ἐν τῷ μεταξὺ δὲ γεύσεως καὶ ἀκοῆς τὸ τῶν ὀσμῶν ἀντιλαμβανόμενον πνεῦμα , ἀτμῶδες οἷον πεφυκός , γεῶδες δὲ τὸ
θεῖον σῶμα πολλῷ ἄμεινον καὶ θειότερον καὶ ἄλλον ἴσως τρόπον ἀντιλαμβανόμενον τῶν αἰσθητῶν , ὅνπερ τὰ γεννῶντα τῶν γεννωμένων .
7207214 αἰσθητηριον
τῶν αἰσθητῶν τὴν αἴσθησιν διατίθεσθαι ἄλλως δὲ ὡς σῶμα τὸ αἰσθητήριον : ἄλλο γὰρ τὸ χρώμασιν ἢ θερμοῖς ἢ χυμοῖς
, ὄσφρησις καὶ αἱ λοιπαὶ αἰσθήσεις ἀκοὴ καὶ ἁφή . αἰσθητήριον ἤτοι ὀφθαλμὸς ἢ ῥὶς ἢ γλῶττα , ἃ καὶ
6561002 ὁρασις
ὑπό τινων ὠνομάσθαι , ὅτι καλὰ καὶ χαρίεντα μόνη ἡ ὅρασις παρέχει . ἄλλοι δὲ τὴν ὄψιν τὴν ὅρασιν ὀνομάζουσι
καὶ τὰ πόρρω ὁρᾶν . μὲν καὶ ἡ ἀπὸ ὕψους ὅρασις , λέγεται δὲ καὶ αὐτὸς ὁ ὑψηλὸς τόπος :
6557661 γευσεως
ἀπὸ τῶν λεπτῶν καὶ τῶν κούφων ἀπορρεῖν . περὶ δὲ γεύσεως καὶ ἁφῆς οὐ διορίζεται καθ ' ἑκατέραν οὔτε πῶς
δοκεῖ περὶ τῶν ἀκολάστων λέγεσθαι : ἔστι μὲν γὰρ τῆς γεύσεως ἡ κρίσις : ἤδη δὲ ἕξιν τινὲς τοιαύτην πεποίηνται
6528237 γευστον
ἡδύ , ὃ πρὸς ἑαυτὸ ἕλκει , καὶ γεῦσιν τὸ γευστόν : ὥστε συμβαίνει τὴν ἀκρασίαν ὑπὸ λόγου γίνεσθαι ,
ἧς εἰπὼν οὐ σιωπήσομαι . Σκευάζεται δὲ ἐκ τούτου καὶ γευστόν , μεγάλην ἐνέργειαν ἐμποιοῦν τῷ γευομένῳ . ἐὰν γάρ
6359318 αἰσθητον
' Αἴγυπτον „ , ὃς οὐδὲ τὸ πανύστατον καὶ νεώτατον αἰσθητὸν ἀγαθὸν ” ᾔδει τὸν Ἰωσήφ ” , ὅστις οὐ
ἐστι φωνή ; φωνή ἐστιν ἀὴρ πεπληγμένος ἢ τὸ ἴδιον αἰσθητὸν ἀκοῆς . Ἀλλ ' ἐπειδὴ ὁ ἀὴρ σῶμά ἐστιν
6354194 γευσις
* ἀπατηθῆναι , οἷον ὄψις χρώματος καὶ ἀκοὴ ψόφου καὶ γεῦσις χυμοῦ καὶ ἀτμῶν ὄσφρησις : πλείους δὲ καὶ τῆς
τοῦ χυμοῦ , ἐδόκει ἂν ἡ αὐτὴ καὶ μία αἴσθησις γεῦσις καὶ ἁφή : νῦν δὲ δύο φαίνονται διὰ τὸ
6187208 μανον
κριτικώτατον δὲ ἡδονῆς τὴν γλῶτταν : ἁπαλώτατον γὰρ εἶναι καὶ μανὸν καὶ τὰς φλέβας ἁπάσας ἀνήκειν εἰς αὐτήν : διὸ
εἶναι ὅτι ἔστι κενόν . εἰ μὲν γὰρ μὴ ἔστι μανὸν καὶ πυκνόν , οὐδὲ συνιέναι καὶ πιλεῖσθαι οἷόν τε
6184065 ἀκοη
πολὺ δὲ ταῦτα γνώσῃ τῇ πείρᾳ . ἡ περὶ τούτων ἀκοὴ οὐ βραδέως γέγονεν : ταχὺ γὰρ ἤγγειλα . καὶ
ἀλλὰ ταχέως . καὶ τῶνδε πύστις καὶ ἡ περὶ τούτων ἀκοὴ καὶ γνῶσις οὐ βραδύνει εἰς ἐπέκτασιν πολλοῦ χρόνου ,
6173291 ἁφη
: τὸ ψαφαρᾷ ἀπὸ τοῦ ψῶ τὸ λεπτύνω καὶ τοῦ ἁφὴ ἡ χεὶρ ὡς μὴ δυναμένη κρατηθῆναι . ψαφαρᾷ ]
γεῦσις δὲ πνεῦμα διατεῖνον ἀπὸ τοῦ ἡγεμονικοῦ μέχρι γλώττης , ἁφὴ δὲ πνεῦμα διατεῖνον ἀπὸ τοῦ ἡγεμονικοῦ μέχρις ἐπιφανείας εἰς
6148419 φυσικως
αὐγοειδές τέ ἐστι καὶ ἐς τὸ ἀλεαίνειν τὸ σῶμα καὶ φυσικῶς συνέχειν ἐπιτήδειον μεταλαμβάνει , δεσμούς τινας ἐκ τούτων αὑτῇ
καὶ δύναμις : προτέτακται δὲ ὁ στοχασμὸς , ἤτοι ὅτι φυσικῶς ἐν πάσαις ἐμπίπτει ταῖς στάσεσι ταῖς τε νομικαῖς καὶ
6123171 κουφοτης
οὐσιῶν , οἷον θερμότης ψυχρότης , λευκότης μελανία , βαρύτης κουφότης , καὶ ὅσα τοιαῦτα , καθ ' ἃς ποιότητας
καὶ τὰς δυνάμεις οἷον σκληρότης μαλακότης γλισχρότης κραυρότης πυκνότης μανότης κουφότης βαρύτης καὶ ὅσα ἄλλα τοιαῦτα : ἡ μὲν γὰρ
6086610 ὀσφρησις
, φωνὰς δὲ ἀκοή , χυλοὺς δὲ γεῦσις , καὶ ὄσφρησις ἀτμούς , μαλακότητας δὲ καὶ σκληρότητας καὶ ὅσα θερμὰ
ἄλλων αἰσθήσεων : ἅμα γὰρ τῇ γεύσει ὁ χυμὸς καὶ ὄσφρησις τῷ ὀσφραντῷ καὶ οὐδὲν μεταξύ . ὁμοίως δὲ οὐδὲ
6078514 αἰσθητικον
γὰρ μέρη ψυχῆς : τὸ μὲν θρεπτικόν , τὸ δὲ αἰσθητικόν , τὸ δὲ λογικόν . Τοῦ μὲν οὖν λογικοῦ
ἀσύστατοι . καὶ συνιστάμεναι μὲν αἱ δύο ὑπάλληλοι , ἔμψυχον αἰσθητικόν , ἄψυχον ἀναίσθητον , καὶ μία διαγώνιος ἔμψυχον ἀναίσθητον
6013937 φερομενον
* † ὑμνήσομεν . τὸ ἐν τῇ παλάμῃ τοῦ Διὸς φερόμενον πῦρ . τοῦ κτύπους ἐγείροντος ταῖς βρονταῖς . ἐν
καὶ αὔριον καὶ τὰς μετὰ τὴν αὔριον ἡμέρας , τοιοῦτον φερόμενον : ὅσα δὲ οὖρα κατά τι τῶν εἰρημένων τεσσάρων
5978605 ὀψις
Περὶ ποιητικῆς . : . . . τὸ δὲ τέταρτον ὄψις , οἷον αἵ τε Φορκίδες καὶ Προμηθεὺς καὶ ὅσα
συγκόψειν ἔμελλον καὶ τὰς ναῦς ἐμπρήσειν . οἰκτρὰ δὲ ἡ ὄψις ἦν ἀναιρουμένων θηρίων ἡμέρων τε καὶ σπανίων καὶ νεῶν
5965723 μονοειδες
μῖγμα τούτων τὸν κόσμον . καὶ † προστ ἀναλυθήσεται τὸ μονοειδές καὶ θείας μὲν οἴεται τὰς ψυχάς , θείους δὲ
ἄλυτον , ἀνώλεθρον , ἀίδιον , ἄφθαρτον , θεῖον , μονοειδές , ἀσχημάτιστον , ἀνενδεές , ἀνελλιπές , ἀσώματον ,
5929963 πυκνον
μαντικήν : ἐμφαίνεσθαι γὰρ ἐν αὐτῷ διὰ τὸ λεῖον καὶ πυκνὸν καὶ λαμπρὸν τὴν ἐκ τοῦ νοῦ φερομένην δύναμιν :
, ἤγουν δυσπετέως φέρειν τὴν νοῦσον , πνεῦμα μέγα καὶ πυκνὸν εἶναι , τὴν ὀδύνην μὴ παύεσθαι , τὸ πτύελον
5924570 ζωτικον
πυρετόϲ ἐϲτι θερμότηϲ παρὰ φύϲιν καρδίαϲ καὶ ἀρτηριῶν βλάπτουϲα τὸν ζωτικὸν τόνον , ἀναφερομένη τε ἐκ βάθουϲ καὶ δριμεῖα καὶ
πήρωσις αὐτῷ ἐπακολουθήσῃ . τοῦτο δὲ τοὐνυπάρχον ἐστὶ τὸ λεγόμενον ζωτικὸν θερμόν , ὃ πῦρ μὲν οὐκ ἔστιν : οὐ
5830939 περιττωμα
γὰρ οἱ πρῶτοι τοῦτο φήσαντες : καί ἐστι τὸ ὠχρὸν περίττωμα τοῦ σπέρματος . ὅτι δὲ τὸ ὠχρὸν νεοττὸν ἔλεγον
πιτυρῖται ὑπάγουσι διά τε τὸ ἐν τῇ γαστρὶ πολὺ ποιεῖν περίττωμα καὶ διὰ τὸ ῥυπτικῆς δυνάμεως μετέχειν τὸ πίτυρον .
5827621 νευρον
τῶν οὕτω δριμέων οὐδενὶ χρήσῃ : γυμνὸν γὰρ ὂν τὸ νεῦρον οὐκ οἴσει τὴν δύναμιν αὐτῶν σφοδρὰν οὖσαν . τίτανον
, Αἰητοῦ τε μέσον , καὶ Τόξων ἄγχι κορώνης ἀκρότατον νεῦρον , θηρὸς φονίοιο τε κέντρον , ἠδὲ Θυτήριον ἄκρον
5810479 ἐμβριθες
φερόμεναιτὸ δὲ Δίωνος ἦθος ἠπιστάμην τῆς ψυχῆς πέρι φύσει τε ἐμβριθὲς ὂν ἡλικίας τε ἤδη μετρίως ἔχον . ὅθεν μοι
δὲ οὐκ ἐν ῥυθμῷ ὂν τὸ ζῷον , ἀλλ ' ἐμβριθὲς μὲν τὰ μέσα , μακρὸν δὲ κατὰ τὸν αὐχένα
5800308 χρωματων
προσώπων εἰσάγει . ἐφοίτησεν δὲ καὶ γραφεῦσιν , τὴν τῶν χρωμάτων ποικίλην μῖξιν ἐκμαθεῖν βουλόμενος : ὅθεν ἐν Τιμαίῳ πολὺν
οἰνωποὶ καὶ κροκοειδεῖς καὶ σχεδὸν ἁπάσας ἔχοντες γίνονται τὰς τῶν χρωμάτων διαφοράς . ἐπεὶ δὲ τὰ πλεῖστα γίνονται τῶν χρωμάτων
5797719 αὐγοειδες
ἀναλήψει τῆς ἀληθείας καὶ καθαρότητος ἐπιμέλειαν ποιεῖσθαι τῆς περὶ τὸ αὐγοειδὲς ἡμῶν σῶμα , ὃ καὶ ψυχῆς λεπτὸν ὄχημα οἱ
ὅλης διαίτης τοῦ θνητοῦ ἡμῶν σώματος , ἐν ᾧ τὸ αὐγοειδὲς ἔγκειται προσπνέον τῷ ἀψύχῳ σώματι ζωὴν καὶ τὴν ἁρμονίαν
5782979 αἰσθησεων
σχεδὸν κινεῖ κατάληψιν , εἰ καὶ μόνον ἐξαιρέτως καθάπτεται τῶν αἰσθήσεων : ἐν δὲ τοῖς Κανόσι δύο φησὶν εἶναι γνώσεις
λόγῳ προσβιβάζουσα καὶ ἀνευρίσκουσα διὰ τῆς συνεχοῦς καὶ ἀπηλλαγμένης τῶν αἰσθήσεων ἀνακινήσεως κατὰ τὴν ἐφεξῆς θεωρίαν τὸ οἰκεῖον ἑκάστῃ φύσει
5754298 χρωμα
τὸ χρῶμα δημιουργεῖ , καὶ οὐκ ἔστι σῶμα μὴ ἔχον χρῶμα . τοῦτο οὖν τὸ ὁμοῦ συνημμένον , φημὶ δὲ
ὀξύ , ἐπὶ δὲ τὸ βαρὺ ἐναντίως , τὸ δὲ χρῶμα ἐπὶ μὲν τὸ ὀξὺ κατὰ ἡμιτόνιον καὶ ἡμιτόνιον καὶ
5716335 συνθεωρειν
συνεζευγμένον αὐτῷ καὶ ἀχώριστον ταῖς κατιούσαις ἀπ ' αὐτοῦ ἐνεργείαις συνθεωρεῖν ὀφείλομεν . ὅταν γὰρ αἱ ἐπὶ τὰ ἐκτὸς τοῦ
ἔξω τῆς χρείας καὶ ὠφελείας πίπτει τὸ μέγεθος , προσήκει συνθεωρεῖν αὐτόθεν , ὅτι τοῦ ἀναμαρτήτου πολὺ ἀφεστῶτες οἱ τηλικοῦτοι
5707985 ἀντιλαμβανεται
ἔννοια ἡμῶν τοῦ ἑνὸς ἀντιλαμβανομένη τοῦ διωρισμένου πρὸς τὰ ἄλλα ἀντιλαμβάνεται . Διὸ καὶ συναναφαίνει τὴν τῶν πολλῶν ἀντίληψιν ,
ἐστιν αἴσθησις ἀντι - ληπτική , κεκοινωνηκότων ἡ αὐτὴ αἴσθησις ἀντιλαμβάνεται : οἷον πάντων τῶν χρωμάτων τῶν κεκοινωνηκότων τῷ λευκῷ
5685124 ἀρτηριων
ἀρτηρίας [ ] : διὰ μέντοι ? [ τῶν ] ἀρτηριῶν [ ] [ ἀπορεῖν ] ἐκ τούτων [ ὡς
πολλά , καὶ τὸ δικτυοειδὲς πλέγμα , καὶ διὰ τῶν ἀρτηριῶν μεταδοθῇ τῇ καρδίᾳ καὶ ἐξάψῃ τὸν πυρετόν . Σημεῖα
5680531 κατοπτρων
μέντοι ἀὴρ κινεῖται ὑπὸ τῶν καταμηνίων καὶ τὸν ἐπὶ τῶν κατόπτρων ἀέρα συνεχῆ ὄντα ποιόν τινα ποιεῖ καὶ τοιοῦτον οἷον
τε εἶναι φιλοσοφῆσαι . ἔτι τοίνυν πολλά , ὥσπερ διὰ κατόπτρων φανότητι διαφερόντων , θηρᾷ εἴδωλα τῶν τῆς φύσεως ἔργων
5656298 πνευμα
δεόμενον τὸ βαρὺ καὶ μείζονος εἰ δι ' ὅλου τὸ πνεῦμα πέμποιτο , ὥστε ὅσον μήκους προστίθεται τοσόνδε καὶ πνεύματος
ἁπλῶς περίπατος δύναται ὁ ἀποθεραπευτικὸς ἀνεῖναι μὲν ψυχὴν καὶ μεταστεῖλαι πνεῦμα καὶ εἰς τάξιν ἀγαγεῖν λῦσαί τε τὰ συντεταμένα καθᾶραί
5643172 εἰλικρινες
ὑπὸ τοῦ ἀέρος . τὸ δὲ μέσον οἷον καθαρὸν καὶ εἰλικρινές . διὸ καὶ ταύτῃ μὲν [ οὐ ] διορᾶται
, οἰόμεθα , εἴ τῳ γένοιτο αὐτὸ τὸ καλὸν ἰδεῖν εἰλικρινές , καθαρόν , ἄμεικτον , ἀλλὰ μὴ ἀνάπλεων σαρκῶν
5635455 περιεχον
καὶ ὁ τοῦ σώματος κλύδων , ἀλλὰ καὶ πᾶν τὸ περιέχον : ἥσυχος μὲν γῆ , ἥσυχος δὲ θάλασσα καὶ
λιγνὺς φλογώδης συνίσταται , οἵα πολλάκις πυρώδης ἔκλαμψις κατὰ τὸ περιέχον ἐμφαίνεται . ἐλάττονος δὲ καὶ ἧττον λεπτῆς ὑπαρχούσης ὑπόπυρός
5633660 ὁρασεως
κάτοπτρον σχέσιν . εἰ δέ τι τῶν ἐνταῦθα λεγομένων περὶ ὁράσεως μὴ συνᾴδει τοῖς ἔμπροσθεν , οὐ δεῖ θαυμάζειν :
καὶ διὰ βρωτῶν καὶ ποτῶν καὶ ἁφῶν καὶ ἀκοῆς καὶ ὁράσεως νομικῶς . Τὸ γὰρ καθόλου πάντα πρὸς τὸν φυσικὸν
5632625 ζωιον
καὶ αἰθέρι εἶναι . μήποτε μέντοι καὶ Ὅμηρος ὡς πρὸς ζῶιόν φησιν : Ἠελίου , ὃς πάντ ' ἐφορᾶι καὶ
? καὶ ἔστιν ποικιλώτερα . ὁ γὰρ ἄνθρωπος - καὶ ζῶιόν ἐστιν καὶ πρὸς τούτωι λογικὸν καὶ θνητόν . τὸ
5604152 σφαιροειδες
. . τὸ πᾶν ὁ πατὴρ σωματοποιήσας καὶ ὀγκώσας ἐποίησε σφαιροειδές , τοῦτο αὐτῷ τὸ ποιὸν περιθείς , οὖσαν καὶ
ἕδραν : οἱ μὲν φυσικώτερον τὸν οὐρανὸν ἀπέδοσαν διὰ τὸ σφαιροειδές , ἀλλ ' ἐναντιοῦται αὐτοῖς τὰ τῆς ἱστορίας :
5602317 σκληρον
, οὐδὲ περιστάσεων . Ἀγαπήσετε δὲ ὅμως τὸ καματηρὸν καὶ σκληρὸν τοῦτο τῆς διαγωγῆς , καὶ ἐπίπονον , διὰ τὰ
μόνου ἐμνημόνευσε τοῦ μαλθακοῦ , εἰδὼς ὡς καὶ εἴ τι σκληρὸν , ἐκείνῳ δὲ ἡδὺ , ὡς μαλθακὸν αὐτῷ φαίνεται
5601441 ὁρατων
τούτοις τέλος , εἰς θείαν γένεσιν ἅμα καὶ τὴν τῶν ὁρατῶν καλλίστην τε καὶ θειοτάτην φύσιν ἰτέον , ὅσην ἀνθρώποις
πάντων ἀποκρουσθῶσι , συκοφαντήσουσιν . αὐτίκα γὰρ ἐπὶ τῶνδε τῶν ὁρατῶν καὶ κατ ' ἐνέργειαν αἰσθητῶν ὀλίγον παραλλάξασι | τοῖς
5588424 ψυχροτης
ταῦτα καὶ ἐν τούτοις , οἷον μέγεθος , μικρότης , ψυχρότης , θερμότης , ἁπλῶς τὸ χειμερινὸν ἢ εὐδιεινὸν καὶ
, πρὸς δὲ τὴν γῆν ψυχρότης . Γῆς ποιότητες ξηρότης ψυχρότης : ἰδία μὲν ξηρότης , κοινὴ δὲ πρὸς μὲν
5582224 ψυχικον
ἀρετὴν λέγων , τοῦτ ' ἔστιν ἐν ἀρετῇ κείμενον , ψυχικὸν ὑπείληφεν : ὁ δ ' ἡδονήν , σωματικόν :
οἱ λόγοι . Διαφέρουσι δὲ ὅτι ὁ μὲν προειρημένος τὸ ψυχικὸν ἐθεώρει κάλλος τό τε ἐν ἐπιστήμαις καὶ ἀρεταῖς καὶ
5581058 προσπιπτον
: τὸ δὲ περὶ τὴν ναῦν προσρήγνυται . πιτνὸν ] προσπῖπτον . ἄλλο δ ' ἀείρει ] ὑψοῖ . ἡ
, τοῦτ ' εἶναι πιστόν , τὸ δέ τινι μόνωι προσπῖπτον ἄπιστον ὑπάρχειν διὰ τὴν ἐναντίαν αἰτίαν . ἐναρχόμενος γοῦν
5576038 φανταστικον
λόγου ἀντιλήψεις ποιεῖσθαι . Αἰσθητικὸν γὰρ κριτικόν πως , καὶ φανταστικὸν οἷον νοερόν , καὶ ὁρμὴ καὶ ὄρεξις , φαντασίᾳ
. φάντασμα δέ ἐστιν ἐφ ' ὃ ἑλκόμεθα κατὰ τὸν φανταστικὸν διάκενον ἑλκυσμόν : ταῦτα δὲ γίνεται ἐπὶ τῶν μελαγχολώντων
5572273 ἀτμωδες
ὅταν αἵματος πληρωθῶσι τ ' ἀγγεῖα , τὸ δ ' ἀτμῶδες τοῦ αἵματος καταῤῥέον ἔρχεται εἰς τὰς κενὰς χώρας ,
κράσεως . ἐφ ' ὧν μὲν γάρ ἐστι τὸ διαπνεόμενον ἀτμῶδες καὶ χρηστὸν , τοῦτο συναγόμενον οὐ πυρετὸν , ἀλλὰ
5550743 ἁπτων
: λαβιδίῳ καθ ' ἕνα χόνδρον τοῦ λιβάνου λαβὼν καὶ ἅπτων πρὸϲ λύχνον ἐπιτίθει εἰϲ κοῖ - λον λοπάδιον ὀϲτράκινον
λιβανωτοῦ ποίει : λαβιδίῳ καθ ' ἕνα χόνδρον τοῦ λιβάνου ἅπτων εἰς λύχνον ἐντίθει εἰς κοῖλον λοπάδιον ὀστράκινον καινόν ,
5540243 ὀργανικον
δὲ ἡδί , καὶ ζώῳ μὲν ἁπλῶς τὸ φυσικὸν σῶμα ὀργανικόν , τοιῷδε δὲ ζώῳ τὸ τοιόνδε ὄργανον . ὅτι
φυσικοῦ δυνάμει ζωὴν ἔχοντος : τοιοῦτον δὲ ὃ ἂν ᾖ ὀργανικόν . πρόσκειται τὸ φυσικὸν διὰ τὰ τεχνητά , τὸ
5530729 αἰσθανεσθαι
ᾐσθάνετο ἀλληγορικὸν καὶ ὑπερβολικὸν ἅμα , τὸ δὲ τὴν οἰκουμένην αἰσθάνεσθαι ἐμφατικὸν τῆς δυνάμεως τῆς Ἀλεξάνδρου , καὶ ἅμα δέ
τῶν στοιχείων . καὶ συμβαίνει ταὐτὸν εἶναι τὸ φρονεῖν καὶ αἰσθάνεσθαι καὶ ἥδεσθαι καὶ τὸ λυπεῖσθαι καὶ [ τὸ ]
5509499 ὑγροτερον
τῆς Παρθένου ζώδιῳ βροντὴ καταρραγήσεται ἐὰν πρὸς τὴν ἡμέραν , ὑγρότερον κατάστημα γενήσεται πρὸς κόσμον καὶ ἀφθονία τῶν καρπῶν ἀλλὰ
τῶν βουνῶν καὶ τῶν γεωλόφων ξηρότερον τὸ κατάστημα ποιεῖ , ὑγρότερον δὲ τὸ ἀπὸ τῶν ποταμῶν καὶ πάντων ποτίμων ὑδάτων
5508369 πασχον
χαλάσματος μία καὶ δευτέρα ἀγκύλη γίνεται μετὰ χαλάσματος περὶ τὸ πάσχον κῶλον : ἡ δ ' ἀντικειμένη τοῦ ἱμάντος ἀρχὴ
' ἄμφω δρᾷ , καὶ κατ ' ἄμφω πάσχει τὸ πάσχον , οὐκ ἔστι τοῦτο αἰσθάνεσθαι , ἀλλὰ πάθος ἁπλῶς
5504082 αἰθεριον
. . ἐναέριον κρέμασμα ὑπάρχων . . νῦν δ ' αἰθέριον κίνυγμ ' ] νῦν δὲ πέπονθα ὁ τάλας κίνυγμα
ἄρτους ἐκ τοῦ οὐρανοῦ „ : τῷ γὰρ ὄντι τὴν αἰθέριον σοφίαν ὁ θεὸς ταῖς εὐφυέσι καὶ φιλοθεάμοσιν ἄνωθεν ἐπιψεκάζει
5498515 ὀψεως
φοβεροὶ μὲν εἰς τὸ θεαθῆναι τουτέστιν ἱκανοὶ φοβεῖν ἐκ τῆς ὄψεως , δεινοὶ δὲ καὶ ἐπιτήδειοι καὶ δεξιοὶ πρὸς πόλεμον
ὅλον οἶκον . ὅτι διὰ τὰς τρίχας τὰς κατὰ τῆς ὄψεως αὐτοῦ ὀρθῶς οὐχ ὁρᾷ ἀλλὰ πλαγίως . ὅτι ἡ
5493116 ἀορατον
τὸν δὲ διὰ τούτων ἀοράτως ἐνεργοῦντα ἕτερον εἶναι , τὸν ἀόρατον . συνοικείτωσαν οὖν δύο θεράποντες τῶν νομοθετικῆς ὑπηρέται δυεῖν
αἴτιον , εἴ τις κατὰ τὸ ἁπλοῦν ἐκλαμβάνοι , θεὸν ἀόρατον καὶ ἀκίνητον ἂν ἡγήσαιτο καὶ τὸ τούτου ζητητικὸν εἶδος
5492067 ποιουν
δὲ τὰ ἄλλα πολλά : καὶ ἓν μὲν ὄν , ποιοῦν δὲ ἑαυτὸ ἐν τῇ οἷον κινήσει πολλά : καὶ
ταῦτα συνυφίστασθαι , τό τε πάθος αὐτὸ , καὶ τὸ ποιοῦν , καὶ τὸ πάσχον . Ὁ τοίνυν ἀντιλαμβανόμενος τοῦ
5487320 ὑγροτης
κατὰ μέρος δὲ αἰτίων διάγνωσις παρίστησι τὴν ἐνοχλοῦσαν δυσκρασίαν . ὑγρότης δὲ ἢ ξηρότης κατ ' αὐτὰς , βραχύ τι
ἐξαιρεθῇ , συρρεῖ γὰρ εἰς τὸ ἕλκωμα τοῦτο πλείων ἡ ὑγρότης , ἐν δὲ τῇ ἐλάτῃ καὶ τῇ πίτυϊ ὅταν
5474815 ὀσφραντων
ἀλλ ' ἑτέραν μὲν οὐκ ἂν ἔχοι : τῶν γὰρ ὀσφραντῶν ἡ ἀντίληψις ὄσφρησις ἦν , ὥσπερ τῶν ὁρατῶν ὄψις
τῶν ψόφων ἢ τῶν χρωμάτων , καὶ οὐδενὸς αἰσθανόμεθα τῶν ὀσφραντῶν ἄνευ τοῦ λυπεῖσθαι ἢ ἥδεσθαι , οὐχ ὡς ἡ
5448349 ἀντιλαμβανομενης
παρυφισταμένων τὰ μὲν μετρίως τοῦτο πάσχει διακεκριμένων αὐτῶν τῆς ὄψεως ἀντιλαμβανομένης , τὰ δ ' αὖ ἐπιπλέον , ὡς ἤδη
ξηρῶν δᾴδων ἢ καὶ ἄλλης τινὸς ὕλης εὐπρήστου καὶ ταχέως ἀντιλαμβανομένης πυρός , ὁ δὲ ἥλιος ἐξ ἐναντίας αὐτὸν ταῖς
5447455 μανοτητι
διπλασιασμός , ὅτ ' ἂν τὴν προειρημένην κατὰ βάθος πύκνωσιν μανότητι μετατάττομεν ἢ οἱ παρεντεθέντες ἐξελίξωσι κατὰ βάθος . Ἀποκαταστῆσαι
ἀλλὰ πάντες γε τὸ ἓν τοῖς ἐναντίοις σχηματίζουσιν οἷον πυκνότητι μανότητι καὶ τῷ μᾶλλον καὶ τῷ ἧττον , ταῦτα δέ
5432583 λεπτοτερον
, εἰ δὲ πλέον , πλείοϲι . καὶ εἰ μὲν λεπτότερον τὸ περιεχόμενον ὑπολάβοιμεν αἷμα , ἐπιπολῆϲ ἐγχαράξομεν , εἰ
ὡς ἐν ἄλλοις φησίν , ἀέρος μὲν πυκνότερον ὕδατος δὲ λεπτότερον . καὶ ὁ μὲν Ἀλέξανδρος Ἀναξίμανδρον οἴεται τὸν ἄλλην
5423440 ὁρωμενον
Ἀντὶ τοῦ εἰς ὄψιν : ἀπὸ τοῦ ὁρῶντος ὀφθαλμοῦ τὸ ὁρώμενον . . ΠΑΡΘΕΝΙΚΗΣ ΚΑΛΟΝ ΕΙΔΟΣ . Καὶ τοῦτο τὸ
φωτίζηται τὰ ὁρώμενα . ἀλλὰ καὶ ὅταν λαμπρὸν ᾖ τὸ ὁρώμενον , μέσου δεῖ τοῦ διαφανοῦς , ᾗ καὶ τότε
5419789 ὀσφρησεως
δὲ ἐπὶ τῶν ἄλλων αἰσθήσεων , οὕτω καὶ ἐπ ' ὀσφρήσεως : ἡ γὰρ αὐτὴ καὶ ὀσφραντοῦ καὶ ἀνοσφράντου κριτική
γίνεσθαι αἴσθησιν ἁψαμένου τοῦ αἰσθητοῦ ; ἐπεὶ καὶ ἐπὶ τῆς ὀσφρήσεως τῇ ἀναπνοῇ τὴν ὀσμὴν ἕλκομεν ἕως ἂν προσπέσῃ δηλονότι
5416031 ἡγεμονικον
ὁρμήν : σβέσαι ὄρεξιν : ἐφ ' ἑαυτῷ ἔχειν τὸ ἡγεμονικόν . Εἰς μὲν τὰ ἄλογα ζῷα μία ψυχὴ διῄρηται
αὐτὰ μυστηρίων καὶ τῇ Εὑρέσει τούτων τὸ κατὰ τούτων ἐχαρίσατο ἡγεμονικόν . αὐτὸς δ ' οὐκέτι βουλόμενος ἀργὸν τὸν ὑπεράνω
5413911 ὑγρον
καὶ ἰδίως ἔτι μᾶλλον κατὰ τὸ θερμὸν καὶ ψυχρὸν καὶ ὑγρὸν ἢ τὸ ποιόν τι τούτων εἶδος , ἢ τὴν
δὲ ξηρὸν οὕτω λέγομεν τὸ παντελῶς ἐστερημένον ὑγρότητος , οὔτε ὑγρὸν τὸ ξηρότητος τῆς ὁπωσοῦν ἀνεπίδεκτον οἷον τὸ ὕδωρ ,
5408864 ἀκινητον
ἐκβιβάσαντες τοῦ λογίζεσθαι καὶ | μεταλλοιώσαντες εἰς τὴν ἄψυχον καὶ ἀκίνητον σαρκῶν φύσινἐγένοντο ” γὰρ οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν
τὴν βακτηρίαν , αὕτη δὲ τὴν θύραν , κἀκείνη πρὸς ἀκίνητον ὠθίσθη τὸν τοῖχον . ὁ μὲν οὖν ἄνθρωπος μόνως
5407460 ὀργανον
ἡ σελήνη ἄρα ἐκλείπει . Λέγεται δὲ ἡ ἀποδεικτικὴ ἐπιστήμη ὄργανον , ἐξ ἧς καὶ τὸ ὅλον βιβλίον Ὄργανον ἐκλήθη
. ὅσαι γὰρ σμικρὸν ἢ μέγα τι δημιουργοῦσι κατὰ πόλιν ὄργανον , θετέον ἁπάσας ταύτας ὡς οὔσας συναιτίους . ἄνευ
5406254 αἰσθητικης
τὰ ἄλλα εἴδη κωλύσει . δῆλον δὲ μάλιστα ἐκ τῆς αἰσθητικῆς τοῦτο δυνάμεως : αὕτη γὰρ σῶμα μὲν οὐκ ἔστιν
. καὶ γὰρ καὶ ἡ κατὰ τὸ πείθεσθαι λόγῳ τῆς αἰσθητικῆς ἐνέργεια μόνου ἀνθρώπου ἐνέργεια , ὅτι μηδ ' ἁπλῶς
5398563 αἰσθησις
: αἱ δὲ πρακτικαὶ πάντα κατασκευάζουσι : μικτὴ δέ ἐστιν αἴσθησις μετὰ λόγου καὶ πράξεως καὶ ἡ κιθαρῳδία : ὁ
τὸ μεταλαβὸν καὶ κατὰ κρίσιν μετέσχηκεν , αἰσθητικὸν καλεῖται καὶ αἴσθησις , εἰ δὲ μόνον ἄζων καὶ κρίσεως ἄνευ ἐδέξατο
5387549 αἰσθητων
φθάνομεν εἰρηκότες τὴν αἴσθησιν δέχεσθαι καὶ στέγειν τὰ εἴδη τῶν αἰσθητῶν ἄνευ τῆς ὕλης ἐπὶ ποσόν τινα χρόνον , τὰ
οἱ ἄλλοι τύπωσιν τῆς ψυχῆς εἶναι τίθενται , συνιστάναι τῶν αἰσθητῶν τὴν κατάληψιν , καὶ διὰ τοῦτο ἀφοριζόμενος τὸ αἰσθητὸν
5381891 διακριτικον
, τὸ μᾶλλον καὶ ἧττον ἐπιδέχεται , οὕτως καὶ τὸ διακριτικὸν καὶ τὸ συγκριτικὸν ὡς μὲν ἰδιαίτατα καὶ εἰδοποιοὶ διαφοραί
. αὕτη καὶ ἡ τρίτη αἰτία . τετάρτη δὲ ὅτι διακριτικὸν ζῷον ὁ κύων γνώσει καὶ ἀγνοίᾳ τὸ φίλον καὶ
5381024 ἀλεηναι
ὅκωϲ μὴ ῥέῃ ἐϲ πολλὸν ἡ γονή . εἶτα αὖθιϲ ἀλεῆναι τὸ πᾶν , ἐϲ τὸ τὰϲ ἀφόδουϲ ξηραίνειν .
κινήϲιαϲ . μαραϲμοῦ μέντοι καὶ γάλα ἰητήριον καὶ θρέψαι καὶ ἀλεῆναι καὶ ὑγρῆναι γαϲτέρα καὶ κύϲτιν πρηῧναι . ἀτὰρ ἠδὲ
5365285 αἰσθητως
ἔρωτος σῶμα , οὗτος μένει ἐν τῷ σκότει πλανώμενος , αἰσθητῶς πάσχων τὰ τοῦ θανάτου . Τί τοσοῦτον ἁμαρτάνουσιν ,
τοῦ ἐπὶ κʹ , ὁ δὲ Β τοῦ ϝ βαρύτερος αἰσθητῶς , ὥστε ἐλάττονα εἶναι καὶ τὸν τῶν ΒΓ λόγον
5355956 περιφερους
ταύτην τὴν αἰτίαν καὶ ἡ ψυχὴ ἐκ τῶν δύο , περιφεροῦς καὶ εὐθείας , ὑπέστη ἐκ πέρατος καὶ ἀπείρου ,
ψυχροῦ . Κρύσταλλος συντελεῖται καὶ κατ ' ἔκθλιψιν μὲν τοῦ περιφεροῦς σχηματισμοῦ ἐκ τοῦ ὕδατος , σύνωσιν δὲ τῶν σκαληνῶν
5351946 συνηχει
περίφρασις πολλάκις συμφθέγγεται τῇ κυριολογίᾳ καὶ εἰς κόσμον ἐπὶ πολὺ συνηχεῖ , καὶ μάλιστ ' ἂν μὴ ἔχῃ φυσῶδές τι
ἐτύμωςὅταν πληχθῶσιν ὑπὸ γλώττης , ἅπασα ἡ τῆς φωνῆς ὀργανοποιΐα συνηχεῖ . τὸ δὲ ἔνυστρον ἔκφυσις κοιλίας ἐστί : κοιλίαν
5342503 φυσικον
γὰρ αὐτῷ συμφέρει ποτὲ καὶ ὁ κλαυθμός : γυμνάσιον γὰρ φυσικὸν τοῦτο εἰς τόνωσιν τοῦ πνεύματος καὶ τῶν ἀναπνευστικῶν ὀργάνων
αἴθων ] ὀξύς . αἴθων ] φρόνιμος . λῆμα τὸ φυσικὸν δῶρον καί ἐστιν ἡ λέξις μέση . βούλονται δὲ
5342452 ἀγγειων
εὐήθως ἀποδέχηται . Περὶ δὲ τῶν εἰσκομιζομένων εἰς τὴν πόλιν ἀγγείων τε καὶ φορημάτων , ἐν οἷς ἄν τι κρυφαῖον
δὲ στόματά ἐστιν , ἓν καθ ' ἑκάτερον τῶν εἰσαγόντων ἀγγείων τὰς ὕλας , ἐν μὲν τοῖς δεξιοῖς μέρεσι κατὰ
5342168 ἀπαθες
ὦ . Πᾶν μονοσύλλαβον οὐδέτερον ἔχον φύσει μακρὰν , εἴτε ἀπαθὲς εἴη , εἴτε πεπονθὸς , περισπᾶται : πᾶν ἀπὸ
' ἕτερα συμβαίνει . ἄτοπον δὲ καὶ τὸ φάναι μὲν ἀπαθὲς εἶναι ὑπὸ τοῦ ὁμοίου τὸ ὅμοιον αἰσθάνεσθαι δὲ τοῦ
5316977 θερμοτης
ἄλλο κατὰ συμβεβηκός : οὐσιώδης μὲν γὰρ ἡ τοῦ πυρὸς θερμότης , οὐσία δὲ οὐκ ἔστιν . πάλιν δὲ ἐνδέχεται
ὄντων τῶν ἔξωθεν . διὰ δὴ τοῦθ ' ἡ ξηρὰ θερμότης ἁρμόττει πρὸς τὰς τήξεις καὶ αὐτὴ λαμβάνουσά τινα συμμετρίαν
5311249 ἀναφες
ὄντως μὲν οὐθέν ἐστιν , ὀνομάζεται δὲ ὑφ ' ὑμῶν ἀναφὲς καὶ κενὸν καὶ ἀσώματον . [ ] [ !
καὶ παντελῶς ἐγρηγορότων αἱ φωναὶ ἀκούονται . Καὶ ποτὲ μὲν ἀναφὲς καὶ ἀσώματον πνεῦμα περιέχει κύκλῳ τοὺς κατακειμένους , ὡς
5303123 ὁρατον
δι ' οὗ τὰ νοητὰ συνίσταται , τὸ ἐμφανὲς καὶ ὁρατόν , ᾧ τὰ αἰσθητὰ γεννᾶσθαι πέφυκεν , ἐξομοιῶσαι :
γε λοιπὰ ἀνάλογόν ἐστιν : ὡς γὰρ τὸ χρῶμα ἦν ὁρατόν , οὕτω γευστόν ἐστιν ὁ χυμός : καὶ ὥσπερ
5301742 μετεχον
λόγον , καὶ ὅτι γε αὖ ἡμεῖς τὸ τῆς οὐσίας μετέχον ” ἔστιν “ φαμέν , καὶ κατὰ τοῦτο ὀρθῶς
, κἂν ἕτερον εἶδος τύχῃ τοῦ αὐτοῦ τοῖς προλαβοῦσιν ὀνόματος μετέχον , σκοπεῖν ὁμοίως καὶ τὰ ὑπὸ τοῦτο καθ '
5298871 μνημονευτικον
δὲ λογιστικὸν ἐν τῷ μέσῳ τῆς κεφαλῆς , τὸ δὲ μνημονευτικὸν ἐν τῷ ἐγκεφάλῳ . πυρρίχη ἦν εἶδος ὀρχήσεως ,
, ἐν ᾗ τό τε φανταστικὸν πᾶν γίνεσθαι καὶ τὸ μνημονευτικὸν καὶ τὸ δοξαστικόν , ὅπερ οὖν οὐδ ' ἄμοιρον
5297494 παχυμερες
μὲν γὰρ ὀμφάκιον κἂν εὐστόμαχον ᾖ , ἀλλ ' οὖν παχυμερὲς ὂν καὶ ψυχρὸν καὶ γαστρὸς ἐφεκτικόν , οὐ πᾶσι
τρεφομένῳ παρεχέτω : διατμίζεται γὰρ τὸ περισσὸν καὶ λύεται τὸ παχυμερὲς ἐκ τῆς τοιαύτης προδιακινήσεως . μικρὸν δ ' ἐν
5293799 ἀντιλαμβανομεθα
διὰ τοῦ στόματος εἰσπνεῖν στεγνώσαντες ὁπωσοῦν αὐτὴν οὐδενὸς τῶν ὀσφραντῶν ἀντιλαμβανόμεθα , καθάπερ γε κἀπειδὰν ἀνοίξαντες τοὺς μυκτῆρας εἰσπνέωμεν ,
τὴν παραυτὰ γενομένην [ ] γεῦσιν , καὶ ἐκδ ὧν ἀντιλαμβανόμεθα [ ] ⌈ καὶ αὐτὰ δῆλα ⌋ . ἐξ
5277331 κινουμενον
οὕτω διωρισμένων φανερόν , ὅτι πᾶσα μεταβολὴ καὶ πᾶν τὸ κινούμενον ἀνάγκη κινεῖσθαι ἐν χρόνῳ : τὸ γὰρ θᾶττον καὶ
ἀληθῶν οὐσῶν τῶν προτάσεων . ἄνθρωπος παντὶ κινουμένῳ ὑπαρχόντως , κινούμενον παντὶ ἵππῳ ἐνδεχομένως , καὶ συνάγεται ἄνθρωπος οὐδενὶ ἵππῳ
5253107 διαφανες
ἀστέρων καὶ τὸ πῦρ . ὁρατὸν δὲ καὶ τὸ ἐνεργείᾳ διαφανὲς ὁ πεφωτισμένος δηλαδὴ ἀήρ . ἔτι δὲ καὶ τὸ
ὅταν ἦθος ἁγνὸν καὶ κόσμιον ἐν ὥρᾳ καὶ χάριτι μορφῆς διαφανὲς γένηται , καθάπερ ὄρθιον ὑπόδημα δείκνυσι ποδὸς εὐφυίαν ,
5251460 ἀλεεινον
χιών : καὶ πολὺς ὄκνος ἦν ἀνίστασθαι : κατακειμένων γὰρ ἀλεεινὸν ἦν ἡ χιὼν ἐπιπεπτωκυῖα ὅτῳ μὴ παραρρυείη . ἐπεὶ
. . τύρσεις ] τὸ ἐν ὕψει ᾠκοδομημένον . . ἀλεεινὸν τὸ πηγνύμενον , φησὶ , τῆς χιόνος καὶ μὴ
5246783 ποιοτητων
παροῦσα θεωρία δύο κεφάλαια ἡμῖν παραδίδωσι , διάκρισιν τῶν παθητικῶν ποιοτήτων ἀπ ' ἀλλήλων ἐν πρώτῳ κεφαλαίῳ , καὶ διάκρισιν
ἄτοπον ἂν εἴη τὸ λεγόμενον : οὐ γὰρ κεχωρισμένων τῶν ποιοτήτων τῶν ἐν ταῖς κράσεσιν ἀντιλαμβανόμεθα , ἀλλ ' ὡς
5243267 λευκοτης
: ἡ μὲν γὰρ θερμότης ἐν ἀποίῳ σώματι ἡ δὲ λευκότης ἐν πεποιωμένῳ σώματι ὡς δευτέρα ποιότης : πρῶτον γὰρ
λευκότητα : οὐ γὰρ ἡ ἐν τῷ μορίῳ τοῦ γάλακτος λευκότης μέρος ἐστὶ τῆς τοῦ παντὸς γάλακτος λευκότητος , ἀλλὰ
5242755 ψυχροτητος
νεῦρα ὑπὸ παχέος καὶ γλίσχρου φλέγματος τρεφόμενα ἑτοίμως ὑπὸ τῆς ψυχρότητος καὶ πλήττεται καὶ ἐμφράττεται . Ἡ μὲν γὰρ φλὲψ
τινος μορίου κυρίου . ἐπὶ τούτου ἐπίτασίς ἐστι θερμότητος καὶ ψυχρότητος , καὶ σῶμα κατάξηρον ἐκτετηκὸς καὶ αὐχμῶ - δες
5237231 γευστων
αὐτήν . Καὶ τἆλλα , οἷον ὀσμῶν πέρι καὶ τῶν γευστῶν ; Ἀλλ ' ἤ , ὅσα ὀσφραντὰ κατὰ τὰς
τῆς ὀσμῆς μήτε τὴν φύσιν αὐτῶν καταλαμβάνομεν , ἐκ τῶν γευστῶν μεταφέρομεν τὰς ἐπικλήσεις καὶ ταῖς τῶν χυμῶν προσηγορίαις ἀνάλογον
5227259 χρωματα
τῇ κεφαλῇ , καὶ μᾶλλον , ὅσῳ λευκὰ τυγχάνουσι τὰ χρώματα . Κἂν μὲν οὖν λευκὰ τὰ οὖρα τότε εἴη
γίνεσθαι . Μεταβάλλει δ ' ὁ χαμαιλέων εἰς πάντα τὰ χρώματα , πλὴν τὴν εἰς τὸ λευκὸν καὶ τὸ ἐρυθρὸν
5218082 πυροειδες
κρυόεντος : πυρώδους , καυστικοῦ , διὰ τὸ πυρωπὸν δὲ πυροειδές : καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ γὰρ τοῦ θυμουμένου ὑπέρυθροι ,
, εἴποτε φοιτῴη δι ' ἡλίου , τοσοῦτον ἐκλάμπειν αὐτῷ πυροειδές τι , ὡς τοὺς μὲν οἴεσθαι ῥίνημα χρυσοῦ προιόντι
5216770 βαρυτης
περιῄρητο τῆς τραγῳδίας πρὸς ἀνθρώπους ἀξυνέτους , ὄγκος τε καὶ βαρύτης λέξεων καὶ τὸ περὶ ταῦτα εἶδος καὶ ἡ τοῦ
ὧν τὸ τιμᾶσθαί σοι πάρεστιν . ἡ δὲ τοῦ μειρακίου βαρύτης καὶ ἡ πρὸς ἅπαντας ἡμᾶς ὑπερηφανία παραίτησιν ἢ συγγνώμην
5216568 μεταβαλλεται
παρὰ φύϲιν ἐν τῷ ὀφθαλμῷ θερμαϲίαϲ ἐπὶ τὸ δριμύτερον παραχρῆμα μεταβάλλεται . καὶ περὶ μὲν τῆϲ θερμῆϲ ὀφθαλμίαϲ καὶ ἀτραυματίϲτου
τὰς ῥανίδας ἁλουργὲς δοκεῖ . ἔτι δὲ μᾶλλον τὸ δροσίζον μεταβάλλεται . ἔστι γὰρ τοῦτο δοκιμάσαι δι ' ἔργων :
5209489 διαιρουμενων
παραπλησίως καὶ ἐπὶ τοῦ δωδεκαέδρου ἐκ πενταγώνων ὄντος δώδεκα , διαιρουμένων εἰς πέντε τρίγωνα , ὥστε ἕκαστον δι ' ἓξ
πέμπτη δέ ἐστιν ἡ κατὰ διαίρεσιν ποιάν , ὅτε ποικίλως διαιρουμένων τῶν συνθέτων ποικίλους τοὺς ἁπλοῦς γίνεσθαι συμβαίνει : ἕκτη
5198740 πυκνοτερον
τροπικὸν ἢ δίσωμον τὸ ζῴδιον , ἔτι μᾶλλον ποιεῖ : πυκνότερον γὰρ ἁμαρτάνουσιν , ὀφθαλμοβόλοι γὰρ γίνονται καὶ οὐκ ἐπιτευκτικοί
μὲν ἀκμὴν παιδοτροφίας ἀγύμναστοι καὶ παιδικὸν ἔτι καὶ ἀμέγεθες καὶ πυκνότερον τὸ σύγκριμα τῶν μαστῶν ἔχουσιν , αἱ δὲ πολλάκις
5196178 θρεπτικον
τοῦ δὲ τετάρτου μορίου τῆς ψυχῆς , ὅ ἐστι τὸ θρεπτικόν , οὐκ ἔστιν ἀρετὴ τοιαύτη , περὶ ἧς ἡμῖν
νοητικόν , ἢ τί τὸ αἰσθητικόν , ἢ τί τὸ θρεπτικόν , πρότερον ἐπισκεπτέον τί τὸ νοεῖν καὶ τί τὸ
5194451 ἀδυνατει
καὶ ὁ δειλὸς ὑποπέπτωκε τῷ ἀνδρείῳ : ἡ δὲ σωφροσύνη ἀδυνατεῖ κυκλώσασθαι | τὴν ἐπιθυμίαν καὶ ἡδονήν : χαλεπαὶ γὰρ
πολὺς ἄνθρωπος ἐνταῦθα κατὰ φύσιν μὲν ἐφίεται τοῦ ἀγαθοῦ , ἀδυνατεῖ δὲ διακρῖναι καὶ εὑρεῖν τὸ ὄντως ἀγαθὸν , οὕτω
5192950 μυσαντων
τῶν ἀπνευστὶ καὶ ἄνευ τοῦ ἀναπαύεσθαι πινόντων , οἱονεὶ μηδὲ μυσάντων . Τοῦ αὐτοῦ ἔχεται καὶ τὸ ἐξαμυστῆσαι . Ἄμας
κατὰ δὲ ἔγερσιν πάλιν ἔμφρονες : ἐν γὰρ τοῖς ὕπνοις μυσάντων τῶν αἰσθητικῶν πόρων χωρίζεται τῆς πρὸς τὸ περιέχον συμφυΐας
5181914 χρωματος
λύσις ἐστὶν ἐπιχειρηματικὴ , ἀλλ ' οὐ τὰς ἀφορμὰς ἀπὸ χρώματος ἔχουσα : ἐρεῖ οὖν οὐκ εἴ τις φίλος ,
Φωκέων , ὅτι ἠπατήθην , ὅρα πῶς ἐκβολὴν ἐποιήσατο τοῦ χρώματος : ἔδει τοίνυν μισεῖν τὸν ἀπατήσοντα , ἀλλὰ μὴν
5177216 λεπτον
ἀμορφίᾳ συνοικῇ , τὸ καθάρειον ἐκλέγεται . οἷον ἱμάτιον οὐ λεπτὸν μέν , καθάρειον δέ , σκεύη οὐ χρυσᾶ οὐδὲ
. Τί δηλοῖ τὸ λεπτὸν καὶ πυρρόν . τὸ δὲ λεπτὸν τῇ ϲυϲτάϲει καὶ πυρρὸν τῷ χρώματι βέλτιον τοῦ ὠχροῦ
5168331 ὁμαλοτης
σώματι θερμότητα : αὐξηθεῖσα δὲ ἡ θερμότης ὑγεία ἐστίν : ὁμαλότης γὰρ γέγονεν . ἡ οὖν γενομένη θερμότης ἐν τῷ
μὲν , μῆκος ἢ ἐπίδοσις , ὀστέων δὲ , κοτύλης ὁμαλότης , κεφαλῆς φαλακρότης : τὸ ἔθος τρίβον ποιέει :
5161722 παχυτερον
. Ἐπεὶ τοίνυν παντὸς ὑγροῦ ἐξ ἑτεροειδῶν συστάντος οὐσιῶν τὸ παχύτερον χωρεῖν πρὸς τὸν πυθμένα πέφυκε , ἀνάγκη ἄρα τὸ
κατ ' ἀγκῶνα ὀχλώδεα : τοῦτο μὲν γὰρ , τὸ παχύτερον ὀστέον ἔστιν ὅτε ἐκινήθη ἀπὸ τοῦ ἑτέρου , καὶ

Back