λευκὸν ἢ μέλαν , ἢ ἀειδὲς ἢ εὔμορφον , ἢ εὔρυθμον καὶ εὔμετρον ἢ ἄρυθμον καὶ ἄμετρον ἢ ὑπέρμετρον ἢ | ||
περκαίνων [ ] γένυν ; οὐ μὴν δέμας γ ' εὔρυθμον [ ὧδε νυμφίου ] : τοιῶνδε λέκτρων [ εἵνεκ |
' ὅλως εὐρυθμίας ἔμφασιν , ἀλλ ' εἶναι μᾶλλον οἷον ἄρρυθμόν τινα καὶ δύσηχον , τραχύνουσαν τὴν ἀκοήν . ποιεῖ | ||
ἢ τὸν Λέσβιον Τέρπανδρον ἐκμελῶς κινῶν τὰς χορδὰς ἤπερ ἐκεῖνον ἄρρυθμόν τι φθεγξάμενος . ἀλλὰ μὴν ἡνίκα τὰς οἰκείας γονὰς |
τῆς ὁμιλίας εἰς εὔνοιαν καὶ φιλίαν , καὶ ὡς δυνατὸν εὐάρμοστον εἶναι πρὸς τὸ πλῆθος ἀνθρώπων , παρ ' ὃ | ||
οἷον ἐννοιῶν , μεθόδων , λέξεων καὶ τῶν λοιπῶν , εὐάρμοστον καὶ σύμμετρον μετά τινος ἐμφαινομένης δι ' ὅλου τοῦ |
γὰρ αὐτῷ συμφέρει ποτὲ καὶ ὁ κλαυθμός : γυμνάσιον γὰρ φυσικὸν τοῦτο εἰς τόνωσιν τοῦ πνεύματος καὶ τῶν ἀναπνευστικῶν ὀργάνων | ||
αἴθων ] ὀξύς . αἴθων ] φρόνιμος . λῆμα τὸ φυσικὸν δῶρον καί ἐστιν ἡ λέξις μέση . βούλονται δὲ |
, τὴν φυγήν . ἦν γάρ , οἶμαι , μᾶλλον ἐμμελὲς πείσαντα ἀπαγαγεῖν ἢ πέμψαντα πρὸς τὰς θύρας εἰς στρατιωτῶν | ||
εἴ τι τῆς διανοίας κατεαγὸς καὶ κεκλασμένον ἐγείροντες καὶ ὅσον ἐμμελὲς αὐτῆς ἁρμοζόμενοι φύσεως καὶ ἀρετῆς ὀργάνοις : ἐφ ' |
αἰτιατικῇ συντακτέον αὐτὸ πτώσει εἴτε δοτικῇ , εὑρίσκω κατὰ δοτικὴν ἡρμοσμένον , Ἀριστοφάνου μὲν οὕτω λέγοντος ἐν τοῖς Ἱππεῦσιν : | ||
ὀνόματα δ ' ἀπ ' αὐτῆς ἁρμόζον , ἁρμόζειν , ἡρμοσμένον , εὐάρμοστον , ἐναρμόνιον , καὶ τὸ ἐναντίον ἀνάρμοστον |
θυμοειδὲς καὶ τὸ μὲν εἴη τὸ φυτικόν , τὸ δὲ θυμοειδὲς ἐξ αὐτοῦ ἴχνος περὶ αἷμα ἢ χολὴν ἢ τὸ | ||
ἐν οἷς περὶ τῶν παθῶν ἁπάντων ἐλέγετο τῶν περὶ τὸ θυμοειδὲς καὶ τὸ ἐπιθυμοῦν γινομένων ὅπως ἕκαστα : οὐ μὴν |
τὰ πράγματα κουφότητα , ἐλαφρότητα , πήδημα , ἅλμα , εὐαρμοστίαν , εὐρυθμίαν , εὐσχημοσύνην , ὑγρότητα , ἐναργότητα , | ||
ἡ ἐν ταῖς ἀμυθήτοις τῶν κατὰ τὸν βίον ἀνωμαλίαις ὁμαλότης εὐαρμοστίαν τοῖς ἀναρμόστοις καὶ συμφωνίαν τοῖς ἐξ αὑτῶν ἀσυμφώνοις ἐργασαμένη |
λογικόν , δεύτερον δὲ τὸ θυμικόν , τρίτον δὲ τὸ ἐπιθυμητικόν , οὕτως καὶ τῶν ἀρετῶν πρώτη μὲν ἡ περὶ | ||
συνεγγίζον πως αὐτῷ , τῷ διὰ πέντε , τὸ δὲ ἐπιθυμητικόν , ὑποκάτω τεταγμένον , τῷ διὰ τεσσάρων . τά |
τι ἢ ὕλη ἔσται τὸ ὑποκείμενον , πολύτροπον δὲ καὶ πολυειδές : ὥστε οὐδ ' ἂν ἔτι πανδεχὲς γένοιτο ἐμπόδιον | ||
' ἐπιμένειν δύνανται τῆς βλαστήσεως γινομένης ἐκεῖσε : ὅλως δὲ πολυειδές τι τὸ τῶν συκῶν ἐστιν : αἱ μὲν γὰρ |
καὶ μεγαλονοίαι χρησάμενον διαφερόντως . ἐξ οὗ δὴ καὶ τὸ ὑπέρογκον αὐτῶι τοῦ φρονήματος εὐθαρσὲς πρὸς πάντα κίνδυνον ἦν , | ||
χρῆναι νικῆσαι Ἀλέξανδρον . καὶ τὸ μεγαλήγορον αὐτοῦ τοῦτο οὐχ ὑπέρογκον μᾶλλόν τι ἢ εὐθαρσὲς ἐν τοῖς κινδύνοις ἐφαίνετο : |
Χαρικλέους ἐμμανέστερον ἀνεβόησεν , Ἡράκλεις , ὅση μὲν τῶν μεταφρένων εὐρυθμία , πῶς δ ' ἀμφιλαφεῖς αἱ λαγόνες , ἀγκάλισμα | ||
; Ναί . Εὐλογία ἄρα καὶ εὐαρμοστία καὶ εὐσχημοσύνη καὶ εὐρυθμία εὐηθείᾳ ἀκολουθεῖ , οὐχ ἣν ἄνοιαν οὖσαν ὑποκοριζόμενοι καλοῦμεν |
, οὐδὲ περιστάσεων . Ἀγαπήσετε δὲ ὅμως τὸ καματηρὸν καὶ σκληρὸν τοῦτο τῆς διαγωγῆς , καὶ ἐπίπονον , διὰ τὰ | ||
μόνου ἐμνημόνευσε τοῦ μαλθακοῦ , εἰδὼς ὡς καὶ εἴ τι σκληρὸν , ἐκείνῳ δὲ ἡδὺ , ὡς μαλθακὸν αὐτῷ φαίνεται |
λόγου ἑπταχῆ σχίζεται , πρός τε πέντε αἰσθήσεις καὶ τὸ φωνητικὸν ὄργανον καὶ ἐπὶ πᾶσι τὸ γόνιμον . . . | ||
βραχέσι τὸ μὲν ο τὸν ἄρρενα δηλοῖ , τό τε φωνητικὸν συνίλλον ὄργανον καὶ τὸν φθόγγον πρὶν ἐκφωνηθῆναι συναρπάζον , |
τετράπουν , χερσαῖον , βασιλικόν , ὀλιγόγονον , εὐμετάβολον , θυμικόν , πυρῶδες , κόσμου μεσουράνημα , αὐξομειωτικόν , ληκτικόν | ||
λογιστικὸν αὐτῆς μέρος , διὰ δὲ τῆς μουσικῆς ἐτιθάσσευεν τὸ θυμικόν , ὥσπερ διὰ τῶν γυμνασίων ἐρρώννυεν τὸ ἐπιθυμητικόν . |
μακρότερα καὶ πλείω : καυλὸν δὲ λεπτόν , ὀρθὸν ὡσπερεὶ κρίνον , γέμοντα καρποῦ ἐρυθροῦ , στύφοντα τὴν γεῦσιν . | ||
ἀγανόφρονες ἡδυλόγῳ σοφίᾳ βροτῶν περισσοκαλλεῖς . Ἁπαλὸν δὲ σισύμβριον ἢ κρίνον ἢ ῥόδον παρ ' οὖς ἐθάκει : παρὰ χερσὶ |
οὔτε τὸν κατ ' αὐτὴν θεωρητικὸν ἀλλὰ τὴν κατὰ τὸ λογιστικὸν αὐτῆς ἀρετὴν ἣ καὶ φρόνησις ὀνομάζεται . διὸ καὶ | ||
τόπου καταδεδεγμένου τὸ πάθος , ἐφ ' ᾧ δὴ τὸ λογιστικὸν ἡμῶν ἱδρύσθαι φασίν , οὐκ ἂν καὶ ταῦτα ἔξω |
διατονικῶν διαιρέσεων τὸ μὲν διάτονον μαλακὸν καλεῖται , τὸ δὲ σύντονον . ἡ μὲν οὖν τοῦ μαλακοῦ διατόνου χρόα μελῳδεῖται | ||
δὲ ἄκλυστον καὶ ἐν γαλήνηι ὂν ἔρρωταί τε καὶ ἔστι σύντονον καὶ διαρκεῖ πρὸς τὸν κατὰ φύσιν χρόνον τῆς ζωιογονίας |
τὸ ἐκκεχύσθαι . παρυφιστάμενον δὲ τὸ ἐν αὐτῷ ἕτερόν τι ἐμφαῖνον . ἐν τούτῳ δὲ τῷ χύματι δύο θεωροῦνται ἐν | ||
σμάραγδον ἁπλῶς μὴ περιτίθεσθαι : καὶ γὰρ πολυχρήματον καὶ ὑπεραφανίαν ἐμφαῖνον ποττὰς δαμοτικάς . δεῖ δὲ τὰν εὐνομουμέναν πόλιν , |
ἅπτεται : παραφεῖσα δὲ τὸν πρῶτον ἀπὸ τοῦ πρώτου θεοῦ διανοητικὸν λόγον , προσίησι καὶ ὅλον τὸν λόγον ὃν συνέταξε | ||
ὁρμητικὸν ἀπὸ τῆς παθητῆς τε καὶ ποιητικῆς , τὸ δὲ διανοητικὸν ἀπὸ τῆς μόνον ποιητικῆς : καὶ κατὰ μέρος δὲ |
βιοῦντος κατὰ φύσιν . οὐκ ἀπὸ σκοποῦ μέντοι καὶ χιτῶνα ποικίλον ἀναλαμβάνειν λέγεται : ποικίλον γὰρ πολιτεία καὶ πολύτροπον , | ||
ἀκολούθους ἐκθέσεις πεποίηται κατὰ διαφόρους ὑπομνήσεις διὰ τὸ πολύχουν καὶ ποικίλον τῶν συντάξεων , οἷον ἐπὶ τῶν ἀντικεῖσθαι πεπιστευμένων . |
καὶ φοβερός , ἀντίον πᾶσι βλέπων . ἆρ ' οὖν ἀρρενωπόν τι καὶ σεμνὸν εἶδος τῷ τοιούτῳ δαίμονι πρέπει ἢ | ||
σῶφρον , ὑγιαῖνον , σεμνόν , ἀνδρῶδες , ἀνδρεῖον , ἀρρενωπόν , ἀπειλητικόν : καὶ τἀναντία βλέμμα ὑγρόν , ἄνανδρον |
εὐπορώτατον εἶναι διὰ τὸ πλεῖστον ἐνεῖναι κενόν . τὸν δὲ στρυφνὸν ἐκ μεγάλων σχημάτων καὶ πολυγωνίων καὶ περιφερὲς ἥκιστ ' | ||
δὲ πάντα δι ' ἐλαίου πολλοῦ σκευάζοντα μηδὲν αὐστηρὸν ἢ στρυφνὸν ἔχοντα , μετὰ δὲ ταῦτα οἶνον , κἂν μηδέπω |
τὸ φυσικὸν ἔχει καὶ δογματικὸν τό τε μαθηματικόν τε καὶ γεωμετρικὸν καὶ τὰς ἀναλογίας τῶν ἀριθμῶν καὶ ὅση τῶν ἀπὸ | ||
τὰ νότια σχήματα , τραπέζιον εἶδος ἔχουσα , ὃ ἔστι γεωμετρικὸν θεώρημα : ὅπου ἐν τοῖς Γαδείροις εἰς ὀξὺ λήγουσα |
φύλλον ἔχει ῥοῶδες , μεῖζον δὲ ἢ χαμαιδάφνης , καὶ μαλακὸν δὲ ὥσπερ ἡ ῥόα . ἡ δὲ βλάστησις ἄρχεται | ||
δοκεῖ εἶναι τῶν ὀστῶν τέλος . αἱ δὲ σάρκες ἐπίβλημα μαλακὸν λιπαρόν , ἐπιβεβλημένον τοῖς ὀστοῖς κάλλους τε καὶ σκέπης |
, Ἐ . καὶ Ξενοκράτης ἐκ μικροτέρων ὄγκων τὰ στοιχεῖα συγκρίνει , ἅπερ ἐστὶν ἐλάχιστα καὶ οἱονεὶ στοιχεῖα στοιχείων . | ||
; σοὶ νῦν οὗτος ἐπέσταλκε ; σοὶ Γνάθαιναν τὴν ἑταίραν συγκρίνει ; καὶ ἠλογημένη σιωπῶ καὶ εὔ - χομαί σε |
εὔτονον , ἑστηκός , σῶφρον , ὑγιαῖνον , σεμνόν , ἀνδρῶδες , ἀνδρεῖον , ἀρρενωπόν , ἀπειλητικόν : καὶ τἀναντία | ||
τῶν ἄλλων πολιτῶν ἐν μηθενὶ γένηται μήτε γενναῖον μήτ ' ἀνδρῶδες φρόνημα , πᾶσαν ἐκθηλῦναι ταῖς ἀγωγαῖς τὴν ἐπιτρεφομένην νεότητα |
πρὸς ταῦτα τὴν ὁρμὴν ποιεῖσθαι , τὴν δὲ ψυχὴν ἔχουσιν εὐκίνητον πρὸς ἀδικίαν , ὧδ ' ἡμῖν παρηγγέλθω πᾶσι τοῖς | ||
Δελφῖνα πρὸς τοὐραῖον δεῖς : ἐπὶ τοῦ ἀδυνάτου διὰ τὸ εὐκίνητον εἶναι . Πρὸς τοὺς οὐ δυναμένους τηρεῖν τὰ διδόμενα |
κρατῆρες , διὰ τὸ μεστὸν εἶναι πυρός . θοῦρον ] ὁρμητικὸν , θρασύν . ἀντέστη ] ἠναντίωτο . . σμερδναῖσι | ||
: τετρασκελὲς | γὰρ καὶ τὸ πάθος ὡς ἵππος καὶ ὁρμητικὸν καὶ αὐθαδείας γέμον καὶ σκιρτητικὸν φύσει . ὁ δὲ |
παναγαθία περὶ ὅλαν τὰν ψυχάν . καὶ ὅκκα μὲν τὸ ἐπιθυματικὸν ἕπηται μέρος τᾶς ψυχᾶς τῷ λογιστικῷ , γίνεται σωφροσύνα | ||
τὸ μὲν θυμοειδὲς περὶ τὰν καρδίαν , τὸ δ ' ἐπιθυματικὸν περὶ τὸ ἧπαρ . τοῦ δὲ σώματος ἀρχὰν μὲν |
κριτικώτατον δὲ ἡδονῆς τὴν γλῶτταν : ἁπαλώτατον γὰρ εἶναι καὶ μανὸν καὶ τὰς φλέβας ἁπάσας ἀνήκειν εἰς αὐτήν : διὸ | ||
εἶναι ὅτι ἔστι κενόν . εἰ μὲν γὰρ μὴ ἔστι μανὸν καὶ πυκνόν , οὐδὲ συνιέναι καὶ πιλεῖσθαι οἷόν τε |
ἄλλοις ταχύτητα καὶ ἐπιτηδειότητα . ποδῶκες ὄμμα ] ταχύτατον , γοργόν , σύντομον εἰς τὸ ὁρᾶν τῇδε καὶ ἐκεῖσε . | ||
ἔστιν οὐδεμία , ἥτις καθ ' ἑαυτὴν ποιεῖ τὸν λόγον γοργόν , πλὴν εἰ τὴν ὀξύτητά τε καὶ δριμύτητα ὡς |
ὁδῷ μὴ σχίζε δηλοῖ ὅτι ἓν μὲν τὸ ἀληθές , πολυσχιδὲς δὲ τὸ ψεῦδος : δῆλον δὲ ἐκ τοῦ τὸ | ||
, οὕνεκα ταυροφανές τε καὶ ὀρθόκραιρον ὁδεύει , οὔρεσιν ἐκταδίοισι πολυσχιδὲς ἔνθα καὶ ἔνθα . ἐκ τοῦ ἀπειρέσιοι ποταμοὶ καναχηδὰ |
περιέχει γὰρ τὸ εἶδος τὴν ὕλην καὶ τὰ στοιχεῖα τὸ ἄποιον σῶμα . ταῦτα ἔχει ἡ πρᾶξις . Ἕκτον ἦν | ||
καὶ μέλιτοϲ , ἔτι δὲ πρὸϲ τούτοιϲ εἴ τε οὖν ἄποιον ἐθέλοιϲ εἴ τε μέϲον ἐν ποιότητι τῇ πρὸϲ τὴν |
Ἑλλάς . ἡ Ἀτθίς . καρποὺς ἀρκοῦντας μὴ ἔχουσα . εὔμετρον . ἀφ ' ὧν ταῦτα ἐτελέσθη , κἀκεῖνα συμβήσεται | ||
αὐτὴν εἶναι δοκεῖν , ἀλλ ' εὔρυθμον αὐτὴν ἀπόχρη καὶ εὔμετρον φαίνεσθαι μόνον : οὕτως γὰρ ἂν εἴη ποιητικὴ μέν |
πεφυκέναι κατὰ τοῦτο πάσχειν ἢ ἐνεργεῖν . ὅταν δὲ τὸ ὀρεκτικὸν ὑπὸ τοῦ ὀρεκτοῦ ὡς ἐφετοῦ κινηθῇ , τότε ἡ | ||
ὡς φθαρτικὴν ἢ διώκει ὡς σωστικήν . καὶ ἔστι τὸ ὀρεκτικὸν ταὐτὸ τῇ αἰσθητικῇ δυνάμει κατὰ τὸ ὑποκείμενον , τῷ |
εἰς μακρὰς πάσας εἰ κατέληγεν , ὅ ἐστι τοῦ βεβηκότος ῥυθμοῦ . οὐ μὴν ἀλλ ' εἴτε βεβηκὼς εἴτε μὴ | ||
τοῦ λόγου πάθος ἐνδίδωσι τοῖς ἀκούουσι , τὸ δὲ τοῦ ῥυθμοῦ , ὡς ἐνίοτε προειδότας τὰς ὀφειλομένας καταλήξεις αὐτοὺς ὑποκρούειν |
φυσικῆς γενέσεως , τὸ δὲ πῦρ , ὡς εἴρηται , γεννητικὸν μὲν αὑτοῦ , φθαρτικὸν δὲ ὡς ἐπὶ πᾶν τῶν | ||
αὐτό φασι καταφέρεσθαι οἱ περὶ τὸν Σφαῖρον , πάντων γοῦν γεννητικὸν εἶναι τῶν τοῦ σώματος μερῶν . τὸ δὲ τῆς |
εἰ παρὰ τοὺς λοιποὺς ἐστί τι , καὶ εὗρον σπλάγχνον ἐξηλλαγμένον καὶ τὴν καρδίαν δασεῖαν , ὡς Ἡρόδοτος καὶ Πλούταρχος | ||
ἐφάνη γὰρ ἐν χρόνῳ τούτῳ Καδμείοις ἀλώπηξ , χρῆμά τι ἐξηλλαγμένον : αὕτη συνεχῶς ἐκ τοῦ Τευμησσοῦ κατιοῦσα πολλάκις τοὺς |
ἐγκρατεῖ , καθάπερ καὶ τὸν θρασὺν τῷ ἀνδρείῳ καὶ τὸν χαῦνον τῷ ἐλευθερίῳ : διαφέρει δὲ κατὰ πολλά . ἰδίως | ||
ἑωυτῷ , διαφύσιας ἔχον πλαγίας , ᾗ πλευραὶ προσήρτηνται , χαῦνον δὲ καὶ χονδρῶδες . Κληῗδες δὲ περιφερέες ἐς τοὔμπροσθεν |
τὸ γʹ δακτυλικὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον . τὸ δʹ δακτυλικὸν τετράμετρον βουκολικόν . τὸ εʹ δακτυλικὸν πενθημιμερές . τὸ Ϛʹ τροχαϊκὸν | ||
ἀπὸ τοῦ ἄω τὸ πνέω . σίτθ ' : ἐπίφθεγμα βουκολικόν : [ ὅπερ λέγουσιν ] ὁμοίως καὶ τὸ ψίττα |
, τοῦ δὲ περὶ τὸν μεταξὺ ἀέρα εὐδιάχυτον ὄντα καὶ εὔτρεπτον συνεκτεινομένου τῷ πυροειδεῖ τῆς ὄψεως . . . . | ||
εὐχυμώτατον πρὸς τὰ δριμέα καὶ δάκνοντα ῥεύματα συμφορώτατόν ἐστιν , εὔτρεπτον ὄν , καὶ μάλιστα ὅταν τὸ περιέχον θερμὸν ᾖ |
τὸ ἦθος καὶ τὴν διάθεσιν , ἡ φωνή , τὸ βλέμμα , τὸ σχῆμα , καὶ δὴ καὶ ταῦτα τὰ | ||
ὧδε τὸν θάνατον τὸν κεκλημένον τὸ ἀναίσχυντον πρόσωπον καὶ ἀνέλεον βλέμμα . καὶ ἀπελθὼν Μιχαὴλ ὁ ἀσώματος εἶπεν τῷ θανάτῳ |
ψυχρὰς αὐτὰς νεανικὰς ὑπάρχειν : τουτὶ γὰρ εἶναι τὸ τὴν εὐτονίαν ποιοῦν . κροτεῖσθαι μέντοι μὴ μεγάλαις σφύραις μήτε ἰσχυραῖς | ||
μὲν οὖν σῶμα διὰ τῆς γυμναστικῆς καὶ ἀλειπτικῆς ὠφέλησαν εἰς εὐτονίαν τε καὶ εὐεξίαν σχέσεις τε καὶ κινήσεις εὐμαρεῖς , |
τὰς αἰσθήσεις ὡς ἐπίπαν διηκριβωμένας ἔχουσι καὶ πᾶν ἁπαξαπλῶς φυσικὸν ἐνέργημα . τοῖς δὲ θερμολούταις πλαδαρά τε ἔχειν συμβέβηκε καὶ | ||
γεγενημένον , ἢ τὸν πολὺν κάματον παρέχοντα . πόνος τὸ ἐνέργημα . πολύαινε Ἀρίσταρχος πολλοῦ ἐπαίνου ἄξιε . οἱ δὲ |
ἦι , κινουμένου τοῦ ἀέρος ἦχον εἶναι καὶ τὸν ψόφον ἄναρθρον διὰ τὸ μὴ προσπίπτειν πρὸς ἠρεμοῦν . ὁρᾶν δ | ||
πλατεῖα , γεμίζουσα τὸ στόμα , ἀργὴν τὴν ὁμιλίαν καὶ ἄναρθρον ποιεῖ : ἡ δὲ στενὴ καὶ μικρά , ἐπερείδεσθαι |
νῦν δέ καί μοι τὸ σφόδρα αὐτῶν ἐπιδέξιόν τε καὶ εὔχαρι οἰχήσεσθαι ἄγον ὑμᾶς δοκεῖ , ὥστε ἡμῶν δὴ τῶν | ||
οἰκείαν λέξιν καὶ σύνθεσιν , ἔχουσαν τὸ Ἀττικόν , τὸ εὔχαρι , τὸ ἀπέριττον , τὸ ἀνενδεές . εἰ δέ |
μῖγμα τούτων τὸν κόσμον . καὶ † προστ ἀναλυθήσεται τὸ μονοειδές καὶ θείας μὲν οἴεται τὰς ψυχάς , θείους δὲ | ||
ἄλυτον , ἀνώλεθρον , ἀίδιον , ἄφθαρτον , θεῖον , μονοειδές , ἀσχημάτιστον , ἀνενδεές , ἀνελλιπές , ἀσώματον , |
δὲ ἡδί , καὶ ζώῳ μὲν ἁπλῶς τὸ φυσικὸν σῶμα ὀργανικόν , τοιῷδε δὲ ζώῳ τὸ τοιόνδε ὄργανον . ὅτι | ||
φυσικοῦ δυνάμει ζωὴν ἔχοντος : τοιοῦτον δὲ ὃ ἂν ᾖ ὀργανικόν . πρόσκειται τὸ φυσικὸν διὰ τὰ τεχνητά , τὸ |
πρὸς δὲ τούτοις εὐπρεπῶν παίδων πλῆθος , ἔτι δὲ κολάκων ἀνάγωγον παραδρομὴν ἔχειν ἐφιλοτιμεῖτο . κατὰ δὲ τὴν πόλιν καὶ | ||
ἀνθρώπου . Καὶ γὰρ ἄμφω μὲν θεῖα , καὶ τὸ ἀνάγωγον καὶ τὸ πρακτικόν : ἀλλὰ τὸ μὲν ἀῤῥενωπὸν , |
διδόναι πόμα θύμον ἢ ὀρίγανον ἢ γλήχωνα ἢ ὕσσωπον ἔχοντος ἐναφεψημένον : ἐπιτήδειον δὲ καὶ ὀξύμελι . Καὶ τὰς ὑφ | ||
, ἐναντιώτατα τούτοιϲ ἐϲτὶ τὰ λεπτύνοντα καὶ θερμαίνοντα : ἄνηθον ἐναφεψημένον ἐλαίῳ ἀνώδυνον καὶ ὑπνοποιὸν ὑπάρχει , καὶ μᾶλλον τὸ |
ἰδιότητας ἢ διὰ μυκτήρων ὀσμὰς ἢ χυλοὺς διὰ στόματος ἢ μαλακότητας εὐενδότους καὶ σκληρότητας ἀντιτύπους ἢ λειότητας καὶ τραχύτητας , | ||
ἰδιότητας ἢ διὰ μυκτηρίων ὀσμὰς ἢ χυλοὺς διὰ στόματος ἢ μαλακότητας εὐενδέτους καὶ σκληρότητας ἀντιτύπους ἢ λειότητας καὶ τραχύτητας , |
τοίνυν οὗτος ὑφίσταται γένη , τό τε ἐναρμόνιον καὶ τὸ χρωματικὸν καὶ τὸ διατονικόν : ἑκάστου δὲ αὐτῶν ποιεῖται τὴν | ||
[ τῶν ] εἰς τὸ ἡρμοσμένον ἤτοι διάτονόν ἐστιν ἢ χρωματικὸν ἢ ἐναρμόνιον . πρῶτον μὲν οὖν καὶ πρεσβύτατον αὐτῶν |
ῥύσιν , ἐγκατέχει δὲ τῇ εὐρυχωρίᾳ τὸ ἀποκριθέν . ὁπότε τρυφερὸν καὶ καθαρὸν σπογγάριον ἐπίμηκες [ προστίθεται ] ὡσαύτως διάβροχον | ||
ἐμβρέχων εἰς ὕδωρ ἡμέρας ηʹ . εἶτα βρέχε ἔριον τεθυωμένον τρυφερὸν τῷ ἀποβρέγματι καὶ μὴ ἐκπιέζων ἔα ξηρανθῆναι καὶ πεσσὸν |
πυρετόϲ ἐϲτι θερμότηϲ παρὰ φύϲιν καρδίαϲ καὶ ἀρτηριῶν βλάπτουϲα τὸν ζωτικὸν τόνον , ἀναφερομένη τε ἐκ βάθουϲ καὶ δριμεῖα καὶ | ||
πήρωσις αὐτῷ ἐπακολουθήσῃ . τοῦτο δὲ τοὐνυπάρχον ἐστὶ τὸ λεγόμενον ζωτικὸν θερμόν , ὃ πῦρ μὲν οὐκ ἔστιν : οὐ |
γὰρ μέρη ψυχῆς : τὸ μὲν θρεπτικόν , τὸ δὲ αἰσθητικόν , τὸ δὲ λογικόν . Τοῦ μὲν οὖν λογικοῦ | ||
ἀσύστατοι . καὶ συνιστάμεναι μὲν αἱ δύο ὑπάλληλοι , ἔμψυχον αἰσθητικόν , ἄψυχον ἀναίσθητον , καὶ μία διαγώνιος ἔμψυχον ἀναίσθητον |
τὸ μὲν γὰρ ἰσχνὸν καὶ δεινόν , τὸ δὲ μῆκος μεγαλοπρεπές . ἀλλ ' οἷον ὀλίσθῳ τινὶ ἔοικεν τὰ κῶλα | ||
μέντοι καὶ τὸ ψυχρὸν ἐν τρισίν , ὥσπερ καὶ τὸ μεγαλοπρεπές . ἢ γὰρ ἐν διανοίᾳ , καθάπερ ἐπὶ τοῦ |
ἀσυνδέτους , σκέλη τὰ πρόσθεν ἐλαφρὰ σύγκωλα , στῆθος οὐ σαρκῶδες , πλευρὰς οὐ βαρείας οὐδὲ ἀσυμμέτρους , κωλῆνα σαρκώδη | ||
τελείων παραδέχεσθαι . κατὰ μέντοι τὴν φύσιν τρυφερόν ἐστιν καὶ σαρκῶδες ἐπὶ τῶν ἀδιακορεύτων , σομφότητι πνεύμονος ἢ τρυφερίᾳ γλώττης |
ἀριστερά , ἐν κύκλῳ . φωνήεντα ζʹ , αεηιουω . ἑπτάχορδος λύρα : Τέρπανδρος ἐπὶ τῆς λύρας φησίν : ἡμεῖς | ||
ὀργάνου εἰς τὰ συμπόσια φοιτῶσιν : ἑπτάτονος χέλυς λέγεται ἡ ἑπτάχορδος : περικυκλοῦται : κυκλοειδὴς γὰρ ὁ χρόνος . καὶ |
καὶ ἄλλαι δύο : ἄλλο καὶ ἀλλοῖον , χωριστὸν καὶ ἀχώριστον . πᾶσαι δὲ ἕξ εἰσι , καὶ τούτων αἱ | ||
χωριστόν , οἷον τὸ λογικὸν εἶδος , καὶ τὸ πάντη ἀχώριστον , οἷον ἡ ποιότης : ἐν μέσῳ δὲ ἡ |
, ἡ δὲ αἴσθησις ἀλλοιουμένη δοκεῖ τὰ εἴδη τῶν αἰσθητῶν ἀναμάττεσθαι , ὥστε καὶ πάσχουσα . δείξει δὲ ὁ λόγος | ||
οὐχ οὕτω δὲ πάσχει , ὡς τὸν λόγον τοῦ πάθους ἀναμάττεσθαι χωρὶς τῆς ὕλης : οὐδὲ γὰρ ὅλως ἔχει τοιαύτην |
: τὸ δὲ διὰ τῶν καθ ' ἕκαϲτα τὸ μὲν εὔτονον γυμνάϲιον , τουτέϲτι τὸ βίαιον , πρὸϲ εὐτονίαν παραϲκευάζει | ||
ἐπιχειρούσας μιμεῖσθαι : τό τε ὀρθὸν ἐν τούτοις καὶ τὸ εὔτονον , τῶν ἀγαθῶν σωμάτων καὶ ψυχῶν ὁπόταν γίγνηται μίμημα |
ξηραντικὸς δὲ κατὰ τὴν πρώτην : ἔχει δέ τι καὶ στῦφον ὀλίγον . ὁ δὲ φλοιὸς αὐτοῦ τὴν στυπτικὴν δύναμιν | ||
μικτῆς ἐστι ποιότητος καὶ δυνάμεως : ἔχει γάρ τι καὶ στῦφον ἐν ἑαυτῷ καὶ δριμὺ μετρίως . Θεῖον ἅπαν ἑλκτικῆς |
. ἕξεις ] μέλλεις ἔχειν , εὑρήσεις . λιπαρόν ] ἀγωνιστικόν , φανερόν , στερρὸν ἢ ἔντιμον . οἱ γὰρ | ||
διὰ τὸ μικροὺς εἶναι καὶ κούφους τοῖς ἀγωνιζομένοις κατὰ τὸν ἀγωνιστικόν . Θα Ἀμυνίᾳ Θ : καὶ οὗτος Θ τῶν |
ἐλήλυθεν εἰπεῖν ἔχεις ἔχων εἰπεῖν τὸ σῶμα ὅπου ἐστίν , ἄυλον δὲ εἴ τί ἐστι καὶ δεῖται οὐδὲν σώματος πρότερον | ||
εἰσιν : οὐδὲ γάρ τις δύναται ξύλον ἢ λίθον ἐπινοῆσαι ἄυλον . ἢ καὶ τῇ ὑποστάσει καὶ τῇ ἐννοίᾳ ἄυλά |
φερόμεναιτὸ δὲ Δίωνος ἦθος ἠπιστάμην τῆς ψυχῆς πέρι φύσει τε ἐμβριθὲς ὂν ἡλικίας τε ἤδη μετρίως ἔχον . ὅθεν μοι | ||
δὲ οὐκ ἐν ῥυθμῷ ὂν τὸ ζῷον , ἀλλ ' ἐμβριθὲς μὲν τὰ μέσα , μακρὸν δὲ κατὰ τὸν αὐχένα |
ἀκριβὲς καὶ καθαρὸν οὔτε τὸ ἀπέριττον καὶ εὔρυθμον , ἀλλὰ κεχηνυῖά πώς ἐστιν αὐτοῦ ἡ ἰδέα τοῦ λόγου καὶ ἄτεχνος | ||
, [ οὔτε τὸ ] ἀπέριττον καὶ εὔρυθμον , ἀλλὰ κεχηνυῖά πως ἐστὶν αὐτοῦ ἡ ἰδέα τοῦ λόγου , καὶ |
τὰ ὀνόματα οὔτε ἡμιφώνῳ ἡμίφωνον ἢ ἄφωνον παράκειται , ἃ τραχύνει τὸν λόγον : ἀλλὰ συνολισθαίνουσιν ἀλλήλαις καὶ συγκαταφέρονται , | ||
καὶ στιβαρὰ καὶ ἀξιωματικὰ καὶ πολὺ τὸ αὐστηρὸν ἔχει , τραχύνει τε ἀλύπως καὶ πικραίνει μετρίως τὰς ἀκοάς , πάντες |
ὁ κέπφος ὄρνεόν ἐστι θαλάττιον , ἀτελὲς καὶ λάρον καὶ ἀφελὲς , ὃ καλοῦσι κοινῶς λάρον : ὅπερ φιλεῖ ἀφρὸν | ||
καὶ ἐπὶ πονηρῶν ἵππων ὀχοῦνται : ὁρᾷς , ὅσον τὸ ἀφελὲς τῆς γνώμης ; καὶ μὴν καὶ τὸ ἁδύ τι |
δή φημι πᾶσαν εἶναι λέξιν ἄμετρον , ἥτις ἐμφαίνει τὸ ποιητικὸν καὶ μελικόν : ᾗ δὴ καὶ τὸν Δημοσθένην κεχρῆσθαι | ||
τις ἐθέλει , μῦθος ἀλληγορικός ἐστιν : ὃ πρῶτον τυγχάνει ποιητικὸν χαρακτήρισμα : τὴν γὰρ ἰδίαν γνῶσιν , καὶ οὐχ |
δ ' ἦν ἐν τῷ μεταξὺ τοῖν τύποιν ἀμφοῖν ὅλοιν διόλου ἐπίσης πάντοθεν , ὅσον σπιθαμιαία ἢ καὶ μικρόν τι | ||
κακῷ χολώδει χολώδει , πικρῷ , χολοποιῷ * πεφορυγμένον : διόλου πεφορυγμένον δὲ ἤγουν μεμολυσμένον , ὅ ἐστιν ἀναμεμιγμένον καὶ |
. . τὸ πᾶν ὁ πατὴρ σωματοποιήσας καὶ ὀγκώσας ἐποίησε σφαιροειδές , τοῦτο αὐτῷ τὸ ποιὸν περιθείς , οὖσαν καὶ | ||
ἕδραν : οἱ μὲν φυσικώτερον τὸν οὐρανὸν ἀπέδοσαν διὰ τὸ σφαιροειδές , ἀλλ ' ἐναντιοῦται αὐτοῖς τὰ τῆς ἱστορίας : |
δὲ ἀνὰ πᾶσαν ἡμέραν ἐπέφερεν ἢ τυρὸν ἁπαλὸν ἢ στέφανον ἀνθηρὸν ἢ μῆλον ὡραῖον : ἐκόμισε δέ ποτε αὐτῇ καὶ | ||
ἑαυτῷ ἔσται ὁ λόγος . συμπλέκει δὲ ὅμως αὐτῷ τὸ ἀνθηρὸν τῶν λόγων εἶδος , ὃ δὴ χάριν ὁμοῦ καὶ |
μνημονικὸν τοῦ ἀναμιμνῃσκομένου πανταχοῦ κρεῖττον , ὅτι τὸ μὲν λήθῃ κέκραται , τὸ δὲ ἀμιγὲς καὶ ἄκρατον ἐξ ἀρχῆς ἄχρι | ||
ψυχρῶν ἢ τῶν θερμῶν ἢ τῶν ἄλλων , ἐξ ὧν κέκραται τὸ σῶμα , ὅταν ὑπερβολὴν ἔχῃ , καὶ ὁ |
τὴν μεγίστην . , . . ῥᾳστώνη ῥᾳστώνῃ συζῶντας καὶ ἀνειμένον βίον ἀσπαζομένους . , . . ὑβρίζειν ὑπέλαβε πονηροὺς | ||
μάχης ἀγών , τἄλλ ' ὄντες ἴστε μηδενὸς βελτίονες . ἀνειμένον τι χρῆμα πρεσβυτῶν γένος καὶ δυσφύλακτον ὀξυθυμίας ὕπο . |
τοῦ δὲ τετάρτου μορίου τῆς ψυχῆς , ὅ ἐστι τὸ θρεπτικόν , οὐκ ἔστιν ἀρετὴ τοιαύτη , περὶ ἧς ἡμῖν | ||
νοητικόν , ἢ τί τὸ αἰσθητικόν , ἢ τί τὸ θρεπτικόν , πρότερον ἐπισκεπτέον τί τὸ νοεῖν καὶ τί τὸ |
τὸ δὲ ἑνὸς εἴδους . καὶ πολλῶν μὲν ὡς τὸ κινητικόν : τὸ γὰρ κινητικὸν ἴδιόν ἐστι τοῦ ζῴου : | ||
τοῦ ἀγρίου ϲπέρμα τελέωϲ ἐϲτὶν ἄφυϲον καὶ οὐρητικὸν καὶ καταμηνίων κινητικόν , ὡϲαύτωϲ δὲ καὶ ἡ πόα . Δάφνηϲ τοῦ |
θαυμαϲτὸν φάρμακον καὶ πίτυοϲ ἢ πεύκηϲ φλοιὸϲ ἢ ἀδίαντον ξηρὸν λεῖον ἢ μυρϲίνηϲ φύλλα κατακεκαυμένα : λεῖα ἐμπάϲϲεται : ποιεῖ | ||
, τὸ μὲν φακοειδὲς ἐπὶ τῷ πέρατι προὖχον ἀμβλὺ καὶ λεῖον [ φακὸν ] ἔχοντα , τὸ δ ' ὀξὺ |
ἴδῃ καὶ τὴν τῶν ὀνομάτων ἐκλογὴν ἐνοῦσαν καὶ τὸ μηδὲν ἄψυχον εἶναι τῶν λεγομένων , θαρρῶν λεγέτω τούτους Λυσίου . | ||
Δείκνυσι δὲ ὅτι μόνη ψυχὴ αὐτοκίνητος διὰ τοῦ πᾶν ἑτεροκίνητον ἄψυχον εἶναι . Συλλογίζεται δὲ οὕτως : πᾶσα καὶ μόνη |
, λόγον τε προσειληφέναι τῇ ἀληθεῖ δόξῃ καὶ ἀντὶ δοξαστικοῦ τεχνικόν τε καὶ ἐπιστήμονα περὶ ἁμάξης οὐσίας γεγονέναι , διὰ | ||
, θάτερον οὐκέτι δίδωμι , τὸ περὶ τὰς οἰκονομίας αὐτοῦ τεχνικόν , πλὴν ἐπ ' ὀλίγων πάνυ δημηγοριῶν . ὁρῶ |
γίνεται δυνάμεως , ἐχούσης πλεῖστον μὲν τὸ ῥυπτικόν τε καὶ τμητικόν , ὀλίγον δὲ τὸ στυπτικόν . Μυριόφυλλον ξηραντικῆς ἐστι | ||
. μιγνύμενοϲ δὲ κηρωτῇ πολλῇ , ἀπουλωτικὸν γίγνεται φάρμακον καὶ τμητικόν . Ἰοῦ ϲκώληκοϲ ϲκευαϲία . Εἰϲ θυίαν Κυπρίου χαλκοῦ |
ἐὰν δὲ καὶ διήγημα ᾖ κατασκευαστικόν , τὴν λέξιν δεῖ πολυσχημάτιστον εἶναι παρενθήκαις , παραζητήσεσιν , ἀναδρομαῖς . παράδειγμα τούτου | ||
χοριαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον ἐκ χοριάμβου καὶ ἀντισπάστου . Τὸ δʹ πολυσχημάτιστον τρίμετρον ἀκατάληκτον ἐκ χοριάμβου καὶ ἀντισπάστου καὶ ἰαμβικῆς συζυγίας |
καὶ μεταβάλλον εἰς ἑαυτὸ τὴν τροφήν , τὸ δὲ τεχνικὸν αὐξητικόν τε καὶ τηρητικόν , οἷον ἐν τοῖς φυτοῖς ἐστι | ||
περιφραστικῶς , ἥτις ἀμαυροῖ τοὺς ἔχοντας . . ἐπίρροθον ] αὐξητικόν . . ὅ τοι κατόπτης ] ὁ ἐπιτηρητὴς τοῦ |
τε μῆκος καὶ βάθος ἕκαστοι πήχεις τέσσαρας , καὶ τὸ πυκνότατον , καθ ' ὃ συνησπικὼς ἕκαστος ἀπὸ τῶν ἄλλων | ||
ψεύσομαι περὶ τῆς Κορίνθου , τὸν Σίσυφον μὲν ὑμνῶν δηλονότι πυκνότατον παλάμαις , ἀντὶ τοῦ βουλαῖς , πράξεσι , τουτέστι |
μᾶλλον ἢ αὐτὸ διαχωρέουσιν . Ὤκιμον ξηρὸν καὶ θερμὸν καὶ στάσιμον . Πήγανον οὐρέεται μᾶλλον ἢ διαχωρέει , καὶ συστρεπτικόν | ||
ὡς ” Ὠκεανοῦ τις ὕδωρ λέγεται στάζειν πέτρα “ , στάσιμον τὸ μέρος εἴληχε τὴν κλῆσιν φέρειν . τὴν δ |
μέσον κοινός , διάζευξις δ ' ὅταν δύο τετραχόρδων ἑξῆς μελῳδουμένων ὁμοίων κατὰ σχῆμα τόνος ᾖ ἀνὰ μέσον . ὅτι | ||
τὸν δὲ τόνον ἐπόγδοον . τῶν δὴ παρὰ τοῖς κιθαρῳδοῖς μελῳδουμένων τετραχόρδων πεποιήσθω πρῶτον τὸ ἀπὸ νήτης μέχρι παραμέσης διὰ |
τὸν καθ ' ἡμᾶς νοῦν , εἰς τὸ πρακτικὸν καὶ θεωρητικόν . καὶ εἰπὼν διαφέρειν αὐτοὺς ἀλλήλων κατὰ τὰ ὑποκείμενα | ||
γὰρ τοῦτο ἐπιστήμη ἐστίν . εἰς τρία δὲ ὑποδιαιρεῖται τὸ θεωρητικόν , τουτέστιν εἰς φυσιολογικὸν μαθηματικὸν καὶ θεολογικόν , ἐπειδὴ |
γίνεσθαι συμπιπτόντων τῶν χαρακτήρων καὶ τῶν γραμμάτων , ἀναλαμβάνει καθάπερ ἐκμαγεῖον καὶ διατυποῦται ῥᾳδίως ὑπὸ τῶν φαντασμάτων τορνευόμενός τε καὶ | ||
οὐδεμίαν ποτὲ οὐδενὶ τῶν εἰσιόντων ὁμοίαν εἴληφεν οὐδαμῇ οὐδαμῶς : ἐκμαγεῖον γὰρ φύσει παντὶ κεῖται , κινούμενόν τε καὶ διασχηματιζόμενον |
ἐπισυνάπτει τε καὶ περιβάλλει ἀτάκτως διὰ τὸ ταῖς ἐπεμβολαῖς χωρὶς εὐκρινείας χρῆσθαι : ὅθεν ἔδοξέ τισι φλύαρος καὶ ἄλλως ἀσαφὴς | ||
. ὑπόθεσις καὶ ἀναπλήρωσις τὸ σχῆμα : ἔστι δὲ τῆς εὐκρινείας . ἀπὸ θεῶν καὶ συμπλήρωμα τὸ σχῆμα , ὅπερ |
ἡ ἄμπελος , καὶ ὅσα τοιαῦτα , αὐτὸ μέσον τὸ ξυλῶδες σχίσαντες ἐμβάλλουσι τὰ ἐνθέματα . καλεῖται δὲ οὗτος ὁ | ||
διὸ καὶ πολὺν χρόνον διαμένει καὶ κολουόμενον πάλιν βλαστάνει . ξυλῶδες δὲ καὶ τὸ ἀβρότονον , ἀλλ ' ἔχει τινὰ |
τιθέμενοι τὸ ἐπιστρέφεσθαι τῶν θεῶν . Ἀλέγω τὸ φροντίζω , ἀλογῶ δὲ τὸ καταφρονῶ . . ΚΑΤΑΦΡΑΖΕΣΘΕ . Βουλεύεσθε , | ||
καὶ περισπᾶται , εἰ μὴ ἐν προθέσει συντεθῇ . οἷον ἀλογῶ πολυλογῶ κακολογῶ μακρολογῶ . πρόσκειται εἰ μὴ ἐν προθέσει |
τὰ προβάτεια ἢ αἴγεια . ἄλλοι δὲ θεῖόν φασι τὸ ἐνθουσιαστικὸν πάθος . Βακχεῖος δὲ καὶ Καλλίμαχος Φιλῖνός τε καὶ | ||
ἀπὸ τούτου ἀναδραμεῖν [ καὶ ] ἐπὶ τὸν ὑψηλότερον καὶ ἐνθουσιαστικὸν ἔρωτα καὶ τὸ νοητὸν κάλλος εἰς ὃ ἀνάγει ὁ |
πέντε , μὴ τέσσαρα , μὴ τούτων ἄνω παπα δοκῶν ἔμμετρον εὑρεῖν τὸν στίχον , ὡς ἄμετρος πέφυκε τῶν ἑπτὰ | ||
δὲ καὶ ἐν λιθίνῃ στήλῃ Χαλδαικοῖς γράμμασιν ὃ μετενεγκὼν Χοιρίλος ἔμμετρον ἐποίησεν : ἐγὼ δ ' ἐβασίλευσα καὶ ἄχρι ἑώρων |
ὁρμήν : σβέσαι ὄρεξιν : ἐφ ' ἑαυτῷ ἔχειν τὸ ἡγεμονικόν . Εἰς μὲν τὰ ἄλογα ζῷα μία ψυχὴ διῄρηται | ||
αὐτὰ μυστηρίων καὶ τῇ Εὑρέσει τούτων τὸ κατὰ τούτων ἐχαρίσατο ἡγεμονικόν . αὐτὸς δ ' οὐκέτι βουλόμενος ἀργὸν τὸν ὑπεράνω |
ἃ μὲν ἐναρμόνια , ἃ δὲ χρωματικά , ἃ δὲ διατονικά , καὶ ἃ μὲν ῥητά , ἃ δὲ ἄλογα | ||
γένος , καθ ' ἣν ἃ μέν ἐστι τῶν διαστημάτων διατονικά , ἃ δὲ χρωματικά , ἃ δὲ ἐναρμόνια . |
λείπεται , δῆλον ἡμῖν διαιροῦσι γίνεται . ἐπεὶ γὰρ τὸ νοητικὸν εἰς δύο διῄρηται , εἰς τὸ περὶ τὰ ἀναγκαῖα | ||
γήϊνα . τὴν ἰκμάδα ] τὴν λεπτότητα . , τὸ νοητικὸν γόνιμον , τὴν πιότητα . , τὴν αὔξησιν . |
χαλεπαίνομεν . ταύτης δή φημι τῆς ἀρετῆς πάνυ δεῖν τοῖς ἐναγωνίοις λόγοις , εἰ μέλλουσιν ἕξειν πολὺ τὸ ἀληθινὸν καὶ | ||
' οἱ αὐτοὶ τοῖς παιδικοῖς καλουμένοις , οἷς οὐκ οὖσιν ἐναγωνίοις πρὸς τὰς εὐωχίας χρῶνται . διὸ καὶ τέρενας αὐτοὺς |
ἀρετὴν λέγων , τοῦτ ' ἔστιν ἐν ἀρετῇ κείμενον , ψυχικὸν ὑπείληφεν : ὁ δ ' ἡδονήν , σωματικόν : | ||
οἱ λόγοι . Διαφέρουσι δὲ ὅτι ὁ μὲν προειρημένος τὸ ψυχικὸν ἐθεώρει κάλλος τό τε ἐν ἐπιστήμαις καὶ ἀρεταῖς καὶ |
ἔχει τὸ σῶμα στικτὸν κατάστικτον , κροκοειδές , εὐπρόσωπον , εὔχρουν , εὐειδὲς πολυειδές , ὑγρόν , εὐέλικτον , πολύμορφον | ||
ἤρκεσε πρὸς λύσιν τοῦ νοσήματος , ἐνίοτε δὲ καὶ τὸ εὔχρουν γενέσθαι τὸ οὖρον μόνον . πολλάκις δὲ τὸ λευκὸν |
γεγόνασιν ἀγχίσποροι θεοῦ . ἀποθάνοι μου ἡ ψυχὴ τὸν | σωματικὸν βίον , ἵν ' ἐν ψυχαῖς δικαίων καταριθμηθῇ , | ||
γράφεται : οἷον , Βάκχιος : Μούλιος , οὐ τὸ σωματικὸν μέρος , ἐκεῖνο γὰρ διὰ τῆς ει διφθόγγου : |
γὰρ οὐκ ἀναλίσκεται ὥσπερ χρυσίον , ἀλλ ' εἰ διδῷτο ἐξητασμένως , ἀπείρως παραμένει καὶ τῷ δόντι καὶ τῷ λαβόντι | ||
τὸ ἐγχείρημα καὶ τὴν πρᾶξιν ἐμφαίνων . ἄγαν δ ' ἐξητασμένως ἐπὶ μὲν τοῦ κτήνους εἶπεν : „ ἐὰν δὲ |