
ἐρώντων πάθος , οἷς ἥδιστον εἰς μὲν θέαμα οἱ τῶν παιδικῶν τύποι , ἡδὺ δὲ εἰς ἀνάμνησιν καὶ λύρα , | ||
μεταστῆναι ἀπὸ διαθέσεως εἰς ἑτέραν κρείττονα διάθεσιν καὶ ἀπὸ τῶν παιδικῶν ἐπὶ τὰς σπουδάς , καὶ κατέχοντα τὰς ἡδονὰς καὶ |
μὲν διδόντων , ὑμῶν δὲ δεξαμένων τὴν ξυμμαχίαν , καὶ προεπιβουλεύειν αὐτοῖς μᾶλλον ἢ ἀντεπιβουλεύειν . Ἢν δὲ λέγωσιν ὡς | ||
δὲ τὸ ἐν τῇ Κορινθίων δημηγορίᾳ οὕτως εἰρημένον “ καὶ προεπιβουλεύειν μᾶλλον αὐτοῖς ἢ ἀντεπιβουλεύειν : ” πρὸς ὃ οἶμαι |
σήμερον Σικὶμ λεγομένη πόλις ἀσυνέτων : ὅτι ὡσεί τις χλευάσαι μωρὸν οὕτως ἐχλευάσαμεν αὐτούς : ὅτι καίγε ἀφροσύνην ἔπραξαν ἐν | ||
ἱερὰν καθαίρεται , ἄλλος ἐπαοιδαῖς ἐπιθετῶν ἐμπαίζεται , Ἰουδαῖος ἕτερον μωρὸν ἐξᾴδει λαβών . ὁ δὲ θεραπείαν ἔλαβε παρὰ τῆς |
παραχθῆναι αὐτὸν εἰς τὴν ἐκκλησίαν καὶ τηρούμενον μηδ ' ὁτιοῦν φθέγξασθαι , ἑτοίμως δὲ ἐκδέξασθαι τὸ συμβαῖνον : οἱ δὲ | ||
μὲν δοκεῖ , ὦ Σώκρατες , ἄλλως ἂν οὗτος ταῦτα φθέγξασθαι . Ἀλλ ' ἀγαπητὸν καὶ τοῦτο . πότερον γὰρ |
τῆς ἀθανάτους μὲν πρῶτα θεούς , νόμῳ ὡς διάκειται , τίμα καὶ σέβου ὅρκον , ἔπειθ ' ἥρωας ἀγαυούς , | ||
βροτοῖς ἄριστος . Νόμος ἐστὶ θεός . τοῦτον ἀεὶ πάντοτε τίμα . Ξένος ὀφείλεις εἶναι τῶν οὐ καλῶς φρονούντων . |
τε καὶ ὄντως εἴρηται , ψεῦδος δὲ αἰδοῖ καὶ δίκῃ νεμεσητὸν κατὰ φύσιντῶν τε οὖν ἄλλων εὐλαβεῖσθαι πέρι πλημμελεῖν εἰς | ||
δεῖνα καὶ ὁ δεῖνα γράφουσιν ἱστορίαν : οὓς ἐγὼ οὔτι νεμεσητὸν λέγω , ἀλλὰ ἐπίσταμαί γε σαφῶς ἄνδρας ἀγερώχους τε |
: θροεῖς νόμον ἄνομον ἀμφιθαλῆ κακοῖς στένουσα βίον . νόμον ἄνομον ] μέλος ἄμουσον . οἷα ] ὥσπερ . ξουθὰ | ||
τῷ παντὶ ἄμεινον εἶναι , τότε ἀπέδωκεν , οὐ μόνον ἄνομον ἀλλὰ καὶ ἀνόσιον θεὶς τὸ πυθοχρήστοις νόμοις μὴ πείθεσθαι |
τὰ περὶ μουσικὴν φανῆναι προσήκει τοῦ Μέμνονος , ἢ σιωπῇ προσιδεῖν τὴν πόλιν , ἀλλ ' οὐ πᾶσαν μὲν μουσικήν | ||
ἂν ἐκπλήξειε τοῦτό γε τῶν ζῴων φύσιν , εἰ δύναιντο προσιδεῖν μόνον , ταύρων τε τῶν ἀεὶ πρὸς τόνδε τὸν |
νοήσεις τὸν θεόν : μηδὲν ἀδύνατον σεαυτῷ ὑποστησάμενος , σεαυτὸν ἥγησαι ἀθάνατον καὶ πάντα δυνάμενον νοῆσαι , πᾶσαν μὲν τέχνην | ||
πάνυ : ἀντὶ τοῦ μεγάλως τιμᾷς : καὶ μέγ ' ἥγησαι τόδε : καὶ μέγα τοῦτο νομίζεις , τὸ ἄρχειν |
τοὺς μὲν βαδίζειν εὐθὺ τοῦ ἱεροῦ , αὐτὸς δὲ ἀπαλλαττόμενος δεξιοῦσθαί τε αὐτοὺς καὶ χάριν ἔχειν , ὅτι πανταχοῦ κοσμοῖεν | ||
κρέμασθαι , ἐρείδουσαι αὐτήν : τουτέστιν ἀγαθαὶ δὲ δύο πατρίδες δεξιοῦσθαί τινα , ὥσπερ δύο ἄγκυραι ἀπεσκίμφθαι ἐκ νηὸς ταχείας |
ταραχώδους , κακοηχοῦς , κακοήχου . οἴδματα : κύματα . Ἔξοχα : ἐξόχως , λίαν . δειμαίνουσι : φοβοῦνται . | ||
: κατὰ ξιφίου . ὁπλίζονται : τεχνῶνται , μηχανῶνται . Ἔξοχα : ἐξαιρέτως . Τυρσηνόν : Σικελόν . ἀγρώσσουσιν : |
, οὐ περὶ τοῦ τρόπου τὸν ἀγῶνά μοι προκεῖσθαι : διαβαλλόντων δέ με τῶν ἀντιδίκων ἀναγκαῖόν ἐστι περὶ πάντων τὴν | ||
Καρίαν . Κρείττων δὲ ἐξ ἐκείνου τοῦ ἔργου τῶν αὐτὸν διαβαλλόντων γίνεται . Περὶ Κύρου βασιλέως Περσῶν , καὶ περὶ |
ἐστὶ τίς ; μάλ ' εὐφυὴς ἄνθρωπος . ἐπὶ τραγῳδίαν ὥρμηκε νῦν , καὶ τῶν μὲν ὑποκριτῶν πολὺ κράτιστός ἐστιν | ||
. δηλώσεις γὰρ οὕτω τὴν φύσιν ἐπὶ τί μάλισθ ' ὥρμηκε . τουτὶ λαμβάνω . δεῖξον τί ἐστι πρῶτον . |
ὡς ὁμολογοῦντα τούτων εἶναί τι σπουδαῖον καὶ τὸν Σαρδανάπαλλον ἡγούμενον ζηλωτόν , ὃς ἔφη διατελέσαι τὸν βίον εὐωχούμενός τε καὶ | ||
ὀχληρόν , φαῦλον δὲ τὸν ἁπλοῦν . ἀπόβλεπτον : τὸ ζηλωτόν . ἀμφιμήτωρ : ὁ ἐξ ἑτέρας μητρὸς ἀδελφός . |
τὴν ἡμέραν . ἐργῶδές ἐστιν ἐν βίῳ βεβιωκότα τοὺς τῶν φθονούντων πάντας ὀφθαλμοὺς λαθεῖν . οὐσίδιόν μοι καταλιπόντος τοῦ πατρὸς | ||
τὴν ἡμέραν . Ἐργῶδές ἐστιν ἐν βίῳ βεβιωκότα τοὺς τῶν φθονούντων πάντας ὀφθαλμοὺς λαθεῖν . Οὐσίδιον γὰρ καταλιπόντος μοι πατρός |
ἕτεραι : χρὴ δ ' ἐν εὐθείαις ὁδοῖς στείχοντα μάρνασθαι φυᾷ . πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος , βουλαῖσι δὲ | ||
καὶ μέλι καὶ τὰ τέρπν ' ἄνθε ' Ἀφˈροδίσια . φυᾷ δ ' ἕκαστος διαφέρομεν βιοτὰν λαχόντες ὁ μὲν τά |
ἤτοι μὲν ἐγὼ παύω χόλον , οὐδέ τί με χρὴ ἀσκελέως αἰεὶ μενεαινέμεν : ἀλλ ' ἄγε θᾶσσον ὄτρυνον πόλεμον | ||
ἃ σήμαντρα λέγονται . σημάντορα δὲ λέγει τὸν ποιμένα . ἀσκελέως σκληρῶς , δυσμεταστρέπτως . ἀσπερχές συνεχές , δαψιλές , |
μόνον ὁ στέφανος ᾖ , καὶ τόν τε μισθὸν οὐκ εὐκαταφρόνητον ὁρισθῆναι καὶ τοῦτον ἐν καιρῷ τῆς χρείας ἀπραγμόνως ἀποδίδοσθαι | ||
θάνατον ἥκοντας . κήρυκες ἠδίκηντο παρ ' ὅλης πόλεως , εὐκαταφρόνητον τῷ Μήδῳ , καὶ ἅμα τὴν ἀνδρίαν τῶν αὑτοὺς |
τε καὶ ἀπέκλυσε ταῦτα . Ὅστις , ἀμπελουργέ , μὴ θεοφιλῆ σε ἡγεῖται σφόδρα , αὐτὸς ἀπήχθηται τοῖς θεοῖς : | ||
καλλίστᾳ δρόσῳ , τόν τε Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον τάνδε πόλιν θεοφιλῆ ναίοισι : Λάμπων δὲ μελέταν ἔργοις ὀπάζων Ἡσιόδου μάλα |
αὐτοῦ βουλοίμην σταθμῶν ῥυτῆρα λιπέσθαι : ἀλλὰ τὸν αἰδέομαι καὶ δείδια , μή μοι ὀπίσσω νεικείῃ : χαλεπαὶ δέ τ | ||
στεῖχε παρὰ μνηστὴν ἄλοχον , κοίμιζε δ ' ἑταίρους : δείδια γὰρ τριτάτης μοίρης μελιηδέος οἴνου πινομένης , μή ς |
ἅπας λεὼς ἐγεγήθει καὶ φαιδρὸς ἦν , ἑκάστου νομίζοντος ἱερωσύνῃ τετιμῆσθαι : δεδακρυμένοι δ ' ἕτεροι καὶ στένοντες διῆγον , | ||
ἂν τυγχάνῃ ὁμιλῶν , τούτου ὑπολογίζεται . αὐτὸ γὰρ τὸ τετιμῆσθαι μάλιστα συνεπικοσμεῖ , ὥστε τὰ μὲν δυσχερῆ ἀφανίζειν , |
ἀετὸν οὖν τὸν Ξέρξην φησὶ , διὰ τὸ βασιλικὸν καὶ γενναῖον , ἱέρακα δὲ τὸ τῶν Ἀθηναίων στράτευμα , διὰ | ||
“ καὶ κατακρώζεις ; ” Υἱὸν μονογενῆ δειλὸς εἶχε πρεσβύτης γενναῖον ἄλλως καὶ θέλοντα θηρεύειν . τοῦτον καθ ' ὕπνους |
ἔνδοθεν κέαρ , κέλευσέ τε κατ ' οὖρον ἴσχεν εὐδαίδαλον νᾶα : Μοῖρα δ ' ἑτέραν ἐπόρσυν ' ὁδόν . | ||
: ἔν τε ναῒ τὸ σύσταμα τῶ σώματος περὶ τὰν νᾶα ἔκ τινων ἀνομοίων καὶ ἐναντίων συνέστακεν , καὶ ποτὶ |
καὶ προανέχειν πάνυ σφόδρα ποιήσει φάρμακον τὸν ἀπὸ τῶν ἑρπετῶν περιγιγνόμενον τοῖς ἀνθρώποις ὄλεθρον , οὐ μήποτε συγχωροῦν εἰς ἔργον | ||
διαφυγόντος ἔχεως τὸν ἐπὶ τῇ συνουσίᾳ παρὰ τῆς θηλείας αὐτῷ περιγιγνόμενον θάνατον , μὴ ἐν ὁδῷ ποτε ἢ ἐν ἄλλῳ |
τούτων : ἐστὶν δ ' αὐτούς γε φυλάττεσθαι τῶν νῦν χαλεπώτατον ἔργον . ἔχουσι γάρ τι κέντρον ἐν τοῖς δακτύλοις | ||
τομεν δρόμου , παρὰ [ δὲ ] τὸν Λακτῆρα , χαλεπώτατον [ ] ἀκρωτήριον , κατὰ τὸ Κρητικὸν ? ἐσυρόμεθα |
πᾶσι γνώριμος ἰχθύς . ἐκ δὲ τούτου σκευάζεται ὑγρὸν κολλύριον θειότατον ποιοῦν πρὸς ἀμβλυωπίας πάσας , ὥστε ἐν τρισὶν ἡμέραις | ||
Ἄγασθαι μὲν οὖν καὶ τοῖς ἄλλοις τοῦ νόμου προσήκει τὸν θειότατον αὐτοκράτορα , μάλιστα δὲ οἷς οὐκ ἐφίησι μόνον τὴν |
ἐκεῖ δ ' ἐπειδὰν κατίδω τιν ' ἄνδρα ἠλίθιον , πλουτοῦντα δ ' , εὐθὺς περὶ τοῦτον εἰμί . κἄν | ||
τὸν τύραννον ἀπέκτειναν . Ἐν γῇ πένεσθαι μᾶλλον , ἢ πλουτοῦντα πλεῖν : παραινετική . Ἐντὶ καὶ ἄλλοι πονηροί : |
ἧς ἐβουλήθην κρατήσας οἰκουμένης , καὶ μηδὲν ὑπὸ τῆς ἐξουσίας ὑπερήφανον μηδὲ σκαιὸν εἰς τοὺς ἀρχομένους ἀναγκασθεὶς ἁμαρτεῖν , ἀλλ | ||
. : Βροῦτος ὑπὸ πάντων ὕπατος χειροτονηθεὶς , ἐφυγάδευσε τὸν ὑπερήφανον Ταρκύνιον τυραννικῶς ἀναστρεφόμενον . Ὁ δ ' ἐλθὼν εἰς |
πρόσωπον φεύγειν καὶ κατακρημνίσαι ἑαυτόν . Τῶν θαλαττίων δὲ ζῴων ἡμερώτατον εἶναι δελφῖνα : καὶ γὰρ πρὸς παῖδας ἐρωτικῶς ἔχειν | ||
σαυτῷ διαλέξῃ : Πελάγιον δὲ τουτονὶ γνοὺς ἐγνωκὼς ἔσῃ τὸν ἡμερώτατον Σύροις . ἐπαινῶ δὲ ἐντεῦθεν αὐτόν , οὐχ ὡς |
κρατεῖν ? [ ] ὡς Κλέων ; τίς δὲ οὐ πένεσθαι | μᾶλλον ὡς Ἀριστείδης ἢ πλουτεῖν ὡς Καλλίας | | ||
διασαφεῖ , τοῦ δὲ ἐπιφερομένου ἀναίρεσιν , βούλομαι πλουτεῖν ἢ πένεσθαι , βούλομαι φιλολογεῖν ἢ σχολάζειν . ποιεῖται καὶ μετὰ |
οὐδὲν τυγχάνει , ἀστήρικτον δ ' ὑπάρχει καὶ ὑπὸ μηδενὸς βοηθούμενον ἀμφίβολον τὴν χρῆσιν ἔχει καὶ ὀλισθηράν . καὶ γὰρ | ||
. ἀδύνατον γὰρ ἢ οὐ ῥᾴδιον τὰ καλὰ πράττειν μὴ βοηθούμενον τοῖς ἔξωθεν . πολλὰ γὰρ τῶν ἀρίστων πράττεται διὰ |
οἴκοθεν στάλαισιν ἅπτονθ ' Ἡρακλείαις . Ἐν πτεροῖσίν τ ' ἀκάμαντας ἵππους ] * Τουτέστιν οὐ κάμνοντας ἐν τοῖς δρόμοις | ||
μὲν ἀγάλλων θεός ἔδωκεν δίφρον τε χˈρύσεον πτεροῖσίν τ ' ἀκάμαντας ἵππους . ἕλεν δ ' Οἰνομάου βίαν παρθένον τε |
δῆτα θεραπεύοντες αὐτὸν διετέλουν ὡς ἄρχοντα ὑπήκοοι τὸ περὶ πάντα μεγαλεῖον τῆς φύσεως αὐτοῦ καταπληττόμενοι τελειοτέρας οὔσης ἢ κατὰ ἄνθρωπον | ||
ἀπὸ μακρᾶς ἀρχώμεθα καὶ εἰς μακρὰν λήγωμεν . φύσει γὰρ μεγαλεῖον ἡ μακρά , καὶ προλεγομένη τε πλήσσει εὐθὺς καὶ |
. ὥστε ἄξιον τοῖς ζῶσι τούτους ποθεῖν καὶ σφᾶς αὐτοὺς ὀλοφύρεσθαι καὶ τοὺς προσήκοντας αὐτῶν ἐλεεῖν τοῦ ἐπιλοίπου βίου . | ||
πέπεισμαι . ὀλοόν : ὀλέθριον . δεινόν . σκληρόν . ὀλοφύρεσθαι : θρηνεῖν . ἢ θέλειν . ὁμοκλῆσαι : ἀπειλῆσαι |
ἡμῖν ἐπιβάλλει μόνον ἐν τοῖς πρὸς τιμὴν θεοῦ , τὸ εὐχάριστον , τοῦτο ἀεὶ καὶ πανταχοῦ μελετῶμεν διὰ φωνῆς καὶ | ||
εὐθὺς αἰνίττονται τὰς ἐξ ἐκείνων ἀνυπερβλήτους εὐεργεσίας καὶ τὴν αὑτῶν εὐχάριστον διάθεσιν . ἔτι νῦν συγγνώμης ἀξιούσθωσαν οἱ κατ ' |
ν ἠνής , καὶ ἀπηνής . ἢ ὁ ἄποθεν τοῦ αἰνεῖσθαι , ὅ ἐστιν ἐπαινεῖσθαι : αἶνος γὰρ ὁ ἔπαινος | ||
οὐκ οἶδ ' ἐρίφου κρέα : πλὴν ὅ γε πέμψας αἰνεῖσθαι πάντων ἄξιος Ἱπποκράτης . οὐδετέρως δὲ Δίφιλος ἐν Ἀδελφοῖς |
τριετῆ παῖδα δόμῳ λιπόμαν . * Ἀμύντου † τασπσαρος ! ἄτρεστον Λακεδαίμονα , τᾶς χέρα μούνας πολλάκισανποσι ? ! ! | ||
σαφῆ : καὶ ὁ Εὐφορίων ἀτρέα δῆμον Ἀθηνῶν ἀντὶ τοῦ ἄτρεστον καὶ ἄφοβον . ὅλως τε πολὺς ὁ κίνδυνος ἐν |
θαυμαστὸν εἴ τις ἐν Ἀγκύρᾳ τεχθεὶς ὥρμησεν ἐπὶ τέχνην τῶν σεμνοτέρων : ἀγαθῶν γὰρ φύσεων ἡ πόλις ὑμῖν εὔφορος . | ||
πρὸς τὰ πλήθη πειθὼ δημιουργεῖ , φιλοσοφία δὲ περὶ τῶν σεμνοτέρων εἰδέναι ποιεῖ , καὶ νομίσας δεινόν , εἰ περὶ |
τὸ μεγαλόψυχον . πόνους ] κόπους . , ἄθλους . πονῆσαι ] κοπιᾶσαι , ἐνεργῆσαι . , τελέσαι . ἐνταῦθα | ||
ᾖ , κἂν πρόσω ὄντα τυγχάνῃ . τὸ γὰρ σφόδρα πονῆσαι ἀκινδυνότερον ἢ πρὸς τοὺς κρείττους ἀγωνίζεσθαι . ἢν δέ |
ὧν μακαρισμοὶ τοῖς κατασκευασαμένοις ἠκολούθουν μόνον , ἐπαίνου δὲ καὶ ζήλου ἄξια τὰ τῆς γνώμης ἔργα ὑπολαβών , ἧς πλεῖστοί | ||
μου περὶ Βάλλας γυναικὸς πατρός μου , τὸ πνεῦμα τοῦ ζήλου καὶ τῆς πορνείας παρετάξατο ἐν ἐμοί , ἕως συνέπεσα |
εὐτακτεῖν , ἐν δὲ τῷ σταδίῳ καὶ παρὰ τὸν ἀγωνοθέτην πλημμελεῖν . παρρησίαν δὲ ἄγω διπλῆν , ἑνὸς μὲν ἕνεκα | ||
Τυραννικὸν φρόνημα οὐκ ἂν δύναιτο Πένης ἐλέγξαι , ἐν οἷς πλημμελεῖν φιλεῖ . Λύκου καὶ προβάτου ποία συνοδία ; Ἑρμηνεία |
καὶ παραδόξου ταύτης ἀποδημίας ; Νεότης μ ' ἐπῆρε καὶ θράσος τοῦ νοῦ πλέον . Παῦσαι , μακάριε , τραγῳδῶν | ||
ὥσπερ οὐχὶ σῴζεται . Ποῖ γάρ ποτ ' ἐμβλέψασα τοιοῦτον θράσος αὐτή θ ' ὁπλίζῃ κἄμ ' ὑπηρετεῖν καλεῖς ; |
τὸ τῆς βροντῆς ἤχημα , τλητὸν καὶ ὑπομονητὸν καὶ καρτερητὸν παρέσυρας καὶ παρέρριψας καὶ παρήγαγες εἰς τὸ πεῖσαι καταλεῖψαι τὸν | ||
. λητὸν , ἤγουν λαθαστόν . . ἀνεκτὸν ἡμῖν . παρέσυρας ] ἐξήνεγκας . . παρέρριψας . . πῶς με |
μὲν Ἀσκληπιάδου , οἱ δὲ Θεαιτήτου φασίν . ὑηνῶν : σκαιῶν καὶ ἀμαθῶν [ καὶ ὑηνία : σκαιότης καὶ ἀμαθία | ||
Πουλυτίωνος κειμένην ὑπώβολον ; ὗς διὰ ῥόδων : ἐπὶ τῶν σκαιῶν καὶ ἀναγώγων . Κράτης Γείτοσιν . ὗς ὑπὸ ῥόπαλον |
ἑκαταβόλων Μοισᾶν ἀπὸ τόξων Δία τε φοινικοστερόπαν σεμνόν τ ' ἐπίνειμαι ἀκˈρωτήριον Ἄλιδος τοιοῖσδε βέλεσσιν , τὸ δή ποτε Λυδὸς | ||
, τῶν εἰς ἅπαντα τόπον διικνεῖσθαι ποιούντων τὰ ποιήματα . ἐπίνειμαι : ἤτοι τῷ χορῷ ἢ ἑαυτῷ παρακελεύεται ὁ ποιητής |
, ἄλλως δ ' οὔ . Καὶ μὲν δὴ τὸ φρονεῖν , τοῦτο δὴ συντετύχηκε μόνῳ τῷ πρώτῳ . Ὑφ | ||
κόσμον , τὰ δ ' ἤδη ζωήν , τὰ δὲ φρονεῖν καὶ ζῆν εὖ , τῷ δὲ νῷ τὸ ἀγαθόν |
θηρία οὔτε ἄλλο οὐδὲν τὸ τὰ δεινὰ ὑπὸ ἀνοίας μὴ φοβούμενον , ἀλλ ' ἄφοβον καὶ μῶρον : ἢ καὶ | ||
τὸ μεταξύ . τὸν μὲν γὰρ ἀθλιώτατον ἁπάντων τυγχάνειν , φοβούμενον μὲν ἐν τοσούτῳ χρυσῷ πενίαν , φοβούμενον δὲ νόσους |
, ἅ ἐστι μὲν ἀμφότερα τοῦ ἀνδρείου , καὶ τὸ θαρραλέον καὶ τὸ ἄφοβον , ἀλλὰ μᾶλλον εἰδοποιεῖται ὁ ἀνδρεῖος | ||
παθημάτων προσδόκημα τὸ μὲν πρὸ τῶν ἡδέων ἐλπιζόμενον ἡδὺ καὶ θαρραλέον , τὸ δὲ πρὸ τῶν λυπηρῶν φοβερὸν καὶ ἀλγεινόν |
φίλους ἔχε : Κακοῖς δὲ μὴ χαρίζου τὸ πρὸς σὲ στύγος . Καλὸν ἀεὶ τῷ κρείττονι τὸ χεῖρον ἀκολουθεῖν , | ||
θῆρα . Σχέτλι ' Ἔρως , μέγα πῆμα , μέγα στύγος ἀνθρώποισιν , ἐκ σέθεν οὐλόμεναί τ ' ἔριδες στοναχαί |
; τοῦτο δ ' ἐστὶ καὶ πρὸς ἡμῶν , ὅπως ἤρεμον καὶ ἡσύχιον βίον διάγοιμεν , αὐτοὶ δὲ πάντα τὰ | ||
δὲ ἡ παροιμία , παρόσον Βοιωτοὶ πρότερον βίον ἄλυπον καὶ ἤρεμον ἔχοντες , μετὰ τελευτὴν Λαΐου πολλοῖς κακοῖς περιέπεσον . |
παῖς ὑπασπιστοῦ σέθεν . κακόν τι κεύθεις καὶ στέγεις ὑπὸ σκότωι . οὐκ ἄν γε λέξαιμ ' ἐπ ' ἀγαθοῖσί | ||
σθένος . εἶἑν : κομίζειν τοῦδε σῶμ ' ἔσω χρεὼν σκότωι τε δοῦναι , δμῶες , ὡς , ὅταν μόληι |
' ὀλίγων τῶν μεταξὺ γενομένων ἀμοιβαίων καὶ τῶν Μηλίων εἰς ἐπιεικῆ συγκαταβαινόντων αἵρεσιν Ὥςτε δὲ ἡσυχίαν ἄγοντας ἡμᾶς φίλους μὲν | ||
ἀλλ ' οὐδὲ ἀκούειν λοιδορούμενος δύναμαι . Τὸ δὲ γέροντα ἐπιεικῆ ὑβρίζεσθαι , μηδεμίαν ἔτι ἐλπίδα ἔχοντα τοῦ δυνήσεσθαί ποτε |
ἑὸν πτολίεθρον , ὑπὲρ ξείνοιο δ ' ἄνακτος μάρναται ἐκ θυμοῖο καὶ οὐκ ἐμπάζεται ἀνδρῶν ἐνθεμένη φρεσὶ θάρσος ἀταρτηρόν τε | ||
κρατερῆς χερὸς ἀλκῇ ἐγχείη στονόεσσα ποτὶ χθονὸς οὖδας ἔρεισε δευόμενον θυμοῖο . Βάλεν δ ' Εὐήνορα δῖον τυτθὸν ὑπὲρ λαπάρην |
πρὸς αὐτοῦ τοῦ μοιχοῦ πεσεῖν ἀδήλως ἢ δικασταῖς παραδίδοσθαι . Δεινὸν ὁ μοιχὸς καὶ πᾶσαν παρῆλθεν ἀδικημάτων ὑπερβολήν : ὅθεν | ||
κατελειπόμην . Ἐγάμησεν ἣν ἐβουλόμην ἐγώ . Ἐξάραντες ἐπικροτήσατε . Δεινὸν σὺ φράγμα τῆς νύμφης λέγεις . Τηρῶ τὸν Δία |
αὐτὴν γνώμην ἔχοντες περὶ αὐτοῦ φανεῖσθε ; καὶ μὲν δὴ βουλεύειν γε δοκιμασθεὶς πεντακοσιοστὸς ὢν μετὰ τῶν ἄλλων ἐνιαυτὸν ἂν | ||
τε τὰ καλὰ καὶ ἔρδειν πάντα δίκαια , μηδέ τι βουλεύειν τῆιδε πόλει σκολιόν : δήμου τε πλήθει νίκην καὶ |
καθιστάς , ὅ περ ἄν τις πλεονεκτεῖν βουλόμενος ποιήσειεν . Ἐχρῆν δὲ αὐτόν , εἴ πέρ τι δίκαιον ἐφρόνει καὶ | ||
τάξει ἐχρήσατο . , , . = , , . Ἐχρῆν τὸν ἰητρὸν Ζητοῦσίν τινες , διὰ τί εἶπεν τὸ |
ἔστι , κηρύτ - τειν καὶ ᾄδειν πρὸς κιθάραν καὶ τραγῳδεῖν καὶ παλαίειν καὶ παγκρατιάζειν . φασὶ δὲ καὶ γράφειν | ||
γάλλους ὁρᾶν . μέμνησο δὲ ὅτι , εἴτε κωμῳδεῖν εἴτε τραγῳδεῖν ὑπολάβοι τις καὶ μνημονεύοι , κατὰ τὴν ὑπόθεσιν τοῦ |
ἐδάφη λίθῳ Λακαίνῃ καὶ Λιβύσσῃ καὶ Αἰγυπτίᾳ , καὶ δείκνυσιν ἀπειρόκαλον τὸν Μενέλεων , χαλκῷ τοὺς τοίχους τῆς οἰκίας ἀλείψαντα | ||
ὀχλοχαρές , ἀλλὰ νῆφον ἐν πᾶσι καὶ βέβαιον καὶ μηδαμοῦ ἀπειρόκαλον μηδὲ καινοτόμον : καὶ τὸ τοῖς εἰς εὐμάρειαν βίου |
συστρατεύοντας καὶ κατεσκεύαζεν αὑτὸν ἴσον ἅπασιν , ὥσθ ' ἕκαστον αἰδεῖσθαι καὶ τὸ παράβολον τῆς τόλμης ἑκουσίως ὑπο - μένειν | ||
πρᾶξαί τι αἰσχρὸν φαύλου ἂν εἴη , τὸν μέντοι πράξαντα αἰδεῖσθαι ἐπ ' αὐτῷ ἐπιεικοῦς . ἐξ ὑποθέσεως εἶπεν . |
μὲν δὴ λάλων , ὦ Πλάτων , καὶ ἀργῶν καὶ δειλῶν αὐτόθεν κατάβαλε , μή που τις καὶ Τρῶας ἐγείρῃσιν | ||
πολλῷ μᾶλλον ἐθάρσησαν οἱ στρατιῶται , καὶ συμβαλόντες ἄνευ τῶν δειλῶν ἐνίκησαν . Ἰφικράτης τοὺς πολεμίους ἐς φυγὴν τρεψάμενος εἵπετο |
δούλους καὶ πεδότριβας φιλάνθρωπον ἐκ τοῦ μύθου ἐκείνου ποιεῖν σε τιμῶντα τοὺς τὰ ὅμοια πάσχοντας , ἅτε καὶ αὐτὸν δουλεύοντα | ||
πυλωμάτων , μάλ ' εὐγενῆ τε καὶ τὸν Αἰσχύνης θρόνον τιμῶντα καὶ στυγοῦνθ ' ὑπέρφρονας λόγους . αἰσχρῶν γὰρ ἀργός |
Τρῶες * ἀκούσαντες τὴν τῶν Ἑλληνικῶν πλοίων * ἐπέλευσιν παρὰ Πολίτου τοῦ υἱοῦ Πριάμου , ὅστις σκοπὸς τῶν Τρώων ὑπῆρχε | ||
ἐπίγνωσιν . οἵ τε λόγοι οὐχ οὕτως εἰσὶν ἐσχηματισμένοι τοῦ Πολίτου ὡς πρὸς πατέρα , ἀλλ ' εἰσὶν ἐπιτεταμένοι καὶ |
' ἐγκρατῶς ἔνδειαν ὡς εἰδὼς ὅτι † ἀπόντος ἔργου τὸ ἐγκρατεύεσθαί σε δεῖ . † } Μισῶ πένητα πλουσίῳ δωρούμενον | ||
' ἐγκρατῶς ἔνδειαν ὡς εἰδὼς ὅτι † ἀπόντος ἔργου τὸ ἐγκρατεύεσθαί σε δεῖ . † } Μισῶ πένητα πλουσίῳ δωρούμενον |
δῆτ ' ἀγαθῶν ἑτάρων ὑπορίνεις , ἄλαστ ' ἄλαστα στυγνὰ πρόκακα λέγων . βοᾷ βοᾷ μοι μελέων ἔντοσθεν ἦτορ . | ||
λέγων ἐμοὶ πρόκακα , ἤτοι τὰ προγεγονότα κακά . ἢ πρόκακα ἀντὶ τοῦ ἁπλῶς κακὰ , μηδέν τι τῆς πρό |
καθάπερ ἐν δανείοις ἀπόδοσιν , καὶ θεράπουσι μὲν εἰς ὑπηρεσίαν φιλοδέσποτον , δεσπόταις δ ' εἰς ἠπιότητα καὶ πρᾳότητα , | ||
βασιλέως . ἀπίωμεν πρὸς αὐτήν : ἄγε με , Πλαγγόνιον φιλοδέσποτον . ” Ἀναδραμὼν δὲ εἰς τὰ ὑπερῷα τὸ μὲν |
. . φοβεῖται : ὅτι τὸ φοβερὸν εἶναι καὶ τὸ φθονεῖσθαι , ὡς καὶ Σοφοκλῆς [ . ] : πρὸς | ||
παρὰ τῶν οὐ φθονούντων . ἡδὺ δὲ καὶ αὐτὸ τὸ φθονεῖσθαι καὶ λαμπροῦ τινος σημεῖον . Οἱ τὸν ἥλιον οὗτοι |
, ὄφρα κεν ᾖσιν , ἢ ὅ τι ποσσίν τε ῥέξῃ καὶ χερσὶν ἑῇσιν . ἀλλ ' ἄγε πείρησαι , | ||
' οὐ πάντες ἀκούσαμεν οἷον ἔειπε . μή τι χολωσάμενος ῥέξῃ κακὸν υἷας Ἀχαιῶν : θυμὸς δὲ μέγας ἐστὶ διοτρεφέων |
ἥβαν προλείπων . Φασὶν ἀδεισιβόαν Ἀμφιτρύωνος παῖδα μοῦνον δὴ τότε τέγξαι βλέφαρον , ταλαπενθέος πότμον οἰκτίροντα φωτός : καί νιν | ||
[ ] : λείπει ἡ εἰς . οὐ καρτερήσεις : τέγξαι χεῖρα φόνου : τὸ ἑξῆς : φόνου χεῖρα φονίαν |
: παροιμία , Ὑπὸ παντὶ λίθῳ σκορπίος καθεύδει . Ὕλαν κραυγάζειν : ἐπὶ τῶν μάτην βοώντων ἡ παροιμία εἴρηται . | ||
' ὧν βοᾶν , φωνεῖν , λαλεῖν , φθέγγεσθαι , κραυγάζειν , κεκραγέναι , λέγειν . καὶ τὰ μὲν ἀπὸ |
αὐτός ; Σωκράτης . ὦ Σωκράτης . ἴθ ' οὗτος ἀναβόησον αὐτόν μοι μέγα . αὐτὸς μὲν οὖν σὺ κάλεσον | ||
: στένε καὶ στέναζε καὶ δακνάζου , βαρὺ δ ' ἀναβόησον οὐράνια ἄχη : ἀντὶ τοῦ ὀξέως κώκυσον οὐράνια ἄχη |