γὰρ ἡ ἀφροσύνη κοῦφον καὶ φερόμενον , οὕτως ἡ φρόνησις ἐρηρεισμένον καὶ ἀκλινὲς καὶ βάρος ἔχον ἀσάλευτον . ὁ δὲ
ἔχουσα ἀδιάλυτον ; τίνος δὲ καὶ ἡ ῥάβδος , τὸ ἐρηρεισμένον , τὸ ἀκράδαντον , τὸ ἄτρεπτον , ἡ νουθεσία
5611170 ἡπαρ
ὧν καὶ τὸ χορίον συμπλέκεται : καὶ ἔδει καρδίαν καὶ ἧπαρ αὐτῇ συμπάσχειν , καὶ οὐκ ἐγκέφαλον . τί οὖν
καὶ γὰρ χρησιμώτατόν ἐστι τοῦτο τὸ βοήθημα καὶ τοῖς τε ἧπαρ καὶ στόμαχον πάσχουσι . προσφέρεσθαι δὲ χρὴ μάλιστα ,
5580011 νευρωδες
, εὐαίσθητον δ ' αὐτοῦ τὸ πρὸς τῇ κοιλίᾳ καὶ νευρῶδες . ἔξωθεν δὲ σαρκώδης ἐστί , καθὸ τῷ βρόγχῳ
' ὄντα τοῖς ῥευματιζομένοις τὰ ἄρθρα καὶ τοῖς πενονθόσι τὸ νευρῶδες ἀνεπιτήδειά ἐστι τοῖς περὶ τὴν κύστιν πάθεσι καὶ ἕλκεσι
5426173 ἀντιτυπον
τοῦ βάθους συνέλευσις ἀσώματος οὖσα οὐκ ἂν ποιήσαι στερεὸν καὶ ἀντίτυπον σῶμα . εἰ δὲ μήτε χωρὶς τούτων ἐστὶ τὸ
ΓΑΡ ΔΗ . Καὶ γὰρ δή ἐστι γένος σιδηροῦν , ἀντίτυπον δηλονότι καὶ σκληρὸν καὶ τὴν γνώμην ἐσκοτισμένον Τοιοῦτος γὰρ
5359319 ἐπτερωται
εἰπεῖν , οὐκ “ ἐκ τῶν ἀμπέλων ” . Γ ἐπτέρωται δ ' ἐπὶ τὸ δεῖπνον : πρὸς τὸ ἄνω
βελῶν ἔχει , τὸ πυρρὸν ἀντὶ δᾴδων , τοῖς φύλλοις ἐπτέρωται , χρόνον δὲ οὔτε Ἔρως οὔτε ῥόδα οἶδεν ,
5347878 εὐκινητον
πρὸς ταῦτα τὴν ὁρμὴν ποιεῖσθαι , τὴν δὲ ψυχὴν ἔχουσιν εὐκίνητον πρὸς ἀδικίαν , ὧδ ' ἡμῖν παρηγγέλθω πᾶσι τοῖς
Δελφῖνα πρὸς τοὐραῖον δεῖς : ἐπὶ τοῦ ἀδυνάτου διὰ τὸ εὐκίνητον εἶναι . Πρὸς τοὺς οὐ δυναμένους τηρεῖν τὰ διδόμενα
5245727 φανταστικον
λόγου ἀντιλήψεις ποιεῖσθαι . Αἰσθητικὸν γὰρ κριτικόν πως , καὶ φανταστικὸν οἷον νοερόν , καὶ ὁρμὴ καὶ ὄρεξις , φαντασίᾳ
. φάντασμα δέ ἐστιν ἐφ ' ὃ ἑλκόμεθα κατὰ τὸν φανταστικὸν διάκενον ἑλκυσμόν : ταῦτα δὲ γίνεται ἐπὶ τῶν μελαγχολώντων
5205122 λογιστικον
οὔτε τὸν κατ ' αὐτὴν θεωρητικὸν ἀλλὰ τὴν κατὰ τὸ λογιστικὸν αὐτῆς ἀρετὴν ἣ καὶ φρόνησις ὀνομάζεται . διὸ καὶ
τόπου καταδεδεγμένου τὸ πάθος , ἐφ ' ᾧ δὴ τὸ λογιστικὸν ἡμῶν ἱδρύσθαι φασίν , οὐκ ἂν καὶ ταῦτα ἔξω
5190465 ζωτικον
πυρετόϲ ἐϲτι θερμότηϲ παρὰ φύϲιν καρδίαϲ καὶ ἀρτηριῶν βλάπτουϲα τὸν ζωτικὸν τόνον , ἀναφερομένη τε ἐκ βάθουϲ καὶ δριμεῖα καὶ
πήρωσις αὐτῷ ἐπακολουθήσῃ . τοῦτο δὲ τοὐνυπάρχον ἐστὶ τὸ λεγόμενον ζωτικὸν θερμόν , ὃ πῦρ μὲν οὐκ ἔστιν : οὐ
5150828 κρινον
μακρότερα καὶ πλείω : καυλὸν δὲ λεπτόν , ὀρθὸν ὡσπερεὶ κρίνον , γέμοντα καρποῦ ἐρυθροῦ , στύφοντα τὴν γεῦσιν .
ἀγανόφρονες ἡδυλόγῳ σοφίᾳ βροτῶν περισσοκαλλεῖς . Ἁπαλὸν δὲ σισύμβριον ἢ κρίνον ἢ ῥόδον παρ ' οὖς ἐθάκει : παρὰ χερσὶ
5069734 ἀντιλαμβανομενον
ἐν τῷ μεταξὺ δὲ γεύσεως καὶ ἀκοῆς τὸ τῶν ὀσμῶν ἀντιλαμβανόμενον πνεῦμα , ἀτμῶδες οἷον πεφυκός , γεῶδες δὲ τὸ
θεῖον σῶμα πολλῷ ἄμεινον καὶ θειότερον καὶ ἄλλον ἴσως τρόπον ἀντιλαμβανόμενον τῶν αἰσθητῶν , ὅνπερ τὰ γεννῶντα τῶν γεννωμένων .
5040095 αἰδοιον
δὲ λέγει , ὥσπερ Ἡγέλοχος . . . ἐκκαλύψας τὸ αἰδοῖον εἶπε τοῦτο πρὸς τὸ ἐπυρρίασε παίζων . πυρρὸν γὰρ
γυναικί , συλλαβεῖν αὐτὴν ἐργάσεται : πλὴν προτοῦ πᾶσσαι τὸ αἰδοῖον , ὀφείλει χρῖσαι τοῦτο μέλιτι : εἰ γὰρ μὴ
5029464 πελιωμα
, ἡνίκ ' ἂν δι ' ὑποδρομὴν αἵματος μελαίνηται , πελίωμα καλοῦσιν : ὃ τῇ Ἀφροδίτῃ συμβεβηκέναι φησὶν Ὅμηρος :
: σπάσματά τε οὖν καὶ ῥήγματα καὶ ὀρθόπνοιαν ὠφελεῖ καὶ πελίωμα καὶ λειχῆνας ἰᾶται μετ ' ὄξους ἐπαλειφόμενον καὶ αἱμοπτοϊκούς
5019077 ἡγεμονικον
ὁρμήν : σβέσαι ὄρεξιν : ἐφ ' ἑαυτῷ ἔχειν τὸ ἡγεμονικόν . Εἰς μὲν τὰ ἄλογα ζῷα μία ψυχὴ διῄρηται
αὐτὰ μυστηρίων καὶ τῇ Εὑρέσει τούτων τὸ κατὰ τούτων ἐχαρίσατο ἡγεμονικόν . αὐτὸς δ ' οὐκέτι βουλόμενος ἀργὸν τὸν ὑπεράνω
4993936 φωνητηριον
ἐναντίον κυρίου ” . λόγιον οὖν ἐστιν ἐν ἡμῖν τὸ φωνητήριον ὄργανον , ὅπερ ἐστὶν ὁ γεγωνὼς λόγος : οὗτος
ἡγεμονικοῦ μέρος ἑπταχῆ σχίζεται , εἰς πέντε αἰσθήσεις καὶ τὸ φωνητήριον ὄργανον καὶ ἐπὶ πᾶσι τὸ γόνιμον : ἃ δὴ
4978831 μονιμον
ῥυῆναι συγχωρεῖ οὔτε τῶι ὕδατι χυθῆναι , ἀλλ ' ἕκαστον μόνιμον τοῦ τόπου τηρεῖν τὴν στάσιν κατὰ τὸ ἐπὶ τοῦ
οὔτε τὸ εἶναι οὔτε τὸ ἐνεργεῖν , ἀλλὰ τὸ μὲν μόνιμον τὸ δὲ μεταβαλλόμενον , περὶ δὴ τὴν μένουσαν τῆς
4970599 πεφυκος
ἔχῃ τι τῶν πεφυκότων ἔχεσθαι , κἂν μὴ αὐτὸ ὑπάρχῃ πεφυκὸς ἔχειν , οἷον λέγεται τὸ φυτὸν ὀμμάτων ἐστερῆσθαι .
: οἶμαι γὰρ ἡδονῆς μὲν καὶ περιχαρείας οὐδὲν τῶν ὄντων πεφυκὸς ἀμετρώτερον εὑρεῖν ἄν τινα , νοῦ δὲ καὶ ἐπιστήμης
4943833 εὐρυτερος
κατεσκευάζετο κοῖλος ὅλος διόλου καὶ οἷον θήκη τις εἶναι , εὐρύτερος δὲ μόνον , ὥστε δέξασθαι τοῦτον ὅλον ἐντὸς καὶ
φωνήν : εἰ δ ' ἤτοι στενότερος ὁ πόρος ἢ εὐρύτερος εἴη τοῦ πνεύματος , ἐπὶ μὲν τῷ στενοτέρῳ ταχεῖάν
4927607 σκληρον
, οὐδὲ περιστάσεων . Ἀγαπήσετε δὲ ὅμως τὸ καματηρὸν καὶ σκληρὸν τοῦτο τῆς διαγωγῆς , καὶ ἐπίπονον , διὰ τὰ
μόνου ἐμνημόνευσε τοῦ μαλθακοῦ , εἰδὼς ὡς καὶ εἴ τι σκληρὸν , ἐκείνῳ δὲ ἡδὺ , ὡς μαλθακὸν αὐτῷ φαίνεται
4921389 αὐξητικον
καὶ μεταβάλλον εἰς ἑαυτὸ τὴν τροφήν , τὸ δὲ τεχνικὸν αὐξητικόν τε καὶ τηρητικόν , οἷον ἐν τοῖς φυτοῖς ἐστι
περιφραστικῶς , ἥτις ἀμαυροῖ τοὺς ἔχοντας . . ἐπίρροθον ] αὐξητικόν . . ὅ τοι κατόπτης ] ὁ ἐπιτηρητὴς τοῦ
4917078 στασιμον
μᾶλλον ἢ αὐτὸ διαχωρέουσιν . Ὤκιμον ξηρὸν καὶ θερμὸν καὶ στάσιμον . Πήγανον οὐρέεται μᾶλλον ἢ διαχωρέει , καὶ συστρεπτικόν
ὡς ” Ὠκεανοῦ τις ὕδωρ λέγεται στάζειν πέτρα “ , στάσιμον τὸ μέρος εἴληχε τὴν κλῆσιν φέρειν . τὴν δ
4914017 γνωστον
' ᾗ διακρίνεται μόνον , ταύτῃ καὶ γνῶσιν ἔχει καὶ γνωστὸν καὶ γνωστικόν , οὐ διακεκριμένον , ἀλλ ' ἔτι
οὐκ ἴσμεν . Καὶ ὁ Πλάτων δὲ οὐ πάντως οἴεται γνωστὸν τὸ ὄν : πρῶτον μὲν γὰρ ἐν Παρμενίδῃ φησίν
4909094 πλεοναζον
συνθήκης κάλλος ἐχούσης τικαίπερ γὰρ ὂν κομμωτικὸν τὸ τοιοῦτο καὶ πλεονάζον παρὰ τῷ ῥήτορι ὅμως λεπτόν ἐστι καὶ οὐκ ἔχει
τὸ ιγʹ ἰαμβικὸν δίμετρον καταληκτικόν . τὸ ιδʹ ἐννεασύλλαβον Σαπφικὸν πλεονάζον μιᾷ συλλαβῇ τοῦ Γλυκωνείου . τὸ ιεʹ ἰωνικὸν ἀπ
4907961 βλεμμα
τὸ ἦθος καὶ τὴν διάθεσιν , ἡ φωνή , τὸ βλέμμα , τὸ σχῆμα , καὶ δὴ καὶ ταῦτα τὰ
ὧδε τὸν θάνατον τὸν κεκλημένον τὸ ἀναίσχυντον πρόσωπον καὶ ἀνέλεον βλέμμα . καὶ ἀπελθὼν Μιχαὴλ ὁ ἀσώματος εἶπεν τῷ θανάτῳ
4904753 ἐπιτηδειοτητα
κινούμενα , δύναμιν δὲ εἰλῆφθαί φαμεν οὐ τὴν κατ ' ἐπιτηδειότητα μόνην ἀλλὰ καὶ τὴν πεφυκυῖαν χωρίζεσθαι τῆς ἐνεργείας ,
χυλοῦ τοῦ λινοϲπέρμου διαφορεῖ , μεταβάλλει , ῥήϲϲει πρὸϲ τὴν ἐπιτηδειότητα . πρὸϲ δὲ τὰ ἐπιεικέϲτερα τῶν ἀποϲτημάτων καὶ τὰ
4902937 πεφυκε
ὕδατος ἐπιφάνεια , ἠρεμοῦντος μέν , σφαιρικὴ δείκνυται οὕτως . πέφυκε γὰρ ἀπὸ τῶν ὑψηλοτέρων ἀεὶ εἰσρεῖν τὸ ὕδωρ ἐπὶ
καὶ ἀπειθεῖν δηλοῖ ὅτι ἕτερόν ἐστιν . καὶ μὴν ὅτι πέφυκε πείθεσθαι φανερόν : αἰτιώμεθα γὰρ αὐτὸ τὸ παθητικόν ,
4893557 ἀδυνατει
καὶ ὁ δειλὸς ὑποπέπτωκε τῷ ἀνδρείῳ : ἡ δὲ σωφροσύνη ἀδυνατεῖ κυκλώσασθαι | τὴν ἐπιθυμίαν καὶ ἡδονήν : χαλεπαὶ γὰρ
πολὺς ἄνθρωπος ἐνταῦθα κατὰ φύσιν μὲν ἐφίεται τοῦ ἀγαθοῦ , ἀδυνατεῖ δὲ διακρῖναι καὶ εὑρεῖν τὸ ὄντως ἀγαθὸν , οὕτω
4891056 ὀφθαλμος
μέρος , ὃ κυρίως εἰπεῖν ψυχὴ ψυχῆς ἐστι , καθάπερ ὀφθαλμὸς ὅ τε κύκλος σύμπας καὶ τὸ κυριώτατον μέρος τὸ
δὲ κατὰ χρόαν ὧδε χρὴ διαιρεῖσθαι : γλαυκὸς μὲν ὁ ὀφθαλμὸς ἤτοι διὰ μέγεθος ἢ λαμπρότητα τοῦ κρυσταλλοειδοῦς ἢ προπετῆ
4881142 ἀκλινες
συνεστῶσα γὰρ ἐκ τριάδος καὶ τετράδος τὸ ἐν τοῖς οὖσιν ἀκλινὲς καὶ ὀρθὸν φύσει παρέχεται : ὃν δὲ τρόπον ,
καὶ ὑλικώτερον : ἐν δὲ ψυχῇ τὸ μὲν εὐθὺ καὶ ἀκλινὲς τἀγαθόν : τουτὶ γὰρ ἰσότητι καὶ ταὐτότητι πρεσβεῦον ,
4865914 κινητικον
τὸ δὲ ἑνὸς εἴδους . καὶ πολλῶν μὲν ὡς τὸ κινητικόν : τὸ γὰρ κινητικὸν ἴδιόν ἐστι τοῦ ζῴου :
τοῦ ἀγρίου ϲπέρμα τελέωϲ ἐϲτὶν ἄφυϲον καὶ οὐρητικὸν καὶ καταμηνίων κινητικόν , ὡϲαύτωϲ δὲ καὶ ἡ πόα . Δάφνηϲ τοῦ
4853734 ψυχικον
ἀρετὴν λέγων , τοῦτ ' ἔστιν ἐν ἀρετῇ κείμενον , ψυχικὸν ὑπείληφεν : ὁ δ ' ἡδονήν , σωματικόν :
οἱ λόγοι . Διαφέρουσι δὲ ὅτι ὁ μὲν προειρημένος τὸ ψυχικὸν ἐθεώρει κάλλος τό τε ἐν ἐπιστήμαις καὶ ἀρεταῖς καὶ
4848897 νευρον
τῶν οὕτω δριμέων οὐδενὶ χρήσῃ : γυμνὸν γὰρ ὂν τὸ νεῦρον οὐκ οἴσει τὴν δύναμιν αὐτῶν σφοδρὰν οὖσαν . τίτανον
, Αἰητοῦ τε μέσον , καὶ Τόξων ἄγχι κορώνης ἀκρότατον νεῦρον , θηρὸς φονίοιο τε κέντρον , ἠδὲ Θυτήριον ἄκρον
4834279 εὐτονον
: τὸ δὲ διὰ τῶν καθ ' ἕκαϲτα τὸ μὲν εὔτονον γυμνάϲιον , τουτέϲτι τὸ βίαιον , πρὸϲ εὐτονίαν παραϲκευάζει
ἐπιχειρούσας μιμεῖσθαι : τό τε ὀρθὸν ἐν τούτοις καὶ τὸ εὔτονον , τῶν ἀγαθῶν σωμάτων καὶ ψυχῶν ὁπόταν γίγνηται μίμημα
4829068 ῥωμαλεον
, Νουμήνιον μὲν εὐθὺς ἐθέμην καλεῖσθαι , δόξαντα δὲ εἶναι ῥωμαλέον καὶ ἐγρηγορὸς βλέποντα μετὰ περιχαρείας ἦγον ὡς ἐπὶ τῆς
τῆς περὶ τὴν σφαιριστικὴν ἁμίλλης τό τε κατὰ τοὺς τραχηλισμοὺς ῥωμαλέον . Ἀντιφάνης : οἴμοι κακοδαίμων , τὸν τράχηλον ὡς
4812592 στυψις
μέρεος , θερμασίη καὶ ψύξις κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον καὶ στύψις καὶ ἕλκωσις καὶ δηγμὸς καὶ λίπασμα : ἔνδοθεν δὲ
τε πᾶν στόμα γίγνεται ὁμοίως ἥδε τοῦ πιεῖν λαχόντος , στύψις τε τὰ οὖλα καρτερὰ πρὸς τούτοις καὶ ἅμα τῇ
4800465 πρωτως
παῖδα τὸν δοῦλον , κἂν ᾖ γέρων , Ἀττικοί . πρώτως καὶ πρῶτον . τὸ μὲν ποσότητος τὸ δὲ ποιότητος
τῆς συστολῆς τὴν ὑποτυφομένην ὕλην ὑποσημαίνοντες . ῥῖγος οὖν τούτους πρώτως ὑποφαίνει , καὶ σφυγμῶν ἀνωμαλία καὶ λεπτότης : εἶθ
4793042 εὐρυθμον
λευκὸν ἢ μέλαν , ἢ ἀειδὲς ἢ εὔμορφον , ἢ εὔρυθμον καὶ εὔμετρον ἢ ἄρυθμον καὶ ἄμετρον ἢ ὑπέρμετρον ἢ
περκαίνων [ ] γένυν ; οὐ μὴν δέμας γ ' εὔρυθμον [ ὧδε νυμφίου ] : τοιῶνδε λέκτρων [ εἵνεκ
4787890 θυμικον
τετράπουν , χερσαῖον , βασιλικόν , ὀλιγόγονον , εὐμετάβολον , θυμικόν , πυρῶδες , κόσμου μεσουράνημα , αὐξομειωτικόν , ληκτικόν
λογιστικὸν αὐτῆς μέρος , διὰ δὲ τῆς μουσικῆς ἐτιθάσσευεν τὸ θυμικόν , ὥσπερ διὰ τῶν γυμνασίων ἐρρώννυεν τὸ ἐπιθυμητικόν .
4787033 αὐθαδες
πρὸς δὲ τούτοις καὶ Πλούταρχος κατὰ τὸν βίον αὐτοῦ τὸ αὔθαδες δείκνυσιν ἐν τοῖς μάλιστα πάντων τούτῳ προςεῖναι : γνωστέον
] τὸ σημεῖον . ὑπέρκομπον ] ἀλαζονικόν . ὑπέρκομπον ] αὔθαδες . Ξ ὑπέρκομπον ] σοβαρόν . θ ὀρθῶς ]
4783899 πασχουσα
. * . . † Ἀμβαλόμεθα : πᾶσα πρόθεσις συγκοπὴν πάσχουσα τοῦ ἐσχάτου φωνήεντος τὸ καταλειπόμενον σύμφωνον . . .
προσδοκήσασα μὲν σύνοικον ἕξειν τὸν Ἰάσονα , δεινότερα δὲ αἰχμαλώτου πάσχουσα : μεθορμίσασθαι : λείπει τὸ ὥστε , ὥστε μεθορμίσασθαι
4783859 κακοηθες
λαβὸν ἔρευθος , αἱμοῤῥαγέσι . Γλίσχρον διαχώρημα μέλασι διαποίκιλον , κακόηθες , μάλιστα δὲ ἐκλεύκοις . Ἔκλευκον διαχώρημα ἐν πυρετῷ
ὅ ἐστι συγγενοῦς μοι πατρὸς υἱός . πάλιν δὲ τὸ κακόηθες τοῦ ἀνδρὸς δείκνυται , ὅτι τὸν ἀδελφὸν φίλον εἶπεν
4772329 εὐτονωτερον
. . , ὅπως . . . , δινευθὲν δὲ εὐτονώτερον καὶ μακρότερον ἀφιῆται τὸ βέλος . τὸ δὲ σχῆμα
: τὸ δ ' αὐτὸ ποιεῖ καὶ νίτρον προσαγόμενον : εὐτονώτερον δὲ δράσει καὶ ἡ τοῦ χαλκάνθου πρόσθεσις . τινὲς
4768996 νοουμενον
ὁ τόπος ἐστίν , ἀποδεῖξαι . διάστημα δὲ τὸ μεταξὺ νοούμενον τῶν περάτων τοῦ περιέχοντος , οἷον τὸ μεταξὺ τῆς
κόσμῳ καὶ ἐν τῷ ἐπιπέδῳ τοῦ διὰ μέσου τῶν ζῳδίων νοούμενον κύκλον , ὡς ἀδιαφορεῖν πρὸς τὸ κέντρον αὐτοῦ τὴν
4762538 μανον
κριτικώτατον δὲ ἡδονῆς τὴν γλῶτταν : ἁπαλώτατον γὰρ εἶναι καὶ μανὸν καὶ τὰς φλέβας ἁπάσας ἀνήκειν εἰς αὐτήν : διὸ
εἶναι ὅτι ἔστι κενόν . εἰ μὲν γὰρ μὴ ἔστι μανὸν καὶ πυκνόν , οὐδὲ συνιέναι καὶ πιλεῖσθαι οἷόν τε
4761921 οἰκειοτης
. εἰ μὲν τοίνυν ἰδία τις ὑπῆρχεν ὑμῖν πρὸς αὐτοὺς οἰκειότης , οὐδ ' οὕτω μὲν δή που δικαίως ἄν
ὅτι θανάτῳ τῆς θυγατρὸς συνετεθνήκει καὶ ἡ κατ ' ἐπιγαμίαν οἰκειότης : δεσμὸς γὰρ οἴκων ὀθνείων αἱ ἐπιγαμίαι τὴν ἀλλοτριότητα
4758136 πεφυκεν
αἰῶνος ἁρμονίαν , μεθ ' ὅσης εὐγνωμοσύνης καὶ μετριότητος διαμένειν πέφυκεν αὐτά τε σῳζόμενα καὶ σῴζοντα τὸν ἅπαντα κόσμον ;
τὸν ἰὸν ἐπιφέρεται τοῖς ὀδοῦσιν , ᾧ τοὺς δηχθέντας ἀναιρεῖν πέφυκεν . οὐδενὸς δὲ τῶν λεχθέντων ὁ φιλήδονος ἀμοιρεῖ :
4755500 ἐπανθει
καὶ γραφέων καὶ ποιητῶν παῖδες ἐργάσονται . ὃ δὲ πᾶσιν ἐπανθεῖ τούτοις , ἡ χάρις , μᾶλλον δὲ πᾶσαι ἅμα
, ὥϲπερ τῶν ληθαργικῶν , ποτὲ δὲ καὶ ἔρευθοϲ αὐτοῖϲ ἐπανθεῖ , τό τε ἄνω βλέφαρον αὐτῶν ἀναϲπᾶϲθαι δοκεῖ καὶ
4741393 εὐμορφον
δέομαι , Χαρίκλεις , μήπω μοι μαρανθῇς : μὴ παραδῷς εὔμορφον τρυγῆσαι ῥόδον ἀμόρφῳ γεωργῷ . ” καὶ ὁ Χαρικλῆς
κακῶν θησαυρὸς ἐξορύσσεται . Σαπρὰν γυναῖκα δ ' ὁ τρόπος εὔμορφον ποιεῖ . πολύ γε διαφέρει σεμνότης εὐμορφίας . Γνώμην
4735886 μανοτητος
κατὰ τὸ πολὺ μέρος διὰ τὴν ἑνὸς γένους ἕξιν ὑπὸ μανότητος ὀστῶν ἐν σώματι ῥυώδη καὶ ὑγραίνουσαν νόσος ψυχῆς γέγονεν
αὐτὴν ὅτι ἔμψυχός ἐστιν . ἀτρεμοῦσα γὰρ ὑπό τινος συμφυοῦς μανότητος καὶ ἡσυχάζουσα τοῖς τρήμασιν αὐτῆς ὅταν προσπέσῃ τι ,
4718973 εὐτονιαν
ψυχρὰς αὐτὰς νεανικὰς ὑπάρχειν : τουτὶ γὰρ εἶναι τὸ τὴν εὐτονίαν ποιοῦν . κροτεῖσθαι μέντοι μὴ μεγάλαις σφύραις μήτε ἰσχυραῖς
μὲν οὖν σῶμα διὰ τῆς γυμναστικῆς καὶ ἀλειπτικῆς ὠφέλησαν εἰς εὐτονίαν τε καὶ εὐεξίαν σχέσεις τε καὶ κινήσεις εὐμαρεῖς ,
4670089 γαστρα
καλεῖται . καὶ τὸ μὲν ἔδαφος τῆς νεὼς κύτος καὶ γάστρα καὶ ἀμφιμήτριον ὀνομάζεται . καλοῖτο δ ' ἂν καὶ
ὑποκείμενον βάσις , τὸ δ ' ὅλον χώρημα κύτος καὶ γάστρα καὶ κόλπος . τὸ δὲ στόμιον κατὰ μέσον κεῖται
4667315 δριμυ
: δριμὺ γὰρ τὸ φυτόν . οἱ δὲ ἀντὶ τοῦ δριμὺ καὶ ἱλαρόν . τινὲς δέ φασι τῷ θύμῳ εἶναι
καταῤῥυῇ , καὶ νιτρῶδες ᾖ , ἅτε ὑπὸ τῆς ὥρης δριμὺ καὶ θερμὸν γεγενημένον , δάκνει τοιόνδε ἐὸν , καὶ
4667203 οὐς
τέσσαρας καὶ εἴκοσιν . Μετὰ πληϊάδων δύσιας , ὁ τὸ οὖς ἀλγήσας , περὶ εἴκοσιν , ὕστερον ἄφωνος , τὰ
τίλλων ἐνίκα . τοὺς δὲ ἡττηθέντας ὄρτυγας ἐμβοήσαντες κατὰ τὸ οὖς αὐτοῖς ἐξιῶντο , λήθην ἐνεργαζόμενοι τῆς τοῦ νενικηκότος φωνῆς
4665955 ποιητικον
δή φημι πᾶσαν εἶναι λέξιν ἄμετρον , ἥτις ἐμφαίνει τὸ ποιητικὸν καὶ μελικόν : ᾗ δὴ καὶ τὸν Δημοσθένην κεχρῆσθαι
τις ἐθέλει , μῦθος ἀλληγορικός ἐστιν : ὃ πρῶτον τυγχάνει ποιητικὸν χαρακτήρισμα : τὴν γὰρ ἰδίαν γνῶσιν , καὶ οὐχ
4656490 ἰχνος
πλάγια παραγόμενον . ἔσται δὴ τρίβος τῷ μὲν βαδίζοντι τὸ ἴχνος τοῦ ποδός , τῷ δὲ κατακειμένῳ τὸ ἰνίον ἅπαν
ἄλλοθέν ποι αὐτὸ ὑπομένουσιν ἢ ὅτι ἡ φύσις παντὶ ἀνθρώπῳ ἴχνος τι ἐγκατέσπειρε φιλοσοφίας . ἢ οὐ φιλόσοφον πρὸς θεῶν
4652142 πασχον
χαλάσματος μία καὶ δευτέρα ἀγκύλη γίνεται μετὰ χαλάσματος περὶ τὸ πάσχον κῶλον : ἡ δ ' ἀντικειμένη τοῦ ἱμάντος ἀρχὴ
' ἄμφω δρᾷ , καὶ κατ ' ἄμφω πάσχει τὸ πάσχον , οὐκ ἔστι τοῦτο αἰσθάνεσθαι , ἀλλὰ πάθος ἁπλῶς
4629539 ἀνθηρον
δὲ ἀνὰ πᾶσαν ἡμέραν ἐπέφερεν ἢ τυρὸν ἁπαλὸν ἢ στέφανον ἀνθηρὸν ἢ μῆλον ὡραῖον : ἐκόμισε δέ ποτε αὐτῇ καὶ
ἑαυτῷ ἔσται ὁ λόγος . συμπλέκει δὲ ὅμως αὐτῷ τὸ ἀνθηρὸν τῶν λόγων εἶδος , ὃ δὴ χάριν ὁμοῦ καὶ
4615345 ἀγνωστον
τίνος , ἀπεφοίβασε δι ' ἑξαμέτρου τόνδε τὸν τρόπον : ἄγνωστόν μ ' ἔρεαι γενεὴν καὶ πατρίδα γαῖαν ἀμβροσίου σειρῆνος
. ἐγὼ δ ' ἱστορίαν οὐ παρ ' ἄλλων παραδεξάμενος ἄγνωστόν τε καὶ ἀμάρτυρον , ὑπὸ νεαρᾷ δὲ τῇ τῶν
4615034 φυτικον
ἠρτημένων ; οὐκοῦν πρότερον νοῦς , εἶτα αἴσθησις , εἶτα φυτικόν , ἃ τοῖς ζώοις ἀνάπαλιν συντετάχαται . οὕτω κἂν
καὶ τὸ γενικόν , οἷον ζωϊκόν . Ἄλλο δὲ μίγμα φυτικόν , ἄλλο δὲ ἄψυχον καὶ τὰ μερικὰ τούτων .
4614872 ἀμεταβλητον
πάντα ἓν καὶ τοῦτο ὑπάρχειν θεὸν πεπερασμένον , λογικόν , ἀμετάβλητον . . [ . . . ] ἐν πολλοῖς
τισίν : καὶ χρὴ φυλάττειν αὐτὸν ἐπικείμενον , ὅταν ἐθέλῃς ἀμετάβλητον ἐπὶ πλεῖστον διαμεῖναι τὸ φυλαττόμενον . ὁ δὲ τῶν
4614159 εὐαισθησια
παιδείας καὶ ἐκ τοῦ πολλῶν ἔμπειρον γενέσθαι : ἡ δὲ εὐαισθησία ἐκ τῶν τοῦ σώματος μερῶν , οἷον ἐάν τις
τῆς ἄρα εὐδαιμονίας ἐστὶ τὸ μὲν εὐβουλία , τὸ δὲ εὐαισθησία καὶ ὑγίεια τοῦ σώματος , τὸ δὲ εὐτυχία ,
4613944 αἰσθητηριον
τῶν αἰσθητῶν τὴν αἴσθησιν διατίθεσθαι ἄλλως δὲ ὡς σῶμα τὸ αἰσθητήριον : ἄλλο γὰρ τὸ χρώμασιν ἢ θερμοῖς ἢ χυμοῖς
, ὄσφρησις καὶ αἱ λοιπαὶ αἰσθήσεις ἀκοὴ καὶ ἁφή . αἰσθητήριον ἤτοι ὀφθαλμὸς ἢ ῥὶς ἢ γλῶττα , ἃ καὶ
4609660 ἐνδεικνυμενον
, καὶ τῶν ἄλλων ἀχρήστων . τί οὖν ἐστι τὸ ἐνδεικνύμενον τὰ χρήσιμα τῶν συμπτωμάτων , εἰπάτωσαν , πότερον φαινόμενον
αὐτόθι κατοπτηθέντοϲ καὶ τὸ πελιδνὸν ψῦξιν καὶ νέκρωϲιν τῶν ἐντὸϲ ἐνδεικνύμενον καὶ τὸ λιπαρὸν καὶ ἐλαιῶδεϲ ϲύντηξιν τῆϲ πιμελῆϲ ϲημαῖνον
4608554 ὑποψυχρον
ἐκείνηϲ ἐϲτὶν ἀργότεροϲ . Ἴου τὰ φύλλα τὴν ὑδατώδη καὶ ὑπόψυχρον ἐπικρατοῦϲαν οὐϲίαν κέκτηται . Ἰὸϲ δριμεῖαν ἔχει ποιότητα γευομένοιϲ
καὶ Ἑρμογένης καθ ' αὑτὴν οὖσαν γλίσχραν εἶναί φησι καὶ ὑπόψυχρον . τὸ γὰρ περὶ ὁμωνυμίας ἢ τόνων ἤ τινος
4603797 καταφαινεται
ἡ δύναμίς ἐστιν τῆς ῥητορικῆς . δαιμονία γάρ τις ἔμοιγε καταφαίνεται τὸ μέγεθος οὕτω σκοποῦντι . Εἰ πάντα γε εἰδείης
ὅταν φῇ : ἦ γὰρ ἐγὼν ἐρέω , ὥς μοι καταφαίνεται εἶναι , μῦθον ἀληθείης ὀρθὸν ἔχων κανόνα , ὡς
4598983 διαφανες
ἀστέρων καὶ τὸ πῦρ . ὁρατὸν δὲ καὶ τὸ ἐνεργείᾳ διαφανὲς ὁ πεφωτισμένος δηλαδὴ ἀήρ . ἔτι δὲ καὶ τὸ
ὅταν ἦθος ἁγνὸν καὶ κόσμιον ἐν ὥρᾳ καὶ χάριτι μορφῆς διαφανὲς γένηται , καθάπερ ὄρθιον ὑπόδημα δείκνυσι ποδὸς εὐφυίαν ,
4588396 μεταδιδοται
καὶ κυριώτατα τοῦτό ἐστι , μεταφέρεται δ ' ἐκεῖθεν καὶ μεταδίδοται καὶ τοῖς ἄλλοις γένεσιν , ὥσπερ καὶ τὸ χρῶμα
εἰσὶ τὰ πάθη ταῦτα κακά , ὅτι κατὰ τὸ συνεχὲς μεταδίδοται τῷ ἐγκεφάλῳ τὸ πάθος καὶ ποιεῖ παραφροσύνας καὶ σπασμούς
4581553 καρδια
εὖ ζῆν γεγόνασι : καὶ πρὸς τὸ ζῆν ἐγκέφαλος , καρδία , κοιλία , ἧπαρ καὶ πνεύμων : ὧν παθόντων
ἀρχαὶ δὲ τρεῖς , ὡς πολλάκις μεμαθήκαμεν , ἐγκέφαλος , καρδία καὶ ἧπαρ . ὁ μὲν οὖν ἐγκέφαλος οὐ πάνυ
4578190 καταπλαστον
δὲ οὕτως , ἐνεχείρησε πρῶτον πάντων τρίβειν τῷ Νεοκλείδῃ φάρμακον καταπλαστόν : καὶ ἔστιν ἡ δοτικὴ αὕτη πρὸς τὸ τρίβειν
δὲ οὕτως , ἐνεχείρησε πρῶτον πάντων τρίβειν τῷ Νεοκλείδῃ φάρμακον καταπλαστόν : καὶ ἔστιν ἡ δοτικὴ αὕτη πρὸς τὸ τρίβειν
4564025 περιφλεγει
περιφλύει ] ἀμαυροῖ , ἐπὶ πολὺ καίει , περιφλέγει ; περιφλέγει ] κύκλῳ . , μετρίως καίει . φλέγει ,
, ὅτι πολλάκις ὁ κεραυνὸς ἁψάμενος οὐκ ἀναιρεῖ , ἀλλὰ περιφλέγει . ἀφίησιν , ἐπιπέμπει . καὶ Ν Κρονίων ὄζων
4554520 ἀπαθες
ὦ . Πᾶν μονοσύλλαβον οὐδέτερον ἔχον φύσει μακρὰν , εἴτε ἀπαθὲς εἴη , εἴτε πεπονθὸς , περισπᾶται : πᾶν ἀπὸ
' ἕτερα συμβαίνει . ἄτοπον δὲ καὶ τὸ φάναι μὲν ἀπαθὲς εἶναι ὑπὸ τοῦ ὁμοίου τὸ ὅμοιον αἰσθάνεσθαι δὲ τοῦ
4553642 δασυτης
, πλὴν εἰ μὴ τὰ κατὰ τὴν καρδίαν ἀντιπράττοι , δασύτης τῶν καθ ' ὑποχόνδριά τε καὶ γαστέρα : ψυχροτέρου
τὸ ἀπόστημα . Περὶ δασύτητος καὶ τραχύτητος . Ἡ δὲ δασύτης καὶ τραχύτης περὶ τὰ ἐντὸς τῶν βλεφάρων συνίστανται .
4551018 ἐπιθυμητικον
λογικόν , δεύτερον δὲ τὸ θυμικόν , τρίτον δὲ τὸ ἐπιθυμητικόν , οὕτως καὶ τῶν ἀρετῶν πρώτη μὲν ἡ περὶ
συνεγγίζον πως αὐτῷ , τῷ διὰ πέντε , τὸ δὲ ἐπιθυμητικόν , ὑποκάτω τεταγμένον , τῷ διὰ τεσσάρων . τά
4548409 αἰσθητικον
γὰρ μέρη ψυχῆς : τὸ μὲν θρεπτικόν , τὸ δὲ αἰσθητικόν , τὸ δὲ λογικόν . Τοῦ μὲν οὖν λογικοῦ
ἀσύστατοι . καὶ συνιστάμεναι μὲν αἱ δύο ὑπάλληλοι , ἔμψυχον αἰσθητικόν , ἄψυχον ἀναίσθητον , καὶ μία διαγώνιος ἔμψυχον ἀναίσθητον
4541939 χωρει
γὰρ τὴν ἐξαίφνης ἔφοδον τῶν ἀκουσθέντων ἢ θεαθέντων εἰς βάθος χωρεῖ τὸ λογιστικόν . τὸ δὲ ἄχθος ἐστὶ λύπη βαροῦσα
τῶν ἄλλων τοῦ σώματος πόρων καὶ τῷ λόγῳ θεωρητῶν εἴσω χωρεῖ , θερμανθεὶς δὲ εἰς τὰ ἔξω πρὸς τὸ συγγενὲς
4539165 ἐπινοουμενον
διάκρισιν , ὡς γνωστοῦ ἀπὸ τοῦ γινώσκοντος , ἁλώνης τρόπον ἐπινοούμενον , ἁπλούστατον καὶ περιεκτικώτατον : καὶ οὐχὶ μόνον ἕν
| κατὰ κίνησίν τε καὶ ἐνέργειαν ἅτε ἐν τῷ δρᾶν ἐπινοούμενον ἄρρεν ὀνομάζεται . οὕτως μὲν ἐν τῷ σοφῷ τὰ
4528557 συριγγωδες
δίσωμον , θηλυκόν , γόνιμον , νυκτερινόν , νηκτόν , συριγγῶδες , φολιδωτόν , κοπτόμενον , πτερωτόν , ἄφωνον .
μέρους ἀνθρωπόμορφον , κοπτόμενον μέλεσι καὶ ἥμισυ , φωνῆεν , συριγγῶδες . καὶ καθόλου μέν ἐστι πνευματῶδες , κατὰ μέρος
4519871 ζωιον
καὶ αἰθέρι εἶναι . μήποτε μέντοι καὶ Ὅμηρος ὡς πρὸς ζῶιόν φησιν : Ἠελίου , ὃς πάντ ' ἐφορᾶι καὶ
? καὶ ἔστιν ποικιλώτερα . ὁ γὰρ ἄνθρωπος - καὶ ζῶιόν ἐστιν καὶ πρὸς τούτωι λογικὸν καὶ θνητόν . τὸ
4519039 ποιουν
δὲ τὰ ἄλλα πολλά : καὶ ἓν μὲν ὄν , ποιοῦν δὲ ἑαυτὸ ἐν τῇ οἷον κινήσει πολλά : καὶ
ταῦτα συνυφίστασθαι , τό τε πάθος αὐτὸ , καὶ τὸ ποιοῦν , καὶ τὸ πάσχον . Ὁ τοίνυν ἀντιλαμβανόμενος τοῦ
4503800 ἀσαρκον
αἴρεσθαι αὐτὸ ἐν τῷ ὁρᾶν : ταρσὸς δὲ διὰ τὸ ἄσαρκον εἶναι , ὥσπερ καὶ ὁ ταρσὸς ἤτοι ὁ πούς
ταῖς μὲν ἐκ τῶν κάτω μερῶν παρὰ τὸ ψιλὸν καὶ ἄσαρκον ἐμφυομέναις ἰσίν , αἷς ἐγγὺς τῆς κατὰ τὸ γόνυ
4493759 μοριοις
ἔχει τούτων ἕκαστον , ἐγὼ πειράσομαι διδάσκειν . τοῖς πρώτοις μορίοις τῆς λέξεως , ἃ δὴ στοιχεῖα ὑπό τινων καλεῖται
τοῦ σημαινομένου : ἐν δὲ τοῖς συνδετικοῖς καὶ τοῖς προθετικοῖς μορίοις καὶ ἔτι μᾶλλον ἐν τοῖς διαρθροῦσι τὰς τῶν ὀνομάτων
4493290 σπισω
τὸ ἀποσπᾶσθαι καὶ ἀποτείνεσθαι . τοῦ δὲ σπίζω ὁ μέλλων σπίσω : καὶ ἀποβολῇ τοῦ ω μέγα σπὶς , καὶ
παρὰ τὸ σπῶ ῥῆμα γίνεται παράγωγον σπίζω , ὁ μέλλων σπίσω , καὶ κατὰ ἀποβολὴν τοῦ ω σπίς , τὸ
4489383 παχυμερες
μὲν γὰρ ὀμφάκιον κἂν εὐστόμαχον ᾖ , ἀλλ ' οὖν παχυμερὲς ὂν καὶ ψυχρὸν καὶ γαστρὸς ἐφεκτικόν , οὐ πᾶσι
τρεφομένῳ παρεχέτω : διατμίζεται γὰρ τὸ περισσὸν καὶ λύεται τὸ παχυμερὲς ἐκ τῆς τοιαύτης προδιακινήσεως . μικρὸν δ ' ἐν
4485233 εἰσιδουσῃ
. . νέφος λύπης . προσῇξε ] προσῆλθε . . εἰσιδούσῃ ] καὶ εἰσιδούσῃ τὸ ση η , καὶ εἰσιδοῦσι
λύπης . προσῇξε ] προσῆλθε . . εἰσιδούσῃ ] καὶ εἰσιδούσῃ τὸ ση η , καὶ εἰσιδοῦσι τὸ σι ι
4477692 δυϲωδεϲ
ῥαγάδαϲ , ἐπὶ ἑλκῶν δέ , φηϲί , φυλάϲϲου : δυϲῶδεϲ γὰρ ἀποτελεῖται . Χαλκίτεωϲ κεκαυμένηϲ # β , καδμίαϲ
πονηρὸν γάλα , καὶ εἰ παχὺ εἴη ἢ δριμὺ καὶ δυϲῶδεϲ , προαμέλξαϲαν οὕτω προϲτίθεϲθαι τὸ παιδίον τό τε δριμὺ
4461990 θιξις
ἐξ αὐτοῦ : τὸ γὰρ γεννῶν κατὰ θίξιν γεννᾷ , θίξις δὲ οὐδεμία γενέσθαι δύναται ἐπὶ ἀσωμάτου φύσεως . τοίνυν
τίς δ ' ἂν εἴη τῶν μερῶν πρὸς τὰ ἀμερῆ θίξις ; πῶς γὰρ νοήσει τὸ μεριστὸν ἀμερεῖ , ἢ
4459647 ἐνεργεια
ἄλογος . ἡ μὲν οὖν θεία τοῦ θείου σώματος αὐτῆς ἐνέργεια . ἐν μὲν γὰρ αὐτῷ κινεῖται καὶ αὐτὸ κινεῖ
περὶ μὲν τὸ σῶμα ἕξις , κίνησις , σχέσις , ἐνέργεια , δύναμις , ὄρεξις , ὑγίεια , ἰσχύς ,
4458405 ὀρεκτον
ποιητικὸν εἴη καὶ γόνιμον καὶ τῶν ἀποτελουμένων ἐξῃρημένον ἢ καὶ ὀρεκτὸν αὐτῶν καὶ τελικὸν αἴτιον , εὐθὺς μὲν ἂν εἴη
, οὗ ἡ ψυχὴ ὀρέγεται ; ναί . τὸ δὲ ὀρεκτὸν οὐ κινεῖ τοιάνδε κίνησιν ; ναί . ὀρέξεις δὲ
4458155 ὁμοιωμα
, εὐσεβείας , ἐντροπῆς , σεμνότητος . ἄγαλμ ' ] ὁμοίωμα . , τύπωμα , τίμια , ἔνδοξα ἀναπλήσσειν )
ἡ αἴσθησις , τὸ ἐν τῷ αἰσθητηρίῳ πρὸς τὰ αἰσθητὰ ὁμοίωμα , πάθημα ὂν μᾶλλον ἢ ἐνέργημα , καὶ σωματοειδὲς
4457936 αἰσθημα
αἰσθήσεων . ὅσοις δὲ καὶ δίχα τοῦ αἰσθητοῦ δυνατὸν τὸ αἴσθημα ἔχειν ἐν τῇ ψυχῇ , οἷον καὶ ἀπελθόντος Σωκράτους
καὶ οὐ κωλύεται ἐν ταὐτῷ συμβαίνειν τὸ φάντασμα καὶ τὸ αἴσθημα κἂν ἀντικείμενα ᾖ , ὡς μὴ τῆς αὐτῆς ὄντα
4457713 δυσωδες
λευκὰ οἷον πιλίσκους , τὸ δ ' ἐν αὐτοῖς ἐρυθρὸν δυσῶδες . ἡ δὲ μακρὰ φύλλα ἔχει ἐπιμηκέστερα τῆς στρογγύλης
ποιῆσαι . κβʹ . ἔλαιον ταγγὸν θεραπεῦσαι . κγʹ . δυσῶδες ἔλαιον θεραπεῦσαι . κδʹ . ἔλαιον θολερὸν καταστῆσαι .
4456719 δυσαρεστον
βραχὺ νεκρούμενον καὶ ἀποσβεννύμενον : ἐνδιαίτημα τῇ ψυχῇ ἀχρειότερον , δυσάρεστον , δύστηνον , δύσεργον , οὐκ ὄμβρων ἀνεχόμενον ,
καὶ δίδωσί μοι τοῦτο ἔμπροσθεν στοχάζεσθαι τὸ παλίμβολόν σου καὶ δυσάρεστον τῆς νόσου : τάχα δ ' εἰς θαλάμους :
4454579 συστελλομενον
πάθη κοινὰ τῆς ὕλης ἐπιγιγνόμενα ταῖς μεταβολαῖς : τὸ γὰρ συστελλόμενον αὐτῆς καὶ πυκνούμενον ψυχρὸν εἶναί φησι , τὸ δ
. Πνεύμων θαλάσσιος ζῷόν ἐστιν ἄμορφον τρεμούσῃ ἐοικὼς ἁπλούμενον καὶ συστελλόμενον . τοῦτο λειώσας καὶ ἐπιθέμενος τοῖς ποδαγρικοῖς τὸν πόνον
4451799 συναυξεται
μὲν ἢ πλεονεξία ἕπεται θερμότητος , ἢ δαπάνη τοῦ ψυχικοῦ συναύξεται πνεύματος , οὐχ ὑπείκει δὲ ῥᾳδίως τὰ ὄργανα ,
ἃ ψυχραῖς ἅμα καὶ μαλακωτέραις αὔραις ζωπυρεῖται καὶ τιθηνεῖται , συναύξεται πρὸς ὄγκον ἐπιδιδοὺς τελειότατον : σὺν δὲ τῷ μεγέθει
4448857 ἐνεργει
, ἀλλ ' ᾗ ἐφ ' ὅσον μὲν ἐνύπνιόν ἐστιν ἐνεργεῖ , παυομένων δὲ τῶν ὕπνων ἀφανίζεται : ὁ δ
ἀρχὴν ἔγγιον : τὸ δέ γε ὁρατὸν οὐ κατὰ πάθος ἐνεργεῖ εἰς τὸ διαφανές , ἐπεὶ μηδὲ τὸ φωτίζον .
4446064 προσπιπτον
: τὸ δὲ περὶ τὴν ναῦν προσρήγνυται . πιτνὸν ] προσπῖπτον . ἄλλο δ ' ἀείρει ] ὑψοῖ . ἡ
, τοῦτ ' εἶναι πιστόν , τὸ δέ τινι μόνωι προσπῖπτον ἄπιστον ὑπάρχειν διὰ τὴν ἐναντίαν αἰτίαν . ἐναρχόμενος γοῦν
4444178 ἐκκαλειται
τῶν δακρύων φερομένων : φυσικῶς γὰρ ἀπροσδόκητος χαρὰ πλείονα λύπης ἐκκαλεῖται δάκρυα . ἐπανελθόντες δὲ ἐκ τοῦ ἄλσους ἐπὶ τὴν
κενὰ καὶ νομοθεσίας φυσιολογητέον , ἀλλ ' ὡς τὰ φαινόμενα ἐκκαλεῖται : οὐ γὰρ ἤδη ἀλογίας καὶ κενῆς δόξης ὁ
4442700 θρεπτικον
τοῦ δὲ τετάρτου μορίου τῆς ψυχῆς , ὅ ἐστι τὸ θρεπτικόν , οὐκ ἔστιν ἀρετὴ τοιαύτη , περὶ ἧς ἡμῖν
νοητικόν , ἢ τί τὸ αἰσθητικόν , ἢ τί τὸ θρεπτικόν , πρότερον ἐπισκεπτέον τί τὸ νοεῖν καὶ τί τὸ
4439505 γεωδες
τὸ τοῦ φλέγματος ὑγρὸν καταλιπεῖν ἐν τῷ σώματι καὶ ὑπόλοιπον γεῶδές τε καὶ πολὺ τὴν φύσιν ὑπάρχον . Μάλιστα δὲ
' ὧν διαφθείρεται τὰ σώματα . αὐτὸ μὲν γὰρ τὸ γεῶδές ἐστιν ἡ τοῦ σώματος πῆξις , τὸ δὲ ὑγρὸν
4430451 εὐαλωτα
ἔθνη βάρβαρα , ὅσα νῦν ἐπικεῖσθαι ταῖς τούτων βασιλείαις , εὐάλωτα ἔσεσθαι αὐτοῖς , κατὰ ἔθνη καὶ κατὰ συστήματα ἀρχόμενα
ἢ ποῖον ἀξίωμα οὕτως ἀνεπιβούλευτον ; πάντα πανταχοῦ θνητά , εὐάλωτα , οἷς τισιν τὸν ὁπωσοῦν προσέχοντα πᾶσα ἀνάγκη ταράσσεσθαι
4429778 μεγεθυνεται
. δῆλον δὲ , ὅτι χύσιν ὑπομένοντος τοῦ χυμοῦ , μεγεθύνεται τὰ συμπτώματα . εὖ μὲν οὖν παρὰ τῶν ἰατρῶν
εὐαφὴς καὶ κατ ' ἀρχὰς μὲν μικρός , χρόνῳ δὲ μεγεθύνεται : τὰ δὲ πολλὰ τῶν στεατωμάτων πλατύτερά εἰσι τῇ

Back