πεποιημένος καὶ ἐλέφαντος : στέφανος δὲ ἐπίκειταί οἱ τῇ κεφαλῇ μεμιμημένος ἐλαίας κλῶνας . ἐν μὲν δὴ τῇ δεξιᾷ φέρει | ||
ἐς κοτίνου φύλλα στέφανοι , τέταρτος δὲ ἐς δρυός ἐστι μεμιμημένος : κεῖνται δὲ αὐτόθι καὶ ἀσπίδες χαλκαῖ πέντε καὶ |
: περιεβέβλητο δὲ ἱμάτιον πορφυροῦν χρυσοποίκιλον . Προέκειτο δὲ αὐτοῦ κρατὴρ Λακωνικὸς χρυσοῦς μετρητῶν πεντεκαίδεκα καὶ τρίπους χρυσοῦς , ἐφ | ||
ὥστε κατὰ λόγον τρίτον τῷ Διὶ σπένδεταί τε καὶ ὁ κρατὴρ τρίτος τίθεται . Σοφοκλῆς Ναυπλίῳ καὶ Διὸς σωτῆρος σπονδὴ |
κακῶν ; ἅπασι γὰρ πρώτοισι χρήσασθαι πάρα κἀν ὑστάτοισι κἀν μέσοισι πανταχοῦ . τί δ ' ἔστιν ; ὥς μοι | ||
συνέμπορον οὐδ ' ἐπίκουρον κεῖνοι , τρηχὺ δὲ κῶλον ἐνηρείσαντο μέσοισι πεπταμένοις : τὰ μὲν ὧδε πιέζεται , οἱ δὲ |
τινὰ καρπὸς οὗτος . ἀλλ ' ἡ Ἡρακλεωτικὴ καρύα τὸν ἴουλον καὶ ἡ πρῖνος τὸν φοινικοῦν κόκκον ἡ δὲ δάφνη | ||
Δημητρίουλοι καὶ καλλίουλοι . καὶ πλεῖστον οὖλον οὖλον ἵειπ , ἴουλον ἵειη . ἄλλοι δὲ ἐριουργῶν φασιν ᾠδὴν τὸν ἴουλον |
σ καταλήγουσαν , διὰ τοῦ ι γράφονται : οἷον , κυπάρισσος : νάρκισσος : Μέλισσος : Κύρμισσος : Πόλισσος : | ||
γένηται . χαίρει δὲ μᾶλλον καθύγροις καὶ σκεπηνοῖς τόποις . κυπάρισσος δὲ ὁ ἄρρην ἄγονός ἐστιν . Μυρσίνη παῖς ἦν |
μετὰ δὲ τὸν ἀνδριάντα τοῦ Εὐθύμου Πύθαρχός τε ἕστηκε Μαντινεὺς σταδιοδρόμος καὶ πύκτης Ἠλεῖος Χαρμίδης , λαβόντες νίκας ἐπὶ παισί | ||
τοιοῦτος περίπατος , τοιαύτη τρῖψις , τοιαύτη γυμνασία : εἰ σταδιοδρόμος , πάντα ταῦτα ἀλλοῖα : εἰ πένταθλος , ἔτι |
λαπάρην , ἐν ᾗ τὸ πῦον ἔνεστι : καὶ ὁ κίθαρος συγκεκαμμένος ἐστὶ , καὶ λυσιγυῖα γίνεται , καὶ ἱδρὼς | ||
αἴθωνι λογισμῷ . ἄρθρων μηλείων ἐπὶ γῆν δωρήματα βάλλειν . κίθαρος . Ἀριστοτέλης ἐν τῷ περὶ ζῴων ἢ περὶ ἰχθύων |
κατάλεξον : τεῦ δμώς εἰς ἀνδρῶν ; τεῦ δ ' ὄρχατον ἀμφιπολεύεις ; καί μοι τοῦτ ' ἀγόρευσον ἐτήτυμον , | ||
συνουσίας τοῦτο ἔφη ὡς γεωργός . παρὰ δὲ τὸ τὸν ὄρχατον φυτεῦσαι μοσχεύματα σύκων . οὕτω δὲ καλοῦνται αἱ νέαι |
: χειμῶνα γὰρ σημαίνει ⋮ Ὁ θαλάσσιος ὁ ἰχθὺς ὁ γλαῦκος τὰ γεννώμενα ἐκ τῆς συννόμου παραφυλάττεται ἰσχυρῶς , ἵνα | ||
, περισσοτέρως . Ὠοτοκῆες : γεννῶντες ὠὰ , ὅτι ὁ γλαῦκος διαφέ - ρει τῶν ἄλλων ὠοτοκούντων ἰχθύων : ὅ |
ἀποτομὰς καὶ ζώνας , κατὰ δέ τινα καιρὸν ἐκπίπτειν τὸν δίσκον εἴς τινα ἀποτομὴν τῆς γῆς οὐκ οἰκουμένης ὑφ ' | ||
εἰργάσατο : ἐγὼ μὲν ἀνέρριψα , ὥσπερ εἰώθειμεν , τὸν δίσκον εἰς τὸ ἄνω , ὁ δὲ ἀπὸ τοῦ Ταϋγέτου |
οὕτως : κλίσιον ἡ βάσις ἐφ ' ἧς κεῖται ὁ θρόνος : “ περὶ δὲ κλίσιον θέε πάντη , ” | ||
τῶν φρεάτων ἐοικυῖαι πώματα ἔχουσαι , καὶ παρ ' ἑκάστῃ θρόνος ἔκειτο χρυσοῦς . καθίσας οὖν ἑαυτὸν ἐπὶ τῆς πρώτης |
τῶν λεπτῶν θάμνων ὑγρότητα . . διὰ θάμνου ἐκριζώθητε . θάμνος εἶδος φυτοῦ . . ἐκθαμνίσητε ] θάμνος κυρίως τὸ | ||
ἤδη γάρ ποτ ' ἐγὼ γενόμην κοῦρός τε κόρη τε θάμνος τ ' οἰωνός τε καὶ ἔξαλος ἔλλοπος ἰχθύς . |
ἔστι δὲ ὁ μὲν ἄρρην στερεός , ὁ δὲ θῆλυς κοῖλος : διαιροῦσι γὰρ καὶ τοῦτον τῷ ἄρρενι καὶ θήλει | ||
ἐστι κατ ' ἐκεῖνα τὸ τῆς θαλάττης ἀγγεῖον καθαρόν , κοῖλος δὲ καὶ ψαμμώδης ὁ τόπος ὢν ἐκδέχεται τὸ πέλαγος |
, προσδοκώμενος θάνατος , ἐγκύματος ὁδοιπόρος . Κυμάτων ὁδοιπόρος , θαλάσσιος βερεδάριος , ἀνέμων ἰχνευτής , ἀνέμων συνοδευτής , οἰκουμένης | ||
, ὃ καὶ ἀηδὼν καλεῖται ὑπὸ πάντων γινωσκόμενον . Ἐχῖνος θαλάσσιος ὑπὸ πάντων γινωσκόμενος . Εὔανθος λίθος ἐστὶ πάγχρυσος : |
εἰς ΙΟΣ ὑπερτρισύλλαβα ἐπὶ ἀλόγων ζώων ὀξύ - νεται : αἰγυπιός χαραδριός ἐρῳδιός . τὸ δὲ σκορπίος κωβίος παροξύνεται ὡς | ||
παραληγόμενα , ὑπὲρ γʹ συλλαβὰς , ὀξύνεσθαι θέλουσιν : οἷον αἰγυπιός , βομβυλιός , χαραδριός . οὕτως οὖν καὶ ἐρωδιός |
. ξυστίς ἐστι λεπτὸν ὕφασμα , περιβόλαιον , ἢ χιτὼν ποδήρης γυναικεῖος . οἱ δὲ τραγικὸν ἔνδυμα ἐσκευοποιημένον καὶ ἔχον | ||
Ἴωνες δὲ ἐπεκτείνοντες ἦα φασίν . ἑανός : γυναικεία ἐσθὴς ποδήρης . ἐγγύη : γάμου ἀπογραφή . ἔγκαφος : ὁ |
δὲ τούτων ὁ Θῶνις πέμπει τὴν ταχίστην ἐς Μέμφιν παρὰ Πρωτέα ἀγγελίην λέγουσαν τάδε : Ἥκει ξεῖνος , γένος μὲν | ||
μάλιστα ἐβούλετο σημήνας . Τίσι γε μὴν ἐπιθέτοις καὶ τὸν Πρωτέα κεκόσμηκεν , ἤδη σκοπῶμεν : πωλεῖταί τις δεῦρο γέρων |
κόψας , καταπάσῃ , ἢ στυπτηρίᾳ ῥάνῃ τοὺς κορύμβους . Λευκὸς δὲ ἐκ μέλανος γίνεται , γῆς λευκῆς βραχείσης , | ||
δεῖ καθ ' ἕν ἕκαστον αὐτοῖς παρατιθέντα μεγαλείως δέ . Λευκὸς Ἀφροδίτης εἰμὶ γὰρ περιστερός . ὁ δὲ Διόνυσος οἶδε |
πουλυπόδων : ὅσσοι δὲ δέμας περίμετρον ἔχουσι , θύννῳ μὲν κάλλιχθυς ἰαίνεται , αὐτὰρ ὀνίσκοις ὄρκυνος , λάβρακα δ ' | ||
μνημονεύει δ ' αὐτοῦ καὶ Μίθαικος ἐν Ὀψαρτυτικῷ . ΑΝΘΙΑΣ κάλλιχθυς : τούτου μέμνηται Ἐπίχαρμος ἐν Ἥβας γάμῳ : καὶ |
ἤθροισα σποράδην τὸ πρὶν ἀειδόμενον : ἡμέτερος γὰρ κεῖνος ὁ χρύσεος ἦν πολιήτης εἴπερ Ἀθηναῖοι Σμύρναν ἐπῳκίσαμεν . φασὶ δ | ||
εἰρημένα μοῦνα : ἐν μὲν γὰρ Θήβῃσι τῇσι Βοιωτῶν τρίπους χρύσεος , τὸν ἀνέθηκε τῷ Ἀπόλλωνι τῷ Ἰσμηνίῳ , ἐν |
τὰ γὰρ ἆθλά οἱ κλεινὰ καὶ ἦν καὶ ἐδόκει , κότινος Ὀλυμπικὸς καὶ Ἰσθμικὴ πίτυς καὶ δάφνη Πυθική , καὶ | ||
κάμινος : ἴκτινος : κύμινος : κυκλάμινος : κόφινος : κότινος : διὰ τοῦ ι γραφόμενα , εἰ καὶ μὴ |
ταύτην ἠγάγετο : θρῆνος ἦν ὁ ὑμέναιος : τάφος ὁ θάλαμος : ἔδειξε δὲ τὸ πέρας τοῦ δράματος , ὃ | ||
οἱ τὰ τόξα οὐδὲν χρηστὰ ἐγίνετο , ἦν γὰρ δὴ θάλαμος ἐσέχων ἐς τὸν ἀνδρεῶνα , ἐς τοῦτον καταφεύγει , |
χέρσος θαλαττωθεῖσα μυριοφόροις ναυσὶν ἐμπλεῖται . ἦ τὴν περὶ τὸν ἱερώτατον Σικελικὸν πορθμὸν ᾀδομένην ἱστορίαν ἀγνοεῖτε ; τὸ μὲν παλαιὸν | ||
' εἶναι ” τὸν δεδομένον δίδωμι ” , κατὰ τὸ ἱερώτατον Μωυσέως γράμμα τοῦτο : „ τὰ δῶρά μου , |
ἐπίδοσιν ἐν ταῖς πόλεσι δηλοῖ . ὡσαύτως δὲ καὶ ὁ στέφανος νίκης τε ἅμα σύμβολον καὶ χαρᾶς . ἐνίκησαν γὰρ | ||
, οἶνος ἡδύς , ᾠά , σησαμαῖ , μύρον , στέφανος . ὀνόματα τῶν δώδεκα θεῶν διελήλυθας . οὐ φιλοτραγήμων |
ὁ μῦθος , εἵσατο , τῆι καὶ λίπουρα καὶ μόνωπα θύεται . τοῦτο δὲ μήποτε ἐσχεδίασται : οἱ γὰρ Μυρρινούσιοι | ||
. : ὀσφῦν ] Εὐκίνητος γὰρ οὖσα καὶ σπέρματα ἔχουσα θύεται τοῖς θεοῖς : ἀφ ' οὗ καὶ κλονὶς ὀνομάζεται |
τέτρασιν Ἥρως ὁ ἀπὸ Μαντινέας ἐνίκα : ἥ ἐστιν ἡ Μαντινέα σημεῖον καὶ ἱερὰ τοῦ Ποσειδῶνος . Ἁλιρρόθιον γὰρ ἐπιθετικῶς | ||
Πορθέα Πλάτωνα Αἵμονα , Κύναιθον Λέοντα Ἁρπάλυκον Ἡραιέα Τιτάναν , Μαντινέα Κλείτορα Στύμφαλον Ὀρχομενόν . . . οὗτοι πάντας ἀνθρώπους |
ἄλλυδις ἄλλος ἡμῶν μᾶζαν ἐπ ' ἀλλόφυλον , οὗ δεῖ χαρίεντα πολλὰ τὸν κόλακ ' εὐθέως λέγειν ἢ ' κφέρεται | ||
ὡς χρημάτων ἥττων : ἀμέλει τὸν Τηλαύγη ἑταῖρον ὄντα καὶ χαρίεντα παρεώρα ἀθεράπευτον . Αἰσχίνης ὁ Σωκρατικὸς ἐν μὲν τῷ |
περιῆν προσυβρίσθαι καὶ γεγονέναι καταγελάστους : τοῖς δὲ νικήσασιν ὁ τρίπους ὑπῆρχεν , οὐκ ἀνάθημα τῆς νίκης , ὡς Δημήτριός | ||
, διηγησαμένας τὰ καθ ' ἑαυτάς . καὶ ἀπεστάλη ὁ τρίπους : καὶ ὁ Βίας ἰδὼν ἔφη τὸν Ἀπόλλω σοφὸν |
Τυφώς . θ ἡσσωμένων ] ἐκείνων γάρ ἐστιν ὁ ἡττηθεὶς Τυφώς . ἡσσωμένων ] πρὸς τὸ μέρος . Ξ εἰκὸς | ||
Τάρταρον προήγαγεν , ὡς καὶ τὴν Ἰσθμόν . καὶ τὸ Τυφώς : ἔδει γὰρ ὁ Τυφών . Ὅμηρος ἑτέραν εὐθεῖαν |
αὐλῶν λυσιῳδῶν , τραγικῶν , κιθαριστηρίων . ὁ δὲ καλάμινος αὐλὸς τιτύρινος καλεῖται τοῖς ἐν Ἰταλίᾳ Δωριεῦσιν . ὁ δὲ | ||
, ὥσπερ οἶμαι δεδιώς , μή τινα φθόγγον ἔμμουσον ὁ αὐλὸς κινήσας ἀντηχεῖν ἀναπείσῃ τῷ Σατύρῳ τὴν Νύμφην . τοῦτο |
δὲ ἢν ζητῇς τὸν θεόν , ἢ πίθηκός ἐστιν ἢ ἶβις ἢ τράγος ἢ αἴλουρος . τοιαύτας πολλὰς ἰδεῖν ἔνεστιν | ||
ὄψεις : καὶ Ἀπόλλων μὲν ἐγένετο ἱέραξ , Ἑρμῆς δὲ ἶβις , Ἄρης δὲ λεπιδωτὸς ἰχθύς , Ἄρτεμις δὲ αἴλουρος |
στενὸν πρόμηκες , ἔσωθεν μὲν μυξώδει σαρκὶ ἔξωθεν δὲ τυλώδει κατειλημένον . ἄνθραξ ἐσχάρα ὑποπέλιδνος ἢ λευκὴ ἢ ὕπωχρος , | ||
καὶ αὐτὸς τὸ ἄγαλμα εἶδον , τελαμῶνι πορφυρῷ τὸν μηρὸν κατειλημένον . καὶ ἄλλα ἐν Τεύθιδι , Ἀφροδίτης τε ἱερὸν |
βλάπτουσι καὶ ἐξαπατῶσι . καὶ ἐλεφηράμενος ἀντὶ τοῦ βλάψας . ἐλέφαντα τὸ ἐλεφάντινον . ἔλεψεν ἐλέπισεν , περιεῖλεν . ἐλιάσθη | ||
ὧν ἐπειράθην ἔτι νέοϲ ὤν . ἄνθρωποϲ νοϲῶν τὸν καλούμενον ἐλέφαντα εἰδεχθὴϲ ἦν καὶ δυϲώδηϲ : καλύβην οὖν αὑτῷ πήξαϲ |
ἀνάεδνον αἰτεῖ τὴν Κασσάνδραν . . οὐδ ' ἤρκεσε θώρηξ χάλκεος : ἡ διπλῆ ὅτι χαλκοῖ οἱ θώρηκες , πρὸς | ||
: ] ἐννέα δ ' αὖ νύκτας τε καὶ ἤματα χάλκεος ἄκμων ἐκ γαίης κατιών , δεκάτῃ κ ' ἐς |
λόγον , Οἵτινες εἰσὶ κύριοι τῆς ἡμέρας . Πρώτης κύριος δίσκος ἐστὶν Ἡλίου : Τῆς δευτέρας δ ' αὖ ἡ | ||
Κλοπῆς τε δηλοῖ ψευδεπιπλάστους λόγους . Κρόνου δ ' ἐναντίωμα δίσκος Ἡλίου , Τῆς ἡλιακῆς λαμπάδος δ ' ἀστὴρ Κρόνου |
εἶναι ἰχθύας δελφῖνας καὶ πομπίλους . ἔστι δ ' ὁ πομπίλος ζῷον ἐρωτικόν , ὡς ἂν καὶ αὐτὸς γεγονὼς ἐκ | ||
εἶναι ἰχθύας δελφῖνας καὶ πομπίλους . ἐστὶ δ ' ὁ πομπίλος ζῶιον ἐρωτικόν , ὡς ἂν καὶ αὐτὸς γεγονὼς ἐκ |
ἐμὲ ἔτι στήλη τε ἦν ἐπὶ τοῦ χώματος καὶ Ἡρακλῆς ἐπειργασμένος : ἐλέγετο δὲ ὡς οἱ ἐπιχώριοι καὶ ἐναγίζουσι τῷ | ||
δὲ ἀγορὰ αὐτή τέ ἐστι θέας ἀξία καὶ ὁ Ἔλατος ἐπειργασμένος στήλῃ : σαφῶς δὲ οὐκ οἶδα εἴτε τιμῶντες οἷα |
κεραμικὴν γαῖαν στρέφων . οὗ μέντοι οἱ κεραμεῖς τὰς πλίνθους ἔπλαττον , πλινθεῖον καλεῖ τὸν τόπον ἐν Δράμασιν ἢ Νιόβῳ | ||
. οὗτοι ἀπὸ τῶν καταλειπομένων συμμειγνύμενοι ἐγίνοντο , καὶ δημιουργοὶ ἔπλαττον . Ἀριστοφάνης Δαιταλεῦσιν : πέμψω πλακοῦντας ἑσπέρας χαρισίους . |
ἐποιχόμενος κατέπεφνε , πηδάλιον μετὰ χερσὶ θεούσης νηὸς ἔχοντα , Φρόντιν Ὀνητορίδην , ὃς ἐκαίνυτο φῦλ ' ἀνθρώπων νῆα κυβερνῆσαι | ||
Αἰήτου . καὶ οὗτος μέν φησιν αὐτοὺς δ , Ἄργον Φρόντιν Μέλανα Κυτίσωρον , Ἐπιμενίδης δὲ πέμπτον προστίθησι Πρέσβωνα . |
ἀκράτους ἐπιρρεῖν πηγὰς τῶν ἄνωθεν ἀγαθῶν , ἃ χορηγεῖ συνεχῶς ἀκάμαντι νόῳ , καθάπερ λέγει ἡ φιλοσοφοῦσα ποίησις , ὁ | ||
διὰ τὸ τοὺς ποταμοὺς ἀκαμάτους λέγεσθαι , οἷον : Σπερχειῷ ἀκάμαντι , γυνὴ θεῷ εὐνηθεῖσα : Ὠκεανοῦ δὲ υἱὸν τὸν |
, διὰ τὸ τῆς ποιητικῆς ᾠδικόν : τοὺς δὲ κριτὰς ἱέρακι , διὰ τὸ ἁρπακτικόν . Γνωστὸν δὲ τοῦτο πᾶσι | ||
ὁ Ξέρξης , οὐδὲν ἄλλο ἐποίει ἢ μόνον παρεῖχε τῷ ἱέρακι τὸ σῶμα χρῆσθαι τούτῳ ὡς βούλεται . ἀετὸν οὖν |
Φιλίσκου ” σύ μοι λειτουργιῶν ἀτέλειαν δέδωκας δοὺς τὸν Ἀθήνησι θρόνον „ ἀναβοήσας ὁ αὐτοκράτωρ „ οὔτε σὺ ” εἶπεν | ||
βωμοῖσι τίθει κατὰ λῖτα πετάσσας : αὐτὸς δὲ χρύσειον ἐπὶ θρόνον εὐρύοπα Ζεὺς ἕζετο , τῷ δ ' ὑπὸ ποσσὶ |
ἐγέλα τὸν ἔρωτα αὐτοῦ , οὐδὲ ἐραστὴν ἔφη δέξασθαι μήτε τράγον ὄντα μήτε ἄνθρωπον ὁλόκληρον . Ὁρμᾷ διώκειν ὁ Πὰν | ||
λόγον τοῦτον . οἳ δὲ εἰς ἐπιτόνιον ψαλτήριον δελφῖνα καὶ τράγον εἰργασμένον εἰρῆσθαι , καὶ εἶναι βουφόνον καὶ Διονύσου θεράποντα |
ἡ μὲν δέρη θριξὶ χρυσοειδέσι κομᾷ , ἐφάλλεται δὲ καθάπερ ὄρνις ἐπὶ τοὺς ἐκεῖ συχνοὺς κυπέρους . μόνη δὲ καθ | ||
, οἵ ῥ ' ἔτι μερμήριζον ἐφεσταότες παρὰ τάφρῳ . ὄρνις γάρ σφιν ἐπῆλθε περησέμεναι μεμαῶσιν αἰετὸς ὑψιπέτης ἐπ ' |
γὰρ Ἀγκαῖος οὗτος υἱὸς ὢν Ποσειδῶνος καὶ Ἀστυπαλαίας τῆς Φοίνικος ἐφύτευσεν ἄμπελον κατὰ Ἀριστοτέλην τὸν τοὺς Πέπλους συντάξαντα † . | ||
[ θ ' ] ἔρξαντα καὶ ὃς τάδε πάντ ' ἐφύτευσεν οὐκ ἐθέλει νεικεῖν : ἵνα γὰρ δέος ἔνθα καὶ |
φοίνικες ἐπίχρυσοι ὀκταπήχεις καὶ κεραυνὸς ἐπίχρυσος πηχῶν τεσσεράκοντα καὶ ναὸς ἐπίχρυσος , οὗ ἡ περίμετρος πηχῶν τεσσεράκοντα καὶ θηρία ὑπεράγοντα | ||
βιῶναι δὲ ἔτη πέντε φασὶν ἐπὶ τοῖς ἑκατόν . , ἐπίχρυσος δὲ εἰκὼν ἀνάθημα Γοργίου τοῦ ἐκ Λεοντίνων αὐτὸς Γ |
οἱ λιθοβόλοι μονάγκωνες οὕς τινες σφενδόνας καλοῦσιν , ὁ δὲ κριὸς ὑπὸ τῆς ῥοπῆς ἐπιφερόμενος τῷ τείχει , σχαστηρίαν λαβὼν | ||
οὗτοί μοι , αὐτὸς δὲ ἐπεχείρουν τρόπῳ τοιῷδε : ἦν κριὸς τά τε ἄλλα ὑπερμεγέθης καὶ ὑπέρδασυς , τούτῳ περιβαλὼν |
κόπτει αὐτούς , πολλῶν δὲ καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς ἐξέκοψεν ὁ κόραξ . μάχεται δὲ καὶ ὄρνιθι ἰσχυρῷ , τῷ καλουμένῳ | ||
κατὰ φαυλότητα ἴσας τὰς ψυχὰς ἔχουσι . κόρακος ] ὡς κόραξ ἐσθίων νεκρῶν σῶμα βοᾷ , οὕτω καὶ ὁ δαίμων |
' ἐν ἡμέραις δέκα εἶναι δοκεῖν Ζήνωνος ἐγκρατέστερον . κυβίων Κύπριον ὧν τοῖς θεοῖς ἄνθρωπος εὔχεται τυχεῖν τῆς εὐθανασίας κρεῖττον | ||
χαλκῇ τετιμηκέναι τὸν Κυναίγειρον . Καὶ μὴν καὶ Ῥουφῖνον τὸν Κύπριον ἰδὼν ἐπὶ πολὺ τοῖς περιπάτοις ἐνδιατρίβοντα , Οὐδέν ἐστιν |
φιλοσοφίας αὐτὸ πῶς εἶχεν ; Ἢ ἐμέμικτο . Ἀλλὰ εἰ ἐμέμικτο , ἢ κρᾶσίς τις ἦν , ἢ ὡς διαπλακεῖσα | ||
. καὶ Ὅμηρος : ἄλλη δ ' ἄλλων γλῶσς ' ἐμέμικτο . διὰ τοῦτο γὰρ οὐκ εἶπε βαρβαροφώνῳ : Ἕλληνες |
χρυσὸς Δανάῃ συνεγένετο , ταῦρος δὲ τὴν Εὐρώπην ἥρπασε , κύκνος δὲ γενόμενος Λήδαν ἐπόρνευσεν . Περὶ δὲ τῶν πεντήκοντα | ||
οὐκ ἄλλο ἢ τοῦτο καὶ ὁ κύκνος οὐκ ἄλλο ἢ κύκνος νομίζεται καὶ πρὸ τοῦ σώματος κακίας ἐμπίπλασθαι τὴν ψυχὴν |
ὁ δ ' Ἀλφειὸς παραλαβὼν τόν τε Λάδωνα καὶ τὸν Ἐρύμανθον καὶ ἄλλους ἀσημοτέρους διὰ τῆς Φρίξης καὶ τῆς Πισάτιδος | ||
καθεστήκεσαν ἀνέχοντες κατὰ τάδε . διαβάντων [ δὲ ] ποταμὸν Ἐρύμανθον κατὰ τὴν Σαύρου καλουμένην δειράδα τοῦ Σαύρου τε μνῆμα |
πνέει , Ἀφροδίτην προξενεῖ , εὐώδεσι φύλλοις κομᾷ , εὐκινήτοις πετάλοις τρυφᾷ , τὸ πέταλον τῷ Ζεφύρῳ γελᾷ . ” | ||
πρότερος ὁ λύκος αὐτὸς ἀσθενέστερος γίνεται . Λέων ἐπιβὰς πρίνου πετάλοις ναρκᾷ : φοβεῖται καὶ τὸν ἀλεκτρυόνα , καὶ τὸν |
χρυσίου καὶ διηκοσίας φάλαγγας ἐβένου καὶ πέντε παῖδας Αἰθίοπας καὶ ἐλέφαντος ὀδόντας μεγάλους εἴκοσι . Κόλχοι δὲ ταξάμενοι ἐς τὴν | ||
Βρασίδου καὶ Ἀκανθίων θησαυρῷ τριήρης ἔκειτο διὰ χρυσοῦ πεποιημένη καὶ ἐλέφαντος δυεῖν πηχῶν , ἣν Κῦρος αὐτῷ νικητήριον ἔπεμψεν . |
ἃ εἶπεν ὁ ἕτερος ἄλλως ἄρ ' οὕποψ . [ ταῶς δὲ Ἀττικῶς περισπᾶται . ] οὗτος αὐτὸς : [ | ||
ξυγγραφέας ἡδίστους ἐμμέτρων καὶ ἀμέτρων λόγων , τοῦτο δὲ [ ταῶς ποικίλους , τοῦτο δὲ ὡς ] πολλοὺς σοφιστάς , |
κἄπειτα τὰς ἱερὰς ἀναδίδωσιν ἐσθῆτας , τῷ μὲν ἀδελφῷ τὸν ποδήρη καὶ τὴν ἐπωμίδα οἱονεὶ θώρακα , τὸ παμποίκιλον ὕφασμα | ||
φιλοσόφους Ὠκύποδάς τε ἱστοροῦντας ἵππων μᾶλλον ἀπιόντας : Ἐνωτοκοίτας δὲ ποδήρη τὰ ὦτα ἔχοντας , ὡς ἐγκαθεύδειν , ἰσχυροὺς δ |
ὅτι σκιμπάζειν ἐλέγετο παρὰ τοῖς παλαιοῖς τὸ χωλαίνειν . . σκίμποδα ] τὸ ὑποπόδιον . ἰδοὺ ] ἀρτίως : ἐπίρρημα | ||
, ᾧ ἐνεκάθευδον οἱ περὶ τὸν Ἀπολλώνιον , καὶ τὸν σκίμποδα ἐπιψηλαφήσας προσεῖπέ τε τὸν ἄνδρα , καὶ ἤρετο αὐτόν |
διαφέρει . βωμοὶ γάρ εἰσιν οἱ τὰς προσβάσεις ἔχοντες , ἐσχάρα δὲ ἐν ᾗ τὰ θυόμενα ὀπτοῦται : ἑστία δὲ | ||
δ ' ὑπέρυθρον , τὸ δ ' αὖ μέλαν οἷον ἐσχάρα : κάκιστον δὲ τὸ μέλαν καὶ θανατωδέστατον . βοηθεῖ |
δὴ δεῖν τότε εὐθὺς τὸ πεζὸν τῷ δίποδι πρὸς τὸ τετράπουν γένος διανεῖμαι , κατιδόντα δὲ τἀνθρώπινον ἔτι μόνῳ τῷ | ||
, ἵνα μὴ βλάβης γένωνται πρόξενα . Λύκος ζῷόν ἐστι τετράπουν , ἄγριον καὶ πονηρόν . Τοῦ οὖν αἵματος αὐτοῦ |
δὲ ὁ τένθης Ἀρχέστρατος συγκαταλέξαι ἡμῖν καὶ τὸ παρὰ Κράτητι ἐλεφάντινον τάριχος , διαβόητον ὄν : σκυτίνῃ ποτ ' ἐν | ||
τοῦ φιλοσόφου ἐγκεχαράχθαι τῇ διανοίᾳ μᾶλλον ἢ τοῖς Πελοπίδαις τὸν ἐλεφάντινον ὦμον . τί δὴ μετὰ ταῦτα ὁ πάνσοφος Πλάτων |
. Αἰγυπιὸς δ ' οὐδὲν ἐπιλεξάμενος ὧν εἰς αὐτὸν ἐμηχανᾶτο Νεόφρων μίγνυται τῇ μητρὶ δοκῶν εἶναι Τιμάνδρην : καὶ ἐπεὶ | ||
καὶ μέγεθος οὐχ ὅμοιοι , ἀλλὰ ἐλάττων ὄρνις αἰγυπιὸς ἐγένετο Νεόφρων , ἡ δὲ Βουλὶς ἐγένετο πῶυγξ καὶ αὐτῇ τροφὴν |
Δαίδαλον . Ἐλθὼν δὲ εἰς Κώκαλον , παρ ' ᾧ Δαίδαλος ἐκρύπτετο , δείκνυσι τὸν κοχλίαν . Ὁ δὲ λαβὼν | ||
πέμπει πλοῖα διώξοντα . ὡς ᾔσθοντο δὲ Ἴκαρός τε καὶ Δαίδαλος διωκόμενοι , ἀνέμου λάβρου καὶ σφοδροῦ ὄντος , πετόμενοι |
μὲν οὖν παρὰ χρυσῷ ποταμῷ τῷ Διονύσῳ βακχεύοντεςχρυσοῦν γὰρ ὁ Λύδιος λόγος ἐπονομάζει τὸν Πακτωλόνμαίνονται μὲν τῷ θεῷ καὶ χορεύουσιν | ||
ἐριζόντων ἐν ἀγῶσι καὶ πολὺ ἀπολιμπανομένων . ὁ γὰρ Πέλωψ Λύδιος ὢν ἐνίκησε τὸν Οἰνόμαον τῷ ἰδίῳ ἅρματι : καὶ |
ἄλογος καὶ ἐμπαθὴς ζωή : καὶ τοῦτο ἔστιν ὅ φησι πολυώνυμον καὶ πολυμελὲς αὐτὸς , καὶ αὕτη ἡ ὕδρα καὶ | ||
τρίτῳ Περὶ ῥητορικῆς , τοῦ ἑτέρου συνωνύμου δεόμεθα , ὅπερ πολυώνυμον ὁ Σπεύσιππος ἐκάλει . καὶ οὐ καλῶς ὁ Βόηθος |
δὲ εἰπεῖν τὸν ἀφεστῶτα τόπον , ὡς τό ὅθι ποιμένα ποιμὴν ἠπύει . νάσσατο : ἀντὶ τοῦ κατῴκισε . ῥύσια | ||
ὥστ ' εἰκότως ὁ τὰ ἄριστα ἐπὶ θεὸν ἀναφέρων Ἄβελ ποιμὴν κέκληται , ὁ δὲ ἐφ ' ἑαυτὸν καὶ τὸν |
. καὶ βαρύνεται μὲν ταῦτα : κόρσος μόλσος μόρσος χέρσος θύρσος μύρσος . σεσημείωται τὸ πυρσός ὀξυνόμενον , τὸ κιρσός | ||
λεπταῖς καὶ νεβρίσι : δόρατα ἦν κισσῷ πεπυκασμένα : ὁ θύρσος εἶχεν αἰχμήν : κυμβάλοις καὶ τυμπάνοις ἐσήμαινεν ἀντὶ σάλπιγγος |
καὶ διεχρήσατο ἐς κατάπληξιν ἑτέρων . ἐπί τε τὰ πλήθη παρερχόμενος ἐδημαγώγει καὶ τοὺς δεσμώτας αὐτῶν ἐξέλυεν , οὓς ὁ | ||
μέθυσός ἐστιν . ΓΘ Κοννᾶς ] οὗτος αὐλητὴς ἦν μέθυσος παρερχόμενος εἰς συμπόσια συνεχῶς ἐστεμμένος . πίνειν ἐν τῷ πρυτανείῳ |
Ἰνδῷ ποταμῷ οἱ νότιοι Σκύθαιοἱ καὶ Ἰνδοσκύθαι καλούμενοικατοικοῦσιν , ὅστις Ἰνδικὸς κατέναντι τῆς ἐρυθρᾶς θαλάσσης κατέρχεται ταχὺν ῥοῦν ἐπὶ τὸν | ||
πολλῶν τῶν θηρίων τῆς μητρὸς συλλαβούσης τίκτεται . ὅτι ὁ Ἰνδικὸς πάνθηρ μύρου ὄζων διὰ τῆς εὐωδίας τὰ θηρία ἐφελκόμενος |
γὰρ καὶ ζῷα ἄλογα καὶ ἀνθρώπους , εἰ μὴ παρείη Λίβυς ἀνήρ , Ψύλλος ὢν τὸ γένος . οὗτος γοῦν | ||
καὶ αὐτὸς ἔδωκε τὴν παῖδα πρὸς γάμον . ἄλλως : Λίβυς ὄνομα κύριον , οὐχ ὁ Ἀνταῖος , ὡς Δίδυμος |
καὶ εἴσεαι ἅσς ' ἐθέλησθα . καὶ νεύρων ἀλεγεινὰ πάθη λεπιδωτὸς ἀμύνει . Δοιὼ δ ' Ἠελίου χρυσότριχε λᾶε πέλονται | ||
μὲν ἐγένετο ἱέραξ , Ἑρμῆς δὲ ἶβις , Ἄρης δὲ λεπιδωτὸς ἰχθύς , Ἄρτεμις δὲ αἴλουρος , τράγῳ δὲ εἰκάζεται |
' Ἀθηναίοις . εἰς τὸν καλαμίσκον : τὸν χαλκοῦν ἢ ἀργυροῦν , οἵους ἔχουσιν οἱ ἰατροί . Γ οὐδ ' | ||
. Ὅτι Βρέννος ὁ τῶν Γαλατῶν βασιλεὺς εἰς ναὸν ἐλθὼν ἀργυροῦν μὲν ἢ χρυσοῦν οὐδὲν εὗρεν ἀνάθημα , ἀγάλματα δὲ |
περιβεβλημένος πολυτελῆ καὶ ὑποδούμενος λευκὰς Λακωνικάς , στέφανον δάφνης χρυσοῦν ἐστεμμένος , καὶ διανέμων τὰ τῶν πλουσίων τοῖς πένησι , | ||
ταχέως . Ἡ δὲ νέα εἰρεσιώνη θαλλὸς ἦν ἐλαίας , ἐστεμμένος ἐρίοις , καὶ προσκρεμαμένους ἔχων παντοδαποὺς τῶν ἐκ γῆς |
; ἐκ τῆς εἰκόνος μανθάνειν αὐτήν τε αὐτὴν εἰ καλῶς εἴκασται , καὶ τὴν ἀλήθειαν ἧς ἦν εἰκών , ἢ | ||
αὐτή . χρόαν δὲ οὐκ ἔστι μέλαινα , κυανῷ δὲ εἴκασται τῷ βαθυτάτῳ , ἀναπνεῖ δὲ οὐ βραγχίοις , ἀλλὰ |
. . χρυσῆ δὲ κιθάρα ἀντὶ τοῦ τιμία , ὡς χρυσῆ Ἀφροδίτη . σύνδικον Μοισᾶν κτέανον : συνῳδόν , οἱονεὶ | ||
ἄμφοδον , καὶ ἡ τρίτη πρὸς μεσημβρίαν . Καὶ κλίνη χρυσῆ ἵστατο ἐν τῷ θαλάμῳ ἀποβλέπουσα πρὸς ἀνατολάς : καὶ |
πᾶσι βαρβάροις παρῆν γνώμης ἀποσφαλεῖσιν : οὐ γὰρ ὡς φυγῇ παιᾶν ' ἐφύμνουν σεμνὸν Ἕλληνες τότε , ἀλλ ' ἐς | ||
τῶν Ἀργείων . θ χθονὶ ] τῇ πόλει . ἁλώσιμον παιᾶν ' ἐπεξιακχάσας : καὶ βοήσας καὶ ἀλαλάξας παιᾶνα καὶ |
τὸ μὲν πρῶτον φοινικοῦν , τὸ δὲ δεύτερον ἁλουργὲς καὶ πορφυροῦν , τὸ δὲ τρίτον κυάνεον καὶ πράσινον . μήποτ | ||
ἡμέρας μεταβάλλειν τὸ χρῶμα , πρωῒ λευκόν , κατὰ μεσημβρίαν πορφυροῦν , ὀψὲ δὲ φοινικοῦν : ῥίζα λευκή , εὐώδης |
λέγει γοῦν οὐχ ὁ Ἰακὼβ τῷ Ἰωσὴφ μᾶλλον ἢ ὁ ἱερὸς λόγος παντὶ τῷ τὸ μὲν σῶμα εὐεκτοῦντι , ἐν | ||
πάσας συμβέβηκε τῆς εἰρήνῃ φίλης ἡσυχίας μακρὰν ἀπεληλαμένης , ὁ ἱερὸς συναινεῖ λόγος : οὐ γὰρ λέγει μὴ εἶναι πολέμου |
μῦθος . ναὸς καὶ σηκὸς διαφέρει . ὁ μὲν γὰρ ναός ἐστι θεῶν , ὁ δὲ σηκὸς ἡρώων . ναύκληροι | ||
τῷ παιδὶ , καὶ ταύτην οἰκεῖν τὸν Ἀχιλλέα . Καὶ ναός ἐστιν ἐν αὐτῇ τοῦ Ἀχιλλέως , καὶ ξόανον τῆς |
. , . . . ὁ δ ' ἄρ ' οἰνοχόον βάλε χεῖρα . * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι | ||
αὐτὸς εἱστιᾶτο ὑπὸ ἐκείνου . Κύαθον δ ' οὖν παῖδα οἰνοχόον Οἰνέως οὐκ ἀρεσθεὶς τῷ δοθέντι πώματι παίει τῶν δακτύλων |
Λητὼ κυσαμένη καὶ τοῦτον ἀνήγαγεν : αὐτὰρ Ἀπόλλων οὐκ ἐδάη Ζεφύρῳ ζηλήμονι παῖδα φυλάσσων . γαῖα δὲ δακρύσαντι χαριζομένη βασιλῆι | ||
ἀλλὰ θοοῖο θεσπέσιον γένος ἔσκεν Ἀρίονος ὃν τέκεν ἵππων Ἅρπυια Ζεφύρῳ πολυηχέι φέρτατον ἄλλων πολλόν , ἐπεὶ ταχέεσσιν ἐριδμαίνεσκε πόδεσσι |
ἔκτισεν , ὅθεν ἐστὶν ὁ Καλλίμαχος . κόραξ : ὡς ἀνακείμενος τῷ Ἀπόλλωνι ὁ κόραξ . ἡμετέροις βασιλεῦσι : τῷ | ||
ἑταῖρός φησιν : ἀνάκεισο . Φιλιππίδης : καὶ δειπνῶν ἀεὶ ἀνακείμενος παρ ' αὐτόν . καὶ ἐπάγει : πότερον ἀνδριάντας |
τοῦ χρύσειος : ἀργύρειος : χάλκειος Ἰωνικῶς ἐγένοντο χρύσεος καὶ ἀργύρεος , καὶ τὸ οὐδέτερον ἔχουσιν χρύσεον καὶ ἀργύρεον , | ||
σταθμὸν εἴνατον ἡμιτάλαντον καὶ ἔτι δυώδεκα μνέας , ὁ δὲ ἀργύρεος ἐπὶ τοῦ προνηΐου τῆς γωνίης , χωρέων ἀμφορέας ἑξακοσίους |
ἄνθρωποι , τὸ γὰρ ἀσφαλτῶδες ποτὸν ἐς πολλὰ τῶν σπλάγχνων ἱζάνει . τρέφει δ ' αὐτοὺς λόφος ἐν ὁρίοις τῆς | ||
τοῦ λαθεῖν εἰσελθών . μέλισσα : παρόσον ἐπὶ τῶν μήλων ἱζάνει : μῆλα δὲ πάντα τὰ ἄκρα τῶν δένδρων . |
: ” εἶναι δέ φησιν ὁ Ἀπίων τὴν αὐτὴν τῷ λάρῳ καὶ τῇ αἰθυίῃ . ἐπὶ δὲ τοῦ κρίκου τῆς | ||
ἰξευτῶν καὶ ἁλιέων σπουδάσματα . Ἀλλ ' οὔτ ' αἴγαγρος λάρῳ παρόμοιος εἰς θήραν , οὔτε μὴν ἐχῖνος ῥινοκέρωτι , |
ἐρεῖς τοῦτο ἄρκτου σκυλάκιον . Κέρατα ἀκλινῆ καὶ ὀρθὰ ἕστηκε ταύροις ἅπασι , καὶ διὰ ταῦτα ὡς ἐς ὅπλον ὁ | ||
γῦπας οὐκ ἀναιροῦσι καὶ τοὺς ἐπιτιθεμένους αὐτοῖς ἀσεβεῖν νομίζουσι . ταύροις δὲ κατὰ προαίρεσιν ἐν Ἰωνίᾳ παῖδες Ἐφεσίων ἀγωνίζονται , |
ὁ δὲ Ποσειδῶν τοῖς Ἀχαιοῖς ἐν Τροίᾳ συναγωνίζεται παλαιῷ φωτὶ ἐοικώς , ἀλλὰ καὶ Ἄρης ἀνδρὸς ἔχων ἰδέαν Ἕκτορι λοιγὸν | ||
γυῖα † φέρεσκον . Πάντῃ δ ' ἀμφιθέεσκεν ἀναιδέι θηρὶ ἐοικώς , ὅς τε βαθυσκοπέλοιο διέσσυται ἄγκεα βήσσης ἀφριόων γενύεσσι |
, οὓς ἀποδείξας συμβούλους ἐχρῆτο συνέδροις αὐτοῖς : τήβεννάν τε περιπόρφυρον περιεβάλλετο καὶ πλατύσημον ἔδυ χιτῶνα κατὰ τοὺς χρηματισμούς , | ||
οὐκ ἐκ τοῦ ὀνόματος , ἀλλ ' ὕπατον καὶ τὴν περιπόρφυρον ἐσθῆτα περιέθεσαν τούς τε πελέκεις καὶ τἆλλα παράσημα τῆς |
. καὶ Ὅμηρος : Ἀσίῳ ἐν λειμῶνι . καὶ ἡ κιθάρα Ἀσία λέγεται , ἐπεὶ ἐν Λυδίᾳ πρῶτον εὑρέθη . | ||
: Γεννᾶται δὲ καὶ ἐν τῷ Παγγαίῳ ὄρει βοτάνη , κιθάρα καλουμένη διὰ ταύτην τὴν αἰτίαν . Διασπαράξασαι τὸν Ὀρφέα |
ὑπέκαιε ζῶντας , τούτῳ διαφερούσης τῆς κατασκευῆς ταύτης παρὰ τὸν ταῦρον , τῷ καὶ θεωρεῖσθαι τοὺς ἐν ταῖς ἀνάγκαις ἀπολλυμένους | ||
καὶ τὸν θεὸν ἀνελεῖν αὐτοῖς , ἢν θύοντες τῷ Ποσειδῶνι ταῦρον ἀγελαστὶ τοῦτον ἐμβάλωσιν εἰς τὴν θάλατταν , παύσεσθαι . |
βελόνη καὶ ἀβλενής , δύσπεπτος , ὑγρός , εὐκοίλιος . θρίσσα , χαλκίς , εὐανάδοτα . κεστρεύς ἐστι καὶ θαλάσσιος | ||
καὶ φαγρώριος ὃν καὶ φάγρον καλοῦσιν , ἔτι σίλουρος κιθαρὸς θρίσσα κεστρεὺς λύχνος φῦσα βοῦς : ὀστρακίων δὲ κοχλίαι μεγάλοι |
ἀλλοίαν ἀνελάμβανε , τοτὲ μὲν λεοντῆν καὶ ῥόπαλον , ἀμφότερα ἐπίχρυσα , διακοσμούμενος εἰς Ἡρακλέα , τοτὲ δὲ πίλους ἐπὶ | ||
ἀκτῖνες ἀνέχουσιν . ἔστι δὲ καὶ Χάρισιν ἱερὸν καὶ ξόανα ἐπίχρυσα τὰ ἐς ἐσθῆτα , πρόσωπα δὲ καὶ χεῖρες καὶ |
τοῦ τετράορον , ὅταν ὦσιν τέσσαρες ἵπποι ἐζευγμένοι . καὶ συνωρὶς δὲ , ὅταν ἕτερος ἑτέρῳ συνεζευγμένος ᾖ . ἀπὸ | ||
ἐπὶ τήνδε τὴν ἁρμονίαν ἐπήχθησαν , ἀλλ ' ὥσπερ ὅταν συνωρὶς πώλων ὑφ ' ἕνα ζυγὸν ἐκ μιᾶς ἡλικίας ἐλαύνηται |
: σαφῶς ἐν τούτοις τὸν ἐπὶ τῆς γένυος τοῦ Κυνὸς Σείριον λέγει συντάξας αὐτὸν τῷ Ὠρίωνι : καὶ τούτων μεσουρανούντων | ||
ῥα μάλιστα ὀξέα σειριάει : καί μιν καλέους ' ἄνθρωποι Σείριον . Οὐκέτι κεῖνον ἅμ ' ἠελίῳ ἀνιόντα φυταλιαὶ ψεύδονται |
διερὰ γὰρ τὰ δίυγρα . τῶν ἄνδηρα παρ ' αἱμασιαῖσι πεφύκει : ὧντινων , τῆς κυνοσβάτου καὶ τῆς ἀνεμώνης , | ||
τᾷ ματρὶ κατ ' εὐνὰν ὀρθρευοίσᾳ . Οὐδὲν ποττὸν ἔρωτα πεφύκει φάρμακον ἄλλο , Νικία , οὔτ ' ἔγχριστον , |
Τηλέφου παιδὸς Τάρχωνος . . πλάναισιν : ὁ Ὀδυσσεὺς παρὰ Τυρσηνοῖς νάνος καλεῖται δηλοῦντος τοῦ ὀνόματος τὸν πλανήτην . ἐγὼ | ||
λέγων . τύρσις δὲ τὸ τεῖχος , διότι παρὰ τοῖς Τυρσηνοῖς πρῶτον ἐπενοήθη τεῖχος . τύρσις τὸ τεῖχος , ὅτι |
χρυσόν , ἵν ' ᾖ τὸν τίμιον , ἢ ὅτι διάχρυσος ἦν τῇ κατασκευῇ ὁ χαλινός : δαμάζοντα δὲ τὸ | ||
καὶ παρέκειτο καὶ τούτῳ [ σπάργανα ] γνωρίσματα : μίτρα διάχρυσος , ὑποδήματα ἐπίχρυσα , περισκελίδες χρυσαῖ . Θεῖον δή |
, ὧν οἳ μὲν ἐπυρώθησαν ὑφ ' ἡμῶν ἔμφρουροι τῷ ταύρῳ , οἳ δ ' ἀνεσκολοπίσθησαν , ἔνθα ἔμελλον ἐμπρόσωποι | ||
ἀγωνίαν καὶ φυγὴν ἀνθρώπων , ὕστερον δὲ κατάστασιν . ἐν ταύρῳ τῆς σελήνης οὔσης ἐὰν βροντήσῃ , φθορὰν σίτου καὶ |
τοῖς φύλλοις καὶ ταῖς ῥάβδοις προσεμφερὴς ἄγνῳ , δενδρώδης , βαρύοδμος ἰσχυρῶς : ἄνθη κράμβῃ ἐοικότα : καρπὸς ἐν κερατίοις | ||
τῷ μικρῷ , περιπληθὴς σπερματίων , ὑπόπικρος , κακοστόμαχος , βαρύοδμος , στύφουσα μετὰ ποσῆς θερμασίας . Σέσελι Μασσαλεωτικὸν φύλλα |
διάφορα σημαινόμενα , ὡς ἡ κύων φωνὴ εἰς χερσαῖον θαλάττιον ἀστρῷον φιλόσοφον , ἢ ὡς εἶδος εἰς ἄτομα , ὡς | ||
οὐ κύνας ἀλλὰ κύνα θὴρ χρύσεος τρέμει , οὐ γηΐνους ἀστρῷον τοὺς καρχάρους . ἤγουν ἀστέρα κύνα . Ῥωχμόν : |
σῶκος : ἐπίθετον Ἑρμοῦ : καὶ ὁ μὲν Ἀπίων ἀποδίδωσι σῶκος σάοικος σωσίοικος , ἔνιοι δὲ σόωκος ὁ ὠκέως σοούμενος | ||
τὸ ἰσχύειν , ἐξ οὗ καὶ σῶκος ὁ ἰσχυρός : σῶκος ἐριούνιος . . . . , . ἄντυξ : |
καταλυθεὶς διαλέληθε τοὺς πολλούς . Ἦν δὲ παραπλήσιος μὲν Δελφικῷ τρίποδι , καὶ τοὔνομ ' ἐντεῦθεν ἔσχε , τὴν δὲ | ||
Πυθία γυνὴ , ἥτις , ὥς φασιν , ἐπικαθημένη τῷ τρίποδι τοῦ Ἀπόλλωνος , καὶ διαιροῦσα τὰ σκέλη πονηρὸν κάτωθεν |