ἐφάνησαν : τοῖς πολεμίοις . ὑστερίσαντες δὲ οὐ πολλῷ : ἤγουν μετ ' ὀλίγον ἐλθόντες . τὸ μὲν παραχρῆμα :
δὲ ἔφερεν , ἀντὶ τοῦ ἤρατο , τὸ τέλος , ἤγουν τὸ κράτος τῆς πυγμῆς , τουτέστι τὴν ἐν τῇ
6475941 τουτεστι
, ἑτέρας μὲν παρακμῆς ἐν τῷ προτέρῳ λήμματι λαμβανομένης , τουτέστι τῆς τοῦ ὅλου πάθους , ἑτέρας δὲ ἐν τῷ
αἱ γυναῖκες , καὶ ἐροῦσι πάντες τὸν ἡμέτερον βίον , τουτέστι τὴν γυναικείαν φύσιν , εὐκλεεστέραν εἶναι : τὰν δ
6471363 ἠτοι
δὲ περιέχων ἡμᾶς ἀὴρ συνεχῶς ἡμῶν τρέπει τὰς κράσεις , ἤτοι θερμότερος ἀμέτρως ἢ ψυχρότερος ἢ ξηρότερος ἢ ὑγρότερος γινόμενος
Αἰολεῖς δὲ ὄππα τὰ παρὰ τοὺς ὦπας . Ὀφρύες . ἤτοι ὠποφρύες εἰσὶν , ἢ ὠπορύες : παρὰ τὸ φρουρεῖν
5231859 δηλονοτι
ταύτης τῆς γῆς , ἤγουν τῆς Ῥόδου , ὁ Τληπόλεμος δηλονότι , χολωθείς , ἤτοι ὀργισθείς ποτε ἔκτανε τὸν Λικύμνιον
τεθέντες ὅροι ἑστηκότες , τὸν ἀρνούμενον ἡγεῖσθ ' ἂν ἀναιδῆ δηλονότι , εἰ δ ' ἀνῃρημένα ταῦτα , τὸν ἐγκαλοῦντα
5036975 Ἠγουν
] Τῷ μέλει καὶ τῇ ᾠδῇ . Κῆλα δὲ ] Ἤγουν : τὰ θελκτήρια γάρ . Δαιμόνων θέλγει ] Οὐ
δωρικῶς ἡ γῆ . Οὐδ ' ἀπίθησέ νιν ] * Ἤγουν εἰς ἀπείθειαν καὶ ἀνηκοΐαν ἐνέβαλεν αὐτόν , τὸν Εὔφημον
4758426 περιφραστικως
ἢ καὶ τὰ Πύθια , καὶ ἐν μυχῷ Μαραθῶνος , περιφραστικῶς ἀντὶ τοῦ ἐν Μαραθῶνι , ἀπὸ κοινοῦ , ἔχεις
οὐ τὸ κοίλωμα τοῦ θώρακος ἀλλὰ τὸ ὅλον κύτος , περιφραστικῶς ἀντὶ τοῦ ὅλον τὸν θώρακα . ὅταν οὖν λέγῃ
4722380 ὑψιστου
περὶ αὐτοῦ καὶ ὑπερόγκως καὶ μεγαλοπρεπῶς λογιζόμενος : τοῦ γὰρ ὑψίστου ἐστὶν ἱερεύς , οὐχ ὅτι ἐστί τις ἄλλος οὐχ
εἶπεν δὲ Ἁβραάμ : Δοξάζω τὸ ὄνομα τοῦ θεοῦ τοῦ ὑψίστου καὶ τὸ ἔλεος αὐτοῦ τὸ ἀμέτρητον . εἶπεν δὲ
4590059 τουτεστιν
ἐν τῷ Ε μονάδες , ὁμωνύμων τῷ Ζ ἀριθμῷ , τουτέστιν τριπλῶν μυριάδων ͵βωπʹ . [ μία γὰρ μυριὰς ὁμώνυμος
τῆς ΒΓ τετμημένης δίχα δειχθήσεται καὶ ἡ ὑπὸ ΒΓΗ , τουτέστιν ἡ ὑπὸ ΑΓΔ , μείζων καὶ τῆς ὑπὸ ΑΒΓ
4406547 ἰαψειν
] εἰκονισμένον . . δαροβίοις ] τοῖς ἀϊδίοις . . ἰάψειν ] ῥίψειν : φονευθεὶς γὰρ πεσεῖται . . Βορραίαις
εἴκασμα βροτοῖς τε καὶ δαροβίοισι θεοῖσιν , πρόσθε πυλᾶν κεφαλὰν ἰάψειν . οὕτως γένοιτο . τὸν δὲ πέμπτον αὖ λέγω
4152101 Προμηθευ
. . . ἐπιβαίνοντας . ἀντιστροφὴ κώλων ιβʹ † λεύσσω Προμηθεῦ : ἡ ἀντιστροφὴ αὕτη . τῆς ἄνω ἐστὶ στροφῆς
οὐκ ἀκούσαις καὶ μὴ βουλομέναις ἡμῖν τοῦτο εἶπας , ὦ Προμηθεῦ , δηλονότι τὸ , ἔλθετε καὶ ἀκούσατε , ἵνα
4034335 θροει
τέλος αὐτὸν ἐκδέχεται πότερον δύναται ῥαΐσαι ἢ οὔ : . θρόει . λέγε * ἀπώλεσεν ἡμᾶς ὁ ἀπόλλων πα τροφόνου
' ἀλσώδεις ἵζου κρήνας μήθ ' ὕπνωι θελχθῆις . εὔφημα θρόει . πάντηι δὲ πόρον σχιστὸν ἀμείβων λεῦσσε , φυλάσσων
3977387 Ἁφαιστου
βορόν , ἤγουν τὸ κατεσθίον καὶ ἀφανίζον πᾶσαν ὕλην . Ἁφαίστου ] τοῦ πυρός . Παῖδ ' ἐκ νεκροῦ ]
ζαμενὴς ἔμειξ [ ὦ Μοῖσαι : τοῦ δὲ παντέχνοις [ Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθάνας [ τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο ;
3972039 κραταιον
ὣς ὑπὲρ ἕρκος ἅλμας . ἀδύνατα δ ' ἔπος ἐκβαλεῖν κραταιὸν ἐν ἀγαθοῖς δόλιον ἀστόν : ὅμως μὰν σαίνων ποτὶ
βαστάζει ἐν τοῖς νώτοις ὑπείροχον καὶ μέγα βάρος , τὸν κραταιὸν οὐράνιόν τε κύκλον . βοᾷ δὲ καὶ στενάζει διὰ
3965572 ἀποκειται
. ἐξηγουμένης ] διεξηγουμένης . . οἷα χρή ] ὁποῖα ἀπόκειται . . τλῆναι ] ὑπομεῖναι , παθεῖν . πρὸς
παῖδες : ἐν οἷς γὰρ χάρις ἡ χθονία ξύν ' ἀπόκειται πενθεῖν οὐ χρή : νέμεσις γάρ . Ὦ τέκνον
3924615 προσφθογγου
] η . † ἐγενόμην . στροφὴ ἑτέρα κώλωνϚʹ . προσφθόγγου ] χαιρετιστικοῦ . νόστου ] ὑποστροφῆς . τὰν ]
ἡ σύνταξις , πέμψω σοι τὴν βοὴν τοῦ νόστου τοῦ προσφθόγγου κακοφάτιδα ἰὰν καὶ βοὴν κακομέλετον Μαριανδυνοῦ θρηνητῆρος , ἰαχὴν
3885884 δερκεται
δ ' Ἐρεχθεύς : ὅ τε γηγενέτας δόμος οὐκέτι νύκτα δέρκεται , ἀελίου δ ' ἀναβλέπει λαμπάσιν . μῆτερ ,
ὑπὸ κροτάφοισι δὲ παλμός πυκνὸς ἐπεμφέρεται , τὰ δὲ διπλόα δέρκεται ὄσσοις οἷα χαλικραίῃ νύχιος δεδαμασμένος οἴνῃ . ὡς δ
3870368 στηριγμα
λόγοις . φωνῇ . * τόν . * ξενοδόχον . στήριγμα : * * ἑδραίωμα . τῆς ἐν Σικελίᾳ πόλεως
ἔνδοθεν : ὄντες , οὖσαι . ἕρκος : περίφραγμα , στήριγμα . Νειρίτης : κοχλίας . κήρυξ : κογχύλη [
3859119 Ἀφˈροδιτας
τέκνοισιν ἅτε μαψυλάκας Διὸς Κόρινθος . Ὥρα πότˈνια , κάρυξ Ἀφˈροδίτας ἀμβροσιᾶν φιλοτάτων , ἅ τε παρθενηΐοις παίδων τ '
σὺν Διαγόρᾳ κατέβαν , τὰν ποντίαν ὑμνέων , παῖδ ' Ἀφˈροδίτας Ἀελίοιό τε νύμφαν , Ῥόδον , εὐθυμάχαν ὄφρα πελώριον
3856057 ἐνθυμησις
. Ἑρμηνεία . Πηδήματα σ | χης σ . Χωρικοῦ ἐνθύμησις , ἐνιαυτοῦ ζήτημα . Ἑρμηνεία . Νοῦς ἀπαίδευτος οὐδὲν
τῶν ἔργων βουλή : Ἐπιμηθεὺς δὲ ἡ μετὰ τὸ πρᾶξαι ἐνθύμησις , ἤγουν ἡ μετὰ τὸ κακῶς ἐκβῆναι τοῦ πράγματος
3854307 κτυπον
λέβητα , καὶ τὸ λείψανον τοῦ πόματος ἐνέβαλλον , καὶ κτύπον μέγαν ἀπετέλουν ἐν τούτῳ . πότων : ἀντὶ τοῦ
λεγομένων Νέστορός ἐστι , καθὸ καὶ τὸ Νέστωρ δὲ πρῶτος κτύπον ἄϊε φωνῆς . . ὅ με προἕηκε πυθέσθαι ὅν
3833610 ἀλυρον
φίλτατ ' ἀνθρώπων ἐμοί ἄνθρωπον ὄντα δεῖ φρονεῖν ἀνθρώπινα ἄχορδον ἄλυρον μέλος δυσμαὶ βίου δωμάτων ἄπο οὐκ ἔστι δ '
, ἤτοι ἀπὸ τῶν Θηβῶν , τοὺς νέους διὰ τὴν ἄλυρον καὶ ἀνήδυντον καὶ ἀνάρμοστόν σου μοῦσαν , ἤτοι διὰ
3832081 κνεφαια
: μῶν ὑστερόπους βοηθῶ ; Νυνδὴ γὰρ ἐμπλησαμένη τὴν ὑδρίαν κνεφαία μόλις ἀπὸ κρήνης ὑπ ' ὄχλου καὶ θορύβου καὶ
καιροῦ ἦλθον εἰς τὸ βοηθῆσαι . νῦν : Ἀρτίως . κνεφαία : Ὀρθρία . ἢ ἀόρατος . ἢ ἑσπερία .
3824845 εὐσεβεσιν
θεὸς αὐτὸς ἐνίσπηι εὐχωλαῖς θυσίαις τε χόλον λύσαντες ἀνάκτων . εὐσεβέσιν γὰρ ἀεὶ τὸ τέλος γλυκερώτερόν ἐστι , τοῖς δὲ
, μεγαλώνυμε Δηοῖ , σεμνοτάτη δώτειρ ' ἀγαθῶν μερόπεσσι ἅπασι εὐσεβέσιν μεγάλας χάριτας καὶ πλοῦτον ἔδωκας , καὶ ζωὴν γλυκερήν
3813930 ἁμεραις
ἰὼ τέκνον , χρόνωι σὸν ὄμμα μυρίαις τ ' ἐν ἁμέραις προσεῖδον : ἀμφίβαλλε μαστὸν ὠλέναισι ματέρος , παρηίδων τ
ἀνάγκᾳ : ἴσαις δὲ νύκτεσσιν αἰεί , ἴσαις δ ' ἁμέραις ἅλιον ἔχοντες , ἀπονέστερον ἐσλοὶ δέκονται βίοτον , οὐ
3801460 λυπουμαι
, ] αὕτη . τόδ ' ] κατὰ . * λυποῦμαι . τύπτε σεαυτὸν εἰς ἐμὴν χάριν . * βρέχομαι
τι ἡ Ἄλκηστις ἀπέθανεν ; εἶτά φησιν ὁ Ἄδμητος ὅτι λυποῦμαι καὶ δι ' ἐκείνην , μέλλουσαν τελευτᾶν . εἶτα
3796501 δεκονται
Δωρίαν : ἔνθα νιν εὔφρονες ἶλαι σὺν καλάμοιο βοᾷ θεὸν δέκονται , καὶ σθένει γυίων ἐρίζοντι θˈρασεῖ . Πότˈμος δὲ
, ἴσαις δ ' ἁμέραις ἅλιον ἔχοντες , ἀπονέστερον ἐσλοὶ δέκονται βίοτον , οὐ χθόνα ταράσσοντες ἐν χερὸς ἀκμᾷ οὐδὲ
3792316 χθονιου
προθεσπιζομένη χρησμῶν [ ] ἀψευδὴς ἀλήθεια καὶ χάσμα γῆς , χθονίου πνεύματος στόμιον ἐξ οὗ τὴν ἀναφερομένην [ ἀκούομεν ]
ἀνθρώπων : ἐχθρὸς δὲ καὶ ἀθανάτοισι θεοῖσιν . ἔνθα θεοῦ χθονίου πρόσθεν δόμοι ἠχήεντες [ ἰφθίμου τ ' Ἀίδεω καὶ
3787790 Βελιαρ
ἀφίσταται Κύριος ἀπ ' αὐτῆς , καὶ κυριεύει αὐτῆς ὁ Βελίαρ . Φυλάξατε οὖν , τέκνα μου , τὰς ἐντολὰς
τὸ μὴ καταγνωσθῆναι ὑπὸ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων : καὶ τοῦ Βελίαρ δὲ πᾶν ἔργον διπλοῦν ἐστι , καὶ οὐκ ἔχει
3780847 κειναν
Δεινομένει . Φίλιον ἐξεύρωμεν ] Προσφιλῆ ἐπινοήσωμεν . Τῷ πόλιν κείναν ] * Τῷ καὶ ᾧτινι Δεινομένει ἔκτισεν ὁ Ἱέρων
ἡ ψυχὴ βίᾳ συντριβομένου τοῦ σώματος . Σπάρταν ἔλαχες , κείναν κόσμει : τὰς δὲ Μυκήνας ἡμεῖς ἰδίᾳ . Σπιθαμὴ
3778211 ἁλιου
' ἀρετᾶς ὅσοισιν μέτα , καὶ θανόντες εἰς αὐγὰς πάλιν ἁλίου δισσοὺς ἂν ἔβαν διαύλους , ἁ δυσγένεια δ '
διδύμους ἀέξειν γνώμας , ὅτι τ ' αὔριον ὄψεαι μοῦνον ἁλίου φάος , χὤτι πεντήκοντ ' ἔτεα ζωὰν βαθύπλουτον τελεῖς
3771177 ἀναπεφωνηται
ἰὼ Ζεῦ : πρὸς τὸ ἄνω τοῦτο σχετλιαστικῶς μετὰ ἤθους ἀναπεφώνηται : τὸ δεύτερον τίς ἀντὶ τοῦ οὐδείς : τίς
Πολυξένην : † ἄλλως φροντίδων : τοῦτο κατ ' ἰδίαν ἀναπεφώνηται : μάτην εἰσὶ τὰ βουλεύματα καὶ τὰ τῆς γλώττης
3766064 κεραυνου
: ἔνσεισον , ὦναξ , ἐγκατάσκηψον βέλος , πάτερ , κεραυνοῦ . Δαίνυται γὰρ αὖ πάλιν , ἤνθηκεν , ἐξώρμηκεν
ἐν οἷς ἐστιν : οὐ γὰρ ἄν τις ὑπομείνειε πλησίον κεραυνοῦ . εἰ δὲ ἔμπροσθεν πέσοι , κωλύει προϊέναι εἰς
3759620 τεκνον
τέκνον . Ἀλλ ' ἦ παραφρονεῖς ; Κριβανίτας , ὦ τέκνον . Ὁ δὲ μεθύων ἤμει παρὰ τοὺς ἀρχηγέτας .
τὴν θυγατέρα Ὀμύρητος , καὶ αὐτῷ γίνεται ἐκ κοίτης θῆλυ τέκνον , ᾧ οὔνομα τίθεται Κρηθηΐδα . καὶ αὐτὸς μὲν
3702790 ἀεθˈλων
ὑπὸ ποικιλοφόρμιγγος ἀοιδᾶς ἑλισσόμεναί μ ' ἔπεμψαν ὑψηλοτάτων μάρτυρ ' ἀέθˈλων : ξείνων δ ' εὖ πρασσόντων ἔσαναν αὐτίκ '
ἐν πόντῳ , ταμίαι τε σοφοί Μοισᾶν ἀγωνίων τ ' ἀέθˈλων . [ ] νντιφ [ ! ] [ !
3695259 πολυστροφον
γὰρ , φησὶν , ἐγγράφου ταῖς σαῖς διανοίαις τὴν σὴν πολύστροφον πλάνην , ὅταν περάσῃς τὸν ποταμὸν τὸν Τάναϊν :
πολυειδέα : πολλοὺς ἀνθρώπους ἔχοντα , ποικίλον . ποικιλοδίνην : πολύστροφον . Τοίδ ' : οἱ γεννήτορες , οὗτοι ,
3693237 εἱμαρμενη
νύκτωρ συνουσίας οὐ φεύγει . εἱμαρμένη πιστὸν οὐ ποιεῖ . εἱμαρμένη θεοῦ χάριτος οὐκ ἄρχει : εἰ δὲ μή ,
Ἡράκλειτος οὐσίαν εἱμαρμένης λόγον διὰ παντὸς διήκοντα . ἡ δὲ εἱμαρμένη ἐστὶ τὸ αἰθέριον σῶμα , σπέρμα τῆς τῶν πάντων
3691380 χαρματων
ἐστι τοῦτο , σοί γε μήν : οἱ γὰρ θανόντες χαρμάτων τητώμεθα . ἦ πολὺ λέλειψαι τῶν ἐμῶν βουλευμάτων .
δὲ πρὸ τοῦ ἐνίκησε τὰ Δελφίνια Ἀπόλλωνος ἀγῶνα . τόθι χαρμάτων : ὡς τοῦ Ἀριστομένους , πρὶν λαβεῖν τὰ Πύθια
3670061 φρενι
? ? τοῦτο κἀξεπίϲταμαι ? ? ? ? ? ? φρενὶ ? ? ] ! οορφανιμαλιϲνιων ? ! ! !
δέ τ ' ἀκούει . ἀλλ ' ἀπάνευθε πόνοιο νόου φρενὶ πάντα κραδαίνει . αἰεὶ δ ' ἐν ταὐτῶι μίμνει
3665249 βροτοις
ὁ Πίνδαρος : ἓν παρ ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς . χρῶνται δὲ τῷ ἔμπαν ἀντὶ περισπωμένου τοῦ ὁμῶς
, ἢ τί τὸ κάλλιον † παρὰ θεῶν γέρας ἐν βροτοῖς ἢ χεῖρ ' ὑπὲρ κορυφᾶς τῶν ἐχθρῶν κρείσσω κατέχειν
3664094 σακει
τέλει μόνη παράγραφος . πιστεύω ἀπολεῖσθαι τὸν ἔχοντα ἐν τῷ σάκει τὸν ἐχθρὸν τοῦ Διὸς δαίμονα . πέποιθα ἀπολεῖσθαι τὸν
ἐλογίσατο ὁ Ἐτεοκλῆς , διότι νύκτα ἐπεκαλέσατο ἐπὶ τῷ αὐτοῦ σάκει , διότι δὲ μέλλει ἐπιπεσεῖν αὐτῷ ἡ νὺξ τοῦ
3648089 Τυχα
πτανόπους ? ? [ θεὰ ] θνατοῖς συνομέστιε , παγκρατὲς Τύχα , πῶς χρὴ τεὰν ἰσχύν τε δεῖξαι καὶ φύσιν
θεσμοφόρε χˈρυσανίου ἐν ἔργμασιν δὲ νικᾷ τύχα , οὐ σθένος Τύχα φερέπολις Τύχα ἀπειθὴς δίδυμον στρέφοισα πηδάλιον ! ! !
3626821 δωρηματα
τὴν Δήμητραν εἰς Ἀθήνας ἐλθεῖν , ἤγουν τὰ τῆς γῆς δωρήματα , καὶ παρὰ Τριπτολέμου μαθοῦσαν εὑρεῖν τὴν κόρην ,
ἀντὶ τοῦ ” θυσίαι ⌈ τοῖς θεοῖς “ νοητέον . δωρήματα ] θυσίαι . ὑψιρεφεῖς ] ὑψηλοί . πρόσοδοι .
3616190 αἰωνος
τοῦ ] ἐνιαυτοῦ πενθήσω σε , ἀλλὰ μέχρι ὅλου τοῦ αἰῶνός μου : μισῶν τὴν μητέρα . αἰωνίως καὶ αὐτὴν
ἐπιδεής , ἐστερημένος : “ αἲ γὰρ ψυχῆς τε καὶ αἰῶνός σε δυναίμην εὖνιν ποιήσας πέμψαι δόμον Ἄϊδος εἴσω .
3616048 ἐπιδοξον
τοῦτο καὶ Ἕκτωρ τιμώμενος οἷς εἰκὸς στρατηγόν τε ἄνδρα καὶ ἐπίδοξον μετὰ τὸν πατέρα βασιλεύσειν , τῶν τοῦ Ἀπόλλωνος καὶ
τῷ Κλεάνδρῳ τις καὶ τῇ τούτου ἡλικίᾳ λύσιν καὶ ἀμοιβὴν ἐπίδοξον τῶν καμάτων ἐγειρέτω τὸν ὕμνον παρὰ τὰ πρόθυρα τοῦ
3603683 φεγγος
δέξαιτο δ ' Αἰακιδᾶν ἠύπυργον ἕδος , δίκᾳ ξεναρκέϊ κοινόν φέγγος . εἰ δ ' ἔτι ζαμενεῖ Τιμόκˈριτος ἁλίῳ σὸς
τοίνυν μηδὲ εἰς τὰς κοίτας λαμπτῆρας φέρεσθαι μηδὲ ἄλλο νυκτερινὸν φέγγος : ἤδη γάρ τινες , ἐπεὶ πάντῃ ἐξείργονται μηδὲν
3602054 χρονιωτατον
τι ἄλλο τοιοῦτον : τῶν δ ' ἐν σαρκώδεσι περικαρπίοις χρονιώτατον τὸ τοῦ φοίνικος ἅτε ξηρότατον ὂν καὶ πυκνόν .
τὰ τοιαῦτα . Τὸ γὰρ δεκτικώτατον οἷον τῆς βαλάνου καὶ χρονιώτατον , καὶ διὰ τὴν αὐτὴν αἰτίαν : μάλιστα γὰρ
3592886 μισητης
δεσπότηι . ἄπαρχος ] ἄρχων . ἀναστάτης ] πορθητής . μισητῆς ] τῆς Κλυταιμνήστρας . λαθραίου ] κεκρυμμένης . νιν
καὶ ἐλέῳ πιεζόμενος θρηνεῖ λέγων : φεῦ τῆς στυγερᾶς καὶ μισητῆς ταύτης μοίρας κυρήσας καὶ ἐπιτυχὼν κακοτελευτήτου καὶ εἰς κακὰ
3586820 θεου
αὑτοὺς δὲ ἄρχοντας καὶ βασιλέας ἀναγράφουσι , τὸ ἀκαθαίρετον τοῦ θεοῦ κράτος γενέσει τῇ ἀδιαστάτως ἀπολλυμένῃ καὶ φθειρομένῃ περιάπτοντες .
ὅτι πάντων μία ἐστὶν ἀρχή : ἀποδεκτέον γὰρ μᾶλλον ἐπὶ θεοῦ τὸ εἰρημένον ἤπερ ἐπὶ βασιλέως , ὡς παρὰ τῷ
3585392 θεοις
: οὐδὲ γάρ ἐστί τι τῶν κατὰ βραχὺ προσῳκειωμένων τοῖς θεοῖς , ᾧ μὴ πάρεισιν εὐθὺς οἱ θεοὶ καὶ συνάπτονται
. καὶ ὁ θεοείκελος ἀκριβῶς τοῦτο ἔστιν οὐχ ὁ τοῖς θεοῖς τὴν μορφὴν ἐοικώς , οὐ γὰρ οἷόν τε ,
3578093 πηματων
, ἐκποδὼν ἔλα . ὦναξ Παιάν , ἀπότροπος γένοιό μοι πημάτων . θαρσεῖτε Νυκτὸς τήνδ ' ὁρῶντες ἔκγονον Λύσσαν ,
συμφορῶν γὰρ αἱ θεαὶ αἴτιαι . μὲν ] δέ . πημάτων ] συμφορῶν . σεσαγμένων ] σεσωρευμένων . λέγειν ]
3571783 ὀρθαν
μύθους μειλικτοὺς ἀνδρῶν ἔργοις . καί μοι πρῶτον μὲν ψυχά ὀρθὰν βαίνοι πρὸς γραμμάν ἀψευδεῖ γλώσσης ῥύμῃ : γυίων αὖθις
τὴν νύκτα . Ὀρθὰν ] * Δέον ὀρθῶς εἰπεῖν , ὀρθὰν εἶπε πρὸς τὸ κορυφάν : τὸ δὲ προτέρων ἢ
3565845 οἱονει
λόγοις , ἀντὶ τοῦ ἐμπείροις καὶ συνετοῖς . Ἄνεμοι , οἱονεὶ ἀμενοί τινες , οἱ μὴ μένοντες , καὶ τροπῇ
καὶ τελευταῖον ἐπιτίθεσθαι αὐτῷ ὄνομα , ὅθεν καὶ ὄνομα λέγεται οἱονεὶ τῷ ὄντι ὅμοιον : καὶ γὰρ οὐχ ὡς ἔτυχεν
3565255 ὀπαδε
δʹ ὦ Πάν , Ἀρκαδίας μέδων κλεεννᾶς , ὀρχηστὰ Βρομίαις ὀπαδὲ Νύμφαις , γελάσειας , ὦ Πάν , ἐπ '
κράτος . ὦ Πὰν Ἀρκαδίας μεδέων κλεεννᾶς , ὀρχηστὰ βρομίαις ὀπαδὲ Νύμφαις , γελάσειας ὦ Πὰν ἐπ ' ἐμαῖς †
3547876 ἀστραπης
σωληναρίῳ χρυσῷ καὶ φορῇ , οὐ βλαβήσεται ὑπὸ κεραυνοῦ ἢ ἀστραπῆς . περίαπτον δὲ πρὸς κεραυνὸν ἕξεις ἐὰν λίθον κεραύνιον
δὲ ὁ Θέρσανδρος τὸ κάλλος ἐκ παραδρομῆς , ὡς ἁρπαζομένης ἀστραπῆς ἀφῆκε τὴν ψυχὴν ἐπ ' αὐτὴν καὶ εἱστήκει τῇ
3546000 δωματων
πράσσειν ὡς ὑπευθύνῳ τάδε . ἡμεῖς δὲ ταῦτα τοῖς κρατοῦσι δωμάτων κοινώσομέν τε κοὐ σπανίζοντες φίλων βουλευσόμεσθα τῆσδε συμφορᾶς πέρι
σπεύδοντά τ ' ἀσπούδαστα , Πενθέα λέγω , ἔξιθι πάροιθε δωμάτων , ὄφθητί μοι , σκευὴν γυναικὸς μαινάδος βάκχης ἔχων
3545045 εὐφρονα
τῇ ὀρεινῇ πεύκῃ οὕτως ὥστε πληρῶσαι καὶ τὸν αἰθέρα τὴν εὔφρονα μολπήν , ἤγουν τὴν εὐφραντικήν τὴν ὀρεσίτροφον τὰς ἕδρας
Κρόνον δέδωκαν ἐπέχειν τὴν ἡμέραν , τὸν δὲ Ἑρμῆν τὸν εὔφρονα ἐπέχειν τε τὴν νύκταν , γεννητικὸν ποιητικὸν ἐκ μέρους
3541507 Κυριου
ἐναντίας ἐντολὰς διδάσκοντες τοῖς τοῦ Θεοῦ δικαιώμασι , τὰς προσφορὰς Κυρίου λῃστεύσητε , καὶ ἀπὸ τῶν μερίδων αὐτοῦ κλέψητε καὶ
αἱ πληγαί : καὶ λοιπὸν τὸ σῶμά μου ἐνίσχυσεν διὰ Κυρίου ὡς οὐδὲν ὅλως πεπονθώς : ἀλλὰ καὶ τῶν ἐν
3536165 συναγωγευς
φανεῖται . Ἔχω τοῦ γάμου τὸν μισθὸν ὁ τοῦ γάμου συναγωγεὺς πολὺ μείζονα καὶ κρείττονα τοῦ γινομένου ταύταις δὴ ταῖς
πειρωμένων . συνωμότης : ὁ κατὰ τοῦ δήμου ἀνιστάμενος , συναγωγεὺς δὲ ὁ τοὺς τοιούτους ὑποδεχόμενος . συρβηνεύς : ὁ
3527613 λαθηι
: [ ἀλλὰ ] ? [ ] μή σε [ λάθηι ] ἀνελευθεριότης [ ] ? προσοῦσα [ ] .
τὸ ? ? [ γῆρας ] ? μὴ ? ? λάθηι ? σε προσβλέψαν . καὶ δοιὰ πρήξεις : ἠδε
3504110 γεννας
πολλαί . πολιόν : λευκόν . γενέθλης : γεννήσεως , γέννας , γενεᾶς . Ἐπικλήδην : ἐπωνύμως , καὶ ἐπονομαστικῶς
λέγει δὲ τὰ σώματα τῶν Περσῶν . * ἕνεκεν . γέννας ] καὶ τῆς ἀνατροφῆς , δηλαδὴ τῆς πόλεως .
3504010 ἀλλαξει
δράκων γενήσηι μεταβαλών , δάμαρ τε σὴ ἐκθηριωθεῖς ' ὄφεος ἀλλάξει τύπον , ἣν Ἄρεος ἔσχες Ἁρμονίαν θνητὸς γεγώς .
ἐν ἐπαναφορᾷ , εὖ ἕξει τὰ τῶν κειμηλίων αὐτοῦ καὶ ἀλλάξει τὸν διοικητὴν αὐτοῦ , εἰ δ ' ἐν ἀποκλίματι
3498016 πεποιθα
. ἢν δ ' ἀνσπάσωμαί γ ' ὃν μετέρχομαι βόλον πέποιθα δ ' : ἢ χρὴ μηκέθ ' ἡγεῖσθαι θεούς
ἀποτύχοιμι μισθοῦ . τοῦτο γὰρ ὑπονοεῖν δίδωσιν ἀπὸ τοῦ εἰπεῖν πέποιθα . ὃς τὴν ἐμὴν ἐπιθυμῶν χάριν , τοῦτο τὸ
3484057 νιν
νικήσαντα ἐν τῇ τέχνῃ αὐτοῦ , ἤτοι τῇ αὐλητικῇ , νὶν καὶ αὐτὴν τὴν ἑλλάδα : ἥντινα τέχνην ἐφεῦρεν ἡ
νὶν καὶ τὸ γένειον ὅλον καὶ μέρος . τὸ μὲν νὶν ὅλον , τὸ δὲ γένειον μέρος : ὥσπερ ἐστὶ
3481889 δορος
ἔθραυς ' ἄκρον δόρυ . ἐς δ ' ἄπορον ἥκων δορὸς ἐπὶ σκέλος πάλιν χωρεῖ , λαβὼν δ ' ἀφῆκε
. οἰκτρὸν γὰρ πόλιν ὧδ ' ὠγυγίαν Ἀίδᾳ προϊάψαι , δορὸς ἄγραν δουλίαν , ψαφαρᾷ σποδῷ ὑπ ' ἀνδρὸς Ἀχαιοῦ
3476287 κλαζων
ἀείδων : ᾠδῶν . Νηφάλιον : φρόνιμον καὶ γρήγορον . κλάζων : ἠχῶν , βοῶν , τραγῳδῶν . αὐτάρ :
ἐμῆς ἐκέρασς ' εὐτερπέα κόσμον ἀοιδῆς . Ἤειδον δὲ λιγὺ κλάζων διὰ θέσκελον ὕμνον , ὥς ποτέ οἱ δήρισσαν ἀελλοπόδων
3471304 πολυμοχθος
, χρησιμωτάτηι θεῶν , προσευχόμεσθα τήνδε διασῶσαι πόλιν . ὦ πολύμοχθος Ἄρης , τί ποθ ' αἵματι καὶ θανάτωι κατέχηι
, ἀφ ' ἧς δὴ πάντα γίγνεται κακά . ὦ πολύμοχθος βιοτὴ θνητοῖς , ὡς ἐπὶ παντὶ σφαλερὰ κεῖσαι ,
3459928 δαιμονων
αἰσχρὸν γάρ : οἱ μὲν θεσφάτων ἐλεύθεροι κοὐκ εἰς ἀνάγκην δαιμόνων ἀφιγμένοι στάντες παρ ' ἀσπίδ ' οὐκ ὀκνήσουσιν θανεῖν
' ἐπίθεσθε βέβηλοι . . . περὶ δὲ τῶν ἄλλων δαιμόνων εἰπεῖν καὶ γνῶναι τὴν γένεσιν μεῖζον ἢ καθ '
3459695 τελειθ
ἔξω τῶν τειχῶν διαφθερεῖ αὐτοὺς βαλὼν κεραυνῷ . . . τελεῖθ ' ] τέλος ἄγετε . . δορύπονα ] πολεμικά
τρέποντες . τελεῖθ ' ] εἰς τέλος ἄγετε ταύτας . τελεῖθ ' ] πληρεῖτε . τελεῖθ ' ] εἰς τέλος
3453302 Λυκιε
. ἄνασσα πράγους τοῦδε καὶ βουλεύματος ὦ Φοῖβ ' Ἄπολλον Λύκιε μοχθεῖν ἀνάγκη τοὺς θέλοντας εὐτυχεῖν . τόλμα σὺ κἄν
εἶναι . Θαλίαις ] Πανηγύρεσι . Ὀνομαστὰν ] Ὀνομαστήν . Λύκιε ] * Τὸ Λύκιε , ἢ ἀντὶ τοῦ ἐν
3445740 νεκυσιν
, δέσποιν ' , ἐξαυδάσω , τὰν ἐν θρήνοις μοῦσαν νέκυσιν μέλεον , τὰν ἐν μολπαῖς Ἅιδας ὑμνεῖ δίχα παιάνων
ων ? ? ! ! ! ! ! ! Νηρεὺς νέκυσιν [ [ ] ! ον ? ταφήν ? ?
3445232 φερει
] , ἄσκοπον δ ' ἔπος λέγων νυκτὸς προὐμμάτων σκότον φέρει , καθ ' ἡμέραν δ ' οὐδὲν ἐμφανέστερος .
εὑρὼν ἧψεν , ὃν εὗρε , βρόχον . Αἰὼν πάντα φέρει : δολιχὸς χρόνος οἶδεν ἀμείβειν οὔνομα καὶ μορφὴν καὶ
3445129 ἐξηγαγες
πολέμῳ , σύ με κατέκλεισας ἐν τάφῳ ζῶσαν , κἀκεῖθεν ἐξήγαγες οὐ δι ' ἔλεον , ἀλλ ' ἵνα λῃσταῖς
μὴ εἶναι μνήματα ἐν Αἰγύπτῳ , οἷς ἀποθανόντες ἐνταφησόμεθα , ἐξήγαγες ἡμᾶς , ἵν ' ἐνταῦθα κηδεύσῃς ἀποκτείνας ; ἢ
3442457 ἀχραντων
. * τεύχουσα : κατασκευάζουσα * μόρον : θάνατον * ἀχράντων : ἀμολύντων * ἐδράξατο : ἐπελάβετο ἔλαβε ἥψατο *
λίπτοντα ἐπιθυμοῦντα * . τινὲς ἀλέκτρων δεμνίων λέγουσιν ἐκλαμβάνοντες τῶν ἀχράντων . φασὶ δὲ ὅτι ἠράσθη αὐτῆς ὁ Ἀπόλλων ,
3441223 Ἁβρααμ
πρὸς τὸν ἀρχιστράτηγον Μιχαήλ : Ἄπελθε πρὸς τὸν φίλον μου Ἁβραὰμ ἔτι ἅπαξ καὶ εἶπε αὐτῷ οὕτως : ὅτι Τάδε
: ἀλλὰ διά σε ἀπεστάλην ἕως ὧδε . εἶπεν δὲ Ἁβραὰμ πρὸς τὸν θάνατον : Καὶ πῶς οὗτοι τεθνήκασιν ;
3440626 εὐδοξων
! τι ! ⌊ Ἑστία χρυσόθρον ⌋ ⌊ ' , εὐδόξων - ⌋ ⌊ Ἀγαθοκλεαδᾶν ⌋ ⌊ ἅτ ' ἀφνεῶν
διπλῆς ἕως τῆς εἰκοσάδος ὁ Ζεὺς ἐπέχει καὶ κρατεῖ καὶ εὐδόξων καλεῖται . ἀπὸ δὲ πρώτης εἰκοστῆς Ἄρης μέχρι καὶ
3435690 ὑψωσον
τὸν ἄνδρα τοιόνδε καὶ τοιοῦτον . ὑψηλόν . μετὰ βοῆς ὕψωσον . * τὸν Ἐφάρμοστον . ἤγουν δαιμονίως καὶ εὐφυῶς
καὶ κατελθὼν λάβε τὸν δίκαιον Ἁβραὰμ ἐπὶ ἅρματος χερουβικοῦ καὶ ὕψωσον αὐτὸν εἰς τὸν αἰθέρα τοῦ οὐρανοῦ ὅπως ἴδῃ πᾶσαν
3431420 ἀκαταμαχητον
? . α ? ? ? . . ? . ἀκαταμάχητον : διὰ τη . . ? . αἴγυπτος καὶ
νεῶν ἔφορον καὶ δεσπότην καθικέτευον τῶν συνδρομάδων πετρῶν ἐκφυγεῖν τὴν ἀκαταμάχητον δύναμιν καὶ κίνησιν καὶ μὴ καταληφθῆναι ὑπ ' αὐτῶν
3430622 διατορος
ἀλλ ' ἐνθένδε πρῶτον μὲν διάκτορος κέκληται ἤτοι ἀπὸ τοῦ διάτορος εἶναι καὶ τρανὸς ἢ ἀπὸ τοῦ διάγειν τὰ νοήματα
. Σοφοκλῆς δ ' ἐν Ἰχνευταῖς σατύροις ἔφη ἐνήλατα τρίγομφα διάτορος ἐρείδεται . εἴδη δὲ κλίνης ἀργυρόπους , παράπυξος ,
3430162 προσεβα
ὠιδάς . ἔα ἔα : τίς ὅδ ' ὀρνίθων καινὸς προσέβα ; μῶν ὑπὸ θριγκοὺς εὐναίας καρφυρὰς θήσων τέκνοις ;
μηδὲν φοβηθῇς : φιλία γὰρ ἥδε τάξις πτερύγων θοαῖς ἁμίλλαις προσέβα τόνδε πάγον , πατρῴας μόγις παρειποῦσα φρένας , κραιπνοφόροι
3428410 εὐανδρον
ἀοιδαῖς . παρθένοι ὀμβροφόροι , ἔλθωμεν λιπαρὰν χθόνα Παλλάδος , εὔανδρον γᾶν Κέκροπος ὀψόμεναι πολυήρατον : οὗ σέβας ἀρρήτων ἱερῶν
, ἥτις ἀγλαοὺς κούρους καὶ ἄνδρας ἔχει . ἀγλαόκουρον τὴν εὔανδρον λέγει . Ἰσθμίου πρόθυρον : ὅτι ἀρχὴ καὶ τέλος
3425603 μεριμναν
ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν βαθεῖαν ὑπέχων μέριμναν † ἀγˈροτέραν , ἀστὴρ ἀρίζηλος , ἐτυμώτατον ἀνδρὶ φέγγος
Σιμόεντος ἡμένα κοίτας φοινίας ὑμνεῖ πολυχορδοτάται γήρυϊ παιδολέτωρ μελοποιὸν ἀηδονὶς μέριμναν . ἤδη δὲ νέμουσι κατ ' Ἴδαν ποίμνια :
3422267 θρηνον
ὥσπερ αὐτὸς ὢν Ὅμηρος ὁ φυτευσάμενος , εἶτα ὁρῶν κείμενον θρῆνον εἰς τὸ ἔρνος ᾄδει : ἐρῶ καὶ ἔραμαί σου
νῦν δὲ καταβέβλημαι . . ἥσω ] ἥσω καὶ πέμψω θρῆνον καὶ λίαν πανόδυρτον , σεβίζων καὶ σεβάζων τὰ λαοπαθῆ
3419207 Ἰσις
εἰς δύο τομῆς δίκη τε , οἱονεὶ δίχη , καὶ Ἴσις , οὐ μόνον ὅτι ἴσον ἐν αὐτῇ τὸ ἀπὸ
κίονος προσαρμόσας καὶ θεὶς τὴν πήληκα . Περσεφόνη δὲ καὶ Ἴσις ἡ Γῆ καὶ Ῥέα καὶ Ἑστία καὶ Πανδώρα καὶ
3413650 μοχθων
οἰκειακὰς λύπας . ἐπὶ δὲ νυκτερινῆς γενέσεως μετὰ σκυλμῶν καὶ μόχθων πράξεις καὶ στρατείας , ἀγαθούς τε καὶ ἐπικερδεῖς καὶ
ἀπαλλαγή ] ἐλευθερία τέρμα ] τέλος προκείμενον ] ἤγουν φανερόν μόχθων ] πόνων ἐκπέσῃ τυραννίδος ] βιαίως ἐκβληθήσεται τῆς βασιλείας
3406459 φανταζομενη
ἀφίκετο : καὶ εἰσελθοῦσα ἐν τῷ ἐκεῖ ναῷ ταῦτά φησι φανταζομένη . ἀναγκαίως ὁ χορὸς ἀπὸ γυναικῶν συνέστηκε διὰ τὸ
ὥσπερ ἡ λογική , ἀλλὰ συμπαρομαρτεῖ τῇ αἰσθήσει τοῦτο μόνον φανταζομένη , οὗπερ ἡ αἴσθησις ἀντελάβετο , ἐπιλανθανομένη τῶν ὄπισθεν
3400616 ἀφανισας
ἐπαιρομένων . πολυαρίθμων . ὤλεσας : Ἰωνικῶς μικρὸν . * ἀφανίσας . τὴν πόλιν . πόλιν . τῶν . καὶ
ὃς ὀνομάζεται ἔτι νῦν ἱέραξ , καὶ τὸ ἦθος ἤλλαξεν ἀφανίσας : μέγιστα γὰρ ὑπ ' ἀνθρώπων φιληθέντα πλεῖστον αὐτὸν
3400308 νεφελαν
χαλάξαις , ἀρχὸς οἰωνῶν , κελαινῶπιν δ ' ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατί , γˈλεφάρων ἁδὺ κλάϊθˈρον , κατέχευας :
ἢ τὴν μελαίνουσαν τοὺς ὀφθαλμοὺς νεφέλην . ἄλλως . κελαινῶπιν νεφέλαν τὴν ἐπίχυσιν τοῦ ὕπνου φησίν . ἄλλως : ἀντὶ
3398572 κομπον
εἰς τὸν Ἡρόδοτον ἐπαίνους . λέγοι δ ' ἂν ἀγάνορα κόμπον τὸν ἐκ τῶν ἀγαθῶν ἔπαινον τὸν ἐκ τῶν ποιημάτων
οὐκ ἀσπίδα κομπασμάτων πλήρη . θ κόμπον ] ἔπαρσιν . κόμπον ] ἤτοι σημεῖον ὑπερήφανον , δῆλον ἀσπίδα κομπασμάτων πλήρη
3393126 κυβερνων
, ἀλλ ' ὁ τῆς τύχης τοῦτ ' ἔστι τὸ κυβερνῶν ἅπαντα καὶ στρέφον καὶ σῷζον , ἡ πρόνοια δ
ἡ κυβέρνησις πρὸς ἀγαθοποιὸν ἀστέρα ἤ ἐστιν ἀγαθοποιὸς ἀστὴρ ὁ κυβερνῶν ἀπὸ τῶν ὁρίων , σημαίνει ἀγαθά : εἰ δὲ
3391470 ἐπιληψεως
. Οἱ δὲ ὄντες ἄφρονες ἐκ νόσου , ἤτοι ἐξ ἐπιλήψεως ἢ μανίας , καὶ μόνῃ τῇ αἰσθήσει ζῶντες ,
ἀφυσιλόγητον τοῦ περιπλακῆναι ἡμῖν γονάτων ἐφαπτόμενον καὶ πάσης τῆς εἰθισμένης ἐπιλήψεως γίνεσθαι κατὰ τὰς σεβάσεις θεῶν καὶ λιτάς . ἐποίεις
3388284 πεδοι
: αἷμα μητρῷον χαμαὶ δυσαγκόμιστον , παπαῖ : τὸ διερὸν πέδοι χύμενον οἴχεται . ἀλλ ' ἀντιδοῦναι δεῖ ς '
ἔρριψ ' ἐμαυτὴν τῆσδ ' ἀπὸ στύφλου πέτρας , ὅπως πέδοι σκήψασα τῶν πάντων πόνων ἀπηλλάγην ; κρεῖσσον γὰρ εἰσάπαξ
3384340 τεθριππων
. Μοῖσα , καὶ πὰρ Δεινομένει κελαδῆσαι πίθεό μοι ποινὰν τεθρίππων : χάρμα δ ' οὐκ ἀλλότˈριον νικαφορία πατέρος .
, ὁ βακχειόμαντις δέσποινα νύμφη , δυσχίμων ὀρῶν ἄναξ ζεῦγος τεθρίππων ναρᾶς τε Δίρκης ἄτεγκτος – × – παρηγορήμασιν μὴ
3381283 Θεου
ἐπιορκῶν μὴ δόκει λεληθέναι . Θυμοῦ κρατῆσαι κἀπιθυμίας καλόν . Θεοῦ ὄνειδος τοὺς κακοὺς εὐδαιμονεῖν . Ἱερὸν ἀληθῶς ἐστιν ἡ
συνέπεσθαι . Πείθομαι : ἤδη γὰρ τῆς εὐμενείας αἰσθάνομαι τοῦ Θεοῦ . Ἀλλὰ χαιρέτω μὲν Ἀκαδημία , πρὸς ἐκεῖνον δὲ
3379320 βοησον
τοῦ δάκνου . οὐράνι ' ἄχη ] ἕως τοῦ οὐρανοῦ βόησον τὰ ἄχη . δυσβάϋκτον ] θρηνητικήν . βοᾶτιν ]
[ ! ! ] [ φυγᾶι ] φυγᾶι ? φυγᾶι βόησον [ [ ] νος ? τ ' Ἀχαιῶν .
3378503 δυστυχη
' : “ ἐν μιᾶι γὰρ ἡμέραι τὸν εὐτυχῆ τίθησι δυστυχῆ θεός . ” εὖ πάντα ταῦτα , Σμικρίνη .
Λαΐου καταχέουσι καὶ τοῦ Τηλέφου τοῦ συνελθόντος τῇ μητρὶ τὴν δυστυχῆ σύνοδον , τοῦ μὴ πειραθέντος μὲν τῆς ὁμιλίας ,
3373646 δομων
ὕστερ ' οὐκέτ ' οἶδα : δραπέταν γὰρ ἐξέκλεπτον ἐκ δόμων πόδα . πολύπονα δὲ πολύπονα πάθεα Μενέλας ἀνσχόμενος ἀνόνατον
ἂν προδῶι πόσιν . Μενέλαε , προγόνων τ ' ἀξίως δόμων τε σῶν τεῖσαι δάμαρτα κἀφελοῦ πρὸς Ἑλλάδος ψόγον τὸ
3373538 ἀτης
σεμνῶν εἰς ἄσεμνα χωρούντων . Ἀπήντησε κεραυνοῦ βολὴ πρὸς ὑπέρτατον ἄτης : ἐπὶ τῶν ἄξια πασχόντων ὧν ἔδρασαν . Ἅπερ
πολεμιστήν . ” ὁ δὲ Ἀπίων ἀμφότερα ἐτυμολογῶν ἀπὸ τῆς ἄτης , οἷον ἀτῆσαι : πληρωτικὰ γὰρ τὰ κακά .
3373336 ταπεινωσεως
σου μετανοοῦντα καὶ προσερχόμενόν σοι μετὰ συντετριμμένης καρδίας καὶ πνεύματος ταπεινώσεως καὶ λύσιν ἐξαιτοῦντα τῶν πολλῶν καὶ δεινῶν μου πλημμελημάτων
ἀτυχήματα κἀντεῦθεν τοῦ μακαρίζεσθαι ἀπειργόμενος ἀνακληθῇ πάλιν ἀπὸ καταπτώσεως καὶ ταπεινώσεως , τῆς ἀρετῆς ἐν πᾶσι φυλάξας τὸ βέβαιον ,
3373054 Ζευς
ἐμφορέοντο : θεὸς δ ' ἀποαίνυτο νόστον . αὐτὰρ ἐμοὶ Ζεὺς αὐτός , ἔχοντί περ ἄλγεα θυμῷ , ἱστὸν ἀμαιμάκετον
Ἐλπινίκην εἶχεν , ὡς Πτολεμαῖος μὲν ὕστερον Βερενίκην , καὶ Ζεὺς τὴν Ἥραν πρὸ αὐτῶν , καὶ νῦν Περσῶν τὸ
3372935 ἀναπαυσιν
ἢ Πιερίδες φύτευσαν [ – ˘˘ – – ] καδέων ἀνάπαυσιν [ – ˘⚔ ] Ἐμοὶ μὲν οὖν ἀσφαλέστατον ἁ
ἔφερον , ἢ ἐν φάραγξι διαλαθόντες ὑπελείποντο , τὴν αὐτίκα ἀνάπαυσιν τοῦ παρὰ τῶν ἐχθρῶν φόβου διαλλασσόμενοι . Τοιαῦτα δὲ
3371341 προσφιλη
στυγεῖ . Δεῖ δή ς ' , ἔμοιγ ' ἐλθόντα προσφιλῆ , λόγων κρύψαι πρὸς ἡμᾶς μηδέν ' ὧν ἀκήκοας
τοῖς δὲ πρώτως τινὰ παράγουσι καὶ πρώτως ἐστὶ τὰ τοιαῦτα προσφιλῆ : εἴτε οὖν ζῷά τινα εἴτε φυτὰ εἴτε ἄλλα

Back