| ἀποβάσεσιν . οἷον ἔδοξέ τις ἐσταυρῶσθαι , σημαίνοντος τοῦ δοκεῖν ἐσταυρῶσθαι δόξαν καὶ εὐπορίαν : δόξαν μὲν διὰ τὸ ὑψηλότατον | ||
| παρ ' ἑαυτῶν εἰσφέρουσι ταῖς ἀποβάσεσιν . οἷον ἔδοξέ τις ἐσταυρῶσθαι , σημαίνοντος τοῦ δοκεῖν ἐσταυρῶσθαι δόξαν καὶ εὐπορίαν : |
| Γ τῷ σῷ ποτῷ ; ] ἐν . κατακλινήσομαι ] κατακλινὴς ἔσομαι . κατακλινήσομαι ] κατακείσομαι . Γ καταπάσω ] | ||
| ἐπίκαμπτος ἄκρα . μεθ ' ἣν λόφος ὀξύς , ἀθρόως κατακλινὴς ἐπὶ τὴν θάλασσαν : ὠνόμασται δὲ Βουκόλος , εὐχαρίστου |
| / φόρος , οὕτω καὶ τρέχω / τρόχος . τρίετες βαρυτόνως καὶ τριετὲς ὀξυτόνως διαφέρει Πτολεμαῖος ὁ Ἀσκαλωνίτης . βαρυτονούμενον | ||
| καὶ μετὰ [ βίας ] ἀφαίρεσιν δηλώσει : ἐὰν δὲ βαρυτόνως ἁρπάγην ὡς ἀνάγκην , ἐν ᾗ ἐκ τῶν φρεάτων |
| ἀντὶ τοῦ φροντίζων Ξενοφῶν . νεώς τὴν εὐθεῖαν ἑνικῶς καὶ ὀξυτόνως Ἀττικοί , ναός Ἕλληνες . νώ δυϊκῶς Ἀττικοί , | ||
| ἀπέχει σταδίων ὀκτώ , ὥς φησιν Ἀριστοτέλης . τινὲς ἐλαιὸν ὀξυτόνως ἐκδεχόμενοι τὸν ἐξ ἀγριελαίας στέφανον οὕτως καλοῦσι . ἔλαιον |
| . Ἀλλ ' ἆρα τὸ μὴ ἑτέρου ὃ λέγεται ; Λευκὸν μὲν γὰρ καὶ μέλαν ἄλλου τοῦ λελευκωμένου , καὶ | ||
| τὸ πλέον μέρος τῆς δυνάμεως ἀποβαλόντες κατέφυγον ἐπὶ τὸ καλούμενον Λευκὸν τεῖχος , οἱ δ ' Ἀθηναῖοι ταῖς ἰδίαις ἀνδραγαθίαις |
| ἡ χιλιέτης πορεία χεῖρον ἂν εἴρητο αὐτῷ , εἰ μὴ Κρεόφυλος ἤκουσε κακῶς ; ἀλλὰ τί τοῦτο ἐβούλετο αὐτῷ κωμῳδεῖν | ||
| ἐν Κορίνθῳ γυμνάσιον . Κραυρότερον . ψαθυρότερον καὶ εὐθραυστότερον . Κρεόφυλος : Πολιτείας ιʹ : „ ὁ γὰρ Κρεόφυλος , |
| ἐν μέσοις κειμένη μικροῦ πᾶσιν ἐν κύκλῳ τοῖς τὴν φωνὴν βαρβαρίζουσιν : ἄνωθεν μὲν Παιόνων ἐπικαθημένων τῇ πόλει , ἐχομένως | ||
| συνεσταλμένως , ὡς θυρὶς , σανίς . Κατὰ δὲ Πνεῦμα βαρβαρίζουσιν οἱ λέγοντες αὕριον δασέως : δεῖ γὰρ αὔριον ψιλῶς |
| , ὅτι τὸ ἁρμοῖ ψιλούμενον μὲν σημαίνει τὸ ἀρτίως , δασυνόμενον δὲ τὸ ἁρμοδίως . Μεθόδιος , . , . | ||
| καὶ μεγαλύνων τοὺς ἄνδρας . ἢ παρὰ τὸ αἱρῶ τὸ δασυνόμενον , οἱονεὶ ὁ ἀναιρετικός : παρὰ τὸ αἱρῶ οὖν |
| ἵνα οὕτω λέγῃ ἔδει τόδε γενέσθαι πρὸ τοῦ πράγματος , γέγονε . ταῦτα μὲν ἀπὸ τῶν πρὸ τοῦ πράγματος : | ||
| ἡ ἀπόστασις : ὑπόκειται γάρ που . καὶ ἐπὶ τούτῳ γέγονε κρίσις , ἀλλ ' ἀτελής . τότε λέγομεν ὅτι |
| σχοινία παρὰ τὸ οἴω τὸ κομίζω οἶσα καὶ τροπῇ τοῦ διχρόνου εἰς δίχρονον καὶ ἰωνικῶς οὖσα . ἢ τὰ ἀπὸ | ||
| γάρ ἐστιν ὁ λέγων : τὰ εἰς Σ λήγοντα μετὰ διχρόνου ἀποβολῇ τοῦ Σ τὸ οὐδέτερον ποιοῦντα συνεσταλμένον ἔχουσι τὸ |
| ἄος μετὰ τοῦ στερητικοῦ α , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ν ἄναος , καὶ Ἀττικῶς ἄνεως ὁ ἄφωνος : πρόσκειται ὀνόματα | ||
| καὶ παρὰ τὸ αὔω ἄναυος , καὶ ἐλλείψει τοῦ υ ἄναος . ἀφ ' οὗ τὸ Ἀττικὸν ἄνεως , ὡς |
| παρὰ τὸ λίαν μᾶν : ἢ παρὰ τὸ λάπτω τὸ σημαῖνον τὸ ἀπὸ δίψης φλέγομαι . Λαῖτμα : τὸ χάσμα | ||
| νῶ νήθω , κνῶ κνήθω : ἀλήθω τὸ αὐτὸ † σημαῖνον τῷ πρωτοτύπῳ . οὕτως Μεθόδιος , . , . |
| βέβαιος : φέριστος : φέναξ ὁ ἀπατεών : σεσημείωται τὸ φαίνω τὸ λάμπω , ἐπὶ γὰρ τοῦ φονεύω διὰ τοῦ | ||
| ἕω ἐλάμβανε τὸν πλακοῦντα . ἐγὼ δείκνυμι : ἐνδείκνυμι καὶ φαίνω . ἐνδεικνύναι δὲ ἔλεγον τὸ καταγγέλλειν τινὰ κακουργοῦντα περὶ |
| γράφεται : οἷον , δολῶ : δονῶ : θολῶ : κροτῶ : κλονῶ : σοβῶ : στορῶ : τορῶ : | ||
| κροταφὶς , σφύρα μικρά : κροαίνων κρούων τοῖς ποσίν : κροτῶ : Κροτώνη : Κροκύλιον πόλις : κροκόπεπλος : κροκοείδης |
| ἀλλ ' ἔτι νῦν γ ' ἄπυρος , τάχα δὲ πλέος ἔτνεος , οἷον ὁ παμφάγος Ἀλκμὰν ἠράσθη χλιαρὸν πεδὰ | ||
| κατελείφθη παρὰ τοῦ Διονύσου τὸν νηὸν ἐν Βυζαντίῳ γραμμάτων Ἀσσυρίων πλέος . Τοῦ δὲ Βοσπόρου ὁ χῶρος τὸν ἔζευξε βασιλεὺς |
| . ἄγροικος μὲν βαρυτόνως ὁ γνώσεως ἄμοιρος : ἀγροῖκος δὲ προπερισπωμένως ὁ ἐν ἀργῷ διατρίβων ἢ ὁ μὴ ἥμερος , | ||
| δόξαν ἀποφέρεται : ὅταν τροπαῖα : τροπαῖα ἡ ἀρχαία Ἀτθὶς προπερισπωμένως : λαμβάνει : τῆς νίκης : σεμνοὶ δ ' |
| , κατὰ δὲ τὴν ἀκριβεστέραν ἐξέτασιν , ὅτι αὐτὸς ὁ Κάιν ὑφ ' ἑαυτοῦ : ὥσθ ' οὕτως ἀναγνωστέον : | ||
| . οὐ διὰ τοῦτο μέντοι δόξαντι θυσίας ἀμέμπτους ἀναγαγεῖν τῷ Κάιν λόγιον ἐξέπεσε μὴ θαρρεῖν ὡς κεκαλλιερηκότι ; μὴ γὰρ |
| . οὐκοῦν ἐν τῷ μεταξὺ τῆς βολῆς χρόνῳ τὸ μὲν παρατατικὸν ἀξίωμα ” ἅπτεται ἡ σφαῖρα τῆς ὀροφῆς “ ψεῦδός | ||
| συνάγονται . Ἔχεις τοιγαροῦν τέτταρας χρόνων οἰκειότητας , ἐνεστῶτος πρὸς παρατατικὸν μίαν , παρακειμένου πρὸς ὑπερσυντέλικον ἄλλην , μέσου παρακειμένου |
| μέρος τῆς ἡμέρας τῇδε δηλοῖ καὶ σφόδρα ἕν τι δηλοῦν ἑτέρωθι : τὸ γὰρ ὡμαλισμένον οὐδὲν ἐξαίρετον τῆς ἡμέρας μέρος | ||
| δὲ μεσηγὺ ἀτραπιτὸς τέτμηται † ἀραιὴ αὐλῶπις † ἔνθ ' ἑτέρωθι ἡ διερὴ Σικίμων καταφαίνεται , ἱερὸν ἄστυ , νέρθεν |
| , ὀδόντες , [ καὶ ] χείλη , ῥίς , οὐρανίσκος καὶ ὁ γαργαρεών . φωνή ἐστι πλῆξις ἀέρος ἢ | ||
| , ὅ ἐστι τοὺς ὀφθαλμοὺς πελιώματα . Ὑπερώα . ὁ οὐρανίσκος . Ὅμηρος : χείλεα μέν τ ' ἐδίῃν ' |
| ὀιστὸν ἀπὸ νευρῆς προΐαλλον , ἀσχαλόων ὅ μοι ὁ πρὶν ἐτώσιος ἔκφυγε χειρός : μεσσηγὺς δ ' ἔβαλον στηθέων , | ||
| δὲ τὸ μάταιον . . . . , . : ἐτώσιος : . . . ὁ δὲ Φιλόξενος καὶ Τρύφων |
| ὡς τὸ ὦ μόριον ἐπεκταθὲν διὰ τοῦ τα ἐποιεῖτο καὶ κλητικὸν ἐπίφθεγμα , καθότι καὶ τῷ δή τὸ δῆτα παρέκειτο | ||
| ἔα ] φεῦ φεῦ φεῦ φεῦ . . τὸ ἆ κλητικὸν ἐπίρρημά ἐστιν , ἢ μᾶλλον προσφωνηματικόν : διαφέρει δὲ |
| ὄνομα , ἧς Ἀρχίας κύριός ἐστιν , ὁ δ ' Ὑμέναιος ἐπιτήδειος , ὁ Φιλωνίδης δ ' ἐρᾶν φησίν . | ||
| μή , τί δεῖ πονεῖν ; τίν ' ἄρ ' Ὑμέναιος διὰ λωτοῦ Λίβυος μετά τε φιλοχόρου κιθάρας συρίγγων θ |
| ' ἂν παρίσωσις ᾖ κατ ' ἀρχάς , οὐκέτι καὶ ἐπαναφορά . οὐδὲν δὲ θαυμαστόν , εἴ τι καὶ λαμπρὸν | ||
| δὲ ὅλη τις λέξις : καὶ ὃ μὲν ἂν ᾖ ἐπαναφορά , καὶ παρίσωσίς ἐστιν ἡ κατ ' ἀρχάς , |
| . . . . . . ἀλακάτη , , : ἀλακάτη : καὶ ἠλακάτη Ἰωνικῶς : παρὰ τὸ ἄγω ἄξω | ||
| πλεονάσαντος ἐγένετο ἀκαλός . . . . , . : ἀλακάτη καὶ ἠλακάτη : ἀπὸ τοῦ ἄγω ἄξω ἀκτὸς εἴρηται |
| ιδʹ . πρὸς ἐγχέλεις . ιεʹ . πρὸς κεστρεῖς θαλασσίους δέλος . ιςʹ . δέλος κεστρέων θαλασσίων . ιζʹ . | ||
| . ιεʹ . πρὸς κεστρεῖς θαλασσίους δέλος . ιςʹ . δέλος κεστρέων θαλασσίων . ιζʹ . ἄλλο ποιοῦν καλῶς καὶ |
| δὲ καὶ Σίγειον ἀκρωτήρια τῆς Ἰλίου . Ἀβαρνίδος : ἡ Ἀβαρνὶς πόλις τῆς Λαμψάκου . ὠνομάσθη δὲ ἀπὸ αἰτίας τοιαύτης | ||
| αὐτῆς καὶ Ὅμηρος : καὶ Πιτύειαν ἔχον . ἡ δὲ Ἀβαρνὶς τοῦ Ἑλλησπόντου , ἣ τὸ παλαιὸν Ἀπαρνὶς ἐκαλεῖτο , |
| ' οἱ στρατηλάται γένος , Φθίας δὲ τοὔνομ ' οὐδαμοῦ κεκλήσεται . πικροὺς δὲ προχύτας χέρνιβάς τ ' ἐνάρξεται Κάλχας | ||
| τοῦτο καὶ φράξηθ ' ἅπαξ , ἐκ τοῦ πόλου τούτου κεκλήσεται πόλις . Ὥστ ' ἄρξετ ' ἀνθρώπων μὲν ὥσπερ |
| οὗ ὑπερθετικὸν τὸ ἐγγύτατα : καὶ ἔτι παρὰ τὸ ἀνώτερος ἐπίρρημά τι τὸ ἀνώτερον , οὗ ὑπερθετικὸν τὸ ἀνώτατα : | ||
| , πάνυ τιμίων . τὸ γὰρ “ ἐρι - ” ἐπίρρημά ἐστιν ἐπιτάσεως , ὡς τὸ “ ἐρίηρες ” καὶ |
| ἀνέκραγεν , Ὦ κοράσια , δοῦλον ὑμῖν ἐώνημαι καλὸν καὶ ἁδρὸν καὶ Καππαδόκην τὸ γένος . ἦσαν δὲ τὰ κοράσια | ||
| πᾶν ? [ ] ? θοἰμάτιον [ εὔκαρπον ] , ἁδρὸν ἐκ ϲταχύων ? [ ! ! ] ! ιδον |
| παροξύνονται , οἷον Ἑρμόπαν Αἰγίπαν Τιτανόπαν : μόνον δὲ τὸ καρβάν οὔτε ἁπλοῦν ἐστιν οὔτε σύνθετον ἀλλὰ παρασύνθετον καὶ ὀξύνεται | ||
| κάριβος σύνθετον , καὶ παρασύνθετον καριβοάν , καὶ ἐν συγκοπῇ καρβάν , οἱονεὶ ὁ ἔχων βοὴν Καρὸς τουτέστι βάρβαρον : |
| τοῦτο εἰπεῖν ἢ ὡς Ὀρφεὺς [ . , ] εἶπεν ὠεὸν ἀργύφεον ; . , φυσικοὶ [ . ὕμνοι ] | ||
| Ὀρφεύς : ἔπειτα δ ' ἔτευξε μέγας Κρόνος αἰθέρι δίῳ ὠεὸν ἀργύφεον . Τὸ γὰρ ἔτευξε δηλοῖ τι τεχνητόν , |
| . 〚 ἀπολιπόντε ποι : Τὸ ποι ἐνταῦθα οὐκ ἔστιν ἐρωτηματικὸν , ἀλλ ' ἀόριστον : ἐπὶ μὲν γὰρ κινήσεως | ||
| . ἔχω : Κέκτημαι . ὁποῖον : Ἀττικόν . . ἐρωτηματικὸν ἀντὶ τοῦ ποῖον . . 〚 οὐκ ἐς κόρακας |
| πρὸ τῶν δύο λλ συστέλλεται , σκάλλω , θάλλω , σφάλλω , ἄλλος , μαλλός , φάλλος : ἐδείχθη καὶ | ||
| γίνεται , ῥηματικὸν ὄνομα τρεερός , ὡς φαίνω φανερός , σφάλλω σφαλερὸς καὶ τήκω τακερός : καὶ κράσει τῶν δύο |
| βαδίζων ” θλασθείη τὴν κεφαλήν . τῆς κεφαλῆς Ὀρέστης : Ἀττικῶς ἀντὶ τοῦ τὴν κεφαλήν . ὁ δὲ Ὀρέστης οὗτος | ||
| , ἀλυκτῶ : ὁ παθητικὸς παρακείμενος , ἠλύκτημαι : καὶ Ἀττικῶς ἀλαλύκτημαι . ἀλειπὴς πηγὴ ἐν Ἐφέσω : οὕτω καλουμένη |
| ἐπὶ ἐνεστῶτος , ὁπότε μὴ ἀπὸ μέλλοντος εἰς ἐνεστῶτα μετήχθη ποιητικῶς , περισπᾶται : ἰσῶ νοσῶ μασῶ . Τὰ εἰς | ||
| Ῥόδον καὶ Ἀτάβυριν , καὶ ἔτι Λακεδαίμονα καὶ Ταΰγετον : ποιητικῶς δὲ τοὐναντίον . ἐν μέντοι τῷ „ ναιετάω δ |
| ἐξωγκωμένος : οἰδῶ γὰρ τὸ ὀγκοῦμαι . ᾠδήκαντι : οἰδῶ οἰδήσω ᾤδηκα . οἱ Δωριεῖς τὸ γʹ πρόσωπον τῶν πληθυντικῶν | ||
| εἰς ο , ἄτλος καὶ ὄτλος . Οἶδμα . οἰδῶ οἰδήσω οἴδημα , καὶ συγκοπῇ , οἶδμα . Ὄνειαρ . |
| τῶν εἰδῶν . Σχήματα δέ εἰσι τρία , ἁπλοῦν σύνθετον παρασύνθετον : καὶ ἁπλοῦν μέν ἐστι τὸ μὴ ἐκ διαφόρων | ||
| ἀκούω „ προπαροξύνεται : ὑπήκοος ἀνήκοος . τὸ δὲ ἐπακουός παρασύνθετον [ γίνεται γὰρ ] ἐκ τοῦ ἐπακούω . Τὰ |
| Αἰολεῖς , ἔνθεν ἡ στέρησις ἀγνοῶ : ἐκ δὲ τοῦ γνώσκω πάντως κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν τὸ γιγνώσκω . λέγει δὲ ὁ | ||
| , τρώσω , τρώσκω , καὶ τιτρώσκω : γνώσω , γνώσκω , καὶ γιγνώσκω : θνήσω , θνήσκω : μνήσω |
| ῥέξω πόρτιν Ἔρωτι καὶ αὐτᾷ βοῦν Ἀφροδίτᾳ . παρθένος ἔνθα βέβηκα , γυνὴ δ ' εἰς οἶκον ἀφέρπω . ἀλλὰ | ||
| τὸ μέντοι μάτην μάταιος , καὶ τὸ βέβαιος παρὰ τὸ βέβηκα . τὰ δὲ παρώνυμα παρ ' οὐδετέρων γινόμενα ὀξύνεται |
| ἐγνωκότων , αὐτός , εἴτε συμφέρειν Ῥωμαίοις ἡγούμενος , εἴτε ἄκρος ὢν ὀργὴν καὶ φιλόνεικος ἐς τὰ λαμβανόμενα , εἴθ | ||
| : ” δι ' ἄκριας ἠνεμοέσσας ” . καὶ ἔστιν ἄκρος ἀκρόεις καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι * * * ὀκριόεις |
| Ἀριστάρχου πατήρ , Ἀριστάρχου οἶκος . Ἡ δὲ δοτικὴ λέγεται ἐπισταλτική , ἐπειδὴ δι ' αὐτῆς ποιούμεθα τὰς δόσεις καὶ | ||
| Ἀριστάρχου πατήρ , Ἀριστάρχου οἶκος . Ἡ δὲ δοτικὴ λέγεται ἐπισταλτική , ἐπειδὴ δι ' αὐτῆς ποιούμεθα τὰς δόσεις καὶ |
| δίφρον . βασιλεὺς δὲ ὡς ἤκουσεν ἀφῖχθαι Διονύσιον , ἐκέλευσεν Ἀρταξάτην τὸν εὐνοῦχον ἀπαγγεῖλαι πρὸς αὐτὸν “ ἐχρῆν μέν σε | ||
| μέχρις αὐτοῦ [ τοῦ ] βασιλέως , ὥστε καὶ ἤρετο Ἀρταξάτην τὸν εὐνοῦχον εἰ πάρεστιν ἡ Μιλησία . Διονύσιον δὲ |
| τροπῇ τοῦ ε εἰς ι , ἐνίπτω . πολλάκις δὲ ἐπείσοδος συμφώνου τρόπον ποιεῖ : τέκω , τίκτω : ἔπω | ||
| . πρόλογος μέν ἐστι τὸ μέχρι χοροῦ τῆς εἰσόδου , ἐπείσοδος δέ ἐστιν , ὡς καὶ πρὶν ἔφην , λόγος |
| ἀπὸ τοῦ δώσω ἔδωσα καὶ ἥσω ἧσα : ἀλλά φαμεν σεσημειῶσθαι τοὺς τρεῖς τούτους ἀορίστους ἐν τοῖς εἰς μι , | ||
| εἰ γένοιτο πλύνης διὰ τοῦ τος κλίνεται . Δοκεῖ δὲ σεσημειῶσθαι τὸ Σκύθης Σκύθου : ἔχει δὲ ἀπολογίαν , ὅτι |
| . ἄλσος βʹ : δασυνόμενον μὲν τὸν σύνδενδρον τόπον . ψιλούμενον δὲ τὸ ἱερόν . ἆλτο βʹ : ἥλατο . | ||
| δασυνόμενον ἀπὸ τοῦ ἵημι τὸ πέμπω γίνεται , τὸ δὲ ψιλούμενον ἀπὸ τοῦ ἴω τὸ πορεύομαι . Οὐδέ κεν : |
| μετονομάζεται εἰς Σάρραν κατὰ τὴν τοῦ ἑνὸς στοιχείου πρόσθεσιν τοῦ ῥῶ . τὰ μὲν οὖν ὀνόματα ταῦτα , τὰ δὲ | ||
| ἐπιθυμίαν , ἀκόλαστος ἀκούει τις . Ἄῤῥωστος , παρὰ τὸ ῥῶ , ὃ δηλοῖ τὸ ὑγιαίνω , οὗ ὁ μέλλων |
| κέρας καὶ οὐρά . αὕτη δὲ ἡ διχοτομία τοῦ μήκους ὀμφαλὸς προσαγορεύεται καὶ στόμα καὶ ἀραρός . Μετὰ δὲ τὴν | ||
| μὲν τὸ βρέφος τῆς μήτρας , ἐπὶ πλέον δὲ ὁ ὀμφαλὸς βασανισθῇ διατεινόμενος : ἄτροφον γὰρ γίνεσθαι τὸ ἔμβρυον : |
| χρόνου γίνεται , ὁ ἐνεστὼς ἀπὸ τοῦ ἐνεστῶτος , ὁ ἀόριστος ἀπὸ τοῦ ἀορίστου καὶ ὁ μέλλων ἀπὸ τοῦ μέλλοντος | ||
| ' . . . . ἀτυχθείς : τεύχω ὁ δεύτερος ἀόριστος ἔτυχον ἐτύχην , ἡ μετοχὴ τυχείς καὶ πλεονασμῷ τοῦ |
| ἄλιπτα : παρὰ τὸ ἀλείφω ἄλιμμα , καὶ † ἄλιπτα Αἰολικῶς . . . . ἁλιεύς : παρὰ τὸ ἁλός | ||
| ταράττεσθαι : παρὰ τὸ ἐν ἄτῃ ταράττεσθαι . Ἄμυδις , Αἰολικῶς : παρὰ γὰρ τὸ ἅμαδις καὶ ἄμυδις , τροπῇ |
| θυσιῶν μετέχουσιν , οὐδὲ καταβαλόντες ἡμῖν τὸ μετοίκιον . Μηδὲν αἰνιγματῶδες , ὦ Μῶμε , ἀλλὰ σαφῶς καὶ διαρρήδην λέγε | ||
| , δουλικόν , κακῶν αἴτιον , ἀσελγές , λατρευτικόν , αἰνιγματῶδες , διφυές , κάθυγρον , ἡμιτελές , κυρτοειδές , |
| πλεῖστον διὰ τὸ ψαλῶ ψάλλω : θαλῶ θάλλω , καὶ εἴτι ὅμοιον : ἔχουσι γὰρ ταῦτα τὸν μέλλοντα εἰς α | ||
| : πνὶξ ἐξ οὗ τὸ πνίγος : πλὶξ , καὶ εἴτι ὅμοιον . Τὰ εἰς ωξ ὀνόματα συγκείμενα παρὰ ῥῆμα |
| ταῦτα ἐκείνου εἴδη . λείπεται τοίνυν μὴ κυρίως εἰρηκέναι τὸν Πορφύριον τὸ τρίγωνον τοῦ σχήματος εἶδος . πρὸς τοῦτο πάντες | ||
| ἐν πράγμασιν ἀλλὰ καὶ ἐν ταῖς φωναῖς σφάλλειν γινώσκουσαι τὸν Πορφύριον ἐπὶ τὰ συμβεβηκότα χωρεῖν ἀπέτρεψαν : τὰ γὰρ συμβεβηκότα |
| τὰ λεγόμενα [ ] δοκοῦσι ? τὸν ? ? ? Ζᾶνα παρὰ τοῦ αὑτοῦ [ ] πατρὸς [ τὴν ] | ||
| . [ χρὴ ὧδ ] ' ἔχοντα οὐκ ἀκούειν τὸν Ζᾶνα ? [ ! ! ! ! ! ! ! |
| : ἔστι διαλέκτου : παρὰ τὸ ῥόδον πλεονασμῷ τοῦ β βρόδον , ὥσπερ ῥυτῆρες βρυτῆρες καὶ ῥίζα βρίσδα κατὰ διάλυσιν | ||
| . πεφύκασι γὰρ πλεονάζειν τὸ β . Σαπφώ , ῥόδον βρόδον . Ῥύμη ῥέω ἔστι ῥῆμα , καὶ τροπῇ τοῦ |
| ἐλέγχεσθαι , ὁ διδάσκαλός σου ὁ βέλτιστος ὃν εἶχε σκύφον Νεστόρειόν τινα καταφέρει αὐτοῦ πλησίον κατακειμένου , καὶ οὕτως ἐκράτησεν | ||
| ἐλέγχεσθαι , ὁ διδάσκαλός σου ὁ βέλτιστος ὃν εἶχε σκύφον Νεστόρειόν τινα καταφέρει αὐτοῦ πλησίον κατακειμένου , καὶ οὕτως ἐκράτησεν |
| Ἕλληνες . ἀνακραγεῖν Ἀττικοί , ἀναφωνῆσαι Ἕλληνες . ἀπάτη ἡ πλάνη παρ ' Ἀττικοῖς , ἀπάτη ἡ τέρψις παρ ' | ||
| ἐκχεῖται τὸ ὕδωρ καὶ ὁ ἀὴρ ἀντεισέρχεται , κἀντεῦθεν ἡ πλάνη : ἐπεὶ γὰρ σῶμα πᾶν μετὰ διαστήματος , μεταφέρουσι |
| τὸ τίς αὐτῆς τῆς οὐσίας ἐστὶ ζητητικόν , τῶν ἄλλων πευστικῶν ζητητικῶν ὄντων τῶν περὶ τὴν οὐσίαν , εἰκότως ὡς | ||
| , πευστικὸν δὲ τὸ ποῦκαὶ . ἐπεὶ τὰ μονοσύλλαβα τῶν πευστικῶν , προσθέσει τοῦ ο ἀοριστούμενα , βαρύνεται , οὐκ |
| : ἢ παρὰ τὸ μῶ , τὸ ζηθῶ . παράγωγον μαζῶ , καὶ μαστὸς , ὃν ἐπιζητοῦσιν οἱ παῖδες . | ||
| , ὃν ἐπιζητοῦσιν οἱ παῖδες . δύναται καὶ παρὰ τὸ μαζῶ μάζα , ἡ ζητουμένη τροφή . Μήτηρ ἡ μαστεύουσα |
| ἐν Πύλῳ ἀποδυρόμενος πρὸς τὸν ἕτερον . Ἰατταταιάξ ] ἐπίρρημα σχετλιαστικόν . τῶν κακῶν ] ἕνεκα . Παφλαγόνα : τὸν | ||
| , ἀντὶ τοῦ ἐλθέ , καὶ ἐντεῦθεν τὸ ἰού τὸ σχετλιαστικόν . ὀξύνονται δὲ κατὰ τὸν κανόνα : πᾶσα δίφθογγος |
| δ ' ὁ Λαμψακηνὸς ἐν ταῖς Πρώταις ἐπιγραφομέναις Ἱστορίαις τὸν Ἐριφύλης ὅρμον διαβόητον γενέσθαι διὰ τὸ σπάνιον εἶναι τότε τὸ | ||
| καὶ Μαντοῦς τῆς Τειρεσίου καὶ ὁ Ἀλκμαίωνος Ἀμφίλοχος τοῦ τῆς Ἐριφύλης τῆς ἀδελφῆς Ἀδράστου τοῦ βασιλέως καὶ Ἀμφιαράου τοῦ μάντεως |
| ἀλυσιτελές , ἀνωφελές , ἀνόνητον , ἀνεπιτήδειον . Ἀσπασμός , πρόσρησις , προσηγορία , προσαγόρευσις . προσαγορεῦσαι καὶ προσρηθῆναι , | ||
| . Ὁ σὸς δὲ τύμβος ἐν καλῷ κεχωσμένος τοῖς ἐμπόροις πρόσρησις ἔσται πανταχοῦ , τοὺς ἐκπλέοντάς τ ' εἰσπλέοντάς τ |
| ἐστι σωματικόν : δεῖ προσθεῖναι τῷ κανόνι , ὁπότε ἡ πρωτότυπος φωνὴ τοῦ ὀνόματος φυλάττει τὸ ω , ἐὰν γὰρ | ||
| συλλαβῶν : ἔπειτα οὐδὲ λέξις ἑλληνικὴ θεματική , ἁπλῆ , πρωτότυπος θέλει ὑπερβαίνειν τὴν τρισυλλαβίαν . Ἑλληνική δὲ εἴπομεν διὰ |
| οὐσίαν τοῦ πράγματος καὶ οὐκ ὀρθῶς : καὶ ὥσπερ ὁ στύλος κυρίως μὲν λέγεται στύλος παρὰ τὸ ἵστασθαι , ἐὰν | ||
| τὸ ἵστασθαι , ἐὰν δὲ πέσῃ οὐκ ἔτι κυρίως καλεῖται στύλος ἀλλὰ πλάγιος στύλος , οὕτως καὶ ἡ εὐθεῖα ὀρθῶς |
| μὴ διαστολὴν ἔχοι σημαινομένου , ὡς τὸ Κρότων βαρύνεται : ὀξυνόμενον γὰρ δηλοῖ ζωύφιον : ἢ χαρακτῆρι ὑπάγοιτο , ὡς | ||
| ΑΙΟΣ ἐθνικὰ : Ἀθηναῖος Θηβαῖος Ῥωμαῖος . σεσημείωται τὸ Ἀχαιός ὀξυνόμενον καὶ τὸ ἐρυσίχαιος προπαροξυνόμενον . Ἔτι τὰ τρισύλλαβα ἀπὸ |
| πεποιημένος καὶ ἐλέφαντος : στέφανος δὲ ἐπίκειταί οἱ τῇ κεφαλῇ μεμιμημένος ἐλαίας κλῶνας . ἐν μὲν δὴ τῇ δεξιᾷ φέρει | ||
| ἐς κοτίνου φύλλα στέφανοι , τέταρτος δὲ ἐς δρυός ἐστι μεμιμημένος : κεῖνται δὲ αὐτόθι καὶ ἀσπίδες χαλκαῖ πέντε καὶ |
| Χ ἀεὶ ἐκφέρεται λέλεχα , πέπλεχα : ἔτι καὶ ὁ παθητικὸς παρακείμενος τῆς τοιαύτης συζυγίας διὰ τοῦ Γ καὶ Μ | ||
| , ὁ μέλλων ἕσω , ὁ παρακείμενος εἷκα , ὁ παθητικὸς εἷμαι καὶ ἡ μετοχὴ εἱμένος , οἷον : εἱμένος |
| ? ! ! ! ! γένη τρία , ἀρσενικόν , θηλυκόν ? [ ] ? , [ οὐδέτερον ] . | ||
| ἀρσενικόν ἐστιν , οἷον ὁ Ζεῦξις , τὸ δὲ προσηγορικὸν θηλυκόν ἐστιν , οἷον ἡ ζεῦξις : ἐπειδὴ οὖν διήλλαξε |
| εἰς ἥρων τι παρήμαρτον . διὰ τῆς τρήμης παρακύπτων οὐκ ἔσθω κενέβρειον : ὅταν θύῃς τι , καλεῖν με . | ||
| ἐκ τοῦ σ καὶ δ σύγκειται . ταύτῃ τοι τὸ ἔσθω γραφόμενον , φησί , διὰ τοῦ ε ἁμαρτάνεται , |
| ἔφατ ' ἔκ τ ' ὀνόμαζε : τίπτε Θέτι τανύπεπλε ἱκάνεις ἡμέτερον δῶ αἰδοίη τε φίλη τε ; πάρος γε | ||
| ἀροτρεύς ἀθανάτων , ὦ ξεῖνε , φραδῇ τινὸς ἐνθάδ ' ἱκάνεις , ὥς τοι πᾶν ὃ θέλεις αἶψα χρέος ἐκτετέλεσται |
| τοῦ ἁλιεύς : τὸ θηλυκὸν Ἁλίας , καὶ Ἁλιακός τὸ κτητικόν . . . ἁλικαρνασσός : πόλις Καρίας : ἀπὸ | ||
| . γράφεται δὲ καὶ ὁ Καρικὸς τάφος ἵν ' ᾖ κτητικόν . γράφεται δὲ καὶ Καρὸς ἵν ' ᾖ ἐθνικὸν |
| , ἀτὰρ πάχετός ] τε καὶ οὐτιδανὴν ἐπὶ σειρὴν [ μάσσον ' , ἐπεὶ σκυτάλης μὲν ] ὅσον σμινύοιο τέτυκται | ||
| ἑπτὰ δ ' ἐν Νεμέᾳ , τὰ δ ' οἴκοι μάσσον ' ἀριθˈμοῦ , Διὸς ἀγῶνι . τόν , ὦ |
| παράθεσιν ποιεῖται . καὶ πρόδηλα μὲν τὰ ἀπὸ λειπούσης φωνῆς συντεθειμένα , ὡς ἔχει τὸ λεοντόφωνος , Μηνόδωρος , κυνόδηκτος | ||
| καὶ ἀμένης ἀμένητος : ταῦτα γὰρ παρ ' οὐδετέρων εἰσὶ συντεθειμένα , φημὶ δὴ παρὰ τὸ μέλος καὶ τὸ μένος |
| ποταμοῦ στάδιοι ͵δριʹ , μίλια φμηʹ . Ἀρτεμίδωρος δὲ ὁ γεωγράφος ἀπὸ πόλεως Χερσῶνος μέχρι Τύρα ποταμοῦ , σὺν τῷ | ||
| δρόμωι ἐξεπήδησεν . Β . , : ἱστορεῖ δὲ ὁ γεωγράφος καὶ ὅτι Βατίεια ἀπὸ Βατείας προσηγόρευται , τῆς Δαρδάνου |
| καὶ ἀπὸ τοῦ πείθω πιστός , καὶ ἀπὸ τοῦ λείφω συναλοιφή . Ξέστης : διὰ τὸ ἀπεξεσμένον τοῦ εἴδους . | ||
| ξύμβολον λέγοντες ἀντὶ τοῦ σύμβολον . Τούτων ἐστὶ καὶ ἡ συναλοιφή : θοἰμάτιον λέγοντες ἀντὶ τοῦ τὸ ἱμάτιον . Τούτων |
| ἀφενειός , καὶ συγκοπῇ ἀφνειός , ὡς ἀδελφεός , καὶ ἀδελφειός . Αὖος , ὁ ξηρός , ἀπὸ τοῦ ὕω | ||
| : καὶ μετὰ τοῦ ι , ζαχρειής : ὡς ἀδελφὸς ἀδελφειός . οὕτω Φιλόξενος ἐν τῷ περὶ Μονοσυλλάβων . Εἰρά |
| τινας βουλόμενος ἐβόα , ὡς ἀγαθοποιὸν δαίμονα καὶ κέρδους τηρητικὸν πιπράσκει . τῶν δὲ παρατυχόντων τινὸς εἰπόντος πρὸς αὐτόν : | ||
| πάλιν ἀπῆλθεν . ἔχων δὲ τίς τοιοῦτον κάλλος ἐν ἐρημίᾳ πιπράσκει καὶ ταλάντου τὴν τῶν βασιλέως χρημά - των ἀξίαν |
| αὔθαδες προσεγίνετο μηδ ' ὄψει δυναμένοις ἰδεῖν , οὓς ἔμελλον ἀσελγές τι πράττοντες αἰσχύνεσθαι . Ἐρημουμένης δὲ τοῦ κρείττονος ἔθνους | ||
| πολιτικόν , δημόσιον , στειρῶδες , τετράπουν , μελοκοπούμενον , ἀσελγές , ἐπαναφορὰ κόσμου , μονοτόκον , ἡγεμονικόν , ἀποβλέπον |
| ἐφορεύοντι πατρικὸς ἐς τὰ μάλιστα ξένος ὤν , ὅθεν καὶ τοὔνομα Λακωνικὸν ἡ οἰκία αὐτῶν κατὰ τὴν ξενίαν ἔσχεν : | ||
| . πρὸς ἣν Ἴκαρος παρέβαλεν , ἀφ ' οὗ καὶ τοὔνομα ἔσχεν . ὁ δὲ μῦθος πτεροῖς αὐτὸν ἀπὸ Κρήτης |
| ὡς δείξομεν . Ἀβάκαινον , πόλις Σικελίας , οὐδετέρως καὶ προπαροξυτόνως καὶ ἡ παραλήγουσα διὰ διφθόγγου , ὡς Ἡρωδιανὸς ἐν | ||
| ] τὸν μέγα δυνάμενον παρὰ βασιλεῖ . τοῦ πρέσβεως : προπαροξυτόνως , ὡς μάντεως . ἀπὸ εὐθείας τῆς ὁ πρέσβις |
| τέρμα εἶναι * . ὁρκωμότους : ὅρκον γὰρ τῶν θεῶν μυθικῶς ὁ Ζεὺς ἐποίησε τὴν Στύγα . λοιβὰς δὲ ἀφύσσων | ||
| ὡς καὶ Ὅμηρος . λ . κεκαλυμμένοι . κἀχερουσίαν : μυθικῶς μὲν ὁ Ἀχέρων ποταμός ἐστιν Ἅδου , ἱστορικῶς δὲ |
| . πότερον δὲ χρὴ λέγειν Ἑλλούς , ὡς Πίνδαρος ἢ Σελλούς , ὡς ὑπονοοῦσι παρ ' Ὁμήρωι κεῖσθαι , ἡ | ||
| πότερον δὲ χρὴ λέγειν Ἑλλούς , ὡς Πίνδαρος , ἢ Σελλούς , ὡς ὑπονοοῦσι παρ ' Ὁμήρῳ κεῖσθαι , ἡ |
| κωλύσῃ . Τοῦτο δὲ εἴρηται διὰ τὸ Ἀμέλης Ἀμέλητος καὶ ἀμένης ἀμένητος : ταῦτα γὰρ εἰς ης εἰσὶ καὶ παρ | ||
| παῖδα , παρὰ τὸ μὴ ἔχειν μένος , καὶ κλίνεται ἀμένης ἀμένητος , ὥσπερ Ἀμέλης Ἀμέλητος . εἰσί τινα εἰς |
| Ξενοφῶν δ ' ἐν Κυνηγετικῷ χωρὶς τοῦ ν λαγῶ καὶ περισπωμένως , ἐπεὶ τὸ καθ ' ἡμᾶς ἐστι λαγός . | ||
| φαμὲν , οἳ τοὺς νόμους ἐπὶ μισθῷ πωλοῦσιν . . περισπωμένως ὡς Μηλιᾶς . λέγει γὰρ τοὺς πολίτας . τὸ |
| γὰρ ἀεὶ τοῦ φεύγοντος τὸ κεφάλαιον , κἂν μυριάκις ὁ Μινουκιανὸς τῷ κατηγόρῳ προσνέμοι : χρὴ γὰρ ἀεὶ τὸν μὲν | ||
| ἐστὶν ἡ βάσανος , τῷ εἶναι ἀνεύθυνον , ὁ μέντοι Μινουκιανὸς καὶ κατὰ τοῦτο ἐναντιοῦται . Καὶ ἴσως ταῦτα οὐ |
| ὅθεν καὶ λῷον τὸ ἐπωφελές , ὃ πάντες θέλομεν . Δωρικῶς δὲ τὸ λῇς κατ ' ἀφαίρεσιν τῆς θε συλλαβῆς | ||
| ΩΝ εἰς μίαν μακράν . ΝΟΕΥΝΤΕΣ , νοοῦντες Αἰολικῶς καὶ Δωρικῶς : ἄλλη ἀλλαχοῦ . . ΠΑΡΑΚΛΙΝΟΥΣΙ . Τὸ ΠΑ |
| ὡς ἀνωτέρω εἰρήκαμεν , τουτέστιν ἀπὸ τοῦ χεῖλος ἀγκυλόχειλος καὶ ἀγκυλοχείλης ἀγκυλοχείλου . Εἰδέναι δὲ δεῖ , ὅτι πᾶσα γενικὴ | ||
| . Κρεῖττον οὖν ἐστιν εἰπεῖν καὶ ἀντιθεῖναι τοῖς λέγουσι τὸ ἀγκυλοχείλης παρὰ τὸ χηλή οὕτως : οἱ Βοιωτοὶ τότε τρέπουσι |
| θᾶσσον , καὶ ὅ τι βραδύτερον , καὶ ὅ τι χωλὸν , καὶ ὡς , καὶ οὔ : καὶ διότι | ||
| : ] ἔτι γὰρ αὕτη ἡ ἐλπὶς γίνεται σωτηρίης , χωλὸν δὲ γενέσθαι τὸ ἄρθρον ἐς ὃ ἀπεστήριξεν , ἀναγκαῖόν |
| οἰκιστῇ καὶ δωματίτῃ , καθά φησι Πυθαίνετος . ἄλλως . μεὶς ἐπιχώριος ὁ Δελφίνιος μὴν καλούμενος , καθ ' ὃν | ||
| κατά θ ' εἵματα δεύσῃ : ἀλλ ' ὑπαλεύασθαι : μεὶς γὰρ χαλεπώτατος οὗτος , χειμέριος , χαλεπὸς προβάτοις , |
| τῆς πρώτης εἶτα καὶ ἴδιον προὐβάλλετο τὴν ταύτης ὕπαρξιν τὴν πολλοποιόν . Διὸ καὶ τὸ δυαδικὸν ἐν αὐτῇ πρώτῃ πέφηνε | ||
| ἑνοποιὸν ἕν , διορισμῷ γὰρ τὸ ἑνοποιόν : οὐδὲ τὸ πολλοποιόν , διὰ τὴν αὐτὴν αἰτίαν , οὐδὲν τῶν ἄλλων |
| ἐστὶ ῥῆμα , δηλοῦν τὸ ὑπάρχω . ἀφ ' οὗ ῥηματικὸν ὄνομα ἀρ , ὡς θένω θέναρ , ἔβω ἔβαρ | ||
| κάζω ῥῆμα : ὅθεν κέκασμαι , κέκασται , κεκασμένος ὄνομα ῥηματικὸν κασμὸς , καὶ μεταθέσει τοῦ α εἰς ο , |
| ποιῆσαι τὴν μητέρα . τὸν δὲ Πυθαγόραν μετὰ χρόνον ἀνελθεῖν ἰσχνὸν καὶ κατεσκελετευμένον , εἰσελθόντα τ ' εἰς τὴν ἐκκλησίαν | ||
| ὕδωρ εἰ μή τι μόριον ἀσθενὲς ὑπόκειται : εἰ πάνυ ἰσχνὸν τὸ σῶμα καὶ γάλα παρέχομεν γυναικεῖον , ἢ ὄνειον |
| καὶ λέγει ὅτι ἐὰν μὴ ἐκ διαρροίας τινὸς ὑποφαίνηται ὁ ἐπιπεφυκὼς ἢ καὶ εἴθιστο οὕτως καθεύδειν : ἐὰν γὰρ διά | ||
| . καὶ μὴν ἀληθῶς τοῖς κιθαρῳδοῖς ὡς σφόδρα ἅπασιν οὗτος ἐπιπεφυκὼς λανθάνει . ἀνδρῶν δ ' ἄριστον κωβιὸν πηδῶντ ' |
| : ἀλλ ' ὄφεσι καὶ σαύραις καὶ χελώναις . ἁμαρτῆ ἐπίῤῥημα , ἀντὶ τοῦ ὁμοῦ . ἁμαρτία , ἡ ἀποτυχία | ||
| , ποταμὸς ὁ παραῤῥέων . Ἤλιθα . παρὰ τὸ ἅλις ἐπίῤῥημα ἐξέπεσε τὸ ἄλιθα . Ἠλίθιος , ὁ ἀνόητος , |
| ἀντονομασία , λέξις δι ' ἐπιθέτων ἢ συσσήμων ὄνομα ἴδιον σημαίνουσα , ὡς ἐν τούτῳ : Πηλεΐδης δ ' ἐξαῦτις | ||
| λέγειν οἱ ποιηταὶ ἔχουσι , ταῦτ ' ἐν τῷ γράμματι σημαίνουσα . καὶ τί χρὴ λέγειν περὶ τῶν ἀριζήλως εἰρημένων |
| . ἢ τὸ δίστεγον [ οἷον δύο διῆρες ὡς μόνον μονῆρες ] ἀπὸ τοῦ δίς † καὶ δύο ὥστε τῆς | ||
| τῶν ἐκ μικροῦ κερδαίνειν σπουδαζόντων . ἐρίθακος δέ ἐστιν ὄρνεον μονῆρες καὶ μονότροπον . Μέλιτος μυελός : ἐπὶ τοῦ ἄγαν |
| ἀγκυλοχειλής ἀγκυλοχειλοῦς καὶ ἀγκυλοχείλης ἀγκυλοχείλους ὤφειλεν εἶναι , ἀλλὰ ἀγκυλοχείλης ἀγκυλοχείλου φαμέν , ὥστε ἄρα οὐκ ἐγένετο οὕτως , ἀλλ | ||
| εἰρηνάρχου , Ἄραξος Ἀράξης Ἀράξου : οὕτω καὶ ἀγκυλόχειλος ἀγκυλοχείλης ἀγκυλοχείλου : τὰ δὲ ὀξύτονα εἰς ους , κυκλοτερός κυκλοτερής |
| δὲ ἀδιάφορον εἶναι βούλεται τὴν τάξιν , κἂν μὲν εἴη πιθανὴ , φησὶν , ἡ κατὰ τὸ πρός τι ἀντεξέτασις | ||
| αἰτίᾳ , δι ' ἧς καὶ αὐτὸς ἐγκληθήσῃ . Ἡ πιθανὴ ἀπολογία ἀντιστρέφουσά ἐστι πρὸς τὰ ἀπ ' ἀρχῆς ἄχρι |
| , τελικὸν ὂν καὶ αὐτὸ τῶν προστακτικῶν , ὡς τὸ τύπηθι . ταυτὸν δὲ κἀπὶ τῶν εὐκτικῶν γίνεται ῥημάτων . | ||
| Πληθ . τύψαϲθε τυψάϲθωϲαν Ἀορίϲτου καὶ μέλλοντοϲ βʹ Ἑν . τύπηθι τυπήτω Δυ . τύπητον τυπήτων Πληθ . τύπητε τυπήτωϲαν |
| τούτου ἔλαθεν : τοῦ γὰρ κώδωνος παρενεχθέντος οὕτως ἐς τὸ διάκενον , πρὶν ἐπανελθεῖν τὸν παραδιδόντα αὐτόν , ἡ πρόσθεσις | ||
| ἀλόγου ψυχῆς ὑπὸ φανταστοῦ τινος γινόμενον : φάντασμα δὲ πάθος διάκενον ἐν τοῖς ἀλόγοις τῆς ψυχῆς μέρεσιν ἀπ ' οὐδενὸς |
| : ἤνοπι : σημαίνει τῷ λαμπρῷ . παρὰ τὸ ὄπτω ὄψω γίνεται ὄψ , ὡς κλείω κλείσω κλεὶς καὶ θήσω | ||
| τῶν ῥημάτων ἀεὶ συνεμπίπτει τοῖς πρωτοτύποις : ἰδοὺ γὰρ τὸ ὄψω σημαῖνον τὸ ἁπλῶς βλέπω ἐν τῷ ὀψείω τὸ ὀρέγεσθαι |