] , διὰ στόματος λόγου [ ἀρχή , ] [ ὄζουσα ὡς ἱερῆς ] ἔρνεα φυταλίης [ ! ! !
τῷ διαμασᾶσθαι ἐκκαίων τὴν γεῦσιν : ῥίζα εὐμεγέθης ὕπεστιν , ὄζουσα λιβάνου . Ἄλλη λιβανωτὶς πάντα ἐοικυῖα τῇ πρὸ αὐτῆς
6589702 παρετεθη
ἐνταῦθα τὸ ἠσθένει ψιλὸν ἦν ὄνομα . διὰ τοῦτο αὐτῷ παρετέθη καὶ ἰσοδυναμοῦν , ἵνα ἐκφύγῃ τὴν εὐτέλειαν , ἐπειδὴ
οὐχ ἡδύ ; ἐμοὶ μὲν μετὰ τὸ πλουτεῖν δεύτερον . παρετέθη τρίπους πλακοῦντα χρηστόν , ὦ πολυτίμητοι θεοί , ἔχων
6388330 διετρεχε
. φήμη ⌈ δὲ ⌉ τοῦ ? παραδόξου θεάματος πανταχοῦ διέτρεχε καὶ μνηστῆρες κατέρρεον εἰς Συρακούσας , δυνάσται τε καὶ
τἀκεῖ γὰρ ἐν ταύτῃ καλά , ἰχθῦς , ἔριφοι , διέτρεχε τούτων σκορπίος , ὑπέφαινεν ᾠῶν ἡμίτομα τοὺς ἀστέρας .
5546760 ἐπιηρος
ἣν ἐκεῖνος λέγει πῦρ καὶ γῆν . ἡ δὲ χθὼν ἐπίηρος ἐν εὐστέρνοις χοάνοισι τῶν δύο τῶν ὀκτὼ μερέων λάχε
, καθάπερ φησὶν Ἐμπεδοκλῆς τὸ ὀστοῦν : ἡ δὲ χθὼν ἐπίηρος ἐν εὐστέρνοις χοάνοισι τῶν δύο τῶν ὀκτὼ μερέων λάχε
5456128 σχιζομεναι
νῆσοι αἱ κατ ' ἄλλο καὶ ἄλλο μέρος τῆς θαλάττης σχιζόμεναι , Αἰγαῖος ὑπὲρ αὐτῶν ἐδείκνυτο εἶναι ἡ θάλαττα ,
' ὁπότ ' ἀκτίνων αἱ μὲν νότον αἱ δὲ βορῆα σχιζόμεναι βάλλωσι , τὰ δ ' αὖ περὶ μέσσα φαείνῃ
5188377 ῥοωδης
Κλείδημός φησιν : λεπτὸς γὰρ ὁ καρπὸς ἄπεπτος ὢν καὶ ῥοώδης . Ἡ βοήθεια δ ' ἐν δυεῖν ἔν τε
Βόσπορον καὶ διὰ τοῦ Στόματος ἐκπίπτει . Τοῦτο πορθμός ἐστι ῥοώδης , μῆκος μὲν ρκʹ σταδίων , εὖρος δέ ,
5137726 μεγαθεα
παρὰ σέο εἰρημένος . Εἰ δὲ τοιοῦτοί τε ἐόντες καὶ μεγάθεα τοσοῦτοι ὅσοι σύ τε καὶ οἳ παρ ' ἐμὲ
ἐλάσσων εἶναι τοῦ Ἴστρου . Νήσους δὲ ἐν αὐτῷ Λέσβῳ μεγάθεα παραπλησίας συχνάς φασι εἶναι , ἐν δὲ αὐτῇσι ἀνθρώπους
5022634 ὑποψαμμος
τὴν τῶν ποταμῶν πρόχωσιν : οὐ γὰρ στέριφος οὐδ ' ὑπόψαμμος ὁ βυθός , ὅθεν οὐδὲ ναυσίν , ὅτι μὴ
πετρώδης , ψαμμώδης , λιθώδης , ὑπόλιθος , ὑπόπετρος , ὑπόψαμμος , ἄφορος , ἄσπορος , ἀβαθής , ξηρά ,
4981585 βαπτουσιν
Εὐφράτην ποταμὸν πρὸς τὰς αἰχμὰς αὑτῶν χραίνουσιν , ὅ ἐστι βάπτουσιν . ἄλλως : οἱ Γερραῖοι τῷ τοιούτῳ φαρμάκῳ βουλόμενοι
. φέρει καὶ τὴν ἑτέραν τὴν μέλαιναν ᾗ τὰ ἔρια βάπτουσιν . ὃ δὲ καλοῦσί τινες φάσκον ὅμοιον τοῖς ῥακίοις
4970677 βαρυοσμα
φύλλα μακρότερα πολλῷ τοῦ ἄλλου πηγάνου ἔχων , τρυφερώτερα , βαρύοσμα : ἄνθος λευκόν , ἐπ ' ἄκρου δὲ κεφάλια
, ἔνδοθεν λευκά , ἐκ δὲ τῶν ἐκτὸς χλωρά , βαρύοσμα . Λιγυστικὸν φύεται μὲν πολὺ ἐν Λιγυστίᾳ , πάνακες
4937709 ῥιζια
τοῦ περικαθήραντα ἀναξηρᾶναι . Τὰ γὰρ ἐν τῇ Θρᾴκῃ φυόμενα ῥιζία , καθάπερ τό τε τῇ νάρδῳ προσεμφερῆ τὴν ὀσμὴν
καὶ τὸ πολύγονον ἡ βοτάνη , καὶ ἄλλοτε ταύτης τὰ ῥιζία τούτῳ , ἢν ἑψηθῇ ταῦτα ἐν γάλακτι : καὶ
4904838 κατασκιος
δὲ τῇ , εὖρος ἐοῦσα ἑκατέρη ἑκατὸν ποδῶν , δένδρεσι κατάσκιος . Τὰ δὲ προπύλαια ὕψος μὲν δέκα ὀργυιέων ἐστί
τὸ πολλὰς ἐξοχὰς ἔχειν ὀρῶν οἱ κατοικοῦντες ἄνδρες καλοῦσι : κατάσκιος δὲ καὶ πολύϋλος ὑπάρχει τοσοῦτον , ὅσον οὐδεμία τῶν
4873998 μελινης
μελίνην . “ Ξενοφῶν Ἀναβάσεως αʹ ” καὶ σίτου καὶ μελίνης , “ ἐν δὲ τῷ αὐτῷ ” πολὺν δὲ
θεῶν οὐδὲν ἡ τάλαινα δοῦσα τοῦ ταριχηροῦ γάρου ἄμαλλαι κνημοῦ μελίνης ὀρίνδην βρῦτον δὲ τὸν χερσαῖον † οὐ δυεῖν †
4831588 ἀκακων
ἐκεῖ κατοικεῖν : περὶ δὲ τὸν Παγασητικὸν κόλπον ὑπὸ παίδων ἀκάκων γυψωθέντας κόρακας . ὕστερον δὲ Αἰολεῖς , ἐκβαλόντες αὐτούς
φῦλον μετερρυθμίζετο , ἀντὶ τριχῶν πτερὰ φύον , ἐκ τῶν ἀκάκων ἀνδρῶν , κούφων δέ , καὶ μετεωρολογικῶν μέν ,
4723337 φασσας
τὴν σάρκα , συῶν τὰ ἄκρα , πέρδικάς τε καὶ φάσσας καὶ περιστερὰς λαγωούς τε καὶ λεβηρίδας . ποτὸν δὲ
μήρινθον ἐπιτείνει καὶ πάντας ὁμοῦ τοὺς στάλικας ἀναστήσας αἱρεῖ τὰς φάσσας τοῖς τοῦ λίνου κόλποις ἐμπεπτωκυίας . τοιούτοις δὲ καὶ
4715298 Φυλαξον
τοῦτο ὡς ῥοδόσταγμα : καὶ ἔχε πεφυλαγμένον ἐν φιάλῃ . Φύλαξον . Εἶτα λαβὼν ἀπὸ τῆς ἀσβέστου μέρος ἓν ,
: εἰ δ ' ἔστι σποδὸς , ἡμέρας καʹ . Φύλαξον . Εἶτα ἐκβαλὼν τοῦ κόπρου , ἔμβαλε τῷ κλοκίῳ
4709199 ἰταλικους
ἐναρίξατο : ἔσφαζεν . φῶτας : ἀνθρώπους . Βαλίους : ἰταλικούς . Μόθοισιν . τοῖς ἐν σταδίοις μόθοις . Οἰνείδης
γλεύκους ἀμιναίας σταφυλῆς τοῦτ ' ἔστι στυφούσης λευκῆς ξε ρνʹ ἰταλικούς , ἑλενίου λι ιβʹ , ἀσπαλά - θου λι
4693809 λυθρος
πνευμάτιον καὶ τὸ ἡγεμονικόν . τῶν μὲν σαρκίων καταφρόνησον : λύθρος καὶ ὀστάρια καὶ κροκύφαντος , ἐκ νεύρων , φλεβίων
: ἑκὰς δ ' ἐρυθαίνεται ὕδωρ ξανθῆς ἐκ κονίης , λύθρος δ ' ἔχει ὥστε θάλασσαν , ὣς τότε κητείοιο
4682539 ὀλιγιστος
πλείστην μὲν καλάμην χθονὶ χαλκὸς ἔχευεν , ἄμητος δ ' ὀλίγιστος . Τούτων δὴ τῶν ἐννοημάτων πλεκομένων ἀλλήλοις γίνονται λόγοι
πλείστην μὲν καλάμην χθονὶ χαλκὸς ἔχευεν , ἄμητος δ ' ὀλίγιστος , ἐπὴν κλίνῃσι τάλαντα Ζεύς , ὅς τ '
4665737 τρισσας
τοτὲ τόνδε πνιχμὸς ἀθροιζομένοιο δαμάζει . τῷ δ ' ἤτοι τρισσὰς πόσιας πόρε , μέσσα μὲν ὄξευς δοιὰς δὲ γλυκέος
ἤγουν ἀγγείῳ , τουτέστι ἐν τῇ γαστρί τόνδε ] τοῦτον τρισσὰς δὲ πόσιας : ἀντὶ τοῦ τρεῖς μοίρας πόρε ]
4648457 ἠλιβατοι
, ἀτραπιτοί τε διηνεκέες λιμένες τε πάνορμοι πέτραι τ ' ἠλίβατοι καὶ δένδρεα τηλεθάοντα . στῆ δ ' ἄρ '
: γλαυκὴ δέ ς ' ἔτικτε θάλασσα πέτραι τ ' ἠλίβατοι , ὅτι τοι νόος ἐστὶν ἀπηνής . οἱ δὲ
4613720 συμφορημα
ταμίας τούτων , ὁ ἡγεμὼν τοῦ δεσμωτηρίου , σύστημα καὶ συμφόρημα κακιῶν ἀθρόων καὶ ποικίλων εἰς ἓν εἶδος συνυφασμένων ἐστίν
καὶ ἀνακερασάμενος ὁ ζῳοπλάστης ἓν ἐκ πασῶν ἕκαστον ἡμῶν ἀπειργάζετο συμφόρημα , ἀφ ' οὗ καὶ φύραμα εἴρηται . τούτου
4608191 καθαιρειται
ὧδε ἔχῃ , φάρμακον χρὴ πιπίσκειν ὑφ ' οὗ ἄνω καθαιρεῖται : καὶ ὁκόταν ἡ ὀδύνη ἔχῃ , τῶν χλιασμάτων
ἐπ ' ἄπειρον ἐν τῇ τῶν σωμάτων τομῇ τὸ μὲν καθαιρεῖται , τὸ δὲ αὔξεται . τῶν δὲ φυσικῶν οἱ
4590129 διαμασωμενη
τὴν ἀγρίαν μασᾶσθαι κελεύοντες . καὶ ἀνεμώνης δὲ πάσης ῥίζα διαμασωμένη φλέγμα προκαλεῖται , καὶ καππάρεως τῆς ῥίζης ὁ φλοιός
ἐπισπαστικῆς τε καὶ ἀναστομωτικῆς δυνάμεως : ὅθεν ἡ τούτου ῥίζα διαμασωμένη φλέγμα προκαλεῖται , καὶ ὁ χυλὸς ἐκ ῥινῶν καθαίρει
4572505 λιτρᾳ
εἰ μὴ κικίννους ἀξίους λίτραιν δυοῖν . σὺν δὲ τῇ λίτρᾳ καὶ ἄλλα ὠνόμασε νομισμάτων ὀνόματα Ἐπίχαρμος ἐν Ἁρπαγαῖς ὥσπερ
γὰρ ια καὶ ιγ # τοῦ ἐλαίου μίξειϲ τότε τῇ λίτρᾳ τοῦ κηροῦ . Ἐν ταῖϲ ἑψήϲεϲι τῶν φαρμάκων ἡ
4551674 περιλαμβανομενα
νεωστὶ γεγονυίας , τεθραμμένης δὲ ἐν γάλακτι : τὰ δὴ περιλαμβανόμενα ἐν αὐτῇ τρίγωνα ἔξωθεν ἐπεισελθόντα , ἐξ ὧν ἂν
κόσμου περιγραφῇ , πόλεως τρόπον τῇ τῶν ἀπλανῶν ἐξωτάτω σφαίρᾳ περιλαμβανόμενα , καὶ ὡς ὁ γεννήσας πατὴρ νόμῳ φύσεως ἐπιμελεῖται
4550175 θυου
τε καὶ ἐς ἕνα , ὅθεν εὔχονται αὐτῷ καὶ ἀγῶνα θύου - σιν , ὅτε δὴ θερμὸν οὕτω καὶ ἐναγώνιον
ἅψηται τῶν ἀνθῶν ἀποκάει , δι ' ὃ καὶ μάντεις θύου - σιν ὥστε μὴ ἐκβῆναι καί φασι κωλύειν .
4498844 παρεγγυς
αἴτια ἐν μυρίαις τροπαῖς καὶ σχεδὸν οὐδὲν ἑστὼς καὶ τὸ πάρεγγυς : τὸ δὲ ἄπειρον τοῦ τε παρῳχηκότος καὶ μέλλοντος
τι καὶ ἀπλῶς μὴ εἶναι . φαίνεται δὲ διὰ τὸ πάρεγγυς εἶναι τῆς λέξεως καὶ μικρὸν διαφέρειν τὸ εἶναί τι
4476797 ἀβρωμα
πεζῶν ζῴων : ἐκλέγεσθαι δὲ ἐξ ἁπάντων τὰ εὐδιάλυτα καὶ ἄβρωμα καὶ ψαθαρὰν ἔχοντα τὴν σάρκα καὶ στυπτικήν , οἷον
μαλάχης , ἰχθύων δὲ οἱ πετραῖοι καὶ τῶν ὀρνίθων τὰ ἄβρωμα καὶ ἀπίμελα καὶ ὄρεια : ὀστρέων ὠφελιμώτατοι ἐχῖνοι πρόσφατοι
4462296 Νεριον
μδʹ γοʹʹ [ Ἀρτάβρων ] Ἀρτάβρων λιμὴν εʹ γʹʹ μεʹ Νέριον ἀκρωτήριον εʹ δʹʹ μεʹ Ϛʹʹ Ἡ δὲ ἀρκτικὴ πλευρὰ
τοῦ ἱεροῦ ἀκρωτηρίου μέχρι τῆς πρὸς Ἀρτάβροις ἄκρας ἣν καλοῦσι Νέριον : τέταρτον δὲ τὸ ἐνθένδε μέχρι τῶν βορείων ἄκρων
4455442 πεπεριοϲ
ἀλεαίνοντα τὴν γαϲτέρα φάρμακα ποτά , ὁκόϲα διὰ ζιγγιβέριοϲ καὶ πεπέριοϲ καὶ ϲελίνου τοῦ καρποῦ τοῦ ἀγρίου τοῦ ἐν πέτραιϲ
δυνάμιεϲ , κινάμωμον καὶ καϲίην , φύλλα τὰ μαλαβάθρου καὶ πεπέριοϲ καὶ ϲεϲέλιοϲ πάϲαϲ ἰδέαϲ . καὶ τί γὰρ οὐκ
4454684 πινομενους
δοκιμώτατα δὲ τοιαῦτα : τοὺς τῶν ὀρνίθων ἐγκεφάλους ἐν οἴνῳ πινομένους ἀρήγειν , καὶ τοῦ πάνακος τὴν ῥίζαν συγκαθεψομένην ἀκράτῳ
τὸ τοῦ λευκοΐου σπέρμα , καὶ κισσοῦ κορύμβους μέλανας τρεῖς πινομένους : ἀλύπως δὲ ἐλαττοῖ τὴν γονὴν πινόμενον συνεχῶς τὸ
4438879 δακτυλικος
: τὸ ιδʹ ” ἀλλ ' ἀποσεισάμεναι νέφος ὄμβριον “ δακτυλικὸς τετράμετρος : [ τὸ ιεʹ ] ” ἀθανάταις ἰδέαις
δίμετρον : τὸ ζʹ ⌋ ” τηλεφανεῖς σκοπιὰς ἀφορώμεθα “ δακτυλικὸς τετράμετρος : τὸ ηʹ ” καρπούς τ ' ἀρδομέναν
4387900 Καλλαϊκοι
ῥεῖ κατ ' Ἀκούτειαν πόλιν τῶν Ὀυακκαίων ἔχων διάβασιν , Καλλαϊκοὶ δ ' ὕστατοι , τῆς ὀρεινῆς ἐπέχοντες πολλήν :
Μινίου καὶ τοῦ Δορίου ποταμοῦ τὰ μὲν ἐπὶ θαλάσσῃ κατέχουσι Καλλαϊκοὶ οἱ Βρακάριοι , ἐν οἷς πόλεις αἵδε : Βρακαραυγούστα
4383777 δυσωδους
ἔστιν ὁ ὄγκος . καὶ ἡ ὄσφρησις εὐώδους μόνον ἢ δυσώδους ἐστὶ κριτήριον : ἀλλ ' οὐθεὶς οὕτως ἐστὶν ἄφρων
ὑπάρχει κατωνομασμένα ἔξω δυοῖν τοῖν γενικωτάτοιν , εὐώδους τε καὶ δυσώδους , ἅπερ τὴν τοῦ ἀλγεινοῦ τε καὶ ἡδέος ἔχει
4378668 Φιλοτης
. . δαίμων , ὅτε τοῦ Νείκους ἐπεκράτει λοιπὸν ἡ Φιλότης , ταῦτά τε . . . ἐξεγένοντο . ἐπὶ
τ ' οὐλόμενον δίχα τῶν , ἀτάλαντον ἁπάντηι , καὶ Φιλότης ἐν τοῖσιν , ἴση μῆκός τε πλάτος τε :
4370774 ἱδρυμενας
ὁμολογοῦσι δὲ καὶ διότι συμβαίνει νησίζειν τὰς πόλεις ἐπάνω χωμάτων ἱδρυμένας , καθάπερ καὶ ἐν Αἰγύπτῳ καὶ Αἰθιοπίᾳ : μετὰ
ἡ δόξα τοῦ θρόνου σου ; σὺ εἶ ὁ τὰς ἱδρυμένας ἑξήκοντα τραπέζας τοῖς πτωχοῖς στηρίξας : ποῦ νῦν τυγχάνει
4352352 κασιαν
δὲ λίβανον μὲν καὶ σμύρναν ἐκ δένδρων γίνεσθαί φασι , κασίαν δὲ καὶ ἐκ θάμνων : τινὲς δὲ τὴν πλείω
φαρμάκου καὶ προσέτι τὸ ἑλένιον καὶ τὸν ναρδόσταχυν καὶ τὴν κασίαν , ἔχειν δὲ ἐσκευασμένον ἕτοιμον διττόν , ὡς ἡμεῖς
4319636 Γαιῃ
: αὖτις δ ' αὖ Θαύμαντα μέγαν καὶ ἀγήνορα Φόρκυν Γαίῃ μισγόμενος καὶ Κητὼ καλλιπάρηον Εὐρυβίην τ ' ἀδάμαντος ἐνὶ
, Κἀν : Σικελῇ γῇ ῥίπτουσαν λίμνην τοὺς λουομένους : Γαίῃ δ ' ἐν Σικελῶν Τρινακρίδι χεῦμα δέδεικται αἰνότατον ,
4303553 κατονομαζεται
τίς ἐστι παρθένων ἀσκουσῶν γυναικῶν , ἥτις πάλαι τοῦ Ἀκρουλλίου κατονομάζεται . καὶ πάλιν ἄλλῃ τινὶ κουστωδίᾳ βαρβάρων ἐντυχόντες κατὰ
συνθέσεως ποιεῖται τὴν πρόοδον , καὶ διάνοια τοῦτο ἢ δόξα κατονομάζεται . , “ ἁ δὲ διάνοια τό τε πολλαπλόον
4291984 εὐκαρπῳ
ἡδείας ἔχοντι καὶ τέρψεις ἐφημέρους , τὴν δὲ Δημοσθένους διάλεκτον εὐκάρπῳ καὶ παμφόρῳ γῇ καὶ οὔτε τῶν ἀναγκαίων εἰς βίον
καὶ ὁ χῶρος οὗτος ἔρημός ἐστι , καὶ ἄγονος ἐν εὐκάρπῳ ὅλῃ κείσεται τῇ ἀρούρᾳ . ταύτῃ τοι καὶ ἐφ
4291147 τετευχατο
βουκόλος Εὐρυτίων μεμορυγμένος αἵματι πολλῷ . Ἀμφὶ δὲ χρύσεα μῆλα τετεύχατο μαρμαίροντα Ἑσπερίδων ἀνὰ πρέμνον ἀκήρατον : ἀμφὶ δ '
χαριζόμενος Διὶ πατρί . τῇ δ ' ἔνι δαίδαλα πολλὰ τετεύχατο , θαῦμα ἰδέσθαι , κνώδαλ ' ὅς ' ἤπειρος
4286081 ζωδιακου
μαθηματικοῦ , γραμμικῶς αὐτὸ ἀποδεικνύντος , ὅτι τὸ ἕκτον τοῦ ζωδιακοῦ κύκλου μέρος ἀπὸ τῆς μέχρι τῆς ἀνατολῆς ἐκβαλλομένης εὐθείας
ὡς καὶ ὁ Ἄρατος πρῶτον ἀναγράφει τὰ βορειότερα ἄστρα τοῦ ζωδιακοῦ , ἔπειθ ' οὕτως τὰ νοτιώτερα . Καὶ τὰς
4239319 θυον
δὲ καὶ λεαινόμενον καὶ πριόμενον τὸ ξύλον . Τὸ δὲ θύον , οἱ δὲ θύαν καλοῦσι , παρ ' Ἄμμωνι
λεύκη , δάφνη , πίτυς , κυπάριττος , κέδρος , θύον , ἰτέα , μυρίκη , μυρρίνη : εἰ μὴ
4232150 ἀφρονιτρα
ὑπερικόν , φαλαγγῖτις , φλόμου τὰ φύλλα , ἅλες , ἀφρόνιτρα , γύψος , καδμεῖαι πᾶσαι καὶ πάντα τὰ μεταλλικὰ
Εἶτα χωνεύεται χαλκὸς μετὰ χαλκοῦ νικαηνοῦ ἄσπρου : καὶ λαμβάνεις ἀφρόνιτρα κάτω εἰς τὴν χώνην δύο ἢ τρία διὰ τὴν
4229219 φλεγοντος
, ὡρῶν τῶν ἐτησίων ὑπαλλαγὰς ἢ θέρους χειμαίνοντος ἢ χειμῶνος φλέγοντος ἢ ἔαρος μετοπωρίζοντος ἢ μετοπώρου ἐαρίζοντος : ἤδη δὲ
ποταμοῦ , ἰτέας καὶ μυρίκας καὶ λωτὸν καὶ θρύον , φλέγοντος δὲ αὐτοῦ τὰ φορήματα καὶ τὰ θρέμματα , τείροντ
4226977 βορεης
ἔνθα δυώδεκα μὲν μένον ἤματα δῖοι Ἀχαιοί : εἴλει γὰρ βορέης ἄνεμος μέγας οὐδ ' ἐπὶ γαίῃ εἴα ἵστασθαι ,
γαῖαν , ἀλλά με κῦμα ῥόος τε περιγνάμπτοντα Μάλειαν καὶ βορέης ἀπέωσε , παρέπλαγξεν δὲ Κυθήρων . ἔνθεν δ '
4221239 εἰαρινῃ
ὅτε μυῖαι σταθμῷ ἔνι βρομέωσι περιγλαγέας κατὰ πέλλας ὥρῃ ἐν εἰαρινῇ , ὅτε τε γλάγος ἄγγεα δεύει : ὣς ἄρα
ἀνταγωνισταὶ πλείους ἢ ὅσαι μυῖαι κατὰ σταθμὸν ποιμνήιον ὥρῃ ἐν εἰαρινῇ . ὃν δέ φημι σοφιστήν , ἀγνοεῖν προσποιῇ πάλαι
4217055 στενοτατος
κτίσιν . κατὰ τὴν πόλιν ταύτην δὲ τῆς Ἀσίας σχεδὸν στενότατος αὐχήν ἐστιν εἰς τὸν Ἰσσικὸν κόλπον διήκων τήν τ
, μῆκος μὲν ρκʹ σταδίων , εὖρος δέ , ᾗ στενότατος αὐτὸς ἑαυτοῦ , τεττάρων : οὔτι γε μὴν θηρίων
4206913 περιεζωσμενοι
βίον ἀνυπόδετοι γʹ σφενδόνας κατέχοντες , μίαν τῷ τραχήλῳ ἑτέραν περιεζωσμένοι τῇ ὀσφύι καὶ τρίτην τῇ χειρὶ κατέχοντες , ὅπου
παρῆλθε , καὶ τὸν νεὼν περιέστησαν οἱ στρατευόμενοι ξιφίδια ἀφανῶς περιεζωσμένοι , Καννούτιος δὲ πρότερον ἐδημηγόρει κατὰ τοῦ Ἀντωνίου .
4203060 βλαστα
. . . . . . . . ἁδρύνει δὲ βλαστὰ βαθεῖ ' ἐν τεύχεϊ κόπρος σαμψύχου λιβάνου τε νέας
ἆσαι δὲ ῥάδικα κακοχλοίοιο κονύζης , ἢ πέπεριν τά τε βλαστὰ κατασμώξαιο βάτοιο , καί κεν πηγνυμένοιο χύσιν διὰ ῥεῖα
4201970 ἀφρολιτρον
' αὐτῆς ἤδη , καὶ τῶν διαφορούντων μίγνυμεν , τὸ ἀφρόλιτρον καὶ τὸ λίτρον ἢ τὸ θεῖον ἄπυρον , ὅπερ
μὴ μεγάλης δ ' ἀνάγκης οὔσης , οὐδὲ καταπίνει τις ἀφρόλιτρον κακοστόμαχον ὄν , ἐπεί τοι μᾶλλόν ἐστι λίτρου τμητικόν
4192412 μελιγαρυες
πρὸς τὸ πιστὸν ὅρκιον ἀποδεδόσθαι τὸ τέλλεται οὕτως : οἱ μελιγάρυες ὕμνοι ἀρχαὶ καὶ προφάσεις τῶν ὑστέρων ὑπὲρ αὐτοῦ λόγων
' ἔτι Χίρων , καί τί οἱ φίλτρον ἐν θυμῷ μελιγάρυες ὕμνοι ἁμέτεροι τίθεν , ἰατῆρά τοί κέν νιν πίθον
4187757 ἐντεινει
ἐὰν γὰρ αὐτῶν τοὺς διδύμους ὡς εἴρηται περιάψῃς , πάραυτα ἐντείνει . τινὲς δὲ αὐτοὺς βάλλουσιν εἰς τὰ ἰσχία τοῦ
: ἄκρατον γὰρ τυγχάνων πῦρ ὁ τοῦ Ἄρεως ταῖς ἐπαναφοραῖς ἐντείνει τὸν Ἥλιον θερμὸν ὄντα εἰς ἀναίρεσιν , ὁ δὲ
4187516 λειμωνες
μεταλλεύων ἤτοι ζητῶν . ἵππου δέ : λειμῶνες δέ : λειμῶνές τινες ἐν Τροίᾳ : Κρύμνης : ὁμοίως δὲ Κρύμνη
μεταλλεύων ἤτοι ζητῶν . ἵππου δέ : λειμῶνες δέ : λειμῶνές τινες ἐν Τροίᾳ : Κρύμνης : ὁμοίως δὲ Κρύμνη
4185166 στοιχει
σοι τὸν ἀπὸ τοῦ Ἄθω παραθήσω κομιζόμενον καὶ τῷ ἐκείνου στοίχει χρώματι , πλὴν οὐχὶ τοῖς φαινομένοις ἔν τε κνίκῳ
σκευήν : ἀνάλαβε . διάστηθι . ἀνάλαβε τὸ δόρυ . στοίχει , ζύγει , παρόρα ἐπὶ τὸν ἡγούμενον . ὁ
4153146 χἀμα
] ὕμνον [ ] συνεχὲς ἐνκαταρδεύοντας αὐτῶι [ ] , χἄμα ? [ περὶ ] τοῦ κτήσασθαι [ ] ?
τοῦ θέρους ἐκπεπρεμνισμένα κἀνθρακίζων τοὐρεβίνθου τήν τε φηγὸν ἐμπυρεύων , χἄμα τὴν Θρᾷτταν κυνῶν τῆς γυναικὸς λουμένης . Οὐ γὰρ
4150425 Δημοκριτειος
. ἔστι καὶ εἶδος φυτοῦ , περὶ οὗ Βῶλος ὁ Δημοκρίτειος . ὅτι Θεόφραστος ἐν τῷ περὶ φυτῶν ἐνάτῳ ,
. . ἔστι καὶ εἶδος φυτοῦ περὶ οὗ Βῶλος ὁ Δημοκρίτειος , ὅτι Θεόφραστος ἐν τῶι Περὶ φυτῶν ἐνάτωι :
4149631 ἐναρμοζειν
αὐτῇ προσαρμοζομένης πρὸς τὰ ἔσχατα γινώσκειν τε τὰ ὄντα καὶ ἐναρμόζειν διὰ τὸ ἔχειν ἐν αὑτῇ τὰ στοιχεῖα κατὰ ἁρμονίαν
ἢ ἀπολαύσεις ἡδονῶν : πάντα ταῦτα , κἂν πρὸς ὀλίγον ἐναρμόζειν δόξῃ , κατεκράτησεν ἄφνω καὶ παρήνεγκεν . σὺ δέ
4143838 χαλασθεις
διὰ τέσσαρα κύκλος : κείνου δ ' ἡμίτονον φαίνων ἀνίησι χαλασθείς , τοῦ δὲ τόσον φαέθων ὅσον ὄβριμος Ἄρεος ἀστήρ
διὰ τέσσαρα κύκλος : κείνου δ ' ἡμίτονον Φαίνων ἀνίησι χαλασθείς , τοῦ δὲ τόσον Φαέθων ὅσον ὄβριμος Ἄρεος ἀστήρ
4142667 γενυας
ψιμυθίου ἐπιστύφων ἐμπελάζεται τοῦ ] τοῦ πεπωκότος τὸ ψιμυθίου φάρμακον γένυας ] ἄλλως : οὐ τὰς ἐκτὸς λέγει οὔλων ,
ὡς Αἰσχύλος . . : πολὺς δ ' ἀμφὶ τὰς γένυας ἀφρὸς ἤνσεεν ] πρὸς τὰ παρὰ τῶι Ἀρχιλόχωι πολλὸς
4129981 ἰσαζους
ἀληθής , ἥ τε σταθμὸν ἔχουσα καὶ εἴριον ἀμφὶς ἀνέλκει ἰσάζους ' , ἵνα παισὶν ἀεικέα μισθὸν ἄροιτο . τοῦτο
, ἥ τις εἴριον ἀμφὶ καὶ σταθμὸν ἔχους ' ἀνέλκει ἰσάζους ' , ἵν ' ἀεικέα παισὶν ἄροιτο μισθόν .
4115560 καρητος
τ ' εἰσιδέειν καὶ πάσσονα θῆκεν ἰδέσθαι , κὰδ δὲ κάρητος οὔλας ἧκε κόμας ὑακινθίνῳ ἄνθει ὁμοίας . αὕτη τε
ἔθειραι . πάλιν δ ' ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ , καδδὲ κάρητος οὔλας ἧκε κόμας , ὑακινθίνῳ ἄνθει ὁμοίας . καὶ
4114026 προσπεφυκυιαν
ὕδατος ἰλὺς κατέστη , ἐκ δὲ ἑκατέρων ἐγεννήθη ζῷον δράκων προσπεφυκυῖαν ἔχων κεφαλὴν λέοντος , διὰ μέσου δὲ αὐτῶν θεοῦ
τὴν ἐπιστροηὴν ἐπερχόμενα καὶ θλίβοντα τὴν περιστομίδα τὴν τῇ περόνῃ προσπεφυκυῖαν . Πάλιν ὁ κριὸς , ὃν μέσον αἱ κλίμακες
4111015 κλειστους
οὕτως : Ἔχει δὲ ὁ Πειραιεὺς λιμένας τρεῖς , πάντας κλειστούς . Εἷς μέν ἐστι ὁ Κανθάρου λιμὴν καλούμενος ,
: “ ἔχει δὲ ὁ Πειραιεὺς λιμένας τρεῖς , πάντας κλειστούς . εἷς μέν ἐστιν ὁ Κανθάρου λιμὴν οὕτω καλούμενος
4108469 χυτρον
δὲ καπνῷ , χείμασιν ὄφρ ' ἂν δμῶες ἅλις περιχανδέα χύτρον πλήσαντες ῥοφέωσιν ἀεργέες , ἔνθα τε μέτρια ὄσπρια πανσπερμηδὸν
, καὶ τί ἐστιν ; ὥσπερ εἰ εἴποις ἀορτάς . χύτρον μέγαν παρὰ τοῦ μαγείρου ἐξιδιάσασθαι οὐ μὴ παραλάβω ς
4107220 ὁλῃσιν
ἐς τὰς εἴκοσιν ἐκ προσθέσιος τελευτῶσιν . Οὐ δύναται δὲ ὅλῃσιν ἡμέρῃσιν οὐδὲν τουτέων ἀριθμέεσθαι ἀτρεκέως : οὐδὲ γὰρ ὁ
ὡς οἱ ἀστρονόμοι ἀριθμοῦσιν . ἐὰν οὖν οὐδὲ ὁ ἐνιαυτὸς ὅλῃσιν ἡμέρῃσιν ἀριθμεῖται οὔτε οἱ μῆνες , οὐδὲν ἄκαιρον καὶ
4104707 καταποσεις
φανταστικὸν θειάζουσιν , οἱ μὲν σκότος συνεργὸν λαβόντες οἱ δὲ καταπόσεις τινῶν οἱ δ ' ἐπῳδὰς καὶ συστάσεις : καὶ
καὶ μεγάλαι γένοιντ ' ἄν , εἴπερ καὶ χάσματα καὶ καταπόσεις χωρίων καὶ κατοικιῶν , ὡς ἐπὶ Βούρας τε καὶ
4094538 κεεσθαι
ψάμμου , ἐλαίου καὶ ὕδατος καὶ τῶν λοιπῶν ὅσα τοῦ κέεσθαί ἐστι ξηρὰ ὄντα καὶ εἴ τι ὑγρᾶς γνωρίζομεν φύσεως
ψάμμου , ἐλαίου καὶ ὕδατος καὶ τῶν λοιπῶν ὅσα τοῦ κέεσθαί ἐστι ξηρὰ ὄντα καὶ εἴ τι ὑγρᾶς γνωρίζομεν φύσεως
4092374 περιελῃ
. εἶτα περὶ ῥητορικῆς ἐρωτῶν φησιν ὁ Σωκράτης ὅτι ἐὰν περιέλῃ τις τῆς ποιητικῆς τὰ μέτρα , δημηγορία ἐστὶ τὸ
γὰρ ὧν λέγομεν καὶ πράσσομεν οὐκ ἀναγκαῖα ὄντα ἐάν τις περιέλῃ , εὐσχολώτερος καὶ ἀταρακτότερος ἔσται . ὅθεν δεῖ καὶ
4089407 ταχειων
οἱ Καρχηδόνιοι καὶ Τυρσηνοί : ὅστις ὁ Ἱέρων ἀπὸ τῶν ταχειῶν νεῶν ἐνέβαλε τῇ θαλάσσῃ πᾶσαν τὴν ἡλικίαν . Ἑλλάδ
ἡδείας ὑποφαίνων ἐλπίδας : ἡ δὲ κωπηλασία ἐχώρει ἐκ τῶν ταχειῶν χειρῶν τῶν Ἀργοναυτῶν , ἄκορος οὖσα . ἐκ δὲ
4085025 ἀπολαμβανουσαι
, ἵνα ὧραι καὶ θυσίαι καὶ ἑορταὶ τὰ προσήκοντ ' ἀπολαμβάνουσαι ἑαυταῖς ἕκασται τῷ κατὰ φύσιν ἄγεσθαι , ζῶσαν τὴν
ΔΓΒΕ , διήχθωσαν δὲ αἱ ΖΒΗ , ΘΒΚ ἴσας περιφερείας ἀπολαμβάνουσαι πρὸς τῇ ΕΔ τὰς ΚΔ , ΔΗ . λέγω
4070135 μυουριζοντι
καὶ Θεσπρωτούς . Πόλις δέ ἐστιν Ἠπείρου . Εἰδομένη πλατάνοιο μυουρίζοντι πετήλῳ ] Τῆς γὰρ κατὰ τὴν Πελοπόννησον ἠπείρου ἡ
τῷ κλάδῳ τοῦ φύλλου , τῷ προσπεφυκότι τῷ φύλλῳ : μυουρίζοντι δὲ λεπτοτάτῳ κατὰ τὸ ἄκρον : μυούρους γὰρ ἔλεγον
4067440 θεμελιωσας
καὶ φανερώσας τὰ ἀφανῆ , ὁ ὑψώσας τὸν οὐρανὸν καὶ θεμελιώσας τὴν γῆν ⌈ ἐπὶ τῶν ὑδάτων ⌉ , ὁ
καὶ πρῶτον μὲν πύργους ἐπὶ τῷ ποταμῷ ᾠκοδόμει , φοίνιξι θεμελιώσας οὐ μεῖον ἢ πλεθριαίοις : καὶ γὰρ δὴ πιεζόμενοι
4065446 Ἰλισσος
τῶν ῥευμάτων . καναχοῦσι πηγαί , δωδεκάκρουνον τὸ στόμα , Ἰλισσὸς ἐν τῇ φάρυγι : τί ἂν εἴποιμί σοι ;
Πηνειὸς περὶ Θεσσαλίαν ὕστερον καὶ ἐν Ἀθήναις * ὁ * Ἰλισσὸς * καὶ ἕτεροι . πεφθακότος δὲ αὐτοῦ περὶ τὸν
4065079 χρησαμενας
ἄλλους ὄλεσεν μέγα λαῖτμα θαλάσσης , νῆάς τε στυγεροῖς πνεύμασι χρησαμένας . Περὶ δὲ τὸν αὐτὸν καιρὸν Ἀλκιβιάδης ἔχων τρισκαίδεκα
ἐτήσιον φορὰν πονηθείσας ἀνέσεως ἠξίωσε τοῦ διαπνεῦσαι χάριν καὶ ἀπελευθεριάσαι χρησαμένας ἀνεπικελεύστῳ τῇ φύσει . ἕτεροι δ ' εἰσὶ περὶ
4056852 ῥινισμα
, ἕως ὅτε μιγῶσιν καὶ συνγαμήσωσιν τὰ εἴδη καὶ χαλκοῦ ῥίνισμα . Καὶ μετὰ ταῦτα βάλλεις τὸ φάρμακον εἰς ἀγγεῖον
' ὄξους ἢ ὕδατος καὶ ἐλαίου ῥοδίνου βραχέος , καὶ ῥίνισμα μαρμάρου λευκοῦ ἢ λίθων λευκῶν ὁμοίως καταχριομένων . Εἰ
4052750 σωφρονεστατα
τὸν Ἀριστοτέλη : καὶ διαδέχονται αὐτὴν αὐτός τε καὶ Ξενοκράτης σωφρονέστατα . καὶ Ἀριστοτέλης μὲν ἐν Λυκείῳ , Ξενοκράτης δὲ
, τοὺς δ ' ἀποκτείναντες , ἀλλὰ διέμενον ὥσπερ οἱ σωφρονέστατα πολιτευόμενοι πρὸς τοὺς υἱοὺς πατέρες εὐνοούσῃ καὶ κηδομένῃ τῇ
4026911 σεληναιου
τοῦ ἡλιακοῦ κύκλου ὥσπερ καὶ τὸ τῆς σελήνης μέγεθος τοῦ σεληναίου ἑπτακοσιοστὸν καὶ εἰκοστὸν μέρος ἀπεφήνατο κατά τινας . πρῶτος
τοῦ ἡλιακοῦ κύκλου ὥσπερ καὶ τὸ τῆς σελήνης μέγεθος τοῦ σεληναίου ἑπτακοσιοστὸν καὶ εἰκοστὸν μέρος ἀπεφήνατο κατά τινας . πρῶτος
4024949 Ϛγʹ
, πρὶν παθεῖν , διδαχθῆναι , πηλίκον ἐστὶν ἡσυχία . Ϛγʹ . Νουμηνίῳ . Οὐ θρηνητέον οἵων φίλων ἐστερήθημεν ,
γʹʹ , τῶν αὐτῶν ἔσται καὶ ἡ μὲν ΒΖ ὑποτείνουσα Ϛγʹ δεκάτου , ἡ δὲ ὑπὸ ΒΖΕ γωνία τοιούτων ρνʹ
4013826 ἀποφθινει
φιλάνορας τρόπους λέξαι πρὸς ὑμᾶς : ἐν χρόνῳ δ ' ἀποφθίνει τὸ τάρβος ἀνθρώποισιν . οὐκ ἄλλων πάρα μαθοῦς '
μυστήρια τούτων ἀλλήλοις ἐκφαίνουσιν . δ ' ] γάρ . ἀποφθίνει ] φθείρεται . τάρβος ] ὁ φόβος . δύσφορον
4005430 ὀλεσεν
ὀΐσασθαι , ἐπεὶ στερεὴ λίθος ἦεν . ἐκ δ ' ὄλεσεν βοτάνης ὑγρὸν δέμας : ἀλλὰ καὶ ἔμπης ὀλλυμένης πάμπαν
Ἄθω σώματα γῆι πέλασαν δώδεκα , τοὺς δ ' ἄλλους ὄλεσεν μέγα λαῖτμα θαλάσσης νῆάς τε στυγεροῖς πνεύμασι χρησαμένας .
4005384 λελεπισμενα
. πρὸς δ ' ὀδύνας μεγίστας καὶ πύον ἀμύγδαλα πικρὰ λελεπισμένα κ , ἀφρονίτρου , λιβάνου , ὀπίου ἀνὰ ⋖
ἐλαίου λίτρας τέσσαρας . Ἕψε ἐν τῷ ἐλαίῳ τὰ σκόροδα λελεπισμένα , ἕως φρυγῇ : καὶ ταῦτα μὲν ῥίψας ,
4004919 κυπρινος
δ ' αὐτοὺς οἱ Ἀλεξανδρεῖς πλάτακας ἀπὸ τοῦ περιέχοντος . κυπρῖνος . τῶν σαρκοφάγων καὶ οὗτος , ὡς Ἀριστοτέλης ἱστορεῖ
, τρίγλη δὲ τρὶς , σκορπίος δʹ , καὶ ὁ κυπρῖνος πεντάκις . Ὅτι ἐρχομένου τοῦ ἀέρος τινὲς τῶν ἰχθύων
4000450 πετηνα
, ὡς παρ ' Ἡσιόδῳ , οἷον „ αἰὲν μὴ πετῆνα γενέσθαι „ , οὕτως καὶ παρὰ τὸ ἄω ,
ἐπιτατικοῦ μορίου ζαήν : τὸ γὰρ τέλειον ζαῆνα , ὡς πετῆνα , εἰ μὴ κατ ' ἔκθλιψιν γέγονε . .
3991586 ἀπογενομενου
οἷς σημείοις ἀεὶ κρίνουσι τὸν ἐπιτήδειον εἰς τὴν διαδοχήν , ἀπογενομένου τοῦ τὴν τιμὴν ἔχοντος . ἔστι δ ' αὐλὴ
ἢ κατὰ τὸν νόμον , ὃς εἴρηκεν πόσου προσγενομένου καὶ ἀπογενομένου δεῖ μηδέτερα τούτων ποιεῖν , ἀναγραφήτω τότ ' ἤδη
3981307 προσοικον
πιεζομένους , συλλαβέσθαι δὲ μᾶλλον τοῦ ἀγῶνος καὶ ἀνακαλέσασθαι γένος πρόσοικόν τε καὶ φίλιον καὶ ἄρδην οἰχήσεσθαι κινδυνεῦον . ἐδίδασκον
πιεζομένους , συλλαβέσθαι δὲ μᾶλλον τοῦ ἀγῶνος καὶ ἀνακαλέσασθαι γένος πρόσοικόν τε καὶ φίλιον καὶ ἄρδην οἰχήσεσθαι κινδυνεῦον . ἐδίδασκον
3979729 δωδεκαεδρῳ
, στερεωτάτῃ ὑπαρχούσῃ καὶ ἑδραιοτάτῃ : τῷ δὲ σχήματι τῷ δωδεκαέδρῳ πρὸς τὸ πᾶν κατεχρήσατο . Πάντων δὲ τούτων ἀρχικωτέρα
ἐξ ὁποίων ἓξ τετραγώνων ὁ κύβος συνίσταται : τῷ δὲ δωδεκαέδρῳ εἰς τὸ πᾶν ὁ θεὸς κατεχρήσατο , διότι ζῴδιά
3979280 ἐπαλλαττουσιν
προσέρχεται διέσεως οὔτε πλεῖον ἀφίσταται ἡμίσεος τόνου . οὐ γὰρ ἐπαλλάττουσιν οἱ τόποι , ἀλλ ' ἔστιν αὐτῶν πέρας ἡ
εἶναι συστήματα συνεχῆ ὧν οἱ ὅροι ἤτοι ἑξῆς εἰσὶν ἢ ἐπαλλάττουσιν : τοῦ δ ' ἑξῆς εἶναι τὰ συστήματα δύο
3971458 δοιας
. τῶν δ ' ἤτοι δραχμὰς μὲν ὑπὸ πλάστιγγος ἀφέλκοις δοιὰς τὴν πέμπτην παρθέμενος δεκάδα , ἥμισυ θηρείοιο βαλὼν τροχοειδέος
' ἐπιμίσγεο ἄμμι , καὶ σαγαπηνὸν ἄγοι τετράδα τοσσατίην . δοιὰς δ ' εἰσάξεις τά περ Ἴστριος ἔκβαλε κάστωρ μήδεα
3967006 ἐγγεγραμμενην
τῷ συμπεράσματι , καὶ διὰ παραδείγματος δείκνυσι τὴν ἐν ἡμικυκλίῳ ἐγγεγραμμένην γωνίαν παραλαμβάνων . τίς μὲν οὖν ἡ ἐν ἡμικυκλίῳ
εἰσεκομίσθη γράμματα τρόπῳ τοιῷδε . Ἄνθρωπος ἐπέμφθη ἐπιστολὴν ἔχων φύλλοις ἐγγεγραμμένην , τὰ δὲ φύλλα ἐφ ' ἕλκει καταδεδεμένα ἦν
3964372 κατηστερισται
] ! ! ! τως ἀκουστέον , ἐπεὶ ὁ Λέων κατηστέρισται [ ] ? ? ? ? ? ? ὑπὸ
Πύρρος Παρμενίσκος Σμίνθης Τιμόθεος . . . . . : κατηστέρισται δὲ εἰς τιμὴν τοῦ Ποσειδῶνος : ἐρασθέντος γὰρ τῆς
3964133 ἐρισταφυλον
πλὴν ἑνὸς ἀνθρώπου : κεῖνος δέ μοί ἐστιν ἑταῖρος Λέσβον ἐριστάφυλον ναίων , Ἀγάθων δὲ καλεῖται . καὶ Φιλύλλιος δὲ
κριθαὶ ἠδ ' ἄμπελοι , αἵ τε φέρουσιν / οἶνον ἐριστάφυλον , καί σφιν Διὸς ὄμβρος ἀέξει : ἔν τε
3961703 ἐγχρονιζει
τὴν ταύτῃ παραλίαν πᾶσαν καὶ εἴ τινες νῆσοι ὑπάρχουσιν : ἐγχρονίζει δὲ μάλιστα τῇ Τροίᾳ , εἰ καὶ ἔρημος ,
περιπατοῦντες διὰ τὰς αἰφνιδίους τῶν ἐχθρῶν ἐπελεύσεις . Εἰ δὲ ἐγχρονίζει τῷ τόπῳ καὶ ὁ καιρὸς ἐπιτήδειός ἐστι , καὶ
3960999 ἁδρομερεστερα
τ ' ἄλευρον οὕτω καλούμενον , καὶ ἡ σεμίδαλις , ἁδρομερεστέρα μὲν ἀλφίτων οὖσα , καθαρωτέρα δέ . Καὶ τὸ
τ ' ἄλευρον οὕτω καλούμενον , καὶ ἡ σεμίδαλις , ἁδρομερεστέρα μὲν ἀλφίτων οὖσα , καθαρωτέρα δέ . Καὶ τὸ
3959923 μεγαλῃσι
δὲ σάω κατὰ καλὰ ῥέεθρα , κρύπτων ἐν δίνῃσι βαθείῃσιν μεγάλῃσι . δεινὸν δ ' ἀμφ ' Ἀχιλῆα κυκώμενον ἵστατο
αἵ τ ' ἄνεμον μίμνουσι καὶ ὑετὸν ἤματα πάντα ῥίζῃσιν μεγάλῃσι διηνεκέεσς ' ἀραρυῖαι : ὣς ἄρα τὼ χείρεσσι πεποιθότες
3957931 περιρρει
, ζηλοῦν τῇ κινήσει τὸ πῦρ . ἔνθεν οὐκ ἔτι περιρρεῖ κατὰ πλάτος , ὡς πέφυκεν , ἀλλ ' ἐπὶ
παραφανὲν οὐ μεθίστησιν . ὁ δὲ διαρρεῖ τε ἅπασαν καὶ περιρρεῖ καὶ οὐδὲν ἄμοιρον τῆς ἐπικουρίας ἀφίησιν : οὐ γὰρ
3939540 ἱλαστηριον
' ἵλεω δυνάμεως τὸ ἐπίθημα τῆς κιβωτοῦ καλεῖ δὲ αὐτὸ ἱλαστήριον , ποιητικῆς δὲ καὶ βασιλικῆς τὰ ὑπόπτερα καὶ ἐφιδρυμένα
, ἧς ἐπίθεμα ὡσανεὶ πῶμα τὸ λεγόμενον ἐν ἱεραῖς βίβλοις ἱλαστήριον . τούτου μῆκος μὲν καὶ πλάτος μεμήνυται , βάθος
3939473 θυμιατε
ἐν ἀφνειῷ Κορίνθῳ , αἵτε τὰς χλωρᾶς λιβάνου ξανθὰ δάκρη θυμιᾶτε , πολλάκι ματέρ ' Ἐρώτων οὐράνιαι πτάμεναι νόημα ποττὰν
καὶ Πίνδαρος : αἵ τε τὰν χλωρὰν λίβανον ξανθὰ δάκρυα θυμιᾶτε . ⌋ Λιβδοῦμεν : ἀπὸ τῆς λιβάδος , οἱονεὶ
3938852 μετρηθεισα
, ἑξάκις ἂν τόσση μιν ὑποδράμοι : αὐτὰρ ἑκάστη ἴση μετρηθεῖσα δύω περιτέλλεται ἄστρα οὐ γραμματικοῦ τοῦτο νοῆσαι , ὅτι
τοῦ λίθου δυνάμει . Ἀλλὰ οὖσα πρώτη φύσις καὶ οὐ μετρηθεῖσα οὐδὲ ὁρισθεῖσα ὁπόσον δεῖ εἶναιταύτῃ γὰρ αὖ ἡ ἑτέρα
3938759 συναπασων
, ὄλβιε πρέσβυ , ἣ κάλλιστα φέρει χώρα δύο τῶν συναπασῶν , κόσμον μὲν μακάρεσσι λίθον , θνητοῖς δὲ πλακοῦντας
, ὄλβιε πρέσβυ , ἣ κάλλιστα φέρει χώρα δύο τῶν συναπασῶν , κόσμον μὲν μακάρεσσι λίθον , θνητοῖς δὲ πλακοῦντας

Back