ὅταν ὁ κρατῶν τὴν εὐτυχίαν φέρῃ κατ ' ἄνθρωπον . ἐπιφθέγγεται γὰρ ἕκαστος ἐπὶ τῇ τούτων μνείᾳ διότι τῆς νίκης
οὗτος , καὶ τῶν ὁρώντων ἕκαστος εὐθὺς τὸ προχειρότατον ἐκεῖνο ἐπιφθέγγεται , ” τί κυνὶ καὶ βαλανείῳ ; “ Καὶ
5594464 συγγονῳ
θέλους ' ἄκοντι κοινώνει κακῶν , ψυχή , θανόντι ζῶσα συγγόνῳ φρενί . τούτου δὲ σάρκας . . . .
Πολυνείκει . ζῶσαφρενί ] διεγειρομένη ὑπὸ τῆς ἀδελφικῆς φρενός . συγγόνῳ ] ἀδελφικῇ . θ φρενί ] + γνώμῃ .
4987572 δεδαϊγμενος
καρίδος . νέκυος : νεκροῦ , ἤως τῆς καρίδος . δεδαϊγμένος : δεδαμασμένος , τρωθεὶς , δεδασμένος , πεφονευμένος :
ἱπποδάμοισι φέρειν πολύδακρυν Ἄρηα . νῦν δὲ σὺ μὲν κεῖσαι δεδαϊγμένος , αὐτὰρ ἐμὸν κῆρ ἄκμηνον πόσιος καὶ ἐδητύος ἔνδον
4919767 φρονει
σῖτον ἄγοι καὶ ἐν Κιλικίᾳ κρόκον : λείπει , οὐ φρονεῖ ἤ τι ἄλλο τοιοῦτον : λέγεται γὰρ ἐπὶ τῶν
δὲ πλοῦτον ἢ σθένος μᾶλλον φίλων ἀγαθῶν πεπᾶσθαι βούλεται κακῶς φρονεῖ . στείχομεν οἰκτροὶ καὶ πολύκλαυτοι , τὰ μέγιστα φίλων
4903416 μεθῃ
κεκοσμημένῃ τῇ δυνάμει πανηγυρικῶς καὶ Διονύσῳ κῶμον ἤγαγεν ἑορτάζων καὶ μέθῃ καὶ πότοις χρώμενος κατὰ τὴν ὁδοιπορίαν . ἀπὸ τούτων
καὶ ζῷον , ἄνθρωπον σπείρειν ἀξιοῦντας ὀλιγωρίᾳ καὶ ῥᾳθυμίᾳ καὶ μέθῃ κακίας συνεργάταις χρῆσθαι ; οὓς ἐχρῆν ἐπὶ τὸν τοῦ
4857445 ἀνιαται
αὐτοῦ ἵνα μὴ ἀμέσως ὁ πνεύμων ὁμιλῇ τῶν ὀστῶν καὶ ἀνιᾶται . εἰσὶ δὲ καὶ κατὰ τὰς λοιπὰς πλευρὰς μέσον
ἡττώμενος , στένει Καμβύσης τιτρωσκόμενος , οἰμώζει Σαρδανάπαλλος ἐμπιμπράμενος , ἀνιᾶται Σμινδυρίδης ἀπελαυνόμενος , δακρύει Κροῖσος λαμβανόμενος , λυπεῖται Ἀλέξανδρος
4679631 ὑπαρχεις
ἕδνα ἕεδνα . ἴσχεο νῦν : ἐπίσχες , ὅστις ποτὲ ὑπάρχεις : πειθαρχήσομεν γὰρ οἷς λέγεις νόμοις . διὰ δὲ
τῶν φιληδούντων . ὥσπερ : Αἲξ εἰς θάλασσαν . Ἄτρωτος ὑπάρχεις ὡς ὁ Καινεύς : λέγουσι γὰρ ὅτι οὗτος ἄτρωτος
4669393 ἐφυς
. Τουτὶ μὰ Δί ' οὐκ ἐπεπύσμην . Ἀμαθὴς γὰρ ἔφυς κοὐ πολυπράγμων , οὐδ ' Αἴσωπον πεπάτηκας , ὃς
ἐπίστασαι φίλους . ἀμαθής τις εἶ θεὸς ἢ δίκαιος οὐκ ἔφυς . αἴλινον μὲν ἐπ ' εὐτυχεῖ μολπᾶι Φοῖβος ἰαχεῖ
4667923 αἰανης
οὐκ ἀκολουθήσει σοι μέμψις οὐδὲ φθόνος . ἀπὸ γὰρ κόρος αἰανής : ὁ γὰρ διηνεκὴς κόρος καὶ ἡ μακρολογία τὰς
οὐκ ἀκολουθήσει σοι μέμψις οὐδὲ φθόνος . ἀπὸ γὰρ κόρος αἰανής : ὁ γὰρ διηνεκὴς κόρος καὶ ἡ μακρολογία τὰς
4658480 ταλαιπωρῳ
τε καὶ ἄχνας , ἅπας ὁ πρόσθεν πόνος ἀπόλωλε τῷ ταλαιπώρῳ γεωργῷ . Εἰ δὲ γεωργὸς δοῦλος ἀνέμων , ἦ
ἐπαμφιέσαι δύναιτο τοῦτο χρήμασιν , ἀλλ ' ἐν ἀκαλύπτῳ καὶ ταλαιπώρῳ βίῳ χειμαζόμενος ζῇ , τῶν μὲν ἀνιαρῶν ἔχων τὸ
4642344 ζητησω
ἀχθεσθείς ἀπέκναισας εἶπε καὶ οὐδὲν ἧττον ἐπιθήσομαι τῶι λόγωι καὶ ζητήσω τὴν αἰτίαν , ὡς ἂν οἰκείου καὶ συγγενοῦς οὔσης
ἐπ ' ἐμοί : προαίρεσις ἐπ ' ἐμοί . ποῦ ζητήσω τὸ ἀγαθὸν καὶ τὸ κακόν ; ἔσω ἐν τοῖς
4636851 παιδιᾳ
, δᾳδοῦχος , καὶ ἐκ συμποσίου ἱεροφάντης , καὶ ἐν παιδιᾷ τελεστής . Ἀγαθὸν δὲ ἀγαθοῦ ἀπορρητότερον οὐκ ἂν εὕροις
λέγεις ; Ἐμοὶ μὲν φαίνεται τὰ μὲν ἄλλα τῷ ὄντι παιδιᾷ πεπαῖσθαι : τούτων δέ τινων ἐκ τύχης ῥηθέντων δυοῖν
4623810 πεφυκως
μεγίστας συμφορὰς πεπονθότας , μάλιστα δὲ ὁ τῶν Ἀθηναίων δῆμος πεφυκὼς πρὸς εὐεργεσίαν καὶ εἰωθὼς τοὺς ἠδικηκότας σῴζειν . διὰ
Διὸς πρόπολος Διώνης εἶπε Τημένωι τάδε : “ ὦ παῖ πεφυκὼς ἐκ γονῶν Ἡρακλέους , Ζεύς σοι [ ] δίδωσι
4615884 κατατομῃ
ἄλλως ἔχοι , καὶ αὐτοῦ γε τοῦ Πλάτωνος ἐν τῇ κατατομῇ τῆς ἐν Πολιτείᾳ γραμμῆς ἱκανῶς ἠμῖν αὐτὸ σαφηνίσαντος .
καὶ ἀριθμητικῶν καὶ ἁρμονικῶν αὐτὰς διακοσμοῦντα : ἐν δὲ τῇ κατατομῇ τῆς ἐν Πολιτείᾳ γραμμῆς εἰκόνας μὲν εἶναι τῶν νοητῶν
4586327 νουσῳ
πρότερον τούτων χρὴ ποιῆσαι : ἢν κατ ' ἀρχὰς τῇ νούσῳ παραγένῃ , εἰς μὲν τὸ ποτὸν χρὴ διδόναι οἶνον
τε καὶ προγεγονὸς τύχῃ ἔχων ἤν τε καὶ ἐν τῇ νούσῳ γίνοιτο , καταμανθάνειν χρή . ἢν γὰρ μέλλῃ ἀπολεῖσθαι
4571667 κακῃ
ὡς καὶ τό τῆς δ ' ἦν τρεῖς κεφαλαί . κακῇ δήσαντες ἐν αἴσῃ : ἐν κακῇ μοίρᾳ . οἱ
γῆν Μαριανδυνῶν : δὴ γάρ σφεας ἐξεσάωσεν αὐτῇσιν νήεσσι , κακῇ χρίμψαντας ἀέλλῃ . τῇ ῥ ' οἵγ ' αὐτίκα
4547878 γεγονας
πρὸς τοὺς τῶν ἀντιπάλων ἡγεμόνας ἀποβλέπειν εἴ ποτε ἐκείνων βελτίων γέγονας , σκοποῦντα καὶ ἀσκοῦντα πρὸς ἐκείνους . Λέγεις δὲ
γάρ με λάβῃς ἀγνοοῦντα , τίς εἶ σὺ καὶ τίνων γέγονας , μαίνεσθαί με μᾶλλον ἢ τὸν Ὀρέστην λέγειν .
4547201 ἀποστατει
καρδίαις μᾶλλον ἐνέστακται , καὶ οὔτ ' ἀέρος οὔτε θαλάσσης ἀποστατεῖ ἡ γαμήλιος θεὰ , ἀλλὰ καὶ ἔχις αὐτὸς ὁ
, ἄφερτον φίλοισιν , δυσίατον : ἀλκὰ δ ' ἑκὰς ἀποστατεῖ . τούτων ἄιδρίς εἰμι τῶν μαντευμάτων . ἐκεῖνα δ
4540200 ὁμιλεων
. βοός , νεόπλυτον εἴλυμα κακῆς ἀσπίδος , ἀρτοπώλισιν κἀθελοπόρνοισιν ὁμιλέων ὁ πονηρὸς Ἀρτέμων , κίβδηλον εὑρίσκων βίον , πολλὰ
πλευρῇσι βοὸς νεόπλυτον εἴλυμα κακῆς ἀσπίδος , ἀρτοπώλησι καὶ ἐθελοπόρνοισιν ὁμιλέων , κίβδηλον εὑρίσκων βίον , πολλὰ μὲν ἐν δουρὶ
4535883 μεγαλοφρων
πλουσίων , εἷς που τάχα ἐν μυρίοις , δαψιλὴς καὶ μεγαλόφρων τὸν τρόπον εὑρεθείη , τοῦτο ἱκανῶς δείκνυσι τὸ μὴ
τοῦτο αἰεὶ γίγνεται . Ἡράκλειτος † Βαθέωνος , Ἐφέσιος , μεγαλόφρων γεγονὼς καὶ ὑπερόπτης παρ ' ὅντιν ' οὖν .
4533740 ἀνδρικος
ἡ καῦσις , διὰ τὴν ἀποτομίαν : εἰ δέ τις ἀνδρικὸς ᾖ , πρὶν καταπεσεῖν τὴν δύναμιν ἀπὸ τῶν ἀνωτερικῶν
τινὲς αὐτὸν ὑμῶν ἐπίσταιντο : σμικρός τίς ἐστι γρυπὸς ὑπόλευκος ἀνδρικὸς τὴν φύσιν . ἰδὼν οὖν αὐτὸν ἔτι προσιόντα Θερσαγόρας
4521859 δικαζει
τοῦ Σισάμνεω , ἐντειλάμενός οἱ μεμνῆσθαι ἐν τῷ κατίζων θρόνῳ δικάζει . Οὗτος ὦν ὁ Ὀτάνης , ὁ ἐγκατιζόμενος ἐς
ὕψει τὸ δικαστήριον : Ἄρειος δέ , ἐπεὶ τὰ φονικὰ δικάζει , ὁ δὲ Ἄρης ἐστὶ τῶν φόνων : ἢ
4521173 Ἀνδρομαχῃ
γενέσθαι . . . . . . δὲ ἐν μὲν Ἀνδρομάχῃ . . . . δὲ καὶ Ἀπολλόδωρος . .
, οὐ μόνος Τελαμὼν , ὡς καὶ Εὐριπίδης φησὶν ἐν Ἀνδρομάχῃ . . . . . ὅτι μόνος Τελαμών .
4509023 κερκιδι
τὸ στόμα , ὄξος θερμὸν δίδου ῥοφεῖν : πασσαλίσκῳ ἢ κερκίδι διάνοιγε , ἢ οἶνον ὁμοίως ἄνοδμον καὶ ξὺν ὀξυμέλιτι
ἔργα τοιαῦτα , οὐδ ' ἐνὶ δαιδαλέῳ πυκινώτερον ἄτριον ἱστῷ κερκίδι συμπλέξασα μακρῶν ἔταμ ' ἐκ κελεόντων . οὐ μὰν
4491042 διετελεσας
ἀπεκρίνατο : „ οἶδα , ὡς πολλάκις ἐμοῦ ἕνεκεν ἀργὸς διετέλεσας : καὶ δοκεῖς κατενεγκεῖν με τῆς πέτρας καὶ σεαυτῷ
εἰ ταῦτα πειθοίμην . ἀλλὰ τί οὐκ ἐκεῖνον τὸν λόγον διετέλεσας , ὡς τὰ δοκοῦντα οὐκ ἔστιν χρήματα , χρυσίον
4478469 χαιρων
, ἀνωϊστί , δόλῳ οὐλομένης ἀλόχοιο . ὣς οὔ τοι χαίρων τοῖσδε κτεάτεσσιν ἀνάσσω : καὶ πατέρων τάδε μέλλετ '
μὲν δὴ αὐτοὶ Πυθαγόρειον ἤδη τῷ Ἀπολλωνίῳ ἐφάνη καὶ ἠκολούθει χαίρων . Τὸν δὲ ὄχθον , ἐφ ' οὗ οἱ
4473280 γλωσσῃ
τῆς μανίης , στέρησις τοῦ ὀφθαλμοῦ γίνεται . Ὁκόσοι τῇ γλώσσῃ παφλάζουσι τῶν χειλέων μὴ κρατέοντες , ἐὰν ταῦτα παύσηται
μικρὸν ἔχουσα τὸν στάχυν , πικρὸς τῇ γεύσει καὶ τῇ γλώσσῃ ἀναξηραντικός , ἐπιμένων τῇ εὐωδίᾳ . διαπιπράσκεται δὲ καὶ
4461863 εἱμαρμενῃ
τοιαῦτά τινα τῷ ἀνδρὶ ἀρέσκει . Πάντα μέν φησιν ἐν εἱμαρμένῃ εἶναι , οὐ μὴν πάντα καθειμάρθαι . Ἡ γὰρ
θεοῖς , οὐδὲν αἰτεῖς τῶν καλῶν : μὴ ἐνόχλει τῇ εἱμαρμένῃ , οὐδὲν αἰτεῖς τῶν ἀναγκαίων : μὴ ἐνόχλει τῇ
4441815 οἰωνος
: μέλαιναι * ζοφεραί : σκοτειναί οὐδέ τις οὐδ ' οἰωνός : ἤτοι οὐδείς , φησιν , τῶν οἰωνῶν τῷ
μετήχθη . Τὰ εἰς ΩΝΟΣ ἁπλᾶ ὑπερδισύλλαβα ὀξύνεται : κοινωνός οἰωνός Γελωνός . τὰ δὲ σύνθετα προπαροξύνεται : τετράγωνος εὔφωνος
4425738 θηρῃ
εἰπὼν οὕτως : Πυθαγόρην τε γόητας ἀποκλίνοντ ' ἐπὶ δόξας θήρῃ ἐπ ' ἀνθρώπων , σεμνηγορίης ὀαριστήν . περὶ δὲ
τ ' οὔρεσι πολλὰ φύονται . τερπωλὴ δ ' ἕπεται θήρῃ πλέον ἠέ περ ἱδρώς . ὅσσοι δ ' οἰωνοῖσιν
4416366 ἀϊδρις
ἄϊδρις : Ἡσίοδος : αὐτὸς δ ' ἀπαλήσεται ἄλλῃ χώρου ἄϊδρις ἐών : καὶ Ὅμηρος : † ἀΐδρι φωτὶ ἐοικώς
καὶ ἐν τῇ συνθέσει βαρύνονται : μῆτις πολύμητις , ἴδρις ἄϊδρις , πόλις φιλόπολις , χάρις εὔχαρις . Τὰ εἰς
4391137 οἰκτιρμων
ἐπηγγείλω μετανοίας ἄφεσιν τοῖς ἡμαρτηκόσιν , καὶ τῷ πλήθει τῶν οἰκτιρμῶν σου ὥρισας μετάνοιαν ἁμαρτωλοῖς εἰς σωτηρίαν . σὺ οὖν
, κουραῖς ἀτίμως διατετιλμένης φόβης . † κεῦαν ἄν τις οἰκτιρμῶν τίς οἰκτείρει ὃν ἵππον ἴσουσιν αἰσχύνῃσιν , οἷα μαίνεται
4374158 θνητος
, ὡς ὅσων ἂν πόλεων μὴ θεὸς ἀλλά τις ἄρχῃ θνητός , οὐκ ἔστιν κακῶν αὐτοῖς οὐδὲ πόνων ἀνάφυξις :
' , ἐγὼ δ ' ὔμμιν θεὸς ἄμβροτος , οὐκέτι θνητός καὶ ἤδη γάρ ποτ ' ἐγὼ γενόμην κόρη τε
4351621 φθονεοιμι
' ἀκουέμεναί γε λιλαίεαι , οὐκ ἂν ἔπειτα τούτων σοι φθονέοιμι καὶ οἰκτρότερ ' ἄλλ ' ἀγορεύειν , κήδε '
γάρ ῥα μάλιστα ἥνδανε : τῆσδε δ ' ἂν οὐ φθονέοιμι . τοιοῦτο καὶ τὸ νηῦς δέ μοι ἧδ '
4350957 προεκδοσει
, παρὰ τὴν τάσιν . ἔνθα μιν : ἐν τῇ προεκδόσει : ἔνθα μιν Ἰφινόη προδόμου διὰ ποιητοῖο ἐσσυμένως καλῆς
διὰ τὴν σὴν παρουσίαν . δμωὶς ὅπως : ἐν τῇ προεκδόσει κεῖται : βείομαι οὐλομένοισιν ὀιζυρὴ ἀχέεσσιν καὶ τὰ ἑξῆς
4348579 μουσοπολων
, ἡ δὲ τῇ θυγατρί : οὐ γὰρ θέμις ἐν μουσοπόλων οἰκίᾳ θρῆνον εἶναι οὐκ ἄμμι πρέποι τάδε . Ἡ
: ἀλλὰ μάταν ἀχόρευτος ἅδε ματαιολόγων φάμα προσέπταθ ' Ἑλλάδα μουσοπόλων σοφᾶς ἐπίφθονον βροτοῖς τέχνας ὄνειδος . μετὰ ταῦτα δὲ
4338116 προτεραιῃ
. Ὅ τι ἐστὶ πρὸ τῶν κρισίμων ἡμερέων , τῇ προτεραίῃ καὶ τὰ κακὰ καὶ τἀγαθὰ σημεῖα γίνεται : τὰς
τὸν χρόνον τὸν ἱκανὸν μέχρις αὐτέου ἡ κοιλίη τῶν τῇ προτεραίῃ προσενηνεγμένων σιτίων ἀπολαύσῃ τελέως , καὶ ἐπικρατήσῃ , καὶ
4326805 χαιρει
' ἄλλα πάντα καὶ μέρη τοῦ σώματος καὶ πάθη χρόνια χαίρει τῷ βοηθήματι . καὶ καυλὸς δὲ καὶ κύστις ἐν
ἰδιώτου μεῖζον οὐδὲν ἄν τις κατηγορήσειεν οὔτε πόλεως ἢ ὅτι χαίρει κακοῖς . ὃ γὰρ ἔσχατον εἶναι δοκεῖ τῶν ἀνθρωπίνων
4321526 ταχυτητι
Κολοφωνίου ἐλεγείων Ξενοφάνους οὕτως εἰρηκότος : ἀλλ ' εἰ μὲν ταχυτῆτι ποδῶν νίκην τις ἄροιτο ἢ πενταθλεύων , ἔνθα Διὸς
λυμαίνεσθαι . κύων καταδιώκων λύκαιναν ἐφρυάττετο τῇ τε τῶν ποδῶν ταχυτῆτι καὶ τῇ ἰδίᾳ ἰσχύι καὶ ἐδόκει φεύγειν τὴν λύκαιναν
4319666 ἐκλαμπων
οἷον κέντρον , ἐπὶ δὲ τούτῳ κύκλος ἀπ ' αὐτοῦ ἐκλάμπων , ἐπὶ δὲ τούτοις ἄλλος , φῶς ἐκ φωτός
καθήμενος ἐν τῷ φωλεῷ . οὐ γὰρ αὐτῷ ὁ ἥλιος ἐκλάμπων δείκνυσι τὸν τόπον τῆς νομῆς διὰ τὴν δυσαερίαν τοῦ
4314777 πατρικῃ
η . τε ] καὶ . πατρῴᾳ ] † τῇ πατρικῇ . γενοίμαν ] η . † ἐγενόμην . στροφὴ
ληπτέον , ἵν ' ᾖ ἀντεφθέγξατο ὁ ἀρτιεπὴς Ἀπόλλων ἐν πατρικῇ ὄσσῃ ἢ ἀντεφθέγξατο ἡ πατρικὴ ὄσσα ἡ ἀρτιεπής :
4310899 ῥαψῳδιᾳ
ἀθύρει παίζει , καὶ ἀθύρματα παίγνια , ἐν τῇ Ο ῥαψῳδίᾳ τῆς Ἰλιάδος “ ὅς τ ' ἐπεὶ οὖν ποιήσῃ
τοῦ πρὸς Καλυψὼ διαπεραιουμένου Ἑρμοῦ , ἐν δὲ τῇ Α ῥαψῳδίᾳ τῆς Ὀδυσσείας οὐκέτι . . τοσσάδ ' ὀνείατ '
4300136 κορωνῃ
ἐϋξέστῃς σανίδεσσιν , αὐτοῦ δ ' ὠκὺ βέλος καλῇ προσέκλινε κορώνῃ , ἂψ δ ' αὖτις κατ ' ἄρ '
Φοίνικα τὸν Κολοφώνιον ἰαμβοποιὸν μνημονεύοντά τινων ἀνδρῶν ὡς ἀγειρόντων τῇ κορώνῃ , καὶ λέγοντα ταῦτα : ἐσθλοί , κορώνῃ χεῖρα
4295258 ἀγροικος
] παρεκίνησε . διήγησις . ἄγροικος κυρίως ὁ ἰδιώτης , ἀγροῖκος δὲ ὁ ἐν τῷ ἀγρῷ οἰκῶν . οἱ Ἀττικοὶ
δώδεκα κυάθους , ἕως κατέσεισε φιλοτιμούμενος . Ἐγὼ δ ' ἀγροῖκος , ἐργάτης , σκυθρός , πικρός , φειδωλός .
4294772 ἱμερος
γὰρ χαροπὸν αὐτοῦ καὶ γοργὸν ἐκ φύσεως πραΰνει τις ἐφιζάνων ἵμερος , δοκεῖ δ ' ἴσως καὶ ἀντερᾶσθαι βλεπούσης αὐτὸν
γίνεται ἀπὸ τοῦ θύειν , τὸ ὁρμᾷν : ὁ δὲ ἵμερος , ὅτι ἱέμενος ῥεῖ , καθά φησιν ὁ Πλάτων
4287687 γειναμενη
, πολυλλίστη βασίλεια , εὔτεκνον Ζηνὸς γονίμην ὠδῖνα λαχοῦσα , γειναμένη Φοῖβόν τε καὶ Ἄρτεμιν ἰοχέαιραν , τὴν μὲν ἐν
τοῖς δὲ προθύμως ἀγωνισαμένοις κάλλιστος μὲν στέφανος πόλις ἥδε ἡ γειναμένη στᾶσα ὀρθή , καλὸς δὲ καὶ ὁ παρὰ τῶν
4280598 γυναικωνιτιδι
τίθεται τροφῇ : τοιαύτη δὲ ἡ πολὺν χρόνον ἐν τῇ γυναικωνίτιδι γενομένη . Καὶ γὰρ Πλάτων τῶν Περσικῶν τινος τοῦτο
τῆς μαλακωτέρας καὶ τρυφερᾶς διαίτης , τὸν πλείω χρόνον ἐν γυναικωνίτιδι καὶ τοῖς γυναικωνίτιδος ἐκτεθηλυμμένοις ἔθεσιν ἀπ ' αὐτῶν σπαργάνων
4269863 προνοητικος
ἀγαθός τέ ἐστι καὶ ποιητὴς καὶ γεννητὴς τῶν ὅλων καὶ προνοητικὸς ὧν ἐγέννησε , σωτήρ τε καὶ εὐεργέτης , μακαριότητος
Θωμάσιεἀγαθὸς καὶ σοφὸς καὶ δυνατὸς καὶ δίκαιος τῶν τε μελλόντων προνοητικὸς ἐν τοῖς ἔμπροσθεν ἐδείχθη : ταῦτα δὲ παρ '
4257886 ᾠδῃ
ἰσχὺν μήτε πρὸς ὠκύτητα εὖ πεφυκότι , κιθάρᾳ δὲ καὶ ᾠδῇ ῥᾳδίως κρατήσειν ἐπείσθη ὑπὸ καταράτων ἀνθρώπων οὓς εἶχε περὶ
ἐκτροπὰς ἔχων . ἵν ' οὖν ἔχῃ μῆκος περιποιῆσαι τῇ ᾠδῇ , ἐπὶ τὴν κοινότητα τῶν ἐπαίνων τῆς πατρίδος αὐτοῦ
4238431 φυς
ἀστὴρ ἐν καθέτῳ κόσμου μέσον οὐρανὸν ἀμφιπολεύῃ , τῆμος ὁ φὺς ἔσεται μὲν ἐν ἡγεμόνεσσιν ἄριστος , φρουρητῆρα σίδηρον ἔχων
ἰσόμοιρα δι ' αἰθέρος ἀκροπολεύῃ , τηνίκα τοι θεόληπτος ὁ φὺς ἐν σχήματι τοίῳ γίνεται , ἔκπληκτός τε , σεληνάζων
4235565 τοιος
νεφέων ἐρεβεννὴ φαίνεται ἀὴρ καύματος ἐξ ἀνέμοιο δυσαέος ὀρνυμένοιο , τοῖος Τυδεΐδῃ Διομήδεϊ χάλκεος Ἄρης φαίνεθ ' ὁμοῦ νεφέεσσιν ἰὼν
φησιν ἀλλ ' ἧμαι παρὰ νηυσὶν ἐτώσιον ἄχθος ἀρούρης , τοῖος ἐὼν οἷος οὔ τις Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων . ἄχθεται γὰρ
4234984 φοβησει
, ἐπειδάν τ ' ἐν τῷ ἀπόρῳ γενώμεθα ἔτι μᾶλλον φοβήσει , χωρὶς δὲ τούτων ὁ μηδένα χρόνον ἡμᾶς εὐσταθεῖν
τὸ θηρίον λέγουσα : ὦ σὺ θηρίον πονηρόν , οὐ φοβήσει τὴν εἰκόνα τοῦ θεοῦ πολεμῆσαι ; πῶς ἠνοίγη τὸ
4231992 νωμων
κεῖται δείλαιος καὶ ἄθλιος θανὼν οὐ μάλα εὐτυχῶς . . νωμῶν ] κατέφθιτο ἀπὸ τοῦ κοινοῦ . Ἀριόμαρδος ] κατέφθιτο
ἀνθρώποις νόμος . Ζεὺς ὁ καὶ ζωῆς καὶ θανάτου πείρατα νωμῶν θεοῦ θέλοντος μετὰ πάντα γίγνεται . τί δ '
4231296 ἀνημερῳ
ἀνήμερος καὶ θηριώδης φαίνεται οὐκ ἐοικὼς ἀνθρώπῳ , ἀλλ ' ἀνημέρῳ τινὶ γηγενεῖ : ἁμερίῳ γέννᾳ : τῇ ἀνθρωπίνῃ φύσει
ἢ πόλις ὑβρίζουσα καὶ λωβωμένη τὰς πέλας ἢ μοναὶ ἀνθρώπων ἀνημέρῳ διαίτῃ καὶ ξενοκτονίαις ἀθεμίστοις χρωμένων , καθιστὰς δὲ νομίμους
4225895 ἀτυχιᾳ
. ἀκούσας δ ' ἐγὼ ταῦτα καὶ συναχθεσθεὶς ἐπὶ τῇ ἀτυχίᾳ τῇ τούτου , ἀποστέλλω τὸν Δείνωνα τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ
, πιστεύσαντεςτίς δ ' ἂν ᾠήθη τοσαύτῃ τινὰ περιβαλεῖν αὑτὸν ἀτυχίᾳ ; : τοῦτο καὶ τοὺς ἄλλους ἔπεισε Βαβυλωνίους εὐκόλως
4225542 φθισει
ὅν ῥα πατὴρ Κρονίδης ἐπὶ γήραος οὐδῷ αἴσῃ ἐν ἀργαλέῃ φθίσει κακὰ πόλλ ' ἐπιδόντα υἷάς τ ' ὀλλυμένους ἑλκηθείσας
χρόνοις : Κἂν ᾖς ἐν ἀκμῇ , τῆς σελήνης ἐν φθίσει : Ἂν δ ' ὑπέρακμος , τῆσδε τὸ πλῆρες
4225110 μαινεται
τοῦ κρέσσονος : ἐκ τῶν γνωμῶν τοῦ Δημοκράτους . Ἄμυρις μαίνεται : ἐπὶ τοῦ φρενήρους . οὗτος θεωρὸς ὑπὸ Συβαριτῶν
οὔτε εὐσεβὲς νεανίσκον ἄθλιον ἀνελεῖν , πιστεύσαντας μανίας λόγοις . μαίνεται γὰρ ὑπὸ λύπης . ” Ταῦτα εἰπόντος τοῦ Κλεινίου
4222443 ἀλεκτωρ
] μακάριος ἀνδράσιν τοῖς φιλοτρόφοις . Ψυχομαχῶ : ὁ γὰρ ἀλέκτωρ [ ] ἠστόχηκέ μου , καὶ θακοθαλπάδος ἐρασθεὶς ἐμὲν
σφόνδυλος ἀχεῖ πῖθ ' ἑλλέβορον . πτήσσει Φρύνιχος ὥς τις ἀλέκτωρ τάχα βαλλήσει . σκέλος οὐρανίαν ἐκλακτίζων . πρωκτὸς χάσκει
4214124 ἀγεννης
, ἄνανδρος , ἐπιδεὴς καταδεής , συνεσταλμένος , κατεπτηχώς , ἀγεννής , εὐλαβής , περίφοβος , φιλόψυχος φιλοσώματος , ἄτολμος
ἐστι . Καὶ ἡ εἰς ἄτοπον ἀπαγωγὴ ἰδέα λύσεων οὐκ ἀγεννής , ὅταν λέγωμεν ὅτι κατὰ τοῦτον τὸν λόγον πολλῶν
4213669 ὠνομασμενος
παρὰ τὸ ἵεσθαι καὶ φέρεσθαι ἐπὶ τὴν ἀπόλαυσιν τῶν ὡραίων ὠνομασμένος εἴτε κατὰ μίμησιν τῆς περὶ τὴν διάνοιαν ἐκστάσεως ὡς
, καὶ τιθεῖ τοῦτον μέγαν , Ἐν τοῖσδε τοῖς πράγμασιν ὠνομασμένος . Ἐν ἑβδόμῳ δὲ τὴν χαρὰν πολλὴν φέρει Ἐκ
4208671 ὑποπεπτωκεν
ἐξ αὐτῆς ῥεόντων ποταμῶν καθ ' ἃ μάλιστα ἡ Δαρδανικὴ ὑποπέπτωκεν αὐτῇ καὶ μέχρι Σκήψεως καὶ τὰ περὶ Ἴλιον .
τραχύς τις τόπος καὶ ἐρινεώδης , τῷ μὲν ἀρχαίῳ κτίσματι ὑποπέπτωκεν , ὥστε τὸ ” λαὸν δὲ στῆσον „ παρ
4204566 καρδιᾳ
οὖν εἰκὸς βραχὺν οὕτως ὄντα τὸν ἀνθρώπινον νοῦν μήνιγγι ἢ καρδίᾳ , βραχέσιν ὄγκοις , ἐγκατειλημμένον μέγεθος οὐρανοῦ καὶ κόσμου
σφυγμώδης γινομένη κατὰ τὸν αὐτὸν ῥυθμὸν ταῖς ἀρτηρίαις καὶ τῇ καρδίᾳ . κεκραγότων δ ' ἐξαίρεταί τε καὶ διαφυσᾶται πᾶς
4204382 Ψυχῃ
κζʹ Ἔνθα δὴ πόνος τε καὶ ἀγὼν ἔσχατος ψυχῇ πρόκειται Ψυχῇ λέγει τῇ ἡμετέρᾳ τῇ μερικῇ : ψυχὴν γὰρ εἴωθε
τούτοιν ἀρετὴ δήπου παντὶ παρέχει ζῴῳ σωτηρίαν . Πῶς ; Ψυχῇ μὲν πρὸς τοῖς ἄλλοις νοῦς ἐγγιγνόμενος , κεφαλῇ δ
4202540 εἰλυμα
, πένης ἦν ψιλὸν μὲν ἔχων περὶ πλευρῇσι βοὸς νεόπλυτον εἴλυμα κακῆς ἀσπίδος , ἀρτοπώλησι καὶ ἐθελοπόρνοισιν ὁμιλέων , κίβδηλον
περὶ πλευρῇσι . . . . . βοός , νεόπλυτον εἴλυμα κακῆς ἀσπίδος , ἀρτοπώλισιν κἀθελοπόρνοισιν ὁμιλέων ὁ πονηρὸς Ἀρτέμων
4201781 ἀπαιδευτος
ἐκεῖνα : ἢ ἐλεύθερος ἢ δοῦλος , ἢ πεπαιδευμένος ἢ ἀπαίδευτος , ἢ γενναῖος ἀλεκτρυὼν ἢ ἀγεννής , ἢ ὑπόμενε
. Ἄγροικος ὁ ἐν ἀγροῖς διατρίβων , ἀγροῖκος δὲ ὁ ἀπαίδευτος . Τὰ εἰς ας ἀρσενικὰ δισύλλαβα βαρύτονα ἔχοντα τὸ
4200473 μουσῃ
ἀφιείς , Φοῖνιξ μὲν ὢν τὴν εὕρεσιν , πρόσφορος δὲ μούσῃ τῇ Καρικῇ . ἡ δὲ Φοινίκων γλῶττα Γίγγραν τὸν
ἔρωτας οἴονται κυρίους εἶναι μάρτυρας μᾶλλον ἢ τοὺς τῶν ἐν μούσῃ φιλοσόφῳ μεμαντευμένων ἑκάστοτε λόγων . Ἀληθέστατα , ὦ Σώκρατες
4200098 βαδισει
σχήματι : κίνησις πάσῃ βαδίσει ἐξ ἀνάγκης , ἄνθρωπος πάσῃ βαδίσει ὑπαρχόντως , καὶ κίνησις τινὶ ἀνθρώπῳ ἐξ ἀνάγκης .
ἐπὶ εὐτυχίᾳ ῥέψει τὰ κατ ' αὐτὸν καὶ πρὸς πύλας βαδίσει κρειττόνων καὶ τιμηθήσεται παρὰ ἀρχόντων καὶ ἄρξει τῶν συγγενῶν
4194432 λυρᾳ
ὑπὸ μιᾷ ἡρμόσθαι ἁρμονίᾳ . Εἰ δὲ καὶ ἐν ἄλλῃ λύρᾳ ἡ κίνησις ἀπ ' ἄλλης ἔρχεται , ὅσον τὸ
τὴν δυναστείαν τὴν μὲν πόλιν ἐτείχισαν , ἐπακολουθησάντων τῇ Ἀμφίονος λύρᾳ τῶν λίθων , Λάιον δὲ ἐξέβαλον . ὁ δὲ
4183006 ξυμφορᾳ
. αὐτὸς ὅδε ὁ Ποίαντος παῖς , οὐκ ἄδηλος τῇ ξυμφορᾷ , μόλις καὶ χαλεπῶς προβαίνων . ὢ τοῦ χαλεποῦ
πολλοὺς καλῶς οἷός τε συντέμνειν λόγους . Ἐγὼ δὲ καινῇ ξυμφορᾷ πεπληγμένος ἱκέτης ἀφῖγμαι πρὸς σέ . Τοῦ χρείαν ἔχων
4179808 κακοπαθειᾳ
ἔχων μέταλλα πολλὰ καὶ μεγάλα χρυσοῦ , συναγομένου πολλοῦ πολλῇ κακοπαθείᾳ τε καὶ δαπάνῃ . τῆς γὰρ γῆς μελαίνης οὔσης
τὸν βʹ διαστήσει τοὺς γονεῖς καὶ ἔσται ἐν πενίᾳ καὶ κακοπαθείᾳ καὶ ξενιτεύσει ἐν τόποις οἷς οὐ προσδοκήσει , ψυχικὸν
4174243 σοφῃ
, χθόν ' Ἀρκάδων , κλῄσω γραφῇ τῇδ ' ἐν σοφῇ πάγκλειτ ' ἔπη συνθείς , ἄναξ , δύσγνωστα μὴ
ἔχουσιν τὴν δύναμιν . ἀλλὰ μηδενὶ φράσῃς ἀλλ ' ὡς σοφῇ ψυχῇ χρῶ . Χρυσάνθεμος βοτάνη γινωσκομένη ὑπὸ πάντων .
4173741 εἰσπνοῃ
κύματος . εἰ δ ' , ὥσπερ Ἀθηνόδωρός φησιν , εἰσπνοῇ τε καὶ ἐκπνοῇ τὸ συμβαῖνον περὶ τὰς πλημμυρίδας καὶ
ἔτι ὡς φυτὸν ἢ μέρος , οὔτε πω τῇ θύραθεν εἰσπνοῇ ὡς ζῶον ἤδη ἀπροσάρτητον καὶ αὐτοτελές , ἡμέραις δὲ
4172863 περιδινησει
ὅλος ὁ οὐρανὸς ἐκ λίθων συγκέοιτο : τῆι σφοδρᾶι δὲ περιδινήσει συνεστάναι καὶ ἀνεθέντα κατενεχθήσεσθαι . περὶ δὲ τῆς δίκης
, μεγαλόηχος στροβήσεται : στρέψει τὸ ὄμμα ὑπὸ μανίας , περιδινήσει κορυθαίολα : ἰσχυρότερα φρενοτέκτονος : γνωμοτύπου γομφοπαγῆ : πολυσύνθετα
4172421 προσηκομεν
τοῦ πολιτῶν : βαστακτέον τάδε : γράφεται βίᾳ : οὐ προσήκομεν κολάζειν : οὐχ ὑποταττόμεθα οἷον ἐν τῇ τῶν Φωκέων
εἴωθεν ἐπιτιθέναι : ἄλλως : θαρσύνων αὐτόν φησιν ὅτι οὐ προσήκομεν εἰς τὸ κολάζεσθαι τοῖς Ἀργείοις : δεινὸν οἱ πολλοί
4151237 ματαιᾳ
, δρᾶν παρεσκευασμένος , θεοὺς ἀτίζων , κἀπογυμνάζων στόμα χαρᾷ ματαίᾳ θνητὸς ὢν εἰς οὐρανὸν πέμπει γεγωνὰ Ζηνὶ κυμαίνοντ '
Θησέα ἱστορεῖ Θ . ἐν τοῖς πρώτοις καιροῖς . Γλώσσῃ ματαίᾳ ζημία προστρίβεται : Αἰσχύλου : τὸ μὲν ἀπόφθεγμα Βίαντος
4146819 ἀρουρᾳ
καταῤῥανθεῖσα . Φησὶ δὲ Ἀπουλήϊος , ἐὰν δάφνης ἐν τῇ ἀρούρᾳ κλάδους βάλῃς , μεταβαίνειν εἰς αὐτοὺς τὴν βλάβην τῆς
τύχην ἀπηλλάχθαι : ἔτυχε γὰρ πήγανον ἄγριον κόπτων ἐν τῇ ἀρούρᾳ καὶ σύνδουλος αὐτοῦ σεληνιακὸς ὢν ἔπεσεν . ὁ δὲ
4144789 ἐπιγραφομενῃ
. ὃ καὶ Γαληνὸς ποιεῖ ἐν τῇ παρ ' αὐτοῦ ἐπιγραφομένῃ Τέχνῃ μικρᾷ ὅλην πραγματείαν ἀποτελῶν συνισταμένην ἐκ τῆς τοῦ
' ἐν τῇ τετάρτῃ μὲν τῆς ἱστορίας Εὐρώπῃ δ ' ἐπιγραφομένῃ βίβλῳ , περιοδεύσας τὴν Εὐρώπην μέχρι Σκυθῶν ἐπὶ τέλει
4141353 τοπερ
πενταθλεῖν οὔτε παλαισμοσύνην , οὐδὲ μὲν εἰ ταχυτῆτι ποδῶν , τόπερ ἐστὶ πρότιμον ῥώμης ὅσς ' ἀνδρῶν ἔργ ' ἐν
: φαντὶ δέ σε καὶ δαμοσίᾳ φιλοσοφὲν τοῖς ἐντυγχάνουσι , τόπερ ἀπαξίωσε Πυθαγόρας , ὡς ἔμαθες μέν , Ἵππαρχε ,
4140558 ἀσοφος
, καὶ ὁ θαλάττιος , καὶ ὁ σοφὸς καὶ ὁ ἄσοφος : κἂν ἐπὶ τοῦ ὠκεανοῦ ἔλθῃς τὰς ἠϊόνας ,
καὶ ᾠδῇ ᾑρημέναι πρῶτον . Ὄρκυνος ὄνομα κητώδης ἰχθὺς οὐκ ἄσοφος ἐς τὰ αὑτοῦ λυσιτελέστατα , δῶρον λαχὼν φύσει τοῦτο
4132144 φιλιης
ἐποικοδομέουσι , χαρίζονται , εἶτα μετανοοῦσι , καὶ ἀφαιρεῦνται τὰ φιλίης δίκαια , κακοπραγεῦντες ἐς ἔχθρην , τὰ ξυγγενείης πολεμοποιεῦντες
προθελύμνους ἱππαλέη νοῦσος πρόλιπεν δύο , μητέρα μούνην καὶ μητρὸς φιλίης ὑπομάζιον εἰσέτι πῶλον . αὐτὰρ ἐπεὶ μέγας ἦν ,
4131532 ὀδυρομενῃ
ἄνεμος κατ ' ὄρος δρυσὶν ἐμπεσών : ἀναίθεται τῇ Ξανθίππῃ ὀδυρομένῃ ὅτι ἀπέθνησκεν , ἡ δὲ τῇ θυγατρί : οὐ
ἑ νέον πολέεσσιν ὀνείδεσιν ἐστυφέλιξεν , τῇ δέ τ ' ὀδυρομένῃ δέδεται κέαρ ἔνδοθεν ἄτῃ , οὐδ ' ἔχει ἐκφλύξαι
4130786 παραινεσει
αὐτὸς δὲ κατὰ τὴν ποίησιν ἐφέλκεται ἄνδρα σίδηρος ; ἁπλῇ παραινέσει τὸ δέον ἐφρόνησαν . οὐκοῦν δυνάμει μὲν τὴν δίκην
κηδόμενον τοῦ ἀντιδίκου μεθοδεύειν τὴν ἄλυτον ἀντίθεσιν ἐν αὐτῇ τῇ παραινέσει : ιʹ πάλιν ἐὰν ᾖ ἄλυτος , προστιθέναι τι
4130552 ἰδεᾳ
αὐτὰ γὰρ λέγων ἑαυτῷ μάλιστα ἔλαθεν . ἐν δὲ πανηγυρικῇ ἰδέᾳ Πλάτων τὰ αὐτὰ λέγων Θουκυδίδῃ ἐν τῷ Ἐπιταφίῳ οὐ
λέγω μέντοι σοι ὅτι Χαρμίδης τῶν ἡλικιωτῶν οὐ μόνον τῇ ἰδέᾳ δοκεῖ διαφέρειν , ἀλλὰ καὶ αὐτῷ τούτῳ , οὗ
4129725 μαλερους
ἤγουν χωρὶς πέρατος . Πευκεδανούς : πυρόεντας , πικρούς . μαλερούς : καυστικούς . οἰστρήεντας : λυσσωμένους . Ἀναλθέας :
, ἄγριε δαῖμον , ἔχεις πυρόεντας ὀϊστούς , πευκεδανούς , μαλερούς , φθισόφρονας , οἰστρήεντας , τηκεδόνα πνείοντας , ἀναλθέας
4129421 ἐλαφρος
δυναμένην λῆξαι . τοῖς μὲν οὖν ἐκ τούτων ὁ δεσμὸς ἐλαφρὸς οὐ δεχομένων τῶν ὑποσχέσεων ἀλαζονείας ὑποψίαν , οὐδαμοῦ γὰρ
ἐπικερτομέων προσέφης Πατρόκλεες ἱππεῦ : ὢ πόποι ἦ μάλ ' ἐλαφρὸς ἀνήρ , ὡς ῥεῖα κυβιστᾷ . εἰ δή που
4129009 φροντιδι
, νοεῖσθαι δεῖ οὕτως : ἐπεζήτησέ τε αὐτὸν καὶ ἐν φροντίδι ἔσχεν ὅπως ἂν τὰ μέλλοντα προλέγειν παράσχῃ αὐτῷ :
, τῇ δ ' ἡμετέρᾳ λήψει τῆς τάξεως καὶ τῇ φροντίδι στοιχήσει μέν , δι ' ὅτι οἱ τεταγμένοι κατὰ
4128081 ἡδεται
ἡ σωφροσύνη οὐ συνίσταται : ἄλλως τε ὁ μὲν σώφρων ἥδεται οἷς πράττει , ὁ δὲ ἐγκρατὴς ἐν ἀγῶνι ὢν
γεγονὼς καὶ ἀποκλίνας ἄλλος . Οὐ γὰρ δὴ τοτὲ μὲν ἥδεται ἐπὶ τοῦ κέντρου ὤν , τοτὲ δὲ λυπεῖται ἀποκλίνας
4126844 ἀκολασιᾳ
. οὐ μὴν ἀπεῖπέ γε ἡ Θρυαλλίς , ἀλλὰ τῇ ἀκολασίᾳ παρευδοκίμησεν αὐτήν : οὐ γὰρ διὰ παραπετασμάτων ἐγώ φησίν
τὸν τρόπον ἐκοινώνουν , ταὐτὸ ἂν ἦν ἡ ἀκρασία τῇ ἀκολασίᾳ , ἀλλὰ διαφέρει ἡ ἀκρασία τῆς ἀκολασίας ἐν τῷ
4124454 σφαγῃ
καὶ ψόθου τὸ ξίφος ἐκάμπτετο οὐδαμῇ ἐνδιδόντος τοῦ χρωτὸς τῇ σφαγῇ , × – ˘ τόξον ὥς τις ἐντείνων ˘
δὲ τὴν ἀναίρεσίν φησι διὰ τὰ σκιρτήματα ἃ ἐν τῇ σφαγῇ ποιοῦσιν οἱ ὄνοι . κνώδαλα δὲ κυρίως μὲν τὰ
4122726 κουρος
δ ' ὅτε τις μυίῃσι περὶ γλάγος ἐρχομένῃσι χεῖρα περιρρίψῃ κοῦρος νέος , αἳ δ ' ὑπὸ πληγῇ τυτθῇ δαμνάμεναι
οὔ πως ἅμα πάντα θεοὶ δόσαν ἀνθρώποισιν : εἰ τότε κοῦρος ἔα νῦν αὖτέ με γῆρας ὀπάζει . ἀλλὰ καὶ
4115388 διηρθρωμενος
καὶ γαστὴρ ἀπέριττος καὶ στέρνα τὸ μέτριον προεκκείμενα καὶ βραχίων διηρθρωμένος καὶ ὦμοι πρὸς αὐχένα ἐρρωμένον ξυνάπτοντες καὶ βάσιν αὐτῷ
τῇ καλλίονι στάσει ὢν τό τ ' εἶδος ὀρθὸς καὶ διηρθρωμένος , ὑψαύχην , ἐπίγρυπος , λευκὸς ἰδεῖν , μελανόμματος
4114433 ἀφρων
οἰκειότατον δὲ κακίας ὄνομα σύγχυσις : οὗ πίστις ἐναργὴς πᾶς ἄφρων , λόγοις καὶ βουλαῖς καὶ πράξεσιν ἀδοκίμοις καὶ πεφορημέναις
, φθονεῖς , ταράσσῃ , μεταβάλλῃ : διὰ ταῦτα ὁμολογεῖς ἄφρων εἶναι . ἐν δὲ τῷ φιλεῖν οὐ μεταβάλλῃ ;
4107115 ἐμπληκτος
τοὺς τρόπους τοῦ εὐμεταβλήτου καὶ ἄλλοτε ἄλλῃ πηδῶντος ἀνθρώπου : ἔμπληκτος γὰρ ὁ εὐμετάβλητος : καὶ μὴ πρὸ χειρῶν :
ἁδηφάγος καὶ ὑβριστής , ὁ δὲ θυμώδης καὶ ἰτητικὸς καὶ ἔμπληκτος , ὁ δὲ νωθὴς καὶ ἐκλελυμένος , ὁ δὲ
4103492 γεγενησαι
ὑπισχνούμενος οὐκ ἐνεπίμπλασο : ἐπεὶ δὲ κατέπραξας ἃ ἐβούλου καὶ γεγένησαι ὅσον ἐγὼ ἐδυνάμην μέγιστος , νῦν οὕτω με ἄτιμον
. Ἀσπάζομαι . Τί φησιν ; Ἀρχαία φίλη , πολιὰ γεγένησαι ταχύ γε , νὴ τὸν οὐρανόν . Τάλαιν '
4101817 κοὐδεις
, κἄφθημεν οὔπω τεύχεσιν πεφαργμένον Ἀργεῖον ἐσπεσόντες ἐξαίφνης στρατόν . κοὐδεὶς ὑπέστη , πεδία δ ' ἐξεπίμπλασαν φεύγοντες , ἔρρει
! [ [ ] ν ! [ * * * κοὐδεὶς παλαιῶν οὐδὲ τῶν νεωτέρων [ ἑκὼν ἄπεστι τῶνδε διστοίχων
4101712 ἐρωμενῃ
μὲν ἐραστῇ φιλητόν ἐστι τὸ εἶδος , τῇ δ ' ἐρωμένῃ τὰ χρήματα : ἐν οἷς παγχάλεπόν ἐστι τὴν κατ
πάλιν προσθήσοντές τι παραλειφθὲν τοῖς εἰρημένοις καὶ μεστὸς οὐδεὶς γέγονεν ἐρωμένῃ λαλῶν . μόλις γοῦν ἀναστρέφουσιν οἴκαδε πολλάκις ἑαυτοὺς ἐπιπλήττοντες
4100557 τερπων
Κλωθώ , καλύψω Καλυψώ : καὶ εἰς ων : τέρπω τερπών , χέω χεών καὶ χιών . οὕτως οὖν καὶ
Κλωθώ , καλύψω Καλυψώ : καὶ εἰς ων : τέρπω τερπών , χέω χεών καὶ χιών . οὕτως οὖν καὶ
4097896 Μνημοσυνῃ
, Ἀφροδίτῃ Οὐρανίᾳ . : Νηφάλιος θυσία παρὰ Ἀθηναίοις ἐτελεῖτο Μνημοσύνῃ , Ἠοῖ , Ἡλίῳ , Σελήνῃ , Νύμφαις ,
ταύτης καὶ Λοκροὶ πόλιν ἐν Ἰταλίᾳ Σύβαριν ἔκτισαν . Ζεὺς Μνημοσύνῃ μιγεὶς ἐν Πιερίᾳ Μούσας ἐγέννησεν . ὑπὸ δὲ τὸν
4091730 διεφθαρται
δόξαντες εἶναι δίκην ὑπέσχον : νῦν δὲ τὸ ναυτικὸν ἅπαν διέφθαρται : δύνασαι δὲ καὶ ἄλλως μεταχειρίσασθαι τὴν προβολὴν δι
' ἄλλως νυκτὸς ἐν μακρῶι χρόνωι θνητῶν ἐφρόντις ' ἧι διέφθαρται βίος . καί μοι δοκοῦσιν οὐ κατὰ γνώμης φύσιν
4090266 δυσχερανασα
ἡ μισοπόνηρος δίκη ταῖς ἀμέτροις ὑπερβολαῖς ὧν ἠδίκει καὶ παρηνόμει δυσχεράνασα . | Γίνεται δ ' ὁ τρόπος αὐτῷ τῆς
τῇ τριόδῳ . ἡ δὲ ἱέρεια εἶπε πρὸς αὐτόν , δυσχεράνασα τῇ ὄψει , ἄνερ ἀπὸ τῶν ἱερῶν . ὁ
4089253 ὑπερβολαν
ἐν τοῖς πρακτοῖς . ἁ δ ' εὐτυχία καὶ τὰν ὑπερβολὰν ἐπιδέχεται καὶ τὰν μῄωσιν . ὑπερβάλλοισα δὲ γεννᾷ τινας
δὲ λόγος ωὑτός , θείας τε ἐάσσας καὶ δι ' ὑπερβολὰν λαμπρότατος δυσοράτω , αἰ μὴ τοῖς γνασίοις : μαρμαρυγαί

Back