τέρμα εἶναι * . ὁρκωμότους : ὅρκον γὰρ τῶν θεῶν μυθικῶς ὁ Ζεὺς ἐποίησε τὴν Στύγα . λοιβὰς δὲ ἀφύσσων
ὡς καὶ Ὅμηρος . λ . κεκαλυμμένοι . κἀχερουσίαν : μυθικῶς μὲν ὁ Ἀχέρων ποταμός ἐστιν Ἅδου , ἱστορικῶς δὲ
7656549 Αἰθερος
Ἅιδου καὶ Αἰθέρος : ὁ δὲ τὴν Τιτανομαχίαν γράψας ἐξ Αἰθέρος φησίν , Ἀκουσίλαος [ ] δ ' ἐκ Χάους
Γῆς : Σιμωνίδης Ἄρεος καὶ Ἀφροδίτης : Ἀκουσίλας Νυκτὸς καὶ Αἰθέρος : Ἀλκαῖος Ἴριδος καὶ Ζεφύρου : Σαπφὼ Ἀφροδίτης καὶ
7274020 Δελφινιος
οὖν , φησίν , ἥρμοσται τῷ Πυθέᾳ καὶ οὗτος ὁ Δελφίνιος . ὁ δὲ νοῦς : ἡ μὲν γὰρ Νεμέα
μὲν ἄραρε μείς τ ' ἐπιχώριος : παρ ' Αἰγινήταις Δελφίνιος μὴν ἄγεται Δελφινίου Ἀπόλλωνος ἱερός , ἐν ᾧ ἴσως
7108502 Εὐτερπης
, Καλλιόπης δὲ , Ὀρφέα , Μελπομένης δὲ Θάμυριν , Εὐτέρπης δὲ Ῥῆσον , Τερψιχόρης δὲ Σειρῆνας , Κλειοῦς δὲ
γὰρ Κλειοῦς μὲν καὶ Μάγνητος , Ἰάλεμος καὶ Ὑμέναιος : Εὐτέρπης δὲ καὶ Στρυμόνος Ῥῆσος , ἢ κατά τινας Τερψιχόρης
7042798 Σελλους
. πότερον δὲ χρὴ λέγειν Ἑλλούς , ὡς Πίνδαρος ἢ Σελλούς , ὡς ὑπονοοῦσι παρ ' Ὁμήρωι κεῖσθαι , ἡ
πότερον δὲ χρὴ λέγειν Ἑλλούς , ὡς Πίνδαρος , ἢ Σελλούς , ὡς ὑπονοοῦσι παρ ' Ὁμήρῳ κεῖσθαι , ἡ
7005713 Ἡρυλλος
ἀγαί ἀλεκτορίς ἀλκηστής ἀμυντής ἀμφίκρανον ἀπαυλία βούπρῳρον ἐπιτάξ ἐριούνης εὐναία Ἥρυλλος ἡφαιστόδαπτα θεωρίδες καθηγητής καῦστις λικνοστεφεῖ λωπιστός μαγείαν μαδαγένειον μαίμακον
. γέγονε δὲ ὑποκοριστικῶς : ὡς γὰρ ἀπὸ τοῦ Ἡρακλῆς Ἥρυλλος καὶ ἀπὸ τοῦ Ἀριστοκλῆς Ἀρίστυλλος , Θρασυκλῆς Θράσυλλος ,
6993335 Βακις
Βοιωτός , ὁ δὲ Λοκρός . πολλῷ γ ' ὁ Βάκις ἐχρῆτο : ἀντὶ τοῦ πολλὰ ἔπινεν . Γ Παφλαγὼν
, ὁ δὲ Βοιωτός , ὁ δὲ Λοκρός . ΓΘ Βάκις χρησμολόγος Ἀττικός : καὶ ἕτερος Βοιωτικός , ἄλλος Ἀρκάς
6968626 Ἐρατους
, Ἀνθείας . . . , Εὐρυπύλης Ἀρχέδικος , Δυνάστης Ἐρατοῦς , Ἀσωπίδος Μέντωρ , Ἠώνης Ἀμήστριος , Τιφύσης Λυγκαῖος
Ἀρκάδι τῷ Καλλιστοῦς συνῴκησε : μνημονεύουσι δὲ καὶ ἔπη τῆς Ἐρατοῦς , ἃ δὴ καὶ αὐτὸς ἐπελεξάμην . ἐνταῦθα ἔστι
6963884 Ἀελλω
ἴσην ἁρπυίαις ὁπλαῖς εἶπεν . Ἅρπυιαι δὲ μυθικῶς δαίμονές τινες Ἀελλὼ καὶ Ὠκυπέτη καὶ Κελαινὼ Ἴριδος ἀδελφαὶ καὶ θυγατέρες Θαύμαντος
. Θαύμαντος μὲν οὖν καὶ Ἠλέκτρας Ἶρις καὶ ἅρπυιαι , Ἀελλὼ καὶ Ὠκυπέτη , Φόρκου δὲ καὶ Κητοῦς Φορκίδες καὶ
6956738 μητρως
. φησὶν οὖν ἐν τῇ Ἰλιάδι : Ἀσίῳ , ὃς μήτρως ἦν Ἕκτορος ἱπποδάμοιο , αὐτοκασίγνητος Ἑκάβης , υἱὸς δὲ
Ἀπόλλων ἀνέρι εἰσάμενος αἰζηῷ τε κρατερῷ τε Ἀσίῳ , ὃς μήτρως ἦν Ἕκτορος ἱπποδάμοιο αὐτοκασίγνητος Ἑκάβης , υἱὸς δὲ Δύμαντος
6941649 Ἑρμιονευς
ἀπὸ ἀγγείων [ καὶ μεγεθῶν ] . Λᾶσος δὲ ὁ Ἑρμιονεύς , ὥς φασι , καὶ οἱ περὶ τὸν Μεταποντῖνον
ἀπὸ ἀγγείων [ καὶ μεγεθῶν ] . Λᾶσος δὲ ὁ Ἑρμιονεύς , ὥς φασι , καὶ οἱ περὶ τὸν Μεταποντῖνον
6936484 Καδμιλος
ἀλλ ' οὐκ ἐν συλλήψει τὰ σύμφωνα . τὸ δὲ Καδμῖλος προπερισπᾶται ἔχον τὸ Α . Τὰ εἰς ΟΛΟΣ ὑπὲρ
τὸν προπαροξύτονον οἷον τὸ γαμβρόκτονος ὁ κτανθεὶς ὑπὸ γαμβροῦ . Καδμῖλος λέγεται ὁ Ἑρμῆς παρὰ τοῖς Τυρσηνοῖς . . †
6915731 Δημοκριτωι
Ἀπὸ ἰσημερίας μεθοπωρινῆς ἐπὶ χειμερινὰς τροπὰς Εὐδόξωι ἡμέραι Ϙβʹ , Δημοκρίτωι ἡμέραι Ϙαʹ , Εὐκτήμονι Ϙʹ , Καλλίππωι πθʹ .
, , . . . . , . ταὐτὸ πεισόμεθα Δημοκρίτωι τῶι σοφῶι διὰ φιλολογίαν . καὶ γὰρ ἐκεῖνος ὡς
6887819 Ἰβυκος
' ἔρωτος ἀφίησι τὸ ξίφος : τὰ παραπλήσια τούτοις καὶ Ἴβυκος ὁ Ῥηγῖνος ἐν διθυράμβῳ φησίν : τὴν κατάρρυτον καὶ
Ἴβυκος , ὁ μὲν ἐποίησεν ὡς Ἐρεχθέως εἴη Σικυών , Ἴβυκος δὲ εἶναι Πέλοπός φησιν αὐτόν . Σικυῶνος δὲ γίνεται
6884425 Μεντῃ
τῶν δαιτυμόνων κατ ' ἄνδρα παρακεῖσθαι τράπεζαν . τῷ γοῦν Μέντῃ , φασίν , ἀφικομένῳ πρὸς Τηλέμαχον τῶν τραπεζῶν παρακειμένων
Ἕκτορ ' ἐπῶρσε θοῷ ἀτάλαντον Ἄρηϊ ἀνέρι εἰσάμενος Κικόνων ἡγήτορι Μέντῃ : καί μιν φωνήσας ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : Ἕκτορ
6882173 Ἰδμων
τῷ λόφῳ τῷ Ἀργινοῦντι . . . , : Ὁ Ἴδμων , ὡς ἱστορεῖ Φερεκύδης , παῖς ἦν Ἀστερίας τῆς
ὡπλισμένον . Ἀγασσεύς : τοῦ . Ἰόντων : περιπατούντων . Ἴδμων : γινώσκων . σημήνασθαι : σημῆναι . Ἱμείρων :
6875900 Ὠκυπετη
ὁπλαῖς εἶπεν . Ἅρπυιαι δὲ μυθικῶς δαίμονές τινες Ἀελλὼ καὶ Ὠκυπέτη καὶ Κελαινὼ Ἴριδος ἀδελφαὶ καὶ θυγατέρες Θαύμαντος καὶ Ἠλέκτρας
μὲν οὖν καὶ Ἠλέκτρας Ἶρις καὶ ἅρπυιαι , Ἀελλὼ καὶ Ὠκυπέτη , Φόρκου δὲ καὶ Κητοῦς Φορκίδες καὶ Γοργόνες ,
6868526 κηδεια
Ἡρόδοτον , καὶ κῆδος ἡ ἐπιγαμία κατὰ Θουκυδίδην , καὶ κηδεία κατὰ Δημοσθένην , καὶ κηδεύματα κατὰ Πλάτωνα . καὶ
τὸ ἐπιγαμβρεύω , καὶ τὸ ἐνταφιάζω , ἐξ οὗ καὶ κηδεία ὁ ἐνταφιασμός . ἐννεμέθονται : οἰκοῦσι , βόσκονται ,
6852874 Εὐφοριων
Βέθρον : βέρεθρον καὶ κατὰ συγκοπὴν βέθρον : Κρατῖνος καὶ Εὐφορίων . οὕτως Ἡρωδιανὸς Περὶ παθῶν , . , .
ἧς καὶ τὸν Ἀσκάνιον ποταμὸν ῥεῖν , οὗ μνημονεύει καὶ Εὐφορίων „ Μυσοῖος παρ ' ὕδασιν Ἀσκανίοιο ” . „
6849905 Τελεοντος
Κανήθου Κλυτίος Εὐρύτου Ἴφιτος Εὐρύτου Τελαμὼν Αἰακοῦ Πηλεὺς Αἰακοῦ Βούτης Τελέοντος Φάληρος Ἄλκωνος Θησεὺς Αἰγέως Τῖφυς Ἁγνίου Φλίας Διονύσου Ταλαὸς
δ ' ἐπὶ Κεκροπίηθεν ἀρήιος ἤλυθε Βούτης , παῖς ἀγαθοῦ Τελέοντος , ἐυμμελίης τε Φάληρος : Ἄλκων μιν προέηκε πατὴρ
6827735 Ῥωσος
Σκυθίας . τὸ ἐθνικὸν Ῥώνιος ἢ Ῥωνίτης ὡς Θωνίτης . Ῥωσός , πόλις Κιλικίας . τὸ ἐθνικὸν Ῥώσιος . ἀλλὰ
δι ' ἑνὸς σ , Τρύφων δὲ διὰ δύο : Ῥωσός : Κρῶσος βαρύτονον καὶ μόνως ἀρσενικὸν τῷ τόνῳ παραλλάξαν
6819501 Μελπομενης
δὲ Οὐρανίας μὲν Λίνον , Καλλιόπης δὲ , Ὀρφέα , Μελπομένης δὲ Θάμυριν , Εὐτέρπης δὲ Ῥῆσον , Τερψιχόρης δὲ
παντὸς συνταξάμενος . Σειρῆνες δὲ καὶ Μέλπος τῆς Τερψιχόρης καὶ Μελπομένης , ὡς χορείας καὶ μολπῶν εὑρεταί . Ἐρατοῦς δὲ
6798302 Σιμμιας
δεῖ γὰρ καὶ Κέβητα πείθειν . Ἱκανῶς , ἔφη ὁ Σιμμίας , ὡς ἔγωγε οἶμαι : καίτοι καρτερώ - τατος
, τοῦτο πέπεισμαι . Καὶ ὀρθῶς γε , ἔφη ὁ Σιμμίας . Ἔτι τοίνυν , ἔφη , πάμμεγά τι εἶναι
6794968 Δαματερ
Σεσοβημένος , ἐπίτριπτος . καταμωκώμενοι δὲ τῶν Δωριέων τὸ ὦ Δάματερ λέγουσιν . ὁ δὲ νοῦς , πῶς ἐπηρμένος καὶ
Θεόπομπος λέγῃ : ἰχθύων δὲ δὴ ὑπογαστρι ' , ὦ Δάματερ , παρατηρητέον ὅτι ἐπὶ ἰχθύων μὲν ὑπογάστριον λέγουσι ,
6775226 Πιερου
δὴ καὶ Ὀρφέα Καλλιόπης τε εἶναι Μούσης καὶ οὐ τῆς Πιέρου καί οἱ τὰ θηρία ἰέναι πρὸς τὸ μέλος ψυχαγωγούμενα
ὅσοι Μουσῶν παῖδες ἐκλήθησαν ὑπὸ Ἑλλήνων , θυγατριδοῦς εἶναι σφᾶς Πιέρου : Μίμνερμος δέ , ἐλεγεῖα ἐς τὴν μάχην ποιήσας
6768512 Κοροπαιος
πολίτης Κορωπαῖος . Νίκανδρος ἐν Θηριακοῖς ᾗ ἐν Ἀπόλλων μαντείας Κοροπαῖος ἐθήκατο καὶ θέμιν ἀνδρῶν . οἱ δὲ ὑπομνηματίσαντες αὐτὸν
, μάντιν ἐνὶ ζωοῖσι γεράσμιον , ᾗ ἐν Ἀπόλλων μαντοσύνας Κοροπαῖος ἐθήκατο καὶ θέμιν ἀνδρῶν : μὶξ δὲ κονυζῆεν φυτὸν
6765730 Ὠλην
καὶ ἀριθμὸν ἐποίησεν οὐδένα ἐπ ' αὐτοῖς : Λύκιος δὲ Ὠλὴν ἀρχαιότερος τὴν ἡλικίαν , Δηλίοις ὕμνους καὶ ἄλλους ποιήσας
τελευτήσας τὰς δὲ τοὺς Τρεμιλέας Λυκίους Βελλεροφόντης μετωνόμασε . : Ὠλὴν , Δυμαῖος ἢ Ὑπερβόρειος ἢ Λύκιος , ἐποποιός :
6763448 ξενιος
παρακλήσει μεταλαμβανόμενον : † ὥς ἐστιν ὁ Ζεὺς φίλιος καὶ ξένιος καὶ τὰ λοιπά , οὕτως καὶ ἱκέσιος . ἀντὶ
Καὶ γὰρ δαίμων λέγεται ξένιος , καὶ θεός : ὁ ξένιος ἑκάστου δαίμων , φησὶν ἐν Νόμοις , τῷ ξενίῳ
6752531 ἐπινικος
ἐφάνη καὶ ἐγράφη : ἀλλ ' οὕτως ἐστὶ γλυκὺς ὁ ἐπίνικος τῷ λαβόντι ὥσπερ παῖς γνησίας γυναικὸς καὶ οὐ παλλακίδος
ὁ δὲ ἀγὼν ἱππικός τε καὶ γυμνικός : Γέγραπται ὁ ἐπίνικος χρομίῳ αἰτναίῳ . ἱέρων γὰρ οἰκιστὴς τῆς κατάνης βουλόμενος
6748485 Πραξιλλης
μὲν Ἀλκαίου φασίν , οἱ δὲ Σαπφοῦς , οἱ δὲ Πραξίλλης τῆς Σικυωνίας . ἀρχὴ δὲ τοῦ μέλους αὕτη :
εἰ μὴ πατὴρ ἦσθα . Ἄιδεις ἔχων . Ἠλιθιώτερος τῆς Πραξίλλης : αὕτη γὰρ ἐρωτωμένη τί κάλλιστον , Ἥλιος ,
6737782 Ὑμεναιον
Εὐτέρπης δὲ Ῥῆσον , Τερψιχόρης δὲ Σειρῆνας , Κλειοῦς δὲ Ὑμέναιον : τῶν δὲ λοιπῶν Θαλείας Παλαίφατον , ἐκ δὲ
ἃ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὑμνεῖ , ἃ δ ' Ὑμέναιον , ὃν ἐν γάμοισι χροϊζόμενον Μοῖρα σὺμ πρωτὰ λάβεν
6719337 Καλλιστους
μακρὰ Λυκαίου : ἐπὶ τῷ Λυκαίῳ φασὶ χωρίον καλούμενον [ Καλλιστοῦς ] . . . εἰς ὅ φασι τὰ εἰσερχόμενα
: σταδίους δὲ ὡς τριάκοντα καταβάντι ἐκ Κρουνῶν τάφος ἐστὶ Καλλιστοῦς , χῶμα γῆς ὑψηλόν , δένδρα ἔχον πολλὰ μὲν
6712763 Δυμαντος
τῆς Θρᾴκης βασιλεὺς ἀνεῖλεν . τὴν δὲ Ἑκάβην * * Δύμαντος [ Π ] , οἱ πολλοὶ δὲ Κισσέως .
εἰρηκότος [ Π ] : αὐτοκασίγνητος Ἑκάβης , υἱὸς δὲ Δύμαντος : † ὅς μ ' ἐπεὶ Φρυγῶν πόλιν :
6709849 μηρωι
δαῖμον , ὃς Βάκχον Διόνυσον , ἐρίβρομον , εἰραφιώτην , μηρῶι ἐγκατέραψας , ὅπως τετελεσμένος ἔλθηι Τμῶλον ἐς ἠγάθεον παρὰ
τεμών . ἐκεῖνος εἶναί φησι Διόνυσον θεόν , ἐκεῖνος ἐν μηρῶι ποτ ' ἐρράφθαι Διός : ὃς ἐκπυροῦται λαμπάσιν κεραυνίαις
6705864 Κοιον
τοῖς γενητοῖς θεοὺς πατέρας συστῆσαι εἰσήγαγε τοιούτους αὐτοῖς γεννήτορας : Κοῖόν τε Κρεῖόν θ ' Ὑπερίονά τ ' Ἰαπετόν τε
Οὐρανοῦ : καὶ ἄλλοι ἄλλων . . . , : Κοῖόν τε Κρεῖόν θ ' Ὑπερίωνά τ ' Ἰαπετόν τέ
6695388 Ἀτλαγενεων
. Καὶ περαιτέρω τούτων . Ἡσίοδος δὲ , τοῦ Πληϊάδων Ἀτλαγενέων ἐπιτελλομενάων ἀπάρχεται , καὶ ὁμοίως Ὁμήρῳ προβαίνει , μέχρι
ἰδίων ποιημάτων εἰπεῖν . Ἡσίοδος οὖν ἔφη πρῶτος : Πληιάδων Ἀτλαγενέων ἐπιτελλομενάων ἄρχεσθ ' ἀμήτου , ἀρότοιό τε δυσομενάων :
6690242 Δωδωνην
” . . . ξ : τὸν δ ' ἐς Δωδώνην : Δωδώνην νῦν τὴν Θεσπρωτικήν , ἔνθα τὸ μαντεῖον
ἐν μεγάροις κειμήλια κεῖτο ἄνακτος . τὸν δ ' ἐς Δωδώνην φάτο βήμεναι , ὄφρα θεοῖο ἐκ δρυὸς ὑψικόμοιο Διὸς
6690084 Ἀσιῳ
καὶ ὁ βασιλεὺς τῶν Θρᾳκῶν . ἔστι δὲ καὶ τῷ Ἀσίῳ ὁμώνυμος ἕτερος παρὰ τῷ ποιητῇ Ἄσιος ” ὃς μήτρως
ἀδελφὸν μήτρωα καλοῦσιν . φησὶν οὖν ἐν τῇ Ἰλιάδι : Ἀσίῳ , ὃς μήτρως ἦν Ἕκτορος ἱπποδάμοιο , αὐτοκασίγνητος Ἑκάβης
6688751 Ἐπιγενης
. . . . . . . . οὐχὶ καὶ Ἐπιγένης ἐν τῶι Περὶ τῆς Ὀρφέως ποιήσεως τὰ ἰδιάζοντα παρ
Πελίου μὲν ἆθλον , Κάστορος δ ' ἔργον ποδῶν . Ἐπιγένης μὲν οὖν ἀκούει τὸ ἄμφωτον ποτήριον , εἰς ὃ
6676429 Πραξιλλα
ὅτι πολὺ διαφέρουσι . , : Ἠλιθιώτερος Πραξίλλης Ἀδώνιδος . Πράξιλλα Σικυωνία μελοποιὸς ἐγένετο , ὥς φησι Πολέμων . Αὕτη
γὰρ ἐμὲ ὁ Ἀπόλλων φιλεῖ . τὰ δὲ Κάρνεα : Πράξιλλα μὲν ἀπὸ Κάρνου φησὶν ὠνομάσθαι τοῦ Διὸς καὶ Εὐρώπης
6674101 Μαιας
, ὅτ ' Ἰδαίαν ἐς νάπαν ἦλθ ' , ὁ Μαίας τε καὶ Διὸς τόκος , τρίπωλον ἅρμα δαιμόνων ἄγων
καὶ συνδιάκτορος ὤν ; καὶ μὴν καλῶς εἶχεν , ὦ Μαίας παῖ , ἐκείνων γοῦν σε μεμνῆσθαι , ὅτι μηδεπώποτέ
6668187 Προθοον
Εὐαίμονα Ἀγκύορα , Ἀρχεβάτην Καρτέρωνα Αἰγαίωνα Πάλλαντα Εὔμονα , Κάνηθον Πρόθοον Λίνον Κορέθοντα Μαίναλον , Τηλεβόαν Φύσιον Φάσσον Φθῖον Λύκιον
καὶ λέγεται ἀπολιθωθῆναι . καὶ ὁ μὲν Λυκόφρων Γουνέα καὶ Πρόθοον καὶ Εὐρύπυλον εἰς Λιβύην φησὶν ἀπελθεῖν Ἀπολλόδωρος δὲ καὶ
6660027 Καϋστριου
καθ ' ὃ καὶ Ὅμηρος εἴρηκεν „ Ἀσίῳ ἐν λειμῶνι Καϋστρίου ἀμφὶ ῥέεθρα . „ ἀναληφθεῖσα δ ' ἀξιολόγως ὕστερον
χηνῶν ἢ γεράνων ἢ κύκνων δουλιχοδείρων , Ἀσίῳ ἐν λειμῶνι Καϋστρίου ἀμφὶ ῥέεθρα ἔνθα καὶ ἔνθα ποτῶνται ἀγαλλόμεναι πτερύγεσσιν ,
6659619 Περγαια
, πόλις Παμφυλίας . τὸ ἐθνικὸν Περγαῖος . τὸ θηλυκὸν Περγαία . καὶ Περγαία Ἄρτεμις . Περδίκια , οὐδετέρως ,
. τὸ ἐθνικὸν Περγαῖος . τὸ θηλυκὸν Περγαία . καὶ Περγαία Ἄρτεμις . Περδίκια , οὐδετέρως , χώρα καὶ λιμὴν
6649264 Κλυμενης
Ἡσιόδου Μνασέας ἐστί . Φιλόχορος δὲ Στησίχορόν φησι τὸν ἀπὸ Κλυμένης : ἄλλοι δὲ Ἀρχιέπην . μήτ ' ἐμὸς υἱός
] Ἰαπετὸς ὁ τοῦ Κρόνου ἀδελφὸς ἐκ θυγατρὸς τοῦ Ὠκεανοῦ Κλυμένης λεγομένης ἔσχεν Ἄτλαντα καὶ Μενοίτιον καὶ Προμηθέα , καὶ
6645530 Κερκωψ
διὰ κακοήθειαν μεταβαλεῖν φησιν ἐν τῷ Περὶ νήσων . : Κέρκωψ : Αἰσχίνης ἐν τῷ Περὶ τῆς πρεσβείας . Ἐν
ἣν καὶ τοὺς πρὸς Ἀριάδνην ὅρκους παρέβη , ὥς φησι Κέρκωψ . Φερεκύδης δὲ προστίθησι καὶ Φερέβοιαν . πρὸ δὲ
6643693 Σπληδονα
καὶ Στερόπης : Ἀπολλόδωρος δέ φησιν Ἀσκληπιάδην οὕτω λέγειν : Σπληδόνα τ ' ἠγαθέην . . . : Ὠρωπός .
ὃ καὶ κυνὸς καλοῦσι δυσμόρου σῆμα κούφῃ κεραίῃ κεὐσταλεῖ παρήνεγκεν Σπληδόνα τ ' ἠγαθέην Ὦ Στοϊκῶν μύθων εἰδήμονες , ὦ
6641295 Ἀκτις
παίδων τὰ ὀνόματά εἰσι ταῦτα : Κέρκαφος , Ὀχιμος , Ἀκτίς , Μακαρεύς , Τενάγης , Τριόπης , Φαέθων .
Ῥόδηςοὕτω γὰρ αὐτὴν Ἑλλάνικος καλεῖἑπτὰ γίνονται παῖδες : Ὄχιμος Κέρκαφος Ἀκτίς Μάκαρος Κάνδαλος Τριόπης Φαέθων ὁ νεώτατος , ὃν οἱ
6639635 Ὀικλεους
ἀνέχων ἐστὶν Ἔποχος , παρὰ δὲ αὐτὸν Κάστωρ καὶ Ἀμφιάραος Ὀικλέους , ἐπὶ δὲ αὐτοῖς Ἱππόθους ὁ Κερκυόνος τοῦ Ἀγαμήδους
οἱ δὲ ἡγεμόνες ἦσαν οἵδε : Ἄδραστος Ταλαοῦ , Ἀμφιάραος Ὀικλέους , Καπανεὺς Ἱππονόου , Ἱππομέδων Ἀριστομάχου , οἱ δὲ
6639276 αὐτοχοωνον
: σόλος δὲ χαλκοῦν ὁλοσφύρωτον , ὡς καὶ Ὅμηρος σόλον αὐτοχόωνον , καὶ ἀλλαχοῦ λάβε δίσκον , [ εἶτα ]
Ἑλληνισμοῦ , σόλος δὲ τὸ χαλκοῦν ὁλοσφύριον . Ὅμηρος σόλον αὐτοχόωνον , καὶ ἐν ἄλλοις λάβε δίσκον , εἶτ '
6637409 Ξενοδαμον
καλουμένων , οἱ δὲ περὶ Σακάδαν ἐλεγείων . ἄλλοι δὲ Ξενόδαμον ὑπορχημάτων ποιητὴν γεγονέναι φασὶ καὶ οὐ παιάνων , καθάπερ
χαλκοῦς : φησὶ δ ' ἐπ ' αὐτῷ τὸ ἐπίγραμμα Ξενόδαμον παγκρατιαστὴν Ἀντικυρέα ἐν ἀνδράσιν Ὀλυμπικὴν ἀνῃρῆσθαι νίκην . εἰ
6620008 Βαθυλλος
ἀπὸ τοῦ Ἀριστοκλῆς Ἀρίστυλλος , Θρασυκλῆς Θράσυλλος , οὕτως Βαθυκλῆς Βάθυλλος . Ἡρωδιανὸς Περὶ παθῶν , . . . .
ἐκ τῆς ζώσεως κολπωμάτων , . , * . . Βάθυλλος : ὄνομα κύριον , ὁ ἐρώμενος Ἀνακρέοντος . γέγονε
6612394 Σωρανος
τις οὖσα , ὅτι ἅλλεσθαι δοκεῖ παλμοὺς ποιοῦσα . οὕτως Σωρανός καὶ Σαλούστιος , . , , . . α
οἷον ἐνποροφύες εἰσὶν , οἷον ὄροφοι τῶν ὠπῶν : οὕτω Σωρανός . Ὀδόντες . παρὰ τὸ ἔδειν καὶ ἐσθίειν ,
6610210 πρωτωι
ἑξήκοντα πᾶσα ἀνάγκη τὸν πρῶτον ἄρξαντα τῆς πόλεως Ῥωμύλον ἔτει πρώτωι τῆς ἑβδόμης ὀλυμπιάδος παρειληφέναι τὴν βασιλείαν , ἄρχοντος Ἀθήνησι
. . : Ἕρμιππος ] δ ' ἐν [ τῶι πρώτωι ] περὶ [ Ἀριστοτέλους ] [ Λάβυν ] Δελφὸν
6609707 Ἡδυλος
τινὰ ποτήρια καὶ τοῦ ῥυτοῦ ἐμνήσθη , ὡς προεῖπον : Ἡδύλος δ ' ἐν Ἐπιγράμμασι περὶ τοῦ κατασκευασθέντος ὑπὸ Κτησιβίου
καλουμένους ἀλύτας καλοῦσι , καὶ τὸν τούτων ἄρχοντα ἀλυτάρχην . Ἡδύλος δὲ εἰς τὰ Ἐπιγράμματα Καλλιμάχου διὰ τῶν δύο λλ
6606831 πεπαικται
. ἢ τὸν καλοῦ πατρὸς παῖδα . ὁ δὲ νοῦς πέπαικται εἰς τραγῳδίαν : ὁ γὰρ χαρακτὴρ τραγικὸς , ὡς
ξύνεισι πλὴν τῆς ἑσπέρας : Ἀντὶ τοῦ , σκοτίᾳ . πέπαικται δὲ ἀπὸ τοῦ Σκυθῶν ἐρημία . χαριέντως δὲ τοῦτο
6606761 Ἠμαθιωνος
δὲ λέγει κατὰ μέν τινας Ἀσκανίου , κατὰ δέ τινας Ἠμαθίωνος παῖδα εἶναι . . . . , : Διονύσιος
[ ] / υἱὸν Τιθωνοῦ [ , καὶ ] / Ἠμαθίωνος ἀπέδωκε [ ] / τὰν βασιλήαν ? ? [
6605348 κυδιστη
ἀπὸ πτόλιος δεινὸς θεός : αὐτὰρ Ἀχαιοὺς ὦρσε Διὸς θυγάτηρ κυδίστη Τριτογένεια ἐρχομένη καθ ' ὅμιλον , ὅθι μεθιέντας ἴδοιτο
ὡς * καὶ Ὅμηρός φησι κἂν οὐ μυθικῶς Διὸς θυγάτηρ κυδίστη Τριτογένεια καὶ Αἰσχύλος μυθικῶς εἶτ ' ἀμφὶ χεῦμα γενεθλίου
6600369 τραγικοι
ἀγωνιζόμενοι . Γ οἱ τῆς ἀρχαίας κωμῳδίας ποιηταὶ καὶ οἱ τραγικοὶ χοροὺς ἵστασαν , οἳ τὰ χορικὰ ὑπεκρίνοντο καὶ ᾖδον
ἑ κύκλον ἐπίκλησιν καλέουσιν : ἄλλως : ἔθος ἔχουσιν οἱ τραγικοὶ παράγειν τοὺς ἥρωας θεοῖς τὰς συμφορὰς ἀπολοφυρομένους . καὶ
6595853 Ἐχιονος
, ὅτι ἔχεις πολλοί εἰσιν ἐν αὐταῖς , ἢ ἀπὸ Ἐχίονός τινος , ἢ διὰ τὸ τραχύτερον τῶν πετρῶν .
, ὅτι ἔχεις πολλοί εἰσιν ἐν αὐταῖς , ἢ ἀπὸ Ἐχίονός τινος , ἢ διὰ τὸ τραχύτερον τῶν πετρῶν .
6581325 γηγενη
ποταμοῦ . ὕστερον δὲ μυθολογοῦσι Σκύθαι παρ ' αὑτοῖς γενέσθαι γηγενῆ παρθένον : ταύτην δ ' ἔχειν τὰ μὲν ἄνω
παιδὸς καταστῆσαι τὴν Ἀθηνᾶν , μικρὸν πρὸ τούτων τῶν χρόνων γηγενῆ φανεῖσαν ἐπὶ τοῦ Τρίτωνος ποταμοῦ , δι ' ὃν
6581130 Ἡσιοδωι
τὰ δὲ Μουσαίωι κατὰ βραχὺ ἄλλωι ἀλλαχοῦ , τὰ δὲ Ἡσιόδωι τὰ δὲ Ὁμήρωι . . . . . .
ὅτι ἐστὶν ἐκ τῶν Τιτάνων τοῦ αἵματος παρὰ μὲν τῶι Ἡσιόδωι οὐκ ἔστιν εὑρεῖν . Ἀκουσίλαος δέ φησιν ἐκ τοῦ
6574964 Δημητρια
. Βαθυκόλπου ] Ὅτι ἐν Ἐλευσῖνι Δήμητρός ἐστιν ἀγὼν τὰ Δημήτρια , ἃ καὶ Ἐλευσίνια λέγεται . Ἐμὲ δ '
καὶ Πάνδια , Ἀθηνᾶς Παναθήναια , Ἥρας Ἥραια , Δήμητρος Δημήτρια καὶ θεσμοφόρια καὶ Ἐλευσίνια , Κόρης παρὰ Σικελιώταις θεογάμια
6574660 θητευσαι
εἰς Τάρταρον , δεηθείσης δὲ Λητοῦς ἐκέλευσεν αὐτὸν ἐνιαυτὸν ἀνδρὶ θητεῦσαι . ὁ δὲ παραγενόμενος εἰς Φερὰς πρὸς Ἄδμητον τὸν
[ τοῖς ] Συνγενικοῖς Ἀδμήτωι [ ] λέγει τὸν Ἀπόλλω θητεῦσαι Διὸς [ ] ἐπιτάξαντος ? ? : Ἡσίοδος δὲ
6569515 ἐποποιος
βασιλεὺς ἀτιμάσῃ , κεραμέοις χρῆται . Χοιρίλος δ ' ὁ ἐποποιός φησι : χερσὶν ὄλβον ἔχω κύλικος τρύφος ἀμφὶς ἐαγός
καὶ Φερεκύδης καὶ Νίκανδρος ἐν δευτέρωι Αἰτωλικῶν καὶ Θεόπομπος ὁ ἐποποιός . : περὶ δὲ τοῦ δέρους ὅτι ἦν χρυσοῦν
6566892 σωκος
σῶκος : ἐπίθετον Ἑρμοῦ : καὶ ὁ μὲν Ἀπίων ἀποδίδωσι σῶκος σάοικος σωσίοικος , ἔνιοι δὲ σόωκος ὁ ὠκέως σοούμενος
τὸ ἰσχύειν , ἐξ οὗ καὶ σῶκος ὁ ἰσχυρός : σῶκος ἐριούνιος . . . . , . ἄντυξ :
6566857 Σμινθευ
σπερμεῖε , ἀρότριε , Πύθιε , Τιτάν , Γρύνειε , Σμινθεῦ , Πυθοκτόνε , Δελφικέ , μάντι , ἄγριε ,
Χρύσην ἀμφιβέβηκας Κίλλάν τε ζαθέην Τενέδοιό τε ἶφι ἀνάσσεις , Σμινθεῦ εἴ ποτέ τοι χαρίεντ ' ἐπὶ νηὸν ἔρεψα ,
6556894 Λαοδοκος
κύριον . Τὰ ἀπὸ ῥήματος κύρια προπαροξύνονται : Ἱππόδαμος Δηΐφοβος Λαόδοκος . τὸ μέντοι ξεινοδόκος οὐ κύριον . Τὰ παρὰ
, πυγμῇ Τυδεύς , ἅλματι καὶ δίσκῳ Ἀμφιάραος , ἀκοντίῳ Λαόδοκος , πάλῃ Πολυνείκης , τόξῳ Παρθενοπαῖος . ὡς δὲ
6556759 Ἀρεστορος
φυγῆς : Πελασγὸς [ αὐτόχθων ] ὁ Ἀργεῖος ὁ τοῦ Ἀρέστορος τοῦ Ἰάσου ἐλθὼν εἰς Ἀρκαδίαν θηριώδεις ὄντας τοὺς ἀνθρώπους
φύλακα αὐτῆς κατέστησεν Ἄργον τὸν πανόπτην , ὃν Φερεκύδης μὲν Ἀρέστορος λέγει , Ἀσκληπιάδης δὲ Ἰνάχου , Κέρκωψ δὲ Ἄργου
6553853 Ἀντιμαχος
παρὰ τοῖς Φοίνιξιν . καὶ Ὀγκαῖαι πύλαι . μέμνηται καὶ Ἀντίμαχος καὶ Ῥιανός . Φοῖνιξ δὲ ἄνωθεν ὁ Κάδμος .
καὶ Ἀπολλώνιος . Ἡσίοδος δὲ καὶ Πίνδαρος ἐν Πυθιονίκαις καὶ Ἀντίμαχος ἐν Λύδηι διὰ τοῦ Ὠκεανοῦ φασιν ἐλθεῖν αὐτοὺς εἰς
6549223 Πιερια
ἐπήτριμοι : στοιχηδόν εἰσι καὶ ἑξῆς πυκναί . Πιερίηθεν : Πιερία ὄρος Θρᾴκης , ἐν ᾗ διέτριβεν Ὀρφεύς . φησὶ
, Φλεγύας δὲ τοὺς Γυρτωνίους : ἐπὶ δὲ θάτερα ἡ Πιερία . . Ὅτι ὁ Πηνειὸς ποταμός , ῥέων διὰ
6547893 Μαια
: ὄνομα ἔθνους . Μοῦσα : ὄνομα κύριον θεᾶς . Μαῖα : ἡ μάμμη . Σφαῖρα : τὸ στρογγυλοειδές .
γάρ μοι θῦμος ὔμνην , τὸν κορύφαισιν † αὐγαῖς † Μαῖα γέννατο Κρονίδαι μίγεισα παμβασίληϊ τὸ γὰρ θέων ἰότατι ὔμμε
6546585 Φθιωτις
Κροκίῳ Θῆβαι εἰσὶν αἱ Φθιώτιδες , καὶ ἡ Ἅλος δὲ Φθιῶτις καλεῖται καὶ Ἀχαϊκή , συνάπτουσα τοῖς Μαλιεῦσιν , ὥσπερ
Θετταλιῶτις τὸ δὲ Πελασγιῶτις . ἔχει δ ' ἡ μὲν Φθιῶτις τὰ νότια τὰ παρὰ τὴν Οἴτην ἀπὸ τοῦ Μαλιακοῦ
6544828 Τυμφαιοι
δεῖπνον Πολυσπέρχων ὁ Τυμφαῖος , Αἰθίκων βασιλεὺς χαριζόμενος Κασάνδρῳ . Τυμφαῖοι * δὲ * Ἠπειρωτικὸν ἔθνος . τῶν δὲ Αἰθίκων
καὶ ὁ Πρόξενος δὲ καταλέγων αὐτούς φησι „ Χάονες Θεσπρωτοί Τυμφαῖοι Παραυαῖοι Ἀμύμονες Ἄβαντες Κασσωποί ” . λέγεται καὶ Χαόνιος
6544042 κελαδεινη
τοῦθ ' ὑπεῖξαν ἀλλήλοις . Ἥρῃ δ ' ἀντέστη χρυσηλάκατος κελαδεινή Ἄρτεμις ἰοχέαιρα . Οὐδὲ τοῦτ ' ἀλόγως εἰσήγαγεν Ὅμηρος
δὲ κελαινεφὲς παραγώγως ἴσον τούτου . κελαρύζει ἰδίωμα ψόφου . κελαδεινή ἐπίθετον Ἀρτέμιδος . σημαίνει δὲ τὴν κυνηγόν : μετὰ
6542861 Αἰτναιῳ
. ὁ δὲ ἀγὼν ἱππικός τε καὶ γυμνικός . Χρομίῳ Αἰτναίῳ ἵπποις . } Τῆς πρώτης ᾠδῆς τῶν Νεμέων ἡ
Εὐφορίων : ὁπλοτέρου τ ' Ἀχιλῆος ἀκούομεν Εὐρυλόχοιο . Ἱέρωνι Αἰτναίῳ ἢ Συρακουσίῳ ἅρματι Πύθια . Ἱέρωνος γένος . Ἱέρων
6542690 Ἀπιαν
Πέλοπα ἐς Ὀλυμπίαν ἀφικέσθαι , ὡς τὴν ἐντὸς Ἰσθμοῦ χώραν Ἀπίαν ἀπ ' ἐκείνου καλεῖσθαι . Ἄπιδος δὲ ἦν Θελξίων
Σιπύλῳ γενομένης καὶ διαβάσεις Πέλοπος ἐνθένδε εἰς τὴν πρότερον μὲν Ἀπίαν , Πελοπόννησον δὲ ἀπ ' ἐκείνου κληθεῖσαν : ἀφ
6538339 Στεροπη
καλέονται Ἀλκυόνη Μερόπη τε Κελαινώ τ ' Ἠλέκτρη τε καὶ Στερόπη καὶ Τηυγέτη τε καὶ ποτνία Μαῖα . καὶ Κελαινοῦς
ὀφθαλμοῖσιν Ἁλκυόνη Μερόπη τε Κελαινώ τ ' Ἠλέκτρη τε καὶ Στερόπη καὶ Τηϋγέτη καὶ ποτνία Μαῖα . ταύτας , φασί
6537165 γενεαλογει
Ἀφροδίτης τὴν Ῥόδον εἶναί φησι , Ἐπιμενίδης δὲ αὐτὴν Ὠκεανοῦ γενεαλογεῖ : ἀφ ' ἧς τὴν πόλιν ὠνομάσθαι . τινὲς
καὶ θυγάτηρ Ἠλεκτρυώνη . Ἀφροδίτας : Ποσειδῶνος καὶ Ἀφροδίτης Ἡρόδωρος γενεαλογεῖ παρ ' Ἡροφίλῳ , οἱ δὲ Ποσειδῶνος καὶ Ἀμφιτρίτης
6532143 Παριανος
Στράβων ἑνδεκάτῃ . οἱ οἰκοῦντες Μασηνοί , ἢ ὡς Πάριον Παριανός . Μάσκωτος , πόλις Λιβύης . Ἑκαταῖος περιηγήσεως [
Σάρδιος Σαρδιανός , [ τοῦ δὲ δευτέρου ] Πάριον Παρίου Παριανός , Βοσπορίου Βοσποριανός , Κίου πόλεως Μυσίας Κιανός ,
6531407 Βουκολιωνα
Μαίναλον , Τηλεβόαν Φύσιον Φάσσον Φθῖον Λύκιον , Ἁλίφηρον Γενέτορα Βουκολίωνα Σωκλέα Φινέα , Εὐμήτην Ἁρπαλέα Πορθέα Πλάτωνα Αἵμονα ,
ἐκφυγέειν ὀλοοῖο φόνου στονόεσσαν ὁμοκλήν . Εὐρύπυλος μὲν ἔπεφνεν ἀμύμονα Βουκολίωνα Νῖσόν τε Χρομίον τε καὶ Ἄντιφον : οἳ δὲ
6523960 Ἱπποκλης
ὑπὸ τῶν Ἀττικῶν ἑπτὰ καὶ εἴκοσι νεῶν , ὧν ἦρχεν Ἱπποκλῆς Μενίππου φυλακὴν ἔχων τῶν ἀπὸ τῆς Σικελίας νεῶν ,
τινα κέκληκεν ἐν τούτοις : ὁ δὲ Κίλιξ ὅδ ' Ἱπποκλῆς , ὁ ζωμοτάριχος ὑποκριτής . τὸ δὲ κατὰ Σιμωνίδην
6518721 Εὐτρησιν
Ἁλιαρτίας καὶ Μεδεὼν καὶ Ὠκαλέα . Εἶτά φησι ” Κώπας Εὔτρησίν τε πολυτρήρωνά τε „ Θίσβην . ” περὶ μὲν
Εὔτρησις , κώμη [ Βοιωτίας ] . Ὅμηρος „ Κώπας Εὔτρησίν τε ” . κεῖται δὲ παρὰ τὴν ὁδὸν τὴν
6516204 ἀμφιβεβηκας
τοῖς εἰρηνεύουσιν ἐλευθερίαν . ἔστι δὲ ὡς τὸ : Χρύσην ἀμφιβέβηκας . ἱκετεύω οὖν σε , ὦ τοῦ ἐλευθερίου Διὸς
ὅτι κατὰ μεταφορὰν τὸ ὑπερμαχῆσαι , καὶ τὸ ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας τοιοῦτόν ἐστιν . . ἐπεὶ ἴδον υἷε Δάρητος τὸν
6515607 Οἰβαλου
Αἰόλου , Κυνόρτου δὲ Περιήρην , τοῦ δὲ Οἴβαλον , Οἰβάλου δὲ καὶ νηίδος νύμφης Βατείας Τυνδάρεων Ἱπποκόωντα Ἰκάριον .
Λακεδαιμόνιοι ἱδρύσαντο Ἀγαμέμνονος Διὸς ἱερὸν εἰς τιμὴν τοῦ ἥρωος . Οἰβάλου δὲ αὐτοὺς εἶπε τέκνα ὡς καὶ Ἡσίοδος χαίρετε Λυγκῆος
6511265 Φιλοστεφανος
ὀρέγεσθαι , ταύτης ἐπέτυχεν ὡς ἂν ὅρκῳ δεδεμένων αὐτῶν . Φιλοστέφανος δέ φησι τοὐναντίον Ἀπόλλωνι αὐτὴν μιγεῖσαν ἀποκυῆσαι τὸν προσαγορευθέντα
: Δημοσθένης ἐν τῷ περὶ τοῦ τριηραρχήματος . Ἡρακλείδης ἢ Φιλοστέφανος ἐν τῷ περὶ νήσων φησὶν “ ἀποικίαι δέ εἰσι
6510425 Παλαιμων
ὁ δὲ Μελικέρτης μετεβλήθη εἰς δαίμονα : ἔστι δὲ οὗτος Παλαίμων . χορεύουσαι τοίνυν ποτὲ αἱ Νηρεΐδες ἐπεφάνησαν τῷ Σισύφῳ
ἀγάλματα δὲ ἐν αὐτῷ Ποσειδῶν καὶ Λευκοθέα καὶ αὐτὸς ὁ Παλαίμων . ἔστι δὲ καὶ ἄλλο Ἄδυτον καλούμενον , κάθοδος
6506876 Σεμεληι
† αὐλεῖ Μαριανδυνοῖς καλάμοις κρούων Ἰαστί , καλεῖτε θεόν : Σεμελήι ' Ἴακχε πλουτοδότα τίς τῆιδε ; πολλοὶ κἀγαθοί .
† αὐλεῖ Μαριανδυνοῖς καλάμοις κρούων Ἰαστί , καλεῖτε θεόν : Σεμελήι ' Ἴακχε πλουτοδότα τίς τῆιδε ; πολλοὶ κἀγαθοί .
6504992 Δυμας
δὲ γνωριζομένων ἐστὶ τάδε τὰ ὀνόματα : Κροτωνιᾶται Ἱππόστρατος , Δύμας , Αἴγων , Αἵμων , Σύλλος , Κλεοσθένης ,
θνήσκουσι δὲ συμμαχοῦντες αὐτοῖς οἱ Αἰγιμίου παῖδες , Πάμφυλος καὶ Δύμας . ἐπειδὴ δὲ ἐκράτησαν Πελοποννήσου , τρεῖς ἱδρύσαντο βωμοὺς
6503399 Πεποιηται
ταῦτα διὰ τοῦ παρεισαγομένου προσώπου σοφωτάτου παρ ' αὐτῷ . Πεποίηται γὰρ Ὀδυσσεὺς ἀναφωνῶν : οὐ γὰρ ἔγωγέ τί φημι
ᾗ τοῦ τε Προμηθέως ἐστὶ τύπος καὶ τοῦ Ἡφαίστου . Πεποίηται δὲ , ὡς καὶ Λυσιμαχίδης φησὶν , ὁ μὲν
6503228 Βακχυλιδης
ος ποιοῦσι τὴν γενικὴν καὶ φυλάττουσι τὸ ω , οἷον Βακχυλίδης Βάκχων Βάκχωνος , Σιμωνίδης Σίμων Σίμωνος , Μιτυληναῖος Μίτων
Κόρινθον διὰ τὸ ἀρχὴν ἢ τέλος εἶναι τῆς Πελοποννήσου . Βακχυλίδης : ὦ Πέλοπος λιπαρᾶς νάσου θεόδματοι πύλαι . ἢ
6495714 Βακιν
. ταὐτὰ δὲ ταῦτα καὶ Σίβυλλαν εὑρήσετε μαντευομένην ὑμῖν καὶ Βάκιν , εἴπερ ἀγαθὼ χρησμολόγω καὶ μάντις ἐγενέσθην . ὡς
φανόπτας φαμέν . Γλάνιδος : ἔπαιξε πρὸς τὴν κατάληξιν τὸν Βάκιν καὶ τὸν Γλάνιν εἰπών . ἔστι δὲ εἶδος ἰχθύος
6494899 Ἀχερων
τοῦ Πάδου καὶ τῶν Ἄλπεων . τὸ ἐθνικὸν Ἀχερραῖος . Ἀχέρων , Ἀχέροντος , Ἀχερούσιος Ἀχερουσία Ἀχερούσιον . ἔστι καὶ
κατέσχον , ὡς Ἔφορος ἱστορεῖ . παραρρεῖ δὲ αὐτὴν ὁ Ἀχέρων ποταμός . Ἀχέρων δὲ παρὰ τὰ ἄχεα εἴρηται .
6492560 Μουσαιος
, δύο δὲ ἐκλέπει , ἓν δὲ ψύχει , καθάπερ Μουσαῖος ἐν τοῖς ἰδίοις ἔπεσί φησιν οὕτως : ὃς τρία
, ὅθεν ἔνθεος γενόμενος ἐποίησεν τοὺς ὕμνους , οὓς ὀλίγα Μουσαῖος ἐπανορθώσας κατέγραψεν : παρέδωκεν δὲ τὰ Ὀρφέως ὄργια σέβεσθαι
6491009 Μινυαν
φησὶ δὲ τῶν Ἀργοναυτῶν , ὅτι οἱ πλείους αὐτῶν εἰς Μινύαν τὸν Πο - σειδῶνος καὶ Τριτογενείας τῆς Αἰόλου τὸ
ἱστορία παρὰ Φερεκύδῃ . . . . , : Τὸν Μινύαν οἱ μὲν Ὀρχομενοῦ γενεαλογοῦσιν , ὡς Φερεκύδης , ἔνιοι
6489616 Διδυμη
' ἔχουσι ταύτας : Στρογγύλη καὶ Εὐώνυμος , ἔτι δὲ Διδύμη καὶ Φοινικώδης καὶ Ἐρικώδης , πρὸς δὲ τούτοις Ἱερὰ
τὴν Σικελίαν νήσων αἱ παρ ' αὐτὴν εἰσὶν αἵδε : Διδύμη νῆσος λθʹ λθʹ Ἱκεσία νῆσος λθʹ γʹʹ λθʹ Ἐρικώδης
6488935 Θαυμαντος
ἔστιν οὖν κατ ' ἔμφασιν ἡ ἶρις . Πλάτων φησὶ Θαύμαντος αὐτὴν γενεαλογῆσαι τοὺς ἀνθρώπους διὰ τὸ θαυμάσαι ταύτην .
σε θαυμάζειν . ” διὸ καὶ τὴν Ἶριν ὁ ποιητὴς Θαύμαντος θυγατέρα εἶπε . φιλόμυθος δὲ ὁ φιλόσοφός πώς ἐστιν
6482521 μητιετα
, ὅτε περὶ Κτησιφῶντα διῆγε , γηγενέων ποτὲ φῦλον ἐνήρατο μητιέτα Ζεὺς ἔχθιστον μακάρεσσιν Ὀλύμπια δώματ ' ἔχουσι . Ῥωμαίων
διὰ τὰ ποιητικά , οἷον ἱππότα ἀντὶ τοῦ ἱππότης καὶ μητιέτα ἀντὶ τοῦ μητιέτης καὶ νεφεληγερέτα ἀντὶ τοῦ νεφεληγερέτης :
6481450 Κρειον
Παλλάδιον καὶ παρεγένετο εἰς τὸ ὄρος τὸ καλούμενον Ἴφειον . Κρεῖον : ὄρος Ἄργους . ἀπορρώγεσσιν : ἐν πέτραις ἐρρηγμέναις
ποιότητα κατὰ τροπὴν Ἀιολικὴν τοῦ π πρὸς τὸ κ , Κρεῖον δὲ τὸ βασιλικὸν καὶ ἡγεμονικόν , Ὑπερίονα δὲ τὴν
6477640 Τερψιχορης
καὶ γαμησείω νῦν καὶ τὸν Ὑμέναιον ἐκφαντάζομαι τὸν παῖδα τῆς Τερψιχόρης . ἔστι δὲ ἡ παῖς ἧς ἐρῶ τὸ τῶν
λέγει . Βίστονες δὲ ἀπὸ υἱοῦ Ἄρεος Βιστόνου ἢ υἱοῦ Τερψιχόρης . ὡσαύτως δὲ καὶ Ἠδωνοὶ ἔθνος Θρᾴκης . διαφέρουσι
6475339 Φλεγυα
διὰ τὸ πάντας ὑπερβεβληκέναι τῇ ἰατρικῇ τέχνῃ καὶ ἐμπειρίᾳ . Φλεγύα θυγάτηρ ] * Ἡ Κορωνίς : λέγει δὲ νῦν
δὲ πλατύτερον ἐρεῖ . Ἔστι δὲ αὕτη : Κορωνὶς ἡ Φλεγύα θυγάτηρ διακορεσθεῖσα ὑπ ' Ἀπόλλωνος , ἐγκύμων ἐγένετο :

Back